Αυγουστίνος Καντιώτης



OI AIΩΝΙΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ – «Χριστιανε, κλεισε τα αυτια σου στον αθεο και τον αιρετικο. Ακουσε σαν παιδι τον πατερα, τον ουρανιο Πατερα σου. Ζησε σ᾽ αυτο τον κοσμο με το Ευαγγελιο· με σεβασμο και τιμη· ως οικογενειαρχης, ως Ελληνας, ως ανθρωπος. Τοτε θα ᾽χης μεσα σου παραδεισο και θα δοξολογης μερα – νυχτα το Θεο…»»

date Ιούλ 13th, 2019 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2204

Κυρ. Πατ. Δ΄ Οἰκ. Συνόδου (Ματθ. 5,14-19)
14 Ἰουλίου 2019
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

OI AIΩΝΙΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ

«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18)

Agia-Grafi-ιστ copyΝὰ προσέξουμε τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἡ­μῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, νὰ προ­σέξουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ· ἔτσι μᾶς λέει τὸ εὐ­αγγέλιο σήμερα. Κι αὐτὸ εἶνε δίκαιο καὶ πρέ­πον. Τὸ παιδὶ πρέπει ν᾽ ἀκούῃ τὸν πατέρα, ὁ μα­θη­τὴς τὸ δάσκαλο, ὁ στρατι­ώ­της τὸν ἀ­ξι­ωματι­κό, κ᾽ ἐμεῖς λοιπὸν ν᾽ ἀκοῦμε τὸ Θεό.
Τί εἶνε ὁ Θεός, τί εἶνε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός; Ἕ­νας ἄπιστος θὰ πῇ μὲ θράσος· Γιὰ μένα ὁ Χρι­στὸς δὲν εἶ­νε τίποτα· γιὰ μένα ἐκεῖ­νο ποὺ ἀξίζει εἶνε ἡ ἐπιστήμη… Νά ὅμως ποὺ κά­­ποτε καὶ ἡ ἐπιστήμη κάνει τραγικὰ λάθη καὶ θρηνεῖ θύματα. Στὴ ῾Ρωσία ὅταν ἐπέστρεφε ἕ­να διαστημόπλοιο μετὰ ἀπὸ ταξίδι 40 ἡμερῶν βρέθηκαν μέσα νεκροὶ 3 ἀστροναῦτες! Ἡ μά­να τοῦ ἑ­νὸς ἀπ᾽ αὐτοὺς τρελλάθηκε, ἡ μάνα τοῦ ἄλ­λου βρῆ­κε παρηγοριὰ σ᾽ ἕνα μοναστήρι· μό­νο ἡ θρησκεία ξέρει νὰ σφουγγίζῃ τὰ δάκρυα. Δὲν μπορεῖς λοιπόν, ἄπιστε, νὰ λές, Δὲν εἶνε τίποτα ὁ Χριστὸς κ᾽ ἡ Παναγία. Ἐσύ εἶσαι ἕνα τίπο­τα. Δὲν ἔ­­χει ἀνάγκη ἐκεῖνος ἀπὸ μᾶς τὰ σκουλήκια, ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ αὐτόν.
Ν᾽ ἀκοῦμε λοιπὸν τὸ Θεό, γιατὶ ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς εἶνε πατέρας! Ὅσοι εἶ­στε γονεῖς, ξέρετε πῶς νιώθετε γιὰ τὰ παιδιά σας. Ποιός πατέ­ρας –λέει τὸ Εὐαγγέλιο–, ἅμα τὸ παιδί του ζητήσῃ ψωμί, αὐτὸς θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα; ἤ, ἅμα τοῦ ζητήσῃ ψάρι, αὐτὸς θὰ τοῦ δώσῃ φίδι; (βλ. Ματθ. 7,9-10). Δὲν ὑ­πάρχει τέτοιος πατέρας. Ὁ πατέ­ρας κάνει τὸ πᾶν γιὰ τὸ παιδί. Καὶ ὁ Θεὸς εἶνε πατέ­ρας γιὰ ὅλους· καὶ γιὰ τὸν ἄρχοντα καὶ γιὰ τὸ ζητιάνο, καὶ γιὰ τὸν πλούσιο καὶ γιὰ τὸ φτωχό, καὶ γιὰ τὸν ἐργάτη καὶ γιὰ τὸν ἐπιστή­μονα, καὶ γιὰ τὸ γέρο καὶ γιὰ τὸ νέο, καὶ γιὰ τὸ λευκὸ καὶ γιὰ τὸ μαῦ­ρο, καὶ γιὰ τὸν ἐρυθρόδερμο καὶ γιὰ τὸν κίτρινο, καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τοῦ Βορείου καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τοῦ Νοτίου Πόλου, καὶ γιὰ τὸν κάτοικο τῆς Γῆς καὶ γι᾽ αὐτὸν ποὺ πετάει στὸ διάστημα.

