Αυγουστίνος Καντιώτης



Η ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ 2. Ελεγχος της γενεας μας

date Νοέ 24th, 2017 | filed Filed under: εορτολογιο

H AΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ

————

————-

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΙΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 8212

Τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης
25 Νοεμβρίου 2017

Ελεγχος της γενεας μας

Θὰ μιλήσουμε, ἀγαπητοί μου, γιὰ τὴν ἁγία Αἰ­κατερίνη, ποὺ ἑορτάζει σήμερα.

* * *

Ἡ ἁγία Αἰκατερίνη ἔζησε τὸν τρίτο αἰῶνα μετὰ Χριστόν. Γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια. Ὁ πατέρας της Κώνστας, ἐκπρόσωπος τοῦ αὐ­τοκράτορος, καὶ ἡ μητέρα της ἦταν εἰδωλο­λάτρες. Ἔτσι καὶ αὐτὴ ἦταν εἰδωλολάτρισσα. Ἀλλὰ εἶχε ἡ μικρὴ κόρη μεγάλη κλίσι στὰ γράμ­ματα. Σπούδασε ὅλες τὶς ἐπιστῆμες καὶ διάβασε τὰ συγγράμματα Ἑλλήνων καὶ Λατίνων. Σὲ ἡλικία δεκαοκτὼ ἐτῶν ἦταν ἡ πιὸ μορ­φωμένη κόρη τῆς Ἀλεξανδρείας.
Ἀλλὰ καὶ στὸ παράστημα ἦταν μιὰ ὄμορφη γυναίκα ὅλο χάρι. Μὲ τέτοια χαρίσματα, σωματικὰ καὶ διανοητικά, ἦταν περιζήτητη νύφη. Σπουδαῖοι νέοι τὴ ζήτησαν. Ἀλλὰ ἐκείνη ἔλεγε, ὅτι δὲν θέλει νὰ παντρευτῇ, παρ᾿ ὅλες τὶς πιέσεις τῶν δικῶν της.
Ἂν κάποιος θέλῃ νὰ παντρευτῇ, εἶνε ἁ­μαρτία νὰ τὸν ἐμποδίζουμε. Ἀλλ᾿ ἐὰν αὐτὸ εἶ­νε ἁμαρτία μιὰ φορά, ἑκατὸ φορὲς εἶνε ἁμαρτία νὰ ἐμποδίζουμε ἕναν ἄνθρωπο, ἄντρα ἢ γυναίκα, ποὺ θέλει νὰ δώσῃ τὴν καρδιά του στὸ Θεό. Ὁ γάμος εἶνε ἀσήμι, ἡ παρθενία εἶ­νε χρυσάφι. Διάλεξε καὶ πάρε. Ἐγώ, τόσα χρόνια ποὺ ὑπηρετῶ τὸν Κύριο, ποτέ μὰ ποτέ δὲν ἐμ­πόδισα ἄνθρωπο νὰ ἔρθῃ σὲ γάμο. Ἀλλὰ καὶ πάντοτε ὑποστήριξα γυναῖκες καὶ ἄντρες ποὺ θέλησαν νὰ ἀφοσιωθοῦν στὸ Θεὸ καὶ νὰ εἶνε ἱεραποστολικὰ καὶ μοναχικὰ πρόσωπα. Ἐλευθερία ἔδωσε ὁ Θεός· βία ἀπαγορεύεται, ἰδίως στὰ ζητήματα αὐτά.
Τὴν πίεζαν λοιπόν, κακῶς, τὴν ἁγία Αἰκατε­ρίνη. Ἐκείνη δὲν μισοῦσε τὸ γάμο, ἀλλὰ σὰν πνεῦμα ἀνώτερο ἤθελε νά ᾿νε ἀπερίσπαστη. Καὶ δὲν ὑπάρχει μόνο αὐτὸς ὁ γάμος, ὁ συνη­θισμένος. Ἄλλοι παντρεύονται τὴν πατρίδα, ἄλλοι τὴν ἐπιστήμη, ἄλλοι τὴ θρησκεία.
Ἡ ἁγία Αἰκατερίνη, γιὰ νὰ ξεφύγῃ ἀπὸ τὶς πι­­έσεις, μεταχειρίσθηκε ἕνα εὐφυὲς πρόσχη­μα. Γιατὶ ὁ Χριστιανὸς εἶνε ἔξυπνος· πρέπει νά ᾿χῃ τὴν ἐξυπνάδα ὄχι τοῦ κόσμου τούτου ἀλ­λὰ τοῦ Θεοῦ. Λέει λοιπὸν στοὺς γονεῖς της· –Ἀ­φοῦ πιέζετε τόσο, δέχομαι νὰ παντρευτῶ, ἀλ­λὰ ὑπὸ ἕναν ὅρο. –Ποιόν ὅρο, παιδί μου; – Ἂν βρεθῇ ἕνας νέος ποὺ νὰ εἶνε ἀνώτερος ἀ­πὸ ᾿μένα στὴν ὀμορφιά, στὰ πλούτη, στὴ γνῶ­σι καὶ ἐπιστήμη, θὰ τὸν πάρω.
Ἄρχισαν νὰ ψάχνουν· καὶ πολλοὶ παρουσι­άστηκαν. Ἄλλοι ἦταν πλούσιοι, ἀλλὰ ὄχι ὄ­μορ­φοι. Ἄλλοι ἦταν πλούσιοι καὶ ὄμορφοι, ἀλ­λὰ ὄχι μορφωμένοι. Σπάνιο πρᾶγμα καὶ πλοῦ­τος καὶ κάλλος καὶ μόρφωσι νὰ συναν­τῶνται σὲ ἕνα πρόσωπο. Ἔτσι δὲν μποροῦσε νὰ βρε­θῇ κανείς, καὶ οἱ γονεῖς ἦταν ἀπαρηγόρητοι.
