Αυγουστίνος Καντιώτης



Δος μας, Κυριε, την πiστι! (Ἑβρ. 11,9, 33, 40). Με την πιστι οι αγιοι νικησαν τους παντες και τα παν­τα

date Δεκ 20th, 2019 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2246

Κυρ. πρὸ Χρ. Γεννήσεως (Ἑβρ. 11,9-10,32-40)
22 Δεκεμβρίου 2019

Δος μας, Κυριε, την πiστι!

(Ἑβρ. 11,9, 33, 40)

τρυκιμ.-θαλασσα-ιστΕἴμαστε, ἀγαπητοί μου, μικροὶ καὶ ἁμαρτωλοί· αὐτὴ εἶνε ἡ ἀλήθεια, εἴτε θέλουμε νὰ τὸ παραδεχθοῦμε εἴ­τε ὄχι. Ἡ φιλαυτία, βλέπετε, ἐξιδανικεύει τὶς ἀτέλειές μας καὶ ἐξωρα­ΐζει τὶς ἀσχημίες μας. Καὶ ἐδῶ βρίσκεται ἡ αἰτία πού, ἐνῷ εἴμαστε μικροὶ καὶ ἁμαρτωλοί, δὲν τὸ συναισθανόμαστε ὅσο θὰ ἔπρεπε.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε καὶ νὰ συναισθανθοῦ­με πόσο μικροὶ εἴμαστε, φτάνει νὰ συγκρίνου­με τὸν ἑαυτό μας μὲ μεγάλα ἀναστήματα καὶ ἁγίους ἀνθρώπους, μὲ τοὺς μάρτυρες, μὲ τοὺς μεγάλους ἄνδρες τῆς παλαιᾶς καὶ τῆς καινῆς διαθήκης. Ὅπως ὅταν βρεθοῦμε στοὺς πρόποδες ἑνὸς βου­νοῦ ὑ­ψηλοῦ καὶ ἀτενίζουμε τὴν κορυφή του αἰ­σθανόμαστε ὅτι τὸ ἀ­­νάστημά μας εἶνε σπιθαμιαῖο, μηδαμινὸ ἐμ­πρὸς στὸ ὕψος, στὸ «ἀ­νάστημα» τοῦ βουνοῦ, ἔτσι καὶ ὅταν γιὰ μιὰ στιγμὴ σταθοῦμε καὶ συγ­κρίνουμε τὴ ζωὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ μὲ τὸν ἅ­γιο βίο τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων, τότε βλέπου­με ὅ­τι δὲν εἴ­μαστε τίπο­τα, ὅτι εἴμαστε μικροὶ μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τους καὶ ἁ­μαρτω­λοὶ μπροστὰ στὴν ἁγιωσύνη τους. Εἴμαστε νᾶ­νοι μπροστὰ σὲ γίγαν­τες· νᾶνοι ἐμεῖς, γίγαν­τες ἐκεῖνοι.
Ἔκπληκτοι μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τῶν ἁγί­ων ἀ­ποροῦμε καὶ σκεπτόμαστε· πῶς ἐκεῖνοι κατώρθωσαν νὰ φτάσουν σὲ τόσο μεγάλα ὕψη ἀ­ρετῆς; πῶς μπόρεσαν νὰ πετάξουν τόσο ψη­λά, ἐκεῖ ποὺ ἐ­μεῖς οὔτε ν᾽ ἀτενίσουμε δὲν μποροῦ­με; Τί τοὺς ὕψωσε ὣς ἐκεῖ, ποιά ἦταν ἡ δύναμι ἐκείνη ποὺ τοὺς ἁ­γίασε;
Στὴν ἀπορία μας ἀπαντᾷ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ποὺ εἶνε παρμένο ἀπὸ τὴ θεόπνευστη πρὸς Ἑβραί­ους ἐπιστολὴ τοῦ ἀ­ποστόλου Παύλου. Ἡ δύναμις λοιπὸν αὐτὴ ἡ μεγάλη ἦταν –μία λέξις– ἡ πίστις. Ἡ λέ­ξι «πίστις» ἀκούγεται κατ᾽ ἐπανάληψιν στὸ ἀποστο­λικὸ αὐτὸ ἀ­νάγνωσμα (Ἑβρ. 11,9,33,40). Μὲ τὴν πίστι οἱ ἅ­γιοι νίκησαν τοὺς πάντες καὶ τὰ πάν­τα. Καὶ συγκεκριμένα νίκησαν· 1ον στοιχεῖα τῆς φύσεως. 2ον θηρία. 3ον βασιλεῖς καὶ τυράν­νους. Καὶ 4ον νίκησαν κι αὐτὰ ἀκόμη τὰ τρομε­ρὰ μαρτύρια. Ἂς τὰ πάρουμε αὐτὰ ἕνα – ἕνα.

