Αυγουστίνος Καντιώτης



ΑΓΙΟΙ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΜΗΝΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ (ΓΙΑΤΡΟΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ (Αγγελης νεομαρτυς 3 Δεκ.)- ΕΠΑΡΧΟΣ ΑΓΙΟΣ (Αμβροσιος επισκοπος – 7 Δεκ.) – ΝΟΣΟΚΟΜΟΣ ΛΕΠΡΩΝ ΑΓΙΟΣ (Ζωτικος μαρτυς – 31 Δεκ.) –

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ· ΑΓΙΟΙ «ΑΠ” ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ»
ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΓΙΑΤΡΟΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ

(‘Αγγελῆς νεομάρτυς – 3 Δεκεμβρίου)

ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

Τώρα, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, τώρα θα μιλήσουμε γιά ἕναν μάρτυρα πού μαρτύρησε τήν ἐποχή τῆς τουρκοκρατίας, 8 χρόνια πρίν τήν ἐπανάστασι του 1821. Ὁ νεομάρτυρας αὐτός ἔχυσε τό αἷμα του για τήν πίστι τοῦ Χριστοῦ καί γιορτάζεται στίς 3 Δεκεμβρίου. Τό ὄνομά του εἶνε Ἀγγελῆς.

←←←

Ὁ Ἀγγελῆς γεννήθηκε στό Ἄργος τῆς Πελοποννήσου. Φτωχός καθώς ἦταν, ἐπειδή δέν μποροῦσε νά ζήση στόν τόπο του, ἔφυγε σέ μακρινό μέρος καί κατέληξε σέ μιά μεγάλη πόλι τῆς Μικρᾶς ‘Ασίας, πόλι χριστιανική, τήν Ἔφεσο, ὅπου δίδαξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί ἔστειλε τήν περίφημη Ἐπιστολή του. Ἡ Ἔφεσος τότε στά τούρκικα λεγόταν Κουσάντασι. Ἐκεῖ ὁ Ἀγγελῆς ἔγινε γιατρός.
‘Αλλ’ ἀκούγοντας γιατρός μή νομίσουμε πώς βγῆκε ἀπό πανεπιστήμιο. Στή σκλαβωμένη τότε πατρίδα μας δέν λειτουργοῦσε κανένα πανεπιστήμιο. Μόνο στήν Εὐρώπη ὑπῆρχαν λίγα πανεπιστήμια μέ ἰατρικές σχολές κι ἐκεῖ σπούδαζαν τά πλουσιόπαιδα καί γίνονταν γιατροί, κι αὐτοί ἦταν σπάνιοι. Οἱ σκλάβοι πέθαιναν χωρίς γιατρούς, χωρίς φάρμακα. Τήν ἐποχή αὐτή παρουσιάστηκαν οἱ λεγόμενοι ἐμπειρικοί γιατροί. Αὐτοί εἶχαν βρῆ χορτάρια πού ἔχουν θεραπευτικές ἰδιότητες καί μ’ αὐτά τα βότανα ἀνακούφιζαν καί συχνά θεράπευαν ὡρισμένες ἀρρώστιες. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, μέ τήν πεῖρα καί πιό πολύ μέ τήν πίστι στό Θεό, εἶχαν γίνει γιατροί χωρίς δίπλωμα, γιατροί πρακτικοί. Ἄς μή φανῆ αὐτό παράξενο. Γιατί καί σήμερα πολλοί βεβαιώνουν, πώς βρῆκαν τήν ὑγειά τους ἀπό κάποιο πρακτικό γιατρό. Μ’ αὐτό πού λέμε δέν περιφρονοῦμε τούς ἐπιστήμονες γιατρούς, ἀλλά θέλουμε νά τονίσουμε ὅτι καί ἄνθρωποι πρακτικοί – ἐμπειρικοί, σέ ὅλους τούς κλάδους, μπορεῖ νά ξέρουν πράγματα πού δέν τά ξέρουν οἱ ἐπιστήμονες. Γι’ αὐτό κανένας ἐπιστήμονας, ὅσο σοφός κι εἶνε, ἄς μήν ὑπερηφανεύεται. Ὁ Θεός φωτίζει ὅλους, καί ἄνθρωποι ταπεινοί ἀνακάλυψαν πράγματα πού δέν μποροῦσαν νά τά δοῦν οἱ ἐπιστήμονες.

Ἕνας λοιπόν γιατρός πρακτικός ἀναδείχτηκε στήν Ἔφεσο ὁ ‘Αγγελῆς. Περιζήτητος ἦταν. Πιστός στό Θεό, φιλεύσπλαχνος, ἐξυπηρετοῦσε ὅλους καί προπαντός τούς φτωχούς. Κι ὅπου πήγαινε κήρυττε παντοῦ τό μεγαλεῖο τῆς θρησκείας μας κι ἔλεγε ὅτι γιατρός ἀνώτερος ἀπ’ ὅλους, γιατρός σωμάτων καί ψυχῶν, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ὅτι τό καλύτερο φάρμακο εἶνε ἡ πίστις στ’ ὄνομα του.
‘Αλλά στό γιατρό Ἀγγελῆ συνέβη κάποτε τό ἑξῆς.

