Αυγουστίνος Καντιώτης



ΤΡIA MHNYMATA TOY EYAΓΓΕΛΙΟΥ – 1) ΤΑ ΠΑΘΗ ΣΚΟΤΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΝΟΥ – Φοβερη η σκλαβια της φιλαργυριας 2) Να εχουμε καθαρη τη διανοια μας απο πονηρες σκεψεις 3) Να μη εξαπατωμεθα· αυτοι που εχουν τα υλικα πλουτη δεν ειναι ασφαλεις, μη τους θαυμαζετε

date Ιούν 27th, 2020 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2297

Κυριακὴ Γ΄ Ματθαίου (Ματθ. 6,22-33)
28 Ἰουνίου 2020
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Τα παθη τυφλωνουν, ο απαθης διακρινει

«Ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;» (Ματθ. 6,23)

ΠΑΘΗ ΑΜ.Διδάσκει, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Διδάσκαλος μὲ δέλτα κε­φαλαῖο – μὲ τὴν ἀπόλυτη ἔννοια τῆς λέξεως. Πρόκειται γιὰ τὴν περίφημη Ἐπὶ τοῦ ὄ­ρους ὁ­μιλία (βλ. Ματθ. κεφ. 5ο-7ο), ποὺ λόγῳ τῆς σπουδαιότητός της ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς «ἡ καρδιὰ τοῦ Εὐαγγελίου». Ὁ Χριστὸς δὲν βρίσκεται σὲ μία πόλι ἢ χωριό, οὔτε στὸ ναὸ τῶν Ἰεροσολύ­μων ἢ στὴν αἴ­θουσα κά­ποιας συναγωγῆς· βρίσκεται σὲ ὕπαιθρο, ἐπά­νω στὸ ὕψωμα ἐ­κεῖνο ποὺ ἀπὸ τότε πῆρε τὸ ὄνομα «ὄρος τῶν μακα­ρισμῶν», ἐ­πειδὴ ἡ ὁμιλία του αὐτὴ ἀρχίζει μὲ τοὺς γνωστοὺς 9 Μακαρισμούς (ἔ.ἀ. 5,1-12).
Ὑψηλό­τερες ἀλήθειες δὲν μποροῦν ν᾽ ἀ­κου­­στοῦν· δὲν διδάσκει ἕνας θνητός, διδάσκει ἡ ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ. Μακαρίζει ὄχι τοὺς πλουσίους καὶ δυνατούς, ὄχι τοὺς ἄρ­χον­­τες καὶ μεγιστᾶνες, ὄχι τοὺς διασήμους καὶ ἐν­δόξους· μακαρίζει αὐ­τοὺς ποὺ φροντίζουν νὰ φυτέψουν στὴν ψυ­χή τους τὸ δέντρο τῆς ἀ­ρε­τῆς καὶ τῆς ἁγιότητος, τὸ ὁποῖο ὡς καρποὺς πα­ράγει· τὴν αὐτογνωσία καὶ τὴν ταπεί­νωσι, τὴ συν­αίσθησι καὶ τὴν αὐτομεμψία, τὴν ἔμπρα­κτη μετάνοια, τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἐ­λεημοσύ­νη, τὴν καθαρότητα, τὴν εἰ­ρήνη, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ὁμολογία. Διδασκαλία πρωτάκουστη!
Διδάσκει μὲ λόγια ἁπλᾶ, ποὺ ἀγγίζουν τὴν καρδιά. Χρησι­μοποιεῖ εἰ­κόνες γνωστὲς καὶ παρ­αδεί­γμα­τα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωή. Λέει ὅ­μως μεγάλες ἀλήθειες, ποὺ καθηλώνουν καὶ τὸν φιλόσοφο καὶ ἐπιστήμονα. Δὲν ἀναπτύσσει θεωρίες προοριζόμενες γιὰ μία ἀ­ριστοκρατία διανο­η­τῶν ἀλλὰ μένουν ἀκατανό­η­τες ἀπὸ τὸν πολὺ λαό. Ἀ­πευ­θύνεται σὲ ὅ­λους· ἀ­παιτεῖ μόνο αὐτὸ ποὺ μποροῦν ὅλοι νὰ διαθέσουν, μιὰ ψυχὴ καθαρὴ καὶ εἰλικρινῆ.
Μέρος λοιπὸν τῆς διδασκαλίας αὐτῆς εἶνε καὶ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο (βλ. ἔ.ἀ. 6,22-33). Νὰ ἀναλύ­σουμε ὅλο τὸ περιεχόμενό του; Εἶνε δύσ­κολο αὐτὸ στὰ ὅρια ἑνὸς συντόμου κηρύ­γματος. Θὰ τονίσουμε μόνο τὰ κύρια νοήματά του.

