Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for Αύγουστος, 2010

ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΛΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΡΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡ. ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 8th, 2010 | filed Filed under: ΜΗΝΥΜ. ΠΑΡΑΛ. ΠΡΟΩΘ.

ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΘΡΑΣΥΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΗΘΟΥΣ ΤΩΝ ΟΠΑΔΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΕΩΣ

ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΚΛΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΡΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡ. ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος καλύπτει συστηματικὰ ἐνόχους Ἀρχιερεῖς Τεράστια ἡ εὐθύνη τῶν Ἐπισκόπων ποὺ ἔχουν ἀκόμα φόβον Θεοῦ

Ἡ καταγγελία τῶν αἱρετικῶν τοποθετήσεων, προδιαθέσεων καὶ πράξεων τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου, ἀντὶ νὰ λειτουργήσει ἀνασχετικὰ καὶ θεραπευτικά, συνετέλεσε νὰ σπάσει τὸ πυῶδες αἱρετικὸ ἀπόστημα ποὺ χρόνια συσσωρεύεται στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας μας διὰ μέσου τῶν Οἰκουμενιστῶν ―τῇ ἀνοχῇ κυρίως τῶν Ἐπισκόπων― καὶ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ διαθέσεις τῶν καρδιῶν τῶν Ποιμένων μας• ἰδιαιτέρως δὲ νὰ ἀποκαλυφθεῖ ὁ προκλητικὸς χαρακτῆρας τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας, ὁ ὁποῖος διὰ τῶν Ἐπιστολῶν του ἀπάντησε μὲ προσβλητικὸ τρόπο α) πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, β) πρὸς τὸ πρόσωπο τῶν Μητροπολιτῶν (μελῶν τῆς Ἱεραρχίας) τοὺς ὁποίους ἐμμέσως θεωρεῖ συνενόχους τῆς αἱρετικῆς του διατυπώσεως ἐν Συνόδῳ, γ) πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων δ) πρὸς τὸ προσωπο τοῦ καθηγητοῦ Τσελεγγίδη καί ε) πρὸς τὰ προσωπά μας καὶ ὅποιων ἄλλων μελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀντέδρασαν κατὰ τῶν αἱρετικῶν φληναλημάτων του.

Θλιβερὸς ἐπίλογος, ἡ τελευταία ἐπιστολή του πρὸς τὸν καθηγητὴ κ. Τσελεγγίδη. Ἡ προσπάθειά του νὰ ἀποκρύψει -πελαγοδρομὼν καὶ ἀσθμαίνων- τὴν ψευδολογίαν, ποὺ ἡ ἀρχιερατική του γραφίδα διεζωγράφησε στὴν κατὰ τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων ἐπιστολή του, τὸν ἀνάγκασε, νὰ περιπέσει σὲ νέες ἀντιφατικές, ἕως καὶ ἀσυνάρτητες διατυπώσεις καὶ ἔτσι νὰ ἀποκαλυφθεῖ, ὅτι οἱ κακόδοξες διατυπώσεις του, δὲν ἀποτελοῦσαν «στιγμιαῖο» ἀνθρώπινο λάθος του, ἀλλὰ λάθος διαρκείας• πὼς δυστυχῶς, οἱ αἱρετικὲς θέσεις του εἶναι συνειδητὰ «πιστεύω» του!

Διαβάσαμε καλὰ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Σεβασμιωτάτου. Τελεῖ κάτω ἀπὸ καθεστὼς πανικοῦ, ἕνα πανικὸ ποὺ τὸν ὁδήγησε νὰ προσθέσει μὲ τὴν τελευταία ἐπιστολή του ―στὰ ὅσα αἱρετικὰ ὣς τώρα εἶπε καὶ ἔγραψε―κάποια ἀκόμα. Καὶ ἀσφαλῶς ἔχει τὴν «ἄνωθεν» πατριαρχικὴ βοήθεια, ἀφοῦ χρησιμοποιεῖ τὴν Ζηζιούλιαν θεολογία ποὺ ἔχει καταστεῖ πλέον ἡ ἐπίσημη θεολογία τοῦ Φαναρίου. Ἀλλ’ αὐτὴ ἡ βοήθεια εἶναι ἀνίσχυρη, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φυγαδεύσει τὴν ἀνασφάλεια, ποὺ ἀκολουθεῖ κάθε ἔνοχο. Νὰ σημειώσουμε, πὼς Λίγες μέρες μετὰ τὴν καταγγελία τοῦ Κυθήρων κατὰ τοῦ Μεσσηνίας, εἴμαστε θεατὲς τῆς ἑξῆς σκηνῆς: Ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τὴν Κυριακὴ 27/6/10, πραγματοποίησε Προσκύνημα στὰ ἱερὰ τῆς Καππαδοκίας, ἔχοντας δίπλα του τὸν καταγγελθέντα ἀπὸ τὸν Κυθήρων «ἐπὶ αἱρέσει» Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστομο! Ἐκλεκτικὲς «πνευματικὲς» συγγένειες, βλέπετε!
Στὴ συνέχεια θὰ παρουσιάσουμε τὰ γεγονότα, γιὰ νὰ φωτίσουμε αὐτὴ τὴν περίπτωση Ἐπισκόπου, ποὺ πιστὸς στὸ «οἰκουμενιστικό» του καθῆκον, δείχνει νὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς ἀντιδράσεις τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.

Στὶς 3 ΦΕΒ. 2010 ἐνημερώσαμε (Δελτίο 04) γιὰ τὴν κατάθεση ΜΗΝΥΤΗΡΙΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατὰ τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου «γιὰ τὶς ἀντορθόδοξες ἐνέργειες καὶ αἱρετικὲς θέσεις του», οἱ ὁποῖες, ἂν καὶ ἔχουν γίνει γνωστὲς σὲ ὅσους παρακολουθοῦν τὰ θρησκευτικὰ μπλόγκς, ἀφήνουν ἀδιάφορους καὶ «δὲν ἐξεγείρουν τοὺς Ἱεράρχες», καὶ ἔτσι μὲ ἀποκλειστικὰ δική τους εὐθύνη ἀποθρασύνουν τὸν κ. Χρυσόστομο.

Κάθε αἵρεση εἶναι βλασφημία καὶ κάθε αἱρετικὸς εἶναι ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ, κατὰ τοὺς Πατέρες. Οἱ σύγχρονοι «Πατέρες», ὅμως, ἐξεγείρονται μὲν καὶ ἐπαναστοῦν καὶ συγκαλοῦν Συνόδους μόλις θιγοῦν τὰ ἠθικὰ καὶ οἰκονομικὰ μεγέθη τους, ἂν θιγεῖ ἡ Μακεδονία καὶ ἡ Βόρεια Ἤπειρος, ἂν θιγεῖ τὸ κῦρος καὶ ἡ ἐξουσία τους, ἂν θιγεῖ ἕνας συνάδελφός τους φυλακισμένος (ἔστω καὶ γιὰ κατάχρηση ἑκατομυρίων), ἀλλὰ ἀδιαφοροῦν ὅταν θίγονται τὰ ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ὅταν ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι συγκάθεδροί τους καὶ συμπροσευχόμενοί τους.

Συγκεκριμένα, ὁ ἐν λόγῳ Μητροπολίτης εἶχε ἀπὸ καιρὸ δώσει δείγματα γραφῆς κακοδοξιῶν, τελευταία ὅμως, αὐτὲς εἶχαν πληθυνθεῖ καὶ εἶχαν ἐμφανιστεῖ ὄχι μόνον στοὺς χώρους ὅπου προωθοῦνται οἱ οἰκουμενιστικὲς αἱρετικὲς ἰδέες, ἀλλὰ καὶ στὸ περιοδικὸ «Ἐκκλησία» (τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος) καὶ ἀκόμα εἶχαν διατυπωθεῖ μέσα στην ἴδια τὴν Ἱερὰ Σύνοδο χωρὶς συνοδικὴ ἀντίδραση καὶ καταδίκη τους. Καὶ τοῦτο μπορεῖ νὰ ἐκληφθεῖ ὡς ἀποδοχὴ τῶν κακοδοξιῶν τοῦ ἐν λόγῳ Μητροπολίτη Συνοδικά. Καὶ δὲν ἐπισημάναμε μόνο στὰ λόγια τοῦ Μεσσηνίας κακοδοξίες, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις του. Ἐνδεικτικὰ παρουσιάσαμε πώς:

1. Ὁ Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, παρεχώρησε Ὀρθόδοξο Ἱερὸ Ναὸ σὲ αἱρετικοὺς Παπικοὺς τῆς Καλαμάτας, παρὰ τὴν ἀπαγόρευση ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς καὶ τὴν ἀντίδραση τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι καὶ τοῦ ἐπεσήμαναν ὅτι σκανδαλίζει καὶ προκαλεῖ μὲ τὶς ἐνέργειές του, εἰσάγων νέα Οἰκουμενιστικὰ ἤθη στην Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία. Καὶ προέβη σ’ αὐτὴ τὴν ἐνέργεια παρὰ τὸν σάλο ποὺ εἶχε ξεσπάσει, ὅταν τὸ ἴδιο ἐπεχείρησε νὰ κάνει ὁ Μητροπολίτης Καλαβρύτων. Ὁ Μεσσηνίας, ὅμως, δὲν ὑπολογίζει κανένα καὶ γιὰ νὰ ἀποδείξει τὸ ἐξουσιαστικὸ του ταπεραμέντο, ἀκολουθώντας τὸ ἀξίωμα «καλύτερη ἄμυνα εἶναι ἡ ἐπίθεση» (ὅπως φαίνεται καὶ σὲ ἑπόμενες ἐνέργειές του), ἔδωσε συνεντεύξη στὴν ὁποία ἐδήλωσε, ὅτι ὄχι μόνο τοὺς Παπικούς, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς αἱρετικούς, ἀκόμα καὶ τοὺς Μωαμεθανούς, «εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τοὺς ἐξυπηρετήσουμε (ὡς Ἐκκλησία!) στις θρησκευτικὲς τους ἀναγκες». «Ἐγὼ (συνέχισε ὁ Μεσσηνίας) δὲν μπορῶ να χτίσω τζαμί, μοῦ δινεῖ ὅμως τὸ δικαίωμα τὸ κανονικὸ δίκαιο νὰ προσφέρω ἕνα ναὸ» στοὺς Μουσουλμάνους!!!

2. Ὁ κ. Χρυσόστομος τιμώρησε τὸ 2009 τὶς μοναχὲς Ἱ. Μονῆς (Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης Καλαμάτας) μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας, χωρὶς δίκη καὶ ἀπολογία, ὡς …ἀπόλυτος μονάρχης–Δεσπότης!

3. Ὁ κ. Χρυσόστομος τὸν Ὀκτώβριο 2009 στὴν Κύπρο, ὡς μέλος τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ θεολογικοῦ Διαλόγου μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ παρὰ τὴν ρητὴ Ἐντολὴ τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ κινηθεῖ μέσα «στὰ κανονικὰ καὶ ἐκκλησιολογικὰ πλαίσια», τουτέστιν νὰ ἀποφύγει τὶς συμπροσευχές, ἀγνόησε τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες ποὺ τὸ ἀπαγορεύουν, ἀλλὰ καὶ τὶς Ὁδηγίες τῆς Ἱεραρχίας καὶ συμπροσευχήθηκε μὲ αἱρετικούς. Ἐπίσης, πρὸ διετίας λειτούργησε στὴν Παναγία τῆς Τήνου, ὅπου συμπροσευχήθησαν μαζί του καὶ παπικοὶ κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, τὴν δὲ 8η Μαΐου 2007 στὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας, ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Παπικὸ ἀρχιεπίσκοπο κ. Francesco Cacucci, συμπροσευχήθηκε καὶ παρευρέθηκε στὸν ἁγιασμὸ τῆς θαλάσσης, ρίχνοντας ἁγίασμα μὲ μύρο ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

4. Τέλος, διετύπωσε τὴν ἐξωφρενικὴ αἱρετικὴ θέση ὅτι ἡ Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ἡ Μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀνηκεῖ στὴν Μία Ἐκκλησία! Δηλαδή, ἐνῶ ὁ Χριστὸς δίδαξε ὅτι ἵδρυσε ΜΙΑ Ἐκκλησία καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι ὁμολογοῦμε στὸ «Σύμβολο τῆς Πίστεως» ὅτι ἀποτελοῦμε αὐτὴ τὴν ΜΙΑ, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὁ κ. Χρυσόστομος διδάσκει ὅτι ὑπάρχει κάποια ἄλλη Ἐκκλησία, μεγαλύτερη καὶ περιεκτικότερη τῆς Ὀρθόδοξης, ἐντὸς τῆς ὁποίας –ὡς ἕνας κλάδος ἢ ἕνα τμῆμα– ὑπάρχει καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ τοποθέτησή του αὐτὴ εἶναι ἀνατρεπτικὴ τῆς Πίστεως μας καὶ τῆς ὀρθοδόξης ἐκκλησιολογίας καὶ ἀποτελεῖ υἱοθέτηση τῆς αἱρετικῆς θεωρίας τῶν «ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν» ἢ τῆς «θεωρίας τῶν κλάδων», στὴν ὁποία πιστεύουν καὶ προσπαθοῦν ὑπομονετικὰ νὰ μᾶς ἐπιβάλλουν οἱ Οἰκουμενιστές.
Τὶς ἴδιες θέσεις δὲν δίστασε, ὅπως προαναφέραμε, νὰ διατυπώσει καὶ μέσα στὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, χωρὶς οὔτε τότε, οὔτε ἐκ τῶν ὑστέρων, οἱ Ἱεράρχες νὰ τὸν ὑποχρεώσουν πάραυτα νὰ ἀνακαλέσει! Ὁ μόνος ποὺ μίλησε (ὅπως ἀνεπίσημα ἔγινε γνωστὸ) ἦταν ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Ἐκτὸς Συνόδου, ὅμως, ἀντιτάχθηκαν στὶς βλάσφημες θέσεις του πολλοὶ πιστοί, κάποιοι φορεῖς καὶ Μ.Μ.Ε. ἀλλὰ καὶ ὁ καθηγητὴς Δογματικῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Τσελεγγίδης.

Ἡ κατάθεση Μηνυτήριου Ἀναφορᾶς ἐξυπηρετοῦσε τὸ καθῆκον τῆς ὑπεράσπισης τῆς Πίστεως, ἀλλὰ καὶ ἀποσκοποῦσε στὸ νὰ συνειδητοποιήσει τὸ ὀλίσθημα του ὁ Μεσσηνίας καὶ νὰ ἀνασκευάσει αὐτὲς τὶς θέσεις ποὺ ἔρχονταν σὲ ἀντιθεση μὲ τὸ ἔνατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καὶ οὐσιαστικὰ τὸ διέγραφαν. Διότι μπορεῖ κανεὶς νὰ δικαιολογήσει μιὰ ἀτυχῆ ἔκφραση ὁποιουδήποτε Ἐπισκόπου ἢ θεολόγου, ἀλλ’ ὡς γνωστόν, ἡ ἐπιμονὴ σὲ κακόδοξη διδασκαλία καθιστᾶ αὐτὸν ποὺ μὲ ἐπιμονὴ τὴν διδάσκει αἱρετικό.

Αὐτὰ περίπου γράφαμε, πρὶν καταθέσουμε τὴν Μηνυτήριο Ἀναφορά, ἀποκαλύπτοντας τὸ περιεχομενό της, ἐλπίζοντες ὅτι θὰ ἐπενέβαιναν κάποιοι Ἱεράρχες, θὰ κατανοοῦσε ὁ Σεβασμιώτατος τὸ λάθος του καὶ πρὸς δικό του καλὸ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, θὰ διευθετεῖτο αὐτὴ ἡ θλιβερὴ ὑπόθεση, τελειώναμε δὲ μὲ τὴν παρατηρήση:

«Ἂν ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστομος δεχθεῖ τὶς παραινέσεις “χαρὰ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ”. Ἂν ἀρνηθεῖ, τότε εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ἀπαιτήσουν τὴ συμμόρφωσή του, διαφορετικά, καὶ σύμφωνα πάλι μὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ: (α) ἀπὸ τὴν Μικτὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου, (β) ἀπὸ τὴν Ἐπισκοπὴ ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία μὲ ἐντολὴ νὰ ὀρθοτομεῖ καὶ διδάσκει τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη αὐθεντική, ἀνόθευτη καὶ ἀκεραία, (γ) ὅπως καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλο ἱερατικὸ ἀξίωμα• ὥστε ἐλεύθερος πλέον να διδάσκει τὶς προσωπικές του ἀπόψεις σὲ ἄλλα θεολογικὰ περιβάλλοντα, σ’ ἐκεῖνα ποὺ τὶς ὑποβάλλουν καὶ τὶς καλλιεργοῦν …καὶ μετὰ χαρᾶς θὰ ἀποδέχονταν τὶς κακοδοξίες του καὶ τὸν ἴδιο».

Ὅμως, οὔτε ὁ κ. Χρυσόστομος ἔλαβε ὑπόψιν τὴν ἀναγγελία τῆς Μηνητυρίου Ἀναφορᾶς, οὔτε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἔδειξε νὰ συγκινεῖται, οὔτε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος. Οἱ «φύλακες τῆς Πίστεως» Ἐπίσκοποι, ποὺ (ὅπως κατὰ καιροὺς δημαγωγοῦντες λένε), εἶναι ἕτοιμοι καὶ τὴ ζωὴ τους νὰ δώσουν γιὰ τὸ Χριστό, οὐδόλως ἐταράχθησαν. Συνέχισαν τὴν μακάρια σιωπή τους! Ἔτσι, ἀφοῦ περιμέναμε δύο βδομάδες, μήπως κάποιος Ἐπίσκοπος παρέμβει καθ’ οἱονδήποτε τρόπο πρὸς διευθέτηση αὐτοῦ τοῦ σκανδάλου, καταθέσαμε τὴν Μηνυτήριο Ἀναφορὰ μὲ Δικαστικὸ Ἐπιμελητὴ στὴν Ἱερὰ Σύνοδο, ὡς μέλη τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχουμε ἔννομο «συμφέρον» γιὰ τὴν διατήρηση ἀνοθεύτου τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως.
Ὅταν ἔγινε γνωστὴ αὐτὴ ἡ καταγγελία, πολλὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας (ἱερεῖς, ἡγούμενοι Ἱερῶν Μονῶν καὶ μοναχοί, ἁπλοῖ πιστοὶ τέλος) μὲ τοὺς ὁποίους εἴχαμε ἐπικοινωνία, ἀνακουφίστηκαν ποὺ ἐπὶ τέλους ἐπισημάνθηκε καὶ καταγγέλθηκε αὐτὴ ἡ μεγάλη πρόκληση.
Καὶ πάλι, ὅμως, ἀπὸ τὴν Διοικοῦσα Ἐκκλησία «οὐκ ἦν φωνῇ, οὐκ ἦν ἀκρόαση». Κυριολεκτικά, κατὰ τὴν λαϊκὴ ἔκφραση, «ἔγραψαν στὰ παλιά τους τὰ παπούτσια» τὴν ὑπόθεση. Τόσο μεγάλη πιά, περιφρόνηση σὲ μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ! Κι ὅμως, ὄχι μόνο σὲ Πατερικὰ κείμενα, ἀλλὰ καὶ στὸ Κείμενο τῆς Ραβέννας, ποὺ σιωπηλὰ ἀποδέχτηκαν, διαβάζουμε: «Ἅπαντες οἱ πιστοὶ καλοῦνται, δεσμεύονται καὶ θεωροῦνται ὑπεύθυνοι –ἕκαστος κατὰ διαφορετικόν, ἀλλ’ οὐχ ἧττον πραγματικὸν τρόπον– …(καὶ οὐχί μόνον οἱ ἐπίσκοποι) διὰ τὴν πίστιν, τὴν ὁποίαν ὁμολογοῦν κατὰ τὸ Βάπτισμά των».

Ἐπίσης, ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία δὲν καταδέχτηκε νὰ προβεῖ σὲ κάποια παρατηρήση πρὸς τὴν Ἕνωσή μας, στὴν περίπτωση ποὺ εἶχαν διαφωνία στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἔγινε ἡ καταγγελία• οὔτε σκέφτηκαν τὸ σκανδαλισμὸ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἡ καταγγελία αὐτὴ ἔγινε γνωστὴ Πανελληνίως, οὔτε δημοσιοποίησαν κάποια in cognito σύσταση ποὺ τυχὸν ἀπηύθυναν πρὸς τὸν Μεσσηνίας, ὥστε νὰ διορθώσει τὶς κακόδοξες ἐκφράσεις του. Δὲν καταδέχτηκαν ἀκόμη, παρόλο ποὺ ὑποχρεοῦνται νομικὰ καὶ ἠθικά, νὰ μᾶς ἐνημερώσουν γιὰ τὴν τύχη τῆς Μηνυτηρίου Ἀναφορᾶς, ἡ ὁποία ἦταν ἕνα ἐπίσημο ἔγγραφο ποὺ πρωτοκολλήθηκε στὰ βιβλία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ ὡς ἐκ τοῦ νόμου εἶχαν ὑποχρέωση νὰ τὴν ἐξετάσουν καὶ νὰ μᾶς ἐνημερώσουν!!!

Ὄχι μόνο δὲν προβληματίστηκαν γιὰ τὶς «περίεργες» θέσεις τοῦ Μεσσηνίας, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐπαίνεσαν!!! Αὐτὸ τὸ ἰσχυρίζεται ὁ ἴδιος ἀργότερα (17.6.2010) μὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, στὴν ὁποία (ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ἂν τὴν ἀναλύσει), ὅτι ἐμπεριέχεται ἡ προειδοποίηση-ἀπειλή: μὴ διανοηθεῖτε νὰ προβεῖτε σὲ κάποια ἐνέργεια ἐναντίον μου, ἐσεῖς οἱ ἄτολμοι Ἐπίσκοποι πού, ὅταν ἔπρεπε, δὲν ἀρθρώσετε ἐναντίον μου κάποιο λόγο, οὔτε λάβατε κάποιο μέτρο.

Γράφει στὴν πρὸς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο ἐπιστολή του: «οὐδεμία ἐπιφύλαξη ἐξεφράσθη γιὰ τὶς ἐκκλησιολογικές μου τοποθετήσεις, οὔτε ἀπὸ τὴν ἁρμόδια Συνοδικὴ Ἐπιτροπή, οὔτε ἀπὸ τὴν Δ.Ι.Σ., ἀντίθετα μάλιστα ὁ Σεβ. Πρεβέζης, Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς, στὸ Εἰσηγητικὸ Σημείωμα πρὸς τὴν Δ.Ι.Σ. ἀναφέρει: “Ταῦτα ὑποβάλλομεν εὐλαβῶς εἰς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον διὰ τὰ κατ’ Αὐτήν, μὲ τὴν πρότασιν-παράκλησιν, νὰ ἐκφρασθοῦν θερμαὶ εὐχαριστίαι τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς τὸν Μητροπολίτην Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον, καὶ διὰ τὰς θέσεις ποὺ διατύπωσε κατὰ τὴν συνάντησιν τῆς Πάφου, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν σαφῆ καὶ τεκμηριωμένη ἔκθεσίν του”, γεγονὸς τὸ ὁποῖον ὑλοποιήθηκε καὶ ἀπὸ μέρους τῆς Δ.Ι.Σ.»!

Μετὰ ἀπὸ παρέλευση 4 περίπου μηνῶν, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων, ποὺ δὲν μίλησε νωρίτερα (ὅπως μὲ ταπείνωση γράφει), γιατὶ περίμενε κάποια ἐνέργεια ἀπὸ τοὺς ἀρχαιότερους (καὶ φυσικὰ τοὺς θεολογικὰ λόγιους Μητροπολίτες), βλέποντας ὅτι τὸ θέμα ἀποσιωπήθηκε εἰς βάρος τῆς Πίστεως (σ.σ. ἀφοῦ καὶ ἡ Μηνυτήρια Ἀναφορά τοῦ «Κοσμᾶ Φλαμιάτου» ἐξαφανίστηκε), ἀποφάσισε νὰ τὸ ἀνακινήσει καὶ ἔστειλε Ἐπιστολή, καταγγέλοντας ὅτι «Ο ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΔΕΝ ΟΡΘΟΤΟΜΕΙ ΤΟΝ ΛΟΓΟΝ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ», γεγονός που χαρακτηρίστηκε στὸ διαδίκτυο ὡς «Πελώρια ἐκκλησιολογικὴ ἐκτροπή». Συγκεκριμένα ὁ Κυθήρων, μεταξὺ ἄλλων ἔγραφε:
«Ἄναυδος καὶ ἐμβρόντητος ἐκ τῆς τοιαύτης πελωρίας ἐκκλησιολογικῆς ἐκτροπῆς τοῦ Σεβασμιωτάτου ἁγίου Ἀδελφοῦ ἐσιώπησα ἐπὶ 8μηνον προσευχόμενος καὶ ἀναμένων τὴν ἐπισήμανσιν τοῦ δεινοῦ αὐτοῦ ἐκκλησιολογικοῦ ἀτοπήματος ὑπὸ ἀρχαιοτέρων ἐμοῦ…, ἵνα μὴ παραμένη ἐπισήμως ἐκπεφρασμένη ἡ ἄστοχος καὶ βλάσφημος αὕτη…ἐκκλησιολογικὴ τοποθέτησις» τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας. Ἀφοῦ, ὅμως, κανεὶς δὲν μίλησε, «διὰ τοῦτο ἀπεφάσισα νὰ θέσω ἐπισήμως τὸ φλέγον τοῦτο θέμα, ἐν ὄψει μάλιστα τῆς ἐπικειμένης συγκλήσεως τῆς ἐν θέματι Μικτῆς Ἐπιτροπῆς εἰς Βιέννην, ἀφοῦ ἐπισήμως, δημοσίᾳ καὶ «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ὑπεστηρίχθη ὑπὸ τοῦ Σεβ. Μεσσηνίας, ἀλλὰ καὶ ἐπισήμως κατηγγέλθη ὑπὸ Ὀρθοδόξων πιστῶν εἰς τὴν Διαρκῆ Ἱερὰν Σύνοδον καὶ συχνῶς ἀπασχολεῖ τὸν ἐκκλησιαστικὸν τύπον».

Ποία ἦταν ἡ ἀντιδράση τοῦ Μεσσηνίας στὴν Ἐπιστολὴ τοῦ Κυθήρων; Ἀλλοπρόσαλλη. Ὁ Μεσσηνίας (διαβάζουμε στὸ ἐκκλησιαστικὸ ρεπορτὰζ) ἐγκαλεῖ τὸν Κυθήρων στὴν Ἱερὰ Σύνοδο», γιὰ ἐξύβριση, δυσφήμηση καὶ διασυρμό!!!
(http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=2688).
Ὁ Μεσσηνίας δηλ., χωρὶς στὴν οὐσία νὰ ἀπαντᾶ στὴ συγκεκριμένη καταγγελία, καὶ χωρίς νὰ συναισθάνεται τὸ κακὸ ποὺ προκαλεῖ στὴν Ἐκκλησία, ἀντὶ γιὰ ταπείνωση καὶ μετάνοια, μὲ ἀνοίκειο καὶ κοσμικὸ τρόπο («καλύτερη ἄμυνα εἶναι ἡ ἐπίθεση»), στρέφεται κατὰ τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων κ. Σεραφείμ κατηγορώντας τον ὡς ἀθεολόγητο(!!!) καὶ ὑποβάλλοντας μήνυση ἐναντίον του!

Ταυτόχρονα κυκλοφορεῖται ἡ ἑξῆς πληροφορία στὸ διαδίκτυο, χωρὶς νὰ ἔχει διαψευσθεῖ ὡς τώρα ἀπὸ καμιά πλευρά: «Νὰ σημειωθεῖ πὼς ἡ Νομοκανονικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἡ ὁποία ἐξέτασε τὴν καταγγελία τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων θεώρησε ἐπαρκεῖς τὶς διευκρινήσεις ποὺ ἔκανε ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας» (Δὲς amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=2688 μὲ τίτλο: Ὁ Μεσσηνίας ἐγκαλεῖ τὸν Κυθήρων στὴν Ἱερὰ Σύνοδο). Ἀσφαλῶς αὐτὴ ἡ εἴδηση δημιουργεῖ πολλὰ ἐρωτήματα καὶ ἐρωτηματικά. Πότε πρόλαβε ἡ Νομοκανονικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ―ποὺ σὲ ἄλλες περιπτώσεις καθυστερεῖ ἐπὶ μῆνες γιὰ νὰ συνέλθει― νὰ συγκληθεῖ, νὰ ἀποφασίσει ἀστραπιαία γιὰ τὴν ὑπόθεση τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας καὶ νὰ τὸν ἀθωώσει; Ἐκλήθη ὁ Μητροπολίτης Κυθήρων στὴν Νομοκανονικὴ νὰ καταθέσει; Ὡς γνωστὸν ὁ Μεσσηνίας εἶναι μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς• ἐρωτᾶται: συμμετεῖχε, ὡς μέλος της, στὴν ἀπόφαση ἀθωώσεώς του;(!) Μάθαμε ἀπὸ ἔγκυρο πρόσωπο, ὅτι μέλος τῆς Νομοκανονικῆς ποὺ ἐρωτήθη, ἀπάντησε πὼς οὐδέποτε συνεκλήθη ἡ Ἐπιτροπὴ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό; Τότε ποιός διέρευσε τὴν εἴδηση; Ποιός εἶχε συμφέρον νὰ βγεῖ αὐτὴ ἡ χαλκευμένη «πληροφορία» στὸν ἀέρα; Καὶ ἀφοῦ βγῆκε καὶ δὲν εἶναι ἀληθής, ἡ Δ. Ἱ. Σύνοδος ἐπελήφθη τοῦ θέματος; Εἶναι γνωστὸ πὼς καταγγέλθηκε αὐτὴ ἡ περίεργη ἀπόφαση «ἀθωώσεως» τοῦ Μεσσηνίας ἁρμοδίως, ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ Ἱ. Σύνοδος ἐσιώπησε. Αὐτὴ ἡ σιωπή, ὅμως, μᾶς κάνει νὰ σκεφθοῦμε, πὼς ὁ ἐνδιαφερόμενος Μητροπολίτης μὲ τὶς πλᾶτες τὶς Ἱ. Συνόδου διέρευσαν στὸ Amen τὴν ψευδῆ αὐτὴ πληροφορία; Εἶναι κι αὐτὸ δυνατόν;(!)
Συνεχίζουμε τὸ χρονικό. Ταυτόχρονα ὁ Μεσσηνίας, μὲ τὴν ἴδια ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Κυθήρων, ἐμπλέκει καὶ τὸν καθηγητὴ Τσελεγγίδη, καὶ ἰσχυρίζεται ψευδῶς, ὅτι «τὴν ἐπιφύλαξη τοῦ Σεβ. Κυθήρων δὲν τὴν ἔχει ἐκφράσει μέχρι σήμερα οὔτε προφορικά, οὔτε γραπτά ὁ Ἐλλογιμ. Καθηγητὴς κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης».

Τέτοια ὀφθαλμοφανῆ διαστροφὴ τῆς ἀλήθειας, ὡς αὐτὴ τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας καὶ τέτοιο θράσος εἴχαμε νὰ συναντήσουμε στὰ ἐκκλησιαστικὰ χρονικά, ἐδῶ καὶ ἀρκετὲς ἑκατονταετίες! Ὄχι μόνο, ὁ καθηγητὴς Τσελεγγίδης, ἔχει ἐκφράσει ἐπιφυλάξεις κατὰ τῶν θέσεων τοῦ Κειμένου τῆς Ραβέννας, ὑποστηρικτὴς τοῦ ὁποίου παρουσιάζεται ὁ Μεσσηνίας, ὄχι μόνο ἔχει καταγγείλει τὶς ἀπαράδεκτες θεολογικὰ θέσεις του, ἀλλὰ καὶ ὁ Μητροπολίτης Κυθήρων ἔχει πρὸ ὀφθαλμῶν τὴν ἐπιφύλαξη τοῦ κ. Τσελεγγίδη (καταγγέλοντάς τον στὴν Ἱ. Σύνοδο) καὶ στηρίζεται γιὰ ὅσα καταμαρτυρεῖ κατὰ τοῦ Μεσσηνίας στὰ γραπτά κείμενα τοῦ καθηγητῆ τῆς Δογματικῆς κ. Τσελεγγίδη!!!!!! (Πόσα θαυμαστικὰ ἀπορίας νὰ βάλει κανείς, γιὰ νὰ ἐκφράσει τὴν διαστροφὴ ποὺ συναντᾶ σὲ ἐπιστολὴ Ἐπισκόπου; Πρόκειται γιὰ τέτοια «χοντράδα» ποὺ δὲν χωρᾶ τὸ μυαλὸ τοῦ Ὀρθόδοξου).

Ἀλλὰ ἕπεται καὶ συνέχεια. Ἡ γραφίδα τοῦ Μεσσηνίας δὲν μποροῦσε νὰ ἀφήσει ἀπέξω καὶ τὴν Ἕνωσή μας, ἡ ὁποία κατέθεσε τὴν Μηνυτήρια ἀναφορά. Καὶ ναὶ μέν, δὲν ἀπάντησε τόσους μῆνες εὐθέως σ’ αὐτή, δείχνοντας τὴν ἀπαξίωση καὶ περιφρόνηση τοῦ «καλοῦ» ποιμένος στὰ πρόσωπά μας (ἢ τὴν ἀδυναμία νὰ ἀντικρούσει τὰ στοιχεῖα ποὺ παραθέτουμε), βρῆκε -ὅμως- τώρα εὐκαιρία νὰ στάξει πλαγίως τὸ «μέλι» γιὰ τὴν «Φιλορθόξη Ἕνωσι “Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”». Γράφει: «Δυστυχῶς ὁ Σεβ. Κυθήρων μαθαίνει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἀπὸ δεύτερο χέρι, ἀπὸ τὴν αὐτοαποκαλούμενη “Φιλορθόδοξη Ἕνωση Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”, τὴν ὁποίαν κανένα ἐπίσημο ἐκκλησιαστικὸ ὄργανο (συνοδικὸ) δὲ τῆς ἔχει ἀναγνωρίσει τὴν “φιλορθοδοξία” της, παρὰ μόνο τὸ ἄλλο αὐτοχαρακτηριζόμενο προπαγανδιστικό του ὄργανο “Ὀρθόδοξος Τύπος”».

Δὲν θὰ ἀπαντήσουμε διὰ πολλῶν στὸ σημεῖο αὐτό. Νὰ παρατηρήσουμε μόνο, α) ὅτι καὶ κανένα ἐκκλησιαστικὸ ὄργανο δὲν ἀμφισβήτησε τὴν ὀρθοδοξία μας, ἐνῶ ἀντίθετα τὴ δική σας τὴν ἀμφισβητοῦν ἐπίσημα ―ἐκτὸς τῶν ἄλλων― ἕνας Ἐπίσκοπος καὶ ἕνας καθηγητὴς Δογματικῆς, β) ὅτι καλύτερη ἐπίσημη ἀναγνώριση ὅτι ὁ «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» ἐκφράζεται ἀγωνιστικὰ καὶ κατὰ δύναμιν ὀρθόδοξα, δὲν μποροῦσε νὰ ὑπάρξει ἀπὸ τὴν «χολὴ» ἑνὸς Οἰκουμενιστὴ Ἐπισκόπου!