* * *

Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶνε πατέρας μας, τί πρέπει νὰ κάνουμε, ἀγαπητοί μου; Νὰ τὸν ἀκοῦμε, νὰ ὑπακούσουμε στὶς ἐντολές του. Ποιές ἐν­τολές; Αὐτὲς ποὺ εἶνε γραμμένες στὸ Δεκάλογο. Καὶ θ᾽ ἀναφέρουμε ἐδῶ μερικὰ παραδείγματα. Γιατὶ κάθε ἀνυπακοὴ ἔ­χει συνέπειες· ὁ ἄγ­γε­λός σου ἔχει «κα­τάστιχο» καὶ σημειώνει. Νομίζεις πὼς ὅ,τι κάνῃς θὰ μείνῃ ἀτιμώρητο;
Μία ἐντολὴ στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ νὰ ὑπακούσουμε εἶνε αὐτὴ ποὺ λέει· «Ἓξ ἡμέρας ἐρ­γᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡ­μέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἔξ. 20,9-10. Δευτ. 5,13-14). Νὰ δουλεύῃς! Ἡ ἐργασία εἶνε εὐλογημένη· ἀλλοίμονο σὲ ὅποιον δὲν θέλει νὰ δουλεύῃ, αὐτὸς ἁμαρτάνει (πρβλ. Β΄ Θεσ. 3,10). Γι᾽ αὐτὸ δουλειὰ ὅλες τὶς μέρες· σὰν τὸ μυρμήγκι. Νερὸ ποὺ δὲν κινεῖται σκουληκιάζει, καὶ ἄν­θρωπος ποὺ δὲν δουλεύει εἶνε ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν κοινωνία, εἶνε κηφήνας καὶ ἄχρηστος. Πόσο καμαρώνει κανεὶς χωριὰ ποὺ μπαίνον­τας σ᾽ αὐτὰ καθημερινὴ μέρα δὲν βλέπει ψυ­χή· γιατὶ ὅλοι εἶνε στὰ χωράφια, βρέχουν τὰ χώματα τῆς γῆς μὲ τὸν ἱδρῶτα τους. Εὐλογη­μένα τὰ χωριὰ αὐτά. Δευτέρα λοιπόν, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Πα­ρασκευή, Σάββατο δουλειά! Κυριακὴ πρωὶ ὅ­μως, χτύπησε καμπάνα; φτερὰ στὰ πόδια, ὅ­λοι στὴν ἐκκλησιά! νὰ λατρεύσουμε τὸ Μεγαλοδύναμο, νὰ ποῦμε ἕνα εὐχαριστῶ στὸ Θεό. Ὅλοι παρόντες στὸ προσ­κλητήριο τοῦ Κυρίου. Ἐξαιροῦνται μόνο οἱ ἄρ­ρωστοι – παράλυτοι, οἱ λεχῶνες, οἱ στρατιῶτες ποὺ φρου­ροῦν τὰ σύν­ορα, οἱ γιατροὶ στὰ νοσοκομεῖα, ὅσοι ἔχουν ἀπαραίτητη ἀποστολή.
