25η Μαρτίου 1821
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
- «… Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μια βροχή έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση… Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, όπου άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν αρμάδα… Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος… Εμάς, μη μας τηράτε πλέον. Το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε. Και αι ημέραι της γενεάς, η οποίας σας άνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ’ ολίγον περάσει. Την ημέρα της ζωής μας θέλει διαδεχθεί η νύκτα του θανάτου μας, καθώς την ημέρα των αγίων Ασωμάτων θέλει διαδεχθεί η νύκτα και η αυριανή ημέρα. Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο όπου ημείς ελευθερώσαμε· και, δια να γίνει τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, την θρησκεία…» (Από λόγο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη προς τους μαθητές του Ελληνικού Γυμνασίου, ο οποίος εκφωνήθηκε από το βήμα της Πνύκας στις 8/10/1838).
Ο ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ ΤΟΥ 1821
Δημοσιεύθηκε εις το περιοδικό «Χριστιανός Στρατιώτης» φυλ. 27/1949
Ο αγώνας του 1821 δεν ήταν αγώνας λίγων μόνο ατόμων. Ήταν αγώ-νας, ο οποίος προσέλαβε ευθύς εξαρχής πανελλήνιο χαρακτήρα. Ηλέκτρισε την ελληνική καρδιά. Δεν έμεινε Έλληνας, οπουδήποτε και αν κατοικούσε, ο οποίος να μη σκίρτησε από χαρά και αγαλλίαση, όταν άκουσε να χτυπούν τα σήμαντρα της ελευθερίας. Επί αιώνες η ιδέα της ελευθερίας καλλιεργούνταν μυστικά στις καρδιές και γι’ αυτό ήταν αρκετός ο σπινθήρας της 25ης Μαρτίου για να ανάψει τη μεγάλη εκείνη πυρκαγιά, της οποίας οι ουρανομήκεις φλόγες φώτισαν την οικουμένη και έκαναν όλους τους λαούς να μιλούν για το νέο ελληνικό θαύμα. Νόμιζαν ότι είχαν αναστηθεί από τους τάφους οι Λεωνίδες και οι Θεμιστοκλήδες, οι Μιλτιάδες και οι Αριστείδες.
Όλοι οι Έλληνες έλαβαν τότε μέρος στον αγώνα εκείνο και άφησαν αθάνατο παράδειγμα στις νεότερες γενιές των Ελλήνων ότι, για να οδηγηθεί σε νικηφόρο πέρας ένας ευγενικός αγώνας, πρέπει να συμμετέχει όλος ο λαός.
Ας αναφέρουμε μερικά στιγμιότυπα από τον πανελλήνιο εκείνο συναγερμό του 1821.
Οι κληρικοί
Η συμμετοχή των κληρικών στον αγώνα υπέρ της ανεξαρτησίας της Ελλάδας χρονολογείται πολύ πριν το 1821. Αρχίζει από την επόμενη μέρα της πτώσης της Βασιλίδας των πόλεων. Το Πατριαρχείο, οι Ι. Μητροπόλεις, τα Μοναστήρια προπαντός έγιναν τα απόρθητα κάστρα της Φυλής. Εκεί, κάτω από το φως της κανδήλας των ιερών εικόνων, τις νύχτες μοναχοί δίδασκαν, κατηχούσαν, ενθουσίαζαν τα Ελληνόπουλα. Εκεί έβρισκαν παρηγοριά οι θλιμμένοι και εμψυχώνονταν στους αγώνες τους οι ήρωες της αντιστάσεως του Έθνους.
Από τα Μοναστήρια ξεκίνησαν και οι μεγάλοι ιεραπόστολοι, οι οποίοι περιόδευσαν κατά τους χρόνους της δουλείας τις διάφορες επαρχίες, κήρυξαν το λόγο του Θεού και συγκράτησαν στην Ορθόδοξη πίστη τους χριστιανούς, οι οποίοι κινδύνευαν να εξισλαμισθούν. Πολλοί από αυτούς μαρτύρησαν. Κορυφαίος των ιεραποστόλων υπήρξε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο ιερομάρτυρας, ο οποίος μαρτύρησε το 1779 κοντά στο Βεράτι της Αλβανίας και το λείψανό του το έριξαν στον Αώο ποταμό. Μαθητές του ο Σαμουήλ ο ιερομόναχος, η δόξα του Σουλίου, και ο εκ Σαμαρίνας της Πίνδου νεομάρτυρας Δημήτριος, ο οποίος προτίμησε να ενταφιαστεί ζωντανός παρά να αρνηθεί την πίστη του. Μαθητές του πάρα πολλοί αγωνιστές του 1821, οι οποίοι άκουσαν τα φλογερά του κηρύγματα. Άλλοι κληρικοί ως δάσκαλοι καλλιέργησαν τα γράμματα και χρημάτισαν διευθυντές και δάσκαλοι των περίφημων σχολών Κυδωνίας, Ιωαννίνων, Κοζάνης, Πάτμου, Χίου και Αθωνιάδας του Αγίου Όρους.
Και τέλος, όταν εξερράγη η επανάσταση του 1821, ο κλήρος βρέθηκε πρώτος στις ιερές επάλξεις. Κορυφαίοι αναδείχθηκαν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Παπαφλέσσας (Δικαίος), ο Βρεσθένης Θεοδώρητος, ο Ρωγών Ιωσήφ, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Ταλαντίου Νεόφυτος, ο Καρύστου Νεόφυτος και πολλοί άλλοι, οι οποίοι παρακολούθησαν από κοντά τον αγώνα και εμψύχωναν ποικιλοτρόπως τους αγωνιστές.
Σώθηκε επιστολή του ταπεινού ιερέα του 1821 παπά Ευθυμίου, ο οποίος, πνευματικός στις Σπέτσες, έσπευσε κοντά στους αγωνιστές και με το μυστήριο της εξομολογήσεως ενίσχυσε τους μαχόμενους. Σε μια επιστολή του προς τους πιστούς γράφει:
- «Κάνετε φίλο τον Κύριο Σαβαώθ με την εξομολόγηση, τη μετάνοια και τη μετάληψη των ζωοποιών Μυστηρίων μας. Ενωθείτε όλοι, ως αδελφοί, με τον αδιάρρηκτο σύνδεσμο της κοινής και απαθούς αναμεταξύ σας αγάπης. Έπειτα αρματωθείτε και με άρματα, τα ίδια με τα οποία ως τώρα, με τη βοήθεια του Θεού, πολεμήσατε τον εχθρό με γενναιότητα· και τότε όχι εγώ ή άλλος γήινος άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Θεός των δυνάμεων, ο οποίος με την ευχή του Εζεκία του βασιλιά σε μια νύχτα φόνευσε εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άπιστους αλλόφυλους, αυτός, λέω, ο ίδιος θα σας φωνάξει· «Ἄκουε, λαός μου· ὑμεῖς πορεύεσθε σήμερον εἰς τὸν πόλεμον ἐπὶ τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν… μὴ φοβεῖσθε μηδὲ ἐκκλίνετε ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν… συνεκπολεμῆσαι ὑμῖν τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν» («Άκουγε, λαέ μου· εσείς βαδίζετε σήμερα σε πόλεμο εναντίον των εχθρών σας… μη φοβάστε και μην τους αποφεύγετε, επειδή ο Κύριος ο Θεός σας… θα πολεμήσει μαζί σας εναντίον των εχθρών σας») (Δευτ. 20, 3 – 4). Έτσι αρματωθείτε, αδελφοί μου, έχοντας εμπιστοσύνη στον Κύριο και θα δείτε το έλεος και τα μεγαλεία του Θεού μας.
- Ο εν τη Καμένη (των Σπετσών) ελάχιστος πνευματικός
παπα – Ευθύμιος
Από την βιογραφία μάλιστα του μορφωμένου ιερομονάχου Βάμβα αποσπούμε το εξής χαρακτηριστικό· ο Νεόφυτος Βάμβας, μόλις άρχισε η Επανάσταση, εγκατέλειψε το Παρίσι και ήλθε στην Πατρίδα, της οποίας ασπάστηκε το ιερό έδαφος. Αποβιβάστηκε στις Σπέτσες. Ήταν παραμονή της Κυριακής του Θωμά. Οι πρόκριτοι συνεδρίαζαν στην Ι. Μονή. Μετά το τέλος της συνεδρίασης ο Λάζαρος Κουντουριώτης του λέει·
«Βάμβα! Αύριο υψώνεται η σημαία σύμφωνα με τις προσευχές σου και να μιλήσεις και για την ελευθερία».
Όταν τα άκουσε αυτά ο Βάμβας τον κατασπάστηκε, δάκρυσε και προσευχήθηκε. Και σημειώνει στο ημερολόγιό του τα εξής ο πατριώτης κληρικός·
- «Η νύχτα εκείνη ήταν σε μένα δάκρυα και στοχασμοί. Όταν ανέτειλε ο ήλιος της Κυριακής του Θωμά και ηχούσαν οι καμπάνες, ήταν θέαμα κατανυκτικό να βλέπει κανείς το λαό απ’ όλα τα μέρη της αμφιθεατρικής εκείνης πόλης να κατεβαίνουν στην παραλία. Ολόκληρη η πλατεία της παραλίας, τα καταστρώματα και τα κατάρτια των αγκυροβολημένων πλοίων, η οροφή του ναού της Μονής, όλα ήταν γεμάτα από το πλήθος. Τότε ανέβηκα στο βήμα ενθουσιασμένος από τα συναισθήματα και μέσα σε βαθιά σιωπή παρουσίασα το δίκαιο του ελληνικού αγώνα που ξεκινούσε υπέρ πίστεως και πατρίδος, τα δεινά της πολυχρόνιας τυραννίας και την ανάγκη του να αγωνιστούμε με μια ψυχή και μια καρδιά, έχοντας πεποίθηση στη βοήθεια του Κυρίου των δυνάμεων και στην ευμένεια των ευσεβών βασιλέων. Κατέβηκα από το βήμα μέσα σε σοβαρή σιωπή από τη μεριά του ηρωικού εκείνου λαού· και σε τρεις μέρες οπλίστηκαν και ετοιμάστηκαν τα τριάντα καλύτερα πλοία, για να ενωθούν με άλλα τόσα από τις Σπέτσες και να εκπλεύσουν στα Ψαρά».
Αυτό είναι το ένδοξο ράσο της Ελλάδας και οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι τα παραδείγματα των κληρικών, οι οποίοι δίνουν τη ζωή τους για να ζήσει το Έθνος μας, δεν τελείωσαν. Ιδού! Στις μέρες μας 300 και περισσότεροι είναι οι κληρικοί, οι οποίοι σφαγιάστηκαν από τους νεότερους εχθρούς της Ελλάδας, που αποδείχθηκαν χειρότεροι από τα στίφη του Ιμπραήμ.
Οι δάσκαλοι
Υπήρχαν σε διάφορα κέντρα της υπόδουλης Ελλάδας διασκορπισμένοι, σαν φώτα σε ασέληνη νύκτα, λίγοι μεν αλλά εκλεκτοί λόγιοι άνδρες, οι οποίοι με την προφορική και γραπτή διδασκαλία, τα συγγράμματά τους, φώτιζαν τη διάνοια και θέρμαιναν τις καρδιές των Ελλήνων.
Σχετικά με το τι έπραξαν οι αείμνηστοι αυτοί άνδρες μπορούμε να πάρουμε μια ιδέα, εάν μελετήσουμε το βίο ενός από κορυφαίους δασκάλους του 1821, του Γεωργίου Γεννάδιου.
Το Μεσολόγγι έπεσε. Όσοι από την ηρωική φρουρά διασώθηκαν κατέφυγαν στο Ναύπλιο. Ζητούσαν ψωμί για να ζήσουν και πυρίτιδα για να πολεμήσουν. Αλλά η Κυβέρνηση βρισκόταν σε αδιέξοδο. Η Πελοπόννησος είχε καεί από τις ορδές του Ιμπραήμ. Τα ταμεία ήταν κενά. Αλλά υπήρχε το πνεύμα. Και το πνεύμα θαυματουργεί! Μέσα σ’ εκείνη τη δεινή κατάσταση εμφανίζεται ο δάσκαλος Γεώργιος Γεννάδιος. Συγκαλεί το λαό στην πλατεία, στήνει πρόχειρο βήμα στη ρίζα του πλατάνου, ο οποίος υψωνόταν στο κέντρο της πλατείας, και από εκεί με φωνή στεντόρεια και με ευγλωττία σαν του Δημοσθένη ομιλεί στα πλήθη. Μεταξύ άλλων λέγει·
- «Η Πατρίδα καταστρέφεται, ο αγώνας ματαιώνεται, η ελευθερία εκπνέει. Απαιτείται σύντονη βοήθεια. Πρέπει οι ανδρείοι αυτοί άνθρωποι, οι οποίοι έφαγαν πυρίτιδα και ανέπνευσαν φλόγες, και ήδη μας περιστοιχίζουν αδρανείς και πεινασμένοι, να σπεύσουν όπου νέος κίνδυνος τους καλεί. Γι’ αυτό απαιτούνται πόροι και οι πόροι λείπουν. Αλλά αν θέλουμε να έχουμε Πατρίδα, αν είμαστε άξιοι να ζούμε ως ελεύθεροι άνθρωποι, πόρους βρίσκουμε. Ας δώσει ο καθένας ό,τι έχει και μπορεί. Να, η πενιχρή εισφορά μου. Ας με μιμηθεί όποιος θέλει».
Και άδειασε αμέσως καταγής το φτωχικό διδασκαλικό του βαλάντιο…
«Αλλά όχι» – επανέλαβε μετά από λίγο – «η συνεισφορά αυτή είναι μηδαμινή! Οβολό άλλο δεν έχω να δώσω, αλλά έχω τον εαυτό μου, και, ορίστε, τον πουλώ! Ποιος θέλει δάσκαλο τέσσερα χρόνια για τα παιδιά του; Ας καταβάλει εδώ το αντίτιμο για τους διδασκαλικούς μου κόπους, και αμέσως εγώ τον ακολουθώ».
Το αποτέλεσμα της ομιλίας αυτής ήταν εκρηκτικό. Άναψε η φλόγα του πατριωτισμού. Όλοι οι άνδρες έσπευσαν να δώσουν ό,τι είχαν και συγκεντρώθηκε ποσό αρκετό για την κάλυψη των πρώτων αναγκών.
Την επόμενη μέρα κάλεσε τις γυναίκες και τα παιδιά στον Ιερό Ναό του Ναυπλίου. Και ο Ιερός Ναός γέμισε από παιδιά, ορφανά κυρίως του ιερού αγώνα. Ο Γεννάδιος τα κοίταξε, δάκρυσε, διέταξε να γονατίσουν μπροστά στην εικόνα του Χριστού και απηύθυνε την εξής συγκλονιστική προσευχή·
- «Ύψιστε Θεέ, Εσύ που προστατεύεις τους αθώους και όσους δεν έχουν καταφυγή, μην εγκαταλείπεις και Συ τα παιδιά αυτά που προσπέφτουν σε Σένα. Σώσε αυτά από τα δεσμά της αιχμαλωσίας. Οι άνθρωποι τα εγκατέλειψαν· πρόσεξέ τα και στρέψε την προσοχή σου και στην Ελλάδα, εναντίον της οποίας όλοι ξεσηκώθηκαν, την οποία παραμελούν, την οποία προδίδουν τα ίδια της τα παιδιά. Δώσε, παρά τη θέληση των ανθρώπων, να λάμψει σ’ αυτή ο ήλιος της ελευθερίας και να φανεί τέλεια η δύναμή Σου και τα παιδιά αυτά, ως πολίτες ελεύθεροι, να την υπηρετήσουν κάποτε με πίστη και ειλικρίνεια με σκοπό τη σωτηρία της και την αιώνια δοξολογία Σου! Αντίθετα, αν Εσύ ο πάνσοφος γνωρίζεις ότι πρόκειται να έχουν αρνητικά αισθήματα, να γίνουν ιδιοτελή και φίλαρχα και έτσι να γίνουν αυτά κάποτε υπαίτια δει-νών για την Πατρίδα, καλύτερα παράδωσέ τα στο στόμα του μαχαιριού και παράδωσε και μένα σ’ αυτό, προτού δω ξανά την ημέρα που η Ελ-λάδα θα γίνει υπόδουλη και ταπεινωθεί».
Άλλοτε πάλι, όταν ο αγώνας είχε ανάγκη ιππικού, ο Γεννάδιος υπήρξε ο ιδρυτής… του πρώτου ιππικού. Πώς; Με τη δύναμη του λόγου του! Τους κάλεσε όλους στην πλατεία και εκεί με ζωηρές εκφράσεις εξέθεσε την ανάγκη της συγκρότησης ιππικού σώματος.
- «Αλλά πού» – είπε – «θα βρούμε τα άλογα; Εδώ βλέπω και πολλούς και προύχοντας και οπλαρχηγούς που έχουν δύο και τρία άλογα και κομπάζουν γι’ αυτό στους δρόμους. Όποιος έχει άλογο για ευχαρί-στηση και επίδειξη και δεν το προσφέρει στης Πατρίδας του την ανάγκη, είναι ανάξιος να λέγεται προύχοντάς της ή να φέρει το ξίφος του αρχηγού. Με τα άλογα αυτά μπορούμε να σχηματίσουμε ιππικό. Τους παίρνουμε;» – «Τους παίρνουμε», ανέκραξε με μια φωνή ο λαός. – «Και αν δεν μας τους δώσουν, τους παίρνουμε με τη βία;» – «Τους παίρνουμε με τη βία», αποκρίθηκαν χιλιάδες στόματα. – «Εμπρός λοιπόν!», διέταξε. Αλλά πριν προφθάσει να εκτελεστεί η φοβερή εντολή, τριακόσια πενήντα άλογα είχαν μεταφερθεί στην πλατεία με εκούσια συνεισφορά. Τότε φώναξε από το πλήθος ονομαστικά τον Χατζή Μιχάλη, «Εσύ» – του είπε ο Γεννάδιος – είσαι άξιος να διευθύνεις το ιππικό. Πάρε τα ά-λογα αυτά, οργάνωσέ τα και αναχώρησε όσο πιο γρήγορα».
Αυτή ήταν η ψυχή των διδασκάλων του 1821. Ευτυχισμένο το Έθνος μας, εάν και σήμερα θα μπορούσε να παρουσιάσει πολλούς δασκάλους με την ψυχή του Γεώργιου Γενναδίου, ο οποίος με την ευσέβειά του, τη φιλοπατρία του και με το παράδειγμά του συντέλεσε τα μέγιστα στο θρίαμβο του αγώνα του 1821.
Οι μαθητές
Και όχι μόνο οι δάσκαλοι αλλά και οι μαθητές έλαβαν μέρος στον ένδοξο αγώνα του 1821. Ναι, και οι μαθητές! Έχουν να παρουσιάσουν τον Ιερό Λόχο.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1821 κυκλοφορεί στις παραδουνάβιες ελληνικές ηγεμονίες της Μολδαβίας και της Βλαχίας η προκήρυξη της επανάστασης. Στα όπλα! φωνάζει η Πατρίδα. «Ιδού» – γράφει η προκήρυξη – «μετά από τόσους αιώνες οδύνης απλώνει πάλι ο φοίνικας της Ελλάδας μεγαλοπρεπώς τις φτερούγες του και προσκαλεί κάτω από τη σκιά του τα γνήσια και υπάκουα τέκνα της. Ιδού η αγαπημένη μας Πατρίδα Ελλάδα ανυψώνει θριαμβευτικά τις προπατορικές της σημαίες, τον Τίμιο Σταυρό και μεγαλόφωνα κράζει· «Με αυτό το σημείο νικάμε. Ζήτω η ελευθερία!…».
Η προκήρυξη αυτή προκάλεσε απερίγραπτο ενθουσιασμό στους μαθητές των ελληνικών γυμνασίων και των σχολείων των ηγεμονιών και της νότιας Ρωσίας. Οι Ελληνόπαιδες αυτοί άφησαν τα βιβλία, έσπασαν τις γραφίδες τους, εγκατέλειψαν τα θρανία και σχημάτισαν δικό τους σώμα αγωνιστών αποτελούμενο από 500 και περισσότερους μαθητές, στους οποίους δόθηκε το όνομα Ιερός Λόχος.
Οι 500 αυτοί μαθητές, οι οποίοι αποτελούσαν το άνθος της ελληνικής νεολαίας του Δούναβη, ύψωσαν τη σημαία του Σταυρού, αγωνίστηκαν γενναία και έπεσαν στο πεδίο της τιμής.
Η μεγαλειώδης θυσία των μαθητών αυτών φανερώνει ότι η φιλοπατρία, η οποία έκαιγε στα στήθη των Ελλήνων ήταν τόσο μεγάλη, ώστε και οι μαθητές ακόμη έλαβαν μέρος στους υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αγώνες. Δεν είχαν βέβαια, όπως παρατηρεί ο εθνικός μας ιστορικός Παπαρρηγόπουλος, οι νεαροί αυτοί οπλίτες του Ιερού Λόχου την εμπειρία και την άσκηση των ορεσίβιων ανδρών του Ολύμπου και του Κισσάβου, αλλά δεν υστέρησαν ως προς την προθυμία και την αυταπάρνηση. Αναδείχθηκαν και αυτοί άξια τέκνα της Ελλάδας.
Οι γυναίκες
Και οι Ελληνίδες γυναίκες, μητέρες, σύζυγοι και αδελφές, συμμετείχαν ποικιλοτρόπως στον ιερό υπέρ της ελευθερίας της Πατρίδας αγώνα. Όχι μία ή δύο σελίδες αλλά ολόκληρο βιβλίο με τη χρυσή επιγραφή «Οι Ελληνίδες στον αγώνα του 1821» θα άξιζε να συγγραφεί, εάν επρόκειτο να μνημονευθούν ιδιαιτέρως όλες οι θυσίες των αείμνηστων γυναικών του 1821.