* * *

1ον. Οἱ ἅγιοι νίκησαν στοιχεῖα τῆς φύσεως. Ὑ­πάρχει φοβερώτερο ἀπὸ τὴ φωτιά; Νά ὅ­μως ποὺ κάποιοι νίκησαν τὴ φωτιά. Ὁ Ναβου­χο­δονόσορ, ὁ βασιλιᾶς τῆς Βαβυλῶνος, ἔρ­ριξε μέσα σ᾽ ἕνα πυρακτωμένο καμίνι δεμένους τοὺς Τρεῖς Παῖδας, τὸν Ἀνανία, τὸν Ἀ­ζαρία καὶ τὸν Μισαήλ (στὰ βαβυλωνι­ακὰ Σεδράχ, Μισάχ, καὶ Ἀβδεναγώ), καὶ δὲν ἔπαθαν τίποτα! «Οὐχ ἥ­ψατο αὐτῶν τὸ καθόλου τὸ πῦρ», δὲν τοὺς ἄγ­­­­γιξε καθόλου ἡ φωτιά. Γιατί; Γιατὶ εἶ­χαν πίστι ὅτι ὁ Κύριος, ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεός, δὲν θὰ τοὺς ἀ­φή­σῃ ἀβοήθητους. Καὶ πρά­γματι ὁ Μέγας Θεὸς ἔστειλε τὸν ἄγ­γελό του καὶ τοὺς ἔσωσε. Ὁ Κύριος μετέβαλε τὸ καμίνι σὲ δροσιά. Καὶ ἐνῷ δὲν μποροῦσε νὰ πλησιάσῃ ἐκεῖ κανείς, ἀφοῦ οἱ φλόγες ἔφταναν σὲ πολλὰ μέτρα ὕψος, ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου «ἐξ­ετίνα­ξε τὴν φλόγα τοῦ πυρὸς ἐκ τῆς καμίνου καὶ ἐ­ποίησε τὸ μέσον τῆς καμίνου ὡς πνεῦμα δρό­σου δι­ασυρίζον». Ἀντὶ νὰ καοῦν καὶ νὰ γίνουν στά­χτη, αὐ­τοὶ στὴ μέση τῆς καμίνου ἔ­νιωθαν νὰ τοὺς δροσίζει ἕνα ἐξαίσιο ἀεράκι. Τότε καὶ οἱ τρεῖς μ᾽ ἕ­να στόμα «ὕμνουν καὶ ἐ­δόξαζον καὶ ηὐλόγουν τὸν Θεὸν ἐν τῇ καμίνῳ…» (Δαν. 3,25-27). Ποιός ἔκανε τὸ θαῦμα αὐτό; Ἡ πίστις.
2ον. Οἱ ἅγιοι νίκησαν θηρία. Ὑπάρχει θηρίο πιὸ φοβε­­ρὸ ἀπὸ τὸ λιοντάρι; Ἡ πίστις ὅμως νίκησε καὶ ἄγρια θηρία· δὲν ἔσβησε μόνο τὴν «δύνα­μιν πυρός», ἀλλὰ ἔ­φραξε καὶ «στόματα λεόν­των» (Ἑβρ. 11,34). Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Σαμψών, ποὺ ὅταν κάποτε τοῦ ἐπιτέθηκε ἕνας «σκύμνος λέ­οντος ὠρυόμενος» τσάκισε τὸ λιοντάρι λὲς καὶ ἦταν κανένα κατσικάκι (βλ. Κριτ. 14,5-6). Νὰ θυμηθοῦ­με καὶ τὸν Δαυΐδ, ποὺ σὰν νεαρὸς βο­­σκὸς χτυποῦσε καὶ θα­νάτωνε λιοντάρια καὶ ἀρ­κοῦδες ὅταν πήγαιναν νὰ κατασπαράξουν τὰ πρόβατά του (βλ. Α΄ Βασ. 17,34-35). Ἂς θυμηθοῦ­με καὶ τὸν προφήτη Δανιήλ, ποὺ δὲν φοβήθηκε ὅ­­ταν τὸν ἔρριξαν στὸ λάκκο τῶν λεόν­των· ὁ Θε­ὸς προστάτευσε τὸν ἐκλεκτὸ δοῦ­­λο του καὶ τὰ λιοντάρια δὲν τὸν πείρα­ξαν (βλ. Δαν. 6,1-18). Ἡ πίστι τῶν ἁγίων αὐτῶν ἀν­δρῶν νίκησε· αὐτὴ ἔφραζε τὰ στόματα τῶν λεόντων.
3ον. Οἱ ἅγιοι λοιπὸν νίκησαν τὴ φωτιά, νίκη­σαν τὰ ἄγρια θηρία· νίκησαν ἐπίσης βασιλεῖς καὶ τυράννους. Ὁ Μωυσῆς νικᾷ τὸ φαραὼ βα­­σιλιᾶ τῶν Αἰγυπτίων, «μὴ φοβηθεὶς τὸν θυ­μὸν τοῦ βασιλέως» (Ἑβρ. 11,27). Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ νι­κᾷ τοὺς 29 βασιλεῖς τῶν Χαναναίων (βλ. Ἰησ. Ναυ. 10ο-12ο· περ. «Σταυρός» 1972, σσ. 88-9, 124-5). Ὁ Σαμψὼν τοὺς τυράν­νους του (βλ. Κριτ. 13ο-16ο). Ὁ Δαυῒδ νικᾷ τὸν σιδηρόφρακτο γίγαντα Γολιάθ (βλ. Α΄ Βασ. 17ο). Ὅλοι αὐτοὶ δὲν εἶχαν πολλὰ στρατεύματα, δὲν εἶχαν ἅρ­ματα, ἱππικό, κανόνια καὶ ὅπλα· εἶ­χ­αν ὅμως μέσα τους πίστι στὸν Κύριο, τὸν μόνο ἀληθι­νὸ Θεό. Αὐτὴ ἡ πίστι εἶνε τὸ μεγαλύτερο καὶ ἰσχυρότερο ὅπλο, καὶ μ᾽ αὐτὸ ἔτρεψαν σὲ φυ­γὴ πολυάριθμα στρατεύματα. Οἱ λίγοι νίκησαν τοὺς πολλούς, οἱ ἄοπλοι τοὺς ὡ­πλισμένους, οἱ ἀδύνατοι τοὺς ἰσχυρούς, οἱ μικροὶ τοὺς μεγάλους. Πῶς ἔγινε τὸ θαῦμα; Μόνο μὲ τὴν πίστι, τὴ θερμὴ καὶ μεγάλη.
