Αυγουστίνος Καντιώτης



Χριστουγεννιατικη ευχη του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου, του 1990, πολυ επικαιρη: Tωρα που ο διεθνισμος μας απειλει, να μεινουμε ολοι προσηλωμενοι στην Ορθοδοξη πιστη στους απλανεις αστερας, τον υπερλαμπρο Αστερα της Βηθλεεμ και τον φωτεινο αστερα της Ελλαδος, & να μην απατηθουμε απο τ᾽ απατηλα φωτα των ζοφερων πλανητων της Ε.Ο.Κ. 2) ΛΥΤΡΩΜΕΝΟΙ ἢ ΔΕΣΜΩΤΑΙ;

date Δεκ 24th, 2018 | filed Filed under: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Χριστουγεννιατικη ευχη

του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου, του 1990, πολυ επικαιρη

  • http://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=63558#more-63558
  • Tώρα ποὺ ὁ διεθνισμὸς μᾶς ἀπειλεῖ, νὰ μείνουμε ὅλοι προσήλωμενοι στὴν Ὀρθόδοξη πίστη στοὺς ἀπλανεῖς ἀστέρας, τὸν ὑπέρλαμπρο Ἀστέρα τῆς Βηθλεέμ καὶ τὸν φωτεινὸ ἀστέρα τῆς Ἑλλάδος, καὶ νὰ μὴν ἀπατηθοῦμε ἀπὸ τὰ ἀπατηλὰ φῶτα τῶν ζοφερῶν πλανητῶν τῆς Ε.Ο.Κ.

4219881

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ»
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου, σελ.59-61

ΛΥΤΡΩΜΕΝΟΙ ἢ ΔΕΣΜΩΤΑΙ;

«Καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (Γεν. 49, 10)

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, αγαπητοί μας ἀναγνῶσται, ὁ ἀνθρωπος δεν ἔμεινε εἰς τήν άμόλυντη ἀτμόσφαιρα τοῦ Θεοῦ, εις τήν κατάστασι τῆς ἀθωότητος καί τῆς εὐδαιμονίας ἐκείνης, εἰς τήν ὁποία τὸν εἶχε θέσει ό Δημιουργός. Ό άνθρωπος ἀμάρτησε, ὅπως περιγράφει τό πρῶτο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ Γένεσις. Κάτι τό μυστηριῶδες συνέβη εις τά βάθη τῆς ύπάρξεώς του. Τρομερός σεισμός συνετάραξε τό ὅλο οικοδόμημα τῆς ανθρώ­πινης ύποστάσεως καί ή κορωνίς τῆς δημιουργίας κατέπεσεν εἰς ερείπια. ’Από τα ἄστρα εἰς τήν κοπριά.

Ή άθλιότης τῆς πτώσεως

Ω, ΠΟΙΟΣ δεν θά θρηνήση τήν πτῶσι αὐτή τοῦ ἀνθρώπου; ‘Όλος ήχρειώθη. Ή καρδία του έμολύνθη. Ή θέλησίς του συνετρίβη. Ή διάνοια του συντρίμματα λογικῆς άναρίθμητα, σωροί σκέψεων, φιλοσοφικῶν συστημάτων, πού άλληλοσυγκρούονται καί δημιουρ­γοῦν πύργον Βαβέλ. Ό άνθρωπος, ὅπως λέγει ό Πασκάλ, ὁμοιάζει μέ ἐρείπια ἀνακτόρων, πού καί μετά τήν καταστροφήν ὅμως διατηροῦν γραμμάς τοῦ παρελθόντος μεγαλείου, τό ὁποῖο ειχαν πριν
έρειπωθοῦν. Φαντασθῆτε προς στιγμήν τήν Άκρόπολι τῶν ’Αθηνῶν καταστρεφομένη ἀπό σεισμὸ καί μεταβαλλομένην εις ερείπια, διά νά συλλάβετε μία ἀμυδρά ιδέα τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Επάνω είς τά ερείπια τοῦ ψυχικοῦ του κόσμου έκάθησε ό άνθρωπος καί έκλαιε. ’Έκλαιε επί αἰῶνας καί χιλιετηρίδας, καί οι γόοι οί άναστεναγμοί τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου ἀκούονται δι’ ὅλων τῶν σελίδων τοῦ βιβλίου τῆς παγκοσμίου ιστορίας. Διότι μέσα είς τήν συνείδησίν του διετηρείτο ή ιδέα τοῦ άρχαίου του μεγαλείου καί προς τήν ίδέαν αυτήν συνέκρινε τήν άθλίαν του κατάστασιν. ” Εβλεπε τό χάος, είς τό οποίον κατέπεσε, καί ένεθυμεῖτο τά ὕψη.