Εδώ ας αρκεστούμε να αναφέρουμε ένα και μόνο παράδειγμα, για να εκτιμήσουμε σε ποιες θυσίες υποβλήθηκαν οι γυναίκες εκείνες για να κρατήσουν την τιμή τους, την τιμή της Ελλάδας, ψηλά. Διότι εναντίον των Ελληνίδων στρεφόταν η μανία των εχθρών της Ελλάδας. Νόμιζαν ότι, εάν τις ατίμαζαν, θα ατίμαζαν στο πρόσωπό τους την Ελλάδα. Αλλά οι Ελληνίδες προτιμούσαν το θάνατο παρά την αισχρή ατίμωση.
Από το ημερολόγιο του αγώνα· 6 Απριλίου 1822. Ο αιμοβόρος πασάς της Θεσσαλονίκης, ο Αμπούλ – Αβούδ, καίει τη Νάουσα. Μητέρες και παρθένοι της ηρωικής πόλης, αποφεύγοντας τον κίνδυνο της ατίμωσης, βγήκαν από την πόλη. Κατέφυγαν σ’ ένα ύψωμα, το οποίο βρίσκεται πάνω από τους καταρράκτες, και από εκεί έπεσαν στα ορμητικά νερά του ποταμού. Η περίφημη αυτή τοποθεσία, που ονομάζεται Αραπίτσα, παραμένει ένα υπέροχο δείγμα του ηρωισμού των γυναικών του 1821. Οι αγνές Μακεδονοπούλες της Νάουσας έπραξαν ό,τι έπραξαν και οι άλλες εκείνες Ελληνίδες της Ηπείρου, οι οποίες έπεσαν από τους βράχους του Ζαλόγγου για να αποφύγουν την ατίμωση.
Βράχοι της Ηπείρου και καταρράκτες της Νάουσας! Διδάσκετε αιωνίως ότι εδώ στην Ελλάδα η Ελληνίδα, η γνήσια Ελληνίδα, υπεράνω όλων των θησαυρών του κόσμου έχει την τιμή της!
Οι Έλληνες του εξωτερικού
«Τι σε συγκινεί περισσότερο από τον αγώνα του 1821;», ρώτησαν κάπο-τε ένα σοφό Έλληνα. Και ο Έλληνας σοφός, ο οποίος ασχολείται με την ιστο-ρία της Πατρίδας όσο λίγοι και φέρνει στο φως τη δημοσιότητας ολοένα και νέα στοιχεία, απάντησε· «Είναι πολλά εκείνα που με συγκινούν από την ιστο-ρία του 1821. Τόσα πολλά, ώστε δεν μπορεί ο θαυμασμός, η συγκίνηση και το ενδιαφέρον να μείνουν σ’ ένα γεγονός. Με συγκινεί η καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών, η έξοδος του Μεσολογγίου. Περισσότερο όμως ένα άλλο, που τα σχολικά βιβλία δεν το λένε. 450 Έλληνες, εγκατεστημένοι στις Ινδίες, μόλις κηρύχτηκε η επανάσταση, ξεκίνησαν με τα πόδια, και μέσω Αφγανιστάν, Περσίας, Ρωσίας και Ευρώπης, παλεύοντας με θεριά και εχθρούς, ήρθαν στην Ελλάδα να πολεμήσουν. Λίγοι σώθηκαν! Αυτό μ’ αφήνει κατάπληκτο».
Θαυμάστε ύψος πατριωτισμού. Άκουσαν ότι η Πατρίδα αγωνίζεται για να ελευθερωθεί και ξεκίνησαν από τα βάθη της Ασίας, για να έλθουν στην Ελλάδα και να πάρουν μέρος μαζί με τους άλλους Έλληνες στον υπέρ πάντων αγώνα.
Ω Κύριε, άναψε πάλι στα στήθη όλων των Ελλήνων του εσωτερικού και του εξωτερικού την αγία φλόγα της φιλοπατρίας, η οποία έκαιγε στα στήθη των 450 αυτών Ελλήνων!
Οι αγωνιστές
Από τέτοιους κληρικούς, όπως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, από τέτοιους δασκάλους, όπως ο Γεώργιος Γεννάδιος, από τέτοιες προπαντός μητέρες, όπως ήταν οι ηρωίδες του Ζαλόγγου και της Νάουσας, γεννήθηκαν οι αγωνιστές, οι γίγαντες του 1821. Έκλειναν στην καρδιά τους το Χριστό και την Ελλάδα, και γι’ αυτό έψαλλαν με όλη την ψυχή τους το πολεμικό άσμα του 1821·
- «Για του Χριστού την Πίστη την αγία
- και της Πατρίδος την ελευθερία,
- γι’ αυτά τα δύο πολεμώ.
- Κι αν δεν τ’ αποκτήσω,
- τι μ’ ωφελεί να ζήσω;».
Δείτε τις σημαίες των αγωνιστών. Δείτε τα ιερά τους σύμβολα και συν-θήματα. Όλα εκπέμπουν πίστη ακράδαντη. Οι Χειμαρριώτες είχαν σημαία, στην οποία είχαν ζωγραφισμένους τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ με τις πύρινες ρομφαίες. Οι αρματολοί και οι κλέφτες είχαν σημαία, στη μια πλευρά της οποίας ζωγραφιζόταν ο Σταυρός, ενώ στην άλλη η Αρχιστράτηγος, η Υπεραγία Θεοτόκος. Ο Λάμπρος Κατσώνης είχε σημαία με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Ο Μάρκος Μπότσαρης λευκή σημαία με την εικόνα του αγίου Γεωργίου. Ο Παπαφλέσσας ένωσε λωρίδες ράσου και φουστανέλας και έκανε τη σημαία των στρατευμάτων του. Ο Πλαπούτας έ-γραψε στη σημαία τα αρχικά Ι. Χ. Ν. (Ιησούς Χριστός Νικά). Και ο Αθανάσι-ος Διάκος κάτω από το Σταυρό το σύνθημα· ελευθερία ή θάνατος.
Τέτοιοι ήταν οι αγωνιστές του 1821. Με ακράδαντη πίστη στο Χριστό. Με φλογερή αγάπη προς την Πατρίδα. Με απόφαση ή να ελευθερώσουν την Πατρίδα ή να πεθάνουν κάτω από τα πυρίκαυστα ερείπιά της. Οι 600 άνδρες της φρουράς του Μεσολογγίου κατά την πρώτη πολιορκία έψαλλαν το άσμα αυτό και έκλαιγαν από ιερή συγκίνηση·
- «Στ’ άρματα να σταθούμε,
- Πατρίδα να γλιτώσουμε ή να θανατωθούμε.
- Τον τόπο να τιμήσουμε, το άνθος της Ελλάδος,
- πού ‘ναι στον κόσμο ξακουστός, είναι και παινεμένος,
- πού ‘ναι κλειδί της Ρούμελης και του Μωριά κολώνα
- … … … … … … … … … … … … … … … … … … …
- κι αν μας αφήσουν μοναχούς, πάλι δεν προσκυνούμε»
Οι Φιλέλληνες
Στην αρχή του ιερού αγώνα όλη η Ευρώπη ήταν δυσμενώς διατεθειμένη εναντίον των Ελλήνων. Αλλά η αυταπάρνηση ανδρών, γυναικών και παιδιών, η οποία ιδίως αποκορυφώθηκε στην πτώση του Μεσολογγίου, έκανε τα έθνη να στρέψουν βλέμματα θαυμασμού προς την μικρή αλλά ένδοξη αυτή Πατρίδα. Και τότε άρχισαν να συρρέουν από όλα τα έθνη άνδρες, οι οποίοι πρόσφεραν ό,τι είχαν, τα χρήματά τους, τις γνώσεις τους, και τέλος θυσίασαν και τη ζωή τους υπέρ της επιτυχίας του αγώνα. Αυτοί είναι οι Φιλέλληνες.
Κορυφαίος μεταξύ των Φιλελλήνων θεωρείται ο λόρδος Βύρων, ο οποίος ήλθε στο Μεσολόγγι και σε ηλικία 36 ετών πέθανε στην αγκαλιά της Ελλάδας, την οποία αγάπησε ως δική του πατρίδα. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν· «Ελλάδα! Σε σένα έδωσα ό,τι μπορεί να δώσει άνθρωπος· την περιουσία μου, το χρόνο μου, την υγεία μου, τώρα μάλιστα και την ίδια τη ζωή μου. Είθε η θυσία μου να αποβεί προς ωφέλειά σου».
Η Ελλάδα του 1949
∗ Όπως σημειώθηκε, το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1949.
122 χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα της ναυμαχίας του Ναυαρίνου, κατά την οποία τέθηκε τέρμα στον επταετή αγώνα, και η Ελλάδα, η μικρή γωνιά της Ελλάδας, ελευθερώθηκε. Ό,τι έμεινε ήταν ερείπια. Αλλά μέσα από τα ερείπια, με την εργατικότητα των Ελλήνων, ξεπήδησε μια νέα Ελλάδα, η οποία έφθασε μέχρι τη Ροδόπη και τον Αώο ποταμό και το Βόσπορο.
Το ίδιο θαύμα θα επαναληφθεί και σήμερα. Ο νέος αγώνας, ο οποίος άρχισε την 28η Οκτωβρίου 1940 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, θα τελειώσει σύντομα. Και μέσα από τα καπνισμένα ερείπια θα εξέλθει η νέα Ελλάδα, η Ελλάδα, η οποία με το Χριστό κυβερνήτη θα θεμελιώσει νέα περίοδο εθνικής ζωής, και θα σκορπίσει τα φώτα σε όλη την Βαλκανική χερσόνησο και πέρα απ’ αυτή ακόμη.
Το μέλλον της Ελλάδας θα είναι μεγάλο, όπως προφήτευσε ο άγιος Κο-σμάς ο Αιτωλός, αρκεί εμείς οι νεότεροι Έλληνες να φανούμε άξια τέκνα της Ελλάδας.
- «Ω συ, που σκοτώθης για το φως,
- σήκω να δεις τον ήλιο,
- ξύπνα να δεις το αίμα,
- πώς έγινε βασίλειο».
ΡΑΣΟ ΚΑΙ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΑ
∗ Δημοσιεύτηκε στο υπ’ αρίθμ. 15/1948 φύλλο του περιοδικού «Χριστιανός Στρατιώτης».
«Ελευθερία ή θάνατος»
Ανεκτίμητες υπηρεσίες πρόσφερε στην Ελληνική Πατρίδα το ράσο του Έλληνα κληρικού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία ποτέ δεν έμεινε απαθής στις δοκιμασίες του λαού μας. Αντίθετα, στις σκοτεινές μέρες του Έθνους προέτασσε τα στήθη των ηρώων κληρικών της υπέρ των τέκνων της. Συνέκλαιγε, συνέπασχε, συσταυρωνόταν με την Ελλάδα. Ιδίως κατά τη μακρά περίοδο της σκληρής δουλείας των Τούρκων η Εκκλησία μας αναδείχθηκε η πραγματική μητέρα του Ελληνικού λαού, που έκανε τον ποιητή μας Κρυστάλλη, πλήρη από συγκίνηση, να ανακράζει·
- «Ω Θρησκεία!
- Γλυκιά μας μάνα!
Συ χύνεις μέσα στην καρδιά μας
χίλιες χρυσές ελπίδες».
Το ράσο μυριάδων ταπεινών και αφανών κληρικών, εφημερίων, ιερομονάχων και μοναχών απλώθηκε πάνω από το μαρτυρικό μας λαό σαν το ουράνιο σέλας, σαν τις φτερούγες του δικέφαλου αετού. Δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι χωρίς το ράσο θα ήταν αδύνατο να ανατείλει στον ορίζοντα της Ελληνικής Πατρίδας η 25η Μαρτίου 1821. Και όταν ανέτειλε η 25η Μαρτίου 1821, το ράσο έδωσε πρώτο το «παρών». Δεν πρόκειται εδώ να μνημονεύσουμε τα ονόματα όλων εκείνων των κληρικών, οι οποίοι καθ’ όλη τη διάρκεια του 7ετούς επικού αγώνα στάθηκαν πολύτιμοι εμψυχωτές και συμπαραστάτες του αγωνιζόμενου Έθνους. Μία μόνο λεπτομέρεια, η οποία φανερώνει το σύνδεσμο κλήρου και λαού κατά τον ιερό αγώνα, θα αναφέρουμε. Ο Παπαφλέσσας, ο φλογερός εκείνος κληρικός, ο οποίος έκλεινε στα στήθη του ηφαίστειο ολόκληρο πατριωτισμού, είχε εισέλθει στην Τρίπολη και μιλούσε για το σκοπό του ιερού αγώνα. Σε μια στιγμή της ομιλίας, συνεπαρμένος από ιερό ενθουσιασμό, ζητεί σημαία για τον αγώνα. Αλλά πού σημαία; Ο Παπαφλέσσας εμπνέεται και την κατασκευάζει αμέσως. Πώς; Σχίζει το γαλάζιο εσώρασό του και ένας στρατιώτης, ονόματι Κεφάλας, σχίζει δύο λωρίδες από την φουστανέλα. Με τις λωρίδες σχηματίζεται Σταυρός, τον οποίο ράβουν στο ράσο του φλογερόψυχου κληρικού και έτσι κατασκευάζεται η γαλανόλευκη, στην οποία άλλος κληρικός, ο ένδοξος ήρωας της Αλαμάνας, ο Αθανάσιος Διάκος, πρόσθεσε το σύνθημα «ελευθερία ή θάνατος».
Ράσο και φουστανέλα, κλήρος και λαός ενωμένοι αδιάσπαστα βάδισαν για να δημιουργήσουν την ελεύθερη Ελλάδα. Και τη δημιούργησαν.
***
Και η ιερή αυτή παράδοση του άρρηκτου συνδέσμου Θρησκείας και Πατρίδας, η οποία απαιτεί ο Έλληνας κληρικός να είναι πρωτοπόρος και εμψυχωτής των ευγενών υπέρ του δικαίου και της ελευθερίας αγώνων της Ελλάδας, δεν έσβησε στο Έθνος μας. Το ράσο των ταπεινών εφημερίων της υ-παίθρου συνεχίζει και σήμερα την ένδοξη ιστορία και με καθημερινές θυσίες αποδεικνύει ότι βρίσκεται στο πλευρό του στρατευόμενου λαού μας. Σε τρεις περίπου εκατοντάδες αριθμούνται οι ιερείς, οι οποίοι εσφάγησαν στα θυσιαστήρια ως αρνία, επειδή δε δέχθηκαν να αρνηθούν ούτε τη Χριστιανική Θρησκεία ούτε την Πατρίδα.
Οι εχθροί της Ελλάδας τίποτε άλλο δε μισούσαν τόσο πολύ όσο τον Έλληνα κληρικό. Διότι γνωρίζουν ότι κάτω από το ράσο κρύβεται η καρδιά της Χριστιανικής Ελλάδας, την οποία χτυπούν και ζητούν να ξεριζώσουν. Χθες (∗) ακόμη οι εφημερίδες μετέδωσαν στο Πανελλήνιο την είδηση ότι ο 84χρονος σεβάσμιος ιερέας του ελληνικού χωριού Μικρά Δερεία κοντά στον Έβρο ποταμό, τη στιγμή που μετέβαινε στην εκκλησία προς εκτέλεση των ιερατικών του καθηκόντων, φονεύθηκε από ομάδα συμμοριτισσών! Γιατί; Γιατί προ ημερών ο αγαθός λευίτης, όταν αντιλήφθηκε ότι συμμορίτες μετέφεραν βίαια Ελληνόπουλα πέρα από τα σύνορα, δε συγκρατήθηκε αλλά αναλύθηκε σε δάκρυα και διαμαρτυρήθηκε εντονότατα, γι’ αυτό το απαίσιο έγκλημα του παιδομαζώματος.
Αυτή είναι η ψυχή του Έλληνα κληρικού.
***
Τονίζουμε για μια ακόμη φορά· Πίστη και Πατρίδα θα νικήσουν. Οι εκδηλωμένοι εχθροί του Χριστιανισμού και της Ελλάδας θα συντριβούν. Ράσο και φουστανέλα, που δημιούργησαν τη γαλανόλευκη σημαία, θα συμβαδίζουν αιώνια. Και εφόσον η ένωση αυτή θα είναι αδιάσπαστη, εφόσον δηλαδή ο λαός μας θα εμπνέεται και θα καθοδηγείται από την Ορθόδοξη πίστη των πατέρων μας, η Ελλάδα θα ζει ένδοξα. Αλίμονο στα έθνη που πολεμούν μια τέτοια Ελλάδα!
_________________________________________________
(*) Όπως σημειώθηκε, το παρόν δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην περίοδο του συμμοριτοπόλεμου
Ο ΑΜΒΩΝΑΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ
Α΄
Στην Οδησσό της Ρωσίας στις 26 Οκτωβρίου του 1821 τελούσαν στην ελληνική εκκλησία ιερό μνημόσυνο υπέρ των πρώτων θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας. Στο μνημόσυνο αυτό μίλησε ο έξοχος εκκλησιαστικός ρήτορας Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, ο οποίος με δύναμη μεγάλη τόνισε ότι ο αγώνας είναι ιερός και εξέφρασε την ακράδαντη πίστη του ότι η Ελλάδα θα εξέλθει από τον αγώνα νικήτρια, άξια να στεφανωθεί από τα χέρια του Θεού.
Από την ομιλία αυτή όπως και από άλλες ομιλίες, τις οποίες εκφώνησε κατά την εποχή εκείνη στην Οδησσό ο υπέροχος κληρικός, δημοσιεύουμε εδώ περικοπές, οι οποίες αποδεικνύουν ότι κατά τον ιερό εκείνο αγώνα και ο άμβωνας συναγωνιζόταν υπέρ της Ελλάδας.
«Ω! Ευφραίνεσθε οι ουρανοί και όσοι σκηνώνετε σ’ αυτούς. Ω υιοί της Εκκλησίας, σπέρματα της ευσέβειας αγνά και καθαρά, που τηρείτε τις εντολές του Θεού και έχετε τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού, δείξτε ανδρεία, έχετε θάρρος! Μέσα στις θλίψεις και τους οδυρμούς σας υψώστε το κεφάλι σας και θαυμάστε το ύψος των μυστηρίων της θείας πρόνοιας. Η μεγάλη του Χριστού Εκκλησία δε θα γίνει ποτέ θύμα και παιχνίδι της ωμότητας των εχθρών της. Ζει στους αιώνες και διασώζεται από τους έσχατους κινδύνους αβλαβής, διότι στέκεται μετέωρη με τις μυστικές φτερούγες, με τις οποίες την περιβάλλει ο επουράνιος Πατέρας της, φτερούγες μεγάλες, ισχυρές, αδιάπτωτες, ανίκητες, όμοιες με του υψιπέτη αετού του μεγάλου. Τα πιστά μάλιστα και γνήσια τέκνα της ευσέβειας αυτής, αν και φτωχά και λίγα και καταδιωκόμενα και κατασφαζόμενα αλλά όμως νικούν παραδόξως με το αίμα του αιώνιου Αρνίου, το οποίο θα κατατροπώσει τελικά και το μέγα δράκοντα και το κόκκινο και αιμοβόρο θηρίο και όλες τις δυνάμεις του. Και το Αρνίο θα τους νικήσει, επειδή είναι Κύριος κυρίων και Βασιλιάς βασιλέων, και μαζί του οι κλητοί και εκλεκτοί και πιστοί. Ναι, αγαπητοί, πιστοί και εκλεκτοί του Αρνίου στρατιώτες είναι οι ομογενείς μας, που μονομαχούν υπέρ Πίστεως και Πατρίδος εναντίον του φοβερού θηρίου· και το Αρνίο θα στεφανώσει τον ιερό αυτό αγώνα με τη νίκη».
- «Ο Θεός σώζει την Ελλάδα. Ο Θεός αποστέλλει από τον ουρανό το πνεύμα της ισχύος στους Μωυσείς, τους Γεδεών, του Ιεφθάε, τους Μακκαβαίους, τους Κωνσταντίνους, να συντρίψουν τον τυραννικό ζυγό και να ελευθερώσουν το ευσεβές τους γένος από τα χέρια του υιού της απωλείας… Εμπρός, εμπρός στο σκοπό! Στον όλεθρο του τυράννου. Μη φοβάστε που είστε λίγοι. Αν επιμείνετε πρόθυμα στον ιερό αγώνα σας, ο Θεός των δυνάμεων θα συμπολεμήσει μαζί σας. Τριακόσιοι άνδρες με το Γεδεών εξολόθρευσαν μυριάδες αλλόφυλους. Τριακόσιοι αδελφοί σας με το Λεωνίδα κατασυνέτριψαν τους βαρβάρους της Ασίας. Με τη θεία χάρη ένας θα καταδιώξει χίλιους και δύο θα μετακινήσουν μυριάδες!»
