Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἡ παρακαταθηκη της Ορθοδοξου πιστεως. Η πιστι μας ειναι η μεγαλυτερα δυναμις, το πανισχυρο μεσο που μπορει να κινηση τα παντα

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2386

Κυριακὴ Πατέρων Α΄ Οἰκ. Συνόδου
13 Ἰουνίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ἡ παρακαταθηκη της Ορθοδοξου πιστεως

«Πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· ὅτι τὰ ῥήματα ἃς δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον» (Ἰω. 17,7-8)

Αγ. Πατ.Ἡ θρησκεία μας, ἀγαπητοί μου, ἡ πίστι στὸ Χριστό, εἶνε ἡ μόνη ἀληθινή, ἡ μόνη ζων­τα­νή. Ἀποδείξεις ἀναρίθμητες. Ἂν μπορῇ καν­εὶς νὰ μετρήσῃ τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου, ποὺ ἐκ­πέμ­πει καθημερινῶς τὸ φωτεινὸ τοῦτο ἄ­στρο τῆς ἡμέρας, τότε θὰ μπορέσῃ νὰ μετρή­σῃ καὶ τὰ τεκμήρια ζωῆς τῆς πίστεώς μας, ποὺ σὰν ἀ­κτῖ­νες ἐκπέμπει ὁ ὑπερφυσι­κὸς ἥ­λιος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, «ἡ αἰωνίος ζωὴ» γιὰ τὴν ὁ­ποία ὁμιλεῖ σήμε­ρα τὸ εὐαγγέλιο (Ἰω. 17,2-3). Κι ὅ­σο εἶνε γεγονὸς ὅτι καὶ μία ἀκτίνα φτάνει ν᾽ ἀποδείξῃ ὅτι ὑ­πάρχει πηγὴ φωτός, ἔτσι καὶ ἕ­να μόνο δεῖγμα, καὶ ἕνα θαῦμα, καὶ μία λεπτο­μέρεια, καὶ ἕνα κόμμα, καὶ «ἕνα ἰῶτα» (Ματθ. 5,18) τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, εἶνε ἀρκετὸ νὰ πείσῃ, ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή, ζωντανή.
Μία τέτοια ἀπόδειξις εἶνε καὶ τὸ ἱστορικὸ καὶ ἀναμφισβήτητο γεγονός, ὅτι καμμία ἄλλη θρησκεία δὲν πολεμήθηκε μὲ τόσο μῖσος ὅσο ἡ δική μας. Ἂν ἦταν ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, θὰ εἶχε πρὸ πολλοῦ διαλυθῆ.
Πολεμήθηκε μὲ λύσσα, ὥστε ἦρθαν στι­γμὲς ποὺ θά ᾽λεγε κανείς· Πάει ὁ Χριστιανισμός! σὲ λίγο σβήνει· δὲν θὰ ὑπάρχουν ἱερεῖς, θυσιαστήρια, σύμβολα, σταυρός· θὰ καταλήξῃ κι αὐ­τὸς στὸ νεκροταφεῖο τῶν θρησκευτικῶν καὶ φι­λοσοφικῶν συστημάτων… Τί διάψευ­σι ὅμως! Ἐπὶ εἴκοσι αἰῶνες ἡ πίστι μας ἐξακολουθεῖ νὰ ζῇ. Στὰ χρόνια τοῦ διαφωτισμοῦ ἕνας μεγάλος ἄθεος εἶχε πεῖ, ὅτι μετὰ ἑκατὸ χρόνια τὸ ὄνομα Χριστὸς θὰ ἔχῃ λησμονηθῆ. Ἀλλὰ με­τὰ ἑκατὸ χρόνια τὸ σπίτι, ποὺ κατοικοῦσε αὐ­τός, ἔγινε βιβλιοπωλεῖο τῶν ἁγίων Γραφῶν!
Πολεμήθηκε ἡ πίστι μας, ἐσωτερικῶς καὶ ἐ­­ξωτερικῶς. Ἐξωτερικῶς μὲν ἀπὸ διῶκτες αὐ­το­κράτορες. Ἡ σιδηρᾶ ῾Ρώμη ἐξαπέλυσε λεγε­­ῶνες ἐναντίον της θανανώνοντας πλῆθος μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ. Τὸ αἷμα τους ποταμός, Ἁλιάκμονας καὶ Ἀξιός, ἄρδευσε τὴν Ἐκ­κλησία. Ἄντρες, γυναῖκες, μικρὰ παιδιὰ θυσι­άστηκαν γιὰ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ μας.

