Αυγουστίνος Καντιώτης



Συναξις της υπεραγιας Θεοτοκου. Να γινουμε φιλακολουθοι (Περι εκκλησιασμου). Στο ναο ολα σου μιλουν, αν εχης αυτια, αν εχης ματια, αν εχης μυαλο, αν εχης καρδια… Ολα διδασκουν στο ναο. Εχει δυναμη ἡ προσευχη οταν γινεται μαζι με αλλους. 2) Η Εκκλησια Μυσταγωγει τους Πιστους στο Πνευματικο Νοημα της Γεννησεως του Χριστου

date Δεκ 26th, 2019 | filed Filed under: εορτολογιο

Η Εκκλησια Μυσταγωγει τους Πιστους στο Πνευματικο Νοημα της Γεννησεως του Χριστου

Αρχιμανδρίτη Παΐσιου Παπαδόπουλου
ηγούμενου Ι.Μ. Γρηγορίου του Παλαμά Φιλώτα

Η Εκκλησία με τον λόγο του Θεού, την εικονογραφία και την υμνογραφία της εισάγει τους πιστούς στο πνεύμα της κατά σάρκα Γεννήσεως του Σωτήρος Χριστού και όχι στον συναισθηματικό ή τον φανταστικό εορτασμό. Όλοι αυτοί οι τρόποι διδασκαλίας της στους Χριστιανούς, σαφώς, δεν έχουν κάποιο νοησιαρχικό στόχο αλλά έναν βαθύ πνευματικό σκοπό, ώστε να συνειδητοποιήσουμε για ποιό λόγο ενηνθρώπησε ο άσαρκος Υιός και Λόγος του Θεού και να συνεργήσουμε εμείς εκουσίως στο έργο της σωτηρίας μας ανταποκρινόμενοι στο απολυτρωτικό Του έργο, την Θεία Οικονομία….
Την συνέχεια: https://ptolemaidanews.gr/article.php?id=72319

4219881

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΙΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 8302

Σύναξις τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου
Σάββατο 26 Δεκεμβρίου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Να γινουμε φιλακολουθοι

(Περὶ ἐκκλησιασμοῦ)

Καλεσμα copyΣήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ δευτέρα ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὥρισε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ τιμᾶται ἡ Παν­αγία, ἡ ὁποία ἀξιώθηκε νὰ γεννήσῃ τὸν Σωτῆ­ρα τοῦ κόσμου. Ὀνομάζεται δὲ ἡ ἑορτὴ αὐτὴ «Σύναξις» τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί ὀ­νο­μάζεται ἔτσι; Μὲ ἀφορμὴ τὴ λέξι «σύναξις» θὰ ποῦμε λίγα λόγια, καὶ παρακαλῶ νὰ προσ­έξετε.

* * *

«Σύναξις» θὰ πῇ συγκέντρωσις. Ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ὁ ἄνθρωπος εἶνε κοινωνικὸ ὄν. Δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ μόνος. Θέλει τὴν ἐπικοινωνία μὲ ἄλλους. Λίγοι νικοῦν τὸ ἔνστικτο αὐ­τὸ τῆς κοινωνικότητος καὶ ζοῦν μόνοι συν­ομιλώντας μὲ τὸ Θεό, ὅπως εἶνε οἱ μοναχοί. Οἱ ἄλλοι ἐπιζητοῦν τὴ συναναστροφή. Συγ­κεν­τρώνονται ἄλλοι μὲν στὰ καφφενεῖα, ἄλλοι στὰ γήπεδα, ἄλλοι στὰ χαρτοπαίγνια καὶ στὰ κα­ζῖνα, ἄλλοι κάνουν ἐκδρομές… Ὅλοι ζητοῦν κάπου νὰ συναντηθοῦν. Σύναξις στὰ σπίτια, σύναξις στὰ καφφενεῖα, σύναξις στὰ γήπεδα, σύναξις στὰ διάφορα κέντρα.
Τί ὠφελεῖται, τί κερδίζει ἀπὸ αὐτὰ ὁ ἄν­θρωπος; Ἁμαρτάνει μᾶλλον, διότι φλυαρεῖ, κοτσομπολεύει, αἰσχρολογεῖ, ἐξάπτονται τὰ κατώτερα ἔνστικτά του. Μπορεῖ νὰ ἐπαναλά­βῃ ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ἕνας σοφός· «Ὁσάκις συν­αναστράφηκα μὲ ἀνθρώπους, λιγώτερο ἄν­θρωπος ἐπέστρεψα». Συχνὰ μετανοεῖ γιὰ μερικὲς συνάξεις στὶς ὁποῖες βρέθηκε.
Ἀλλ᾿ ὑπάρχει μία σύναξις, γιὰ τὴν ὁποία πο­τέ κανεὶς δὲν θὰ μετανοήσῃ.

