Αυγουστίνος Καντιώτης



15.5. 1988 – Του ἁγ. Ἀχιλλιου: 1) ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ & ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ, ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΧΙΛΛΙΟΥ, στα ἐρειπια της ἀρχαιας βασιλικης στο νησακι των Πρεσπων (βιντεο) 2η) Παλαιοτερη ομιλια του Μητροπολιτου Αυγουστινου στις 15.5.1969 με Θεμα: «Ὁ καρπος του Πνευματος ἐστιν ἀγαπη…» (Γαλ. 5,22) & Δευτερολογια για την ανεγερση του νεου ναου, στο νησι

date Μαι 14th, 2023 | filed Filed under: εορτολογιο

Ἑορτολόγιο
05-15 ἅγιος Ἀχίλλιος

 ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ & ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΑΧΙΛΛΙΟ ΣΤΟ ΝΗΣΑΚΙ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ ΤΟ 1988

_______________

______________________

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος Μ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2556

Τοῦ ἁγ. Ἀχιλλίου Λαρίσσης (Γαλ. 5,22-6,2)
Δευτέρα 15 Μαΐου 2023

Ὁ Θεος φυτεψε δεντρα & περιμενει καρπο

«Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη…» (Γαλ. 5,22)

Ἕνα ἀπὸ τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ εἶ­νε, ἀγαπητοί μου, τὰ δέντρα. Ὑπάρχουν δέντρα ποὺ ζοῦν λίγα χρόνια, ἀλλὰ καὶ δέν­τρα ποὺ ζοῦν περισσότερο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο· ἑκατό, διακόσα, βάλτε χί­λια, δυὸ ἢ τρεῖς χιλιά­δες χρόνια! Στὴν Ἀθήνα, στὴν περιοχὴ Πλάτω­νος, ὑπάρχουν ἀ­κόμα ἐλιὲς τῆς ἐποχῆς ἐ­κεί­νης, τοῦ 4ου π.Χ. αἰῶνος. Στὰ Ἰεροσόλυμα, στὴ Γεθσημα­νῆ, ἐκεῖ ποὺ ὁ Κύριος πέρασε τὴν τελευταία βραδιά του, θὰ βρῆτε ἐλιὲς κάτω ἀπ᾽ τὶς ὁ­ποῖ­ες προσ­ευχήθηκε ὁ Χριστός. Ὑπάρχουν λοι­πὸν δέν­τρα ποὺ ζοῦν χρόνια πολλά, δέντρα ποὺ εἶνε στερεά, μὲ ῥίζες βαθειὰ μέσα στὴ γῆ. Ἂς φυσάῃ ἄνεμος, ἂς πνέουν θύελλες, αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ τὰ κλονίσουν.
–Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, μιλᾷς γιὰ δέντρα; γεω­πό­νος εἶσαι; θέλεις νὰ συστήσῃς καλλιέργειες;

Καλὴ ἡ δεντροκαλλιέργεια, τὰ δέν­τρα εἶνε εὐλογία Θεοῦ. Δὲν εἶμαι γεωπόνος, γιὰ νὰ πῶ τί ὠφέλεια ἔχει ἡ δεντροκαλλιέργεια στὴ φτω­χὴ πατρίδα μας. Ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος παίρ­νω τὸ δέντρο καὶ τοὺς καρποὺς σὰν παράδει­γμα, ὅ­πως τὸ πῆρε ὁ Χριστός, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρο­μος (βλ. Ματθ. 7,19· 3,10) καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦ­λος (βλ. Γαλ. 5,22). Ἔτσι τὸ παίρνω κ᾽ ἐγώ. Καὶ λέω ὅ­τι, ἐκτὸς ἀ­­πὸ τὰ φυσικὰ δέντρα ποὺ βλέπου­με, ὑπάρχει καὶ κάποιο ἄλλο δέντρο, ποὺ πρέ­πει νὰ φυτέψουμε ὄχι σὲ χωράφι ἀλλὰ βαθειὰ στὴν καρδιά μας· καὶ ἅμα ῥιζώσῃ ἐκεῖ, κι ἂν ἔρθουν ὅ­λοι οἱ δαίμονες, δὲν μποροῦν νὰ τὸ ξερριζώσουν.
Ποιό εἶνε τὸ δέντρο αὐτό;

