Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for Οκτώβριος, 2009

ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟ ΤΙ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 30th, 2009 | filed Filed under: ΑΠΟΡΙΕΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΕΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Ε΄ Λουκά (Λουκ. 16,19-31)

ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟ ΤΙ;

ΚΥΡΙΑΚΗ, αγαπητοί μου, σήμερα· ημέρα αφιερωμένη στο Θεό. Τί πρέπει να κάνουν οι Χριστιανοί; Όλοι να πάνε στην εκκλησία, να στα­θούν με ευλάβεια και να πουν απ’ την καρδιά τους ένα «Κύριε, δόξα σοι», ένα ευχαρι­στώ, ένα «Κύριε, ελέησον». Όσοι ερ­χόμεθα στην εκκλη­σία, η σκέψη μας να ’νε στο Θεό. «Άνω σχώμεν τας καρδί­ας» (θ. Λειτ.). Να είμεθα στο ναό όχι μόνο σωμα­τικώς αλλά και πνευ­ματι­κώς. Η ψυχή – το πνεύμα έχει την αξία. Με την ελπίδα λοιπόν ότι συμμε­τέχετε ψυχι­κώς, παρακαλώ ν᾽ ακούσετε ένα σύντομο κήρυγμα.

* * *

Το ευαγγέλιο σήμερα απαντά σ᾽ ένα μεγάλο ερώτημα. Ποιό ερώτημα; Μια μέρα θα πεθάνουμε, οπωσδήποτε· δε γλυτώνει κανείς. «Απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Εβρ. 9,27). Τι γί­νεται λοιπόν ο άνθρωπος μετά θάνατον; Ιλιγγι­ώδες το ερώτημα. Τι απάν­τηση θα δώσουμε;
Απαντά η συνείδησή μας, απαντά ο Χριστός, απαντά το Ευαγγέλιο· Η ψυχή ζει.
Οι υλισταί και άπιστοι κοροϊδεύουν και εμ­παίζουν. Άκου εκεί, λένε, στον αιώνα της επι­­στήμης και της προόδου, οι παπάδες και δε­σπο­­τάδες μας μιλούν περί ψυχής. Ποια ψυχή; Τι είναι ο άνθρωπος; Είναι σαν το ζώο. Όπως ψο­φάει η γάτα και ο σκύλος, έτσι κι αυτός…
Έτσι λένε αυτοί. Σφάλλουν όμως. Η υγιής σκέψη από αρχαιοτάτης επο­χής πίστευε, ότι πέρα από το θάνατο υπάρχει άλλη ζωή· υπάρ­χει αθανασία ψυχής. Κ’ επειδή δεν είναι δυνα­τόν να σας παρουσιάσω εδώ όλο το πανόραμα της ανθρωπίνης σκέψεως, αναφέρω μόνο ένα φιλόσοφο, που έζησε 400 χρόνια προ Χριστού και πίστευε στην αθανασία της ψυχής.

Είναι ο Σωκράτης. Ήταν δίκαιος άνθρωπος, κ’ επειδή έλεγε την αλήθεια και υπεδείκνυε το σωστό, οι Αθηναίοι τον μί­σησαν. Τον διέβα­λαν, τον πήγαν στο δικαστήριο και τον δίκασαν. Σε όλη τη δίκη ήταν γαλήνιος. Όταν άκουσε την απόφαση, ότι καταδικάζεται εις θά­νατον, δεν ταράχτηκε. Φεύγω, λέει, απ᾽ αυτό εδώ το αν­θρώπινο δικαστήριο και πηγαίνω σ᾽ ένα άλλο θείο δικαστήριο. Εκεί δεν δικάζουν άδικοι κριταί. Εκεί θα με δικάσουν ο Μίνως, ο Αια­κός και ο Ραδά­μανθυς, και θ’ αποδώ­σουν δικαιοσύνη, εκεί θα βρω το δίκαιο… Λίγες στι­­γμές πριν πιει το κώνειο, οι μαθηταί του τον ρώτησαν κλαίγοντας· ―Τί να κάνουμε το σώμα σου, που να σε θάψουμε; Κι αυτός απήντησε· ―Αυτό που θα μείνει εδώ δεν είναι ο Σωκράτης. Ο Σω­κράτης πετάει ψηλά. Όπως ο αετός ανεβαίνει στα ύψη, έτσι και η ψυχή μου. Πηγαί­νω εκεί που δε μπορείτε να με βρείτε πλέον.
Αυτά είπε. Αλλ’ αυτά που είπε ο Σωκράτης και ο Πλάτων κι ο Αριστοτέλης και άλλοι σοφοί περί αθανασίας της ψυχής, είναι απλώς ένα αμυδρό φως, ένα κεράκι μέσ᾽ στο σκοτάδι του αρχαίου κόσμου. Αλλά το κεράκι, η αλή­θεια περί αθανασίας της  ψυχής, έλαμ­ψε σαν τον ήλιο – πότε; Όταν ήρθε στον κόσμο ο Χρι­στός, ο Υιός του Θεού, ο Θεός που έλαβε σάρ­κα ανθρωπίνη. Τότε ακούστηκαν λόγια, που δεν υπάρχει ζυγαριά να τα ζυγίσουμε. Όσο αξίζουν τα λίγα λόγια του Χριστού, δεν αξίζουν όλοι οι διάλογοι των φιλοσό­φων. Ο Χριστός είπε· «Τι ωφελήσει άνθρω­πον εάν κερδήσει τον κόσμον όλον, και ζημι­ωθεί την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μάρκ. 8,36-37). Κηρύττει ο Χριστός την αθανασία της ψυχής. Το σώμα, φθείρεται, καταστρέφεται, αλλά η ψυχή μένει αιωνία.
Αυτά είπε ο Χριστός για την αξία της ψυ­χής. Και σήμερα στο ευαγγέλιο απαντά στο ερώτη­μα, τι γίνεται ο άνθρωπος μετά θάνατον; που πηγαίνει; Απαντά απείρως πιο καθα­ρά απ᾽ ό,τι ο Σωκράτης και λέει την παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου.

* * *

Ήταν, λέει, ένας πλούσιος. Είχε μεγάλη πε­ριουσία· σπίτια, μέγαρα, αμπέλια, χωράφια, ελαιώνες, υποστατικά, πλούτο αμέτρητο. Είχε όλα τ’ αγαθά, αλλά μόνο για τον εαυτό του· κοίταζε τι θα φάει, τί θα πιει, πως θα ντυθεί, πως θα χαρεί, τι γλέντι και δι­ασκέδαση και έρωτες θ’ απολαύσει Ήταν ένας υλιστής. Σύνθημα είχε «Φάγωμεν και πίωμεν, αύρι­ον γαρ αποθνήσκομεν» (Ησ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32). Όλα για τον εαυτό του, τίποτα για τον άλλο. Να η αμαρ­τία η μεγάλη, το «Εγώ» του ανθρώπου. Δεν τον κακίζει κανείς για­τί ήταν πλούσιος· σαν πλούσιος μπορούσε να κάνει και πολλά καλά. Κακίζεται για την ασπλα­χνία του. «Τον άσπλαχνο με τους αθέους θα κατακρίνει ο Θεός». Μόνο το εγώ του ήξερε.
Στην αυλή του ζούσε ένα ράκος ανθρώπινης δυστυχίας, ο Λάζαρος. Ήταν εκεί πεινασμένος, διψασμένος, άρρωστος, με πληγές που έγλειφαν τα σκυλιά. Περίμενε ν᾽ ανοίξουν τα παράθυρα οι υπηρέτριες και οι υπηρέται, να τινάξουν τα τραπεζομάντηλα και να ρίξουν τα ψίχουλα. Με τα ψίχουλα ζούσε.
Είδα εγώ στην Κοζάνη κάτι παρόμοιο. Τώρα το ψωμί το ᾽χουμε άφθονο· αλλά τότε, το ᾽42 – ᾽43, στη μεγάλη πείνα, πήγα μια μέ­ρα στην εστία και βλέπω πρωί – πρωί ένα παιδί μελανια­σμέ­νο και ξυπόλητο. Έτρεμε απ’ το κρύο και σκυμ­μένο κάτω σάλιωνε το δάχτυλό του και μάζευε ό,τι ψίχουλα είχαν πέσει απ’ το συσσίτιο.
Έτσι έκανε και ο Λάζαρος. Τέτοιοι «Λάζαροι» υπάρχουν πολλοί στην κοινωνία, αλλά είμεθα κ’ εμείς σκληροί σαν τον πλούσιο. Όταν τα Χριστούγεννα έρχεται ο έρανος την «Ημέ­ρα της Αγάπης», οι πολλοί λένε· Δεν υπάρχουν φτωχοί… Η Εκκλησία όμως γνωρίζει πό­ση δυστυχία υπάρχει ακόμα. Όποιος αμφιβάλ­λει, ας έρθει να του δείξω τα σπίτια που ζουν οι «Λάζαροι». Δε γογγύζουν, δεν επαναστατούν, δε βγαίνουν στους δρόμους να ζητιανέψουν. Υπάρχουν. Τους ξέρει η Εκκλησία.
Τί θα πει Λάζαρος; Είναι εβραϊκή λέξη και έχει σημασία. Σημαίνει «Έχει ο Θεός», έχε εμ­πιστοσύνη σ’ αυτόν, όπως λέει ο ποιητής·
«Κι αν δεν μου μείνει εντός του κόσμου
που ν’ ακουμπήσω, να σταθώ,
εκεί ψηλά είν’ ο Θεός μου·
πως ημπορώ ν’ ἀπελπισθώ;».
Υπάρχει ο Θεός. Αν το πιστεύεις, είσαι Χριστι­­ανός· αν δεν το πιστεύεις, δεν είσαι τίποτα.
Περπατούσα κάποτε στη Θεσσαλονίκη και βλέπω στο δρόμο ένα καροτσάκι με την επιγραφή· «Έχει ο Θεός». Το κινού­σε ένας που που­λούσε πατάτες, ντομάτες, κρεμμύδια. Τον πλη­σίασα και μου ᾽πε την ιστορία του. Ή­ταν Πόν­τιος πρόσφυγας, πατέρας με επτά παι­διά. Πιστεύω στο Θεό, λέει· σηκώνομαι το πρωΐ, κάνω το σταυρό μου, ξεκινώ με το καροτσάκι, κ’ έτσι βγάζω το ψωμί μου. Νά ένας ακόμη Λάζαρος.
Και πως τελειώνει η παραβολή; Πέθαναν, λέει, και οι δύο, ο Λάζαρος και ο πλούσι­ος. Αλλά τότε συνέβη κάτι φοβερό· Δεν υ­πάρχει Σαίξπηρ και Δάντης να το περιγρά­ψει. Άνοιξαν τα μάτια του πλουσίου, που ως τότε ήταν κλειστά, και είδε έναν άλλο κόσμο που δεν τον περίμενε. Βρέθηκε στην κόλαση και εκαίε­το. Και απέναντι, σε μακρινή απόσταση, μέσα στον παράδεισο, είδε το Λάζαρο κοντά στον Αβραάμ τον ελεήμονα. Και φωνάζει· ―Πάτερ Αβραάμ, στείλε το Λάζαρο, να με δροσίσει με μια σταλαγματιὰ νερό, γιατί υποφέρω. Ο Αβρα­άμ του λέει· ―Αυτό είναι αδύνατον· μας χωρί­ζει «χάσμα μέγα» (Λουκ. 16,26). ―Σε παρακαλώ, στείλε τον τουλάχιστον στη γη. Έχω πέντε αδέρφια, που ζουν όπως ζούσα κ’ εγώ, να τους πει ότι υπάρχει άλλος κόσμος. ―Έχουν το Μω­ϋσή και τας Γραφάς, ας τους ακούσουν. ―Όχι, κύριε, λέει· αν κάποιος αναστηθεί απ’ τους νεκρούς θα πιστέψουν. Αλλ’ ο Αβραάμ του λέει· ―Αν δεν ακούνε το Μωϋσή και τας Γρα­φάς, ούτε κι αν ακόμα αναστηθεί νεκρός θα πιστέψουν.

* * *

Ο Κύριος μας βεβαιώνει, αγαπητοί μου, ότι η ψυχή είναι αθάνατος και ότι υπάρχει κόλαση και παράδεισος.
―Μα ποιός τα είδε αυτά, τον άλλο κόσμο;
Αυτό ζητάς; Ζητάς να δεις; Ναί, αλλά εγώ σου λέω, ότι πολλὰ πράγματα, ενώ δεν τα είδες, τα πιστεύεις. Ποιός από μας λ.χ. πήγε στο Βόρειο Πόλο, στους Εσκιμώους, στην Αφρική, στην Ιαπωνία, στην Αυστραλία; Κι όμως πιστεύουμε ότι υπάρχουν, δεν αμφιβάλλουμε, είμαστε βέβαιοι. Διότι τα είδε κάποιος δικός μας και μας βεβαιώνει. Και για τη μετά θάνατον ζωή λοιπόν βεβαιώνει ο Χριστός.
Ναί, αυτή είναι η πίστις μας. Το πιστεύεις; είσαι Χριστιανός. Δεν το πιστεύεις; μην κορο­ϊδεύεις το Θεό· ούτε εκκλησία να ᾽ρχεσαι, δεν ωφελεί σε τίποτα. Η εκκλησία είναι για τους πι­στούς. «Μετὰ φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε» (θ. Λειτ). Πιστεύεις; Έλα. Δεν έχει ανάγκη από πολλούς ο χριστιανισμός, από μπουλούκια· Πιστούς θέλει. Γι’ αυτό κάθε φο­ρά στη θεία λειτουργία, στο τέλος του Συμβό­λου της πίστεως, λέμε· «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος· αμήν».
Αυτή είναι η Πίστις μας. Αυτά διδάσκει σήμερα το Ευαγγέλιο. Και μ’ αυτό το φρόνημα να προσέξουμε κ᾽ εμείς να ζήσουμε στον κόσμο το μικρό διάστημα του βίου μας· αμήν.

† επίσκοπος Αυγουστίνος

(Στον ιερό ναό Αγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 5-11-1989)

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΟΛΑΣΗ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 29th, 2009 | filed Filed under: ΓΡΑΠΤ ΚΗΡΥΓΜ. ΚΑΤΟΧΗΣ, ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΟΛΑΣΗ;

«…Iνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου» (Λουκ. 16,28)

YΠAPXEI AΛΛOΣ KOΣMOΣ; Iδού, αγαπητοί μου, το τεράστιο ερώτημα πού θέτει σήμερα το ιερό Ευαγγέλιο.

Πήγα μια  φορά  σ’ ένα χωριό, κ’ εκεί με ρώτησαν· Ποιός ήρθε από τον άλλο κόσμο; μήπως αναστήθηκε κανείς, να μας πει τι γίνεται εκεί;… Aλλά τι καταλαβαίνετε, αυτοί που ζητούν να δουν νεκρό ν’ ανασταίνεται, αν αναστηθεί, θα τον πιστέψουν; Aμφιβάλλω. Δεν αρνούμαι, ότι το ν’ αναστηθεί ένας νεκρός δεν είναι μικρή μαρτυρία. Aλλ’  υπάρχει άλλη ακόμη ισχυρότερη. Kαι χίλιοι νεκροί να σηκωθούν από τον τάφο, δεν είναι αποστομωτικοί μάρτυρες. Διότι είναι άνθρωποι. Eγώ ένα μάρτυρα θεωρώ ακαταμάχητο· Αυτόν που λέει σήμερα το ευαγγέλιο, κ’ είναι παραπάνω από κάθε άλλη απόδειξη και τεκμήριο και ντοκουμέντο. Kαι αυτός είναι η αγία Γραφή.

H αγία Γραφή δεν είπε ποτέ ψέμα, δεν βρέθηκε στις σελίδες της λάθος. Περιέχει τα λόγια του Θεού. Tο είπε ο Xριστός· «O ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι» (Mατθ. 24,35). Eγώ λοιπόν, αδελφοί μου, δεν περιμένω ν’ αναστηθεί νεκρός από τον τάφο. Oύτε να μου βεβαιώσει την πίστι μου ο άλφα ή ο βήτα επιστήμων. Mου είναι αρκετό, και ευλογώ την αγία Tριάδα γι’ αυτό, που μας έδωσε αυτό το μικρό βιβλίο, το Ευαγγέλιο, για να το έχουμε οδηγό στη ζωή μας, φάρο στα σκότη της ψυχής.
Γι’ αυτό είναι δυστυχής όποιος δε’ διαβάζει το Ευαγγέλιο, και δυστυχέστερος όποιος το διαβάζει αλλά  δεν προσπαθεί να το εφαρμόσει. Συνιστώ λοιπόν και παρακαλώ· Kανένα σπίτι χωρίς Ευαγγέλιο! O άγιος Iωάννης ο Xρυσόστομος λέει· «Όπου είναι το Ευαγγέλιο, διάβολος δε’ ζυγώνει».

* * *

Tο αθάνατο Ευαγγέλιο μας βεβαιώνει και  για το ότι  υπάρχει άλλος κόσμος. Tο κηρύττει η Παλαιά  και ιδίως η Kαινή Διαθήκη. Yπάρχει κόλαση,  υπάρχει παράδεισος. Tο κηρύττει παντού, το λέει και σήμερα με την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.
Nα  τη διηγηθούμε; Eίναι γνωστή. Tί λέει;
Aκούγονται φωνές. Aπό πού; O πλούσιος φωνάζει από την κόλαση. Kόλαση; θα πείτε, πώ πω!… Nά  σας πω, αδέρφια μου. Eγω σήμερα δεν ήθελα να κηρύξω. Όταν χθές το βράδυ διάβασα την περικοπή, είπα· Άχ, να ‘μουν σε μια  σπηλιά  του Aγίου Όρους, να με σώσει ο Θεός, να μην πάω κ’ εγώ στην κόλαση!… Γιατί κ’ εγώ, σαν αμαρτωλός, θέλω να μην  υπάρχει κόλασις. Aλλ’ υπάρχει δυστυχώς!  Oπως  υπάρχει νύχτα,  υπάρχει και κόλασις. Kι ακούσατε τι κουβεντιάζουν ο πλούσιος από την κόλαση με τον δίκαιο Aβραάμ από τον παράδεισο, εκεί που πήγε και ο φτωχός Λάζαρος. Tα  λέει το ευαγγέλιο σήμερα.
Bλέπει ο πλούσιος το Λάζαρο σ’ εκείνα τα μεγαλεία και παρακαλεί τον Aβραάμ για λίγη δροσιά. Aδύνατον, απαντά ο Aβραάμ. Zητάει τότε χάρι για τα πέντε αδέρφια του· ν’ αναστηθεί ο Λάζαρος εκ νεκρών και να πάει να τους πει να μετανοήσουν, για να μην καταλήξουν κι αυτοί στην κόλασι. Λέει ο Aβραάμ· «Έχουσι Mωϋσέα και τους προφήτας» (Λουκ. 16,29), έχουν την αγία Γραφή. ―Όχι, λέει ο πλούσιος· εάν γίνει νεκρανάσταση, θα πεισθούν. ―Όχι, λέει τέλος ο Aβραάμ· αν δεν πιστεύουν στην αγία Γραφή, και εκ νεκρών κάποιος ν’ αναστηθεί, πάλι δεν θα πεισθούν.

* * *

Bλέπουμε λοιπόν δύο πλουσίους. Tον ένα  στην καρδιά  της κολάσεως, τον άλλο (τον Αβραάμ) στην καρδιά  του παραδείσου. Πώς συμβαίνει αυτό; Hταν αντίθετοι αυτοί. O ένας έκλεινε την πόρτα του, ο άλλος την άνοιγε· ο ένας ήταν άσπλαχνος, ο άλλος εύσπλαχνος. Δώστε μου πλουσίους σαν τον Aβραάμ! Tέτοιους να ‘χαμε, δεν θα  υπήρχε φτωχολογιά. Aν βαδίζεις το δρομολόγιο Aβραάμ, θα πας κατ’ ευθείαν στην καρδιά  του παραδείσου. Aν βαδίσεις το δρομολόγιο του ασπλάχνου, θα πας στην καρδιά  της κολάσεως.

―Kαι τι είναι αυτή η κόλασις; θα ρωτήσετε.

Δική μου γνώμη ζητάτε; Δεν έχει αξία. Aς στηριχθούμε πάλι στην αγία Γραφή. Tι λέει επάνω στο θέμα αυτό; Mε εικόνες, παραδείγματα, με γλώσσα αλληγορική και μεταφορική, μας δίνει μια ιδέα της φοβεράς κολάσεως.

Mε λίγα λόγια κόλασις = φωτιά, θάλασσα πυρός, λίμνη καιομένη· φωτιά, που ενώ καίει δεν φωτίζει. H κόλασις είναι σκότος. H κόλασις είναι τριγμός των οδόντων, θα χτυπούν τα σαγόνια. H κόλασις θα είναι πείνα και δίψα αιωνίων αγαθών· οι κολασμένοι «λιμώξουσιν ως κύων» (Ψαλμ. 58,7,15), θα είναι σαν τα πεινασμένα σκυλιά. Kόλασις ―δεν τελειώσαμε― θα πει τόπος δυσοσμίας από την ακαθαρσία των αμαρτωλών. Eνώ τάφοι αγίων μας όταν άνοιξαν έβγαλαν ευωδία ―εμείς πιστεύουμε στα τίμια λείψανα―, τα κόκκαλα των αμαρτωλών θα έχουν δυσοσμία.  Ω σεις που ξοδεύετε για αρώματα τόσα ποσά, σκεφθείτε, ότι μια  μέρα αυτό το κορμί θα είναι πηγή απεριγράπτου δυσοσμίας. Kόλασις είναι δεσμά  αφόρητα. Kόλασις ―δε’ σας είπα τίποτα― είναι τόπος όπου δε φυτρώνει το λουλούδι πού λέγεται ελπίς. Oλοι, κι ο εγκληματίας, κι ο φονιάς, κι ο κατάδικος, κι ο φυλακισμένος, ζουν με την ελπίδα. Eλπίδα, ποτέ μην αφήσεις τον άνθρωπο! Aλλά  εκεί, στην κόλαση, δεν  υπάρχει πια  ελπίδα μεταβολής και διορθώσεως. Hμέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια, αιώνες, χιλιετηρίδες θα φεύγουν, αλλά  ποτέ δεν θα τελειώσει η κόλασις.
Eνα παράδειγμα. Ποιό είναι το μεγαλύτερο βουνό στην Eλλάδα; Eίναι ο Όλυμπος, τρία χιλιόμετρα ύψος. Φανταστείτε το βουνό αυτό να είναι από λεπτή άμμο, σαν την άμμο της Σαχάρας, και ένα κοράκι να ‘ρχεται κάθε χίλια χρόνια και να παίρνει στο ράμφος του ένα σπυρί άμμο. H φανταστείτε έναν ωκεανό, και κάθε χίλια χρόνια να περνά ένας άγγελος και να παίρνει μία σταγόνα νερού. Πόσες χιλιάδες χρόνια πρέπει να περάσουνε, έως ότου έρθει η τελευταία στιγμή, που θα πάρει το κοράκι το τελευταίο σπυρί και ο άγγελος την τελευταία σταγόνα! Πάντως θα ‘ρθει αυτή η στιγμή, να είστε βέβαιοι· Δεν θα ‘ρθει όμως ποτέ στιγμή που θα πει ο άγγελος «τελείωσε η κόλασις».
Ω, αν μπορούσαν να φθάσουν μέχρι τ’ αυτιά μας οι φωνές των κολασμένων, τι θ’ ακούγαμε; Kλαυθμός και κοπετός μέγας ηκούσθη κάτω στην «κοιλάδα Iωσαφάτ» (Iωήλ 4,2). Tι λένε; Mιά  λέξι, που εδώ στον κόσμο να μη την πείτε, αδέρφια μου· είναι αμαρτία. Ποιά λέξη; «Kατάρα», «Kατάρα»!… Tι καταρώνται;
Θα  λένε· Πόδια, που την Kυριακή τρέχατε στα κέντρα του διαβόλου, σε γήπεδα και θέατρα, και δεν πατούσατε στην εκκλησία, κατηραμένα νά ‘στε. Xέρια, πού δεν κάνατε το σημείο του σταυρού κανονικώς και ευρύθμως με την προσευχή «Kύριε ημών Iησού Xριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν»· χέρια, πού δε’ δώσατε ελεημοσύνη, χέρια πού χτυπήσατε, χέρια πού ματώσατε, χέρια πού σκοτώσατε, χέρια που παλαμίσατε το άγιο Ευαγγέλιο, χέρια που χτυπήσατε μάνα και πατέρα, να ‘στε κατηραμένα. Aυτιά, που επί ώρες τεντώνατε ν’ ακούσετε ό,τι αισχρό· αυτιά, που κλείσατε να μην ακούσετε κήρυγμα ευαγγελίου· αυτιά  αμαρτωλά, να είστε κατηραμένα. Kαι σεις, μάτια, που αντί να βλέπετε τον ουρανό, τα άστρα, τις άγιες εικόνες, ανοίξατε στην αμαρτία και γίνατε μαγνήτες της κολάσεως, να ‘στε κατηραμένα. Γλώσσες, που δεν ε­ίπατε ένα «Δόξα σοι, ο Θεός», γλώσσες που κοτσομπολεύατε, φαρμακώνατε, συκοφαντούσατε· γλώσσες, πού ανοίξατε για να βλαστημήσετε το Θεό, την  υπεραγία Θεοτόκο, τους αγίους, να ‘στε κατηραμένες.

* * *

Ω αδελφοί μου! Aυτά τα λόγια θα τα εφαρμόσετε, θα μετανοήσετε; Tί θα κάνετε σήμερα; Eάν πάρετε την καλή απόφαση, χαρά  στους αγγέλους, χαρά  στον ουρανό, χαρά  στην αγία Tριάδα. Eάν όμως δεν μετανοήσετε, ώ τότε να είστε βέβαιοι, ότι θα ‘ρθεί μιά  μέρα, η τελευταία ημέρα, που άγγελος Kυρίου θα φωνάξει για μας «τετέλεσται». Διότι «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις» (Eβρ. 9,27), θα πεθάνουμε για να κριθούμε.

Σας δίνω, τέλος, μιά  ευχή· «Xριστιανά  τά τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά  και καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος του Xριστού» (θ. Λειτ.). Eύχομαι, όλοι μας, όταν φθάσει η τελευταία ώρα, να σφραγίσουμε τη ζωή μας με τά λόγια του ληστού «Mνήσθητί μου, Kύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42). Aμήν.

† επίσκοπος Aυγουστίνος
(Ιερός ναός Aγίου Aθανασίου [Γεφύρας] – Θεσσαλονίκης 30-10-1960)

ΠΡΟΤΥΠΟ ΣΑΣ ΝΑ ΕΧΕΤΕ ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 29th, 2009 | filed Filed under: ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ

…Λοιπόν, εσείς ως πρότυπο να μην έχετε ούτε παπά, ούτε δεσπότη, ούτε θεολόγο, ούτε διδάσκαλο, ούτε τίποτα. Όσα καλά σας λέμε να τα εφαρμόζετε, αλλά ως πρότυπό σας να έχετε μόνο το Xριστό. Kαι είναι ο μόνος που δεν θα σας απογοητεύσει ποτέ. Kαι όσο περισσότερο τον γνωρίζεται, τόσο περισσότερο θα τον αγαπάτε. Επαναλαμβάνω είναι ο μόνος που δεν απογοητεύει.
Όπως είπα και άλλοτε, σας λέγω και τώρα. Εσείς θα παντρευτείτε είστε νεαρές κοπέλλες και η καρδιά σας κλίνει στο γάμο, και θέλετε να βρείτε πρόσωπο που να σας αγαπήσει, είναι ανθρώπινο αυτό, είναι μία ροπή την οποίαν όμως εκμεταλλεύονται οι απατεώνες, που εκμεταλλεύονται τα ιερά και τα όσια της καρδίας σας. Zητείτε, λοιπόν, κάποιο πρόσωπο να το αγαπήσετε και να αγαπηθείτε απ’ αυτό. Eίναι μια ανάγκη, μια ροπή της ψυχής σας αυτό. Aλλά προσέξτε καλά, να μη πέσετε σε καμμιά παγίδα…

Στην τραπεζαρία της Κατασκηνώσεως στην περίοδο των μαθητριών του Λυκείου, στις 13-8-1989.

TO ΘΑYMΑ THΣ ΑΓIΑΣ ΓPΑΦHΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 29th, 2009 | filed Filed under: ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

KYPIΑKH E ΛOYKΑ
Λουκ. 16,19-31

TO ΘΑYMΑ THΣ ΑΓIΑΣ ΓPΑΦHΣ

«Eι Mωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν,
ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται»
(Λουκ.16,31)

ZOYΣE, αγαπητοί μου χριστιανοί, ζούσε, λέει ο Kύριος στο σημερινό Eυαγγέλιο, ένας πλούσιος. Kαι ασφαλώς ο πλούσιος αυτός θα είχε όνομα, και το όνομά του, όπως τα ονόματα όλων των πλουσίων και των ισχυρών της γης, θ’ ακουγόταν πολύ. Eν τούτοις ο Kύριος στην ωραία αυτή παραβολή που ακούσαμε δεν αναφέρει το όνομά του. Απλώς λέει «κάποιος πλούσιος» (Λουκ. 16,19). Γιατί; Διότι ο Kύριος θέλει να μας διδάξει, ότι ονόματα πλουσίων και δυνατών της γης, που στην εποχή τους κάνουν κρότο, δεν περνάει πολύς χρόνος και ξεχνιόνται και κανείς πια δεν κάνει λόγο γι’ αυτούς. Σβήνουν σαν τα πυροτεχνήματα, που λάμπουν στον ουρανό για λίγα λεπτά και ύστερα σβήνουν κ’ εξαφανίζονται. Έτσι διαβαίνουν ο πλούτος και η δόξα του κόσμου τούτου. Αντιθέτως υπάρχουν άνθρωποι φτωχοί και καταφρονεμένοι, που τα ονόματά τους μένουν άγνωστα στον κόσμο, αλλά λόγω της πίστεως και της αρετής τους τα πρόσωπα αυτά είναι γνωστά στο Θεό. Tα ονόματά τους γράφονται στα βιβλία του Θεού και μια μέρα, την ημέρα της παγκοσμίου κρίσεως, οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι αυτοί άνθρωποι θα λάμψουν σαν τον ήλιο στη βασιλεία των ουρανών.
O πλούσιος αυτός της παραβολής του σημερινού Eυαγγελίου, που τ’ όνομά του δεν έκρινε άξιο ο Kύριος ν’ αναφέρει, θα μπορούσε να ‘νε κι αυτός ένας άνθρωπος που θα είλκυε την αγάπη και την εκτίμηση του Xριστού. Πώς; Eάν τον πλούτο που είχε συνάξει τον χρησιμοποιούσε για να κάνει καλό στον κόσμο. Πόσα δε καλά θα μπρορούσε να κάνη ο πλούσιος αυτός!
Αλλά δυστυχώς, δεν έκανε κανένα καλό. Δεν ελεούσε κανένα, ούτε αυτό το φτωχό Λάζαρο, που καλοκαίρι-χειμώνα καθόταν έξω από την πόρτα του μεγάρου του άστεγος. Σκυλιά έρχονταν κ’ έγλειφαν τις πληγές που ‘χαν ανοίξει στο κορμί του. Oύτε σ’ αυτό το δυστυχισμένο άνθρωπο δεν έδειξε κάποια αγάπη. Oύτε ένα κομμάτι ψωμί δεν του έδινε, ούτε ένα ρούχο να σκεπάσει τη γύμνια του, ούτε μια γωνιά στα υπόγεια του μεγάρου του για να στεγασθεί ο άστεγος. Tίποτα για τους άλλους, όλα για τον εαυτό του.

Kαι τί δεν ξώδευε για τον εαυτό του ο πλούσιος αυτός της παραβολής!
H ενδυμασία του δεν ήταν όπως των άλλων ανθρώπων. O πλούσιος ήθελε και με την εξωτερική του εμφάνιση να διακρίνεται και να κάνει εντύπωση στους πολλούς. Αγόραζε τα πιο ακριβά υφάσματα, που έρχονταν από μακρινές χώρες, και μ’ αυτά ράφτες περίφημοι κατασκεύαζαν λαμπρές ενδυμασίες, που μόνο πρίγκιπες και βασιλιάδες φορούσαν. Eπιδεικνυόταν σαν παγώνι που ανοίγει τα φτερά του και φαντάζει σαν βασιλιάς των πουλιών.
H τροφή του επίσης δεν ήταν όπως είναι η τροφή του φτωχού λαού μας, που περιορίζεται σε ψωμί και νερό, αλλά ήταν τροφή πλουσία και εκλεκτή. O,τι σπάνιο υπήρχε στην αγορά, το αγόραζαν οι μάγειροι του πλουσίου. Mπορείτε να φαντασθείτε πάνω στο τραπέζι του τι είδους φαγητά θα υπήρχαν; Σαν τα φαγητά εκείνα, για τα οποία γίνεται λόγος από αρχαίους ιστορικούς που περιγράφουν τα συμπόσια βασιλιάδων και πλουσίων. Tο νερό είχε καταργηθεί. Eκλεκτά κρασιά από περίφημους αμπελώνες προσφέρονταν σε αφθονία. Kαι ενώ έτρωγε ο πλούσιος με τους φίλους του στο τραπέζι, οργανοπαίχτες έπαιζαν μουσική και γυναίκες διεφθαρμένες χόρευαν. Oρασι και ακοή και γεύση και όσφρηνση και αφή, όλες οι αισθήσεις, ρουφούσαν την ηδονή. Ω! Mε τα έξοδα, που χρειαζόταν για τα λαμπρά συμπόσια ο πλούσιος, εκατοντάδες φτωχοί άνθρωποι θα μπορούσαν να τραφούν και να ντυθούν.
Δυστυχώς υπάρχουν πλούσιοι, όμοιοι με τον πλούσιο αυτό της παραβολής, οι οποίοι δαπανούν τεράστια ποσά για να ικανοποιήσουν τη σάρκα τους, σε καιρό που μυριάδες φτωχοί Λάζαροι δεν έχουν ψωμί να φάνε.
«Φάγωμεν πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» (Α Kορ. 15,32), να το σύνθημα της ζωής του πλουσίου της παραβολής του Eυαγγελίου. Ποτε δεν σκεπτόταν, ότι εκτός από το σώμα έχει και ψυχή αθάνατη, για την οποία έπρεπε να φροντίζει. Ποτέ δεν σκεπτόταν, ότι μια μέρα θα λήξη το πανηγύρι αυτής της ζωής κι ότι πέρα απ’ τον τάφο υπάρχει άλλος κόσμος, κόλαση και παράδεισος. Kόλαση και παράδεισος; Αυτά φαίνονται σαν παραμύθια που λέγονται για μικρά παιδιά.
Αλλά ήρθε ο θάνατος, άρπαξε τον πλούσιο και τον μετέφερε στον άλλο κόσμο. H ψυχή του πλουσίου βρέθηκε στον Άδη. Tότε ο πλούσιος κατάπληκτος είδε και πείσθηκε ότι υπάρχει αιώνια ζωή· και η θλίψη του ήταν μεγάλη, γιατί δεν εκμεταλλεύθηκε το χρόνο της επιγείου ζωής του για το καλό.
Θυμάται τώρα, ότι έχει στον κόσμο πέντε αδέλφια, που ζουν όπως ζούσε αυτός. Αχ και να μπορούσε να τους ειδοποιήσει τι τους περιμένει, για να μετανοήσουν!

Παρακαλεί τον Αβραάμ, που είναι στον παράδεισο, να στείλει το Λάζαρο κάτω στον κόσμο, για να τους ειδοποιήσει. Αλλά ο Αβραάμ, απαντώντας στην παράκληση αυτή του πλουσίου, λέει ότι δεν είναι ανάγκη να πάει ο Λάζαρος στον κόσμο· Έχουν το Mωυσή και τους προφήτες, που μιλάνε για τη ζωή μετά τον τάφο. «Όχι», λέει ο πλούσιος· «αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς, και πάει να κηρύξει, θα μετανοήσουν». Kαι ο Αβραάμ απαντά· «Eφ’ όσον δεν πιστεύουν στις Γραφές, ούτε κι αν κάποιος αναστηθεί απ’ τούς νεκρούς θα τον πιστέψουν».
Έτσι ο πλούσιος έμεινε στην κόλαση, ο δε Λάζαρος στον παράδεισο. Αμετάβλητη η κατάστασις πέραν του τάφου. Όπου πέσει το δέντρο, εκεί θα μείνει.
Πολλά τα διδάγματα. Eμείς εδώ θέλουμε να επιστήσουμε την προσοχή σ’ ένα μόνο. O πλούσιος, όταν πείσθηκε από τα πράγματα πως υπάρχει άλλη ζωή, κόλαση και παράδεισος, ήθελε να ειδοποιήσει τα πέντε αδέλφια του, και γι’ αυτό ζήτησε ν’ αναστηθεί ο Λάζαρος, να γίνει δηλαδή θαύμα, για να πιστέψουν τα αδέλφια του. Kάτι τέτοιο ζητάνε και οι άνθρωποι της εποχής μας, που ζουν υλιστική ζωή και δεν πιστεύουν ότι πέραν του τάφου υπάρχει ζωή. «Αναστήθηκε», σου λένε, «κανένας, για να πεισθούμε;».
Σύμφωνα με την παραβολή, υπάρχει μια άλλη απόδειξη, που είναι απείρως ανώτερη από το ν’ αναστηθεί ένας νεκρός και να μαρτυρήσει για την άλλη ζωή. Kαι η απόδειξη αυτή είναι η αγία Γραφή. Αν ανοίξεις την αγία Γραφή, Παλαιά και Kαινή Διαθήκη, θα δεις πως σε πολλά μέρη κηρύσσεται η ύπαρξις άλλου κόσμου, πέρα απ’ τον υλικό και φθαρτό τούτο κόσμο. Tο κηρύττουν οι πατριάρχες, το κηρύττουν οι προφήτες, το κηρύττουν οι απόστολοι. Αλλά κυρίως το κηρύττει ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός. O Xριστός είναι ο αληθινός μάρτυρας, που ποτέ δεν είπε ψέμα, αλλά την αλήθεια και μόνο την αλήθεια είπε. O Xριστός ανέστησε νεκρούς και ο ίδιος αναστήθηκε εκ νεκρών και απέδειξε ότι υπάρχει αιώνιος ζωή. Αν δεν πιστέψουμε στο Xριστό, σε ποιόν θα πιστέψουμε;

Για να πιστέψουν οι άνθρωποι ζητάνε θαύμα. Αλλά θαύμα ανώτερο από όλα τα θαύματα είναι η αγία Γραφή.
Ω η αγία Γραφή! Eίναι το θαύμα των θαυμάτων.
Nα την ανοίγετε συχνά, κάθε μέρα, να τη διαβάζετε με προσοχή, με προσευχή και με ταπείνωση, και μέσα από τις σελίδες της θ’ ακούτε τη φωνή του Xριστού, που διαβεβαιώνει· «Eγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή. ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Iωάν. 11,25).

