Αυγουστίνος Καντιώτης



Το γενος μας ανεκαθεν τιμα την παρθενια – «Χαιρε, η στηλη της παρθενιας» (Ακαθ. υμν. Τ1α΄)

date Μαρ 23rd, 2018 | filed Filed under: Xαιρετισμοι της Παναγιας

Περίοδος Δ΄, Ἔτος
Φλώρινα ἀριθμ. φύλλου 2079
Ἀκάθιστος Ὕμνος, Παρασκευὴ 23 Μαρτίου 2018
Ομιλία τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Το γενος μας ανεκαθεν τιμα την παρθενια

«Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας» (Ἀκάθ. ὕμν. Τ1α΄)

MANA TOY KODSMOYὉ κόσμος, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε δημιούρ­γημα τύχης· δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἐκ τοῦ μηδενός, αὐτὴ εἶνε ἡ διδασκαλία τῆς ἁ­γίας μας Ἐκκλησίας. Καὶ κορυφὴ τῆς δημιουρ­­γί­ας τοῦ κόσμου εἶνε ὁ ἄνθρωπος.

Ἀ­π᾽ τὴν ἡ­­μέρα ποὺ πάνω στὸ φλοιὸ τῆς γῆς ἐμφανίστηκε ὁ ἄνθρωπος μέχρι τῆς συν­­τελείας τῶν αἰώνων ἔζησαν – ζοῦν – θὰ ζήσουν δισ­ε­κατομμύρια γυναῖκες. Ἀπ᾽ ὅ­λες αὐ­τὲς διακρί­θηκαν καὶ θὰ διακριθοῦν ὡρισμένες εἴ­τε γιὰ προσωπικὰ φυσικὰ χαρίσμα­τα (ὀμορφιά, εὐ­φυ­­ΐα κ.τ.λ.), εἴτε ὡς συγγενεῖς μεγάλων ἀν­δρῶν.
Ἀλλ᾽ ἐὰν ρωτήσετε, ποιά ἀπὸ τὸ πλῆ­θος τῶν γυναικῶν εἶνε ἡ ἀ­νώτερη ἀπ᾽ ὅλες, ἡ βασίλισ­σα τοῦ γυναικείου κόσμου, καὶ ἂν ἐ­μεῖς σιωπή­σουμε, καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ θὰ φωνά­­ξουν, ὅτι ἐκείνη ποὺ ἀνῆλθε σὲ «ὕ­ψος δυσ­ανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς», ὅ­πως λέει ὁ ­Ἀκάθιστος ὕμνος (Α3), εἶνε ἡ ταπεινὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἡ ὑπερ­αγία Θεοτό­κος.
Δικαίως καὶ πρεπόν­τως τὴν ἐγκωμιάζει ἡ Ἐκκλησία μας, τὴν ἐγκωμιάζουν ποιηταὶ καὶ ῥήτορες. Καὶ μία ἄριστη συλλογὴ – ἀνθοδέσμη ὡραιοτάτων ἐγκωμίων εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος, ὁ ὁποῖος ἐπαναλαμβάνει ἑκατὸν σαραν­τατέσσερις (144) φορὲς τὸ πρῶτο «Χαῖρε» ποὺ ἀκούστηκε πρὸς αὐτὴν στὴ Ναζαρέτ (Λουκ. 1,28).
Τί ἐγκωμιάζει ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος; Ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος τῶν ῥαδιοφώνων καὶ τῆς τηλε­ο­ράσεως, ὁ κόσμος τῆς διαφθορᾶς, τῶν Σοδό­μων καὶ τῆς Γομόρρας, ἐγκωμιάζει τὴ φυσικὴ ὀμορφιὰ τῆς γυναίκας. Τέτοιο κάλλος ἐγκωμι­άζει καὶ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος; Χωρὶς ἀμφιβολία ἡ Παρθένος Μαρία εἶχε καὶ κάλλος φυσικό. Ἀλλὰ ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος δὲν ἐγκωμιάζει αὐτό. Τὸ κάλλος τὸ φυσικό, ὅσο καὶ ἂν λάμπῃ καὶ ἂν σαγηνεύῃ καὶ ἂν καίῃ καὶ πυρπολῇ, τὸ κάλλος αὐτὸ ποὺ εἶνε πηγὴ δαιμονισμοῦ ἐὰν κατοική­­σῃ σὲ γυναῖκα διεφθαρμένη, τὸ κάλλος αὐτὸ δὲν εἶνε τὸ ἀντικείμενο θαυμασμοῦ τοῦ ἐμ­πνευσμένου ἀνωνύμου ποιητοῦ τοῦ Ἀκαθί­στου ὕμνου. Τὸ φυσικὸ κάλλος, ἡ ὀμορφιὰ αὐ­­τὴ τῶν γυναικῶν, εἶνε ἄνθος ποὺ μαραίνεται. Πηγαίνετε στὰ νεκροταφεῖα καὶ δεῖτε ἐκεῖ «ποῦ τὸ κάλλος τοῦ σώματος;(Ἀκολ. νεκρώσ., εἰς τὸν ἀσπ.).

