Αυγουστίνος Καντιώτης



Μια γυναικα υποδειγμα «Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις! γεννηθητω σοι ως θελεις». Χριστος την θαυμασε. Aς την μιμηθουμε. Αποψε, παρακαλω, γονατιστε μπροστα στα εικονισματα & προσευχηθητε για την πατριδα, το εθνος, για ολη την αν­θρωποτητα· προσ­ευχηθητε για την Εκ­κλη­σια μας, να δωση ο Θεος νικη κατα των σκοτεινων δυναμεων

date Φεβ 6th, 2022 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2442

Κυριακὴ τῆς Χαναναίας (Ματθ. 15,21-28)
6 Φεβρουαρίου 2022
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Μια γυναικα υποδειγμα

Τι θ. Σωσ.. 1Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ κάνουμε κήρυγμα διδακτικό· θὰ προβάλουμε πρὸς μίμησιν ἕνα ὑπόδει­γμα γιὰ ὅλους μας. Εἶνε μία γυναίκα. Δὲν εἶνε κάποια βασίλισσα, πριγκίπισσα, καλλονή, σοφή. Τὸ Εὐαγγέλιο ὁμιλεῖ γιὰ μικροὺς καὶ ταπεινοὺς τῆς γῆς, ποὺ τοὺς ὕψωσε μέχρι τὸν οὐρανό. Τὴ γυναῖκα αὐτή, ποὺ κανείς δὲν τῆς ἔ­δινε σημασία, ὁ Χριστὸς τὴν ἔκανε ἀστέρι ποὺ φωτί­ζει τὴν ἀνθρωπότητα. Εἶνε ἡ Χαναναία· ζωηρὰ μᾶς τὴν παρουσιάζει σήμερα ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (βλ. Ματθ. 15, 21-28).
Θὰ σᾶς στρώσω τραπέζι. Ἂν βέβαια κάποιος εἶνε ἄρρωστος ἢ χορτᾶτος, παν­τεσπάνι ἢ μπιφτέκι νὰ τοῦ δίνῃς, δὲν τὸ τρώει· ἂν ὅ­μως εἶνε γερὸς καὶ πεινασμένος, τότε κ᾽ ἕνα κομμάτι κρίθινο ψωμὶ τὸ θέλει. Ἔτσι λοιπὸν πιστεύω ὅτι καὶ ἡ φτωχὴ τράπεζα τοῦ λόγου μου γιὰ τὴ Χαναναία θὰ εἶνε εὐπρόσδεκτη.

* * *

⃝ Ἡ Χαναναία, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὑπόδειγμα προθυμίας, μιᾶς ἀρετῆς ποὺ ἐμεῖς στερούμε­θα. Αὐτὴ κατοικοῦσε ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ Ἰσ­ραήλ, στὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη Τύρου καὶ Σι­δῶνος. Καὶ ὁ Χριστὸς ξεκίνησε, ἔκανε χιλιόμε­τρα καὶ πῆγε ἐκεῖ γι᾽ αὐτήν, γιὰ νὰ τὴ συν­αν­τήσῃ. Ἀλλὰ κι αὐτὴ δὲν τὸν περίμενε στὸ σπίτι της· ὅταν ἄκουσε ὅτι ὁ Χριστὸς πλησι­άζει ἐκεῖ, πέρασε τὰ σύνορα κ᾽ ἔφτασε κοντά του.
Ἐκείνη ἔδειξε προθυμία· ἔχουμε ἐμεῖς τέτοια προθυμία; Μὰ ποῦ θὰ συναν­τήσουμε τὸ Χριστό; θὰ πῆτε. Ἅμα τὸν θέλῃς, τὸν συναν­τᾷς. Ποῦ; Στοὺς ἱεροὺς ναούς μας. Ἐκεῖ πηγαίνουμε οἱ πιστοὶ «εἰκονίζοντες μυστικῶς τὰ Χερου­βίμ», γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν παμβασιλέα, «ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι» (θ. Λειτ.). Ἐκεῖ εἶνε ὁ Χριστός. Γι᾽ αὐτὸ νὰ τρέχουμε στοὺς ναοὺς μὲ ἀγάπη καὶ πόθο ὅ­πως λέει ὁ ψαλμῳδός· «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε, τῶν δυνάμεων. ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,2-3). Δὲν ὑπάρχει δυστυχῶς ἡ προθυμία αὐτή. Θυμᾶμαι ὅταν ἤμουν νεαρὸς ἱεροκήρυκας, σὲ μιὰ πόλι, δίπλα – κολλη­τὰ στὴν ἐκ­κλησία, ἦταν τὸ σπίτι ἑνὸς πλουσίου. Ὁ κα­λὸς ἱερεὺς τὸν καλοῦσε νὰ πάῃ στὴν ἐκκλησία, ἀλλ᾽ αὐτὸς ἐπὶ σαράντα χρόνια δὲν πῆγε οὔτε μιὰ φορά. Πῆγε μιὰ καὶ τελευταία φορά, ὅταν πέθανε· τὸν σήκωσαν καὶ τὸν πῆγαν τέσσερις. Τέτοιοι τύποι ἀλειτούργητοι εἶνε πολλοί· ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον αὐτοὶ ποὺ κατέχουν τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλὰ ἀξιώματα σπανίως τοὺς βλέπεις στοὺς ναούς.