* * *

Ἂν διαβάσετε τὶς ἀρχαῖες ἱστορίες, στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, θὰ δῆτε ὅτι ὁ Μωυσῆς, γιὰ νὰ ἐνισχύσῃ τὴν πίστι στὸν ἀληθινὸ Θεό, ζήτησε κατ᾽ ἐντολὴν τοῦ Κυρίου ἀπὸ τοὺς ὀλιγόπιστους Ἰουδαίους νὰ τοῦ δώσουν 12 ῥαβδιά, ἔγραψε ἐπάνω στὸ καθένα τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχηγοῦ κάθε φυλῆς, καὶ τὰ ἔβαλε μέσα στὴ σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου ἀπέναντι στὴν κιβωτὸ τῆς διαθήκης. Κι ὅταν τὴν ἄλλη μέρα μπῆκαν νὰ τὰ δοῦν, τὸ ῥαβδὶ τοῦ Ἀαρὼν εἶχε βλαστή­σει, ἔβγαλε ἄνθη καὶ καρποὺς – καρύδια, δεῖ­γμα ὅτι ὁ Κύριος αὐτὸν ἐξέλεξε νὰ τὸν ὑπηρε­τῇ (βλ. Ἀρ. 17,16-28). Εἶνε δυνατόν, θὰ σκεφτῇ κάποιος, ἕνα ξερὸ ῥαβδὶ νὰ βγάλῃ ἄνθη καὶ καρ­πούς; Καὶ ὅμως ἔγινε. Ἂς γελάσουν οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι καὶ μασόνοι καὶ ῥοταριανοὶ καὶ ὅλη ἡ πανσπερμία τοῦ ὀρθολογισμοῦ. Ἂς μὴν πιστεύουν αὐτοί, ἐμεῖς πιστεύουμε στὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ πίστι μας εἶνε ἀληθινή.
Κάτι ἀνάλογο ἐπαναλήφθηκε στὸν βίο τοῦ σημερινοῦ ἁγίου, τοῦ ὁσίου Ἀ­χιλλίου. Ὁ ἅ­γιος Ἀχίλλιος ἔζησε τὸν καιρὸ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, τὸν 4ο μ.Χ. αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδο­κία, μορφώθηκε κατὰ Θεὸν καὶ κατὰ κόσμον, ἔζησε ἁγία ζωή, ἔγινε ἐπίσκοπος Λαρίσσης στὴ Θεσσαλία, διέδωσε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔκανε πλῆθος θαύματα· ἔβγαλε δαιμόνια, σταμάτησε τὴν ξηρασία κ.ἄ.. Ὡς ἐπίσκοπος ἔ­λαβε μέρος στὴν Πρώ­τη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (325 μ.Χ.). Ἐκεῖ ὑποστήριξε τὰ ὀρθόδοξα δόγμα­τα καὶ μὲ τὴν προσ­ευχή του ἔκανε μία πέτρα ν᾽ ἀ­να­βλύσῃ λάδι θαυματουρ­γικά. Ὁ τάφος του στὴ Λάρισσα λέγεται ὅτι ἀ­νέβλυζε μύρο σὰν τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Ὅ­ταν ὁ βασιλιᾶς τῶν Βουλ­γάρων Σαμουὴλ χτύπησε τὴ Λάρισσα (985 μ.Χ.), πῆ­ρε τὰ ἱε­ρὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου καὶ τὰ μετέφερε στὴν Πρέσπα τῆς Μακεδονίας.