Συναντήθηκε μέ κάποιο Γάλλο. Ὁ Γάλλος ἤτανε ἄθεος, ποτισμένος μέ τίς ἀθεϊστικές ἰδέες πού μέ τή Γαλλική ἐπανάστασι κυκλοφοροῦσαν τότε πολύ. Ὁ Γάλλος μιλοῦσε περιφρονητικά γιά τή θρησκεία μας. Μά δέν τόν ἄφησε χωρίς ἀπάντησι ὁ ‘Αγγελῆς. Ἄν καί στή συζήτησι μέ τόν ἄθεο νικοῦσε, κι ἔπρεπε ὁ ἀντίπαλος νά ὁμολογήση τήν ἧττα του, ὅμως ὁ ἄθεος ἐ-πέμενε. Τότε ὁ ‘Αγγελῆς ἐξωργίστηκε καί εἶπε στόν ἄθεο: – Ὄχι μόνο μέ λόγια μπορῶ ν’ ἀποδείξω τήν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, ἀλλά καί μέ ἔργα. Λοιπόν ἄσε τά λόγια κι ἔλα νά μετρηθοῦμε μ’ ἄλλο τρόπο. Σέ καλῶ σέ μονομαχία. Ἐσύ θά φορέσης ὅλα τ’ ἄρματά σου, κι ἐγώ χωρίς ἄρματα, χωρίς κανένα ὅπλο, ἐκτός ἀπό ἕνα ραβδί, θά μονομαχήσουμε καί θά σέ νικήσω μέ τή δύναμι τῆς πίστεώς μας…
Ὁ Ἀγγελῆς καλοῦσε σέ μονομαχία τόν ἄθεο Γάλ-λο. Ἀλλά ρωτᾶμε: Λύνονται τά ζητήματα τῆς πίστεως μέ τή μονομαχία; Τή μονομαχία καταδικάζει ἡ ἐκκλησία μας, γιατί εἶνε ἕνα εἶδος φόνου. Κι ὁ πνευματικός, ὅπου πῆγε ὁ Ἀγγελῆς γιά νά ζητήση τήν ἔγκρισι γιά τή μονομαχία, δέν τοῦ ἔδωσε ἔγκρισι καί προσπαθοῦ-σε νά τόν ἀποτρέψη ἀπ’ τήν τολμηρή του ἐνέργεια. ‘Αλλ’ ὁ Ἀγγελῆς ἐπέμενε. Θυμόταν ἐκεῖνο, πού στούς χρόνους τῆς Παλαιάς Διαθήκης ἔκανε ὁ Δαβίδ. Ὅπως ξέρουμε, ὁ Δαβίδ μέ μιά σφεντόνα καί πέντε λιθάρια νίκησε σέ μονομαχία τόν γίγαντα Γολιάθ. Τό ἴδιο ἤθελε νά κάνη καί ὁ Ἀγγελῆς. Ἀλλά πάνω στόν ὑπερβολικό του ζῆλο ξεχνοῦσε, ὅτι δέν ἦταν ὁ Δαβίδ πού προκάλεσε τή μονομαχία, ἀλλ’ ὁ εἰδωλολάτρης Γολιάθ.
Ὕστερα ἀπ’ αὐτή τήν ἐπιμονή καί μέ τήν ἄδεια τῶν ἀρχῶν ὡρίστηκε ἡμέρα καί τόπος μονομαχίας.

Ἀλλ’ ἐνῶ ὅλοι περίμεναν νά γίνη ἡ μονομαχία, δέν ἔ-γινε. Ὁ μέν Ἀγγελῆς πῆγε στόν τόπο τῆς μονομαχίας, ἀποφασισμέ¬νος ν’ ἀγωνιστῆ γιά τήν πίστι του, ἀλλ’ ὁ ἄθεος Γάλλος τήν τελευταία στιγμή τόν ἔπιασε ἕνας ἀνεξήγητος φόβος καί δέν παρουσιάστηκε. Νικητής ἀναδείχτηκε ὁ Ἀγγελῆς.

←←←

Ἀλλά κι ὁ Ἀγγελῆς νικήθηκε. Νικήθηκε πνευματικά. Ὕστερα ἀπό τό ἐπεισόδιο αὐτό ὑπερηφανεύτηκε. Καί ὁ Θεός μισεῖ τούς ὑπερήφανους λογισμούς. Ἡ θεία χάρις τόν ἐγκατέλειψε κι ὁ Ἀγγελῆς, πού ὅλοι τόν θαύμαζαν γιά τήν τόλμη του νά πολεμήση ἄοπλος αὐτός ἕναν ὠπλισμένο ἄπιστο, ὁ Ἀγγελῆς πού νήστευε καί ἑτοιμαζόταν γιά νά κάνη κάτι ἀκόμη ἀνώτερο ἀπ’ αὐτό πού ἔκανε, ὁ Ἀγγελῆς ἔπεσε καί συνετρίβη πνευ-ματικά. Χω¬ρίς κανένας νά τόν πιέση, μόνος του πῆγε στούς Τούρκους καί τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, παραμονή τῶν Βαΐων, ἀρνήθηκε τό Χριστό καί ἔγινε Τοῦρκος. Οἱ χριστιανοί, ὅσοι τό ἄκουσαν, ξαφνιάστηκαν, ἀναστέναζαν καί ἔκλαιγαν γιά τό πάθημα του ἥρωα αὐτοῦ τῆς πίστεως.
Ὁ Ἀγγελῆς Τοῦρκος! Δέν πέρασε πολύς καιρός, κι ὁ Ἀγγελῆς ἦρθε σέ σύγκρουσι μ’ ἕνα Τοῦρκο καί παρά λίγο νά τόν σκότωνε. Οἱ Τοῦρκοι τόν ἔδιωξαν ἀπ’ τήν Ἔφεσο καί πῆγε στή Χίο. Σάν Τοῦρκος φαινόταν, ἀλλά μέσα στά βάθη τῆς καρδιᾶς του τελοῦνταν μυστήρια, πού μόνο ὁ Θεός τά ἔβλεπε. Ἔρχονταν στιγμές, πού ἀναστέναζε γιά τήν ἀλλαξοπιστία του. Ἔλεγε ἀπ’ ἔξω ψαλμούς καί ὕμνους καί πήγαινε στίς ἐκκλησιές, καί ὅταν ἀπό κεῖ τόν ἔδιωχναν οἱ χριστιανοί αὐτός λυπόταν καί παρακαλοῦσε νά προσεύχωνται γι’ αὐτόν. – Ἄς εἶμαι Τοῦρκος, ἔλεγε· ἐγώ θέλω νά μαρτυρήσω γιά τό Χριστό.