Νὰ εἴμαστε πρόθυμοι στὸν ἐκκλησιασμό· εἶνε ἡ ὥρα ποὺ μᾶς δέχεται εἰς ἀκρόασιν «ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ κύριος τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. 6,15). Θυμᾶ­μαι στὸ Ξηρόμερο τῆς Αἰτωλοακαρνανίας ἕνα τσοπᾶνο, ποὺ εἶ­χε ὡς ἀλησμόνητη στιγμὴ τῆς ζωῆς του ὅταν ζήτησε ἀκρόασι στὰ ἀνάκτορα ἐπὶ Κωνσταν­τίνου τοῦ Α΄ κι ὁ βασιλιᾶς τὸν δέχθηκε. Ἔ, γέροντα, τοῦ λέω, ἂν θεω­ρῇς σπουδαῖο ὅτι σὲ δέχτηκε ἕνας ἐπίγειος βασιλιᾶς, νὰ ξέρῃς ὅτι σὲ δέχεται σὲ ἀκρόασι κάποιος ἄλλος ἀνώτερός του; –Ποιός; ρωτάει ὁ τσοπᾶνος. –Ἔλα στὴν ἐκ­κλησία· ἐκεῖ εἶνε ὁ Χριστός, ὁ βασιλεὺς τῶν ὅλων!
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει, νὰ μὴν πηγαίνῃς μόνο ἐσὺ στὴν ἐκκλησία, ἀλλὰ νὰ προτρέπῃς καὶ ἄλλους νὰ ἔρχωνται. Καὶ σᾶς ἐ­ρωτῶ, ποιός ἀπὸ σᾶς τὸ κάνει; Σᾶς βάζω κανόνα· κάθε Κυριακὴ νὰ προσπαθῆτε νὰ ὁδηγήσετε καὶ ἄλλους στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ.
⃝ Ἀλλ᾽ ἐκτὸς τῆς προθυμίας ἡ Χαναναία εἶνε καὶ ὑπόδει­γμα στοργῆς. Βλέπετε ποιός εἶνε ὁ πόνος της; Δὲν πάσχει ἡ ἴδια, δὲν εἶνε ἄρ­ρωστη· πάσχει ἡ κόρη της, καὶ ὁ πόνος τῆς κόρης γίνεται δικός της πόνος. Μιὰ φορὰ πονάει τὸ παιδί, δέκα κ᾽ ἑκατὸ φορὲς πονάει ἡ φιλόστοργη μάνα. Αὐτὸ δείχνουν τὰ λόγια ποὺ ἔλεγε· «Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται» (Ματθ. 15,22)· ζητῶ νὰ μὲ ἐλεήσῃς, Κύριε· ἐμένα νὰ ἐλεήσῃς. Οἰκειοποιήθηκε τὸ πάθος τῆς κόρης.