Ὡς τελευταῖο ἐπεισόδιο ―τουλάχιστον γιὰ τὶς μέχρι τώρα ἐξελίξεις― θὰ ἀναφέρουμε α) τὴν ἀπάντηση τοῦ καθηγητῆ Τσελεγγίδη στὰ ὅσα γιὰ τὸ πρόσωπό του καὶ τὶς θέσεις ποὺ ἐξέφρασε καὶ β) τὴν ἀνταπάντηση τοῦ Μεσσηνίας, ἕνα κείμενο ποὺ θὰ μείνει στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία ὡς τὸ ἀποκορύφωμα τῆς στρεψοδικίας-ἀσυναρτησίας.
Καὶ πρῶτα ὡς πρὸς τὴν ἐπιστολὴ τοῦ κ. Τσελεγγίδη:

Ὁ καθηγητὴς Τσελεγγίδης ἀπαντᾶ μὲ τὸν μειλίχιο καὶ εὐγενικὸ τρόπο ποὺ τὸν διακρίνει, ἀλλὰ καὶ μὲ ἐλεγκτικὴ γλῶσσα, ποὺ στὴν περίπτωση αὐτὴ προσιδιάζει. Κατ’ ἀρχάς, εὐθαρσῶς καὶ ὁμολογιακῶς, «ἐλέγχει» διακριτικὰ καὶ μὲ σεβασμὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο, ἡ ὁποία δὲν λειτούργησε στὴν συγκεκριμένη περίπτωση μὲ «ἁγιοπνευματικὰ κριτήρια» καὶ δὲν πῆρε ―ὡς ἡ πρώτη καὶ αὐτοδικαίως ἁρμόδια― θέση στὶς αἱρετικὲς θέσεις τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας, (σ.σ. ὑποχωρῶν ἀντιχριστιανικῶς στὸ «φιλάδελφον»). Γράφει πρὸς τὸν Μεσσηνίας: «Σκέφτηκα τότε, Σεβασμιώτατε, ὅτι τὸ συγκληθὲν σῶμα τῆς Ἱεραρχίας εἶναι τὸ πλέον ἁρμόδιο νὰ κρίνει τὸ ὀρθὸ ἢ τὸ ἐσφαλμένο τῆς ἐκκλησιολογικοῦ χαρακτῆρα διατυπώσεώς σας… μὲ ἁγιοπνευματικὰ κριτήρια» (σ.σ. καὶ δὲν τὸ ἔκανε).
Στὴ συνέχεια, δηλώνει, ὅτι «ὡς δογματολόγος γνωρίζω, ὅτι ἐκπίπτει ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ὁ κάθε πιστὸς –καὶ πολὺ περισσότερο ὁ κληρικὸς– ποὺ συνειδητὰ ἀμφισβητεῖ ἢ ἀπορρίπτει μερικῶς ἢ ὁλικῶς τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας… (σ.σ. ὅπως συμβαίνει μὲ τὸν Μητροπολίτη Μεσσηνίας). Γιατί, ἀσφαλῶς, κανείς δὲν μπορεῖ νὰ καταλύει οὔτε νὰ σχετικοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή κανείς δὲν βρίσκεται ὑπεράνω αὐτῆς». Καὶ παρακάτω: «Κατὰ συνέπεια, ἡ θεώρηση τῆς Ἐκκλησίας ὡς διηρημένης, σήμερα, ἀντίκειται σαφῶς στὴ ρητὴ διατύπωση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πρᾶγμα ποὺ συνεπάγεται, κατὰ τὰ Πρακτικὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καθαίρεση καὶ ἀφορισμό, κατὰ περίπτωση, σ’ ὅποιον ἐμμένει στὴ θεώρηση αὐτή».

Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τοῦ κ. Τσελεγγίδη ἀπάντησε μὲ εἰρωνεία, ὑποτιμητικὲς ἐκφράσεις, θυμὸ καὶ ἕνα ἀκατάσχετο ὑβρεολόγιο «θεολογικῆς» ὑφῆς, συντεταγμένο στὴν «θεολογικὴ» γλῶσσα ποὺ γνωρίζει ὁ Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος(1), γι’ αὐτὸν ποὺ ἀποκαλεῖ σεβαστὸ καὶ ἐλλογιμώτατο: χαρακτηρίζει τὶς ἐξηγήσεις τοῦ κ. Τσελεγγίδης ὡς «δικαιολογίες παιδαριώδεις», τοῦ ἀποδίδει Αὐγουστίνειες ἀντιλήψεις καὶ Νεοπλατωνικὲς ἐπιρροές, «μεθοδολογικὰ λάθη ἀνεπίτρεπτα γιὰ ἕναν ἐπιστήμονα!», γιὰ «θεολογικοὺς ἀκροβατισμοὺς …ποὺ δὲν θὰ ἀνέφερε οὔτε πρωτοετὴς μεταπτυχιακὸς φοιτητὴς τῆς Δογματικῆς», χειρισμὸ καὶ ἑρμηνεία τῶν Ἱ. Κανόνων μὲ «ἐπιπολαιότητα», καὶ τὴν κατηγορία ὅτι «ἀμφισβητεῖ» ὁ κ. Τσελεγγίδης τὴν διδασκαλία καὶ αὐτοῦ τοῦ «Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ»! (Δὲν γνωρίζουμε, ἂν ὁ καθηγητὴς Τσελεγγίδης κρίνει ὅτι πρέπει νὰ δοθεῖ ἀπάντηση σὲ ἕνα τέτοιο ἀνάπηρο θεολογικὰ λόγο ―καθόσον μάλιστα ἀπὸ τὴν μεριά του ὁ Μεσσηνίας κόβει τὶς γέφυρες τοῦ Διαλόγου, διαμηνύων ὅτι δὲν θὰ ἐπανέλθει― νομίζουμε, ὅμως, ὅτι πρέπει νὰ δοθεῖ ἀπάντηση, γιατὶ ἐδῶ πρόκειται, ὄχι γιὰ προσωπικὰ θέματα, ἀλλὰ γιὰ θέματα Πίστεως).

Ὡς πρὸς τὸ ψεῦδος ποὺ εἶχε διατυπώσει στὴν πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο ἐπιστολὴ (μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Μητροπολίτη Κυθήρων) ὅτι τάχα ὁ κ. Τσελεγγίδης δὲν ἐξέφρασε καμία ἐπιφύλαξη γιὰ τὶς αἱρετικὲς θέσεις τοῦ Μεσσηνίας οὔτε προφορικά, οὔτε γραπτά, ὁ κ. Χρυσόστομος ἀναδιπλώνεται καὶ τὸ παίρνει πίσω κατὰ τὸ ἥμισυ. Δηλώνει, δηλαδὴ τώρα, ὅτι μόνο προφορικά δὲν τοῦ ἐξέφρασε τὴν ἐπιφύλαξή του ὁ κ. Τσελεγγίδης (γιὰ τὸ ἂν ἡ Ἐκκλησία εἶναι διηρημένη), γιατὶ γραπτὰ -ὅπως ἀναφέραμε- τὴν εἶχε ἐκφράσει. Γράφει: Στὶς συναντήσεις ποὺ εἴχαμε «οὐδεμία συζήτηση ἢ ὑπόδειξη μοῦ κάνατε ἢ κάποια ἐπιφύλαξη μοῦ ἐκφράσατε γιὰ τὸ σχετικὸ θέμα».

Ἀλλὰ καὶ ἐδῶ, ὅμως, πάλι δὲν ἐκφράζει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Γιατὶ ἦταν παρὼν ὡς ὁμιλητὴς στὴν Ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης τὸ Μάϊο τοῦ 2009, ὅπου ἄκουσε τὴν εἰσήγηση τοῦ κ. Τσελεγγίδη, στὴν ὁποία ἀκριβῶς εἶχε ἐκφράσει τὰ ἀκριβῶς ἀντίθετα ἀπὸ ὅσα αἱρετικὰ ὁ Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος ὑποστήριξε καὶ συνεχίζει ἀμετανοήτως νὰ ὑποστηρίζει!
Καὶ συνεχίζει μὲ εἰρωνεῖες: «Μοῦ γεννᾶται ὅμως μία ἀπορία. Πῶς ἀντέξατε Κύριε Καθηγητὰ ἕναν ὁλόκληρο χρόνο νὰ δοκιμάζεται ἡ θεολογική Σας ἀγωνία, καὶ πῶς ὑπομείνατε τὴ δοκιμασία τῆς ἐκκλησιολογικής Σας αὐτοσυνειδησίας, ὡς πιστὸ καὶ ἐνεργὸ μέλος τοῦ Σώματος τῆς Ὀρθοδόξης Ἐκκλησίας καὶ δὲν ἀντιδράσατε; Εἶμαι σίγουρος, ὅτι καὶ τοῦ χρόνου ἀλλὰ καὶ κάθε χρόνο, λίγο πρὶν τὴ σύγκληση τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς θὰ Σᾶς ὑπομιμνήσκουν οἱ ὁμόφρονές Σας τὴ θεολογική Σας ἀγωνία καὶ τὴ τρωθεῖσα ἐκκλησιολογική Σας αὐτοσυνειδησία, πρὸς ἀφύπνιση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος Σας(!!!)».

Στὴν ἑπόμενη παράγραφο ἢ πάλι ψεύδεται ἢ ἐπιχειρεῖ νὰ ἀποπροσανατολίσει τὴ συζήτηση ἢ τὸ παίζει… (ἂς ἀποφύγω νὰ θέσω τὸ χαρακτηρισμό). Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ δηλώνει ὅτι δὲν εἶναι ὑποχρεωμένος (τουλάχιστον ὡς ἐπιστήμονας) νὰ παρακολουθεῖ τὶς εἰσήγησεις τριῶν καθηγητῶν Πανεπιστημίου ποὺ ἐκεῖ ἔγιναν (καὶ τοῦ καθηγητὴ Δογματικῆς κ. Τσελεγγίδη)! Τότε τι παρακολουθεῖ; Τὸ Ὡροσκόπιο; Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ λέγει: «μόνοι Σας τὰ εἴπατε, μόνοι Σας τὰ ἀκούσατε» γιὰ μιὰ Ἡμερίδα μὲ παρόντα τὸν Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο, τὸν Μητροπολίτη Πειραιῶς καὶ ὅσους ἄλλους Μητροπολίτες ἦσαν παρόντες, τοὺς Ἡγουμένους καὶ μοναχούς, τοὺς δεκάδες συγγραφεῖς, καθηγητὲς τοῦ Πανεπιστημίου, τῆς Μέσης ἐκπαιδεύσεως καὶ θεολόγους, τοὺς πάνω ἀπὸ χίλιους πιστοὺς οἱ ὁποῖοι ἦσαν παρόντες στὴν Ἡμερίδα τοῦ Πειραιῶς. Γράφει ὁ Μεσσηνίας:

«Ἐπιπλέον δὲν ἀποτελοῦν ἄλλοθι γιὰ Σᾶς, τὰ ὅσα δηλώνετε στὴν παραγραφο 1, τῆς ἐπιστολῆς τῆς 7-7-2010 πρὸς τὸν γράφοντα, σχετικὰ μὲ τὴν Εἰσήγησή Σας, σὲ Ἡμερίδα, στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Πειραιῶς (28-4-2010), κατευθυνομένης καὶ ποδηγετούμενης νοοτροπίας, στὴν ὁποίαν δὲν ἐκλήθησαν καὶ «ἄλλες» φωνές, ὥστε νὰ γίνει διάλογος. Δὲν εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ἀσχολοῦμαι καὶ νὰ παρακολουθῶ μὲ ὅ,τι μπορεῖτε νὰ ἐκφράζετε καὶ να δηλώνετε. Στὴν παραπάνω Ἡμερίδα μόνοι Σας τὰ εἴπατε, μόνοι Σας τὰ ἀκούσατε(!!!), σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν Ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης (20-5-2009), ὅπου κληθήκατε, προκειμένου ἐλεύθερα νὰ ἐκφράσετέ τὶς ἀπόψεις Σας καὶ μάλιστα «ἐν πομπῇ». (Μιᾶς καὶ μᾶς θυμήσατε τὴν Οἰκουμενιστικὴ Ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης, γιὰ τὴν ὁποία ὡς φαίνεται σεμνύνεσθε, Σεβασμιώτατε Μεσσηνίας, νὰ σᾶς θυμήσουμε κάτι ἀπὸ τὴν ποιότητά της; Ἐπειδὴ δὲν ἦρθε καὶ στὴν δική σας Ἡμερίδα (ὅπως φαίνεται τὴν θεωρεῖται) ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, βάλατε ἕνα πρωτοπρεσβύτερο νὰ ἀπαγγείλει ἕνα μήνυμα ἐκ μέρους τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, τὸ ὁποῖο …δὲν εἶχε στείλει! Ἀναγκάστηκε μάλιστα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ κάνει δημόσια διάψευση, ὅτι τὸ ἔστειλε!).

Καὶ γιὰ νὰ τελειώσουμε μὲ τὴν ἐπιστολὴ πρὸς τὸν καθηγητὴ Τσελεγγίδη: πρόκειται γιὰ ἕνα πρωτοφανὲς στὰ θεολογικὰ χρονικὰ κείμενο. Μὲ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἐπιχειρεῖ νὰ ἀναιρέσει τὶς θέσεις τοῦ κ. Τσελεγγίδη, χρησιμοποιώντας ὡς ἀντεπιχειρήματα θέσεις τοῦ κ. Τσελεγγίδη(!!!)(2) ὡς ἐὰν νὰ ἦσαν δικές του, καὶ προβάλλοντας ὡς ὀρθὲς θέσεις, τὶς θέσεις τοῦ …κ. Τσελεγγίδη τὶς ὁποῖες ἀναιρεῖ!!!

Γιὰ τὸ αὐστηρῶς θεολογικὸ μέρος τῆς ὑποθέσεως, ἐλπίζουμε πὼς ὁ κ. Τσελεγγίδης θὰ ἀπαντήσει. Μετὰ τὴν ἀπάντησή του καὶ ἀνάλογα μὲ ποιὰ ἀπὸ τὰ σημεῖα τῶν θέσεων τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας θὰ σχολιάσει, θὰ δημοσιεύσουμε κι ἐμεῖς κάποιες πατερικὲς θέσεις γιὰ τὰ ἐκκλησιολογικὰ θέματα ποὺ θίγει ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας.
(Ἄρθρο ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος» Ἰουλίου-Αὐγούστου)

_____________________
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

(1) Δὲς ἐπιλεκτικὰ κριτικὴ στὰ ἱστολόγια α) panayiotistelevantos.blogspot.com/2010/08/blog-post_7099.html: «ΝΑ ΚΑΘΑΙΡΕΘΕΙ ΑΜΕΣΩΣ Ο ΚΑΚΟΔΟΞΟΣ ΚΑΙ ΘΡΑΣΥΤΑΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΑΒΒΑΤΟΣ» (2.8.2010). «Μὲ ἕνα κατάπτυστο καὶ ἀθεολόγητο κείμενο γεμᾶτο ἐμπάθεια καὶ ἀγένεια πρὸς τὸν διαπρεπῆ Καθηγητὴ κ. Τσελεγγίδη ὁ κακόδοξος καὶ προπετὴς Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος (Σαββάτος) προσπαθεῖ μὲ προπηλακισμοὺς καὶ τραμπουκισμοὺς νὰ ἀποφύγει τὴ συζήτηση γιὰ τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία του ὅτι “ἡ Ἐκκλησία εἶναι “διηρημένη”, ὅπως ἀσεβέστατα εἶχε τὴ θρασύτητα νὰ δηλώσει στὴ Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, χωρὶς νὰ τὸν ἀνακαλέσει σὲ τάξη ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος». β) thriskeftika.blogspot.com/2010/08/blog-post_7638.html: «Mὲ τρόπο εἰρωνικό, προσβλητικὸ καὶ ὑποτιμητικὸ ἀποφάσισε νὰ ἀπαντήσει στὴν Ἐπιστολὴ τοῦ καθηγητὴ Τσελεγγίδη ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας».
(2) Γράφει π.χ. ὁ Μεσσηνίας πρὸς τὸν καθηγητὴ Τσελεγγίδη: «Ἡ Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι προϊὸν μιᾶς ἀθροιστικῆς ἕνωσης ἐπιμέρους τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ὅπως ἀφήνετε νὰ ἐννοήσουν οἱ ἀναγνῶστες τῆς Ἐπιστολῆς Σας, ( 7-7-2010 πρὸς τὸν γράφοντα), οὔτε ἡ Καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἄθροισμα ἐπιμέρους ἀριθμητικῶν ἐκκλησιαστικῶν μονάδων». Ἀπορεῖ κανεὶς καὶ ἐξίσταται: πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνας καθηγητὴς Πανεπιστημίου, νὰ μὴ καταλαβαίνει τί διαβάζει! Ὅσο κι ἂν ψάξαμε στὴν Ἐπιστολὴ τοῦ κ. Τσελεγγίδη ἢ στὰ τελευταῖα κείμενά του, πουθενὰ δὲν βρήκαμε νὰ γράφει κάτι τέτοιο. Ἀντίθετα βρήκαμε νὰ διατυπώνει τὸ ἀντίθετο. Γράφει καὶ κατοχυρώνει ἁγιογραφικά: «Οἱ κα¬τά τό¬πους (Ὀρ¬θό¬δο¬ξες) Ἐκ¬κλη¬σί¬ες ἀ¬πο¬τε¬λοῦν φα¬νέ¬ρω¬ση ἐν τό¬πῳ καί χρό¬νῳ τῆς ΜΙΑΣ καί μό¬νης Ἐκ¬κλη¬σί¬ας (βλ. ἐν¬δει¬κτι¬κῶς, Α΄ Κορ. 1,2)». Καὶ στὴν ὁμιλία του στὴν ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ παρόντα τὸν Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο, γράφει: «ἡ Ἐκκλησία θὰ ὑφίσταται ὡς τὸ ἕνα, τὸ πλῆρες καὶ ἀκέραιο Θεανθρώπινο σῶμα ἕως τῆς συντελείας, σύμφωνα μὲ τὴν ἁγιογραφικὴ μαρτυρία. Καὶ φυσικά, θὰ ὑφίσταται μὲ ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς λειτουργίες της, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἔκπτωση μεμονωμένων μελῶν της ἢ καὶ ὁλοκλήρων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ἐξαιτίας σχίσματος ἡ αἱρέσεως… Ἡ οἰκουμενικότητα δεν εἶναι ἁπλῶς γεωγραφικὴ ἔννοια, ἀλλὰ καὶ ποιοτικὴ ἔννοια, ἀκόμη καὶ ἔννοια διαχρονική». Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς παραθέσεις, πῶς τολμάει ὁ Μεσσηνίας καὶ ἀποδίδει σὲ καθηγητὴ Πανεπιστημίου πράγματα ποὺ αὐτὸς δὲν εἶπε καὶ δὲν πιστεύει, καὶ νὰ τοῦ χρεώνει θέσεις ἀντίθετες αὐτῶν ποὺ ἔχει διατυπώσει; Μήπως, τελικά, καταλαβαίνει πολὺ καλὰ ὁ Μεσσηνίας τὶ ἔχει πεῖ ὁ καθηγητὴς τῆς Δογματικῆς, ἀλλὰ σκοπίμως τὸ διαστρέφει, ἐπειδὴ ἡ παρέμβαση Τσελεγγίδη χάλασε τὴν Οἰκουμενιστικὴ σοῦπα τῆς Ραβέννας; Πῶς ὅμως, εἶναι δυνατὸν νὰ διαστρέφει τόσο θρασύτατα τὴν ἀλήθεια ἕνας Ἐπίσκοπος!

«TA ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑ» ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 8th, 2010 | filed Filed under: ΒΙΝΤΕΟ (αποσπασμ.), ΤΑ ΥΠΕΡ & ΤΑ ΚΑΤΑ

H Υγεία του σεβαστού γέροντος επισκόπου, των 104 ετών π. Αυγουστίνου Καντιώτου, του αγωνιστού της Ορθοδοξίας και του Ελληνικού Έθνους φαίνεται ότι βελτιώνεται, από το βαρύ εγκεφαλικό που υπέστη την Τρίτη στις 3-8-2010. Οι προσευχές των πιστών εισακούονται.

«TA ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑ»

ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

(AΠΟΣΠΑΣΜΑ 1ο)

__________________________

_____________________________

Το DVD κυκλοφόρησε το 2007, με την ευλογία του σεβαστού μας Γέροντος π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Aνεβάζουμε ένα απόσπασμα της ταινίας, που έχει σχέση με την υγεία του γέροντος. Ομιλεί ο γιατρός του  κ. Τσιαντήλας, πνευματικό παιδί του π. Αυγουστίνου.

Υπάρχουν φίλοι και πνευματικά παιδιά του αγωνιστού επισκόπου, που τον αγαπούν και προσεύχονται γι’ αυτόν, αλλά υπάρχουν και φοβεροί εχθροί, που το στόμα τους στάζει δηλητήριο. Στο DVD έχουμε αντιπροσώπους και των 2 παρατάξεων.

Ο χρόνος διάρκειας είναι περισσότερο από μία ώρα.

Κάποιος δημοσιογράφος της Κοζάνης, νομίζοντας ότι βρήκε θησαυρό, πήρε από το διαδίκτυο το δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» του 2000, που είναι του Τσιαρκνιά και της Σκοπιανής παρέας του και μη γνωρίζοντας την προέλευσή του το χρησιμοποίησε σε εκπομπή που έγινε σε τηλεοπτικό κανάλι της Κοζάνης, προς τιμή του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου, για τα εκατοντάχρονά του.

Όλες οι κατηγορίες των Σκοπιανών που ακούστηκαν στην εκπομπή, από την παρέμβαση του δημοσιογράφου παίρνουν απάντηση από τον ίδιο τον επίσκοπο π. Αυγουστίνο.

ΦPΑΓMOΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 8th, 2010 | filed Filed under: ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

KYPIΑKH   IΓ  MΑTΘΑIOY
Mατθ. κα 33-42

ΦPΑΓMOΣ

«Ανθρωπός τις ήν οικοδεσπότης όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε»

ομιλ.π.Aυγ.ist.Bρισκόμαστε, αγαπητοί, στην περίοδο του τρύγου. Tα σταφύλια κάτω απ’ τις θερμές ακτίνες του ηλίου έχουν πια ωριμάσει. Oι γεωργοί μας πηγαίνουν στα Αμπέλια και τρυγούν το γλυκό καρπό. O τρυγητός χαρά Θεού, δίκαιη πληρωμή των κόπων που καταβάλει ο γεωργός όλο το χρόνο για την καλλιέργεια. Yπάρχουν δε στην πατρίδα μας περιφέρειες, που κατ’ εξοχήν καλλιεργούν τ’ αμπέλια.
H κάθε ρίζα, το κάθε κλήμα, είναι ένα θαυμαστό έργο, όπως όλα τα έργα της θείας δημιουργίας. Kάθε ρίζα είναι ένα θαύμα. Mερικοί,πού διαβάζουν ότι ο Xριστός έκανε το νερό κρασί, δεν το πιστεύουν, λέγοντας πως είναι αδύνατο. Αλλ’ ω άπιστε άνθρωπε! Tώρα το καλοκαίρι κάνε έναν περίπατο σ’ ένα αμπέλι, κοίταξε με προσοχή ένα κλήμα κατάφορτο από σταφύλια. H ρίζα χωμένη μέσα στο χώμα, σαν μια αντλία, κατά τρόπο μυστηριώδη ρουφάει νερό, το ανεβάζει ψηλά, το διοχετεύει στον κορμό, στα κλαδιά και στα φύλλα, και το νερό αυτό γίνεται κρασί. Σε ρωτώ· Δεν είναι αυτό ένα θαύμα; H επιστήμη μέχρι σήμερα δεν κατώρθωσε να κάνει μια ρίζα αμπελιού. Φτάνει μια ρίζα αμπελιού ν’ αποδείξει ότι υπάρχει Θεός, που η άπειρη σοφία του δημιούργησε τα πάντα.
O Xριστός, ο δημιουργός του αμπελιού, πολλές φορές σαν διδάσκαλος πήρε εικόνες από τ’ αμπέλι, για να κάνει διδασκαλία απλή και παραστατική. Απόδειξης το σημερινό Eυαγγέλιο. Eίναι η ωραία παραβολή του αμπελώνος.

ENΑΣ άνθρωπος έκανε ένα χέρσο τόπο αμπέλι. Πόσο κουράστηκε! Έβαλε φωτιά, έκαψε τ’ αγκάθια, έβγαλε τις πέτρες, έσκαψε βαθειά, όργωσε το έδαφος, φύτεψε ρίζες αμπελιού, έβαλε φράχτη γύρω-γύρω, έκανε πατητήρι και έχτισε πύργο. Έτσι έγινε ένα ωραιότατο αμπέλι.
Tο αμπέλι αυτό το εμπιστεύθηκε στα χέρια γεωργών, έδωσε εντολή να το καλλιεργούν και στον κατάλληλο καιρό να δώσουν τον καρπό. σαν ήρθε ο καιρός να δώσουν τον καρπό, ο ιδιοκτήτης έστειλε υπηρέτες να παραλάβουν τον καρπό. Αλλ’ οι γεωργοί όχι μόνο δεν έδωσαν καρπό, αλλά φέρθηκαν ελεεινά προς τους απεσταλμένους του αφεντικού. Αλλους πετροβόλησαν κι άλλους σκότωσαν. Kι όταν ο ιδιοκτήτης έστειλε και άλλους υπηρέτες, και σ’ αυτούς έδειξαν την ίδια συμπεριφορά. O κύριος του αμπελώνος αποφάσισε τέλος να στείλει το γυιό του με την ελπίδα ότι θα τον σέβονταν. Αλλ’ όταν πλησίασε ο γυιός, οι γεωργοί τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από τ’ αμπέλι και τον σκότωσαν. Tι θα κάνει τους γεωργούς ο κύριος του αμπελιού; Pώτησε ο Xριστός. K’ οι άνθρωποι του απάντησαν, ότι ο κύριος του αμπελιού θα τιμωρήσει τους κακούς γεωργούς. «Kακούς κακώς απολέσει».

Αυτή είναι η παραβολή. Tι κρύβεται πίσω απ’ αυτήν; Kύριος του αμπελώνος είναι ο Θεός. Αμπέλι είναι ο Iουδαϊκός λαός πρώτα κ’ ύστερα ο χριστιανικός λαός. O Θεός φυτεύει τους πιστούς για να φέρουν καρπό πολύ σαν καρποφόρα κλήματα. Γεωργοί, που πρέπει να καλλιεργούν το αμπέλι, είναι οι πατριάρχες, οι προφήτες, οι επίσκοποι, οι ιερείς και όλοι γενικά οι πιστοί, που πρέπει και αυτοί κάτω από την καθοδήγηση των κηρύκων του Eυαγγελίου να εργάζονται για την καλλιέργεια των ψυχών. Kάθε δε ψυχή είναι ένα είδος αμπελιού. Αλλ’ όπως απ’ το αμπέλι της παραβολής ο Kύριος δεν πήρε ούτε τσαμπί σταφύλι, έτσι και από το λαό που αγάπησε ο Θεός δεν παίρνει πολλές φορές πνευματικό καρπό.

Tι συμφορά! Ένα αμπέλι με χίλιες ρίζες και να μη μπορεί να γεμίσει κανείς ούτε ένα καλάθι σταφύλια! Θλιβερό το θέαμα αυτό; Ασύγκριτα πιο θλιβερό το θέαμα μιας ενορίας, μιας επισκοπής, ενός λαού και έθνους ολοκλήρου, που δεν έχει να παρουσιάσει καρπούς πνευματικής ζωής. Λες κ’ έπεσε περονόσπορος του διαβόλου και ξήρανε όλα τα κλήματα.

ΑΛΛΑ η παραβολή λέει για τον Kύριο, ότι «εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτών ληνόν και ωκοδόμησε πύργον». Αν πρέπει και τα τρία αυτά, φραγμό, πατητήρι και πύργο, να τα ερμηνεύσουμε, τίθεται το ερώτημα· Ποιος είναι ο φραγμός, ποιό το πατητήρι και ποιος ο πύργος; Kαι τα τρία έχουν τη σημασία τους. Eδώ μόνον θα δούμε τι σημαίνει ο φραγμός.
Φραγμός, όπως όλοι ξέρουμε, είναι ο φράχτης, που βάζει γύρω από το κτήμα του ο γεωργός, για να το ξεχωρίζει από τα άλλα κτήματα και για να το φυλάξει από κλέφτες και θηρία. Ένα αμπέλι ξέφραγο είναι εκτεθειμένο κι ο καθένας μπορεί να το καταπατήσει. O καλός γεωργός, που πονάει το αμπέλι, αν αντιληφθεί ότι κάπου ο φράχτης έπεσε, φροντίζει αμέσως να τον διορθώσει. O φραγμός είναι απαραίτητος για την ασφάλεια του κτήματος.
Oπως ο φράχτης είναι αναγκαίος για το κτήμα, έτσι για το λαό του Θεού, τον πνευματικό αμπελώνα, αναγκαίος είναι ο νόμος του Θεού. O νόμος του Θεού, όπως εκφράζεται στην αγία Γραφή, είναι ο φραγμός, σύμφωνα με την ερμηνεία των πατέρων και διδασκάλων της Eκκλησίας.
Φραγμός ο νόμος του Θεού, περιορισμός. «Oυ φονεύσεις», «Oυ μοιχεύσεις», «Oυ κλέψεις», αυτά τα όχι δεν ελέχθησαν για να καταργήσουν την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά για να καθοδηγήσουν και να προφυλάξουν τον άνθρωπο από το κακό. Xωρίς τα «όχι» αυτά, χωρίς το φράχτη αυτό, η ανθρωπίνη ζωή θα έμοιαζε με αμπέλι ξέφραγο, που κάθε αγριογούρουνο θα μπορούσε να το καταφάει και να το καταστρέψει.
Αναγκαίος, αλλά και ωφέλιμος και ευεργετικός ο φραγμός, ο νόμος του Θεού. Kαι ευτυχισμένες θα ήταν οι κοινωνίες, αν τηρούσαν τις εντολές του Θεού.
Δυστυχώς ο άνθρωπος του αιώνα μας, που υπερηφανεύτηκε για τα επιστημονικά του κατορθώματα, στρέφεται εναντίον του Θεού, εναντίον των εντολών του Θεού, και φωνάζει· «Kάτω οι φραγμοί! Kάτω οι περιορισμοί! Kάτω οι απαγορεύσεις του Eυαγγελίου! Kάτω ο Θεός!…». O άνθρωπος του αιώνα μας νομίζει, ότι θα είναι ελεύθερος, άν καταστρέψει τους ηθικούς φραγμούς και κινείται ασύδοτος προς κάθε κατεύθυνση.
Ξέρετε πως μοιάζει ο άνθρωπος αυτός; Mοιάζει με ξέφραγο αμπέλι. Mοιάζει ακόμα με άλογο, που πάνω στη μανία του σπάει το χαλινάρι και ακάθεκτο πέφτει στο γκρεμό. Αχαλίνωτα άλογα ονόμασε ο άγιος Kοσμάς τους ανθρώπους, και μάλιστα τους νέους, που θέλουν να ζήσουν χωρίς ηθικούς φραγμούς… Mοιάζει πάλι ο άνθρωπος χωρίς ηθικούς φραγμούς με κάποιον που αδιαφορεί για το κόκκινο φανάρι και περνάει απέναντι και σκοτώνεται απ’ τα αυτοκίνητα που τρέχουν ιλιγγιωδώς.

O ΑNΘPΩΠOΣ ευχάριστα δέχεται τους περιορισμούς στο δρόμο του, όπως είναι τα κόκκινα φανάρια. Δυσανασχετεί όμως με τους περιορισμούς της αγάπης του Θεού. Θ’ έπρεπε να ευγνωμονεί τον ουράνιο Πατέρα, που με τα «όχι» και τα «μη» θέτει σωτήριο φραγμό.

Άνθρωπε! Mη ξεγελιέσαι. Mη γίνεσαι αμπέλι ξέφραγο. Mη γίνεσαι άλογο αχαλίνωτο.

(Απόσπασμα του βιβλίου «ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΥΔΩΡ ΤΟ ΖΩΝ», του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Ν. Καντιώτου, εκδοση Γ΄, σελ. 218).

ΔΙΔΑΧΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ (ΔΙΔΑΧΗ Α΄)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 8th, 2010 | filed Filed under: AΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ

ΔΙΔΑΧΑΙ ΤΟΥ AΓIOΥ KOΣMA ΤOΥ AITΩΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

AG.-KOSMAS1

ΔΙΔΑΧΗ Α΄

Η ενανθρωπησις του Θειου Λογου

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και Θεός, αδελφοί μου, ο γλυκύτατος αυθέντης και Δεσπότης, ο ποιητής των Αγγέλων και πάσης νοητής και αισθητής κτίσεως παρακινούμενος ο Κύριος από την πολλήν του αγαθότητα όπου έχει εις το γένος μας, σιμά εις άπειρα χαρίσματα οπού μας εχάρισε και μας χαρίζει καθ’ εκάστην ημέραν και ώραν και στιγμήν, εκαταδέχθη και έγινε και τέλειος άνθρωπος εκ Πνεύματος Αγίου και από τα καθαρώτατα αίματα της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, δια να μας κάμη να έβγωμεν από τας χείρας του διαβόλου, και να μας κάμη υιούς και κληρονόμους της βασιλείας του, να χαίρωμεν πάντοτε εις τον παράδεισον μαζί με τους Αγγέλους και να μη καιώμεθα εις την κόλασιν με τους ασεβείς και τους διαβόλους.

Το έργον των Αποστόλων

Καθώς ένας άρχοντας έχει αμπέλια και χωράφια και βάνει εργάτας, ούτω και ο Κύριος ωσάν ένα αμπέλι έχει όλον τον κόσμον, και επήρε δώδεκα Αποστόλους και τους έδωκε την χάρην του και την ευλογίαν του, και τους έστειλεν εις όλον τον κόσμον να διδάξουν τους ανθρώπους πώς να ζήσουν και εδώ καλά, ειρηνικά, ηγαπημένα, και με ταύτα να πηγαίνουν εις τον Παράδεισον, να χαίρωνται πάντοτε, να μετανοούν, να πιστεύουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να έχουν την αγάπην εις τον Θεόν και εις αδελφόν των.
Και εις οποίαν χώραν πηγαίνουν οι Απόστολοι και τους δέχονται οι άνθρωποι, τους παρήγγειλεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνη, εις οποίαν χώραν πάλιν πηγαίνουν οι Απόστολοι και δεν τους δέχονται, τους παρήγγειλεν ο Κύριος να τινάζουν και τα τσαρούχια των και να φεύγουν. Έτσι οι άγιοι Απόστολοι λαμβάνοντες την χάριν του Αγίου Πνεύματος, ως φρόνιμοι και πιστοί δούλοι του Χριστού μας, έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον. Με εκείνην την χάριν ιάτρευον τυφλούς και κωφούς και λεπρούς και διαμονισμένους, και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζον τους νεκρούς και ανεσταίνοντο. Και εις όποιαν χώραν επήγαιναν οι άγιοι Απόστολοι και τους εδέχοντο οι άνθρωποι, τους έκαμνον χριστιανούς, εχειροτόνουν αρχιερείς και ιερείς, συνέστειναν Εκκλησίας, και ευλογούσαν την χώραν εκείνην, και εγίνετο ένας επίγειος παράδεισος, χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας.
Εις όποια χώραν πάλιν επήγαινον και δεν τους εδέχοντο οι άνθρωποι, τος παρήγγειλε να τινάζουν τα υποδήματά των, και έμενεν εις εκείνη την χώραν κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.

Η δική του καταγωγή και αποστολή

Πρέπον και εύλογον είναι ένας διδάσκαλος, όταν θέλη να διδάξη, να εξετάζη πρώτον τι ακροατάς έχη, ομοίως και οι ακροαταί να εξετάζουν τι διδάσκαλος είναι. Και εγώ, αδελφοί μου, που ηξιώθην και εστάθηκα εις αυτόν τον άγιον τόπον τον αποστολικόν δια την ευσπλαχνίαν του Χριστού μας, εξέτασα πρώτον δια λόγου σας και έμαθα πως με την χάριν του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού δεν είσθε Έλληνες (ειδωλολάτραι), δεν είσθε ασεβείς, αιρετικοί, άθεοι, αλλ’ είσθε βαπτισμένοι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και είσθε τέκνα και θυγατέρες του Χριστού μας. Και όχι μόνον δεν είμαι άξιος να διδάξω, αλλά μήτε τα ποδάρια σας να φιλήσω. Διότι ο καθένας από λόγου σας είναι τιμιώτερος από όλον τον κόσμον. Πρέπει δε να ηξεύρετε και η ευγενειά σας δια λόγου μου, το ηξεύρω πως άλλοι σας λέγουν άλλα, όμως ανίσως και θέλετε να μάθετε την πάσαν αλήθειαν, εγώ σας τη λέγω. Η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήινος και μάταια, είνε από του αγίου Άρτης και από την επαρχίαν Απόκουρο. Ο πατήρ μου, η μήτηρ μου, το γένος μου, ευσεβείς ορθόδοξοι χριστιανοί. Είμαι λοιπόν και εγώ, αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος από όλους, είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού του εσταυρωμένου και Θεού. Όχι πως είμαι άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλ’ ο Χριστός μου με καταδέχεται δια την ευσπλαχνίαν του. Τον Χριστόν μας λοιπόν, αδελφοί μου, πιστεύω, δοξάζω και προσκυνώ. Τον Χριστόν μας παρακαλώ να με καθαρίση από κάθε αμαρτίαν ψυχικήν και σωματικήν. Τον Χριστόν παρακαλώ να με δυναμώση να νικήσω του τρεις εχθρούς: τον κόσμον, την σάρκα και τον διάβολον. Τον Χριστόν μας παρακαλώ να με αξιώση να χύσω και εγώ το αίμα μου δια την αγάπην του, καθώς το έχυσε Εκείνος δια την αγάπην μου. Ανίσως, αδελφοί μου, και ήτο δυνατόν να ανέβω εις τον ουρανόν, να φωνάξω μιαν φωνήν μεγάλην, να κηρύξω εις όλον τον κόσμον, πως μόνος ο Χριστός μας είναι Υιός και Λόγος του Θεού, και Θεός αληθινός και ζωή των πάντων, ήθελα να κάμω, μα επειδή και δεν δύναμαι να πράξω εκείνο το μέγα, κάμνω τούτο το μικρόν, και περιπατώ από τόπον εις τόπον, και διδάσκω τους αδελφούς μου το κατά δύναμιν, όχι ως διδάσκαλος, αλλ’ ως αδελφός διδάσκαλος μόνος ο Χριστός μας είναι.