Μιά μέρα, πού εἶδε κάποιο χριστιανό μεθυσμένο νά βλαστημάη τό Θεό, ἐξωργίστηκε καί τόν ράπισε. Κι ὅταν τήν ἄλλη μέρα ὁ Ἀγγελῆς τόν εἶδε τοῦ εἶπε: – Ἐγώ εἶμαι χριστιανός καί σάν χριστιανός δέν ἔδειρα ἐσένα τόν ὁμόπιστό μου, ἀλλά τό δαίμονα πού καθότανε στά χείλη σου κι ἔλεγε τά βλάσφημα ἐκεῖνα λόγια, πού δέν πρέπουν στούς χριστιανούς.
Ὁ Ἀγγελῆς πέρασε ἕνα ἐσωτερικό μαρτύριο. Πάλευε μέ τή συνείδησί του, πού πάντοτε τόν ἤλεγχε γιά τήν ἀλλαξοπιστία του. Μετανοημένος πιά δέν εἶχε τό ὑπερήφανο φρόνημα πού εἶχε πρῶτα. Ὕστερα ἀπό πολλές περιπέτειες, πού τόσο συγκινητικά διηγεῖται τό μαρτυρολόγιό του, ἔφτασε ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου του. Ξημέρωσε ἡ 3η Δεκεμβρίου τοῦ 1813. Ὁ Ἀγγελῆς μέ θάρρος ὁμολόγησε τήν πίστι του καί οἱ Τοῦρκοι μέ μιά σπαθιά τοῦ ἔκοψαν τό κεφάλι. Τό ἅγιο αἷμα του πότισε τό μαρτυρικό ἔδαφος τῆς Χίου. Τόσο ἦταν τό μῖσος τῶν Τούρκων ἐναντίον του, ὥστε, γιά νά μή πάρουν τό λείψανό του οἱ χριστιανοί, τό ἔρριξαν στή θάλασσα.

←←←

Ἕνας γιατρός πρακτικός, γιατρός πιστός τῶν καιρῶν τῆς τουρκοκρατίας, στέκεται δίπλα στούς πιστούς γιατρούς ἁγίους Ἀναργύρους, Κοσμᾶ καί Δαμιανό, τόν ἅγιο Παντελεήμονα καί τό γιατρό εὐαγγελιστή Λουκᾶ. Εἴθε τό παράδειγμά του νά μιμηθοῦν καί οἱ σύγχρονοι χριστιανοί γιατροί, πού ἔχουν καί αὐτοί ν’ ἀγωνιστοῦν ἐναντίον τῆς ἀπιστίας συναδέλφων τους ἐπιστημόνων, πού καθώς ὁ Γάλλος ἐκεῖνος ἄθεος διακηρύττουνε στόν αἰῶνα μας τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα τους. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι ἡ πίστις τελικῶς θά νικήση τήν ἀπιστία.

ΕΠΑΡΧΟΣ ΑΓΙΟΣ

(‘Αμβρόσιος ἐπίσκοπος – 7 Δεκεμβρίου)

Ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει ἡ γνώμη, ὅτι ὅσοι κατέχουν διάφορα ἀξιώματα στήν πολιτεία, δέν μποροῦν νά ζήσουν μέ ἀκρίβεια τή χριστιανική ζωή. ‘Αλλά ή γνώμη αὐτή δέν εἶνε σωστή. Στή σειρά αὐτή τῶν ὁμιλιῶν μας, πού ἔχει τόν τίτλο «Ἅγιοι ἀπ’ ὅλα τά ἐπαγγέλματα», θά παρουσιάσουμε ἐδῶ μιά ἅγια μορφή, ἕναν ἀδαμάντινο χαρακτήρα, τόν ἅγιο ‘Αμβρόσιο, πού πρίν γίνη ἐπίσκοπος ἦταν ἄρχοντας τῆς πολιτείας.
Ἀλλ’ ἄς δοῦμε μέ συντομία τή ζωή καί τή δρᾶσι τοῦ ἁγίου ‘Αμβροσίου, πού τόν προβάλλουμε σάν παράδειγμα γιά ὅλους ἐκείνους πού κατέχουν ἀξιώματα στό κράτος.

