Αυγουστίνος Καντιώτης



«Μεσα μου ζη o Χριστoς»! «Ζω ουκετι εγω, ζη δε εν εμοι Χριστος» (Γαλ. 2,20) – Μακαρι κ᾽ εμεις, αδελφοι μου, αρχιζοντας τωρα αποφασιστικα, ειλικρινα & με ορεξι, μια συνεχη & εν­τατικη προσπαθεια –προ παν­τος δε με τη βοηθεια της θειας χαριτος–να πλησιασουμε & να εvωθουμε θερμα με τον σωτηρα & λυτρωτη μας Χριστο

date Σεπ 18th, 2020 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2323

Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Γαλ. 2,16-20)
20 Σεπτεμβρίου 2020

Ο αποστ.. Παυλος«Μεσα μου ζη o Χριστoς»!

«Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20)

Ἂν ὑπάρχουν λόγια, ἀγαπητοί μου, ποὺ φα­νερώνουν μέχρι ποιό βαθμὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἦταν ἑνωμένος μὲ τὸ Χριστό, ἐγὼ δὲν δυσκολεύομαι σήμερα νὰ πῶ, ὅτι βρῆ­κα ποιά εἶνε. Λέω λοιπὸν χωρὶς ἀμφιβολία, ὅ­τι τὰ λόγια ποὺ δείχνουν πιὸ καθαρὰ πόσο ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶχε ταυτίσει τὸν ἑ­­αυτό του μὲ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, εἶ­νε αὐτὰ ποὺ ἀ­κούσαμε στὸ ση­μερι­νὸ ἀ­ποστολικὸ ἀνάγνωσμα· «Ζῶ οὐκέτι ἐ­γώ, ζῇ δὲ ἐν ἐ­μοὶ Χριστός»· δὲν ζῶ δηλα­δὴ πλέον ἐγώ, ἀλ­λὰ μέσα μου ζῇ ὁ Χριστός (Γαλ. 2,20). Δὲν ξέρω ἂν συμφωνῆτε. Ἂν ἔχε­τε ἀντίρρησι, διαβάστε πα­ρακαλῶ πάλι ὅλες τὶς 14 ἐ­πι­στολὲς τοῦ Παύλου καὶ ὅ,τι ἄλλο ἀπ᾽ τὰ δικά του λόγια σῴζεται στὶς Πράξεις τῶν ἀποστόλων, καὶ βρῆ­τε μου ἐσεῖς ἂν ὑπάρχῃ κάτι πιὸ ἐκφραστικό.
«Ζῶ οὐκέτι ἐ­γώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός»! Τί λόγος αὐτός! Τρόπον τινὰ ὁ Παῦλος ἐκένωσε, ἄδειασε, τὸν ἑ­αυτό του καὶ στὴ θέσι του ἔ­­βαλε τὸ Χριστό. Πῶς ἔγινε αὐτό; Ἀπὸ τὴ μεγάλη ἀ­γάπη ποὺ ἔνιωθε γιὰ τὸν Κύριο. Καὶ πῶς νὰ μὴν τὸν ἀγαπᾷ; Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς πρῶ­τος μὲ τὴν ἐνανθρώπησί του «ἐ­κένωσεν ἑαυ­τὸν μορφὴν δούλου λαβών» (Φιλιπ. 2,7); Ὅταν ἕ­νας Θεὸς κενώνῃ τὸν ἑαυτό του πρὸς χάριν τοῦ Παύλου, τί θὰ κάνῃ ὁ Παῦλος γιὰ τὸν Σω­τῆρα καὶ Λυτρωτή του; Κενώνει – ἀδειάζει κι αὐ­τὸς τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν γεμίζει μ᾽ Ἐ­κεῖ­νον ποὺ τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Ἂς θυμηθοῦμε, τί ἔβλεπε ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος στὸν ἑαυτό του; Αὐτός, ὁ ἄλ­λοτε πολέμι­ος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μὲ μανία «ἐδίωκε τὴν ἐκ­κλησίαν» (Α΄ Κορ. 15,9. Γαλ. 1,13), μετὰ τὴ μετάνοιά του, ἐ­ρευνᾷ, ἀνακρίνει τὴ συνείδησί του, καὶ διαπιστώ­­νει τί ὑπάρχει τώρα μέσα του. Εἶνε συγ­κλονιστικὰ αὐτὰ ποὺ γράφει στὴν πρὸς ῾Ρωμαί­ους ἐπιστο­­λή του, στὸ 7ο κε­φάλαιο. Ἀναπαύομαι ἐσωτερικά, λέει, καὶ γλυκαίνομαι στὸ νόμο τοῦ Κυρίου· βλέπω ὅ­μως ἐπάνω στὰ μέλη μου νὰ κυριαρχῇ ἕνας ἄλλος νόμος, ὁ ὁ­ποῖος ἀντιστρατεύεται στὸ νόμο τῆς ψυχῆς μου καὶ μ᾽ αἰχμαλωτίζει στὸ νόμο τῆς ἁμαρτί­ας ποὺ κυριαρχεῖ ἐπάνω στὰ μέλη μου. Νιώθω νά ᾽νε δεμένο ἐπάνω μου ἕ­να πτῶμα, κ᾽ ἐ­γὼ ὁ ζωντανὸς δεσμεύομαι καὶ μολύνομαι ἀ­πὸ τὴ φθορὰ ποὺ κυριαρχεῖ στὸ πτῶμα. Ζῶ ἕνα δρᾶμα. Πόσο ταλαίπωρος ἄνθρωπος εἶ­μαι ἐγώ, ποὺ ζῶ αὐτὸ τὸν διχασμὸ καὶ τὴ φρικτὴ σκλαβιά! Ποιός θὰ μὲ γλυτώσῃ ἀπ᾽ αὐτὸ τὸ σῶμα τοῦ θανάτου;… Κ᾽ ἐκεῖ ποὺ τὸ δρᾶ­μα τοῦ Παύλου φτάνει στὸ ἀ­ποκορύφωμα, ἔρ­χεται ὁ Χριστὸς καὶ τὸν ἐλευ­θερώνει, καὶ τότε αὐτὸς μὲ βαθειὰ εὐγνωμοσύνη λέει· «Εὐ­χα­ριστῶ τῷ Θεῷ διὰ Ἰησοῦ Χρι­στοῦ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν», ποὺ μ᾽ ἐλευθέρωσε «ἀπὸ τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου» (βλ. ῾Ρωμ. 7,22-25· 8,32).
Νά πῶς φτάνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, με­τὰ ἀπὸ τὴν ταλαιπωρία ποὺ ζῇ χωρὶς τὸν Κύριο, νὰ παραδίδεται τώρα ὁλοκληρωτικὰ στὸ Χριστό, νὰ ἀρνῆται τὸν ἑαυτό του, νὰ κενώνῃ – ἀ­δειάζῃ τὸν ἑαυτό του, καὶ ἡ ζωὴ ποὺ ζῇ νά ᾽νε πλέον ὄχι ἡ δική του ἀλλὰ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.
Δὲν ζῶ, λέει ὁ Παῦλος, δὲν ζῶ ἐγώ, ὁ διώκτης τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὁ βλάσφημος, ὁ διχα­σμένος, ὁ ταλαίπωρος, ποὺ θέλει παντοῦ καὶ πάντοτε νὰ ἐπικρατῇ τὸ δικό του θέλημα. Αὐτὸς ὁ Παῦλος, μὲ τὶς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώ­ματά του ἔχει πλέον πεθάνει. Δὲν ζῇ. Ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ γνώρισε τὸ Χριστό, πίστεψε καὶ βαπτίστηκε στὸ Ὄνομά του, μέσα στὰ βάθη τῆς ψυχῆς του ἔγινε κάτι θαυμαστό· πέθανε ὁ σαρκικὸς ἄνθρωπος καὶ γεννήθηκε ὁ νέος ἄνθρωπος. Ζῇ μέσα του ὁ Χριστός!

