Αυγουστίνος Καντιώτης



Συγχρονοι ειδωλολατρες

date Ιούν 22nd, 2012 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου (Ματθ. 8,5-13)

Συγχρονοι ειδωλολατρες

Η Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, τιμᾷ τοὺς ἁ­­γίους ἀποστόλους. Τοὺς τιμᾷ μὲ ξεχωριστὴ ἑορτὴ τὸν καθένα, ἀλλὰ τοὺς τιμᾷ καὶ ὅ­λους μαζὶ μὲ μία κοινὴ ἑορτὴ ἡ ὁποία ὡς γνωστὸν τελεῖται στὶς 30 Ἰουνίου. Καὶ δικαίως τοὺς ἀποδίδεται αὐτὴ ἡ τιμή. Διότι οἱ ἅγιοι ἀ­πόστολοι εἶνε οἱ στῦλοι τῆς Ἐκ­κλησίας, εἶνε οἱ γίγαντες τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς, εἶνε οἱ μεγάλοι εὐεργέται τῆς ἀν­θρω­πότητος.
Ὡρισμένοι μάλιστα ἀπὸ αὐτοὺς εἶνε ἰδιαιτέρως εὐεργέται τοῦ εὐλογημένου ἔθνους μας, τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους. Σὲ καν­έναν ἄλ­λο δὲν ὀφείλει τόσα ἡ πατρίδα μας ὅ­σα στὸν ἀπόστολο Παῦλο καὶ στὸν ἀπόστολο Ἀνδρέα· σ᾽ αὐτοὺς τὸ χρωστᾶμε οἱ Ἕλληνες ὅτι εἴμεθα Χριστιανοί. Ἐὰν ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν ἀ­νέ­βαινε στὸν Ἄρειο πάγο τῶν Ἀθηνῶν νὰ κη­ρύ­ξῃ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἂν ὁ ἀπόστολος Ἀν­δρέας δὲν ἐσταυρώνετο στὴν Πάτρα, ἐμεῖς δὲν θὰ ἤμασταν Χριστιανοί. Μὲ τὸ κήρυγμα, μὲ τοὺς κόπους, μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὸ αἷμα τῶν ἀποστόλων ἡ Ἑλλὰς ἔγινε χριστιανικὴ χώρα.
Ἀλλὰ τίθεται τὸ ἐρώτημα· εἴμεθα πράγματι Χρι­στιανοί; Μερικὰ πράγματα εἶνε σπάνια, καὶ γι᾽ αὐτὸ ἔχουν μεγάλη ἀξία. Σπάνιο εἶνε τὸ χρυσάφι, κι ἀκόμη πιὸ σπάνιο τὸ διαμάν­τι. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ χρυσάφι καὶ ἀπὸ τὸ διαμάντι πιὸ σπάνιο εἶδος στὴν ἐποχή μας ἔγινε ὁ Χριστιανός, ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός. Δεῖξτε μου ἕναν ἀληθινὸ Χριστιανό, Χριστιανὸ εἰκοσι­τεσ­σάρων καρατίων, Χριστιανὸ ὅπως τὸν θέ­λει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ ἀπόστολοι καὶ ἡ παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ νὰ πέσω νὰ τὸν προσκυνήσω.
Σπάνιο εἶδος ἔγινε ὁ Χριστιανὸς στὶς ἡμέρες μας. Καὶ θὰ μποροῦσα νὰ πῶ κάτι ἀκόμη πιὸ αὐστηρό, κάτι ποὺ θὰ φανῇ παράδοξο. Ποιό· πρὸ Χριστοῦ ὑπῆρχαν Χριστιανοί, καὶ μετὰ Χριστὸν ὑπάρχουν εἰδωλολάτρες! Μὰ πῶς, θὰ ρωτήσετε, ὑπάρχουν πρὸ Χριστοῦ Χριστι­ανοί; Δὲν λέει τὸ Εὐαγγέλιο ὅτι «ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται» (Μᾶρκ. 16,16); ὅτι ὅ­ποιος δὲν περάσῃ ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ ἁ­­γίου βαπτίσματος δὲν εἶνε Χριστιανός; Πῶς λοιπὸν ἐσὺ λές, ὅτι ὑπῆρχαν πρὸ Χριστοῦ Χρι­­στιανοὶ καὶ μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρες;

