Αυγουστίνος Καντιώτης



MHNYMATA

date Φεβ 28th, 2013 | filed Filed under: ΜΗΝΥΜ. ΠΑΡΑΛ. ΠΡΟΩΘ.

___

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΕΔΕΣΣΗΣ

 Στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης «Iστογράφος»  στην οποία και γίνεται έμμεση αλλά σαφής αναφορά στην κριτική που ασκήθηκε από μέρους μου  ο συντάκτης ισχυρίζεται ότι «Κατηγορήθηκε η Μητρόπολη ότι προσπάθησε με τη συμμετοχή της να «αποσπάσει πιστοποιητικά πολιτικής ορθότητας» η ότι μετέχει σε μία προσπάθεια στοχοποίησης συγκεκριμένης κομματικής ιδεολογίας». Τα πιο πάνω αναγνώσθηκαν και κατά τη διεξαγωγή της επίμαχης εκδηλώσεως εις επήκοον πολλών δημιουργώντας πεπλανημένες εντυπώσεις στους ακροατές που παρακολούθησαν τη συγκεκριμένη εκδήλωση-συζήτηση. Κάτι τέτοιο δεν είναι αληθές και μάλλον οφείλεται σε παρανόηση των όσων έγραψα. Ο υποφαινόμενος τόνισα ότι » Η Χρυσή Αυγή την οποία»φωτογραφίζει» σαν ιδεολογικό και πολιτικό φορέα του ναζισμού και επιχειρεί να στοχοποιήσει η συγκεκριμένη εκδήλωση αποτελεί στις μέρες μας τον εύκολο στόχο για τους ποικίλους υπηρέτες του διεφθαρμένου πολιτικού και κοινωνικού συστήματος και τους αβανταδόρους της Νέας Τάξης. Αν θέλει κάποιος σήμερα, φυσικό πρόσωπο ή συλλογικότητα, να αποσπάσει πιστοποιητικά «πολιτικής ορθότητας»και να μην απορριφθεί από το σύστημα θα πρέπει αν μη τι άλλο να πλειοδοτεί σε αντιχρυσαυγιτισμό» και πιο κάτω «Το λυπηρό όμως εν προκειμένω είναι η συμμετοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης σε μια τέτοια εκδήλωση που με το αθώο πρόσχημα του «διαλόγου» και της «παροχής και διακήρυξης της χριστιανικής μαρτυρίας» καθίσταται ανεπιγνώστως υπηρέτρια της δυσώνυμης «πολιτικής ορθότητας. Όπως προκύπτει από την προσεκτική ανάγνωση των παραπάνω φράσεων δεν ισχυρίστηκα ότι η συγκεκριμένη μητρόπολη «προσπάθησε να αποσπάσει πιστοποιητικά πολιτικής ορθότητας».΄Έγραψα σαφώς γι αυτούς που «θέλουν και επιδιώκουν» να αποσπάσουν τα σχετικά «πιστοποιητικά» και φυσικά δεν εννοούσα τη μητρόπολη αφού πιο κάτω έγραψα ότι» ΑΝΕΠΙΓΝΩΣΤΩΣ   καθίσταται με τη συμμετοχή της υπηρέτρια της δυσώνυμης πολιτικής ορθότητας».  Διότι έχομαι στερρώς της γνώμης ότι η μητρόπολη δε θέλησε και δεν επιδίωξε να αποσπάσει τα εν λόγω «πιστοποιητικά» αλλά  κινούμενη από αγαθά κίνητρα όπως αυτό της «παροχής και διακήρυξης της χριστιανικής μαρτυρίας» όπως έγραψα συμμετείχε ως διοργανώτρια στη συγκεκριμένη εκδήλωση . Η κριτική μου λοιπόν εστιάσθηκε στο γεγονός της συμμετοχής της μητρόπολης στην εν θέματι εκδήλωση που κατά τη γνώμη μου παρόλο που τα κίνητρά της είναι αγαθά  δυστυχώς υπηρετεί ανεπιγνώστως το «πολιτικά ορθό».  Ο υποφαινόμενος δεν ήταν ποτέ δυνατόν να συγκαταλέγει στους «ποικίλους υπηρέτες του διεφθαρμένου πολιτικού και κοινωνικού συστήματος και στους ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΥΣ αβανταδόρους της Νέας Τάξης» τη συγκεκριμένη μητρόπολη της οποίας προίσταται ένας  κατά τεκμήριο παραδοσιακός μητροπολίτης όπως ο νυν Εδέσσης π.Ιωήλ. Από την ηθελημένη στοίχιση στις γραμμές της διαβόητης «πολιτικής» ορθότητας μέχρι την καλοπροαίρετη παρέμβαση που υπό τις συνθήκες που αυτή υλοποιείται δυνητικά κινδυνεύει να υπηρετήσει τη συγκεκριμένη στρεβλή ιδεολογία υπάρχει πολύ μεγάλη, τεράστια απόσταση. Ο υποφαινόμενος, το τονίζω για μία ακόμη φορά, κάκισα το γεγονός ότι πολλοί εκκλησιαστικοί παράγοντες και φορείς εν οις και η μητρόπολη Εδέσσης « με τη συμμετοχή τους σε παρόμοιες εκδηλώσεις, με τη συγκεκριμένη θεματολογία που είναι και της μόδας σήμερα και τη συγκεκριμένη σύνθεση των συμμετεχόντων όπου πλειοψηφούν γνωστής ιδεολογικής κατευθύνσεως πρόσωπα και φορείς, ανεπιγνώστως προφανώς ρίχνουν νερό στο μύλο των αθέων και των εκκλησιομάχων και ελέγχονται επιεικώς ανακόλουθοι και επιλεκτικώς στοχεύοντες».  Αναφορικά τέλος με το υποστηριζόμενο ότι ισχυρίστηκα ότι η μητρόπολη της Έδεσσας μετέχει σε μία προσπάθεια «στοχοποίησης συγκεκριμένης κομματικής ιδεολογίας» κάτι τέτοιο δεν ισχύει αφού έγραψα για «στοχοποίηση του κόμματος της Χρυσής Αυγής» και όχι για στοχοποίηση της ιδεολογίας του η οποία όσον αφορά στο κομμάτι του ναζισμού και του φυλετικού ρατσισμού είναι αφ εαυτής τρόπον τινά στοχοποιμένη για κάθε ορθόδοξο χριστιανό και προδήλως καταδικαστέα όπως επανειλημμένως έχω αναγράψει. Ταύτα προς αποκατάσταση της αλήθειας.
Λυκούργος Νάνης
499618011997049818180113______

ΤΟ ΞΗΛΩΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ!