←←←

Ὁ ‘Αμβρόσιος γεννήθηκε τό 340 μετά Χριστόν στά Μεδιόλανα, τό σημερινό Μιλάνο. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας του ἦταν ἔπαρχος, δηλαδή διοικητής σέ μιά μεγάλη περιοχή τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας.

Παράδειγμα κι αὐτός λαμπρό, ὅτι μπορεῖ ἕνας νά ἀσκῆ πολιτική ἐξουσία χωρίς νά παύη νά εἶνε χριστιανός, ζώντας σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο, πού δείχνει τόν ἄριστο τρόπο κυβερνήσεως τῶν λαῶν. Οἱ γονεῖς του πέθαναν κι ἄφησαν τό μικρό ‘Αμβρόσιο ὀρφανό, κάτω ἀπό τήν ἐπίβλεψι μιᾶς ἁγίας ἀδελφῆς του, πού ἔζησε παρθενική ζωή.
Ὁ ‘Αμβρόσιος ἦταν πολύ ἔξυπνος καί μέ εὐκολία σπούδασε πολλές ἐπιστῆμες, ἀλλά ἰδιαίτερα σπούδασε τή ρητορική. Νέος ἀκόμη ἔγινε συνήγορος, δηλαδή δικηγόρος. Ἦταν ὁ πιό λαμπρός δικηγόρος τῶν Μεδιολάνων. ‘Αλλά δέν ἀναλάμβανε ἄδικες ὑποθέσεις. Γινόταν συνήγορος ἀνθρώπων πού ἄδικα καταδιώκονταν. Αὐτούς ὑποστήριζε μέ δύναμι στό δικαστήριο καί τούς ἀθώωνε. Ἔτσι ἀπέδειξε, ὅτι καί ἕνας δικη-γόρος ἀκόμη, ἄν θέλη καί ἄν προσέχη στήν ἐξάσκησι τοῦ ἐπαγγέλματός του, μπορεῖ νά εἶνε χριστιανός.
Ἡ φήμη πού εἶχε ἀποκτήσει τράβηξε τήν προσοχή τοῦ αὐτοκράτορα Οὐαλεντινιανοῦ, πού τον κάλεσε καί τόν διώρισε ἔπαρχο μιᾶς μεγάλης περιφερείας μέ πρωτεύουσα τά Μεδιόλανα. Ἀπό δικηγόρος, τώρα ἔπαρχος. Ἕνας σύμβουλος τοῦ βασιλιᾶ τή μέρα τοῦ διορισμοῦ του εἶπε στόν Ἀμβρόσιο: – Ἀμβρόσιε, πάρε τήν ἀξία πού σοῦ ἔδωσε ὁ βασιλιᾶς καί κυβέρνα τό λαό ὄχι σάν κριτής, ἀλλά σάν ἐπίσκοπος.
Ὁ ‘Αμβρόσιος σάν διοικητής κυβέρνησε μέ τόση φρόνησι, δικαιοσύνη καί ἀγάπη, ὥστε ὅλος ὁ λαός θαύμαζε καί εὐχαριστοῦσε τό Θεό γιά τόν ἄξιο ἄρχοντά του. Ἄς σημειωθῆ ἐδῶ, ὅτι ὁ ‘Αμβρόσιος, ἄν καί πίστευε στό Χριστό καί ζοῦσε σύμφωνα μέ το Ευαγγέλιο, ὅμως δέν εἶχε ἀκόμη βαπτιστῆ. Τήν ἐποχή ἐκείνη βαπτίζονταν συνήθως σέ μεγάλη ἡλικία. Ὡμολο-γοῦσαν μέ τό δικό τους στόμα τό «Πιστεύω», καί ἔτσι βαπτίζονταν.

Ἐνῶ ὁ Ἀμβρόσιος σάν ἔπαρχος κυβερνοῦσε τό λαό μέ ἀγάπη καί δικαιοσύνη, ὁ ἐπίσκοπος τῶν Μεδι-ολάνων πέθανε ξαφνικά καί ὁ ἀρχιερατικός θρόνος τῆς μεγάλης αὐτῆς πόλεως ἔμεινε κενός. Κι ὅπως γύρω ἀπ’ τούς θρό¬νους μεγάλων μητροπόλεων γίνεται συνή-θως φιλονεικία γιά τό ποιός θά καταλάβη τό θρόνο, ἔτσι γύρω ἀπ’ τό θρόνο τῶν Μεδιολάνων προκλήθηκε μεγάλη ταραχή. Κλῆρος καί λαός – γιατί κι ὁ λαός τότε ἔπαιρνε μέρος στήν ἐκλογή – φιλονεικοῦσαν καί δέν συμφωνοῦσαν.
Σέ κάποια συγκέντρωσι, πού φιλονεικοῦσαν γιά τό ποιόν θά ἐκλέξουν ἐπίσκοπο, ξαφνικά ἀκούστηκε ἕνα μικρό παιδί νά φωνάζη: «Ἀμβρόσιον, Ἀμβρόσιον…». Ἡ φωνή αὐτή τοῦ ἀθώου παιδιοῦ, ἐξελήφθη σάν φωνή τοῦ Θεοῦ, καί ὅλος ὁ κλῆρος καί ὁ λαός, πού πριν διαφωνοῦσαν, συμφώνησαν καί διάλεξαν γιά ἐπίσκοπο Μεδιολάνων τόν ἔπαρχο Ἀμβρόσιο. – Αὐτός, εἶπαν, πού μᾶς διοίκησε σάν πολιτικός ἄρχοντας, θά μᾶς διοίκηση καί σάν ἐπίσκοπος. Ἀλλ’ ὁ Ἀμβρόσιος, πού δέν περίμενε ποτέ μιά τέτοια ἐκλογή, πα-ραξενεύτηκε καί θεωρώντας τόν ἑαυτό του ἀνάξιο γιά μιά τέτοια ἱερή ὑπόθεσι, ἀρνήθηκε στήν ἀρχή νά δεχτῆ τήν ἐκλογή. Ἀλλ’ ὕστερα ἀπό παρακλήσεις καί πιέσεις τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ καί τοῦ Οὐαλεντινιανοῦ, ὁ Ἀμβρόσιος δέχτηκε τήν πρόσκλησι. Βαφτίστηκε καί χειροτονήθηκε μέ τή σειρά διάκονος, πρεσβύτερος καί στίς 17 Δεκεμβρίου τού 374 μπροστά στό πλῆθος τοῦ λαοῦ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Μεδιολάνων.

