Αυγουστίνος Καντιώτης



Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ – Φροντιστε και για την ψυχη! «Μαρθα Μαρθα, μεριμνας και τυρβαζη περι πολλα· ενος δε εστι χρεια» (Λουκ. 10,41-42)

date Αυγ 15th, 2021 | filed Filed under: εορτολογιο, Η ΠΑΝΑΓΙΑ

Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Κατά Λουκάν, κεφάλαιο Ι΄, εδάφια 38-42 και κεφάλαιο ΙΑ΄, εδάφια 27-28

++Κεφ.Ι΄ 38 ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. 39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
Κεφ.ΙΑ΄ 27 ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.

Ἑορτολόγιο
08-15 Κοίμησις Θεοτόκου (Λουκ. 10,38-42· 11,27-28)
1939; Φροντίστε καὶ γιὰ τὴν ψυχή! – στ. 10,41-42

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2401

Φροντιστε και για την ψυχη!

«Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42)

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 10,38-42· 11,27-28). Ἀλλὰ δὲν πρέπει μόνο νὰ τὸ ἀκοῦμε· πρέπει καὶ νὰ τὸ καταλαβαίνου­με, καὶ πρὸ παντὸς νὰ τὸ ἐφαρμόζουμε. Τί μᾶς διηγεῖ­ται λοιπὸν τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο;
Ὅτι ὁ Χριστὸς ἔκανε τὴν ἐπίσκεψί του σὲ ἕ­να ἀγαπητό του σπίτι· εἶνε τὸ σπίτι τοῦ φίλου του Λαζάρου (τοῦ Λαζάρου ποὺ λίγο πρὸ τοῦ σωτηρίου πάθους του θὰ ἀσθενήσῃ «πρὸς θάνατον» [Ἰω. 11,4] καὶ θὰ τὸν ἀ­ναστήσῃ ἐκ νεκρῶν). Ὁ Λάζαρος εἶχε δύο ἀ­δελφές, τὴ Μάρ­θα καὶ τὴ Μαρία. Φαν­τάζεται λοιπὸν καν­εὶς πόση θὰ ἦταν τώρα ἡ χαρὰ στὸ σπίτι αὐτό! Καὶ ἕνας βασιλιᾶς ἀκόμη ἂν τοὺς ἐπισκεπτόταν, δὲν θὰ εἶχαν τέτοια ἀγαλλίασι ὅση ἔχουν τώρα ποὺ εἶνε κοντά τους ὁ Χριστός· ὁ Διδάσκαλος, ὁ Σωτήρας, ὁ Προστάτης τους.

Χαίρονται καὶ τὸ δείχνουν μὲ κάθε τρόπο. Θέλουν νὰ ἐκφράσουν τὴν ἀγάπη τους καὶ τὸ κάνουν ὅπως μποροῦν. Ἡ μία ἀδελφή, ἡ Μάρ­θα τρέχει στὴν κουζίνα κι ἀρ­χίζει νὰ ἑτοιμάζῃ ὅ,τι καλύτερο ἔχει, φαγητὰ καὶ γλυκύσματα· ἔτσι νομίζει ὅτι θὰ εὐ­χαριστήσῃ τὸν Ἰησοῦ. Ἡ ἄλλη ἀδελφή, ἡ Μαρία, παίρνει ἕνα σκαμνὶ καὶ κάθεται κοντὰ στὸν Κύριο ποὺ διδάσκει.
Σὲ μιὰ στιγμὴ ἔρχεται ἡ Μαρία καὶ λέει μὲ πα­ράπονο· Διδάσκαλε δὲν μὲ λυπᾶσαι; ἡ ἀ­δερφή μου μ᾽ ἄφησε μόνη, ἡ ὥρα γιὰ φαγητὸ πλησιάζει κ᾽ ἐγὼ δὲν προλαβαίνω· σὲ παρακαλῶ πές της νὰ μὲ βοηθήσῃ. Καὶ ὁ Κύριος ἀ­παντᾷ· «Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβά­ζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,41-42). Γιατί κοπιάζεις καὶ φροντίζεις τόσο πολύ; Δὲν χρειάζονται πολλὰ φαγητά. Δὲν ἦρθα στὸ σπί­τι σου γιὰ νὰ μοῦ στρώσῃς βασιλικὸ τραπέζι. Ἦρθα γιὰ νὰ διδάξω, ἦρθα γιὰ νὰ σᾶς ἀνοίξω τὰ μάτια τῆς ψυχῆς, ἦρθα γιὰ νὰ σᾶς σώσω.