(π. Βασίλειος Βολουδάκης)

499618011997049818180113

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ & ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

Ἀκτὴ Θεμιστοκλέους 190, 185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ, Τηλ. +30 210 4514833 (19), Fax +30 210 4528332 e-mail: impireos@hotmail.com

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ ΚΑΙ

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΕΠΙ ΤΗ ΕΝΑΡΞΕΙ

ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ 2013

 

γαπητο μου ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Μ τὴν ἔναρξη το Τριωδίου κκλησία μερίμνησε, μέσα π τν λατρεία, τ εαγγελικναγνώματα κα τν μνολογία, γι τν κατάλληλη προπαρασκευή μας, τσι στε ν εσέλθουμε μ τρόπο πιο καμαλ στν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τώρα, στς παρχς τς κκλησιαστικς ατς περιόδου, φροντίζει γι ννοιχθομε στ σωτήριο πέλαγος τν πνευματικν γωνισμάτων, μ σιγουρι κασφάλεια. Γιατί, σο κι ν κούγεται παράδοξο, κινδύνους κρύβουν συχνά, ο προσπάθειες στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα, ταν ατς γίνονται προϋπόθετα. Πολλ πρόσωπα, παρ’ τι γωνίστηκαν πέρμετρα, χι μόνο δν κατέφεραν ν γευθον τος γλυκος καρπος τς σκήσεως, λλ ετε πογοητεύτηκαν καγκατέλειψαν τν προσπάθεια, ετε κόμη χειρότερα, ξεγελάστηκαν π τν Πονηρὸ κα πίστεψαν πς προχώρησαν στ πνευματικά, πς φτασαν σ μέτρα γιότητος, μποτέλεσμα νποστερηθοῦν τς Θείας Χάριτος κα νποστον μεγάλους πειρασμούς κα τραγικς πτώσεις.

κκλησία μς διδάσκει τληθιν περιεχόμενο τς Τεσσαρακοστς, τ βαθύτερο νόημα Της, τ προσευχητικ κασκητικθος, τν τρόπο πο καλούμαστε ν διάγουμε τς ἡμέρες ατς. κριβς γνώση, μεμαρτυρημένη π τν γίων Πατέρων, τόσο ς πρς τ νόημα ατς τς κκλησιαστικς περιόδου, σο κα ὡς πρς τ βίωμα πο καλούμαστε νχουμε, εναι παραίτητη προϋπόθεση τογώνα πο ξεκινοῦμε.

Στν προσπάθεια μας γιναζήτηση το βαθυτέρου περιεχομένου τς Μεγάλης Τεσσαρακοστς, μεγλο φελος θποκομίσουμε, ν στρέψουμε τν προσοχή μας στν ννοια τς μετανοίας. Τοτο στν ποχή μας μοιάζει δύσκολο, φομετανοησία προτάσσεται π τν κοσμικ λογικς δέουσα στάση ζως. Συχνκομε πρόσωπα, ν δηλώνουν, πολλς φορς κα δημόσια, πς δν μετανιώνουν γι τίποτα πσα στ ζω τους χουν πράξει.

Συμβαίνει μως ξ’ ἴσου συχν, πολλοπμς ν πιστεύουμε, πς βιώνουμε τν κατάσταση τς μετανοίας, μ πολύ νπέχουμε π ατν. Τοτο φείλεται πρωτίστως στν δυσκολία ν τοποθετηθοῦμε μ τιμιότητα κα μ ελικρίνεια πέναντι στς στοχίες κα στς μαρτίες μας. λλοτε προσεγγίζουμε τς πτώσεις μας συναισθηματικ, κι λλοτε θικολογικά.

συναισθηματικ προσέγγιση τν μαρτημάτων μας, δηγε συνήθως σκείνη τν ψυχικ κατάσταση πο κοινῶς ὀνομάζουμε τύψεις. Ο πρόγονοί μας στος ρχαίους καιρος, πρν γνωρίσουν τν Σωτήρα Χριστό, -τότε ποὺ μ μύθους προσπαθοῦσαν ν ψηλαφήσουν τν λήθεια τν πραγμάτων- εχαν περιγράψει τν ψυχικ κατάσταση τονθρώπου ποχει ὑποπέσει σ μεγάλο μάρτημα κα βασανίζεται π τύψεις, μσα π τς φοβερές μορφς τν μυθικῶν ρυνιν. Ορυνύες παρουσιάζονταν νχουν ψη φρικτ. ποστολή τους ταν ν κυνηγον νελέητα τν νοχο λέγχοντάς τον γι τδικήματά του. πάλη ατταν γεμάτη ὀδύνη, φο ἔνοχος δν σύχαζε ποτ κα πουθενά. Συχν κατέληγε στν τρέλα κόμα κα στν διο τν θάνατο.

Ονθρωποι προσπαθομε πολλές φορς μήχανα νντιμετωπίσουν τς πτώσεις μας, ποδεχόμενοι ν διαλεχθομε μ τς τύψεις. Ο τύψεις, μς γυρίζουν πρς τ πίσω, κεπου τδυνηρ γεγονότα τν πτώσεών μας πανέρχονται ξαν κα ξαν στ νο, βασανίζοντας κα πληγώνοντας τν παρξη, χωρς νχουν δύναμη ν τν ποκαταστήσουν κα ν τν θεραπεύσουν. Ο τύψεις, μς γκλωβίζουν στ παρελθόν, στσα χουν διαπραχθε, χωρς ν δίδεται κάποια διέξοδος στνθρώπινο δράμα, κάποια νάπαυση στ ψυχικλγος. Ο τύψεις παράγουν δάκρυα, τποῖα μως δν προσφέρουν τὴν κάθαρση κα τν ἴαση, ντιθέτως θεριεύουν τν πόνο, ξύνουν τ πρόβλημα, ἑδραιώνουν τν πογοήτευση, πιβάλλουν τν δράνεια. Γι’ ατ ο τύψεις δν σχετίζονται μ τν ἀληθινή μετάνοια.

Ὅμως καθικολογικ προσέγγιση τν μαρτημάτων, δν εναι καν ν προσφέρει μι πραγματικποκατάσταση. προπάθεια τονθρώπου ν διάγει τν βίο του μ τρόπο χρηστ κα δίκαιο, προσκρούει συνεχς στ πάθη κα τς δυναμίες τς φύσεως μας. ασθηση το δικαίου χει μαυρωθε μέσα μας κα γι’ ατδικομε συχν τος γύρω μας, μ πι πολύ δικομε τν διο μας τν αυτό. Δν στεκόμαστε μ ελικρίνεια κανδρεο φρόνημα ναντι τν μαρτιν μας. ναζητομε λαφρυντικ κα δικαιολογίες, προσπαθώντας ν κάνουμε τος λλους –σως κα τν διο μας τν αυτό- ν πιστέψουν πς δν εἴμαστε θῦτες, λλ θύματα. λλοτε πάλι κρίνουμε τμαρτήματά μας μ μι στερα αστηρότητα, ποπέχει π τν λήθεια κα γι’ ατ δν εναι καν ν μς λευθερώσει π τ πάθη μας.