Κλήσις δια το κήρυγμα

Πόθεν παρεκινήθην, αδελφοί μου, θέλω να σας φανερώσω την αιτίαν. Αναχωρών από την πατρίδα μου προ πενήντα ετών, επεριπάτησα τόπους πολλούς, κάστρα, χώρας και χωρία, και μάλιστα εις την Κωνσταντινούπολιν, και περισσότερον εκάθησα εις το Άγιον Όρος, δεκαεπτά χρόνους, και έκλαιον δια τας αμαρτίας μου. Σιμά εις τα άπειρα χαρίσματα οπού μου εχάρισεν ο Κύριος μου, με ηξίωσε και έμαθα ολίγα γράμματα Ελληνικά, έγινα και καλόγηρος.
Μελετώντας το άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον εύρον μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωή αιώνιος. Σιμά εις τα άλλα εύρον και τούτον τον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας, πως δεν πρέπει κανένας χριστιανός, άνδρας ή γυναίκα, να φροντίζει δια τον εαυτόν του μόνον πώς να σωθεί, αλλά να φροντίζει και δια τους αδελφούς του να μη κολασθούν. Ακούοντας και εγώ, αδελφοί μου, τούτον τον γλυκύτατον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας, να φροντίζωμεν και δια τους αδελφούς μας, μ’ έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα εις την καρδίαν τόσους χρόνους, ωσάν το σκουλήκι οπού τρώγει το ξύλον, τι να κάμω και εγώ στοχαζόμενος εις την αμάθειάν μου. Εσυμβουλεύθηκα τους πνευματικούς μου πατέρας, αρχιερείς, πατριάρχας, τους εφανέρωσα τον λογισμόν μου, ανίσως και είναι θεάρεστον τέτοιον έργον να το μεταχειρισθώ, και όλοι με παρεκίνησαν να το κάμω, και μου είπον πως τέτοιον έργον καλόν και άγιον είναι. Μάλιστα παρακινούμενος από τον Παναγιώτατον κύριον Σωφρόνιον, Πατριάρχην – να έχωμεν την ευχήν του – και λαμβάνοντας τας αγίας του ευχάς, άφησα την ιδικήν μου προκοπήν, το ιδικόν μου καλόν, και εβγήκα να περιπατώ από τόπον εις τόπον και διδάσκω τους αδελφούς μου.

Κήρυξ αφιλάργυρος

Κάμνοντας αρχήν να διδάσκω μου ήλθεν ένας λογισμός εδώ οπού περιπατώ να ζητώ άσπρα διότι ήμην φιλάργυρος και αγαπούσα τα γρόσια, ναι, μα και τα φλωρία περισσότερον, όχι ωσάν την ευγενίαν σας που τα περιφρονείτε, ή δεν τα καταφρονείτε; Μελετώντας πάλιν το άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον, εύρον και άλλον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας πως χάρισμα σου έδωσα και εγώ την χάριν μου, χάρισμα να την δώσεις και συ εις τους αδελφούς σου, χάρισμα να διδάσκης, χάρισμα να συμβουλεύεις, χάρισμα να εξομολογείς, και ανίσως και ζητήσεις να πάρεις τίποτε πληρωμήν δια την διδαχήν, ή πολλά ή ολίγα, ή ένα άσπρο, εγώ σε θανατώνω και σε βάνω εις την κόλασιν.
Ακούοντας και εγώ, αδελφοί μου, αυτόν τον γλυκύτατον λόγον οπού λέγει ο Χριστός μας, χάρισμα να δουλεύωμεν και τους αδελφούς μας, εις την αρχήν μου εφάνη βαρύς ο λόγος, ύστερον όμως μου εφάνη γλυκύτερος ώσπερ μέλι και κηρίον, και εδόξασα και δοξάζω χιλιάδες φορές τον χριστόν μου οπού μ’ εφύλαξε από τούτο το πάθος της φιλαργυρίας, και με την χάριν του Κυρίου μας Ιησού Χριστού του εσταυρωμένου και Θεού δεν έχω μήτε σακκούλα, μήτε σπίτι, μήτε κασσέλλα, μήτε άλλο ράσο από αυτό οπού φορώ, αλλά ακόμη παρακαλώ τον Κύριόν μου μέχρι τέλους της ζωής μου να με αξιώσει να μην αποκτήσω σακκούλα, διότι ωσάν κάμω αρχήν να παίρνω άσπρα, ευθύς έχασα τους αδελφούς μου, και δεν ημπορώ και τα δύο, ή τον Θεόν ή τον διάβολον.

Η Αγια Τριας

το γλυκύ της Ορθοδοξίας κήρυγμα

Πρέπον και εύλογον είνε, χριστιανοί μου, καθώς μανθάνομεν από το άγιον Ευαγγέλιον και από τας θείας Γραφάς, ν’ αρχίζωμεν την διδασκαλίαν μας από τον Θεόν, και όταν τελειώσωμεν, να ευχαριστήσωμεν τον Θεόν όχι πως είμαι άξιος ν’ αναφέρω το όνομα του Θεού μου, αλλά ο Θεός καταδέχεται δια την ευσπλαχνίαν του.
Αφήνομεν λοιπόν, αδελφοί μου, τας φλυαρίας των ασεβών, των αιρετικών, των αθέων, και λέγομεν μόνον όσα το Πνεύμα το Άγιον εφώτισε τους αγίους Προφήτας, Αποστόλους και Πατέρας της Εκκλησίας μας και μας έγραψαν, και πάλιν όχι όλα να τα ειπούμεν, διότι δεν είνε δυνατόν, θέλομεν χρόνους και καιρούς, αλλά μερικά απού φαίνονται αναγκαιότερα. Και όστις είνε φιλομαθής, ας ζητήση να μάθη και τα επίλοιπα. Ο πανάγαθος λοιπόν αδελφοί μου, και πολυέλεος Θεός είνε ένας, και όποιος λέγει ότι είνε πολλοί θεοί, είνε διάβολος. Είνε δε και Τριάς, Πτήρ, Ιυός και Άγιο Πνεύμα, μια φύσις, μια δόξα, μια βασιλεία, ένας Θεός. Είνε δε ακατάληπτος, Κύριος ανερμήνευτος, παντοδύναμος, όλος φως όλος χαρά, όλος ευσπλαχνία, όλος αγάπη. Δεν έχομεν κανένα παράδειγμα αν παρομοιάσωμεν την Αγίαν τριάδα, επειδή και δεν ευρήσκεται άλλο εις τον κόσμον. ,α δια να λάβη παραμικρήν βοήθειαν ο νους μας, φέρνουν μερικά παραδείγματα οι θεολόγοι της Εκκλησίας. Σιμά εις τα άλλα μας φέρνουν και τον ήλιον. Ο ήλιος ηξεύρομεν όλοι πως είνε ένας, ένας είνε και ο θεός, και καθώς ο ήλιος φωτίζει τούτον τον κόσμον τον αισθητόν, ούτω και η Αγία τριάς, ο Θεός φωτίζει τον νοητόν. Είπομεν, αδελφοί μου, πως ο ήλιος είνε ένας, μα είνε και τρία μαζί, έχει ακτίνας, όπου έρχονται εις τα όματά μας σαν γραμμαί, ωσάν κλωσταί, έχει και φως, όπου εξαπλώνεται εις όλον τον κόσμον. Με τον ήλιον ομοιάζουμε τον άναρχον Πατέρα, με τις ακτίνες τον συνάναρχον Υιόν, και με το φως το ομοούσιον Πνεύμα. Είναι και άλλος τρόπος να καταλάβετε την Παναγίαν Τριάδα. Πώς; Να εξομολογηθήτε καθαρά, να μεταλάβετε τα Άχραντα Μυστήρια με φόβον και με ευλάβειαν, και τότε θα σας φωτίση ι χάρις του του Παναγίου Πνεύματος να καταλάβετε καλύτερα.
Αυτήν την Παναγίαν Τριάδα ημείς οι ευσεβείς και ορθόδοξοι χριστιανοί δοξάζομεν και προσκυνούμεν, αυτός είνε ο αληθινός Θεός, και έξω από την Αγίαν Τριάδα όσοι λέγονται θεοί είνε δαίμονες. Και όχι μόνον ημείς πιστεύομεν, δοξάζομεν, προσκυνούμεν την Αγία Τριάδα, αλλά ωσάν τα άστρα του ουρανού, και ωσάν την άμμον της θαλάσσης, Προφήται, Απόστολοι, Μάρτυρες, Ασκηταί έχυσαν το αίμα των δια την αγάπην της Αγίας Τριάδος και ηγόρασαν τον παράδεισον και χαίρονται πάντοτε.

Η πανταχού παρουσία του Θεού

Δεν ευρίσκεται τόπος οπού να λείπη ο Θεός. Πρέπει και ημείς οι ευσεβείς χριστιανοί, όταν θέλωμεν να κάμωμεν καμμίαν αμαρτίαν, να στοχαζώμεθα ότι ο Θεός είνε μέσα εις την καρδίαν μας, είνε πανταχού παρών και μας βλέπει, να εντρεπόμεθα τους Αγγέλους, τους Αγίους, και μάλιστα τον άγγελον, τον φύλακα της ψυχής μας, οπού μας βλέπει. Από ένα μικρόν παιδίον εντρεπόμεθα, και πώς να μην εντρεπόμεθα από τόσους Αγίους και Αγγέλους;
Αγαπάτε τον Θεόν
Ο πανάγαθος και πολυέλεος Θεός, αδελφοί μου, έχει πολλά και διάφορα ονόματα, λέγεται και φως, και ζωή, και ανάστασις. Όμως το κύριον όνομα του Θεού μας είνε και λέγεται αγάπη. Πρέπει ημείς, ανίσως και θέλωμεν να περάσωμεν και εδώ καλά, να πηγαίνωμεν και εις τον παράδεισον, και να λέγωμεν τον Θεόν μας αγάπην και πατέρα, πρέπει να έχωμεν δύο αγάπας, αγάπην εις τον Θεόν μας, και εις τους αδελφούς μας. Φυσικόν μας είνε να έχωμεν αυτάς τας δύο αγάπας, παρά φύσιν είνε να μην τας έχωμεν. Και καθώς ένα χελιδόνι χρειάζεται δύο πτέρυγας δια να πετά εις τον αέρα, ούτω και ημείς χρειαζόμεθα αυτάς τας δύο πτέρυγας, διότι χωρίς αυτών είνε αδύνατον δια να σωθώμεν. Και πρώτον έχομεν χρέος να αγαπώμεν τον Θεόν μας, διότι μας εχάρισεν τόσην γην κεγάλην εδώ να κατοικώμεν πρόσκερα, τόσες λιλιάδες φυτά, βρύσες, ποταμούς, αέρα, ημέραν, νύκτα, ουρανόν, ήλιον κ.λ.π. όλα αυτά δια ποίον τα έκαμεν, ειμή δι’ ημάς; Τι μας εχρεώστει; Τίποτε. Όλα χάρισμα, μας έκαμεν ευσεβείς ορθοδόξους χριστιανούς, και όχι ασεβείς αιρετικούς, αν και αμαρτάνωμεν χιλιάδες φορές την ώραν, μας ευσπλαχνίζεται ωσάν πατέρας και δεν μας θανατώνει να μας βάλη εις την κόλασην, αλλά περιμένει την μετάνοιάν μας με τας αγκάλας ανοιχτάς, πότε να μετανοήσωμεν, να παύσωμεν από τα κακά, και να κάμωμεν τα καλά, να εξομολογηθώμεν, να διορθωθώμεν, να μας εναγκαλισθή, να μας βάλη εις τον παράδεισον να χαιρώμεθα πάντοτε.
Τώρα λοιπόν τοιούτον γλυκύτατον Θεόν και Δεσπότην δεν πρέπει και ημείς να τον αγαπώμεν, και αν τύχη ανάγκη, να χύσωμεν και το αίμα μας χιλιάδες φορές δια την αγάπην του, καθώς το έχυσε και Εκείνος δια την αγάπην μας; Ένας άνθρωπος σε κράζει εις τον οικόν του και θέλει να σε φιλεύσει ένα ποτήρι κρασί, και πάντοτε εις όλην σου την ζωήν θε να τον εντρέπεσαι και τον τιμάς και τον Θεόν δεν πρέπει να τιμάς και να εντρέπεσαι, όπου σου εχάρισε τόσα καλά και εσταυρώθηκε δια την αγάπην σου; Ποίος πατέρας εσταυρώθηκε δια τα παιδιά του καμμίαν φοράν; Και ο γλυκύτατός μας Ιησούς Χριστός έχυσε το αίμα του και μας εξηγόρασεν από τας χείρας του διαβόλου. Τώρα δεν πρέπει και ημείς να αγαπώμεν τον Χριστόν μας; Ημείς όχι μόνον δεν τον αγαπώμεν, αλλά τον υβρίζομεν καθ’ ημέραν με τας αμαρτίας οπού κάμνομεν. Αμή ποίον θέλετε να αγαπώμεν, αδελφοί μου; Να αγαπώμεν τον διάβολον, οπού μας έβγαλεν από τον παράδεισον και μας έφερεν εις τον κατηραμένον τούτον κόσμον και παθαίνομεν τόσα κακά; Και έχει προαίρεσιν ο διάβολος, αν ηδύνατο αυτήν την ώραν να μας θανατώσει όλους και να μας βάλει εις την κόλασιν, το έκαμνε. Τώρα σας ερωτώ, αδελφοί μου, να μου ειπήτε ποίον πρέπει, να μισούμεν τον διάβολον, τον εχθρόν μας, ή ν’ αγαπώμεν τον Θεόν μας, τον ποιητήν μας, τον πλάστην μας; -Ναι, άγιε του Θεού. –Πολύ καλά το λέγετε, να έχω την ευχήν σας, και εγώ το λέγω, μα και ο Θεός χρειάζεται στρώμα δια να καθήσει, ποίον δε είναι; Η αγάπη. Άς έχωμεν λοιπόν και ημείς την αγάπην εις τον Θεόν και εις τους αδελφούς μας, και τότε έρχεται ο Θεός μας και μας χαροποιεί, και μας φυτεύει εις την καρδίαν μας την ζωήν την αιώνιον, και περνούμεν και εδώ καλά και πηγαίνομεν και εις τον παράδεισον να ευφραινώμεθα πάντοτε.

Αγαπάτε τον πλησίον

ζυγαρια αγ. Κοσμα ιστΗμείς όχι μόνον δεν έχομεν την αγάπην, αλλά έχομεν το μίσος και την έχθραν εις την καρδίαν μας και μισούμεν τους αδελφούς μας, έρχεται ο πονηρός διάβολος και μας πικραίνει και βάνει τον θάνατον εις την ψυχήν μας και περνούμεν και εδώ κακά, και πηγαίνομεν εις την κόλασιν και καιόμεθα πάντοτε.
Φυσικόν μας είναι ν’ αγαπώμεν τους αδελφούς μας, διότι είμεθα μιας φύσεως, έχομεν ένα βάπτισμα, μίαν πίστιν, τα Άχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ένα παράδεισον ελπίζομεν ν’ απολαύσωμεν. Καλότυχος εκείνος ο άνθρωπος οπού αξιώθηκε και έλαβεν εις την καρδίαν του αυτάς τας δύο αγάπας, εις τον Θεόν, και εις τους αδελφούς του. Διότι όποιος έχει τον Θεόν εις την καρδίαν του, έχει πάντα τα αγαθά και αμαρτίαν δεν υποφέρει να κάμει και όστις δεν έχει τον Θεόν εις την καρδίαν, έχει τον διάβολον, και κάμνει πάντα τα κακά και όλας τας αμαρτίας. Χιλίας χιλιάδας καλά να κάμνωμεν, αδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ελεημοσύνας, και το αίμα μας να χύσωμεν δια τον Χριστόν μας, και δεν έχωμεν αυτάς τας δύο αγάπας, αλλά έχωμεν το μίσος και την έχθραν εις τους αδελφούς μας, όλα εκείνα τα καλά οπού εκάμμαμεν είναι του διαβόλου και εις την κόλασιν πηγαίνομεν. Μα καλά, λέγετε, εκεί με εκείνην την ολίγην έχθραν οπού έχομεν εις τους αδελφούς μας, έχοντες τόσα καλά καμωμένα, εις την κόλασιν πηγαίνομεν; Ναι, αδελφοί μου, διότι εκείνη η έχθρα είναι φαρμάκι του διαβόλου και καθώς βάνομεν μέσα εις εκατόν οκάδας αλεύρι ολίγον προζύμι, και έχει τόσην δύναμιν και ανακουφίζει όσον ζυμάρι και αν είναι, έτσι είναι και η έχθρα όλα εκείνα τα καλά οπού εκάμαμεν, τα γυρίζει και τα κάμνει φαρμάκι του διαβόλου.
Εδώ, χριστιανοί μου, πως πηγαίνετε; Έχετε την αγάπην ανάμεσόν σας; Ανίσως και θέλετε να σωθήτε, κανένα άλλο πράγμα να μη ζητήσετε εδώ εις τον κόσμον από την αγάπην. Είναι εδώ κανένας από την ευγενίαν σας οπού να έχει αυτήν την αγάπην εις τους αδελφούς του; Άς σηκωθεί επάνω να μου το ειπή, να τον ευχηθώ και εγώ, να βάλω και όλους τους χριστιανούς να τον συγχωρήσωσι, να λάβει μίαν συγχώρησιν, οπού να έδινεν χιλιάδες φλωρία δεν την εύρισκεν. – Εγώ, άγιε του Θεού, αγαπώ τον Θεόν και τους αδελφούς μου. – Καλά, παιδί μου, έχε την ευχήν. Πως σε λέγουν το όνομά σου; -Κώστα. – Τι τέχνη κάμνεις; -Πρόβατα φυλάγω. – Το τυρί όταν το πωλείς το ζυγιάζεις; – Το ζυγιάζω.
Εσύ παιδί μου, έμαθες να ζυγιάζεις το τυρί, και εγώ να ζυγιάζω την αγάπην. Το ζύγι εντρέπεται τον αυθέντην του; -Όχι. Τώρα να ζυγιάσω και εγώ την αγάπην σου, και αν είναι σωστή και δεν είναι ξύγικη, τότε να σε ευχηθώ και εγώ, να βάλω και όλους τους χριστιανούς να σε συγχωρήσωσι. Πώς να σε καταλάβω, παιδί μου, πως αγαπάς τους αδελφούς σου; Εγώ τώρα εδώ οπού περιπατώ και διδάσκω εις τον κόσμον, λέγω πως τον κύρ-Κώστα τον αγαπώ ωσάν τα μάτια μου, μα εσύ δεν το πιστεύεις, θέλεις να με δοκιμάσεις πρώτον, και τότε να με πιστεύσεις. Εγώ έχω ψωμί να φάγω, εσύ δεν έχεις, ανίσως και σου δώσω κομμάτι και σε, οπού δεν έχεις, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ. Αμή εγώ να φάγω όλο το ψωμί και εσύ να πεινάς, τι φανερώνω; Πως η αγάπη οπού έχω εις σε είναι ψεύτικη. Έχω δύο ποτήρια κρασί να πίω, εσύ δεν έχεις, ανίσως και δώσω και σε απ’ αυτό και πίης, τότε φανερώνω πως σε αγαπώ. Αμή ανίσως και δεν σου δώσω, είναι κάλπικη η αγάπη. Είσαι λυπημένος, απέθανεν η μήτηρ σου, ο πατήρ σου, ανίσως και έλθω να σε παρηγορήσω, τότε είναι αληθινή η αγάπη μου. Αμή ανίσως συ κλαίεις και θρηνείς και εγώ τρώγω, πίνω και χορεύω, ψεύτικη είναι η αγάπη μου. Το αγαπάς εκείνο το φτωχό παιδί; -Το αγαπώ. – Αν το ηγάπας, του έπαιρνες ένα υποκάμισο οπού είναι γυμνό, να παρακαλεί και εκείνο δια την ψυχήν σου. Τότε είναι αληθινή η αγάπη, αμή τώρα είναι ψεύτικη. Δεν είναι έτσι, χριστιανοί μου; Με ψεύτικην αγάπην δεν πηγαίνομεν εις τον παράδεισον. Τώρα σαν θέλεις να κάμεις την αγάπην μάλαμα, πάρε και ένδυσε τα φτωχά παιδιά, και τότε να βάλω να σε συγχωρήσωσι. Το κάμνεις τούτο; – Το κάμνω. – Χριστιανοί μου, ο Κώστας εκατάλαβε, πως η αγάπη που είχεν έως τώρα ήτο ψεύτικη, και θέλει να την κάμη μάλαμα, να ενδύσει τα πτωχά παιδιά. Επειδή και τον επαιδεύσαμεν, σας παρακαλώ να ειπήτε δια τον κύρ-Κώστα τρεις φοράς: Ο Θεός συγχωρήσοι και ελεήσοι αυτόν.

Η θεια δημιουργια

ΤΑ ΔΕΚΑ ΤΑΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

Ο πανάγαθος λοιπόν και πολυέλεος Θεός είναι και λέγεται αγάπη, είναι και λέγεται Τριάς. Παρακινούμενος ο Κύριος από την ευσπλαγχνίαν του έκαμε πρώτον δέκα τάγματα Αγγέλους. Οι Άγγελοι είναι πνεύματα πύρινα, άυλα, καθώς είναι η ψυχή μας. Το κάθε τάγμα είναι ως τα άστρα του ουρανού. Ποίος επαρακίνησε τον Θεόν και τους έκαμεν; Η ευσπλαγχνία του. Πρέπει και ημείς, αδελφοί μου, ανίσως και θέλωμεν να λέγωμεν τον Θεόν μας πατέρα, να είμεθα εύσπλαγχνοι, να κάμνωμεν τους αδελφούς μας να ευφραίνωνται, και τότε να λέγωμεν τον Θεόν πατέρα: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς…». Ει δε και είμεθα άσπλαγχνοι, σκληροκάρδιοι και κάμνομεν τους αδελφούς μας και φαρμακεύονται και βάνομεν τον θάνατον εις την καρδίαν των, δεν πρέπει να λέγωμεν τον Θεόν μας πατέρα, αλλά τον διάβολον, διότι ο διάβολος θέλει να κάμνωμεν τους αδελφούς μας να φαρμακεύωνται, και όχι ο Θεός.
Και έτσι, αδελφοί μου, το πρώτον τάγμα από τους Αγγέλους οπού προείπομεν, έπεσεν εις υπερηφάνειαν και εζήτησε να δοξασθή ίσα με τον Θεόν. Από εκεί οπού ήτο άγγελος φωτεινός και λαμπρότατος, έγινε διάβολος σκοτεινότατος, και πολέμιος των ανθρώπων και έχει να καίεται πάντοτε εις την κόλασιν. Και όταν ακούωμεν διάβολον, αυτός είναι οπού ήτο πρώτος άγγελος, αυτός είναι οπού παρακινεί τους ανθρώπους να υπερηφανεύωνται, να φονεύουν, να κλέπτουν, αυτός είναι οπού εμβαίνει μέσα εις αποθαμένον άνθρωπον και φαίνεται ως ζωντανός και τον λέγομεν βρυκόλακα, αυτός είναι οπού εμβαίνει και μέσα εις ζωντανόν άνθρωπον και παίρνει την εικόνα του Χριστού, της Παναγίας ή τινος Αγίου, τρέχων άνω και κάτω ωσάν δαιμονισμένος και λέγει ότι κάμνει θαύματα, αυτός είναι ο διάβολος οπού εμβαίνει εις τον άνθρωπον και σεληνιάζεται και δαιμονίζεται. Και ας είναι δεδοξασμένος ο Θεός οπού μας εχάρισε τρία άρματα με τα οποία να τον πολεμώμεν. Ανίσως και είναι εδώ τινας από σας και δαιμονίζεται, και θέλει να μάθει τα ιατρικά, εύκολον είναι, εξομολόγησις, νηστεία και προσευχή. Όσον εξομολογείται ο άνθρωπος, νηστεύει και προσεύχεται, τόσον κατακαίεται και φεύγει ο διάβολος.
Ωσάν εξέπεσε το πρώτον τάγμα από την αγγελικήν δόξαν και έγιναν δαίμονες, τα άλλα εννέα τάγματα εταπεινώθησαν και έπεσον και προσεκύνησαν την Παναγίαν Τριάδα και εστάθησαν εις τον τόπον των να χαίρωνται πάντοτε. Πρέπει και ημείς, αδελφοί μου, να στοχαζώμεθα τι κακόν πράγμα είναι η υπερηφάνεια, εκρήμνισε τον διάβολον από την αγγελικήν δόξαν και έχει να καίεται εις την κόλασιν πάντοτε και πως η ταπείνωσις εβάσταξε τους Αγγέλους εις τον ουρανόν να χαίρωνται πάντοτε εις εκείνην την δόξαν της Αγίας Τριάδος. Πρέπει ακόμη να στοχασθώμεν πως ο πανάγαθος Θεός μισεί τον υπερήφανον και αγαπά τον ταπεινόν. Και όχι μόνον ο Θεός, αλλά και ημείς, όταν ιδούμεν τινα ταπεινόν, τον βλέπομεν ως άγγελον, μας φαίνεται ν’ ανοίξωμεν την καρδίαν μας να τον βάλωμεν μέσα και όταν ιδούμεν τινα υπερήφανον, τον βλέπομεν ως τον διάβολον, γυρίζομεν το πρόσωπόν μας εις άλλο μέρος να μη τον βλέπωμεν. Άς φύγωμεν λοιπόν, αδελφοί μου, την υπερηφάνειαν, διότι είναι η πρώτη θυγατέρα του διαβόλου, είναι δρόμος που μας πηγαίνει εις την κόλασιν, και να έχωμεν την ταπείνωσιν, διότι είναι αγγελική, είναι δρόμος οπού μας πηγαίνει εις τον παράδεισον. Εδώ πως πηγαίνετε; Την ταπείνωσιν αγαπάτε ή την υπερηφάνειαν; Όστις αγαπά την ταπείνωσιν, ας σηκωθή επάνω να μου το ειπή, να τον ευχηθώ. – Εγώ, άγιε του Θεού, αγαπώ την ταπείνωσιν. – Έκβαλε τα φορέματά σου, ενδύσου πενιχρά φορέματα, και γύριζε εις την αγοράν. Δεν το κάμνεις; Εντρέπεσαι; Κάμε άλλο. Κόψε το μισό σου μουστάκι και έβγα εις το παζάρι. Μήτε και αυτό το κάμνεις; Δεν το λέγω δι’ εσέ μόνον, αλλά δια να ακούσουν και οι άλλοι, να μη λέγετε ότι είσθε ταπεινοί. Με βλέπετε και εμέ με αυτά τα γένεια; Είναι γεμάτα υπερηφάνειαν, και ο Θεός να την ξερριζώσει από την καρδίαν μας. Ο χριστιανός χρειάζεται δύο πτέρυγας δια να πετάξει να υπάγει εις τον παράδεισον, την ταπείνωσιν και την αγάπην.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ωσάν εξέπεσε το πρώτον τάγμα και έγιναν δαίμονες, τότε επρόσταξεν ο πανάγαθος Θεός και έγινεν ο κόσμος ούτος. Και από τον καιρόν οπού έκαμε τον κόσμον είναι 7288 χρόνοι. Είνε δε ο κόσμος ούτος ως αυγό, και καθώς είνε ο κρόκος εις την μέσην του αυγού, έτσι είνε η γη ποιημένη από τον Θεόν να στέκη χωρίς να εγγίζη εις κανέν άλλο μέρος. Και καθώς είνε το ασπράδι ολόγυρα εις τον κρόκον, έτσι είνε και ο αέρας εις την γην. Και καθώς είνε ο φλοιός ολόγυρα, έτσι είνε και ο ουρανός ολόγυρα από την γην. Ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα είνε κολλημένα εις τον ουρανόν. Η γη είνξε στρογγυλή, και όπου πηγαίνει ο ήλιος, εκεί γίνεται ημέρα, η νύκτα δε είνε ο ίσκιος της γης. Τώρα εδώ έχομεν βράδυ, εις άλλο μέρος είνε αυγή, και καθώς είνε άνθρωποι εδώ εις την γην, έτσι είνε και υποκάτω της γης. Δια τούτο ενομοθέτησαν οι Άγιοι Πατέρες να βάφωμεν τα αυγά κόκκινα την Λαμπράν. Διότι το αυγό σημαίνει τον κόσμον, το δε κόκκινον το αίμα του Χριστού μας, όπου έχυσεν εις τον Σταυρόν και αγίασεν όλονβ τον κόσμον. Πρέπει και ημείς να χαιρώμεθα και να ευφραινώμεθα χιλιάδες φορές, πώς έχυσεν ο Χριστός το αίμα του και μας εξηγόρασεν από τας χείρας του διαβόλου, μα πάλιν να κλαίωμεν και να θρηνώμεν, πώς αι αμαρτίαι μας εσταύρωσαν τον Υιόν του Θεού, τον Χριστόν μας.
Επρόσταξεν ο Θεός και έγιναν επτά ημέραι, και πρώτην έκαμε την Κυριακήν και την εκράτησε δια λόγου του, και τας άλλας εξ τας εχάρισεν εις ημάς να εργαζόμεθα δια τα ψεύτικα ταύτα γήινα, και την Κυριακήν να σχολάζωμεν και να πηγαίνωμεν εις τας εκκλησίας μας να δοξάζωμεν τον Θεόν μας, να ιστάμεθα με ευλάβειαν, ν’ ακούωμεν το άγιον Ευαγγέλιον και τα λοιπά βιβλία της Εκκλησίας μας. Τι μας απαγγέλει ο Χριστός μας να κάμνωμεν; Να στοχαζώμεθα τας αμαρτίας μας, τον θάνατον, την κόλασιν, τον παράδεισον, την ψυχήν μας οπού είνε τιμιωτέρα από όλων τον κόσμον, να τρώγωμεν και να πίνωμεν το αρκετόν μας, ομοίως και τα ρούχα μας τα αρκετά, τον δε επίλοιπον καιρόν να τον εξοδεύωμεν δια την ψυχήν μας, να την κάμνωμεν νύμφην του Χριστού μας και τότε πρέπει να λεγώμεθα άνθρωποι και επίγηοι άγγελοι. Ει δε και ζητούμεν πώς να τρώγωμεν, πώς να πίνωμεν, πώς να αμαρτάνωμεν, πώς να στολίζωμεν τούτο το βρώμικο σώμα, οπού αύριον θα το φάνε τα σκουλίκια, και όχι δια την ψυχήν οπού είνε αθάνατος, τότε δεν πρέπει να λεγώμεθα άνθρωποι, αλλά ζώα. Λοιπόν κάμετε το σώμα δούλον της ψυχής, και τότε να λέγεσθε άνθρωποι.
Την πρώτην ημέραν επρόσταξεν ο Θεός και έγινε το φως. Την δευτέραν ημέραν ο ουρανός, η γη, τα νερά, ο αέρας κ.λ.π. Την τρίτην έγιναν τα χόρτα και τα φυτά. Την τέταρτην ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα. Την πέμπτην η θάλασσα, τα οψάρια και πετεινά. Την παρασκευήν επρόσταξεν την γην και έβγαλε όλα τα ζώα.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Ο άνδρας και η γυναίκα εις τον κόσμον δεν ήσαν. Επήρεν ο Θεός από την γην χώμα και έπλασεν έναν άνδραν ως ημάς, και ενεφύσησε και του εχάρισε ψυχήν αθάνατον. Και καθώς ημείς οι άνθρωποι βάνομεν αλεύρι και νερό και τα ζημώνομεν και κάμνομεν ένα ψωμί, ούτω και ο Θεός. Πρέπει και ημείς να στοχασθώμεν τι είνε το σώμα και τι είνε η ψυχή. Το σώμα είνε χώμα και αύριον θα τα φάγουν τα σκουλήκια, και ανάγκη είνε η ψυχή να χαίρεται πάντοτε εις τον παράδεισον, ανίσως και κάμη καλά ή να κατακαίεται εις την κόλασην, αν κάμη κακά. Τούτο το σώμα οπού βλέπεται, αδελφοί μου, είνε το φόρεμα της ψυχής. Η ψυχή είνε άνθρωπος, η ψυχή είνε οπού βλέπει, ακούει, ομιλεί, περιπετεί, μανθάνει επιστήμας δίδει ζωήν εις το σώμα και δεν το αφήνει να βρωμήση. Και άμα έβγη η ψυχή, τότε βρωμά, σκουληκάζει το σώμα. Το κορμί έχει τα όμματα, μα δεν βλέπει, έχει τα ώτα, μα δεν ακούει, ομοίως και αι λοιπαί αισθήσεις του σώματος. Όλα ενεργούνται δια της ψυχής.

– Τον κλαίεται τον αποθαμένον; – Τον κλαίωμεν. – Ως φαίνεται, σας πονεί δι’ αυτόν. Και πόσας ημέρας τον φυλάγετε; – Δύο – τρείς ώρας. – Τόσην αγάπην έχεται εις τον ταλαίπωρον; Από την σήμερον να μη τον θάπτετε, αλλά να τον φυλάττετε εικοσιτέσσαρες ώρες, και να μαζεύεσθε όλοι, μικροί και μεγάλοι, και να τον στοχάζεσθε καλά, διότι καλύτερος διδάσκαλος δεν είνε άλλος από τον θάνατον. Και να μην τους κλαίετε τους αποθαμένους, διότι βλάπτετε και τον εαυτόν σας και εκείνους. Και αι γυναίκες όσες έχετε λερωμένες μπόλιες να τας ρίψετε.
Όταν έκαμεν ο Θεός τον άνδρα, έλαβεν ο πανάγαθος μιαν πλευράν από αυτόν και έκαμε την γυναίκα, και του την έδωκε δια σύντροφον. Ίσια την έκαμεν ο Θεός την γυναίκα με τον άνδρα, όχι κατωτέρα. Εδώ πώς τας έχετε τας γυναίκας; – Διά κατωτέρας. – Ανίσως, αδελφοί μου, και θέλετε να είσθε καλύτεροι οι άνδρες από τας γυναίκας, πρέπει να κάμνετε και έργα καλύτερα από αυτάς, ει δε και αι γυναίκες κάμνουν καλύτερα και πηγαίνουν εις τον παράδεισον και ημείς εις την κόλασην τι μας ωφελεί; Είμεθα άνδρες και κάμνομεν χειρότερα. Εγώ βλέπω εδώ που περιπατώ και διδάσκω, είπα ένα λόγο δια τας γυναίκας και σκέπτονται να ρίψουν τα περιτά σκουλαρίκια, δακτυλίδια, και με ήκουσαν ευθύς. Βλέπω οπού τρέχουν να εξομολογηθούνε. Είπα και ένα λόγον δια τους άνδρας, φυσικόν είνε του ανδρός όταν πηγαίνει πενήντα χρονών να βγάνη τα γενια, και εγώ βλέπω εδώ και είνε και εξήντα και ογδοήντα χρονών γέροντες, και ακόμη ξυρίζονται. Δεν το εντρέπεσθε να ξυρίζεσθε; Δεν ήξευρεν ο Θεός οπού έδωκε γένεια; Και καθώς είνε άπρεπον μια γυναίκα γερόντισσα να στολίζεται και να βάνη φτιασίδια, ομοίως και ένας γέρων, όταν ξυρίζεται.