Ἀναφέ­­ρω προχείρως π.χ. τὸν ἅγιο Θαλλέλαιο, ποὺ μαρτύρησε τὸν 3ο αἰῶνα, ἐπὶ Νουμεριανοῦ (284 μ.Χ.). Ἦταν γιατρὸς ὅπως οἱ ἅ­γιοι Ἀ­νάργυροι. Συνελήφθη, ὡμολόγησε ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου Θεοδώρου, ὅτι εἶνε Χριστι­ανός. Ἐκεῖ­νος δι­έταξε νὰ τοῦ τρυπήσουν τοὺς ἀ­στραγά­λους, νὰ τὸν κρεμάσουν κατακέφαλα, καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.

* * *

Πολεμήθηκε ὅμως ἡ πίστι μας, ἀδελφοί μου, ἐξίσου κι ἀ­κόμη περισσότερο, ἐσωτερικῶς. Κι ὁ ἐσωτερικὸς κίνδυνος εἶνε σοβαρώτερος. Ἂς μᾶς πολεμοῦν ἀπ᾽ ἔξω ἐχθροί, ὁ κόσμος ὅ­λος· ἂν ἐμεῖς μεταξύ μας εἴμαστε ἑνωμένοι, ἀντέχουμε. Ὁ ἐσωτερικὸς κίνδυνος, ὁ διχασμός, εἶνε τὸ πιὸ φοβερό. Καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ κακὸ παρουσιάστηκε, μετὰ τοὺς διωγμούς, στὰ σπλάχνα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Διχασμὸς ἀπαίσιος. Παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ αὐτὴ τὰ βάπτισε στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τρι­άδος, ἔγιναν μέλη της, ἀνδρώθηκαν, καὶ πολλοὺς τοὺς τίμησε μὲ ἀξίωμα ἱ­ερατικό (διακόνου, πρεσβυτέρου, ἐπισκόπου, ἀρ­χι­επισκόπου καὶ πατριάρχου ἀκόμη), διέσπασαν τὴν ἑνότη­τά της. Κήρυξαν πλάνες, δημιούρ­γησαν αἱρέσεις, σήκωσαν ἐπανάστασι ἐναν­τίον τῆς Μάνας Ἐκκλησίας· προκάλεσαν μεγάλη συμφορά. Τὸ ἀποτέλεσμα ποιό ἦταν, τὴ νίκησαν;
Ὅπως δὲν νίκησαν οἱ ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ ποὺ ἐπὶ 3 αἰῶνες ἔπιναν τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων, ἔτσι ἡ Ἐκκλησία νίκησε καὶ τοὺς ἐσωτερι­κοὺς ἐχθρούς της. Πῶς; Ἐδῶ ἔγκειται τὸ θαῦ­μα. Ἡ θεία πρόνοια στὴν κατάλληλη στιγμὴ ἀ­νέδειξε μεγάλους ἄν­δρες, οἱ ὁποῖοι κατέβαλαν τοὺς ἐναντίους, ἐξωτερικοὺς καὶ ἐσωτερικούς. Στὴ νίκη τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῶν ἐ­ξω­τερικῶν ἐχθρῶν συνέβαλε ἀ­ποφασιστικὰ ἡ μορφὴ τοῦ μεγάλου Κωνσταν­τίνου. Αὐτὸς ἦλ­θε στὸ προσκήνιο κατὰ θαυμαστὸ τρόπο, νίκη­­σε σὲ ἱστορικὴ μάχη στὸν Τίβερι ποταμὸ τὸν ἀντίπαλό του Μαξέντιο, ἔγινε μονοκράτωρ Ἀ­νατο­λῆς καὶ Δύσεως, καὶ ἐπέβαλε ἀνεξιθρησκία στὸ ἑνιαῖο κράτος (313 μ.Χ.). Τότε σταμάτησαν οἱ διωγμοὶ καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶδε μία ἀνάπαυλα στὴ ζωή της, προτοῦ ξεσπάσῃ ὁ μέγας σάλος τῆς αἱρέσεως. Στὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς Ἐκ­κλησίας βοήθησε ὁ μέγας Κωνσταντῖνος μὲ τὸ νὰ συγκαλέσῃ στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ. τὴν πρώτη (Α΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία κατεδίκασε τὸν ἀρειανισμό.
Ἐὰν ἐπὶ τοῦ πολιτικοῦ καὶ στρατιωτικοῦ πε­δίου ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἀνέδειξε τὸν βασιλέα Κωνσταντῖνο, ἐπὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πεδί­ου ἀνέ­δειξε ἄλλους ἄνδρες, τοὺς 318 ἁγίους πατέρας. Εἶνε αὐτοὶ ποὺ τιμοῦμε σήμερα.
Ὅπως οἱ ἀπόστολοι «ἐκ περάτων συνέδρα­μον» (μην. Αὐγ. ιε΄, αἶν.) στὴ Γεθσημανῆ γιὰ νὰ τιμήσουν τὴν ἄνοδο τῆς Παρθένου Θεοτόκου, καὶ οἱ πατέρες συγ­κεν­τρώθηκαν μὲ τὰ μέ­σα τῆς ἐ­­ποχῆς γιὰ νὰ κρατύνουν τὴν Ἐκκλησία. Ἦ­ταν ἱεράρχαι, ἄλλοι κληρικοὶ καὶ μοναχοὶ ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, τὴν Ἑλλάδα, τὴν Κρήτη, τὴν Κύπρο, τὴ Μακεδονία, τὴ Θρᾴκη, τὸ Δούναβι, τὴν Ἰλλυρία (σημερινὴ Ἀλβανία), τὴ ῾Ρώμη… Γιατί συνῆλθαν, ποιό τὸ ζήτημα;