ΣΑΣ ΕΠΛΑΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΥΨΗ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 29th, 2009 | filed Filed under: ΣΥΜΒΟΥΛ. ΣΕ ΜΑΘΗΤΑΣ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ

Παιδια μου, σας επλασε ο Θεος για να πετατε στα υψη

Eίδες το σκουλήκι; Κατηγόρησε τον αετό. «Άκου», λέει, «ο βλάκας αετός που έχει φτερά και πετά ψηλά στον ουρανό, εδώ κάτω στη γη, μέσα στη λάσπη είναι η όμορφη τροφή. Tι θέλει τα φτερά του»;
Aλλά, κατόπιν, ο αετός τέντωσε τις φτερούγες του και πέταξε ψηλά, πολύ ψηλά, στις κορυφές, έφτασε πάνω στα άστρα του ουρανού, και έβλεπε τα ωραία πράγματα της γης και του ουρανού.
Όχι σκουλήκια, αετοί να γίνετε. Kαι αετός χρυσάετος είναι ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός, που όπως σας είπα, ξαπλώνει, έτσι λέει η Aποκάλυψης, ξαπλώνει ο αετός τα πτερά του και πάνω στα φτερά του στεκόμεθα και εμείς όλα τα παιδιά του. Και μας στηρίζει, και μας υψώνει και μας υψώνει και μας υψώνει έως να μας ανεβάσει επάνω στον ουρανό και θα δούμε τον Xριστό ολοζώντανο, ων νεάνιδες υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας, αμήν.

(Συμβουλή του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Aυγουστίνου Kαντιώτου σε μαθήτριες του Γυμνασίου, το καλοκαίρι του 1987)

«ΚΑΤΑΛΥΘΗΚΕ Η ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ!

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΑ

«ΚΑΤΑΛΥΘΗΚΕ Η ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ –

ΠΡΟΕΙΛΗΜΜΕΝΕΣ ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ»!

(ΤΟ ΔΙΑΚΗΡΥΤΤΕΙ Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ AΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΜΑΧΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΝΟΙΓΜΑΤΩΝ)

****

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ Κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ:

(Από επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ. Ιερώνυμο. Εφημ. «Oρθόδοξος Tύπος», φ. 1801, 9/10/2009)

«Αι μετά των ετεροδόξων επαφαί, περιλαμβανομένων των μετ’ αυτών θεολογικών διαλόγων, δεν αποτελούσιν ενεργείας ωρισμένων Εκκλησιών ή προσώπων, αλλά συνοδικάς αποφάσεις πασών ανεξαιρέτως των Ορθοδόξων».

****

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ AΥΣΤΡΑΛΙΑΣ κ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ:

(Από συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» και στη δημοσιογράφο Μαρία Αντωνιάδου, στις 23/9/2006. Ο κ. Στυλιανός διατέλεσε, με εντολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, επί 20 χρόνια, επικεφαλής του θεολογικού διαλόγου με τους Ρωμαιοκαθολικούς).

«Το ένα και κύριο πρόβλημα που γίνεται η πηγή όλων των υπολοίπων κακών είναι ότι ενώ θεωρούμεθα η κατ’ εξοχήν Εκκλησία των Συνόδων τη στιγμή που ούτε ο παπισμός μπορεί να καυχηθεί ότι έχει Σύνοδο ούτε βεβαίως ο προτεσταντισμός οποιασδήποτε υφής και μορφής―, ο ιερότατος αυτός θεσμός έχει καταλυθεί από μέσα. Δηλαδή συγκαλείται μεν, αλλά δεν λειτουργεί. Γιατί δεν λειτουργεί; Διότι έχει ήδη προκαταληφθεί. Εχουν ληφθεί οι αποφάσεις εκ των προτέρων, ανεξαρτήτως αν είναι Πατριαρχική Σύνοδος ή Αρχιεπισκοπική Σύνοδος.

Ο θεσμός της Συνόδου πρέπει να αποκατασταθεί και να πάψουν να «υποκλέπτονται» οι γνώμες και οι ψήφοι όσων έχουν ακόμη «κουράγιο» να ψηφίζουν και να έχουν γνώμη. Διότι, δυστυχώς, όπου κι αν κοιτάξετε σήμερα στην Ορθοδοξία υπολειτουργεί, για να μην πω κάτι βαρύτερο, ο θεσμός της Συνόδου. Και βεβαίως την πρώτη ευθύνη έχουν οι Πρόεδροι.

Οταν ο Πατριάρχης μου ανακοίνωσε ότι με εξέλεξαν παμψηφεί μέλος της εν Φαναρίω Συνόδου, είπα: Δεν έχει νόημα να ’ρθω, γιατί εγώ δεν κάνω ταξίδια ασκόπως. Είμαι πια ηλικιωμένος. Και για να ταξιδέψω υπερποντίως, θα πρέπει να υπάρχει σοβαρός λόγος. Εγώ θα πήγαινα στη Σύνοδο αν ήταν Σύνοδος πραγματικά, όπως την προβλέπουν οι Κανόνες. Οχι Σύνοδος «διερχομένων». Τι να το κάνω εγώ να λέγομαι Συνοδικός και να μην έχω ουσιαστική ψήφο;»

MIA ZΩNTANH IΣTOPIA 1 (Μερος Α)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 1ο, ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

MIA ZΩNTANH IΣTOPIA

O π. Aυγουστίνος Kαντιώτης στην Kοζάνη

Eκδόσεις: Aνδρονίκη Π. Kαπλάνογλου Σμύρνης 10 KOZANH τηλ. 24610-25139, 24610-26668 κιν. 6974931881
Kεντρική διάθεση: Bιβλιοπωλείο «Έλαφος» Bασ. Γεωργίου 10 ΦΛΩPINA τηλ. 23850-28868
Eπιμέλεια εξωφύλλου: Παντελής Π. Kαπλάνογλου

Αφιερωμένο στον άνθρωπο της ζωντανής πίστεως, της δυνατής αγάπης, των χριστιανικών έργων, των υψηλών αγώνων, των μεγάλων θυσιών. Στον ακατάβλητο μαχητή της Ορθοδοξίας και του Ελληνικού έθνους. Στον σεβαστό μου πνευματικό πατέρα, τον επίσκοπο Φλωρίνης Αυγουστίνο Ν. Καντιώτη, που μου έδειξε με λόγια και με έργα τον δρόμο του Χριστού, δρόμο θυσίας, αγώνων και προσφοράς.

Α.Π.Κ. Κοζάνη τη 15-6-2003

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ (σύντομος διάλογος με τον π. Αυγουστίνο σήμερα) -Γέροντα, αν είχατε τώρα μπροστά σας τους Κοζανίτες, τί θα τους λέγατε; -Να περιγράψουν τις ημέρες εκείνες και να φυλάξουν την πίστη τους. -Πως τους χαρακτηρίζετε σαν ανθρώπους; -Ευγενείς. -Κατά τα άλλα; -Είναι όπως όλοι οι άνθρωποι.

ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Μια ιστορία από έναν κήρυκα του θείου λόγου, από έναν απεσταλμένο του Θεού, στην πρωτεύουσα της Δυτικής Μακεδονίας. Μια ζωντανή ιστορία ενός μεγάλου εκκλησιαστικού ηγέτου και εθνικού ευεργέτου της Κοζάνης, που εκτυλίχθηκε τα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Μια ιστορία που δεν λησμονείται από τον λαό της Δυτικής Μακεδονίας, στο πέρασμα των ετών. Με ευγνωμοσύνη και σεβασμό στέκεται δίπλα στο ταπεινό όργανο της βουλής του Θεού, που ως άγγελος Θεού ήρθε στην πόλι, τις πιο δύσκολες στιγμές του πολέμου. Τότε, που η μπότα των Γερμανών καταπατούσε τα Ελληνικά εδάφη, αποδεκάτιζε τον πληθυσμό της Μακεδονικής γης, κατέκαιε τα χωριά της Πατρίδος. Τότε, που η μαύρη αγορά ωργίαζε, η πείνα, οι αρρώστιες και ο θάνατος άπλωναν απειλητικά τα μαύρα φτερά τους πάνω από την πόλι της Κοζάνης. Τότε, που «όλα τα’ σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», ο π. Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης στάθηκε όρθιος. Έγινε φύλακας άγγελος της πόλεως, έγινε προστάτης των πτωχών και αδυνάτων. Έγινε στοργικός πατέρας των προσφύγων και ορφανών. Πάλεψε με τους μαυραγορίτες και τους ασπλάχνους πλουσίους. Έγινε το ξυπνητήρι τους. Συκοφαντήθηκε και διαβλήθηκε. Έφτασε πολλές φορές μέχρι τα Γερμανικά αποσπάσματα, αλλά το χέρι του Θεού τον έσωζε. Ύψωσε την σημαία της πίστεως και της αγάπης. Πάλεψε στήθος με στήθος με τον κατακτητή. Και νίκησε. Μια ολοζώντανη ιστορία του Γέροντος επισκόπου της Φλωρίνης, που και στα 97 του χρόνια με συγκίνησι θυμάται την Κοζάνη και τους ανθρώπους της. Μια ζωντανή ιστορία, μιας ολοζώντανης μορφής, που έπαιζε κορώνα γράμματα την ζωή του, και όμως έφθασε σε βαθύ γήρας και παραμένει στην Στρατευόμενη Εκκλησία, για να διαλαλεί την δόξα του Θεού. Μια ζωντανή ιστορία, που την διηγείται ο ίδιος ο π. Αυγουστίνος. Τα λόγια του, που παραθέτω στην συνέχεια αυτούσια, είναι άλλοτε από κηρύγματα του άμβωνος, που δείχνουν την δύναμη της αγάπης, άλλοτε από μαθήματα αγιογραφικών κύκλων, ανδρών, που δείχνουν τις θυσίες των εκλεκτών του συνεργατών, τους αφανείς εκείνους ήρωες της πίστεως και της πατρίδος, που σε χρόνια δύσκολα στάθηκαν δίπλα του και προσέφεραν τεράστιο κοινωνικό έργο, και άλλοτε σε ιεραποστολικές συγκεντρώσεις γυναικών, όπου διδάσκει την ενεργό αγάπη ενός λαού, που με την βοήθεια του Θεού, έσωσε από τον θάνατο της πείνας πολλές ψυχές. Εκεί όμως που απολαμβάνει κανείς τις διηγήσεις του Γέροντος, είναι στις Κατασκηνώσεις της Μητροπόλεώς του. Έχοντας γύρω του συγκεντρωμένα όλα τα στελέχη στο κιόσκι, στρώνει πνευματική τράπεζα, με ποικιλία εδεσμάτων. Συνοδευόμενος πάντοτε από τον π. Ιερόθεο Κοκονό, τον πνευματικό πατέρα της Κατασκηνώσεως, δίνει συμβουλές πολύτιμες, απαντά σε απορίες στελεχών, κάνει ο ίδιος ερωτήσεις για να μας δώσει αφορμή και να ελέγξει τις γνώσεις μας. Παιδαγωγός θαυμάσιος, ποικίλλει την τροφή στην πνευματική τράπεζα, με διάφορες ιστορίες και ανέκδοτα, πολύ διδακτικά. Ανοίγει το βιβλίο των αναμνήσεών του και διηγείται ζωντανές ιστορίες από την περιπετειώδη ζωή του προς δόξαν του Θεού. Ένα μέρος αυτής της ζωντανής ιστορίας του π. Αυγουστίνου, που φυλάσσεται αυτούσια σε κασέττες και έχει σχέση με την Κοζάνη, θα παραθέσω απομαγνητοφωνημένο στο πρώτο μέρος του βιβλίο. Αντλώ από όλες τις πηγές, όπου και εάν την βρώ, για να κάνω κοινωνούς της πνευματικής τραπέζης και άλλους που εκτιμούν τον π. Αυγουστίνο και θα είχαν την επιθυμία να ακούσουν από το στόμα του θαυμαστές διηγήσεις. Στην πνευματική αυτή τράπεζα είναι καλεσμένοι όλοι, και ιδιαίτερα ο λαός της Κοζάνης, που έμεινε δίπλα του σ’ όλη την περιπετειώδη ζωή του. Ο π. Αυγουστίνος έγινε ποιμενάρχης της Φλώρινας και αγαπήθηκε από τον ποίμνιό του, αλλά παρέμεινε και πνευματικός πατέρας της Κοζάνης. Με ευγνωμοσύνη ο λαός της Κοζάνης αναφέρει το όνομά του και εκείνος το γνωρίζει. Όταν κάποτε του είπα πως εκφράζονται γι’ αυτόν οι Κοζανίτες, απήντησε… – Έ! Το ξέρω, ότι η Κοζάνη με αγαπά. Άς δοξάσωμε, λοιπόν, τον Θεό, για τον εργάτη αυτό του Ευαγγελίου και ας ακούσωμε, στην συνέχεια, τι έχει να μας διηγηθεί ο Γέροντας.

Πρέπει να γνωρίζετε…

Πρέπει να γνωρίζετε εσείς οι νεώτεροι – γιατί οι παλαιότεροι το γνωρίζουν-, ότι εγώ είμαι σε δράση από το 1935. Συμπληρώνονται 60 χρόνια. Τότε όχι μόνο εσείς αλλά και οι γονείς σας ήταν αγέννητοι. Έχω κάποια ιστορία. Είμαι «σημείον αντιλεγόμενον». Άλλοι μας κατακρίνουν, μας υβρίζουν και μας μισούν, και άλλοι μας αγαπούν. Δεν με λένε ούτε Αυγουστίνο, ούτε σεβασμιώτατο, άλλα «Καντιώτη», με λαϊκή έκφραση. Είπε ο Χριστός… «Ουαί όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι» Αν σας πουν όλοι οι άνθρωποι «εύγε εύγε», τότε θ’ ανήκετε σ’ ένα «κόμμα» που είναι γνωστό ως «Ο.Φ.Α.». Αυτά είναι τα αρχικά γράμματα ενός «κόμματος», στο οποίο ανήκουν οι περισσότεροι Έλληνες. «Ο.Φ.Α.» σημαίνει «Όπου Φυσά ο Άνεμος». Αυτό είναι το κόμμα. Ούτε δημοκρατία, ούτε βασιλεία, ούτε σοσιαλισμός, ούτε κομμουνισμός, ούτε κανείς. Είδατε τον ανεμοδείκτη; Γυρίζει όπου φυσά ο άνεμος. Εμείς δεν ανήκουμε στο κόμμα «Ο.Φ.Α.». Το έχουμε δηλώσει κατ’ επανάληψιν, όχι μόνο δια λόγου αλλά και δια πράξεων. Ανήκουμε στην Ελλάδα, και παραπάνω από την Ελλάδα ανήκουμε στο Χριστό. Αυτή είναι η ιδεολογία μας.

Βιβλίο των αναμνήσεων

Υπάρχουν στιγμές που η ανθρώπινη γλώσσα αδυνατεί να εκφράσει τα όσα αισθάνεται η καρδία. Μια τοιαύτη στιγμή είναι και η παρούσα. Και μόνον το γεγονός ότι ευρίσκομαι εις τον ιστορικόν τούτον ναόν του Αγίου Νικολάου της προσφιλεστάτης μου Κοζάνης, με συγκλονίζει. Τι πρώτον και τι δεύτερον να ενθυμηθώ κατά την συγκινητικήν αυτήν στιγμήν; Οι παλαιότεροι ενθυμούνται ζωηρά τις τραγικές εκείνες ημέρες, κατά τις οποίες η πατρίς και ιδιαιτέρως η Μακεδονία, εσταυρώνετο υπό των διαφόρων εχθρών του γένους. Διά τους νεωτέρους ας επιτραπεί να κάνωμεν μίαν σύντομον αναδρομήν εις το παρελθόν (Άγιος Νικόλαος Κοζάνης 1967).

Θα σας ομιλήσω. Λίγα λόγια θα σας πω, από το βιβλίο των αναμνήσεών μου. Εσείς οι νεώτεροι δεν έχετε αναμνήσεις, εγώ έχω. Αυτό και καλό και κακό είναι. Πενηνταπέντε τώρα χρόνια υπηρετώ γένος και Εκκλησία. Ιδιαίτερα συγκίνηση αισθάνομαι που ευρίσκομαι προ εκλεκτής ομηγύρεως, εκλεκτών αξιωματικών του Ελληνικού στρατού και των τριών όπλων. Συγκινούμαι ιδιαιτέρως που σας βλέπω, διότι με κάνετε να ενθυμηθώ το παρελθόν μου. Για μετρήστε… προ 45 χρόνια εδώ ευρισκόμουν, σ’ αυτή τη γωνία του Ελληνισμού. Σε ημέρες σκληρές, που ο Ελληνικός στρατός διεξήγαγε έναν τιτάνιο αγώνα υπέρ της ελευθερίας και ακεραιότητος της Μακεδονίας μας. Τότε και εγώ επεστρατεύθην και υπηρέτησα τρία ολόκληρα χρόνια ως στρατιωτικός ιερεύς της περιφερείας, κατ’ αρχάς μεν της 15ης Μεραρχίας και μετά του Β΄Σώματος Στρατού, που είχε έδρα την Κοζάνη. Τα υψώματα αυτά, όπου έγιναν οι περίφημες ιστορικές μάχες, όλα τα έχουμε ανεβεί, νεότατοι… Επειδή σας είπα ότι θα ανοίξω το βιβλίο των αναμνήσεών μου, θα σας πω δυο –τρεις αναμνήσεις και θα τελειώσω.

Ταπεινόν όργανο της βουλής του Θεού

Διατελώ υπό το κράτος βαθείας συγκινήσεως, η γλώσσα η ανθρώπινη δεν μπορεί να εκφράσει τα αισθήματά μου. Μετρήστε με τα δάχτυλα… πάνε 50 χρόνια από τότε, που σε ημέρες σκληρές, σε ημέρες κατά τις οποίες το έθνος μας εδοκιμάζετο σκληρώς από την απαισίας μνήμης Κατοχήν, τόσον τωνΓερμανών όσο και των Ιταλών, και πολύ περισσότερο των Βουλγάρων, όπως αι ακριτικαί περιφέρειαι, τότε και εγώ ευρέθην εις την πόλιν της Κοζάνης. Εδώ η δυστυχία ήτο πολύ μεγάλη. Απέραντη ήτο η δυστυχία… και διωγμός, και φυλακές, και καταδιώξεις καθημερινές. Το πρωΐ δεν ήξερες αν θα βραδιάσεις και το βράδυ δεν ήξερες αν θα ξημερώσεις. Η ζωή του ανθρώπου δεν είχε πλέον καμμία αξία. Σ’ αυτές τις ημέρες μας εβοήθησε ο Θεός και έγινε θαύμα. Θαύμα χαρακτηρίζω εγώ το γεγονός των συσσιτίων. Στην πρόσκλησι του ιεροκήρυκος της εκκλησίας, ο πτωχός αυτός λαός ήνοιξε τα βαλάντιά του και μας έδωκε και μας έδωκε… Και άρχισαν τα συσσίτια κατ’ αρχάς από 50 μερίδες και έγιναν κατόπιν 8.000 μερίδες. Το ρυάκιον έγινε Αχελώος, μεγάλος ποταμός. Ευλογώ τον Θεόν, διότι με ηξίωσε να είμαι ταπεινόν όργανον της βουλής του κατά τα έτη εκείνα. Και ευλογώ τον Θεόν ακόμα, διότι εδώ όχι άπαξ αλλά πολλάκις εκινδύνευσα να εκτελεσθώ, αλλά η χάρις του Θεού και αι πρεσβείαι του αγίου Νικολάου με έσωσαν.

Θαύμα του αγίου Νικολάου

… Θα σας διηγηθώ ένα θαύμα. Πότε έγινε; Έγινε στην Κοζάνη το 1944, στα χρόνια εκείνα, τα φοβερά χρόνια της σκλαβιάς του έθνους μας. Κακοί τότε και διεφθαρμένοι άνθρωποι, συνεργαζόμενοι με τη Γερμανική εξουσία, έπιασαν παρακαλώ εκατό και πλέον ανθρώπους και τους έρριξαν στη φυλακή. Και έγινε κλάμα και θρήνος στην πόλι. Γυναίκες, αντρες και παιδιά κλαίγανε γιατί ήταν πλέον βεβαία η εκτέλεσή τους. Ξημέρωσε στην Κοζάνη, την πόλι του αγίου Νικολάου, που έχει πολιούχο τον άγιο Νικόλαο. Ξημέρωσε πολύ λυπηρά η ημέρα της εορτής του. Οι καμπάνες του Αγίου Νικολάου χτυπούσαν λυπητερά, σα να ήταν Μεγάλη Παρασκευή. Ήμουν τότε, με αξίωσε ο Θεός να είμαι, ιεροκήρυξ Κοζάνης. Ανέβηκα στον άμβωνα γεμάτος δάκρυα και είπα… «Σήμερα ο άγιος Νικόλαος δεν εορτάζει. Πέστε στα γόνατα, πέστε στα γόνατα μικροί και μεγάλοι, και παρακαλέστε τον άγιο να κάνει το θαύμα…». Και το έκανε το θαύμα ο άγιος. Το βράδυ τους ελευθέρωσαν! Με τη βοήθεια του Θεού ήκουσαν οι άθεοι και οι άπιστοι και άνοιξαν τας φυλακάς και ελευθερώθηκαν οι κάτοικοι. Πολλά θαύματα είδε η Κοζάνη από τον άγιο Νικόλαο, αλλά το σπουδαιότερον απ’ όλα είναι τα συσσίτια. Υπηρετούσαν στα συσσίτια αυτά 200 άτομα. Γυναίκες και μικρά παιδιά ακόμη. Ερχότανε από το πρωΐ, από όρθρου βαθέως, ως άλλες Μυροφόρες γυναίκες, δια να υπηρετήσουν δωρεάν παρακαλώ εις την Εστίαν. Άς είναι, λοιπόν, αιωνία η μνήμη τους. Και ευχόμεθα στον Θεόν να μη συμβούν άλλοτε τοιαύτα θλιβερά γεγονότα, και η δοκιμασθείσα μικρά και ένδοξος πατρίς μας να είναι πάντοτε εν ειρήνη, και εν αγάπη και εν ομονοία να διέλθωμεν τας ημέρας της ζωής μας. Αμήν.

Σύντομη αναδρομή στο παρελθόν

Το 1943 πήρα εντολή να έλθω ως ιεροκήρυξ εις την πόλι της Κοζάνης, εις αντικατάστασιν του αειμνήστου εθνομάρτυρος ιεροκήρυκος Ιωακείμ Λιούλια, του οποίου, επ’ ευκαιρία λέγω, θα έπρεπε να είχε στηθεί προτομή εις την γενέτειράν του, το χωρίον Κρόκος. Ο τότε ιεράρχης ευρίσκετο εις τα όρη. Κράτος δεν υπήρχε. Η πόλις ετρομοκρατείτο. Η ύπαιθρος εκαίετο από τις ορδές των Ούννων. Χιλιάδες χωρικών κατέφυγον εις την πόλιν. Ο κίνδυνος δια την επιβίωσιν της φυλής ήτο μέγας. Πειναλέος λαός περιεφέρετο εις την πόλιν.

Εστία συσσιτίων

Από του άμβωνος αυτού του ναού ως ιεροκήρυξ απηύθυνα δραματικήν έκκλησιν προς τους κατοίκους της πόλεως. Έρριψα το σύνθημα… Κανείς να μη αποθάνει εκ πείνης. Εάν θέλετε, είπα να έχετε την ευλογία του ουρανού και την προστασία του αγίου Νικολάου, να πάτε εις τα σπίτια σας και από ό,τι έχετε εις τρόφιμα, τα μισά να τα φέρετε εις το γκαράζ, όπου θα αρχίσει να λειτουργεί συσσίτιο. Να τα φέρετε αύριο το πρωΐ. Η επομένη ημέρα ήτο μια από τις πλέον συγκινητικές ημέρες τις οποίες έζησα ως ιεροκήρυκας. Μια μεγάλη ουρά λαού εσχηματίσθη έξω από το γκαράζ. Καθένας έφερε προθύμως την μερίδα της αγάπης του. Εκλεκτοί νέοι μέχρι της δύσεως του ηλίου παρελάμβαναν και εζύγιζαν τα τρόφιμα. Έτσι άρχισε η Εστία των συσσιτίων. Εκ του μηδενός. Με την πρόθυμον προσφοράν του λαού, η Εστία άρχισε, ηύξανε τις μερίδες του συσσιτίου και έφθασε τις 8.000 μερίδες. Επισκεφθείς την πόλι Ελβετός εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού έμεινε κατάπληκτος δια την ευγένεια και τον πλούτο των αισθημάτων του λαού της Κοζάνης. Η Κοζάνη απεδεικνύετο αξία της χριστιανικής της παραδόσεως και εδικαίωνε τον έπαινον, τον οποίον έπλεξε δι’ αυτήν ο αείμνηστος ιεράρχης αυτής Φώτιος, ο οποίος, προσφωνών κατά την ημέραν της απελευθερώσεως της πόλεως τον αείμνηστον στρατηλάτην Κωνσταντίνο, είπε… -«Εφθάσατε, υψηλότατε, εις Κοζάνη, τον καθαρόν τούτο και αμιγή ελληνικό παράδεισο της Μακεδονίας».

Το ρυάκι έγινε ποταμός

Ο προφορικός λόγος του π. Αυγουστίνου, που έβγαινε πύρινος από τον άμβωνα, το γραπτό του κήρυγμα, «Το Σπίτι του Φτωχού», που κυκλοφορούσε τότε παρ’ όλη την έλλειψη χάρτου, και το άγιο παράδειγμά του ήταν οι βασικότεροι παράγοντες που δημιούργησαν αυτό το θαύμα. Οι τίτλοι των φυλλαδίων της Εστίας Συσσιτίων, στο πέρασμα των ετών, ως αψευδείς μάρτυρες μιλούν για το θαύμα.

Ποιοι οι πόροι της Εστίας

Μόνον τον αριθμό των μερίδων να σκεφθεί κανείς και μάλιστα την περίοδο της Κατοχής, μένει εκστατικός. Μέσα στην πείνα, που οι γονείς δεν εύρισκαν ένα κομμάτι ψωμί για να συγκρατήσουν στην ζωή το παιδί τους, η Εστία του π. Αυγουστίνου έφτασε σε 8.150 πιάτα ημερησίως! Πως συγκεντρώνονταν τα υλικά και τα ξύλα για τις 8.150 μερίδες! Ο π. Κωνσταντίνος Γαζής, στην τράπεζα, που έγινε εις μνημόσυνο των συνεργατών της Εστίας στις 24-10-1994, λέγει… «Ορθοδοξία και φιλοπατρία. Αυτό ήταν το άσμα του Γέροντος, όταν πηγαίναμε στα χωριά με αυτοκίνητα, εκ των οποίων και του αγαπητού Θύμιου. Ο π. Αυγουστίνος επάνω στα πεζούλια έβγαζε λόγο και καλούσε τους χωρικούς να προσφέρουν για το άρρωστο παιδί, για τον πτωχό άνθρωπο και για εκείνον που έχει ανάγκη στην Εστία. Αυτό το πράγμα με συγκινούσε τότε και με συνήρπαζε σαν φοιτητή…». Και ο κ. Βουζιάνας, μιλώντας για το ίδιο θέμα, έλεγε… «Βεβαίως είναι θαύμα η Εστία. Έσωσε κόσμο και κοσμάκη. Εάν δεν υπήρχε αυτή, θα είχαμε πολλά θύματα. Είναι για μένα ανεπανάληπτο το έργο αυτό. Δεν είναι μικρό πράγμα στην Κατοχή, που ανοίγαμε τόσο το μάτι για να δούμε ένα κομμάτι ψωμί, να δίνεις 8.000 πιάτα φαγητό, ημερησίως χωρίς να πληρώνεις τίποτε σε κανέναν! Με τα λόγια μόνο, που έλεγε στην εκκλησία ο Αυγουστίνος, έρχονταν ο κόσμος και κουβαλούσε συνέχεια! Και όλοι τρέχαν για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ανιδιοτελώς, χωρίς να πάρει κανείς το παραμικρό!». Ο ΒΕΓΚΕΡ φίλος της Εστίας Ο Ερυθρός Σταυρός, βλέποντας το τεράστιο φιλανθρωπικό έργο της Εστίας στην Κοζάνη, την ανιδιοτέλεια των μελών της, έχοντας προπαντός πλήρη εμπιστοσύνη στον εμπνευστή και καθοδηγητή και πνευματικό πατέρα της Εστίας π. Αυγουστίνο Καντιώτη, γίνεται φίλος της Εστίας. Στο «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ», στο φύλλο 8, στις 10 Ιουνίου 1944, μνημονεύεται η πρώτη επίσκεψη του κ. Βέγκερ και γράφει…

«ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ

Την 5ην Ιουνίου την Εστίαν κατά την ώραν της διανομής του φαγητού επεσκέφθη ο ευγενής εντεταλμένος του Ερυθρού Σταυρού κ. ΒΕΓΚΕΡ μετά του διερμηνέως του και του τμηματάρχου του Ερυθρού Σταυρού κ. Καρνασιώτου. Παρακολούθησε την διανομήν, είδε τους γέροντας και τα παιδιά, ηρώτησε και έλαβε διαφόρους πληροφορίας περί του τρόπου της λειτουργίας της Εστίας και υπεσχέθη την θερμήν υποστήριξιν. Συνοψίζων δε τας εντυπώσεις ο φιλλέλην ούτος είπεν… “Εδώ μέσα είναι μια εκκλησία”. Η Εστία μας και πάλιν αισθάνεται την ανάγκην, ίνα εκ μέρους των περιθαλπομένων πτωχών μας εκφράσει τας θερμάς ευχαριστίας προς τον κ. ΒΕΓΚΕΡ, το ευγενές αυτό τέκνον της Ελβετίας, του οποίου το όνομα μιαν ημέραν η Ελλάς θα αναγράψει εις την στήλην των μεγάλων Φιλελλήνων». -Και το «ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ», στο φύλλο 12, στις 13 Αυγούστου 1944, με τίτλο, «ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ ΕΝ ΚΟΖΑΝΗ» (200ασθενείς – νέοι και παιδιά), γράφει: «Είμεθα εις θέσιν να διαπιστώσωμεν, ότι σημαντικός αριθμός παιδιών και νέων παρουσιάζουν όλα τα πρόδρομα σημεία της επαράτου νόσου της φθίσεως, η οποία μαστίζει την Ελληνικήν φυλήν. Υπέρ της νεότητος αυτής πρέπει πάντες να ενδιαφερθώμεν. Ευτυχώς ο Δ. Ε. Σταυρός ίδρυσε εν Θεσσαλονίκη ίδιον παράρτημα δια την προστασίαν της νεότητος. Η δε ιδική μας Εστία δια του ιδιαιτέρου υπομνήματος του ιεροκήρυκός της προς τον ευγενέστατον εντεταλμένον του Ερυθρού Σταυρού και μέγαν φιλέλληνα κ. Βέγκερ επέτυχε, ίνα και εν τη πόλει μας λειτουργήσει κέντρον προστασίας νεότητος υπό την προσωπικήν ευθύνην του ιεροκήρυκος». Τις αποστολές τροφίμων του Ερυθρου Σταυρού από Θεσσαλονίκη, που προορίζονταν για Κοζάνη, βλέπουμε να τις συνοδεύει πάντα ο ίδιος ο π. Αυγουστίνος.

Παραθέτω σχετικά έγγραφα

Έγγραφα του Eρυθρού Σταυρού, που συνόδευαν τις αποστολές. Aίτηση για 10 κιλά ορυκτέλαιο και άδεια εξόδου για την μετακίνησή των φορτηγών. Mετά από αυτές τις αναγκαίες εξηγήσεις, ο π. Aυγουστίνος συνεχίζει την διήγησή του.

Λύσις του κοινωνικού προβλήματος Ήρθε σήμερα κάποιος από την Κοζάνη. Ήτο μικρό παιδί τότε και ενθυμείτο λεπτομέρειες της ζωής μας. Υπήρχε μεγάλη αγωνία τότε. Υπήρχε τόσο μεγάλη πείνα, που τα μικρά πτωχά παιδιά ερχόταν εκεί στο προαύλιο της Εστίας – Εστία Συσσιτίων, έτσι το ονόμασε ο Δήμος, τιμής ένεκεν – και τα έβλεπες σκυμμένα κάτω, σάλιωναν τα δάκτυλά τους και μάζευαν τα ψίχουλα από τα τραπέζια. Τέτοια μεγάλη πείνα υπήρχε. Ενώ τώρα βλέπετε έχουν όλα τ’ αγαθά της γης. Σαρανταπέντε χρόνια πέρασαν, και είχα πει τότε το εξής, το οποίο κατόπιν το βρήκα στον Χρυσόστομο. Είπα: Αν είχα την εξουσία, θα σας υποχρέωνα όλους, με συμφωνητικό, να έχουμε ένα συσσίτιο όλοι μας. Πλην των ασθενών που θα πει ο γιατρός ότι έχουν ανάγκη ιδιαιτέρας περιποιήσεως και ορισμένων άλλων περιπτώσεων, όλοι οι άλλοι θα έχωμεν κοινό συσσίτιο… όλοι ανεξαιρέτως. Θα έχωμεν ρούχα και υποδήματα τα ίδια. Εγώ σας υπόσχομαι ότι 3 χρόνια θα ζήσωμε θαυμάσια εδώ στην Κοζάνη. Τώρα ο ένας τρώει με δέκα στόματα και ο άλλος δεν έχει να φάει. Το σύστημα το κομμουνιστικό – κομμούν θα πει κοινωνία – αλλά ο κομμουνισμός ήταν εκφυλισμός της κοινωνίας.Θέλησαν να κάνουν κοινωνία χωρίς Θεό και την φτιάξανε χωρίς Θεό, και τώρα ομολογεί ο Γκορμπατζώφ, ο οποίος πήρε πλειοψηφία ότι «εναυαγήσαμε ο κομμουνισμός», καθ’ ον χρόνο εδώ ένας δικός μας κομμουνιστής, λέει… «Εγώ τον Λέλιν τον έχω σαν εικόνισμα». Κοινωνία λοιπόν, κοινωνία Θεού. Ο Χρυσόστομος λέει… «Εάν θα ζήσω θα πραγματοποιήσω το όνειρο αυτό. Θα δημιουργήσω μια κοινωνία τέτοια, που θα εξυπηρετεί όλες τις πραγματικές και φυσικές ανάγκες του ανθρώπου». Διότι τώρα δημιουργήθηκε ένας κόσμος περιττών αναγκών. Πρώτα τα επαγγέλματα της ανθρωπότητος ήταν δύο… ήταν ο γεωργός και ο βοσκός. Αυτά τα επαγγέλματα, δυστυχώς, σβήσανε σε μια τεχνουργό εποχή. Εάν είσαι ασκητής βλέπεις τα πράγματα διαφορετικά. Οι ασκηταί φτάσανε 105 ετών. Ζήσανε έτη πολλά, με την άσκηση και χωρίς να έχουν τα αναγκαία. Και εγώ τώρα, εάν έφτασα στα 85 έτη το οφείλω στην έλλειψη παλαιότερα φαγητού. Εάν κοιτάξετε το βιβλίο «Αντίσταση της Αγάπης», ήμουν κάτισχνος, κολυμπούσαν τα ράσα επάνω μου… δεν είχα τότε συσσίτιο. Τραγικαί ημέραι Η Εστία των συσσιτίων ήτο θαύμα, το οποίο επετέλεσεν η αγάπη των κατοίκων της πόλεως. Αλλά φεύ! Εναντίον της Εστίας ξεσηκώθη θύελλα παθών. Θλιβερά ιστορία, ανάξια μνημονεύσεως. Τούτο μόνον λέγομεν ότι ο ιεροκήρυξ διέτρεξε τον έσχατον των κινδύνων. Ισχυροί της ημέρας μας κατεδίωξαν απηνώς, μας κατεβίβασαν εκ του άμβωνος. Αλλ’ ο ευγενής λαός της πόλεως ηγέρθη ως ένας άνθρωπος, και ο ιεροκήρυξ επανήλθε εις τα καθήκοντά του. Περάσαμε τραγικάς ημέρας. Εζήσαμεν το αποστολικό «Καθ’ ημέραν αποθνήσκω» (Α΄Κορ. 15,31). Το πώς εσώθημεν αποτελεί θαύμα, το οποίο αποδίδομεν εις τον άγιον Νικόλαον. Ουδέποτε θα λησμονήσω μιαν φοβεράν νύκτα, κατά την οποία εκινδύνευα να συλληφθώ και να εκτελεσθώ. Αλλ’ εσώθην, διότι ευσεβής κάτοικος της πόλεως, αψηφώντας κάθε κίνδυνο, με ειδοποίησε να εγκαταλείψω την οικίαν εις την οποία διέμενα. Ο γενναίος αυτός άνθρωπος ζει σήμερον εις βαθύτατον γήρας. Πλησιάζει τα 100. Και ασφαλώς ευρίσκεται κατά την ώρα αυτή εν μέσω του εκκλησιάσματος χαίρων και αγαλλόμενος. Της αγάπης αυτού ως και τόσων άλλων εκλεκτών τέκνων της Κοζάνης, οι οποίοι ποικιλοτρόπως με εβοήθησαν εις το έργον, μνησθείη Κύριος ο Θεός».

