Αυγουστίνος Καντιώτης



ΟΙ ΠΡΟΦΗΤEΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΙΕΣ ΤΩΝ: β) ΠΛΑΤΩΝ (427-347) γ) ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ (48-125 μ.Χ.) δ) Π ο λ υ β ι ος (204-120 π.Χ.)

date Δεκ 22nd, 2018 | filed Filed under: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

«ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ», σελ. 48-53, ἐκδ. 1998
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Π λ α τ ω ν (427-347 π.Χ.)

ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Σωκ Πλ. Πολ.Π

Ο ΔΕ ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ μαθητὴς τοῦ Σωκράτους, ὁ Πλάτων, μὲ τὸν ἀριστοτεχνικόν του κάλαμο ἐζωγράφισε τὴν εἰκόνα τοῦ Δικαίου, ὁ ὁποῖος θὰ σώσῃ τὸν κόσμο. Ὁ Δίκαιος, λέγει θὰ γυμνωθῇ, ἀλλ᾽ κανείς δεν θὰ μπορέση ν᾽ ἀφαιρέσῃ ἀπ᾽ αὐτὸν τὴν ἀρετήν. Καὶ ἐνῷ θὰ εἶνε ἀθῷος, χωρίς να έχη ἀδικήση κανέναν ποτέ, ἐν τούτοις θὰ δυσφημισθῇ σαν νὰ εἶχε διαπράξη «τὴν μεγίστην ἀδικίαν». Θὰ δικασθῇ, θὰ μαρτυρήσῃ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας καὶ θὰ παραμείνῃ «ἀμετάστατος μέχρι θανάτου», δηλαδὴ δὲν θ᾽ ἀλλάξῃ γνώμην. Θὰ μείνῃ ὡς ἀκίνητος βράχος ἐν μέσῳ μαινομένης θαλάσσης. Θὰ βασανισθῇ πολύ. Θὰ μαστιγωθῇ καὶ θὰ τελειώσῃ τὴν ζωήν του μὲ θάνατο φρικτό. Ἐπὶ λέξει· «ἀνασχινδιλευθήσεται».

Ποῖος μελετῶν τὸ περίφημον αὐτὸ περὶ τοῦ Δικαίου χωρίον τῆς συγγραφῆς τοῦ Πλάτωνος δὲν ἐνθυμεῖται παρόμοιον χωρίον τοῦ προφήτου Ἠσαΐου; Ὁ Ἠσαΐας πρὸ 800 ἐτῶν προεφήτευσε τὴν ἔλευσιν τοῦ Λυτρωτοῦ λέγων·

  • «Καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος· ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων… Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἐλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει. Αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν καὶ μεμαλάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν· παιδεία εἰρήνης ἡμῶν ἐπ᾽ αὐτόν, τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν. Πάντες ὡς πρόβατα ἐπλανήθημεν, ἄνθρωπος τῇ ὁδῷ αὐτοῦ ἐπλανήθη· καὶ Κύριος παρέδωκεν αὐτὸν ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν» (Ἠσ. 53, 2-6).

Π λ ο υ τ α ρ χ ο ς (48 – 125 μ.Χ.)