Μία ἄλλη ἐν­τολὴ εἶνε τὸ «Οὐ κλέψεις» (Ἔξ. 20,14. Δευτ. 5,19). Τὰ χέρια σου καθαρὰ ἀπὸ κλοπή, μὴν τὰ βάλῃς στὴ φωτιά. Ποιά εἶνε ἡ φωτιά; Τὸ ξέ­νο πρᾶγμα. Προτιμότερο νὰ καῇς μὲ βενζίνα παρὰ νὰ βά­λῃς στὸ σπίτι σου κάτι κλεμμένο. Ἔχεις π.χ. 100 πρόβατα· ἂν βάλῃς ἀνάμεσά τους 1 κλεμμένο, τά ᾽χασες ὅλα! Ἔχεις 100 φράγ­κα· βάλε στὸ πορτοφόλι σου 1 κλεμμένο καὶ θὰ χάσῃς καὶ τὰ ὑπόλοιπα. Καὶ ἂν τώρα θησαυρί­ζῃς παρανόμως καὶ πλουτίζῃς, τὰ παιδιά σου θὰ μείνουν φτωχά. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐ­λαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11). Τὸ εἶπε ὁ Θεὸς καὶ εἶνε ἀλήθεια. Εἴδαμε παιδιὰ πλουσίων νὰ πεθαίνουν στὸ δρόμο, καὶ παιδιὰ τιμίων φτω­χῶν νὰ τὰ εὐλογῇ ὁ Θεός.
Τὸ ἕνα λοιπὸν νὰ ἐκκλησιάζεσαι, τὸ ἄλλο νὰ εἶσαι τίμιος. Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε τὸ «οὐ μοιχεύ­σεις» (Ἔξ. 20,13. Δευτ. 5,18). Ποιός ἄθεος σὲ πλάνησε καὶ σοῦ εἶπε, ὅτι τὸ κορμί σου μπορεῖς νὰ τὸ κά­νῃς ὅ,τι θέλεις; Ὁ ­Θεὸς σοῦ ᾽δωσε τὰ μάτια νὰ βλέ­πῃς τὰ ἄστρα, σοῦ ᾽δωσε τὰ χέρια νὰ κά­νῃς τὸ σταυρό σου, σοῦ ᾽δωσε τὸ κορμὶ γιὰ νὰ τὸ ἁγι­άσῃς. Ὅποια γυναίκα πῆγε μὲ ξένον ἄν­τρα καὶ ὅ­ποιος ἄντρας πῆγε μὲ ξένη γυναῖκα, φω­τιὰ ἔ­­βα­λαν στὸ κορμί τους. Ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο κάθε σχέσι ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς εἶνε πορνεία, μοιχεία, ἁμαρτία καὶ θάνατος.
Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε τὸ «οὐ φονεύσεις» (Ἔξ. 20,15. Δευτ. 5,17). Μὴ θανατώσῃς ἄνθρωπο. Ἡ ζωὴ δὲν εἶ­νε ἐκ τῆς γῆς, εἶνε ἐκ τοῦ Θεοῦ. Στὸ φεγγάρι καὶ στοὺς ἄλλους πλανῆτες δὲν ὑπάρχει ζωή· οὔτε ἕνα μυρμηγκάκι, ἕνα πουλάκι, ἕνα ἀρνάκι, οὔτε ἕνα ποτήρι νερό, ἕνα μῆλο, ἕνα ἀχλάδι, ἕνα πράσινο φύλλο· τίποτα, ξεραΰλα. Ἐδῶ ὑπάρχει ζωή, κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἔδωσε εἶνε ὁ Θεός. Ποιός εἶσαι σύ, ποὺ σηκώνεις χέρι καὶ σκοτώνεις τὸν ἄλλο; Σκότωσες; Θὰ σκοτω­θῇς. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «πάντες οἱ λαβόντες μά­χαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀ­ποθανοῦνται» (Ματθ. 26,52).