* * *

«Ζῇ μέσα μου ὁ Χριστός!». Μεγάλα λόγια αὐτά, ἀγαπητοί μου, ποὺ δὲν τὰ καταλαβαίνουν ὅλοι. Λίγες μόνο ψυχὲς μποροῦν νὰ τὰ ἐ­παναλάβουν. Οἱ ἄλλοι, οἱ πολλοί, τὸ πλῆθος, δὲν τὰ καταλαβαίνουν, γιατὶ δὲν ἔχουν ζήσει τὴ ζωὴ ποὺ ἔζησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ ὅσοι ἀκολούθησαν τὸ παράδειγμά του.
Οἱ πολλοὶ ζοῦν, ἀλλὰ ὄχι τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ζοῦν τὴν κατώτερη ζωή, τὴ ζωὴ τῶν αἰ­σθήσεων, τὴ ζωὴ τοῦ κτήνους. Ὅλη τους ἡ κίνησι περιορίζεται μέσα στὸ στενὸ κύκλο ποὺ ὁρίζουν οἱ πέντε αἰσθήσεις τοῦ σώματος· τῆς ἀκοῆς δηλαδή, τῆς ὁράσεως, τῆς ὀ­σ­φρήσεως, τῆς γεύσεως καὶ τῆς ἁφῆς. Ὁσοδήποτε ὡραία καὶ ἂν φαίνεται στοὺς πολλοὺς ἡ ζωὴ αὐτή, εἶνε πάντως ζωὴ κατώτερη, ζωὴ τὴν ὁποία ζοῦν καὶ τὰ κτήνη, γιατὶ κι αὐτὰ ἔ­χουν τέτοιες αἰσθήσεις· ἀκοῦνε, βλέπουν, ὀ­σφραίνονται, γεύονται, αἰσθάνον­ται γενικά· κάποια ζῷα μάλιστα ἔχουν μερι­κὲς αἰσθήσεις πιὸ ἰσχυρὲς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο (π.χ. ὁ ἀετὸς τὴν ὅρασι, ὁ σκύλος τῆς ἀκοή, τὸ πρόβατο τὴν ὄσφρησι κ.λπ.).
Ἂν ὅμως τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων δὲν ἔ­χουν ἕως τώρα γνωρίσει τὸ Χριστὸ καὶ ζοῦν ἀ­κόμα μιὰ πεζὴ καὶ ἄχαρη ζωή, ἐκεῖνοι πάν­τως ποὺ ὄχι ἁπλῶς πίστεψαν στὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ βαπτί­σθηκαν στὸ ἅγιο Ὄνομά του, ἀλλὰ μετὰ τὸ βάπτισμά τους, στὴν ὥριμη ἡλικία, ἄρχισαν καὶ νὰ ζοῦν κατὰ τὶς ἐντολές του καὶ ν᾽ ἀγωνί­ζων­­ται καθημερινῶς «τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως» (Α΄ Τιμ. 6,12. Β΄ Τιμ. 4,7) καὶ τῆς ἀ­ρε­τῆς, αὐτοὶ δοκιμάζουν ἕναν ἄλλο τρόπο ζωῆς· ζοῦν τὴν ὑψηλότε­ρη καὶ ἁγιώτερη ζωὴ ποὺ μπορεῖ νὰ ποθή­σῃ καὶ νὰ πραγματοποιήσῃ ἄν­θρωπος, ζοῦν τὴ χριστιανικὴ ζωή.
Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶνε ἡ ὑψηλότερη βα­θμίδα, τὸ ὑψηλότερο σκαλοπάτι, ποὺ μπορεῖ ν᾿ ἀ­­νεβῇ ὁ ἄνθρωπος. Τὴν δοκίμασαν γιὰ λίγο οἱ τρεῖς μαθηταὶ τοῦ Κυρίου στὸ Θαβὼρ τὴν ὥ­ρα τῆς Μεταμορφώσεως· τὴν ἔζησαν καὶ ὅλοι οἱ πιστοὶ μαζὶ μὲ τὴν Παναγία τὴν ὥρα τῆς Ἀ­ναλήψεώς του στοὺς οὐρανούς. Ἡ ζωὴ αὐτὴ δὲν ἔχει πρόγραμμα τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32)· πρόγραμμα ποὺ μπορεῖ νά ᾽νε ἀρκετὸ γιὰ τὰ ἄλογα ζῷα, νὰ ἱκανοποιῇ τὰ ζωντανὰ ποὺ βόσκουν στὸ λιβάδι –κι αὐτὰ ὄχι πάντοτε!–, ὄχι ὅμως τὸν ἄνθρωπο. Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ ἔ­χει μὲν τὶς ῥίζες της καὶ ἐδῶ στὴ γῆ, ἀλλὰ ὑ­ψώνει τὴν κορυφή της πρὸς τὰ ἐπάνω, πρὸς τὸν οὐ­ρανό, πρὸς τὸ Θεό. Καὶ τελικὰ φέρνει τὸ Χριστὸ ἀπὸ τώρα στὴν καρδιὰ τοῦ πιστοῦ· ὁ πιστὸς Χριστιανὸς γίνεται χριστοφόρος, φέρει ἐντός του καὶ ζῆ τὸν Χριστόν!