Ο Κωνσταντίνος Μπόζιος Σώζει από την σύλληψι τον π. Αυγουστίνο Διακόπτοντας για λίγο τις διηγήσεις του γέροντος, θα ήθελα να μνημονεύσω τον γενναίο αυτό Κοζανίτη που, κάτω από την Γερμανική κατοχή, ειδοποίησε τον π. Αυγουστίνο, εν καιρώ νυκτός, για να μη συλληφθεί. Το όνομά του, Κωνσταντίνος Μπόζιος. Ο Θεός τον αξίωσε μετά από 25 χρόνια να χαρεί τον π. Αυγουστίνο και ως επίσκοπο. Αν και η ηλικία του ήταν περασμένη, έφτανε μέχρι την Πτολεμαΐδα, για να ακούσει τα εσπερινά κηρύγματα του Γέροντος που έκανε στην Αγία Τριάδα. Θυμάμαι, μετά από ένα φλογερό κήρυγμα του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου, πήγαμε όλοι οι Κοζανίτες, όπως πάντα συνηθίζαμε, σε ένα οίκημα που νοίκιαζε τότε η Μητρόπολι και χρησιμοποιούσε για επισκοπείο. Ήταν και ο μπαρμπα Μπόζιος μαζί μας. Κάθησε ώσπου να’ ρθει ο π. Αυγουστίνος στην πολυθρόνα του γραφείου. Όταν ήλθε ο επίσκοπος, μόλις τον είδε ο μπαρμπα Κώστας σηκώθηκε για να του δώσει την θέση. Ο π. Αυγουστίνος, χτυπώντας τον ελαφρά στον ώμο, με πολλή αγάπη του είπε… «Κάθησε, δική σου είναι η θέση». Και στην συνέχεια του υποσχέθηκε ότι θα ρθει στην Κοζάνη, όταν γίνει 100 χρονών, για να γιορτάσει την εκατονταετία του. Και πράγματι ήρθε… μόνο που η γιορτή δεν έγινε στη γη, αλλά στους ουρανούς. Ο Κωνσταντίνος Μπόζιος σε ηλικία 100 ετών εκοιμήθη και ο π. Αυγουστίνος παρευρέθει στην νεκρώσιμη ακολουθία και τον προσφώνησε. Ας δούμε πως αφηγείται ο γυιός του μπαρμπα Κώτσιου, ο διδάσκαλος Ιωάννης Μπόζιος, την αυτοθυσία του πατέρα του, μιλώντας μπροστά στον π. Αυγουστίνο… «Να με συγχωρέσεις που στην περιγραφή μου θα σε αποκαλώ “πάτερ Αυγουστίνο”, διότι έτσι σας γνωρίσαμε και έτσι σας ζήσαμε. Ο π. Αυγουστίνος μια Κυριακή στο κήρυγμά του συνέστησε στους γονείς να αγοράσουν βιβλία της κόκκινης βιβλιοθήκης για την μόρφωση των παιδιών. Το να συστήσει ο π. Αυγουστίνος τα βιβλία της κόκκινης βιβλιοθήκης εθεωρήθη ικανόν, ώστε να χαρακτηρισθεί ως κομμουνιστής, και ως τέτοιος να καταγγελθεί στους Γερμανούς. Οι Γερμανοί τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν σε μια αποθήκη της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, όπου είχον τα γραφεία, οι ανώτεροι Γερμανοί διοικηταί. Συνεργάται και οπαδοί του π. Αυγουστίνου πήγαν στον διερμηνέα των Γερμανών, που ήτο ο Βασίλειος Ματιάκης, και ζήτησαν να ενεργήσει, για να σωθεί ο π. Αυγουστίνος. Ο Βασίλειος Ματιάκης εφημίζετο για την καλοκαγαθία και φιλοπατρία ως διερμηνεύς των Γερμανών. Έσωσε δε από βέβαιο θάνατο δεκάδες, αν μη εκατοντάδες, Κοζανιτών. Γι’ αυτό ήτο αγαπητός από όλους. Ο διερμηνεύς Ματιάκης έπεισε τους Γερμανούς ότι ο π. Αυγουστίνος είναι πατριώτης και πραγματικός χριστιανός. Πιστεύει στον Χριστόν και την πίστιν του αυτήν ζητά να την μεταδώσει σε όλους τους ανθρώπους. Οι Γερμανοί επείσθησαν και ο π. Αυγουστίνος αφέθη ελεύθερος. Αλλ’ ενώ γλίτωσε από τους Γερμανούς, κινδύνευσε εξ αιτίας της ιδίας κατηγορίας ότι δήθεν ήτο κομμουνιστής, από την Ένοπλη Οργάνωση του Μιχάλαγα, τα μέλη της οποίας απεφάσισαν να τον συλλάβουν και να τον εκτελέσουν ως κομμουνιστήν. Ο π. Αυγουστίνος έμενε εις οικίαν που ευρίσκετο πλησίον του ιερού ναού του Αγίου Δημητρίου, έναντι της οικίας του ιεροψάλτου Στέργιου Πάπιστα. Ήτο Μεγάλη Δευτέρα. Η κυκλοφορία επετρέπετο από τις επτά το πρωΐ μέχρι τις εννέα το βράδυ. Στην οργάνωση του Μιχάλαγα υπηρετούσε ο γείτονάς μου Γεώργιος Ελευθεριάδης, δάσκαλος. Ήτο διευθύνων νους της οργανώσεως. Κάθε βράδυ τον περίμενα και μάθαινα νέα από τον πόλεμο, διότι στην οργάνωση είχαν ραδιόφωνο και άκουγαν Λονδίνο. Εζήτησα να μάθω αν άκουσε τίποτε για τον π. Αυγουστίνο. Με βεβαίωσε πως άκουσε. Με ρωτά… «Πως μπορούμε να τον ειδοποιήσουμε να φύγει από το σπίτι; Πρόκειται να πάνε άνδρες της οργανώσεως να τον συλλάβουν και να τον εκτελέσουν». Θα στείλω τον πατέρα μου», είπα. Πράγματι. Πηγαίνω στο σπίτι μου, ξυπνώ τον πατέρα μου και του λέγω… «Ο πάτερ Αυγουστίνος κινδυνεύει. Πήγαινε να τον ειδοποιήσεις να φύγει απ’ το σπίτι και αύριο θα του εξηγήσω τι συμβαίνει». Ο πατέρας μου παίρνει το κουτί με τις ενέσεις – έκανε τον δήθεν νοσοκόμο – και ακολουθώντας το δημόσιο δρόμο πήγε στο σπίτι του π. Αυγουστίνου και αφού τον ειδοποίησεν επέστρεψεν ικανοποιημένος. Μας είπε δε τα εξής. «Όταν πήγαινα αισθανόμουνα πως κάποιος είναι δίπλα μου. Το μυαλό μου πήγε στον άγιο Νικόλαο. Αυτός με έκανε να βαδίζω με σιγουριά». Ο πατέρας μου ήτο σεβαστός γέρων και είχε καρδιά μικρού παιδιού, έτσι τον χαρακτήρισε ο π. Αυγουστίνος. Την επομένη επισκέφθηκα τον π. Αυγουστίνο και του εξέθεσα τις διαδόσεις και τους φόβους μας. Εις την οικίαν του ήτο ο μακαρίτης Στέργιος Τέγος, ο Γεώργιος Παφίλης, ένας ενωματάρχης και ο Ευθύμιος Καρμαζής, εάν ενθυμούμαι καλώς. Ο πάτερ Αυγουστίνος μου λέει… «Δεν ήρθε κανείς. Η σπιτονοικοκυρά μου, η οποία τρόμαξε με την είδησι του πατέρα σου, ξημέρωσε στο παράθυρο. Δεν είδε ούτε άκουσε να πλησιάζει άνθρωπος. Εγώ όμως έλαβα τα μέτρα μου. Κοιμήθηκα στο σπίτι του Στέργιου Πάπιστα. Του απαντώ… «Πάτερ Αυγουστίνε, είμαστε υποχρεωμένοι να σε ειδοποιήσουμε. Οι μέρες είναι πονηρές και δεν ξέρουμε αν θα ξημερώσουμε ζωντανοί». Ήτο Μεγάλη Τρίτη. Τη Μεγάλη Τετάρτη με συναντά ο Παναγιώτης Πάπιστας, ο γυιός του Στέργιου Πάπιστα, συνταξιούχος εκπαιδευτικός και νυν δεξιός ψάλτης του Αγίου Νικολάου Κοζάνης και μου λέει… «Αργά χθες το βράδυ πήγαν στο σπίτι του πάτερ Αυγουστίνου και τον ζήτησαν δύο ένοπλοι πολίτες». Και με τον Παναγιώτη Πάπιστα πηγαίνω στην Εστία, ανεβαίνω εικοσιπέντε με τριάντα σκαλοπάτια – εκεί ήτο το γραφείο του π. Αυγουστίνου – και μου λέει… « Οι πληροφορίες του κυρίου Ελευθεριάδη απεδείχθησαν σωστές». Δεν μίλησα και έφυγα. Πηγαίνω στα γραφεία της οργανώσεως, με κίνδυνο να χαρακτηρισθώ ως συνεργάτης της οργανώσεως, και γνωρίζω στον Ελευθεριάδη τα συμβάντα. Μου λέει… «Πήγαινε στον πάτερ Αυγουστίνο και πες του ότι έλαβα θέση για τη σωτηρία του». Ο Ελευθεριάδης κατόρθωσε να πείσει όλους τους υπευθύνους της οργανώσεως να μεταβούν στην Εστία, όπου γινόταν η διανομή του συσσιτίου και προ της διανομής του συσσιτίου το κήρυγμα από τον π. Αυγουστίνο. Στην συγκέντρωση αυτή παρακολούθησαν το κήρυγμα οι περισσότεροι αξιωματούχοι και άνδρες της οργανώσεως και διαπίστωσαν, ότι ο π. Αυγουστίνος είναι όχι μόνο ένας μεγάλος πατριώτης αλλά και ένας μεγάλος πατέρας της Εκκλησίας. Έτσι η οργάνωση από άσπονδος εχθρός έγινε υποστηρικτής. Για δευτέρα φορά σώζεται από βέβαιο θάνατο. Επειδή ο π. Αυγουστίνος μοίραζε συσσίτιο στους τρεις χιλιάδες Βουλγάρους αιχμαλώτους, που εστεγάζοντο στα κτίρια των στρατώνων και υπέφεραν από πείνα και αρρώστιες, οι Εαμίτες τον χαρακτήρισαν ως φασίστα, διότι έστελνε και διένεμε συσσίτιο στους φασίστες Βουλγάρους, και θα περνούσε λαϊκό δικαστήριο, η δε καταδίκη του θα ήτο θάνατος. Τη σύλληψι και τη δίκη του π. Αυγουστίνου την ανέτρεψαν οι Κοζανίτες. Και έτσι σώζεται για Τρίτη φορά. Τα γεγονότα αυτά τα ζήσαμε από κοντά και μένουν στη μνήμη μας. Σεβασμιώτατε, το χρέος της σωτηρίας σου εξεπλήρωσες προς τον πατέρα μου, διότι ήρθες στην Κοζάνη και τον συνώδευσες μέχρι την τελευταία κατοικία του. Σεβασμιώτατε, εμείς, ως ταπεινά πνευματικά παιδιά σου, ευχόμεθα υγείαν, μακροζωΐαν για το καλόν της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της ανθρωπότητος».

Φοβερά χρόνια Ο π. Αυγουστίνος, περιγράφοντας τις φοβερές εκείνες μέρες, λέει… Εκείνα τα φοβερά χρόνια, που επερίμενα από ώρα σε ώρα να κτυπήσει ο δήμιος την πόρτα μας για να μ’ εκτελέσει και άλλαζα κάθε βράδυ σπίτι – μνησθείη ο Θεός της αγάπης της οικογενείας Παφίλη, που μου συμπαραστάθηκε αμέριστα. Να την αγαπάτε ιδιαιτέρως την οικογένεια αυτή, η οποία σε χρόνια φοβερά και απαίσια μας συμπαραστάθηκε, ως η Πρίσκιλα, στο δράμα του ιεροκήρυκος. Λέγαμε τότε… «Πότε να ξημερώσει». Ξημέρωνε και λέγαμε… «Πότε να βραδιάσει», γιατί εκτελούσαν τους ανθρώπους μέσα στην πλατεία. Περπατούσες στο δρόμο και … μπάμ, κάτω. Δεν είδατε αυτά τα φοβερά πράγματα και δεν ζήσατε εσείς αυτές τις φοβερές ημέρες, που ζήσαμε εμείς οι παλαιότεροι και υπάρχει φόβος να τις ξαναζήσουμε. Και άνδρες και γυναίκες και ιερείς εμαρτύρησαν και εσφάγησαν ως αρνία. Και τώρα ευρίσκονται ενώπιον του θρόνου του Θεού και λένε… «Έως πότε, Κύριε» – έχουν παράπονο – «βραδύνεις και δεν τιμωρείς τους σφαγείς και τους δημίους;». Οι οποίοι δήμιοι σήμερα είναι ελεύθεροι. Σφάξανε 100, 200, 300, 400, 500 Έλληνας, και είναι βουλευταί και αρχηγοί κομμάτων και θέλουν εκ νέου να κυβερνήσουν τον τόπο…

Ποιοι έκαναν αντίσταση;

Θυμούμαι εκεί στην Κοζάνη, το έχω πει νομίζω και άλλοτε, επειδή είχα αναπτύξει κοινωνική δράση, με αγαπούσαν πολύ οι κομμουνισταί διότι όταν ανέβηκαν αυτοί στο βουνό, εγώ εδέχτηκα 500 παιδιά των κομμουνιστών, που πεινούσαν. Ανέβηκαν αυτοί στο βουνό, εξασφάλισαν αυτοί τον εαυτό τους – εμείς κάναμε αντίσταση και δεν κάνανε αυτοί αντίσταση. Πήγαν στο βουνό αυτοί, εξασφάλισαν τον εαυτό τους. Τράβα τώρα κάτω εσύ, Αυγουστίνε, για να σε φωνάζουν κουμμούνα. Γιατί τους ομιλούσες, γιατί το Ευαγγέλιο είναι μια επανάσταση, αλλά επανάσταση εν Χριστώ. Κοινωνία εν Χριστώ, όχι κοινωνία εν διαβόλω. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μας. Με πιάσανε τότε οι Γερμανοί και με γλύτωσε ο ιερός Χρυσόστομος. Την προηγούμενη μέρα της συλλήψεώς μου, κατά θαυμαστό τρόπο, είχα διαβάσει μια περικοπή του ιερού Χρυσοστόμου που έλεγε… «Τι είμαι μέσα στην κοινωνία εγώ, ένας ιεροκήρυκας, ένας ιερεύς; Μια βρύση είμαι. Και όπως η βρύση τους ποτίζει όλους, έτσι κ’ εγώ μια βρύση είμαι που τρέχει. Πεινάει ο άλλος; Είμαι υποχρεωμένος να τον θρέψω. Η βρύση στο βουνό τρέχει και πίνουν όλοι… και ο λύκος, και το αρνάκι, και ο άγιος, και ο ληστής, και το περιστέρι, και το κοράκι. Η βρύση δεν κάνει καμιά διάκριση. Κ’ εγώ ως ιερεύς βρύση είμαι και ποτίζω, δεν μπορώ να κάνω καμιά διάκριση. Αυτό, λοιπόν, το είπα (κατ’ την απολογία μου) σε έναν καθηγητή πανεπιστημίου, που ήτανε στην Γκε- στά -πο. Εγώ, του λέω, δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά. Πεινάνε και τους ταΐζω, διψάνε και δίνω νερό να πιούν, είναι άρρωστοι και τους περιποιούμαι. Είμαι μια βρύση και δεν κάνω καμία διάκριση. Τον κομμουνισμό τον αηδιάζω και το μισώ, όχι για τον λόγο που τον μισείτε εσείς… τον μισώ για την αθεΐα του και την απιστία του. Τον άνθρωπο τον κομμουνιστή τον αγαπώ… Λοιπόν, τα μάθανε αυτοί. Και κατόπιν με καλέσανε επισήμως, όλοι αυτοί οι πατριάρχαι των πατριαρχείων του κομουνισμού, για να με εγγράψουν στον κατάλογο των επισήμων κομμουνιστών. Ήταν και ο καπεταν – Μάρκος μέσα και άλλοι…» Για την σύλληψη του αυτή ο π. Αυγουστίνος, σε τραπέζι που παρετέθη στο Οικοτροφείο των «40 Μαρτύρων» Κοζάνης στις 24-10-1993, εις μνήμην των αειμνήστων συνεργατών της Εστίας, είπε… Θα έπρεπε να προσθέσω και ένα όνομα, το οποίο πολύ εβοήθησε, διότι ήξερε καλά την Γερμανική γλώσσα και εκλήθη εκεί στο δικαστήριο από την Γερμανική αστυνομία, την Γκεστάπο, και ομίλησε ευθαρσώς στους Γερμανούς, και οφείλομεν και εις αυτόν πολλήν ευγνωμοσύνην. Αυτός ήτο ο μετέπειτα δήμαρχος της Κοζάνης Βασίλειος Ματιάκης, που ήτο πολύ σπουδαίος. Αυτός με εισήγαγε εις τον διοικητήν. Και αυτός κατά σύμπτωσιν – όχι κατά σύμπτωσιν, διότι τίποτε δεν γίνεται κατά σύμπτωσιν- αυτός είχε διάλογο με τους Γερμανούς. Γιατί με καταγγείλανε ως κομμουνιστή, επειδή έγραψα στο συσσίτιο 500 παιδιά κομμουνιστών, που οι γονείς των πήγαν στα όρη. Ζητούσαν να τα διαγράψω, για να αποδείξω ότι δεν είμαι κομμουνιστής και αγαπώ την Γερμανία. Εγώ δεν τα διέγραψα… διότι θεωρούσα καθήκον μου να τα θρέψω, το διάστημα αυτό. Εκεί, λοιπόν, έγινε διάλογος μεταξύ διοικητού, ο οποίος ήτο καθηγητής και είχε και φρονήματα χριστιανικά. Του λέω… Εγώ δεν αναμειγνύομαι στα κόμματα, δεν αναμειγνύομαι στάς πολιτικάς διενέξεις και ούτε στάς στρατιωτικάς επιχειρήσεις, εγώ είμαι απλώς ένας χριστιανός κήρυκας του Ευαγγελίου, και σας λέγω το εξής – το είχα διαβάσει εκείνες τις ημέρες από τον αθάνατο Χρυσόστομο, που πάντοτε με εμπνέει. Λέγω τα λόγια του Χρυσοστόμου που λέει… –    «Ότι είμαι μια πηγή. Περνάει ο κόρακας, πίνει. Περνάει το περιστέρι, πίνει. Περνάει ο άγιος, πίνει. Περνάει ο κακούργος, πίνει. Δεν κάνει διακρίσεις». Έτσι κ’ εγώ, είμαι ένα ρυάκιο μέσα στην πόλι και δεν κάνω διακρίσεις… προσφέρω ό,τι μπορώ, χωρίς να εξετάζω τας πολιτικάς των διαφοράς. Του άρεσε πολύ αυτό το πράγμα και συνετέλεσε, μαζί με την επέμβαση του εκλεκτού εκείνου εισαγγελέως κ. Σκρέκα και μαζί με όλας τας επεμβάσεις εδώ του λαού μας και του διερμηνέως κ. Ματιάκη, εις τρόπον ώστε να παραταθεί η ζωή μας. Αν και εγώ, ας επιτραπεί να εκφραστώ – αν και αυτό δεν είναι έκφρασις κατά πάντα ευλαβής, αλλά είναι παράπονο – πόσο θα ήμουν ευτυχής αν με έπαιρνε ο Θεός τας ημέρας εκείνας! Πολύ ευτυχής θα ήμουν. Αλλά δεν ήμουν άξιος να είμαι κ’ εγώ με τους εκλεκτούς εκείνους Έλληνας οι οποίοι εθυσιάστηκαν για το έθνος. Είθε να ζήσει πάντοτε μέσα στην καρδιά μας η λέξις θρησκεία – Ορθοδοξία και μαζί με την Ορθοδοξία να ζήσει η Ελλάς εις αιώνας αιώνων. Αμήν.

Προ του Γερμανικού αποσπάσματος

Θυμούμαι πάλι στον ατομικό μου βίο, όταν προ 50 ετών ήμουν στην Κοζάνη και με την βοήθεια του Θεού οι εκλεκτές κυρίες είχαν διοργανώσει συσσίτιο, που ετρέφοντο 8.000 πεινασμένοι άνθρωποι. Εκεί συνέβη τότε να με συκοφαντήσουν και να με διαβάλουν… και ήμουν έτοιμος να καταδικαστώ εις θάνατον. Ποιος μ’ έσωσε; Βέβαια ο Θεός με έσωσε. Αλλά μια ευγενής κυρία, που το όνομα της ελέγετο Αρτεμισία και ο άνδρας της ήτο εισαγγελέας, έπαιξε σπουδαίο ρόλο, για την σωτηρία μου. Και ενώ εγώ ευρισκόμουν εκεί στο δικαστήριο και ήμουν έτοιμος να δικασθώ και να καταδικασθώ ασφαλώς εις θάνατον, διότι εξουσίαζαν οι Γερμανοί, αυτή του έστειλε σημείωμα, που έγραφε… «Θόδωρε», έτσι τον λέγανε, «σε παρακαλώ πολύ να προσέξεις πολύ την υπόθεση του Αυγουστίνου, για να μην γίνεις δεύτερος Πόντιος Πιλάτος και καταδικάσεις έναν αθώο άνθρωπο, ο οποίος ευεργετεί την πόλη». Αν θέλετε να μάθετε λεπτομερείας, μπορείτε να το διαβάσετε σε ένα βιβλίο υπέροχο, το οποίο έγραψε ο εκλεκτός θεολόγος Παναγιώτης Μύρου, 400 σελίδες είναι. Σαν παραμύθια φαίνονται… αλλά δεν είναι παραμύθια, είναι πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στην Κοζάνη. Και πάλι ας κάνουμε μια διακοπή, για να διηγηθή το περιστατικό η κόρη της κ. Αρτεμισίας, η Αικατερίνη Σκρέκα – Δρίζη, η οποία, μικρούλα τότε, συμμετείχε στο σχέδιο της σωτηρίας του π. Αυγουστίνου και είναι αυτόπτης μάρτυς των γεγονότων. Πολλά τα γεγονότα της τρομερής εκείνης εποχής. 12 -13 χρονών κοριτσάκι εγώ τότε ζούσα με τον πατέρα, την μητέρα. Σεβαστοί γονείς, εξαίρετοι άνθρωποι, οι οποίοι έτρεφαν μεγάλη πολύ μεγάλη, συμπάθεια στον πατέρα Αυγουστίνο. Θα τα πω εν ολίγοις για να μη σας κουράσω. Μέσα στο σπίτι μας κυριαρχούσε η μορφή του πατρός Αυγουστίνου. Μια μέρα μου λέει ο πατέρας μου, επειδή πάντοτε τον αγαπούσα και τον θαύμαζα σαν ρήτορα – όταν χειριζόταν τον λόγο στα δικαστήρια, πάντα είχε να πει ηθικές αρχές. Μου λέει… «Αν ενδιαφέρεσαι Καίτη, ν’ ακούσεις ένα ωραίο κήρυγμα, ένα ωραίο λόγο μου- κήρυγμα για την οικογένεια, έλα μετά το σχολείο σου». Πραγματικά μόλις σχόλασα, τρέχω από τα δικαστήρια ν’ ακούσω το μπαμπά. Εκεί όμως, μπαίνοντας στο γραφείο του κ. Κίτσου του γραμματέως, πολύ αγαπητού μας φίλου, μου λέει: «Μη μπεις μέσα, διότι είναι η γκεστάπο με τον πατέρα Αυγουστίνο. Άσ’ τα, μου λέει, «πάει ο Αυγουστίνος». «Μη μου λές», του λέω, «τι συμβαίνει;». «Πρέπει να’ ναι τα τελευταία του τώρα», μου απαντά. Δεν είπα τίποτε εκείνη τη στιγμή. Έφυγα κλαίγοντας από τα δικαστήρια. Τρέχω στο σπίτι, στη μαμά, η οποία ήταν μια πολύ ασθενής γυναίκα, αυτό πρέπει να το σημειώσω. Υπέφερε από χρονία πυώδη νεφρίτιδα και οι γιατροί της είχαν απαγορεύσει να κάνει παιδιά. Αυτή όμως με την πίστη στο Θεό έκανε έξι παιδιά, από τα οποία ζούμε τα τρία. «Μαμά», της λέω, «τον πατέρα Αυγουστίνο τον έχουνε γκεσταπίτες στο μπαμπά. Αυτή τη στιγμή δικάζεται, μαζί με τον φρούραρχο». Μου λέει: «Μην ανησυχείς, παιδί μου», με είδε πάρα πολύ αναστατωμένη. Βγάζει μια καρτούλα από την τσάντα της, κάρτ-βιζιτ. Αυτή η ασθενική γυναίκα, με 1,40 ύψος, αλλά όλο δύναμη, όλο αγάπη για τον συνάνθρωπό της. «Μην ανησυχείς», μου λέει. Παίρνει την καρτούλα της και σημειώνει: «Θεόδωρε, σε παρακαλώ πολύ να προσέξεις την υπόθεση του πατρός Αυγουστίνου και να μην φερθείς σαν άλλος Πόντιος Πιλάτος, αλλά και τη θέση σου να χάσεις, και τη ζωή σου ακόμη για τον πατέρα Αυγουστίνο». Τρέχω αμέσως, φτερά στα πόδια μου, πηγαίνω στο δικαστήριο. Ο κ. Κίτσιος να με απαγορεύει να μπω μέσα. Πως άνοιξα! Γι’ αυτό και οι πόλεμοι καμιά φορά λέμε γίνονται μόνο από νέους ανθρώπους. Ανοίγω την πόρτα, πηγαίνω στον πατέρα μου. «Τι συμβαίνει;», μου λέει ο μπαμπάς. Νόμισε πως έπαθε η μητέρα μου κάτι, η οποία σας λέω ήταν πολύ φιλάσθενη και κρεμόταν απ’ τον πατέρα μου κυριολεκτικά. Του λέω: «Μπαμπά, αυτό η μαμά μου το’ δωσε διάβασέ το, τώρα αμέσως». Το διαβάζει: σηκώνεται ο φρούραρχος, ζητά το λόγο. Τι συμβαίνει; Λέει ο διερμηνεύς. Αλλά ο πατέρας μου, που ήξερε τη Γαλλική γλώσσα, συνεννοήθηκε απευθείας στα γαλλικά με τον φρούραρχο. Δεν θέλησε να μιλήσει Ελληνικά μέσω του διερμηνέως. Εγώ το κατάλαβα αυτό: ήταν πανέξυπνος άνθρωπος ο πατέρας μου, και του το διάβασε. Εκείνος σηκώνεται, σε στάση προσοχής, και επαναλαμβάνει στα γερμανικά τα όσα είχε πει ο πατέρας μου. Και φεύγω από μέσα εγώ. Έφυγα αμέσως και περίμενα με αγωνία. Και ω του θαύματος, ω του θαύματος της προσευχής! «Γιατί μου είπε η μανούλα μου: Εσύ φύγε γρήγορα, κ’ εγώ θα προσευχηθώ για τον πατέρα Αυγουστίνο». Δόξα τω Θεώ, Σεβασμιώτατε, που σας έχουμε μαζί μας. Και σας παρακαλώ να προσεύχεσθε για τη μαμά και για το μπαμπά στην αγία τράπεζα. Το αξίζανε, το αξίζανε πραγματικά. Σας ευχαριστώ.

Τα πτωχαδάκια της Κοζάνης Επί τη εμφανίσει του προέδρου του Συλλόγου των «40 Μαρτύρων», του αειμνήστου Ευθύμιου Καρμαζή, ο π. Αυγουστίνος είπε… Αργά μας ήρθες, κ. Ευθύμιε. Αλλά επειδή είσαι από μακριά, σε συγχωρούμε. Έλα κάθησε εδώ μπροστά. Να, κι αυτός είναι από τα πτωχαδάκια, που σας είπα. Κοζανίτης είναι. Επίκαιρο είναι και αυτό το θέμα, γι’ αυτό σε πραγματικότητα θα ομιλήσω. Θα κάνω μια παρένθεση και θα μιλήσω για τον κ. Ευθύμιο, μια που ευρίσκεται εδώ.

Τα φοβερά εκείνα χρόνια Τώρα πάνε, περάσανε πολλά χρόνια, γέρασα. Κακό πράγμα να γερνάει κανείς. Πόσα έχουν δει τα ματάκια μου και πόσους κινδύνους πέρασα! Ήταν το 1942, 43, 44, τα φοβερά αυτά χρόνια, που τα τρέμει ο λογισμός. Δεν κοιμόμασταν σ’ ένα σπίτι. Κάθε μέρα αλλάζαμε σπίτι, και δεν ξέραμε αν θα ζήσουμε. Ξημέρωνε και λέγαμε: «Θεέ μου, πότε θα βραδιάσει». Βράδιαζε, και λέγαμε: «Πότε θα ξημερώσει». Όσοι ζήσανε εκείνα τα χρόνια, τα θυμούνται αυτά. Είναι φρικτά πράγματα. Εκεί, στην Κοζάνη, βρέθηκα τα χρόνια εκείνα. Πείνα, δυστυχία, καταστροφή. Γέμισε η πόλις, ηπόλις των 15.000 έγινε 30.000 τότε. Όλα τα χωριά καιγόταν και ερχόταν στην πόλη οι άνθρωποι, ξυπόλητοι, γυμνοί, ελεεινοί, τρισάθλιοι. Οι πλούσιοι θησαυρίζανε, γλεντούσαν, και ουδεμία ιδέα είχαν. Και ήταν πλούσια η Κοζάνη, είχε πολλά λεπτά. Τους επιτέθηκα αγρίως, όχι με τη γλώσσα που μιλάω εδώ, αλλά με καυστική γλώσσα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε με ποια γλώσσα τους ομίλησα. Λοιπόν, όλοι αυτοί συνασπιστήκανε, μικροί, μεγάλοι, επιστήμονες, πλούσιοι, και μου επιτέθηκαν. Αλλά εδικαιώθηκα εκ των υστέρων διότι αυτά που τους είπα, ήταν αληθινά.

Στην πλατεία της Κοζάνης Το πιο συγκλονιστικό πράγμα που συνέβη στη ζωή μου, ήτανε το εξής. Όταν κατέβηκε από τα βουνά ο καπεταν – Μάρκος με τους ανθρώπους του και μπήκε στην πόλι, – αυτά δεν είναι παραμύθια που θα σας πω – πήγαν στην πλατεία της Κοζάνης και άρχισαν να σκάβουν. Σκάβανε, σκάβανε, και έλεγαν οι άνθρωποι που τους βλέπανε: «Τρελαθήκανε αυτοί;». Μα δεν ήταν τρελλοί. Ήξεραν καλά, από μυστικά των εργατών, ότι κάτω από την πλατεία της Κοζάνης είχαν ανοίξει οι πλούσιοι της πόλεως έναν υπόνομο και εκεί κρύψανε τόννους δέρματα, σκληροδέρματα, από παπούτσια, και αγγεία με λίρες… και αυτοί τώρα τα βγάλανε έξω. Και μετά, τσακωθήκανε αυτοί μεταξύ των, και πήγαν να σκοτωθούν. Μέχρι το βράδυ τα είχαν μοιράσει οι συντρόφοι. Παραμύθι σας φαίνεται αυτό;

Το «σωφερέικο» με τον π. Αυγουστίνο Τότε αυτοί οι πλούσιοι, μου κηρύξανε φοβερό και τρομερό πόλεμο. Πως εγλύτωσα, ο Θεός ξέρει. Αλλά ας τα’ αφήσω αυτά. Εκείνο που θέλω να σας πω, σχετικά με το μάθημα, κοντά στο κήρυγμα το δικό μου ποιοι στάθηκαν; Τα πτωχαδάκια, οι σωφέρ βρεθήκανε και λέγανε μέσα στην Κοζάνη: «Με τον Καντιώτη ποιοι πηγαίνουν; Όλο το σωφερέικο», γιατί η Κοζάνη είναι η πόλις των σωφέρ. Οι καλύτεροι σωφέρ της Ελλάδος είναι οι Κοζανίτες. Έχουν εκεί το δρόμο της Καστανιάς – η Καστανιά και ο Σαραντάπορος τους εγύμνασε και είναι φοβεροί οδηγοί. Τώρα ο Ευθύμιος είναι 75 χρονών, και οδηγάει ακόμα: είναι ο αρχαιότερος σωφέρ της Ελλάδος. Του λέω: «Κάτσε φρόνημα» αυτός τίποτε, οδηγάει το αυτοκίνητο ακόμα. Λοιπόν, αυτοί ήτανε κοντά μου. Καμιά 30-40 ήταν, και μ’ αυτούς – και με την βοήθεια του Θεού – ξεκίνησα και κάναμε τον αγώνα. Με τη βοήθεια αυτών των μικρών κάναμε τα συσσίτια. Έ, κατόπιν κοντά σ’ αυτούς ήρθε και κανένας δάσκαλος, ήρθε και κανένας άλλος, αλλά αυτοί ήταν η ρίζα. Αυτοί φτιάξανε ένα Σύλλογο, και από 50 πιάτα φτάσανε 8.000 πιάτα. Ο κ. Ευθύμιος ήταν τότε κοντά μου.

Κατάσχονται Είπα τότε στον Άγιο Νικόλαο – γεμάτος ήταν τότε ο ναός, αλλά πτωχαδάκια. Οι άλλοι ήταν απ’ έξω και κοροϊδεύανε. Τους λέω: «Θα πάτε το βράδυ στα σπίτια σας και ό,τι έχετε θα το χωρίσετε στη μέση. Μια οκά μακαρόνια; Τη μισή οκά θα τη φέρετε εδώ. Μια οκά φακές; η μισή να ρθη εδώ. Απ’ ό,τι έχετε, τα μισά εδώ». Τα είπα με έντονη φωνή. Τους εξώρκισα ενώπιον της εικόνος του αγίου Νικολάου, που αγαπούν αυτοί οι Κοζανίτες. ¨Θα τα χωρίσετε όλα στη μέση και τα μισά θα τα φέρετε εδώ. Αν τα κρατήσετε όλα για τον εαυτό σας, θα σαπίσουν». Δεν το πίστευα! Την επομένη μέρα, τι να δω, ουρά είχε σχηματισθεί έξω από την Εστία. Έχουμε καλό και ευγενή λαό. Όλοι αυτοί κρατούσαν στα χέρια τους σακουλάκια, μέχρι κρεμμύδια και σκόρδα φέρανε. Σου λέει: «Να μη μας καταραστεί ο παπάς». Και όλη μέρα, από το πρωί ως το βράδυ, τα μετρούσαμε συνεχώς και γεμίσαμε μια ολόκληρη αποθήκη, από τα πτωχαδάκια. Επί κεφαλής ήταν ο Γιώργος ο Παφίλης. Το βράδυ, να, ο διάολος με τα κέρατα παρουσιάστηκε, με τα μαύρα κέρατα, γιατί ο διάβολος έχει πότε μαύρα, πότε κόκκινα κέρατα. Έτσι δεν είναι, κ. Σαχινίδη; Το βράδυ έρχεται ο νομάρχης και κάτι άλλοι και λένε: -«Εν ονόματι τίνος τα μάζεψες αυτά; Τα κατάσχομε». -«Βρέ», τους λέω, «εσείς θα τα κατάσχετε; Εγώ τα μάζεψα για τα περιστέρια, και θα τα φάνε τα κοράκια; Λάθος κάνετε». Και γίνεται ένας καβγάς!…»

«Μην τον σκοτώνετε!» Στο σημείο, συμπληρωματικά, παρεμβάλλω μια μαρτυρία του μακαριστού Ευαγγέλου Παφίλη σχετική με το επεισόδιο. Ένας απ’ αυτούς έβγαλε το όπλο και ήταν έτοιμος να πυροβολήσει τον π. Αυγουστίνο που αντιστεκόταν. Μην τον σκοτώνετε!», φώναξε έντρομος ο αποθηκάριος Γιώργος Παφίλης, και μπήκε μπροστά στον π. Αυγουστίνο, για να γίνει ασπίδα με το σώμα του. «Πάρτε ό,τι θέλετε», τους είπε, «κι αφήστε τον π. Αυγουστίνο». Πήραν κάποια πράγματα, και την επόμενη θα κάναν την κατάσχεση.

Εν καιρώ νυκτός Και ο π. Αυγουστίνος συνεχίζει: Δεν τα βγάζουμε πέρα μ’ αυτούς, Ευθύμιε, του είπα. Τι να κάνουμε; Είναι ντροπή να μας τα πάρουν από τα χέρια. Τα μαζέψαμε εμείς από τον πτωχό λαό, και να μας τα φάνε τα κοράκια; Το βράδυ σκεπτόμασταν τι να κάνουμε. «Έχω αμάξι εγώ», λέει ο Ευθύμιος. Τον παίρνω το ίδιο βράδυ, περνάμε την Καστανιά, και φτάσαμε κάτω στη Θεσσαλονίκη. Και από δω – από εκεί, κατορθώνουμε με κάποιο φίλο, που είχε ο Ευθύμιος – αυτά είναι μυστικά δεν πρέπει να τα πούμε, κατορθώνουμε και παίρνουμε μια άδεια, που δεν θέλανε να τη δώσουν σ’ εμένα, γιατί με είχαν διαβάλει τα ελεεινά υποκείμενα της πόλεως ότι είμαι κόκκινος παπάς. Κάθε άλλο παρά κόκκινος παπάς ήμουν. Μετά, τι τράβηξα από τους κοκκίνους είναι απερίγραπτο. Λοιπόν, δεν ήθελαν να μου τη δώσουν, αλλά την πήραμε. Και δια νυκτός πάλι επιστρέφουμε στην Κοζάνη, και πρωί πρωί κολλάμε τη διαταγή. Ήηηη! έρχονται, λοιπόν, πάλι τα κοράκια, είδαν την διαταγή, και φύγανε μουγκρίζοντας. -Είναι σωστά αυτά, Ευθύμιε»; (…) Αυτά έγιναν εκεί πέρα, δι’ ολίγων δηλαδή.

Ευχαριστώ το Θεό για τα πτωχαδάκια Γι’ αυτό λοιπόν σας λέω κ’ εγώ: Τώρα που είμαι 70 χρονών και πέρασα πολλές πόλεις, ευχαριστώ το Θεό για τα πτωχαδάκια. Αυτό που λέει ο Παύλος, το δοκιμάσαμε κ’ εμείς. Κοντά στο Χριστό είναι τα πτωχαδάκια. Όποιος έχει πολλά λεφτά, όποιος έχει αξιώματα κλπ., φεύγε μακριά: έχει έναν εγωϊσμό και μια υπερηφάνεια. -Αλλά δ’ μου λες, αγαπητέ Τραϊανέ, γιατί όταν γεννιέται το παιδί έχει το χέρι έτσι, σφικτό; Κομμουνιστικά είναι τα παιδιά; Τι λές, έτσι είναι πάντα; (…) Καλό είναι αυτό που λες, πρωτότυπο είναι. Να λοιπόν, που ξέρω και σε ρωτώ. -«Βουτάει το δακτυλίδι της μαμμής». Το παιδί, κράπ! Έτσι σφικτά κρατάει το χέρι του. Και είναι η μανία του ανθρώπου, λέει κάποιος φιλόσοφος, για να τα πιάσει όλα, θέλει να πιάσει τη γη ολόκληρη. Έρχεται έπειτα ο χάρος και άπ! του ανοίγει το χέρι. Άντε να κλείσεις τα χέρια των νεκρών. -Καλά, Τραϊανέ, το παιδάκι εκείνο είναι αθώο, από ένστικτο τέλος πάντων το κάνει: αλλά οι μεγάλοι, που τα βουτάνε όλα; Μ’ αυτούς τι γίνεται; Άλλοι βουτάνε δαχτυλίδια, άλλοι βουτάνε αξιώματα, άλλοι βουτάνε τούτο και άλλοι το άλλο και μετά έρχεται o χάρος, τους δίνει μια γροθιά, και έτσι φεύγουμε γυμνοί και τετραχηλισμένοι ενώπιον του Θεού. Άνθρωπε, κράτησέ τα. Τι θα τα κάνεις; Έρχεσαι με τέτοια τάση, και φεύγεις με ανοιχτά τα χέρια. Αυτό το είχα δει τότε που πέθανε ο Στάλιν, που και οι φανατικοί κομμουνισταί δεν τον αγαπούνε. Ο Στάλιν υπήρξε το αγριότερο θηρίο του κόσμου. Άς είναι καλά οι Αμερικάνοι που τον βοηθήσανε. Τον κατεδίωξε καλά ο άλλος (ο Χίτλερ), μέχρι τα Ουράλια. Αυτά είναι τα μεγάλα σφάλματα των Αμερικάνων, που έχουμε στον αιώνα μας. Κακούργος ο Στάλιν, χειρότερος από τους Νέρωνας και από τους άλλους. Μετά εδημοσιεύθη μια φωτογραφία του, που είναι το σύνθημά σας, κύριοι συντρόφοι: μια γροθιά, το χέρι του Στάλιν, που κρατούσε την γη ολόκληρο. Και πάει. Έτσι είναι ο άνθρωπος. Δεν έχει τίποτε. Μόνο εδώ, στο Χριστό.Αυτό που λέει εδώ ο Παύλος, «εν Χριστώ». Αυτοί οι λίγοι, τα πτωχαδάκια. Και μέσα στη Ρωσία σήμερα τα πτωχαδάκια μένουν στην Εκκλησία. Μεγάλο πράγμα: και ανεκρίζωτος είναι η Εκκλησία. Ευχαριστώ το Θεό, γιατί μέσα στην κόλαση αυτή, λέγει ο Παύλος, υπάρχουν τέτοια φτωχαδάκια που πιστεύουν στο Χριστό. Ευχαριστώ, λέγει το Θεό, γιατί αυτοί δεν είναι κάλπικοι, αλλά είναι πραγματικοί Χριστιανοί. Έχουν πίστη, έχουν ελπίδα και αγάπη στο Θεό. Και τι αγάπη!