λεγχος τοαυτο μας χρειάζεται ν συντελεῖται νὰ πάσα στιγμή. Ἄν θέλουμε νναμετρηθομε μ τ σφάλματα μας, φείλουμε νποδεχθομε τν νοχή μας γι’ ατά. Τοτο εναι να πρτο βῆμα, γι νντιμετωπίσουμε τσα σκοτίζουν τν παρξή μας.

ποδοχ τν εθυνν μας παρὰ τατα, π μόνη της, δν δύναται ν φωτίσει τν ζωή μας, ν τν ποκατασήσει ἔναντι το Θεο κα τν ἀνθρώπων. νθρωπος ποποδέχεται τν νοχ του, χει ντοπίσει τ πρόβλημα, δν χει γνωρίσει μως κόμα τν λύση του. Παραμένοντας σ’ ατ τν ψυχικ κατάσταση, τς ποδοχς πο δν καταλήγει στ λύτρωση κα στν πελευθέρωση π τς πιπτώσεις τν μαρτιν, τ πρόσωπα ετε πογοητεύονται ετε σκληραίνουν. Γι’ ατνοχ δν εναι ὅρος συνώνυμος τς μετανοίας.

μως τί εναι τελικ μετάνοια; ς κούσουμε τος Πατέρες τς κκλησίας, κείνους πο μς δίδουν τν ρθόδοξη θεώρηση τς ζως κα τς πάρξεως, τ μαρτυρία καταθέτουν γι τν μετάνοια.

Λέγει γιος Γρηγόριος Παλαμς:

«Μετάνοια στ τ μισήσαι τν μαρτίαν καγαπήσαι τν ἀρετν κακκλίναι π το κακο κα ποιήσαι τγαθόν».

(Μετάνοια εἶναι νά μισήσεις τήν ἁμαρτία καί νά ἀγαπήσεις τήν ἀρετή, νά ἀπομακρύνεσαι ἀπό τό κακό καί νά πράττης τό καλό.)

ναγνωρίζουμε τν μετάνοια κεῖ ποπάρχει ἀπέχθεια γι τν μαρτία καγάπη γι τν ρετή. Ἄς προσέξουμε γαπητοτι μετάνοια ποτελε πρωτίστως κατάσταση σωτερικ, ποία συντελεῖται στ ψυχ τονθρώπου, καχι ἁπλς μία βελτίωση τς συμπεριφορς μ τύπους κα σχήματα ξωτερικ. πάρχει λλοίωση στ βάθη τς πάρξεως, ποία δηγεῖ τελικ στν πομάκρυνση π τ κακ κα στν πιθυμία τονθρώπου ν πράττει μόνο τγαθό.

ς δομε μως κα ὅσα σιος ωάννης Σιναΐτης καταγράφει στ βιβλίο τς «Κλίμακος» στ κεφάλαιο «Περ Μετανοίας»:

«Μετανον σημαίνει γοραστς τς ταπεινώσεως. Μετάνοια σημαίνει μόνιμος ποκλεισμς κάθε σωματικς παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψις ατοκατακρίσεως, μεριμνησία γιλα τλλα κα μέριμνα γι τν σωτηρία τοαυτο μας. Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα τς λπίδος καποκήρυξις τς πελπισίας. Μετανοών σημαίνει κατάδικος πηλλαγμένος π ασχύνη».

Ἄς προσέξουμε κα τος λόγους τούτους. μετάνοια συνοδεύεται π τν ταπείνωση, π τν ατοκατάκριση, π τν κούσιο ποκλεισμό π κάθε παρηγορία, μως τν ἴδια στιγμή παρουσιάζεται ς θυγατέρα τς λπίδος, ς ποκήρυξη τς πελπισίας, ς παλλαγπ τν ασχύνη τς μαρτίας. Δν εναι κατάσταση πογκλωβίζει τν νθρωπο σ μι στερα θλίψη, λλ τν ναγεννᾶ πελευθερωμένο π τ δειν τν πτώσεών του.

Κι γιος ωάννης Χρυσόστομος παραγγέλει:

«μαρτες; Μετανόησον· μ δι τς ῥᾳθυμίας νίατον σεαυτ τ πάθος ποιήσς. Σκότος λλοιοται, φωτς φανέντος· καμαρτία φανίζεται, μετανοίας φθείσης».

(Ἁμάρτησες; Μετανόησε κι ὄχι μέ τήν νωθρότητα νά κάνεις ἀνίατο τό πάθος γιά σένα. Ὅπως τό σκοτάδι ἐλλατώνεται ὅταν φανεῖ τό φῶς ἔτσι ἡ ἁμαρτία ἀφανίζεται ὅταν φανεῖ ἡ μετάνοια).

Γι τν ερ Χρυσόστομο μόνη πάντηση στν μαρτία εναι μετάνοια, ποία νεργες τ φς τ πο μ τν παρουσία του φανίζει κάθε σκότος. μετάνοια εναι τ Φς το Χριστο πο φαίνει πσι, γι’ ατποτελε μετοχ στ θεία Χάρη, εναι θεῖος φωτισμς. Δν εναι κατάκτηση νθρώπινη, λλ δώρημα το Θεο σ κάθε νθρώπινη ψυχ πο παίρνει τν πόφαση νγκαταλείψη τν ζοφώδη νύκτα τς μαρτίας.

σπουδ τν Πατέρων τς κκλησίας, μς ποδεικνύει πς μετάνοια δν εναι ο τύψεις κα ονοχς, δὲν εναι συναισθηματικ συντριβ ὀρθολογικ δικαιοκρισία, δν εναι τπεγνωσμένα δάκρυα πέλπιδη ατοκαταδίκη. μετάνοια δν εναι σχμα θεωρητικ, πρόσταγμα θικολογικ. Εναι λήθεια ψηλαφίσιμη σ πρόσωπα· στν τελώνη κα στν σωτο, στν σία Μαρία τν Αγυπτία, στος ποστόλους Πέτρο κα Παλο, στν ληστ, τν συσταυρωθέντα μετ το Κυρίου κα σ τόσες λλες γίες μορφς ποκκλησία τοποθετενώπιόν μας καθημεριν γι ν γνωρίσουμε κα ἐμες ο ταλαίπωροι ποις εναι σίγουρος κασφαλῆς δρόμος τς σωτηρίας.

γαπητο μου ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

θύρα τς μετανοίας νοίγει μ τν εἴσοδο μας στν Μεγάλη Τεσσαρακοστ. Μ φοβηθεῖτε τν στενότητα τς πύλης, μ διστάσετε μπροστ στν ταπεινή της ψη, μ δειλιάσετε ναλογιζόμενη τν πνευματικ σας γυμνότητα, μν ρνηθεῖτε τν εκαιρία πο Θες δίδει σλους μας, ν πορευθοῦμε συνειδητ πρς τ Πάσχα, πρς κενο τ πέρασμα ποδηγεπ τν δουλεία τς μαρτίας στν λευθερία το σταυρωθέντος καναστάντος Χριστο.

