Αυγουστίνος Καντιώτης



ΛΥΤΡΩΜΕΝΟΙ ἢ ΔΕΣΜΩΤΑΙ;

date Δεκ 20th, 2017 | filed Filed under: ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

ΛΥΤΡΩΜΕΝΟΙ ἢ ΔΕΣΜΩΤΑΙ;

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Ἀπόσπασμ. α

«Καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (Γεν. 49, 10)

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγαπητοί μου, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔμεινεν εἰς τὴν ἀμόλυντη ἀτμόσφαιραν τοῦ Θεοῦ, εἰς τὴν κατάστασιν τῆς ἀθῳότητος καὶ τῆς εὐδαιμονίας ἐκείνης, εἰς τὴν ὁποίαν τὸν εἶχε θέσει ὁ Δημιουργός. Ὁ ἄνθρωπος ἀμάρτησε, ὅπως περιγράφει τὸ πρῶτον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ Γένεσις. Κάτι τὸ μυστηριῶδες συνέβη εἰς τὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του. Τρομερὸς σεισμὸς συνετάραξε τὸ ὅλον οἰκοδόμημα τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεως καὶ ἡ κορωνὶς τῆς δημιουργίας κατέπεσεν εἰς ἐρείπια. Ἀπὸ τὰ ἄστρα εἰς τὴν κόπρον.

Ἡ ἀθλιότης τῆς πτώσεως

Ποιός δὲν θὰ θρηνήσῃ τὴν πτῶσιν αὐτὴν τοῦ ἀνθρώπου; ῾Όλος ἠχρειώθη. Ἡ καρδία του ἐμολύνθη. Ἡ θέλησίς του συνετρίβη. Ἡ διάνοιά του συντρίμματα λογικῆς ἀναρίθμητα, σωροὶ σκέψεων, φιλοσοφικῶν συστημάτων, ποὺ ἀλληλοσυγκρούονται καὶ δημιουργοῦν πύργον Βαβέλ. Ὁ ἄνθρωπος, ὅπως λέγει ὁ Πασκάλ, ὁμοιάζει μὲ ἐρείπια ἀνακτόρων, ποὺ καὶ μετὰ τὴν καταστροφὴν ὅμως διατηροῦν γραμμὲς τοῦ παρελθόντος μεγαλείου, τὸ ὁποῖον εἶχαν πρὶν ἐρειπωθοῦν. Φαντασθῆτε πρὸς στιγμὴν τὴν Ἀκρόπολιν τῶν Ἀθηνῶν καταστρεφομένη ὑπὸ σεισμοῦ καὶ μεταβαλλομένην εἰς ἐρείπια, διὰ νὰ συλλάβετε μίαν ἀμυδρὰν ἰδέαν τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Ἐπάνω εἰς τὰ ἐρείπια τοῦ ψυχικοῦ του κόσμου ἐκάθησεν ὁ ἄνθρωπος καὶ ἔκλαιεν. Ἔκλαιεν ἐπὶ αἰῶνας καὶ χιλιετηρίδες, καὶ οἱ κραυγὲς καὶ οἱ ἀναστεναγμοὶ τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου ἀκούονται δι᾽ ὅλων τῶν σελίδων τοῦ βιβλίου τῆς παγκοσμίου ἱστορίας. Διότι μέσα εἰς τὴν συνείδησίν του διετηρεῖτο ἡ ἰδέα τοῦ ἀρχαίου του μεγαλείου καὶ πρὸς τὴν ἰδέαν αὐτὴν συνέκρινε τὴν ἀθλίαν του κατάστασιν. Ἔβλεπε τὸ χάος, εἰς τὸ ὁποῖον κατέπεσε, καὶ ἐνεθυμεῖτο τὰ ὕψη.

