Αυγουστίνος Καντιώτης



Το τελος των διωκτων (Kraj progonitelja)

date Απρ 1st, 2010 | filed Filed under: Cрпски језик, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Μεγάλη Πέμπτη  βράδυ

Το τελος των διωκτων

«Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (᾿Ησ. 26,15)

πορεια προσ ΓολγοθαΕΡΜΗΝΕΥΟΥΜΕ, ἀγαπητοί μου, πρακτι­κῶς τοὺς τέσσερις περίφημους στίχους ποὺ συνοδεύουν τὸ ἀλληλούια στὴν ἀρχὴ τοῦ ὄρ­θρου, ἀμέσως μετὰ τὸν ἑξάψαλμο. Εἶνε λόγια τοῦ προφήτου Ἠσαΐου καὶ ψάλλονται στὶς ἀ­κολουθίες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομά­δος τὶς τρεῖς – τέσσερις πρῶτες μέρες. Ὁ πρῶ­τος στίχος, ὅπως ἀκούσαμε, εἶνε· «᾿Εκ νυ­κτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θε­ός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α´), καὶ σημαίνει· Χριστιανέ, νὰ προσεύχεσαι συχνότερα ἀπ᾿ ὅ,τι μέχρι σήμερα, ἡ προσ­ευχὴ νὰ εἶνε γιὰ σένα ἱερὸ καθῆκον. Ὁ δεύ­τε­ρος στίχος λέει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐν­οικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,9β´), δηλαδή· Χριστιανέ, πρόσεξε στὶς σχέσεις σου μὲ τοὺς ἄλλους νὰ μὴν ἀδικήσῃς κανένα, διότι αὐτὸς ποὺ λ.χ. μοιράζεται μὲ ἕνα κλέφτη τὰ κλεμμέ­να καὶ ἀδικεῖ, αὐτὸς «μισεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυ­χήν» (Παροιμ. 29,24). Ὁ τρίτος στίχος ―χθὲς τὸν ἑρ­μη­νεύσαμε― λέει· «Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀ­παί­δευ­τον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔ­δεται» (Ἠσ. 26,11β΄)· καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ εἴπαμε ὅτι, ἀλ­λοίμονο στὸ λαὸ ποὺ ἔπεσε σὲ χέρια δημαγω­­γῶν ποὺ κατορθώνουν ν᾽ ἀνεβοῦν στὴν ἐξ­ουσία, διότι μὲ τὰ συνθήματα τέτοιων ἀπατε­ώνων τὰ ἔθνη διαφθείρονται· ὁ λαὸς παύει πλέον νὰ εἶνε συνειδητοποιημένος, γί­νεται ῥομπότ, δοῦλος, ἀνδρείκελο, καταντᾷ ὄχλος· καὶ ὁ ὄχλος, ὅπως διδάσκει ἡ ἱστορία, μπορεῖ νὰ διαπράξῃ καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγ­κλήματα ἐν ὀνόματι τῶν ὡραιοτέρων ἰδεῶν.

Ἀπόψε τελειώνουμε ἑρμηνεύοντας τὸν τελευταῖο στίχο· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,15). Τιμώρησέ τους, δηλαδή, Κύριε, τοὺς μεγάλους καὶ ἰσχυροὺς τῆς γῆς, τιμώρησέ τους. Τί λέει ἐδῶ ὁ προφήτης; Ὁμιλεῖ περὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶνε στὴν ἐξουσία.