Ἀδυναμία ἀνορθώσεως

ΑΛΛ᾽ ἐνῷ ἔβλεπε καὶ συναισθάνετο τὴν πτῶσίν του ο άνθρωπος, δὲν εἶχε τὴν δύναμιν νὰ ἀνορθωθῇ. Δὲν ἠμποροῦσε ἡ διάνοια καὶ τοῦ μεγαλυτέρου φιλοσόφου νὰ εἴπῃ «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια». Διότι ἀμέσως οἱ ἐχθροὶ του θὰ άνοιγαν τὰ συγγράμματά του καὶ ευκολα θὰ ἀπεδείκνυαν, ὅτι εἰς πάρα πολλά σημεῖα ἔσφαλε καὶ ἀντὶ να πεῖ ἀλήθειες εἶπε ψεύδη, ψεύδη ποὺ εἰς μὲν τὴν ἐποχήν του ἐφαίνοντο ὡς ἀλήθειαι, ἀλλ᾽ οἱ μετέπειτα αἰῶνες τὰ ἀπεκάλυψαν ὡς προΐόντα νοσηρᾶς διανοίας.
Δὲν μποροῦσε ἡ καρδία καὶ τοῦ εὐγενεστέρου τέκνου τῆς γῆς νὰ εἴπῃ «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀγάπη», ἡ ὁποία ἔχω ἐξαγνίσει ὅλα τὰ ἐλατήρια τῶν πράξεών μου καὶ ὅ,τι πράττω ἔχει τὴν σφραγῖδα τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἐξυπηρετήσεως τοῦ πλησίον. Μὲ τέτοια γλῶσσα δὲν μποροῦσε νὰ ὁμιλήσῃ κανείς, διότι ἡ ἀγάπη ποὺ ἐπαρουσίαζαν οἱ ἐκλεκτοὶ τῆς ἀρχαιότητος ἦτο σκωρία, τρίμματα ἀγάπης, κάποιος κεκαλυμμένος ἐγωϊσμός, ἀνίκανος νὰ θερμάνῃ τὴν καρδίαν τοῦ ἄλλου. Δὲν μποροῦσε ἡ θέλησις καὶ τοῦ ἰσχυροτέρου ἀνθρώπου νὰ πῃ «Ἐγώ εἰμι ἡ δύναμις», διότι ἕνα βλέμμα εἰς τὰς βιογραφίας τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων, ποὺ ἐφημίσθησαν ὡς ἰσχυραὶ φυσιογνωμίαι, ἀρκεῖ νὰ πείσῃ ὅτι ὑπῆρξαν ἡγεμόνες, βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτορες, οἱ ὁποῖοι ἐντὸς μὲν μικροῦ διαστήματος ὑπέταξαν λαοὺς καὶ ἔθνη, ἐξήπλωσαν τὰ κράτη των, ἀλλὰ καθ᾽ ὅλον τὸν βίον των δὲν μπόρεσαν νὰ ὑποτάξουν ἕνα βάρβαρον, τὸν βάρβαρον ποὺ κατῴκει ὄχι εἰς τὴν Περσία καὶ τὴν Σκυθία καὶ τὴν Ἀφρική, ἀλλ᾽ ἐντὸς τῆς καρδίας των. Αὐτοκράτορες τοῦ κόσμου, ἦσαν αἰσχροὶ δοῦλοι τῶν παθῶν των, τῶν ὁποίων τίς ἁλυσίδες ματαίως προσπαθοῦσαν νὰ σπάσουν. Καὶ αὐτοί, μαζὶ μὲ φιλοσόφους καὶ ποιητάς, ὡς νεκροὶ καὶ τραυματίες, βρίσκονταν ξηπλωμένοι εἰς τίς χρυσές πλατεῖες τοῦ κόσμου τούτου, ἀναστενάζοντες καὶ ἀνιχνεύοντες τὸν ὀρίζοντα διὰ νὰ ἴδουν μήπως ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ὁ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.