- «Υπομείνετε, λοιπόν, Έλληνες και με βεβαιότητα θα ανατείλει το φως της σωτηρίας σας. Μη φοβηθείτε τις απειλές κανενός ανθρώπου. «Μὴ φοβοῦ» («Μη φοβάσαι») -ακούστε, γενναίοι υιοί της πενθούσας Εκκλησίας και της ορφανής Ελλάδας· ακούστε, βασιλικά τέκνα, τι σας λέει ο Σωτήρας στο Ευαγγέλιο -, «Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον· ὅτι ὁ πατὴρ ὑμῶν εὐδόκησε δοῦναι ὑμῖν τὴν βασιλείαν» («Μη φοβάσαι το μικρό ποίμνιο· διότι ο πατέρας σας θέλησε σε σας να δώσει τη βασιλεία»). Βασιλεία ουράνια και κάτω επίγεια, προορίσθηκε δηλαδή να υπηρετήσει αλλά και να είναι συνεργός της θείας βασιλείας του Ευαγγελίου ως αμοιβή για την ανδρεία και τους αγώνες σας. Τελείωσε ήδη ο παράδοξος χρόνος των 366 ετών, κατά τον οποίο επρόκειτο να δοξα-σθούν και να βασιλεύσουν οι υιοί Κηδάρ, δουλεύοντας ως άξιοι μισθωτοί της θεϊκής οργής που επέπεσε εναντίον σας λόγω των αμαρτιών σας. «Ἐκλείψει ἡ δόξα τῶν υἱῶν Κηδὰρ ὡς ἐνιαυτὸς μισθωτοῦ» («Θα χαθεί η δόξα των υιών Κηδάρ όπως ο χρόνος του μισθωτού εργάτη»). Πρέπει τώρα πια να απολαύσουν και αυτοί το μισθό της εργασίας τους και εμείς τα δικά μας θεόσδοτα δικαιώματα. Δεν είναι, δεν είναι πια υποφερτό ούτε αντέχει πια ο ουρανός να μιαίνει το θρόνο του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο απόγονος του Οσμάνου, και να τυραννεί την πατρίδα του Σόλωνα και του Σωκράτη ο νόθος υιός της Άγαρ. Κάτω η ημισέληνος! Κάτω στα Τάρταρα το Κοράνιο και ο προφήτης του σκότους! Ας αναλάμψει πάλι με τους αγώνες σας ο Σταυρός στην κορυφή της Αγίας Σοφίας και η σοφία του Πλάτωνα στην Ακαδημία των Αθηνών. Ας ξα-ναστηθούν οι εικόνες των ηρώων της ευσεβείας και της πατρίδας και ας πέσει ο κολοσσός της ασέβειας, ο οποίος πλέον δεν στηρίζεται, παρά στη φρίκη και το μίσος, το οποίο προκαλούν σε όλο τον κόσμο οι αθέμι-τες πράξεις του».
- Και μια έξοχη συμβουλή του αοίδιμου άνδρα, την οποία θα έπρεπε να προσέξουμε και εμείς οι σημερινοί Έλληνες·
- «Οποιαδήποτε αν φανεί η πολιτική της Ευρώπης, ω Έλληνες, μη δειλιάσετε! Μη στηρίζετε την πεποίθησή σας στους ανθρώπους. Μόνο ο ουρανός ας είναι η καταφυγή σας, και μόνοι πιστοί σύμμαχοί σας τα χέρια σας. Οι προπάτορές μας δεν περίμεναν ούτε τους γείτονες Λακεδαιμόνιους, όταν επρόκειτο να χτυπήσουν τους βαρβάρους στο Μαραθώνα· φανείτε άξιοι πρόγονοί τους ως προς την προθυμία, έχοντας την ελπίδα της σωτηρίας σας πρώτα στο Θεό, και κατά δεύτερο λόγο στον εαυτό σας. Έπειτα ποιο κακό έχετε να φοβηθείτε; Τέσσερις σχεδόν αιώνες κρατήσατε με τη βία σκυμμένο τον τράχηλό σας κάτω από τη μάχαιρα του απίστου. Είδατε πολλές φορές να πέφτουν θερισμένα τα κεφάλια των πατέρων, των αδελφών, όλων πολλές φορές των συγγενών σας. Γίνατε πια εξοικειωμένοι και συνηθισμένοι και γνώριμοι με το θάνατο. Τι άλλο μένει να φοβηθείτε, αφού μια φορά τινάξατε τις αλυσίδες; Ελεύθεροι, σαν αετοί, πετάτε κατά των εξολοθρευτών σας. Νικήστε τους ή πεθάνετε με δόξα, για να μη σας σφάζει πια ο αχρείος και βάρβαρος Τούρκος».
Β΄
Στη Βενετία της Ιταλίας, η οποία ήταν πρωτεύουσα του Ενετικού βασιλείου, υπήρχε ακμάζουσα ελληνική κοινότητα με το περίφημο Φλαγγινιανό εκπαιδευτήριο, στο οποίο από όλη την υπόδουλη Ελλάδα συνέρρεαν τα Ελληνόπουλα που ποθούσαν τη μόρφωση, για να γίνουν μια μέρα οι εμπνευσμένοι δάσκαλοι και ιερείς της Ελλάδας, οι οποίοι με το θείο φως που σκόρπισαν προετοίμασαν ψυχικά το λαό για τη μεγάλη μέρα της εθνικής μας ανάστασης.
Στο εκπαιδευτήριο αυτό της Βενετίας, το οποίο έκτισε η φιλοπατρία των Ελλήνων, φοιτούσε το 1688 ένας νέος από την Κεφαλονιά ηλικίας 19 ετών. Ήταν όλος φλόγα. Ονομαζόταν Ηλίας Μηνιάτης. Ήταν εκείνος, ο οποί-ος κατόπιν εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο εκκλησιαστικό ρήτορα της υπόδουλης Ελλάδας και ο οποίος με δημοσθένεια ρητορεία κήρυξε τα μεγαλεία του Θε-ού. Οι «Διδαχές και λόγοι» του εκδόθηκαν κατ’ επανάληψη. Αριθμούν την πολλοστή έκδοσή τους και είναι πραγματικά αριστουργήματα. Τα μελέτησαν και τα μελετούν γενεές γενεών Χριστιανών Ελλήνων και ωφελούνται πάρα πολύ.
Ήταν η 25η Μαρτίου 1688. Οι Έλληνες της Βενετίας γιόρταζαν τη μεγάλη εορτή. Ο νεαρός Ηλίας Μηνιάτης, του οποίου την καρδιά δονούσε βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα, την ημέρα εκείνη ανήλθε στο βήμα και εκφώνησε την πρώτη του ομιλία στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Όταν έφθασε στο τέλος της ομιλίας συγκινήθηκε βαθύτατα και η ψυχή του, σαν να προαισθανόταν ποιο ένδοξο γεγονός έμελλε να συμβεί μετά από 133 χρόνια, απηύθυνε από τον άμβωνα θερμότατη προσευχή υπέρ της ελευθερίας της Ελλάδας. Το ακροατήριό του έκλαιγε!
Η προσευχή αυτή, την οποία δημοσιεύουμε πιο κάτω, τόσο πολύ αντα-ποκρίνεται στις ψυχικές ανάγκες του ελληνικού λαού, ώστε, μολονότι έχουν παρέλθει από τότε 260 ολόκληρα χρόνια(*) .νομίζει κανείς ότι γράφτηκε από το σημερινό Έλληνα, ο οποίος και σήμερα εξακολουθεί να αγωνίζεται κατά βαρβάρων.
Η προσευχή
Όπως σημειώθηκε, το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1948.
- «Και εδώ, κεχαριτωμένη Παρθένε, πέφτοντας στα πανάχραντα πόδια σου, άλλο δεν επιθυμώ από εσένα, παρά την άμαχή σου προστασία για την καταδίωξη και την εξολόθρευση του αντίθεου τυράννου. Έως πότε, πανακήρατε Κόρη, το τρισάθλιο γένος των Ελλήνων θα βρίσκεται στα δεσμά μιας ανυπόφορης δουλείας; Έως πότε να του πατεί τον ευγενικό λαιμό ο βάρβαρος; Έως πότε θα βασιλεύουν με μισό φεγγάρι οι χώρες εκείνες, στις οποίες ανέτειλε σε ανθρώπινη μορφή από την αγιασμένη σου γαστέρα ο μυστικός της δικαιοσύνης Ήλιος;
- Αχ, Παρθένε! Θυμήσου πως στην Ελλάδα πιο πριν, παρά σε άλλο τόπο, έλαμψε το ζωηφόρο φως της αληθινής πίστης· το ελληνικό γένος στάθηκε το πρώτο, που άνοιξε την αγκαλιά του και δέχθηκε το θείο Ευαγγέλιο του μονογενούς σου Υιού, το πρώτο που σε γνώρισε για αληθινή Μητέρα του Θεανθρώπου Λόγου, το πρώτο που αντιστάθηκε στους τυράννους, που με μύρια βάσανα γύρευαν να ξεριζώσουν από τις καρδιές των πιστών το σεβάσμιό σου όνομα. Αυτό έδωσε στον κόσμο τους δασκάλους, οι οποίοι με το φως της διδασκαλίας τους φώτισαν τις αμαυρωμένες διάνοιες των ανθρώπων. Αυτό τους ποιμένες, που με την ποιμαντική ράβδο εξόρισαν τους αιμοβόρους λύκους από το εκκλησιαστικό ποίμνιο. Αυτό τους γεωργούς, που με το άροτρο του Σταυρού και με τον ιδρώτα του προσώπου καλλιέργησαν τις καρδιές και σπέρνοντας τον ευαγγελικό σπόρο θέρισαν τις ψυχές για την ουράνια αποθήκη. Αυτό τους μάρτυρες, που με το ίδιο το αίμα τους έβαψαν την πορφύρα της Εκκλησίας.
- Λοιπόν, ευσπλαχνική Μαριάμ, σε παρακαλούμε για το «Χαίρε» εκείνο, που μας προξένησε τη χαρά· για τον αγγελικό εκείνο Ευαγγελισμό, που στάθηκε της σωτηρίας μας το προοίμιο. Χάρισέ του την προηγούμενη τιμή. Σήκωσέ το από την κοπριά της δουλείας στο θρόνο του βασιλικού αξιώματος, από τα δεσμά στο σκήπτρο, από την αιχμαλωσία στο βασίλειο. Και αν αυτές μας οι φωνές δεν σε παρακινούν να μας σπλαχνιστείς, ας σε παρακινήσουν αυτά τα πικρά δάκρυα, που πέφτουν από τα μάτια μας. Αλλά αν και αυτά δεν φθάνουν, ας σε παρακινήσουν οι φωνές και οι παρακλήσεις των αγίων σου, που ακατάπαυστα φωνάζουν από όλα τα μέρη της τρισάθλιας Ελλάδας. Φωνάζει ο Ανδρέας από την Κρήτη. Φωνάζει ο Σπυρίδων από την Κύπρο. Φωνάζει ο Ιωάννης από την Αντιόχεια. Φωνάζει ο Διονύσιος από την Αθήνα. Φωνάζει ο Πολύκαρπος από τη Σμύρνη. Φωνάζει η Αικατερίνη από την Αλεξάνδρεια. Φωνάζει ο Χρυσόστομος από τη Βασιλεύουσα πόλη και, δεί-χνοντάς σου τη σκληρότατη τυραννίδα των άθεων Αγαρηνών, ελπίζουν από την άκρα σου ευσπλαχνία την απολύτρωση του ελληνικού γένους.
- Δέξου, λοιπόν, Παναγία Παρθένε, τα δάκρυά μας, τα οποία σημαδεύουν το μυστήριο, που έγινε σε σένα. Γιατί, καθώς τα δάκρυα τρέχουν χωρίς βλάβη των ματιών, έτσι και ο θείος Λόγος έτρεξε από την καθαρή σου μήτρα, δίχως φθορά της παρθενίας σου. Δώσε τόση δύνα-μη εναντίον των ανθρωποκτόνων και αιμοβόρων βαρβάρων, ώστε να σβηστεί τελείως το φως του φεγγαριού, να λάμψει περισσότερο του μυστικού Ήλιου η ζωοποιός ακτίνα, να εξαπλωθεί στον κόσμο ολόκληρο η δύναμη του Σταυρού και να δοξαστεί από όλους το άγιό σου όνομα με τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα τώρα και πάντα και στους αιώνες. Αμήν»..
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ
Δημοσιεύτηκε στο υπ’ αρίθμ. 241/1961 φύλλο του περιοδικού «Χριστιανική Σπίθα»
«Ἰδὼν τοὺς ὄχλους ἐσπλαχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐρριμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα» (Ματθ. 9, 36).
(«Όταν είδε τους όχλους τους σπλαχνίσθηκε, επειδή ήταν διασκορπισμένοι και εγκαταλελειμμένοι σαν πρόβατα που δεν έχουν βοσκό»).
«Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (Φιλιπ. 4, 13).
(«Όλα τα μπορώ με τη δύναμη που μου δίνει ο Χριστός»).
«Ο παπάς»
Ο «παπάς»! Με πόση περιφρόνηση προφέρει σήμερα τη λέξη αυτή ο πολύς κόσμος! Τον βλέπει με βλέμμα ειρωνικό και εμπαικτικό. Μόλις εμφανίζεται ένας κληρικός, ανάγωγοι και ασεβείς νέοι – γιατί όχι και ηλικιωμένοι και γέροντες και ελεεινά ακόμη δεσποινάρια και παιδάρια; – εκτρέπονται σε αστειολογίες, σε βωμολοχίες και αισχρές ακόμη χειρονομίες. Στα λεωφορεία, τα κατάμεστα από κόσμο, κανένας δε σηκώνεται πρόθυμα για να παραχωρήσει θέση σε κληρικό, ενώ έντονη ακούγεται η φωνή του εισπράκτορα· «Μία θέση για τον παπά». Στα μέγαρα της αριστοκρατίας, στα οποία ο ιερέας καλείται αναγκαστικά να τελέσει γάμο ή βάπτισμα, απομονώνεται σε ιδιαίτερο δωμάτιο, ωσότου έλθει η ώρα της τελέσεως. Είναι, βλέπετε, λίαν αποκρουστική η εμφάνιση του ιερέα εν μέσω των αριστοκρατικών κύκλων. Στα δημόσια γραφεία, ενώ τμηματάρχες και διευθυντές και νομάρχες και υπουργοί σηκώνονται και υποκλίνονται ενώπιον κυρίων και δεσποινίδων ισχυρών οίκων, οι κύριοι αυτοί αντιθέτως κρατούν μπροστά τους, μερικές φορές για ώρες, όρθιους σεβάσμιους κληρικούς. Υπάρχουν παλαιότερα αλλά και νεότερα παραδείγματα, κατά τα οποία αυτοί που διαχειρίζονται την κρατική εξουσία στην Ελλάδα συμπεριφέρθηκαν με ασεβέστατο τρόπο σε κορυφές της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Υπενθυμίζουμε τη συμπεριφορά του ανεκδιήγητου εκείνου Έλληνα αρμοστή της Σμύρνης Στεργιάδη προς τον αείμνηστο επίσκοπο Σμύρνης Χρυσόστομο τον εθνομάρτυρα. Υπενθυμίζουμε ζωηρό επεισόδιο του μακαριστού Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα Βλάχου, του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών, με κάποιον γενικό διοικητή της Ηπείρου… Πόσα παραδείγματα ανάρμοστης συμπεριφοράς λαού και αρχόντων προς τον κλήρο δε θα μπορούσαμε να αναφέρουμε! Το ράσο, όπου εμφανίστηκε, περιφρονείται, γίνεται στόχος δυσμενών σχολίων, ειρωνειών και εμπαιγμών. Και είναι τόση η περιφρόνηση προς το ράσο, ώστε κάποιοι μικρόψυχοι νεότεροι κληρικοί, μη μπορώντας να υποφέρουν τον ονειδισμό αυτό του Χριστού, ζητούν να αποβάλουν το τιμημένο ράσο και να φορέσουν σακάκι και γραβάτα… Αλλά αυτοί είναι δειλοί στρατιώτες της στρατιάς του Κυρίου!
Ο «παπάς» περιφρονημένος και εξουθενωμένος στις μέρες μας. Πότε έριξε σ’ αυτόν στοργικό βλέμμα το Ορθόδοξο Βασίλειό μας, που έχει την αξίωση σε κάθε Λειτουργία να μνημονεύει τα ονόματα των ανώτατων αρχόντων του; Ρακένδυτος περπατάει στην ύπαιθρο. Ο κρατικός κορβανάς εκατομμύρια και δισεκατομμύρια δαπανά για όλα και για όλους και μόνο για τον ιερέα δεν έχει. Και προς μεγαλύτερη εξουθένωσή του, επιμένει να κρατά την αναγκαστική ενοριακή εισφορά ως μέσο συντηρήσεως του ιερατείου. Άχρηστο βάρος θεωρείται ο ιερέας. Πολιτικός αρχηγός, από τους ισχυρούς των ημερών μας, στην παράκληση νεότερου ιεράρχη να ενδιαφερθεί για τον ιερέα της υπαίθρου, απάντησε· «Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από παπάδες! Έχει ανάγκη από γεωπόνους και μηχανικούς». Την ίδια περίπου νοοτροπία έχουν και όλοι οι άλλοι πολιτικοί μας.
Οι θυσίες του ορθόδοξου κλήρου
Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από παπάδες! Τι άγνοια της ιστορίας του Έθνους μας και τι αχαριστία! Τούρκος υπήκοος, με φέσι και τουρκική ομιλία θα ήταν ο κύριος αυτός και οι όμοιοί του, εάν δεν υπήρχε το ράσο του ορθόδοξου κληρικού. Πόσα δεν οφείλει σ’ αυτό η Ελλάδα! Να μνημονεύσουμε εδώ τις υπηρεσίες, που πρόσφερε στον ελληνικό λαό ο κλήρος; Είναι αδύνατο. Τόμοι ολόκληροι θα έπρεπε να συγγραφούν για να εκθέσουν τις ανεκτίμητες υπηρεσίες του κλήρου προς το Έθνος μας. Περιοριζόμαστε εδώ στο να απευθύνουμε προς τους κυρίους αυτούς τα εξής μόνο ερωτήματα· Όταν η Βυζαντινή αυτοκρατορία κατέρρευσε και η ημισέληνος υψώθηκε στη Βασιλίδα των πόλεων και οι άρχοντες, παίρνοντας μαζί τους τους υλικούς θησαυρούς τους, πανικόβλητοι έφευγαν στη Δύση για να διασώσουν το σαρκίο τους, ποιοι έμειναν, παρακαλώ, πλησίον του υπόδουλου Γένους, για να το παρηγορήσουν και να το εμψυχώσουν τον καιρό των ανεκδιήγητων βασάνων τεσσάρων αιώνων; Ποιοι κράτησαν άσβεστη τη λαμπάδα της Πίστεως και την αγάπη προς την Πατρίδα; Ποιοι δίδαξαν και διατήρησαν την ελληνική γλώσσα; Οι κληρικοί, απαντά η Ιστορία. Και όταν έφτασε η ημέρα της εθνεγερσίας, ποιοι πρωτοστάτησαν στον ιερό αγώνα και ύψωσαν το λάβαρο της ελευθερίας και συγκακουχήθηκαν με το μαχόμενο λαό και συνανέμειξαν τα αίματά τους με τα αίματα των ευγενέστερων τέκνων της Ελλάδας; Οι κληρικοί, απαντά πάλι η Ιστορία. Και όταν επήλθε η Μικρασιατική καταστροφή και ο ανεκδιήγητος εκείνος αρμοστής έντρομος τη νύχτα μαζί με άλλους έφευγε και η Σμύρνη παραδινόταν στις φλόγες, ποιοι παρέμειναν εκεί, για να προσφέρουν την ύστατη θυσία υπέρ του Γένους; Κληρικοί και πάλι, απαντά η Ιστορία, από τους οποίους κορυφαίος ο αείμνηστος Χρυσόστομος. Και όταν το Έθνος κατά τον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο περιήλθε σε τριπλή κατοχή και υφίστατο τα απερίγραπτα μαρτύρια, ενώ οι πολιτικοί ηγέτες έγκαιρα έφτασαν σε ασφαλείς χώρες και έμεναν εκεί φιλοσοφώντας… ποιοι, παρακαλώ, παρέμειναν στην Ελλάδα, για να σηκώσουν το Σταυρό του μαρτυρίου; Οι κληρικοί και πάλι, απαντά η νεότατη Ιστορία του Έθνους. 400 περίπου κληρικοί πρόσφεραν τη ζωή τους υπέρ του Γένους, αφού μαρτύρησαν ποικιλοτρόπως. Ο αριθμός όσων θυσιάστηκαν από τον κλήρο αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό συγκριτικά με τα ποσοστά αυτών που θυσιάστηκαν από άλλους κλάδους και επαγγέλματα.
______________________________________
∗ Ευτυχώς σήμερα, όταν εκτυπώνεται το παρόν βιβλίο, ύστερα από αγώνες και δημοσιογραφικό έλεγχο που ασκήθηκε, δεν υφίσταται πλέον ενοριακή εισφορά, ενώ η Ελληνική Πολιτεία, με το υπ’ αρίθμ. 469/1968 Α. Ν. φιλοτιμήθηκε να καταβάλλει τη μισθοδοσία του κλήρου. Θα χρειαστεί όμως χρόνος αρκετός, καθώς και άλλες ενέργειες εκ μέρους των κρατούντων, για να βρει ο ορθόδοξος κλήρος τη θέση, η οποία του ταιριάζει στην Ελληνική Πατρίδα.
***
Ο κλήρος στο περιθώριο!