Εἶχε ἐμφανιστῆ τότε ὁ Ἄρειος, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους αἱρετικούς. Ὅπως ὁ λύκος μπαίνει στὸ μαντρὶ καὶ κατασπαράζει πρό­βατα, ἔτσι αὐτὸς ἄνοιξε πελώριο στόμα καὶ βλαστήμησε ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ· διέδιδε, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε Θεός. Καὶ μὲ τὴν πλάνη του εἶχε ἐπηρεάσει πολλούς· τόσο εἶχε εἰσ­χωρή­σει ἡ αἵρεσι τοῦ Ἀρείου, ὥστε οἱ ὀρ­θόδο­­ξοι βρέθηκαν σὲ σοβαρὴ ἀδυναμία. Ὁ Ἄ­ρει­ος δημιουργοῦσε ἀπατηλὲς ἐντυπώσεις, ἦ­ταν δι­­αλεκτικός, εἶχε ἐπηρεάσει ἄρχοντες, εἶχε μὲ τὸ μέρος του ἰσχυροὺς τῆς γῆς.
Γι᾽ αὐτὸ συνεκλήθησαν στὴν Σύνοδο «οἱ σεπτοὶ πατέρες» (Πεντηκ. Κυρ. Πατ. αἴν.). Ὤ τί ἀναστήμα­τα ἦταν αὐτοί! – μοῦ ρχεται νὰ κλάψω. Συγ­κι­­νοῦμαι, καθὼς τοὺς ἀναλογίζομαι, ὅπως ὅ­ταν βλέπω ἀξιωματικοὺς μὲ τὰ παράσημα ποὺ ἔ­λα­βαν ἐπάνω σὲ μάχες τῆς πατρίδος. Γιατὶ καὶ οἱ πατέρες εἶνε στράτευμα, «θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται παρα­τάξεως Κυρίου» (αὐτ. δοξ. αἴν.). Μόλις εἶχαν βγῆ ἀπ᾽ τὸ καμίνι τῆς μάχης τῶν διωγμῶν· εἶχαν ἀνοίξει οἱ φυλακές, εἶχαν ἐπιστρέψει ἀπὸ ἐξορίες, ἔφεραν πάνω τους τὰ στίγματα τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ ἑνὸς τοῦ ἔλειπε τὸ μάτι, τοῦ ἄλλου τοῦ εἶχαν κόψει ἕ­να αὐτί, ἄλλου τοῦ εἶχαν βγάλει τὰ δόντια, ἄλ­λου τοῦ ᾽χαν κάψει τὰ χέρια, ἄλλου τοῦ εἶχαν τσακίσει τὴ σπονδυλικὴ στήλη… Ἀντικρύζον­τάς τους ὁ μέγας Κωνσταντῖνος, ἔσκυβε καὶ τοὺς ἀσπαζόταν σὰν ἱερὰ λείψανα. Μεταξὺ αὐ­τῶν ἦταν ὁ ἅγιος Σπυρίδων ποὺ μὲ θαῦμα ἔ­δειξε τὸ τριαδικὸν τοῦ Θεοῦ, ὁ ἅγιος Νικόλαος ποὺ ἀκούγοντας τὴ βλασφημία τοῦ Ἀ­ρείου σηκώθηκε καὶ τοῦ ἔδωσε ῥάπισμα, καὶ ὅλοι οἱ ἄλ­λοι. Ὁ δὲ μέγας Ἀθανάσιος ἀπεστόμωσε τὸν Ἄρειο μὲ τὴ δύναμι τῆς θεολογίας.
Οἱ ἅγιοι αὐτοὶ πατέρες συνέθεσαν καὶ θέσπισαν τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας, τὸ «Πιστεύω» ποὺ ἀκοῦμε καὶ ὁμολογοῦμε. Τὸ ὑπέγραψαν μὲ μαρτύρια, μὲ τὸ αἷμα τους. Ὅ,τι εἶ­νε γραμμένο σὲ χαρτὶ μὲ μολύβι ἢ μελάνι, μπο­ρεῖ νὰ σβήσῃ· ὅ,τι εἶνε γραμμένο μέσα στὴν καρδιὰ μὲ αἷμα, δὲν σβήνει. Καὶ τὸ «Πιστεύω» αὐτὸ γράφηκε μὲ αἵματα. Μετρῆ­στε τὶς λέξεις του! Εἶνε διαλεγμένες ὅπως τὰ λιθάρια στὸν Παρθενῶνα τῆς Ἀ­κροπόλεως, ἀπείρως πολυτιμότερες ἀπὸ ἐκεῖνα. Ἂς θαυμάζουν ἄλ­λοι τὸν Παρθενῶνα· ἐγὼ θαυμάζω αὐτὸν τὸν πνευματικὸ Παρθενῶνα, τὸ «Πιστεύω». Προσ­έ­ξτε το, μελετῆστε το! Ὅπως ἀπὸ τὸν Παρθενώνα δὲν ἐπιτρέπεται ν᾽ ἀφαιρέσῃς ἕνα λιθάρι, γιατὶ διαταράσσεται ἡ ἁρμονία του, ἔτσι δὲν μπορεῖς νὰ πειράξῃς οὔτε μία λέξι, ναὶ οὔ­τε μία λέξι, ἀπὸ τὸ «Πιστεύω», τὸ σύμβολο τῆς πίστεώς μας. Ἀποτελεῖται ἀ­πὸ ἑκατὸν ἑβδομηνταπέντε (175) λέξεις, πελεκημένες, ὄμορφα ἡ μιὰ μὲ τὴν ἄλλη. Σ᾽ αὐτὸ περικλείε­ται ἡ παρακαταθήκη τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Αἰώνιο μνημεῖο αὐτό, τὸ ὁποῖο ὅμως ἐ­μεῖς συχνὰ ἀκοῦμε μὲ τόση ἀδιαφορία.