Πέρα ὅμως ἀπὸ τὸ κάλλος τὸ φυσικὸ ὑπάρ­χει ἕνα ἄλλο κάλλος, αἰώνιο καὶ ἀθάνατο. Τὸ κάλλος αὐτὸ εἶνε «ῥόδον τὸ ἀμάραντον» (Καν. Ἀκαθ. α΄3), θησαυρὸς ἀτίμητος, πάνω ἀπ᾽ ὅλους τοὺς θησαυρούς. Πρόκειται γιὰ τὴν ἀρετή. «Πᾶς ὅ τ᾽ ἐπὶ γῆς καὶ ὑπὸ γῆς χρυσὸς ἀρετῆς οὐκ ἀν­τάξιος», ὅπως ἔλεγαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι (Πλάτ., Νόμ. 5,728Α· Μιχ. Ἰατροῦ, Πόθεν καὶ διατί, σ. 70). Τὸ ἄφθαρτο αὐτὸ καὶ αἰώνιο κάλλος, ὁ ἀστὴρ ὁ ἄδυτος, ἡ ἀρετή, ­εἶνε ἡ καλωσύνη, ἡ ἁγιότης. Τῆς δὲ ἀρετῆς δοχεῖο ἔκτακτο καὶ μοναδικὸ ὑπῆρξε ἡ Θεοτόκος.
Τὸ φῶς τοῦ ἡλίου, ἂν καὶ φαίνεται μονοειδές, ἐν τούτοις διαθλᾶ­ται σὲ πολλὰ χρώ­ματα, ὅ­­πως βλέπουμε καὶ στὸ ὡραῖο φαινόμενο τοῦ οὐρανίου τόξου· ὅπως λοιπὸν τὸ φῶς ὅταν δι­αθλᾶται ἀναλύεται, ὅπως λένε οἱ φυσικοί, στὰ διάφορα χρώματα τῆς ἴριδος, ἔτσι κάπως καὶ ἡ ἁγιότης τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου διαθλᾶ­ται σὲ πολλὰ ἔξοχα χρώματα κάθε ἀρετῆς.
Τί πρῶτο καὶ τί δεύτερο τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου νὰ ἐγκωμιάσουμε; Ὑπῆρξε τὸ ὑπόδει­γμα τῶν γυναικῶν σὲ ὅλες τὶς ἀρετές.
Ὑπῆρξε ὑπόδειγμα προσευχῆς καὶ μελέτης. Γυναῖκες ὅσες δὲν διαβάζετε τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ δὲν προσεύχεσθε γιὰ τὰ παιδιά σας, ἐλεγχθῆτε ἀπὸ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, ποὺ προσ­ευχόταν καὶ ἐντρυφοῦσε στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὑπῆρξε ὑπόδειγμα πραότητος καὶ ὑπομο­νῆς. Γυναῖκες ὅσες ἀπὸ σᾶς δαιμονίζεστε ἀ­πὸ θυμὸ καὶ ὀργή, ἀτενίστε στὸ ὑπόδειγμα τῆς ὑπομονῆς καὶ πραότητος. Τίποτε ἄλλο δὲν ἠ­ρεμεῖ τὸν ἄντρα ὅσο ἡ πραότητα ­τῆς συζύγου του ποὺ λάμπει στὸν καθημερινό της βίο.
Ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ἐργατικότητος. Δὲν ἦταν ἀκαμάτρα, ὅπως οἱ γυναῖκες τῶν σημερι­νῶν μεγαλουπόλεων ποὺ δὲν ξέ­ρουν ἀπὸ δουλειά· ἦταν σὰν τὶς ἐπαρχιώτισσες, ποὺ μὲ τὸν κόπο καὶ τὴν ἀ­ξιωσύνη τους τρέφουν ὅλους. Τὰ χέρια της εὐωδίαζαν ἄρωμα ἀγγέλων. Ἀπὸ τὰ δάκτυλά της ἦταν φτειαγμένα στὸν ἀργαλειὸ καὶ τὰ ἀ­πέριττα ροῦχα ποὺ φοροῦσε ὁ Χριστός μας.