Ο ορθόδοξος κλήρος, ο οποίος τόσες ανεκτίμητες υπηρεσίες και εκδουλεύσεις έχει προσφέρει στον ελληνικό λαό, θα έπρεπε να είναι υπερβολικά σεβαστός. Θα έπρεπε η φωνή του, ως η αγνότερη φωνή της Ελλάδας, να ακούγεται και να λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψιν από τους άρχοντες της πολιτείας στη ρύθμιση κοινωνικών, ηθικών και πνευματικών θεμάτων, που αφορούν στη ζωή του ποιμνίου τους, το οποίο αποτελεί το 98% του πληθυσμού της Ελλάδας. Θα έπρεπε…
Και όμως! Αμέσως μετά την πρώτη απελευθέρωση του Έθνους (1830) μία τάση, από επίδραση κακών παραδειγμάτων της Δύσης, παρατηρήθηκε, τάση ο κλήρος ως παράγων να παραγκωνιστεί και να τεθεί στο περιθώριο της κοινωνικής και εθνικής ζωής. Πρωταγωνιστής αυτός στους εθνικούς αγώνες είδε τον εαυτό του να περιφρονείται και να περιορίζεται στην εκπλήρωση τυπικών καθηκόντων, να βαπτίζει και να κηδεύει, να κρατάει τα ληξιαρχικά βιβλία, και να καταντά ένας ταπεινός υπηρέτης του Καίσαρα, τελευταίος τροχός της κρατικής αμάξης, υδροφόρος και ξυλοφόρος της αισχρής πολιτικής. Και μαζί με τον ιερέα, που έτσι περιφρονήθηκε και ταπεινώθηκε, τέθηκε στο περιθώριο και η Θρησκεία του Ναζωραίου. Αυτή, κατά την αντίληψη πολιτικών ψυχρών και αδιάφορων, που όχι λίγοι από αυτούς ανήκουν σε μασονικές στοές, είναι χρήσιμη και αναγκαία για απελευθερωτικούς αγώνες, καθώς εξάπτει το μένος των πολεμιστών, αλλά περιττή και άχρηστη για τη θεμελίωση και ανάπτυξη της πολιτείας. Έξω, λοιπόν, από τη ζωή του Έθνους το Ευαγγέλιο! Το πνεύμα των αρχαίων ειδωλολατρών προγόνων έπρεπε να αναζωογονηθεί, για να ανασυνδεθεί έτσι, κατά την αντίληψη αυτών των κυρίων, η νεότερη Ελλάδα με την αρχαία. Το πνεύμα μετά τη Δύση έπρεπε να πνεύσει και στη ζωή του Έθνους, για να μη θεωρείται η Ελλάδα χώρα καθυστερημένη. Και έτσι οι νοσταλγοί του παγανιστικού κόσμου της αρχαιότητας μαζί με ανόητους νεοτεριστές, που «χάζευαν» μπροστά σε κάθε βιτρίνα του ψευδοπολιτισμού της Δύσεως, διαμόρφωσαν τη νέα ελληνική κοινωνία, στην οποία η χριστιανική ζωή διαρκώς αποχρωματιζόμενη έχανε ολοένα τη λάμψη της, για να γίνει το λαμπρό αστέρι της Ελλάδας ως αστέρι της Αποκαλύψεως που σβήνει και πέφτει.
Έτσι, για να μιλήσουμε με παραδείγματα, η Παιδεία, η οποία στηριζόταν σε ορθόδοξα κείμενα, εξέκλινε από την ευθεία γραμμή. Το Ψαλτήρι και η Οκτώηχος εξοβελίστηκαν. Από τα αναγνωστικά των Ελληνοπαίδων αποβλήθηκαν υπέροχες περικοπές των μεγάλων πατέρων της Εκκλησίας και αντ’ αυτών εισήγαγαν τους μύθους, οι οποίοι διηγούνται τις γεννήσεις, τις μάχες και τα άθλα των ψευδοθεών του Ολύμπου. Οι ώρες των θρησκευτικών περιορίστηκαν στο ελάχιστο. Η πρωινή προσευχή κατάντησε ξερός τύπος. Η σχολική εορτή των γραμμάτων, η εορτή των Τριών Ιεραρχών, ήλθε εποχή που καταργήθηκε εντελώς. Φιλόλογοι εκθείαζαν το αρχαίο πνεύμα, φυσικοί περιγελούσαν ως μυθικές τις ιδέες της Γραφής σχετικά με το Θεό και τη Δημιουργία του κόσμου. Υλιστές γιατροί προέτρεπαν σε ακόλαστη ζωή τη νεότητα και δίδασκαν την αθεΐα. Η Κυριακή βεβηλώθηκε με τις λαϊκές αγορές, με τα ιπποδρόμια, με το βάρβαρο ποδόσφαιρο. Η νομοθεσία του Κυρίου σχετικά με το γάμο και το διαζύγιο καταπατήθηκε με αντιχριστιανικές διατάξεις. Αντίθετα επίσης προς τη νομοθεσία του Κυρίου, για μηδαμινά ζητήματα, επιβλήθηκε ο όρκος, για να μη μείνει Έλληνας καθαρός από τον όρκο. Η βλασφημία των Θείων λογαριάζεται στην ποινική νομοθεσία ως ελάχιστο πταίσμα. Η ίδια η επικεφαλίδα του Συντάγματος, «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος», η οποία σαν φωτεινό αέτωμα στέγαζε το πολίτευμα της νεότερης Ελλάδας, ήλθε εποχή, όταν με γέλια και καγχασμούς οι βουλευτές την κατέβασαν. Αλλά και τώρα, όταν υπάρχει, ποιος σεβασμός προς τον Τριαδικό Θεό; Σε άλλη τριάδα, σατανική τριάδα, πιστεύουν οι άνθρωποι αυτοί. Οι συνεδριάσεις της Βουλής αρχίζουν και τελειώνουν χωρίς προσευχή. Θεατρικά έργα που εκθεμελιώνουν την ηθική του Ευαγγελίου και χλευάζουν τον Εσταυρωμένο ανεβαίνουν στη σκηνή και τιμώνται με την παρουσία αρχόντων. Τα σπήλαια της ακολασίας λειτουργούν σε απόσταση λίγων βημάτων από τους ναούς. Ο αλκοολισμός αλματωδώς προοδεύει. Οι ταβέρνες αυξάνουν καταπληκτικά. Το ούζο και τα άλλα οινοπνευματώδη ποτά σαν πύρινος ποταμός κατακαίνε τα σπλάχνα του ελληνικού λαού. Τα παιδιά των αλκοολικών, ρέποντας προς την ασωτία και το έγκλημα, αποτελούν δημόσιο κίνδυνο. Το κάπνισμα ανήλθε σε τέτοιο ύψος κατανάλωσης, ώστε να σχολιάζεται από τις καθημερινές εφημερίδες. Και γυναίκες και παιδιά ακόμη καπνίζουν. Υπέρμετρος πλούτος αφενός που συγκεντρώνεται σε λίγες οικογένειες, και απερίγραπτη πενία αφετέρου εκατομμυρίων ατόμων χαρακτηρίζουν την κοινωνική μας κατάσταση. Ο τουρισμός η μόνη ελπίδα! Μετατρέψατε, Έλληνες, τον οίκο της Ελλάδας σε οίκο… , για να ελκύσετε πελατεία από τις διεφθαρμένες μεγαλοπόλεις της Ευρώπης. Και η ζωή της Ελλάδας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της νέας θεότητας του τουρισμού. Και η διαφθορά προχωράει βαθύτερα! Καζίνα άρχισαν να λειτουργούν. Κορυφές βουνών, που ήταν φωλιές αγίων, μεταβάλλονται σε κέντρα οργίων. Νησί, το οποίο έπαιξε σπουδαιότατο ρόλο κατά την Ελληνική Επανάσταση, βρίσκεται ήδη κάτω από την υψηλή προστασία του τουρισμού και μεταβλήθηκε σε κέντρο αφάνταστης ακολασίας και ο γηραιός Μητροπολίτης με φρίκη απειλεί να εγκαταλείψει το νησί…
Ο κλήρος απαθής θεατής;
Αρκούν, νομίζουμε, τα παραπάνω, για να αποδείξουν ότι η ζωή του Έθνους μας δεν πορεύεται πλέον τις ευθείες οδούς του Κυρίου. Εκτροχιάστηκε επικίνδυνα. Και είναι μεν αλήθεια ότι για τον εκτροχιασμό αυτόν από την ορθόδοξη τροχιά, πάνω στην οποία για αιώνες κινιόταν, ακούστηκαν στο Έθνος μας φωνές διαμαρτυρίας. Ιεροκήρυκες εκφώνησαν πύρινους λόγους, θρησκευτικά περιοδικά δημοσίευσαν άρθρα, που στηλιτεύουν το κακό, εγκύκλιοι της Ι. Συνόδου εκδόθηκαν και αναγνώστηκαν σε όλους τους ναούς, χριστιανοί κατήλθαν ακόμη και σε πεζοδρομιακό αγώνα. Αλλά ποια τα αποτελέσματα των ενεργειών αυτών; Ελάχιστα. Γιατί; Πολλοί οι λόγοι. Ένας μάλιστα από τους σπουδαιότερους λόγους, για τον οποίο το πολυειδές κακό εξωτερικά – υπογραμμίζουμε τη λέξη – έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις, είναι το ότι ο πολιτικός παράγοντας, ο οποίος θα μπορούσε μέσω της κρατικής εξουσίας να περιορίσει εξωτερικά το κακό και να συντελέσει στην κάθαρση της κοινωνίας, καμία σημασία δεν έδωσε ποτέ στις εκκλήσεις και διαμαρτυρίες, που, κατά την αντίληψη των κρατούντων, προέρχονται από ανθρώπους, οι οποίοι εξακολουθούν στον εικοστό αιώνα να έχουν μεσαιωνικές αντιλήψεις. Έτσι ονομάζουν, μεσαιωνισμό δηλαδή, την αυστηρή διδασκαλία του Χριστιανισμού.
Και όμως! Διαφορετική θα ήταν η κατάσταση στο Έθνος μας, εάν ο πολιτικός παράγοντας εμπνεόταν από τα χριστιανικά ιδεώδη και, συνεπής στις αρχές, ευθυγράμμιζε τη ζωή του Έθνους προς το μοναδικό κανόνα αληθινής ζωής, το Ευαγγέλιο. Και τον πολιτικό παράγοντα θα μπορούσε να επηρεάσει, όχι απλώς να επηρεάσει, αλλά και να κατευθύνει προς ευαγγελικές λύσεις των προβλημάτων της χώρας μας ο ορθόδοξος ελληνικός κλήρος.
Ναι, κύριο αρχηγοί πολιτικών κομμάτων πάσης φύσεως. Ο κλήρος, τον οποίο εσείς περιφρονείτε και θεωρείτε αμελητέα δύναμη, εγκλείει τεράστια και ακατανίκητη δύναμη, τη δύναμη της πίστεως. Αλλά θα ρωτήσετε· Με ποιο τρόπο θα μπορούσε ο κλήρος να επηρεάσει και να κατευθύνει ευαγγελικώς τη ζωή του Έθνους; Να κατέλθει ο ίδιος σε πολιτικούς αγώνες; Και σ’ αυτούς τους αγώνες, από άποψη πολιτικών δικαιωμάτων, κανένα εμπόδιο δεν έχει σήμερα ο κλήρος. Διότι κατά τον ισχύοντα εκλογικό νόμο ο κληρικός έχει το δικαίωμα και του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι και συνεπώς μπορεί να υποβάλει υποψηφιότητα βουλευτή. Και υπάρχουν στην Ελλάδα κληρικοί, οι οποίοι, καθώς υπηρέτησαν το λαό ποικιλοτρόπως, εάν έθεταν ανεξάρτητη υποψηφιότητα υπέρ των γενικών συμφερόντων του Έθνους, θα ήταν δυνατό να εκλεγούν βουλευτές και να εισέλθουν στη Βουλή των Ελλήνων και να ανανεώσουν το παράδειγμα των κληρικών του 1821, οι οποίοι ως βουλευτές μετείχαν στις συνεδριάσεις των πρώτων μετά την απελευθέρωση εθνοσυνελεύσεων, και κανείς τότε δεν διαμαρτυρόταν για την παρουσία τους. Αλλά νομίζουμε ότι δεν ενδείκνυται η αυτοπρόσωπη κάθοδος του ορθόδοξου κληρικού στο στίβο των πολιτικών αγώνων, επειδή, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα σε μας, εν μέσω των φοβερών ύβρεων και αντεγκλήσεων των πολιτικών, το κύρος του κλήρου θα υφίστατο φθορά. Συμφωνούμε σ’ αυτό το σημείο με όσα ορθά στο περιοδικό «Εφημέριος» (φύλλο 1/9/61 σελ. 510 – 513), στη στήλη των «Αδελφικών γραμμάτων», διατύπωσε φίλος ιεροκήρυκας σχετικά με τη μη ανάμειξη του κλήρου στις πολιτικές διαμάχες των σημερινών κομμάτων.
Αλλά εάν η αυτοπρόσωπη κάθοδος του ορθόδοξου κληρικού στο στίβο των πολιτικών πραγμάτων δεν ενδείκνυται, ενδείκνυται όμως και επιβάλλεται εξαιτίας της κρισιμότητας των καιρών ο κλήρος να μη μείνει απαθής θεατής της εξελίξεως της πολιτικής ζωής της χώρας αλλά να ενδιαφερθεί με έναν και μόνο σκοπό· Το Έθνος μας να κυβερνηθεί όχι μόνο με τα λόγια αλλά και στην πράξη χριστιανικά. Και το ενδιαφέρον του στον τομέα αυτό πρέπει να μην περιορίζεται μόνο στις προσευχές και δεήσεις υπέρ της καλύτερης διακυβέρνησης της χώρας αλλά να επεκταθεί και σε σειρά ποιμαντορικών ενεργειών, για να σωθεί το Έθνος με τη χριστιανική διακυβέρνηση. Πώς; Ακούστε μας, φίλοι αναγνώστες.
Δόξα τω Θεώ! Παρόλη τη διαφθορά της εποχής μας και την κρίση των συνειδήσεων, τον κλονισμό των πολλών, υπάρχει στο Έθνος μας το «μικρό ποίμνιο του Ιησού». Υπάρχουν οι επτακισχίλιοι, που δεν «ἔκλιναν γόνυ τῷ Βάαλ», δεν προσκύνησαν τα σύγχρονα είδωλα. Υπάρχουν χριστιανοί και χριστιανές που αναστενάζουν για τη σημερινή αθλιότητα. Υπάρχουν και εκλεκτοί άνδρες, διασκορπισμένοι σε όλους τους κλάδους των επαγγελμάτων, οι οποίοι πρωτοστατούν σε έργα χριστιανικής διαφωτίσεως και φιλαλληλίας και στην Αθήνα και στις επαρχίες και ποθούν ένα αναμορφωτικό κίνημα υπό την αιγίδα της Εκκλησίας.
Να υψωθεί νέο λάβαρο
Σ’ αυτούς τους τελευταίους η Διοικούσα Εκκλησία θα μπορούσε να στραφεί και με το στόμα των Ιεραρχών της να πει·
«Αγαπητά μας πνευματικά παιδιά. Σεις που είστε ζωντανά μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, ακούστε τη φωνή των ποιμένων σας. Για 130 χρόνια το μικρό μας Βασίλειο κυβερνιέται από πολιτικούς άνδρες, οι οποίοι δεν ζουν το Χριστό. Πλην του αείμνηστου Καποδίστρια και ίσως και κάποιου άλλου, οι πολιτικοί άνδρες υπήρξαν ψυχροί, αδιάφοροι, είρωνες των πατρικών παραδόσεων, καταφρονητές του Ευαγγελίου, εμπαίκτες του Θεού, βλάσφημοι, άπιστοι, ασεβείς, πολλοί μάλιστα από αυτούς και ενεργά μέλη μασονικών στοών, για τις οποίες εργάζονται καταχθονίως. Ποια υπήρξε η συμπεριφορά των ανθρώπων αυτών απέναντι της αγίας μας Θρησκείας, είναι γνωστό σε όλους σας. Η τεράστια περιουσία της Εκκλησίας δημεύτηκε όχι υπέρ του λαού αλλά υπέρ των κομματικών φίλων. Η Εκκλησία κατάντησε το «κλωτσοσκούφι» της πολιτικής εξουσίας και μέσο αισχρής εκμετάλλευσης για πολιτικούς σκοπούς. Δεν αισθανόμαστε, αγαπητά μας παιδιά, πικρία για την αχαριστία τους, ούτε τρέφουμε αισθήματα εκδικήσεως για τις ύβρεις τους. Μάθαμε να υποφέρουμε. Το θέμα όμως είναι άλλο· η τεράστια ηθική και θρησκευτική βλάβη του λαού που προέρχεται από τέτοιους πολιτικούς άνδρες. Σας θέτουμε το ερώτημα· Επιτρέπεται οι ψήφοι χιλιάδων πιστών, που ζουν τη λύτρωση του Χριστού, επιτρέπεται να δίνονται υπέρ τέτοιων πολιτικών ανδρών και με τη δύναμη των ψήφων τους να εκλέγονται βουλευτές και να κυβερνούν τον τόπο μας; Με τη σιωπή σας και την ψήφο σας δεν είτε και σεις υπεύθυνοι για τη διαφθορά, στην οποία βυθίζουν το Έθνος ο αντιχριστιανικές ενέργειες τέτοιων πολιτικών ανδρών; Γι’ αυτό η Ιεραρχία, φέροντας την ευθύνη για το μέλλον του ιστορικού αυτού Έθνους, σας καλεί σε αγώνα για την εκχριστιάνιση της πολιτικής ζωής της χώρας. Γι’ αυτό εξέλθετε από τα διάφορα πολιτικά σχήματα της εποχής μας, αποτινάξτε τον κονιορτό των ποδιών σας, σχηματίστε ιερή παράταξη με σύνθημα «Ο Χριστός αρχηγός μας σε όλα», καταρτίστε πρόγραμμα εμποτισμένο από τα χριστιανικά ιδεώδη και διασκορπισθείτε σε όλο το Έθνος και, αν άλλοι μιλούν για γέφυρες και δρόμους, εσείς διακηρύξτε με όλη τη θέρμη και το πάθος της ψυχής σας ότι «ἑνός ἐστι χρεία» («ένα πράγμα χρειάζεται»), ότι τα δεινά της Ελλάδας δε θα παύσουν παρά μόνο εάν ο Ελληνικός λαός με ελεύθερη επιλογή αναγνωρίσει το Χριστό κυβερνήτη του σε όλες τις εκφάνσεις της ηθικής του ζωής. Ό,τι θέλει Εκείνος, αυτό ας είναι και το θέλημα της Ελλάδας. Ο ορθόδοξος κλήρος της Ελλάδας, ο οποίος άλλοτε στο πρόσωπο του Παλαιών Πατρών Γερμανού ύψωσε στην ιστορική Μονή της Αγίας Λαύρας το λάβαρο για την εθνική απελευθέρωση, υψώνει και σήμερα άλλο λάβαρο, εξίσου ή και περισσότερο σπουδαίο, το λάβαρο για τη χριστιανική διακυβέρνηση της χώρας μας. Και αυτό γιατί, ενώ η Ελλάδα ελευθερώθηκε από την τουρκική δουλεία, εξαιτίας άπιστης και αισχράς πολιτικής, υποδουλώθηκε σε σκοτεινές δυνάμεις και ήδη το Έθνος αναστενάζει από την έλλειψη γνήσιας χριστιανικής ηγεσίας. Εσείς οι λαϊκοί, παιδιά μας εκλεκτά, που έχετε όλη την ευχέρεια να κινηθείτε πολιτικώς, αφήστε την ένοχη αδράνεια, θεωρήστε ύψιστο καθήκον το ενδιαφέρον για τα κοινά και μην αφήνετε, κατά την παραβολή της Παλαιάς Διαθήκης, να βασιλεύει το αγκάθι. Στο κίνημά σας αυτό για την εξυπηρέτηση του λαού και τη δόξα του Χριστού θα συμπαρασταθεί η Εκκλησία με όλες της τις δυνάμεις. Διότι, εάν η Εκκλησία δεν υποστηρίξει τα τέκνα της τα πιστά, ποιους θα υποστηρίξει;».
Έτσι πρέπει να μιλήσει μια ελεύθερη και ζωντανή Εκκλησία. Και ένας λαός πιστός, εμπνεόμενος και καθοδηγούμενος από τους ποιμένες του θα αγωνιστεί και στον τομέα αυτό της δόξας του Θεού. 8000 κληρικοί σε σταυροφορία. Ο καθένας απ’ αυτούς στον κύκλο της δράσεώς του δε μπορεί κατά μέσο όρο να επηρεάσει υπέρ των αγίων απόψεων 50 – 100 λαϊκούς; Από τις κάλπες, είμαστε βέβαιοι, ότι θα εξέλθουν οι δυνατοί. Θα εκλεγούν 10, 20, 30 … βουλευτές, αντιπροσωπεύοντας γνησίως τον πιστό λαό, και τότε στη Βουλή των Ελλήνων θα ακουστεί η φωνή του Χριστού να ρυθμίζει τη ζωή του Έθνους. Ποιος ξέρει εάν από αυτό το αναμορφωτικό κίνημα δεν προκύψει ένας νεότερος Καποδίστριας που θα ζει το Χριστό στην καρδιά του και θα καθοδηγεί προς Αυτόν το ταλαίπωρο Έθνος μας;
Ω! Τι δε θα μπορούσε να πράξει μια Εκκλησία ελεύθερη και ζωντανή, της οποίας οι ποιμένες, δονούμενοι από ακράδαντη πίστη, θα τολμούσαν το παν για το Χριστό, για την επικράτηση των αρχών του στην κοινωνία και την Πολιτεία! Και έτσι φθάνουμε στο σπουδαιότερο όλων των ερωτημάτων· Υπάρχουν ανάμεσά μας ποιμένες για να ηγηθούν τέτοιες σταυροφορίες;
Μία έκκληση
Αυτές τις μέρες, αγαπητοί μας αναγνώστες, συνεδριάζει εκτάκτως η σεπτή Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδας. Ως ελάχιστος ιερομόναχος της Εκκλησίας αυτής τολμώ να απευθυνθώ προς τις κορυφές της Ιεραρχίας και να πω τα εξής·
Σεβασμιότατοι Ιεράρχες! Δεν υπάρχει, νομίζω, σύνοδος Ιεραρχίας, στην οποία να μην εκφράζετε τη λύπη και την αγανάκτησή σας για την καταπάτηση από την Πολιτεία των δικαίων της Εκκλησίας, για την ασεβή συμπεριφορά πολιτικών αρχόντων προς λειτουργούς της, για την αδιαφορία τους προς λύση του εφημεριακού και άλλων προβλημάτων. Αλλά θα αρκεστείτε μόνο να εκφράσετε τη λύπη και την αγανάκτησή σας; Δεν νομίζετε ότι έφτασε ο καιρός να κάνει η Εκκλησία κάτι γενναιότερο και υψηλότερο για την αναστήλωση του εκκλησιαστικού γοήτρου και τη σωτηρία του λαού; Είναι κατάλληλο να λεχθεί και για σας· «Ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη» («Σηκώστε τα μάτια σας και δείτε τα χωράφια ότι είναι ήδη λευκά για θερισμό»). Ο ευσεβής λαός διψά για δραστηριότητα, υψηλό φρόνημα, υγιή ποιμαντορία. Αδελφοί και πατέρες! Γιατί να κατατριβόμαστε για τα μικρά και ελάχιστα; Ας ρίξουμε ένα βλέμμα και ας δούμε ότι ετερόδοξες Εκκλησίες με λόγια και έργα, με ακούραστη δραστηριότητα, κατόρθωσαν να κάνουν αισθητή την παρουσία της Εκκλησίας, να επηρεάσουν βαθιά την πολιτική ζωή της χώρας, να δημιουργήσουν χριστιανικά κινήματα, που απέτρεψαν την εισβολή και την κυριάρχηση αντιχριστιανικών συστημάτων και δραστήρια τέκνα των Εκκλησιών αυτών, εμπνεόμενα και καθοδηγούμενα από τους ποιμένες τους, είναι ηγέτες στην πολιτική ζωή των χωρών του. Γιατί σε μας τόση αδράνεια;
Ω Κύριε! Βοήθησε και δώσε έμπνευση στους ποιμενάρχες. Ας γίνει κάθε αρχιερατική ράβδος Μωυσέως, μοχλός, με τον οποίο η Ελλάδα από το σημερινό τέλμα θα μετακινηθεί σε νέα ζωή και δόξα.