«δού καιρός επρόσδεκτος, δού καιρός μετανοίας»

Καλ κα ελογημένη γία κα Μεγάλη Τεσσαρακοστή !

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΕΠΙ ΤΗι ΚΥΡΙΑΚΗι ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2 0 1 3

λεγε μακαριστός γιος Γέρων Παΐσιοςγιορείτης : « διάβολος πλωσε τρία πλοκάμια νά πιάσει λο τόν κόσμο. Τούς πλουσίους νά τούς πιάσει μέ τή Μασονία, τούς πτωχούς μέ τόν κομμουνισμό καί τους θρησκευόμενους μέ τόν οκουμενισμό». Ὁ ἴδιος ἄλλοτε σέ συνάξεις μοναζουσῶν ἐπεσήμανε : «Οἰκουμενισμός καί Κοινή Ἀγορά, ἕνα κράτος μεγάλο, μία θρησκεία στά μέτρα τους. Αὐτά εἶναι σχέδια διαβόλων»1.

Τί εἶναι, ὅμως, ὁ Οἰκουμενισμός ;

Ὁ σύγχρονος ἅγιος γέρων τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας καί καθηγητής τῆς Δογματικῆς ὅσιος Ἰουστίνος Πόποβιτς σημειώνει : «Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι κοινόν ὄνομα διά τούς ψευδοχριστιανισμούς, διά τάς ψευδοεκκλησίας τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Μέσα του εὑρίσκεται ἡ καρδία ὅλων τῶν εὐρωπαϊκῶν οὐμανισμῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν Παπισμό. Ὅλοι δέ αὐτοί οἱ ψευδοχριστιανισμοί, ὅλαι αἱ ψευδοεκκλησίαι δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία αἵρεσις παραπλεύρως εἰς τήν ἄλλην αἵρεσιν. Τό κοινόν εὐαγγελικόν ὄνομά τους εἶναι ἡ παναίρεσις»2. Στό ἴδιο μῆκος κύματος ὁ μακαριστός γέρων ἀρχιμανδρίτης π.Χαράλαμπος Βασιλοπουλος μᾶς δίνει τήν πραγματική εἰκόνα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ : «Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἕνα Κίνημα παγκόσμιον του Διεθνοῦς Σιωνισμοῦ καί ἔχει ὡς μοναδικόν σκοπόν τήν πολιτικήν καί θρησκευτικήν κατάκτησιν τῆς Οἰκουμένης! Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι μιά φοβερά λαίλαψ, πού προετοιμάζεται νά ξεθεμελιώση, ὅπως φαντάζεται, τήν ‘Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν’ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἄγριος τυφών τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους, πού συγκεντρώνει τήν καταστροφικήν του μανία ἐναντίον κυρίως τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ τόν σκοτεινό πόθο νά τήν ἐκμηδενίσῃ καί νά τήν ἀφανίσῃ»3. Ἐπίσης, ὁ μακαριστός γέρων ἀρχιμανδρίτης π.Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ὀνομάζει τόν Οἰκουμενισμό τελευταῖο πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου4. Ὁ ὁμότιμος καθηγητής τῆς πατρολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. αἰδεσιμολογιώτατος πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, μεγάλος ἀγωνιστής καί πολέμιος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παρατηρεῖ σχετικά μέ τήν αἵρεση αὐτή ὅτι «ὁ κίνδυνος αὐτός (ἐκ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ) ἀποβαίνει μεγαλύτερος, ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ἀπειλή δέν εἶναι μόνον ἐξωτερική. Δέν προέρχεται δηλαδή μόνον ἀπό τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό, οἱ ὁποῖοι ἀντιμετωπιζόμενοι παλαιότερα ὡς αἱρέσεις, εἶχαν ἐλάχιστες, σχεδόν μηδαμινές δυνατότητες νά ἀσκήσουν ἐπιρροή στούς Ὀρθοδόξους πιστούς. Ὁ κίνδυνος τώρα εἶναι πολλαπλασίως μεγαλύτερος, διότι δρᾶ ἐκ τῶν ἔσω. Πολλοί ποιμένες, τῶν ὁποίων βασική ἀποστολή εἶναι νά διώκουν τούς λύκους τῶν αἱρέσεων καί τῶν πλανῶν, δέν βλέπουν νά ὑπάρχουν λύκοι, γιά νά τούς ἐκδιώξουν, ἀφοῦ θεωροῦν, ὅτι ὁ Παπισμός καί ὁ Προτεσταντισμός δέν εἶναι αἱρέσεις, ἀλλά ‘σεβάσμιες ἐκκλησίες’, ‘ἀδελφές ἐκκλησίες’, συνδιαχειρίστριες τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν». Σύμφωνα, τέλος, μέ τόν ἀείμνηστο Καθηγητή τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου κ. Κων/νο Μουρατίδη «ὁ Οἰκουμενισμός-συγκρητισμός δέν εἶναι ἁπλῶς μία αἵρεσις, ἀλλά παναίρεσις, διότι κατ΄οὐσίαν ὁδηγεῖ εἰς τήν ἄρνησιν τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς μοναδικῆς καί ἀποκλειστικῆς ἀπολύτου ἀληθείας ἐξ ἀποκαλύψεως καί εἰς τόν ὑποβιβαμόν αὐτοῦ εἰς μίαν μεταξύ τῶν πολλῶν θρησκειῶν ἤ τήν πνευματικωτέραν καί σπουδαιοτέραν, ἀλλά ὄχι τήν μοναδικήν. Ὁ Οἰκουμενισμός, ἆρα συγκρητισμός εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἀπειλή κατά τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, διότι δι΄αὐτῆς δέν πλήττεται ἁπλῶς ἕν δόγμα ἤ μία θεμελιώδης ἀλήθεια, ἀλλά σύμπασα συλλήβδην ἡ δογματική καί κανονική τάξις τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας»5.

Ὅπως ἡ παγκοσμιοποίηση σέ πολιτικό ἐπίπεδο θέλει νά ἑνώσει τόν κόσμο καί νά κάνει ἕνα παγκόσμιο κράτος, μία παγκόσμια ἠλεκτρονική διακυβέρνηση, ἕνα παγκόσμιο νόμισμα, μία παγκόσμια οἰκονομία, ἔτσι καί ὁ Οἰκουμενισμός σέ θρησκευτικό ἐπίπεδο θέλει νά ἑνώσει ὅλες τίς θρησκεῖες (διαθρησκειακός οἰκουμενισμός) καί ὅλες τίς αἱρέσεις (διαχριστιανικός οἰκουμενισμός) σέ μία παγκόσμια θρησκεία, ἀψηφώντας καί περιθωριοποιώντας τίς τεράστιες, γιγαντιαῖες καί χαώδεις δογματικές διαφορές καί ξεθεμελιώνοντας ἐκ βάθρων τά δόγματα καί τήν πίστη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὁ Οἰκουμενισμός εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἐκκλησιολογική αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἐπειδή ἐξισώνει ὅλες τίς θρησκεῖες καί τίς πίστεις.