Ἔλλειψι τροφίμων καὶ λαδιοῦ εἴχαμε κ᾽ ἐ­μεῖς στὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς, τότε ποὺ καὶ τὰ καντήλια μας ἔσβησαν – τὰ θυμᾶστε. Ἀλλὰ θὰ ξανάρθουν αὐτά. Γιατὶ τώρα τά ᾽χουμε ὅ­λα, καὶ ψωμὶ καὶ λάδι καὶ κάθε τροφή, καὶ γλεν­τᾶμε καὶ διασκεδάζουμε καὶ βγάζουμε τὰ μάτια μας, κ᾽ ἕνα εὐχαριστῶ στὸ Θεὸ δὲν λέμε.
Θαῦμα ὁ Μωυσῆς, θαῦμα ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, θαῦμα ὁ ἅγιος Σπυρίδων, θαῦμα ὁ ἅγιος Νικό­λαος… Ἂν ἔ­χουμε μαζί μας τὸ Θεό, ἐκεῖνος διὰ τῶν ἁγί­ων του κάνει καὶ τὰ πιὸ μεγάλα θαύ­ματα. Τὸ ῥαβδὶ ἐκείνων ἔβγαζε καρύδια καὶ ἀ­μύγδαλα, χτυποῦσε βράχια κ᾽ ἔβγαιναν ποτάμια νερό· γιατὶ ἐκεῖνοι εἶχαν πίστι. ῾Ραβδὶ κρα­τᾶμε τώρα κ᾽ ἐ­μεῖς, δεσποτάδες καὶ πα­πᾶ­δες, ἀλλὰ δὲν θαυματουργεῖ ὅπως ἐ­κείνων· γιατί; Γιατὶ –νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια– φύγαμε ὅ­λοι ἀπὸ τὶς ἅ­γιες παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας μας.
Τὸ νὰ βγάλῃ καρύδια ἡ ῥάβδος τοῦ Ἀαρὼν ἦταν μεγάλο θαῦμα τῆς Παλαιᾶς Δι­αθήκης. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἔ­γινε ἕνα ἄλλο θαῦμα με­γαλύτερο· φυτεύτηκε ἕνα ἄλλο δέν­τρο, ποὺ ἅ­πλωσε τὰ κλαδιά του σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι καὶ στὴ σκιά του ἀναπαύ­εται κάθε εὐ­γενικὴ ψυχή. Ποιό εἶνε τὸ δέν­τρο αὐτό; Εἶνε τὸ ζωη­φόρο ξύλο, ὁ τίμιος σταυρός. Τὸν φύ­τεψε ὁ Χριστός· καὶ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ φυτεύτηκε ὁ σταυρός, γέμισε ὁ κόσμος ἄνθη καὶ καρπούς.