ΑΡΑΠΙΤΣΑ
Δημοσιεύτηκε στο υπ’ αρίθμ. 92 /1949 φύλλο του περιοδικού «Χριστιανική Σπίθα»
25η Μαρτίου 1821! Ημέρα αγία. Πηγή εμπνεύσεων. Αστέρι φωτεινό, το οποίο φωτίζει την Ελλάδα μας στο δρόμο της πίστης και της αρετής.
25 Μαρτίου 1821. Στην Αγία Λαύρα τελείται ιερή και συγκινητική η θεία Λειτουργία, η αρχιερατική ράβδος αστράφτει, ξεσπάει ο κεραυνός, ανάβει η φωτιά, υψώνεται το λάβαρο, ακούγεται το σύνθημα· «Ελευθερία ή θάνατος». Αντηχούν τα όρη και τα πελάγη. Η Ελλάδα τινάζεται όρθια. Από το Δούναβη μέχρι τον Ταΰγετο, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο η Ελλάδα εξεγέρθηκε σα λιοντάρι και η λύρα του Τυρταίου – Ρήγα, το σχοινί του Πατριάρχη, το ράσο του Διάκου, ο δαυλός του Κανάρη και ο χορός του Ανδρούτσου κλονίζουν τα θεμέλια της τουρκικής αυτοκρατορίας. Η Ευρώπη μένει έκπληκτη. Λαοί και έθνη, θαυμάστε την Ελλάδα μας! Δείτε πώς πολεμάει. Ο Δαβίδ νικά το Γολιάθ. Ο Νέστορας το Λυαίο. Ο Σταυρός την ημισέληνο.
Όλη η Ελλάδα μάχεται. Από τους πρώτους συμμετέχει στον αγώνα τη Μακεδονία μας. Οι Ι. Μονές του Αγίου Όρους, τα ηρωικά χωριά της Χαλκιδικής, το Μέλενικο, οι Σέρρες, η Δράμα, η Βέροια, η Νάουσα, η Κοζάνη, η Σέλιτσα, η Βλάστη, η Σιάτιστα, τα Γρεβενά, η Κλεισούρα, η Καστοριά, το Μοναστήρι – και ποια πέτρα της Μακεδονίας δεν κινήθηκε; – δίνοντας το «παρών» και με μύριους τρόπους χτυπούν το θηρίο της αβύσσου. Ω γνωστοί και άγνωστοι ήρωες της Μακεδονίας μας, όσοι αγωνιστήκατε υπέρ της ανεξαρτησίας της Πατρίδας, διακόψτε προς στιγμή το μακάριο ύπνο σας, τις νίκες και τους θριάμβους σας. Ο νεότεροι απόγονοί σας δεν είναι αχάριστοι. Μελετούν την ιστορία σας, αντιγράφουν τους ηρωισμούς σας και ακούν τις φωνές σας· «Φύλακες, να είστε σε επαγρύπνηση! Οι εχθροί της Ελλάδας δεν εξοντώθηκαν ακόμη».
***
Η Μακεδονία πήρες μέρος στον αγώνα του 1821. Αλλά εάν υπάρχει μία πόλη της Μακεδονίας, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ωραίο σύμβολο των αγώνων της υπέρ της ελευθερίας της Ελλάδας, αυτή είναι η Νάουσα. Εάν η Νότια Ελλάδα έχει το Μεσολόγγι, η Βόρεια Ελλάδα έχει να παρουσιάσει τη Νάουσα. Εκεί ο πρόμαχος της ελευθερίας, ο ατρόμητος Ζαφειράκης, υψώνει τη σημαία της Ελλάδας. Όλοι τη βλέπουν, δακρύζουν και προσεύχονται. Στη μία πλευρά ήταν ζωγραφισμένος ο φοίνικας με το ρητό· «Μάχου ὑπὲρ πίστεως καὶ Πατρίδος», στην άλλη πλευρά ήταν ο Σταυρός με το ρητό· «Ἐν τούτῳ νίκα».
Αλλά εναντίον της πόλεως αυτής εκστρατεύει ο πασάς, ο περιβόητος Αμπούλ – Αβούδ. Με κανόνια, με Εβραίους, με Αθίγγανους, με 16.000 στρατιώτες, άγρια θηρία του Ισλάμ, τα οποία διψούν να πιουν αίμα χριστιανικό, πολιορκεί την πόλη. Η μικρή φρουρά αγωνίζεται για 20 και περισσότερες μέρες. Αγώνας υπεράνθρωπος. Από την ακατάπαυστη χρήση τα όπλα πυρακτώνονται, αχρηστεύονται. Τα πολεμοφόδια εξαντλούνται και τέλος η πόλη πέφτει. Αλλά και πέφτοντας έγραψε σελίδες άφθαστου μεγαλείου, μία από τις οποίες είναι και εκείνη η οποία δίνει τον τίτλο στο παρόν άρθρο.
Αραπίτσα! Αλλά τι είναι Αραπίτσα; Είναι ένας καταρράκτης, ο οποίος κυλά τα ρεύματά του ορμητικά λίγο έξω από την πόλη της Νάουσας. Εκεί στήθηκε βωμός, εκεί τελέστηκε θυσία Ελληνίδων, μπροστά στην οποία θα αποκαλύπτονται οι αιώνες. Όταν οι ορδές του Αμπούλ – Αβούδ έθραυσαν την άμυνα και εισήλθαν στην ιστορική πόλη, μητέρες και παρθένοι, θέλοντας να αποφύγουν τον κίνδυνο της ατίμωσης, προχώρησαν προς το ύψωμα, το οποίο βρισκόταν επάνω από τους καταρράκτες και από εκεί ρίχτηκαν στα ορμητικά νερά του ποταμού. Έτσι τα μεν σώματα των ηρωίδων έμειναν αμίαντα, οι δε ψυχές τους φτερούγισαν στους ουρανούς, για να συναντήσουν τις αντάξιες αδελφές τους, τις ηρωίδες του Σουλίου, οι οποίες προτίμησαν και αυτές το θάνατο παρά την ατίμωση, χόρευσαν το χορό και εκσφενδονίστηκαν στα ανοιχτά εκείνα βάραθρα των γκρεμών του Ζαλόγγου.
Αραπίτσα! Δίδασκε τις Χριστιανές Ελληνίδες ότι υπεράνω όλων των θησαυρών του κόσμου είναι η τιμή της Ελληνίδας κόρης!
Και ευτυχώς για την Ελλάδα μας η Αραπίτσα ως παράδειγμα δεν πέθανε. Ζει στην καρδιά πολλών Ελληνίδων. Πόσες Ελληνίδες της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της υπόλοιπης Ελλάδας, διωκόμενες από τις ορδές των νεότερων εχθρών της Φυλής μας, οι οποίοι ξεπέρασαν σε αγριότητα τον Αμπούλ – Αβούδ, πόσες, λέμε, Ελληνίδες στις μέρες μας δεν προτίμησαν τον ένδοξο θάνατο παρά την αισχρή ατίμωση; Με πόση χαρά οι ψυχές των ηρωίδων της Αραπίτσας και του Ζαλόγγου θα υποδέχθηκαν τις αδελφές τους! Και έτσι ο αριθμός των παρθένων Ελληνίδων αυξάνει και οι ουρανοί των ουρανών αντηχούν από το υπέροχο άσμα του Βυζαντίου· «Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας…». Και σεις, χαράδρες της Μακεδονίας, δείξτε μας πού ακριβώς έπεσαν οι νεότερες αδελφές των ηρωίδων της Αραπίτσας, για να στήσουμε εκεί λευκό σταυρό της αρετής και του μαρτυρίου τους.
Έλληνες! Μην κλαίτε τις Ελληνίδες αυτές. Αυτές στεφανωμένες με το διπλό στεφάνι, της παρθενίας και του μαρτυρίου, σήμερα, ημέρα της εθνικής μας εορτής, στέκονται μπροστά στο θρόνο του δικαιοκρίτη Θεού και δέονται υπέρ της μητέρας Ελλάδας. Και είναι δυνατό να χαθεί ένα Έθνος, υπέρ του οποίου εύχονται τόσες ψυχές μαρτύρων;
Έλληνες! Μην κλαίτε τις Ελληνίδες αυτές. Κλάψτε άλλες Ελληνίδες, οι οποίες ζουν αλλά θα ήταν προτιμότερο να είχαν πεθάνει. Ποιες είναι αυτές; Πώς να τις παρουσιάσουμε σήμερα στο Πανελλήνιο; Δεν φορούν τη λαμπρή, τη νυμφική στολή των ηρωίδων της Αραπίτσας. Φορούν ράκη ακαθαρσίας και οι άγγελοί τους φεύγουν μακριά σκυθρωποί. Είναι οι Ελληνίδες εκείνες, οι οποίες σαπίζουν μέσα στα ακατανόμαστα καταγώγια, τα οποία καθημερινά αυξάνουν. Μόνο η πόλη των Τρικάλων αριθμεί 17 τέτοιους οίκους. Πόσους η Λάρισα; Πόσους η Κοζάνη; Πόσους η Θεσσαλονίκη, ο Βόλος, ο Πειραιάς και η Αθήνα; Αλλά δεν είναι μόνο αυτές. Είναι και άλλες! Είναι εκείνες από τις Ελληνίδες, οι οποίες αποφεύγοντας το λεπίδι των συμμοριτών εγκατέλειψαν τα χωριά τους και ως πρόσφυγες κατέφυγαν στα κέντρα, σε πόλεις, για να ασφαλίσουν τη ζωή τους και περισσότερο από τη ζωή τους την τιμή τους. Αλλά δυστυχώς πολλές από αυτές υπέστησαν την ηθική πανωλεθρία. Δεν είναι πλέον ούτε μητέρες ούτε παρθένοι. Έχασαν την τιμή τους, τον αδάμαντά τους, το θησαυρό τον ανεκτίμητο.
Λαέ της Ελλάδας! Ποιοι είναι οι διαφθορείς, οι κλέφτες και οι διαρρήκτες του παρθενικού αυτού θησαυρού της Ελλάδας; Ποιοι είναι; Χριστιανοί; Όχι, χίλιες φορές όχι! Έλληνες; Όχι! Δεν αξίζουν να φέρουν ταυτότητα Έλληνα. Άνδρες; Ούτε άνδρες αξίζει να ονομάζονται, διότι ως άνδρες θα έπρεπε να σεβαστούν τα θύματα της εθνικής τραγωδίας. Είναι τα άθλια εκείνα υποκείμενα, τα καθάρματα, όπως θα τα ονόμαζε ένας ιερός Χρυσόστομος, τα οποία, παρόλα τα αρώματα των μυροπωλείων, βρωμούν χειρότερα από την κόπρο του Αυγείου, την οποία καθάρισε ο Ηρακλής. Και εμείς έναν Ηρακλή χρειαζόμαστε. Τα άθλια αυτά υποκείμενα, οποιοδήποτε όνομα κι αν φέρουν, εκμεταλλευόμενα την αθωότητα, την ευπιστία και προπαντός τη δυστυχία των Ελληνίδων παρθένων, παρέσυραν και παρασύρουν καθημερινά στο βούρκο τα αγνά αυτά κρίνα της Μακεδονικής γης, η οποία έχει μιαν Αραπίτσα.
Αυτοί είναι διαφθορείς, ληστές και διαρρήκτες! Αυτοί είναι σύμμαχοι των συμμοριτών στο έργο της εκθεμελίωσης της Πατρίδας μας. Αυτοί είναι εχθροί της Ελλάδας, όσο και εάν φωνάζουν ότι αγαπούν την Ελλάδα. Όχι. Αυτός που διαπράττει άτιμες πράξεις δεν είναι παιδί της Ελλάδας. Γιατί η Ελλάδα δεν είναι μια λέξη χωρίς περιεχόμενο αλλά είναι ένας αστερισμός αθάνατων ιδεών. Η Ελλάδα σημαίνει πολλά πράγματα. Σημαίνει, στο συγκεκριμένο ζήτημα, το οποίο ανακινούμε, σημαίνει χορό του Ζαλόγγου και καταρράκτες της Αραπίτσας. Πάνω από όλα η τιμή της Ελληνίδας κόρης. Και όποιος προσβάλλει την τιμή μιας Ελληνίδας κόρης και μάλιστα κόρης της υπαίθρου, η οποία κατέφυγε στην πόλη για να σώσει την τιμή της, αυτός δεν διαφέρει από τον Αμπούλ – Αβούδ, ο οποίος έκαψε τη Νάουσα.
Αγαπητοί! Δεν πιστεύουμε ότι διαπράξαμε σφάλμα, εάν σήμερα, στην επέτειο της εθνικής εορτής, θελήσαμε να ανασύρουμε και να προβάλουμε τη σελίδα αυτή του μαρτυρίου των γυναικών της Νάουσας. Οι ηρωίδες αυτές μητέρες και παρθένοι της μαρτυρικής αυτής πόλεως, οι οποίες στις 6 Απριλίου 1822 έπεσαν στους καταρράκτες για να σώσουν την τιμή τους, διαμαρτύρονται για τα εγκλήματα, τα οποία στρέφονται εναντίον της τιμής της Ελληνίδας. Όπως εκείνες έζησαν αγνές, έτσι θέλουν και οι σημερινοί απόγονοί τους να ζήσουν αγνές. Μακριά από τους Ελληνικούς οίκους η ατιμία και η διαφθορά!
Οι αρμόδιοι πρέπει να ακούσουν τους θρήνους και τους κοπετούς των νεανίδων, τις οποίες επιτήδειοι παρασύρουν στην εξαχρείωση. Τα κέντρα της ακολασίας πρέπει να κλειστούν. Οι άμβωνες των εκκλησιών πρέπει να καυτηριάσουν την ανηθικότητα, η οποία ως ίππος της Αποκαλύψεως καλπάζει σήμερα στην Πατρίδα μας. Οι αρχιερατικοί θρόνοι ας αστράψουν και πάλι με τις αστραπές Μ. Βασιλείου και Χρυσοστόμου. Κανείς να μη μείνει ασυγκίνητος. Το επτακέφαλο θηρίο της σαρκολατρείας πρέπει να συντριβεί. Το πνεύμα της αγνότητας των ηρωίδων του 1821 πρέπει να επικρατήσει απ’ άκρου εις άκρον της μαρτυρικής μας Πατρίδας.
Έτσι, η θυσία των ηρωίδων της Νάουσας θα αξιοποιηθεί και σήμερα και οι Ελληνίδες κόρες θα μείνουν αμόλυντες, για να γίνουν αύριο εκλεκτές μητέρες Ελλήνων, οι οποίοι με χαλύβδινο σώμα και υγιή ψυχή θα είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να βροντοφωνήσουν το σύνθημα των προγόνων μας· «Ελευθερία ή θάνατος»!
ΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ
Δημοσιεύτηκε στο υπ’ αρίθμ. 335/1970 φύλλο του περιοδικού «Χριστιανική Σπίθα»
- «Στον τάφο του κλεισμένο,
- το Μεσολόγγι σκέλεθρο, γυμνό, ξεσαρκωμένο,
- δεν παραδίνει τ’ άρματα, δεν γέρνει το κεφάλι·
- κρατεί για νεκροθάπτη του το Χρήστο τον Καψάλη,
- το ράσο του Δεσπότη του φορεί για σάβανό του,
- και φλογερό μετέωρο πετά στον ουρανό του
- και θάφτεται ολοζώντανο».
- (Αριστοτέλής Βαλαωρίτης)
Ύλη
Υπάρχουν, αγαπητοί μας αναγνώστες, υπάρχουν πόλεις πολυάνθρωπες, των οποίων τα ονόματα καθόλου δε μας συγκινούν. Είναι πόλεις θαυμάσιες από άποψη τοπίου, ρυμοτομίας, πλατειών, πάρκων και κτηρίων. Κέντρα βιομηχανικής και εμπορικής δραστηριότητας. Πλούτος άφθονος ρέει. Κάθε είδος διασκέδασης βρίσκει σ’ αυτές ο σύγχρονος άνθρωπος. Αγέλες περιηγητών επισκέπτονται τις πόλεις αυτές για αναψυχή· για να κορέσουν την ακόρεστη δίψα της οράσεως και της ακοής. Αλλά οι πόλεις αυτές, οσοδήποτε μεγάλες, ωραίες, πλούσιες και εκσυγχρονισμένες και αν είναι, δεν έχουν ιστορία. Ή μάλλον, έχουν ιστορία, αλλά ιστορία ταπεινή, περιστρεφόμενη σε μικρά και ασήμαντα πράγματα. Και αν ποτέ εκλείψουν οι πόλεις αυτές – και θα εκλείψουν σύμφωνα με τις προφητείες της Αποκαλύψεως, όπως χάθηκαν οι αρχαίες πόλεις της Νινευί και της Βαβυλώνας – η απώλεια δε θα είναι μεγάλη. Θα θρηνήσουν οι έμποροι και οι τραπεζίτες, που θησαυρίζουν από κάθε άνομο και αμαρτωλό κέρδος και ιδρύουν τα μεγάλα οικονομικά συγκροτήματα. Θα θρηνήσουν οι πορνοβοσκοί, που αρμέγουν τις αγέλες των διεφθαρμένων γυναίων. Θα θρηνήσουν οι άνθρωποι των ανέσεων και των διασκεδάσεων, οι πελάτες των νυχτερινών κέντρων, οι νυχτερίδες των ηδονών και οι κόρακες που κρώζουν για σάρκες. Αυτοί μόνο θα θρηνήσουν. Οι πόλεις αυτές ζουν όπως στις ημέρες του Νώε και του Λώτ. Και το τέλος τους θα είναι το τέλος των πόλεων στον καιρό του κατακλυσμού και το τέλος των Σοδόμων και της Γομόρρας.
Πνεύμα
Αλλά δεν υπάρχει μόνο η ύλη και η σάρκα. Υπάρχει και το πνεύμα. Υπάρχει και ο άνθρωπος με την ανώτερη έννοια της λέξης, εικόνα και ομοίωμα του Πλάστη. Και απόδειξη, εκτός των άλλων, είναι μερικές μικρές πόλεις, οι οποίες εξαιτίας της υπέροχης αρετής των πολιτών τους εξήλθαν ξαφνικά από την αφάνεια, ανήλθαν σε ύψη δόξας, μεσουράνησαν και καταστάθηκαν ένδοξες και ξακουστές.
Μια τέτοια πόλη είναι το Μεσολόγγι. Όπως λέει ο ποιητής, «το Μεσολόγγι δεν χρειάζεται κανενός είδους με κοσμητικά επίθετα φτιασίδωρα· είναι το Μεσολόγγι». Αληθινά, το Μεσολόγγι δεν έχει ανάγκη από ψιμύθια. Το Μεσολόγγι δεν έχει ανάγκη ρητορικούς λόγους και ποιητικές εξάρσεις. Το Μεσολόγγι επιβάλλεται με τη δόξα του. Και μόνο η λέξη Μεσολόγγι αρκεί για να προκαλέσει ρίγη συγκινήσεως στις υπάρξεις εκείνων των Ελλήνων, για τους οποίους Πίστη και Πατρίδα εξακολουθούν να είναι πολύτιμα ιδανικά, χάριν των οποίων αξίζει να ζει κανείς και να πεθαίνει.