* * *

⃝ Τὸ πρῶτο εἶνε, νὰ ἔχουμε καθαρὴ τὴ διάνοιά μας ἀπὸ πονηρὲς σκέψεις (βλ. ἔ.ἀ. 6,22-23).
Μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ ἡ διάνοια. Μὲ τὴ διάνοιά του ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ὁ κυρίαρχος τῆς κτίσεως, τιθάσευσε τὰ ἄγρια ζῷα καὶ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσε­­­ως. Κάθε πρόοδός του, ὅ­λες οἱ κατακτήσεις καὶ οἱ ἐφευρέσεις του ὀ­φείλονται στὴ δι­άνοια. Ὅλα αὐτὰ εἶνε ἐπιτεύ­­γματα τοῦ ἀν­θρώπου· τὸ ζῷο δὲν προοδεύει, δὲν ἐπινοεῖ, δὲν ἐφευρίσκει· μένει στά­­σιμο. Ἀλλ᾽ ὁ ἄν­θρω­πος; ὤ ὁ ἄνθρωπος! σημειώνει ἀνοδι­κὴ πορεία, γράφει ἱστορία.
Ἡ διάνοια εἶνε ὁ λαμπτήρας ποὺ φωτίζει τὴ ζωὴ καὶ τὴν πορεία μας· εἶνε τὸ φῶς, ποὺ μᾶς δείχνει κάθε φορὰ ποῦ νὰ βαδίσουμε, πῶς νὰ πορευθοῦμε. Εἶνε τὸ μάτι τῆς ψυ­χῆς. Ὅ,τι εἶνε γιὰ τὸ σῶμα τὸ μάτι, αὐτὸ εἶνε γιὰ τὴν ­ψυχὴ ἡ διάνοια. Ὅποιος εἶχε τὸ ἀ­τύχη­μα νὰ χάσῃ τὴν ὅρασί του, δυσκολεύ­εται νὰ κι­νηθῇ· σκοντάφτει, χτυπάει, πέφτει, πληγώνεται, χάνει τὸ δρόμο καὶ ταλαιπωρεῖ­ται. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει κι ὅταν ὁ ἄν­θρω­πος ἔ­χῃ σκοτισμένη τὴ διάνοιά του. Ὅσο ἡ δι­άνοια, τὸ μάτι τῆς ψυ­χῆς, εἶνε καθαρή, ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου κινεῖται μέσα στὸ φῶς· ὅταν ἡ διάνοια σκοτισθῇ, τότε ἀλλοίμονο! ὁ ἄνθρωπος βαδίζει μέσα στὸ σκοτάδι.
Καὶ πότε σκοτίζεται ἡ διάνοια; Ὅταν ὁ ἄν­θρωπος παρεκκλίνῃ ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Δημι­ουργοῦ του, ὅταν ἁμαρτάνῃ. Ποιό, ἑπομένως, εἶνε ἐ­κεῖνο ποὺ σκοτίζει καὶ θολώνει τὸ μυαλό; Ἡ ἁμαρτία. Θέλετε παραδείγματα;
Τί συμβαίνει π.χ. ὅταν κάποιος θυμώ­νῃ; Ὁ θυμὸς τοῦ θολώνει τὸ μυαλό. Καὶ ἄν, πάνω σ᾽ αὐτὴ τὴν ταραχή, δὲν συγ­κρατηθῇ ἀλλὰ κινηθῇ καὶ ἐν­εργήσῃ κάτι, τότε δὲν ἐ­λέγχει τί κάνει· φωνάζει, βρίζει, χτυπάει, κατα­στρέφει. Καὶ ἂν τὸ πάθος κυριαρχήσῃ ἐντελῶς, τότε μπορεῖ καὶ νὰ ἐγκληματήσῃ, νὰ πά­ρῃ μαχαίρι καὶ νὰ τὸ καρφώσῃ στὸν ἀδερφό του.
Ἄλλο παράδειγμα εἶνε ὁ νέος ἐκεῖνος ποὺ παραδίδεται στὴν κυριαρχία τοῦ γενετησίου ἐν­στίκτου, στὴ σαρκικὴ ἐπιθυμία. Τὸ πάθος του δὲν τὸν ἀφήνει νὰ δῇ τὸν κίνδυνο. Καὶ δὲν δέ­χεται συμβουλή. Ὁρμᾷ ἀ­κάθεκτος πάνω στὴν παγίδα, πέφτει σὰν τυφλὸς στὴ φωτιά.
Νά λοιπὸν πῶς τὸ ἁμαρτωλὸ πάθος γίνεται ὅπως τὸ μεθυστικὸ ποτό, σὰν ἕνα ναρκωτικό, ποὺ παραλύει, ἀν­αισθη­τοποιεῖ καὶ τυφλώνει· ὁ ἁμαρτωλὸς δὲν ξέρει τί κάνει, δὲν βλέπει ὅ­τι ὁ δρόμος ποὺ βαδίζει καταλήγει ὄχι σὲ περι­βόλι χαρᾶς ἀλλὰ σὲ γκρεμό, στὴν ἄ­­βυσσο τῆς κολάσεως. Μοιάζει μὲ ἕνα πλοῖο ποὺ ὁ καπετάνιος του ἔχασε τὸ μυαλό του καὶ τὸ ὁ­δηγεῖ ἐπάνω στὰ βράχια.
⃝ Τὸ δεύτερο νόημα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου εἶνε ἡ σκλαβιὰ τῆς φιλαργυρίας (βλ. ἔ.ἀ. 6,24).