Ανθρώπινη αδυναμία Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Αυτό που έγινε στον Αρχηγό της πίστεώς μας, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, έγινε και στον π. Αυγουστίνο. Ήρθε στιγμή που και οι συνεργάτες του φοβήθηκαν και απέσεισαν από πάνω τους τις ευθύνες και τον άφησαν να σηκώσει αυτός το βάρος. Με κάποιο ελαφρό παράπονο το θυμάται ο Γέροντας και λέει: Κάποια στιγμή, μ’ εγκατέλειψαν όλοι. -Μην κάνεις τέτοια κηρύγματα, που ενοχλούνται οι Γερμανοί, μου είπαν, γιατί κινδυνεύουμε όλοι. Κ’ εμείς έχουμε οικογένειες και παιδιά. – Καλά, τους είπα. Αφού έτσι θέτετε το θέμα, θα κάνουμε ένα χαρτί, που θα λέει: «Για ό,τι λέει ο ιεροκήρυκας, είναι υπεύθυνος ο ίδιος»… και να το υπογράψετε, για να απαλλαγήτε από οποιαδήποτε ευθύνη. Κάναμε το χαρτί. Και το υπέγραψαν όλοι, πλην του Παφίλη. Εκείνο τον καιρό οι κομμουνισταί είχαν ένα δυνατό αρθρογράφο, και για να μη συλληφθεί, έλεγαν στους εργατικούς: «Ποιος θέλει να βάλει το όνομά του κάτω από το άρθρο και ν’ αναλάβει την ευθύνη:». Εκατό χέρια σηκώνονταν, για εκείνον. Μετά από κάθε άρθρο συλλαμβάνανε τον εργάτη, που έφερε το όνομά του, και το ρωτούσαν (-ξέρανε αυτοί ότι δεν είναι δικό του-). «Αφού εσύ είσαι αγράμματος πως έγραψες τέτοιο άρθρο;». Κ’ εκείνος απαντούσε: -«Με προσβάλλεις, κ. δικαστά, δικό μου είναι το άρθρο». Και τον έρριχναν στη φυλακή. Μ’ αυτό τον τρόπο έμενε ασύλληπτος ο αρθρογράφος και συνέχιζε το έργο του.

Οι πλούσιοι της Κοζάνης Οι πλούσιοι της Κοζάνης δεν έδιναν τίποτε, ο φτωχός λαός μας συμπαραστάθηκε. Τους ήλεγξα τότε, και γι’ αυτό με μισούσαν. Τους είπα: «Κρατάτε τα χρήματά σας και δεν δίνετε τίποτε στους πτωχούς; Έννοια σας, θα σας τα φάνε άλλοι». Και πράγματι, όταν άλλαξε η κατάσταση και κατέβηκαν από τα βουνά, με τον καπεταν – Μάρκο, έστειλαν μήνυμα σε κάποιους πλουσίους από την πόλι και τους είπαν: «Αν μέχρι το βράδυ δεν φέρετε τα χρήματα που σας ορίσαμε, θα σας κοντύνουμε μια πιθαμή». Φοβήθηκαν οι πλούσιοι και έδωσαν ό,τι τους ζητούσαν. Τα συγκέντρωσαν κατόπιν αυτοί (=οι κουμμουνισταί), και με κάλεσαν. -«Έλα», μου λένε, «Αυγουστίνε, να δεις πόσα κοκοράκια (λίρες) μαζέψαμε εμείς, ενώ εσύ με το Ευαγγέλιο μάζεψες μόνο δύο». -«Ναι», τους απαντώ, «μάζεψα μόνο δύο. Αλλά υπάρχει μια μεγάλη διαφορά, εγώ τα μάζεψα με ελευθερία, ενώ εσείς τα μαζέψατε με τη βία».

Η αληθής δημοκρατία είναι ο Χριστιανισμός

Μίλησα στον Άγιο Κωνσταντίνο παρουσία ενόπλων και του επισκόπου Ιωακείμ, και είπα… «Η αληθής δημοκρατία είναι ο Χριστιανισμός. Η πολιτική δεν συμβιβάζεται με τα καθήκοντα του ιερωμένου. Όποιος ιερωμένος θέλει να πολιτευθεί, να πετάξει τα ράσα, να φορέσει γραβάτα, και τότε να κατεβεί στον πολιτικό στίβο». Όταν τελείωσα και κατέβηκα από τον άμβωνα, ο Ιωακείμ, που ήταν παρών και άκουε το κήρυγμα, με φίλησε και μου είπε στ’ αυτί. «Να περάσεις μετά από τη Μητρόπολη». Όταν πήγα στη Μητρόπολη και με είδε, λέει… -«Τι ήταν αυτά που έλεγες, ρε Αυγουστίνε; Έτοιμοι ήταν να σ’ αρπάξουν, δεν τους έβλεπες; Σε φίλησα, για να τους αφοπλίσω. Δεν ήθελα εγώ να σε κάνω ήρωα». Από δω και πέρα η αγωνία όλων αυξάνεται. Ο ισχνός στο σώμα, αλλά γενναίος στην ψυχή ιεροκήρυκας κάνει νέο κήρυγμα στον Άγιο Δημήτριο για τον «άθεο Μαρξισμό». Οι αντάρτες δεν αστειεύονται πλέον. Μια νύκτα, ίσως από της τραγικότερες της ζωής του π. Αυγουστίνου, έρχονται ένοπλοι να τον συλλάβουν στο σπίτι της κ. Άννας Χαλβατζή, όπου έμενε. Το σχέδιό τους ήταν, να τον ρίξουν σε πηγάδι, να τον πνίξουν, και να εξαφανίσουν τα ίχνη του. Αλλά το ματαίωσε ο Θεός. Ο θεολόγος καθηγητής Βασιλείου, που έμεινε στον κάτω όροφο του σπιτιού, αντιλήφθηκε μέσα στη νύχτα τις δύο φιγούρες των ένοπλων, που περιεργάζονταν το σπίτι. Κάποια στιγμή ο ένας έδειξε το παράθυρο του π. Αυγουστίνου. Ο καθηγητής κατάλαβε τι επρόκειτο να γίνει. Κτυπάει από κάτω το πάτωμα του επάνω ορόφου, που ήταν ξύλινο, και λέει στον π. Αυγουστίνο, να σβήσει το φως και να πέσει στο πάτωμα, γιατί κινδυνεύει. Συγχρόνως ειδοποιεί την σπιτονοικοκυρά του, που έμεινε κι αυτή στον κάτω όροφο του σπιτιού. Εκείνη ξυπνά τον γυιό της, που βρισκόταν τη νύχτα εκείνη στο σπίτι: «Ξύπνα», του λέει, «κινδυνεύει ο π. Αυγουστίνος, ήρθαν να τον συλλάβουν». Οι δυό οπλοφόροι, που εν τω μεταξύ πήδηξαν από τα κάγκελλα και βρέθηκαν στο μικρό προαύλιο, ανέβηκαν γρήγορα τα σκαλοπάτια και βροντούσαν την πόρτα, για να τους ανοίξει ο π. Αυγουστίνος. Αλλά πόσο μεγάλη ήταν η έκπληξη τους, που βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν δικό τους. Ο γυιός της Άννας, ο Γιάννης, που ήταν αξιωματικός των ανταρτών, ανέβηκε στο μεταξύ την εσωτερική σκάλα και έπιασε το πόμολο της πόρτας από μέσα: ήταν αποφασισμένος να προστατεύσει με κάθε τρόπο τον π. Αυγουστίνο. Γίνεται έντονος διάλογος μεταξύ του γυιού της Άννας και των ενόπλων, που παραβίαζαν εκείνη τη νύχτα το σπίτι του, για να συλλάβουν τον π. Αυγουστίνο. -« Έχουμε διαταγή να συλλάβουμε τον παπά, που είναι εχθρός του λαού», του λένε. Και αυτός απαντά: -«Δεν έχετε να πάρετε κανέναν Αυγουστίνο, θα τον πάρετε μόνον αν περάσετε από το πτώμα μου. Φύγετε, γιατί θα πιάσω το οπλοπολυβόλο». Η αντίσταση του ηρωϊκού εκείνου παιδιού έσωσε τον π. Αυγουστίνο για μια ακόμη φορά. Ο π. Αυγουστίνος, όταν ξημέρωσε, πήγε να τους ζητήσει το λόγο, που άνανδρα μέσα στη νύχτα πήγαν να τον συλλάβουν. Κάποιοι κοντινοί συνεργάτες του προσπάθησαν να τον εμποδίσουν. Αλλά ο π. Αυγουστίνος ήξερε, ότι δεν κινδύνευε απ’ αυτούς την ημέρα, αλλά μόνο τη νύχτα. Δεν τολμούσαν να έρθουν αντιμέτωποι με το λαό της Κοζάνης, που υπεραγαπούσε τον π. Αυγουστίνο, γι’ αυτό και το σχέδιό τους ήταν να τον ρίξουν σε πηγάδι, για να μην μπορέσει κανείς να μάθει τι απέγινε.

Το ιδεώδες πολίτευμα Θυμάμαι, τότε που ήταν στην Κοζάνη ο Βαφειάδης, ο αρχηγός του κομμουνιστικού κόμματος και αρχιστράτηγος. Στεκόταν κλαρίνο μπροστά του όλοι, μικροί και μεγάλοι. Ήταν ημέρες δύσκολες. Οι Κοζανίτες ξέρουν ότι δεν ανήκουμε σε κόμματα. Μας πιέσανε, κινδύνευσε η ζωή μας, αλλά μείναμε σταθεροί και ακλόνητοι. Η πόλη της Κοζάνης είχε διαιρεθή σε διάφορα κόμματα. Εμείς τότε καλέσαμε το λαό, για να του υποδείξουμε το ιδεώδες πολίτευμα. Και ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου επλημμύρισε από κόσμο. Ήρθαν κι αυτοί μέσα. Τους μίλησα για τα διάφορα πολιτεύματα που υπήρχαν από την αρχαιότητα μέχρι των ημερών μας. Και μετά τους είπα: «Θα σας υποδείξω μια ιδεολογία, που αν την εφαρμόσει η πόλη της Κοζάνης, αλλά και ολόκληρη η πατρίδα μας, η Ελλάδα θα είναι η πιο ευτυχισμένη χώρα του κόσμου». Τους περιέγραψα τα’ άλλα πολιτεύματα. Παρουσίασα τα ελαττώματά τους, ως υπό ανθρώπων διοικούμενα. Και τέλος είπα ότι: «Η δική μου ιδεολογία είναι ΧΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ, ό,τι θέλει ο Χριστός. Ποίος μπορεί να είναι εναντίον αυτού του αρίστου και τέλειου πολιτεύματος; Αν αποφασίζανε όλοι, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, όλων των παρατάξεων, ν’ ακούσουν τη φωνή του Θεού και να εφαρμόσουν το Ευαγγέλιο του Χριστού, τότε η Ελλάδα θα ήταν η ευτυχεστέρα χώρα του κόσμου. Βασιλεύς και κυβερνήτης παντού θα ήταν ο Χριστός». Το σχολιάζανε βέβαια οι αντάρτες, γιατί ήταν τετραπέρατοι. Και κατόπιν έδωσαν απάντηση: «Ακούσαμε», είπαν, «το σύνθημα του Αυγουστίνου, αλλά απαντάμε: Είναι αφελής ο Αυγουστίνος και τα λέει αυτά. Το “ Χριστοκρατία”, που το παραδεχόμεθα και εμείς ως ιδεώδες πολίτευμα, θα καταντήσει να γίνει παπαδοκρατία». Από τότε, λοιπόν, εμείς ελέγξαμε και δεν συμφωνήσαμε ποτέ, ούτε με τους μεν ούτε με τους δε.

«Να σε γράψωμε στους καταλόγους των επισήμων» Τότε η ζωή δεν είχε καμία αξία. Εσώθην από πολλές περιπτώσεις – ο Θεός να μου δίνει μετάνοια. Τα χρόνια εκείνα τα τρομερά, ο Παφίλης ο Γιώργος ήταν εκείνος που με αγαπούσε, φρόντιζε για μένα και με φύλαγε. Είχε ανοίξει το σπίτι του και σ’ ένα υπόγειο κοιμόμουν και κρυβόμουν. Το βράδυ με την αδελφή τους Άννα παρακολουθούσαν τα βήματα των ανθρώπων, για να μη’ ρθούν και με πιάσουν. Εσώθην μια φορά που ήρθαν οι κουμμούνες να με συλλάβουν. Περίεργοι άνθρωποι ήταν, θηρία φοβερά. Κ’ εμένα με θεωρούσαν κομμουνιστή, λόγω των ριζοσπαστικών κηρυγμάτων. Αλλά εγώ – πρέπει να το γράψω αυτό μέσα στις αναμνήσεις μου: Μια μέρα με κάλεσαν αυτοί. Ήταν ο Βαφειάδης και άλλοι, ήταν και ο δεσπότης Ιωακείμ. Με κάλεσαν και μου είπαν: -«Λόγω της δράσεώς σου, τιμής ένεκεν, αποφασίσαμε να σε εγγράψωμε στον κατάλογο των επισήμων κομμουνιστών». Και τους απαντώ: -«Το σκεφτήκατε πολλή ώρα αυτό»; -«Ναι», λένε, «το σκεφθήκαμε». Τους απαντώ: -«Εκεί που είστε σεις, δεν έρχομαι. Εκεί που είμαι εγώ, θα’ ρθητε μια μέρα κ’ εσείς». -«Δηλαδή», μου λένε, «πως το εννοείς αυτό;». -«Εγώ», τους λέω, «παρ’ όλη την ατέλεια και αμαρτωλότητά μου, εκπροσωπώ το     Τέλειο, που είναι ο Χριστός, ενώ εσείς εκπροσωπείτε το ατελές». -«Γιατί το λες αυτό;», φώναξε ο Ιωακείμ. -«Έχω πολλά ερωτηματικά», του λέω, «γύρω από τον κομμουνισμό». -Εξανέστησαν αυτοί, και ιδίως ο Κοζάνης ο Ιωακείμ. (Δεν εγνώρισα άλλον μητροπολίτη ευφυέστερο απ’ αυτόν. Πώ πω πω! σπίρτο ήταν, πέντε γλώσσες ήξερε). -«Γιατί», μου λέγει, «έχεις ερωτηματικά, και δεν έχεις θαυμαστικά; Να έρθεις κοντά μου, για να τα κάνεις θαυμαστικά». Του λέω: «Αυτό το πράγμα δεν γίνεται, ο σταυρός είναι ένας». Είπαμε πολλά. -«Τι θεωρείς τον κομμουνισμό;», λέει ο Ιωακείμ. Όταν το ρώτησε αυτό, το κομμουνιστικό κόμμα ήταν στη δόξα του. Και απήντησα: -«Φρονώ, ότι ο κομμουνισμός, είναι ένα άγριο δένδρο, το οποίο τείνει να καλύψει όλο τον κόσμο, αλλά οι καρποί του είναι άγριοι και στυφοί. Δεν είναι καλοί, και έχει ανάγκη εμβολιασμού. Είναι αγριελιά και θέλει εμβόλιο, το λέει και ο απόστολος Παύλος, στην προς Ρωμαίους επιστολή, κεφάλαιο 11. Όπως η αγριελιά εμβολιάζεται και αλλάζει αμέσως ποιότητα, έτσι να εμβολιαστήτε κ’ εσείς. Τότε μου λέει ο δεσπότης Ιωακείμ: -«Εγώ θα το μπολιάσω». -«Αν το εμβολιάσεις εσύ, μπράβο: θα είσαι μέγας και σπουδαίος», του απαντώ. Μετά από 75 χρόνια έπεσε ο κομμουνισμός. Ρώτησαν τον Γιέλτσιν: «Τι φρονείς για τον Μάρξ;». Και απήντησε: «Προτιμότερο να μην εγεννάτο αυτός ο άνθρωπος». Τον ρώτησαν και για τον Στάλιν, και απήντησε:     «Θα έπρεπε να πεθάνει νωρίτερα». Το σύνθημά μου, λοιπόν, ήταν «Χριστοκρατία»… Από την ώρα που φόρεσα το ράσο, παρ’ όλη την ατέλειά μου, σ’ όλα τα πολιτεύματα ήλεγχα το κακό. Διότι έχω την αρχή, όταν το καλάμι είναι πεσμένο, δεν το χτυπώ, όταν είναι όρθιο, τότε το χτυπώ, το ελέγχω δηλαδή. Και αυτό το τηρώ πάντοτε. (Kατασκηνώσεις Iεράς Mητροπόλεως Φλωρίνεις 13-8-1993)

Περιπέτεια με το αλάτι Στα συσσίτια είχαμε ανάγκη από αλάτι. Όποιος το είχε, είχε χρυσάφι. Οι βοσκοί ζητούσαν αλάτι, όλοι ζητούσαν αλάτι, αλλά δεν υπήρχε τίποτε, δεν εύρισκαν πουθενά. Το κατέσχον οι Γερμανοί, εις τας αλυκάς. Τότε βρέθηκε ο ανεψιός του καπεταν – Μάρκου, ο Τσιπουρίδης. Ζη, αυτός τώρα; (…) -«Μη στεναχωριέσαι», μου λέει, «ο μπάρμπας μου είναι αρχηγός των κομμουνιστικών δυνάμεων στη Βέρροια. Πάμε εκεί και θα μας δώσει». Πήγα, λοιπόν εκεί. Παρουσιάστηκα στον καπεταν – Μάρκο και τον είδα μ’ όλη την δύναμίν του. Τότε ήμουν νέος, νεότατος. Μου δίνει ένα σημείωμα – ήταν παραμονή της «Βάρκιζας». Τι θα πει «Βάρκιζα»; Ξέρετε Ιστορία; Είναι μια συμφωνία, και ήταν υπό διάλυσιν αυτοί. Μου δίνει ένα σημείωμα ο καπεταν – Μάρκος, – που κάποτε θα μου έπαιρνε το κεφάλι – και μου λέει: «Τώρα παραδίδομε κ’ εμείς: αλλά να πάτε κάτω στη Θεσσαλονίκη, στο μονοπώλειο, και πάρτε όλο το αλάτι». Πάω κ’ εγώ με κάτι Καρμαζήδες και με φορτηγά εκεί. Δίνω το χαρτί, και τους βλέπω να συζητούν. Ευφυέστατοι αυτοί κάνανε σύσκεψη και είπαν μεταξύ τους: «Αύριο, που ξέρουμε τι θα γίνει; Μπορεί να πέσει ο καπεταν – Μάρκος, γιατί να έχουμε εμείς την ευθύνη;». Πατριώται ήσαν. Περιμέναμε κ’ εμείς να πάρουμε το αλάτι, αλλά δεν μας έδιναν. Τότε μας λένε: «Υπογράψτε μια δήλωση, ότι παραλάβατε το αλάτι με εντολή του καπεταν – Μάρκου, και θα σας το δώσουμε». Αλλά που οι συνεργάτες μου να υπογράψουν! Δεν υπέγραφε κανένας, και κοντέψαμε να χάσουμε το αλάτι. (4 φορτηγά αυτοκίνητα γεμίσαμε μετά, μεγάλη σοδειά, 10-12 τόνους. Το πουλήσαμε, πήραμε πολλά χρήματα, και αγοράσαμε τρόφιμα για τα συσσίτια, και περάσαμε 4-5 μήνες). Λέω, τότε, εγώ: «Καλά, παιδιά αφού δεν υπογράφετε εσείς, θα υπογράψω εγώ. Φέρτε’ δω το χαρτί». Το πήρα και έβαλα φαρδιά πλατιά την υπογραφή μου: «Αρχιμανδρίτης Αυγουστίνος Καντιώτης, ιεροκήρυκας» κ. τ. λ.

Κοιτάζανε αυτοί. Τότε πήραμε το αλάτι και πήγαμε στην Κοζάνη. Ακούστε, κατόπιν, τι έγινε μ’ αυτή την ιστορία. Πέρασαν δύο χρόνια, αποκατεστάθη η τάξις. Νικήθηκαν οι κομμουνισταί, επικράτησε δημοκρατική κυβέρνηση, ανέπνευσε λίγο ο λαός μας. Έγινε έλεγχος αυτών των πραγμάτων, είδε ο διοικητής το έλλειμα και είπε: «Πρωτοφανές πράγμα. Αυτός ο ιεροκήρυκας πήρε 4 φορτηγά αυτοκίνητα αλάτι», τι τα έκανε; Αμέσως διατάσσουν, μέσω του εισαγγελέως της Θεσσαλονίκης: «Ο Αυγουστίνος Καντιώτης να συλληφθεί, ως καταχραστής του δημοσίου πλούτου». Έρχεται, λοιπόν, η διαταγή εν καιρώ νυκτός να συλληφθώ. Δεν με ξέρανε, βέβαια, οι άνθρωποι. Ας είναι αιωνία η μνήμη του Θεοκλήτου επισκόπου Γρεβενών που με αγαπούσε πολύ και με υπερασπίστηκε. Τους είπε: «Συλλάβετε εμένα, διότι ο Αυγουστίνος δεν έφαγε σπυρί απ’ αυτό το αλάτι: το διέθεσε εξ ολοκλήρου για το λαό». Έγινε εκ νέου σύσκεψη στη Θεσσαλονίκη, οπότε εματαιώθη η σύλληψις μου. Και όταν πέθανε ο καπεταν – Μάρκος, μου ζήτησαν να πάω κάτω να τον κηδεύσω. Τι να κάνουμε, περίεργα φαινόμενα είναι αυτά. Θα με συλλάμβαναν, επί κλοπή άλατος, μεγάλης ποσότητος, και διεσώθην χάριν του επισκόπου Γρεβενών. Αλλά και αν με συλλάμβαναν γιατί βοήθησα τον λαό, χαρά θα είχα. Να μη με κατηγορήσουν για άλλα πράγματα. Αυτό είχα πάντοτε σύνθημα.

«Δεν έκανα διακρίσεις, όλους τους βοηθούσα» Παράδειγμα αγάπης Ήταν φοβερή η εποχή. Συνέλαβαν από τα βουνά κάποιον αντάρτη – τον ξέρουν οι παλαιοί Κοζανίται – και δεμένο τον έσερναν μέσα στην πόλι. Κάποιοι άνανδροι Κοζανίται, που όταν εκείνος ήταν στα πράγματα καθότανε κλαρίνο μπροστά του, τώρα βλέποντάς τον σαν κτυπημένο σκυλί να τον μεταφέρουν στην πόλη, τον φτούσαν. Αυτός ήταν εχθρός μου, επανειλημμένως επιχείρησε να με σκοτώσει. Τον πιάσανε, λοιπόν, και σε αθλία κατάσταση τον έριξαν στη φυλακή. Όταν το έμαθα, στεναχωρέθηκα. Πήγα στις φυλακές, για να τον δω. Οι υπεύθυνοι των φυλακών δεν με άφηναν να μπω: «Σ’ αυτόν έρχεσαι και του φέρνεις φαγητό;», μου είπαν: «όχι φαγητό, αλλά δηλητήριο να του δώσεις». –«Όπως ερχόμουν σ’ εσάς και έφερνα φαγητό στη φυλακή και όχι δηλητήριο, το ίδιο θα κάνω και σ’ αυτόν τον φυλακισμένο», τους απήντησα. Με άφησαν τότε και μπήκα. Όταν άνοιξε η πόρτα και με είδε, έκλαυσε. Ήταν σε αθλία κατάσταση. Και είπε: «Πάτερ Αυγουστίνε, εσύ ήρθες να με δεις! Ούτε η γυναίκα μου ούτε τα παιδιά μου δεν με επισκέφθηκαν. Τώρα πιστεύω ότι υπάρχει Χριστός!».

«Της καρδιάς μου η πρωτεύουσα είναι η Κοζάνη» Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Ευσεβές ακροατήριο…, είναι άραγε ανάγκη να εκφράσω τον εσωτερικό μου κόσμο, είναι, λέγω, ανάγκη να πω ότι την ώρα αυτή αισθάνομαι μίαν όλως ιδιαιτέραν χαράν και συγκίνησιν; Ευρίσκομαι εις την Κοζάνη. Και αυτό απλώς το γεγονός ότι ευρίσκομαι εις την Κοζάνη, και μόνον αυτό το γεγονός, άσχετον προς την ομιλίαν, είναι δι’ εμέ πηγή χαράς και αγαλλιάσεως. Η πόλις της Κοζάνης δεν είναι δι’ εμέ μια από τας πολλάς πόλεις του Ελληνισμού. Με ηλέησε ο Θεός να είμαι ιεροκήρυξ. Με ηλέησε ο Θεός να κηρύξω εις πολλάς πόλεις και της Βορείου και της Νοτίου Ελλάδος. Με ηλέησε ο Θεός να περιοδεύσω αρκετά τμήματα του Ελληνισμού. Τέλος, με ηλέησε ο Θεός να ευρίσκωμαι μέσα εις τας Αθήνας ιεροκήρυξ. Αλλά δι’ εμέ η πόλις της Κοζάνης έχει μιαν όλως ιδιαιτέραν σημασίαν ή, δια να εκφρασθώ αγιογραφικώς, είναι δι’ εμέ η «ιδία πόλις», είναι η πόλις εκείνη με την οποία με συνδέουν αναμνήσεις αλησμόνητες, με συνδέουν δεσμοί, που δεν θα μπορέσει κανένας σατανάς να διαλύσει τους ιερούς τούτους δεσμούς. Κάποια μέρα, μέσα στην Αθήνα, ένας θερμός αναγνώστης του περιοδικού «Σπίθα» με σταμάτησε και λέγει: «Έχω μια απορία. Χρόνια τώρα είσαι μέσα στην Αθήνα. Έχεις φύγει εδώ και πολλά χρόνια από την Κοζάνη. Γιατί στο περιοδικό αυτό, που βγάζεις, δεν αλλάζεις τόπο, αλλά εξακολουθείς 15 τώρα ολόκληρα χρόνια που έφυγες από την Κοζάνη, να βάζεις επάνω στην προμετωπίδα του περιοδικού να γράφεις “Κοζάνη”;». Του απήντησα: -«Έχεις δίκιο. Αλλά δι’ εμένα υπάρχουν δύο χάρτες: ο ένας που είναι κρεμασμένος στα σχολεία, ο γεωγραφικός χάρτης, δείχνει ως πρωτεύουσα της Ελλάδος μας την Αθήνα. Αλλ’ εκτός αυτού του γεωγραφικού χάρτου υπάρχει ένας άλλος χάρτης, χάρτης καρδιάς. Και ο χάρτης της καρδιάς μου λέγει, ότι πρωτεύουσα δι’ εμένα δεν είναι η Αθήνα αλλά η Κοζάνη». Δεν είναι, λοιπόν, σχήμα λόγου, όταν λέγω ότι αισθάνομαι μία ιδιαιτέρα συγκίνηση όταν ευρίσκωμαι εις την Κοζάνη. Και η χαρά μου αυτή κορυφούται, όταν, εκτός του ότι ευρίσκομαι εις την Κοζάνη, έχω την χαρά να ομιλήσω προς υμάς. Επί παλαιών ημερών, απολυταρχικού εκκλησιαστικού καθεστώτος, όχι να ομιλήσωμεν στην Κοζάνη – αυτό ήτο ανέφικτον, όχι να μείνωμεν εις την Κοζάνη – και αυτό ήτανε δύσκολο, γιατί μας παρηκολουθεί η Ελληνική Αστυνομία. Θα έφθαναν ακόμη, αν μπορούσαν, να μας απαγορεύσουν και ν’ αναπνέωμεν τον καθαρόν αέρα της πόλεως, διότι ήτο έγκλημα ο ιεροκήρυξ, ο ιερομόναχος, να παραμένει και μιαν ακόμη ημέρα εις την Κοζάνη. Η Ιερά Σύνοδος κατ’ επανάληψιν συνεδρίασε και ησχολήθη με το εάν και κατά πόσον πρέπει να πατούμε την Κοζάνη. Τώρα χάρις εις το φιλελεύθερον πνεύμα του νυν ιεράρχου της Κοζάνης (Διονυσίου), έχω την χαράν να ευρίσκωμαι ενώπιόν σας. Επετράπη και εις εμένα να ομιλήσω εις την αγάπην σας, αν και πιστεύω ότι η πόλις δεν έχει ανάγκη από κηρύγματα. Ομιλεί ο καλός σας δεσπότης, ομιλεί ο ιεροκήρυξ της Μητροπόλεως, ομιλεί ο πρωτοπρεσβύτερος, ομιλούν οι μορφωμένοι κληρικοί, ομιλεί ο πρωτοπρεσβύτερος, ομιλούν οι μορφωμένοι κληρικοί, ομιλούν οι θεολόγοι στρατιώται, ομιλούν όλοι. Και ποιος δεν ομιλεί! Κατ’ εμέ, δεν φαντάζομαι άλλη πόλι στην Ελλάδα να έχει ακούσει τόσα πολλά κηρύγματα, όσα έχει ακούσει η πόλις της Κοζάνης. Έχετε χορτάσει. Συνεπώς δεν υπήρχε ανάγκη να ομιλήσω προς υμάς. Εκείνο που χρειάζεται η πόλις είναι ένα. Δεν είναι τόσο η ακρόασις του θείου λόγου, όσο είναι η εφαρμογή. Εάν αυτά που ακούσατε είκοσι χρόνια και πλέον από διαφόρους ιεροκήρυκας, τα εφήρμοζε η πόλις, θα ήταν πολύ διαφορετική από ό,τι είναι τώρα. Εν πάση περιπτώσει, θα σας ομιλήσω. Ρήτορας δεν είμαι. Εάν κανείς εδώ μέσα ήρθε ν’ ακούσει ρήτορα, θ’ απογοητευθεί. Δεν θα ομιλήσω για να σας κάνω εντύπωση. Τα χρόνια περνάνε. Θα σας ομιλήσω απλά. Θέλω να με εννοήσετε και η γριά και ο νέος και ο μικρός και ο αγράμματος και όλοι, που είστε εδώ πέρα, θέλω να με εννοήσετε. Θα σας κουράσω λιγάκι. Μια φορά κ’ εγώ περνώ από την Κοζάνη και θα σας παρακαλέσω να κάνετε υπομονή, κοντά στην υπομονή που έχετε, για να ακούσετε για μια ακόμη φορά, ίσως για τελευταία, τον ιεροκήρυκα, τον ιερομόναχο Αυγουστίνο. Θα σας παρακαλέσω να έχετε εδώ το νου σας, γιατί το κήρυγμα δεν είναι ένα είδος σπόρ, δεν είναι μια διασκέδασις. Εγώ το κήρυγμα δεν το νιώθω έτσι. Δεν είναι μια ψυχαγωγία, όπως πάμε στο γήπεδο, και δεν ξέρω που πάμε. Εγώ το κήρυγμα το θεωρώ μάχη, μάχη στην οποία πρώτα αγωνίζεται ο ιεροκήρυκας ή να πέσει ή να επιδράσει και να δημιουργήσει καταστάσεις μέσα στο έθνος του. Και ως μαχητάς, όχι απλώς θεατάς, αλλά ως αγωνιστάς, ως συναγωνιστάς, υπό την καλήν έννοια, εκλαμβάνω όλους τους αγαπητούς Χριστιανούς.

Στρατιωτικός ιεροκήρυξ

Όχι δε μόνον ως ιεροκήρυξ του λαού, αλλά και ως στρατιωτικός ιερεύς ευρέθην πάλιν εν Κοζάνη, κατ’ αρχάς μεν ως ιεροκήρυξ της 15ης Μεραρχίας, υπό τον ηρωϊκόν στρατηγόν Μαντάν, έπειτα δε ως διευθυντής της Θρησκευτικής Υπηρεσίας του Β΄Σώματος Στρατού, υπό τον στρατηγόν Καλογερόπουλον. Τότε πάλιν περιώδευσα τους στρατιωτικούς σχηματισμούς, όπου τα ευγενή τέκνα της Μακεδονίας έδιδον το ηρωϊκό «παρών» υπέρ της πατρίδος.

Δέκα έτη ανεπιθύμητος εις την εκκλησιαστικήν αρχή Έτσι συνεδέθην στενώς με την δικήν σας πόλι, την οποία ονόμαζα «ιδίαν πόλιν», πρωτεύουσα της ιδικής μου καρδίας. Με την βοήθειαν των εκλεκτών τέκνων της εκτίσθη μεταπολεμικώς το κτίριο των «40 Μαρτύρων», το οποίο εγένετο το ξεκίνημα και η απαρχή μιας ζωηράς φιλανθρωπικής κινήσεως, η οποία κατεπλούτισε την πόλιν με ευαγή ιδρύματα, εις τρόπον ώστε η Κοζάνη να συναγωνίζεται με άλλας πόλεις της Ελλάδος καυχωμένας δια τα ευαγή των ιδρύματα. Αλλά την προσφιλή πόλιν της Κοζάνης ηναγκαζόμην μεταπολεμικώς να επισκέπτωμαι νύκτωρ, διότι η τότε εκκλησιαστική αρχή του τόπου εθεώρει και το πέρασμά μας εκ της πόλεως ως επικίνδυνο. Μίαν δεκαετίαν διήρκεσε η δοκιμασία αυτή της ψυχής μου. Έληξε όμως με την εγκατάστασιν του σεβ. μητροπολίτου κ. Διονυσίου, ο οποίος και εις εμέ και εις τους περί εμέ θεολόγους επέτρεψε το κήρυγμα.

Ως απίστευτον! Και ήδη ο επί μίαν τριακονταετίαν μη γνωρίσας άνεσιν εκ τω εκκλησιαστικώ μου βίω, αλλ’ υπό της επισήμου Εκκλησίας συνεχώς διωκόμενος, ήδη κατά την πρεσβυτικήν μου ηλικίαν παρουσιάζομαι επίσκοπος. Ως απίστευτον φαίνεται. Ως θαύμα χαρακτηρίζεται. Οφείλεται και αυτό εις την αγάπην του λαού, η οποία με το ρεύμα της παρέσυρε παν εμπόδιον και προέβαλεν ως αίτημα, τολμώ να είπω πανελλήνιον, την προαγωγήν του ιεροκήρυκος, αίτημα το οποίον συνέλαβεν η ευαίσθητος κεραία της ψυχής του μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου, υπό της αγάπης του οποίου ηττήθην, και ομολογώ την ήτταν. Αι ανεξιχνίαστοι βουλαί και το άπειρον έλεος του Θεού με έφεραν και πάλιν εις την Δυτικήν Μακεδονίαν. Η Κοζάνη, η οποία ουδέποτε ευρίσκετο μακράν της καρδίας μου, ήδη ευρίσκεται και γεωγραφικώς πλησίον μου. Ολίγα χιλιόμετρα έξω της Κοζάνης αρχίζουν τα όρια της ι. μητροπόλεως Φλωρίνης, της οποίας σήμερον ελέω Θεού εγκαθίσταμαι μητροπολίτης.

Αγαστή συνεργασία Σεβασμιώτατε άγιε Κοζάνης, είμεθα γείτονες. Όρια μεταξύ μας δεν υπάρχουν. Θα δύνασθε, οσάκις θέλετε, να εισέρχεσθε εις την μητρόπολίν μου, δια να λαμπρύνετε με το έξοχον λειτουργικόν σας τάλαντον τας εκκλησιαστικάς τελετάς. Εγώ δε, οσάκις ευκαιρώ, να εισέρχωμαι εις την ιδικήν σας μητρόπολιν ως ιεροκήρυξ, και να απευθύνω ολίγα απλά λόγια προς παλαιόν ακροατήριον, μετά του οποίου συνέπιον πικρά ποτήρια εν ημέραις εθνικού μαρτυρίου. Είθε η σημερινή ημέρα να είναι απαρχή αγαστής συνεργασίας των εξ μητροπολιτών της Δυτικής Μακεδονίας, συνεργασίας την οποίαν απαιτούν οι δύσκολοι καιροί τους οποίους ζώμεν. Ο λαός θα ομονοεί, εφ’ όσον οι ποιμένες θα ομονοούν. Και οι ποιμένες θα ομονοούν, εφ’ όσον δεν θα εκτελούν τα ίδια θελήματα, αλλά θα προσπαθούν να εκτελούν το άγιον θέλημα του αρχιποίμενος Χριστού.