Τὴν ἔστειλαν σὲ κάποιο φιλόσοφο ἀσκητή, ποὺ ζοῦσε σὲ μιὰ σπηλιὰ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀλεξάν­δρεια. Πῆγε καὶ τὸν συμβουλεύτηκε τί νὰ κάνῃ. Ἐκεῖνος τῆς εἶπε· –Κόρη μου, ἐγὼ ξέρω ἕνα νέο. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος σὰν αὐτὸν στὸν κόσμο. Ὄμορφος, πλούσιος, δυνατός, σοφὸς ὅ­σο κανείς ἄλλος. Ἡ Αἰκατερίνη ἐνθουσιάστη­κε. –Θὰ ἤθελα νὰ τὸν δῶ, εἶπε. Τῆς λέει ὁ ἀ­σκητής· –Θὰ κάνῃς ὅ,τι θὰ σοῦ πῶ; –Θὰ τὸ κά­νω. –Ἄκουσε λοιπόν (εἶπε ὁ ἀσκητὴς κ᾿ ἔβγαλε ἀπὸ τὸν κόρφο του μιὰ εἰκόνα τῆς Παναγί­ας μας μὲ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν). Πάρε αὐτὴ τὴν εἰκόνα, πήγαινε στὸ σπίτι σου, κλείσου στὸ δωμάτιό σου, καὶ προσευχήσου. Καὶ ἡ Παναγία θὰ σοῦ φανερώσῃ τί θὰ κάνῃς.
Πράγματι ἡ Αἰκατερίνη πῆρε τὴν εἰκόνα, κλείστηκε στὸ σπίτι, κ᾿ ἔκανε προσευχὴ πολλή, πέρα ἀπ᾿ τὰ μεσάνυχτα. Κουρασμένη τὴν πῆ­­ρε ὁ ὕπνος. Βλέπει τότε ὅραμα. Εἶδε τὴν Παν­­αγία νὰ λάμπῃ σὰν τὸ φεγγάρι καὶ τὸ Θεῖο βρέφος στὴν ἀγκάλη της νὰ λάμπῃ σὰν τὸν ἥλιο· ἀλλὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀποστρεφόταν νὰ μὴ δῇ τὴν Αἰκατερίνη. Λέει ἡ Παναγία·
–Παιδί μου, κοίταξε τὴν κόρη αὐτή. Ἦρθε ἀπὸ τόσο μακριά· ζητάει νὰ βρῇ κάποιον ποὺ νὰ τὴν ἀγαπάῃ καὶ νὰ ἀφοσιώνεται σ᾿ αὐτήν.
Τὸ Θεῖο βρέφος ἀπήντησε μὲ θυμό·
–Δὲν θέλω νὰ τὴν κοιτάξω.
–Γιατί, παιδί μου; Αὐτὴ εἶνε ἡ πιὸ ὡραία κόρη τῆς Ἀλεξανδρείας.
–Ὄχι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, εἶνε ἄσχημη (ἦταν ἀσχήμη, γιατὶ ἀκόμα δὲν εἶχε βαπτισθῆ).
Ἔφυγε κλαμένη ἡ Αἰκατερίνη. Πῆγε στὸν ἀ­σκητὴ καὶ τοῦ εἶπε τὸ ὅραμα.
–Καλά σοῦ εἶπε, λέει ἐκεῖνος. Γι᾿ αὐτό, ἂν θέ᾿ς νὰ ἀτενίσῃς τὸ Χριστό, νὰ πιστέψῃς σ᾿ αὐτὸν καὶ νὰ βαπτισθῇς.
Σὲ λίγες μέρες ἡ μεγάλη ἐκείνη προσωπικό­της τῆς Ἀλεξανδρείας βαπτίσθηκε καὶ ἔγινε πλέον Χριστιανή. Τότε εἶδε πάλι ὅραμα. Αὐ­τὴ τὴ φορὰ τὸ Θεῖο βρέφος τὴν κοίταξε καὶ ἦρθε ὁ παράδεισος στὴν καρδιά της. Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἡ Αἰκατερίνη ἀφωσιώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου στὸ Χριστό. Ἔγινε ἱεραπόστολος.
Τό ᾿μαθε ὁ βασιλιᾶς Μαξιμῖνος καὶ τὴν κάλε­σε σὲ διάλογο. Στὸ τέλος ἀναγκάστηκε νὰ πῇ· Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ τὰ βγάλω πέρα μαζί σου, ἀλλὰ θὰ καλέσω τοὺς σοφοὺς καὶ ἐπιστήμονες, μαθηματικοὺς καὶ φυσικοὺς καὶ ἀ­στρονόμους, γιὰ νὰ συζητήσῃς μαζί τους.