Σε εποχή, κατά την οποία το ένδοξο παρελθόν περιφρονείται και νέες ιδέες, σαν πυροτεχνήματα τη νύχτα, εντυπωσιάζουν και ελκύουν τους πολλούς, ιδίως τη νεότητα· σε εποχή, κατά την οποία πελώριο κύμα διαφθοράς, προερχόμενο από τις μεγάλες πόλεις της Αμερικής και της Ευρώπης και μάλιστα από τις Σκανδιναβικές χώρες, τείνει να μολύνει και τις ακτές της δικής μας νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας, και ο τύπος του έκφυλου νέου μπητλς και χίππυς προβάλλεται προς μίμηση· σε εποχή, κατά την οποία ανιστόρητοι ιστορικοί, ακουμπώντας μόνο την επιφάνεια των γεγονότων, σαν όστρακα έχουν προσκολληθεί στην περιβόητη θεωρία του ιστορικού υλισμού – που είναι το βάθρο του άθεου Κομμουνισμού – θεωρία, η οποία ζητά να ερμηνεύσει όλα τα ιστορικά γεγονότα ως προϊόντα υλικών και οικονομικών παραγόντων· σε εποχή, κατά την οποία και ορισμένοι εκκλησιαστικοί ηγέτες, συνεχώς αναμασώντας την καραμέλα περί Οικουμενικότητας και Οικουμενισμού, έπαυσαν πλέον να θερμαίνονται και να θερμαίνουν με τον ήλιο της Ορθόδοξης πίστης, με την οποία οι πρόγονοί μας κατανίκησαν βασίλεια και σήκωσαν τρόπαια· σε μια τέτοια εποχή είναι θρησκευτική και εθνική ανάγκη να ανατρέχουμε στο παρελθόν και να θυμόμαστε το Μεσολόγγι. Η ανάμνησή του είναι κολυμβήθρα, στην οποία οφείλουμε να αναβαπτίζουμε κατά καιρούς το φρόνημά μας.
Πρώτη πολιορκία
Το Μεσολόγγι κατά τις αρχές της Ελληνικής Επανάστασης ήταν μια μικρή παραθαλάσσια πόλη, η οποία απείχε λίγα χιλιόμετρα από τις εκβολές του Αχελώου και την κατοικούσαν ψαράδες. Σ’ αυτή, όταν κατέφτασε ο χείμαρρος των τουρκικών στρατευμάτων, κατέφυγαν οπλαρχηγοί της Δυτικής Ελλάδας και του ηρωικού Σουλίου. Σχηματίστηκε στρατόπεδο ηρωικών ανδρών. Από ένα ανοιγμένο αυλάκι εισέρρευσαν τα νέρα της λιμνοθάλασσας και έγινε υδάτινη τάφρος, την οποία μόνο με γέφυρες θα μπορούσε κάποιος να διαβεί. Με την τάφρο, το Μεσολόγγι αποκόπηκε από την ξηρά και φαινόταν σαν νησάκι. Στη μικρή αυτή έκταση γης παίχτηκε το συγκινητικότερο δράμα της Ελληνικής Επανάστασης.
Το Μεσολόγγι έγινε ο στόχος των άγριων τουρκικών επιθέσεων. Δύο φορές πολιορκήθηκε. Η πρώτη πολιορκία έγινε το 1822, όταν ο Ομέρ Βρυώνης και ο Κιουταχής με δύναμη 20.000 περίπου ανδρών κατέβηκαν από τον Πέτα και πολιόρκησαν την πόλη. Αλλεπάλληλες ήταν οι επιθέσεις του εχθρού. Χιλιάδες τα βλήματα των κανονιών του, με τα οποία χτυπήθηκε το Μεσολόγγι. Αλλά όλες οι εχθρικές επιθέσεις αποκρούονταν. Ηρωική φρουρά αμυνόταν γενναία. Ελληνικός στόλος κατέπλευσε, διέσπασε τον εχθρικό κλοιό, τροφοδότησε τη φρουρά, αποβίβασε στο Βασιλάδι 1.700 πολεμιστές με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και ενίσχυσε τη φρουρά, η οποία άρχισε να εξέρχεται από την πολιορκημένη πόλη και να ενεργεί επιδρομές στο στρατόπεδο των εχθρών και να επιφέρει μεγάλες φθορές. Το ηθικό των Τούρκων άρχισε να καταπέφτει. Ο χειμώνας έφτασε. Τελευταία προσπάθεια των Τούρκων για άλωση της πόλης έγινε τη νύχτα των Χριστουγέννων. Οι Τούρκοι νόμιζαν ότι τη νύχτα εκείνη όλοι οι Χριστιανοί θα βρίσκονταν στην εκκλησία, για να γιορτάσουν τη μεγάλη εορτή της Χριστιανοσύνης. Αλλά οι πολιορκούμενοι, αφού ειδοποιήθηκαν μυστικά από τον Έλληνα κυνηγό των Τούρκων, τον Κωνσταντίνο Γούναρη, βρέθηκαν όλοι στα τείχη. Η επίθεση των Τούρκων απέτυχε. Η φθορά τους ήταν πολύ μεγάλη. Μετά από λίγες μέρες, η πολιορκία λύθηκε και η στρατιά του Ομέρ Βρυώνη και του Κιουταχή έφυγε ντροπιασμένη. Ο Ομέρ Βρυώνης, οργισμένος κατά του Γούναρη, που αποκάλυψε τη μυστική επίθεση τη νύχτα των Χριστουγέννων, κατέσφαξε όλη την οικογένειά του, που διέμενε στην Άρτα, ενώ ο Γούναρης, ο οποίος έγκαιρα διέφυγε και διασώθηκε, μετά τη λήξη της Ελληνικής Επανάστασης ντύθηκε το ράσο του μοναχού και ασκήτευσε στη μικρά μονή της Αγίας Ελεούσας στην Ακαρνανία. Τον ήρωα αυτόν ύμνησε η Ελληνική μούσα, επειδή συντέλεσε πολύ στην αποτυχία και λύση της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου.
Οι Τούρκοι ήταν πολύ αγανακτισμένοι με την αποτυχία της πολιορκίας. Αποφάσισαν για δεύτερη φορά να εκστρατεύσουν κατά της πόλης και να την πολιορκήσουν. Δύο χρόνια μετά την πρώτη πολιορκία νέες δυνάμεις των Τούρκων, ξεκινώντας από τη Σκόδρα της Αλβανίας, ενώθηκαν με τις ανασυγκροτημένες δυνάμεις του Ομέρ Βρυώνη και του Κιουταχή, κατόρθωσαν να διαλύσουν τις μικρές αντιστάσεις των Ελλήνων, να διαβούν τον Αχελώο και να στρατοπεδεύσουν μπροστά στο Μεσολόγγι. Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκαν αργότερα και οι φάλαγγες των Αιγυπτίων στρατιωτών, οι οποίες με το φοβερό Ιμπραήμ, αφού κατερείπωσαν την Πελοπόννησο, πήραν εντολή να ενισχύσουν τα στρατεύματα που πολιορκούσαν το Μεσολόγγι. Έτσι, Αλβανοί, Αιγύπτιοι και Τούρκοι συναγωνίζονταν ποιος πρώτος θα καταλάμβανε το Μεσολόγγι. Ένας «φράκτης» ήταν το Μεσολόγγι, όπως είπε περιφρονητικά ο Αιγύπτιος στρατάρχης, όταν για πρώτη φορά το αντίκρισε. Αλλά τι φράκτης! Ο φράκτης αυτός έκλεινε μέσα του τη δύναμη των Θερμοπυλών. Η φρουρά ετοιμαζόταν να επαναλάβει το «Μολὼν λαβέ».
Δεύτερη πολιορκία. Βύρων – Μάρκος Μπότσαρης
Η δεύτερη αυτή πολιορκία διήλθε από πολλές φάσεις. Συνέβησαν γεγονότα, τα οποία αναπτέρωσαν το ηθικό των πολιορκούμενων. Ένα τέτοιο γεγονός, το οποίο γέμισε με χαρά και αγαλλίαση ολόκληρη την πόλη, υπήρξε η άφιξη του Λόρδου Βύρωνα. Αυτός ανήκε σε πολύ πλούσια οικογένεια της Αγγλίας και νέος, στην ακμή της ηλικίας του, ενώ περνούσε ζωή τρυφής και αμαρτωλών διασκεδάσεων, όταν άκουσε το σάλπισμα της Ελληνικής Επανάστασης και ότι η μικρή αυτή αλλά ιστορική χώρα εξεγέρθηκε, για να αποκτήσει την ελευθερία της, αισθάνθηκε σεισμό στον ψυχικό του κόσμο. Με τη ζωηρή και ποιητική του φαντασία έβλεπε ότι πέρα από τις εφήμερες και αμαρτωλές ηδονές υπάρχει ωραίος κόσμος ιδεών και αισθημάτων. Και αυτός ο κόσμος άρχισε να εξασκεί επάνω του αφάνταστη γοητεία. Πήρε την ηρωική απόφαση. Εγκατέλειψε ηδονές και διασκεδάσεις, και την πατρική του γη, και ήλθε να αγωνιστεί στην Ελλάδα. Έφτασε στο Μεσολόγγι. Η πόλη του Μεσολογγίου με επικεφαλής τον ηρωικό ιεράρχη Ρωγών Ιωσήφ υποδέχτηκε το φιλέλληνα με δάκρυα ευγνωμοσύνης και τον έρανε με άνθη. Ο Βύρων δεν έζησε πολύ. Συγκακουχήθηκε με το λαό του Θεού, ασθένησε και μετά από λίγο πέθανε. Ολόκληρο το Μεσολόγγι συνόδευσε τον νεκρό μέσα σε βαθύτατο πένθος στην τελευταία του κατοικία.
Οκτώ μήνες πριν το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα το Μεσολόγγι κήδευε έναν από τους ευγενέστερους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης, το Μάρκο Μπότσαρη, ο οποίος φονεύτηκε στη μάχη του Καρπενησίου στην προσπάθειά του να κρατήσει το Μεσολόγγι μακριά από τις επιτιθέμενες εχθρικές φάλαγγες. Λίγο πριν από το ηρωικό του τέλος ο Μάρκος Μπότσαρης έδωσε υπέροχο παράδειγμα ανωτερότητας μπροστά στις ανθρώπινες μικρότητες. Η Ελληνική Κυβέρνηση, εκτιμώντας την αξία του άνδρα, τον είχε διορίσει στρατηγό. Αλλά επειδή ο διορισμός του προκάλεσε δυσαρέσκειες, αντιζηλία και φθόνο, κάλεσε τους Σουλιώτες οπλαρχηγούς και μίλησε σ’ αυτούς με γλώσσα συγκινητική. Τα λόγια του πλήρη ενθουσιασμού και πατριωτισμού. Από την πατριωτική αυτή ομιλία, όπως τη διέσωσε στα Απομνημονεύματά του ο Κωνσταντίνος Μεταξάς, αποσπούμε τα εξής:
Κατασπαράσσεται η καρδιά μου βλέποντας ότι οι συμπολίτες μου αποξενώνονται με αφορμή ανύπαρκτες υπόνοιες, ότι δηλαδή εγώ, κινούμενος από εγωισμό, θέλω να εξουσιάζω τους άλλους… Ποια ωφέλεια θα κατορθώσουμε, αν είμαστε διαιρεμένοι; Ποια αποκατάσταση στις οικογένειές μας; Η αδελφότητα, λοιπόν, η ομόνοια μεταξύ μας είναι τα μόνα μέσα, με τα οποία μπορούμε και την ιερή πατρίδα μας να τιμήσουμε και να φανούμε χρήσιμοι στην απελευθέρωση της Ελλάδας. Εγώ, συμπατριώτες, δε ζήτησα βαθμούς από τη Διοίκηση ούτε αρχηγός διορίστηκα, βαθμός μου χορηγήθηκε, αλλά τάχα δεν είστε άξιοι και σεις όλοι οι οπλαρχηγοί να πάρετε αυτό το βαθμό ή τον ζητήσατε και βρήκατε εναντίωση; Αλλά για να σας αποδείξω ότι βρίσκομαι πολύ μακριά από το να έχω σκοπούς φιλαυτίας και εγωισμού και ότι είμαι ο Μάρκος εκείνος, τον οποίο είδατε να μάχεται πάντοτε στο πλευρό σας, να εδώ μπροστά σας σχίζω το δίπλωμα της στρατηγίας, το οποίο έλαβα και σας ορκίζομαι ότι άλλο αξίωμα δε θέλω παρά εκείνο το οποίο είχαν και οι προπάτορές μου και σεις οι ίδιοι έχετε. Εμείς, αδελφοί, τίποτα δεν έχουμε να μοιράσουμε μεταξύ μας, ένα μόνο έχουμε κοινό, αυτό της δόξας και της τιμής· να ο εχθρός μας περιμένει, στο πεδίο της μάχης λοιπόν πρέπει να δοξάσουμε και να τιμήσουμε τον γενναιότερο».
Αυτά είπε ο Μάρκος και αμέσως κατέσχισε το δίπλωμα της στρατηγίας του. Η ομιλία και η πράξη του συγκίνησαν όλους μέχρι δακρύων. Σηκώθηκαν και ασπάστηκαν ο ένας τον άλλο. Η ομόνοια επανήλθε.
Αποθαρρυντικά γεγονότα
Εκτός της διχόνοιας και άλλα γεγονότα αποθαρρυντικά για τη μαχόμενη φρουρά συνέβησαν. Ο τουρκικός στόλος πυκνώθηκε με νέα πλοιάρια, κατάλληλα για τη λιμνοθάλασσα. Και η πολιορκία από τη θάλασσα έγινε αδιάσπαστη. Επανειλημμένες απόπειρες του Ελληνικού στόλου να διασπάσουν τον κλοιό απέβησαν, εκτός από μία ή δύο περιπτώσεις, άκαρποι. Η Ελληνική Κυβέρνηση στο Ναύπλιο, που σπαρασσόταν και αυτή από διχόνοιες, δεν μπορούσε να συλλάβει το μέγεθος του τιτανικού εκείνου αγώνα. Δεν φρόντισε όσο έπρεπε για τη φρουρά του Μεσολογγίου. Δεν προνόησε να εφοδιαστεί η πόλη με επαρκή τρόφιμα, προτού διασπαστεί ο κλοιός από τη θάλασσα. Η γνώμη του Κολοκοτρώνη να μεταφερθεί το σιτάρι του κάμπου της Ηλείας έγκαιρα στο Μεσολόγγι δεν εισακούστηκε. Τα χρήματα, τα οποία ήρθαν από το Εξωτερικό για την ενίσχυση του αγώνα, είχαν κατασπαταληθεί. Κάποιοι υπουργοί και ανώτεροι λειτουργοί της Πολιτείας, όπως γράφει ο Πουκεβίλ, είχαν πλουτίσει από το Αγγλικό δάνειο και χρήματα αρκετά δεν υπήρχαν πλέον για να οπλιστεί αξιόλογος στόλος για την κατανίκηση του εχθρικού στόλου που πολιορκούσε το Μεσολόγγι. Μόνο ο Μιαούλης με μικρό στόλο πλοίων της Ύδρας και των Ψαρών κατόρθωσε τον Ιανουάριο του 1826 να προσεγγίσει στο λιμάνι της πολιορκούμενης πόλης και να προμηθεύσει τροφές και πολεμοφόδια για δύο μόνο μήνες.
Αποθαρρυντικό επίσης ήταν το γεγονός ότι οι πολιορκούμενοι είδαν έκπληκτοι Γάλλους αξιωματικούς και άλλους Ευρωπαίους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα εχθρικά στρατεύματα με σκοπό τις υλικές απολαβές. Όπως σημειώνουν τα «Ελληνικά Χρονικά», η μοναδική εφημερίδα η οποία εκδιδόταν στο Μεσολόγγι κατά τη διάρκεια της πολιορκίας από τον Ελβετό φιλέλληνα Ιωάννη Μάγιερ, «αφού αποβιβάστηκαν Άραβες στο Κρυονέρι, περίπου 4.000, και οδηγούμενοι από Γάλλους αξιωματικούς τους πλησίαζαν στο εχθρικό στρατόπεδο με όλη την πομπή… ». Χριστιανοί αξιωματικοί ενίσχυαν σκανδαλωδώς τους εχθρούς του Σταυρού! Και δεν είναι η μόνη περίπτωση, κατά την οποία οι Χριστιανικές Δυνάμεις της Ευρώπης υποστήριξαν την Οθωμανική αυτοκρατορία, η οποία κατέσφαζε σαν αρνιά τους χριστιανούς της Ανατολής. Πικρή, πικρότατη θα παραμείνει η ανάμνηση της καταστροφής της Σμύρνης, όταν, ενώ η θάλασσα είχε κοκκινίσει από το αίμα των χριστιανών που σφάζονταν, στη ναυαρχίδα Χριστιανικής Δυνάμεως αξιωματικοί και ναύτες πανηγύριζαν την νίκη του Κεμάλ. Χριστιανοί αξιωματικοί λοιπόν ενωμένοι με τους υιούς του αντίχριστου Μωάμεθ, έβαλαν κατά της πολιορκούμενης πόλης του Μεσολογγίου, της οποίας οι Ορθόδοξοι κάτοικοι ήθελαν να ζήσουν ελεύθερα στον ήλιο.
Η φρουρά απτόητη
Όλα τα παραπάνω ήταν αποθαρρυντικά. Για άλλους όμως και όχι για την ηρωική φρουρά. Και ηρωική φρουρά δεν ήταν μόνο αυτοί που σήκωναν τα όπλα αλλά ήταν όλοι οι πολιορκούμενοι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Αυτοί, παρόλα τα δυσάρεστα γεγονότα, τα οποία μπορούσαν να ψυχράνουν και να κάμψουν τις καρδιές άλλων, ολιγόπιστων μαχητών, δεν ψυχράθηκαν και δεν κάμφθηκαν. Δεν μείωσαν τη μαχητικότητά τους. Γνώριζαν με ποιο εχθρό είχαν να κάνουν. Γνώριζαν το άσπονδο μίσος τους. Έβλεπαν από τα πρόχειρα τείχη τους, που είχαν ανεγερθεί με πέτρες και χώμα κοντά στην υδάτινη τάφρο, έβλεπαν φρικιαστικές εικόνες μίσους. Έβλεπαν τους Τουρκοαιγύπτιους να σουβλίζουν ιερείς και γυναίκες και να τους στήνουν απέναντι από την πολιορκούμενη πόλη. Μακάβρια θεάματα, ικανά να τρομοκρατήσουν τους πολλούς. Αλλά οι πολιορκούμενοι δεν ήταν από τους δειλούς ανθρώπους. Γνώριζαν εναντίον ποιων πολεμούσαν και για ποιες ιδέες αγωνίζονταν. Έρωτας Χριστού, έρωτας ελευθερίας, έρωτας Πατρίδας, οι ευγενέστεροι των ερώτων, που μπορεί να αισθανθεί άνθρωπος πάνω στη γη, φλόγιζαν τις καρδιές τους. Ήταν όλοι αποφασισμένοι. Το σύνθημα «Ελευθερία ή θάνατος» αντηχούσε σε όλη την πόλη. Ζώντας καθημερινά στη ζώνη του πυρός και του θανάτου, συνεχώς εξαγνίζονταν και εξαϋλώνονταν. Οι Τούρκοι με τα 40 πυροβόλα τους έριχναν κάθε ημέρα εναντίον της πόλης γύρω στις 2.000 σφαίρες και βόμβες. Όπως ψάλλει η δημώδης ποίηση·
«Πέφτουν κανόνια σαν βροχή, κι οι μπόμπες σαν χαλάζι,
κι αυτά τα λιανοτούφεκα σαν άμμος της θαλάσσης».
Τα θύματα ανέρχονταν καθημερινά σε 40 ή 50 ή 60. Αλλά οι γενναίοι δεν πτοούνταν. Είχαν εξοικειωθεί με το θάνατο. Όταν ο στρατηγός Σπύρος Κοντογιάννης, ηρωικότατα μαχόμενος κατά των Τούρκων, πληγώθηκε βαριά, λίγο πριν εκπνεύσει, μιλώντας στον αδελφό του Νικόλαο, ο οποίος δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του είπε· «Τι κλαις, αδελφέ; Δεν ήρθαμε εδώ να πεθάνουμε;».
Σαν σε πανηγύρι και γάμο συμπεριφέρονταν οι ελεύθεροι πολιορκημένοι. Είχαν μεθύσει από την αγία μέθη, την οποία αργότερα υπενθύμισε στα νεότερα παιδιά της Πατρίδας ο ποιητής του Μεσολογγίου· «Ένα λόγο έχω να σας πω. Δεν έχω άλλο κανένα. Μεθύστε απ’ τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα».
Και όχι μόνο οι άνδρες ήταν εύθυμοι και απαντούσαν «όχι» στην πρόταση για συνθηκολόγηση και σε Τούρκο στρατηγό, μαζί με την απάντηση, έστειλαν και «4 μποτίλιες ρούμι», για να δυναμώσουν οι στρατιώτες του και να κάνουν το «γιουρόυσι». Αλλά και οι γυναίκες αλλά και τα παιδιά ακόμη, όταν άκουγαν πυροβολισμούς, αντί να κλαίνε και να κρύβονται, έτρεχαν με χαρά και ενθουσιασμό και ανέβαιναν στα τείχη και πετροβολούσαν τους Αραπάδες και μερικά τραυματίζονταν και φονεύονταν. Ο πόλεμος είχε γίνει για τα ηρωικά Μεσολογγιτόπουλα ευχάριστο παιχνίδι. Ποιο ενθουσιασμό είχε η παιδική τους ψυχή μαρτυρεί επιστολή του νεαρού γιου του Μάρκου Μπότσαρη, του Δημήτρη, προς το θείο του το στρατηγό Νότη Μπότσαρη που αγωνιζόταν στο Μεσολόγγι. Στην επιστολή του αυτή ο νεαρός Δημήτριος εκφράζει τη λύπη του γιατί, παρά τη θέλησή του, βρίσκεται μακριά από το Μεσολόγγι.