Ἡ Παναγία ὑπῆρξε ἰδίως ὑπόδειγμα ταπεινώσεως, ὑπερτάτης ταπεινώσεως. Αὐτή, ποὺ ἀξιώθηκε νὰ γίνῃ ἡ μητέρα τοῦ Θεοῦ, τοῦ Χρι­στοῦ μας, δὲν καυχήθηκε ποτέ γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ ἔμενε στὴν ἀφάνεια καὶ τὴν ἡσυχία.
Τέλος, κοντὰ σ᾽ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ποὺ κοσμοῦν τὸ φωτοστέφανο τῆς δόξης της, ἡ ὑ­περ­αγία Θεοτόκος ὑπῆρξε καὶ τὸ ὑπόδει­γμα τῆς παρθενίας. Ἐδῶ θὰ ἐπιμείνω· καὶ ὑπογραμμίζω τὶς λέξεις αὐτές, διότι κατ᾿ ἐξο­χὴν αὐτὴ εἶνε ἡ ἀρετὴ ποὺ λείπει σήμερα.
Παρθενία. Τί παρθενία; Σώματος καὶ ψυχῆς. Ἡ παρθενία τοῦ σώματος δὲν εἶνε τόσο δύσ­κολη· πιὸ δύσκολο εἶνε νὰ παρθενεύῃ ἡ ψυχή. Ποιό τὸ ὄφελος νά ᾽νε καθαρὸ καὶ ἀμόλυντο τὸ σῶμα, ἡ δὲ ψυχὴ μέσα νὰ εἶνε ἀκάθαρτη ἀ­πὸ ῥύπους αἰσχρῶν ἐπιθυμιῶν; Ὁ Κύριος εἶ­πε, ὅτι καὶ ἕνα βλέμμα ἁμαρτωλὸ προκαλεῖ πορνεία καὶ μοιχεία (βλ. Ματθ. 5,28)· ζητάει καθαρότη­τα βλέμματος, καθαρότητα καρδιᾶς, νά ᾽νε ἀ­πηλ­λαγμένη ἡ διάνοια ἀπὸ βέβηλες σκέψεις. Ἡ Παναγία, παρθένος στὸ σῶμα καὶ παρθένος στὴν ψυχή, εἶχε κρυστάλλινη τὴν παρθενία. Παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, παρθένος κατὰ τὸν τόκον, παρθένος μετὰ τὸν τόκον· εἶνε ἡ μόνη ποὺ τῆς ἀνήκει ὁ τίτλος «Ἀειπάρθενος».
Μὲ δέος καὶ θαυμασμὸ στέκεται μπροστά της ὁ ὑ­μνῳδὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ λέει· «Τί σε καλέσωμεν», πῶς νὰ σὲ ὀνομάσουμε, Παναγία Παρθένε; «Οὐρανόν; ὅτι ἀνέτειλες τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης». Νὰ σὲ ὀνομάσουμε «Παράδεισον; ὅτι ἐβλάστησας τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας». Νὰ σὲ ὀνομάσουμε «Παρθένον; ὅτι ἔμει­νας ἄ­φθορος». Νὰ σὲ ὀνομάσουμε «Ἁγνὴν Μη­τέρα; Ὅτι ἔσχες σαῖς ἁγίαις ἀγκάλαις Υἱὸν τὸν πάν­των Θεόν», τὸν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστόν (Α΄ Ὥρα). Ὅ,τι καὶ νὰ ποῦμε, εἶνε ἀδύνατον νὰ ἐξυμνήσουμε τὸ μεγαλεῖο τῆς Θεοτόκου.