Εἶχε εὐγενῆ αἰσθήματα. Δὲν ἔμοιαζε μὲ τὶς μοντέρνες γυναῖκες τῆς ἐποχῆς μας ποὺ χαρ­τοπαίζουν. Δὲν εἶ­νε πολὺς καιρὸς ποὺ τὸ «ἑ­κατὸ» στὴν Ἀθήνα ἔτρεξε κ᾽ ἔσωσε ἕνα παιδὶ ἕτοιμο νὰ πέσῃ ἀπ᾽ τὸ μπαλκόνι, γιατὶ ἡ μάνα του τὸ εἶ­χε κλείσει στὸ διαμέρισμα καὶ πῆ­γε σὲ χαρτο­παίγνιο μὲ φίλες. Ἄστοργες γυναῖ­κες! Δὲν ἔμοιαζε μ᾽ αὐτὲς ἡ Χαναναία. Δὲν ἔ­μοιαζε μ᾽ ἐκεῖνες ποὺ πετοῦν σὰν γατάκια τὰ βρέφη τους μὲ ἀμβλώσεις καὶ ἐκτρώσεις –φοβερὸ τὸ ἔγκλημα– καὶ φτάσαμε ἐτησίως στὴν Ἑλλάδα σὲ φρικτὸ ἀριθμό. Ἦρθε ἀπ᾽ τὴν Ἀ­μερικὴ κάποια ἐπώνυμη κυρία καὶ μαζὶ μὲ ἄλλες δημιούργησαν γυναικεῖα σωματεῖα, μὲ σκοπὸ νὰ «συγχρονίσουν» τὶς καθυστερη­μένες Ἑλληνίδες· καὶ πιέζουν νὰ ψηφιστῇ νόμος, ὥστε ἡ ἄμβλωσις, ὅπως καὶ ἡ μοιχεία, νὰ εἶνε ἐλεύθερες. Ἐρχόμαστε δεύτεροι στὸν κόσμο σὲ ὑπογεννητικότητα, ἐνῷ τὰ Βαλκάνια καὶ οἱ Τοῦρκοι αὐξάνονται σὰν τὴν ἄμμο τῆς θαλάσσης. Κ᾽ ἔπειτα παραξενευόμεθα καὶ ἀποροῦμε γιατί σείεται ἡ γῆ. Ὦ Θεέ μου, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάν­των τῶν ἁγίων ἐλέησέ μας τοὺς ἁμαρτωλούς.
⃝ Ἡ Χαναναία λοιπὸν εἶνε ὑπόδειγμα προθυμίας καὶ μητρικῆς στοργῆς· εἶνε ἀκόμη ὑπόδει­γμα ἐπιμονῆς μεγάλης. Φωνάζει «Ἐλέησόν με» ὄχι μιὰ ἢ δυὸ καὶ τρεῖς φορές, ἀλλὰ πολλὲς φορές. Καὶ ὁ πολυεύσπλαχνος Χριστὸς –περίεργο πρᾶγμα– δὲν ἀπαν­τᾷ. Εἶνε ἀδιάφορος; Κάθε ἄλλο. Θέλει νὰ δοκιμάσῃ τὴν πίστι καὶ τὴν ταπείνωσί της. Κι αὐτὴ ἐξακολουθεῖ νὰ φω­νάζῃ – «ἐκραύγαζε» λέει τὸ εὐαγγέλιο (ἔ.ἀ.).
Ἐπιμονὴ λοιπόν. Ὁ Κύριος θέλει νὰ ἐπιμένουμε στὶς προσευχές μας. Μὲ συγκινεῖ ἐ­κεῖ­ν­ο ποὺ λέμε στὴν ἐκ­κλη­σία, «Ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰ­­ρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν»· πάλι καὶ πάλι, ὅπως ἡ Χαναναία. Δὲν εἶνε φλυαρία, δὲν εἶ­νε βαττολογία· πρέπει ἐπιμόνως νὰ κρούουμε. Μὴ μοιάζουμε, ὅπως λέει ἕνας νεώτερος ἱεροκήρυκας, μὲ κάτι ἀλητόπαιδα ποὺ χτυποῦν τὰ κουδούνια τῶν σπιτιῶν κ᾽ ἐξαφανίζονται, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε σὰν τοὺς καλοὺς ἐπισκέπτας, ποὺ χτυποῦν ἐπιμόνως τὴν πόρτα ἢ τὸ τηλέφωνο, ἕως ὅτου λάβουν ἀπάντησι.