* * *

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μιλάει, ἀδελφοί μου, γιὰ καρπό· «ὁ καρπὸς τοῦ πνεύματος», λέει (Γαλ. 5,22). Ἐννοεῖ, καταλαβαίνετε, καρπὸ πνευματικό.
Καὶ ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ποὺ γιορτάζει σήμερα, τί μᾶς λέει; Δὲν θὰ βγοῦμε ὠφελημένοι ἀ­πὸ τὴν ἑ­ορτή του ἐὰν δὲν πάρουμε μιὰ ἀπόφα­σι μέσα μας. Ἐμπρός! τί νὰ κάνουμε· ὅ,τι κάνει ὁ γεωργός. Πρῶτα ξερριζώνει τ᾽ ἀγκάθια καὶ μετά, ἀφοῦ καθαρίσῃ τὸ χωράφι, τότε σπέρνει τὸν καλὸ σπόρο. Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς. Σὰν Χριστιανοὶ πρῶτα νὰ ξερριζώσουμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας τὴν κακία, καὶ μετὰ νὰ φυτέψουμε τὴν ἀ­γάπη, τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὁ γεωργὸς περιμένει ἀπὸ τὸ δέντρο καρπό· ἂν φυτέψῃ μηλιὰ περιμένει μῆλα, ἂν φυτέ­ψῃ ἀμ­πέλι περιμένει σταφύλια, ἂν φυτέψῃ συκιὰ πε­ριμένει σῦκα, ἂν φυτέψῃ ῥοδακινιὰ περιμένει ῥοδάκινα. Κ᾽ ἐμᾶς ὁ Χριστὸς μᾶς εἶπε· «Πᾶν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται» (Ματθ. 7,19). Ὁ γεωργός, ὅταν βλέπῃ ὅτι τὸ δέντρο του μένει ἄκαρπο μιὰ – δυὸ – τρεῖς χρονιές, τότε παίρνει τὸ τσεκού­ρι τὸ κόβει, τὸ κάνει κλαδιὰ καὶ τὸ βάζει στὸ φοῦρ­νο· κ᾽ ἐμεῖς, δέντρα ποὺ φύτεψε ὁ Χρι­στός, πρέπει νὰ δώσουμε καρπό. Ἀλλοίμο­νο στὸν πιστὸ ποὺ μένει «ἄκαρπος» (Ματθ. 13,22· Μᾶρκ. 4,19. Τίτ. 3,14).
Ποιοί εἶνε οἱ καρποί μας; Ὁ πρῶτος καὶ γλυκύτερος καρ­­πός, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶνε ἡ ἀγάπη· «ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύμα­τός ἐστιν ἀ­γάπη…» (Γαλ. 5,22). Ποιά ἀγάπη εἶνε αὐ­­τή; Ἀγάπη εἶνε μιὰ φωτιὰ ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὰ οὐράνια καὶ καίει τὴν ἁμαρτία. Εἶνε ἡ ἀγάπη ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε πρῶτα στὸν Θεό. Ἔ­πει­τα ν᾽ ἀγαποῦμε ὅλο τὸν κόσμο. Ν᾽ ἀγαπᾷς τὰ λουλούδια γιὰ τὸ ἄρωμά τους, τὰ δέντρα γιὰ τοὺς καρπούς των, τὰ δάση γιὰ τὸ ὀξυγόνο τους, τὰ πουλιὰ γιὰ τὸ τραγούδι τους – κ᾽ εἶνε ἁ­μαρτία τὰ παιδιὰ νὰ τὰ κυνηγοῦν, τὶς πηγές, τοὺς ποταμοὺς καὶ τὶς λίμνες γιὰ τὴ δροσιά