4ον. Οἱ ἅγιοι τέλος μὲ τὴν πίστι νίκησαν καὶ αὐτὰ τὰ φοβερὰ μαρτύρια. Ὤ καὶ τί δοκιμασί­ες ὑπέφεραν οἱ ἅ­γιοι! Ἄλ­λους, ὅπως εἴδαμε, τοὺς ἔρριξαν στὴ φωτιά (=τοὺς Τρεῖς Παῖδας), ἄλλον στὰ λιον­τάρια (=τὸν προφήτη Δανιήλ), ἄλλον σὲ βόρβορο – ἀποχωρητήρια (=τὸν προφήτη Ἰερεμία), ἄλλον τὸν πριόνισαν, ἄλλους τοὺς λιθοβόλησαν, ἄλλον τὸν ἐφόνευσαν μὲ ἄλλο τρόπο (π.χ. τὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ). Γι᾽ αὐ­τὸ λέει σήμερα ὁ ἀ­πόστολος, ὅτι «ἄλλοι ἐτυμ­πανίσθησαν (=τοὺς ἔδεσαν στὸ ὄργανο βασανισμοῦ ποὺ λέγεται τύμπανο)…, ἕτεροι δὲ ἐμ­παιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖ­ραν ἔλαβον (=τοὺς πε­ριέπαιξαν καὶ τοὺς μαστίγωσαν), ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς (=τοὺς ἔδεσαν καὶ τοὺς φυλάκισαν)· ἐλιθάσθησαν (= τοὺς λιθοβόλησαν, π.χ. τὸν προφήτη Ἰερεμία καὶ τὸν πρωτομάρτυρα Στέφανο), ἐπρίσθησαν (= τοὺς πριόνισαν, π.χ. τὸν προφήτη Ἠσαΐα ποὺ τὸν πριόνισαν ζωντανὸ οἱ Ἰουδαῖοι), ἐπειράσθησαν (=πέρασαν δυνατοὺς πειρασμούς), ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον (=τοὺς ἔσφαξαν μὲ μαχαίρι), περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν (=περιφέρονταν σκεπασμένοι μὲ δέρ­­ματα ἀπὸ πρόβατα καὶ κατσίκια), ὑστερούμενοι θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄ­ξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄ­ρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. 11,35-38). Ἄλλοι, δηλαδή, ἔζησαν μέσα σὲ σπηλιές, γιὰ ν᾽ ἀποφύγουν τοὺς διῶ­κτες καὶ μὴ ἔχον­τας τί νὰ ῥίξουν πάνω τους φοροῦ­σαν προβειές, ὅπως ὁ προφήτης Ἠλίας.
Ὅλα τὰ ὑπέμειναν γιὰ τὸν Κύριο. Τίποτα δὲν στάθηκε ἱκανὸ νὰ τοὺς κλονίσῃ· οὔτε φωτιές, οὔτε λιοντάρια, οὔτε τύραννοι, οὔ­τε φυλα­κές, οὔτε σπαθιά, οὔτε μαχαίρια καὶ πριόνια, οὔτε τίποτε ἄλλο φοβερό. Ὅλοι οἱ ἅγιοι τοὺς ὁποίους ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος σήμερα βάδισαν μὲ ἀπόφασι, μὲ ὑπομονὴ καὶ καρτερία πρὸς τὸ μαρτύριο, πρὸς τὸ θάνατο.
Καὶ τὰ νίκησαν ὅλα αὐτά, γιατὶ εἶχαν πίστι μέσα τους. Πίστευαν θερμὰ στὸν Κύριο. Πίστευαν στὴ μέλλουσα ζωή, στὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Πίστευαν σὲ μέλλουσα κρίσι καὶ ἀν­ταπόδοσι. Πίστευαν ἀκράδαντα, ἀκλόνητα, ὅτι ἐκεῖ πά­νω ὑπάρχει ἡ πραγματικὴ ζωή. Προσδοκοῦσαν νὰ κατοικήσουν στὴν πόλι ἐκείνη, ποὺ τὴν ἔχουν χτίσει ὄχι χέρια ἀνθρώπων ἀλ­λὰ ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Θεός (βλ. ἔ.ἀ. 11,10).

