Τωρα, που το κακο οπως στον βιβλικο κατακλυσμο τεινει να καλυψη & τις κορυφες, & θεολογοι κι ἀκαδημαϊκοι βγαινουν δημοσιως & συνηγορουν σε ειδωλολατρικες εκδηλωσεις, ας ακουστη παλι η εντολη του Κυριου· «Ο μη εχων (μαχαιραν) πωλησει το ιματιον αυτου & αγορασει μαχαιραν» (Λουκ. 22,36). Οχι φιλοι του κοσμου· φιλοι του Χριστου να γiνουμε



«Μαχαιρι»
«Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10,34)
Ὄχι εἰρήνη, ἀλλὰ μαχαίρι ἦρθα νὰ βάλω. Ὁμιλεῖ ὁ Κύριος. Ὁ Κύριος; καὶ λέει τέτοια λόγια; Μὰ ἐκεῖνος δὲν εἶνε ὁ «ἄρχων τῆς εἰρήνης» (Ἠσ. 9,6); στὴ γέννησί του δὲν ἔψαλλαν οἱ ἄγγελοι «καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Λουκ. 2,14); ὁ ἴδιος δὲν μακάρισε τοὺς «εἰρηνοποιούς» (Ματθ. 5,9); ἐκεῖνος δὲν χαιρέτισε μετὰ τὴν ἀνάστασί του μὲ τὸ «Εἰρήνη ὑμῖν» (Λουκ. 24,36); Πῶς τώρα λέει «Οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν»; τὰ παιδιά του θὰ πιάσουν μαχαίρια, ὅπως οἱ σταυροφόροι τοῦ πάπα; Δὲν εἶνε ἀντίθετα τὸ Σφάζετε μὲ τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰω. 13,34), μαχαίρι καὶ κλαδὶ ἐλιᾶς;
Τί μαχαίρι ἐννοεῖ ὁ Κύριος, τὸ γνωστὸ σιδερένιο ὄργανο ποὺ σφάζει τ᾽ ἀρνάκια; Μὰ αὐτὸ θά ᾽ταν τελείως ἀντίθετο μὲ τὸ ὅλο πνεῦμα του. Ἄοπλος ὁ ἴδιος, ἄοπλοι ἤθελε νά ᾽νε καὶ οἱ ἀπόστολοί του. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ὁ Πέτρος στὴ Γεθσημανῆ χτύπησε τὸ Μάλχο, ὁ Κύριος εἶπε· «Ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται» (Ματθ. 26,52). Ἀθάνατα λόγια! θ᾽ ἀργήσουν, φαίνεται, νὰ τὰ νιώσουν οἱ λαοὶ τῆς γῆς.
* * *
Κάτι ἄλλο λοιπὸν ἐννοεῖ ὁ Χριστός. Φώτισέ μας, Κύριε, νὰ τὸ καταλάβουμε. Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη μάχαιρα. Ποιά; Κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, μάχαιρα εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· αὐτὸς εἶνε «ζῶν καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον» (Ἑβρ. 4,12). «Μάχαιρα τοῦ Πνεύματος» εἶνε τὸ «ῥῆμα Θεοῦ» (Ἐφ. 6,17). Αὐτὴ νικᾷ τὰ φονικὰ ὅπλα καὶ τὰ μεταβάλλει σὲ γεωργικὰ ἐργαλεῖα κατὰ τὸν Ἠσαΐα (βλ. 2,4). Μ᾽ αὐτὴν ἦταν ὡπλισμένοι οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ πατέρες. Κρατῶ ξίφος σιδήρου τομώτερον, ἔλεγε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου εἶνε μάχαιρα χειρουργική· κόβει – χωρίζει τὸ ὑγιὲς ἀπὸ τὴ γάγγραινα· γίνεται «χωρισμὸς τοῦ χείρονος ἀπὸ τοῦ κρείττονος», λένε οἱ πατέρες. Στὸν μέθυσο π.χ. ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ λέει· «Μέθυσοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι» (Α΄ Κορ. 6,10). Ἂν τὸ δεχτῇ, βάζει μαχαίρι στὸ πάθος, παύει νὰ πίνῃ, κόβει τὴ συναναστροφὴ μὲ θαμῶνες τοῦ Βάκχου σὲ ταβέρνες καὶ κοσμικὰ κέντρα. Πάθος ὀλέθριο, λέει, θὰ σὲ σφάξω! αὐτὴ εἶνε ἡ ἀπόφασι τοῦ μετανοημένου. Ἀλλὰ ἕως ὅτου νικήσῃ τὸν κακὸ ἑαυτό του, τί πόλεμος! πόλεμος ὅμως εὐλογημένος, ποὺ φέρνει στὸ τέλος τὴν ἀσύλληπτη «εἰρήνην τοῦ Θεοῦ» (Φιλιπ. 4,7). Read more »