τους, τὰ ζῷα ποὺ τά ᾽δωσε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ὑ­πηρετοῦν, τὸ προβατάκι, τὸ γαϊδουράκι, τὸ βό­δι… Περισσότερο ἀπ᾽ ὅλη τὴ φύσι καὶ δημιουργία (τὸν ἥλιο, τὰ ἄστρα, τὴ σελήνη…) ν᾽ ἀγαπᾷς αὐτὸν ποὺ εἶνε στὴν κορυφή, βασιλιᾶς τῆς δημιουργίας καὶ ἀξίζει παραπάνω ἀ­πὸ χίλιους ἡλίους φεγγάρια καὶ ἀστέρια. Ν᾽ ἀ­γαπᾷς, τὸν ἄνθρωπο· τὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα ποὺ σὲ γέννησαν, τὸ δάσκαλο ποὺ σ᾽ ἔμαθε γράμματα, τὸν παπᾶ ποὺ σὲ εὐλογεῖ, τὸν συγγενῆ, τὸν φίλο, τὸν συμπατριώτη. Ν᾽ ἀγα­πᾷς τὴ γλυκειά μας πατρίδα ποὺ μᾶς σκεπάζει ὅλους. Ἀλλὰ χίλιες φορὲς παραπάνω ὅ­λους καὶ ὅλα, κι ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀκόμα, ν᾽ ἀ­γαποῦμε – ποιόν; τὸν Θεό. Αὐτὸν πρέπει ν᾽ ἀ­γα­ποῦμε μὲ ὅλο τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας, καὶ τὸν πλησίον μας σὰν τὸν ἑαυτό μας (βλ. Ματθ. 22,37-39· 5,43· 19,19. Μᾶρκ. 12,31-33). Μὲ τὸ χέρι στὴν καρδιά, ἀγαποῦμε ἔτσι τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον;
Παράδειγμά μας σήμερα εἶνε ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος. Ἀγάπησε μὲ ὅλη τὴν καρδιά του τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον, ὅ,τι εἶχε τὰ σκόρπισε στὴ Λάρισσα ἀπὸ ἀγάπη Χριστοῦ. Πῆγε ἀπὸ βουνὸ σὲ βουνό, ἀπὸ λαγκάδι σὲ λαγκάδι καὶ δίδαξε τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὀρθόδοξο πίστι.
Γιορτάζει σήμερα ἡ Λάρισσα. Ἀπὸ τότε ποὺ κοιμήθηκε ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος πέρασαν αἰῶνες· θὰ περάσουν κι ἄλλοι. Ὅλα τὰ ἐγκόσμια λησμο­νοῦνται, οἱ μνῆμες ὅμως τῶν ἁγίων μας δὲν λησμονοῦνται. Ἑορτάζει ἡ Λάρισσα, ἑορτάζει καὶ τὸ εὐλογημένο νησάκι ποὺ φέρει τὸ ὄνομά του στὴν Πρέσπα τῆς Φλωρίνης. Ὁ Σαμουὴλ μετέφερε ἐδῶ τὰ λείψανα τοῦ ἁγίου. Ἔπειτα τὸν κυνήγησε ὁ Βασίλειος ὁ Βουλγαροκτόνος μὲ τοὺς ἀετοὺς τοῦ Βυζαντίου καὶ ἔφυγε στὴ Σόφια. Ἔγιναν ἐδῶ μάχες σκληρές, ἔπεσαν κορμιά. Ποῦ εἶνε τὰ ἱερὰ λείψανα; εἶνε ἄγνωστο. Εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ πιστεύω ὅτι θὰ δώσῃ ὁ Θεὸς νὰ τὰ βροῦμε καὶ νὰ τὰ τιμήσουμε πρεπόντως.