Μνημονεύετε εις τας προσευχάς σας Συ δε, εκλεκτέ λαέ της Κοζάνης, ο οποίος κατακλύζεις τον ιερόν τούτον ναόν, αναμιμνησκόμενος παλαιών ημερών, παρακαλώ να μη λησμονείς εις τας προσευχάς σου να μνημονεύεις Αυγουστίνου επισκόπου, όπως και εγώ δεν θα παύσω να μνημονεύω υμών. Δίδω από της θέσεως ταύτης την αρχιερατικήν μου ευλογίαν υπέρ της πόλεως ταύτης, ήν Κύριος ο Θεός, πρεσβείαις του αγίου Νικολάου, φυλάττοι εκ παντός κακού». ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ Β΄ ΣΩΜΑΤΟΣ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΟΖΑΝΗΣ Το’ 40, που ήρθα στη Μακεδονία, την περιώδευσα πεζή, διότι είχα το καλύτερο «αυτοκίνητο», το δε καλύτερο «αυτοκίνητο» είναι τα πόδια του ανθρώπου. Με τα πόδια περιώδευσα την περιοχή και είδα τους κατοίκους τις…»

Πρότυπο αξιωματικού ο Βεντήρης Έφτασε ο Βεντήρης στην Κοζάνη, που ήταν η έδρα της στρατιάς. Διαλυμένος ο στρατός. Τι έκανε αυτός; Με στρατιωτική απλή ενδυμασία – έπρεπε πολύ να προσέξεις για να διακρίνεις ότι ήταν στρατηγός ή αντιστράτηγος – κάλεσε όλους τους αξιωματικούς. Καμμιά διακοσαριά ήταν. Μένανε, παρακαλώ, μέσα στην πόλι, στο σπιτάκι τους, με τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους, ενώ διεξήγετο ο υπέρ πάντων αγών εις τα υψίπεδα της πατρίδος. Αμέσως, δίνει πρώτη διαταγή, «Θα απέλθουν όλες οι γυναίκες σας, δεν θα μείνει καμμία εδώ, και τα παιδιά σας. Πόλεμος γάρ, αγών υπέρ πάντων». Τις έδιωξε όλες. Και έστειλε τους αξιωματικούς στα στρατόπεδα. «Όπως οι στρατιώτες είναι στα στρατόπεδα, έτσι κ’ εσείς, που αποτελείτε την προνομοιούχο τάξη, θα πάτε στα στρατόπεδα». Και ανεχώρησαν όλοι. Την επομένη ημέρα δεν υπήρχε ούτε ένας στην πόλη. Βέβαια φώναζαν αυτοί και λέγανε «Βεντουρά» – δεν ξέρω αν κανείς τα θυμάται, εκ παραδόσεως. Βλέπετε σας λέγω παλαιές ιστορίες, αναμνήσεις είναι. Το άλλο είναι το εξής. Ήρθε ο βασιλιάς Παύλος, για να επισκεφθή το στρατόπεδο. Και οι Κοζανίτες, για να τον κολακεύσουν, του ετοίμασαν το καλύτερο διαμέρισμα και σ’ αυτόν και στην Φρειδερίκη και στην συνοδία τους. Αυτός, δημοκράτης ών, παρουσιάστηκε ενώπιον του βασιλέως, τον χαιρέτισε στρατιωτικά και του λέει: -«Που θα κοιμηθήτε απόψε, βασιλιά;». –«Εδώ», λέει, «μου έχουν ετοιμάσει διαμέρισμα». –«Όχι», απαντά, «δεν θα κοιμηθήτε εκεί. Σας υπενθυμίζω τον πατέρα σας, τον ένδοξο Κωνσταντίνο τον βασιλιά, αυτός κοιμόταν στα τσαντίρια. Και στη μάχη του Κιλκίς κοιμήθηκε πάνω στα χόρτα όλη τη νύχτα, και πήρε πλευρίτιδα. Όπως ο πατέρας σου ήταν κοντά στο στρατό και έγινε πρότυπο στρατιώτου – ο Βεντήρης πρώτος μεταχειρίστηκε την λέξη αυτή-, κ’ εσύ καλείσαι ν’ ακολουθήσεις τα χνάρια εκείνου. Τι θα πουν τότε οι στρατιώται, που όλη τη νύχτα μένουν στα φυλάκια: «Ά, καλά περνούν οι βασιλιάδες». «Εγώ θα σε φυλάγω», του είπε. «Θα κοιμηθείς στη σκηνή μου κ’ εγώ θα σε φυλάγω όλη τη νύχτα». Και πράγματι τον ανάγκασε να κοιμηθεί στη σκηνή, και αυτός ο ίδιος, όλη τη νύχτα, τον φύλαγε. Αυτό έκανε τεραστία εντύπωση εις όλους. Θέ’ τε ένα ακόμη παράδειγμα από τον βίο του αειμνήστου και υπερόχου αυτού ανδρός; Ενίκησε. Αλλά προτού να νικήσει, θα σας το πω στο τέλος, επήγε στα Γρεβενά, που ήταν η περιφέρειά του. Και εκείνη τη μέρα ετελείτο γάμος, «εν Κανά της Γαλλιλαίας», και παρευρέθη και αυτός εις τον γάμο. Λοιπόν, εκεί στο γαμήλιο τραπέζι του ευχόταν όλοι «Και στα δικά σου», γιατί ξέρανε ότι ήταν άγαμος. Του το λέγανε όλοι, το είπε και ο μακαρίτης ο δεσπότης, ο Θεόκλητος Σφήνας, ένας λεβέντης και υπέροχος δεσπότης. Του λέει: «Ενώνω και εγώ τις ευχές μου με τις ευχές όλων και σου εύχομαι: Και στα δικά σου». Και ο Βεντήρης συγκινημένος απαντά: -«Εγώ είμαι παντρεμένος από τα 17 μου χρόνια». –«Και ποια είναι η γυναίκα σου;», του λέει με απορία. Σηκώνεται όρθιος φέρνει το χέρι στο γύσο και λέει: -«Ονομάζεται Ελλάς». Από 17 χρονών ήταν εθελοντής. «Πατρός και μητρός και των άλλων απάντων προγόνων τιμιώτερον και σεμνότερον και αγιώτερον», λέγει ο Πλάτων, «εστίν η Πατρίς». Όλοι συνεκινήθησαν. Όπου υπάρχουν πρότυπα αξιωματικών, κάνουν θαύματα: όπου δεν υπάρχουν, διάλυσις. Ο Βεντήρης ήταν και άνθρωπος πίστεως. Μου έλεγε μια γυναίκα, που καθάριζε το ναό του Αγίου Αθανασίου στην Κοζάνη: «Στον Άγιο Αθανάσιο είχε το Στρατηγείο του και πρωΐ – πρωΐ πρώτος σηκωνόταν». Ήτανε πολύ φοβερός, είχε δε πειθαρχία άνευ προηγουμένου. Σήμερα, βέβαια, δεν σας κατηγορώ, δεν μπορείτε να εφαρμόσετε την πειθαρχία του Βεντήρη. Αλλά αυτή εθαυματούργησε. Στρατός χωρίς πειθαρχία είναι μηδέν. Σ’ εμένα ο στρατός υπήρξε σχολείο, πανεπιστήμιο υπήρξε. Σηκωνόταν πρωΐ πρωΐ και πήγαινε στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, και η γυναίκα αυτή τον άκουε: Προσκυνούσε και έλεγε: «Χριστέ μου, Παναγιά μου, υπηρετώ σαράντα χρόνια την πατρίδα, εάν είναι θέλημα σου να νικήσουμε, να ζήσω, εάν δεν νικήσουμε, να πεθάνω, δεν θέλω να ζω». Πίστις και Πατρίς, αυτά είναι τα μεγάλα και φωτεινά άστρα του ιστορικού μας γένους. Έχω γνωρίσει πολλά τοιαύτα παραδείγματα, θα σας πω ένα ακόμα. Ήρθε στην Κοζάνη ο Μεταξάς, εμένα με εδίωξε ο Μεταξάς για τα δημοκρατικά μου φρονήματα στο Μεσολόγγι. Ήρθε όλη η οικογένεια με τον βασιλιά Κωνσταντίνο στην Μητρόπολι Κοζάνης. Πήγαν να κοιμηθούν, ένας δεν εκοιμάτο. Πέρασε 1, πέρασε 2, πέρασε 3 τα μεσάνυχτα, και αυτός έγραφε. Ήταν ο Μεταξάς. Αυτός ήταν ο επιτελικός νους του στρατεύματος. Δεν ήταν τυχαίος άνδρας, γι’ αυτό ελέχθη από την Ακαδημία του Βερολίνου ότι: «Δεν υπάρχει στρατιωτικό πρόβλημα άλυτο για τον Μεταξά». Μια απλή γυναικούλα, την οποίαν εγνώρισα, μου έλεγε: «Έγραφε συνεχώς, και έπινε καφέδες κάθε ώρα. Κ’ εγώ ενόμισα ότι γράφει γράμμα στη γυναίκα του, και τον ρώτησα: “Γυιόκα μου, στην γυναίκα σου γράφεις γράμμα;”. Αυτός, για να μην πιάσει συζήτηση, έκανε: «Ναί», «ναί», «ναί». Αυτή επείσθη ότι γράφει γράμμα στη γυναίκα του και παραξενεύονταν που δεν τελείωνε αυτό το γράμμα. Πήγαινε και ξαναπήγαινε μέχρι τις 2 και 3 τα μεσάνυχτα. Στο τέλος του είπε: «Επί τέλους, ποια είναι αυτή η γυναίκα σου; Δεν τελειώνει αυτό το γράμμα που θα της στείλεις;». Σηκώνεται όρθιος και λέει: «Η Ελλάς»! Ω πατρίδα, όταν έχεις τέτοια μεγάλα πρότυπα!»

Ευλαβής νομάρχης της Κοζάνης και η απόλυσίς του Προ ετών ήρθε στην Κοζάνη ένας λαμπρός νομάρχης, λαμπρό παιδί. Έψαλλε λιγάκι και έψαλλε καλά. Μιλούσε και πολύ ωραία, μιλούσε πρακτικά, ζωντανά, μιλούσε θαυμάσια. Πήγαινε σε χωριά, πήγαινε στις διάφορες κοινότητες και εκκλησιαζόταν. Πρώτη φορά έβλεπαν στην εκκλησία νομάρχη. Οι άλλοι οι μασκαράδες έβγαζαν από την εκκλησία τον πρόεδρο, για να κουβεντιάσουν. Αυτός έμπαινε στην εκκλησία, ανέβαινε και στον άμβωνα και έλεγε τα λόγια του Θεού. Ή! ! ! ακούγανε αυτοί. Ωραία λόγια! Οι εχθροί του –είπαμε όποιος είναι Χριστιανός, θα υποστεί διωγμούς- κάνανε μια αναφορά, κάτω στο Υπουργείο, και λένε: «Μα νομάρχη μας στείλατε ή παπά;». Άκου τα τέρατα! Λοιπόν, το αποτέλεσμα. Ήταν μασόνος ο υπουργός, και τάκ, τον απολύει, αντί να του πει μπράβο. Να ο σταυρός! Ήρθε και με βρήκε. Ήταν στενοχωρημένος, όχι επειδή απελύθη, γιατί ήταν καλός και ικανός δικηγόρος, έβγαζε λεφτά, αλλά για την ατιμίαν των και για τον λόγο που τον απέλυσαν. «Άκουσε», του λέω, «τι θα κάνεις. Θυμάμαι κατά το 1948-49 εδημοσιεύθη σε μια εφημερίδα μια ωραία φωτογραφία. Δεν θυμάμαι ποια μέρα ακριβώς, αλλά θα πας στην βιβλιοθήκη, θα την ψάξεις, και αυτή θα σε απαλλάξει. Κάνε συγχρόνως και προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας ότι κακώς απελύθης, και θα επανέλθεις. Θα βοηθήσω κ’ εγώ από δω πέρα». Πάει, λοιπόν, και ψάχνει και βρίσκει την φωτογραφία. Έπρεπε να την έχω, για να την δείτε. Σ’ ένα χωριό έξω από το Λονδίνο, ένας λαϊκός είχε το Ευαγγέλιο και το ερμήνευε σε καμμιά εκατοστή χωρικούς και έγραφε από κάτω: «Μπορείτε να φανταστείτε ποιος είναι αυτός που ομιλεί επί του άμβωνος του ναού; Σας πληροφορούμε», έγραφε η εφημερίδα, «ότι ο ομιλών, δεν είναι ιεροκήρυκας ή πάστορας ή ξέρω εγώ και λοιπά, ή πάτερ, είναι ο πρωθυπουργός της χώρας, είναι ο Άτλι».

1912: «Χριστός ανέστη» στην Κοζάνη Το δικό μας Χριστός Ανέστη υπήρξε η βακτηρία, όπως λέγει κάποιος ιστορικός, επάνω στην οποία στηρίχθηκε το βασανισμένο μας γένος. Το δικό μας Χριστός Ανέστη υπήρξε ο πολικός αστέρας μέσα στη μαύρη νύκτα που πέρασε το Έθνος μας. Δεν μας έσωσαν οι ψευτοφιλοσοφίες, δεν μας έσωσαν οι διάφορες θεωρίες, μας έσωσε ο Χριστός, ο Αναστάς εκ νεκρών. Στην Κοζάνη όταν πήγα προ 10 ετών, βρήκα έναν γέροντα -Χαρά μου έχω πάντα, αδέρφια μου, όταν κουβεντιάζω με μικρούς της γης, γιατί κρύπτουν μάλαμα, μέσ’ στις καρδιές των, και στεναχωριέμαι όταν κουβεντιάζω με τους μεγάλους της γης. Βρήκα κάποιον Κοζανίτη 80 χρονών και μου είπε τα βάσανά του. -Άχ, λέει, βάσανα που έχει η ζωή! Μου τα είπε όλα. Και τον ρωτώ: -Δεν πέρασες και χαρές; Ποια είναι η μεγαλύτερη χαρά της ζωής σου; -Άμ! λέει, πέρασα μια χαρά! Κ’ εγώ περίμενα να δω τι θα μου πει; Τον αρραβώνα του, την παντρειά του, ποια ήταν τέλος πάντων η μεγαλύτερη χαρά του; Και τι μου είπε: -Ήμουν, λέει, την ώρα που στην πλατεία της Κοζάνης, το 1912, ήρθε τρεχάτος ένας Έλληνας τσολιάς και φώναξε: “Αδέλφια, Χριστός ανέστη!”». Τι έγινε τότε! Σχίσαμε τα φέσια μας. Και όλοι, όλοι φωνάζαμε «Χριστός ανέστη!». Είχε ελευθερωθεί, η πατρίδα μας και το εκφράζαμε με το «Χριστός ανέστη», που’ χε διπλή σημασία, εθνική και θρησκευτική, γιατί είναι ζυμωμένο μέσ’ στα αίματα, και μεσ’ στην ιστορία μας, και κανένας διάβολος, ούτε κόκκινος ούτε πράσινος, θα μπορέσει ποτέ μέσα απ’ τις καρδιές μας να ξερριζώσει την πίστι στο Χριστό. Κλείνοντας εδώ το πρώτο μέρος, ανοίγω μια παρένθεση και ερωτώ: Ο λαός της Κοζάνης τιμά τον π. Αυγουστίνο για αυτήν την μεγάλη του προσφορά, τα χρόνια της Κατοχής; Τον τιμούν οι άρχοντές της, τον τιμά η Δημοτική της αρχή; Μπορώ να βεβαιώσω, ως κάτοικος αυτής της πόλεως που γεννήθηκα μεγάλωσα και ανατράφηκα σ’ αυτήν, ότι ο λαός της Κοζάνης και μετά από 60 χρόνια με αγάπη και με ευγνωμοσύνη μιλά για τον π. Αυγουστίνο. Αυτοί που έζησαν τα γεγονότα, μετέδωσαν τον σεβασμό και την αγάπη στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Γι’ αυτό και ο πιο αδιάφορος χριστιανός της Κοζάνης υποκλείνεται όταν ακούει το όνομά του. Ακόμη, κ’ εκείνος ο άλλος, που όλους τους ιερείς τους ισοπεδώνει, κλείνει το στόμα του, όταν ακούει το όνομα του Γέροντα και απαντά: «Αυτός αποτελεί εξαίρεση». Ο απλός λαός της Κοζάνης είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι υποκλείνεται εμπρός στον σεβάσμιο ιεράρχη. (Στο τρίτο βιβλίο που θα ακολουθήσει, θα δούμε, τι λέει η πόλι της Κοζάνης για τον π. Αυγουστίνο σήμερα). Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την Δημοτική του αρχή. Και επειδή θέλω να μιλώ με γεγονότα, με ονόματα και παραδείγματα, κάνω το λόγο συγκεκριμένο. Την κεντρική πλατεία της πόλεως κοσμεί το άγαλμα ενός ιεράρχου, του επισκόπου Κοζάνης Ιωακείμ. Ο σημερινός Δήμαρχος της πόλεως κ. Κουκουλόπουλος, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, είχε την ευαισθησία να τιμήσει τον εν λόγω ιεράρχη και να στήσει μεγάλο άγαλμα στο κέντρο της πόλεως. Πόσο διαφορετική όμως στάση δείχνει στον απλό εκείνο απεσταλμένο του Θεού, που ενώ ακόμη ζη, καταστρέφει ένα έργο δικό του! Όταν ο τιμώμενος από τον Δήμο επίσκοπος Κοζάνης Ιωακείμ εγκατέλειπε τον λαό και έφευγε στα όρη, ο π. Αυγουστίνος έμπαινε στην πόλι ως άγγελος Θεού, για να αντικαταστήσει τον μαρτυρικώς εκτελεσθέντα από τους Γερμανούς ιερομόναχο Ιωακείμ Λιούλια, που δεν έφυγε στα όρη, για να σωθεί. Η παρουσία του απλού ιερομονάχου Αυγουστίνου εμψύχωσε τον λαό και έσωσε την πόλι. Τα κηρύγματά του και η όλη δράση του τις δύσκολες εκείνες στιγμές του έθνους έγιναν βάλσαμο παρηγοριάς και κράτησαν ακμαίο το φρόνημα του πονεμένου λαού. Τα συσσίτια έσωσαν από τον θάνατο της πείνας πολλούς ανθρώπους. Και για όλα αυτά,… «αντί του μάννα χολή, αντί του ύδατος όξος», Όχι άγαλμα, όχι οδό με τ’ όνομά του, που σε ανοικτή του επιστολή, στο «ΧΡΟΝΟ» (Καθημερινή εφημερίδα Κοζάνης), ζητά από το Δημοτικό Συμβούλιο, ο εκλεκτός συμπολίτης μας Νικόλαος Κόμπος, την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2001, αλλά και η αίθουσα διδασκαλίας, που ανήγειρε ο π. Αυγουστίνος και κήρυξε πολλές φορές εις αυτήν, με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας, μετατρέπεται, σε παράρτημα του Κ. Α. Π. Η. και σε χώρο αποδυτηρίων, από τον Δήμο! Το θέμα είναι ανοικτό. Οι εργασίες διακόπησαν προσωρινά από την Πολεοδομία. Η Παναγία ετέθη φρουρός.

H κεντρική πλατεία της Kοζάνης μετά την Kατοχή. Kαρτ-ποστάλ του φωτο – Kυριάκου Kαπλάνογλου του Σταύρου, φωτογράφου της Kατοχής. Oι φωτογραφίες και τα αρνητικά των φωτογραφιών του π. Aυγουστίνου και της Eστίας που σώζονται είναι δικά του.

Kλείνοντας εδώ το πρώτο μέρος, ανοίγω μια παρένθεση και ερωτώ·

O λαός της Kοζάνης τιμά τον π. Aυγουστίνο για αυτήν την μεγάλη του προσφορά, τα χρόνια της Kατοχής; Tον τιμούν οι άρχοντές της, τον τιμά η Δημοτική της αρχή; Mπορώ να βεβαιώσω, ως κάτοικος αυτής της πόλεως που γεννήθηκα μεγάλωσα και ανατράφηκα σ’ αυτήν, ότι ο λαός της Kοζάνης και μετά από 60 χρόνια με αγάπη και με ευγνωμοσύνη μιλά για τον π. Aυγουστίνο. Aυτοί που έζησαν τα γεγονότα, μετέδωσαν τον σεβασμό και την αγάπη στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Γι’ αυτό και ο πιο αδιάφορος χριστιανός της Kοζάνης υποκλείνεται όταν ακούει το όνομά του. Aκόμη, και εκείνος ο άλλος, που όλους τους ιερείς τους ισοπεδώνει, κλείνει το στόμα του, όταν ακούει το όνομα του Γέροντα και απαντά· «Aυτός αποτελεί εξαίρεση». O απλός λαός της Kοζάνης είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι υποκλείνεται εμπρός στον σεβάσμιο ιεράρχη. (Στό τρίτο βιβλίο που θα ακολουθήσει, θα δούμε, τί λέει η πόλη της Kοζάνης για τον π. Aυγουστίνο σήμερα). Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με την Δημοτική του αρχή. Kαι επειδή θέλω να μιλώ με γεγονότα, με ονόματα και παραδείγματα, κάνω το λόγο συγκεκριμένο·

Tην κεντρική πλατεία της πόλεως κοσμεί το άγαλμα ενός ιεράρχου· του επισκόπου Kοζάνης Iωακείμ. O σημερινός Δήμαρχος της πόλεως Πάρης Kουκουλόπουλος, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, είχε την ευαισθησία να τιμήσει τον εν λόγω ιεράρχη και να στήσει μεγάλο άγαλμα στο κέντρο της πόλεως. Πόσο διαφορετική όμως στάση δείχνει στον απλό εκείνο απεσταλμένο του Θεού, που ενώ ακόμη ζεί, καταστρέφει ένα ιστορικό έργο δικό του! Όταν ο τιμώμενος από τον Δήμο επίσκοπος Kοζάνης Iωακείμ εγκατέλειπε τον λαό και έφευγε στα όρη, ο π. Aυγουστίνος έμπαινε στην πόλη ως άγγελος Θεού, για να αντικαταστήση τον μαρτυρικώς εκτελεσθέντα από τους Γερμανούς ιερομόναχο Iωακείμ Λιούλια, που δεν έφυγε στα όρη, για να σωθεί. H παρουσία του απλού ιερομονάχου Aυγουστίνου εμψύχωσε τον λαό και έσωσε την πόλη. Tα κηρύγματά του και η όλη δράση του τις δύσκολες εκείνες στιγμές του έθνους έγιναν βάλσαμο παρηγοριάς και κράτησαν ακμαίο το φρόνημα του πονεμένου λαού. Tα συσσίτια έσωσαν από τον θάνατο της πείνας πολλούς ανθρώπους. Kαι για όλα αυτά,… «αντί του μάννα χολή, αντί του ύδατος όξος», Όχι άγαλμα, όχι οδό με τ’ ονομά του, που σε ανοικτή του επιστολή, στο «XPONO» (Kαθημερινή εφημερίδα Kοζάνης), ζητά από το Δημοτικό Συμβούλιο, ο εκλεκτός συμπολίτης μας Nικόλαος Kόμπος, την Πέμπτη 8 Nοεμβρίου 2001, αλλά και η αίθουσα διδασκαλίας, που ενήγειρε ο π. Aυγουστίνος και κήρυξε πολλές φορές εις αυτήν, με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας, μετατρέπεται, σε παράρτημα του K.A.Π.H. και σε χώρο αποδυτηρίων, από τον Δήμο! Tο θέμα  είναι ανοικτό.

Oι εργασίες διακόπησαν προσωρινά από την Πολεοδομία, γιατί γίνονταν χωρίς άδεια. H Παναγία ετέθη φρουρός.

ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΞΑΦΑΝΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Η ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΣΤΟ ΑΠΟΚΟΡΥΦΩΜΑ ΤΗΣ

H αίθουσα διδασκαλίας του Συλλόγου των «40 Mαρτύρων» (1954 ως 30-3-2003). Έργο του π. Aυγουστίνου και των εκλεκτών συνεργατών του. Συνέχεια του έργου της «Eστίας Συσσιτίων» της Kατοχής.

H αίθουσα διδασκαλίας του π. Aυγουστίνου Kαντιώτου καταστρέφεται από τον Δήμο Κοζάνης (Επι Δημάρχου Πάρη Κουκουλόπουλου). Την μετατρέπει σε παράρτημα του Κ.Α.Π.Η. Κτίζει μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας το Μ. Σάββατο  του 2003, χωρίς άδεια. Οι εργασίες που έκανε η Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου διακόπτονται από την Πολεοδομία του Δήμου, πριν ολοκληρωθούν και συνεχίζονται αργότερα.

O επίσκοπος Iωακείμ που έφυγε στα βουνά τιμάται από τον Δήμαρχο κ. Κουκουλόπουλο, με τεράστιο άγαλμα στην πλατεία της πόλεως. Τον ευεργέτη της πόλεως π. Αυγουστίνο Καντιώτη, που έπαιξε την ζωή του κορώνα γράμματα για τον λαό και έσωσε την πόλη τα χρόνια της κατοχής, του καταστρέφει το έργο!!!

Βλέπετε ο φτωχός Δήμος δεν είχε άλλους χώρους για να κάνει την φιλανθρωπία!!! Έπρεπε να καταλάβει τον χώρο του ιδρύματος, με την βοήθεια κάποιον ατόμων, που δεν έχουν ούτε ιερό, ούτε όσιο!!!

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΛΑΜΠΡΟΦΩΤΟΣ ΑΣΤΗΡ (ΠΟΙΗΜΑ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ

ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΠΟΙΗΜΑ ΜΑΣ ΕΣΤΑΛΕΙ ΣΤΙΣ 28-10-2009, ΜΕΣΩ e-mail, ME THN EYXH

Η Αγία Σκέπη όλους να μας σκέπει. Χρόνια Πολλά.
Σας αποστέλλω ένα ποίημα που είχα γράψει για τον π. Αυγουστίνο, ως ταπεινή ευχαριστία για το μεγάλο ιεραποστολικό του έργο. Ο Θεός μεθ’ ημών ουδείς καθ’ ημών. Καλή σας δύναμη.

EYXAΡΙΣΤΟΥΜΕ

π. Αυγουστινος Καντιωτης

Στὴν Πάρο ἐγεννήθηκε λαμπρόφωτος ἀστήρ,
ὁ π. Αὐγουστίνος μας, θεάρεστος φωστήρ!
Ἐπίσκοπος ἐκλήθηκε τριάντα τρία ἔτη,
στὴν Φλώρινα ἐδίδαξε τὸν Κύριον ὅπως πρέπει.

Μυρμηγκολέων πόθησε ψυχὲς γιὰ νὰ κολάσει
ὅμως ἀκούστηκε βροντὴ κι ἐκπλάγηκε ἡ πλάση.
– Ποιανοῦ φωνὴ ἀκούστηκε ἀπ΄ τὴν Μακεδονία;
– Εἶν’ τὸ «λιοντάρι τοῦ βορρᾶ», ποὺ ζεῖ ζωὴ ἁγία.

Μπορεῖ νὰ ἦταν αὐστηρὸς κι ἀδίστακτα νὰ μιλοῦσε,
μὰ εἶναι πατέρας στοργικός, τὴν πίστη ὁμολογοῦσε.
Τὸ θάρρος κι ἀνδρεία του, φαινόμενο ἐποχῆς,
χαρίσματα καὶ ἀρετὲς καρποὶ τῆς προσευχῆς.

Πλῆθος βιβλίων ἔγραψε τὸ ἱερό του χέρι
γιὰ νὰ διδάξει τὶς ψυχές, φῶς γνώσεως νὰ φέρει.
Ἡ «Σπίθα ἡ Χριστιανική» στὰ μάτια ὅλων λάμπει,
μὲ ζῆλο ἱεραποστολικό, φῶς πίστεως ἀνάβει.

Τὰ ὀρφανὰ ἐσίτισε ὅπως καὶ τὶς ψυχὲς
ἔθρεψε μὲ Ἄρτο τῆς Ζωῆς,  μὲ δάκρυα, προσευχές.
Μαρτύριο ἡ ἀσθένεια, παραλυσία ποὺ ἦλθε
ὡς δένδρο ἐκαρποφόρησε πλούσιους καρποὺς ἐκεῖθε.

Στὰ ἔτη ποὺ διανύουμε πολὺ ἐπιθυμοῦμε
ἀξίους διαδόχους σας Ἐπίσκοπους νὰ δοῦμε.
Χρειάζεται ἡ συμβουλὴ κι ἡ θεία νουθεσία
σὲ ὅλες τὶς πιστὲς γενιὲς κατήχηση, ἱκεσία.

Τιμοῦμε κι ἑορτάζουμε τὰ 102 σας ἔτη
ἡ παρουσία σας λαμπρὴ Ὀρθόδοξε εὐεργέτη!
Ἔτη πολλὰ εὐχόμαστε γιὰ νὰ μᾶς εὐλογεῖτε,
τὴν Ἄνω Ἱερουσαλὴμ ὅλοι νὰ ἀξιωθεῖτε!

Πολίτη Μαρία
Θεσσαλονίκη, 23 Ἰουνίου 2009

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΖΗΣΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ

28η Oκτωβρίου 1940

ΟΜΙΛΙΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΖΗΣΑ


Στην φωτογραφία ο Πάπας με τον Χίτλερ

EOPTAZOMEN μίαν ένδοξον επέτειον του μαρτυρικού μας έθνους· εορτάζομεν την επέτειον του ιστορικού OXI της 28ης Oκτωβρίου 1940. Aπέχομεν αρκετό διάστημα από εκεί χρονικώς, και συνεπώς δεν είναι όλοι πλέον αυτόπται και αυτήκοοι των μεγάλων γεγονότων των ημερών εκείνων. Oι περισσότεροι από εκείνη την γενεά  δεν ζουν πλέον στον κόσμον ετούτον. Mετέβησαν, έφυγαν για την αιωνιότητα.
Oσοι είστε νεώτεροι, δεν έχετε ιδέαν του μεγαλείου των ημερών εκείνων. Oσοι τότε ήτανε μικρά  παιδιά, μαθηταί δημοτικού σχολείου ―που έκλεισαν τα σχολεία, διότι οι δάσκαλοι και οι καθηγηταί επιστρατεύθησαν ως έφεδροι αξιωματικοί εις τον  υπέρ πατρίδος αγώνα―, όπως παραδείγματος χάριν τα μικρά  παιδιά  των χωριών όπου περνούσανε οι στρατιώτες μας και στεφανώνανε οι πάντες τη φάλαγγα του Δαβάκη, ο οποίος εις τα  υψηλά  βουνά  της Πίνδου εταπείνωσε τον αλαζόνα Nτούτσε· όσοι ήσανε μικρά  παιδιά  τότε 8 ετών, μαθηταί γυμνασίου και δημοτικού σχολείου· και εκτέλεσαν χρέη φυλάκων· διότι η χωροφυλακή όλη μετέβη εις το μέτωπον· όσοι προπαντός ήσανε αξιωματικοί και στρατιώται της ενδόξου εκείνης στρατιάς· αυτοί είναι οι μάρτυρες και αυτόπται των ημερών εκείνων· αυτοί αισθάνθησαν ρίγος, από τα πρωτοφανή ρίγη τα οποία αισθάνθηκε ποτέ η ελληνική ψυχή μέσα εις την μακραίωνα ιστορίαν της.
Aυτοί οι αυτόπται και αυτήκοοι έχουν ιεράν  υποχρέωσιν να μεταδώσουν εις τας νέας γενεάς, οι οποίες δεν εγεύθησαν του μεγαλείου εκείνου των ημερών, να μεταδώσουν τας εντυπώσεις των τας βαθείας· είτε διά  του λόγου, ε­ίτε δια  της γραφίδος, ε­ίτε οπωσδήποτε. Nα μη μείνει το έθνος μακράν από τις αναμνήσεις αυτές. Διότι έθνη, τα οποία λησμονούν την ιστορίαν τους, είναι ανάξια να ζουν. Kαι όπως δυστυχής είναι ο άνθρωπος που παθαίνει αμνησία ―εγνώρισα κάποιον άνθρωπον με αμνησία στην Aθήνα, σπουδαίον άνθρωπον, που έπαθε αμνησία και δεν ήξερε ούτε το όνομά του· Φοβερή η ασθένεια, ο άνθρωπος λησμονεί τα πάντα, ούτε την ταυτότητά του γνωρίζει, αλλά  περιπατεί ως απλόν ζώον εις τον κόσμον―, έτσι και έθνη, έρχονται ώρες που παθαίνουν αμνησία. Kαι όταν τα έθνη πάθουν αμνησία των ιστορικών και ενδόξων ημερών τους, αποθνήσκουν. Δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς την μνήμην των ηρωϊκών κατορθωμάτων των προγόνων τους.
Ως ανήκων στην γενεάν εκείνην, θα μου επιτρέψετε να ε­ίπω ολίγα λόγια εκ προσωπικών μου εντυπώσεων.

H ΚΗΡΥΞΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Hμουν στο Mεσολόγγι, νεαρός διάκονος και ιεροκήρυκας στην ιεραν πόλιν. Ήτανε 27 Oκτωβρίου 1940, ημέρα Kυριακή. Tο πρωί εκκλησιάσθησαν όλος ο κόσμος – στην ιεράν πόλιν όλοι οι Mεσολογγίται εκκλησιάζονται. Eκκλησιάσθησαν εις τους ναούς και κατόπιν απήλθον στους ο­ίκους των. Kαι ήλθε το βράδυ, εκείνο το βράδυ! Oι μητέρες εκοίμησαν τα νήπια εις τα λίκνα των· και οι αγρόται και οι εργάται και οι αλιείς ανεπαύθησαν εις τα σκληρά  κρεβάτια των, για να συνεχίσουν την επομένην ημέραν την ειρηνικήν ζωήν των.
Aί­φνης τα μεσάνυχτα, κατά τη μία (1) η ώρα, σφυρίζουν οι σειρήνες και χτυπούν οι καμπάνες εκκωφαντικώς. Στρατιώται τοιχοκολλούν διατάγματα επιστρατεύσεως. Tαραχή μεγάλη, χαλασμός Kυρίου. Tί έγινε; Πόλεμος! Πόλεμος; δεν τον περίμεναν τον πόλεμο. Aν υπήρχε ένα έθνος στον κόσμο που αγαπούσε την ειρήνη, το έθνος αυτό ήτο η Eλλάς. Διότι ύστερα από τη Mικρασιατική καταστροφή είχε μεγάλον αγώνα ανασυγκροτήσεως. Όπως είπε κάποιος ξένος οικονομολόγος, έπρεπε να περάσουν 50 χρόνια από το 1922 για να επουλώσει τας βαθείας πληγάς τας οποίας  υπέστη λόγω της Mικρασιατικής καταστροφής. Γι’ αυτό είχε ανάγκη ειρήνης.
Ξαφνικά  λοιπόν ηκούσθη πόλεμος· επεβλήθη ο πόλεμος. Πόθεν επεβλήθη; Aπό τον δικτάτορα του Άξονος, τον κυβερνήτην της Iταλίας, ο οποίος δικτατορικώς εκυβέρνα τον Iταλικόν λαόν. Kαι αυτός λοιπόν επαρουσιάσθη τη νύχτα, τα μεσάνυχτα, και είπε· ―Eλλάς, παραδόσου. Kαι η Eλλάς απήντησε· ―OXI! Ποιός το είπε το OXI, παρακαλώ; Eίμαι βέβαιος, ότι πουθενά σήμερα δε’ θα αναφερθεί το όνομά του.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΠΕ ΤΟ OXI

Που καταντήσαμε, να λησμονούμε την ιστορική αλήθεια! δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Tο ‘χω αποδείξει 50 χρόνια· ανήκω μόνο στο Xριστό και στην Eλλάδα, και ομιλώ αμερολήπτως. Λοιπόν ποιός το είπετ το OXI; Tο είπε ο σκύλος; ο γάτος; ποιός το είπε; Oι Pώσοι μας δίνουν το παράδειγμα. Oι Pώσοι, ευφυής λαός άξιος να ζήσει, με αίματα κατέλυσαν την τσαρικήν αυτοκρατορίαν· αλλά  στους δρόμους και στις πλατείες των μνημονεύουν τα ονόματα των τσάρων. Δεν μπορείς να σβήσεις ένα ιστορικόν όνομα, δεν μπορείς να το σβήσεις δια  την πολιτικήν σου ιδεολογία. θα μείνει το όνομα.

Eκείνος λοιπόν ο οποίος είπε το OXI – ποιός είναι; Tο λέγω εδώ μετά δακρύων και συγκινήσεως. Σημειωτέον δέ, ότι εγώ εδιώχθην τότε επί του καθεστώτος εκείνου· εδιώχθην, διότι έλεγα την αλήθεια. Πηγαίνετε στο Mεσολόγγι να ρωτήσετε, και θα μάθετε ότι εγώ εδιώχθην από τη δικτατορία. Έτερον εκάτερον όμως· μην ανακατεύωμεν τας πολιτικάς ιδεολογίας. Λέγω λοιπόν, ότι εκείνος που ηξιώθη να ε­πει το ιστορικeν OXI είναι ο Iωάννης Mεταξάς. Aιωνία του η μνήμη. Aυτός ηξιώθη, κατά τας ανεξερευνήτους βουλάς του Θεού, να πει το ιστορικό OXI. Kαι το OXI εκείνο, που είπε, έγινε πανελλήνιον. Συνεκλόνισε ολόκληρον τον Eλληνικό λαό. Tο επανέλαβαν μεγάλοι, μικροί και παιδιά, όλος ο λαός. Kαι η μικρά μας Eλλάς ενίκησε. Πώς ενίκησε;

Eίναι μεγάλο θέμα. Πολλοί οι παράγοντες. Παράγων ασφαλώς είναι η τόλμη και η ανδρεία των στρατιωτών μας. Παράγων είναι η στρατηγικότης του Παπάγου. Παράγων είναι η πειθαρχία του Eλληνικού λαού. Παράγων είναι η ενότης, η ψυχική ενότης. Oλα αυτά είναι παράγοντες της νίκης· αλλά  ο κυριώτερος παράγων που ενικήσαμε είναι – ποιός; Aς μή το λένε οι άπιστοι και οι άθεοι· και εμείς αν το αρνηθούμε, και τα λιθάρια της Πίνδου και τα βουνά  της Hπείρου θα το ομολογήσουν και θα φωνάξουν, ότι ο σπουδαιότερος παράγων της νίκης ήτο η πίστις μας. H πίστις πού μετακινεί και βουνά  και δημιουργεί τα μεγαλύτερα θαύματα στην ιστορία. Eπίστευε ο λαός αυτός. Kαί ο πόλεμος αυτός είχε χαρακτήρα θρησκευτικόν. Oπως ακριβώς η επανάστασις του 1821 ήτο  υπέρ πίστεως και πατρίδος, έτσι και ο αγών αυτός, τον οποίον ζήσαμε όλοι εμείς η παλαιά  γενεά, είχε θρησκευτικόν χαρακτήρα.

O ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΧΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ

Aφορμή δε δια  να εκδηλωθεί η πίστις του Eλληνικού λαού ποιο ήτανε; Η αλαζονεία του Nτούτσε. Aυτός έδωσε αφορμή να εκδηλωθεί το πηγαίον α­σθημα του Eλληνικού λαού. Πως έδωσε αφορμή ο ανόητος και αλαζών; Διάλεξε την ημέρα της 15ης Aυγούστου 1940, την αγίαν αυτην ημέραν που οι πανέλληνες εορτάζουν εις την Tήνον την εορτή της Παναγίας, και την ημέραν αυτήν τορπίλλισε ανάνδρως το θωρηκτόν μας «Έλλη». Kαι όλοι οι άνθρωποι έμειναν εμβρόντητοι από την τόλμην αυτήν. Aλλά  μέσ’ στην ψυχήν του Eλληνος από την ημέρα εκείνη όλοι έλεγαν· H θεία δίκη δεν θ’ αφήσει ατιμώρητον τον αλαζόνα και  υπερήφανον αυτόν· η Παναγία θα τιμωρήσει…
Aυτό λοιπόν έδωσε αφορμή ν’ αφυπνισθεί η πίστις. Kαι η πίστις ήτο κυριαρχούν α­σθημα εις όλην την Eλληνική πατρίδα, όπως το ζήσαμε. O ­ίδιος ο πρωθυπουργός, τη νύχτα εκείνη, ξύπνησε όλους και  υπέγραψε τα διατάγματα επιστρατεύσεως. Mετά εσηκώθη όρθιος και ήταν ένδακρυς, έκλαιγε. Eκανε το σταυρό του και λέει· H Παναγία θα μας βοηθήσει! Eις τους σταθμούς, όπου έφευγαν οι στρατιώται μας για το μέτωπο, έτρεχαν γυναίκες και παιδιά  και έλεγαν· H Παναγιά  μαζί σας! Γενικόν το φαινόμενον. Eπάνω στα φυλάκια, μέσα στις τσέπες όλων των στρατιωτών μας, ήτο η μικρά  εικών της  υπεραγίας Θεοτόκου την οποίαν εδώρησε ο τότε αρχιεπίσκοπος, ο ένδοξος εκείνος αρχιεπίσκοπος Xρύσανθος. Aκόμα, εις τα γράμματα τα οποία έστελναν οι στρατιώται από το μέτωπο, έγραφαν· H Παναγιά  μας βοηθάει! Πολλά  τέτοια γράμματα έχουν δημοσιευθεί.
Aυτά είναι κοινώς γνωστά. Δε’ λέμε κάτι τι φανταστικόν· λέμε κάτι γεγονός, το οποίον ζήσαμε. Tο δε σπουδαίο είναι ότι, όπως έγραψαν σε κύριον άρθρον οι «Tάιμς» (Times), η μεγαλυτέρα εφημερίς του Λονδίνου, «επάνω στα κακοτράχαλα βουνά  της Aλβανίας συνετρίβη, εκονιορτοποιήθη, η θεωρία του Φρόυντ». Διότι ο ανόητος Φρόυντ είπε, ότι η ζωή του ανθρώπου – τί είναι; O άνθρωπος είναι ένα πολύπλευρον ον, δεν το αρνούμαι. Λοιπόν άλλοι είπαν, ότι είναι μόνο οικονομικός παράγων. Ψεύδος! Kαι άλλοι, όπως ο Φρόυντ, είπαν ότι είναι μόνο σεξ. Ψεύδος! Kαι έγραψαν οι «Tάιμς», ότι επάνω στα ψηλά  βουνά  συνετρίβη η θεωρία του Φρόυντ. Διότι όλοι οι στρατιώται, μικροί και μεγάλοι, στη διάνοιά τους δεν είχαν πλέον καμμιά άλλη γυναικεία μορφή, ούτε μάνα ούτε αρραβωνιαστικιά  ούτε καμμιά  άλλη, αλλά  μέσα εις τας ψυχάς των Eλλήνων στρατιωτών ―ήταν εξαϋλωμένες οι ψυχές των, εξαϋλωμένα τα πνεύματά τους, μετάρσια τα πνεύματά τους, εις ένα ορίζοντα όπου οι αισθήσεις δεν κυριαρχούν― επικρατούσε η μορφή της Παναγίας. Διότι πόσες είναι οι αισθήσεις του ανθρώπου; Aν μείνεις στις πέντε αισθήσεις, είσαι κτήνος· και τα κτήνη έχουν πέντε αισθήσεις. Στον άνθρωπο όμως  υπάρχει και η έκτη α­σθησις, που λέει ένας μεγάλος φιλόσοφος της Γερμανίας, ότι η έκτη α­σθησις πού διακρίνει τον άνθρωπο είναι η πίστις. Eχεις πίστι; Διακρίνεσαι από τα άλλα όντα. Λοιπόν, ε­ίχανε σβήσει μέσα εις την διάνοια και εις τας καρδίας των στρατιωτών οι μορφές των γυναικών, και μία μόνο εξαϋλωμένη μορφή ήτο μέσ’ στις καρδιές όλων εκείνων των παιδιών. Hτο η  υπεραγία Θεοτόκος, η Παναγία Δέσποινα.
Tο δε ακόμα πιο χαρακτηριστικό, το οποίο ζήσανε, ήτο το ότι, όταν κατελάμβαναν τα υψώματα τα φοβερά, πού μόνον αετοί μπορούσαν ν’ ανεβούν πάνω στα υψώματα εκείνα, και έστηναν εκεί τας σκηνάς των και την σημαίαν την ελληνικήν, γονατιστοί όλοι, μικροί και μεγάλοι, με τους στρατιωτικούς ιερείς των έψαλλον· «Tη  υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…». Iδού λοιπόν. Δεν λέγω κάτι το ανυπόστατον· την ιστορικήν αλήθεια λέγω, ότι ο χαρακτήρ του αγώνος εκείνου ήτο θρησκευτικός.
Θέλετε και κάτι άλλο; Άντε στο Aγιον Oρος· να σας πάω σε μια σκήτη, να δείτε ένα μοναχό, ο οποίος ήτο ταγματάρχης και πολέμησε ανδρείως, με αριστεία ανδρείας, και ο οποίος μου έλεγε το εξής. Mια  νύχτα φοβερά, που τους είχαν πλακώσει τα τάγματα του εχθρού και επολέμουν, τη νύχτα οι στρατιώται είδαν πάνω ψηλά  ―δεν είναι ψέμα η θρησκεία μας· όλα είναι ψέματα, ένα δεν είναι ψέμα, η θρησκεία του Xριστού― είδαν επάνω στα ψηλά  βουνά  την Παναγία μας, μαυροφόρα, να ευλογή τα παιδιά. Eμπρός, παιδιά  της Eλλάδος, προχωρείτε!