* * *

«Μάρθα Μάρθα…». Ὁ Χριστὸς ἤλεγξε τὴ Μάρθα ποὺ ἄφησε τὴ διδασκαλία καὶ πῆγε στὴν κουζίνα. Ἀλλὰ πόσοι καὶ πόσοι σήμερα δὲν ἁρμόζει ν᾽ ἀκούσουμε αὐτὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Χριστοῦ! Μεριμνοῦμε, φροντίζουμε, κοπιάζουμε γιὰ ὅλα· γιὰ ἕνα μόνο δὲν φροντίζουμε, γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ποῦ δαπανοῦμε τὸ χρόνο καὶ τὶς δυνάμεις μας;
Ἄλλοι φροντίζουν γιὰ τὰ πλούτη. Τρέχουν καὶ κοπι­άζουν νὰ μαζέψουν χρήματα. Πῶς τὸ 1 νὰ τὸ κάνουν 10, πῶς τὰ 10 νὰ τὰ κάνουν 100 κ.ο.κ.. Μέρα – νύχτα τὸ χρῆμα σκέ­πτονται. Ὅλο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους τὸν ξο­δεύουν γιὰ τὸ μαμωνᾶ. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία δὲν προλαβαίνουν. Ποῦ εὐκαιροῦμε ἐμεῖς; σοῦ λέ­νε. Δὲν σκέπτονται ὅτι ὑπάρχει καὶ ἄλλη ζωή, κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις. Δὲν βλέπουν μπροστά τους τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο τὸ χρῆμα. Αὐτὸ εἶνε ὁ θεός τους· αὐτὸ λατρεύουν, αὐ­τὸ προσκυνοῦν. Χάριν αὐτοῦ καὶ τὴ ζωή τους θυσιάζουν. Ὁ σατανᾶς ἐξουσιάζει ἐπάνω στὶς ψυχές. Τοὺς ἔχει κλείσει τὰ μάτια, τοὺς ἔχει δέσει στὸ μαγγανοπήγαδο τῆς φιλαργυρίας, κι αὐτοὶ δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ γυρίζουν τὸ μαγγανοπήγαδο. Σὲ ὅλους αὐτοὺς λοιπόν, ποὺ ἔχουν παραδώσει τὶς ψυχές τους στὸ χρῆμα καὶ λατρεύουν τὴ χρυσῆ εἰκόνα τοῦ μαμωνᾶ, λέει ὁ Χριστὸς σήμερα· Ἄνθρωποι, «μεριμνᾶτε καὶ τυρβάζετε περὶ πολλά· ἑ­νὸς δέ ἐστι χρεία». Τὰ χρήματα χάνονται, τὰ σπίτια ρημάζουν, οἱ τράπεζες χρεωκοποῦν. Ἓνα μόνο δὲν χάνεται, δὲν καταστρέφεται καὶ θὰ ζήσῃ αἰωνίως· ἡ ψυχή σας. Γι᾽ αὐτὴν πρέπει νὰ ἐνδιαφερθῆτε, νὰ φροντίσετε. Ἀλλὰ οἱ ἄν­θρωποι δὲν ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Σκυμμένοι ἐπάνω στὶς ὑποθέσεις δὲν σηκώνουν τὸ βλέμμα τους νὰ δοῦν τὸν οὐρανό.
Ἄλλοι, σὰν τρελλοὶ αὐτοί, ἔχουν παραδο­­θῆ στὶς διασκεδάσεις· ἡ ἔγνοια τους εἶνε πῶς θὰ περάσουν ἀπολαυστικὰ τὴ ζωή. Τὸ πρό­γραμμά τους εἶνε «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔρι­ον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32). Ἀρέσκονται νὰ κυλιῶνται σὰν τοὺς χοίρους στὴ λάσπη τῆς ἁμαρτίας. Μὰ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶ­νε μόνο στομάχι καὶ κοιλιά, σάρκες καὶ κόκκα­λα. Δὲν εἶνε μόνο ὕλη· εἶνε καὶ ψυχή. Αὐτὸ ἀντελήφθησαν σοφοὶ τῆς ἀρχαιότητος, αὐτὸ μᾶς βεβαίωσε ὁ Χριστός, αὐτὸ μᾶς λέει σήμε­ρα τὸ εὐαγγέλιο. Σ᾽ αὐτοὺς ποὺ νομίζουν πὼς μόνος σκοπὸς τοῦ βίου εἶνε ἡ γλυκειὰ ζωή, ὁ Χρι­στὸς λέει· Γιατί βουλιάζετε στὶς ἁμαρτί­ες; για­τί λατρεύετε τὴ σάρκα; Ἡ σάρκα θὰ μαρα­θῇ ὅπως τὸ τριαντάφυλλο. Ὁ νέος θὰ γίνῃ γέ­­ρος, ἡ νέα θὰ γίνῃ γριά. Μαραίνονται τὰ κάλ­λη. Ἕνας τάφος, λίγο χῶμα μᾶς περιμένει. Ἐ­κεῖ θὰ ταφοῦν ὅλοι οἱ ἔρωτες καὶ οἱ ἡδονές.
Ἄλλοι πάλι κυνηγοῦν τὴ δόξα. Θέλουν ἀ­ναγνώρισι καὶ θαυμασμό, τοὺς ἐπαίνους καὶ κολακεῖες τῶν ἄλλων, ἐπιδιώκουν ἀξιώματα καὶ τιμές, θέλουν νά ᾽νε πρῶ­τοι καὶ νὰ ἀκούγωνται. Ὅλα ὅμως αὐτὰ εἶνε ἐ­φήμερα· ἰσχύει γι᾽ αὐτὰ ὁ θεόπνευστος λόγος «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα μαται­ότης» (Ἐκκλ. 1,2· 12,8). Οἱ θρόνοι ἀνατρέπονται, τὰ ἀξιώματα ἀφαιροῦνται, τὰ διάσημα ξηλώνον­ται, οἱ ἐπευφημίες καὶ τὰ χειροκροτήματα σιγοῦν, ἡ φήμη λησμονεῖται ἢ μεταβάλλεται σὲ δυσφημία, ἡ δόξα σβήνει καὶ συχνὰ μεταπίπτει σὲ ἀδοξία.