Ἰδιαιτέρως πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι πηγή καί μήτρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ τυγχάνει ἡ Μασωνία, πού προωθεῖ δι’ αὐτοῦ τήν παγκόσμια θρησκεία τοῦ Ἐωσφορισμοῦ, ὅπως καί τῆς Μασωνίας πηγή καί μήτρα εἶναι ὁ φρικώδης διεθνής Σιωνισμός.

Ὑπάρχει ἕνα προκαθορισμένο σχέδιο ἑνώσεως, πού ὁδηγεῖ στήν διαμυστηριακή κοινωνία (intercommunio) πασῶν τῶν αἱρέσεων καί τῶν θρησκειῶν, στήν ἐπιβολή τῆς πανθρησκείας καί τό ὁποῖο ἀποτελεῖται ἀπό τρεῖς φάσεις. Ἡ πρώτη φάση τοῦ σχεδίου ἑνώσεως εἶναι ἡ ἕνωση ὅλων τῶν χριστιανικῶν ὁμολογιῶν, δηλ. ὁ διαχριστιανικός οἰκουμενισμός. Ἡ δεύτερη φάση εἶναι ἡ ἕνωση ὅλων τῶν θρησκειῶν, δηλ. ὁ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός καί ἡ τρίτη φάση εἶναι ἡ ἕνωση ὅλων τῶν ὁμολογιῶν καί τῶν θρησκειῶν, δηλ. ἡ ἐπιβολή τῆς πανθρησκείας, μέ ἀρχηγό τόν αἱρεσιάρχη Πάπα τῆς Ρώμης, ὁ ὁποῖος θά παραδώσει τήν παγκόσμια ἐξουσία στόν Ἀντίχριστο.

Οἱ ρίζες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πρέπει νά ἀναζητηθοῦν στόν προτεσταντικό χῶρο, στά μέσα τοῦ 19ου αἰ. Τότε κάποιες «χριστιανικές ὁμολογίες», βλέποντας τόν κόσμο νά φεύγει ἀπό κοντά τους λόγω τῆς αὐξανομένης θρησκευτικῆς ἀδιαφορίας καί τῶν ὀργανωμένων ἀντιθρησκευτικῶν κινημάτων, ἀναγκάσθηκαν σέ μιά συσπείρωση καί συνεργασία. Αὐτή ἡ ἑνωτική δραστηριότητά τους ἔλαβε ὀργανωμένη πλέον μορφή, ὡς Οἰκουμενική Κίνηση, τόν 20ό αἰ. καί κυρίως τό 1948, μέ τήν ἵδρυση στό Ἄμστερνταμ τῆς Ὀλλανδίας τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν (Π.Σ.Ε.), πού ἑδρεύει στή Γενεύη6.

Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πάντοτε ἀντιστέκεται σταθερά, ἀταλάντευτα καί ἀκλόνητα στόν Οικουμενισμό καί ἀποτεῖ ἰσχυρό ἀντιοικουμενιστικό προπύργιο.

Ἕνα ἀπό τά μέσα, ποῦ χρησιμοποιεῖ ὁ Οἰκουμενισμός, γιά νά ἐπιτύχει τούς σκοπούς του, εἶναι ὁ συγκρητισμός, αὐτός ὁ θανάσιμος ἐχθρός τῆς χριστιανικῆς πίστεως, τόν ὁποῖο προωθεῖ τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». «Ὁ συγκρητισμός εἶναι ἡ σχετικοποίηση τῶν θρησκειῶν καί τῶν θρησκευτικῶν ἰδεῶν. Εἶναι μιά πανοικουμενική θρησκευτική σύνθεση καί σύζευξη τῶν πιό ἀντιθετικῶν καί ἀνομοίων στοιχείων»7.

Ὁ Οἰκουμενισμός κινεῖται σέ δύο ἐπίπεδα˙ τό πρῶτο σέ διαχριστιανικό καί τό δεύτερο σέ διαθρησκειακό. Ἔτσι, ἔχουμε τόν διαχριστιανικό οἰκουμενισμό καί τόν διαθρησκειακό οἰκουμενισμό, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν δύο ἀπό τίς βασικές κατευθύνσεις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὁ μέν διαχριστιανικός οἰκουμενισμός προωθεῖ τήν ἕνωση τῶν διαφόρων χριστιανικῶν «ὁμολογιῶν» (Παπικῶν, Προτεσταντῶν, Ἀγγλικανῶν, Πεντηκοστιανῶν, Μονοφυσιτῶν) μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τό κριτήριο τοῦ δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ. Σύμφωνα μέ τήν οἰκουμενιστική ἀρχή τοῦ «διαχριστιανικοῦ δογματικοῦ συγκρητισμοῦ» οἱ δογματικές διαφορές μεταξύ ἑτεροδόξων εἶναι ἁπλῶς τυπικές παραδόσεις κάθε «ἐκκλησίας» καί πρέπει νά παρακάμπτονται γιά τό καλό της ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μπορεῖ νά ἐκφράζεται μέ τήν ποικιλία διαφόρων μορφῶν καί ἐκφράσεων. Ὁ δέ διαθρησκειακός οἰκουμενισμός, θεωρώντας ὅτι σέ ὅλες τίς θρησκεῖες ὑπάρχουν θετικά στοιχεῖα, προωθεῖ τήν ἕνωση μεταξύ αὐτῶν καί κυρίως μεταξύ τῶν δῆθεν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου, τοῦ Χριστιανισμοῦ, τοῦ Μουσουλμανισμοῦ καί τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Μέ λίγα λόγια προωθεῖ τήν λεγομένη «πανθρησκεία». Σύμφωνα μέ τήν οἰκουμενιστική ἀρχή τοῦ «διαθρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ» πρέπει νά βλέπουμε τά «κοινά θεολογικά σημεῖα», ποῦ ὑπάρχουν σέ ὅλες τίς «μονοθεϊστικές θρησκεῖες», ὥστε νά οἰκοδομήσουμε τήν θρησκευτική ἑνότητα τῆς οἰκουμένης.

Ὁ Οἰκουμενισμός, γιά νά ὑλοποιήσει τούς στόχους του, ἀναγκάζεται νά παραθεωρήσει ἤ καί νά ἀναθεωρήσει βασικές ἀρχές τῆς Ὀρθοδοξίας.