Ἕνας φυσιοδίφης παρατηροῦσε ἕνα μυρ­μηγκάκι ποὺ κουβαλοῦσε ἕνα σπόρο μεγάλο. Προσπαθοῦσε νὰ τὸν ἀνεβάσῃ ἐπάνω στὸν τοῖ­χο, ἀλλὰ τὴν πρώτη φορὰ ἔπεσε. Δὲν ἀπογοητεύτηκε, προσπάθησε πάλι, δυὸ φορές, τρεῖς φορές… Μέτρησε πόσες φορὲς λέτε· ἑβδομην­ταπέντε φορὲς τὸ ἀνέβασε καὶ ἔπεσε, καὶ τὴν ἑβδομηκοστὴ ἕκτη φορὰ τὰ κατάφερε. Μπράβο, μυρμηγκάκι! Κι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν πρώτη, δεύτερη, τρίτη προσπάθεια ἀ­πογοητεύεται· λίγοι εἶνε οἱ ἥρωες τῆς ἐπιμονῆς.
Κάποιος ἀσιατικὸς μῦθος λέει, ὅτι ἕνας ναύτης πλέοντας σὲ γαλήνη κρατοῦσε στὰ χέρια του ἐκεῖ στὴν πλώρη τοῦ πλοίου ἕνα δαχτυλίδι τῆς γυναίκας του καὶ τό ᾽παιζε· ἀλλὰ σὲ μιὰ στιγμὴ τὸ δακτυλίδι τοῦ ξέφυγε κ᾽ ἔπεσε στὴ θάλασσα. Λέει· Θάλασσα, δός μου τὸ δακτυλίδι! Ἀλλὰ ποῦ νὰ τοῦ τὸ δώσῃ ἡ θάλασσα. Ἀπογο­ητεύτηκε; Ὄχι. Παίρνει ἕνα κουβᾶ κι ἀρχίζει μὲ πεῖσμα νὰ ἀντλῇ νερὸ ἀπὸ τὴ θάλασσα, γιὰ νὰ βρῇ στὸν πυθμένα τὸ δακτυλίδι. Καὶ τότε, λέει ὁ μῦθος, ἡ θάλασσα τοῦ εἶπε· Πάρε τὸ δακτυλίδι σου, ἄνθρωπε, γιατὶ ἐσύ, μὲ τέτοια ἐπιμονή, θὰ μὲ ἀδειάσῃς. Πεῖσμα λοιπόν. Γιὰ ὅ,τι εἶνε ἅγιο καὶ ἱερό, ἂς ἐπιμένουμε μέχρι τελευταίας ἀ­ναπνοῆς· μὴ γίνουμε κατώτεροι ἀπὸ τὸ ναύτη καὶ κατώτεροι ἀπὸ τὸ μυρμήγκι.
⃝ Εἴδαμε τὴ Χαναναία ὡς ὑπόδειγμα πρῶτον προθυμίας, δεύτερον στοργῆς, τρίτον ἐπιμο­νῆς. Καὶ τώρα σᾶς τὴν παρουσιάζω ὡς ὑ­πό­δει­γμα ταπεινώσεως. Ἐπὶ τέλους ὁ Χριστὸς δί­νει μιὰ ἀπάντησι· Ἐγὼ δὲν ἦρθα γιὰ τὰ ξένα πρόβατα, ἦρθα γιὰ τὰ πρόβατα τοῦ «οἴκου Ἰσ­ραήλ». Κ᾽ ἐπειδὴ ἐκείνη ἐπέμενε, τῆς λέει· Τὸ ψωμὶ πού ᾽νε προωρισμένο γιὰ τὰ παι­διὰ δὲν τὸ δίνουν στὰ «κυνάρια», στὰ σκυλάκια (ἔ.ἀ. 15,25-26). Ὀξὺς λόγος αὐτός. Ὁ­ποιαδήποτε ἄλλη γυναί­κα στὴ θέσι της θὰ ἔφευγε. Μὲ βρίζεις, θά ᾽λε­γε· δὲν εἶμαι σκυλάκι, εἶμαι ἄνθρωπος. Αὐ­τὴ ὅμως πῆρε τὴ λέξι «κυνάριον», τὴν ἔκανε ὅπλο καὶ μ᾽ αὐτὸ νίκησε τὸν ἀήττητο Χριστό!
Ναί, Κύριε, λέει, εἶμαι ἀπὸ τὴ γενεὰ τῶν εἰδωλο­λατρῶν, ποὺ ζοῦν σὰν τὰ κτήνη, ποὺ σμίγουν σὰν τοὺς σκύλους μέσ᾽ στοὺς δρόμους. Σκυλά­κι ἀκάθαρτο εἶμαι· ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλάκια κάτι τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ ἀφέντη τους. Κ᾽ ἐγώ, Χριστέ μου, ἕνα ψίχουλό σου ζητῶ, μοῦ φτάνει ἕνα ψίχουλο ἀπὸ τὸν πλοῦτο σου.