Παρών στήν ἐνθρόνισί του ἦταν καί ὁ αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῑος εἶπε: – Χριστέ, εὐλογημένο νά εἶνε τό ὄνομά σου, διότι στόν ἅγιο αὐτό ἄνδρα ἐγώ μέν παρέ¬δωσα σώματα ἀνθρώπων νά κυβερνᾶ, σύ δέ ἐμπιστεύθηκες ψυχές ἀθάνατες, γιά νά τίς καθοδηγῆ στήν ὁδό τῆς σωτηρίας…

←←←

Ὁ ‘Αμβρόσιος, ὅταν ἔγινε ἐπίσκοπος Μεδιολάνων, ἀνέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα καί ἔδειξε τό μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του. Μοίρασε τή μεγάλη πατρική του πε-ριουσία στούς φτωχούς καί στήν Ἐκκλησία καί δέν κράτησε γιά τόν ἑαυτό του τίποτε, λέγοντας ὅτι, ὅπως ὁ Χριστός, ὁ Δεσπότης καί Κύριος τοῦ παντός, φτώχε-ψε καί γυμνός καρφώθηκε πάνω στό σταυρό, ἔτσι πρέπει καί ὅλοι οἱ δούλοι του, γυμνοί ἀπό ὑλικά ἀγα-θά, νά ἀκολουθοῦν τό Δεσπότη Χριστό σ’ ὅλη τους τή ζωή.
Πονοῦσε τό λαό, ἀγαποῦσε τούς φτωχούς, ἔκλαι-γε γιά κείνους πού ἁμάρταναν καί κατέβαλλε κάθε προσπάθεια γιά νά τούς ἐπαναφέρη στήν Ἐκκλησία. Δίδασκε τα¬κτικά τοό λαό καί πλήθη ἀνθρώπων κι ἀπό ἄλλα ἀκόμη δόγματα ἔτρεχαν γιά ν’ ἀκούσουν τά λόγια τοῦ ἐπισκό¬που Μεδιολάνων, πού δίδασκε μέ μεγάλη δύναμι, ἀλλά καί μέ μεγάλη ἁπλότητα. Ἀνάμεσα δέ σ’ ἐκείνους πού τόν ἄκουγαν ἦταν κι ὁ νεαρός Αὐγουστῖνος, πού εἶχε ξεκλίνει σέ αἱρέσεις καί ἄσωτη ζωή καί ἔκανε τήν ἁγία του μητέρα, τή Μόνικα, νά κλαίη καί νά παρακαλῆ τόν ἐπίσκοπο ‘Αμβρόσιο νά δέεται γιά τό παιδί τῆς. Ὁ ‘Αμβρόσιος παρηγορώντας τή Μόνικα ἔλεγε: – Παιδί, γιά τό ὁποῖο ἡ μητέρα του χύνει τόσα δάκρυα, εἶνε ἀδύνατον νά χαθῆ… Τελικά ὁ Αὐγουστῖνος, γοητευμένος ἀπ’ τά κηρύγματα καί τήν ἁγία ζωή τοῦ ἁγίου ‘Αμβροσίου, μετανόησε καί ἐπέστρεψε στήν Ἐκκλησία καί ἔγινε ἕνας ἀπ’ τούς κορυφαίους πατέρας καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας.