ΑΝ ΚΑΙ ὁ φιλόσοφος αὐτὸς ἔζησε κατὰ τὸν Α ΄ μ. Χ. αἰῶνα, ἐν τούτοις τὸν ἀναφέρουμε ἐδῶ, διότι ἀπηχεῖ τίς σκέψεις καὶ τὰ συναισθήματα τοῦ ἀρχαίου εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, ποὺ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὰρχισε νὰ καταρρέῃ. Ὁ Πλούταρχος βλέπει τὴν ἀθλιότητα τοῦ κόσμου, τῆς ὁποίας αἰτία εἶνε μία· πνεῦμα πονηρὸν εἰσῆλθεν, ἐτάραξε πάντα τὰ πράγματα, ἐνέπλησε κακῶν γῆν τε πᾶσαν καὶ θάλατταν. Ἀλλ᾽ ἡ δυναστεία αὐτοῦ, λέγει ἀλλαχοῦ ὁ Χαιρωνεὺς φιλόσοφος, θὰ διαλυθῇ. Μία νέα περίοδος ζωῆς θὰ ἀνατείλῃ. Ἔκ τινος μικρᾶς χώρας θὰ προέλθῃ ἀγαθὸν μέγα, τὸ ὁποῖον θὰ ἐπεκταθῇ εἰς ὅλην τὴν ἀνθρωπότητα, ὥστε «τῆς γῆς ὁμαλῆς γε καὶ ἐπιπέδου γενομένης ἕνα βίον καὶ πολιτείαν ἀνθρώπων μακαρίων καὶ ὁμογλώσσων ἁπάντων γενέσθαι».
Διαβάζοντας αυτα δὲν νομίζετε ὅτι ἀκοῦτε ὰπ μακριά την φωνὴν τοῦ προφήτη Ἠσαΐα που λέγει· «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται πάντα τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν καὶ ἡ τραχεῖα εἰς ὁδοὺς λείας· καὶ ὀφθήσεται ἡ δόξα Κυρίου, καὶ ὄψεται πᾶσα σὰρξ τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ»; (Ἠσ. 40, 3-5· πρβλ. Λουκ. 3, 4-6). Κατὰ τοὺς λόγους τῆς προφητείας αύτης ὑπάρχουν ἀδικίαι – βουνὰ ποὺ φράσσουν τὴν ὁδὸν τῆς ζωῆς, ἀλλ᾽ αὐτὰ μὲ τὴν βαθμιαίαν ἐπίδρασιν τοῦ χριστιανισμοῦ θὰ καταπίπτουν συνεχῶς, καὶ ἡ κοινωνικὴ δικαιοσύνη καὶ πᾶσα ἄλλη ἀρετὴ θὰ ἐξαπλοῦται, καὶ ἡ συναδέλφωσις τῶν λαῶν ποὺ εἶνε τώρα ὅραμα θὰ γίνῃ πραγματικότης. Πᾶν ὅ,τι εἶνε ἀνώμαλον ὁπωσδήποτε θὰ ἐξαλειφθῇ καὶ θὰ ἐπικρατήσῃ ἡ θεία ἐκείνη ὁμαλότης, ἡ ὁποία ἐπιτρέπει νὰ συναντώμεθα ὅλοι εἰς τὸ κοινὸν ἐπίπεδον τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ποὺ βρίσκεται ὑπεράνω ὅλων, εἰς ὕψος ἀπερίγραπτον, «δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς», ἐχαμήλωσε τόσον, ὥστε κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του συνανεστρέφετο καὶ τοὺς πλέον εὐτελεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους, ποῖος ὀπαδός του θὰ εἶνε ἐκεῖνος ποὺ θὰ κρατῇ τὸ ἰδικόν του ὕψος καὶ δὲν θὰ καταδέχεται νὰ καταβῇ ὀλίγας βαθμίδας διὰ νὰ χαιρετίσῃ καὶ ἐναγκαλισθῇ τὸν ἄλλον;
Ὁ χριστιανισμός, χωρὶς νὰ καταργῇ τὴν ἱεραρχίαν τῶν διαφόρων ἀξιωμάτων, ποὺ εἶνε ἀναγκαία διὰ τὴν διάρθρωσιν τῆς κοινωνίας, δημιουργεῖ ἐν ταυτῷ τὴν ὁμαλότητα, τὸ ἔδαφος ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἱστάμεθα καὶ γνωριζόμεθα ἅπαντες ὡς ἀδελφοί.
Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ Πλουτάρχου συνέβη καὶ γεγονὸς ποὺ ἐβύθισεν εἰς πένθος τοὺς εἰδωλολάτρας· ἔπαυσαν ἀποτόμως οἱ χρησμοὶ ποὺ ἐξέφερον τὰ διάφορα μαντεῖα τῆς εἰδωλολατρίας, τὸ δὲ γεγονὸς τοῦτο προκάλεσε τέτοια ἐντύπωσι εἰς τὸν φιλόσοφο, ὥστε συνέγραψε βιβλίο περὶ τῶν «ἐκλελοιπότων χρηστηρίων». Καὶ οἱ μὲν ὀπαδοὶ τῆς εἰδωλολατρίας προσεπάθησαν νὰ ἀποδώσουν ἀλλοῦ τὴν σιγὴν τῶν μαντείων, ἀλλὰ μία ἦτο ἡ ὀρθὴ ἑρμηνεία· ὅτι ὁ ἑωσφόρος, ὅστις ἕως τότε ἐπλάνα τὴν οἰκουμένην, ὑπέστη διὰ τῆς γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τρομακτικὴν ἦτταν καὶ ἔντρομος ἀπεσύρθη ἀπὸ τὰ φρούριά του.