Ὑπάρχει ἕνας τόπος, στὸν ὁποῖο ἂν πᾷς ἔχεις νὰ κερδίσῃς. Ποιός εἶν᾿ αὐτός; Εἶνε ὁ ἱερὸς χῶρος τῆς ἐκ­κλησίας. Σ᾿ αὐτὸν καλούμεθα νὰ συγκεντρωθοῦμε ὅλοι, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, πλού­σιοι καὶ φτωχοί, ἄρχοντες καὶ λαός, κάθε ἄν­θρωπος. Εἶνε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ· «Ἐν ἐκκλησί­αις εὐλογεῖτε τὸν Θεόν», σὲ ἱερὲς συνάξεις νὰ δοξολογῆτε τὸ Θεό (Ψαλμ. 67, 27). Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε, ὅτι Ὅπου «εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνη­γμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν»· ὅπου μαζευτοῦν δύο ἢ τρεῖς, ὄχι γιὰ ἄλλο σκοπὸ ἀλλὰ μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ λατρεύσουν τὸ Θεό, ἐκεῖ, λέει, ἀοράτως βρίσκομαι ἀνάμεσά τους (Ματθ. 18,20).
Στὸ ναὸ λοιπόν! Μόλις μπῇς ἐκεῖ, νιώθεις ἱερὸ ῥῖγος. Οἱ πρόγονοί μας ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἔμπαιναν μέχρι νὰ βγοῦν εἶχαν τὰ μάτια τους δακρυσμένα. Ἔβλεπαν ἀγγέλους, ζοῦσαν μία ὑπερκόσμια μεταφυσικὴ ζωή. Ἐμεῖς; Ὦ Θεέ μου, ποῦ καταντήσαμε! Στὸ ναὸ ὅλα σοῦ μιλοῦν, ἂν ἔχῃς αὐτιά, ἂν ἔχῃς μάτια, ἂν ἔχῃς μυαλό, ἂν ἔχῃς καρδιά. Ἂν δὲν ἔχῃς, …
Ὅλα διδάσκουν στὸ ναό. Τὸ κεράκι ποὺ ἀ­νάβεις τί σημαίνει; Γίνε κ᾿ ἐσὺ ἕνα φῶς. «Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. 5,14). Οἱ εἰκόνες, ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, τί σημαίνουν; Σοῦ θυμίζουν τοὺς ἁγίους καὶ τὴ ζωή τους. Ἡ εἰκόνα εἶνε ἕνα βιβλίο ποὺ χωρὶς γράμματα δι­δάσκει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Τὸ λιβάνι; Κι αὐτὸ δι­δάσκει. Ὅπως αὐτὸ καίγεται ἐξ ὁλοκλήρου, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς. Τί εἶνε ἡ ζωή μας; Ζωὴ ἴσον θυσία, ὁλοκαύτωμα. Ὁ ἄμβωνας θυμίζει τὸ «Τάδε λέ­γει Κύριος παντοκράτωρ» (Β΄ Βασ. 7,4 κ.ἀ.). Αὐτὸς ποὺ λαλεῖ ἐκεῖ ἐπάνω, λαλεῖ ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Κυρίου. Ὁ δεσποτικὸς θρόνος τί εἶνε; Μία σκο­πιά. Καὶ ὁ ἐπίσκοπος; Ἕνας σκοπὸς μὲ ἐφ᾿ ὅ­πλου λόγχη. Τὰ ἀναλόγια, ἐκεῖ ποὺ ψάλλουν οἱ ψαλτάδες, μᾶς θυμίζουν τοὺς ἀγγέλους ποὺ ὑμνοῦν ἀκαταπαύστως τὸ Θεό. Δὲν εἶπα τίπο­τα. Στὸ ναὸ εἶνε –ὦ Θεέ μου!– ἡ ἁγία τράπεζα. Τί σημαίνει ἡ ἁγία τράπεζα; Μᾶς ὑπενθυμί­ζει τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο, ὅταν ὁ Χριστὸς εὐ­λόγησε τὸν ἄρτο καὶ ἔγινε τὸ σῶμα του, καὶ εὐ­λόγησε τὸ ποτήριο καὶ ἔγινε τὸ αἷμα του. Συνεπῶς μέσα στὸ ναὸ ἀοράτως, διὰ τοῦ ἁγι­ωτάτου μυστηρίου τῆς θείας εὐχαριστίας, βρί­σκεται ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας. Ἰδού, ἀγαπητοί μου, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὠφέλειες τοῦ ἐκκλησιασμοῦ.