* * *

Ποιός εἶνε, γενικά, ὁ κακὸς ἄνθρωπος; Δὲν εἶνε ἐκεῖνος ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἀπὸ συναρπα­­γὴ τοῦ διαβόλου διαπράττει κάποιο ἁμάρτημα, καὶ κατόπιν μετανοεῖ καὶ χύνει δάκρυα καὶ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κακὸς εἶνε αὐτὸς ποὺ ἡ κακία – ἡ ἁμαρτία ἔχει διαποτίσει ὅλο τὸν ψυχικό του κόσμο καὶ ἔχει διαφθαρῆ μέ­χρι τὰ κύτταρά του. Ἡ κακία σ᾽ αὐτὸν ἔχει προχω­ρήσει βαθειὰ στὸν ἐσωτερικό του κό­σμο καὶ τοῦ ἔγινε δευτέρα φύσις. Σκέπτεται συνεχῶς τὸ κακό. Τὴ νύχτα ὕπνος δὲν τὸν πιάνει· δι­αλογίζεται καὶ σχεδιάζει τί κακὸ θὰ κάνῃ τὸ πρωῒ ποὺ θὰ σηκωθῇ. Ἡ σκέψι του εἶνε προσηλω­μέ­νη στὸ κακό. Ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε, πές μου τί σκέπτεσαι τὴ νύχτα, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι.
Τέτοιοι κακοὶ ἦταν λ.χ. ὁ ᾿Ιούδας, ὅπως τὸν περιγράφουν τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑ­βδο­μάδος. Εἶχε εἰσχωρήσει μέσα του ἡ κακία – ἡ φιλαργυρία. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἐπιθυμία χρή­ματος· εἶχε «λύσσα φιλαργυρίας» (Μ. Πέμ., β´ ἀ­πόστ. αἴν.). Κακοὶ ἦταν οἱ ψευδομάρτυρες. Κα­κὸς ἦταν καὶ ὁ λαὸς πού, ἐνῷ εὐεργετήθηκε τόσο ἀπὸ τὸ Ναζωραῖο, ὠρύετο «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21). Πρὸ πάν­των ὅ­μως κακοὶ ἦταν οἱ «ἔνδοξοι τῆς γῆς», οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς· ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας ποὺ δίκασαν τὸ Χριστό, καθὼς καὶ ὁ Πιλᾶτος πού, μολονό­τι ἔνιψε τὰς χεῖρας του καὶ εἶπε «᾿Αθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵ­ματος τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27,24), ἐν τούτοις ὑπέγραψε τὴν θανάτωσί του.
Ποιό ἦταν ἆραγε τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν; ᾿Εμέ­να ρω­τᾶτε; Τὸ γράφει ἡ ἱστορία. Οἰκτρό. Ποιό ἦταν τὸ τέ­λος τοῦ ᾿Ιούδα; μιὰ ἀγχόνη! Ἀπελπισμέ­νος ἀπὸ τὴν ἐνοχή, πῆγε καὶ κρεμάστηκε, αὐ­τοκτόνησε. Οἱ ἀρχιερεῖς Ἄννας καὶ Καϊ­ά­φας εἶχαν κι αὐτοὶ κακὸ τέλος· ἦρθαν οἱ ῾Ρω­μαῖοι, ἀνέσκαψαν τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, ἀλέτρι πέρασε ἐ­κεῖ ποὺ ἦταν τὰ μέγαρά τους καὶ τὰ δικαστήριά τους. Καὶ ὁ Πόντιος Πιλᾶτος ἄσχημο τέ­λος εἶχε· ἔχασε τὴ θέσι του, ἔ­φυγε μακριά (μιὰ παράδοσις λέει, ὅτι ἔφτασε ἐξόριστος στὴν Ἑλβετία), κ᾽ ἐκεῖ ἀπελπισμέ­νος αὐ­τοκτόνησε πέφτοντας ἀπὸ ψηλὰ στὰ νερὰ μιᾶς λίμνης. Ὁ λαὸς τέλος, ποὺ φώναζε «Σταύ­ρωσον αὐτὸν» καὶ «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. 27,25), πλήρωσε μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Ὅπως λέει ὁ ἱ­στορικὸς ᾿Ι­ώσηπος, τὸ 70 μ.Χ. ἔφτασαν οἱ λεγεῶ­νες τῆς ῾Ρώμης, πολιόρκησαν καὶ κατέλαβαν τὰ ᾿Ιερο­σόλυμα. Δὲν ἄφησαν «λίθον ἐπὶ λίθον» (ἔ.ἀ. 24,2), καὶ ἄρχισαν νὰ σταυρώνουν συνεχῶς ᾿Ιουδαί­ους. Τόσο πολλοὺς σταύρωσαν, ὥστε ἐξαν­τλήθηκαν τὰ ξύλα, δὲν ὑπῆρχαν πλέον ἄλ­λα δέντρα στὸ δάσος γιὰ νὰ κάνουν σταυρούς.
Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅτι τέτοιο τέλος θὰ ἔ­χουν καὶ ὅλοι οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι καταδιώκουν τὴν πίστι τοῦ Εὐαγγελίου.