* * *

Τὸ θέμα, ἀγαπητοί μου, εἶνε πολὺ μεγάλο. Ἀλλὰ νομίζω ὅτι ἀρκοῦν ἕνα – δύο παραδεί­γματα, καὶ θὰ δῆτε, ὅτι στὴν πρὸ Χριστοῦ ἐπο­χή, περίοδο πλάνης καὶ φαυλότητος, ὑπῆρ­ξαν καὶ ὡρισμένοι ἄνθρω­ποι ποὺ ἔ­ζησαν αὐ­στηρὴ ζωὴ καὶ εἶ­χαν ὄντως φρόνημα ἀνώτερο καὶ μπο­ροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τηροῦσαν τὶς ἐν­τολὲς τοῦ Κυρίου χωρὶς νὰ τὶς ἔχουν διδαχθῆ.
⃝ Τὸ ἕνα παράδειγμα. Λέει λ.χ. ὁ Κύριος ―ὄχι παπᾶς ἢ δεσπότης ἀλλὰ ὁ Κύριος τοῦ οὐ­ρανοῦ καὶ τῆς γῆς― «μὴ ὀμόσαι ὅλως», ἀπαγορεύεται δηλαδὴ τελείως ὁ ὅρκος. «Ἔστω ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ» (Ματθ. 5,34-37). Καὶ ὅ­μως τί κάνουμε; Σήμερα στὸν τόπο μας κάθε μέρα, ἀπὸ τὸ εἰρηνοδικεῖο μέχρι τὸν Ἄρειο Πάγο καὶ ἀπὸ τὰ πολιτικὰ δικαστήρια μέχρι τὰ στρατοδικεῖα καὶ ναυτοδικεῖα καὶ ἀεροδικεῖα, δὲν κάνουν τίποτ᾽ ἄλλο οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ ν᾽ ἁπλώνουν τὰ χέρια τους πάνω στὸ Εὐαγγέ­λιο καὶ νὰ ὁρκίζωνται συνεχῶς. Ὄχι μόνο γιὰ μεγάλες ὑποθέσεις ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς πιὸ μικρές. Ὅλη ἡ πατρίδα μας εἶνε βουτηγμένη σ᾽ αὐτὴ τὴν κόλασι. Καὶ ὅμως ὁ Κύριος λέει «μὴ ὀ­μόσαι ὅλως». Αὐτὴ λοιπὸν τὴν ἐντολή, ποὺ δὲν ἐφαρμόζουμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ στὸν αἰ­ῶνα μας, ἕξι αἰῶνες πρὸ Χριστοῦ τὴν ἐφήρμοσε – ποιός; Ἕνας φιλόσοφος ποὺ δὲν ἄ­κουσε τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Κλεινίας. Τὸν ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ὁ Κλεινίας εἶχε μιὰ δικαστικὴ ὑπόθεσι μὲ ἕνα γείτονά του. Καὶ ἐ­πρόκειτο, ἂν δικαιωθῇ, νὰ κερδίσῃ ἕνα μεγάλο χρηματικὸ ποσό. Τοῦ λένε στὸ δικαστήριο· ―Βάλε τὸ χέρι σου στὸ ἄγαλμα τοῦ θεοῦ νὰ ὁρκιστῇς. ―Ὄχι, ἀπαντᾷ, δὲν ὁρκίζομαι. ―Μὰ θὰ χάσῃς τὴν ὑπόθεσι. ―Νὰ τὴ χάσω. Καὶ ἔχασε τὴν ὑπόθεσι, ἐπειδὴ δὲν δέχθηκε νὰ ὁρκιστῇ!
Σᾶς ἐρωτῶ· αὐτὸς δὲν εἶνε χριστιανός; καὶ εἴμαστε Χριστιανοὶ ἐμεῖς ποὺ πᾶμε καὶ παλαμίζουμε τὸ Εὐαγγέλιο; Πρὸ Χριστοῦ χριστια­νὸς αὐτός, μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρες ἐμεῖς.
⃝ Θέλετε ἄλλο παράδειγμα; Τὸ ἀκούσαμε σήμερα· εἶνε ὁ ἑκατόνταρχος τοῦ εὐαγγελίου (βλ. Ματθ. 8,5-13). Οἱ Ἑβραῖοι, ποὺ ἤξεραν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ τὶς ἐντολές του καὶ εἶδαν τόσα θαύματα, δὲν πίστεψαν στὸ Χριστό· καὶ αὐ­τός, ποὺ ἦταν ῾Ρω­μαῖος εἰδωλολάτρης, ἕνα θαῦμα εἶδε καὶ πίστεψε. Δὲν διάβασε τὸ νόμο τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς προφήτας, ἐν τούτοις στὴ στάσι καὶ τὴ συμπεριφορά του βλέπουμε μερικὰ σπουδαῖα γνωρίσματα πίστεως στὸ Θεό.