* * *

Μερικοὶ λένε· Ἔχω τὸ ῥαδιόφωνο, δὲ χρειά­ζεται νὰ πάω στὴν ἐκκλησία. Καὶ ξαπλωμένοι ἀ­κοῦνε τὴ θεία λειτουργία. Τί ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ὅποιος τὸ λέει αὐτό, ξεχωρίζει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ὁ ἄρρωστος δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ διαφορετικὰ καὶ παρακολουθεῖ ἀ­πὸ τὸ ῥαδιόφωνο. Ἐγὼ πάντως, ἂν εἶχα ἐξουσία, δὲν θὰ ἐπέτρεπα νὰ μεταδίδεται ἡ θεία λειτουργία ἀπὸ τὸ ῥαδιόφωνο. Ἢ θὰ ἐπέτρεπα μόνο μέχρι τὴν ἀνάγνωσι τοῦ εὐαγγελίου· διότι πέρα τοῦ σημείου ἐκείνου εἶνε ἁμαρτία. Θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεός, διότι ἀνοίγουμε τὰ ῥαδιόφωνα μέσα στὰ σπίτια καί, ἐνῷ ἀκούγεται τὸ «Λάβετε φάγετε… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάν­τες…», δὲν θέλω νὰ μολύνω τὴ γλῶσσα μου καὶ τὸ νοῦ σας λέγοντας τί γίνεται μέσα στὰ σπίτια τὴν ὥρα ἐκείνη. Εἶνε ἀσέβεια. Ποιός σέβεται αὐτὰ ποὺ ἀκούγονται; Κοντὰ στὶς ἄλ­λες ἁμαρτίες προσθέσαμε κι αὐτήν.
Ἔλα στὴν ἐκκλησιά. Ἄλλο εἶνε νὰ προσεύχεσαι μόνος σου στὸ σπίτι, καὶ ἄλλο νὰ προσ­εύχεσαι μαζὶ μὲ ὅλους. Ἂν ἕνας προσεύχεται καὶ ἔχῃ ἡ προσευχή του δύναμι, φανταστῆτε τί δύναμι ἔχει ἡ προσευχὴ ὅταν γίνεται μαζὶ μὲ ἄλλους, ὅταν μαζεύωνται πολλοὶ ἄνθρωποι. Ὅταν οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ ἔκαναν τὴν προσευχή τους, ἐσείετο ὁ τόπος (βλ. Πράξ. 4,31· 16,25-26). Στὴν ἐκκλησία λοιπὸν ἡ προσευχὴ ἀποκτᾷ μεγαλοπρέπεια καὶ δύναμι.
Ἔλα στὸ ναό, νὰ ἑνώσῃς τὴν προσευχή σου μὲ τῶν ἄλλων· ὁ φτωχὸς μὲ τὸν πλούσιο, ὁ ἀ­γράμματος μὲ τὸν ἐπιστήμονα, τὸ μικρὸ παιδὶ μὲ τὸν ἀσπρομάλλη γέροντα, οἱ λευκοὶ μὲ τοὺς μαύρους. Μπῆκες στὴν ἐκκλησία; δὲν ὑπάρχει πλέον διάκρισι, ἀλλὰ «πάντες ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28). Ἡ ἀληθινὴ δημοκρατία εἶνε στὴν Ἐκκλησία.
Γι᾿ αὐτό, ὅποιος δὲν ἔρχεται στὴν ἐκκλησία, δείχνει μεγάλο ἐγωισμό. Σὰν νὰ λέῃ· Δὲν χρειάζομαι ἐγὼ τὴν Ἐκκλησία.