* * *

Θέλω, ἀγαπητοί μου, νὰ ἐπιστήσω τὴν προ­σοχὴ ὅλων καὶ πρὸ παντὸς τῶν γυναικῶν στὸ μεγάλο θέμα τῆς παρθενίας.
Ἡ παρθενία, τὸ στέμμα τῆς Θεοτόκου, ἦ­ταν εἶνε καὶ θὰ εἶνε πάν­το­τε τὸ καύχημα τοῦ γυναικείου φύλου. Εἶνε δὲ καὶ ἡ ἀρετὴ ἐκείνη ποὺ ἀπὸ ἀρχαιοτάτης ἐποχῆς ἐθαύμαζε τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων. Θέλετε ἀποδείξεις;
Ἡ πρώτη ἀπόδειξις βρίσκεται στὴν Ἀθήνα, ποὺ τὴν ἐπισκέπτονται τόσοι ξένοι. Γιατί ἔρ­χον­ται ἐκεῖ ἀπ᾽ τὰ πέρατα τοῦ κόσμου; Ἀνεβαίνουν στὴν Ἀ­κρόπολι νὰ δοῦν τὸν Παρθενῶνα, τὸ μνη­μεῖο πρὸς τιμὴν τῆς παρθενίας. Μὰ ἂν δὲν τιμᾶται ἡ παρθενία, τότε νὰ τὸ γκρεμίσουμε
Ἀπόδειξις τῆς τιμῆς πρὸς τὴν παρθενία εἶνε ἀκόμα ὁ ἄλλος Παρθενών, ὁ ἀνώτερος τοῦ πρώ­του, κι αὐτὸς εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Ἐὰν ἄλ­λοι θαυμάζουν τὸν Παρθενῶνα, ἐγὼ θαυμάζω τὸν ποιητικὸ αὐτὸν Παρθενῶνα, ποὺ ἔφτειαξε ἡ ἐμπνευσμένη ποίησις τοῦ Βυζαντίου.
Ἀπόδειξις τῆς τιμῆς πρὸς τὴν παρθενία εἶνε ἀκόμη τὰ δημοτικὰ τραγούδια, ποὺ ἀντηχοῦ­σαν στὰ βουνὰ καὶ στὰ λαγκάδια ὑμνώντας τὴν τιμὴ τῆς κόρης τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας.
Κι ἂν αὐτὰ δὲν σᾶς ἔπεισαν, κά­νετε μία ἐπίσκε­ψι – ποῦ; στὰ βράχια τῆς Ἀ­ραπίτσας, ἔξω ἀπ᾽ τὴ Νάουσα. Μ᾽ ἀξίωσε ὁ Θεὸς ὅταν ἤ­μουν ἱερο­κή­ρυκας Βεροίας & Ναούσης νὰ ψάλω τρισάγιο μετὰ δακρύ­ων ἐκεῖ, ποὺ δέκα, εἴκοσι, ­τρι­άντα, ἑκατὸ κοπέλλες, ἁγνὰ ῥό­δα, προτίμησαν νὰ πέ­σουν στὸ βάραθρο, γιὰ νὰ κρατήσουν τὴν τιμή τους ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῶν Τούρκων. Κάνετε μιὰ ἐπίσκεψι καὶ στὸ Ζάλογγο, ἐκεῖ ποὺ γιὰ τὸν ἴδιο λόγο θυσι­άστηκαν χορεύοντας οἱ Σουλιώτισσες. Αὐτὴ ἦταν τότε ἡ Ἑλλάδα!
Τώρα; Ὤ, θὰ γίνω πικρός, θὰ γίνω κακός! Μὰ πρέπει νὰ γίνω. Γιατὶ στὰ χρόνια μας τὸ γένος μας ἔ­παψε νὰ ψάλλῃ τὸ μεγαλεῖο τῆς παρθενίας· τὰ τραγούδια ποὺ μεταδίδουν οἱ σταθμοὶ ἐξυμνοῦν τὸν αἰσχρὸ ἔρωτα, τὴ μοιχεία, τὴν πορνεία, τὰ ἐπαίσχυντα πάθη.
Ἄλλαξε ὁ κόσμος· κακὸς ἄνεμος πνέει, ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὴ Δύσι νὰ κάψῃ σὰν λίβας τὰ ἄν­θη ποὺ εἴχαμε στὸ περιβόλι μας. Καὶ ἤδη τὰ μά­ρανε, καὶ πρέπει νὰ κλάψουμε. Δὲν πιστεύ­ουν πιὰ οἱ Ἑλληνίδες στὴν παρθενία. Μιὰ καθηγήτρια κλαίγοντας μοῦ ἔλεγε, ὅτι στὸ γυ­μνάσιο σηκώθησαν ὅλες καὶ φώναζαν, ὅτι ἡ παρθενία εἶνε πιὰ ξεπερασμένη! Κι ἀπὸ φοιτητικὰ στόμα­τα ἀκούγεται τὸ βραχνὸ σύνθημα «Κάτω ἡ παρ­θενία». Δηλαδή, Σόδομα καὶ Γόμορρα. Φοβᾶμαι μήπως κανένας σεισμὸς θάψῃ αὐτὴ τὴ σαπίλα.
Γυναῖκες πιστές, κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας! Εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων θὰ μείνουμε Χριστιανοί, θὰ τιμοῦμε «τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας» (τέ­λος ἀκολ. Χαιρετ.). Ὄχι νὰ τὸ λέμε μόνο στὴν ἐκκλησιὰ σὰν τραγούδι, ἀλλὰ «τὴν ὡραιότητα τῆς παρθε­νίας» καὶ στὸ ναό, καὶ στὸ σπίτι, παντοῦ· ὥστε ἀπὸ τὴ Μακεδονία καὶ τὴ Φλώρινα, νὰ εὐωδι­άσῃ ἡ παρθε­νία. Καὶ τότε νὰ λέμε πραγματικὰ στὴν Παναγία· «Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενί­ας· χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας» (Ἀκάθ. ὕμν. Τ1)· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Παρασκευὴ 25-3-1977 τὸ βράδυ

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.