* * *

Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, τί κάνουμε; Ἔχουμε ἆραγε τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι ἄν­δρες; Ἄχ, εἶ­νε λυπηρό, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ ὁ­μο­λογήσουμε μὲ συντριβή· δὲν ἔχουμε πίστι.
Γι᾽ αὐτό, ἀντὶ νὰ τὰ νικοῦμε ὅλα, ἀντιθέτως μᾶς νικοῦν ὅλα. Μᾶς νικοῦν τὰ δαιμόνια· δὲν ἔχουμε τὴ δύναμι νὰ ἐκδιώξουμε ἕνα δαίμονα. Μᾶς νικοῦν οἱ ἄπιστοι· ἀντὶ νὰ τοὺς τραβή­ξουμε ἐμεῖς στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, μᾶς παρασύρουν αὐτοὶ στὸ δρόμο τοῦ διαβόλου. Μᾶς νικοῦν οἱ πειρασμοί· μᾶς δελεάζει ἡ σάρκα, μᾶς ἑλκύει ὁ κόσμος, μᾶς παγιδεύει ὁ διάβολος. Γιατί; Γιατὶ δὲν καίει μέσα μας ἡ πίστις.
Ὤ καὶ ἂν εἴχαμε μέσα μας μιὰ σπίθα ἀπὸ τὴν πί­στι ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ! πόσο διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ ζωή μας! Θὰ νικούσαμε τὸν κόσμο, τὴ σάρκα, τὸν διάβολο, καὶ νικη­ταὶ θὰ πηγαίναμε ν᾽ ἀνταμώσουμε ὅλους τοὺς ἁγίους, ποὺ μὲ ἀνοιχτὲς ἀγκάλες μᾶς περιμέ­νουν, γιὰ νὰ ζήσουμε ὅλοι μακά­ριοι κ᾽ εὐτυχι­σμένοι κοντὰ στὸν οὐράνιο Πατέρα μας.
Ἀδελφοί μου, ὁ Θεὸς μᾶς περιμένει. Κοντά του μᾶς περιμένει καὶ ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἅγιοι. Ἀξίζει νὰ ζήσου­με κ᾽ ἐμεῖς μὲ πίστι. Καὶ ἂν δὲν τὴν ἔχουμε, ἂς τὴν ζητήσουμε λέγοντας πάντα καὶ θερμὰ στὶς προσ­ευχές μας· Κύριε, εἴμαστε ὀλιγόπιστοι· σὲ παρακαλοῦμε, «πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ. 17,5), δίνε μας πίστι, γιὰ ν᾽ ἀξιωθοῦμε τῆς βα­σιλείας σου τῆς ἐπουρανίου.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν 22-12-1940. Ἀνάγνωσις, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα, στοιχειοθεσία καὶ ἀναπλήρωσις 16-11-2019

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.