Αυγουστίνος Καντιώτης



ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ (Αποσπασμα «Χριστιανικης Σπιθας» του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου)

date Οκτ 17th, 2017 | filed Filed under: ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Ἀπόσπασμα «Χριστιανικης Σπίθας» φυλ. 267, Δεκέμβιος 1963
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

«Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας»

 
—————

Ὡς εἶνε γνωστόν, τὸ Ἅγιον Ὄρος γεωργαφικῶς κεῖται ἐν Μακεδονία, ἐπὶ τῆς Χαλκιδικῆς χερσονήσου. Αὕτη διασχίζεται εἰς τρεῖς γλώσσας, εἰς τρεῖς μικροτέρας χερσονήσους, αἱ ὁποῖαι ἐκ παραλλήλου βαίνουσαι εἰσχωροῦν εἰς ἀρκετὸν μῆκος ἐντὸς τοῦ Αἰγαίου πελάγους. Ἐπὶ τῆς ἀνατολικωτέρας ἐξ αὐτῶν, ἥτις ὡς σκοπὸς φυλάσσει τὸ Αἰγαῖον καὶ ἀτενίζει πρὸς τὴν Μ. Ἀσίαν, πρὸς τὴν ἔξοδον τῶν Δαρδανελλίων, διʼ ὅ καὶ ὠνομάσθη φάρος τοῦ Αἰγαίου καὶ Γιβραλτὰρ τῆς Ἑλλάδος, εὑρίσκετο τὸ κρατίδιον, ἡ αὐτόνομος Ἁγιορειτικὴ Πολιτεία, καταλαμβάνουσα σχεδὸν ὁλόκληρον τὴν χερσόνησον.
Ὁ Ξέρξης, διὰ νὰ ἐνθυμηθῶμεν ὀλίγον τι τὴν Ἱστορίαν, ἐκστρατεύων κατὰ τῆς Ἑλλάδος καὶ φοβούμενος νὰ διέλθη ἀπὸ τὸ ἀκρωτήριον τῆς μικρᾶς ταύτης χερσονήσου, ὅπερ μὲ τὰ ἄγρια κύματά του ἐγένετο ὁ τάφος τοῦ ἐκ 300 τριηρέων στόλου τοῦ Μαρδονίου, ἐν ἀρχῆ τῆς χερσονήσου, περὶ τὸ στενότερον αὐτῆς σημεῖον, ἤνοιξε διώρυγα διὰ νὰ διέλθη ὁ ἰδικός του στόλος. Ὁ ἰσθμός, ποὺ ἤνοιξεν ὁ ἀβαθὴς αὖλαξ τῆς διώρυγος ἐκείνης, ἐν τῆ ὁρῆ τοῦ χρόνου ἐξηφανίσθη, καὶ σήμερον κατάφυτος κοιλὰς ὁμοία πρὸς τὴν κοιλάδα τῶν Τεμπῶν, καταλαμβάνει τὴν θέσιν τοῦ ἰσθμοῦ, ὅστις, ἐὰν διεσώζετο καὶ ἐμβαθύνετο ὑπὸ τῆς συγχρόνου μηχανικῆς ἐπιστήμης, θὰ διεχώριζε τελείως τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπὸ τῆς ξηρᾶς καὶ εἰς νῆσον θὰ μετέβαλε τὸ Ἅγιον Ὄρος. Διερχόμενος τὴν κοιλάδα ταύτην φθάνεις εἰς τὰ σύνορα τῆς ἰδιοτύπου Πολιτείας, εἰς τὴν ὁροθετικὴν γραμήν, ἥτις χωρίζει τὸν κόσμον τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ πολιτείας ἀπὸ τὸν ἔξω «κόσμον». Εἰσέρχεσαι πλέον εἰς τὸν ἱερὸν χῶρον, τὸν ὁποῖον ἡ γλῶσσα τῶν ἁγιορειτῶν ὠνόμασε «κῆπον τῆς Θεοτόκου», «περιβόλι τῆς Παναγίας».
Καὶ ὄντως τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶνε κῆπος. Κῆπος ὡραιότατος. Τὰ φυσικὰ κάλλη τοῦ τόπου τούτου κρατοῦν ἐκθαμβον τὸν ἐπισκέπτην. Ἐκ τῶν πολλῶν περιγραφῶν ἐπισκεπτῶν δημοσιεύομεν ἐδῶ περικοπὰς ἐκ τῶν συγγραμμάτων δοκίμων συγγραφέων, παλαιοτέρων καὶ νεωτέρων, οἱ ὁποῖοι ἐπισκεφθέντες τὸ Ἅγιον Ὄρος, διὰ τοῦ καλάμου των περιέγραψαν ζωηρῶς τὰ φυσικά του κάλλη.