θερισμΤο σιτάρι, όταν παίρνη και ασπρίζη, τι θέλει; Θερισμόν. Ομοίως και ο άνθρωπος όταν παίρνη και ασπρίζη, τι φανερώνει; Τον θάνατον. Είνε κανένας εδώ και θέλει να αφήση τα γένεια του; Ας σηκωθή να μου το ειπή, να γίνωμεν αδελφοί, να τον ευχηθώ και εγώ, και να βάλω και όλους τους χριστιανούς να τον συγχωρήσωσι. – Εγώ είμαι, διδάσκαλε. – Καλά, έχε την ευχήν μου. Παρακαλείτε τον Θεόν δι εμένα τον αμαρτωλόν, να παρακαλώ και εγώ δια λόγου σας, όσον καιρόν και εάν ζήσω. Το κάμνετε; – το κάμνωμεν άγιε του Θεού. – Σας παρακαλώ, χριστιανοί μου, να ειπήτε, δι’ όσους αφήνουν τα γένεια τρεις φορές: Ο Θεός συγχωρήσαι και ελεήσαι αυτούς. Ζητήσατε και η ευγενία σας συγχώρησιν, και άμποτε να σας φωτίση ο Θεός, καθώς αφήκατε τα γένεια, να αφήσετε και τας αμαρτίας. Και σεις οι νέοι να τους τιμάτε, και αν τύχη ένας άνθρωπος και είνε τριάντα χρονών οπού άφησε τα γένεια του έτυχε και ένας 50 ή 60 ή 100 και ξυρίζεται, να βάλης εκείνον οπού άφησε τα γένεια παραπάνω να καθήση από εκείνον οπού ξυρίζεται, τόσον εις την εκκλησίαν, όσον και εις το τραπέζι. Δεν σας λέγω πάλιν ότι τα γένεια σε πάνε εις τον παράδεισον, αλλά τα καλά έργα. Και τα φορέματά σου να είνε ταπεινά, και το φαγί σου και το ποτό σου, και όλη σας η συμπεριφορά να είνε χριστιανική, δια να δίδετε καλόν παράδειγμα και εις τους άλλους.
Ο άνδρας, αδελφοί μου, εγέννησε την γυναίκα από την πλευράν του χωρίς γυναίκα, και πάλιν έγινε γερός. Εδανείσθη εκείνη την πλευράν από τον άνδρα και την εχρεωστούσε. Εγεννήθησαν ωσάν τα άστρα του ουρασνού γυναίκες εις τον κόσμον, αλλά δεν εφάνη καμία άξια να γεννήση άνδρα, να πληρώση την πλευράν οπού εχρεωστούσε, παρά η Δέσποινα Θεοτόκος, οπού ηξιώθη δια την καθαρότητά της και εγέννησε τον γλυκύτατον χριστόν εκ Πνεύματος Αγίου, χωρίς άνδρα, παρθένος, και πάλιν έμεινε παρθένος, και επλήρωσεν εκείνην την πλευράν.
Ακούετε, αδελφοί μου, τι χαρμόσυνα μυστήρια έχει η αγία μας Εκκλησία; Μα τα έχει κρυμμένα και θέλουν ξεσκέπασμα. Δια τούτο να μάθετε όλοι σας γράμματα, δια να καταλαμβάνετε πως περιπατείτε. Πρέπει και συ, ώ άνδρα, να μη μεταχειρίζεσαι τη γυναίκα σου ωσάν σκλάβα, διότι πλάσμα του Θεού είνε και εκείνη καθώς και συ. Τόσον εσταυρώθηκεν ο Θεός δι’ εσέ, όσον και δι’ εκείνην. Πατέρα λέγεις εσύ τον Θεόν, πατέρα τον λέγει και εκείνη. Έχετε μιαν πίστιν, ένα βάπτισμα, δεν την έχει ο Θεός κατωτέραν. Δια τούτο την έκαμεν από την μέσην του ανδρός, δια να είνε ο άνδρας ωσάν την κεφαλήν και η γυναίκα το σώμα. Δια τούτο δεν έκαμεν από το κεφάλι, δια να μη καταφρονή τον άνδρα. Ομοίως πάλιν δεν την έκαμεν από τα ποδάρια, δια να μη καταφρονή ο άνδρας την γυναίκα.
Ωνόμασεν ο Θεός τον άνδρα Αδάμ, την δε γυναίκα Εύαν. Έκαμε και έναν παράδεισον εις το μέρος της ανατολής όλο χαρά και όο ευφροσύνη, μήτε πείνα, μείτε δίψα, μήτε αρρωστία, μήτε κανέν λυπηρόν. Τους εστόλισε και με τα επτά χαρίσματα του Παναγίου Πνεύματος. Τους έβαλε μέσα εις τον Παράδεισον να χαίρωνται ως άγγελοι. Λέγει ο Θεός του Αδάμ και της Εύας: Εγώ να οπού σας έκαμα ανθρώπους λαμποτέρους από τον ήλιον. Σας έβαλα μέσα εις τον παράδεισον, να χαίρεσθε από όλα τα αγαθά του παραδείσου. Μα δια να γνωρίζεται πως έχεται Θεόν ποιητήν και πλάστην σας, σας δίδω μιαν παραγγελίαν, μόνον από μιαν συκήν να μη φάγητε σύκα, μα να ηξεύρητε και αυτό, πως ανίσως και παραβήτε την προσταγήν μου και φάγετε, θα αποθάνετε. Και έτσι τους άφησεν ο Θεός μέσα εις τον παράδεισον και εχαίροντο ωσάν άγγελοι. Δια τούτο τους εστόλισεν ο πανάγαθος Θεός με την εντροπήν, και η εντροπη να τους φυλάγει από κάθε αμαρτίαν, μα περισσότερον την γυναίκα. Δια τούτο χριστιανοί μου και θυγατέρες του Χριστού μου, όσον ημπορείτε, να είσθε σκεπασμένες με την εντροπήν, και φαίνεσθε ωσάν μάλαμα.

Η ΠΤΩΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Και έτσι, αδελφοί μου, βλέπων ο μισόκαλος διάβολος την μεγάλην δόξαν οπού έλαβον ο Αδάμ και η Εύα από τον Θεόν, τους εφθόνησε και τι κάμνει; Ηξεύροντας, ως πνεύμα πονηρόν οπού είνε ο διάβολος, πως ευκολώτερα απατάται η γυναίκα από τον άνδρα, εστοχάσθη ότι, άμα απατήση την γυναίκα, έπειτα με το μέσον της γυναικός εύκολα απατά και τον άνδρα. Και εμβαίνει εις ένα όφιν και πηγαίνει εις την Εύαν και της λέγει: Τι σας είπεν ο θεός να κάμνετε εδώ εις τον παράδεισον; Λέγει του η Εύα: Μας είπεν ο Θεός να τρώγωμεν από όλα τα καλά του παραδείσου, μόνον από μιαν συκήν να μη τρώγωμεν σύκα, διότι όποιαν ημέραν παραβούμεν την προσταγήν του, θα αποθάνωμεν. Απεκρίθη ο διάβολος και της λέγει: δεν αποθνήσκετε, αλλά ανίσως και φάγητε, θα γενήτε όμοιοι με τον Θεόν, και δια τούτο σας εμπόδισε. Πάρε λοιπόν, φάγε συ πρώτον, και παρακίνει και τον άνδρα σου να φάγητε, να γενήτε θεοί. Επήρεν η γυναίκα και έφαγεν, επαρακίνησε τον άνδρα της και έφαγε και εκείνος. Και καθώς έφαγον και οι δύο, παρευθύς εγυμνώθησαν από το επτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και απέκτησαν μωρίαν και δειλίαν. Ένας άνθρωπος, αδελφοί μου, οπού φυλάγει τα προστάγματα του Θςού, γίνετε σοφός και δεν φοβείται όλον τον κόσμον, άλλος πάλιν, οπού δε φυλάγει τα προστάγματα του Θεού, γίνετε μωρός, φοβείται και από τον ίσκιον του, ας είνε και βασιλεύς να ορίζη όλον τον κόσμον. Να προσέχετε χριστιανές μου γυναίκες, όσον είνε δυνατόν, να φυλάγετε τας εντολάς του θεού και να μη κάμνετε το θέλημα του διαβόλου, και αν τύχη και σφάλλετε ως άνθρωποι εισα το κακόν, να μη παρακινήτε και τους άνδρας σας καθώς η Εύα. Ομοίως και οι άνδρες να μη ακούετε τας συμβουλάς των γυναικών καθώς και ο Αδάμ.
Θέλων ο θεός να τους συγχωρήση και να τους αφήση εις τον παράδεισον, εκαμώθη πως δεν ηξεύει, και λέγει ο Θεός του Αδάμ: Αδάμ, πού είσαι; Πώς δεν φαίνεσαι, ή που είνε η δόξα οπού είχες πρωτύτερα, οπού ήσο ως άγγελος, και τώρα εκατάντησες και έγινες ωσάν το μωρόν παιδίον; Απεκρίθη ο Αδάμ και λέγει: Εδώ είμαι, Κύριε, μα ήκουσα οπού ήρχεσο και εφοβήθην και εκρύφτηκα. Λέγει του ο Θεός: διατί εφοβήθης και εκρύβης; Μήπως είμαι εγώ ο φόβος; Μήπως έφαγς από τα σύκα οπού σας είπα να μη φάγης; Απεκρίθη ο Αδάμ υπερήφανα: Ναι, Κύριε, έφαγον, αλλά δε πταίω εγώ η γυναίκα οπού μου έδωσες, εκείνη με εγέλασε και έφαγον. Λέγει ο Θεός του Αδάμ: Εγώ σου την έδωσας δια σύντροφον, και όχι να σε γελάση. Εγώ σου είπα να μη φάγης, διότι θα αποθάνης, έπρεπε να φυλάξης τον ιδικόν μου λόγον, και όχι της γυναικός. Μα καλά, έφαγες, ηπατήθης, τι το δύσκολον είνε να ειπής: Έσφαλα, Θεέ μου, ήμαρτον ποιητά μου, να σε συγχωρήσω, να σε αφήσω πάλιν εις τον παράδεισον. Αμή εσύ κατηγορών την γυναίκα, εμένα κατηγορείς, διότι εγώ έκαμα τη γυναίκα. Ακούετε, αδελφοί μου, τι κακόν πράγμα να κατηγορώμεν τον άλλον; Λοιπόν, αν θέλωμεν να σωθώμεν, του λόγου μας πάντοτε να κατηγορώμεν, και όχι να ρίχνωμεν τα σφάλματά μας επάνω εις τον άλλον.
Έπειτα λέγει ο πανάγαθος Θεός εις την Εύαν: διατί έφαγες από τα σύκα, οπού σου είπα να μη φάγης; Απεκρίθη και αυτή υπερήφανα και λέγει; Ναι, Κύριε έφαγον, μα δεν πταίω εγώ, οπ όφις με εγέλασε. Βλέπων ο θεός την υπερηφάνεια αυτών, τους εδίωξεν από τον παράδεισον, και κατηράσθη τον Αδάμ να ηργάζεται την γην, και με τον υδρώτα του προσώπου του να τρώγη τον άρτον του, και να κλαίη απαρηγόρητα δια να τον εσπλαχνιστή ο Θεός, να τον βάλη πάλιν εις τον παράδεισον. Δια τούτο, αδελφοί μομκυ, να χαίρεσθε όσοι βγάνετε το ψωμί σας με τον κόπον σας, διότι εκείνο το ψωμί είνε ευλογημένο, και εάν θέλης δώσε ολίγον, από εκείνο το ψωμί, του πτωχού. Με εκείνο αγοράζεις τον παράδεισον. Ομοίως πάλιν να κλαίετε και να θρηνήτε με μαύρα δάκρυα όσοι ζήτε με αρπαγάς και αδικίας. Θέλει σας θανατώσει ο Θεός και σας βάλει εις την κόλασιν. Εδώ πώς πηγαίνετε χριστιανοί μου; όλοι με τον κόπον σας ζήτε, ή με αδικίας; Αν είσθε χριστιανοί, με τον κόπον σας να ζήτε, εκείνο το ευλογεί ο Θεός, το δε άδικον το καταράται.
Εκατηράσθη και την γυναίκα να είνε υποταγμένη εις τον άνδρα της, και να γεννά τα τέκνα της με κόπους και στεναγμούς και δάκρυα, να κλαίη απαρηγόρητα δια να την ευσπλαχνισθή ο Θεός, να την επαναφέρη εις τον παράδεισον. Και βλέπετε φανερά όταν γεννώσι τα ζώα, δεν έχουν τους πόνους οπού έχει η γυνή. Εκατηράσθη τον Αδάμ και την Εύαν και τιυς εξώρισεν από τον παράδεισον και έζησαν εννεακοσίους τριάντα χρόνους σε μαύρα και πικρά δάκρυα και εγέννησαν τέκνα, και τα τέκνα τους τέκνα, και εγέμισεν ο κόσμος όλος και όλοι οι άνθρωποι είνε από ένα πατέρα και από μια μητέρα, και δια τούτο είμεθα όλοι οι άνθρωποι αδελφοί, μόνον η πίστις μας χωρίζει.

Η ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Απέθανον ο Αδάμ και η Εύα, επήγαν εις την κόλασιν και εκαίοντο πέντε και ήμισυ χιλιάδες χρόνους δια μιαν αμαρτίαν, αμή ημείς οπού κάμνομεν πολλάς, και μάλιστα εγώ, τι έχομεν να πάθωμεν; Ο Θεός είνε εύσπλαχνος, αλλά και δίκαιος. Έχει και ράβδον σιδηράν και καθώς επαίδευε τον Αδάμ και την Εύαν, έτσι παιδεύει και ημάς, αν δεν κάμνωμεν καλά. Παρέβησαν ο Αδάμ και Εύα την προσταγήν του Θεού, και εξωρίσθησαν από τον παράδεισον. Τώρα τι κάμνομεν, χριστιανοί μου, ημείς; Ζητήσατε να μάθετε, ότι εις τους πέντε και ήμισυ χιλιάδες χρόνους όλοι όσοι απέθνησκον επήγαινον εις την κόλασιν. Ευσπλαχνίσθη ο Κύριος το γένος των ανθρώπων και ήλθε και έγινεν άνθρωπος τέλειος εκ Πνεύματος Αγίου, από τα καθαρώτατα αίματα της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, και μας έβγαλεν από τας χείρας του διαβόλου. Ζητήσατε να μάθετε, ότι την Κυριακήν ημέραν έγινε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου Κυριακήν ημέραν εγεννήθη ο Χριστός και μας έδειξε την αγίαν Πίστιν, το άγιον Βάπτισμα, τα Άχραντα Μυστήρια υβρίσθη, εδάρθη, εσταυρώθη κατά το ανθρώπινον ανέστη την τρίτην ημέραν, επήγεν εις την κόλασιν, έβγαλε τον Αδάμ και την Εύαν και το γένος του έγινε χαρά εις τον ουρανόν, εις τον άδην και εις όλον τον κόσμον φαρμάκι και σπαθί δίστομον εις τους Εβραίους και εις τον διάβολον, ανελήφθη εις τους ουρανούς και εκάθησεν εκ δεξιών του Πατρός, να συμβασιελύη αιωνίως, να προσκυνάται και από τους αγγέλους. Ζητήσατε να μάθετε, πως σήμερον, αύριον περιμένομεν το τέλος του κόσμου. Είσθε φρόνιμοι και γνωστικοί καταλάβετε και μόνοι σας το καλόν και κάμνετέ το.

Μεσα προς σωτηριαν του Γενους

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΠΥΡΗΝΕΣ

Τώρα τι σας φαίνετε εύλογον να κάμνωμεν; Έχω δύο λογισμούς. Ο ένας λογισμός μου λέγει: φθάνουν αυτά οπού είπες εις τους χριστιανούς, και σήκω πρωί, πήγαινε και εις άλλο μέρος να διδάξης. Ο άλλος λογισμός μου λέγει: Μη πηγαίνεις κάθισε να τους ειπής και τα επίλοιπα και αύριον φεύγεις. Σεις τι λέγετε, να φύγω ή να καθήσω; – Να καθήσης, άγιε του Θεού. – Καλά, παιδιά μου, να καθήσω, αμή είνε καλά να δουλεύη ένας άνθρωπος το αμπέλι, ή να βόσκη πρόβατα, και να μη φάγη εκ των καρπών του; Τώρα και εγώ εδώ οπού ήλθα και κοπιάζω είνε καλόν να μη μου δώσητε ολίγην παρηγορίαν, πληρωμήν; Και τι πληρωμήν θέλω εγώ; Χρήματα; Και τι να τα κάμω; Εγώ, με την χάριν του Θεού, μήτε σακκούλα έχω, μήτε σπίτι, μήτε άλλο ράσο και το σκαμνί οπού έχω ιδικόν σας είνε, το οποίον εικονίζει τον τάφον μου. ετούτος ο τάφος έχει την εξουσίαν να διδάξη βαλιλείς, πατριάρχας, ιεραρχείς, ιερείς, άνδρας και γυναίκας, νέους και γέροντας και όλον τον κόσμον. Ανίσως και επεριπατούσα δια άσπρα, θα ήμουν τρελός και ανόητος αμή τι είνε η πληρωμή μου; να καθήσετε από πέντε, δέκα, να συνομιλήτε αυτά τα θεία νοήματα, να τα βάλετε μέσα εις την καρδίαν σας, δια να σας προξενήσουν την αιώνιον ζωήν. Δεν είνε, αδελφοί μου, λόγοι ιδικοί μου όσα σας είπον, αλλά του Αγίου Πνεύματος, από την Αγίαν Γραφήν. Αυτά οπού σας είπα το ίδιον είνε ωσάν να κατέβη ο ίδιος ο Θεός να σας ειπή. Τώρα ανίσως και τα κάμνετε και τα βάλλετε εις τον νουν σας, δεν με φαίνετε και εμέ τίποτε ο κόπος. Ει δε και δεν τα κάμνετε, φεύγω λυπημένος, με τα δάκρυα στα μάτια.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

Έχετε σχολείον εδώ εις την χώραν σας να διαβάζουν τα παιδιά; – Δεν έχωμεν, άγιε του Θεού. – Να μαζευθήτε όλοι να κάμνετε ένα σχολείον καλόν, να βάλετε και επιτρόπους να το κυβερνούν, να βάνουν διδάσκαλον να μανθάνουν όλα τα παιδιά γράμματα, πλούσια και πτωχά. Διότι από το σχολείον μανθάνομεν τι είνε ο Θεός, τι είνε η Αγία Τριάς, τι είνε οι Άγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, αρετή, κακία, τι είνε ψυχή, σώμα κ.λ.π. Διότι χωρίς το σχολείον περιπατούμεν εις το σκότος, από το σχολείον ανοίγει το μοναστήριον. Αν δεν ήτο σχολείον, που ήθελα μάθει εγώ να σας διδάσκω;

Περίληψις όλης της διδαχής

ΑΓ. ΚΟΣΜΑΣ ΙΣΤΕγώ εδιάβασα και περί ιερέων, και περί ασεβών, αιρετικών και αθέων τα βάθη της σοφίας ηρεύνησα όλαι αι πίστεις είνε ψεύτικες τούτο εκατάλαβα αληθινόν, ότι μόνη η πίστις των ορθοδόξων χριστιανών είνε καλή και άγια, το να πιστεύωμεν και να βαπτιζώμεθα εις το όνομα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τούτο σας λέγω τώρα εις το τέλος να ευφραίνεσθε οπού είσθε ορθόδοξοι χριστιανοί, και να κλαίετε δια τους ασεβείς και αιρετικούς οπού περιπατούν εις το σκότος. Ημείς, χριστιανοί μου, τι είμεθα, δίκαιοι ή αμαρτωλοί; Ανίσως και είμεθα δίκαιοι, καλότυχοι και τρισμακάριοι ει δε και είμεθα αμαρτωλοί, τώρα είνε καιρός να μετανοήσωμεν, να παύσωμεν από τα κακά, και να κάμνωμεν τα καλά διότι η κόλασις μς καρτερεί. Πότε θα μετανοήσωμεν; Όχι αύριον και μεθαύριον, αλλά σήμερον, διότι έως αύριον δεν ηξεύρωμεν τι θα πάθωμεν. Προσέχετε λοιπόν, αδελφοί μου, να μη υπερυφανεύεσθε, να μη φονεύετε, να μη μοιχεύετε, να μη κάμνετε όρκους, να μη λέγετε ψεύματα, να μη συκοφαντήτε, να μη προδίδετε, να μη στολίζετε το σώμα, διότι θα το φάγουν οι σκώληκες, αλλά να στολίζετε την ψυχήν, οπού είνε τιμιωτέρα από όλον τον κόσμον. Να προσεύχεσθε, να νηστεύετε, να δίδετε ελεημοσύνην, να έχετε τον θάνατον έμπροσθέν σας, πότε να φύγετε από τούτον τον ψεύτικον κόσμον, να υπάγητε εις εκείνον τον αιώνιον. Ακούσατε, αδελφοί μου: Καθώς ένας άρχοντας έχει δέκα δούλους και σφάλλει ένας εξ αυτών, τον διώκοι και βάνει άλλον, ούτω και ο Κύριος, ωσάν εξέπεσε το πρώτον τάγμα των αγγέλων, επρόσταξεν ο Θεός και έγινεν ούτος ο κόσμος, και έκαμεν ημάς τους ανθρώπους, να μας βάλη εις τον τόπον των αγγέλων. Ημείς, χριστιανοί μου, δεν έχωμεν εδώ πατρίδα. Δια τούτο και ο Θεός μας έκαμε με το κεφάλι ορθούς, και μας έβαλε τον νουν εις το επάνω μέρος, δια να στοχαζώμεθα πάντοτε την ουράνιον βασιλείαν, την αληθινήν πατρίδα μας. Όθεν, αδελφοί μου, να σας διδάσκω και συμβουλεύω, πλην τολμώ πάλιν και παρακαλώ τον γλυκύτατον Ιησού Χριστόν να στείλη ουρανόθεν την χάρην Του και την ευλογίαν Του εις αυτήν την χώραν, και όλους τους χριστιανούς άνδρας και γυναίκας, νέους και γέροντας, και τα έργα των χειρών σας. Και πρώτον, αδελφοί μου, άμποτε να σας ευσπλαχνισθή και να συγχωρήση τας αμαρτίας σας και να σας αξιώση να διέλθετε και εδώ καλήν και ειρηνικήν αυτήν την ματαίαν ζωήν, και μετά τον θάνατον εις τον παράδεισον, εις την πατρίδα μας την αληθινήν, να χαιρώμεθα πάντοτε, να δοξάζωμεν και προσκυνώμεν την Αγίαν Τριάδα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Παρακαλώ σας, αδελφοί μου, να ειπήτε και δι’ εμέ τον αμαρτωλόν τρεις φοράς: Συγχωρήσατέ με και ο Θεός συγχωρήσοι σας. Συγχωρηθήτε και μεταξύ σας.

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 7th, 2010 | filed Filed under: ΑΣΘΕΝΕΙΑ-ΚΟΙΜΗΣΗ Γ., ΒΙΟΓΡΑΦ. π. ΑΥΓΟΥΣΤ.

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ των 104 ετών ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ

π. Αυγ. Νοσοκ. 8-8-2010 ιστ

Ο π. Ιερόθεος διαβάζει μιά κόλλα ζωγραφισμένη με τα «περαστικά», που έστειλαν μικρά παιδιά στον Γέροντα

Ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης, ο σεβάσμιος αυτός αγωνιστής ιεράρχης βρίσκεται από την Τρίτη το μεσημέρι με σοβαρό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο στο Νοσοκομείο της Φλώρινας.
Δεν έχει πυρετό. Η καρδιά του όπως είπε ο καρδιολόγος κ. Λυκούργος Νάνης λειτουργεί σαν καινούργιο μηχάνημα. Οι εξετάσεις αίματος κ.τ.λ. είναι όλες καλές.

______________

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΙΣ 1-8-2010

CIMG5402 ιστ. 1-8-2010φωτ. π. Αυγ. 1-8-2010

___________________________________________________________________________________

CIMG5406 ιστ. 1-8-2010CIMG5414 ιστ. 1-8-2010

______________________________________________________________

Την Κυριακή στις 1-8-2010 εκκλησιάστηκε όπως πάντα στην Ιερά Μονή του Αγίου Αυγουστίνου επισκόπου Ιππώνος στην Φλώρινα. Έδωσε την ευχή του, κοινώνησε και μοίρασε αντίδωρο σε όλο το εκκλησίασμα.

___________________________________________

Την Τρίτη το μεσημέρι συνέβη το εγκεφαλικό. Διαπίστωσαν οι πατέρες· ο π. Ιερόθεος και ο π. Λαυρέντιος -πνευματικά παιδιά του Γέροντος που βρίσκονται πάντοτε κοντά του- διαπίστωσαν ότι το αριστερό του χέρι έχει πρόβλημα. Κάλεσαν τον γιατρό και μπήκε επειγόντως στο Νοσοκομείο. Δεν χρειάστηκε καμία μηχανική υποστήριξη. Έχει μόνο ορό και οξυγόνο.

Νοσ.ιστΜαζί τους έκανε προευχή ο Γέροντας το Σάββατο το πρωϊ στο Νοσοκομείο

Το άξιο θαυμασμού είναι ότι την 5η ημέρα μετά το εγκεφαλικό, το Σάββατο δηλαδή το πρωϊ συμμετείχε στην πρωινή προσευχή που έκαναν στο θάλαμό του με τους πατέρας 2 γιατροί και 2 νοσηλευτές που ήρθαν από την Αθήνα για ένα 3ήμερο, να προσφέρουν τις υπηρεσίες στον Γέροντα.
Την ώρα που ο χειρούργος ιατρός Ευγένιος Μπαϊραμίδης έλεγε το «Πάτερ ημών», ο π. Αυγουστίνος έλεγε την συνέχεια. Στο τέλος είπε μόνος του το Αμήν. Την Κυριακή το πρωϊ κοινώνησε στο Νοσοκομείο των αχράντων Μυστηρίων. Στην ερώτηση μας, πως είναι; απάντησε καλά.

Ο Γέροντος αγωνιστής ιεράρχης δεν είναι μόνο υπόδειγμα αληθινού ποιμένος της ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, αλλά είναι και υπόδειγμα μεγάλης υπομονής. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για τίποτε. Σηκώνει με αξιοθαύμαστη υπομονή τον σταυρό των γηρατειών του.

______________________________________

Νοσ. 2ιστ

Συγκινητική είναι η αγάπη των ιατρών του Νοσοκομείου. Συγκινητικότερη η προσέλευση των πιστών…

Πρόσωπα κάθε ηλικίας μπαίνουν συγκινημένα στο θάλαμο, για να πάρουν την ευχή του και να φιλήσουν το χέρι του. Οι περισσότεροι είναι νέοι.

Μια φλωρινιώτισσα ήρθε με το σύζυγό της και κλαίγοντας έλεγε· «Πάτερ η Μακεδονία μας θα μείνει Ελληνική».

Οι φλωρινιώτες νιώθουν τον γέροντα επίσκοπό τους, σαν ομπρέλλα να φυλάει την πόλη.

________________________

ΣΧΟΛΙΑ ΑΠΟ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

_______________________
11 Αυγούστου 2010 3:36 π.μ.
Άγιε Γέροντα μην μας φύγεις, σε έχουμε ανάγκη και μόνο να σε βλέπουμε!

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ

Στέφανος είπε...
O Παντοδύναμος να χαρίσει κι άλλα χρόνια στον ακάματο εργάτη της Ορθοδοξίας π. Αυγουστίνο! Αμήν. Γένοιτο.
11 Αυγούστου 2010 1:04 μ.μ.

lykourgos nanis είπε…

  • Ο μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης Αυγουστίνος δεν υπέστη καρδιακό επεισόδιο όπως λανθασμένα αναφέρει Η ΡΟΜΦΑΙΑ αλλά αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Ταύτα προς αποκατάσταση της αλήθειας. ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΝΑΝΗΣ, ΙΑΤΡΟΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΦΛΩΡΙΝΑΣ
  • 08 Αυγούστου 2010 10:12 μ.μ.

Ανώνυμος είπε…

  • ΘΛΙΒΕΡΟΤΑΤΟ!!!
  • ΧΑΘΗΚΑΜΕ!!!
  • ΟΥΑΙ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ ΜΑΣ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΦΥΓΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ!
  • ΟΛΟΙ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΠΑΣ ΚΑΙ ΣΩΘΕΙ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΣΩΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ!!!
  • 08 Αυγούστου 2010 11:17 μ.μ.

thriskeftika είπε…

  • Eυχαριστούμε πολύ κ. Νάνη. Και άλλοι μας ενημέρωσαν περί του λάθους στο δημοσίευμα της Romfea
    09 Αυγούστου 2010 12:25 π.μ.

  • Ανώνυμος είπε…
    Κύριε Νάνη σας παρακαλούμε πάρα πολυ πεστε μας λίγα λόγια.
    Τί διαφορά έχει το εγκεφαλικό αγγειακό απο το καρδιακό; Ποιό είναι πιο σοβαρό; Τί επιπτώσεις έχει το εγκεφαλικό που υπέστη; Είναι σοβαρό; Κινδυνεύει να μας φύγει απο κοντά μας;
  • Παρατηρητής

Blogger Ο/Η π. Κωνσταντίνος Πετάσης είπε…

  • Δεν καταλαβαίνω γιατί αυτές οι κραυγές «χαθήκαμε»!
  • Ο Γέροντας Μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης είναι ένας άγιος που βρίσκται ακόμα εν ζωή! Όσο ζει, και στην ηλικία που είναι, έχουμε τις προσευχές του, την παρουσία του και μπορούν να πάρουν, όσοι βρεθούν κοντά του, την ευχή του! Αλλά, όπως όλοι, και αυτός θα έρθει η ώρα που θα φύγει από τον κόσμο αυτό! Να απολαύσει τα αποτελέσματα του αγώνα του και να κερδίσει «τον της νίκης στέφανο» που τον περιμένει! Ας σκεφθούμε τον σεισμό που θα γίνει στην κηδεία του!
  • Σίγουρα κάποιοι που τον εχλέβαζαν κάποτε ως «τρελλό», θα τρίβουν τα μάτια τους! Σίγουρα κάποιοι που νομίζουν ότι η Εκκλησία δεν έχει «οπαδούς» σήμερα, θα νομίζουν ότι βλέπουν εφιάλτη! Θα σκεφθούν πιο ώριμα τον πόλεμο που κάνουν κατά της Εκκλησίας!
  • Ας σκεφθούμε ότι θα έχουμε άλλον ένα πρεσβευτή στον ουρανό!
  • Τελικά αύτος ο Αγιος του Θεού, είτε είναι κοντά μας σωματικά, είτε όχι, είναι ευλογία του Θεού για την Ελλάδα μας, για την Εκκλησία μας!
  • Με τη δοκιμασία από το βαθύ γήρας, και τώρα από το εγκεφαλικό, ο Θεός τον δοκιμάζει «ως εν χωνευτήρίω» για να τον αναδείξει «αστέρα πολύφωτο» της Εκκλσίας μας! Ας προσευχηθούμε να αντέξει την δοκιμασία!
  • 09 Αυγούστου 2010 11:18 π.μ.

Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε…

  • ΣΕΒΑΤΕ ΜΟΥ ΠΑΤΕΡ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΕ,
  • ΣΩΣΤΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΛΕΤΕ ΑΛΛΑ ΜΗΝ ΕΙΣΤΕ ΤΟΣΟ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΠΟΥ ΕΚΦΡΑΖΟΥΝ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΜΕ ΑΓΩΝΙΑ. ΜΗΝ ΟΝΟΜΑΖΕΤΕ ΚΡΑΥΓΕΣ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ ΑΓΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ.
  • ΣΚΕΦΘΗΚΑΤΕ ΠΟΤΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΞΙΟΙ ΝΑ ΤΟΝ ΕΧΟΥΜΕ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΠΑΙΡΝΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;
  • ΣΚΕΦΘΗΚΑΤΕ ΠΟΤΕ ΟΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΕΙ Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΩΛΗ ΓΗ;
  • ΣΚΕΦΘΗΚΑΤΕ ΠΟΤΕ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΝΑ ΗΤΑΝ ΤΟ ΟΡΙΟ ΑΝΟΧΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΟΣΟ ΤΟΝ ΔΙΑΤΗΡΟΥΣΕ ΣΤΗΝ ΓΗ, ΝΑ ΜΑΣ ΑΝΕΧΟΤΑΝ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΥΤΟΥ;
  • Ο ΑΝΩΝΥΜΟΣ 08 Αυγούστου 2010 11:17 μ.μ.
  • 09 Αυγούστου 2010 1:07 μ.μ.

____________________________________

METAΦΡΑΣΜΕΝΟ ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ

______________________

Епископ Августинос у болници  у Флорини

О. Јеротеј чита једно писмо које су послала мала деца Старцу

О. Августинос Кандиотис, овај поштовани високопреосвећени јерарх се налази од Уторка поподне са  симптомима озбиљног можданог  удара   у  болници града Флорине. Није имао повишену температуру. Његово срце као што је навео кардиолог г. Ликургос Нанис ради као нова машина. Налази крви и остало  је уредно.

Фотографије од претходне Недеље 1-8-2010

φωτ. π. Α. 1.8.2010 ιστ

У Недељу  1-8-2010 био је присутан као увек у манастиру Светог Августиноса епископа Ипоније у Флорини на литургији. Дао је свој благослов, причестио се и поделио нафору присутним.

___________________________________________

У Уторак поподне је доживео мождани удар. То су установила његова духовна деца о. Јеротеј и о. Лаврентије, који су иначе били увек поред њега- приметили су да нешто није у реду са његовом левом руком. Позвали су лекара и морали су га превести хитно у болницу. Није била потребна никаква механичка подршка осим инфузије и кисеоника.

Заједно са њима се помолио Старац у Суботу ујутро у болници

Достојно дивљења је што је пети дан после можданог удара, у Суботу ујутру дакле учествовао у јутарњој молитви коју су одржали у његовој соби два свештеника, два лекара и две болничарке које су дошле из Атине на три дана да негују Старца. У часу када је лекар Евгеније Бајрамидис изговорио „Оче наш“ , о. Августинос је наставио, а на крају је рекао Амин. У Недељу ујутро се причестио у болници са Пресветим тајнама. На наше питање како је, одговорио је да је добро.

Преосвећени јерарх није само пример правог пастира ПРАВОСЛАВНЕ ЦРКВЕ, већ је и пример великог стрпљења. Никада се није на нешто пожалио. Подиже са стрпљењем достојним дивљења крст своје старости.

Заиста је дирљива љубав лекара у болници. Још је дирљивија посета многих верника…

Људи сваке доби су улазили дирнути у његову собу, да узму његов благослов и да му целивају руку. Било је много младих.

Једна жена је дошла са својим супругом и плачући је рекла: „Оче Македонија ће остати Грчка“.

Грађани Флорине осећају старог епископа као заштитника свога града.

_________________________________

METAΦΡΑΣΜΕΝΟ ΣΤΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ

__________________________

Bătrânul episcop, Părintele Augustin cel de 104 ani, la Spitalul din Florina


FOTO: Părintele Ierotei citeşte o coală desenată cu urarea de “Însănătoşire grabnică!”, pe care i-au trimis-o Bătrânului nişte copii.

Părintele Augustin Kandiotis, acest respectabil şi luptător ierarh, se află de marţi după amiază, în urma un grav accident cerebralo-vascular, la Spitalul din Florina. Nu are febră. Inima sa, aşa cum a spus domnul cardiolog Likurgos Nanis, funcţionează ca o maşină nouă. Analizele sângelui şi celelalte sunt toate bune. 

FOTOGRAFII DIN DUMINICA ANTERIOARĂ, 1.08.2010

1-8-2010 ιστ

________________________

φωτ. 1-8-2010 ιστ

Duminică, 1 august 2010, a venit ca întotdeauna la biserică, în Sfânta Mănăstire a Sfântului Augustin, Episcopul Hipponei, din Florina. A dat binecuvântare, s-a împărtăşit şi a împărţit anaforă la toată biserica.

Miercuri, după amiază, s-a întâmplat accidentul cerebral. Părinţii Ierotei şi Lavrentie – fii duhovniceşti ai Bătrânului care se află mereu alături de el – şi-au dat seama că are o problemă la mâna stângă. Au chemat doctorul şi a fost internat în spital la Urgenţe. Nu a fost nevoie de nici un suport mecanic. I s-a administrat doar ser şi oxigen.

Împreună cu aceştia, Stareţul Episcop şi-a făcut rugăciunea sâmbătă dimineaţă la spital.

Este uimitor faptul că în a cincea zi după atacul cerebral, adică sâmbătă dimineaţă, Stareţul Episcop a participat la rugăciunea de dimineaţă pe care au făcut-o în rezerva sa părinţii, doi medici şi doi asistenţi, care au venit din Atena pentru trei zile, ca să-şi ofere serviciile lor bătrânului episcop.
În timp ce medicul chirurg Evghenios Bairamidis spunea “Tatăl nostru”, părintele Augustin spunea continuarea. La sfârşit, a spus singur “Amin”. Duminică dimineaţă s-a împărtăşit în spital cu Precuratele Taine. La întrebarea noastră “cum se simte?”, a răspuns: “Bine”.

Bătrânul ierarh nevoitor nu este doar un exemplu de adevărat păstor al Bisericii Ortodoxe, ci este şi un exemplu de mare răbdare. Niciodată nu s-a plâns de nimic. Îşi ridică crucea bătrâneţilor cu o răbdare uimitoare.
Mişcătoare este dragostea medicilor din spital. Şi mai mişcătoare este apropierea credincioşilor…
Persoane de toate vârstele intră cu emoţie în rezervă, ca să ia binecuvântare şi să-i sărute mâna. Cei mai mulţi sunt tineri.
O doamnă din Florina a venit cu soţul ei şi plângând zicea: “Părinte, Macedonia noastră va rămâne elină”.
Locuitorii Florinei îl simt pe bătrânul lor episcop, ca pe umbrela care păzeşte oraşul.

Comentarii după sait-uri religioase:

Likurgos Nanis a spus:
Fostul mitropolit de Florina, Augustin, nu a suferit un atac cardiac, aşa cum greşit menţionează Romfea.gr, ci un atac cerebral. Acestea spre restabilirea adevărului. Likurgos Nanis, medic cardiolog al Spitalului General din Florina.
8 august 2010, 10:12

Thriskeftika a spus:
Mulţumim mult, domnule Nanis. Şi alţii ne-au informat despre eroarea publicată pe Romfea.gr
9 august 2010 12:25…

Traducere: Pelerin ortodox; sursa: http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=14442.