Ἄκου λοιπὸν λόγια εἰδωλολάτρου. Τοῦ λέει ὁ Χριστός· ―Θὰ ἔλθω στὸ σπίτι νὰ θεραπεύσω τὸ δοῦλο σου. ―Ὄχι, λέει αὐτός, δὲν εἶνε ἀνάγ­κη· μπορεῖς κι ἀπὸ μακριὰ νὰ τὸν κάνῃς καλά… Σύγκρινε τώρα τὴν πίστι αὐτὴ μὲ τὴν πίστι ὡ­ρισμένων ἀπὸ μᾶς. Πολλοὶ Χριστιανοὶ σή­μερα ὑπολείπονται τοῦ ἑκατοντάρχου. Νομίζουν λ.χ., ὅτι ὁ Θεὸς θαυματουργεῖ μόνο σὲ ὡρισμένα μέρη. Παραδεχόμεθα ἀσφαλῶς κ᾽ ἐμεῖς, ὅτι ὑ­πάρ­χουν θαυματουργὲς εἰκόνες καὶ προσ­κυ­­νήματα· δὲν εἴμαστε προτεστάν­τες καὶ χιλιασταί. Ἀλλ᾽ ἅμα ἔχῃς καρδιὰ καθα­ρή, ἅμα πιστεύῃς, παντοῦ γίνον­ται θαύματα· «ἐν παν­τὶ τόπῳ τῆς δεσποτείας αὐτοῦ· εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον» (Ψαλμ. 102,22)· ἂν ὅ­μως δὲν πιστεύῃς, καὶ στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ πᾷς τίποτα δὲν ὠφελεῖσαι. Εἶ­χε λοιπὸν ὁ ἑ­κατόνταρχος μιὰ πίστι καθαρὴ γιὰ τὸ Θεό.
Εἶχε ἀκόμη ταπείνωσι. ―Κύριε, λέει, δὲν εἶ­μαι ἄξιος νὰ ἔρθῃς στὸ σπίτι μου, εἶμαι ἁ­μαρτωλός. Αὐτὸς αἰσθάνεται τὴν ἀναξιότητά του· ἐ­μεῖς πῶς αἰ­σθανόμαστε; Πῶς ἐρχόμαστε στὸ ναό; Ἂν σὲ καλοῦσε ὁ βασιλιᾶς στὰ ἀ­νάκτορα, πῶς θὰ πή­γαινες καὶ πῶς θὰ στεκόσουν; Μὲ φόβο καὶ τρόμο. Καὶ τί εἶνε ἕνας ἐπίγειος βασιλιᾶς μπροστὰ στὸν Βασιλέα τῶν ὅλων; Γι᾽ αὐτὸ ὅταν ἐκκλησιαζώμαστε νὰ λέμε μὲ ταπείνωσι· Θεέ μου, ἐγὼ τὸ σκουλήκι ποὺ ἔκανα τοῦ κόσμου τὶς ἁμαρτίες, πῶς θὰ μπῶ στὸ ναό σου, ὅπου ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι σὲ ὑμνοῦν; Καὶ ὅταν κοινωνοῦ­με τῶν ἀχράντων μυστηρίων, ἂς σκεφτοῦμε μὲ συναίσθησι· εἴ­μαστε ἄξιοι νὰ πάρουμε μέσα μας τὸ Χριστό;
Θαυμάζουμε τὸν ἑκατόνταρχο γιὰ τὴν πίστι του, τὸν θαυμάζουμε γιὰ τὴ βαθειά του ταπείνωσι. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει κ᾽ ἕνα ἄλλο θαυμαστὸ στοιχεῖο στὴ ζωή του, κι αὐτὸ εἶνε ἡ ἀγάπη του. Τὸν ἀκοῦτε; Κοντὰ στὸ Χριστὸ ἦρθαν πολλοὶ ζητώντας νὰ θεραπεύσῃ τὸ παιδί τους ἢ κάποιον ἄλλο δικό τους· αὐτὸς παρακαλεῖ τὸ Χριστὸ ὄχι γιὰ κάποιον συγγενῆ του ἀλλὰ γιὰ ἕ­ναν ὑπηρέτη του, ἕνα σκλάβο, ποὺ τὴν ἐ­ποχὴ ἐκείνη δὲν εἶχε δικαιώματα, δὲν ἐθεωρεῖτο ἄν­θρωπος· τοὺς δούλους τότε τοὺς ἀ­γόραζαν, τοὺς πουλοῦσαν, τοὺς σκότωναν, τοὺς ἔκαναν ὅ,τι ἤθελαν. Γι᾽ αὐτὸν τὸν δοῦλο λοι­πὸν φρόντισε ὁ ἑκατόνταρχος. Ἦρθε στὸ Χρι­στὸ καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Νά λοιπόν, πρὸ Χριστοῦ Χριστιανός· Ἐνῷ τώρα;… Σήμερα ἔρχονται στὴν Ἀθήνα κορίτσια ἀπὸ τὴν ἐπαρχία καὶ ὑπηρετοῦν σὲ μεγάλα σπίτια. Κοπιάζουν· πρῶτα ξυπνᾶνε, τελευταῖα κοιμῶνται. Καὶ πῶς τοὺς συμπεριφέρονται οἱ Χριστιανοὶ κύριοί τους; Γιὰ τὶς παρεκτροπὲς τῶν δικῶν τους παιδιῶν, τοῦ γυιοῦ ἢ τῆς θυγατέρας τους, εἶνε ἐπιεικεῖς· γιὰ μία παράλειψι ὅ­μως ποὺ θὰ κάνῃ ἡ ὑπηρέτρια, ἡ κυρία τὴ βασανίζει καὶ τὴν πετάει ἔ­ξω. Ὅταν ἔρθουν ὅ­μως Χριστούγεννα καὶ Πάσχα, ἡ κυρία αὐτὴ θὰ πάῃ στὴν ἐκκλησία καὶ θὰ κάνῃ μεγάλους σταυροὺς καὶ θ᾽ ἀνάβῃ κεριά. Σᾶς ἐρωτῶ· αὐτὴ ἡ κυρία δὲν εἶνε μετὰ Χριστὸν εἰδωλολάτρης, καὶ ὁ ἑκατόνταρχος δὲν εἶνε πρὸ Χριστοῦ Χριστιανός;