Καὶ τί σημαίνει, ἀδελφέ μου, τὸ νὰ ζῇ μέσα στὴν καρδιά σου ὁ Χριστός; Σημαίνει νὰ σκέπτεσαι ὅπως σκεπτόταν ὁ Χριστός, νὰ αἰσθάνεσαι ὅπως αἰσθανόταν ὁ Χριστός, νὰ θέλῃς καὶ νὰ κάνῃς ὅπως ἤθελε καὶ ἔπραττε ὁ Χριστὸς στὸ διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του. Σημαίνει, νὰ ῥυ­θμίζῃς τὴ ζωή σου σύμφωνα μὲ τὸ πρότυπο τῆς ζωῆς ἐκείνης ποὺ ἔζησε ὁ Χριστός. Σημαίνει, νὰ ὑποτάξῃς τὸ θέλημά σου στὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ μέχρι τέτοιου σημείου, ὥστε μέσα ἀπὸ σένα νὰ φαίνεται καὶ νὰ ἐνεργῇ ὁ Χριστός.
Καταλαβαίνεις τώρα ὅτι, μέσα σὲ μιὰ τέτοια ζωή, ἀσφαλῶς δὲν ὑπάρχει χῶρος γιὰ ἁ­μαρτία, γιὰ ὁποιοδήποτε εἶδος ἁμαρτίας. Για­τὶ ὁλόκληρη τὴ διάνοια, τὴν καρδιά, τὴ θέλησι κατέχει καὶ κυβερνᾷ ὁ Χριστός. Ὅλα ὅ­σα λέει, αἰσθάνεται καὶ πράττει ἕνας τέοιος ἄν­θρωπος, ἔχουν τὴ σφραγῖδα τοῦ Χριστοῦ.
«Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20). Στὴν καρδιὰ τοῦ Παύλου «ζῇ» ὁ Χριστός· Αὐτὸ σημαίνει, ὅτι ἡ χριστιανικὴ ζωή του εἶνε συνεχὴς καὶ ἀδιάλειπτη. Γιατὶ αὐτὸ εἶνε τὸ γνώρισμα τῆς ζωῆς, ἡ συνέχεια. Δὲν ἔζησε, δηλαδή, ὁ Παῦλος τὸ Χριστὸ κατ᾿ ἀραιὰ διαστήματα, ὅπως τὸν ζοῦμε οἱ περισσότεροι ἀ­πὸ μᾶς τοὺς λεγομένους Χριστιανούς. Τὸν αἰ­σθανόταν ὅλες τὶς ἡμέρες καὶ ὦρες τῆς ζωῆς του νὰ κυριαρχῇ στὴν ὕπαρξί του. Δὲν ἔζησε οὔτε μία στιγμὴ χωρὶς τὸ Χριστό. Ὁ Χριστὸς εἶχε μόνιμα καὶ σταθερὰ τὸ θρόνο του μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ Παύλου. Καμμιά δύναμι δὲν ἦταν ἱκανὴ νὰ τὸν ἐκθρονίσῃ ἀπὸ ἐκεῖ. Ἔτσι ἐξηγεῖται πῶς εἶχε τὸ θάρρος νὰ λέῃ καὶ νὰ γράφῃ λόγια ὅπως τὰ ἀκόλουθα.
«Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διω­γμὸς ἢ λιμὸς (=πεῖνα) ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;… Πέπεισμαι γὰρ (=εἶμαι βέβαιος) ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔ­τε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡ­μῶν» (Ῥωμ. 8, 35-39).

* * *

Μακάρι κ᾽ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἀρχίζοντας τώρα ἀ­ποφασιστικά, εἰλικρινὰ καὶ μὲ ὄρεξι, μία συνεχῆ καὶ ἐν­τατικὴ προσπάθεια –πρὸ παν­τὸς δὲ μὲ τὴ βοήθεια τῆς θείας χάριτος–νὰ πλησιάσουμε καὶ νὰ ἑvωθοῦμε θερμὰ μὲ τὸν σωτῆρα καὶ λυτρωτή μας Χριστό· τόσο θερμά, ὥστε νὰ φτάσουμε κάποτε, πρὶν φύγουμε ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτή, νὰ ἐπαναλάβουμε κ᾽ ἐμεῖς συνειδητὰ καὶ μὲ ἐπίγνωσι τὸ μεγάλο λόγο τοῦ ἀ­ποστόλου Παύλου «Ζῶ οὐκέτι ἐ­γώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἄρθρο ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» (Μεσολόγγι, φ. 250/16-9-1940, σ. 125). Μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα καὶ ἀνάπτυξις 5-8-2020.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.