⃝ Μετὰ τὴ στάσι αὐτὴ τῆς Χαναναίας, ἀφοῦ ἔδειξε τέτοια ταπεί­νωσι, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ σὰν γεωτρύπανο κέντησε τὴν καρδιά της κι ἀπ᾽ τὰ βάθη της βγῆκε χρυσάφι, ποταμὸς πίστεως. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς θαύμασε. Δὲν θαύμασε ἄρχον­τες σὰν τὸν Πιλᾶτο καὶ ἀρχιερεῖς σὰν τὸν Ἄννα καὶ Καϊάφα· θαύμασε μικροὺς τῆς γῆς, σὰν αὐτήν, καὶ εἶπε· «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις» (ἔ.ἀ. 15,28).

* * *

Βλέπουμε ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, τί ἀξία ἀποδίδει ὁ Χριστὸς στὴ γυναῖκα. Πρὸ Χριστοῦ ἡ γυναίκα ἦταν πολὺ χαμηλά, τὴ θεωροῦσαν ὄ­χι ἄν­­θρωπο ἀλλὰ ἕνα εἶδος κατώτερο. Στοὺς εἰδωλολάτρες καὶ στοὺς μωαμεθανοὺς μέχρι σήμερα ἡ γυναίκα περιφρονεῖται, ὑπάρχει ἀνδροκρατία. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς πῆρε τὴ γυναῖ­κα καὶ στὸ πρόσωπο τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τὴν ὕψωσε, τὴν ἔκανε βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν ἀγγέλων. Μόνο ὁ Χριστιανισμὸς τίμησε τὴ γυναῖκα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ αὐτὴ πρέπει νὰ εἶνε εὐγνώμων πρὸς τὸ Χριστό.
Καὶ εἶνε γεγονὸς ἀναμφισβήτητο, ὅτι ἡ γυναίκα ἐκ­δηλώνει περισσότερο ἀπὸ τὸν ἄνδρα αἰσθήματα ἀγάπης, εὐγνωμοσύνης καὶ εὐλαβείας στὸ Χριστό, τὸν αἰώνιο σωτῆρα της. Σπανίως θὰ δῇς γυναῖκα ἄπιστη. Ἀκόμα καὶ ὅταν ἔχῃ πέσει χαμηλά, μέσα στὴν καρδιὰ καὶ τῆς ἁμαρτωλῆς ποὺ ἔγινε ῥάκος τῆς κοινωνίας καὶ πουλάει τὸ κορμί της ἀντὶ μερικῶν νομισμάτων, βλέπεις τὴν πίστι στὸ Χριστό, σὰν διαμάντι ποὺ ἔπεσε σὲ βόρβορο. Μόνο κάποιες μοντέρνες σουφραζέττες, σὰν αὐ­τὲς ποὺ ἀνέφερα, ἔξω ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστι καὶ τὶς παραδόσεις τοῦ γένους μας, ξένες πρὸς τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἐκφράζον­ται μὲ ἀπιστία καὶ ἀσέβεια.
Ἡ ἀξία καὶ ὁ ῥόλος τῆς πιστῆς γυναίκας στὸν κόσμο εἶ­νε μεγάλος. Πίσω ἀπὸ κάθε σπουδαῖο ἄνδρα κρύβεται μία σπουδαία μάνα. Ὅταν ἑορτάζουμε τὴ μνήμη τῶν Τριῶν Ἱεραρ­χῶν, ἂς ἀναλογιζώ­μεθα ὅτι, ἂν ἔχουμε ἕνα Μέγα Βασίλειο, ἕνα Χρυσόστομο καὶ ἕνα Γρηγόριο Ναζιανζηνό, τὸ ὀφείλουμε στὶς μητέρες τους· στὴν Ἐμμέλεια, στὴ Νόνα καὶ στὴν Ἀνθοῦσα. Ἂν ἔχουμε ἕνα ἱερὸ Αὐγουστῖνο, τὸ ὀφείλουμε στὴ Μόνικα, στὴν ὁποία ὁ ἱερὸς Ἀμβρόσιος εἶπε· Μὴν ἀπελπίζεσαι· παιδί, γιὰ τὸ ὁποῖο ἡ μάνα του χύνει τόσα δάκρυα, δὲν θὰ χαθῇ. Τὸ μεγαλεῖο τῆς γυναίκας κρύβεται πίσω. Ὄχι στὴ βιτρίνα, ἀλλὰ πίσω, στὰ βάθη τῆς οἰκογενείας κρύβεται ἡ ἁγία γυναίκα.