Εἴδαμε ὅτι καὶ ὁ θυμὸς καὶ ἡ κακὴ ἐπιθυμία κάνουν τὸν ἄν­θρωπο ἐμπαθῆ, τὸν ὁδηγοῦν σὲ κατάστασι σκοτασμοῦ. Ὅλα γενικῶς τὰ πάθη σκοτί­ζουν τὸ νοῦ, ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνα πάθος ποὺ ὄχι ἁπλῶς σκοτίζει ἀλλὰ τυφλώνει. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Τὸ λέει σήμερα ὁ Χριστὸς μὲ μία ἑ­βραϊκὴ λέξι, τὴ λέξι μαμωνᾶς. Μαμωνᾶς εἶνε ἡ ἀγάπη τοῦ ὑλικοῦ πλούτου, ἡ λατρεία τοῦ χρυσοῦ καὶ τοῦ ἀργύρου, μὲ μιὰ λέξι ἡ φιλαρ­γυρία. Τὸ χρῆμα γίνεται ὁ κυρίαρχος παράγων στὴ ζωὴ τοῦ φιλαργύρου. Δὲν λατρεύει τὸ Χριστό, λατρεύει τὸν χρυσό. Καὶ ἡ λατρεία τοῦ χρήματος ὑποδουλώνει, σκλαβώνει τὸν λάτρη της πε­ρισσότερο ἀπὸ ἄλλα πάθη· εἶνε ἡ πιὸ ἐπαχθὴς ὑποδούλωσις.
Γι᾽ αὐτὸ φωνάζει σήμερα ὁ Κύριος στὸ εὐ­αγγέλιο· «Οὐ­δεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», κανένας δὲν μπορεῖ νὰ ὑπηρετῇ δύο ἀφεντικὰ ποὺ εἶνε μεταξύ τους ἀντίθετα (ἔ.ἀ. 6,24). Μαμω­νᾶς καὶ Θεὸς εἶνε ἀσυμβίβαστα, ὅ­πως ἀσυμβίβαστα εἶνε τὸ σκοτάδι μὲ τὸ φῶς, ἡ φωτιὰ μὲ τὸ νερό, ἀφοῦ τὸ ἕνα ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο. Εἶνε δύο κύριοι ποὺ δίνουν ἀντίθετες μεταξύ τους διαταγές, ὅπως π.χ.·
διαταγὴ μαμωνᾶ· «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέ­ψε νά ᾽χῃς» – διαταγὴ τοῦ Θεοῦ· «Ἐργάζου, ἵδρωνε, κοπίαζε· καὶ μήτε νὰ ἐπιθυμῇς μήτε νὰ ἐπιβουλεύεσαι ὅ,τι ἀνήκει στὸν πλησίον σου, ἀλλὰ νὰ σέβεσαι ὅ,τι τοῦ ἀνήκει».
διαταγὴ μαμωνᾶ· «Κλεῖσε τὰ μάτια καὶ μὴ βλέπεις τὴ δυστυχία τοῦ πλησίον, βούλωσε τ᾽ αὐτιά σου καὶ μὴν ἀκοῦς τὸν ἀναστενα­­γμό του» – διαταγὴ τοῦ Θεοῦ· «Ἅπλωνε τὸ χέρι σου καὶ δίνε ὅ,τι μπορεῖς, ἄνοιγε τὸ κελλάρι σου καὶ τρέφε δυστυχεῖς».
Ὅ,τι δηλαδὴ διατάζει ὁ ἕνας, τὸ ἀρνεῖται ὁ ἄλλος. Μαλώνουν, ἀνταγωνίζονται μεταξύ τους γιὰ τὴν ἀπόλυτη κυριαρχία. Αὐ­τοὶ οἱ δυὸ εἶνε ἀ­δύνατον νὰ συγκυβερνήσουν. Σὲ ἕ­να θρόνο ἄλλωστε δὲν χωρᾶνε νὰ καθήσουν δυὸ βασιλιᾶδες, ἔτσι λοιπὸν καὶ σὲ μία ψυ­χὴ ἕνας ἐκ τῶν δύο θὰ ἐξουσιάζῃ. Ἐσὺ ποιόν θὰ ἐκλέξῃς;
⃝ Καὶ τὸ τρίτο νόημα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου (βλ. ἔ.ἀ. 6,25-33). Οἱ ἔχοντες τὰ ὑλικὰ πλούτη δὲν εἶνε ἀσφαλεῖς. Νομίζουν πὼς εἶνε, ἀλ­λὰ πλα­νῶνται. Ἔλα, ἐσὺ ποὺ τοὺς θαυμάζεις, νὰ σοῦ δείξω πόσο ἀπατῶνται. ῾Ρῖξε μιὰ ματιὰ στὰ μέγαρά τους καὶ θὰ διαπιστώσῃς ὅτι ὑπάρχουν κ᾽ ἐκεῖ ἀρρώστιες – κάποτε ἀνίατες, ξοδεύουν σὲ γιατρούς, παίρνουν φάρμακα, μπαινοβγαίνουν σὲ νοσοκομεῖα, θρηνοῦν κάποτε κ᾽ ἐ­κεῖ τραγικοὺς θανάτους. Δὲν γλυτώνουν, καὶ ἂς κοιμῶνται σὲ μεταξωτὰ σεντόνια καὶ ἂς φτύνουν τὸ αἷμα τους σὲ χρυσὲς λεκάνες.
Τὴν ἀπάτη τοῦ πλούτου εἶχαν ἀντιληφθῆ καὶ οἱ ἀρχαῖοι μυθολόγοι· ἔλεγαν γιὰ τὸν Μίδα βασιλιᾶ τῆς Φρυγίας, ὀνομαστὸ πλούσιο, ὅτι ἀφοῦ πῆρε τὸ χάρισμα νὰ κάνῃ χρυσὸ ὅ,τι ἀγγίζει, κινδύνεψε νὰ πεθάνῃ ἀπὸ τὴν πεῖνα.
Τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ εἶνε ἀπατηλὸ στήριγμα· εἶνε σὰν ἕνα καλάμι πού, ἐνῷ ὁ ὁδοιπόρος πάει νὰ στηριχθῇ ἐπάνω του, αὐτὸ σπάζει καὶ οἱ ἀκίδες του καρφώνονται στὶς σάρκες του.