* * *

Μέσα σ᾽ αὐτὴ τὴν παραζάλη, ἀδελφοί μου, δι­αφεύγει τὴν προσοχὴ τῶν πολλῶν ὅτι ἡ σπουδαιότερη ἀπ᾽ ὅλες τὶς ὑποθέσεις εἶνε ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς, ὅτι ἐκεῖνο ποὺ πάνω ἀπὸ ὁ,τιδήπο­τε ἄλλο ἔχουμε ἀνάγκη εἶνε ὁ Χριστός. Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ καταλάβουμε τώρα, θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ θὰ μετανοιώσουμε πικρά, μὰ θά ᾽νε ἀργά.
Ξέρετε πῶς μοιάζουμε; Εἴμαστε σὰν μικρὰ παιδιὰ ποὺ παίζουν στὴν ἀκρογιαλιὰ καὶ γεμίζουν τὰ καλαθάκια τους μὲ χαλίκια. Χαλίκια καὶ ἄμμος εἶνε ὅλα ὅσα θαυμάζουμε· ἡ δόξα, οἱ δι­ασκεδάσεις, τὰ πλούτη. Τὸ διαμάντι μὲ τὴν αἰ­ώ­­νια ἀξία εἶνε ἡ ψυχή. Γι᾽ αὐτὴν ἀξίζει νὰ φρον­τίσουμε· νὰ φροντίσουμε τόσο ὅσο τοὐλάχιστον καὶ γιὰ τὸ σῶμα. Τί κάνεις γιὰ τὸ σῶμα;
Τὸ σῶμα τὸ τρέφεις καθημερινῶς, ὄχι μιὰ φορὰ τὸ χρόνο. Καὶ τὴν ψυχὴ λοιπὸν πρέπει νὰ τὴν τρέφουμε. Καὶ τροφὴ τῆς ψυχῆς εἶνε ἡ προσ­ευχή, ἡ μελέτη, ἡ ἐγ­κράτεια, ὁ ἐκκλησι­α­σμός, ἡ θεία κοινωνία. Γιὰ τὸ σῶμα δὲν λές, Δὲν εὐκαιρῶ νὰ φάω. Μὴ λὲς λοιπὸν καὶ γιὰ τὴν ψυχή, Δὲν εὐκαιρῶ νὰ προσευχηθῶ.
Τὸ σῶμα τὸ ντύνεις, δὲν τ᾽ ἀφήνεις γυμνό. Στόλισε λοιπὸν καὶ τὴν ψυχή σου μὲ ὡ­ραῖο φό­ρεμα. Ὄχι ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ τρώει ὁ σκόρος καὶ γίνονται κουρέλια, ἀλλὰ μὲ ἔργα πίστεως καὶ ἀρετές, ποὺ μένουν αἰωνίως.
Γιὰ τὸ σῶμα χτίζεις σπίτι νὰ τὸ στεγάσῃς. Ἡ ψυχή σου ποῦ θὰ στεγαστῇ; Μερίμνησε νὰ τῆς ἑτοιμάσῃς σκήνωμα. Δὲν μακαρίζω ἐκείνους ποὺ κατοικοῦν σὲ μέγαρα καὶ παλάτια, ποὺ μιὰ μέρα τ᾽ ἀφήνουν καὶ φωλιάζουν ἐκεῖ κουκουβάγιες· ζηλεύω αὐτοὺς ποὺ προνοοῦν νὰ βροῦν «οἰκοδομὴν ἐκ Θεοῦ…, οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Β΄ Κορ. 5,1).
Τὸ σῶμα, ὅταν ἀρρωσταίνῃ, φροντίζεις νὰ θεραπευθῇ· ζητᾷς γιατρό, παίρνεις φάρμακα, ἐφαρμόζεις δίαιτα, ὑποβάλλεσαι σὲ ἐγχειρήσεις, κάνεις τὰ πάντα. Γιὰ τὴν ἄρρωστη ψυχή σου –καὶ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς εἶνε ἡ ἁμαρτία–καθόλου δὲν νοιάζεσαι νὰ γίνῃ καλά;