Περιγραφαὶ συγγραφέων

Οὕτως ὁ Νικηφόρος Γρηγορᾶς, Βυζαντινὸς ἱστορικός, άκμάσας κατὰ τὸν 14ον αἰῶνα, δίδει περιγραφήν, τῆς ὁποίας περικοπὴν παραθέτομεν ἐν έλευθέρα μεταφράσει. «Τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ Ἄθως, – λέγει – ἐκτὸς τῶν ἄλλων λόγων ποὺ πρέπει νὰ θαυμάζεται, ἄξιον, νομίζω, εἶνε νὰ θαυμάζεται, διότι καὶ ὁ ἀὴρ ποὺ πνέει ἐκεῖ εἶνε καθαρὸς καὶ ὅλα τὰ εἴδη τῶν χόρτων ἐκεῖ φύονται καὶ στολίζουν – ὡς μὲ τάπητας τὴν γῆν καὶ ἔτσι εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ὁ ἐπισκέπτης προδιατίυεται εὐμενῶς. Πανταχόθεν τέρπεται. Ὡς ἀπὸ μυστικὰ τῆς φύσεως θησαυροφυλάκια ἐξέρχονται ἐυχάρισται ὀσμαί, εὐωδιῶν ποικιλία, ἡ ὁποία μαζὺ μὲ τὴν ποικιλίαν τῶν χρωμάτων τῶν ἀνθέων εὐφραίνει καὶ ἀναζωογονεῖ τοὺς ἐπισκέπτας. Δάση ποὺ ἀποτελοῦνται ἀπὸ διάφορα δένδρα, λειμῶνες καὶ κῆποι ποὺ καλλιεργοῦν χεῖρες ἀνθρώπων, ἰδοὺ ἕνα ἄλλο εὐχάριστον θέαμα. Πτηνὰ διασχίζουν τὸν ἀέρα, σμήνη μελισσῶν ποὺ περιτρέχουν καὶ βομβοῦν, ὀδοὺ ἕτερον εὐχάριστον θέαμα. Ἀλλὰ τί νὰ εἴπη τις διὰ τὴν μουσικὴν ἐκείνην ποὺ ἀκούεται, μουσικὴν ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν φωνὴν τοῦ ἀηδόνος; Ἡ ἀηδών, ἡ ὁποία συμψάλλει μετὰ τῶν ἐκεῖ μοναχῶν, ἔχει ἐπὶ τοῦ στήθους της κάποιαν κιθάραν ποὺ τῆς ἔδωκεν ὁ Θεός, διὰ νὰ ψάλλη «μουσικὴν ἐναρμόνιον». Καὶ ἐκτὸς τῆς φωνῆς τῆς ἀηδόνος καὶ ἄλλη τις φωνὴ άκούεται καταθέλγουσα τοὺς ἐπισκέπτας˙ εἶνε ἠ φωνὴ τοῦ ὕδατος ποὺ τρέχει καὶ κελαρύζει. Διότι ἄφθονα ἐκεῖ εἶνε τὰ ὕδατα. Σχηματίζουν ῥυάκια. Ἀναπηδοῦν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς γῆς. Συνοδοιποροῦν καὶ συμψάλλουν καὶ αὐτὰ μὲ τοὺς μοναστάς. Ἐκεῖ ἐκ τῶν δένδρων καὶ φυτῶν, ἐκ τῶν κήπων καὶ τῶν λειμώνων ἄφθονα ἔχουν τὰ πρὸς τὸ ζῆν οἱ μονάζοντες. Καὶ μαζὺ μὲ τὴν θαυμασίαν θέαν ποὺ παρέχει ἡ ξηρά, ἰδοὺ καὶ ἡ θάλασσα, ἡ ὁποία πανταχόθεν περικυκλοῖ τὴν στενόμακρον χερσόνησον, πλὴν τοῦ ἰσθμοῦ τοῦ Ξέρξου, ἔρχεται καὶ αὐτὴ νὰ δώση τὸ ἰδικόν της χρῶμα καὶ νὰ συμπληρώση τὴν ὅλην εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Ὄρους… Αὐτὴ ἡ γῆ, ποὺ ἐταπείνωσε τὴν ἐπηρμένην ὀφρὺν τὼν βαρβάρων τῆς Ἀνατολῆς ποὺ ἤρχοντο διὰ νὰ κατακτήσουν τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸν κόσμον ὁλόκληρον, ἐξακολουθεῖ καὶ σήμερον νὰ μεταδίδη διὰ τῆς ζωῆς τῶν μοναχῶν τὸ ἀναγκαιότατον κήρυγμα τῆς ἀρετῆς, τὸ κήρυγμα τῆς μοναχικῆς ζωῆς, τὸ κήρυγμα τῆς ταπεινώσεως ἐνώπιον τοῦ Παντοδυνάμου Θεοῦ…».