Π ο λ υ β ι ος (204-120 π.Χ.)

πολυβιοςΟ ΠΟΛΥΒΙΟΣ, διάσημος ἱστορικός, ποὺ ἔβλεπε τὴν ῾Ρωμαϊκὴν αὐτοκρατορίαν νὰ ἐξαπλώνεται συνεχῶς, νὰ καταργῇ βασίλεια τὸ ἕνα κατόπιν τοῦ ἄλλου, ἐθαύμαζε τὸ γεγονὸς αὐτὸ καὶ εἰς τὴν ταχυτάτης ἐξάπλωσιν τῆς ῾Ρώμης διέβλεπε τὸν δάκτυλον τῆς θείας προνοίας. Δὲν εἶνε, ἔλεγε, τυχαία ἡ ἐξάπλωσις αὕτη τῆς αὐτοκρατορίας. Κάτι μέγα ἐν τῷ κόσμῳ ἑτοιμάζεται. Τὰ γεγονότα, σημειώνει, ἐπάγουσιν ( = ὁδηγοῦν) τὸν κόσμον πρός κάποια ἑνότητα. Καὶ πράγματι· ἡ πολιτικὴ ἐκείνη ἑνότης ὑπὸ τὸ σκῆπτρον τῆς ῾Ρώμης ἐφάνη χρήσιμος διὰ τὴν διάδοσιν τοῦ χριστιανισμοῦ, ὅπως ἐπίσης χρήσιμος ἀπεδείχθη ἡ διὰ τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου διάδοσις τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης εἰς ὅλον τὸν τότε γνωστὸν κόσμον. Ἡ θεία πρόνοια προπαρεσκεύασε ποικιλοτρόπως τὸ ἔδαφος διὰ νὰ σπαρῇ ὁ θεῖος σπόρος τοῦ εὐαγγελίου.
Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν χριστιανὸς φιλόσοφος, ὁ Αὔγουστος Νικόλαος, κρίνων τὰ πρὸ καὶ τὰ μετὰ Χριστὸν ἱστορικὰ γεγονότα, γράφει τὰ ἑξῆς σπουδαιότατα.

«Ὅταν θεωρῶμεν ὑπὸ τοιαύτην ἔποψιν τὴν ἱστορίαν, εὑρισκόμεθα εἰς μίαν ἐκτεταμένην σκηνήν, ἔνθα λύονται ὅλαι αἱ περιπλοκαὶ τῆς πολιτικῆς τῶν ἀνθρώπων, ὅλαι αἰ τύχαι τῶν ἐθνῶν συνδέονται καὶ ἐξηγοῦνται, καὶ οἱ Κῦροι, οἱ Ἀλέξανδροι, οἱ Καίσαρες, οἱ Κωνσταντῖνοι, οἱ Κάρολοι δὲν εἶναι εἰμὴ οἱ ὑποκριταὶ ὑψηλοῦ δράματος λυομένου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ αὐτοῦ».
Ὁ ὑλιστὴς μελετᾷ τὴν ἱστορίαν καὶ δὲν βλέπει κανένα ἐκεῖ σκοπόν. Ἀλλ᾽ ὁ πιστεύων εἰς Θεὸν πατέρα, δημιουργὸν καὶ προνοητὴν τοῦ κόσμου, αὐτὸς βλέπει εἰς τὰ γεγονότα τὸν θεῖον παράγοντα ποὺ κατευθύνει διὰ ποικίλων τρόπων τὴν ἀνθρωπότητα πρὸς ὡρισμένην κατεύθυνσιν, πρὸς τὸν θρίαμβον τοῦ φωτὸς κατὰ τοῦ σκότους, τῆς ἀληθείας κατὰ τοῦ ψεύδους.
Ὑπὸ τοιαύτην ἔποψιν ἔβλεπε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὴν παγκόσμιον ἱστορίαν καὶ ἔγραφε τοὺς ὐπερόχους ἐκείνους στίχους τῆς πρὸς Γαλάτας ἐπιστολῆς, τοὺς ὁποίους ἀκούομεν εἰς τὸν ἀπόστολον τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων· «Ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Γαλ. 4, 4-5).

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.