* * *

Τί δίδαγμα μᾶς ἀφήνει ἡ ἱστορία τοῦ τόπου μας, ποὺ ἂν τὸ καταλάβουμε θὰ γίνουμε ἅγιοι; Ποῦ εἶνε τώρα οἱ βασιλιᾶδες, οἱ πατρι­άρχες, οἱ στρατηγοί; ποῦ εἶνε οἱ ἄρχοντες, οἱ πλούσιοι, οἱ ὄμορφες γυναῖκες, οἱ λεβέντες ἄν­τρες, οἱ μικροὶ καὶ οἱ μεγάλοι; Τί ἔμεινε; Ὅ­λα μᾶς φωνάζουν· «Πάντα ματαιότης τὰ ἀν­θρώπινα, ὅσα oὐx ὑπάρχει μετὰ θάνατον» (Παρακλ. νεκρώσιμο γ΄ ἤχου Παρασκ. ἑσπ. καὶ Νεκρ. ἀκολ.). Μηδὲν τὰ πλούτη, μηδὲν τὰ κτήματα, μηδὲν τὰ βασίλεια, μη­δὲν οἱ ἰδεολο­γίες! Ἕνας μένει. Δεῦτε προσκυνήσωμεν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Δευτερολογία
Τώρα εἶμαι φιλάργυρος. Ἂν ἐγὼ δώσω δέκα, ἐσεῖς νὰ δώσετε ἕνα. Συμφωνοῦμε; κάνομε συμφωνία; Ἂν δώσω ἐγὼ δέκα πετραδάκια, ἐσεῖς νὰ δώσετε ἕνα. Γιά νὰ σᾶς κοιτάξω στὰ μάτια, Τριαντάφυλλε. Τί δηλαδή; Ἐδῶ μέσα στὸν χῶρον αὐτὸν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κάνωμε τίποτα, γιατὶ εἶνε ἀρχαιολογικὸς χῶρος καὶ ἀπαγορεύει τὸ κράτος –καὶ καλῶς πράττει–, νὰ μὴν κουνήσωμε τίποτα. Μόνον ἕνας Ἀνδριτσόπουλος [Νικ. Μουτσόπουλος, βλ. κατωτέρω βιβλιογραφία], καθηγητὴς ἦλθε πρὸ πολλὰ (;) χρόνια (=1965-1966) καὶ ἔσκαψε ἔσκαψε… καὶ τί βρῆκε; Κόκκαλα βρῆκε, σπαθιὰ βρῆκε καὶ βρῆκε ἀκόμα ἕνα κομμάτι ῥοῦχο μεταξωτὸ πού ᾽χε ἀπάνω τὸν τίμιον σταυρὸ χίλια χρόνια θαμμένο στὴ γῆ, καὶ ἀπ᾽ αὐτὸ τὸν μεταξωτὸ ῥοῦχο ποὺ τὸ πῆγε στὸ χημεῖο τῆς Εὐρώπης καὶ τὸ ἀνέλυσαν ἀπέδειξε, ὅτι αὐτὸς ποὺ τάφηκε μέσα ἐδῶ ἦταν κάποιος στρατηγὸς κ᾽ ἔπεσε στὸν πόλεμο καὶ τὸν ντύσανε στὰ μεταξωτὰ καὶ ἀπ᾽ ὅλο τὸ μεγαλεῖο του καὶ ἀπὸ τὰ κόκκαλά του ἔμεινε μόνο ἕνα κομμάτι ῥοῦχο. «Ματαιότης ματαιοτήτων τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκλ. 1, 2). Αὐτὰ μᾶς φωνάζουν τὰ μνήματα. Λοιπόν δὲν μποροῦμε ἐδῶ νὰ χτίσωμε. Ἔχω μεγάλη ἐπιθυμία στὸ νησάκι αὐτὸ νὰ χτίσωμε ἕνα ναὸν τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου ἀντάξιον τῆς ἱστορίας, ἀντάξιον τῆς πατρίδος, ἀντάξιον (τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως). Συμφωνεῖτε; Πέρυσι ἐδῶ ἦταν ἀνομβρία, μεγάλη ἀνομβρία, σταλαγματιὰ δὲν ἔπεσε, κεραμίδι ἔγινε ἡ γῆ, τὰ ζῷα πεθά[αί]νανε. Κοιτάξτε. Τὴν ὥρα ποὺ κάναμε [λιτανεία;], πέφτανε σταγόνες, σταλαγματιές. Ὄχι ἐγώ. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὰ παιδάκια. Ἂν δὲν ἦταν τὰ παιδάκια αὐτά, θὰ μᾶς εἶχε ξεπατώσῃ ὁ Θεός, γιατὶ φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό. Ἄκουσε ὁ Θεὸς καὶ ἔπεσε βροχούλα ἐπάνω στὴ γῆ. Ἐπιθυμία μου εἶνε νὰ χτίσωμε ἐδῶ ἐπάνω ψηλὰ ἕναν ναὸν τοῦ ἁγίου Ἀχιλλίου. Ἕνα ναὸν νὰ ἔχωμε κάτω στὴ Λάρισσα καὶ ἕνα ναὸ νὰ ἔχωμε ἐδῶ στὸ ἄκρο τῆς πατρίδος. Συμφωνεῖτε; θέλετε νὰ χτίσωμε; Μά, θὰ μοῦ πῆτε, εἴμαστε πτωχαδάκια. Δέκα οἰκογένειες τί νὰ δώσωμε;
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀχιλλίου [ἐρείπια ἀρχαίας βασιλικῆς] – Πρεσπῶν, Πέμπτη 15-5-1969 πρωί,

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.