←←←

Ὕστερα ἀπό τό θάνατο τοῦ αὐτοκράτορα Οὐαλεντί-νιανοῦ οἱ διάδοχοί του ὑποστήριζαν τόν Ἀρειανισμό. Οἱ ἀρειανοί ἀποθρασύνθηκαν καί δημιουργοῦσαν πολλές δυσκολίες στή διοίκησι τῆς Ἐκκλησίας. ‘Αλλ’ ὁ ‘Αμβρόσιος μέ ὅλη τή δύναμι τῆς ψυχῆς του ἤλεγχε τούς αἱρετικούς καί μέ θάρρος ἀκατάβλητο ὑποστήριζε τήν Ὀρθοδοξία καί τά δίκαια τῆς Ἐκκλησίας. Συνέβη δέ καί ἕνα επεισόδιο, πού φανερώνει τόν ἡρωισμό τοῦ ‘Αμβροσίου. Στη Θεσσαλονίκη, ὅταν στό στάδιό της γίνονταν ἀθλητικοί ἀγῶνες, ἔγινε ἐπανάστασις τοῦ λαοῦ ἐναντίον τοῦ στρατοῦ καί πολλοί ἀξιωματικοί σκοτώθηκαν. Ὁ τότε αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ὁ Μέγας, ὅταν πληροφο¬ρήθηκε τό γεγονός, ἀγανάκτησε καί διέταξε τό στρατό νά πάρη ἐκδίκησι. Καί ὁ στρα-τός κατέσφαξε 7.000 κατοίκους τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ ἱερός ‘Αμβρόσιος, ὅταν τό ἔμαθε, λυπήθηκε καί ἔκλαψε. Καί ὅταν ὁ Θεοδόσιος πῆγε στα Μέδιόλανα καί θέλησε νά ἐκκλησιασθῆ, ὁ ‘Αμβρόσιος στάθηκε στήν πόρτα καί δέν τοῦ ἐπέτρεψε νά μπῆ. – Τά χέρια σου, βασιλιᾶ, εἶπε ὁ θαρραλέος ἐπίσκοπος, στάζουν αἷμα. Πρέπει νά κλάψης καί νά μετανοήσης ὅπως ὁ Δαβίδ.

←←←

Ἔτσι ἔζησε καί ἔδρασε ὁ ‘Αμβρόσιος. Καί σάν ἔπαρχος διοίκησε χριστιανικά τό λαό, ἀλλα καί σάν ἐπί-σκο¬πος ἐποίμανε τό λαό τοῦ Θεοῦ σάν καλός ποιμέ-νας, μιμητής τοῦ Καλοῦ Ποιμένος. Καί διδάσκει ὄχι μόνο τούς ἐπισκόπους, ἀλλά καί τούς πολιτικούς ἄρχοντες, ὅτι καί αὐτοί ἔχουν χρέος χριστιανικά νά διοι-κοῦν καί νά κυβερνοῦν τό λαό. Διότι κι αὐτοί κατά κάποιο τρόπο εἶνε ἐπίσκοποι. Ἐπίσκοποι τοῦ λαοῦ στά ὑλικά κυρίως πράγματα.

 

ΝΟΣΟΚΟΜΟΣ ΛΕΠΡΩΝ ΑΓΙΟΣ

(Ζωτικός μάρτυς – 31 Δεκεμβρίου)

Ὑπῆρχαν, ἀγαπητοί, ὑπῆρχαν ἀσθένειες πού ἔκαναν ἄλλοτε θραύσι καί πέθαιναν ἑκατομμύρια ἄνθρωποι ἀπ’ αὐτές. Ὁ Θεός ὅμως φώτισε ἐπιστήμονες καί ὕστερα ἀπό κόπους κατώρθωσαν ν’ ἀνακαλύψουν τά μικρόβια τῶν ἀσθενειῶν, νά ἐφεύρουν τά κατάλληλα φάρμακα καί νά θεραπεύουν τούς ἀσθενεῖς. Τέτοιες ἀσθένειες εἶνε ἡ λύσσα, ἡ ἐλονοσία, ἡ φθίσις καί ἡ λέπρα.

←←←

Δέν πᾶνε πολλά χρόνια, πού καί στήν Ἑλλάδα οἱ λε¬προί συγκεντρώνονταν σ’ ἕνα ἐρημονήσι κοντά στήν Κρήτη κι ἐκεῖ ζοῦσαν μιά ἄθλια ζωή. Ἡ Σπιναλόγγα, τό νησί τῶν λεπρῶν, θεωρεῖτο τόπος κολάσεως. Χιλιάδες οἱ λεπροί πού πέρασαν ἀπό κεῖ. Τώρα τό περιβόητο λεπροκομεῖο τῆς Σπιναλόγγας διαλύθηκε. Ὅποιος τώρα προσβληθῆ ἀπ’ τή λέπρα, ὑποβάλλεται σέ ὡρισμένη θεραπεία καί γίνεται καλά καί ἐπιστρέφει στό σπίτι του καί ἐργάζεται.

Στήν παλιά ἐποχή καί μόνο ἡ λέξις λέπρα προκαλοῦσε φρίκη. Γιατί ἦταν μιά ἀρρώστια πολύ βασανιστική. Τό κορμί γέμιζε ἀπό σκληρά ἐξανθήματα, πού ἔμοιαζαν μέ λέπια ψαριῶν. Ὁ λεπρός αισθανόταν τήν ἀνάγκη νά ξύνη τό δέρμα του. Οἱ πληγές μεγάλωναν, γέμιζαν ἀπό πῦον καί αἵματα. Ἡ σάρκα σάπιζε καί κομμάτια ἀπ’ τό ἀνθρώπινο κορμί ἔπεφταν. Ὁ πιό ὄμορφος ἄνθρωπος γινόταν ὁ πιό ἄσχημος. Κάτω ἀπ’ τά χτυπήματα τῆς ἀρ¬ρώστιας ἔχανε τήν ὀμορφιά του, παραμορφωνόταν καί παρουσιαζόταν σάν ἕνα τέρας. Καί δέν ἦταν μόνο αὐτό. Ἡ λέπρα ἦταν μεταδοτική ἀρρώστια. Ἕνας λεπρός ἔφτανε νά μεταδώση τήν ἀρρώστια του σέ πολλούς ἄλλους. Γι’ αὐτό στήν παλιά ἐποχή, μόλις μάθαιναν ὅτι κάποιος προσβλήθηκε ἀπ’ αὐτήν, ἀμέσως τόν ἔπαιρναν καί τόν πήγαιναν μακριά. Οἱ ταλαίπωροι οἱ λεπροί ζοῦσαν στήν ἐρημιά, σέ σπηλιές καί σέ φαράγγια, καί δέν ἐπιτρεπόταν νά πλησιάσουν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό καί κρεμοῦσαν στό λαιμό τους κουδούνια, σάν τά κουδούνια πού κρεμᾶ-νε οἱ βοσκοί στά κριάρια. Κι αὐτό, γιά ν’ ἀκοῦνε οἱ ἄνθρωποι το κουδούνισμα καί νά φεύγουν μακριά.