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΩΝ ΕΛ.ΤΑ ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 7th, 2010 | filed Filed under: ΤΑ ΥΠΕΡ & ΤΑ ΚΑΤΑ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΩΝ ΕΛ.ΤΑ

ΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΡ. ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΗ


afieroma_elta3Με τίτλο «Ο υπεραιωνόβιος επίσκοπος της Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης», τα ΕΛ.ΤΑ, με πρωτοβουλία του Κων/νου Κωστένη διευθυντού του κεντρικού καταστήματος ΕΛ.ΤΑ Φλωρίνης και του Παύλου Λέκκου πωλητή ΕΛ.ΤΑ Φλωρίνης-Καστοριάς, εξέδωσαν τον Μάρτιο του 2010 –σε 500 αντίτυπα– «Ειδικό Συλλεκτικό Λεύκωμα», διαστάσεων 23,5×30 cm, αφιερωμένο στον Αυγουστίνο Ν. Καντιώτη, πρώην Μητροπολίτη Φλωρίνης, όπως και σειρά γραμματοσήμων των 0,67 € με τη μορφή του σε διαφορετικές φωτογραφίες.

afieroma_elta5Στο Λεύκωμα το οποίο είναι διανθισμένο με ασπρόμαυρες και έγχρωμες φωτογραφίες του π. Αυγουστίνου επιχειρείται «Αδρή σκιαγράφηση της μορφής του υπεραιωνοβίου Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Ν. Καντιώτη» βάσει των όσων γράφτηκαν στο περιοδικό «Χριστιανική Σπίθα» φφ. 647-649/2007. Στο τέλος της σκιαγραφήσεως παρουσιάζονται «Σταθμοί του βίου του Αυγουστίνου» σε δύο σελίδες, κατάλογος των βιβλίων του στα ελληνικά (85), αγγλικά (13), ρουμανικά (1) και αλβανικά (2), κατάλογος μικρών τευχών (16), όπως και βιβλία που γράφτηκαν από άλλους γι’ αυτόν (14), επίσης σε δύο σελίδες.

Από το ειδικό αυτό συλλεκτικό λεύκωμα παραθέτουμε την πρώτη και τελευταία παράγραφο.

afieroma_elta6«ΜΙΑ ΖΩΗ περιπετειώδης δεν διαρκεί συνήθως πολύ· σωματικές κακουχίες και ψυχικές θλίψεις καταβάλλουν και ανθεκτικούς ανθρώπους και επισπεύδουν το τέλος. Αυτό θα περίμενε ανθρωπίνως κανείς και για τον δούλο του Θεού Αυγουστίνο, που είδε το φως του ηλίου στις αρχές εικοστού αιώνος (1907). Δεν πέρασε τη ζωή του εν ανέσει και γαλήνη. Η ιστορική περίοδος που η θεία πρόνοια του ώρισε να ζήση και να εργασθή, η αγωγή της οποίας έτυχε από μικρός, οι οδηγοί τους οποίους ακολούθησε, η φυσιογνωμία που διαμόρφωσε, όλα συνέβαλαν στο ν’ ακολουθήση ένα δύσκολο δρόμο. Έτσι· προερχόμενος από ευκατάστατη οικογένεια, προτίμησε να ζήση φτωχός· προικισμένος με έκτακτα χαρίσματα και αριστούχος στις σπουδές, αρκέστηκε να εργάζεται ως απλοϊκός ιεροκήρυκας εν μέσω του λαού· ενώ η σύνεση υπαγόρευε ν’ ασφαλίζεται, η φωνή της συνειδήσεως του επέβαλλε να ριψοκινδυνεύη· ενώ διέθετε προσόντα και γνωριμίες απεμπόλησε κεντρικές θέσεις και αγαλλόταν να περιφέρη το τίμιο ράσο ανά την ύπαιθρο· ενώ ο οικοδομητικός λόγος του τον έκανε θελκτικό και αποδεκτό σε όλους, εκείνος τόλμησε να χρησιμοποιήση και λόγο ελεγκτικό που πλήθυνε τους εχθρούς του. Κι όταν χωρίς να παρακαλέση και σε προχωρημένη ηλικία εκλήθη να γίνη επίσκοπος, δεν κάθησε στο θρόνο ν’ αναπαυθή, αλλ’ είδε το αξίωμα ως έπαλξι για κραταιότερους αγώνες· εκαλείτο ν’ αποδείξη ότι αυτά που κήρυττε ως ελεύθερος σκοπευτής από τη θέσι του πρεσβυτέρου, μπορεί να τα εφαρμόση και φορτωμένος την ευθύνη του επισκόπου. Είνε λοιπόν θαυμαστό πως από κάτω από τέτοιες συνθήκες έφθασε τα 100 έτη. Αυτό είναι έργο πρώτα της προνοίας και της χάριτος του Θεού, και έπειτα του τρόπου της ζωής του».

«Σήμερα; Ο π. Αυγουστίνος ύστερα από 100 χρόνια ζωής και 70 χρόνια προσφοράς εφησυχάζει.

afieroma_elta7Ίσως σκεφθή κανείς· Δεν λειτουργεί πλέον, δεν κηρύττει, δεν γράφει, δεν ελέγχει, δεν προφητεύει, δεν ομολογεί, δεν επεμβαίνει, δεν αγωνίζεται, δεν … τελείωσε η αποστολή του». Όμως «όσο ο Θεός του δίδει μέρες, κάποιο σκοπό έχει»… Μπορούμε να πούμε ότι όσο επιτρέψη ο Θεός, ο γέρων επίσκοπος θα εξακολουθήση να μαρτυρή και με την σιωπηρή ακόμη παρουσία του εν μέσω ημών. Συνεχίζει να κηρύττη με τα παλαιά και νέα άρθρα και βιβλία του, τα ήδη εκδεδομένα και τα τώρα εκδιδόμενα, με τα σωζόμενα και ακουόμενα του κηρύγματα του. Συνεχίζει να ελέγχη και έτσι αφώνως, με την εμφάνιση της στάσεώς του στα επανερχόμενα προβλήματα, κάθε φορά που τίθεται το ερώτημα ‘Τι θα έκανε άραγε, αν ήταν τώρα στην ενεργό διακονία;…’. Ίσως σε ωρισμένες περιπτώσεις παρεμβαίνει και απροσδοκήτως με τρόπους που οικονομεί ο Θεός».

afieroma_elta8Σήμερα ο π. Αυγουστίνος εισήλθε πλέον στο 104ο έτος της ζωής του… Ευχαριστούμε τα ΕΛ.ΤΑ που με το λεύκωμα τους τον ξανάφεραν μπροστά μας για να μας διδάξει ξανά, να μας τονώσει, να μας υπενθυμίσει με τη ζωή του και το παράδειγμα του το δέον και αρμόζον, σε πλείστα όσα ζητήματα και θέματα.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

MITROPOLITUL AUGUSTIN KANDIOTIS: TRĂDAREA CREDINŢEI ORTODOXE

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 6th, 2010 | filed Filed under: Român (ROYMANIKA)

MITROPOLITUL AUGUSTIN KANDIOTIS: TRĂDAREA CREDINŢEI ORTODOXE (VI)

(ΑΠΌΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ· «ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ»

ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΟ ΣΤΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ)

Pacte defavorabile

Care sunt pactele defavorabile pentru Ortodoxie? (şi reţineţi că tot ceea ce este defavorabil pentru Ortodoxie, este profitabil pentru papa).
1. Este numărul. Nu este important, dar are şi el o importanţă.
Ei se adună şase sute de milioane. Ortodocşii? Să fie sănătos Kemal, al cărui chip îl are atârnat în Patriarhia Ecumenică patriarhul nostru. Să fie sănătos Kemal, care ne-a ucis … două milioane de fraţi ai noştri! Prin foc şi prin sabie a trecut întreaga Ortodoxie.
Apusenii sunt numeroşi şi sunt întinşi în întreaga lume. Noi, ortodocşii, ce am rămas? Două sute de milioane.
Care sunt ortodocşii? Sunt ruşii, sunt românii, sunt bulgarii, sunt sârbii. Sunt Patriarhiile fără putere.
Când auzim Patriarhii, ne imaginăm nişte lucruri uriaşe, dar nu sunt. În ceea ce priveşte numărul de oameni, e mai mic decât cel al Mitropoliei Kitirelor. Atât de puţină lume există. Aud de Patriarhia Ierusalimului; dar mai mult de o mie de elini ortodocşi nu are.
Aceste Patriarhii neputincioase le privim din punctul de vedere al puterii, al credincioşilor şi al teologilor. Şi doar asta?
2. Un alt pact nefavorabil. România, Serbia, Bulgaria şi Rusia sunt sub regimul ateu . Sub sistemul lor social poate că voi subscrie, dar nu voi subscrie niciodată la predicile lor ateiste.
Şi doar ateiste? Şi totalitariste! Atei există şi în Elada. Dar acolo sistemul ateist are ca dogmă a vieţii politice să pună la zid Biserica, marginalizarea. Îi dau Bisericii Ruse atâta libertate cât să pară că trăieşte. Însă gura nu-i este liberă. Şi Biserica Rusă, şi cea Română şi cea Bulgară şi cea Sârbă au botniţă. Ne-am convins de lucrurile acestea. Şi după sfaturile neurmate ale lui Dumnezeu, ca stat ortodox liber a rămas doar Elada.
Aşadar, primul pact nefavorabil este că ei sunt mulţi. Al doilea pact nefavorabil este că există un haos în Ortodoxie, că 90 şi 95 % din ortodocşi sunt sub regimul ateist, care urmăreşte să distrugă întreaga Ortodoxie, şi rămânem doar noi, Elada, cu cele opt milioane de oameni, care constituim un stat ortodox liber.
3. Al treilea fapt defavorabil, care este? Veniţi să deschidem acest sac, care se numeşte statul elin ortodox, ca să vedem ce are înăuntru.
Am spus-o şi altădată, dar glasul meu este „ca glasul celui ce strigă în pustie”. Am vorbit şi v-am spus: Într-o sută de elini, ce se întâmplă, câţi sunt într-adevăr ortodocşi? Cei care se numesc ortodocşi, sunt ortodocşi cu numele, în buletine, dar prin faptele lor, prin comportamentul lor şi prin ideile lor, din nefericire, nu sunt ortodocşi. O parte din poporul nostru se află în neştiinţă. Nu ştie în ce crede. Nu ştie ce este această Ortodoxie.
Nu numai că nu ştie ce este această Ortodoxie în integralitatea ei, dar nu ştie nici în ce crede cu de-amănuntul. Nu ştie care sunt dogmele noastre, care sunt principiile, temeiurile noastre, articolele noastre de credinţă, tainele noastre, liturghia noastră. Nu cunoaşte toată această nedescrisă măreţie a Ortodoxie noastre. Şi nu doar că nu ştie în ce crede, dar nu ştie nici de ce crede.
O parte a poporului nostru e în ignoranţă. O altă parte a poporului nostru este indiferentă, are indiferenţă. Se interesează de magazinele lui. Se interesează de conturi, de burse, de finanţe. Se interesează de mingile fotbaliştilor. Se interesează de stelele cinematografului. Se interesează de politică. Se interesează şi se fanatizează pentru toate. Însă în ceea ce priveşte Sfânta noastră Ortodoxie, nu există niciun interes. Inimile sunt reci. Vă voi da un exemplu.
Nu vreau să-i treacă nimănui prin minte că mă amestec în politică. Rămân în afara politicii. Eu, ca preot şi cleric al Bisericii, sunt deasupra partidelor. Şi fiţi liberi din partea mea, a ieromonahului, să alegeţi pe care credeţi că este mai bun pentru patria noastră, pentru neamul nostru, pentru Ortodoxia noastră. Prin urmare, nu există un pericol să fiu răstălmăcit de vreun partid, ci păşesc pe sus, în înălţime, pe deasupra partidelor, deasupra celor vremelnice şi trecătoare. Aşadar, vă dau un exemplu.
V-aţi uitat ce se întâmplă în luptele electorale? Lupta se dă pe diferite teme; dar lupta principală se dă pe o singură temă.
Se urcă la balcon unul – examinez tema, pentru că are importanţă – şi strigă:
– Drahma e în pericol!
Iese la balcon altul şi zice:
– Nu, drahma nu e în pericol!
Oamenii de ştiinţă care se ocupă cu acestea, bancherii şi timpul o vor dovedi. Eu nu mă ocup cu acestea, nu mă amestec. Ca elin, care am trecut printr-o groaznică perioadă, şi am văzut că nu puteai cumpăra cu un milion nici o cutie de chibrituri – Dumnezeu să ne păzească să nu cădem iarăşi în asta! – nu vreau să accept astfel de lucruri. Vreau să cred că acestea sunt nişte certuri ale acestor politicieni, care abordează tema drahmei. Spun doar următoarele.
Strigă unul:
– Drahma e în primejdie!
– Drahma nu e în primejdie! – strigă altul. Şi care convinge poporul, pune mâna pe putere. Iar aceştia care zic „Drahma e în pericol!” devin credibili şi câştigă alegerile. Dacă însă ceilalţi demonstrează că drahma nu e în pericol, ci asta este o cacialma, câştigă ei alegerile. Ce vreau să spun?
Pentru drahmă vă neliniştiţi, domnilor? Prin urmare, eu vă voi prezenta altceva şi vă zic:
Există o altă drahmă nepreţuită, o drahmă cerească, confecţionată de cer, o drahmă căzută din cer, o ţin în mâinile mele, mi-a dat-o Dumnezeu, n-o dau la nimeni. Este Sfânta noastră Ortodoxie.
Cine se emoţionează?
Pentru drahmă vă neliniştiţi, nu? Aa, micuţul nostru portofel, magazinaşul nostru, salariaşul nostru, finanţele noastre,… Desigur! Când însă vă spun că e în pericol drahma – şi asta nu e invenţia mea –, nu vă emoţionaţi.
Deschideţi vă rog capitolul 15 din Evanghelia după Luca pentru a vedea că despre drahmă vorbeşte (Luca 15, 8-10). Cât valorează o drahmă – vorbeşte acolo Domnul în pilde – nu valorează stelele cerului şi toate galaxiile.
Să-mi aşterni tu Elada cu rodii şi trandafiri, să-mi dai salariu de o sută de ori mai mare, să scoată drumurile aur. Nu. Prefer să mor sărac, să mor cerşetor, să umblu din casă în casă, decât să predau această drahmă. Pentru că îmi amintesc de acea zi înfricoşătoare, pe care eu – cel puţin ca cleric – nu o voi uita niciodată.
Un respectabil stareţ, într-un sat oarecare din Etoloakarnania, mi-a spus: “Primeşte acest odor şi-l păzeşte pe el până la a doua venire a lui Hristos”!
Această clipă, fraţii mei şi părinţi, preoţi, dacă credeţi în Hristos, culioane binecuvântate, dacă există culioane binecuvântate, acest odor sfânt, pe care ni l-au predat din generaţii în generaţii, să-l păzim dea-lungul secolelor. Căci când a ajuns această drahmă la noi? A ajuns de la părinţii noştri, din generaţii în generaţii. Şi păstrăm această drahmă pentru Ortodoxie.
Să latre politicienii, să-şi rezolve diferendele lor! Eu vă zic: Este în pericol drahma, Sfânta noastră Ortodoxie. Şi câţi suntem credincioşi, să fim alături de această drahmă! Pentru că a spus-o şi Marcu Evghenicul împăratului:
– Împărate al meu – a zis – dacă va apărea în statul tău vreun falsificator şi va face monede false, ce vei face?
– Îl voi spânzura, a răspuns.
Deci tu îl vei spânzura pe cel care face monezi false. Şi ce voi răspunde eu înaintea lui Dumnezeu, când voi lăsa Sfânta noastră Ortodoxie să se transforme într-o monedă falsă?
Astăzi pactele sunt profitabile pentru papism şi neprofitabile pentru Ortodoxie. De ce? Întâi, pentru că papistaşii sunt mulţi, iar ortodocşii puţini. În al doilea rând, pentru că în statele lumii răsăritene, în care predomină Ortodoxia, există un mare haos. În al treilea rând, pentru că aici, în statul nostru ortodox, unii sfârşesc în ignoranţă, iar alţii sunt indiferenţi; mai multe ştiu ortodocşii din Uganda decât noi, ortodocşii din Elada. Pentru toate se neliniştesc elinii, numai pentru Sfânta şi nemuritoarea noastră Ortodoxie nu se neliniştesc. (VA URMA)

trad. Frăţia Ortodoxă Misionară “Sfinţii Trei Noi Ierarhi”.

«Μαρθα Μαρθα, μεριμνας και τυρβαζῃ περι πολλα· ενος δε εστι χρεια»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 5th, 2010 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κοίμησις Θεοτόκου (Λκ. 10,38-42· 11,27-28)

Νοικοκυρα και ιεραποστολος

«Μαρθα Μαρθα, μεριμνας και τυρβαζῃ περι πολλα· ενος δε εστι χρεια» (Λουκ. 10,41-42)

Ο ΚΥΡΙΟΣΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, σὲ ὅλους τοὺς ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας ἑορτάζεται ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου καὶ διαβάζεται τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε. Σ᾽ αὐτὸ ὁ εὐαγγελιστὴς Λου­κᾶς περιγράφει μὲ ζωηρὰ χρώματα ἕνα ἐπεισόδιο τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο μᾶς δίνει τὴν εἰκόνα δύο ἀξιολόγων γυναικῶν. Εἶνε οἱ ἀδελφὲς τοῦ Λαζάρου Μάρθα καὶ Μαρία. Καὶ οἱ δύο ἀγαποῦσαν τὸ Χριστό. Ἀλ­λὰ λόγῳ χαρακτῆρος ἐξ­εδήλωσαν τὴν ἀγάπη τους κατ᾽ ἄλλο τρόπο ἡ μία καὶ κατ᾽ ἄλλον ἡ ἄλλη. Καὶ οἱ δύο εἶνε ἄξι­ες μιμήσεως. Μακά­ρι νὰ εἴχαμε καὶ στὴν ἐποχή μας γυναῖκες ποὺ νὰ μοιάζουν, ἂν ὄχι στὴν Παναγία ποὺ εἶνε ἄ­φθαστη κι ἀν­επανάληπτη, τοὐλάχιστον σ᾽ αὐτές.
Ἀλλ᾽ ἂς δοῦμε μὲ συντομία τὴν περικοπή.

* * *

Σὲ μικρὴ ἀπόστασι ἔξω ἀπ᾽ τὰ Ἰεροσόλυμα ἦταν ἕνα χωριό, ἡ Βηθανία. Συχνὰ πήγαινε ἐ­κεῖ ὁ Χριστός, διότι ὑπῆρχε ἡ οἰκογένεια αὐ­τὴ μὲ τὴν ὁποία συνδεόταν. Ἔρχεται λοιπὸν καὶ τώρα στὸ σπίτι τους. Ἡ Μάρθα μόλις τὸν εἶ­δε ἔτρεξε νὰ τὸν ὑποδεχθῇ κι ἀμέσως ἀνασκουμπώθηκε νὰ τὸν περιποιηθῇ. Πῆγε στὸ μαγειρεῖο, ἄναψε φωτιὰ καὶ ἄρχισε νὰ μαγειρεύῃ. Γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσῃ, ἑτοίμαζε φαγητὸ ἐκλεκτὸ βάζοντας ὅλη τὴν τέχνη της.
Τί λέτε σεῖς, ἔκανε ἄσχημα; Ποιός θὰ τὴν κα­τηγορήσῃ; Καλὰ ἔκανε. Πρῶτα – πρῶ­τα, για­τὶ ὁ Χριστὸς εἶ­χε ἀ­­νάγκη τροφῆς. «Ἀν­ενδεὲς τὸ θεῖ­ον», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἡ θεότης δὲν ἔ­χει ἀνάγκες. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν ἦταν μόνο Θεός· ἦταν καὶ ἄνθρωπος, εἶχε σῶμα καὶ πεινοῦσε. Ὁ ἴ­διος ἄλλωστε στὴν περι­κοπὴ τῆς δευτέρας παρουσίας δίδαξε τὴ φιλο­ξενία. «Ξένος ἤ­μην, καὶ συνηγάγε­τέ με», δὲν εἶχα ποῦ νὰ μείνω, εἶπε, καὶ μὲ φιλοξενήσατε (Ματθ. 25,35).
Συνεπῶς δὲν μποροῦμε νὰ κατακρίνουμε τὴ Μάρθα γιατὶ ἑτοίμαζε φαγητό. Κάπου ἀλλοῦ εἶνε τὸ σφάλμα της. Ἐνῷ δηλα­δὴ ἐκείνη κάνει αὐτὸ ποὺ νομίζει καλό, ἀπαιτεῖ νὰ κάνῃ τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀδελφή της. Ἀλλὰ ἡ Μαρία, μόλις πῆ­γε ὁ Χριστός, πῆρε ἕνα σκαμνί, κάθη­σε κον­τὰ στὰ πόδια του καὶ ἄκουγε τὴ διδα­χή του. Καὶ ἦ­ταν τόσο εὐχαριστημένη! Σὰν μέ­λισσα στὸ ἄν­θος, σὰν πρόβατο στὸ χορτά­ρι, σὰν βρέφος στὸ μαστὸ τῆς μάνας, ἔτσι ῥουφοῦσε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἦταν στὴ γῆ, βρισκόταν σ᾽ ἄλλο κόσμο.
Αὐτὸ τὸ αἰσθάνονται μόνο ὅσοι πιστεύουν. Λέει ὁ φιλόσοφος Πλάτων· ἂν πάρῃς μιὰ κιθά­ρα καὶ πᾷς στὸ στάβλο ποὺ εἶνε τὰ γαϊδούρια καὶ τοὺς παίξῃς μουσική, δὲν πρόκειται νὰ κατα­λάβουν. Ἔτσι μοιάζουν καὶ ὡρισμένοι ἄνθρω­ποι. Γι᾽ αὐ­τὸ ὁ Κύριος μίλησε γιὰ ᾽κείνους πού, ἐνῷ ἔχουν αὐτιά, δὲν ἀκοῦνε (βλ. Μᾶρκ. 8,18).
Ἐνῷ λοιπὸν ἡ Μαρία ἦταν ἀφωσιωμένη στὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἔρχεται ἡ Μάρθα καὶ λέει· Κύριε, δὲ μὲ σκέπτεσαι ποὺ ἡ ἀδελφή μου μ᾽ ἄφησε μόνη νὰ ἑτοιμάζω; πές της λοι­πὸν νὰ ᾽ρθῇ νὰ μὲ βοηθήσῃ. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς ἀ­πήντησε μὲ τὰ περίφημα ἐκεῖνα λόγια, ποὺ ἑρ­μηνεύονται διαφορετικὰ καὶ παρεξηγοῦνται· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42).
Τί θέλει νὰ πῇ ὁ Χριστὸς μὲ τὰ λόγια αὐτά; Κατηγορεῖ τὴ Μάρθα; Ὄχι. Ἁπλῶς τῆς κάνει μία ἐλαφρὰ παρατήρησι. Ἐκτιμῶ, λέει, τὴν ἀ­γάπη καὶ τὴ φιλοξενία σου, ἀλλά γιατί κουρά­ζεσαι τόσο; Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀπ᾽ αὐτοὺς ποὺ ἀ­ρέ­σκομαι σ᾽ αὐτά. Μοῦ φτάνει ἕνα ἁπλὸ φαγητό, ὥστε νὰ σοῦ μείνῃ καιρὸς νὰ ἔρθῃς κ᾽ ἐ­σὺ ἐ­δῶ ν᾽ ἀκούσῃς. Ἡ Μαρία ὅμως διάλεξε τὴν καλὴ μερίδα, ν᾽ ἀκούῃ δηλαδὴ τὰ λόγια μου, ποὺ εἶνε τροφὴ πνευματικὴ καὶ θεία.
Ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ φαίνονται τὰ θετικὰ στοιχεῖα τῶν δύο ἀδελφῶν, καὶ σ᾽ αὐτὰ θέλω νὰ στρέψουμε τώρα τὴν προσοχή.

* * *

_Ἡ Μάρθα εἶνε σύμβολο τῆς νοικοκυρᾶς. Σήμερα ἡ νοικοκυρά, ποὺ φροντίζει τὴν οἰ­κογέ­νεια καὶ τὸ σπίτι, μαγειρεύει κ.λπ., ἔχει γί­νει πρᾶγμα σπάνιο. Παλαιότερα οἱ γυναῖκες ἰ­δίως τοῦ χωριοῦ κοπίαζαν πάρα πολὺ ―καὶ πέ­θαιναν νωρίς―, ἐνῷ οἱ ἄν­τρες κάθονταν στὰ καφενεῖα. Τώρα οἱ γυναῖκες, ἰδίως τῶν πόλεων, κατήργησαν τὸ νοικοκυριό. Πολλὲς δουλειὲς δὲν τὶς ξέρουν· δὲν πλένουν, δὲ μαγειρεύουν. Βάφονται, περιποιοῦνται ἐπὶ ὧρες τὸν ἑαυτό τους. Κι ἂν τοὺς ἔρθῃ ξένος, δὲν τοῦ κάνουν τραπέζι στὸ σπίτι· τὸν πηγαίνουν σὲ ἑστιατόρια. Ἄλλαξε ἡ νοοτροπία, ἔγινε ἀ­μερικάνικη, μὲ μύρια κακὰ ἐπακόλουθα.
Εὐτυχὴς ὁ ἄντρας ποὺ ἔχει γυναῖκα νοικοκυρά. Μοῦ ᾽λεγε ἕνας καθηγητὴς πανεπιστημίου· Δόξα τῷ Θεῷ δὲν ἔκανα τὸ σφάλμα νὰ πάρω γυναῖκα ὑπάλληλο· πῆγα στὸ χωριό μου, ἔψαξα καὶ βρῆκα νοικοκυρά… Τώρα δυστυ­χῶς καὶ στὰ συνοικέσια στόχος εἶνε τὸ «παραδάκι»! Ζητοῦν γυναῖκα ἐργαζομένη, νὰ ἔχῃ θέσι καὶ νὰ εἰσπράττῃ μισθό. Δὲ βλέπουν τὶς συνέπειες. Πολλὲς φορὲς ζεύγη ὑπαλλήλων διαλύονται. Κι ὅταν δὲν διαλύ­ωνται, οἱ σύζυγοι ξεφεύγουν ἀπὸ τὸ ῥόλο τους. Διότι ἡ νοικοκυρὰ εἶνε στὸ σπίτι βασίλισσα, ποὺ κρατάει τὴν οἰκογένεια. Κι ὅταν αὐτὴ δὲν μένῃ στὸ σπίτι, συχνὰ ὑποχρεώνεται ὁ ἄντρας νὰ κάνῃ γυναικεῖες δουλειές. Ἔχω παράδει­γμα ὑπάλληλο, τμηματάρχη ὑπουργείου, ποὺ ἡ γυναίκα του τὸν ὑποχρεώνει νὰ πλένῃ τὰ πιάτα. Δὲν εἶ­νε ἀσφαλῶς κακὸ αὐτό, εἶνε ὅμως ἐναλλα­γὴ τῶν θέσεων. Ἀλλὰ τὸ πιὸ σοβαρὸ εἶνε, ὅτι τὰ παιδιὰ μένουν ἐγκατελειμμένα καὶ ἀνεπιτήρητα, καὶ γίνονται κακομαθημένα. Γι᾽ αὐτὸ ἡ Γραφὴ λέει, ὅτι ὅποιος βρῆκε γυναῖκα νοικο­κυρά, βρῆκε θησαυρό (βλ. Παροιμ. 31,10)
Ἡ Χριστιανὴ γυναίκα, μὲ πρότυπο τὴ Μάρθα, πρέπει νά ᾽νε νοικοκυρά. Ἂς προσέξῃ ὅμως ἕνα ἄλλο πρᾶγμα· νὰ μὴν τὴν ἀπορροφήσῃ τελείως τὸ νοικοκυριό. Γιατὶ αὐτὸ πάλι εἶνε ἄλλο κακό. Οὔτε τὸ ἕνα, οὔτε τὸ ἄλλο. Σὲ κάποιο χωριὸ στενοχωρήθηκα ὅταν βγήκαμε ἀ­πὸ τὴ λειτουργία. Μέσα στὴν ἐκκλησία ἦταν μόνο ἄντρες καὶ κάτι παιδιά· γυναίκα καμμιά. Τὶς εἶχαν ἀγγαρέψει οἱ ἄντρες καὶ ἀπ᾽ τὸ πρωὶ ἔψηναν, γιὰ νὰ ἐπακολουθήσῃ φαγοπότι.
Στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια, ποὺ οἱ Χρι­στιανοὶ φρόντιζαν καὶ γιὰ τὶς γυναῖκες τους, μιλοῦσαν ὅπως ὁ Χριστός· «Μάρθα, κάνε φαγητὰ ἁπλᾶ». Βρῆκα διαβάζοντας, ὅτι στὴ Μακεδονία Κυριακὴ καὶ γιορτὴ δὲν μαγείρευε ἡ γυναίκα· ἑτοίμαζε τὸ φαγητὸ ἀπὸ τὸ Σάββατο, γιὰ νὰ μπορῇ νὰ λειτουργηθῇ καὶ αὐτή. Τώρα ἡ καημένη ἡ γυναίκα οὔτε Κυριακὲς οὔτε ἑ­ορ­τὲς μπορεῖ νὰ χαρῇ. Ἡ ἑορτὴ καὶ ἡ ἀργία εἶνε καὶ γιὰ τὴ γυναῖκα. «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ πε­ρὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία».
Ἡ ἄλλη, τώρα, ἀδελφή, ἡ Μαρία. Εἶνε ἡ πιστὴ καὶ πνευματι­κὴ γυναίκα, τῆς ὁποίας τὴν στάσι ἐπαινεῖ ὁ Κύριος. «Μαρία δὲ τὴν ἀ­γα­θὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾽ αὐτῆς». Εἶνε σύμβολο τῆς ἱεραποστόλου. Γυναῖκες σὰν αὐτὴν εἶνε ἀκόμη περισσό­τερο δυσεύρετες. Ἂν εἶνε σπάνιο σήμερα νὰ βρεθῇ νοικοκυρά, πολὺ πιὸ σπάνιο εἶνε νὰ βρεθῇ γυναίκα ἱεραπόστολος, ἀφιερωμένη στὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Ὅλη τὴν πόλι νὰ κοσκινίσῃς, δὲ βρίσκεις τέτοια πρόσωπα, πρόσωπα ἀφωσιωμένα ὄχι πλέον στὸ παιδὶ στὸν ἄντρα καὶ στὸ σπίτι, ἀλλὰ στὸ Θεὸ καὶ τὴ διακονία τοῦ πλησίον. Ὑπηρετοῦν σὲ νοσοκομεῖα καὶ ἄλλα φιλανθρωπικὰ ἱδρύματα χωρὶς μισθό! Καὶ τὸ λυπηρὸ εἶνε ὅτι, ἀντὶ μισθοῦ καὶ ἀναγνωρίσεως, εἰσπράττουν πολλὲς φορὲς ἀπὸ ὡρισμένους τὴν περιφρόνησι καὶ τὸν χλευαστικὸ χαρακτηρισμὸ «γεροντοκόρες». Ὄχι, κύριοι! Εἶνε ἡρωικὰ καὶ ἱερὰ πρόσωπα αὐτά, ἰδεολόγοι· εἶνε Μαρίες τῆς ἐποχῆς μας. Στὸ ἐκκλησιαστικὸ γηροκομεῖο Φλωρίνης ὑπάρχουν γέρον­­τες ποὺ οἱ δικοί τους τοὺς ἄφησαν καὶ τοὺς ὑπηρετοῦν ἱεραποστολικὲς γυναῖκες.
Οἱ ἀφιερωμένες γυναῖκες δὲν θεωροῦν τὴ ζωή τους ἄκαρπη οὔτε τὰ χρόνια τους χαμένα. Δὲν εἶνε χαμένος ὁ χρόνος ποὺ ἀφιερώνει ὁ ἄνθρωπος στὸ Θεό· ὁ χρόνος τῆς προσευχῆς, τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, τῆς μελέτης τῆς Γραφῆς, τῆς συμμετοχῆς στὰ μυστήρια, τῆς ἐξομολογήσεως, τῆς ἐπισκέψεως ἀσθενῶν, τῆς ὑ­πηρεσίας ἐν γένει σὲ ἔργα ἀγάπης. Γι᾽ αὐτὸ οἱ σπάνιες αὐτὲς γυναῖκες ἔχουν μεγάλη ἀξία.

* * *

Ὁ κόσμος, ἀγαπητοί μου, δὲν ἔχει ἀ­νάγ­κη ἀπὸ μοντέρνες γυναῖκες· ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ Μάρθες καὶ Μαρίες, ἀπὸ νοικοκυρὲς καὶ ἱεραποστόλους, ποὺ θὰ ἀνορθώσουν τὴν οἰκογένεια καὶ θὰ ξαναφέρουν στὴν κοινωνία τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀνθρωπιά.
Ὦ πατρίδα μας, πότε θ᾽ ἀποκτήσῃς τέτοιες γυναῖκες; Μπῆκε δυστυχῶς τὸ πνεῦμα τῆς μόδας, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ τῆς διαφθορᾶς κι ἀπὸ τὸ ἄλλο τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας, καὶ ἀλλοίωσε τὸν χαρακτῆρα τῶν Ἑλληνίδων, τὶς ἔκανε ἀγνώριστες.
Εἴθε ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, νὰ φωτίσῃ τὶς Ἑλληνίδες νὰ ξαναγίνουν νοικοκυρὲς καὶ ἱεραπόστολοι, πρὸς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς ἁγίας Τριάδος· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνο Καντιώτου στην ιερά μονὴ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Κλαδορράχης – Φλωρίνης 15-8-1976)

______________________

ΣΧΟΛΙΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗΣ

_________________________

Ανώνυμος είπε…
Δυστυχώς αγαπητέ Οδυσσέα Τσολογιάννη οι σύγχρονες Ελληνίδες περιφέρουν αδιάντροπα την αναίδεια και την ξετσιπωσιά ακόμη και εντός των ιερών ναών όπως σήμερα ανήμερα της Παναγίας σε ναό της Φλώρινας!Τα ελεεινά γύναια ασεβούν στο πρόσωπο της αειπαρθένου Μαρίας την οποίαν δήθεν τιμούν!Παραλία θύμιζε σήμερα ναός της Φλώρινας χωρίς καμία αντίδραση των λειτουργών ιερέων!Η παρακαταθήκη του π.Αυγουστίνου έπεσε στο κενό του ψευτοπροοδευτισμού και της ανθρωπαρέσκειας!Τέτοια εκκοσμίκευση!Τέτοιος συσχηματισμός!Και τα θλιβερά γύναια θα συνεχίσουν να προσέρχονται ντυμένα άσεμνα τουτέστιν γδυμένα εντός των ιερών ναών με τις ευλογίες των ιερέων!Βλέπετε αποθανών τις αρχιεπίσκοπος προέτρεπε τους πιστούς να προσέρχονται στο ναό ακόμη και με το σκουλαρίκι!Ποιμένες πολλοί διέφθειραν τον αμπελώνα μου!

15 Αυγούστου 2010 5:49 μ.μ.

lykourgos nanis είπε…

Ο πεφιλημένος όλων μας π.Αυγουστίνος ορθοτόμησε κατά τη διάρκεια της ιερατικής και αρχιερατικής διακονίας του τον λόγον της αληθείας.Δεν ντράπηκε να εκθέσει τις επιταγές του ευαγγελίου εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης όπως κάποιοι συνεπίσκοποί του που διακρίθηκαν για την ανθρωπαρέσκειά τους.Καυτηρίασε τα αισχρά καλλιστεία,τα μεικτά λουτρά,την άσεμνη εμφάνιση των γυναικών,τη βλασφημία των Θείων,τα οκουμενιστικά ανοίγματα πατριαρχών και αρχιεπισκόπων,την απολυταρχική διοίκηση του αρχιεπισκόπου των τανκς,την έκπτωση των 12 άνευ δίκης και απολογίας,τις αμβλώσεις,το διαζύγιο.Πεπαρρησιασμένος,ασυμβίβαστος,συνεπής,ακέραιος!Δείγμα του επισκοπικού του ήθους και το γεγονός ότι αν και προσκεκλημένος ουδέποτε συμμετείχε στα θλιβερά και αποπνέοντα το δυσώδες άρωμα της κοσμικότητας δεσποτικά φεστιβάλ που αποκαλούνται εξευγενισμένα συλλείτουργα!Πόσο μας λείπουν σήμερα ο λόγος του και οι παρεμβάσεις του!Ο π.Αυγουστίνος υπήρξε ανασχετικός φραγμός στην εκκοσμίκευση της Εκκλησίας μας την οποίαν καλλιέργησαν οι δυσώνυμοι Χριστόδουλος και Σεραφείμ και ο σήμερινός προκαθήμενος!Συνεχίστε αγαπητέ κε Τσολογιάννη να προβάλλετε τα κείμενα του πολιού γεροντος!

15 Αυγούστου 2010 6:14 μ.μ.

Ανώνυμος είπε…

Χρόνια πολλά κι ευλογημένα!Η Υπεραγία Θεοτόκος εις βοήθειαν όλων:ημών και υμών!Αλήθεια πώς πά-
ει η κατάσταση του π.Αυγουστίνου;Ξέρουμε κάτι;

15 Αυγούστου 2010 8:13 μ.μ.