* * *

Καὶ σήμερα παρουσιάζονται τέτοιοι ἰσχυροὶ ἐκκλησιομάχοι, ὅπως λέγαμε χθὲς καὶ προ­χθές. Εἶνε κακοί, ἔχουν κακία μέσα τους. Δὲν εἶνε ἁπλῶς ἁ­μαρτωλοί. Ὁ ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ. Ὁ κακὸς ἔχει τὴν ἐμμονὴ τοῦ διαβόλου καὶ δὲν μετανοεῖ. Μισεῖ ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό, ὅ,τι μέ­γα· μισεῖ τὴν πίστι – τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν στενοχωρεῖ ἡ παρουσία της. Δὲ θέ­λει νὰ βλέπῃ παπᾶ· ἅμα δῇ ῥάσο στὸ δρό­μο, τὸν πιάνει δαιμόνιο. Εἶνε κι αὐτὸ μία ἀπό­δειξις ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή. Δὲν τοὺς βλέπετε πῶς κάνουν; ἀσχημονοῦν, βλαστημοῦν, καταριῶνται, ἀφρίζουν. Νὰ μὴ δοῦν ἱερέα μπροστά τους· τὸ θεωροῦν ὡς κακὸ συναπάντημα. Στενοχωροῦνται ν᾿ ἀκοῦν κήρυ­γμα· βουλώνουν τ᾿ αὐτιά τους. Ἐνοχλοῦνται ὅ­­ταν χτυπᾷ ἡ καμπάνα· πότε νὰ σταματήσῃ! λένε. Στὴ Φλώρινα ὡρισμένους τοὺς πειράζει ἀκόμα κι ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ στήσουμε στὸ ὕψωμα 1.020 καὶ φωταγωγεῖ­ται τὴ νύχτα· τρίζουν τὰ δόντια καὶ θέλουν νὰ τὸν γκρεμίσουν μὲ δυναμίτη· ἄλλο σύμβολο θέλουν αὐτοὶ νὰ στήσουν ἐκεῖ.
Εἶνε ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε, ποιό θὰ εἶ­νε τὸ τέλος τῶν ἐκκλησιομάχων; Θὰ εἶνε τὸ ἴ­διο μὲ τὸ τέλος ὅλων τῶν διωκτῶν. Πολλοὺς δι­ώκτας ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος ἂν ἤθελα ν᾿ ἀναφέρω παραδεί­γματα τέτοιων ἀνθρώπων, «ἐνδόξων τῆς γῆς», ποὺ ἀ­­πὸ τὰ ὕψιστα ἀξιώματα ποὺ κατεῖχαν πολέ­μησαν τὸν χριστιανισμὸ καὶ εἶχαν κακὸ τέλος. Σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἐφαρμόστηκε τὸ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς». Ἕνα μόνο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα θ᾽ ἀ­ναφέ­ρω ἀπ᾽ τὰ πολλά. Εἶνε ὁ ᾿Ιουλιανὸς ὁ Παρα­βά­της. Αὐτὸς μίσησε πολὺ τὴ χριστιανικὴ πίστι. Ἐνῷ ἀνατράφηκε ὡς Χριστιανὸς καὶ στὴν ἀρχὴ φαινόταν πρᾷος καὶ ἥσυχος, ἐνῷ ἦ­ταν φίλος καὶ συμμαθητὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὴν ᾿Α­θήνα, κατόπιν ὡς βασιλεὺς ἔ­δει­ξε ἄλ­λη στάσι. Μίσησε τὸ χριστιανισμό, ἀρ­­­νή­θηκε τὸ Χριστὸ σὰν ἄλλος ᾿Ιούδας, καὶ κατε­δί­ωξε τὴν ᾿Εκκλησία. Ἔλαβε αὐστη­ρὰ μέ­τρα ἐ­ναντίον της μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἐξουδετερώσῃ καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρία. Ἀλλὰ τὸ τέλος του ποιό ἦταν! Νόμιζε ὅτι θὰ ξεῤῥιζώσῃ τὸν χριστιανισμό. Δὲν ξεῤῥιζώθηκε ὅμως ὁ χρι­στιανισμός· αὐτός ξεῤῥιζώθηκε. Πολεμώντας ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν στὰ βάθη τῆς Περσίας, ἐκεῖ τραυματίσθη­κε θανάσιμα. Τὸν χτύπησε στὸ στῆθος ἕνα βέ­λος, καὶ τὸ τραῦ­μα ἦταν θα­νατηφόρο. Πεσμένος κάτω στὸ χῶ­μα τῆς γῆς, ἔβαλε τὴ φούχτα του κάτω ἀπ᾽ τὴν πληγή, τὴ γέμισε μὲ τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεχε, καὶ μετὰ τὸ σκόρ­πισε στὸν ἀέρα λέγοντας· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε, μὲ νί­κη­σες! «Πρόσθες αὐ­τοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδό­ξοις τῆς γῆς».