* * *

Ὁ ἀρχαῖ­ος ὄφις – τὸ κακό, παρ᾿ ὅλη τὴν ἕλ­ξι καὶ γοητεία μὲ τὴν ὁποία ἐξαπάτησε τοὺς πρωτοπλά­στους καὶ παρασύρει ἔκτοτε τοὺς ἀν­θρώπους, κρύβει μέσα του φοβερὸ δηλη­τή­ριο ποὺ δὲν ἄφησε τίποτε ἀμόλυντο. Ὁ ἄν­θρω­πος φαρμακώθηκε ἀπ᾽ τὴ ῥίζα του, ψυ­χὴ καὶ σῶ­μα δι­εφθάρησαν. Τὸ δηλητήριο αὐ­τό, ποὺ ἡ ἁγία Γραφὴ τὸ ὀ­νομάζει ἁ­μαρτία, διαπότισε ὅλη τὴν ἀνθρώ­πινη ὑπόστασι· ὁ νοῦς σκοτίστηκε, ἡ καρδιὰ ψυ­χράν­θηκε, ἡ θέλησι ἀτόνη­σε. Ἡ ἀνθρω­πότης ψυχορ­ραγοῦσε ὅπως ὁ δια­βάτης τῆς πα­ραβολῆς τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου ποὺ ἔ­πεσε στοὺς λῃ­στὰς κι αὐτοὶ «ἐκδύσαντες αὐ­τὸν καὶ πλη­γὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡ­μιθανῆ τυγχάνοντα» (Λουκ. 10,30). Λίγο ἀκόμη καὶ θὰ πέθαινε.
Γι᾽ αὐτὸ ἀπ᾽ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ὑφηλίου ἀ­κούγονταν κραυγὲς πόνου. Ἡ ἀνθρωπότης ἀ­π᾽ τὸ κεφάλι ὡς τὰ πόδια εἶχε γίνει ἕνα ἕλ­κος. Ὅπου κι ἂν τὴν ἄγγιζες πονοῦσε καὶ φώναζε. Καὶ ποιός δὲν πονοῦσε καὶ δὲν φώναζε; Φώναζαν τὰ παι­διά, ποὺ τά ᾽ρριχναν στὸν Καιάδα. Φώναζαν οἱ παρθένες, ποὺ ἀτιμάζονταν μέσα στοὺς ναοὺς τῆς εἰδωλολατρίας προσ­φέ­ρον­τας τὴν τιμή τους ὡς… λατρεία τῆς θε­ᾶς Ἀ­φρο­δίτης καὶ τῆς θεᾶς Ἀστάρτης. Φώναζαν τὰ ἑ­κατομμύρια δοῦλοι, ποὺ ἔσερναν τὶς ἁλυσίδες τῆς σκλαβιᾶς καὶ τοὺς κομμάτια­ζαν οἱ με­γιστᾶ­νες γιὰ νὰ τρέφουν μὲ τὶς σάρκες τους τὰ ἰχθυ­οτροφεῖα τους. Φώναζαν οἱ λαοί, ποὺ εἶ­χαν χά­σει τὴν ἐλευθερία τους κάτω ἀπ᾽ τὸ ζυγὸ τῆς Ῥώμης. Πρὸ παντὸς ὅμως φώναζαν οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ ἔνοχοι γιὰ τὶς μύριες παραβάσεις τοῦ ἠθικοῦ νόμου· αὐτοί, ἀπὸ προσωπικὴ πεῖρα, εἶχαν πεισθῆ ὅτι τὸ ν᾽ ἀνατρέψουν ἕνα τυραννικὸ καθε­στώς, ὅσο δύσκολο κι ἂν εἶνε, εἶνε παι­χνίδι ἐν συγκρίσει μὲ τὸ ν᾽ ἀ­νατρέψῃ καν­εὶς τὴν τυραννία τῶν παθῶν, ποὺ ἔχει θρονια­στῆ στὴν καρδιὰ τοῦ ἐνόχου. Ἐ­κεῖ, στὰ σκοτεινὰ ὑ­ποσυνεί­δητα βάθη τῆς ψυχῆς, ζοῦν οἱ ἀόρατοι τύραν­νοι, τὰ πάθη, καὶ γιὰ νὰ λυτρωθῇ ἀπὸ τὴν τυραννία τους ἡ ψυχὴ φώναζε μαζὶ μὲ τὸν Παῦ­λο· «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (῾Ρωμ. 7,24).

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.