* * *

Πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὴν παλαιὰ ἐποχή. Νὰ γίνουμε – τί; Ἐπιτρέψτε μου ἕνα παραλληλισμό. Ὅπως ἄλλοι εἶνε φίλαθλοι, ἔτσι ἐ­μεῖς νὰ γίνουμε φιλακόλουθοι. Ν᾿ ἀγαπήσου­με τὸν ἐκκλησιασμὸ καὶ τὴ λατρεία.
Φιλακόλουθοι ἦταν οἱ πρόγονοί μας. Στὰ πα­λιὰ τὰ χρόνια ἔρχονταν στὸ ναὸ ὄχι μόνο τὴν Κυριακὴ στὴ λειτουργία, ἀλλὰ κι ἄλλες μέρες καὶ σ᾿ ἄλλες ἀκολουθίες. Ἔρχονταν στὸν ἑσπερινό, ἔρχονταν καὶ στὸν ὄρθρο. Καὶ τὴν Κυριακὴ δὲν περίμεναν νὰ χτυπήσῃ ἡ τρίτη καμπάνα· ἔρχονταν νωρίς, ἄκουγαν τὸν ἑξά­ψαλμο, κ᾿ ἦταν ἄνθρωποι ἁγιασμένοι κ᾿ εὐ­λογημένοι. Τώρα οἱ περισσότεροι εἶνε ἀλειτούρ­γητοι. Τότε ἔμπαιναν μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ νόμιζαν πὼς εἶνε στὸν οὐρανό.
Τὸν καιρὸ τοῦ Βυζαντίου κάποιοι Ῥῶσοι, ποὺ τότε ἦταν ἀκόμη βάρβαρος λαός, ἔφθασαν στὴν Κωσταντινούπολι καὶ μπῆκαν στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ὅταν εἶδαν τὴ λατρεία, τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς διάκους, κι ὅταν ἄκουσαν τὴν ψαλμῳδία, νόμισαν πὼς βρίσκονται στὸν παράδεισο. Γύρισαν στὴ Μόσχα καὶ εἶπαν στὸ βασιλιᾶ τους· Στὴν Πόλι, ὅταν λειτουργοῦν στὴν Ἁγια-Σοφιά, δὲν πατᾶνε στὴ γῆ… Ἔτσι οἱ Ῥῶσοι ἔγιναν ὀρθόδοξοι Χριστιανοί.
Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔλεγαν «Νὰ μὴν τελει­ώσῃ ἡ λειτουργία». Τώρα μπαίνουμε στὴν ἐκ­κλησία, κοιτᾶμε τὸ ρολόι καὶ λέμε· «Ἀργεῖ ὁ παπᾶς…». Δὲν τὸ λὲς ὅμως αὐτὸ στὸ γήπεδο, ποὺ κάθεσαι κάτω ἀπὸ τὸν καυστικὸ ἥλιο ἢ τὸ χιόνι· ἐκεῖ ὑπομένεις κάθε κακουχία.
Νὰ γίνουμε λοιπὸν φιλακόλουθοι, ὅπως ἦ­ταν οἱ πρόγονοί μας.
Λέει ἡ ἱστορία, ἀγαπητοί μου, ὅτι στὴν Καισάρεια, ὅπου ἦταν ἐπίσκοπος ὁ Μέγας Βασίλειος, οἱ ἄνθρωποι, ὅταν τελείωναν τὶς ἐργασίες τῆς ἡμέρας, γύριζαν καθένας μὲ τὰ σύν­εργά του (δισάκκια, ἀξίνες – τσάπες, κασμᾶ­δες κ.τ.λ.). Καὶ δὲν πήγαιναν στὰ σπίτια τους· πήγαιναν στὴν ἐκκλησία. Ἄφηναν ἀπ᾿ ἔξω τὰ συνεργά τους, ἔμπαιναν μέσα, ἄκουγαν τὸν ἑ­σπερινὸ καὶ τὴν ὁμιλία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, καὶ μετὰ ἔβγαιναν, ἔπαιρναν πάλι τὰ τσαπιά τους καὶ πήγαιναν στὰ σπίτια τους.
Ὤ ἐποχὴ ἁγία, ὤ ἐποχὴ μαρτύρων καὶ ἡρώων, πότε νὰ ξανάρθῃ στὸν τόπο μας! Κι ὅπως τώρα τρέχουν στὰ γήπεδα, ἔτσι νὰ τρέχουν στὶς ἐκκλησίες· νὰ γεμίσουν οἱ ἐκκλησίες. Για­τὶ ὅταν ἀδειάζουν οἱ ἐκκλησίες, γεμίζει – τί; Τὸ εἶπε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς· «Ὅταν ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες, θὰ γεμίσουν οἱ φυλακές». Καὶ πρά­γματι ἀδειάσαμε τὶς ἐκκλησίες, καὶ γεμίσαμε τὶς φυλακὲς ἀπὸ ἐγκληματίες.

* * *

Ἀγαπητοί μου· ἄνθρωπος ποὺ ἐκκλησιάζεται, δὲν θ᾿ ἀποτύχῃ στὴ ζωή του καὶ δὲν θὰ χαθῇ. Ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐκκλησιάζεται, οὔ­τε οἰκογενειάρχης οὔτε πατριώτης σωστὸς εἶ­νε.
Εἴθε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου νὰ ἐλεήσῃ καὶ ν᾿ ἁγιάσῃ ὅλους μας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης τὴν 26-12-1972.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.