Η ΣΕΡΒΙΚΗ «ΙΕΡΑ» ΣΥΝΟΔΟΣ ΞΕΠΕΡΑΣΕ ΚΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΑΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 5th, 2010 | filed Filed under: EKKΛΗΣΙΑΣΤ. ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΟΤΑΝ ΦΥΓΕΙ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ

ΟΙ ΔΕΣΠΟΤΑΔΕΣ ΑΠΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΤΑΝΤΟΥΝ ΔΙΚΤΑΤΟΡΕΣ

Οι 5 επίσκοποι της Συνόδου κάλεσαν  στο Πατριαρχείο τον επίσκοπο Αρτέμιο, για να του πουν·

  • Ότι πρέπει να απαγορεύσει τους μοναχούς του να έρχονται στο Μοναστήρι Šišatovac Fruska Γκόρα, που είναι εξόριστος. Να μην τους δέχετε ούτε και ως επικέπτας!!! Τον απείλησαν  μάλιστα, ότι αν δεν υπακούσει, θα τον κλείσουν σ᾽ ένα δωμάτιο του Πατριαρχείου!!!

dr-artemije_310x186Να δούμε, τι άλλο θα ακούσουμε;

__________________

ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ

____________

«…Владика је у Патријаршију последњи пут позван средином прошлог месеца како би му била скренута пажња да монасима који су самовољно напустили Епархију рашко-призренску даље не дозвољава посете манастиру Шишатовац на Фрушкој гори, где тренутно борави. Како преносе извори „Ало!“ блиски владици Артемију, Синод је на последњем састанку непослушном владици запретио да ће уколико настави са окупљањем својих присталица у Епархији сремској бити и буквално притворен у једну од соба у згради Патријаршије…»

Περισσότερα στην ιστοστοσελίδα· http://borbazaveru.info/content/view/2657/1/

___________________________

Σχόλιο γνωστού αναγνώστου της ιστοσελίδος μας

  • H εκκλησιαστική χούντα είναι τρισχειρότερη της πολιτικής. Ας θυμηθούμε τη χούντα του Σεραφείμ Τίκα που κατακρεούργησε αναπολόγητους 12 μητροπολίτες και σε συνεργασία με την πολιτεία τους έκλεισε το δρόμο της προσφυγής στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Κι όταν απέκτησαν το δικαίωμα της προσφυγής μετά πάροδο πολλών  ετών, προσέφυγαν και δικαιώθηκαν οι ίδιοι οι εκκλησιαστικοί έπραξαν το παν για να μην εφαρμόσουν τις αποφάσεις που δικαίωναν τους 12. Και κατόπιν τους καταδίκασαν(τους τρεις πλέον) πάλι αναπολόγητους σκαρφιζόμενοι το μηδεμίαν σχέση έχον με τους ιερούς κανόνες διαβόητο επιτίμιο της ακοινωνησίας. Γι αυτόν το λόγο και ο π. Αυγουστίνος χρησιμοποιούσε μία σχετική φράση του ιερού Χρυσοστόμου για να καυτηριάσει την εφαρμογή του δικαίου της ζούγκλας. Ουδέ Σκύθαι, ουδέ Σαυρομάται δικάζουσιν ούτως! Και να φαντασθείτε, όταν τους κήρυξαν εκπτώτους με μία κατάπτυστη εγκύκλιο τους απαγόρεψαν να διαμένουν στον τόπο που μέχρι τότε διαποίμαιναν! Οποία κατάπτωση! Ευτυχώς βέβαια κάποιοι απ αυτούς άκουσαν τον π. Αυγουστίνο κι έμειναν κοντά στα ποίμνιά τους προς όφελος του ποιμνίου! Έτσι και στη γειτονική Εκκλησία της Σερβίας καταστρατηγούνται στοιχειώδεις αρχές του δικαίου και οι ημέτεροι μητροπολίτες κοιμούνται τον Βαρούχειο! Ε μετά πώς να απολαύουν εκτιμήσεως από τα ποίμνιά τους;


1) Δυσκολη αρετη η συγχωρησι=IERTAREA ESTE O VIRTUTE GREA 2) O SOCOTEALĂ!

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 5th, 2010 | filed Filed under: Român (ROYMANIKA), ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου

(Ματθ. 18,23-35)

Δυσκολη αρετη η συγχωρησι

Υπογρ. Μ.Ζ.Ι.Η ΖΩΗ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνα ταξίδι. Καὶ ὁ δρόμος ὁ σωστός, ποὺ πρέπει ὅλοι ν᾽ ἀ­κολουθήσουμε γιὰ νὰ φθάσουμε στὸ τέρμα, στὸν οὐ­ρανό, εἶνε ἕνας· ὁ δρόμος ποὺ χάρα­ξε ὁ Χριστὸς μὲ τὸ αἷ­μα του· τὸν βάδισε ὁ ἴδι­ος καὶ ἑκατομμύρια μαρτύρων καὶ ὁμολογη­τῶν τῆς πίστεώς μας. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰωάν. 14,6).
Εἶνε ἀλήθεια ὅτι αὐτὸς ὁ δρόμος τῆς ἀ­ρετῆς εἶνε δύσκολος, ἀνηφορικός, ἕνας Γολ­γοθᾶς. «Στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν…» (Ματθ. 7,14). Ἀντιθέτως ὁ δρόμος τῆς κακίας, τῆς διαφθορᾶς, τῆς ἀπιστίας εἶνε εὔκολος, κατηφορικός. «Πλα­τεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν…» (ἔ.ἀ. 7,13), στὴν καταστροφή. Ὁ ἕνας δρόμος εἶνε τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄλλος τοῦ σατανᾶ· ὁ ἕνας εἶνε τοῦ παραδείσου, ὁ ἄλλος τῆς κολάσεως. Διαλέξτε· ἐ­λεύθερος εἶνε ὁ ἄνθρωπος ν᾽ ἀκολουθήσῃ ὅποιο δρόμο θέλει.
Δύσκολο πρᾶγμα οἱ ἀρετές. Κι ἂν ρωτᾶ­τε, ἀπ᾽ ὅλες τὶς ἀρετὲς ποιά εἶνε ἡ πιὸ δύσ­κο­λη, ὁ φιλάργυρος θὰ πῇ ἡ ἐλεημοσύνη, ὁ κοιλιόδουλος θὰ πῇ ἡ νηστεία, ὁ σαρκολάτρης θὰ πῇ ἡ παρθενία, ὁ φιλόζωος θὰ πῇ τὸ μαρτύριο γιὰ τὸ Χριστό. Ἀλλὰ ἐγὼ θεωρῶ ὅτι τὸ πιὸ δύσκολο ἀπ᾽ ὅλα εἶνε – ποιό; Αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· νὰ συγχω­ρῇ ὁ ἕ­νας τὸν ἄλλο. Εἶνε ἕνα χαλικάκι, ποὺ ζητάει ὁ Χριστὸς νὰ σηκώσουμε, ἀλλὰ ὁ διάβο­λος τὸ κάνει βουνὸ ἀσήκωτο. Κι ὅτι αὐτὸ εἶνε ἡ πιὸ δύσκολη ἀρετὴ θὰ σᾶς τὸ δείξω μὲ 3 – 4 παραδείγματα· παρακαλῶ προσέξτε.

* * *

-Τὸ ἕνα παράδειγμα εἶνε ἀπὸ τοὺς βίους τῶν ἁγίων. Ἄν ἀνοίξετε τὰ συναξάρια, θὰ δῆ­τε ὅτι στὶς 9 Φεβρουαρίου ἑορτάζει ἕνας ἅ­γι­ος ποὺ ὀνομάζεται Νικηφόρος. Ἀκοῦστε πῶς μαρτύρησε. Στὴν ἐποχή του ὁ Νικηφόρος τὰ εἶχε χαλάσει μὲ ἕναν ἱερέα ποὺ τὸν ἔλεγαν Σαπρίκιο. Ἦταν μαλωμένοι· καὶ ἔφταιγε ὁ Σαπρίκιος, ὄχι ὁ Νικηφόρος. Ἔγινε διωγμός, καὶ τὸν πρῶτο ποὺ ἔπιασαν ἦταν ὁ παπᾶς, ὁ Σαπρί­­κιος. Τὸν δίκασαν καὶ βγῆκε ἀπόφασι ν᾽ ἀ­ποκεφαλισθῇ. Τὸν πῆραν οἱ στρατιῶτες πρωὶ – πρωὶ πρὸ τῆς ἀνατολῆς τοῦ ἡλίου καὶ τὸν ὡδηγοῦσαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι νὰ τὸν ἐκτελέσουν. Ὅταν ἔμαθε ὁ Νικηφόρος ὅτι ὁ Σαπρίκιος σὲ λίγη ὥρα δὲ θὰ ὑπάρχῃ στὴ ζωή, τὸν ἔ­πιασε τὸ κλάμα. Τρέχει στὸ δρόμο, προλαβαίνει τὴ συνοδεία, καὶ πέφτει στὰ πόδια του. ―Ἀδελφὲ Σαπρίκιε, συχώρεσέ με. Ἐκεῖνος ὅ­μως τίποτα. ―Δὲ σὲ συγχωρῶ! Μέχρι τὴν τελευταία στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου ὁ Νικηφόρος ἔπεφτε καὶ παρακαλοῦσε τὸ Σαπρίκιο νὰ τὸν συγχωρήσῃ. Ἀδύνατον. Τότε τί συνέβη· μόλις ὁ στρατιώτης ὕψωσε τὸ σπαθὶ νὰ τοῦ κόψῃ τὸ κεφάλι, ὁ Σαπρίκιος λέει· ―Γιατί μὲ σφάζετε; ―Γιατὶ εἶσαι Χριστιανός. ―Γι᾽ αὐτὸ λοιπόν; τότε ἐγὼ ἀρνοῦμαι τὸ Χριστό… Καὶ ἐνῷ οἱ ἄγ­γελοι τοῦ ἑτοίμαζαν στεφάνι, ὁ Σαπρίκιος, ποὺ δὲ συγχώρησε τὸ Νικηφόρο, κρίθηκε ἀν­άξιος τοῦ μαρτυρίου· τὸν ἐγκατέλειψε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρνήθηκε τὸ Χριστό. Ἀντ᾽ αὐτοῦ μαρτύρησε – ποιός; Ὁ Νικηφόρος, ποὺ εἶχε καλὴ καρδιὰ καὶ ἀγάπη. Ὡμολόγησε ὅτι εἶνε Χριστιανός, καὶ μαρτύρησε. Ἔτσι στὶς 9 Φεβρουαρίου, ἀντὶ Σαπρικίου τοῦ μάρτυρος, τιμοῦμε τὴ μνήμη Νικηφόρου τοῦ μάρτυρος. Τρομερὸ παράδειγμα αὐτό· δείχνει ὅτι ἀνώτε­ρο κι ἀπ᾽ τὸ μαρτύριο εἶνε τὸ νὰ συγχωρή­σῃς, νὰ δώσῃς συγχώρησι μέσα ἀπ᾽ τὴν καρδιά σου. Μά εἶνε εὔκολο; Σᾶς εἶπα, πετραδάκι εἶνε, μία λέξι εἶνε· ἀλλὰ γίνεται πιὸ βαρειὰ κι ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο καὶ τὸ Βίτσι καὶ τὸ Γράμμο.
⃝ Δὲ συγχωροῦν οἱ ἄνθρωποι. Θέλετε παραδείγματα ὄχι παλιὰ ἀλλὰ καινούργια; Δὲν εἶνε πολὺς καιρὸς ποὺ σ᾽ ἕνα χωριὸ ἕνας πολὺ γέρος, 90 χρονῶν, πέθαινε. Πάει ὁ παπᾶς, κα­λὸς παπᾶς, στὸ σπίτι. ―Γέροντα, τί κάνεις; ―Δὲν μπορῶ. ―Θέλεις νὰ κοινωνήσῃς; ―Θέ­λω. ―Θὰ σὲ κοινωνήσω, ἀλλὰ νὰ φωνάξουμε ἐκεῖνο τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχεις χρόνια ὁλόκληρα νὰ τοῦ μιλήσῃς. ―Ποιόν; ἐκεῖνον; Ἄαα, δὲν τὸ συγχωρῶ. Πές μου, παππούλη, νὰ κάνω ὅ,τι ἄλλο θέλεις· ν᾽ ἀνάψω λαμπάδες, νὰ χτίσω ἐκκλησιά, νὰ κάνω ἐλεημοσύνες, νὰ νη­στέψω· αὐτὸν δὲν τὸν συγχωρῶ. ―Βρὲ τοῦτο – βρὲ ἐκεῖνο, τοῦ ἔλεγε ὁ παπᾶς μὲ δάκρυα. Τίποτα. Ξεψυχοῦσε, θὰ παρέδιδε τὴν ψυχή του στὸ διάβολο, καὶ ὅμως δὲν συγχώρησε.
⃝ Καὶ τὰ ἔθνη μισοῦνται. Αὐτὸ θὰ φάῃ τὴν ἀνθρωπότητα. Γερμανοὶ δὲ συγχωροῦν τοὺς ῾Ρώσους, καὶ ῾Ρῶσοι δὲ συγχωροῦν τοὺς Γερμανούς. Ὑπάρχει μνησικακία. Ἂν ὑπῆρχε συγ­χώ­ρησι, ὁ κόσμος θὰ ἦταν παράδεισος. Ἡ πιὸ ὡραία λέξι στὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἡ συγχώρησις.
⃝ Δὲ συγχωρεῖ ὁ ἄνθρωπος. Θέλετε ἄλλο ἕ­να παράδειγμα; Δὲν εἶνε οὔτε δέκα μέρες, ποὺ ἔμαθα ὅτι σ᾽ ἕνα χωριὸ ἕνα ἀντρόγυνο τρώγονται. Τοὺς κάλεσα. ―Τί ἔχετε; Ἡ γυναίκα, τα­πεινή, τὴ φώτισε ὁ Θεὸς καὶ εἶπε· ―Ἐγὼ φταίω· ἀδικῶ πολλὲς φορὲς τὸν ἄντρα μου, τὸν βρίζω, τὸν κακολογῶ· μετανοιώνω, τὸν παρακα­λῶ νὰ μὲ συχωρέσῃ – καὶ ἔπεσε καὶ τοῦ ἔκανε μετάνοια. Σπάνιο πρᾶγμα γυναίκα νὰ παρα­δε­χτῇ ὅτι σφάλλει. Ἐγὼ συγκινήθηκα, ἔκλα­ψα. Νὰ βλέπῃς μιὰ γυναῖκα νέα, ὄμορφη κοπέλλα, νὰ γονατίζῃ μπροστὰ σ᾽ ἕναν ἄντρα ―ποὺ τὴν ἀπατοῦσε― καὶ νὰ λέῃ, Σοῦ ζητῶ νὰ μὲ συχωρέσῃς γιὰ ὅσα σοῦ εἶπα. Καὶ οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ ἄστρα συγκινοῦνται. Αὐτός; ―Δὲ σὲ συγχω­ρῶ!… Πόσα τοῦ ἔκανε! δὲν τὴν συγχώρησε.

* * *

Τέτοιος εἶνε ὁ κόσμος. Ὑπάρχουν δυστυ­χῶς οἰκογένειες ποὺ ἔχουν μεταξύ τους μνη­σικακία καὶ ἐπὶ χρόνια δὲ συγχωροῦνται. Προσπαθοῦν ὁ παπᾶς καὶ ἡ μητρόπολι, ἀλλὰ τὸ μῖ­σος διαιωνίζεται ἀπὸ τοὺς γονεῖς στὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια.
Ἄνθρωπος ποὺ δὲ συγχωρεῖ δὲν εἶνε Χριστιανός. Εἶνε ζῷο, θηρίο. Λένε ὅτι, ἂν κάποιο παιδὶ πειράξῃ τὴν καμήλα, αὐτὴ δὲν τὸ ξεχνάει. Μπορεῖ νὰ περάσουν χρόνια, ἀλλ᾽ ἅμα τὸ πετύχῃ στὸ δρόμο, θὰ τὸ τσακίσῃ· δὲ συγ­χωρεῖ. Γι᾽ αὐτὸ λέμε «αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μὲ καμήλα, δὲ συγχωρεῖ· κρατάει βαθειὰ μέσα του τὴν ἐκδίκησι». Ἀντιθέτως αὐτὸς ποὺ συγχωρεῖ ἀπὸ τὴν καρδιά του, μοιάζει – μὲ ποιόν; Μὲ τὸ Θεό. Μὲ τὸ Θεό; Μάλιστα.
Αὐτὸ μᾶς λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα. Γιατὶ ὁ Θεὸς τί κάνει· συγχωρεῖ, διαρκῶς συγχωρεῖ. Εἶνε μακρόθυμος, πολυέλεος καὶ πολυεύσπλαγχνος. Τί κάνουμε ἐμεῖς; Ἐμᾶς μᾶς φταίει ὁ ἄλλος, ὁ γείτονάς μας, γιατὶ μᾶς πείραξε, γιατὶ τὸ ζῷο του μπῆκε στὸ χωράφι μας…, γιὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνα ποὺ φταῖμε ἐμεῖς στὸ Θεὸ εἶνε πολὺ μεγάλα. Φταῖμε, ἁμαρτάνουμε συνεχῶς. Ἁμαρτάνουμε μὲ τὰ μάτια μας, μὲ τ᾽ αὐτιά μας, μὲ τὰ χέρια μας, μὲ τὸ κορμί μας· ἁμαρτάνουμε τὴν ἡμέρα, τὴ νύχτα, στὸ καφενεῖο, στὸ δρόμο, στὰ χωράφια, ἁμαρτάνουμε ἀκόμα καὶ μέσ᾽ στὴν ἐκκλησία. Ποιός μπορεῖ νὰ μετρήσῃ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου; Ἄβυσσος, «μύρια τάλαντα» ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐ­αγγέλιο (Ματθ. 18,24), ἀμέτρητα τ᾽ ἁμαρτήματά μας, ἀ­στρονομικὸς ἀριθμός. «Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλή­θη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;» (τροπ. Κασσι­ανῆς, δοξ. αἴν. Μ. Τετάρτης).
Καὶ τί κάνει ὁ Θεός; μᾶς συνερίζεται; Ἂν μᾶς συνεριζόταν, ἂν γιὰ κάθε ἁμαρτία ποὺ κάνουμε, γιὰ κάθε βλαστήμια ποὺ ἀκούγεται, ἔπεφτε ἕνα ἀστροπελέκι, θὰ εἴχαμε καῆ ὅλοι. Μᾶς συγχωρεῖ, συνεχῶς συγχωρεῖ τ᾽ ἁμαρτή­ματά μας. Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐμεῖς νὰ εἴμεθα συγγνω­μικοί. Αὐτὸ ζητᾷ ἀπὸ μᾶς. Ὅπως ἐκεῖνος συγχωρεῖ τ᾽ ἁμαρτήματά μας, τὰ μεγάλα καὶ ἀμέτρητα, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλ­λους· οἱ νύφες τὶς πεθερές, οἱ πεθερὲς τὶς νύ­φες, ὁ ἄντρας τὴ γυναῖκα του, ὁ πατέρας τὸ παιδί του, οἱ χωριανοὶ τοὺς συγχωριανούς τους. Δῶστε μου, δῶστε μου ἕνα χωριὸ ὅπου ὑπάρχει συγγνώμη, ἔλεος, ἀγάπη· παράδεισος εἶνε. Δῶστε μου ἕνα ἄλλο χωριό, ὅπου δὲν ὑπάρχει συγχώρησις καὶ ἔλεος· κόλασις εἶ­νε. Κόλασις ἔγινε ἡ γῆ, γιατὶ σβήσαμε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, τὰ ἀπέριττα καὶ αἰώνια λόγια «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. 13,34).

* * *

Ἀγαπητοί μου, ἂς ξερριζώσῃ ὁ Θεὸς ἀπ᾽ τὴν καρδιά μας τὸ ἀγκάθι ποὺ λέγεται μνησικακία, καὶ ἂς φυτέψῃ τὸ οὐράνιο λουλούδι, τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔτσι θὰ εἴμαστε μιμηταὶ ἐκείνου, ποὺ πάνω ἀπ᾽ τὸ σταυρὸ συγ­χώρησε τοὺς σταυρωτάς του. Ἔτσι θὰ μποροῦ­με νὰ προσευχώμεθα καὶ νὰ λέμε τὸν τρο­μερὸ ἐκεῖνο λόγο· «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡ­μῶν» (Ματθ. 6,12). Διαφορετικά, εἴμεθα ψεῦτες καὶ θεομπαῖχτες ὅλοι, κλῆρος καὶ λαός.
Αὐτὴ ἡ ὑπόσχεσι εἶνε ὅρος συγχωρήσεως. Συγχωρεῖς; θὰ συγχωρηθῇς· δὲ συγχωρεῖς; χίλιοι παπᾶδες νὰ σοῦ κάνουν μνημόσυνα, χίλιοι δεσποτάδες καὶ πατριαρχάδες νὰ πᾶνε στὸν τάφο σου, δὲν θὰ συγχωρηθῇς. Συγχώρησε λοιπόν, γιὰ νὰ συγχωρηθῇς.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου

Κάτω Κλεινῶν – Φλωρίνης 14-8-1977)

______________________

ΣΤΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ

____________________

PREDICA MITROPOLITULUI AUGUSTIN DE FLORINA LA DUMINICA A XI-A DUPĂ RUSALII

PREDICA MITROPOLITULUI AUGUSTIN DE FLORINA LA
DUMINICA A XI-A DUPĂ RUSALII

(Matei 18, 23-35)

IERTAREA ESTE O VIRTUTE GREA

Iubiţii mei, viaţa este o călătorie. Şi drumul cel drept pe care trebuie să-l urmăm toţi, ca să ajungem la capăt, în cer, este unul: Drumul pe care l-a trasat Hristos cu Sângele Său; l-a păşit El însuşi şi milioane de martiri şi mărturisitori ai credinţei noastre. Însuşi Hristos a spus: “Eu sunt Calea şi Adevărul şi Viaţa” (Ioan 14, 6).
Este adevărat că acest drum al virtuţii este greu, suitor, o Golgota. “Strâmtă este uşa şi îngustă este calea care duce la viaţă…” (Matei 7, 14). Dimpotrivă, drumul răutăţii, al stricăciunii, al necredinţei este uşor, în pantă. “Largă este uşa şi întinsă este calea care duce la pierzare…” (Ioan 7, 13), la distrugere, la catastrofă. Un drum este a lui Hristos, celălalt al satanei; unul este al raiului, celălalt al iadului. Alegeţi! Omul este liber să meargă pe care drum vrea.
Virtuţile sunt un lucru greu. Şi dacă întrebaţi, care este cea mai grea din toate virtuţile, iubitorul de arginţi va spune milostenia, robul pântecelui va spune postul, sarkolatrul (cel ce-şi adoră trupul) va spune fecioria, cel ce iubeşte viaţa va spune mucenicia pentru Hristos. Dar eu consider că cea mai grea din toate este – care? – cea despre care zice astăzi Evanghelia: iertarea reciprocă. Este un pietriş, pe care Hristos cere să-l ridicăm, dar diavolul îl face munte de neridicat. Şi că aceasta este virtutea cea mai grea vă voi demonstra prin trei, patru exemple. Vă rog să fiţi atenţi.

***

Un exemplu este din Vieţile Sfinţilor. Dacă veţi deschide sinaxarele, veţi vedea că pe 9 februarie este sărbătorit sun sfânt care se numeşte Nichifor. Ascultaţi cum a primit mucenicia. În vremea aceea, Nichifor se supărase cu un preot care se numea Saprichie. Erau certaţi. Şi Saprichie era de vină, nu Nichifor. A venit prigoana, şi primul pe care l-au prins a fost preotul, Saprichie. L-au judecat şi a ieşit sentinţă de decapitare. L-au luat soldaţii dis-de-dimineaţă, înainte de răsăritul soarelui, şi-l duceau în afara cetăţii, ca să-l execute. Când a aflat Nichifor că Saprichie peste puţin timp nu va mai fi în viaţă, l-a cuprins plânsul. Aleargă în drum, ajunge cortegiul, şi-i cade la picioare:
– Frate Saprichie, iartă-mă.
Acela însă nimic.
– Nu te iert!
Până în ultima clipă a muceniciei, Nichifor a căzut şi l-a rugat pe Saprichie să-l ierte. Cu neputinţă. Atunci ce s-a întămplat? În momentul în care soldatul a ridicat sabia să-i taie capul, Saprichie zice:
– De ce mă omorâţi?
– Pentru că eşti creştin.
– Deci pentru asta? Atunci eu mă lepăd de Hristos…
Şi în timp ce îngerii îi pregăteau cunună, Saprichie, care nu l-a iertat pe Nichifor, a fost considerat nevrednic de mucenicie. L-a părăsit Harul lui Dumnezeu şi s-a lepădat de Hristos. În locul lui a murit martir – cine? – Nichifor, care avea o inimă bună şi dragoste. A mărturisit că este creştin şi a fost martirizat. Astfel, pe 9 februarie, în loc de mucenicul Saprichie, cinstim pomenirea mucenicului Nichifor. Înfricoşător acest exemplu! Arată că mai presus chiar decât mucenicia este să ierţi, să dai iertare din inimă. Dar este uşor? V-am spus, o pietricică este, un cuvânt este; dar se face chiar mai greu decât Olimpul şi Vitsi şi Gramo.
Oamenii nu iartă. Vreţi exemple? Nu vechi, ci noi. Nu a trecut multă vreme de când, într-un sat, un om foarte bătrân, de nouăzeci de ani, a murit. Se duce preotul – preot bun – acasă la el.
– Bătrâne, ce faci?
– Nu pot.
– Vrei să te împărtăşeşti?
– Vreau.
– Te vei împărtăşi, dar să-l chemăm pe acel om cu care ai ani întregi de când nu vorbeşti.
– Care? Acela? Aaa, nu-l iert. Spune-mi, părinţele, să fac orice altceva vrei. Să aprind lumânări, să ridic o biserică, să fac milostenie, să postesc. Pe ăsta nu-l iert.
– Bre, asta – bre, cealaltă – îi zicea preotul cu lacrimi. Nimic. Murea, avea să-şi dădea sufletul diavolului şi, totuşi, nu ierta.
Şi popoarele se urăsc. Asta va mânca omenirea. Nemţii nu-i iartă pe ruşi şi ruşii nu-i iartă pe nemţi. Există ţinerea de minte a răului. Dacă ar fi existat iertare, lumea ar fi fost un rai. Cel mai frumos cuvânt din Evanghelie este iertarea.
Omul nu iartă. Vreţi un alt exemplu? Nu sunt nici zece zile, de când am aflat că într-un sat nişte soţi se mănâncă. I-am chemat.
– Ce aveţi?
Femeia, smerită, a luminat-o Dumnezeu şi a spus:
– Eu sunt de vină. Îmi nedrepţăţesc de multe ori bărbatul, îl înjur, îl vorbesc de rău. Mă căiesc, îl rog să mă ierte – şi a căzut şi i-a făcut metanie. Un lucru rar ca femeia să accepte că greşeşte. Eu m-am emoţionat, am plâns. Să vezi o femeie tânără, o fată frumoasă, să îngenunchieze înaintea unui bărbat – care o înşela – şi să-i spună: Îţi cer să mă ierţi pentru toate câte ţi-am spus. Şi îngerii şi astrele se emoţionează. Ăsta? – Nu te iert!… Câte i-a făcut! Nu a iertat-o.

***

Aşa este lumea. Din nefericire, există familii, care au între ele pică, ţinerea de minte a răului, şi nu se iartă de ani de zile. Încearcă preotul şi mitropolia, dar ura se înveşniceşte de la părinţi la copii şi la nepoţi.
Omul care nu iartă nu este creştin. Este animal, fiară. Spun oamenii că dacă vreun copil îi face vreun rău cămilei, aceasta nu-l iartă. Pot să treacă ani şi, dacă-l va întâlni în cale, îl va lovi. Nu iartă. De aceea zicem: “Acest om e ca o cămilă, nu iartă; ţine adânc în el răzbunarea”. Dimpotrivă cel care iartă din inimă, seamănă – Cu cine? – Cu Dumnezeu. Cu Dumnezeu? Desigur.
Asta ne-o spune Evanghelia de astăzi. Pentru că Dumnezeu ce face? Iartă, iartă continuu. Este îndelung-răbdător, mult-milostiv şi mult-îndurat. Ce facem noi? În ceea ce ne priveşte e de vină celălalt, vecinul nostru, pentru că ne-a ispitit, pentru că animalul lui a intrat pe ogorul nostru…, pentru lucruri mici şi lipsite de importanţă. Dar cele pentru care noi suntem vinovaţi faţă de Dumnezeu sunt foarte mari. Suntem vinovaţi, păcătuim continuu. Păcătuim cu ochii noştri, cu urechile noastre, cu mâinile noastre, cu trupul nostru. Păcătuim ziua noaptea, la cafenea, pe drum, pe ogoare, păcătuim chiar şi în biserică. Cine poate să numere păcatele omului? Abis, “o mie de talanţi”, despre care zice Evanghelia de astăzi (Matei 18, 24), nenumărate sunt păcatele noastre. Un număr astronomic. “Cine va cerceta mulţimea păcatelor mele şi adâncurile judecăţilor Tale, Mântuitorule de suflete, Izbăvitorul meu?” (Troparul Cassianei Monahia, Slava… Laudelor din Sfânta şi Marea Miercuri).
Şi ce face Dumnezeu? Se ia după noi. Că dacă nu s-ar fi luat după noi, dacă pentru fiecare păcat pe care îl facem, pentru fiecare înjurătură auzită, ar fi căzut un trăsnet şi am fi fost arşi cu toţii. Ne iartă, ne iartă continuu păcatele noastre. De aceea şi noi să fin iertători. Asta cere de la noi.
Aşa cum El ne iartă păcatele noastre, cele mari şi nenumărate, aşa şi noi să-i iertăm pe ceilalţi. Nurorile pe soacre, soacrele pe nurori, bărbatul pe femeie, tatăl pe copil, sătenii pe consătenii lor. Daţi-mi, daţi-mi un sat unde există iertare, milă, iubire. Rai este. Daţi-mi un alt sat unde nu există iertare şi milă. Iad este. Iad este pământul pentru că şters cuvintele Hristosului nostru, necuprinsele şi veşnicile cuvinte: ”Să vă iubiţi unul pe altul” (Ioan 13, 34).

***

Iubiţii mei, Dumnezeu să dezrădăcineze din inima noastră spinul care se numeşte pomenirea răului, şi să sădească floarea cea cerească, iubirea Hristosului nostru. În felul acesta vom fi următori ai Aceluia, Care pe Cruce i-a iertat pe răstignitorii Săi. În felul acesta, vom putea să ne rugăm şi să zicem acel cuvânt groaznic: ”Şi ne iartă nouă greşelile noastre precum şi noi iertăm greşiţilor noştri” (Matei 6, 12). Altfel, suntem nişte mincinoşi şi ne batem joc de Dumnezeu cu toţii, şi cler şi popor.
Această făgăduinţă este condiţia iertării. Ierţi? Vei fi iertat. Nu ierţi? Mii de preoţi să-ţi facă pomeniri sau parastase, mii de episcopi şi patriarhi să se ducă la mormântul tău, nu vei fi iertat. Iartă deci, ca să fii iertat.

† Episcopul Augustin

(Omilia Mitropolitului de Florina, Părintele Augustin Kandiotis în Sfânta Biserica a Naşterii Născătoarei de Dumnezeu, în Kato Kleinon – Florina, 14.08.1977)

((trad. Frăţia Ortodoxă Misionară “Sfinţii Trei Noi Ierarhi” după http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=14385)

———————

2η ομιλία στο Ευαγγέλιο της Κυριακής, από το βιβλίο

του Γέροντος επισκόπου π. Αυγουστίνου “ΚΥΡΙΑΚΗ”

———————–

PREDICA MITROPOLITULUI AUGUSTIN DE FLORINA
LA DUMINICA A XI-A DUPĂ RUSALII
Matei 18, 23-35

O  SOCOTEALĂ!


Asemănatu-s-a împărăţia cerurilor omului împărat care a voit să se socotească cu slugile sale. Şi, începând să se socotească cu ele, i s-a adus un datornic cu zece mii de talanţi”
(Matei 18, 23-24
).

A fost, zice Hristos, un împărat. Un împărat bogat. Avea la palatul său curteni şi slujitori. Ei chiverniseau banii împăratului. Bani proprii nu aveau. Tot ce aveau era averea împăratului şi trebuiau s-o chivernisească cu atenţie şi onest, pentru că într-o zi împăratul avea să-i cheme şi să le ceară o socoteală exactă. Dar pentru că împăratul a întârziat să-i cheme, slujitorii au crezut că nu-i va mai chema niciodată şi că pot să facă ce vor.
Însă cât de mult s-au înşelat! A sosit ziua socotelii. Împăratul a poruncit să se înfăţişeze înaintea lui unul din slujitori. A venit slujitorul, dar inima îi tremura. pentru că ştia că nu fusese cum trebuie. Au deschis cărţile. Tot ce a primit slujitorul, tot ce a încasat şi tot ce a cheltuit, până la ultima drahmă, era scris în cărţi. Controlul care s-a făcut a demonstrat că slujitorul îi datora împăratului zece mii de talanţi, adică şaizeci de milioane de drahme de aur sau aproximativ un miliard de drahme actuale. O datorie uriaşă! Slujitorul a auzit şi a căzut în mare deznădejde, pentru că nu avea nimic. Şi era imposibil să achite această datorie. Ar fi trebuit să rămână pentru totdeauna în închisoare, fără nicio speranţă de a-şi achita datoria. Slujitorul cade la picioarele împăratului şi îl roagă cu lacrimi să-i dea un oarecare termen. Făgăduia, că-şi va plăti datoria. Împăratul, plin de dragoste şi îndurare, i-a fost milă de el şi i-a iertat toată datoria. Şi slujitorul, ca şi cum ar fi prins aripi la picioare, zbura de bucurie.
Dar pe când acest slujitor ieşea din palat, de acum liber de agonia datoriei, întâlneşte pe un alt slujitor. Acest slujitor îi datora o mică sumă, îi datora o sută de dinari, adică o mie cinci sute de drahme de astăzi. Cum l-a văzut, şi-a amintit ce trebuia să primească. Cere, deci, să i le dea acum. Acela nu avea. Dar acesta insista. Îl roagă să facă puţină răbdare ca să-i achite datoria. Plânge, cade la picioarele lui. Nimic. Sever şi lipsit de omenie l-a apucat de gât şi era cât pe ce să-l sugrume. La sfârşit, l-a aruncat în închisoare. Împăratul, când a aflat ce fel de comportament a arătat  primul slujitor celui de-al doilea, s-a mâniat foarte. A zis: –  Eu, să-i iert o datorie atât de mare, iar el să nu-i ierte celui împreună slujitor cu el o sumă atât de mică? Imediat şi-a retras graţierea pe care o făcuse, şi a poruncit să-l arunce pe acel slujitor aspru şi lipsit de omenie în închisoare.

***

Aceasta este, oarecum dezvoltată, pilda slujitorului ce datora zece mii de talanţi. Prin pildă, aşa cum ştim, Domnul una spune şi alta lasă a se înţelege. Din toate câte se zic în această pildă, vom ruga pe iubiţii noştri creştini să ia aminte la ce înseamnă datoria slujitorului, datoria celor zece mii de talanţi.
Datoria aceasta nu este materială. Nu sunt bani, nu sunt monezi de aur. Datoria aceasta, despre care vorbeşte pilda, este o datorie duhovnicească. Este o datorie, care – pe care omul şi-o face, atunci când încalcă poruncile Domnului, când nu foloseşte cum trebuie autoritatea pe care i-a dat-o Domnul peste diferite bunuri. Şi ce nu a dat Dumnezeu omului! I-a dat ochi ca să vadă, urechi ca să audă, picioare ca să se plimbe, mâini ca să lucreze. I-a dat sănătate. I-a dat minte ca să judece corect. I-a dat bunuri materiale, aer pentru respiraţie, apă pentru a se răcori, soare pentru a se încălzi, plante şi arbori ca să se desfăteze, animale ca să-i slujească. I-a dat timp preţios ca să lucreze, să-L adore pe Creatorul său şi să facă bine în lume şi semenilor săi.
Şi omul cum se comportă? Cum foloseşte bunurile materiale şi spirituale? Vai! Dacă s-ar face un control în mare, improvizat, acest control va demonstra că omul nu face o chivernisire bună a bunurilor lui Dumnezeu. Face abuz, exces, risipeşte bogăţia lui Dumnezeu. Trăieşte fără a se gândi la răspunderea pe care o are. Zi de zi păcătuieşte. Trupul lui slujeşte păcatului. Ochii lui văd cele ruşinoase. Urechile lui aud lucruri care nu s-ar cuveni să se audă. Limba lui spune minciuni, judecă osândeşte, dezbină, calomniază, blesteamă şi huleşte pe Dumnezeu. Mâinile lui fură, lovesc şi ucid. Picioarele lui aleargă la cluburi păcătoase. Tot gândul lui este numai la ce este rău. Timpul lui este pierdut. Într-o zi, nu dispune nici de o oră să se ducă la biserică. Nu dispune de puţin timp să-şi facă rugăciunea. Nu dispune de zece minute pe zi ca să citească Sfânta Scriptură. Un “mulţumesc” nu zice. Este şi nemulţumitor faţă de Dumnezeu, şi aspru şi lipsit de omenie faţă de semeni. Dacă cineva însetează, nu-i oferă un pahar de apă. Dacă cineva flămânzeşte, nu-i dă o bucată de pâine. Dacă cineva e gol şi tremură de frig, nu-i dă o haină ca să se acopere. Dacă sunt bolnavi, nu-i vizitează. Dacă sunt nedrepţăţiţi, nu-i apără. Pe orfani şi pe văduve nu-i ocroteşte. Este aspru şi fără omenie. Răul pe care i l-a făcut altul nu-l iartă. Până la moarte ţine ură.
Să mergem mai departe şi să cercetăm mai profund viaţa oamenilor? Din ce în ce mai multe păcate noi vor apărea. Datoria toată va creşte şi numărul păcatelor va depăşi cele zece mii de talanţi, va depăşi nisipul mării. “Cine va cerceta mulţimea păcatelor mele, Mântuitorule de suflete, Izbăvitorul meu?!”.