* * *

Αὐτὲς εἶνε μερικὲς ἀπὸ τὶς ἐντολὲς ποὺ πρέπει νὰ τηροῦμε. Γιά φαντάσου μιὰ κοινωνία, μιὰ πόλι, ἕνα χωριό, ὅπου ὅλοι νὰ δουλεύ­ουν τίμια, νὰ ζοῦν σεμνά, νὰ μὴν ἀγγίζουν ξένο πρᾶ­γμα, καὶ μὲ τὴν καμπάνα νὰ τρέχουν στὴν ἐκκλησιά! Αὐτοὶ δὲν θά ᾽χουν ἀνάγκη ἀ­πὸ ἀγροφύλακα καὶ ἀστυνομία. Ἔτσι ἦταν κάποτε οἱ πρόγονοί μας στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὸν Πόντο, στὴ Μακεδονία μας, στὴ Θρᾴκη. Ἡ ἀγά­πη καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ κυριαρχοῦσαν στὴ ζωή τους. Κάποιος θὰ πῇ ἴσως ἀπερίσκεπτα·
–Τώρα ἄλλαξε ὁ κόσμος! αὐτὰ ποὺ λέτε ἴσχυαν ἄλλοτε, «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»…
Τί λές, ἀνόητε; Δὲν κατάλαβες, ὅτι στὸν κό­σμο αὐτὸν ὑπάρχουν πράγματα ποὺ ­ἀλλάζουν, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ μερικὰ ποὺ δὲν ἀλλάζουν; Πράγματα ποὺ ἀλλάζουν εἶνε π.χ. τὰ μέσα φω­τισμοῦ· παλαιὰ χρησιμοποιοῦσαν δᾳδιά, τώρα ἔχουμε ἠλεκτρικὴ καὶ ἡλιακὴ ἐ­νέργεια, μεθαύ­ριο μπορεῖ νά ᾽χουμε φῶς καὶ ἀ­πὸ πυρηνικὴ ἐν­έργεια. Ἀλλάζουν τὰ μέσα καλλιεργείας τῆς γῆς· ἄλλοτε ἔσκαβαν μὲ τὴν ἀξίνα, τώρα μὲ τρα­κτέρ, ποὺ ἰσοδυ­ναμεῖ μὲ χίλιες ἀξίνες. Ἄλλοτε θέριζαν μὲ δρεπά­νια, τώρα μὲ μηχανὴ ποὺ ἰσοῦται μὲ χίλια δρεπά­νια. Ἄλλοτε κατοικοῦ­σαν σὲ καλύβα, τώρα σὲ πολυκατοικία. Ἄλλο­­τε φοροῦσαν τσουβάλια καὶ δέρματα ζῴων, τώρα λεπτὰ ὑφάσματα. Καὶ λοιπόν; ἔγιναν οἱ ἄνθρωποι καλύ­τεροι ἢ χειρότεροι;
Κάτι ἄλλο χρειάζεται ὁ ἄν­θρωπος· θέλει ἐ­κεῖνο ποὺ δὲν ἀλλάζει. Καὶ ποιό εἶ­ν᾽ αὐτό; Εἶ­νε οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ἡ πίστι μας. Αὐτὸ λέει τὸ εὐ­αγγέλιο σήμερα· «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν πα­­ρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶ­τα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται» (Ματθ. 5,18-19). Αὐτὸ εἶπε ὁ Χριστὸς πρὸ δύο χιλιάδων ἐτῶν καὶ ἰσχύει πάντοτε.
Πολλὰ θ᾽ ἀλλάξουν στὸν κόσμο· καὶ τὰ ροῦ­χα, καὶ τ᾽ ἁμάξια, καὶ οἱ ἀνέσεις… Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; Ἡ χελώνα, ὅπου κι ἂν πάῃ, κουβαλάει μαζί της τὸ καύκαλο· καὶ οἱ ἄνθρωποι, ὅπου νὰ πᾶνε, καὶ στὰ φεγγάρια ἂν πᾶνε, θὰ μεταφέ­ρουν κ᾽ ἐκεῖ τὴν κακία καὶ τὴ δυστυχία τους, τὸ μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀποσυνθέσε­ως. Δὲν εἶνε ὁ ἄνθρωπος ἔτσι ὅπως δείχνει ὁ «πολιτισμός», ἡ πολυτέλεια, τὰ μεταξωτά, τὰ ῥαδιόφωνα, οἱ τηλεοράσεις… Δός μου ἕνα ἀντρόγυνο ποὺ ζοῦν ἐπὶ δεκαετίες μαζὶ καὶ κακὴ κουβέντα δὲν ἀντάλλαξαν, δός μου παιδιὰ ὑπάκουα στοὺς γονεῖς, δός μου μιὰ κοι­νωνία ὅπως τὴ θέλει ὁ Χριστός! Αὐτὸ εἶ­νε ἀ­ληθινὸς πολιτισμός. Ὁ ἄνθρωπος τώρα κατήντησε – τί; ἕνα κοπάδι ἀπὸ δίποδα κτήνη.
Ἡ πίστι μας δὲν ἀλλάζει, εἶνε ὅπως ὁ ἥ­λιος. Ἢ μᾶλλον θά ᾽ρθῃ μέρα ποὺ κι ὁ ἥλιος θὰ σβή­σῃ, καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, ὅλα θὰ γίνουν ἄνω – κάτω· θ᾽ ἀνατραποῦν συστήματα, θὰ πέ­σουν θρόνοι, θὰ γκρεμιστοῦν βασίλεια, θ᾽ ἀλ­λάξουν τὰ πάντα, ἀλλὰ ἕνα δὲν θ᾽ ἀλλάξῃ – γράψτε το· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσον­ται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἡ πίστι μας δὲν θ᾽ ἀλλάξῃ.
Χριστιανέ, κλεῖσε τὰ αὐτιά σου στὸν ἄθεο καὶ τὸν αἱρετικό. Ἄκουσε σὰν παιδὶ τὸν πατέ­ρα, τὸν οὐράνιο Πατέρα σου. Ζῆσε σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο· μὲ σεβασμὸ καὶ τιμή· ὡς οἰκογενειάρχης, ὡς Ἕλληνας, ὡς ἄνθρωπος. Τότε θά ᾽χῃς μέσα σου παράδεισο, θὰ δοξολογῇς μέρα – νύχτα τὸ Θεὸ καὶ θὰ λές· Χριστέ, σ᾽ εὐχαριστῶ, γιατὶ εἶσαι σὰν τὸν ἥλιο καὶ σκόρπισες παντοῦ τὸ φῶς καὶ τὴν εὐλογία.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία εἰς τὸν ἱ. ναὸ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Κάτω Κλεινῶν – Φλωρίνης 18-7-1971)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.