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί μου· ὁ Ναζωραῖ­ος εἶνε ἀήττητος. Καὶ τὸ δίδαγμα ποιό εἶνε· μὴ πτοού­μεθα.
Ἂς λυσσοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πί­στεώς μας, οἱ ἰ­σχυροὶ τῆς ἡμέρας· ἂς πολεμοῦν τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἂς μηχανεύων­ται ὅ,τι θέλουν, ἂς προσπαθοῦν ὅσο μποροῦν. Ἂς χρησιμοποι­­ήσουν ὅλες τὶς μηχανές, ἂς ἐ­φαρμόσουν ὅλα τὰ σατανικὰ σχέδια πρὸς ἐξ­όντωσιν τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν θὰ τὸ ἐπιτύχουν. Προσωρινῶς θὰ σημειώ­σουν μερικὲς ἐπιτυχί­ες, θὰ ἔχουν ὡρισμένες νίκες· θὰ φανῇ ὅτι κατέβαλαν καὶ ἀποδυνάμωσαν τὸν χρι­στιανισμό. Πάλι ὅμως θὰ τὸν βροῦν μπροστά τους. Γιατί; Διότι ἡ πίστις μας – ἡ ᾿Εκκλη­σία μας δὲν εἶνε ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, δὲν εἶνε κάτι ποὺ τὸ δημιούργησε ἄνθρωπος. Ἡ ᾿Εκκλησία μας εἶνε δέντρο ἀθάνατο, ποὺ τὸ φύ­τευσε μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου, αὐ­τὸς ὁ Θεός, ἡ ἁγία Τριάς. Κ᾽ ἕνα τέτοιο δέντρο δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ξεῤῥι­ζώσῃ κανείς. Ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως νὰ μαζευτοῦν, δὲ θὰ μπορέσουν νὰ τὸ κλονίσουν. Τὰ τσεκούρια τους θὰ σπάσουν καὶ οἱ ἴδιοι θὰ συντριβοῦν. Καὶ θὰ βρίσκῃ πάντοτε ἐ­φαρμογὴ ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ προφήτου Ἠσαΐα· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­­­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Oμιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-4-1987 βράδυ)

*******************************************

KAI ΣΤΑ ΣΕΡΒΙΚΑ

*********************************************

Veliki Četvrtak veče

Kraj progonitelja

“Gospode, umnožio si narod, umnožio si narod i proslavio si se, ali si ih proterao na sve krajeve zemaljske” (Isaija 26, 15).