«Άμποτες», γράφει «να βρισκόμουν και εγώ μαζί σου, για να συναγωνιστώ στον ιερό και θείο αυτό αγώνα, στον οποίο εσύ εντρυφάς. Αλλά πόσο λυπούμαι, καθώς η ηλικία μου είναι ακόμη μικρή! Παρόλα αυτά πασχίζω και εγώ, όσο μπορώ, να φωτιστώ λίγο και τότε να πετάξω σαν αετός και να έλθω στην κοινή Πατρίδα, για να εκπληρώσω το χρέος, για το οποίο με συμβούλευσε ο πατέρας μου με τον τίμιο θάνατό του».
Αλλά οι μέρες του Μεσολογγίου ήταν πλέον μετρημένες. Έσχατος εχθρός εμφανίστηκε, ο φοβερότερος όλων, η πείνα. Τα λίγα τρόφιμα, τα οποία μετέφερε ο Μιαούλης και κάποιοι άλλοι γενναίοι ναυτικοί εξαντλούνταν. Όπως εξιστορεί στα Απομνημονεύματά του ο Κασομούλης, Μακεδόνας αγωνιστής, που βρέθηκε ανάμεσα στη φρουρά του Μεσολογγίου κατά τις τραγικές εκείνες ημέρες, το αλεύρι το μοίραζαν με το φλιτζάνι. Το έβραζαν με φύκια και καβούρια της λιμνοθάλασσας. Σε λίγο και αυτό το φλιτζάνι άρχισε να λείπει. Άρχισαν να σφάζουν και να τρώνε τα άλογα και τα γαϊδούρια. Κατόπιν ήλθε η σειρά των σκύλων. Τα έσφαζαν και τα καταβρόχθιζαν. Σε λίγο ούτε γάβγισμα σκυλιών δεν ακουγόταν. Το παρατήρησαν οι πολιορκητές και ρωτούσαν τους πολιορκημένους· «Τι απέγιναν τα σκυλιά σας;». Μετά τους σκύλους ήλθε η σειρά των γάτων. Και μετά τους γάτους ήλθε η σειρά των ποντικών. Λένε ότι και τεμάχια από νεκρά σώματα τα απέκοψαν και τα έφαγαν. Και δέρματα ζώων μασούσαν. Πείνα αφόρητη. Σκελετοί είχαν καταντήσει οι άνθρωποι. Αλλά στους σκελετούς εκείνους κατοικούσαν ψυχές ατρόμητες.
Παραμονές της εξόδου
Το τέλος του Μεσολογγίου πλησίασε. Οι οπλαρχηγοί, αφού μάταια επί μήνες περίμεναν τον Ελληνικό στόλο να διασπάσει τον κλοιό και να τροφοδοτήσει την πολιορκούμενη πόλη, αποφάσισαν την έξοδο. Κοντά σε αυτό, σε συνεννόηση με οπλαρχηγούς Ελληνικών σωμάτων, οι οποίοι δρούσαν στα ψηλά βουνά της Ρούμελης, όρισαν ως χρόνο εξόδου τη νύκτα της 10ης προς 11η Απριλίου 1826, ημέρες κατά τις οποίες η Εκκλησία γιόρταζε την ανάσταση του Λαζάρου και τη Βαϊοφόρο. «Ποιος ξέρει» – λέει ο εγκωμιαστής του ένδοξου γεγονότος της εξόδου – «ποιος ξέρει μήπως ο καθορισμός της ημέρας εκείνης δεν είχε συμβολική σημασία, υπονοώντας την νεκρανάσταση του Μεσολογγίου μετά από επιτυχημένη έφοδο, όπως την ημέρα αυτή αναστήθηκε, σύμφωνα με τις Γραφές, εκ νεκρών ο Λάζαρος;». Όσα προηγήθηκαν από την έξοδο υπήρξαν δραματικά. Δραματικότερα όμως ήταν όσα συνέβησαν κατά την έξοδο. Ποια γλώσσα μπορεί να τα περιγράψει;
Τα κυριότερα γεγονότα που προηγήθηκαν της εξόδου ήταν τα εξής·
Οι οπλαρχηγοί, μαζί με τους δημογέροντες και τον επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ, συγκεντρώθηκαν σε μυστική σύσκεψη στο σπίτι του Κίτσου Τζαβέλα. Εκεί μετά από μακρά συζήτηση λήφθηκε ομόφωνα η απόφαση της εξόδου της φρουράς. Αλλά προέκυψε ένα μεγάλο ζήτημα· Τι θα γίνονταν τα γυναικόπαιδα; Όλοι, καθώς εξιστορεί ο Κασομούλης, έλαβαν απόφαση ανατριχιαστική· Να φονευτούν όλες οι γυναίκες και τα παιδιά. Και η φρουρά ανεμπόδιστη να εξέλθει και να επιτεθεί κατά του εχθρού. Δεν ήθελαν καμία γυναίκα και κανένα παιδί να πέσει στα χέρια των Τούρκων, να ατιμαστεί, να αλλαξοπιστήσει. Προτιμούσαν την ατίμωση και την αλλαξοπιστία από τη σφαγή. Ήταν έτοιμοι να εκτελέσουν την απόφαση. Αλλά ο επίσκοπος Ρωγών σηκώθηκε έντρομος και είπε·
Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος, είμαι αρχιερέας! Αν τολμήσετε να πράξετε αυτό, πρώτα θυσιάστε εμένα! Και σας αφήνω την κατάρα του Θεού και της Παναγίας και όλων των αγίων. Και το αίμα των αθώων να πέσει στα κεφάλια σας.
Αυτά είπε, κάθισε, κάλυψε το πρόσωπό του με τα χέρια και άρχισε να κλαίει γοερά. Οι οπλαρχηγοί συγκινήθηκαν και δεν εκτέλεσαν την απάνθρωπη εκείνη απόφαση. Αποφάσισαν οι γυναίκες να οπλιστούν και αυτές και να ακολουθήσουν τους δικούς τους, ενώ τα νήπια να τα ποτίσουν με υπνωτικό για να μην κλαίνε και προδοθούν. Ως προς τους ασθενείς και τραυματίες, οι οποίοι ανέρχονταν στους 600, αποφασίστηκε να συγκεντρωθούν αυτοί κατά ομάδες σε ορισμένα μεγάλα σπίτια, να εφοδιαστούν με φυσέκια και νερό και να κλειστούν μέσα. Όταν οι Τούρκοι πλησιάσουν, να θέσουν πυρ στην πυρίτιδα και να πεθάνουν μαζί με τους αλλόφυλους όπως ο Σαμψών. Όλη τη νύχτα έτρεχαν στους δρόμους με τα φανάρια και συγκέντρωναν τους ασθενείς και τραυματίες στα καθορισμένα σπίτια. Εκείνοι όλοι μαζί φώναζαν·
Τα παράθυρα να μας αφήσετε ανοιχτά μονάχα και ώρα σας καλή! Ο Θεός να μας ανταμώσει στον άλλο κόσμο.
Οι οπλαρχηγοί, αφού έλαβαν τις αποφάσεις, ρώτησαν τους δημογέροντες και τον παριστάμενο αρχιερέα, εάν η πράξη της εξόδου είναι αρεστή και στο Θεό και στους ανθρώπους. Ναι, απαντούν οι δημογέροντες. Στην ερώτηση μάλιστα των οπλαρχηγών, εάν έχουν κανένα παράπονο εναντίον τους, οι δημογέροντες κλαίνε και με δάκρυα στα μάτια λένε·
Στρατηγοί μας! Οι πολίτες του Μεσολογγίου, οι οποίοι υπέφεραν τρεις πολιορκίες, και συναγωνίστηκαν με σας ενώνοντας το αίμα τους, ποτέ δε θα αποφασίσουν τίποτε άλλο παρά εκείνο που εσείς οι γενναίοι αποφασίσατε. Και ο τελευταίος των ανθρώπων είδε και βλέπει πόσα δεινά υποφέρατε για να κρατήσετε αυτή τη θέση, η οποία, αν και ωφέλιμη για μας τους ντόπιους, όμως περισσότερο ωφέλιμη θα ήταν στο Έθνος αν την κρατούσαμε. Ξέρουμε και εμείς οι ίδιοι και όλοι οι πολίτες ότι δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα περισσότερο. Αλίμονο σ’ εκείνους που δε φρόντισαν για τον ανεφοδιασμό του φρουρίου…
Ο ηρωικός μάλιστα επίσκοπος Ιωσήφ στην ερώτηση των οπλαρχηγών· «Τι λέει, άγιε Δεσπότη, η αγιότητά σου;», απάντησε·
«Μάρτυρας κι εγώ των αγώνων σας, θα ομολογήσω και στο Θεό μετά θάνατο την αλήθεια των δεινών σας και την αρετή της φρουράς. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον… Και τώρα αρχίστε, γράψτε το σχέδιο, για να το πληροφορηθούν όλοι και να μη γίνει καμία αταξία».
Οι οπλαρχηγοί δέχονται και ο Δεσπότης υπαγορεύει·
«Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος.
Βλέποντας τον εαυτό μας, το στράτευμα και τους πολίτες γενικά, μικρούς και μεγάλους, απελπιστικά στερημένους από όλα τα αναγκαία της ζωής και ότι εκπληρώσαμε τα χρέη μας ως πιστοί στρατιώτες της Πατρίδας στη στενή αυτή πολιορκία και ότι, εάν περιμένουμε μια ημέρα περισσότερο, θα πεθάνουμε όρθιοι στους δρόμους όλοι.
Θεωρώντας από την άλλη μεριά ότι έσβησε κάθε ελπίδα βοήθειας και προμήθειας, τόσο από τη θάλασσα καθώς και από την ξηρά, ώστε να αντέξουμε, ενώ βρισκόμαστε νικητές του εχθρού, αποφασίσαμε ομόφωνα: Η έξοδός μας να γίνει βράδυ, στις 2 τη νύχτα, 10 Απριλίου, ημέρα Σάββατο, κατά το εξής σχέδιο, έρθει ή δεν έρθει βοήθεια…».
Η τελευταία θεία Κοινωνία
Αλλά η πλέον συγκινητική στιγμή, η οποία εκτυλίχθηκε γύρω από το δράμα του Μεσολογγίου, ήταν εκείνο, το οποίο συνέβη κατά τις πρωινές ώρες του Σαββάτου, εορτή του Λαζάρου, όταν οι καμπάνες των εκκλησιών κάλεσαν το λαό στον τελευταίο εκκλησιασμό. Ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ παρήγγειλε να συγκεντρωθούν όλοι μπροστά στην πλατεία της Αγίας Παρασκευής, για να εξομολογηθούν και να κοινωνήσουν. Στο «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε» κάλεσε τους ήρωες, τους μελλοθάνατους, τους έτοιμους για την υπέρτατη θυσία, να κοινωνήσουν τα Άχραντα Μυστήρια. Και άρχισαν να προσέρχονται οπλαρχηγοί, απλοί πολεμιστές, άνδρες, γυναίκες και μικρά παιδιά. Στιγμές άκρως συγκινητικές. Δάκρυα έρρεαν από τα μάτια. Αναστεναγμοί ακούγονταν. Ασπάζονταν ο ένας τον άλλο «ἐν φιλήματι ἁγίῳ». Εχθροί συμφιλιώνονταν. «Συγχωρήστε μας, αδελφοί. Καλή αντάμωση στον άλλο κόσμο. – Κύριε, ἐλέησον. – Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Ο επίσκοπος και οι ιερείς γεμάτοι συγκίνηση μετέδιδαν τη θεία Κοινωνία στους μελλοθάνατους. Σπάνια άνθρωποι κοινώνησαν κάτω από τέτοιες συνθήκες και με τόση κατάνυξη. Όντως Μυστικός Δείπνος! Ο Ιησούς Χριστός στο πρόσωπο των ηρωικών αλλά ταπεινών αυτών ψυχών, που στέκονταν με δέος απέναντι στις ανεξιχνίαστες βουλές του Θεού, επρόκειτο μετά από λίγο να σταυρωθεί ξανά. Νέος Γολγοθάς θα γινόταν το Μεσολόγγι. Ο προδότης ήταν κοντά. Ο προδότης υπήρχε στην πόλη. Κάποιος βούλγαρος αιχμάλωτος που είχε δραπετεύσει πρόδωσε στους εχθρούς όλο το σχέδιο της εξόδου.
Ω! η θεία εκείνη Κοινωνία των μελλοθάνατων! Είναι για μας το πλέον συγκινητικό επεισόδιο του όλου δράματος. Ο Ζώης Βλασσόπουλος στο βιβλίο του «Η τελευταία νύχτα του Μεσολογγίου» αυτό το γεγονός εκθέτει πολύ παραστατικά. «Όσοι επέζησαν» – γράφει – «όταν μας διηγούνταν εκείνες τις στιγμές, μας συγκινούσαν μέχρι δακρύων. Ήταν σπαραξικάρδιο, έλεγαν, να βλέπει κάποιος τους συγγενείς και φίλους να ζητούν με δάκρυα και λυγμούς συγχώρηση από τους συγγενείς και φίλους, τους οποίους έβλεπαν για τελευταία φορά. Και αυτοί οι μαχητές, με τη χαλύβδινη καρδιά και συνηθισμένοι να βλέπουν αίματα και σφαγές, αναλύονταν σε δάκρυα. Και δεν είχαν τη δύναμη να ασπαστούν τα παιδιά τους, καθώς τα ασπάζονταν για τελευταία φορά σαν να βρίσκονταν στο νεκρικό φέρετρο· τα ταλαίπωρα παιδιά συγκινούνταν και ξεσπώντας σαν από ένστικτο σε κλάματα, κρεμιόνταν από το λαιμό των δύσμοιρων γονιών…».
Η έξοδος
Μετά τη θεία Κοινωνία, το υπόλοιπο της ημέρας πέρασε με προετοιμασίες. Ο ήλιος έδυσε. Η νύχτα έφτασε. Η σελήνη, πανσέληνος, ανέτειλε και φώτιζε το φρικτό τοπίο. Κατά την καθορισμένη ώρα, ένας πυροβολισμός που ακούστηκε από το όρος Ζυγό έδωσε το σύνθημα της εξόδου. Η φρουρά διαιρέθηκε σε τρία σώματα. Το πρώτο υπό το Νότη Μπότσαρη. Το δεύτερο υπό τον Κίτσο Τζαβέλα. Το τρίτο υπό το Δημήτριο Μακρή. Στο μέσο έβαλαν τα γυναικόπαιδα που πλαισιώνονταν από ενόπλους. Στην υδάτινη τάφρο τοποθετήθηκαν τρεις ξύλινες γέφυρες, που της είχαν κατασκευάσει πριν από καιρό για το σκοπό της εξόδου. Οι γενναίοι γονάτισαν, ασπάστηκαν το χώμα της γης, που είχαν ποτίσει με τα δάκρυα και τα αίματά τους, σηκώθηκαν, έκαναν το σημείο του Σταυρού και με τις σημαίες σηκωμένες εξόρμησαν. Δεν ήταν πλέον κοινοί θνητοί. Η θεία Κοινωνία τους είχε μεταμορφώσει σε αγγέλους και αρχαγγέλους με πύρινες ρομφαίες. «Ὡς λέοντες πὺρ πνέοντες». Εξόρμησαν. Το τι επακολούθησε η ζωηρότερη φαντασία δεν μπορεί να φανταστεί και να αναπαραστήσει. Οι Τουρκοαιγύπτιοι τους περίμεναν. Φοβερή πάλη έγινε. Διαρκώς χτύποι από τα συγκρουόμενα γιαταγάνια ακούγονταν. Μια φωνή ακούστηκε· «Πίσω, πίσω!». Επακολούθησε «κόλασι, κόσμου χαλασμός, σεισμός, οργή Κυρίου». Στις υπώρειες του όρους Ζυγός κατέφυγαν όσοι κατόρθωσαν να διαφύγουν από την τρομερή κόλαση. Αλλά και εκεί το ιππικό του Ιμπραήμ τους κατεδίωξε. Ανέβηκαν στην κορυφή του όρους, όπου οι επιζήσαντες ήταν πια ασφαλείς. Αλλά το ψύχος ήταν δριμύ και αυτοί ήταν πεινασμένοι και εξαντλημένοι και γεμάτοι αγωνία για την τύχη των δικών τους. Η νύχτα πέρασε και άρχιζε να γλυκοχαράζει. Ο ήλιος ανέτειλε. Από την κορυφή του βουνού έβλεπαν την προσφιλή τους πόλη. Το Μεσολόγγι καιγόταν. Κρότοι ισχυροί ακούγονταν, φλόγες υψώνονταν, καπνοί κάλυπταν την πόλη. Ήταν φανερό ότι όσοι ασθενείς και τραυματίες εναπέμειναν στην πόλη ανατίναζαν τα σπίτια. Ο ηρωικός γέροντας Χρήστος Καψάλης, του οποίου η σύζυγος είχε πεθάνει το πρωί της ημέρας εκείνης, βρισκόταν στον ανεμόμυλο, όπου είχαν καταφύγει πλήθος γυναικόπαιδα και γέροντες, όταν είδε ότι οι Τούρκοι είχαν ανεβεί στη στέγη, είπε το «Μνήσθητί μου, Κύριε», έριξε τον αναμμένο δαυλό στην πυριτιδαποθήκη και ανατίναξαν στον αέρα όλους όσοι βρίσκονταν μέσα σε αυτήν. Η ορμή της ανατίναξης ήταν τόσο μεγάλη, ώστε η γύρω περιοχή κατακλύστηκε από θάλασσα.
Ο σεπτός επίσκοπος Ρωγών είχε και αυτός θάνατο αντάξιο της ηρωικής του ζωής. Έριξε δαυλό μέσα σε ένα πιθάρι πυρίτιδας και μισοκαμένος συνελήφθηκε από τους βαρβάρους και αποκεφαλίστηκε.
Από τους 3.500 άνδρες της φρουράς 1.300 περίπου διασώθηκαν. Μαζί με αυτούς σώθηκαν και επτά γυναίκες και μερικά παιδιά. «Τα λίγα απομεινάρια της πείνας και της ανδρείας», όπως ονομάζει όσους διασώθηκαν ο εθνικός ποιητής Σολωμός. Τα σεπτά αυτά λείψανα, αφού πέρασαν φρικώδη νύχτα στην κορυφή του Ζυγού, την επόμενη μέρα βάδισαν δέκα ώρες και έφτασαν στο ερημωμένο χωριό Δερβέκιστα. Και από εκεί συνεχίζοντας τη μαρτυρική τους πορεία έφτασαν στα Σάλωνα, όπου βρήκαν ανάπαυση και φιλοξενία, σεβασμό και θαυμασμό. Από εκεί προχώρησαν προς τη θάλασσα, πέρασαν στην Πελοπόννησο και βάδισαν προς το Ναύπλιο…
Η πτώση του Μεσολογγίου ανάσταση της Ελλάδας
Αλλά πριν φτάσουν οι ήρωες στο Ναύπλιο, έφτασε η είδηση της εξόδου και της πτώσης του Μεσολογγίου. Έφτασε μετά από τρεις μέρες. Ας αφήσουμε το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη να περιγράψει τη βαθειά εντύπωση, την οποία προκάλεσε η είδηση·
«Μας ήλθε η είδηση Μεγάλη Τετράδη, στο δειλινό, που είχε παύσει η Συνέλευση, και ήμασταν σε κάτι ίσκιους. Μας ήλθε είδηση ότι το Μεσολόγγι χάθηκε. Έτσι βάλαμε μαύρα όλοι, μισή ώρα στάθηκε σιωπή που δεν έκραινε κανένας, αλλά μέτραγε καθένας με το νου τους τον αφανισμό μας. Βλέποντας εγώ τη σιωπή σηκώθηκα στο πόδι και τους μίλησα λόγια για να εμψυχωθούν. Τους είπα ότι το Μεσολόγγι χάθηκε ένδοξα και θα μείνει στους αιώνες των αιώνων η ανδρεία. Εάν βάλουμε τα μαύρα και διστάσουμε, θα πάρουμε το ανάθεμα και θα πάρουμε το αμάρτημα όλων των αδύνατων…».
Ο Σολωμός βρισκόταν στη Ζάκυνθο και άκουγε καθημερινά τον κρότο των κανονιών, συγκινούνταν, μονολογούσε και έλεγε· «Βάστα, καημένο Μεσολόγγι!». Από τη συγκίνησή του δεν είχε όρεξη να φάει. Έμενε νηστικός. Από την έξοδο μάλιστα του Μεσολογγίου εμπνεύστηκε το υπέροχο και συγκινητικότατο ποίημα «Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι». Πολιορκημένοι σωματικά οι ήρωες του Μεσολογγίου αλλά ελεύθεροι ψυχικά, αδούλωτοι.
Αλλά η έξοδος και η πτώση του Μεσολογγίου δεν συγκίνησε μόνο το Πανελλήνιο. Συγκίνησε και την παγκόσμια Γνώμη. Φοιτητές των Παρισίων, με την αναγγελία της πτώσης, χύθηκαν σε αυθόρμητο συλλαλητήριο, διέτρεχαν τους δρόμους και καταριόνταν τους Γάλλους αξιωματικούς, οι οποίοι υπηρετούσαν υπό τον Ιμπραήμ. Ο Βίκτωρ Ουγκώ συνθέτει ποίημα. Σ’ αυτό ψάλλει το μεγαλείο του Μεσολογγίου· «Απ’ το βαθύ κόλπο των φλογών ξέφευγαν νέφη ψυχών, που έπεφταν στην άβυσσο ή πετούσαν στον ουρανό». Στο Μόναχο ο φιλέλληνας βασιλιάς Λουδοβίκος συνθέτει ποίημα με τον τίτλο «Θρήνος των Ελλήνων». Καυτηριάζει τους ηγεμόνες και διπλωμάτες της Ευρώπης, οι οποίοι έχοντας το Θεό και τη θρησκεία μόνο στο στόμα, λησμόνησαν τα δίκαια του Ελληνικού Έθνους. Ο ποιητής Γουλιέλμος Μύλλερ στο ποίημά του «Η ανάληψη του Μεσολογγίου» εκφράζεται παρόμοια. Η απήχηση του γεγονότος έφτασε μέχρι το Νέο Κόσμο.