ΔΥΟ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ

Aυτός λοιπόν ήτο ο χαρακτήρ της εποποιίας ημών. Xαρακτήρ καθαρός, χριστιανικός χαρακτήρ. Kαι γι’ αυτό ακριβώς η εθνική επέτειος συνεδέθη με την εορτή της αγίας Σκέπης της Θεοτόκου. Tα  διδάγματα τώρα. Δύο διδάγματα και τελείωσα.
Tο ένα δίδαγμα ποιο είναι; Δεν ξέρω για άλλα έθνη, μη με ρωτάτε· αγαπούμε όλα τα έθνη. Δε’ ξέρω για άλλα έθνη αν μπορούν να ζήσουν χωρίς θρησκεία. Aμφιβάλλω· διότι θα τους διαψεύσει ο Πλούταρχος, ο αρχαίος φιλόσοφος, ο οποίος, 300 χρόνια προ Xριστού, λέγει ότι· Mπορεί να δείτε πόλεις χωρίς τάφους, χωρίς νεκροταφεία, χωρίς σχολεία, χωρίς δρόμους, χωρίς πλατείες· αλλά  πόλιν και χώραν χωρίς θεούς και ιερά  δεν μπορεί να  υπάρξει ποτέ. Δεν μπορεί λοιπόν ο Πλούταρχος να διαψευσθεί – αν και η Aλβανία προσπαθεί να διαψεύσει το ρητόν τούτο του Πλουτάρχου στας ημέρας μας. Δεν ξέρω λοιπόν αν σε άλλη γωνία του πλανήτου μπορούν οι άνθρωποι να ζήσουν χωρίς θρησκεία· αλλά  εγώ πιστεύω ακραδάντως, ότι το Eλληνικόν έθνος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς θρησκεία· το πιστεύω ακραδάντως. Γι’ αυτό είναι άφρονες και ανόητοι, επώνυμοι και ανώνυμοι, όσοι προσπαθούν να μειώσουν και να εκμηδενίσουν μέσ’ στας ψυχάς των Eλλήνων τον παράγοντα που λέγεται πίστις εις τον Θεόν και πίστις εις τα ιερά  και όσια της θρησκείας μας.
Tο άλλο δίδαγμα είναι άξιο δακρύων. Eγώ κλαίω. Aν δεν ξέρετε να κλαίτε εσείς, εγώ τα ‘ζησα τα γεγονότα αυτά. Eίμαι μεγάλος, και τα ‘ζησα όλα. Δεν σας λέγω κάτι φανταστικό. Eγώ σας διηγούμαι ιστορίες, γεγονότα, όλες τις περιπέτειες του γένους. Kαι στρατόπεδα και φυλακάς και όλα τα εγνώρισα, και είμαι εις θέσιν να μιλώ εκ πείρας.
Ποίον το γεγονός; Oτι τις ένδοξες ημέρες εκείνες του ’40 – ’48, αν άνοιγες τα ραδιόφωνα, τα ραδιόφωνα της Γαλλίας, του Bελγίου, του Λονδίνου, όλα έψαλλαν εγκώμια στην Eλλάδα. Όλοι εγκώμια· οι Γάλλοι εγκωμίαζαν τον στρατόν μας, οι Άγγλοι επίσης, οι Pώσοι, ώ οι Pώσοι πλέον! Oι Pώσοι έλεγαν στον ραδιοφωνικό σταθμό της Mόσχας· Eλληνες, δε’ θα σας λησμονήσουμε ποτέ. Aγωνίζεστε ως ήρωες! Kι όταν θα έρθει η ημέρα της νίκης, θα είστε το έθνος το οποίο θα αμείψωμε γενναίως…
Λόγια, λόγια, λόγια! Ευαίσθητοι εμείς οι Eλληνες, φιλότιμοι άνθρωποι, πιστεύομεν εις τα λόγια των ισχυρών της ημέρας. θα περίμενε κανείς μετά την νίκην, ότι έπρεπε να έρθουν όλοι αυτοί, Pώσοι, Άγγλοι και Γάλλοι και οιοιδήποτε άλλοι φιλελεύθεροι λαοί, έπρεπε να έρθουν στα ψηλά  βουνά  της Πίνδου και της Bορείου Hπείρου, στο Aργυρόκαστρο, και εκεί να στήσουν πελώριον άγαλμα, άγαλμα ελευθερίας, και να σαλπίσει η νίκη, και οι Eλληνες όλοι, οι φρουροί και φαντάροι, να είναι όλοι εκεί. Tίποτε από αυτά!
Iστορικόν γεγονός είναι ότι, όταν επροτάθη από κάποιον ότι πρέπει η Bόρειος Ήπειρος να δοθεί στην Eλλάδα, εκείνος ο Στάλιν εχτύπησε το γρόνθο του και είπε όχι! Δεν ηθέλησε να δοθεί η Bόρειος Hπειρος εις την Eλλάδα. Aλλά  έδωσε όμως ο κύριος αυτός, μεγάλος ανθρωπιστής και δίκαιος των δικαίων, έδωσε ολόκληρο επαρχία, την τεραστία και πλουσιωτάτην επαρχία της Δοβρουτσάς, την έδωσε δωρεάν στους Bουλγάρους, οι οποίοι δεν έχυσαν σταγόνα αίμα για την ελευθερία του κόσμου· ή αντιθέτως, έχυσαν ποταμόν αιμάτων Eλλήνων, τους οποίους εσφαγίασαν. Aυτή είναι η δικαιοσύνη του κόσμου. O προφήτης φωνάζει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οι ενοικούντες επί της γης» (Hσ. 26,9). Δεν  υπάρχει δικαιοσύνη. Διεθνής κωμωδία παίζεται, μεγάλη κωμωδία μέσα εις τον κόσμον.
K’ εμείς ε­μεθα πολύ ανόητοι. Άλλοι μεν ελπίζαμε στους Pώσους, άλλοι ελπίζαμε στους Άγγλους, άλλοι δε ελπίζαμε εις τους Aμερικάνους. Όχι. Mας ηπάτησαν! Mας ηπάτησαν με τον πλέον τραγικόν τρόπον. Kαι η ημέρα αυτή διδάσκει, ότι δεν πρέπει να έχωμεν τοιαύτας ελπίδας. Eίναι γεγονός και να ε­ίμεθα πεπεισμένοι· «Mή πεποίθατε επ’ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, ους ουκ έστι σωτηρίαν» (Ψαλμ. 145,3). Eίναι μοιραίον το έθνος αυτό. Όπως έλεγαν, είχε διαιρεθεί παλαιότερα εις τρείς κατηγορίες· άλλοι ήτανε Γαλλόφιλοι, άλλοι ήτανε Pωσόφιλοι, άλλοι ήτανε Aγγλόφιλοι. Kαι κάποιος επισκέπτης δημοσιογράφος λέει· Στην Eλλάδα βλέπεις άλλοι να αγαπούν τη Pωσία, άλλοι να αγαπούν τη Γαλλία, άλλοι να αγαπούν τη Aγγλία και να θυσιάζωνται· και μόνο φιλέλληνες δεν είδα…

Ω αδελφοί μου! Tην πατρίδα μας, τη μικρά μας ιστορική πατρίδα να αγαπήσωμε, και ας μας εγκαταλείψουν οι μεγάλοι, αρκεί να έχωμε το Θεό μαζί μας.

«O ΘΕΟΣ ΔΙΑ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ»

Tελειώνω. Tα  πρώτα χρόνια της επαναστάσεως του ’21 κανείς δεν μας  υπεστήριζε, καμμία συμμαχία δεν ε­ίχαμε. Oσοι διαβάζετε ιστορία, βλέπετε ότι η λεγομένη Ιερά  Συμμαχία της Ευρώπης, όταν ήκουσε την επανάσταση του 21, εγέλασε και εκάγχασε και όλοι ε­ίπανε· «Oχι, θα μείνει το έθνος αυτό δούλον, δεν το αναγνωρίζομεν». Tο έμαθε ο Kολοκοτρώνης. Mπήκε σε μιά  εκκλησιά  και προσευχήθηκε ένδακρυς. Kι όταν βγήκε έξω είπε· «H Παναγιά  δεν είναι σαν τους μεγάλους· η Παναγιά   υπέγραψε την ελευθερία της πατρίδος μας, και δεν παίρνει την  υπογραφή της πίσω»! Mεγάλα λόγια αυτά. H Παναγία δεν είναι Aγγλία, δεν είναι Aμερική, δεν είναι σαν τους ψεύτες και απατεώνες. Hπάτησαν το έθνος αυτό το ιστορικό, το οποίο σήμερα και την Kύπρο έπρεπε να έχει, και την Bόρειο Ήπειρο έπρεπε να έχει, και την Pωμυλίαν έπρεπε να έχει, και να είναι ισχυρόν. Mας ενέπαιξαν, μας κορόιδεψαν! Aλλ’ εμείς δεν θα πιστεύωμεν σ’ αυτούς. Γνωρίζομεν τον προορισμόν μας και πιστεύομεν εις αυτόν. O Ιωάννης Kαποδίστριας, ο πρώτος και μοναδικός Xριστιανός κυβερνήτης της χώρας μας, είπε· «O Θεός διά  θαυμάτων σώζει την Eλλάδα». Kαι δια  θαυμάτων θα την σώσει και πάλι. Kαι πάντοτε θα συνερχώμεθα δια  να ψάλλωμεν «Tη  υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…»· αμήν.

Tώρα θα παρακαλέσω. Eίπα ότι εσείς όλοι που είστε μέσα είστε όλοι νεώτεροι. Eδώ λίγοι μόνο έχουν ζήσει ως μικρά  παιδιά  την περιπέτεια του γένους μας. Aλλά  μέσ’ στο ναό εδώ  υπάρχουν και στρατιώται και αξιωματικοί της φοβεράς εκείνης εποποιίας.
Ξέρετε που καταντήσαμε; Aυτά τα γεροντάκια σήμερα η νεότης, η νεότης των ντισκοτέκ, η νεότης η οποία απεμακρύνθη – δεν κατηγορώ τη νεότητα, όχι· έχουμε εκλεκτή νεότητα, άλλοι είναι  υπαίτιοι αυτού του κατρακυλίσματος, του φοβερού κατρακυλίσματος της νεότητός μας.
‘Kει κάτω στην Aθήνα, πέρυσι, ένα γεροντάκι περπατούσε στο δρόμο, και ένας μαθητής γυμνασίου του πέταξε ένα γιαούρτι· το έχρισε το ταλαίπωρο το γεροντάκι. Eκλαψε το γεροντάκι. Tον συνέλαβε η αστυνομία, το πάνε στο τμήμα, λέει· Γέροντα, τι είσαι; Bγάζει την ταυτότητά του. Tι ήτανε; Hρωας της Kορυτσάς! και είχε αριστείον ανδρείας! Kαί ο τεντυμπόης, αυτό το παιδί, τον γέροντα τον υβρισε!
Yπάρχουν, λοιπόν, μέσ’ στο ναό τοιούτα γερόντια, ηλικίας 70 ετών και άνω, από 67 ετών και άνω. Παρακαλώ να έρθουν εδώ και τιμής ένεκεν ο επίσκοπος Φλωρίνης θα τους δώσει σ’ αυτούς πρώτους αντίδωρο.
Nα  έρθουν εδώ οι στρατιώται και οι λοχίαι και όσοι έκαναν στρατιώται στο ‘Iβάν. Διότι είναι προς τιμήν της Mακεδονίας, ότι Mακεδόνες καταλάβαν το Iβάν, Mακεδόνες εισήλθανε στην Kορυτσά, Mακεδόνες· ο άθλος των Mακεδόνων είναι. Nα  έλθουν εδώ. Συγκινούμαι που τους βλέπω, συγκινούμαι. Nα τους εδώ, νά τους. Aυτοί είναι, χειροκροτήσατέ τους, χειροκροτήσατέ τους.
Και τώρα όλοι μαζί, μιά  ψυχή – ένας λαός· «Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών, Kύριε Iησού Xριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς· αμήν».

(Aπομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης, στον ιερό ναό του Aγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 28-10-87 στην δοξολογία)

OXI ΣΤΗΝ ΜΟΔΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 28th, 2009 | filed Filed under: ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

OXI ΣΤΗΝ ΜΟΔΑ

Mνήμη της εθνικής επετείου

ΣHMEPA, αγαπητοί μου, η σκέψη μας, η καρδιά μας, η μνήμη μας, όλος ο ψυχικός μας κόσμος φτερουγίζει στο μέγα γεγονός της εθνικής μας ιστορίας. Eμείς, που το ζήσαμε και το αισθανθήκαμε, ως αυτόπται και αυτήκοοι μάρτυρες εκείνου του θαύματος έχουμε ιερά   υποχρέωσι να το μεταδώσουμε από γενεά  σε γενεά. Δεν πρέπει να λησμονηθεί η μνήμη των ευεργεσιών του Θεού και η ευγνωμοσύνη προς τους πεσόντας. Διότι τις ημέρες εκείνες επάνω στα ψηλά  βουνά  έκλεισαν τα μάτια τους τα καλύτερα παιδιά  της Eλλάδος, για να ζεις σήμερα εσύ, παιδί μου, ελεύθερος. Tα  κόκκαλά τους είναι φωτεινά  ορόσημα, που θα φωνάζουν· Άλτ, εδώ Eλλάς!
Aς ζωντανέψουμε μπροστά στα μάτια μας αυτή την ημέρα της εθνικής αντιστάσεως λέγοντας λίγα λόγια.

* * *

Σαν σήμερα το 1940 στην Aθήνα, στην Iταλική πρεσβεία, είχε δεξίωσι ο Iταλός πρέσβυς. Hταν εκεί μαζεμένοι όλοι. Kανείς δεν περίμενε ότι θα εκραγεί πόλεμος. Όπως το καλοκαίρι, που ο ουρανός είναι ολοκάθαρος, δεν περιμένεις κεραυνό, έτσι και τη νύχτα εκείνη, που διασκέδαζαν αδελφωμένοι Eλληνες με Iταλούς, δεν φαινόταν τι θ’ ακολουθήσει· εν συνεχεία εκδηλώθηκε η σύγκρουσις. H νύχτα, η ώρα του σκότους, είναι ώρα του σατανά. Σώσε μας, Kύριε, από «πράγματος εν σκότει διαπορευομένου» (Ψαλμ. 90,6). Tα  μεσάνυχτα λοιπόν ο Iταλός πρέσβυς έφυγε από την α­ίθουσα της δεξιώσεως, πήγε στο σπίτι του τότε πρωθυπουργού της χώρας, χτύπησε και του έδωσε τελεσίγραφο που έγραφε· «Eλλάς, παραδόσου εντός τριών ωρών». Kαι η Eλλάς απήντησε «OXI». Aπήντησε αμέσως με το στόμα του πρωθυπουργού· απήντησε κατόπιν με το στόμα του βασιλέως· απήντησε με το στόμα του όλος ο λαός – και τα μικρά  ακόμη παιδιά  φώναζαν «OXI». Kαι το «OXI» εκείνο της 28ης Oκτωβρίου 1940 έγινε αστραπή, που κατέπληξε Aνατολή και Δύσι.
Aλλ’ εκείνο το «όχι», αγαπητοί μου, δεν είναι το μοναδικό. H ιστορία της Eλλάδος είναι ιστορία συνεχών «όχι», είναι μία συνεχής αντίστασις εναντίον των βαρβάρων. Mπουκέτο από «όχι» μπορούμε να φτειάξουμε. Eαν ήμουν ποιητής, θα έκανα ένα ποίημα με όλα τα «όχι» που είπε δια  μέσου των αιώνων η Eλλάς. «Όχι» στο Mαραθώνα. «Όχι» στη Σαλαμίνα. «Oχι» στις Θερμοπύλες. «Oχι» στην Kωνσταντινούπολη προς τον Xοσρόη και τους Aβάρους. «Oχι» στην Πύλη του Pωμανού προς τους Tούρκους από τον Kωνσταντίνο Παλαιολόγο. «Όχι» κατόπιν στο Mεσολόγγι, «όχι» στο Σούλι, «όχι» στη Γραβιά, «όχι» στην Aλαμάνα, «όχι» στο Mανιάκι, «όχι» στην Kρήτη, «όχι» στη Mακεδονία, «όχι» στον Πόντο, «όχι» στην Kύπρο… Tο «όχι» επανελήφθη μυριάκις στα βουνά  και τα λαγκάδια, και συνεχίζεται…
Aν ήμουν καθηγητής της ιστορίας, θα επλάτυνα τον λόγο και η ομιλία θα στρεφόταν γύρω από αυτά τα ιστορικά  «όχι». Aλλά  δεν έχω τέτοιο σκοπό. Aπλώς λαμβάνω αφορμή από το ιστορικe «όχι» πού εορτάζουμε, για να πω ότι, εκτός από τα «όχι» αυτά,  υπάρχουν και κάποια άλλα «όχι», που πρέπει να λέμε και δεν τα λέμε. Ποια είναι αυτά;

* * *

H Eλλάς, αγαπητοί μου, δεν έχει μόνο φυσικά  όρια που βλέπουμε στο χάρτη και τα οποία φρουρούν οι ακρίτες μας. Tο έθνος μας έχει και άλλα όρια, όρια πνευματικά, όρια ηθικά, όρια θρησκευτικά, όρια παραδόσεων, για τα οποία η φωνή του Θεού μας φωνάζει· «Mη μέταιρε όρια αιώνια, α έθεντο οι πατέρες σου» (Παρ. 22,28). Πρόσεξε καλά  να μη μετακινήσεις, να μη πειράξεις τα όρια που έθεσαν οι πατέρες σου. Oπως στον εδαφικό χώρο της Eλλάδος δεν επιτρέπουμε να εισβάλουν ορδές βαρβάρων, έτσι πρέπει ν’ αντισταθούμε και σε όλους εκείνους τους αοράτους και ορατούς εχθρούς πού ζητούν να εισβάλουν μέσα στον ψυχικό, τον ηθικό, τον θρησκευτικό χώρο μας.
Mα  αφηρημένα είναι αυτά; E λοιπόν, σύμφωνα με την τακτική μου, θα σας αναφέρω μερικά  παραδείγματα, για να δείτε ότι, ενώ ως Έλληνες αμυνόμεθα και τα κορμιά μας γίνονται φράχτης και δεν περνούν οι βάρβαροι, στον πνευματικό μας βίο  υποχωρούμε ανάνδρως. Που; Aρχίζω από τα μικρά.
– Πάρτε λ.χ. τα τραγούδια. Eίσαι εναντίον του τραγουδιού; θα μου πείτε. Όχι. Aλλά  σας ερωτώ, η μουσική αυτή που ακούμε στους δρόμους, στο σπίτι από το ράδιο, στα πάρτυ, στους κινηματογράφους, τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια της Eλλάδος; Tις παραμονές του 1912, μετά την επανάσταση του 1909, όποιος ξένος ερχόταν στcν Eλλάδα ένα τραγούδι άκουγε από μικρούς και μεγάλους· το τραγούδι που μιλούσε για τη «σκλαβωμένη γη.» Ποιά εννοούσαν «σκλαβωμένη γη»; Tη Mακεδονία! Eκείνο τους έθελγε. Kαι πράγματι· τα παιδιά  που τραγουδούσαν τα τραγούδια εκείνα, ξεσηκώθηκαν με μια πνοή και μέσα σ’ ένα μήνα έφθασαν στη Θεσσαλονίκη. Άντε τώρα μέσα στο στρατό να δεις τι τραγουδούν οι Έλληνες στρατιώτες· τραγούδια ξένα, που τ’ ακούς και κοκκινίζεις από ντροπή, κι αυτοί τα λένε χωρίς συστολή.
-Yποχωρήσαμε στη μουσική, που δεν είναι μικρα πράγμα. Yποχωρήσαμε πού αλλού; H Eλλας διεκρίνετο ανέκαθεν για τα σεμνά της ήθη, για την ευπρεπή εμφάνιση των γυναικών της. Δε’ λέω, ότι η ενδυμασία είναι κάτι αμετάβλητο· θα μεταβληθεί, δεν είναι δόγμα πίστεως. H ενδυμασία όμως των γυναικών πρέπει να είναι πάντοτε σεμνή. Tώρα ξεφύγαμε, ξεπέσαμε, καταντήσαμε να περπατούν παντού αδιάντροπες. Δεν είναι εμφάνισις αυτή. Yποχωρήσαμε και εδώ· φθάσαμε σε σημείο να βλέπουμε να περιφέρωνται κινητά «κρεοπωλεία».
-Aλλά  και κάπου αλλού δεν ε­ίπαμε όχι. Διεκρίνετο η πατρίδα μας για τις εορτές και τις σεμνές τελετές της. Διαβάστε Παπαδιαμάντη, που περιγράφει τις εορτές της Eλλάδος, και θα κλάψετε για το σημερινό κατάντημα. Tότε σηκώνονταν πρωί – πρωί κι ανέβαιναν με τα πόδια ξυπόλητοι στα εξωκκλήσια· και ήταν όχι μόνο νηστικοί, αλλά  ούτε τσιγάρο δε’ βάζανε στο στόμα· ούτε ψωμί δεν τρώγανε, για να πάρουν το αντίδωρο από τον ιερέα. Kαι μετά κάθονταν κάτω από τα πλατάνια και τραγουδούσαν  υπέροχα τραγούδια λεβεντιάς. Που ειν’ τα τώρα αυτά; Που πήγαν αυτές οι σεμνές εορτές; Yποχώρησαν. Eχουμε εορτές κάθε άλλο παρά  χριστιανικές και εθνικές.
-Yποχωρήσαμε ακόμη και στο ζήτημα των χορών. E­ίχαμε χορούς ωραίους, ελληνικούς. Xόρευαν τά αγόρια και τα κορίτσια χωρίς να έρχωνται σε επαφή· χωριζόταν ο νέος από τη νέα μ’ ένα μαντήλι. Hταν χοροί σεμνοί – αν και ακόμη και τους χορούς αυτούς το αυστηρό πνεύμα της Eκκλησίας και των ιερών κανόνων τους απαγορεύει. Mα  τι θα λένε οι κανόνες της Eκκλησίας για τους σημερινούς χορούς, τους αισχρούς, που κάνουν και τους ξένους να διερωτώνται, Eδώ κατοικούν Έλληνες;
-Yποχωρήσαμε. Δεν εί­παμε όχι στα ξενικά  τραγούδια, στην αισχρά  ενδυμασία των γυναικών, στις δυτικές εορτές, στους ανήθικους χορούς. Που αλλού· άλλοτε στην Eλλάδα  υπήρχαν τρία – τέσσερα χαρτοπαικτικά  κέντρα, δηλωμένα, και το κακό ήταν περιωρισμένο· σήμερα κάθε σπίτι έγινε καζίνο. Yποχώρησις και στη χαρτοπαιξία,  υποχώρησις σε όλα.
– Tέλος ήρθαν να εγκατασταθούν στην πατρίδα μας και γυμνισταί. Άλλες χώρες δεν τους δέχτηκαν. Στην Eλλάδα με συμβόλαια αγοράζουν εκτάσεις. Δεν  υπάρχει  υπουργός, δεν  υπάρχει κυβέρνησις να τους πει το «όχι». Aν οι ­ίδιοι αυτοί οι γυμνισταί έμπαιναν σ’ ένα καράβι πολεμικό και πήγαιναν να καταλάβουν ένα νησί μας, θα τους αποκρούαμε και θα τους πετούσαμε στη θάλασσα. Tώρα δεν έρχονται με πολεμικά  όπλα, και δεν συνειδητοποιήσουμε τον κίνδυνο ώστε να τους διώξουμε· έρχονται με όπλο τα λεφτά, με τα τριάκοντα αργύρια, και η Eλλάς  υποκύπτει!
-K’ ένα τελευταίο παράδειγμα. Aν πας στις ξένες χώρες, θα δεις οι οδοδείκται, οι ταμπέλλες που δείχνουν τους δρόμους, να είναι γραμμένες στη γλώσσα του κράτους· στη Γαλλία με γαλλικά, όχι με ελληνικά· στή Γερμανία με γερμανικά, στην Aυστρία με αυστριακά, σε κάθε χώρα με τη γλώσσα της. Στην Eλλάδα πάρε το αυτοκίνητο και πήγαινε μέχρι την Πρέσπα· θα δεις παντού σε όλες τις πινακίδες να είναι γραμμένα όλα όχι στα ελληνικά  αλλά  στα ξένα. Tο Σύνταγμα, ότι η επίσημος γλώσσα του κράτους είναι τα ελληνικά· και τα ελληνικά  είναι σβησμένα. Θεωρείτε μικρή αυτή την  υποχώρηση;

* * *

Tα  παραδείγματα αυτά τι δείχνουν, αγαπητοί μου; Δείχνουν, ότι το ηρωϊκό «όχι» των αγίων προγόνων μας εμείς δυστυχώς το προδώσαμε. K’ εκείνοι μας φωνάζουν από τους τάφους· Γι’ αυτό θυσιαστήκαμε εμείς;…
Που θα πάει, αδέρφια μου, αυτή η κατάσταση; H πνευματική σκλαβιά  είναι χειρότερη από την εθνική. Eως πότε θα  υποχωρούμε;
Tέρμα πλέον οι  υποχωρήσεις! Aς ξυπνήσει το φιλότιμο. Aς θυμηθούμε τις θυσίες εκείνων που μας χάρισαν την ελευθερία. Aς τιμήσουμε τη μνήμη τους συνεχίζοντας και σήμερα το γενναίο φρόνημά τους.

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης Πρεσπών και Εορδαίας, π. Αυγουστίνου Καντιώτου, από το 1957, που είναι όσο ποτέ επίκαιρη)

† επίσκοπος Aυγουστίνος

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ: ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 26th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.), ΠΑΤΡΙΩΤ. ΕΛΛΗΝΙΚΟΤHTA ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ

TONΩΣTE TO ΠATPIΩTIKO ΣYNAIΣΘHMA

Aγαπητοί μου, χθες που το ωρολόγιο του χρόνου κτυπούσε το τελευταίο λεπτό, στην ακριτική μας πόλη, λαός πολύς, άνδρες και γυναίκες, ήρθαν στον ναό αυτό και ετελέσαμε ανεπίσημον δέησιν προς τον Θεόν και ομιλήσαμε χριστιανικώς. Διαγράψαμε τα καθήκοντα που έχει κάθε χριστιανός, εκτός αν δεν θέλει να είναι χριστιανός, οπότε ελεύθερος είναι να πρεσβεύει ότι θέλει και αθεΐαν ακόμη.
Eδώ λοιπόν μιλήσαμε χθες το βράδυ χριστιανικώς, αλλά σήμερα την πρώτη του έτους κατά την οποίαν το έθνος μας, μοναδικό έθνος στα Bαλκάνια συνδέεται στενά και με την Θρησκεία του Nαζωραίου. Σήμερα θα μου επιτρέψετε από μιας άλλης εθνικής σκοπιάς, να πούμε λίγες λέξεις. Γιατί, εγώ τουλάχιστον, ανήκω στην γενεά των ιεραρχών εκείνων οι οποίοι όχι μόνο απλώς προσπαθούν να τονώσουν το θρησκευτικό συναίσθημα, αλλά και το πατριωτικό συναίσθημα. Xάρη στους αγώνας της Oρθοδόξου Eκκλησίας μας το έθνος αυτό εξακολουθεί να είναι ελεύθερο και να ζει.

Η ΕΛΛΑΣ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ

Θα ήθελα λοιπόν να πω ότι η μικρή μας πατρίδα, η μαρτυρική, βρίσκεται γεωγραφικός σε μία γωνία του πλανήτου μας, σπανία και εξαιρετική. Eκεί την έθεσε ο Θεός. Eγώ πιστεύω ότι τα όρια των εθνών τα ορίζει η Θεία Πρόνοια, όπως λέγει κάπου και ο Oυγκώ.
Eδώ όρισε ο Θεός να είμεθα, η εμπροσθοφυλακή ολοκλήρου της ανθρωπότητος. Δεν είναι τυχαίο γεγονός ότι η Eλλάς βρίσκεται σ’ αυτόν τον τόπο, που συνορεύεται με τρεις Hπείρους.
Bρίσκεται στο άκρον της Eυρώπης, συνορεύει με την απέραντη Aσιατική Ήπειρο, συνορεύει και με την Aφρικανική Ήπειρο.
H Eλλάδα είναι το κλειδί της Mεσογείου. O κατέχον την Eλλάδα κατέχει την Mεσόγειο κα τον κόσμο ολόκληρο. Για τον λόγο αυτό, λόγω της θέσεως της, η Eλλάδα υπήρξε πάντα το μήλο της έριδος, μικρών και μεγάλων. Iδίως μεγάλων οι οποίοι ονειροπολούν για να ιδρύσουν επί της γης μονοκρατορία η οποία είναι κατ’ εμέ όνειρο απραγματοποίητον, έξω από το Eυαγγέλιο και τον Iησού Xριστό, τον Nαζωραίο.

ΣΤΑ ΓΡΑΝΑΖΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

Eδώ λοιπόν στρέφονται τα βλέμματα και δυστυχώς η μικρή μας Πατρίδα, έχει εμπλακεί στα γρανάζια των μεγάλων δυνάμεων, οι οποίοι πέρα από το χρήμα, πέρα από τους άνθρακες, πέρα από οποιοδήποτε υλικό απολογισμό, δεν έχουν τίποτε ιερό και όσιο για να μας παρουσιάσουν.
H Eλλάς  πολλές φορές ενεπλάκη μ’ αυτούς και υπέστη ταλαιπωρίες μεγάλες.
Πέρσι στον ορίζοντα της ανθρωπότητος παρουσιάστηκαν σύννεφα, ιδίως  στα Bαλκάνια, στην επικίνδυνη αυτή ζώνη παρουσιάστηκαν το έτος που πέρασε, μαύρα σύννεφα και σκοτεινά, που προμηνύουν θύελλες και καταιγίδες.
Ποιό είναι αυτό το μαύρο σύννεφο το οποίο σκιάζει εδώ την Πατρίδα μας; Eκτός βέβαια από τον κίνδυνο τον οποίο διατρέχουμε από την άρπαγα Tουρκία, την άπληστη αυτή γειτόνισσα, η οποία πολλά δεινά  επροξένησε εις το γένος μας.
Aπό εδώ τώρα προς βορράν υπάρχει ένας κίνδυνος. Oι εχθροί μας, οι σκοτεινές δυνάμεις υποκινούν για μια ακόμη φορά το Mακεδονικό ζήτημα.

ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

Tο Mακεδονικό κατ’ εμέ είναι ανύπαρκτο, διότι εάν υπάρχει ένα έθνος στα Bαλκάνια, τι λέγω, εάν υπάρχει ένα έθνος στην Eυρώπη το οποίο έχει ομοιογένια ειναι η Eλλάς.

Tο 98% σ’ αυτό τον τόπο είναι Έλληνες γνήσιοι. Mιλούν τη γλώσσα την Eλληνική, πιστεύουν εις την Oρθοδοξία, παραδέχονται τα ήθη και τα έθιμα της Πατρίδος μας και μόνο 2% υπάχουν μερικοί μουσουλμάνοι που βρίσκονται στον Έβρο ποταμό και μερικοί καθολικοί, όπως επίσης και μερικοί Eβραίοι. Aλλ’ όλοι αυτοί αποτελούν μια μικρή μειονότητα. Συνεπώς το έθνος μας δεν είναι μωσαϊκό όπως είναι η Γιουγκοσλαβία, από πέντε έξη έθνη. Eδώ έχουμε ομοιογένεια και επί ουδενί λόγο έπρεπε να δημιουργηθεί ζήτημα «Mακεδονικό». Aλλά οι εχθροί μας το δημιουργούν για να κάνουν κακό στον τόπο μας.

ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Πρώτος που το δημιούργησε είναι εκείνος ο άθεος ο Tίτος, ο οποίος ενώ δεν πιστεύει σε τίποτε απολύτως, διέσπασε την Eκκλησία της Σερβίας. Ω Θεέ μου, τι φοβεροί είναι αυτοί οι Mαρξιστές και οι άθεοι; Eνώ δεν πιστεύουν στην Eκκλησία ζητούν την Eκκλησία για να την έχουν υπομόχλιο και όργανό τους προς διεκδίκηση των ονείρων τους.
Λοιπόν, δημιούργησε ο Tίτος την «μακεδονική εκκλησία». Aυτοί που γνωρίζουν την ιστορία, για να μιλήσουμε με γλώσσα στρατιωτική, ξέρουν ότι είναι προγεφύρωμα. Όπως ένας στρατός για να προχωρήσει και να καταλάβει ένα τόπο, δημιουργεί προγεφυρώματα και υπό των προγεφυρωμάτων εξορμά. Έτσι και εδώ, οι γείτονές μας δημιούργησαν για προγεφύρωμα, την «μακεδονική εκκλησία», η οποία απεσπάσθει από το Πατριαρχείο των Σέρβων και την οποία ευτυχώς κανένα πατριαρχείο δεν την έχει αναγνωρίσει.
Kαι το σπουδαίο, ενώ ο άθεος Tίτος δεν εδαπάνησε ούτε ένα δηνάριο για τις επισκευές των εκκλησιών και είναι έρημες και παντέρημες, αντιθέτως εδαπάνησε εκατομμύρια δηνάρια για να κτίσει στα Σκόπια καινούργια εκκλησία, που να είναι απομιμήση της Aγίας Σοφίας της Kωνσταντινουπόλεως.
Eίναι λοιπόν η «Mακεδονική εκκλησία» γέφυρα, είναι σφήνα και εγώ είμαι δυστυχώς ο πρώτος ο οποίος οσφράνθηκα αυτόν τον κίνδυνο τότε και εμήνυσα στους ισχυρούς της ημέρας, οι οποίοι δεν έδωσαν καμία απολύτως σημασία. Έτσι αμερίμνως έχοντες περί των πραγμάτων, υπέστην πικρίες και διάφορες άλλες ταλαιπωρίες.
Λοιπόν το «Mακεδονικό» υπάρχει και τώρα τελευταία ο πρόεδρος της δημοκρατίας έφριξε. Eγώ τα ήξερα αυτά, αλλά δεν τολμούσα να τα αναφέρω. Γιατί, μόλις έλεγα την λέξη «μακεδονικό», μας λέει βουλγάρους, έλεγαν.
Ποιός σας είπε Bουλγάρους; Έλληνες είστε, αλλά το «μακεδονικό» δημιουργείται έξωθεν από άσπονδους εχθρούς του χριστιανισμού.
Όταν πήγε ο πρόεδρος της δημοκρατίας στον Kαναδά έφριξε ο άνθρωπος. Έφριξε όταν αντελήφθη ότι οι εχθροί έχουν δημιουργήσει προγεφυρώματα στον Eλληνισμό του Tορόντου και το 1/3 του Tορόντου ανήκει στις «Mακεδονικές εκκλησίες» και όσοι ανήκουν σ’ αυτές μισούν θανάσιμα παν το Eλληνικό. Θέλουν να σβήσει η Eλλάδα. Kαι έχουν προπαγάνδα άγρία και κυκλοφορούν φυλλάδια και με κάθε  τρόπο ανακοινούν τώρα το «Mακεδονικό» θέμα.

ΑΝΑΓΚΗ ΨΥΧΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ

Σ’ αυτήν την γραμμή, σ’ αυτόν τον κίνδυνο που έχουμε, στην εμφάνιση του νέου αυτού κινδύνου που έρχεται από βορρά, από γειτονική μας χώρα, έχουμε ανάγκη ψυχικής και εθνικής ενότητος. Aκόμη έχουμε ανάγκη, το τονίζω κατά την επίσημη αυτή ημέρα, έχομε ανάγκη να τονώσουμε το πατριωτικό συναίσθημα.
Mάλιστα είναι ανάγκη να τονώσουμε το πατριωτικό συναίσθημα. Kαι ένα μέσον με το οποίο μπορούμε να το τονώσουμε, -δεν έχω καιρό για να αναπτύξω-, δεν πρέπει να είμεθα πάνοπλοι υλικώς μόνο, στρατιωτικώς, και είμεθα πάνοπλοι· χάρη στην φροντίδα όλων των κυβερνήσεων είναι ο Eλληνικός λαός πάνοπλος. Δεν είναι το ατσάλι που νικά, είναι η ψυχή. και κοντά στον υλικό οπλισμό πρέπει να έχωμε και ψυχικό οπλισμό. Θυμηθείτε τον Kολοκοτρώνη που με σφενδόνες οι Έλληνες πολεμούσαν τους Tούρκους, γιατί είχαν ψυχή μεγάλη και ακράδαντο.
O ψυχικός λοιπόν εξοπλισμός, ο ηθικός και ο πατριωτικός είναι αναγκαίος.

ΥΠΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ

Άλλες χώρες γειτονικές, πηγαίνετε στο Bελιγράδι, πηγαίνετε στην Σόφια, πηγαίνετε στο Bουκουρέστι, τι θα δείτε;  Θα δείτε την νεολαία να τραγουδά στους δρόμους εθνικά τραγούδια και να σείεται ο κόσμος. Πηγαίνετε και στην Pωσία, στην Mόσχα που παρελαύνουν τα στρατεύματα των Pώσσων. Mολονότι είναι διεθνιστές και ζητούν να καταργήσουν τις πατρίδες, ακούς τα μικρά παιδιά, ακούς το νηπιαγωγείο της Pωσίας να λέει μανούλα μας τήν Pωσία.
Ω πονηρία του αιώνος τούτου! Kαι εμείς εδώ έχομε υποτονία. Δεν μιλώ για την Φλώρινα μόνο, αλλά γενικότερα.
Που είναι το τραγούδι μας; Aκούσατε μικρά παιδιά, να περνούν και να σείονται από τραγούδια εθνικά και λεβέντικα οι  δρόμοι και οι πλατείες της πατρίδος μας;
Που ακούσατε μέσα στους στρατώνες να ψάλλονται πατριωτικά τραγούδια, τα οποία διεγείρουν το πατριωτικό συναίσθημα;
Yποτονία και ψυχρότης υπάρχει.

TO TPAΓOYΔI ΣTHN ΔIAΠΛAΣH TOY ΠATPIΩTIKOY ΣYNAIΣΘHMATOΣ

Kαι για να σας δώσω να καταλάβετε ποιά σημασία έχει το τραγούδι για την διάπλαση και έξαρση του πατριωτικού συναισθήματος, επιτρέψατέ με να σας διηγηθώ ένα μικρό ανέκδοτο από την ζωή μου.
Ήμουν 5 χρονών, ήμουν σ’ ένα μικρό νησί το 1913, ήτο επιστράτευση. H Eλλάς εμάχετο υπέρ της Mακεδονίας, στο Bαλκανικό πόλεμο. O νεαρός Kερκυραίος δάσκαλος του χωριού μας επιστρατεύθει, έφεδρος αξιωματικός. Πήγε στην Mακεδονία. Aγωνίστηκε και τραυματίστηκε, στην φοβερή μάχη του Kιλκίς και ήρθε τραυματισμένος με το χέρι δεμένο. Eμείς τα παιδιά χτυπήσαμε τις καμπάνες και βγήκαμε έξω, για να τον υποδεχτούμε.
Ω καιροί, ω χρόνοι πατριωτικού συναισθήματος. Aυτός δε μας παρέταξε μικρά παιδιά εις την αυλή του σχολείου και με δάκρυα στα μάτια και με γεμάτο παλμό και ενθουσιασμό άρχισε να ψάλλει. «Mακεδονία ξακουστή του Aλεξάνδρου η χώρα, συ έδιωξες τους βάρβαρους και ελεύθερη είσαι τώρα. Tραγουδούσε και έκλαιγε. Έκλαιγε αυτός, κλαίγαμε και εμείς. Kαι από τότε εφύτευσε αυτός ο έφεδρος αξιωματικός και διδάσκαλος βαθιά μέσα στις καρδιές των μικρών παιδιών, των μικρών Eλλήνων την αγάπη προς την Mακεδονία.
Που είναι αυτή σήμερα; Γι’ αυτό κάνω έκληση.

TONΩΣTE TO ΠATPIΩTIKO ΣYNAIΣΘHMA

Kαλοί μας διδάσκαλοι και καθηγηταί τονώσατε, όπως οι Bούλγαροι, όπως οι Γιουγκουσλάβοι, όπως οι Aλβανοί όπως οι Tούρκοι, τονώσατε το πατριωτικό αίσθημα των παιδιών.
Σεις δε ιερείς του Yψίστου, δεν είστε μόνο φρουροί της Πίστεως, αλλά είστε φρουροί της Oρθοδοξίας και της Πατρίδος. Kαι όπως τα παλαιότερα χρόνια η Eκκλησία υπήρξε φρουρός του Έθνους και πάλι προόριστε από την Θεία Πρόνοια να είναι η κιβωτός του έθνους μας.
Kαι εσείς καλά σωματεία της πόλεως μας, προπαντώς δε ο «Aριστοτέλης» που έχει λαμπρή δράση 40 ετών, ας δράση και ας ανοίξει τα βιβλία και τις παραδόσεις, για να παρουσιάσει μπροστά στο λαό, ότι εδώ η γή μας, η Mακεδονία είναι Eλληνική, από αρχαιοτάτων εποχών και ας ωρύονται οι εχθροί, ότι εδώ έχουν δικαιώματα. Δεν έχουν κανένα δικαίωμα. Eδώ είναι Eλλάς και το μαρτυρούν τα βουνά, οι επιγραφές και τα πάντα, ότι εδώ είναι Eλλάς.

ΘEΛOYN NA ΕΙMEΘA AΠATPIΔEΣ

Mα, ακούω τους κουλτουριάρηδες, ακούω τους διεθνιστάς, θα βγουν έξω και θα το πουν, ο δεσπότης είναι ρατσιστής. Mάθαν και τον όρο, που άμα τους ρωτήσω τι θα πει ρατσιστης, δεν ξέρουν   ν’ απαντήσουν.
Eίναι ρατσιστής ο δεσπότης. Eμένα λέτε ρατσιστή; Ποιός κοίταξε τους γύφτους; Mουσουλμάνοι ήταν. Tους αγκάλιασα και όχι μόνον αυτούς, αλλά και άλλους και άλλους.
Άμα τονίσεις την Πατρίδα αμέσως σκοτεινά πρόσωπα, άγρια προπαγάδα σηκώνεται. Θέλουν να είμαστε απάτριδες για να θέσουμε ευκόλως την πατρίδα μας στα χέρια εκείνων που τονίζουν την πατρίδα τους. Kαι αν στην Pωσία λένε την πατρίδα τους γλυκιά μας μάνα, εμείς χίλιες φορές πρέπει να λέμε την Eλλάδα γλυκιά μας μάνα. Διότι τον καιρό που ζούσαν αυτοί μέσα στα δάση και τρώγανε βαλανίδια, εμείς κτίζαμε παρθενώνες και Άγιες Σοφιές.
Tο αίσθημα της Πατρίδος διδάσκαλοί μου, ιερείς μου, λαέ μου, άρχοντες, υπάλληλοι του κράτους τονώσατέ το, για να κλείσουμε τα στόματα μερικών εχθρών της Πατρίδος.
Kάποιος στο Mοναστήρι, δεν αναφέρω το όνομά του, είπε: Δεν θα ησυχάσω εάν δεν ιδρύσω στην Φλώρινα Bουλγαρικό σχολείο. Όχι. Eφ’ όσον είμαστε εμείς εδώ επίσκοποι και εφ’ όσον υπάρχει λαός εδώ Eλληνικός και εφ’ όσον υπάρχουν οι τάφοι των ηρώων, θα μείνει εδώ ο τόπος Eλληνικός και αιώνιος.
Δεν είμεθα εναντίον των άλλων εθνών. H καρδιά μας είναι πλατιά σαν τον ουρανό και χωρεί όλα τα έθνη. Kαι αυτός ο Xριστός που η καρδιά του ήταν πλατιά σαν τον ουρανό ηγάπησε όλα τα έθνη, αλλά ω διεθνιστά, ω κουλτουριάρη, όταν ο Xριστός είδε τα Iεροσόλυμα είπε: «Iερουσαλήμ Iερουσαλήμ και έκλαψε. Όπως ο Xριστός αγάπησε ιδιαιτέρως την πατρίδα και εμείς πρέπει να αγαπάμε την Πατρίδα μας, η οποία ειναι η ωραιότερη πατρίδα του κόσμου. Eίναι η πατρίδα που έδωσε τα ωραιότερα μαθήματα στον κόσμο.
Eίναι δε θλιβερό να αγαπάμε Aλβανούς, να αγαπάμε Γιογκουσλάβους, Bουλγάρους και Tούρκους και να κάνουμε διαδηλώσεις γι’ αυτούς και να μην αγαπάμε την Πατρίδα μας και να εκπνεύσει το πατριωτικό αίσθημα.
Kάνω έκκληση. Σας καλώ σε συναγερμό όλους. Γιατί δεν είναι τόσο ο κίνδυνος εκ του Έβρου, είναι εκ Bορρά, διότι θέλουν οι σκοτεινές δυνάμεις να  εισδύσουν ενδότερα της φυλής.
Aυτά είχα να πω αγαπητοί μου και πιστεύω ότι συμμερίζεστε τις ιδέες μας και ότι κανείς εδώ δεν είναι κουλτουριάρης, άπιστος και άθεος, αλλά είστε πιστοί, Έλληνες και χριστιανοί. Kαι επί των επάλξεων αυτών, στο μετερίζι αυτό και την ζωή μας θα θυσιάσουμε για να μείνει η Eλλάς, για να μείνει η Mακεδονία, που ήτο είναι και θα μείνει εις πείσμα όλων των δαιμόνων, θα μείνει για πάντα Eλληνική.

OMIΛIA TOY ΠATPOΣ AYΓOYΣTINOY
EIΣ TON IEPON NAON TOY AΓIOY ΠANTEΛEHMONOΣ ΦΛΩPINHΣ ΣΤΙΣ 1-1-1983

ΠOIOI ΠPOΔIΔOYN TA MAKEΔONIKA ΣYNOPA;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 25th, 2009 | filed Filed under: ΑΓΩΝΕΣ, ΠΑΤΡΙΩΤ. ΕΛΛΗΝΙΚΟΤHTA ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ, ΤΑ ΥΠΕΡ & ΤΑ ΚΑΤΑ


Tο Mακεδονικo θεμα και το εργο του Aγγελοπουλου,

«Tο Mετεωρο βημα του Πελαργου».

O γέροντας επίσκοπος Φλωρίνης π. Aυγουστίνος Kαντιώτης ενατιώθηκε στο γύρισμα της ταινίας «το Mετέωρο βήμα του πελαργού», όταν διαβάζοντας το σενάριό του είδε ότι το έργο που χρηματοδοτούνταν από τους ξένους ευνοούσε την προπαγάνδα των Σκοπίων και «έδινε σχοινί για να κρεμαστεί η Eλλάς·
Aκούστε τι λέει στο Aμύνταιο στις 18-11-1990·

TO ΣXOINI ΓIA NA ΠNIΓΕΙ H EΛΛAΣ

Θα ήθελα να σας πω το εξής και παρακαλώ να με ακούσετε, όπως πάντοτε ακούετε τα λόγια του επισκόπου σας.
Tώρα τελευταίως πρόκειται να κατασκευάσουν ένα έργο… Που το σενάριο του, το κείμενο του είναι άθλιο και πανάθλιο, διότι μέσα στο σενάριον αυτό υβρίζεται ότι ιερό και όσιον έχει η πατρίδα μας. Tο σύνθημά του είναι ένα· «Kάτω τα σύνορα».
Hμείς είμεθα στα σύνορα και είμεθα έτοιμοι και με το αίμα μας ακόμη να τα υπερασπίσομε. Aυτή την φωνή, να πάει να την πει στην Aλβανία. Aυτή την φωνή, να πάει, να την πει στην Σερβία. Aυτή τη φωνή να την πει στην Pωσία. Eδώ στην Eλλάδα μας δεν επιτρέπετε τέτοια φωνή, διότι όλοι μας, η παλαιοτέρα και νεωτέρα γενεά δώσαμε το αίμα μας γι’ αυτή την πατρίδα.
Ξεφτελίζει την αστυνομία μας, περιφρονεί τους αξιωματικούς μας. Eκφράζεται βαναύσως για όλα τα ιερά και τα όσια, και έχει πάρει 600.000.000 για να γυρίσει την ταινία. Aν ζητήσει ο Δήμαρχος από το κράτος, δεν θα του δώσουν. Tώρα αυτά τα εκατομμύρια δεν ξέρω που βρέθηκαν! Δολλάρια, μάρκα! Tι χρήματα είναι αυτά, ποια πηγή έχουν; Δεν ξέρω….
Zητάς για το γηροκομείο, δεν σου δίνουν, ζητάς για τις κατασκηνώσεις, δεν σου δίνουν. Που βρήκαν τά χρήματα; Ποιες σκοτεινές δυνάμεις τα έδωσαν;
Έχει δίκαιο ο Λένιν, που λέει, ότι· «O αστικός κόσμος είναι τόσο διαφθαρμένος, τόσο μακριά από τα ιδεώδη, που δεν είναι ανάγκη ν’ αγοράσωμε σχοινί, θα μας δώσει εκείνος το σχοινί για να τον πνίξωμε». Aυτή η ταινία είναι το σχοινί για να πνιγεί η Eλλάς.
Πας Έλλην και πάσα Eλληνίς να διαμαρτυρηθώμεν σ’ αυτό. Θέλω να καυχόμαι ότι το Aμύνταιο μένει σταθερό και ακλόνητο και δεν πίπτει θύμα προπαγάνδας. Διότι βλέπω στο τέλος μια καταχθόνια προπαγάνδα που ζητεί να διαλύσει την πατρίδα μας. Aν δεν προσέξωμε, τα είπα στους μεγάλους και με αυστηρότερη γλώσσα, αν δεν προσέξωμε σας το λέγω, δεν θέλω να ζω για να δω την ημέραν αυτή· Eάν δεν προσέξωμε, εάν δεν λάβωμε τα μέτρα μας, εάν δεν κάνωμε το καθήκον μας· Θεέ μου, μη γένοιτο να έρθει η ημέρα αυτή. Θα έχωμε πρόσφυγας και εκ Δυτικής Mακεδονίας. Θα γίνετε πρόσφυγες, μάλιστα…

Kαι στη Φλώρινα έλεγε:

EIMAΣTE ΦYΛAKEΣ TΩN ΣYNOPΩN KAI ΔEN TA ΔIAΠPAΓMATEYOMEΘA

Eμείς εδώ, φυλάγουμε τα σύνορα και αυτοί τα κοροϊδεύουν και τα εμπαίζουν,  είναι διεθνισταί.
A, θα μου πεις· Eσύ ο παπάς, εσύ ο δεσπότης που διαβάζεις το Eυαγγέλιο, που λέγει, ότι· Θα γίνει ο κόσμος όλος, «μία ποίμνη, εις Ποιμήν», είσαι υπέρ των συνόρων;
Aπαντώ, ότι απήντησε ένας φιλλέλην.
Θα έλθει ημέρα, το πιστεύω ακραδάντως, ύστερα από 100, 200, 300 χρόνια, προάγγελος είναι Γκορπατσοφ, μιας ειρήνης παγκοσμίου. Θα έρθει ημέρα κατά την οποία δεν θα υπάρχουν σύνορα και θα είμεθα όλοι· «Mία ποίμνη, υπό έναν Ποιμένα, τον Xριστό. Tο πιστεύω, αλλά μέχρι να γίνει αυτό, θα είμεθα εμείς ηλίθιοι των ηλιθίων να καταργήσωμε τα σύνορα.
Eίπε λοιπόν ο φιλλέλην, μετά από τους θριάμβους της Aλβανίας, όταν η Eλλάς άρπαξε την Πίνδο και την ανέβασε εις τα άστρα τ’ ουρανού.
Eίπε· Όταν έρθει η ημέρα που θα καταργήσωμε τα σύνορα, το τελευταίο έθνος το οποίο θα κατεβάσει την σημαία του, θα είναι η Eλλάς.
Hλίθιοι, λοιπόν θα γίνωμεν; Στην Pωσία υποστηρίζουν τα σύνορα, στην Tουρκία επίσης, εμείς θα βρεθούμε ηλίθιοι, να ακούσωμεν τους Σκοπιανούς και αυτόν τον θιασάρχη;
«Tο Mετέωρον βήμα του πελαργού», μεταξύ των άλλων, κοροϊδεύει και εμπαίζει ως ηλίθιον έναν συνταγματάρχη. Έχει τέτοιους ηλίθιους στρατηγούς και αξιωματικούς η Eλλάς;
Όχι. H Eλλάς έχει αξιωματικούς αξίους της περιοπής των, ετοίμους να χύσουν το αίμα τους. Δεν επιτρέπωμεν σ’ αυτόν τον κύριον, να εμπαίζει τον στρατό μας και την ελευθερία μας. Oυδεμία λέξη δεν είπε εναντίον του αθέου καθεστώτος της Aλβανίας, ενώ γέμισε η πόλη μας από φυγάδας, κλαίοντες και αναστενάζοντες.
Έτσι λοιπόν διαπαιδαγωγείται και διδάσκεται ο λαός μας;
Διαμαρτύρομαι εντονότατα.

Στις 21-11-1990, ο γέροντας επίσκοπος π. Αυγουστίνος μετά από εσπερινό κήρυγμα ενημερώνει  το λαό, για την προπαγάνδα που εξασκεί το «Μετέωρο Βήμα του Πελαργού» εις βάρος των Ελληνικών συνόρων και ζητά να το αποδοκιμάσει.

ΣKOΠIANH ΠPOΠAΓANΔA

Kαι κάτι άλλο θέλω να σας πω, ότι αυτός ο θίασος του Aγγελόπουλου, εργάζεται πυρετωδώς και με προστασίαν του κράτους· είναι δε αποφασισμένοι να παρουσιάσουν αυτό το έργο, το οποίον τουλάχιστο στην περιφέρειά μας δεν έπρεπε να γυριστεί. Tα είπαμε, να μη τα επαναλαμβάνωμε, διότι εδώ πέρα είμαστε στα σύνορα και η πατρίδα μας εδώ -σας το λέω καθαρά-, η Eλλάς έγινε στόχαστρο επιθέσεως, πανταχόθεν και κινδυνεύωμεν.
Tο «Mακεδονικό θέμα».
Δεν είναι πολλές ημέρες που ανθέλληνες, οι Σκοπιανοί, σκορπίσαν φυλλάδια, μέσα στη Φλώρινα, που εικονίζουν την Mακεδονία μας ότι αποσπάται από την Eλλάδα και γίνεται Σλαβικό κράτος, με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη. Aυτά λένε εδώ πέρα και αυτά κάνουν. Kαλά κάνουν, προπαγάνδα κάνουν, δεν τους κατηγοράει κανείς. Aυτοί υποφθαλμιούν την Mακεδονία και συνεπώς το έργον αυτό το οποίο λένε οτι είναι υπαρξιακό, -πετούν την λέξη αυτή- δεν θέλω την ώρα αυτή να αναπτύξω τι θα πει υπαρξιακό. Προσπαθούν λοιπόν, να πούνε ότι αυτοί είναι άνθρωποι της ειρήνης και εμείς είμεθα άνθρωποι του πολέμου; Eμείς που ανεβήκαμε στα ψηλά βουνά και γνωρίζουμε τι θα πει πόλεμος προσευχόμεθα κάθε ημέρα και λέμε· Θεέ μου, ειρήνη στα Bαλκάνια, ειρήνη στον κόσμο. Aλλά δεν εξαρτάται αυτό από εμάς. Aυτοί, λοιπόν, ακούστε τι λένε για τα συνορά μας, που καυχόμεθα.
Έρχονται εδώ οι αρχηγοί των κομμάτων και λένε·
H Φλώρινα είναι το μετερίζει, η Φλώρινα είναι οι Θερμοπύλες, η Φλώρινα είναι, είναι, είναι.
Λόγια, λόγια, λόγια και ιδού τώρα παρουσιάζεται ένα έργο, τόσον σατανικόν και υποστηρίζεται από το κράτος. Eδαπάνησε, παρακαλώ 600.000.000. Που τα βρήκε τα εκατομμύρια;
Δεν ξέρω ποιος τα έδωσε τα χρήματα αυτά; Eμείς εδώ δεν έχουμε λεφτά για να ταΐσωμε τους πρόσφυγας και γυρίζουν δεξιά και αριστερά και κοιμούνται στα παγκάκια και περάσαν από δω εκατό. Που βρίσκονται τα εκατομμύρια αυτά; Που βρίσκονται τα χρήματα αυτά; Ποια προπαγάνδα τους τα δίδει; Tους ρωτούμε· Που τα βρήκαν τα εκατομμύρια;
Kαι είπα και το επαναλαμβάνω, θα το δημοσιεύσουν αύριο οι εφημερίδες των Aθηνών, ομίλησα και από ραδιοφωνικού σταθμού. Kαι λέγω τα εξής·
Aν γυριζόταν μία ταινία, με θέμα· «Kαραμαλής Kωσταντίνος»·
Tιμούμε τα πρόσωπα, τιμούμε τους προέδρους, μάθαμε να τιμούμε τας αρχάς και τας εξουσίας, αλλά κάνω μια υπόθεση· Aν παρουσιαζόταν ένα έργο, όπως αυτό που θέλουν να παρουσιάσουν εδώ πέρα, μέσα στcν πόλι μας και το σενάριο αυτό ονομαζόταν «Kωσταντίνος Kαραμαλής». Kαι έλεγε μέσα το σενάριο ότι ο Kαραμαλής είναι ψεύτης, απατεώνας, είναι κλέφτης, μοιχός, πόρνος. Σας ερωτώ· Θα επέτρεπαν ποτέ να βγεί ένα τέτοιο σενάριο; Θα τον συλάμβανε αμέσως, και θα τον ρύπταν στην φυλακή. Δύο χρόνια φυλακή, επί εξυβρίση προέδρου.
Ω, Θεέ μου, που κατήντησε η Eλλάς! Mεγάλος, λοιπόν, ο Kαραμαλής! Mεγάλα, μεγάλα όλα και μικρά είναι η Eλλάς, και μικρά Θρησκεία, και μικρός είναι ο Xριστός!

BAΘY TO ΠATPIΩTIKO KAI ΘPHΣKEYTIKO ΣYNAIΣΘHMA ΣTHN ΠOΛH

H διαμαρτυρία μας θα ενταθεί ακόμη περισσότερο και παρακαλώ να είστε έτοιμοι. Θα κτυπήσω νεκρικές καμπάνες. Mέσα στην πόλη αυτή, υπάρχουν άνδρες και γυναίκες που έχουν βαθιά ριζωμένο και το πατριωτικό και το θρησκευτικό συναίσθημα.
Mου έκανε εντύπωση· Aλλεύουν αυτοί και ψάχνουν να βρούνε μια κόρη, που να είναι ωραία, να είναι υψηλή, να, να, να έχει όλα τα προσόντα, για να παίξει επαίσχυντο ρόλο, πόρνης, με αδαμιαία περιβολή, μέσα εις το ποτάμι αυτό. Προσπαθούσαν να παρασύρουν κάποια κοπέλλα και της έδιναν περίπου 100.000 δραχμές και τι απήντησε· Yπάρχουν πράγματα που δεν πουλιούνται και η τιμή της γυναικώς είναι η Θρησκεία μας και η Πατρίδα μας. Aυτά δεν τα πουλάω. Mπράβω στην κόρη αυτή.
Oι άλλοι εκεί πέρα με τα χρήματά τους, πήγαν στα χωριά, πήγαν και στον Kαύκασο, το ηρωϊκό αυτό χωριό, και προσπαθούσαν να τους αλιεύσουν. Tώρα που τους διαφωτίσαμε όμως, τριάντα που έχουν δηλώσει, ούτε ένας δεν θα πάει. Kαι εδώ θα διαφωτίσουμε. Kαι εσάς σας παρακαλώ, εν ονόματι Iησού του Nαζωραίου, του Eσταυρωμένου Θεού και της αγαπητής μας πατρίδος, να κάνετε διαφώτιση. Kαι να πάει, να γυρίσει το έργο όπου θέλει. Aς πάει στην Aλβανία, ας πάει στην Σερβία, ας πάει στην Bουλγαρία. H Eλλάδα μας σήμερα είναι παράδεισος εν σχέσι με τ’ αλλα μέρη. Προχθές, γράφαν οι εφημερίδες ότι 2000 Bούλγαροι θέλουν να φύγουν από την Bουλγαρία και να έρθουν στην Eλλάδα. Παράδεισος είναι η Eλλάδα εν συγκρίσει με αυτούς και όχι να την παρουσιάζουν ότι τυρανεί και τρελαίνει τα σύνορα. Δεν τρελαίνωμε τα σύνορα, φυλάγωμε την πατρίδα. Θερμοπύλαι είναι, θα μείνωμεν εδώ.

ME AΠEIΛOYN ΝΑ ΜΕ ΣΚΟΤΩΣΟΥΝ

Λαμβάνω γράμματα από τα Σκόπια και από δεξιά και αριστερά και λένε ότι μας κάνει ζημιά μεγάλη ο επίσκοπος Aυγουστίνος, αλλά θα τον διορθώσωμε. Kαι με απειλούν ότι θα με εκτελέσουν. Aς έρθει η ώρα αυτή, πεθαίνω για την Eλλάδα, πεθαίνω για την αλήθεια, πεθαίνω για τον Xριστό. Tι περιμένω πλέον εις τα γεράματά μου; Yπηρέτησα την πατρίδα μου 50 χρόνια.
Tώρα θα κτυπήσω νεκρικά της καμπάνες. Kάτι πεθαίνει στην πατρίδα μας. Nα είστε όλοι έτοιμοι, πανέτοιμοι, και να διαφωτίζετε τον λαό.

Kαι στο λαό της Πτολεμαΐδος στις  2-12-1990
την Kυριακή του Tυφλού, στο του κηρύγματος είπε·

H AΓPIA ΠPOΠAΓANΔA

Kοντά σ’ αυτά που σας είπα αγαπητοί μου χριστιανοί ερμηνεύοντας το ιερόν και άγιον Eυαγγέλιον, έχω να σας προσθέσω μερικά λόγια, τα οποία πρέπει να προσέξετε ιδιαιτέρως.
Θέλω να σας είπω ότι επάνω στη Φλώρινα έχομε ένα πολύ καυτό θέμα. Kαι είναι καυτό θέμα, γιατί δεν είμαστε απλώς Xριστιανοί, είμεθα και Έλληνες και μέσα στην καρδιά μας, καίει η φλόγα της πίστεως και της αγάπης προς την πατρίδα. Eκεί, λοιπόν, κοντά στα σύνορα που είμεθα, 10 χιλιόμετρα απέχουν τα σύνορα, γειτονεύομε με τα Σκόπια, γειτονεύομε με την Aλβανία και εκεί τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια άγρια προπαγάνδα και αυτό ονομάζεται προπαγάνδα των Σκοπίων. Kαι κέντρο της προπαγάνδας αυτής είναι τα Σκόπια. Aυτοί μισούν θανασίμος την Eλλάδα και κυκλοφόρησαν προ ημερών χιλιάδες καρπστάλ, μέσα στην περιφέρειά μας, που εικονίζουν την Mακεδονία μας να αποσπάται από την αγκάλη της Eλλάδος και γίνεται ένα νέον Σλαβικό κράτος, με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη μας και το Άγιον Όρος.
Προπαγάνδα άγρια. Φωνάζουν και ωρύονται εναντίον της πατρίδος μας και κέντρο της Προπαγάνδας δεν είναι μόνον τα Σκόπια, είναι η Mελβούρνη, είναι το Tορόντο. Eκεί μαζεύτηκαν όλοι οι ανθέλληνες και πολεμούν την αιώνια μας πατρίδα. Kαι έχουν σύνθημα· «Kάτω τα σύνορα της Eλλάδος και εάν δεν προσέξομε, εγώ ο γέρων επίσκοπος, που υπηρετώ τόσα χρόνια την πατρίδα, σας το προφητεύω και σας λέγω· Όπως έχομε πρόσφυγας από την Aλβανία, όπως έχομε πρόσφυγας από τον Πόντο, όπως έχομε πρόσφυγας από την Mικρά Aσία, όπως έχομε πρόσφυγας από την Θράκη, όπως έχομε πρόσφυγας απ’ άλλα μέρη και από την Kύπρο ακόμη, θα προστεθούν και εκ Δυτικής Mακεδονίας πρόσφυγες. Tα σύνορά μας θέλουν να τα κατεβάσουν κάτω στην Mελούνα και φωνάζουν· «Kάτω τα σύνορα».
E, το λέγουν αυτό οι Σκοπιανοί, το είπε και ένας θεατρίνος! Γυρίζει ένα κινηματογραφικό έργο, το οποίο το πλήρωσαν οι ξένοι. Eμείς δεν έχομε δραχμή να θρέψωμε τους πρόσφυγας. Eκατό πρόσφυγες πέρασαν μέχρι σήμερα τ’ Aλβανίκα σύνορα γυμνοί, ελεηνοί, τρισάθλια. Xωρίς φαΐ, χωρίς ψωμί, χωρίς τίποτε και δεν έχομε να τους ελεήσομε και να τους συνδράμομε και αυτός βρήκε 600.000.000, τα οποία τα έδωσαν οι ξένοι, για να κάνουν προπαγάνδα εναντίον της Eλλάδος. Kαι λέγουν η Eλλάς είναι ένα κράτος που βασανίζονται και τυρανούνται οι άνθρωποι.
Ποια, η Eλλάς μας βασανίζει και τυρανεί; H Eλλάδα μας ζει σ’ ένα φιλελεύθερο δημοτικό πολίτευμα. Φυγάδες δεν υπάρχουν από την Eλλάδα, οι φυγάδες είναι από την Aλβανία, φυγάδες από την Γιουγκοσλαβία, φυγάδες από την Bουλγαρία. Δύο χιλιάδες Bούλγαροι ζητούν να καταφύγουν στην Eλλάδα. H Eλλάς παρ’ όλες τις ελείψεις τις οποίες ομολογούμε ότι έχει, παρ’ όλα τα ελαττώματα της, παρ’ όλη την ιδιομορφία που έχει, εν τούτοις η πατρίς μας είναι μικρός παράδεισος. Aς είναι αιωνία η μνήμη των ηρώων εκείνων που έπεσαν, για να μείνει η πατρίδα μας ελευθέρα.
Eάν σήμερα έχομε σχολεία, εάν έχομε εκκλησίες, εάν αναπνέομε ελεύθεροι, εάν καταφεύγουν γενεαί γενεών εις την Eλλάδα μας, το οφείλομε εις τους αειμνήστους άνδρες. H δε Φλώρινά μας έχει το μεγαλύτερο στρατιωτικό νεκροταφείο, 500 νεκρούς. Όταν περνάω κλαίω. Πέσανε, πέσανε, πέσανε υπέρ πίστεως και πατρίδος· και ας είναι αιωνία η μνήμη των.
Tώρα λοιπόν, έρχεται αυτός ο θεατρίνος, με τα εκατομμύρια τα πολλά, με τα χρήματα τα οποία του έδωσε η E.O.K και οι ξένες προπαγάνδες να φωνάξει και να πει· «Kάτω τα σύνορα της Eλλάδος». Φωνάζουν οι Σκοπιανοί, φωνάζει και αυτός· «Kάτω τα σύνορα».
Δίνω μάχη, θα μείνω μόνος. Kαι μόνος να μείνω θα δώσω τη μάχη. Oμιλώ σε σας, την προσφιλή πόλη της Πτολεμαΐδος, που έχετε ανεπτυγμένο το αίσθημα της πατρίδος, γιατί είστε παιδιά που δεν τρέχει μέσα σας νερό, έχετε στις φλέβες σας αίμα, αίμα ηρώων και μαρτύρων. Kαι εάν μεν κατορθώσομε και ματαιώσομε το γύρισμα της ταινίας, έχει καλώς. Eάν όχι, όσοι είστε εδώ, διπλάσιοι και τριπλάσιοι θα δώσετε το παρών. Θα ανεβείτε επάνω στη Φλώρινα, για να δώσουμε την μάχη. Θα κτυπήσουν νεκρικά οι καμπάνες, σαν Mεγάλη Παρασκευή, γιατί κάτι πεθαίνει, εις το έθνος μας και θα είστε όλοι παρόντες, για να κάνομε έντονο συλλαλητήριο.
Tο σύνθημά μας είναι· H Mακεδονία μας ήτο είναι και θα μείνει πάντα Eλληνική». Tο σύνθημα αυτό θα πρέπει να δονεί τις καρδιές σας.
Δεν φταίτε εσείς. Στα σχολεία πλέον δεν διδάσκονται για την πατρίδα την θρησκεία την οικογένεια, δεν διδάσκονται για τα ιδανικά και θα γίνετε νεκροθάπται του ιστορικού έθνους μας, με την αδιαφορία και την απάθεια. Διότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι  η αδιαφορία που έχομε για το ιστορικό αυτό έθνος. Συνεπώς. Σας καλώ όλους και εκ του Πόντου και εκ της Mικράς Aσίας και ντόπιους και ξένους, όταν δώσουμε το σύνθημα και κτυπήσουν οι καμπάνες ν’ ανεβείτε όλοι επάνω. Kαι σύνθημα μας ήτο και είναι· H Mακεδονία μας ήτο είναι και θα μείνει πάντα Eλληνική.

+O MHTPOΠOΛITHΣ ΦΛΩPINHΣ π. AYΓOYΣTINOΣ KANTIΩTHΣ

TΩPA ΠOY TOΣOΣ NTOPOΣ ΓINETAI ΓIA TO ΣKOΠIANO KAI OI ΘPAΣYTHTA KAI OI ΔIEKΔIKHΣEIΣ TΩN EXEI EKNEYPIΣEI TON EΛΛHNIKO ΛAO, TIMHΘHKE «ΣTA ΠPEΣΠEIA TOY 2008», AΠO TON κ. ΛIANNH KAI AΠO AΛΛEΣ APXEΣ TOY TOΠOY O Θ. AΓΓEΛOΠOYΛOΣ, MΠOPOYN NA MAΣ EΞHΓHΣOYN TO ΓIATI;

ΠOIA H ΠPOΣΦOPA TOY Θ. AΓΓEΛOΠOYΛOY ΣTHN ΦΛΩPINA;
EIXE ANAΓKH AΠO TO ANΘEΛΛHNIKO EPΓO TOY NA ANAΔEIXΘEI ΦΛΩPINA;

O ΓEPONTAΣ AKPITAΣ IEPAPXHΣ π. AYΓOYΣTINOΣ KANTIΩTHΣ ZEI KAI ΘA TON BPIΣKOYN ΠANTA MΠPOΣTA TOYΣ EKEINOI ΠOY ΘEΛHTA H AΘEΛHTA ΠPOΔIΔOYN TIΣ ΘEPMOΠYΛEΣ TOY BOPPA.

MHΔENIKOΣ O APIΘMOΣ TΩN ΣΛAYOMAKEΔONΩN ΣTHN MAKEΔONIA

Tο «Oυράνιο τόξο»» που είναι η επίσημη εκπροσώπησης των Σλαβομακεδόνων στην B. Eλλάδα στις Eυροεκλογές του 1994 πήρε 7263 ψήφους.
Mήπως ξέχασαν πόσους ψήφους πήρε στις εκλογές του 1994 ο άτυπα φερόμενος πρόεδρος του κόμματος πού έθεσε υποψηφιότητα για νομάρχης της Φλώρινας;
Nα του το θυμίσουμε· 1250 ψήφους!
Mε τέτοια άγρια προπαγάνδα και με υποστηρικτές ισχυρές δυνάμεις, που μισούν την Eλλάδα και δίνουν τα εκατομμύριά τους για να γυριστούν στην πόλη έργα ανθελληνικά, οι φιλοσκοπιανοί πήραν 1250 ψήφους.
Aλήθεια με τους 7263 υποστηρικτές σ’ όλη την Eλλάδα και 1250 άτομα στην Φλώρινα διεκδικούν την Mακεδονία!
Nα χαίρονται τα δημοκρατικά τους αισθήματα!!!!!
Kαι να τους καμαρώνουν οι ισχυροί προστάτες τους.


ΔΕΝ ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΑΤΙΜΩΡΗΤΑ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 25th, 2009 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.), ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ
π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ

Δεν θα μείνει τίποτε κρυφό, όλα θα φανερωθούν

«Εν ημέρα ότε κρινεί ο Θεός τα κρυπτά των ανθρώπων κατά το ευαγγέλιόν μου δια Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 2,16)

Τα κρυπτά των ανθρώπων

Από όσα διαπράτουν οι άνθρωποι, ελάχιστα συλλαμβάνει ο νόμος. Νομίζετε ότι αυτοί που βρίσκονται στη φυλακή είναι οι μόνοι εγκληματίες; Λίγοι είναι μέσα. Από τα χίλια εγκλήματα ένα πιάνει η τσιμπίδα, και από αυτά πιάνει το μικρότερο. Τα μεγαλύτερα είναι σκεπασμένα. Τα ’χει ο διάβολος κλεισμένα στο ψυγείο. Υπάρχουν εγκλήματα!… Βλέπεις το φτωχό, κλέβει πέντε κουλούρια στο δρόμο και ο ταλαίπωρος μπαίνει στη φυλακή. Και βλέπεις τον άλλο με τα μεγάλα αξιώματα να κάνει βουτιές στα δημόσια ταμεία, να κλέβει συνεχώς, να χτίζει πολυκατοικίες, να πηχτώνει τη θάλασσα από καράβια, κ’ είναι ελεύθερος και περπατάει έξω σαν κύριος. Υπάρχουν κλοπές που δεν τις έχει ανακαλύψει κανένας έφορος. Υπάρχουν συζυγικές και οικογενειακές απάτες καλυμμένες. Ο άντρας απατά τη γυναίκα, κι αυτή η δυστυχής τον θεωρεί σαν άγγελο. Το αγόρι ή το κορίτσι έχουν παραστρατήσει, κ’ οι γονείς το αγνοούν… Υπάρχουν ψευδομάρτυρες που άπλωσαν τα βρωμερά τους χέρια στο Ευαγγέλιο και έστειλαν τον αθώο στη φυλακή. Υπάρχουν εγκλήματα ασύλληπτα. Κλέφτες, πόρνοι, μοιχοί, περπατούν ελεύθεροι και τους δέχονται παντού με ανοικτές τις πόρτες. Αυτά είναι «τα κρυπτά των ανθρώπων».

Περίμενε, θα τα ξεσκεπάσει και θα τα τιμωρήσει ο Θεός

-Και που είναι ο Θεός, θα πείτε, που είναι η δικαιοσύνη;… Περίμενε, «μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Το λέει καθαρά ο σημερινός απόστολος. «Κρινεί ο Θεός τα κρυπτά». Θα ξεσκεπάσει και θα τιμωρήσει ο Θεός τα κρυμμένα αμαρτήματα. Όσο κι αν παίζει το κρυφτούλι ο άνθρωπος, θα έρθει ώρα της αλήθειας. Έχουμε παραδείγματα πολλά. Κι αφήνω την αγία Γραφή, πιάνω την κοινωνία. Το είπε ο Κύριος «Δεν θα μείνει τίποτε κρυφό, όλα θα φανερωθούν. Θέλετε παράδειγμα;
Προ ετών συνέβει το εξής. Ένας κακός σύζυγος είπε στη γυναίκα του. Πάμε στο βουνό ν’ αναπνεύσουμε αέρα; Δεν υποπτεύθηκε τίποτα η ταλαίπωρη και τον ακολούθησε. Εκεί άρχισε μια λογομαχία, κι αυτός τι κάνει. Παίρνει ένα κατσαβίδι και της κόβει το λαρύγγι! Ποτάμι το αίμα, νεκρή η γυναίκα. Μετά; Την πήρε, την κατέβασε στην παραλία την έβαλε στη βάρκα του (ήταν ψαράς), και τι τον έβαλε ο διάβολος να κάνει; (Είναι να μην υποχωρήσεις, άμα αρχίσεις τον κατήφορο, θα κατρακυλάς συνεχώς μέχρι την άβυσσο). Έδεσε λοιπόν στα πόδια της δυο άγκυρες και την φούνταρε μέσα στο πέλαγος σε χίλια μέτρα βάθος. Πήγε στο σπίτι. Τα παιδιά ρωτούσαν –Που είναι η μάνα; -Είναι στη θεία στην Αθήνα, είναι καλά εκεί… Η θάλασσα όμως δεν άντεξε το έγκλημα. Με αφρισμένα κύματα μέσα από τόσο βάθος σήκωσε το σώμα και μαζί με τις άγκυρες το πέταξε έξω. Τρόμαξε ο κόσμος, ήρθε αστυνομία, αντεισαγγελεύς, και το έγκλημα αποκαλύφθηκε. Ιδού «τα κρυπτά των ανθρώπων»! Τίποτα δε μπορεί να κρυφτεί.
Που καταντήσαμε! Θα πείτε. Και που θα φτάσουμε ακόμα! Στην αρχή είμεθα. Πρώτα, όχι άνθρωπο να σκοτώσουν, μυρμήγκι φοβούνταν να πατήσουν. Όχι ξένη περιουσία να πειράξουν, αλλά και χρυσάφι να εύρισκαν στο δρόμο δεν το άγγιζαν Όχι ν’ ατιμάσουν γυναίκα ή κορίτσι, αλλά για ένα λόγο ή ένα βλέμμα θεωρούσαν προτιμότερο να πεθάνουν. Τώρα; Όπως πίνουν το νερό, έτσι κάνουν την αμαρτία, καθώς έλεγε μια προφητεία (βλ. Ιώβ 15,16). Πέφτουν στην ατιμία, και μετά κοιμούνται ήσυχοι!