* * *

Δὲν θὰ πῶ περισσότερα, ἀγαπητοί μου. Ἡ πίστις μας, τὴν ὁποίαν ἐκράτυ­ναν οἱ ἅγιοι πατέρες, εἶνε ἡ μεγαλυτέρα δύ­ναμις, τὸ πανίσχυρο μέσο ποὺ μπορεῖ νὰ κινήσῃ τὰ πάντα. Ὁ Ἀρχιμήδης ἔλεγε γιὰ τὴ δύναμι τοῦ μοχλοῦ «Δός μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσω» (Μ. Ἰατροῦ, Πόθεν καὶ διατί, Ἀθῆναι 1972, σ. 149), δός μου ποῦ νὰ στα­θῶ καὶ μπορῶ νὰ κινή­σω τὴν οἰκουμένη. Καὶ ἐμεῖς ἔχουμε τόπο, βράχο, στήριγμα ἀσάλευτο. Μὲ τὴν πίστι ζήσαμε καὶ ζοῦμε διὰ τῶν αἰ­ώνων. Ἔφτασε ὣς ἐμᾶς μὲ τοὺς ἀγῶνες τῶν πατέρων καὶ τὰ μαρτύρια μαρτύρων καὶ νεομαρτύρων τῆς τουρκοκρατίας, ὅπως ἦταν π.χ. ὁ ἅ­γιος ὁσιομάρτυρτυς Παχώμιος (21 Μαΐου).
Κι ἂν ἐμεῖς ἀρνηθοῦμε τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία, καὶ οἱ πέτρες θὰ φωνάξουν· «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Λουκ. 19,40. Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγ. Κων/νου & Ἑλένης Ἀμυνταίου 21-5-1972)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.