Λέει ὁ μέγας Βασίλειος, ὅτι ἡ γυναίκα νικᾷ τὸν ἄντρα στὰ ἔργα τῆς ἀγάπης καὶ εὐποιΐας, στὰ νοσοκομεῖα κλπ.. Στὴ Φλώρινα μιὰ ἡρωίδα ὑπηρετεῖ στὸ ἐκκλησιαστικὸ γηροκομεῖο· καὶ χωρὶς μισθὸ παρακαλῶ, ὡς ἱεραπόστο­λος τοῦ Χριστοῦ. Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅτι συχνὰ ἡ γυναίκα νικᾷ τὸν ἄντρα. Ἂς ἔχῃ ἐκ φύσεως σῶμα ἀδύνατο· τὸν νικᾷ στὸν εὐγενέστερο τομέα, ποὺ εἶ­νε ἡ καρδιὰ καὶ ὄχι τὸ μυαλό. Ἐπαινεῖ τὶς γυναῖκες λέγοντας· «Εἶπα ἕνα λόγον διὰ τὰς γυναῖκας καὶ σκέπτον­ται νὰ ῥίψουν τὰ περιττὰ σκουλαρίκια δακτυλίδια, καὶ μὲ ἤκουσαν εὐθύς· βλέπω ὁποὺ τρέχουν νὰ ἐξομολογηθοῦνε» (ἡμ. ἔργ. διδ. Α΄ σ.121). Μὲ τὰ χρήματα τῶν ἡρωίδων ἐ­κείνων γυναικῶν λειτούργησαν ἑκατοντάδες σχολεῖα μικρότερα καὶ μεγαλύτερα. Ἂς εἶνε αἰωνία ἡ μνήμη τους.
Στρέφω τέλος τὸν λόγο πρὸς ἐσᾶς τὶς γυναῖκες καὶ λέω. Μιμηθῆτε τὴ Χαναναία στὴν προθυμία· καὶ τὴν Κυριακὴ τὸ πρωὶ σημάνετε συναγερμὸ γιὰ τὸν ἐκκλησιασμό. Μιμηθῆτε την στὴ στοργή· μὴ ἀποφεύγετε τὴν τεκνογονία, νὰ εἶστε στοργικὲς στὸν ἄντρα καὶ στὰ παιδιά σας. Μιμηθῆτε την στὴν ἐπιμονή· σὰν τὸ μυρμήγκι καὶ σὰν τὸ ναύτη ἐπιμένετε στὶς προσευχές, καὶ ὁ Θεὸς θὰ κάνῃ τὸ θαῦμα του. Μιμηθῆτε τὴ Χαναναία στὴν ταπείνωσι· μένετε ταπεινές, ἡ ταπεινὴ γυναίκα λάμπει σὰν ἄγγελος. Μιμηθῆτε τέλος τὴ Χαναναία στὴν πίστι· στὸν αἰῶνα αὐτὸν τῆς ἀπιστίας, κι ἂν δὲν πιστεύῃ καν­είς ἄλλος στὸ σπίτι καὶ στὴ γειτονιά, κι ἂν ἀκόμα μείνε­τε μόνες, κρατῆστε τὴν πίστι στὸ Χριστό. Καὶ εὔχομαι στὴν καθεμιά σας ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος, ν᾽ ἀκούσετε κ᾽ ἐσεῖς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γεννηθήτω σοι ὡς θέλεις».
Ἀπόψε, παρακαλῶ, γονατίστε μπροστὰ στὰ εἰκονίσματα καὶ προσευχηθῆτε γιὰ τὴν πατρί­δα, τὸ ἔθνος, γιὰ ὅλη τὴν ἀν­θρωπότητα· προσ­ευχηθῆτε γιὰ τὴν Ἐκ­κλη­σία μας, νὰ δώσῃ ὁ Θεὸς νίκη κατὰ τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη μεγάλη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα τῆς ὁδ. Ζωοδ. Πηγῆς 44 Ἀθηνῶν τὴν 31-1-1982. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 15-1-2022. Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς συντομεύσεις στὸ cd 44 τῆς ἀδελφότητος «Σταυρός».

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.