* * *

Νὰ προσέξουμε, ἀγαπητοί μου. Δὲν μᾶς σῴ­ζουν οἱ τύποι· τὰ ἀφιερώματα, τὰ εἰκονοστάσια, οἱ λαμπάδες, τὰ χρυσοποίκιλτα ἄμφια κ.τ.λ.. Κα­λὰ εἶνε αὐτά, ἀλλὰ ὑπὸ ἕνα ὅρον· νὰ συν­ο­δεύ­ων­ται ἀπὸ τὴν οὐσία. Καὶ ἡ οὐσία εἶνε νὰ ὑπάρχουν οἱ τρεῖς μεγάλες ἀρετές· ἡ πίστις, ἡ ἐλ­πίδα, ἡ ἀγάπη. Δὲν μᾶς σῴζουν τὰ «Κύριε Κύριε»· ἕνα σῴζει, «ὁ ποιῶν τὸ θέλημα» τοῦ Κυρί­ου (Ματθ. 7,21). Διαφορετικά, ὑπάρχει φόβος νὰ κολαστοῦμε.
Κάτι σκέπτομαι κι ἀνατριχιάζω· μοῦ ᾽ρχεται νὰ πάω σὲ μιὰ ἐρημιά, καὶ μακάρι ἡ ἱ. σύνοδος νὰ μὲ τιμωρήσῃ νὰ μὲ στείλῃ σὲ μοναστήρι, νὰ ἡσυχάσω ὕστερα ἀπὸ τοὺς κόπους τόσων ἐτῶν. Τί σκέπτομαι; Ὅταν ἦρθε ὁ Παῦλος στὴν Ἀθήνα, γύρισε σὰν ξένος ὅλη τὴν πόλι. Εἰδωλολάτρες ἦταν καὶ παντοῦ εἶδε εἴδωλα. Ὡσ­τό­σο δὲν ἄ­κουσε Ἀθηναῖο νὰ βλαστημήσῃ τοὺς θεούς. Ἂν ὅμως ἐρχόταν πάλι σήμερα, ὅπου καὶ νὰ πήγαινε, θὰ βούιζαν τ᾽ αὐτιά του ἀπὸ φρικτὲς βλασφημίες τῶν θείων. Δηλαδή· πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοὶ καὶ μετὰ Χριστὸν εἰ­δωλολάτρες! Νά γιατί φοβᾶμαι, μήπως καμμιὰ νύχτα μὲ κανένα σεισμὸ ἔρθῃ τὸ τέλος. Γι᾽ αὐτὸ ἂς ποῦμε μὲ μετάνοια· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του  Ἁγιου Ἀνδρέου Πατησίων – Ἀθῆναι 3-7-1960)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.