Παρόμοιον ὕμνον διὰ τὰ φυσικὰ κάλλη τοῦ Ἁγίου Ὄρους ψάλλει καὶ ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους, ὁ πολὺς Εὐγένιος Βούλγαρις (1716-1806), ὁ Διευθυντὴς τῆς περιωνύμου Ἀθωνιάδος Ἀκαδημίας. Ἐκ τῶν προτέρων δὲ συγγραφέων ὁ ἁγιογράφος καὶ ἐκλεκτὸς λογοτέχνης κ. Φώτης Κόντογλου ὡς ἐξῆς περιγράφει τὸ ἄκρον τῆς χερσονήσου. «Ὑψηλὰ εἰς τὸ χεῖλος τῶν τερατωδῶν βράχων, οἴτινες βυθίζονται εἰς τὴν θάλασσαν άποτόμως, αίωροῦνται σχεδὸν οἱ κῆποι καὶ οἱ μικροὶ ἐλαιῶνες τῶν χαμηλοτέρων κελλίων, ὡς οἱ ἄλλοι κρεμαστοὶ τῆς Βαβυλῶνος. Κάτω εἰς τὰ θεμέλιά των, μέσα ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ ὕδατα, ἀναδύονται τεράστιαι ἁψῖδες εἰς παράταξιν, πελώρια καὶ σκοτεινὰ σπήλαια, ἐντὸς τῶν ὁποίων ἐνδιαιτῶνται θαλάσσια τέρατα, φῶκαι καὶ ἄγρια θαλασσοχελίδονα. Πολλάκις, ὅταν ὁ καιρὸς εἶνε νότιος καὶ θυελλώδης, τὰ κύματα σκεπάζουν τὸ χαμηλὸν νησίδριον τοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται .εμπροσθεν τῆς Σκήτης, καὶ οἱ ἀφροί των ῥαντίζουν τοὺς κήπους των. Τότε σείεται ὁλόκληρος ὁ βράχος».
Ὁ μακαρίτης καθηγητὴς Νικ. Λούβαρις, ὅστις κατʼ ἐπανάληψιν ἐπεσκέφθη τὸ Ἅγιον Ὄρος, εἰς τὸ βιβλίον του «Ἄθως, ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ», ἔκθαμβος πρὸ τοῦ φυσικοῦ μεγαλείου τῆς ὅλης χερσονήσου γράφει τὰ ἐξῆς: «Ἀπὸ κάθε κορυφὴν λόφου ποὺ φθάνομεν, χαιρετῶμεν τὴν θάλασσαν αὐτήν, τὴν σειρὰν τῶν ἀγριωπῶν κάβων, τοὺς κομψοὺς ὅρμους, τὰς ἀμφιθεατρικὰς ἀκτάς, ποὺ στολίζουν καστανιές, ἐληὲς καὶ κυπαρίσσια. Τὸν βαθύν, σεμνόν τόνον τῆς μουσικῆς αὐτῆς μορφῶν καὶ χρωμάτων ἀποτελεῖ τὸ σιωπηλὸν δάσος τῶν καστανέων, ἀτελείωτον, ἀκίνητον, ἡμισκότεινον. Πελώριοι, πανύψηλοι κορμοί, διαδεχόμενοι ἀλλήλους εἰς μυστηριώδη βάθη, ἐπιστέφονται ἀπὸ πυκνὰς στεφάνας, αἱ ὁποῖαι, ἀδιείσδυτοι ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, δημιουργοῦν τὴν ἐντύπωσιν ἀπεράντου θόλου, ποὺ βαστάζουν οἱ εὐθυτενεῖς ἐκεῖνοι κίονες τῶν αἰωνοβίων δένδρων. Ἕνας ἀληθινὸς καθεδρικὸς ναός, ἀχειροποίητος ὅσον καὶ ὑποβλητικὸς ποὺ συναρπάζει πρὸς τὰ ἄνω τὴν ψυχήν, ὡς οἱ Γοτθικοὶ ναοὶ τῆς Δύσεως. Ἀποτέλεσμα τοὺ ὑψηλοῦ ἐπὶ τοῦ ἀνθρωπίνουν θυμικοῦ, ποὺ ἐμβάλλει εἰς φόβον διὰ τὸ ὑπερδύναμον τοῦ ὄγκου του καὶ διὰ τὸ ἀπρόσιτον τοῦ ὕψους του, καὶ συγχρόνως μᾶς ἔλκει πρὸς ἑαυτό, μᾶς μεταδίδει κἄτι ἀπὸ τὴν ὁρμήν του καὶ μᾶς παρασύρει μαζύ του πρὸς τὸν οὐρανόν».