Τὴν ἄλλη μέρα, 150 σοφοὶ ἦ­ταν στὸ ἀνάκτο­ρο τοῦ Μαξιμίνου. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ μό­νη της ἡ ἁγία Αἰκατερίνη. Ἄρχισε ἡ συζήτησι καὶ διήρκεσε ὅλη τὴ μέρα. Τὰ ἐπιχειρήματα τῶν σοφῶν κατέρρευσαν. Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φώτισε τὴν ἁγία Αἰκατερίνη καὶ τοὺς ἀ­ποστόμωσε. Ὁ ἕνας κατόπιν τοῦ ἄλλου εἶ­παν· Συμφωνῶ μὲ τὴν Αἰκατερίνη, πιστεύω στὸ Θεὸ τῆς Αἰκατερίνης. Καὶ ὁ βασιλιᾶς; Ἐξαγρι­ώθηκε περισσότερο καὶ διέταξε, νὰ κόψουν μπροστά του τὰ κεφάλια τῶν σοφῶν. Ἔτσι οἱ ἑκατὸν πενήντα ἐκεῖνοι σοφοὶ ὡμολόγησαν τὸ Χριστὸ καὶ μαρτύρησαν.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Μαξιμῖνος ἔρριξε τὴν ἁ­γία Αἰκατερίνη στὴ φυλακή. Καὶ φυλακισμένη ὅμως εἶχε νέες νίκες. Ἐκεῖ ἔφερε στὴν πίστι πολλοὺς ποὺ ἦρθαν νὰ τὴν ἐπισκεφθοῦν. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν ἡ γυναίκα τοῦ Μαξιμίνου, ἡ βασίλισσα Φαυστίνα, καὶ ὁ σωματοφύλακάς της ἀξιωματικὸς Πορφύριος μαζὶ μὲ 200 στρατι­ῶτες του. Ὅλοι αὐτοί, ἀκούγοντας τὰ λόγια της, πίστεψαν στὸ Χριστό. Ἀλλὰ ὁ Μαξιμῖνος, μὲ σατανικὸ πεῖσμα, ὄχι μόνο ἔμεινε ἀμετάπει­στος, ἀλλὰ καὶ διέταξε νὰ ἀποκεφαλιστοῦν καὶ αὐτοὶ ὅλοι. Δὲν λυπήθηκε οὔτε τὴ γυναῖ­κα του! Ἑκατὸν πενήντα, σὺν διακόσοι, σὺν δύο· τριακόσες πενηνταδύο (352) ψυχὲς ἔ­πιασε στὰ δίχτυα τοῦ Χριστοῦ τὸ κήρυγμα τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης!
Μετὰ ἀπὸ λίγο ἔφθασε πλέον τὸ τέλος της. Δὲν σᾶς διηγοῦμαι τὶς λεπτομέρειες. Εἶνε μακρὰ ἡ σειρὰ τῶν βασανιστηρίων, ἀπ᾽ τὰ ὁποῖα φοβερώτερο εἶνε ὁ τροχός. Καὶ πέτρα ἀκόμα νά ᾿σαι, θὰ συγκινηθῇς ἂν διαβάσῃς τὸ τέλος τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἀφοῦ γονάτισε, ὕψωσε τὰ χέρια καὶ προσευχήθηκε γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Ἔπειτα ἔκλινε τὸ κεφάλι καὶ ἀποκεφαλίστηκε. Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχή, ποὺ σὰν λευκὸ περιστέρι πέταξε στοὺς οὐρανούς.
Τὸ ἱερὸ λείψανό της σῴζεται ἄφθορο. Ὅ­σοι δὲν πιστεύουν, ἂς πᾶνε νὰ τὸ δοῦν. Βρίσκεται στὸ ὄρος Σινά. Τὴ φωλιὰ αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ μέσα στοὺς αἰῶνας τὴν κρατᾶνε Ἕλληνες μοναχοί. Ἂς εὐχαριστήσουμε τὸ Θεὸ γι᾿ αὐτό. Ἴσως αὐτοὶ εἶνε οἱ τελευταῖοι μοναχοί· γιατὶ τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος δὲν πηγαίνουν πλέον νὰ γίνουν μοναχοὶ στὸ Σινὰ ἢ στὸ Ἅγιο Ὄρος· προτιμοῦν ἄλλες ἐπιδιώξεις…
Ὡς προσκυνηταὶ πηγαίνουν ἐκεῖ καὶ Ἰσρα­ηλῖτες, καὶ Αἰγύπτιοι, καὶ Βεδουΐνοι, καὶ Γερμανοί, καὶ Ῥῶσοι, γιὰ ν᾿ ἀσπασθοῦν τὰ ἱερὰ λείψανα τῆς ἁγίας, ποὺ ὁ Θεὸς τὴν στεφάνω­σε μὲ τρία στεφάνια· τῆς παρθενίας, τοῦ μαρτυρίου, καὶ τῆς σοφίας καὶ ἐπιστήμης.
Ἂν κοιτάξουμε τὴν εἰκόνα της, ἔχει δαχτυ­λίδι. Τί σημαίνει αὐτό; Στὸ δεύτερο ὅραμα, ποὺ εἶδε, ὁ Χριστὸς τῆς ἔδωσε δαχτυλίδι, ἔγιναν δηλαδὴ ἀρραβῶνες. Ἀρραβῶνες, ποὺ δι­αφέρουν ἀπὸ τοὺς ἀρραβῶνες τῆς γῆς. Τὴ στι­γμὴ ποὺ μιὰ κοπέλλα ἀφιερώνεται στὸ Θεό, ἀρραβωνιάζεται πλέον μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶνε «ὁ νυμφίος ὁ κάλλει ὡραῖος παρὰ πάντας ἀν­θρώπους» (ἀπόστιχα αἴνων Μ. Τρίτης).