Προβάλλει τήν ἀντίληψη τῆς ‘Διευρημένης Ἐκκλησίας’, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καί περιλαμβάνει τούς χριστιανούς κάθε «ὁμολογίας», ἀπό τή στιγμή πού δέχθηκαν τό βάπτισμα. Ἔτσι, ὅλες οἱ «χριστιανικές ὁμολογίες» εἶναι μεταξύ τους ‘Ἀδελφές Ἐκκλησίες’. Πρόκειται γιά τήν θεωρία τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας.

Μέσα στό ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καί ἡ ἰδέα τῆς ‘Παγκοσμίου ὁρατῆς Ἐκκλησίας’. Ἡ Ἐκκλησία, πού ὑφίσταται τάχα ‘ἀόρατα’ καί ἀπαρτίζεται ἀπό ὅλους τους χριστιανούς, θά φανερωθεῖ καί στήν ὁρατή της διάσταση μέ τίς κοινές ἑνωτικές προσπάθειες.

Τίς ἀντιλήψεις αὐτές ἐπηρέασε καί ἡ προτεσταντική θεωρία τῶν κλάδων, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ‘δένδρο’ μέ ‘κλαδιά’ ὅλες τίς «χριστιανικές ὁμολογίες», καθεμιά ἀπό τίς ὁποῖες κατέχει ἕνα μόνο μέρος τῆς ἀληθείας.

Ἄς προστεθεῖ καί ἡ θεωρία τῶν ‘δύο πνευμόνων’, πού ἀναπτύχθηκε μεταξύ ὀρθοδόξων οἰκουμενιστῶν καί παπικῶν. Σύμφωνα μ΄ αὐτήν, Ὀρθοδοξία καί παπισμός εἶναι οἱ δύο πνεύμονες, μέ τούς ὁποίους ἀναπνέει ἡ Ἐκκλησία. Γιά νά ἀρχίσει τάχα νά ἀναπνέει ὀρθά καί πάλι, θά πρέπει οἱ δύο πνεύμονες νά συγχρονίσουν τήν ἀναπνοή τους.

Βασική θέση τοῦ Οἰκουμενισμού εἶναι ὅτι ἐπιτρέπεται ἡ συμπροσευχή μεταξύ Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν ἤ ἀλλοθρήσκων καί ὅτι ἀπαγορεύεται μόνο ἡ συλλειτουργία μεταξύ τους.

Σκοπός τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν εἶναι νά ἀδειάσει τούς ἱερούς Ναούς ἀπό πιστούς˙ ἀντίθετα τούς θέλει ἀσφυκτικά γεμάτους, μόνο πού αὐτοί οἱ «πιστοί» θά ἔχουν ἀλλοιωμένη καί οἰκουμενιστική πίστη καί διδασκαλία.

Στίς μεθόδους, πού χρησιμοποεῖ ὁ Οἰκουμενισμός γιά τήν προσέγγιση τῶν χριστιανῶν, περιλαμβάνεται ὁ δογματικός μινιμαλισμός καί ὁ δογματικός μαξιμαλισμός. Ὅσον ἀφορᾶ στόν δογματικό μινιμαλισμό, πρόκειται γιά μία προσπάθεια νά συρρικνωθοῦν τά δόγματα στά πιό ἀναγκαῖα, σέ ἕνα ‘μίνιμουμ’ (=ἐλάχιστο), προκειμένου νά ὑπερπηδηθοῦν οἱ δογματικές διαφορές μεταξύ τῶν «ὁμολογιῶν» καί νά ἐπέλθει ἡ «ἕνωση τῶν χριστιανῶν». Τό ἀποτέλεσμα, ὅμως, εἶναι ἡ παραθεώρηση τοῦ δόγματος, ὁ ὑποβιβασμός καί ἡ ἐλαχιστοποίηση τῆς σημασίας του. Ὅσον ἀφορᾶ στόν δογματικό μαξιμαλισμό, ἐννοεῖται ἡ προσπάθεια μερικῶν νά προσθέτουν νέες λέξεις καί ὅρους στό δόγμα, γιά νά ἑρμηνεύεται δῆθεν καλύτερα ἡ πίστη ἤ νά ἐπιδιώκεται μιά νέα εὐρύτερη ἑρμηνεία8.

Γνήσιο τέκνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι καί ἡ ἐσχάτως ἀναφυεῖσα μεταπατερική ἤ νεοπατερική ἤ συναφειακή αἵρεση.

μεταπατερική ἤ νεοπατερική αἵρεση κάνει λόγο γιά τήν ὑπέρβαση, τό ξεπέρασμα, τήν περιθωριοποίηση τοῦ συνόλου τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τήν ἀντικατάστασή τους ἀπό τούς σημερινούς, συγχρόνους δῆθεν «νέους πατέρες», τούς μεταπατερικούς οἰκουμενιστές. Στόχος αὐτῆς τῆς πατρομαχίας εἶναι ἡ προλείανση τῆς ὁδοῦ πρός τήν ψευδοένωση μέ τούς αἱρετικούς καί τούς ἑτεροδόξους, ἐφόσον πλέον μεταίρονται τά ὅρια, «ἅ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἔθεντο» μεταξύ ἀληθείας καί πλάνης, Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως, ὅπως ἐπιτυχῶς ἀποδείχθηκε στό μεγάλο ἐπιστημονικό καί θεολογικό συνέδριο, πού διοργάνωσε πέρισυ τόν Φεβρουάριο τοῦ 2012 ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας μέ θέμα : «Μεταπατερική αἵρεση καί πατερική θεολογία».

συναφειακή αἵρεση ἀφορᾶ στήν Ἱεραποστολή καί στόν Εὐαγγελισμό καί νοεῖται ὡς ἡ ἀποφυγή τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν νά ἐμφανισθοῦν, ἐνώπιον τῶν μή χριστιανῶν, ὡς διχασμένες λόγω τῶν δογματικῶν διαφορῶν τους. Γι’αὐτό καί καλοῦνται νά δείξουν ἑνότητα, θέτοντας σέ προτεραιότητα θέματα κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί καταπιέσεως τῶν κοινωνικῶν τάξεων. Αὐτό, ὅμως, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα ἡ ἱεραποστολή καί τό κήρυγμα νά στραφοῦν στή διατύπωση τρόπων ἀποκαταστάσεως τῶν κοινωνικῶν ἀδικιῶν καί ὄχι στή μετάδοση τῶν ἀληθειῶν τοῦ Εὐαγγελίου9.