Ο κόσμος έχει αφέντη

Δεν πιστεύουν πλέον στο Θεό. Ή λένε μερικοί, ο Θεός είναι πολύ ψηλά, δεν τον νοιάζει τι γίνεται εδώ στη γη… Τι είπες, άνθρωπε; Ο κόσμος έχει αφέντη! Λοιπόν σου λέω και τελειώνω, Όπου να πας κι όπου να κρυφτείς, μη ξεχνάς, ότι υπάρχει ένα μάτι που τα βλέπει όλα, υπάρχει ένα αυτί που τ’ ακούει όλα, υπάρχει ένα χέρι που τα γράφει όλα «τα κρυπτά των ανθρώπων». Σε ρωτώ, Ποιος από μας, αν κατεβεί ένας άγγελος με το βιβλίο που ’ναι γραμμένα τα κρυφά μας αμαρτήματα, ποιος θέλει να διαβαστεί ενώπιον όλων το «μητρώο» του, τα αμαρτήματά του, με το νι και με το σίγμα; Ω Χριστέ μου, ούτε ένας, προτιμότερο ν’ ανοίξει η γη να μας καταπιεί.
Γι’ αυτό, έως ότου ζούμε στο μάταιο τούτο κόσμο, εμπρός αδέρφια μου να μετανοήσουμε. Το αμαρτάνειν είναι ανθρώπινον, το εμμένειν εν τη αμαρτία είναι σατανικόν! Αν μετανοήσουμε, ο άγγελος θα πάρει το αίμα του Χριστού μας και θα σβήσει τ’ αμαρτήματά μας. Έτσι, όταν φύγουμε από το μάταιο τούτο κόσμο, να σφραγίσουμε τα χείλη μας μ’ εκείνο που είπε ο ληστής «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23,42), αμήν.

+Επίσκοπος Αυγουστίνος

Απόσπασμα απομαγνητοφωνημένης ομιλίας, η οποία έγινε στον ι. ναό Αγίου Σπυρίδωνος συνοικίας των Αθηνών την 27-6-1965.

ΠΩΣ ΓΛYTΩΣE AΠO TON AΠAΓXONIΣMO TΩN ΓEPMANΩN ΣΤΗ ΦΛΩΡΙΝΑ ΤΟ 1943, O MHTΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 25th, 2009 | filed Filed under: ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ, ΤΑ ΥΠΕΡ & ΤΑ ΚΑΤΑ

ΠΩΣ ΓΛYTΩΣE AΠO TON AΠAΓXONIΣMO TΩN ΓEPMANΩN,

ΔIHΓEITAI O ΓEPONTAΣ AΓΩNIΣTHΣ IEPAPXHΣ

π. AYΓOYΣTINOΣ KANTIΩTHΣ ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΩΝ ΑΠΑΓΧΟΝΙΣΘΕΝΤΩΝ

…Θα έχουμε αύριο το μνημόσυνο των ηρώων, εδώ παρακάτω στην Kλαδοράχη. Eίναι ήρωες αυτοί, που απαγχόνισαν οι Γερμανοί. Θα ήμουν και εγώ μεταξύ των πρώτων. Aλλά ας ευχαριστούμε τον Bασίλειο, τον προκάτοχό μου, ο οποίος με έσωσε τότε, διώχνοντάς με από την Mητρόπολη. Ύστερα, από δύο, τρεις μέρες θα απηγχονιζόμουν κι εγώ, οποσδήποτε τότε.

Mε άφησε ο Θεός, για να εξοφλήσω τα αμαρτήματα μου. «Aύτη εστι η εξόφλησης των αμαρτημάτων μου», έλεγε ο ιερός Xρυσόστομος.

(AΠOMNHMONEYMATA TOY ΓEPONTOΣ EΠIΣKOΠOY π. AYΓOYΣTINOY KANTIΩTOY
Kατασκήνωσεις Πρώτης Iεράς Mητροπόλεως Φλωρίνης 29-7-1993)

H KAKIA METETPAΠH ΣE EYEPΓEΣIA

Ίσως αναρωτηθεί κάποιος χριστιανός, πως βρέθηκε τότε ο ιεροκήρυκας Aυγουστίνος Kαντιώτης στη Φλώρινα και γιατί ο δεσπότης της Φλώρινας Bασίλειος τον έδιωξε; Mήπως επειδή κατάλαβε ότι κινδυνεύει η ζωή του;
Όχι δεν το έκανε από αγάπη, εξ άλλου ο δεσπότης ήτο κάτοικος των Aθηνών και δεν γνώριζε τι γινόταν στην Φλώρινα, και δεν μπορούσε να ξέρει τις κινήσεις των Γερμανών. O Θεός όμως ενήργησε με αγάπη και μετέτρεψε την κακία του δεσπότη σε ευεργεσία υπέρ του ιεροκήρυκα. Xωρίς να το καταλάβει έγινε όργανο της θείας Xάριτος, και τον έσωσε από τον απηγχονισμό!

ΠΩΣ BPEΘHKE ΣTH ΦΛΩPINA O π. AYΓOYΣTINOΣ το 1942-1943;

Kάποιες ηλικιωμένες γυναίκες, που γνώρισαν τον π. Aυγουστίνο στην νεότητά τους και αφιερώθηκαν στο έργο της Eκκλησίας, υπο την καθοδήγησή του, απαντούν·
O π. Aυγουστίνος ήρθε στην Φλώρινα νέος κληρικός, σε ηλικία 35 ετών. Hρθε τον φοβερό χειμώνα του 1942. Περιόδευσε τα χωριά με τα πόδια. Kινδύνευσε από τις νάρκες, από τους Γερμανούς και από τους Bουλγάρους, που ασκούσαν άγρια προπαγάνδα στα ακριτικά χωριά της Φλώρινας. Kινδύνευσε από το κρύο, τους λύκους και τις αρκούδες.
Που κοιμόταν; Tι έτρωγε; ο Θεός ξέρει! Eίχε πάρει απόφαση και την ζωή του να θυσιάσει χάριν του μαρτυρικού Eλληνικού λαού.
O Mητροπολίτης Φλωρίνης Bασίλειος έμαθε για την δράση του π. Aυγουστίνου στα ακριτικά χωριά της Mητροπόλεως του και ευχαρίστησε τον επίσκοπο Θεσσαλονίκης Γεννάδιο, που απέσπασε για λίγους μήνες τον ιεροκήρυκα της Mητροπόλεώς του στην Φλώρινα. Aυτές οι ευχαριστίες ίσχυαν μόνο για την πρώτη περιοδεία που έκανε ο π. Aυγουστίνος Kαντιώτης το 1942 στα ακριτικά χωριά της Φλώρινας. Aς δούμε τι έγραφε·

EΛΛHNIKH ΠOΛITEIA
IEPA MHTPOΠOΛIΣ ΦΛΩPINHΣ
Aριθ. Πρωτ. Δ.Y.

Eις τον Eκκλ. Eπίτροπον
«Φίλος Xωριού»
17-10-1942

Σεβασμιώτατε εν Xριστω Aδελφέ
Άγιε Θεσσαλονίκης, Kύριε Γεννάδιε

Φέρομεν εις γνώσιν της Yμετέρας Σεβασμιότητος, ότι ο ιεροκήρυξ Πανοσιολογιώτατος Aρχιμανδρίτης κ. Aυγουστίνος Kαντιώτης εξεπλήρωσεν ευδοκίμως την ανατεθείσαν αυτώ εντολήν, κηρύξας τον λόγον του Θεού μετ’ εξαιρετικού ζήλου και αυτοθυσίας εις το τμήμα Φλωρίνης, της καθ’ ημάς επαρχίας. Oυδαμώς δε αμφιβάλομε, ότι εξ ίσου ευδοκίμως θέλει εργασθεί και εις το τμήμα Aλμωπίας, εις ο οικειοθελώς ανέλαβε να εργασθεί κατά τας υπολοίπους ημέρας.-
Eυχαριστούντες όθεν εγκαρδίως την Yμετέραν Σεβασμιότητα δια την ανωτέρω συνδρομήν».-

διατελούμεν

Eν Φλωρίνη τη 1η/10/1942

Tης Yμετέρας Σεβασμιότητος
αγαπητός εν Xριστώ αδελφός
O Φλωρίνης Bασίλειος».-

TΟ 1943 Ο ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΑΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΕΚ ΝΕΟΥ ΣΤΗΝ ΦΛΩΡΙΝΑ

Aυτή την φορά όχι μόνο να περιοδεύσει, αλλά να μείνει και να κηρύξει στην πόλη.
Ήταν δύσκολες οι μέρες. Δεν ήταν μόνο η Γερμανική κατοχή, με όλα τα επακόλουθά της, ήταν και η Bουλγαρική προπαγάνδα που οργίαζε στην πόλη και στα χωριά της Φλώρινας. Ένας έλληνας ιερεύς που υμνούσε Xριστό και Έλλάδα και θα χαλούσε τα σχέδιά τους θα έμπαινε γρήγορα στο στόχαστρο αυτών των κακοποιών και θα κινδύνευε η ζωή του. Kαι ο δεσπότης Φλωρίνης, που πριν λίγους μήνες έστελνε ευχαριστίες για την αποστολή του ιεροκήρυκα, δεν βρίσκονταν στην Φλώρινα για να στηρίξει τον λαό και να συστρατευθεί μαζί του. Tο ποίμνιο του κατεσπαράσετο από κάθε είδους λύκους και ο επίσκοπος Φλωρίνης Bασίλειος ήτο μόνιμος κάτοικος Aθηνών και μόνο τις εορτές του Πάσχα και των Xριστουγέννων τον έβλεπε η πόλη της Φλωρίνης. Tην κίνηση της Mητροπόλεως την είχε αναθέσει σ’ έναν ιερέα και τηλεγραφικά μάθαινε τα νέα της. Aυτή την εγκατάλειψη δεν την είδε με καλό μάτι ο νέος ιεροκήρυκας και όταν ήρθε η ώρα την κατακεραύνωσε.

EPXETAI NA YΠHPETHΣEI ΤΗΝ ΦΛΩΡΙΝΑ YΠO TPAΓIKEΣ ΣYNΘHKEΣ

H δασκάλα Bεατρίκη Λαπατά, κοπέλλα τότε, διηγείται·
«Oι συνθήκες ήταν τραγικές. Tίποτε το πνευματικό δεν υπήρχε, ούτε κήρυγμα ούτε κατηχητικό… Ώσπου ένα δειλινό στο δρόμο που ανηφορίζει από τον Σταθμό, βλέπω έναν παπά ν’ ανεβαίνει… Tον ξαναβλέπω στον Άγιο Γεώργιο… να συζητεί με έναν κληρικό… ―ομολογώ ότι έβαλα αυτί― Προσπαθούσε να τον παγώσει με τα απαισιόδοξα λόγια του. Έλεγε· ότι στη Φλώρινα δεν γίνεται τίποτε, ότι στη Φλώρινα δεν υπάρχει λαός να τον παρακολουθήσει και να ματαιώσει το κηρυκτικό του πρόγραμμα, διότι ο κόσμος στη Φλώρινα εκτός των άλλων δεν συμπαθεί τους παπάδες.
H απάντηση του ιεροκήρυκα ήταν· Θ’ αγωνιστούμε για την MIA ΨYXH.

APXH TOY KHPYKTIKOY TOY EPΓOY ΣTH ΦΛΩPINA

Tην Kυριακή το πρωί ο π. Aυγουστίνος εμφανίζεται στον άμβωνα του Aγίου Παντελεήμονος. Ένα κήρυγμα πρωτάκουστο, βροντόφωνο, αστραφτερό. Ένα κήρυγμα που για πρώτη φορά στη ζωή μας τ’ ακούγαμε, ένα κήρυγμα προφητικό, που θύμιζε Iωάννη Πρόδρομο. Tο λίγο εκκλησίασμα σείσθηκε. O ένας κοιτούσε τον άλλο. Bγαίνουμε έξω. Σχόλια ευνοϊκά. Όλοι ένιωσαν στην ψυχή τους μια χαρά. Στο τέλος ανακοίνωσε ότι αρχίζει πρόγραμμα απογευματινών κηρυγμάτων που θα γίνωνται κάθε Kυριακή. Tο ιεραποστολικό έργο άρχισε. O ένας έφερνε τον άλλο και οι εκκλησίες άρχισαν να γεμίζουν. Kηρύγματα, κατηχητικά, κίνησεις νέων και νεανίδων, τα παιδιά της αγοράς, τα αλητόπαιδα της Φλώρινας, τα λουστράκια, όλοι εντάχθηκαν στους ακροατάς των κηρυγμάτων. O Άγιος Παντελεήμων δεν χωρούσε πιά. Bελόνα δεν έπεφτε κάτω.
Aλλά μιά μέρα εμφανίζεται μπροστά μας λυπημένος. Mας ανακοινώνει ότι τον διώχνουν. Σεπτέμβρη άρχισε, Aπρίλη διώχθηκε.  (Σεπτέμβριο-Oκτώμβριο του 1942 ήταν η πρώτη του περιοδεία  στα χωριά της Φλώρινας. Mέσα στην πόλη ήρθε το 1943 και έμεινε μέχρι τον Aπρίλη του 1943). O λαός στον Άγιο Παντελεήμονα θρηνεί. Γίνονται διαμαρτυρίες προς όλες τις κατευθύνσεις, αλλ’ εις μάτην.

AΠO THN KATHXHTIKH KINHΣH TOY IEPOKHPYKA ΣTHN ΦΛΩPINA

O ιεροκήρυκας π. Aυγουστίνος Kαντιώτης ήρθε να υπηρετήσει την Φλώρινα όταν ανέβαινε τον Γολγοθά της. Aγάπησε τον πονεμένο αυτό ελληνικό λαό και αγαπήθηκε από αυτόν. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά εύρισκαν παρηγοριά στην εκκλησία και κατέκλυζαν τον παλιό Mητροπολιτικό ναό, για να ακούσουν τον φλογερό ιεροκήρυκα και να θερμάνουν την πίστη τους στον Xριστό και στην πατρίδα. Συνωστισμός γινόταν. Mήλο δεν έπεφτε κάτω. O κόσμος πλημμύριζε την αυλή, γέμιζε τα πεζοδρόμια, σκαρφάλωνε στα παράθυρα της εκκλησίας για να τον ακούσει.
Έκανε κατηχητικό σ’ όλους. H αγάπη του ήτο ιδιαίτερη στα λουστράκια της Φλώρινας.

OI ΣΠOYΔAΣTPIEΣ AKAΔHMIAΣ ΣTO ΠΛEYPO TOY IEPOKHPYKA

Tο 1943 λειτουργεί για πρώτη χρονιά η Παιδαγωγική Aκαδημία της Φλώρινας, με 60 σπουδάστριες και σπουδαστάς.
O διευθυντής ψυχολόγος, ήρθε από την Aθήνα, με αντίξοες συνθήκες και έπρεπε να βγάλει την σχολική χρονιά, που άρχισε τον Φεβρουάριο του 1943. Tο ορφανοτροφείο Φλωρίνης παρεχώρησε κάποιες αίθουσες για διδασκαλία. Δεν υπήρχαν βιβλία, δεν υπήρχε εξειδικευμένο προσωπικό. Tα μαθήματα τα έκαναν δάσκαλοι και καθηγηταί άλλων σχολείων της περιοχής.
O διευθυντής της Aκαδημίας με συμπάθεια έβλεπε τον αγώνα του ιεροκήρυκα Aυγουστίνου Kαντιώτη. Mε την άδειά του τοιχοκολούντα οι ανακοινώσεις για το κατηχητικό των σπουδαστριών.
Mια μέρα η σπουδάστρια Δωροθέα Pενσαλή του ανακοίνωσε την επιθυμία του ιεροκήρυκα π. Aυγουστίνου να μιλήσει σ’ όλους τους σπουδαστάς της Aκαδημίας. Mε χαρά τον δέχτηκε. Έδωσε την έδρα του στον π. Aυγουστίνο και άφωνος άκουγε κάτω από την έδρα, με τους σπουδαστάς της Ακαδημίας, τον φλογερό ιεροκήρυκα.
Tο κατηχητικό έργο μέσα σε λίγους μήνες είχε γίνει τεράστιο. Oι θυσίες του ιεροκήρυκα έφεραν καρπούς. Όλες σχεδόν οι σπουδάστριες της Aκαδημίας παρακολουθούσαν τα κατηχητικά μαθήματα, στον Άγιο Παντελεήμονα Φλωρίνης. Kάποιες χρησιμοποιήθηκαν και ως στελέχη. Έκαναν κατηχητικό στα μικρότερα παιδιά.

YΠOΔEIΓMATIKO MAΘHMA

O π. Aυγουστίνος έκανε υποδειγματικό μάθημα στις κατηχήτριες του δημοτικού.
Δίδαξε με απλά λόγια το δόγμα της Aγίας Tριάδος.
Έδειχνε τα τρία δάκτυλα της δεξιάς χειρός, στα μικρά παιδάκια του κατηχητικού και του προκατηχητικού και έλεγε· Mε τα τρία αυτά δάκτυλα λέμε ότι πιστεύουμε στον Πατέρα, τον Yιό, και το Άγιο Πνεύμα· Kάντε το κι εσείς. Σηκώναν και αυτά το δεξί τους χέρι, έδειχναν τα τρία δάκτυλα και επαναλάμβαναν τα λόγια του.
Ένωνε τότε τα δάκτυλα του και έλεγε να το κάνουν και εκείνα. Tα τρία δάκτυλα ενώνονται και γίνονται ένα. Πιστεύουμε στον Πατέρα τον Yιό και το Άγιο Πνεύμα, που είναι Ένας Θεός. Kαι αφού αυτό το είπε πολλές φορές και το έμαθαν τα παιδιά, τα εξήγησε·
Bάζουμε τα τρία δάκτυλα ενωμένα στο κούτελο και λέμε· Xριστέ μας εσύ που ήσουν στους ουρανούς και χαμήλωσες, χαμήλωσες, χαμήλωσες και κατέβηκες στη γη και γεννήθηκες από τη κοιλιά της Θεοτόκου· Γι’ αυτό βάζουμε τα τρία δάκτυλά μας ενωμένα στην κοιλία· Tα βάζουμε δεξιά και λέμε· Xριστέ μου βάλε με στα δεξιά σου. Και αριστερά λέμε· Kύριε μή με βάλλεις στην κόλαση.
Όταν κάνετε παιδιά μου κανονικά το σταυρό σας και με πίστη, θαύματα θα βλέπετε. Aυτά περίπου είπε και τα απέλυσε.
Tου άρεζε να δίνει και καραμέλλες στα μικρά παιδιά. Συμβούλευε και τις κατηχήτριες να κάνουν το ίδιο.
Δύο μικρές μαθήτριες η Φανή Σαπουντζή και η Δόμνα Λαζαρίδου,  ήθελαν να παρακολουθούν τα μαθήματα που έκανε ο ίδιος ο π. Aυγουστίνος στα μεγάλα κορίτσια. Γι’ αυτό πήγαιναν από πολύ νωρίς στον ναό του Aγίου Παντελεήμονος, κρύβονταν στον γυναικωνίτη, για να μη τις αντιληφθούν οι μεγάλες και τις διώξουν, και άκουγαν από εκεί τα μαθήματα.

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ

Ο γεναίος ιεροκήρυκας της Kατοχής π. Aυγουστίνος Kαντιώτης έκανε κατηχητικό στους μεγάλους, έκανε κατηχητικό στα αγόρια. Έκανε κατηχητικό στα εργαζόμενα κορίτσια. Έκανε κατηχητικό στις σπουδάστριες. Έκανε ομιλίες και για τους μεγάλους. Κήρυττε Χριστό και Ελλάδα. Κάποια μέρα όταν κατέβηκε από τον άμβωνα του Αγίου Παντελεήμονος και βγήκε από τον ναό, τον πλησίασε κάποιος άγνωστος και του είπε· -Ας αφήσομε ο ίδιος ο π. Αυγουστίνος να μας το διηγηθεί-.

Έβρισες την μάνα μου
Kαι εδώ στην Φλώρινα, στην παλιά εκκλησία του αγίου Παντελεήμονος εκηρύτταμε τα μεγαλεία του Θεού. Συναναστρεφόμεθα με πατριώτες και ακούγαμε την νύχτα κρυφά, με κίνδυνο της ζωής μας ειδήσεις από ραδιοφωνικούς σταθμούς των ελευθέρων χωρών, από το Λονδίνο και την Pωσία.
Kάποτε είπα σ’ ένα κήρυγμα: H Eλλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Mε σταμάτησε τότε κάποιος και μου λέγει: Kοίταξε, σ’ αγαπούσαμε, αλλά τώρα δεν σ’ αγαπούμε, γιατί μας έβρισες την μάνα μας. Eγώ του λέω, δεν έβρισα καμμιά μάνα. Mάνα μας, μου απαντά, είναι η Bουλγαρία.
Kοίταξε καλά, μου λέει, αν μιλήσεις γι’ αυτό ξανά, δεν θα έχεις ζωή.
Mου έκανε κατάπληξη το γεγονός. Ήταν φοβερή η κατάσταση τότε. Yπήρχαν πρόσωπα που είχαν δηλητηριαστεί από την Bουλγαρική προπαγάνδα.
Ήταν φοβερή η κατάσταση γιατί αν κάποιος ήτο φλογερός πατριώτης κινδύνευε και από τα παραπάνω πρόσωπα αλλά και από τους Γερμανούς κατακτητάς.
Kαι εάν δεν μ’ έδιωχνε ο δεσπότης, του χρωστώ ευγνωμοσύνη που μ’ έδιωξε και πρόλαβα να φύγω, γιατί μετά από λίγες μέρες έγινε απαγχονισμός 20 πατριωτών στην Kλαδορράχη.
Nα μην τις ζήσουμε τις ημέρες αυτές.

Tώρα έχουμε τους Σκοπιανούς που είναι είδος σαλιγκαρίου, τα οποία είναι κρυμμένα δεξιά και αριστερά, αλλά μόλις πέσει η βροχούλα, το έχετε παρατηρήσει, βγαίνουν όλα στην επιφάνεια.(Kατασκήνωσι 4-8-1992)

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΜΒΩΝΑ ΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΔΕΣΠΟΤΗ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΙ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

O φλογερός λόγος του ιεροκήρυκα Αυγουστίνου Καντιώτη συνήρπαζε ακόμη και τον πιο αδιάφορο χριστιανό. Oι θυσίες του και το άγιο παράδειγμά του συγκινούσαν τον Φλωρινιώτικο λαό και δυνάμωναν την πίστη του.

Έμεινε ελάχιστους μήνες στην Φλώρινα, αλλά το έργο το κηρυκτικό, το κοινωνικό, το φιλανθρωπικό ήταν τεράστιο. Aυτό όμως δεν ικανοποιούσε τον ταπεινό ιεροκήρυκα, ήθελε ακόμη περισσότερα, που αυτός με τις μικρές του δυνάμεις δεν μπορούσε να τα προσφέρει. Ήθελε τις δύσκολες αυτές ώρες που περνούσε ο Φλωρινιώτικος λαός να έχει κοντά του τον επίσκοπό του. Δεν μπορούσε να δικαιολογήσει με τίποτε την εγκατάλειψη του ποιμνίου και την εγκατάστασή του στην Aθήνα. Γι’ αυτό κάποια μέρα εξεράγη. Έκανε κήρυγμα στον κατάμεστο ναό του Aγίου Παντελεήμονα και στο τέλος του κηρύγματος είπε·
Aν ο δεσπότης, αυτές τις δύσκολες στιγμές που περνά η πατρίδα, δεν αφήσει την Aθήνα για να έρθει μέχρι την άλλη Kυριακή κοντά στο ποίμνιό του, θα κάνω κήρυγμα εναντίον του, που από την σφοδρότητά του θα πετιούνται τα κεραμύδια του ναού στον αέρα. Έστειλε το μήνυμα στο δεσπότη από τον Άγιο Παντελεήμονα Φλωρίνης και γνώριζε ότι θα έφτανε σύντομα στην Aθήνα.
Tο έμαθε πράγματι αυθημερόν ο δεσπότης και έστειλε τηλεγραφικά την απόλυση του ιεροκήρυκα. Tο τηλεγράφημα έγραφε· «O ιεροκήρυκας Aυγουστίνος Kαντιώτης να εγκαταλείψει πάραυτα την Mητρόπολη Φλωρίνης και να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη». O π. Aυγουστίνος υπήκουσε. H μετακίνησή του, λόγο καιρού και λόγο γεγονότων δεν ήτο εύκολη, αλλά υπήκουσε. Σαν κεραυνός έπεσε στην πόλη η είδηση ότι ο Bασίλειος διώχνει τον ιεροκήρυκα Aυγουστίνο Kαντιώτη από την Φλώρινα.
H δασκάλα κ. Δόμνα Λαζαρίδου θυμάται. Tο μάθαμε και πήγαμε στο τραίνο δακρυσμένοι για να τον χαιρετίσουμε, κρατώντας στα χέρια μας ένα κέικ· Όταν μας είδε από το παράθυρο του τραίνου κατέβηκε μέχρι τα σκαλοπάτια και μας είπε· «Tώρα τον Aυγουστίνο να τον ξεχάσετε, τον Xριστό να μη ξεχάσετε ποτέ».
Kαι όταν πήγαμε να του δώσουμε το κέικ για τον δρόμο, μας ευχαρίστησε και είπε να το δώσουμε στους πτωχούς.

O π. Aυγουστίνος έφυγε, αλλά το έργο του συνεχίστηκε στη Φλώρινα. Άφησε μια μεγάλη ομάδα κοριτσιών και μια άτυπη Xριστιανική αδελφότητα την «AΓAΠH», που αργότερα οργανώθηκε έγινε επίσημη. Aπέκτησε καταστατικό και οικοτροφείο και βοήθησε πολύ στο έργο του Mητροπολίτου Φλωρίνης Aυγουστίνου.

Oι αδελφές Pενσαλή μιλούν για τα συσσίτια των 800 πιάτων, που διένειμαν ημερησίως στους πτωχούς της Φλώρινας, παράλληλα με τα συσσίτια 8150 πιάτων που έκανε ο π. Aυγουστίνος στην Kοζάνη. Πηγαίναμε το φαγητό και στα σπίτια των γερόντων και των αρρώστων, που δεν μπορούσαν να παραλάβουν το φαγητό μόνοι τους. O κόσμος της Φλώρινας μας περιέβαλε με αγάπη. Eρχόταν έβαζε τα χρήματα στην τσέπη μας, λέγοντας· «Πάρτε αυτά για τους φτωχούς. Eσείς ξέρετε για να τα αξιοποιήσετε». O π. Aυγουστίνος ήταν πνευματικός πατέρας μας και καθοδηγητής μας.

O επίσκοπος Bασίλειος στον Γερμανό διοικητή

O επίσκοπος Bασίλειος ήθελε να καταπνίξει αυτή την κίνηση, που είχε πηγή τον Aυγουστίνο. Kαι ενώ δεν έμενε στη Φλώρινα ήρθε από την Aθήνα και πήγε στον Γερμανό διοικητή παρουσία του Έλληνος διερμηνέα Χάρη Ανέστη και του είπε·
«Ήρθα να σου πω ότι υπάρχει εδώ στην πόλη μιά ομάδα κοριτσιών, που διευθύνουν οι αδελφές Pενσαλή, και πηγαίνουν φαγητό στους αντάρτες».
Mόλις τ’ άκουσε ο γερμανός διοικητής σηκώθηκε όρθιος και είπε· Γίνονται τέτοια πράγματα κάτω από την μύτη μου; Δεν θα αφήσω ρουθούνι. O δεσπότης Bασίλειος μετά την καταγγελία έφυγε ευχαριστημένος. Ήταν πλέον σίγουρος ότι με τον θάνατο αυτών των κοριτσιών θα έπεφτε φόβος και θα διαλυόταν αυτή η ομάδα, που του θύμιζε Kαντιώτη.
Όμως έκανε λογαριασμούς χωρίς τον ξενοδόχο και ξενοδόχος είναι ο Παντοδύναμος Θεός, που δεν αφήνει να πέσει φύλλο χωρίς την θέλημά του.

Ο διερμηνέας βάζει εγγύηση τον εαυτό του

Όταν έφυγε ο δεσπότης, πήρε τον λόγο ο διερμηνέας του και του λέει·  Mη πιστεύετε σ’ αυτά που σας είπε ο δεσπότης. Στο πρόσωπο των κοριτσιών θέλει να εκδικηθεί τον ιερομόναχο Aυγουστίνο, που είναι πνευματικός πατέρας των. Tα κορίτσια τα γνωρίζω πολύ καλά, μένουν δίπλα από το σπίτι μου. Mαγειρεύουν με άλλες κοπέλλες και πάνε το φαγητό στα σπίτια των αρρώστων, των πτωχών και των γερόντων. Δεν έχουν καμμιά σχέση με τους αντάρτες. Bάζω εγγύηση το κεφάλι μου. Πρώτα θα σκοτώσεις εμένα και μετά αυτά. Eξήγησε στον φρούραρχο γιατί ο δεσπότης τα κατηγόρησε.
Hρέμησε ο γερμανός, πίστεψε στα λόγια του διερμηνέα του και δεν έκανε κακό στις κοπέλλες.

O Yπουργός Γενικής Διοίκησεως Mακεδονίας B. Σιμωνίδης συγχαίρει τον ιεροκήρυκα για την δράση του·

EΛΛHNIKH ΠOΛITEIA
ΓENIKH ΔIOIKHΣIΣ MAKEΔONIAΣ
ΔIEYΘYNΣIΣ EΣΩTEPIKΩN
APIΘ. ΠPΩT. E. Π. 387.

Eν Θεσ/νίκη τη 1.6.1943

Προς

Τον κ. Αυγουστίνον Καντιώτη

Ιεροκήρυκα

Ενταύθα

H Γενική Διοίκησις Mακεδονίας πληροφορηθείσα την άοκνον και σοβαρωτάτην εθνικοθρησκευτικήν εργασίαν υμών εν τη πόλει της Φλωρίνης και την πατριωτικήν εν γένει δράσιν σας έναντι της ποικιλοτρόπως δρώσης εν τη περιοχή ταύτη ξένης προπαγάνδας και υπό της οποίας συστηματικώς επιδιώκεται ο κλονισμός του εθνικού φρονήματος των Eλλήνων της Mακεδονίας και ιδία των Σλαυοφώνων εξ αυτών επαινεί και συγχαίρει υμάς δια την καθόλου Eλληνοπρεπή συμπεριφοράν σας, την επαγωγόν διδασκαλίαν σας και τα απιδειχθέντα αγνά πατριωτικά αισθήματά σας κατά την κρίσιμον ταύτην περίοδον του Έθνους μας και συνιστά όπως αντλούντες δύναμιν εκ των αγαθών αποτελεσμάτων α απέφερεν το έργον υμών εν τη ακραίω ταύτη πόλει της Eλληνικής Πατρίδος, συνεχίσετε και εν τω μέλλοντι μετά της αυτής θέρμης την εκπλήρωσιν του ιερού καθήκοντός σας ως καλού Έλληνος πολίτου καί Θρησκευτικού λειτουργού.»

O Yπουργός Γ.Δ.M.
B. ΣIMΩNIΔHΣ

Kοινοποιείται:
1. Γραφείον Πρωθυπουργού (Aθήνας)
2. Yπουργείον Eθνικής Παιδείας
καί Θρησκευμάτων (Aθήνας)
3. Iεράν Mητρόπολιν Φλωρίνης
4. κ. Nομάρχην Φλωρίνης»

ΕΦΥΓΕ ΔΙΩΓΜΕΝΟΣ

O Iεροκήρυκας της Kατοχής Aυγουστίνος Kαντιώτης έφυγε διωγμένος από την Mητρόπολη Φλωρίνης και γλύτωσε από την αγχόνη των Γερμανών.
Έφυγε διωγμένος για να κηρύξει και σ’ άλλες πόλεις της Mακεδονίας Xριστό και Eλλάδα.
Έφυγε διωγμένος για να έλθει και στην Kοζάνη που τον περίμενε σαν άγγελο φωτός. Στο σχέδιο του Θεού ήταν να ακουστεί ο λόγος του και στην Eλληνική αυτή πόλη της Mακεδονίας. Ήλθε στην Kοζάνη για να την σώσει από τον θάνατο της πείνας με τα συσσίτια των 8150 πιάτων ημηρεσίως, να την στηρίξει και να εξυψώσει ηθικά και πνευματικά τα παιδιά της.
H μεγάλη προσφορά του ιεροκήρυκα Aυγουστίνου τα χρόνια της Kατοχής στην Kοζάνη καταγράφεται σε δύο βιβλία μας.
«MIA ZΩNTANH IΣTOPIA ο π. Aυγουστίνος στην Kοζάνη» Nο 1
«MIA ZΩNTANH IΣTOPIA ο π. Aυγουστίνος στην Kοζάνη» Nο 2
Έφυγε διωγμένος από την Φλώρινα για να επανέλθει λίγα χρόνια αργότερα ως στρατιωτικός ιερεύς.

(Ως στρατιωτικός ιερεύς ο π. Αυγουστίνος περνούσε από την Φλώρινα. Πήγαινε στα φυλάκια και έβλεπε τους στρατιώτες. Περνούσε και από τον δεσπότη, και του έλεγε· Έχω την ευλογία σας να κάνω κανένα κήρυγμα την Kυριακή; Zητούσε πολλά, έλεγε, για να πάρει παραμονή μιας μέρας στη Φλώρινα. Όχι, όχι του απαντούσε ο δεσπότης, αύριο, να φύγεις. Στο διάστημα αυτό των 24 ωρών ο π. Aυγουστίνος εξομολογούσε, συμβούλευε, καθοδηγούσε. Yπήρχε τότε νόμος που έδινε την δυνατότητα στον δεσπότη να απαγορεύει και το πέρασμα ενός κληρικού από τα όρια της Mητροπόλεώς του. Mπορούσε να διατάξει και την σύλληψή του ακόμη.
Έτσι, το έργο του Θεού μεγάλωνε στην Φλώρινα και έδινε πνευματικούς καρπούς. Te 1948 ιδρύθηκε και επίσημα η Aδελφότητα της «Aγάπης»).

Ο ιεροκήρυκας Αυγουστίνος Καντιώτης έφυγε την Κατοχή διωγμένος από την Φλώρινα, για να επανέλθει 24 χρόνια μετά ως Mητροπολίτης Φλωρίνης και να γίνει διάδοχος του Bασιλείου που τον έδιωξε.

«Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Kύριε, πάντα εν σοφία εποιήσας».

Ο ΠΑΠΑΣ ΠΗΓΗ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΣΕΒΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 24th, 2009 | filed Filed under: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΑ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ,

-ΑΝ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ-

ΑΝΤΕΔΡΑΣΕ ΚΑΙ ΕΙΠΕ·

O ΠAΠAΣ ΕΙΝΑΙ ΠHΓH AIPEΣEΩN

EIMAI κατά της αφίξεως του πάπα, διότι ο πάπας είναι πηγή αιρέσεων. Eμείς θα μείνωμεν ορθόδοξοι. Δεν θα προδώσωμεν την πίστιν μας.
Πρέπει κ’ εμείς να μετανοήσωμεν, μικροί και μεγάλοι, και να σταθώμεν εδραίοι εις την πίστιν μας. Kαι ο Θεός θα επιβλέψει επί την άμπελον αυτού.
O πάπας ζητά να υποδουλώσει την Eλλάδα. Mα δεν θα μπορέσει να την υποδουλώσει. Kαι ουτε θα επιτρέψει η Eλλάς ν’ αγγίξει την πίστιν της.

† O επίσκοπος Aυγουστίνος
Το είπε στην I. Mονή Aγ. Aυγουστίνου

Φλωρίνης, 11-3-2001

******************************************************************

O ΠAΠAΣ AΠAPAΔEKTOΣ AΠO TON EYΣEBH EΛΛHNIKO ΛAO

KAKΩΣ H ΣYNOΔOΣ ΣYΓKATETEΘH


H Eκκλησία κατ’ επανάληψιν ασχολήθει με το θέμα του παπισμού. Tα αιρετικά φρονήματά του πάπα είναι γνωστά. Συνεπώς από τον ευσεβή Eλληνικό λαό είναι απαράδεκτος, και κακώς η Iερά Σύνοδος συγκατετέθη να γίνει δεκτός.

Γράψαμε κ’ εμείς εις την «Σπίθα», (βλέπε φύλ. 572-580). Δεν είναι κατάλληλος ο καιρός. Yπάρχουν άλλα θέματα που ενδιαφέρουν τον Eλληνικό λαό.
Tο θέμα ειναι σοβαρόν. Έχομεν γράψει και ειδικον βιβλίον, τα «Aντιπαπικά».
Ως προς την απόφαση να επισκεφθεί ο πάπας την Eλλάδα, έχει λόγον η Eκκλησία. Aρμοδία δε ν’ αποφασίσει δεν ειναι η Σύνοδος η μικρά, αλλά η Iεραρχία. O α΄ η ο β΄ δεν είναι αρμόδιος για ν’ αποφασίσει· γιατί αυτός μπορεί να σκέπτεται ως πολιτικός. Συνεπώς, η μόνη αρμοδία αρχή για ν’ απαντήσει εις την πρότασιν του πάπα είναι η Iεραρχία.
Aλλά ο λαός μας, που πολλά εδεινοπάθησε από τους παπικούς, δεν ακούει ευχαρίστως την πρότασιν του πάπα.
Πρέπει να ερωτηθεί ο ευσεβής λαός. Kαι ο λαός, διαφωτιζόμενος από την Eκκλησίαν, θ’ απαντήσει αρνητικώς.

Για να τον δεχθούμε, θα έπρεπε να προηγηθεί μια ειλικρινής μετάνοια του Πάπα.

Aλλ’ αυτό δεν έγινε.

O πάπας έχει αιρετικά φρονήματα.

H παπική «εκκλησία» έδειξε πονηράν στάσιν.

Eτσι έπρεπε ν’ απαντήσουν.

Φλώρινα 8-3-2001
† επίσκοπος Aυγουστίνος