Και μόνο ένας από τους σύγχρονους τότε λόγιους έμεινε ασυγκίνητος. Και μόνο ασυγκίνητος; Είχε συμπάθεια στον Ιμπραήμ. Αυτόν το σφαγέα των χιλιάδων χριστιανών τον ονόμαζε «η αυτού Υψηλότης»! Σε έκθεσή του προς τον υποπρόξενο του Πάπα μιλούσε για αποστολή 3.100 ζευγαριών αφτιών, τα οποία απέκοψαν οι Τούρκοι και απέστειλαν στην Κωνσταντινούπολη. Δεν τον συγκινούσε το φρικιαστικό γεγονός. Την ηρωική και ένδοξη έξοδο, μπροστά στην οποία στέκεται έκθαμβος ο κόσμος, την ονομάζει πράξη ασύνετη! Αυτός, ο ασυγκίνητος και υβριστής, που συμπαθεί τους Τούρκους και αντιπαθεί τους Έλληνες, είναι ένας βρωμερός φραγκόπαπας, ο αββάς Μικαρέλλι, πρόξενος της Αυστρίας, ο οποίος παρακολουθούσε από κοντά τα γεγονότα. Ας το ακούσουν αυτό οι εν Ελλάδι φιλοπαπικοί, κληρικοί και λαϊκοί, που ερωτοτροπούν προς τον Πάπα και ζητούν προσάρτηση στο άρμα του Βατικανού. Οι Φράγκοι, που λατρεύουν τον Πάπα, αγαπούν τον Οθωμανό και μισούν τον Έλληνα ως Ορθόδοξο. Η ίδια διαγωγή πάντοτε! Το πνεύμα του αββά Μικαρέλλι δεν πέθανε. Γι’ αυτόν –και τους ομοίους του-, όπως λέγει ο ιστορικός Κόκκινος, οι Έλληνες δεν αποτελούσαν τμήμα της ανθρωπότητας!…
Το Μεσολόγγι έπεσε. Αλλά πέφτοντας ανέστησε την Ελλάδα.
Αγαπητοί μας αναγνώστες! Μελετώντας την ιστορία της εξόδου του Μεσολογγίου αναβαπτιζόμαστε στην κολυμβήθρα των ιερών αναμνήσεων του Γένους. Όπως έγραψε στη διακήρυξή της η νέα Διοικητική Επιτροπή της Ελλάδας, που είχε σχηματιστεί μετά την πτώση του Μεσολογγίου, «η αθάνατη φρουρά του Μεσολογγίου, της οποίας ναός σήμερα λατρείας είναι κάθε Έλληνος καρδιά, πολεμώντας συγχρόνως με όλες τις δυνάμεις του εχθρού ενωμένες και με όλα τα δεινά μιας τρομερής πολιορκίας, δείχνει σε όλους τους Έλληνες εύκολο και ασφαλή δρόμο της ευδαιμονίας του και στο μέσο της παντελούς ελλείψεως των αναγκαίων. Ενόσω η Πατρίδα έχει τέτοιους πολίτες, όπως αυτοί του Μεσολογγίου, ποτέ δεν κινδυνεύει να χαθεί, οποιαδήποτε και αν είναι η δύναμη του εχθρού ή η έλλειψη των αναγκαίων και μπορεί κανείς, χωρίς να φοβηθεί ότι θα πει ψέματα, να πει ότι και ένα άλλο Μεσολόγγι αν είχαμε να πάρει ο εχθρός, θα χανόταν ο ίδιος ο εχθρός εν μέσω των αξιοδάκρυτων θριάμβων του».
Αυτά διακήρυττε η νέα Ελληνική Κυβέρνηση του Ναυπλίου στις 18 Απριλίου 1826 υπό την προεδρία του Ανδρέα Ζαΐμη. Λόγοι εμπνευσμένοι, λόγοι προφητικοί.
Νέα Μεσολόγγια, κατά μίμηση του πρώτου Μεσολογγίου, ανέμενε η Ελλάδα. Και η προσδοκία αυτή δεν διαψεύστηκε.
Αυτός που γράφει τις γραμμές αυτές, υπηρετώντας πριν από τριάντα χρόνια ως πρωτοσύγκελος στην Ιερά Μητρόπολη Ακαρνανίας, με συγκίνηση θυμάμαι τις διοργανωμένες κατ΄ έτος εορτές στην ιερά πόλη του Μεσολογγίου για την ηρωική έξοδο. Ιδίως θυμάμαι την επέτειο δύο ή τρία έτη προ της κηρύξεως του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην τελετή ήταν παρών και ο τότε Πρωθυπουργός της Χώρας αείμνηστος Ιωάννης Μεταξάς. Στάθηκε με πολλή συγκίνηση στον ιερό χώρο των ηρώων και μίλησε λακωνικά. Δεν έχω ακούσει συντομότερα πανηγυρικό λόγο. Βαρυσήμαντος και προφητικός λόγος. Είπε· «Αξία έχει η σημερινή γιορτή, εάν, σε περίπτωση που δοθεί νέα ευκαιρία, μπορέσει η Ελλάδα να επαναλάβει το Μεσολόγγι». Και πράγματι η Ελλάδα επανέλαβε μετά από λίγο τον ηρωισμό του Μεσολογγίου. Δια του στόματος του Πρωθυπουργού της, του ίδιου του Μεταξά, είπε το ιστορικό της Όχι. Το Όχι αυτό δεν ήταν μικρότερης αξίας από το Όχι της ηρωικής φρουράς του Μεσολογγίου, η οποία στις προτάσεις του Κιουταχή και του Ιμπραήμ απαντούσε· «Πεθαίνουμε αλλά δεν προσκυνούμε». Και η Ελλάδα του 1940 απέρριψε τις προτάσεις δύο τεράστιων αυτοκρατοριών και κίνησε πάλι τον παγκόσμιο θαυμασμό και σεβασμό. Όχι, είπε στους νεότερους Κιουταχήδες και Ιμπραήμηδες. Όχι, είπε στον αλαζόνα δικτάτορα της Ρώμης. Όχι, στον μαινόμενο Φύρερ της Γερμανίας. Όχι, είπε και στον άθεο Κομμουνισμό. Και τα νεότερα αυτά Όχι πλήρωσε με ποταμούς δακρύων και αιμάτων. 500.000 είναι τα θύματα των αγώνων της Ελλάδας κατά τη δεκαετία 1940 -1950.
Το Μεσολόγγι, ως σύμβολο υπέρτατης θυσίας, ζει στις καρδιές των πατριωτών. Και εφόσον θα ζει, η Ελλάδα δεν θα πεθάνει.
ΤΟ ΣΤΑΣΙΔΙ ΤΟΥ ΚΑΝΑΡΗ
Εάν, αγαπητέ μου αναγνώστη, εάν ποτέ μεταβείς στην πρωτεύουσα της Ελληνικής Πατρίδας, την Αθήνα, κάνε, σε παρακαλώ, έναν κόπο να επισκεφτείς στο τέρμα της οδού Κυψέλης ένα μικρό ιερό ναό, τιμώμενο στο όνομα των Αγίων Αποστόλων. Εκεί θα δεις ένα ιστορικό μνημείο, το οποίο θα σου υπενθυμίσει το ένδοξο 1821 και θα σε κάνει να ριγήσεις από εθνική συγκίνηση. Διότι, μόλις θα εισέλθεις στο μικρό αυτό ναό, ένα στασίδι, το οποίο βρίσκεται αριστερά του δεσποτικού θρόνου, θα σου προκαλέσει αμέσως την προσοχή. Είναι στολισμένο με μία ταινία, η οποία φέρει τα ελληνικά χρώματα, το λευκό και το γαλάζιο. Και στο στασίδι είναι χαραγμένη με κεφαλαία γράμματα μία επιγραφή. Διαβάζεις· «ΣΤΑΣΙΔΙ ΤΟΥ ΝΑΥΑΡΧΟΥ ΚΑΝΑΡΗ 1794 – 1877».
Πόσα δε μας λέει η μικρή αυτή επιγραφή! Μας υπενθυμίζει πρώτα μία από τις ηρωικότερες φυσιογνωμίες του αγώνα της εθνικής μας ανεξαρτησίας, του αγώνα του 1821· τον ατρόμητο ήρωα των ελληνικών θαλασσών, τον Κωνσταντίνο Κανάρη, ο οποίος με το πυρπολικό του μια ασέληνη νύχτα του Ιουνίου του 1822 άναψε στο λιμάνι της Χίου «φλόγα ουρανομήκη», έκαψε την τουρκική ναυαρχίδα, εκδικήθηκε την άγρια σφαγή της Χίου, τιμώρησε τους βάρβαρους επιδρομείς, φωταγώγησε τα ελληνικά πελάγη, εμψύχωσε στον υπέρ πάντων αγώνα της Φυλής και προκάλεσε παγκόσμια προσοχή.
Ο νεαρός αυτός Έλληνας ναύτης έγινε θρύλος. Η εικόνα του, που τυπώθηκε σε μυριάδες αντίτυπα, κυκλοφόρησε σε όλες τις ελεύθερες χώρες. Ξένοι ποιητές, όπως ο Ουγκώ, ύμνησαν τον ηρωισμό του εκλεκτού αυτού τέκνου της Ελλάδας. Ο ποιητής μάλιστα Κάλβος, στο περίφημο ποίημά του «Ηφαίστεια», έψαλε τη δόξα του Κανάρη·
- «Και τα σπήλαια της γης εβόων·
- Κανάρη!
- Και των αιώνων τα όργανα ίσως θέλουν αντηχήσει πάντα
- Κανάρη!…»
Αλλά ο εθνικός αυτός ήρωας της Ελλάδας ήταν άνθρωπος βαθύτατων πεποιθήσεων. Πίστευε ακράδαντα στη Χριστιανική Θρησκεία. Πίστευε ότι υπεράνω των δυνάμεων της ύλης υπάρχει ο Κύριος των δυνάμεων.
Πίστευε ότι η θεία δικαιοσύνη δεν ήταν δυνατό παρά να τιμωρήσει τους σφαγείς των νηπίων και των γυναικών, οι οποίοι σαν αγέλες αιμοδιψών λύκων έρχονταν από τα βάθη της Ανατολής για να εξοντώσουν μια ιστορική φυλή. Πίστευε ότι στην πάλη της ημισελήνου και Σταυρού θα νικούσε τελικά ο Τίμιος Σταυρός, το αιώνιο αυτό σύμβολο του ανώτερου ψυχικού πολιτισμού. Πίστευε ο Κανάρης. Και γι’ αυτό μετά το ηρωικό του κατόρθωμα, αμέσως μόλις αποβιβάστηκε στους βράχους των Ψαρών, έσπευσε αμέσως ο ίδιος και οι σύντροφοί του να δοξολογήσουν το Θεό. Μετέβη στο εξωκκλήσι του Αγίου Νικολάου, άναψε λαμπάδα, γονάτισε και γεμάτος ιερή συγκίνηση ευχαρίστησε τον Κύριο και τον παρακάλεσε να δώσει ταχύτατα την ελευθερία της Πατρίδας. Και αξιώθηκε ο ναύαρχος να δει τους καρπούς των αγώνων του. Είδε την Ελλάδα, για χάρη της οποίας ζούσε και ανέπνεε, ελεύθερη και, όταν εγκαταστάθηκε μετά την απελευθέρωση στην απόκεντρη τότε συνοικία των Αθηνών, την Κυψέλη και ενώ απολάμβανε τη γενική εκτίμηση των Ελλήνων, δε λησμόνησε το Θεό. Ο ναύαρχος κάθε Κυριακή, από τα χαράματα, επί πολλά χρόνια, μέχρι τα βαθιά του γεράματα, πήγαινε από τους πρώτους στον ιερό ναό της ενορίας του και στεκόταν με ευλάβεια μέχρι τέλους στη θεία Λειτουργία. Μέχρι σήμερα υπάρχει η θέση, όπου στεκόταν ο ναύαρχος.
Παιδί θαυματουργής πίστης ήταν ο Κανάρης. Και όχι μόνο ο Κανάρης αλλά και ολόκληρη η ένδοξη εκείνη γενιά των αγωνιστών του 1821 είχε βαθύτατο θρησκευτικό συναίσθημα. Εάν μελετήσεις την ιστορία του βίου των επισημότερων ηρώων του αγώνα, του Κολοκοτρώνη, του Κουντουριώτη, του Μιαούλη, του Διάκου, του Μάρκου Μπότσαρη και άλλων, θα δεις σε μύριες περιπτώσεις του πολυετούς και δραματικού αγώνα ότι οι άνδρες αυτοί, οι οποίοι πολέμησαν σα λιοντάρια υπέρ της ελευθερίας, είχαν την πίστη ριζωμένη στα βάθη της ύπαρξής τους. Όλοι οι αγωνιστές ήταν πιστά τέκνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Νήστευαν, προσεύχονταν, εκκλησιάζονταν, κοινωνούσαν με βαθύτατη κατάνυξη τα Άχραντα Μυστήρια και εκπλήρωναν όλα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Άρχιζαν και τελείωναν κάθε πράξη τους υπέρ της Πατρίδας με το όνομα του Θεού. «Ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Παντοκράτορος». Αυτή ήταν η επικεφαλίδα των διπλωμάτων, με τα οποία εφοδιάζονταν οι Έλληνες πλοίαρχοι των καταδρομικών για να καταδιώξουν τα εχθρικά πλοία. Νικούσαν και θριάμβευαν οι ήρωες και απέδιδαν τα νικητήρια στην Υπέρμαχο Στρατηγό. Δοξολογούσαν το Θεό και στα επίσημα έγγραφα, με τα οποία αναγγέλλονταν οι νίκες, έγραφαν· «Μέγας ὁ Θεὸς καὶ ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν» και «Ἡ δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύι».
Ήρωες της πίστης ήταν οι αγωνιστές του 1821. Αλλά δυστυχώς μετά την απελευθέρωση του Έθνους η πίστη εκείνη η μεγάλη, που γέννησε τους άθλους του 1821, άρχισε να ψυχραίνεται στην ελεύθερη Πατρίδα. Γιατί άνδρες «λυμεῶνες» (= κακοποιοί), βγαίνοντας από τα πανεπιστημια της Δύσης, όπου διδάσκονταν την αθεΐα, δίδαξαν τον υλισμό, πολέμησαν με λύσσα τα διδάγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και για μια εκατονταετία αγωνίστηκαν με όλα τα μέσα για να μεταβάλουν το λαό μας σε λαό άθρησκο. Και ως επί το πλείστον αυτοί οι άνθρωποι κυβέρνησαν τον τόπο. Αυτοί θέλησαν να σβήσουν από τον Ελληνικό Σύνταγμα την επικεφαλίδα, την οποία είχαν θέσει ως θεμέλιο του Έθνους οι πρώτοι εκείνοι αγωνιστές· «Ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου Τριάδος». Έτσι άρχιζε το Σύνταγμα, το οποίο ψήφισαν οι πρώτες εθνοσυνελεύσεις των ηρώων. Αλλά η επικεφαλίδα αυτή θεωρήθηκε από τους ανθρώπους της απιστίας ως αναχρονισμός, ο οποίος δεν είχε πλέον θέση στη σύγχρονη γενιά μας.
Και δυστυχώς το πνεύμα αυτό της αδιαφορίας, για να μην πούμε της εχθρότητας, προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, την κιβωτό της σωτηρίας του Έθνους μας κατά τους σκοτεινούς εκείνους χρόνους της δουλείας, εξακολουθούσε να έχει τις ρίζες του στην πολιτική και δημόσια ζωή της Ελλάδας. Και συμβαίνει αυτό το παράδοξο· ενώ ο λαός, ο μεγάλος λαός της Ελλάδας, πιστεύει στη Θρησκεία του – πόσα δείγματα της πίστης του κατά τα τελευταία χρόνια δεν έχουμε να αναφέρουμε! – αντίθετα, εκείνοι, οι οποίοι λένε ότι τον εκπροσωπούν στη δημόσια και πολιτική ζωή της χώρας, πόσο φαίνονται ψυχροί, αδιάφοροι και πολλές φορές άπιστοι, άθεοι, υλιστές, αντίχριστοι! Θεωρείτε υπερβολική την κρίση μας; Θα μπορούσαμε να σας αναφέρουμε πλήθος παραδειγμάτων.
Αλλά σήμερα αρκούμαστε μόνο να ρωτήσουμε· εσείς, όσοι κατοικείτε στην πρωτεύουσα της Ελλάδας, μπορείτε να μας πείτε, πόσοι από τους πολιτικούς άνδρες σας, όσοι κυβέρνησαν ή κυβερνούν ή φιλοδοξούν να κυβερνήσουν τον ιστορικό αυτό τόπο, εμπνέονται από την Ορθόδοξη Πίστη; Πόσοι ζουν σαν πιστά της Εκκλησίας τέκνα; Πόσοι αποδεικνύονται πραγματικά ότι σκέπτονται και ενεργούν χριστιανικά; Να ένα παράδειγμα· είναι Κυριακή. Οι καμπάνες των ιερών ναών χτυπούν. Ο Κανάρης άκουγε τον ήχο τους και ηλεκτριζόταν ολόκληρος. Ευφραινόταν να βρίσκεται στον ιερό ναό. Τις ακούνε και σήμερα οι νεότεροι πολιτικοί μας και κανείς από αυτούς δεν εκκλησιάζεται τακτικά τις Κυριακές.
Εσείς, αγαπητοί αναγνώστες, όσοι κατοικείτε στις επαρχιακές πόλεις, ρίξτε ένα βλέμμα στους ιερούς ναούς του τόπου σας. Ο υπουργός, ο νομάρχης, οι ανώτεροι υπάλληλοι, επιθεωρητές εκπαίδευσης, καθηγητές και δάσκαλοι, εκτός από ελάχιστες τιμητικές εξαιρέσεις, όλοι λάμπουν με την απουσία τους. Ας εκκλησιάζεται ο … μικρός λαός. Ας εκκλησιάζονται τα γραΐδια. Αυτοί, τώρα, μεγάλοι, σπουδαίοι, άρχοντες λαού, θεωρούν υποτιμητικό να εκκλησιαστούν. Και μόνο κατά τις επίσημες εθνικές εορτές, όπως είναι η 25η Μαρτίου, θα πλημμυρίσουν τον ιερό ναό. Τότε μόνο θυμούνται ότι έχουν Θρησκεία. Κανάρη! Ξύπνα να δεις τους επίσημους από τους απογόνους σου πώς θρησκεύουν.
Αυτή η επιδεικτική απουσία των επίσημων εκπροσώπων του Ελληνικού Κράτους από τους τόπους της δημόσιας λατρείας σκανδαλίζει τον ευσεβή λαό μας. Πόσες φορές την Κυριακή το πρωί πολίτες, πηγαίνοντας στους ιερούς ναούς της Ελλάδας για να προσευχηθούν, δεν είδαν δημόσιους υπαλλήλους, που κατέχουν μάλιστα ανώτατες θέσεις, να κάνουν τον περίπατό τους επιδεικτικότατα στις κεντρικές πλατείες των πόλεών τους, ενώ στον παρακείμενο ναό πλήθος λαού παρακολουθεί τη θεία Λειτουργία και το ιερό κήρυγμα;
Ω, υπουργοί και νομάρχες, αρχηγοί κομμάτων και βουλευτές, ναύαρχοι και στρατηγοί, καθηγητές και δάσκαλοι και όλοι γενικά οι δημόσιοι λειτουργοί της Ελλάδας! Η θέση σας την Κυριακή το πρωί δεν είναι στις πλατείες και τους δρόμους των πόλεών μας. Εκπροσωπείτε μια Ελλάδα, η οποία κατά τη μέγιστη πλειοψηφία του λαού της πιστεύει στη Θρησκεία των πατέρων. Με την ακλόνητη πίστη στη Θρησκεία αυτή ο μικρός αυτός λαός αναδείχτηκε μέγας, έζησε μέσα σε μεγάλες συμφορές και καταιγίδες, ανέπτυξε πολιτισμό, έστησε απαράμιλλα τρόπαια, έγραψε εποποιίες, για τις οποίες χρειάζονται ποιητές πινδαρικής και ομηρικής έμπνευσης για την εξύμνηση των κατορθωμάτων του. Πιστός είναι ο λαός μας και γι’ αυτό πιστοί πρέπει να είναι και οι γνήσιοι εκπρόσωποί του. Πιστοί πρέπει να είναι οι κυβερνήτες του λαού αυτού, δίνοντας πρώτοι το παράδειγμα της αφοσίωσης προς την Πατρίδα.
Διαφορετικά, το στασίδι του ιερού ναού των Αγίων Αποστόλων της Αθήνας με τη γαλανόλευκη ταινία θα παραμείνει δριμύς έλεγχος όλων εκείνων των Ελλήνων, οι οποίοι, διαδεχόμενοι τους ιερούς εκείνους ήρωες στις διάφορες δημόσιες θέσεις, δεν έχουν ούτε ένα μόριο της Χριστιανικής Πίστης των προγόνων τους.
Η Χριστιανική Ελλάδα έχει την αξίωση να κυβερνιέται από χριστιανούς κυβερνήτες, που κλείνουν στα στήθη τους τη θαυματουργή πίστη ενός Κανάρη!
(“ΕΘΝΙΚΑΙ ΕΠΕΤΕΙΟΙ” ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ, σελ. 77-153)
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