Κανείς δέν ἀγνοεῖ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀπό τή φύση της εἶναι ἀνοιχτή στό διάλογο. Ὁ Θεός πάντοτε διαλέγεται μέ τόν ἄνθρωπο καί οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀρνήθηκαν ποτέ τή διαλεκτική ἐπικοινωνία τους μέ τόν κόσμο. Οἱ Ἅγιοι, ἔχοντας αὐτοσυνειδησία τῆς κοινωνίας τους μέ τό Θεό, προσπαθοῦσαν μέ τό διάλογο νά μεταδώσουν τήν ἐμπειρία τῆς ἀληθείας, πού βίωναν. Γι΄ αὐτούς ἡ ἀλήθεια δέν ἦταν ἀντικείμενο ἔρευνας. Δέν τήν ἀναζητοῦσαν, δέν τήν διαπραγματεύονταν, ἁπλά τήν πρόσφεραν. Ἄν ὁ διάλογος δέν ὁδηγοῦσε τούς ἑτερόδοξους στήν ἀπόρριψη τῆς πλάνης τους καί στήν ἀποδοχή τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, δέν τόν συνέχιζαν.

Οἱ σύγχρονοι οἰκουμενιστικοί διάλογοι, πού γίνονται μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, Παπισμοῦ, Προτεσταντισμοῦ, Μονοφυσιτισμοῦ, Ἰσλαμισμοῦ καί Ἰουδαϊσμοῦ, διαφέρουν ριζικά ἀπό τούς διαλόγους τῶν Ἁγίων, γιατί διεξάγονται μέ βάση τίς ἀρχές τῆς διευρυμένης Ἐκκλησίας καί τοῦ δογματικοῦ μινιμαλισμοῦ. Γι΄ αὐτό εἶναι ἄκαρποι. Ἀπόδειξη ὅτι στά ἑκατό σχεδόν χρόνια της διεξαγωγῆς τους δέν ἔχουν προσφέρει τίποτε τό ἀξιόλογο στήν ἑνότητα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Ἀντίθετα μάλιστα, κατάφεραν νά διχάσουν τούς Ὀρθοδόξους! «Δέν φίσταται μεγαλυτέρα πιτυχία το δολίου δράκοντος καί ασχίστου χθρο τς ληθείας καί τς σωτηρίας καί ρχαίου πτερνιστο δαίμονος πό τίς νωτέρω τραγικές κδηλώσεις το συγκρητιστικο οκουμενισμο πού μέ τό πρόσχημα τς δθεν ερήνης πομειώνει καί ετελίζει πλήρως τήν λήθεια τς διά Χριστο το μόνου ληθινο Σωτρος το κόσμου ποκαλύψεως. Μεγαλειωδς, θεος Παλος «προφητεύει» καί στηλιτεύει τό νειδος καί τό κανονικό γκλημα το συγκρητιστικο οκουμενισμο, πού ποτελε τήν σχάτη πλάνη καί τόν ασχιστο πρόδρομο τοντιχρίστου. Δικαιώνονται πομένως πλήρως, σοι διαμαρτύρονται, ντιτίθενται καί πέγραψαν καί πογράφουν τήν κατά το θεηλάτου καί εδεχθος καί γκληματικο οκουμενισμο, τς δαιμονικς ατς παναιρέσεως, μολογίαν»10. 

Τά κυριότερα σημεῖα τῆς παθολογίας τῶν σημερινῶν διαλόγων εἶναι τά ἑξῆς :

Α.Ἡ ἔλλειψη ὀρθοδόξου ὁμολογίας.
Β. Ἡ ἔλλειψη εἰλικρίνειας τῶν ἑτεροδόξων.
Γ. Ὁὑπερτονισμός τῆς ἀγάπηςκαί ὑποτονισμός τῆς ἀληθείας.
Δ. Ἡ πρακτική τοῦ νά μή συζητοῦνται αὐτά, πού χωρίζουν, ἀλλά αὐτά, πού ἑνώνουν.
Ε. Ἡ ἄμβλυνση τῶν ὀρθοδόξων κριτηρίων.
ΣΤ. Ἡ ἀμοιβαία ἀναγνώριση ἐκκλησιαστικότητας.
Ζ. Ὁ διάλογος ἐπί ἴσοις ὄροις.
Η. Ἡ ὑπογραφή κοινῶν ἀντορθοδόξων κειμένων.

Θ.Οἱσυμπροσευχές. Οἱ ὀρθόδοξοι οἰκουμενιστές, μέ τήν ἄμβλυνση τῶν θεολογικῶν τους κριτηρίων, εἶναι πολύ φυσικό νά συμμετέχουν χωρίς ἀναστολές σέ κοινές μέ τούς ἑτερόδοξους λατρευτικές ἐκδηλώσεις καί συμπροσευχές, πού πραγματοποιοῦνται συχνά στά πλαίσια τῶν διαχριστιανικῶν συναντήσεων. Γνωρίζουν ὅτι μέ τόν οἰκουμενιστικό αὐτό συμπνευματισμό δημιουργεῖται τό κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, πού ἀπαιτεῖται γιά τήν προώθηση τῆς ἑνωτικῆς προσπάθειας. Οἱ ἱεροί Κανόνες, ὅμως, τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπαγορεύουν αὐστηρά τίς συμπροσευχές μέ τούς ἑτερόδοξους. Γιατί οἱ ἑτερόδοξοι δέν ἔχουν τήν ἴδια πίστη μ’ ἐμᾶς. Πιστεύουν σ’ ἕναν διαφορετικό, διαστρεβλωμένο Χριστό. πενθυμίζεται τι 45ος κανών τν γίων ποστόλων ρίζει τι : «πίσκοπος Πρεσβύτερος Διάκονος αρετικος συνευξάμενος μόνον φοριζέσθω, ε δε πέτρεψεν ατος ς κληρικος νεργσαι τι, καθαιρείσθω». Τί μς λέει κανών ατός; «τι ποιος πίσκοπος Πρεσβύτερος Διάκονος συμπροσευχηθεῖ μόνο, λλά χι καί συλλειτουργήσει μέ αρετικούς, ς φορίζεται. άν, μως, πέτρεψε νά νεργήσουν ,τιδήποτε ς κληρικοί, νά καθαιρεῖται». Ἡ συμπροσευχή, λοιπόν, ἀπαγορεύεται, ἐπειδή δηλώνει συμμετοχή στήν πίστη τοῦ συμπροσευχομένου καί δίνει σ’ αὐτόν τήν ψευδαίσθηση ὅτι δέν βρίσκεται στήν πλάνη, ὀπότε δέν χρειάζεται νά ἐπιστρέψει στήν ἀλήθεια. «Ἡπροκάλυπτος πασίδηλος καί αταπόδεικτος καταπάτησις τν Θείων καί ερν Κανόνων τς Μις γίας Καθολικς καί ποστολικς το Χριστοκκλησίας ποτελε διά τούς νωτέρω οἰκουμενιστάς νειδος καί πτσιν, πού μόνον τό αμα το μαρτυρίου δύναται νά ποπλύνη διότι μετ’ πιγνώσεως πεμπολον καί περιφρονον τόν λόγον το Δομήτορος τς κκλησίας καί Σωτρος το κόσμου « μή τιμν τόν Υόν, ο τιμ τόν Πατέρα τόν πέμψαντα ατόν»11 »12.