Tumačimo dragi moji, četiri predivna stiha koji su popraćeni sa aliluja, na početku jutarnje službe, odmah posle šestopsalma. To su reči proroka Isaije i poju se na bogosluženjima Velike sedmice tri – četiri prva dana. Prvi stih kao što smo već čuli je : “ Dušom svojom žudim tebe noću, i duhom svojim što je u meni tražim te jutrom, jer kad su sudovi tvoji na zemlji” (Isaija 26,9), a te reči znače, hrišćanine, da se moliš češće nego danas, molitva je za tebe sveta obaveza. Drugi stih govori: “uče se pravdi koji žive u vaseljeni” (Isaija 26,9), dakle, hrišćanine pripazi kako se odnosiš prema bližnjima da nikome ne načiniš nepravdu, jer kao što onaj koji npr. deli ukradeno sa kradljivcem čini nepravdu, on “mrzi svoju dušu” (Prop. 29,24). Treći stih – juče smo ga tumačili – govori: “ videće i posramiće se od revnosti za narod, i oganj će progutati neprijatelje tvoje” (Isaij. 26,11). i o njemu smo rekli da, teško narodu koji je pao u ruke demagoga koji uspevaju da dođu na vlast, jer sa sloganima takvih prevaranata narod postaje korumpiran, narod prestaje da bude savestan, postaje robot, rob, kukavica, postaje mnoštvo a mnoštvo kao što nas uči istorija, može da učini najveće žločine u ime određenih ideja. Večeras završavamo tumačenje sa poslednjim stihom: “ Dodaj im zla, Gospode dodaj (im) zla, slavnima. Dakle govori ovaj stih: Kazni Gospode, vladare velike i jake na zemlji, kazni ih . O čemu nam ovde govori prorok? O lošim ljudima koji su na vlasti.

Ko je uopšte, zao čovek. Nije onaj koji je grešan, onaj koji poveden nečastivim čini neke grehe, a zatim se kaje i lije suze i traži milost Božiju. Zao je onaj čovek, čija zloća – greh je ispunio ceo njegov duševni svet i zatrovan je do svojih ćelija. Zloća je kod njega ušla duboko u njegov unutrašnji svet i postala je njegova druga priroda. Razmišlja neprestalno o zlu. Noću ga ne hvata san, razmišlja i planira kakvo će zlo učiniti ujutru kada se probudi. Pomisao njegova je priviknuta na zlo. Kao što sam i rekao ranije, kaži mi o čemu razmišljaš noću, da ti kažem ko si. Takvi zločinci su bili npr. Juda, kao što ga opisuju tropari Velike Sedmice. U njega je ušla zloća – srebroljublje. On nije samo imao želju za novcem ali je imao u sebi “maniju srebroljublja” (V. Čet. B apost. himn.). Zli su bili lažni svedoci. Zao je bio i narod, koji je primio toliko dobročinstava od Nazarećanina, vikao je sada: “Raspni ga, raspni ga” (Luk. 23,21). Pre svega kao što su zli bili “ vođe zemaljske”, religiozne i političke vođe onoga doba. Anna i Kajafa koji su sudili Hristu, kao i Pilat koji je oprao svoje ruke i rekao: “ ja sam nevin u krvi ovoga pravednika; vi ćete videti” (Mat. 27,24), ipak je potpisao presudu da ga ubiju. Koji je bio kraj svih njih? Mene pitate? Istorija o tome piše. Gorak. Koji je bio Judin kraj; jedno vešalo! Očajan od krivice, otišao je i obesio se, izvršio je samoubistvo. Arhijereji Anna i Kajafa i oni su imali loš kraj, došli su Rimljani, prekopali Jerusalim, plugom su prošli tamo gde su bili njihovi dvorci i sudovi. A Pondije Pilat je imao ružnu končinu , izgubio je svoj položaj, daleko je otišao (jedno predanje govori da je proteran u Švajcarsku), a tamo je očajan izvršio samoubistvo bacivši se sa velike visine u vodu jednog potoka. Narod koji je na kraju vikao: “Raspni ga” i “Krv njegova na nas i decu našu!” (Mat. 27,25), platio je istom kovanicom. Kao što navodi istoričar Josip, 70 godine p. H. stigli su čuveni legioni Rimski, opkolili su i zauzeli Jerusalim. Nisu ostavili “kamen na kamenu” (e.a. 24,2), i počeli su neprestalno da raspinju Judejce. Toliko su ih raspeli, da su potrošili sva drva, nije više bilo drveća u šumama da naprave krstove. Šta to znači? Da će takav kraj imati i svi progonitelji Hrista, koji progone veru Evanđelja.