* * *

Προτοῦ νὰ τελειώσω, ἀγαπητοί μου, θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ κάνω μία σύστασι. Γιὰ νὰ κρατήσουμε τὸ νοῦ μας καθαρὸ ἀπὸ τὴν τύφλωσι τῆς φιλαργυρίας καὶ νὰ μὴν ἀπατηθοῦμε ἀ­πὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἂς δίνουμε ἐλεημοσύνη!
Βρισκόμαστε σὲ ἐποχὴ θέρους, ἡ ὁποία ὠ­νομάστηκε ἔτσι διότι τώρα γίνεται ὁ θερισμὸς καὶ ἡ συλλογὴ τῶν καρπῶν. Ἂς δοξάζουμε τὸ Θεὸ γι᾽ αὐτὴ τὴν εὐλογία. Ἀλλὰ ἡ εὐλογία δημιουργεῖ καὶ ὑποχρέωσι, νὰ φανοῦμε κ᾽ ἐμεῖς πιὸ σπλαχνικοὶ καὶ φιλάνθρω­ποι σὲ φτωχοὺς ἀδελφούς μας· σὲ χῆρες καὶ ὀρφανά, σὲ ἀρρώ­στους καὶ γέροντες, σὲ ὅσους δὲν ἔχουν σπίτι, δὲν ἔχουν ἕνα πιάτο φαγητό, δὲν ἔ­χουν ἕ­να στρέμμα γῆς, ζοῦν σὲ μεγάλη δυστυχία.
Μποροῦμε νὰ προσφέρουμε κ᾽ ἐμεῖς, ἀφα­νῶς, χωρὶς ἐπίδειξι, μιὰ βοήθεια, εἴτε ἐκεῖ ποὺ γνωρίζουμε εἴτε καὶ σὲ ἀγνώστους μέσῳ τοῦ φιλοπτώχου ταμείου τῆς ἐνορίας μας.
Ὅσο πλουσιώτερη εἶνε ἡ ἐλεημοσύνη, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶνε ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.