←←←

Ἐκεῖνος πού ἐνδιαφέρθηκε γιά τούς λεπρούς εἶνε ὁ Χριστιανισμός. Ὁ Χριστός δίδαξε, πώς μιά ἀπόδειξις ἀγάπης εἶνε καί ἡ φροντίδα γιά τούς ἀσθενεῖς. Στή μέλλουσα κρίσι θά πῆ ὁ Κύριος τό φοβερό ἐκεῖνο λόγο: «’Ασθενής ἤμην καί οὐκ ἐπεσκέψασθέ με». Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, καί προπαντός τό ἀσύγκριτο παράδειγμά του, γέννησαν ἥρωες φιλανθρωπίας, πού δέν ὑπῆρχαν στήν ἀρχαία ἐποχή.

Ἕνας ἀπ’ τούς ἥρωες τῆς φιλανθρωπίας ἦταν καί ἕνας ἅγιος πού γιορτάζεται τήν τελευταία μέρα τοῦ ἔτους, στίς 31 Δεκεμβρίου. Λέγεται Ζωτικός. Ἄς δοῦμε σύ-ντομα τήν ἱστορία του.
Λαϊκός ἦταν. Διακρινόταν γιά τή μόρφωσι καί τήν εὐγένειά του. Ζοῦσε στή Ρώμη. Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀποφάσισε νά μεταφέρη τήν πρωτεύουσα τῆς ἀπέραντης αὐτοκρατορίας του ἀπό τή Ρώμη στήν Κωνσταντινούπολη τότε, μαζί μέ ἄλλους ἐκλεκτούς ἄνδρες πού προώριζε γιά τή διοίκησι τῆς αὐτοκρατορίας, πῆρε καί το Ζωτικό.
Στά πρῶτα χρόνια τῆς νέας πρωτεύουσας τοῦ κράτους παρουσιάστηκαν κρούσματα «λώβης». Ἔτσι ὠνόμαζαν οἱ Βυζαντινοί τή λέπρα. Οἱ κάτοικοι φοβήθηκαν, μήπως ἡ φοβερή ἀρρώστια μεταδοθῆ καί σέ πολλούς ἄλλους, καί ἄρχισαν νά φεύγουν καί νά ἐγκαταλείπουν τήν πόλι. Τότε μπῆκε σ’ ἐφαρμογή μιά παλιά διάταξις, πού ἴσχυε στόν εἰδωλολατρικό κόσμο, ὅτι αὐτοί πού προσβάλλονται ἀπ’ τή λέπρα πρέπει νά πιάνωνται καί νά ρίχνωνται στή θάλασσα. ‘Αλλ’ ἡ διάταξις αὐτή φάνηκε, ὅπως καί ἦταν, πολύ σκληρή καί ἀπάνθρωπη καί ἀσυμβίβαστη μέ τό χριστιανικό πνεῦμα. Ἔτσι τήν εἶδε καί ὁ ἄρχοντας Ζωτικός, πού κατεῖχε ἐξαιρετική θέσι στή διοίκησι τῆς πρωτευούσης.
Παρουσιάστηκε στόν αὐτοκράτορα καί τοῦ εἶπε: – Σέ παρακαλῶ, δῶσε μου χρυσάφι πολύ καί ἐγώ θ’ ἀγοράσω μαργαριτάρια καί ἄλλα πολύτιμα λιθάρια καί θά στε¬ρεώσω καί θ’ αὐξήσω τά οἰκονομικά τοῦ κράτους… Ὁ βασιλιᾶς νόμισε, πώς πραγματικά ὁ Ζωτικός του μιλοῦσε γιά πολύτιμους καί σπάνιους λίθους. Βρῆκε τήν ἀνταλλαγή αὐτή πολύ ὠφέλιμη καί ἐνέκρινε νά δοθῆ πολύ χρυσάφι γιά τήν ἀγορά τῶν πολυτίμων λίθων.