* * *

Ἡ ἁγία Αἰκατερίνη, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἔ­λεγχος τῆς γενεᾶς μας. Ἔλεγχος πρῶτον τῶν γυναικῶν, διότι ἔχουν τὸ νοῦ τους μόνο στὸ σωματικὸ κάλλος καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸ ψυχικό. Εἶνε ἔλεγχος δεύτερον τῶν ἀνδρῶν, διότι ἀποδεικνύονται κατώτεροι ἀπὸ τὴ γυναῖκα. Καὶ τρίτον εἶνε ἔλεγχος ἡμῶν τῶν κληρι­κῶν, διότι δὲν φέρνουμε ψυχὲς κοντὰ στὸ Χριστὸ ὅπως ἐκείνη, ἀλλὰ μᾶλλον διώχνουμε.
Τελειώνω καὶ εὔχομαι, ἀπὸ μὲν τὶς γυναῖ­κες νὰ ξαναβγοῦν μανάδες ποὺ θ᾿ ἀναθρέψουν ἥρωες, ἀπὸ δὲ τοὺς ἄντρες νὰ βγοῦν μάρτυρες. Τὸ θαῦμα αὐτὸ τὸ ἐλπίζω ἀπὸ τὴ μάνα, ἀπὸ τὴ γυναῖκα· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη μεγάλη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος Πτολεμαΐδος τὴν Κυριακὴ 26-11-1978.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.