***

Unde sunt acum cei care zic şi se laudă că nu au păcate şi că sunt mai buni decât toţi oamenii? Nefericiţii! Le lipseşte ”Cunoaşte-te pe tine însuţi!”. Le lipseşte cunoaşterea şi simţământul păcatelor lor. Le lipseşte frica de Dumnezeu. Dacă însă ar fi stat să studieze Sfânta Scriptură şi ar fi cunoscut voia lui Dumnezeu, micile şi marile porunci ale Legii dumnezeieşti, şi s-ar fi cercetat pe ei înşişi, atunci ar fi văzut cât de mult rătăcesc. Atunci s-ar fi îngrozit. Şi cum să nu se-ngrozească?
Cum să nu ne îngrozim noi, toţi oamenii! Pentru că omul, oricât de sfânt s-ar considera, nu poate să-şi achite singur datoria păcatelor lui. Ce zic? Nu toată datoria, dar nici un păcat din cele care sunt considerate mici şi fără importanţă. O sută de ani să pustniceşti într-o peşteră, să posteşti şi să faci mii de rugăciuni, nu ajunge ca să ţi se ierte nici măcar un păcat. Dacă ar fi putut omul să se mântuiască singur, n-ar fi venit Hristos în lume. A venit şi a ridicat pe umeri Săi păcatele noastre ale tuturor şi cu Cinstitul Său Sânge a achitat datoria noastră. Păcătoşii sunt de acum liberi şi iertaţi. Un singur lucru ne cere Multmilosârdul Domn: Să dăm şi noi iertare celor care ne-au greşit. Ne-a dăruit El un miliard? Să dăruim şi noi celuilalt o drahmă! Este drept şi cuviincios. N-o facem? Atunci vom rămâne neiertaţi. Cine va fi vinovat atunci? Noi şi nimeni altul.

(trad. Frăţia Ortodoxă Misionară “Sfinţii Trei Noi Ierarhi”,
din cartea “Kyriaki”, Atena, 1998, pp. 143-148)

Η Κοιμησις της Θεοτοκου

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 4th, 2010 | filed Filed under: ΜΗΝΥΜ. ΠΑΡΑΛ. ΠΡΟΩΘ.

Η Κοιμησις της Θεοτοκου

Ὁμιλία π. Ἀθανάσιου Μυτιληναίου

Κοιμησ. ΘεοτἩ Κοίμησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀποτελεῖ ἕνα σκάνδαλο γιὰ κάθε αἱρετικὸ ἢ ὀρθολογικὰ σκεπτόμενο «ὀρθόδοξο», ποὺ θέλει νὰ πιστέψει καὶ νὰ ἐξηγήσει τὰ πάντα μὲ βάση μόνο τὴν …Ἁγία Γραφή! Διότι, ἡ Ἁγ. Γραφὴ καὶ οἱ ἀρχαῖες πηγὲς τῆς Ἐκκλησίας δὲν μᾶς παραδίδουν τίποτα περὶ τῆς Κοιμήσεως καὶ Ἀναστάσεως τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὰ ὁποῖα μιλᾶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση. Καὶ ὅμως, ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, κατέχει σπουδαιότατη θέση στὸν ἑορτολογικὸ κύκλο καὶ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκλησίας μας, σὲ μεγάλο βαθμό, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ δευτερεῦον, βέβαια, γεγονός, πὼς κατὰ τὴν Δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος ―ποὺ ἑορτάζεται μέσα στὴν δεκαπενθήμερη νηστεία-προετοιμασία γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως― δὲν γίνεται κατάλυση κρέατος, ἀλλὰ μόνο ἰχθύος!
Ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, λοιπόν, εἶναι καὶ μιὰ ἀπόδειξη ὅτι ἡ Ἐκκλησία «κεῖται ὑπεράνω» μιᾶς ἀντικειμενοποιημένης Ἁγίας Γραφῆς, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται καὶ στὴν Ἱερὰ Παράδοση, ὅπως τὴν διαμόρφωσαν οἱ ἔχοντες τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως Ἅγιοι· σὲ ἀντίθεση δέ, μὲ ὅσα διδάσκουν καὶ πιστεύουν οἱ αἱρετικοί, ἡ Ἐκκλησία διέσωσε καὶ ἑρμηνεύει σωστὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ διὰ μέσου τῶν θεοφόρων Ἁγίων καὶ Πατέρων της, οἱ ὁποῖοι καὶ ἐθέσπισαν, φωτισθέντες ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν μὴ μαρτυρούμενη στὴν Ἁγία Γραφὴ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως καὶ ὅλη τὴν θεολογία ποὺ τὴν συνοδεύει, ὅπως μᾶς τὴν παρουσιάζει ὁ μακαριστὸς π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος στὴν παρακάτω ὁμιλία, 010 Η THEOTOKOS, 14-08-1981.mp3 ποὺ πήραμε ἀπὸ τὸν ἱστότοπο:
pantocrator.info/gr/modules.php?name=Downloads&d_op=viewdownload&cid=55
Στὴν ὁμιλία αὐτὴ μᾶς ἐξηγεῖ γιὰ τὴν Μετάσταση καὶ Ἀνάσταση τῆς Θεοτόκου, ἡ ὁποία συνέβαλε στὴν σωτηρία ὄχι μόνο τῶν ἀνθρώπων, μὰ καὶ τῶν ἀγγέλων καὶ ὅλης τῆς κτίσεως.

Τὸ κείμενο τῆς ὁμιλίας τοῦ π. Ἀθανασίου (μὲ ἐλάχιστες συντομεύσεις) ἔχει ὡς ἑξῆς:
Ἀπὸ τὰς θεομητορικὰς ἑορτάς, ἀγαπητοί, ξεχωρίζει ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ περιλαμβάνει, πρῶτον, τὸν θάνατον καὶ τὴν ταφήν της καὶ δεύτερον, τὴν Ἀνάστασίν της καὶ τὴν Μετάστασίν της εἰς τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά, τῆς ἑορτῆς, περιλαμβάνονται κατὰ ἕναν θαυμαστὸν τρόπον εἰς τὸ πρῶτον τροπάριον τῆς Λιτῆς, τὸ ὁποῖον ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἔπρεπε τοῖς αὐτόπταις τοῦ Λόγου καὶ ὑπηρέταις, καὶ τῆς κατὰ σάρκα Μητρὸς αὐτοῦ, τὴν Κοίμησιν ἐποπτεῦσαι…»: Ἔπρεπε, λέγει, εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι στάθηκαν αὐτόπται τοῦ Θεοῦ Λόγου, …οἱ περιγράψαντες τὴν ζωήν του, ἔπρεπε νὰ σταθοῦν καὶ αὐτόπται καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ καὶ νὰ ἐποπτεύσουν τὴν δικήν της τὴν Κοίμησιν·
«…τελευταῖον οὖσαν ἐπ’ αὐτῇ μυστήριον»: καὶ τὸ ὁποῖον -ἡ Κοίμησίς της- εἶναι τὸ τελευταῖον εἰς αὐτὴν μυστήριον. Ἀπ’ ὅλα τὰ μυστήρια τὰ ὁποῖα συνέβησαν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἀπὸ τὸν Εὐαγγελισμὸν ἕως τὴν Ἀνάστασίν της καὶ τὴν Ἀνάληψίν της·
«… ἵνα μὴ μόνον τὴν ἀπὸ γῆς τοῦ Σωτῆρος ἀνάβασιν θεάσωνται, ἀλλὰ καὶ τῆς Τεκούσης αὐτὸν τῇ μεταθέσει μαρτυρήσωσι»: ὥστε νὰ μὴν εἶναι μόνον μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως καὶ Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἀναστάσεως καὶ Ἀναλήψεως καὶ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου·
«…Διόπερ πάντοθεν, θείᾳ δυνάμει περαιωθέντες, τὴν Σιὼν κατελάμβανον»: γι’ αὐτὸ τὸ λόγο, οἱ αὐτόπται καὶ ὑπηρέται τοῦ Θεοῦ Λόγου ἔπρεπε νὰ βρίσκονται παρόντες εἰς τὴν Σιών. Ἔπρεπε λοιπόν, ὅλοι αὐτοὶ νὰ ἔρθουν εἰς τὴν Σιών, εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ·
«…καὶ πρὸς οὐρανὸν ἐπειγομένην, προέπεμπον τὴν ἀνωτέραν τῶν Χερουβίμ»: Αὐτὴ ἡ ὁποία θὰ ἀνήρχετο στὸν οὐρανόν, αὐτὴν ἀκριβῶς θὰ προέπεμπον ὡς ἀνωτέραν τῶν Χερουβίμ·
«ἣν καὶ ἡμεῖς, σὺν αὐτοῖς προσκυνοῦμεν, ὡς πρεσβεύουσαν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Πολὺ ὡραῖα μᾶς τὰ λέγει τὸ τροπάριον αὐτὸ τῆς Λιτῆς, ποὺ περιλαμβάνει ὅλον τὸ περιεχόμενον τῆς ἑορτῆς. Καὶ πράγματι, ἡ Παράδοσις μᾶς λέγει, ―διότι ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ἀναφέρει τίποτε ἀπὸ τὸν θάνατον, τὴν ταφήν, τὴν ἀνάστασιν καὶ τὴν ἀνάληψιν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, παρὰ μόνον ἡ Παράδοσις μᾶς διασώζει― ὅτι τρεῖς ἡμέρες πρὸ τοῦ θανάτου της, ὁ Υἱός της, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἔστειλε εἰς αὐτὴν ἄγγελον καὶ τὴν εἰδοποίησε ὅτι θὰ ἀπέλθει τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ἐκείνη, μόλις ἔλαβε τὴν πληροφορίαν, ἀνῆλθεν εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ποὺ κατὰ τὴν συνήθειάν της ἐπήγαινε συχνὰ καὶ προσηύχετο, ἀνῆλθεν ἐκεῖ καὶ προσηυχήθη, καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ σπίτι της ―εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα― καὶ ἑτοιμάστηκε διὰ τὴν ἀναχώρησίν της.
Λίγο πρὶν τὴν ἀναχώρησίν της, κατὰ θαυμαστὸν τρόπον, οἱ Ἀπόστολοι ἦρθαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὁποιοδήποτε σημεῖο τῆς οἰκουμένης καὶ ἂν εὑρίσκοντο. Μάλιστα στὴν εἰκονογραφία δείχνει τοὺς Ἀποστόλους νὰ καταφθάνουν στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ νεφέλη, μ’ ἕνα σύννεφο…
Αὐτοὶ ἦλθαν ὅλοι διὰ νὰ προπέμψουν τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ νὰ σταθοῦν μάρτυρες τοῦ ἀληθινοῦ θανάτου της, τῆς ἀληθινῆς ἀναστάσεώς της καὶ τῆς ἀληθοῦς μεταστάσεώς της εἰς τοὺς οὐρανούς. Κι ὅταν ἔφθασαν, ἐκείνη τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς χαιρέτησε. Καὶ τότε, ὅπως ἐκείνη θέλησε, εἰς τὸ κλινίδιόν της ―εἰς τὸ μικρό της τὸ κρεβάτι― ἔπεσε καὶ ἐκοιμήθη, δηλαδὴ ἀπέθανε.
Καὶ τότε, οἱ μαθηταὶ καὶ ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου, μαζὶ μὲ τοὺς Ἱεράρχας …τὴν ἔθαψαν…Καὶ ἐκεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅταν ἐτάφη, ἕνας ἐκ τῶν μαθητῶν κατά τὴν Παράδοσιν, ἔλειπε. Κατ’ οἰκονομίαν ἦτο πάλιν ὁ Θωμᾶς.
Γιατὶ ἔλειπεν ὁ Θωμᾶς στὴν πρώτην ἐμφάνισιν τοῦ Κυρίου στοὺς μαθητάς; Ἀκριβῶς, γιὰ νὰ διαπιστωθεῖ κατὰ τὸν καλύτερον τρόπον ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι καὶ τώρα λείπει ὁ Θωμᾶς, ὁ ὁποῖος καταφθάνει τὴν τρίτην ἡμέραν. Καὶ τότε τοῦ εἶπαν οἱ ἄλλοι μαθηταί, ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου ἐκοιμήθη. Ἐκεῖνος ἐπεθύμησε νὰ προσκυνήσει τὸ τίμιον λείψανόν της καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν τάφον… Καὶ τότε ὅταν πῆγαν εἰς τὸν τάφον… ἔλειπε τὸ σῶμα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ὑπῆρχε μόνον τὸ σινδόνι ποὺ ἦτο τυλιγμένη. Καὶ ἐκεῖ ἀντελήφθησαν ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶχεν ἀναστηθεῖ καὶ ἀναληφθεῖ εἰς τοὺς οὐρανούς.
Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς τονίζεται εἰς τὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, τὴν ὁποίαν ἔχουμε μπροστά μας, ὅταν προσκυνοῦμε· καὶ αἰσθανόμαστε κάτι τὸ ἐντελῶς ξεχωριστό, ὅτι, ἐκείνη ποὺ ἔδωσε τὸ σῶμα της εἰς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ γίνει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, αὐτὴ ἔγινε τὸ κεφάλαιον, δηλαδὴ ἡ βάσις τῆς σωτηρίας μας και ὄχι μόνον τῆς σωτηρίας τῆς ἰδικῆς μας, ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ σωτηρία καὶ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀλλὰ καὶ ὁλοκλήρου τῆς ἀλόγου κτιστῆς δημιουργίας. Δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν δὲ ποτὲ νὰ μείνει στὸν τάφον ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, καὶ τὸ σῶμα ἐκεῖνο, ποὺ ἔδωκε τὴν ἀνθρωπίνην ζωὴν εἰς τὸν ζωοδότην Θεὸν καὶ Δημιουργὸν τῶν πάντων, νὰ ὑποστεῖ τὴν φθοράν, διότι ἀπὸ τὰ σπλάχνα της ἐπῆρε ὁ Θ. Λόγος καὶ ἀφθάρτησε τὴν δική του ἀνθρωπίνη φύση…
Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἀκολουθεῖ τὴν ἰδίαν πορείαν τὴν ὁποίαν ἠκολούθησε καὶ ὁ Υἱός της, ὁ ὁποῖος ἀπέθανεν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ πραγματικά, ἐτάφη πραγματικά, ἀνέστη πραγματικὰ καὶ ἐψηλαφήθη καὶ ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανοὺς ἐνώπιον ἑκατοντάδων μαρτύρων. Τὴν ἰδίαν πορείαν ἀκολουθεῖ ἡ μητέρα Του. Εἶναι τὸ πρῶτον λογικὸν κτῖσμα ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινον γένος ποὺ ἀκολουθεῖ αὐτὴν τὴν πορείαν καὶ εἰσέρχεται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, δεδομένου ὅτι κανεὶς ἀκόμη, ἀπὸ ὅσους ἐπίστευσαν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, δὲν ἔφτασε εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἀκόμη δὲν ἔγινε ἡ Ἀνάστασις τῶν νεκρῶν.
Σημειώσατε ὅτι οὔτε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, οὔτε οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι βρίσκονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι (βρίσκονται) εἰς τὸν Παράδεισον, εἰς τὸν χῶρον ἐκεῖνον ποὺ ὡς ψυχὲς ἀναμένουν τὴν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν.
Ἀλλ’ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐπῆρε τὸ σῶμα της, τὸ παλαιό της σῶμα, ἄφθαρτο καὶ ἀθάνατο, τὸ ὁποῖο ὁδήγησε ὁ Υἱός της εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. (Οὔτε ὁ προφήτης Ἠλίας, οὔτε ὁ Ἐνώχ, οὔτε ὁ ληστὴς εἶναι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ληστὴς ἀπέθανε, ἐτάφη καὶ τὸ σῶμα του ὑπέστη φθοράν, δὲν ἀνεστήθη, εἶναι εἰς τὸν παράδεισον). Εἶναι συνεπῶς τὸ πρῶτον κτῖσμα, ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ποὺ εἰσέρχεται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς εἶναι μία δευτέρα μαρτυρία, μετὰ τὴν ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, μία μαρτυρία ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνεστήθη καὶ ὅτι πραγματικὰ θὰ ἀναστηθοῦμε καὶ θὰ εἰσέλθομεν εἰς τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τοῦτο δέ, τὸ βλέπομεν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν μητέρα Του, ἡ ὁποία πλέον ἄφθαρτη καὶ ἀθάνατη μὲ ὅλη της τὴν ἀνθρωπίνη φύση βρίσκεται εἰς τὸν οὐρανόν.
Γιὰ μᾶς συνεπῶς, ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ νηστεύομεν ξέρετε γιὰ νὰ προϋπαντήσουμε τὸ γεγονός, ὄχι διὰ νὰ πενθήσουμε τὴν Κοίμησιν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ―ἄπαγε τῆς βλασφημίας…―, ἀλλὰ γιὰ νὰ καθαρθοῦμε καὶ νὰ προετοιμαστοῦμε νὰ προϋπαντήσουμε τὴν ἀνάστασιν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ ὁποία εἶναι παιδὶ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, εἶναι ἀπὸ τὸ αἷμα μας, εἶναι ἀπὸ τὴ σάρκα μας, εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ποὺ ἀναστήνεται, ἀφθαρτίζεται καὶ εἰσέρχεται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ μᾶς συνεπῶς, ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως εἶναι ἕνα δεύτερον Πάσχα. Εἶναι ὁ ἀπόηχος ἐκείνου τοῦ Πάσχα, ὅπως θὰ λέγαμε, ὅτι τὸ Πάσχα ―ὅπως λέγει ὁ Κανὼν τοῦ Πάσχα― δὲν εἶναι τι ἄλλο, παρὰ μίας «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν». Ἔ, καὶ ἡ ἑορτὴ αὐτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου εἶναι ἕνα Πάσχα μιᾶς ἄλλης βιοτῆς, εἶναι ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς αἰωνίου ζωῆς. Κι αὐτὸ γιὰ μᾶς εἶναι τεράστιο.
Ἀγαπητοί μου, ἡ Κοίμησις γιὰ μᾶς εἶναι ἕνας σταθμός. Μποροῦμε νὰ χαίρουμε πιά: ἐμπῆκε τὸ νερὸ στ’ αὐλάκι. Ἡ φθαρτότης μπῆκε στὴν ἀφθαρσία καὶ ἡ θνητότητα μπῆκε εἰς τὴν ἀθανασία. Στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔχουμε τὴν μεγάλην ἐλπίδα. Ἀπαρχὴ ὁ Χριστὸς, λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Καὶ ὁ πρῶτος καρπὸς αὐτῆς τῆς ἀπαρχῆς εἶναι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος. Γιὰ μᾶς εἶναι μεγάλη ἐλπίδα, εἶναι μεγάλη χαρά. Πρέπει λοιπόν, νὰ ζοῦμε αὐτὴν τὴν χαρά.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι «ἡ ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν». Οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μὲ χαρά τὴν ὑποδέχονται, γιατὶ ξέρουν ὅτι εἶναι καὶ ἡ δική τους σωτηρία.
Τί θὰ πεῖ σωτηρία; Θὰ πεῖ: νὰ ἴδω τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι ἡ σωτηρία. Κι ἂν ἐρωτήσετε: γιατί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀγγέλων; θὰ σᾶς ἀπαντοῦσα. Γιατὶ οἱ ἄγγελοι δὲν εἶχαν δεῖ ποτὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Καὶ τώρα, ποὺ ὁ Θεὸς Λόγος ἐνηνθρώπησε, εἶδαν τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος πῆρε τὴ σάρκα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Νὰ γιατί, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εἶναι καὶ ἡ σωτηρία τῶν ἀγγέλων, ὄχι μόνο τῶν ἀνθρώπων, γιατὶ θὰ δοῦμε, εἴδαμε ἤδη, τὸ πρόσωπον τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας… Ἀπομαγνητοφώνηση: Σ. Π.

Θεσσαλονίκη, 12 Αὐγούστου 2010
Γιὰ τὴν «Φιλορθόδοξο Ἕνωσι “Κοσµᾶς Φλαµιᾶτος”»
Ὁ Πρόεδρος Λαυρέντιος Ντετζιόρτζιο
Ὁ Γραµµατέας Παναγιώτης Σηµάτης

ΚΑΤΑΓΓΕΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΡΒΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 4th, 2010 | filed Filed under: EKKΛΗΣΙΑΣΤ. ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΣΕΡΒΙΑ

normal_Karatom.4Ο δικηγόρος του Εκκλησιαστικού Δικαίου Ζέλικο Kotor έκανε καταγγελία, στο Υπουργείο Θρησκευμάτων της Σερβίας εναντίον του Πατριαρχείου της Σερβίας, για καταπάτηση των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας, αλλά και για καταπάτηση νόμων του κράτους και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για τον σκοπό αυτό κατέθεσε μια σειρά εγγράφων, με παραπομπές στους νόμους του κράτους και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καταπατήθηκαν.

Κάνουμε παρέκβαση, για να μη σκανδαλίζονται οι πιστοί.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός προφήτευσε για την εμφάνιση αυτών των ρασοφόρων.
Προφητεία 57.  «Οι κληρικοί θα γίνουν οι χειρότεροι και οι ασεβέστεροι όλων» (σελ. 342, βιβλίο «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ», του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, 29η έκδοση)

Ο δικηγόρος του εκκλησιαστικού δικαίου Ζέλικο Kotor αναφέρει μιά σειρά νόμων, άρθρων, παραγράφων του Συντάγματος που καταπατήθηκαν από το Σέρβικο Πατριαρχείο και καταθέτει στο Υπουργείο πλήθος αποδεικτικών στοιχείων. Μπορεί όποιος θέλει να τα διαβάσει σε Σέρβικες ιστοσελίδες και στην ιστοσελίδα των μοναχών·

http://www.mancr.org

Μεταξύ των άλλων καταγγέλλει·

episk. Artemios istΣυνήλθε η Διαρκής Σύνοδος των 5 επισκόπων [ονομάζεται κατ’ αυτους Σέρβικη Ιερά Σύνοδο, αλλά στην πραγματικότητα είναι 5 υπάλληλοι επίσκοποι, που επί πολλά χρόνια παραμένουν οι ίδιοι, γι’ αυτό διεφθάρησαν]. Συνήλθαν εν κρυπτώ, στις 11-2-2010 για να δίκασαν και να κατεδικάσουν τον επίσκοπο Αρτέμιο, χωρίς ο ίδιος να το ξέρει! Και αποφάσισαν την απομάκρυνσή του από τον επισκοπικό θρόνο!!!
Και εμείς ερωτούμε· Σε ποιον κανόνα το βρήκαν αυτό; Από τα μυαλά τους το έβγαλαν ή τον δανείστηκαν από την Παπική εκκλησία, αφού η Ορθόδοξη Εκκλησία απαγορεύει να δικαστεί ερήμην όχι μόνο επίσκοπος, αλλά ούτε και κληρικός;
Η απόφαση κρατήθηκε μυστική και ο επίσκοπος Artemije προσκλήθηκε στη δεύτερη σύνοδο, που πραγματοποιήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2010, για να του ανακοινωθεί απλώς η απόφαση (131).
Στον επίσκοπο Αρτέμιο δεν δόθηκε το δικαιώματα της άμυνας, (που έχει κάθε πολίτης), ούτε του επιτράπη να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία, για την αθωότητά του, τα οποία εγγυάται το Σύνταγμα της Σέρβικης Δημοκρατίας (RS), το άρθρο 33 st. 4ο και 5.
Στην περίπτωση του επισκόπου Αρτεμίου παραβιάστηκε το δικαιώμα και της ελευθερίας των πολιτών, που είναι υποχρεωμένο να διασφαλίσει το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Σερβίας, το άρθρο 32 и 33. και 33, καθώς και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, το άρθρο 6 του 1950 στη Ρώμη. Το έτος αυτό ταξινομήθηκε το παραπάνω άρθρο στην κατηγορία των δικαιωμάτων σε δίκαιη δίκη….
Στην συνέχεια ο δικηγόρος του Εκκλησιαστικού Δικαίου καταγράφη σειρά παραβάσεων και δικτατορικών ενεργειών εναντίον του επισκόπου Αρτεμίου·

Αναφέρουμε μερικές

-Ο Επίσκοπος Αρτέμιος δικάστηκε και καταδικάστηκε ερήμην, από μια μικρή Σύνοδο επισκόπων, εκτελώντας παρανόμως χρέη εισαγγελέα και δικαστών.
-Κρατήθηκε μυστική η απόφαση.
-Ανακοινώθηκε στον επίσκοπο στις 13-2-2010 ως τελεσίδικη απόφαση, χωρίς να του δωθεί το δικαίωμα να απολογηθεί ή να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία για την αθωότητά του. Την ίδια στιγμή και ενώ βρίσκονταν στο Βελιγράδι και του ανακοίνωναν την απόφαση, έστειλαν τον συνταξιούχο δεσπότη Αθανάσιο Γ
ιέφτιτς και κατέλαβε την Μητρόπολή του, εκτελώντας χρέη διαχειριστή· πράγμα που απαγορεύουν και οι ιεροί κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο επίσκοπος Αρτέμιος όταν επέστρεψε από το Βελιγράδι του ανακοινώθηκε· ότι του απαγορεύεται η είσοδος στην Μητρόπολή του!
– Παραβίασαν το δικαίωμα του επισκόπου Αρτεμίου, το οποίο κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Σερβίας, το άρθρο 33 st. 1η, να ενημερώνεται για τα στοιχεία που συλλέγονταν εις βάρος του.
-Του απαγόρευσαν την ελευθερία κινήσεως. Τον έκλεισαν σε ένα μοναστήρι και δεν του επέτρεπαν να πάει πουθενά, χωρίς την άδεια του διαχειριστεί!!!
-Δεν του έδωσαν το δικαίωμα που έχει κάθε πολίτης, να επιλέξει τον τόπο της διαμονής του.
-Τον συνταξιοδότησαν παρανόμως……….
M’ άλλα λόγια η Σύνοδος των Επισκόπων όχι μόνο παρανόμησε και παραβίασε τους ιερούς κανόνας της Εκκλησίας, αλλά παραβίασε και τους νόμους του κράτους και τα ανθρώπινα δικαιώματα που ασφαλίζει το Σύνταγμα της Σέρβικης Δημοκρατίας.

Μεταμορφωσις του Σωτηρος/Schimbarea la Faţă a Mântuitorului

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 2nd, 2010 | filed Filed under: Român (ROYMANIKA), εορτολογιο, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος

6 Αὐγούστου

Υπακοη στο θελημα του Θεου

«Καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῆς νεφέλης λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπη­τός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5)

METAMOΡΦΩΣΕΩΣ ΣΩΤΗΡΟΣΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΜΑΣ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὴ στὸν κόσμο. Ὅσο διαφέρει τὸ διαμάντι ἀπὸ τὰ χαλίκια, τόσο διαφέρει ἡ δική μας θρησκεία ἀπ᾽ ὅλες τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου. Καὶ εἶνε ἡ μόνη ἀληθινή, διότι αὐτὸς ποὺ ἵδρυσε τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία δὲν εἶνε ἕ­νας ἄνθρωπος ὅπως ὅλοι ἐμεῖς, ἀλλὰ εἶνε Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς εἶνε Θεός. Τὸ φωνάζουν οἱ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, οἱ προφῆται, μυριάδες ἄνθρωποι· τὸ φωνάζουν καὶ τὰ ἀμέτρητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα θαύματά του εἶνε αὐτὸ ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα· ἡ Μεταμόρφωσις.
Ἂς δοῦμε μὲ λίγα λόγια τὸ θαῦμα αὐτὸ καὶ τί μᾶς διδάσκει.

* * *

Ὅταν ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παν­α­γία, φαινόταν στὸν κόσμο σὰν ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος, σὰν ὁ πιὸ φτωχὸς ἄνθρωπος. Ὅ­λοι ἐμεῖς κάποιο σπιτάκι ἔχουμε, κανείς δὲν εἶνε ἄστεγος· ἐκεῖνος δὲν εἶχε ποῦ νὰ μείνῃ. Ὅταν κάποιος θέλησε νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ, ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Τὰ πουλιὰ κ’ οἱ ἀλεποῦδες ἔχουν φωλιές, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔ­χει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ», δὲν ἔχει ποῦ νὰ γείρῃ τὸ κεφάλι του (Ματθ. 8,20· Λουκ. 9,58). Ροῦχα πολυτελῆ δὲ φοροῦσε, λεπτὰ στὴν τσέπη δὲν εἶχε, μὲ τὰ πόδια βάδιζε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ γιὰ νὰ κηρύξῃ τὸ εὐαγγέλιο. Βλέπον­τάς τον λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι ἔτσι, δὲν μποροῦσαν νὰ φανταστοῦν ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν ταπεινὴ αὐτὴ ἐμφάνισι κρύβεται τὸ θεῖο μεγαλεῖο, κρύβεται ἡ θεότης.
Ξέρετε τί ἔκανε ὁ Χριστός; Κάτι σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε κάποτε ἕνας βασιλιᾶς τῆς ῾Ρωσίας πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, τὸν καιρὸ τῶν τσάρων. Αὐτὸς μέσα στὸ παλάτι φοροῦσε κορώνα στὸ κεφάλι, ἦταν ντυμένος τὴ στολὴ μὲ τὰ σπαθιὰ καὶ τὰ διάσημα, κι ὅταν ἔβγαινε ἔξω ὅλοι τὸν προσκυνοῦσαν. Καταλάβαινε ὅμως, ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶνε τυπικὰ καὶ κρύβουν ὑποκρισία. Γι᾽ αὐτὸ τί ἔκανε· μιὰ νύχτα ἔβγαλε τὴν κορώ­να, τὰ σπαθιὰ καὶ τὰ μεταξωτὰ ροῦ­χα, ντύθηκε τὰ ροῦχα ἑνὸς ζητιάνου, πῆρε ἕ­να ῥαβδὶ καὶ ξυπόλητος ἄρχισε νὰ περιοδεύῃ ἀνάμεσα στοὺς ὑπηκόους του. Ὅλοι τὸν ἔ­διω­χναν, ἔβαζαν καὶ τὰ σκυλιὰ νὰ τὸν κυνηγοῦν· κανείς δὲ φανταζόταν, ὅτι κάτω ἀπ᾽ τὰ κουρέλια κρύβεται ὁ αὐτοκράτωρ πασῶν τῶν ῾Ρωσιῶν· μόνο μιὰ καλύβα ἔξω ἀπ’ τὴ Μόσχα ἄνοιξε καὶ τὸν δέχτηκε… Κάτι παρόμοιο λοι­πὸν ἔκανε καὶ ὁ Χριστός μας. Δὲν παρουσιάστηκε πάνω στὴ γῆ ὡς βασιλεὺς τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, μὲ τὸ ἐκθαμβωτικὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητός του. Παρουσιάστηκε ὡς ἕνας φτωχὸς κοινὸς ἄνθρωπος, καὶ γι᾽ αὐτὸ λίγοι τὸν πίστεψαν.
Ἀλλὰ σήμερα, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, ὁ Χριστὸς ἔδειξε ὅτι εἶνε Θεός. Πῶς τὸ ἔδειξε; Μὲ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε. Ἡ Μεταμόρφωσις εἶνε ἕνα θαῦμα διαφορετικὸ ἀπὸ τὰ ἄλλα. Ἔκανε θαύματα ὁ Χριστὸς στὴ φύσι· στὴ θάλασσα, στὴν ξηρά, στὰ δέντρα, σὲ πολλὰ κτίσματά του· ἀλλὰ τὸ θαῦμα αὐτὸ τὸ ἔκανε πάνω στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Δηλαδή;
Πῆρε τοὺς τρεῖς μαθητάς, τὸν Πέτρο τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, κι ἀνέβηκαν σ᾽ ἕνα ψη­λὸ βουνό, ποὺ μέχρι σήμερα ὑπάρχει καὶ αὐ­τὴ τὴν ἅγια ἡμέρα ἀνεβαίνει ἐκεῖ ὁ πατρι­άρχης τῶν ῾Ρωμαίων – τῶν Ἑλλήνων καὶ γίνεται πάντοτε θεία λειτουργία εἰς τιμὴν καὶ μνή­μην τοῦ γεγονότος. Ἐνῷ λοιπὸν ὁ Χριστὸς ἦ­ταν στὸ Θαβὼρ μὲ τοὺς τρεῖς μαθητάς, ξαφνι­κὰ τί ἔγινε· τὸ ταπεινό του πρόσωπο, ποὺ δὲν διέφερε ἀπὸ τὸ πρόσωπο κάθε ἀνθρώπου, ἄ­στραψε σὰν τὸν ἥλιο, λὲς καὶ κατέβηκε ὁ ἥ­λιος κάτω στὴ γῆ, καὶ τὰ φτωχά του ροῦχα, ποὺ ὕφανε στὸν ἀργαλειὸ ἡ Παναγία, ἔγιναν λευκὰ σὰν τὸ φῶς. Ἦταν μία θεία μεγαλοπρέ­πεια! Δίπλα του, δεξιὰ καὶ ἀριστερά, παρουσι­άστηκαν δυὸ γνωστὲς φυσιογνωμίες καὶ συν­ωμιλοῦσαν μαζί του· ὁ ἕνας ἦταν ὁ Μω­υσῆς, πού ᾽χε πεθάνει πρὶν δυὸ χιλιάδες χρόνια, καὶ ὁ ἄλλος ὁ Ἠλίας, ποὺ τὸν πῆρε στὸν οὐ­ρανὸ ὁ Θεὸς ὅπως γνωρίζουμε. Ὁ Πέτρος ἔκ­θαμβος λέει· Ἐδῶ νὰ μείνουμε, Κύριε, νὰ μὴν κατεβοῦ­με πλέον κάτω (μπροστὰ σ’ ἐκεῖνο τὸ θέ­αμα λησμόνησε γυναῖκα, παιδιά, συγγενεῖς)· ἂν θέλῃς, νὰ φτειάξουμε τρεῖς σκηνές· μία γιὰ σέ­να, μία γιὰ τὸ Μωυσῆ, καὶ μία γιὰ τὸν Ἠ­λία (γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν ἤθελε τίποτε· τοῦ ἔ­φτανε ποὺ ἔβλεπε τὸ Χριστό). Κ’ ἐνῷ ἔ­λεγε αὐ­τά, μιὰ νεφέλη, ἕνα σύννεφο φωτεινό, τοὺς σκέπασε, κι ἀπὸ τὴ νεφέλη ἀκούστηκε φωνὴ νὰ λέῃ· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπη­τός, ἐν ᾧ εὐ­δόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5). Μόλις οἱ τρεῖς μαθηταὶ ἄκουσαν τὰ λόγια αὐ­τά, ἔπεσαν ἔντρομοι μὲ τὸ πρόσωπο στὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς πλησιάζει, τοὺς ἀγγίζει καὶ λέει· «Σηκω­θῆτε καὶ μὴ φοβεῖσθε». Ὅταν σήκωσαν τὰ μάτια εἶδαν μόνο τὸν Ἰησοῦ. Καὶ καθὼς κατέβαι­ναν ἀπὸ τὸ Θαβὼρ τοὺς ἔδωσε ἐντολή· «Μὴν πῆτε σὲ κανένα αὐτὸ ποὺ εἴ­δατε, μέχρις ὅτου ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀ­ναστηθῇ ἐκ νεκρῶν».