Ὁ Ζωτικός πῆρε τά χρήματα πού ζήτησε, ἀλλά δέν ἀγόρασε μαργαριτάρια καί ἄλλα πολύτιμα πετράδια. Βρῆκε ἄλλα μαργαριτάρια, πού ἔχουν ἀξία ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπό τά γνωστά μαργαριτάρια. Δέν εἶπε ὁ Χριστός, ὅτι μιά ψυχή ἀνθρώπου, καί τοῦ πιό ταπεινοῦ τῆς γῆς, ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὅλους τούς ὑλικούς θησαυρούς τοῦ κόσμου; Καί οἱ λεπροί, πού τούς ἔπαιρναν καί τούς ἔρριχναν στή θάλασσα γιά νά μή μεταδώσουν τήν ἀρρώστια, δέν εἶχαν ἀνάγκες ἀθάνατες; Δέν ἄξιζε ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς περισσότερο ἁπό ὅλα τά μαργαριτάρια καί διαμάντια τοῦ κόσμου;
Αὐτά σκέφτηκε ὁ Ζωτικός, καί γι’ αὐτό τό χρυσάφι πού πῆρε τό διέθεσε γιά τήν περιποίησι καί σωτηρία τῶν λεπρῶν. Πήγαινε στή θάλασσα, ὅπου οἱ δήμιοι ἔρριχναν τούς λεπρούς καί πληρώνοντάς τους κατώρθωνε καί ἔπαιρνε ἀπό τά χέρια τους τούς λεπρούς καί τούς μέτέφερε σ’ ἕνα μακρινό μέρος, πού ὠνομαζόταν Ἐλαιών. Ἐκεῖ κατασκεύασε σκηνές καί ὁ ἴδιος μαζί μέ ἕνα ἐκλεκτό ἐπιτελεῖο συνεργατῶν του ἔτρεφε καί περιποιόταν τούς λεπρούς. Μεγάλος πραγματικά ἡρωισμός!

←←←

Ὅσο ζοῦσε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ὁ Ζωτικός ἐξακολουθοῦσε τό φιλάνθρωπο ἔργο του. Ἀλλ’ ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος πέθανε καί ἦρθε στά πράγματα ὁ Κωνστάντιος, φίλος τῶν αἱρετικῶν καί ἐχθρός τῶν ὀρθοδόξων, τότε τό φιλάνθρωπο ἔργο τοῦ Ζωτικοῦ ἐμποδίστηκε καί τελικά σταμάτησε. Πῶς; Ὅταν στήν Κωνσταντινούπολι ἔπεσε πεῖνα καί ὁ βασιλιᾶς ζητοῦσε νά μάθη, ποιά εἶνε ἡ αἰτία πού στερεῖται ἡ πόλις ἀπ’ τά ἀναγκαῖα τρόφιμα, ἄνθρωποι συκοφάντες, πού φθονοῦσαν τό ἠθικό μεγαλεῖο τοῦ Ζωτικοῦ, εἶπαν στό βασιλιᾶ, ὅτι αἰτία εἶνε τό ὅτι ὁ Ζωτικός ἔκτισε νοσοκομεῖο λεπρῶν καί μάζεψε χιλιάδες λεπρούς καί γιά χάρι τους διαθέτει μεγάλα ποσά.

Ὁ βασιλιάς κάλεσε τό Ζωτικό καί ζήτησε νά τοῦ δώση λογαριασμό γιά τά μαργαριτάρια ἐκεῖνα, πού ἔλεγε ὅτι θ’ ἀγόραζε μέ τά λεφτά τοῦ δημοσίου. Ὁ Ζωτικός ἀτάραχος ἀπάντησε, ὅτι ὑπάρχουν τά μαργαριτάρια καί ἄν θέλη μπορεῖ νά τά δῆ. Παρακάλεσε δέ τό βασιλιά νά κάνη τόν κόπο νά βγῆ ἔξω ἀπό τήν πόλι καί ἐκεῖ σέ κάποιο μέρος θά ἔβλεπε τά πολύτιμα μαργαριτάρια. Ὁ βασιλιᾶς δέχτηκε. Ὁ Ζωτικός τόν συνώδεψε, καί ὅταν βγῆκαν ἔξω ἀπ’ τήν πόλι, ἐκεῖ σέ κάποιο μέρος φάνηκαν τά μαργαριτάρια. Ἔλαμπαν πιό πολύ ἀπό κάθε μέταλλο! Ἦταν οἱ λεπροί, πού ὅλοι κρατοῦσαν λαμπάδες ἀναμμένες, γιά νά προϋπαντήσουν τό βασιλιά.
– Αὐτοί, εἶπε ὁ Ζωτικός δείχνοντας τούς λεπρούς, αὐτοί εἶνε τά μαργαριτάρια…
Ἀλλ’ ὁ ἀσεβής βασιλιᾶς δέν μποροῦσε νά καταλάβη τή γλώσσα αὐτή τοῦ Ζωτικοῦ. Θεώρησε τό γεγονός σάν ἀπάτη, ἐξωργίστηκε καί διέταξε νά τιμωρήσουν σκληρά τό Ζωτικό. Διέταξε νά τόν δέσουν στίς οὐρές μουλαριῶν. Χτύπησαν τά μουλάρια καί τρέχοντας ἐκεῖνα ἔκαναν νά κομματιασθῆ τό σῶμα τοῦ ἁγίου. Ἔτσι μαρτύρησε ὁ ἅγιος Ζωτικός.

←←←

Ὁ ἅγιος Ζωτικός παραμένει ὑπόδειγμα ἁγνῆς φιλανθρωπίας πρός ἀσθενεῖς ἀνθρώπους, ὑπόδειγμα πού πρέπει ὅλοι μας νά ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν, καί ἰδιαίτερα ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τήν περιποίησι ἀσθενῶν, ὅπως εἶνε οἱ νοσοκόμοι καί οἱ γιατροί.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.