Τὸ ἱερὸν ἄνθος
Μέσα εἰς τὸν μακάριον αὐτὸν τόπον ποὺ ὁ καθαρὸς ἀὴρ δὲν ἀφήνει νʼ ἀναπτυχθοῦν τὰ φθοροποιὰ μικρόβια τῶν ποικίλων ἀσθενειῶν, δὲν εἶνε καθόλου ἀπίστευτον ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον σημειώνουν ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, ὅτι οἱ παλαιοὶ κάτοικοι τῆς εύλογημένης αὐτῆς χερσονήσου ἦσαν οἱ μακροβιώτεροι ὅλων τῶν Ἑλλήνων.
Καὶ κάτι ἄλλο περίεργον: Εἰς ἀποκρήμνους βράχους τοῦ Ἄθωνος φύεται μοναδικόν τι ἄνθος, «ἱερὸν», καλούμενον, «λεπτὸν ὠχροκυανοῦν ἄνθος, μὲ μεταφυσικὴν εὐωδίαν», ὅπως τὸ ἄλλο ἐκεῖνο μοναδικὸν ἄνθος, τὸ ἐντελβάϊς καλούμενον, ὅπερ φύεται εἰς χιονοσκεπεῖς κορυφὰς τῶν Ἄλπεων. Τὸ ἱερὸν ἄνθος τοῦ Ἄθωνος ἦτο ἄλλοτε περιζήτητον καὶ ἐπωλεῖτο πανάκριβον εἰς ἀγορὰς τῆς Μόσχας. Διὸ καὶ νεαροὶ Ρῶσσοι μοναχοί, ὦν τότε ἔβριθε τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀνήρχοντο εἰς τοὺς ἀποκρήμνους ἐκείνους βράχους διὰ νὰ κόψουν τὸ ἄνθος, οὐκ ὀλίγοι δὲ τῶν ὀρειβατῶν τούτων μοναχῶν ὠλίσθαινον καὶ κατεκρημνίζοντο εἰς τὸ χάος. Ἐφονεύοντο διʼ ἕν ἄνθος! Ἀλλὰ τῶν φυσικῶν ἀνθέων ὑπάρχουν ἄλλα εὐωδέστερα, ἀμάραντα, αἰώνια. Ἀλλὰ διὰ νὰ συλλέξη τις τὰ ἄνθη ταῦτα πρέπει νὰ γίνη ὀρειβάτης τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ ἀνέλθη εἰς τὰς κορυφὰς τῶν ὀρέων, τῶν θείων ἀρετῶν, ἀκούων τὴν θείαν πρόσκλησιν. «Εἰς τὰ ὄρη, ψυχή, ἀρθῶμεν, ὅθεν ἡ βοήθεια ἥξει».
Τέλος ὡς ἐπιστέγασμα τῶν περιγραφῶν, διὰ τῶν ὁποῖων ὑμνεῖται τὸ φυσικὸν κάλλος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡς τὸ πλέον ἐξαίρετον, σπάνιον, μοναδικόν, ἄς θέσωμεν τοὺς ἐξῆς στίχους τοῦ ἰδικοῦ μας ποιητοῦ Παν. Σούτσου.

«Κρυσταλλωμένε Ἄθωνα! Τὸ ὕψος σου θαυμάζω
καὶ βλέπων σε τὴν δεξιὰν τοῦ Πλάστου σου δοξάζω.
Τὸ φῶς λαμβάνει τʼ οὐρανοῦ ἡ κορυφή σου πρώτη,
καὶ εἰς τοῦ Ἅδου φθάνουσιν οἱ πόδες σου τὰ σκότη.
Διάδημα ἀδαμάντινον τὴν κορυφήν σου στέφει,
τὰ δάση ἔχεις ζώνην σου καὶ ἡ κόμην σου τὰ νέφη.
Ἡ ἀστραπὴ τὸ βλέμμα σου, ὁ χείμαρρος φωνή σου
καὶ ἀνεμοστρόβιλος ἡ βροντερὰ πνοή σου».

Συνεχίζεται

————-

—————

—————

————–

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.