I danas se javljaju takvi jaki crkvoborci, koji kao što smo već rekli su zli, imaju zlo u sebi. Nisu samo grešni. Grešnik se kaje. Zao čovek ima upornost nečastivog i ne kaje se. Mrzi, sve što je lepo, sve što je uzvišeno, sve što je veliko, mrzi veru – Crkvu Hristovu, ometa ga njeno prisustvo. Ne želi da vidi sveštenika, ako vidi mantiju na putu, obuzima ga demon. I to je jedan dokaz da je naša religija istinita. Ne vidite li ih samo šta čine? Psuju, proklinju, pene itd. Ne vole da čuju propoved, zatvaraju svoje uši. Smeta im kada zvoni zvono, kada će prestati kažu? U Florini pojedincima smeta i krst koji nas je udostojio Bog da postavimo na visini od 1.020 m , koji je osvetljen noću, škripe oni zubima i žele sa dinamitom da ga unište. Neke druge simbole oni žele tamo da postave.

Velika je potreba da podsetimo, kakav će biti kraj crkvoboraca? Kao i kraj svih progonitelja . Mnogo progonitelja navodi istorija. Bio bi ovaj moj govor veoma dug, ako bih navodio primere takvih ljudi, “ moćnika zemaljskih”, koji su sa velikih položaja koje su imali se borili protiv hrišćanizma a imali su lošu končinu. U svakom od tih slučajeva su se ispunile reči : “Gospode, dodaj im zla, dodaj zla moćnicima zemaljskim”. Samo jedan karakterističan primer ću navesti od svih. Primer Julijana Prestupnika. On je veoma mrzeo hrišćansku veru. Iako je vaspitan kao hrišćanin i na početku se pokazao kao krotak i miran, bio je prijatelj i školski drug Velikog Vasilija u Atini, potom je kao car pokazao drugo lice. Mrzio je hrišćane, odrekao se Hrista kao drugi Juda, i proganjao je Crkvu. Uzeo je drastične mere protiv Crkve sa ciljem da je uništi i da ponovo oživi idolopoklonstvo. Ali kakav je bio kraj njegovog ovozemaljskog života? Mislio je da će iskoreniti hrišćanstvo. Nije iskorenjeno hrišćanstvo već je on iskorenjen. Boreći se protiv neprijatelja u dubini Persije, tamo je smrtno ranjen. Pogodila ga je jedna strela u grudi, a povreda je bila smrtonosna. Kada je pao dole na zemlju, stavio je svoju šaku ispod svoje rane, napunio je krvlju koja je isticala, i posle je raneo u vazduh govoreći: “Pobedio si me Nazarećanine”, Nazarećanine, pobedio si me! “Gospode, dodaj im zla, dodaj zla moćnicima zemaljskim”.

Zaključak je, braćo moja, Nazarećanin je nepobediv. A pouka je koja, poučimo se. Ako odluče neprijatelji naše vere, moćnici dana, da se bore protiv svete naše Crkve, nek pokušaju šta žele, nek probaju najbolje što mogu. Nek upotrebe sva sredstva, nek upotrebe sve satanističke planove za uništenje vere Hristove. Neće im uspeti. Zabeležiće samo privremeno neke uspehe, imaće poneku pobedu, činiće se da su uništili i oslabili hrišćanstvo. Ali opet će biti pred njima. Zašto? Zato što naša vera- naša Crkva nije čovečanska tvorevina, nije nešto što su ljudi stvorili. Naša Crkva je drvo besmrtno, koje je usadila u srca ljudi desnica Gospodnja, Bog, Sveta Trojica. A jedno takvo drvo ne može da iskoreni niko. Svi demoni iz pakla da se sakupe, neće moći da ga poljuljaju. Njihovi čekići će se slomiti a oni će biti uništeni. I uvek će naći svoje ispunjenje bogonadahnute reči proroka Isaije: “Gospode, dodaj im zla, dodaj zla moćnicima zemaljskim”.

πσκοπος Αγουστνος

(Govor Mitropolita Florine o. Avgustina Kandiota u svetom hramu Sv. Pantelejmona u Florini 15-4-1987)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.