Ι. Ἡ Μυστηριακή Διακοινωνία.  Ἄν οἱ ἱεροί Κανόνες ἀπαγορεύουν τίς συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικούς, πολύ περισσότερο ἀποκλείουν τή συμμετοχή μας στά λεγόμενα ἀνυπόστατα «Μυστήριά» τους. Ἡ άντίληψη τῆς μυστηριακῆς διακοινωνίας γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους εἶναι παράλογη καί ἀπαράδεκτη. Ἡ Ἐκκλησία μας ποτέ δέν θεώρησε τή Θεία Εὐχαριστία ὡς μέσο γιά τήν ἐπίτευξη τῆς ἑνότητας, ἀλλά πάντοτε ὡς σφραγίδα καί ἐπιστέγασμά της. Ἄλλωστε, τό κοινό Ποτήριο προϋποθέτει κοινή πίστη.

Ἄλλο μέσο γιά τήν ἐπίτευξη τῶν σκοπῶν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀποτελεῖ ἡ διαχριστιανική συνεργασία σέ πρακτικούς τομεῖς ἤ ἀλλιῶς ὁ λαϊκός Οἰκουμενισμός. Οἱ οἰκουμενιστές διατείνονται ὅτι τά ποικίλα σύγχρονα προβλήματα (κοινωνικά, ἠθικά, περιβαλλοντικά, βιοηθικά κ. ἄ.) ὀφείλουν νά μᾶς ἑνώνουν.

Ἡ Ἐκκλησία, ἀσφαλῶς, ἔδειχνε καί δείχνει πάντα μεγάλη εὐαισθησία σ΄ ὅλα τά ἀνθρώπινα προβλήματα, ὡστόσο ἡ ἀπό κοινοῦ μέ τούς αἱρετικούς ἀντιμετώπισή τους παρουσιάζει πολλά μειονεκτήματα.

Τά τελευταία χρόνια ἡ οἰκουμενιστική πολιτική ἀσκεῖται καί μέ τίς ἀνταλλαγές ἐπισήμων ἐπισκέψεων μεταξύ τῶν Ὁμολογιῶν, οἱ ὁποῖες πραγματοποιοῦνται ἀπό ὑψηλόβαθμους, κυρίως, κληρικούς13.

Σήμερα δυστυχῶς δέν φαρμόζονται οἱ εροί Κανόνες. στάση ατή δεν συνάδει μέ τήν κκλησία, ποία εναι θεσμός Θεοΐδρυτος καί δημοκρατικός. στάση αὐτή ποδεικνύει τι δέν σεβόμεθα τούς . Κανόνες καί τις παρακαταθήκες τν γίων καί θεοφόρων Πατέρων, οποοι πολέμησαν τίς αρέσεις τραγικώτατο δέ παράδειγμα πρός ἀποφυγήν ἀπορρίψεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῶν Ἁγίων ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός πού κατήντησε παγκόσμιο ἐξαίσιο πτῶμα μέ τίς ἐγκληματικές συμπεριφορές τῶν «λειτουργῶν» του.

Ἡ παραπάνω στάση τῶν οἰκουμενιστῶν καί τά ἀνοίγματά τους στίς οἰκουμενιστικές δραστηριότητες εἶναι ἀπό πάσης πλευρᾶς καταδικαστέα, διότι α) ἀμφισβητοῦν ἔμπρακτα τήν ὀρθοδοξοπατερική μας παράδοση καί Πίστη, β) σπέρνουν τήν ἀμφιβολία στίς καρδιές τοῦ ποιμνίου καί κλονίζουν πολλούς, ὁδηγώντας σέ διαίρεση καί σχίσμα καί γ) παρασύρουν ἕνα μέρος τοῦ ποιμνίου στήν πλάνη καί μέ αὐτήν στόν πνευματικό ὄλεθρο. Οἱ κινούμενοι σ’ αὐτήν τήν οἰκουμενιστική ἀνευθυνότητα, ὅποια θέση καί ἄν κατέχουν στόν Ἐκκλησιαστικό Ὀργανισμό, ἀντιτάσσονται στήν παράδοση τῶν Ἅγίων μας καί συνεπῶς βρίσκονται σέ ἀντίθεση μαζί τους.

Γι’ αὐτό ἡ στάση τους πρέπει νά καταδικάζεται καί νά ἀπορρίπτεται ἀπό τό σύνολο τῶν Ἱεραρχῶν καί τόν πιστό Λαό14, ὁ ὁποῖος εἶναι αὐτός πού κρατᾶ, πού σώζει τήν πίστη, σύμφωνα μέ τήν διακήρυξη τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν τό 1848: «Παρ΄ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτέ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῶ τῶν Πατέρων αὐτοῦ»15.

Μετά θερμῶν πατρικῶν εὐχῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

  • 1 ΓΕΡΩΝ ΠΑÏΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Λόγοι, τ. Β΄, ἔκδ. Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης1999, σ. 176.
  • 2 ΑΡΧΙΜ. ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός, Θεσσαλονίκη 1974, σ. 224.
  • 3 ΑΡΧΙΜ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ὁ Οἰκουμενισμός χωρίς μάσκα, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Τύπος, Ἀθήνα 1988, σσ. 23, 25.
  • 4 ΑΡΧΙΜ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, 5η ὁμιλία στόν προφήτη Δανιήλ τῆς 15-11-1981. Σχ. βλ. Χριστιανική Σπίθα (Μάιος 2011) 1.
  • 5Ὀρθόδοξος Τύπος 20-5-1970.
  • 6Ὁ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς2004, σσ. 5-6.
  • 7 ΜΙΧΑΗΛ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, «Ὁ Συγκρητισμός», Ὀρθόδοξος Τύπος(23-7-2004) 1-2.
  • 8Ὁ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2004, σ. 8.
  • 9 ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΓΛΥΦΑΔΑΣ ΠΑΥΛΟΣ, « «Συναφειακές», «Μεταπατερικές» καί ἄλλες θεολογικές ἀναζητήσεις σέ συνέδριο τῆς θεολογικῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βόλου», Θεοδρομία ΙΒ4 (Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2010) 496.
  • 10 ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἀνακοίνωση γιά διαθρησκειακές στό Μόναχο 28-9-2011, http://www.impantokra toros.gr/peiraios-seraphim-oikoumenismos-monacho.el.aspx.
  • 11ω. 5, 23.
  • 12 ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ἀνακοίνωση γιά διαθρησκειακές στό Μόναχο 28-9-2011, http://www.impantokra toros.gr/peiraios-seraphim-oikoumenismos-monacho.el.aspx.
  • 13Ὁ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. Ἱ. Μ. Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2004, σσ. 11-18.
  • 14 ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ, Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, Ἰούλιος 2009,

σσ. 25-26.

15 ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗΣ, Τά δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τ. ΙΙ, GrazAustria 1968,

σ. 920 [1000].

_

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.