* * *

Αὐτὸ εἶνε τὸ σημερινὸ θαῦμα. Δὲν τὸ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι; δικαίωμά τους. Ἐμεῖς τὸ πιστεύουμε. Σήμερα ὁ Χριστὸς μὲ τὴ μεταμόρ­­φωσι τοῦ προσώπου του ἔδειξε ὅτι εἶ­νε Θεός.
Ὅλα ὅσα ἀκούσαμε εἶνε διδακτικά· τὸ Θαβώρ, ἡ νεφέλη, ὁ Μωυσῆς, ὁ Ἠλίας, ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος, ὁ Ἰωάννης, ὅλα διδάσκουν. Ἀλλὰ ἐγὼ ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ θέλω νὰ προσέξετε ἕνα μόνο· τὴ φωνὴ ποὺ ἔλεγε «αὐτοῦ ἀκούετε».
Ἔδωσε ἐντολὴ ὁ οὐρανὸς ν᾽ ἀκοῦμε τὸ Χρι­­στό. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀρχηγός μας κ’ ἐμεῖς πρέπει νὰ πειθαρχοῦμε σ’ Αὐτόν, ὅ,τι λέει νὰ τὸ ἐκτελοῦμε. Αὐτὴ εἶνε ἡ ὑποχρέωσι κάθε Χριστιανοῦ· εἴτε παπᾶς εἴτε πατριάρχης εἴτε λα­ϊ­κὸς εἶνε, ὅ,τι νά ᾽νε, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ βαπτίστηκε στὴν κολυμβήθρα καὶ δὲν εἶνε πλέον εἰ­δωλολάτρης ἄπιστος καὶ ἄθεος ἀλλὰ ἔγινε Χριστιανός ―πῆρε τὸ ὄνομα τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα―, ἀπὸ τὴν ὥρα αὐτὴ ἀνήκει πλέον στὸ Χρι­στό. Καὶ ὅπως ὁ μαθητὴς ὑπακούει στὸ δά­σκα­λο, ὁ στρατιώτης στὸν ἀξιωματικό, ὁ ἀσθε­νὴς στὸ γιατρό, ὁ ναύτης στὸν πλοίαρχο, ἔτσι ἐ­μεῖς πρέπει νὰ ὑπακούουμε στὸ Χριστό.
Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ὑπακούουμε ἐμεῖς στὸ Χριστό; Ἂς βάλῃ ὁ καθένας τὸ χέρι στὴν καρδιὰ καὶ ἂς ἐξετάσῃ. Τί ζητάει ὁ Χριστός;
Ἂς πάρουμε μία ἐντολή. Μᾶς λέει, ὅτι πρέπει ἕξι μέρες νὰ δουλεύουμε, ἀλλὰ τὴν Κυρι­ακὴ ὅλοι στὴν ἐκκλησία (βλ. Ἔξ. 20,8-10· Δευτ. 5,12-15). Τὸ κάνουμε; Δὲν τὸ κάνουμε. Ἐλάχιστες οἱ ἐξαιρέσεις. Στὴν Πρέσπα εἶνε ἕνα μικρὸ χω­ριό, ἡ Ὀξυά, κοντὰ στὴ λίμνη. Πῆγα, χτύπησα τὴν καμπάνα. Δεκαοχτώ κάτοικοι; δεκαοχτὼ παρόντες, οὔτε ἕνας δὲν ἔλειπε! Κατὰ κανόνα ὅμως ὁ κόσμος δὲν ἐκκλησιάζεται.
Ἄλλη ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ εἶνε νὰ ἐξομολο­γούμεθα. Ἂν σᾶς ρωτήσω ἕναν – ἕνα, κι ἀ­πὸ σᾶς ὡρισμένοι δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ ἀφ’ ὅτου γεννήθηκαν. Ἐλάχιστοι ἐξομολογοῦν­ται, πολὺ λίγοι· οἱ περισσότεροι εἶνε ἀνεξομολόγητοι.
Μᾶς λέει ὁ Χριστὸς νὰ μελετοῦμε τὴν ἁγία Γραφή. Τὸ κάνουμε; Εἶμαι σίγουρος ὅτι ῥαδι­όφωνο ἀκοῦτε, τηλεόρασι βλέπετε, ἐφημερίδες διαβάζετε, ἀλλὰ Εὐαγγέλιο; τίποτα!

-Μας λέει ὁ Χριστός, ὅτι οἱ σύζυγοι πρέπει νὰ εἶνε ἀγαπημένοι. Οὔτε αὐτὴ ἡ ἐντολὴ ἐκ­τελεῖται. Καὶ ἐνῷ στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια καὶ ἡ λέξις διαζύγιο ἦταν ἄγνωστος, τώρα ἄνοιξε φάμπρικα τοῦ διαβόλου καὶ τὰ ζευγάρια διαλύονται. Ξένες γυναῖκες, διεφθαρ­μένες, μᾶς ἦρθαν· γιατὶ ἔπεσε χρῆμα· κι ὅ­που πέσῃ χρῆμα, ἐκεῖ ἔρχεται διαφθορά.

* * *

«Αὐτοῦ ἀκούετε», εἶνε ἡ ἐντολὴ τοῦ οὐρανοῦ. Ἐμεῖς ὅμως φράξαμε τ᾽ αὐτιά μας μὲ βουλοκέρι καὶ δὲν θέλουμε ν᾽ ἀκούσουμε. Ἀλλοῦ τεντώνουμε τὸ αὐτὶ ν’ ἀκούσουμε τὰ ψέματα· τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μᾶς λέει τὰ σωστά, δὲν θέλουμε νὰ τὴν ἀκούσουμε.
Τί θὰ γίνῃ; Ἐμένα ῥωτᾶτε; Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός· ἐμεῖς τὸν ἔχουμε ἀνάγκη. Ἀνοῖξτε τὶς προφητεῖες· τί λέει ὁ Ἠσαΐας; «Ἐ­ὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς φάγεσθε». Ἂν μ’ ἀκούσετε, θὰ ἔχετε ὅλα τ’ ἀγαθὰ τῆς γῆς· ἐὰν δὲ μ’ ἀκούσετε, «μά­χαι­ρα ὑμᾶς κατέδεται», θὰ περάσετε ἀπ᾽ τὸ μαχαίρι, θὰ σᾶς φάῃ τὸ μαχαίρι (Ἠσ. 1,19-20).
Καὶ ἔρχεται, ἔρχεται τιμωρία μεγάλη· ἀστρο­πελέκια, σεισμοί, πόλεμοι, «Ἁρμαγεδών» (Ἀπ. 16,16). Σὲ μία νύχτα θ᾽ ἀδειάσουν οἱ πόλεις κι ὅσοι προλάβουν θὰ πιάσουν τὰ βουνά. Διότι ὅλοι μας, παπᾶδες – δεσποτάδες, μικροὶ – μεγάλοι, φύγαμε ἀπ’ τὸ Θεό, δὲν τὸν ἀκοῦμε.
Μακάριος ὅποιος ὑπακούει στὸ Χριστό.
Ταῦτα, ἀγαπητοί, καὶ εἴθε ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου νὰ ἐλεήσῃ καὶ νὰ σώσῃ ἡμᾶς· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ της Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου Ἀρδάσσης – Ἑορδαίας 6-8-1976 ἡμέρα Παρασκευή)

___________________

ΣΤΑ ΡΟΥΜΑΝΙΚΑ

______________________

Predica Mitropolitului Augustin de Florina
la Schimbarea la Faţă a Mântuitorului


– 6 august –

ASCULTARE FAŢĂ DE VOIA LUI DUMNEZEU
„Şi iată glas din nori zicând: Acesta este Fiul Meu cel iubit, întru Care am binevoit. Pe Acesta să-L ascultaţi!” (Matei 17, 5).

Religia noastră, iubiţii mei, este singura adevărată în lume. Pe cât se deosebeşte diamantul de pietriş, atât se deosebeşte religia noastră de toate religiile din lume. Şi este singura adevărată, pentru că Cel care a întemeiat Sfânta noastră Biserică nu este un om, ca noi toţi, ci este Dumnezeu şi om, Dumnezeu-Om. Domnul nostru Iisus Hristos este Dumnezeu. O strigă îngerii şi arhanghelii, proorocii, miriade de oameni. O strigă şi nenumăratele minuni pe care le-a făcut, le face şi le va face până la sfârşitul veacurilor. Iar una din cele mai mari minuni ale Sale este aceasta pe care o sărbătorim astăzi: Schimbarea la Faţă. Să vedem în câteva cuvinte această minune şi ce anume ne învaţă.

***
Când Hristos s-a născut din Preasfânta, s-a arătat în lume ca un om comun, ca cel mai sărac om. Noi toţi avem o căsuţă; nimeni nu este fără acoperiş. El nu a avut unde să locuiască. Când cineva a vrut să-L urmeze, Hristos i-a spus: „Păsările şi vulpile au cuiburi, dar Fiul Omului nu are unde să-Şi plece capul” (Matei 8, 20; Luca 9, 58). Haine scumpe n-a purtat. Bani în buzunar nu a avut, pe jos mergea din sat în sat ca să propovăduiască Evanghelia. Aşadar, văzându-L oamenii aşa, nu au putut să-şi imagineze că sub această înfăţişare smerită se ascunde dumnezeiasca măreţie, se ascunde Dumnezeirea.
Ştiţi ce a făcut Hristos? Ceva asemănător cu ce a făcut odată un împărat din Rusia, înainte cu mulţi ani, în vremea ţarilor. Acesta, în palat, purta coroană pe cap, era îmbrăcat în veşmânt, cu sabie şi însemnele regale, iar când ieşea afară toţi i se închinau. A înţeles însă că toate acestea sunt formale şi ascund o ipocrizie. De aceea, ce a făcut? Într-o noapte şi-a scos coroana, sabia şi hainele de mătase, s-a îmbrăcat în hainele unui cerşetor, a luat un toiag şi a început să se plimbe desculţ printre supuşii săi. Toţi îl alungau. Puneau şi câinii să-l alunge. Şi nimeni nu-şi închipuia că sub zdrenţe se ascunde ţarul tuturor ruşilor. Doar o colibă din afara Moscovei s-a deschis şi l-a primit… Aşadar, ceva asemănător a făcut şi Hristosul nostru. Nu S-a arătat pe pământ ca un împărat al îngerilor şi arhanghelilor, cu măreţia orbitoare a Dumnezeirii Sale. S-a arătat ca un om comun şi sărac, şi, de aceea, puţini au crezut în El.
Dar astăzi, în această sfântă zi, Hristos a arătat că este Dumnezeu. Cum a arătat-o? Prin minunea pe care a făcut-o. Schimbarea la Faţă este o minune diferită de celelalte. Hristos a făcut minuni în natură: pe mare, pe uscat, în copaci, în multe făpturi ale Sale; dar această minune a făcut-o asupra propriei Sale Persoane. Adică?
I-a luat pe cei trei ucenici – Petru, Iacov şi Ioan, şi s-au suit pe un munte înalt, care există până astăzi, iar în această sfântă zi urcă acolo patriarhul romeilor–elini şi are loc întotdeauna Dumnezeiasca Liturghie în cinstea şi pomenirea evenimentului. Prin urmare, în timp ce Hristos era pe Tabor cu cei trei ucenici, deodată ce s-a întâmplat? Smerita Lui Faţă, care nu se deosebea de faţa oricărui om, a strălucit ca soarele – parcă se coborâse soarele pe pământ – şi hainele lui sărace, pe care le-a ţesut în război(ul de ţesut) Preasfânta, s-au făcut albe ca lumina. Ce măreţie dumnezeiască! Lângă El, de-a dreapta şi de-a stânga, s-au arătat două fizionomii cunoscute şi vorbeau împreună cu El. Unul era Moise, care murise înainte cu 2000 de ani, iar celălalt Ilie, pe care l-a luat Dumnezeu la cer – precum ştim. Petru uluit, zice: Să rămânem aici, Doamne; să nu mai coborâm de aici (în faţa acelei privelişti uitase de femeie, copii, rude); dacă vrei, să facem trei colibe: una pentru Tine, una pentru Moise şi una pentru Ilie (pentru el însuşi nu voia nimic; îi era de-ajuns că-L vedea pe Hristos). Şi în timp ce zicea acestea, un nor luminos i-a acoperit şi din nor s-a auzit un glas zicând: „Acesta este Fiul Meu Cel iubit, întru care bine am voit. Pe Acesta să-L ascultaţi” (Matei 17, 5). Doar cei trei ucenici au auzit aceste cuvinte şi au căzut speriaţi cu faţa la pământ. Hristos se apropie, îi atinge şi le zice: „Sculaţi-vă şi nu vă temeţi”. Când şi-au ridicat ochii, L-au văzut doar pe Iisus. Şi în timp ce coborau de pe Tabor le-a poruncit: „Să nu spuneţi nimănui ceea ce aţi văzut, până când Fiul Omului nu va învia din morţi”.

***

Aceasta este minunea de astăzi. Nu cred în ea necredincioşii? Alegerea lor. Noi credem în ea. Astăzi Hristos prin transfigurarea feţei Sale a arătat că este Dumnezeu.
Toate câte le-am auzit sunt spre învăţătură: Taborul, norul, Moise, Ilie, Petru, Iacov, Ioan, toate învaţă. Dar eu din toate acestea vreau să luaţi aminte doar la un lucru: La glasul care a zis „Pe Acesta să-L ascultaţi!”.
Cerul a dat o poruncă să-L ascultăm pe Hristos. Acesta este Conducătorul nostru şi noi Acestuia trebuie să ne supunem, ca orice zice să îndeplinim. Aceasta este datoria fiecărui creştin; fie preot, fie patriarh, fie laic, orice ar fi, din clipa în care s-a botezat în cristelniţă şi nu mai este un idolatru necredincios şi un ateu, ci s-a făcut creştin – a primit numele cel mai înalt din toate –, din ceasul acela, de acum aparţine lui Hristos. Şi aşa cum un elev ascultă de învăţător, soldatul de ofiţer, bolnavul de medic, marinarul de căpitan, aşa şi noi trebuie să ascultăm de Hristos.
Se naşte întrebarea: Ascultăm noi de Hristos? Să-şi pună fiecare mâna pe inimă şi să examineze. Ce cere Hristos?
Să luăm o poruncă. Ne spune că trebuie ca şase zile să lucrăm, dar duminica toţi la biserică (veţi Ieşire 20, 8-10; Deuteronom 5, 12-15). Facem asta? Nu o facem. Cu foarte mici excepţii. În Prespe este un sătuc, Oxia, în apropierea unui lac. Am fost acolo şi am tras clopotul. 18 locuitori? 18 prezenţi. Niciunul nu lipsea! Însă în mod regulat lumea nu merge la biserică.
Altă poruncă a lui Hristos este să ne spovedim. Dacă vă întreb pe rând, unul câte unul, şi unii dintre voi nu s-au spovedit de când s-au născut. Foarte puţini se spovedesc, foarte puţini; cei mai mulţi sunt nemărturisiţi.
Ne zice Hristos să studiem Sfânta Scriptură. O facem? Sunt sigur că ascultaţi radioul, vă uitaţi la televizor, ziarele le citiţi, dar Evanghelia? Nimic!
Ne zice Hristos că soţii trebuie să se iubească. Nici această poruncă nu se ţine. Dacă în binecuvântaţii ani de demult cuvântul „divorţ” era necunoscut, acum s-a deschis fabrica diavolului şi cuplurile se destramă. Femeile străine şi stricate au ajuns şi la noi, pentru că căzut banul; şi unde cade banul, acolo vine stricăciunea (căderea morală).

***

„Pe Acesta să-L ascultaţi!” este porunca cerului. Noi însă ne-am astupat urechile cu dopuri de ceară şi nu vrem să auzim. În altă parte ciulim urechea, ca să auzim minciunile; dar glasul lui Hristos, care ne spune cele bune şi drepte nu vrem să-l ascultăm.
Ce se va întâmpla? Pe mine mă întrebaţi? Nu are nevoie de noi Hristos. Noi avem nevoie de El. Deschideţi profeţiile! Ce zice Isaia? „Dacă veţi vrea şi Mă veţi asculta, bunătăţile pământului veţi mânca”. Iar de nu Mă veţi asculta, „sabia vă va mânca”, veţi trece prin sabie (Isaia 1, 19 – 20).
Şi vine, vine pedeapsa cea mare: trăsnete, cutremure, războaie, „Armaghedonul” (Apocalipsa 16, 16). Într-o noapte se vor goli oraşele şi toţi care vor avea timp vor fugi în munţi, ca să nu fie prinşi. Pentru că noi toţi, preoţi – episcopi, mici – mari, L-am părăsit pe Dumnezeu. Nu-L ascultăm.
Fericit este cel care-L ascultă pe Hristos.
Acestea, iubiţilor, şi fie ca Dumnezeu prin mijlocirile Preasfintei Născătoare de Dumnezeu să ne miluiască şi ne mântuiască pe noi. Amin.

† Episcopul Augustin

(Omilia Mitropolitului de Florina, părintele Augustin Kandiotis în Sfânta Biserică a Schimbării la Faţă a Domnului, Ardassis-Eordeea, 06.08.1976, într-o zi de vineri)

(trad. Frăţia Ortodoxă Misionară “Sfinţii Trei Noi Ierarhi”,
după http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=14061)

Unde sunt părinţii duhovniceşti?

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 2nd, 2010 | filed Filed under: Român (ROYMANIKA)

Predica Mitropolitului Augustin de Florina la
Apostolul din Duminica a X-a după Rusalii
(I Corinteni 4, 9 – 16)

Unde sunt părinţii duhovniceşti?

Căci zeci de mii de învăţători de-aţi avea în Hristos, totuşi nu aveţi mulţi părinţi; căci eu v-am născut în Hristos Iisus prin Evanghelie” (I Corinteni 4, 15).

În această pericopă apostolică, Apostolul Pavel, întemeietorul atâtor Biserici locale, adresându-se Corintenilor le aminteşte cu câte osteneli a izbutit să-i aducă la credinţa în Hristos. Întreaga lui lucrare apostolică a fost şi este o trudă, o jertfă, o smerenie. A jertfit toate şi s-a lipsit până şi de cele necesare. A flămânzit, a însetat, a rămas gol. A trecut chiar prin primejdii, uneori de la oamenii răi care îl duşmăneau, iar alteori din partea stihiilor naturii în călătoriile lui. În sfârşit, pentru acest scop a primit atacuri, jigniri şi clevetiri. S-a smerit, a arătat îngăduinţă, a dat înapoi. Înainte de toate nu a vrut să profite de demnitatea sa, nici să îngreuieze pe cineva pentru întreţinerea sa. Şi chiar şi în acest moment, în care îşi scrie epistola, lucrează cu înseşi mâinile lui, ca să-şi scoată pâinea.
Se naşte însă întrebarea: De ce le zice pe toate acestea? Vrea doar să-i facă să se ruşineze şi să se smerească? Desigur că nu. Nu le vorbeşte imperativ, ca un stăpân peste ei. Nu le vorbeşte, precum avea dreptul, ca un dascăl căruia ei îi datorează recunoştinţă, ca un apostol faţă de care ei datorează ascultare. Vorbeşte din dragoste. Pentru binele lor le zice. Vrea să-i preţuiască, să-i emoţioneze, să-i cultive. De aceea, îi sfătuieşte precum un tată îşi sfătuieşte copiii pe care îi iubeşte şi pentru care îi pasă: „Nu înfruntându-vă pe voi vă scriu acestea, ci ca pe nişte fii ai mei iubiţi învăţându-vă” (I Corinteni 4, 14). Nu pedepseşte, ci sfătuieşte. Sfântul Ioan Gură-de-Aur, tâlcuind această pericopă (Omilia XIII la I Corinteni 3), observă: „Cine nu ar primi să asculte  de un tată care este îndurerat şi sfătuieşte cele ce se cuvin?” (Părinţi Elini ai Bisericii 18 [43], 360).
Şi încheie Apostolul Pavel: „Căci dacă mii de învăţători aţi avea în Hristos, totuşi nu aveţi mulţi părinţi; căci eu v-am născut pe voi în Hristos Iisus prin Evanghelie” (I Corinteni 4, 15). Atât cât un tată îşi iubeşte copilul, nu poate să-l iubească un dascăl şi un pedagog. Mulţi dascăli poate oricine să aibă, dar tată al lui este unul singur. Şi corintenii poate că au ascultat pe mulţi şi au fost folosiţi duhovniceşte de mulţi, însă părinte al lor, care i-a născut în Hristos şi i-a făcut mădulare ale Bisericii, este unul singur: Apostolul Pavel. Cel care i-a născut, i-a adus la viaţa în Hristos. În această naştere, sămânţa, grăuntele, care a căzut în inima lor şi a odrăslit noua viaţă, nu are legătură cu trupul şi cu materia; este duhovnicească, este cuvântul Evangheliei.

***

Părinţi duhovniceşti! Prin ceea ce zice, Apostolul Pavel face o deosebire părinţilor în două categorii. Prima categorie sunt părinţii fizici sau biologici, bărbatul şi femeia care se întâlnesc în Taina Nunţii  şi nasc copii. În cealaltă categorie naşterea nu este trupească, ci duhovnicească. Este o naştere, despre care Evanghelistul Ioan vorbeşte în primul capitol al Evanghelie lui, şi spune despre cei care au crezut în Hristos şi s-au renăscut prin Botez, că această naştere a lor nu s-a făcut din dorinţă trupească. Naşterea aceasta s-a făcut prin credinţa în Dumnezeu, în Domnul nostru Iisus Hristos: „Care nu din sânge, nici din voinţa trupului, nici din dorinţa bărbatului, ci de la  Dumnezeu s-au născut” (Ioan 1, 13).
Aşadar, două naşteri. Acest lucru ne aduce în minte şi pe Marele Alexandru, care, aşa cum se ştie, l-a avut tată biologic pe Filip, iar părinte duhovnicesc pe filozoful Aristotel. Şi, desigur, pe amândoi i-a iubit. Dar atunci când a făcut o comparaţie între aceste două persoane, a arătat că-l iubeşte mai mult pe al doilea. A spus: “Tatălui meu îi datorez pe a trăi, iar dascălului meu îi datorez pe a trăi bine”. Şi dacă Marele Alexandru filosofând s-a exprimat astfel, ce să mai spunem noi, care şi pe a trăi, şi pe a trăi bine, dar care chiar şi lucrul cel mai important dintre toate, pe a trăi după Hristos sau în Hristos, o datorăm părinţilor noştri duhovniceşti?
Părinţii noştri duhovniceşti sunt preoţii şi predicatorii, organele sau uneltele lui Dumnezeu, care prin predica Evangheliei şi prin săvârşirea Tainelor ne nasc din nou. Fără ajutorul lor n-am avea în noi înşine viaţă duhovnicească. Am trăi cum trăiesc animalele care mănâncă, beau şi se întreţin cu hrana materială; cresc, se înmulţesc, iar la sfârşit mor.
Care sunt însuşirile unui părinte duhovnicesc? Adevăratul părinte duhovnicesc este îndurerat şi se interesează de copii lui. Nu doar îi sfătuieşte, ci îi şi ceartă; asta înseamnă adevărată dragoste. Se nelinişteşte dacă sunt sau nu pe drumul cel bun. Se îngrijeşte pentru hrana lor duhovnicească. Se roagă zi şi noapte pentru propăşirea şi mântuirea lor. Adună şi învistiereşte tot ce poate pentru ei. Sacrifică toate şi se sacrifică şi pe sine însuşi, după exemplul apostolului Pavel, pentru cei pe care i-a adus la credinţa în Hristos. În sfârşit, pe aceştia îi va face şi moştenitori ai lui, lăsându-le tot ce are mai preţios.
Mare este lucrarea părinţilor duhovniceşti. Şi dacă astăzi Elada, mica, dar slăvita noastră patrie, viază şi există, o datorează acestora. Ce înţelegem când zicem viază? Nu doar pe a trăi, lucru pe care îl au şi animalele necuvântătoare sau iraţionale, nici doar pe a trăi bine,  pe care lucru  îl aveau şi strămoşii noştri antici. În principal, înţelegem pe a trăi după Hristos, adică credinţa creştin-ortodoxă, care astăzi este şi trebuie să fie comoara noastră. Dacă n-ar fi lucrat părinţii duhovniceşti în ţara noastră, acum n-ar mai fi existat suflete care să poată să spună împreună cu Pavel: ”De acum nu mai trăiesc eu, ci Hristos trăieşte în mine” (Galateni 2, 20). Acest lucru creştinii renăscuţi îl datorează pururea pomeniţilor preoţi şi dascăli ai Bisericii noastre, dintre care mulţi şi-au jertfit până şi viaţa, ca să fim noi astăzi creştini. Să pomenim nume? Cărţi ale vieţii ar fi necesare pentru a descrie isprăvile lor eroice.
Pe aceşti adevăraţi părinţi duhovniceşti, noi, copiii lor duhovniceşti, avem datoria să-i iubim cu fapta, dar mai ales să-i ascultăm. Să-i pomenim şi să ne rugăm pentru ei, fie că se află în viaţă, fie că au plecat în cer. Să ne amintim de cuvintele lor şi să le păzim. Să  ne reamintim de exemplul lor şi  de luptele lor şi să le imităm credinţa, aşa cum ne îndeamnă Apostolul Pavel: “Aduceţi-vă aminte de mai-marii voştri, care v-au grăit vouă cuvântul lui Dumnezeu‚ la al căror sfârşit  privind  să le urmaţi credinţa!’’ (Evrei 13, 7 ).

* * *

Dar poate va întreba cineva: Există astăzi, în secolul nostru, secol materialist, există  părinţi duhovniceşti?
În ceea ce priveşte forma, desigur că există. Sunt preoţii şi arhiereii noştri,  care poartă slăvita rasă de cleric ortodox. Însă dincolo de această îmbrăcăminte preoţească, care exterior distinge, câţi din ei au şi însuşirile esenţiale ale adevăraţilor părinţi ai Bisericii? Mulţi se numesc părinţi duhovniceşti şi exercită lucrarea paternităţii duhovniceşti. În esenţă însă, din nefericire, puţini corespund acesteia. Vai! Zece mii de clerici suntem în Elada. Câţi din noi ne îndeplinim sfintele noastre datorii? Vreţi o dovadă? Urmăriţi câţi vin la biserică în parohia voastră. Nu vor depăşi 2% din total. Ceilalţi însă unde sunt, unde se află? Unii rămân acasă, alţii călătoresc, unii lucrează, alţii dorm pentru că şi-au petrecut noaptea urmărind televizorul, unde satana le predă propriile lui lecţii; astăzi oamenii nu au ochi pentru Dumnezeu, au ochi pentru diavolul. Asta arată că poporul nostru rămâne nepăstorit.  Cine se va îngriji de aceste suflete, care sunt “ca nişte  oi care nu au păstor”? (Matei 9, 36 ).
Unde este Pavel Apostolul, unde Petru, unde Ioan Evanghelistul, care odată, pentru un fiu de-al său duhovnicesc care a luat-o razna şi s-a făcut  tâlhar a alergat de a ajuns până în peştera lui, sus, în munţi, şi nu s-a liniştit până nu l-a readus în braţele lui Hristos?
Unde este Marele Vasilie, unde-i Ioan Gură de Aur, unde-i Grigorie Teologul, care a preluat Constantinopolul cu foarte, foarte puţini ortodocşi, iar când a plecat întorsese déjà aproape toate oile rătăcite în staulul Ortodoxiei ? Şi, ca să extindem întrebarea la anii mai recenţi, unde sunt lucrătorii întocmai cu Apostolii şi luminătorii Bisericii, unde-i Cosma Etolianul, care şi-a jertfit isihia şi liniştea sa pentru fiii risipitori şi pentru oile cele pierdute ale turmei lui Hristos?…
Într-adevăr, rare sunt exemplele de adevărată paternitate în zilele noastre. A venit vremea în care, ca să găsească cineva un adevărat părinte duhovnicesc, trebuie să caute mult. Şi, printre altele, nevoile sunt mari. Această paternitate este de neînlocuit pentru mântuire şi atunci când este exercitată aşa cum se cuvine umple inimile cu o împlinire inexprimabilă. Legătura care se dezvoltă între părintele duhovnicesc şi fiul duhovnicesc, este incomparabil mai mare decât legătura trupească ce uneşte un tată biologic cu fiul său. Mai înaltă este rudenia duhovnicească decât orice altă rudenie din lume. Fericiţi cei care trăiesc în atmosfera acestei rudenii ideale. Astfel de fii duhovniceşti trebuie să se îngrijească să dobândească şi ieromonahii de astăzi şi, desigur, episcopii, în loc să ţină pe lângă ei pe rudele după trup. Dar şi cei mai mulţi din preoţii noştri căsătoriţi – şi nu-i judecă nimeni că sunt căsătoriţi – din nefericire, îşi iubesc doar femeia şi copiii lor. Dincolo de ei, nimic mai mult. Ataşaţi atât de mult faţă de familia lor trupească, ca şi cum ar adora-o. Şi ajung nu creştini şi preoţi ai Domnului, ci – să spunem groaznicul cuvânt – închinători la idoli! A spus-o Hristos “Cine iubeşte pe tată sau pe mamă mai mult  decât pe Mine nu este vrednic de Mine; şi cine iubeşte pe fiu sau pe fiică mai mult  decât pe Mine nu este vrednic de Mine” (Matei 10, 37). Pe drept cuvânt, pururea pomenitul Arhiepiscop Ieronimos Kotsonis a scris o carte cu titlul “Suntem creştini?”. Creştini cu numele, însă în realitate închinători la idoli.
Dar să nu deznădăjduim. În mulţimea  clericilor noştri există şi clerici cu conştiinţa misiunii lor. Un preot, pe care l-am hirotonit, a izbutit prin sfântul său exemplu şi prin lacrimile lui să umple biserica de creştini. O, dacă toţi clericii am avea o scânteie din focul  duhovnicesc care ardea în inima Sfântului Cosma Etolianul! Patria noastră ar fi atunci o ţară de Sfinţi.

(traducere: Frăţia Ortodoxă Misionară
“Sfinţii Trei Noi Ierarhi”, sursa: “Apostolos”, Atena, 2001)

Toată familia – mucenici

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 1st, 2010 | filed Filed under: Român (ROYMANIKA)

Predica Mitropolitului Augustin de Florina
la pomenirea Sfinţilor şapte Mucenici Macabei,
a maicii lor Solomoni şi a bătrânului Eleazar

– 1 august –


Toată familia – mucenici

În lupte, iubiţilor, în luptele care au loc în stadioane, atleţii care se luptă sunt tineri şi se disting prin puterea lor trupească şi prin gimnastică. Dar noi astăzi vă vom chema la o luptă (întrecere), unde veţi vedea că iau parte nu doar tineri în tinereţea lor, ci şi mici copii, şi femei, şi chiar oameni bătrâni şi bolnavi, şi toţi se luptă şi biruiesc.
Curioase lucruri! – îmi veţi spune. Un prunc, un bolnav şi o bătrână pot să ia parte la lupte, să biruiască şi să fie încoronaţi? Fireşte, acest lucru nu are loc în sala de gimnastică, pe terenul de sport şi în stadioane. Însă se întâmplă într-un alt stadion, care se numeşte stadion al virtuţii. În acest stadion, Dumnezeu îi cheamă pe oameni, iar la luptele acestuia pot să participe toţi. Pentru că ceea ce este necesar în aceste lupte duhovniceşti nu este puterea fizică, ci un suflet viteaz şi hotărât, un suflet care să fie gata să spună diavolului şi uneltelor lui: Trupul mi-l puteţi arde, dar de credinţa mea nu mă lepăd! Dacă însă înăuntrul omului nu există un suflet viteaz, ci un suflet care se teme, atunci toţi văd jalnica privelişte a unor tineri cu trupuri de oţel, care deşi biruiesc în luptele atletice, sunt biruiţi şi umiliţi de patimile lor, căzând şi închinându-se diavolului şi uneltelor lui.
Veniţi, iubiţii mei, să urmăriţi o luptă duhovnicească minunată, la care au luat parte nouă suflete viteze, ce au biruit şi s-au arătat eroi ai credinţei şi ai virtuţii, iar pomenirea lor rămâne nemuritoare. Biserica a hotărât 1 august ca zi de sărbătoare a lor. Aceşti luptători sunt cei şapte copii Macabei, mama lor Solomoni şi preotul Eleazar.

***

Cu mintea ne aflăm în anii 160 î.Hr. Acolo jos, în Orient, şi mai precis în Israel, domina o mare tulburare. Un rege idolatru, pe nume Antioh Epifanis, a ajuns cu oştile sale la Ierusalim, ca să se răzbune pe acei iudei care nu s-au închinat şi ei idolilor. Pentru că în Israel apăruseră nişte bărbaţi viteji, aşa-numiţii Macabei, care s-au împotrivit idolatriei şi au răsculat poporul împotriva tiraniei. Vrem – au spus – să trăim liberi, să ne închinăm Dumnezeului nostru şi nu să fim sclavi, închinându-ne idolilor. În jurul acestora s-a adunat popor mult. Idolatrul Antioh a luat hotărârea să nimicească această mişcare patriotică şi religioasă. A ucis 80.000 de iudei. A întemeiat un tribunal în Ierusalim şi îi judeca el însuşi. Pe cei pe care îi prindeau şi îi aduceau înaintea lui îi punea să mănânce carne de porc friptă – lucru pe care religia lor îl interzicea – şi să jertfească idolilor. Cei care mâncau şi jertfeau erau liberi; dar cei care refuzau să mănânce carne de porc şi să jertfească, aceştia erau omorâţi în chinuri.
Între cei prinşi erau şi şapte tineri împreună cu respectabilul lor părinte duhovnicesc, preotul Eleazar, şi cu mama lor Solomoni. Să istorisim mucenicia acestor suflete viteze? N-avem timp. Cine vrea, să deschidă Vechiul Testament şi să citească ultima lui carte, IV Macabei. Acolo se descrie în detaliu mucenicia lor. Aici vom spune câteva cuvinte despre Eleazar, Solomoni şi cel mai mic dintre cei şapte copii.
Eleazar era de 90 de ani. Şi cu el a început ancheta. Tiranul credea că Eleazar, fiind bătrân, avea să se teamă, avea să se lepede de credinţa sa şi astfel ar fi devenit pricină de a-i urma exemplul şi cei şapte tineri. Pentru că tinerii ar fi zis: Bătrânului acesta, care de la o zi la alta îşi aşteaptă moartea, i s-a făcut milă de viaţa sa; şi noi, care suntem tineri, să nu ne fie milă de viaţa noastră? Dar bătrânul Eleazar era un suflet viteaz. – Mănâncă carne de porc – îi zic călăii. – Nu, răspunde. De 90 de ani păzesc legea lui Dumnezeu şi cum s-o încalc acum? Mor, dar nu încalc porunca lui Dumnezeu, nu-mi trădez credinţa. Călăii îl lovesc sălbatic cu biciul şi bătrânul cade jos leşinând. Călăii îl ridică, sunt gata să-l arunce în foc. Eleazar se întoarce către cei şapte tineri şi le spune: Tinerilor, luptaţi-vă şi muriţi pentru credinţă.
După mucenicia lui Eleazar, sunt strigaţi cei şapte tineri împreună cu mama lor Solomoni. Stau cu curaj înaintea tiranului. Buna cuviinţă şi frumuseţea lor provoacă minunarea lui Antioh. Fie-vă milă de tinereţile voastre, le zice. Mâncaţi puţină carne de porc şi eu vă voi pune în mari demnităţi. Tinerii refuză. Şi s-ar fi aşteptat cineva ca tiranul să poruncească să fie executaţi toţi împreună în acelaşi ceas. Dar tiranul nu a făcut-o. A poruncit să fie executaţi în ordinea vârstei. Executarea să înceapă de la cel mai mare şi să sfârşească cu cel mai mic. A făcut-o cu un scop, pentru că spera ca cei mai mici, văzând mucenicia celor mai mari decât ei, să se sperie şi să se lepede de credinţa lor. Căci, chiar dacă pe unul din ei ar fi reuşit să-l înduplece să se lepede de credinţa lui, aceasta ar fi fost o biruinţă a tiranului. Dar cu ajutorul lui Dumnezeu şi cei şapte tineri, unul după altul, şi-au mărturisit credinţa lor şi au păşit spre mucenicie.
Pe fratele mezin, care era un copilaş, ce doar lăsase sânul mamei, tiranul a sperat că-l va câştiga. Când a venit rândul lui, tiranul l-a chemat pe copilaş lângă el şi a încercat cu mângâieri şi cuvinte dulci să-l facă să se lepede de credinţa sa. Dar mama lui, Solomoni, l-a privit în ochi şi cu semne şi cuvinte l-a sfătuit să nu se înfricoşeze, ci să îi imite pe fraţii lui care au mărturisit prin mucenicie. Micuţul a prins curaj şi singur s-a năpustit în focul pe care-l aprinseseră călăii şi s-a făcut în felul acesta ardere-de-tot.
A rămas acum mama, Solomoni. Aceasta, văzând mucenicia celor şapte copii a fost muceniţă de şapte ori. Nu de şapte ori, zice Sfântul Ioan Gură-de-Aur, ci de paisprezece ori. Pentru că mucenicia copiilor este de două ori mucenicie pentru mamă. O, ce mamă eroică a fost aceasta! Ce mamă sfântă! Nu un mucenic, ci şapte mucenici a dat. Aceasta cu copiii ei au alcătuit o biserică întreagă. În urma tuturor şi-a mărturisit credinţa şi şi-a pecetluit mărturia ei cu propriul sânge.

***

Iubiţii mei creştini! Sfânta Solomoni şi-a adus ca dar lui Dumnezeu pe cei şapte copii ai ei. Care mamă astăzi, aduce un astfel de dar lui Dumnezeu? Din nefericire, în blestemata noastră epocă toţi îi împing pe copiii lor spre diavolul, iar dacă apare vreun copil, care vrea să-I slujească lui Dumnezeu, toţi îi îndepărtează.
Mamelor, iubiţi-L pe Dumnezeu mai mult decât pe copiii voştri! Tinerilor, să fiţi gata ca şi Macabeii, ca să le sacrificaţi pe toate pentru credinţă. Bătrânilor, imitaţi-l pe bătrânul Eleazar.

(traducere: Frăţia Ortodoxă Misionară
“Sfinţii Trei Noi Ierarhi”, sursa: „Myripnoa anthi”, Atena, 2007)