* * *

Μέχρι τώρα, ἀγαπητοί μου, φροντίσαμε γιὰ ὅλα· γιὰ τὰ σπίτια μας, τὰ χωράφια μας, τὰ ζῷα μας, τὶς μηχανές μας… Και­ρὸς εἶνε νὰ φροντίσουμε καὶ γιὰ τὴν ψυχή μας. Εἶνε ὁ σπουδαιότερος θησαυρὸς ποὺ ἔχουμε.
Πῶς νὰ σᾶς παραστήσω τὴν ἀξία της; Φαν­ταστῆτε μία ζυγαριά. Κρεμάστε την ἀπὸ τὸ θόλο τοῦ οὐρανοῦ. Ἔπειτα στὸν ἕνα ζυγὸ μαζέψτε ὅλα τ᾽ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου· χρυσάφι, ἀ­σήμι, πολύτιμα μέταλλα, νομίσματα, κοσμήμα­τα… Καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τῆς ζυγαριᾶς τί νὰ βάλουμε; Νὰ βάλουμε μιὰ ψυχή· τὴν ψυ­χὴ ὄχι ἑνὸς βασιλιᾶ, ὄχι ἑνὸς πλουσίου, ὄχι ἑνὸς νέου· νὰ βάλουμε τὴν ψυχὴ τοῦ πιὸ ἀ­σήμου, φτωχοῦ, ἀσθενοῦς ἀνθρώπου. Τί βλέπουμε· ἡ ζυγαριὰ κλίνει πρὸς τὸ μέρος ποὺ εἶνε ἡ ψυχή. Τόσο μεγάλη εἶνε ἡ ἀξία της. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐ­ὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀν­τάλλα­γμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36-37).
Γι᾽ αὐ­τὸ ν᾽ ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐργαστοῦμε γιὰ τὸ θησαυρὸ τῆς ψυ­χῆς· αὐτὸς μόνο θὰ μείνῃ. Διαφο­ρετικά, θ᾽ ἀ­ποδειχθοῦμε ἀνόητοι, οἱ πιὸ ἀνό­ητοι ἄνθρωποι.
Ὑπόδειγμα σήμερα ἔχουμε τὴν Παναγία, τῆς ὁποίας τὴν ἱερὰ μνήμη ἑορτάζουμε. Ἐκείνη ἀγάπησε τὸν Κύριο, στόλισε τὴν ψυχή της, ἑτοιμάστηκε νὰ πάῃ κοντά του, καὶ τώρα μετέ­χει στὴν αἰώνια δόξα του. Πριγκίπισσες λησμονήθηκαν, ἀρχόντισσες ξεχάστηκαν, πλού­σιες ἔσβησαν· ἡ Παναγία μένει ἔνδοξη, βασίλισσα τοῦ κόσμου, κυρία τῶν ἀγγέλων.
Ἂς βαδίσουμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ δρόμο τῆς πίστε­ως καὶ τῆς ἀρετῆς, γιὰ νὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὴν Παναγία καὶ τὶς ψυχὲς τῶν δικαίων, ὑμνοῦν­τες καὶ δοξολογοῦντες ἡμέρα καὶ νύχτα τὴ δόξα τῆς ἁγίας Τριάδος εἰς αἰῶνας αἰώνων.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν Τρίτη 15-8-1939. Ἀνάγνωσις, στοιχειοθεσία, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα καὶ μικρὴ ἀναπλήρωσις 2-7-2021.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.