Αυγουστίνος Καντιώτης



«Παντα ταυτα εφυλαξαμην εκ νεοτητος μου» (Ματ. 19,20) – ΣΥ ΕΦΥΛΑΞΕΣ;

date Αυγ 27th, 2017 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

να καθαρίσουμε τον εαυτΚυριακὴ ΙΒ΄ Ματθαίου (Ματθ. 19,16-26)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

ΣΥ ΕΦΥΛΑΞΕΣ;

«Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου» (Ματ. 19,20)

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, διαβάζεται παντοῦ ἡ ἴδια εὐαγγελικὴ περικοπή. Τὰ ἴ­δια λόγια ἀκοῦνε ὅλοι οἱ ὀρθόδο­ξοι, εἴτε στὸ μητροπολι­τικὸ ναὸ Ἀθηνῶν εἴτε στὸ τελευ­ταῖο χωριό· αὐτὸ εἶνε τὸ μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας.
Στὴν Ἑλλάδα εἶνε 8 ἑκατομμύρια ὀρθόδοξοι. Τὸ ἄκουσαν ἆραγε ὅλοι αὐτοὶ τὸ σημερι­νὸ εὐαγγέλιο; Ὄχι δυστυχῶς. Μόνο 200 – 300 χιλιάδες ἐκκλησιάζονται, ποσοστὸ 2%. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτοὺς πόσοι τὸ ἄκουσαν; Δὲν ἐν­νοῶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ἀκοή· ἐν­νοῶ μὲ τὴν ἀκοὴ ποὺ ἐννοεῖ ὁ Χριστὸς ὅταν λέει «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω» (Ματθ. 11,15· 13,9 κ.ἀ.). Ἐγὼ ὅ­μως, ὅταν ἀκούω τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐ­αγγελίου, ἀμφιβάλλω ἂν μέσα στὸ ναὸ ὑπάρχῃ ἕνας ποὺ νὰ τὰ ἐφαρμόσῃ.
―Μὰ τόσο ἀπαισιόδοξος εἶσαι, πάτερ; θὰ μοῦ πῆτε· τόσο δύσκολο εἶνε; Τί μᾶς λέει;

* * *

Ἕνας νέος ἦρθε νὰ ζητήσῃ κάτι ἀπὸ τὸ Χριστό. Τί ζητοῦσε; λεφτά, ἀξιώματα, θέσεις, διπλώματα, ἐπιστήμη; Δὲν ζητοῦσε αὐτά. Ζητοῦσε κάτι ἄλλο. Ὑπάρχει κάτι ἀνώτερο. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Ἡ «αἰώνιος ζωή» (Ματθ. 19,16). Γι᾽ αὐτὸ ἦρθε ὁ νέος αὐτὸς στὸ Χρι­στό. Διότι ἡ ζωὴ δὲν εἶνε ὅλα αὐτά· ἡ ζωὴ δὲν εἶνε αὐτὴ ποὺ τελειώνει μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ἡ πραγματικὴ ζωὴ τότε ἀκριβῶς ἀρχίζει. Αὐτὸς λοιπὸν ζήτησε· ―Δός μου, Χρι­στέ, τὸ κλειδὶ ν᾽ ἀνοίξω τὰ παλάτια τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· ―Θέλεις, παιδί μου, ν᾽ ἀνοίξουν τὰ παλάτια τοῦ οὐρανοῦ; Πά­ρε τὸ κλειδί. Ποιό εἶνε τὸ κλειδί; Ἡ τήρησις τῶν ἐντο­λῶν· «τὸ οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέ­ψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις» κ.τ.λ. (Ματθ. 19,18-19). Αὐτὰ ὅλα, λέει ὁ νέος, τὰ τήρησα «ἐκ νεότητός μου». Δὲν σκότωσα, δὲν μόλυνα τὸ κορμί του μὲ πορνεία, δὲν πῆγα στὸ δικαστήριο νὰ πάρω ψεύτικο ὅρκο… Ναί· φύ­λαξε τὸν ἀρνητικὸ νόμο, τήρησε τὰ «δὲν…», ἀ­πεῖχε δηλαδὴ ἀπὸ τὸ κακό. Ἀλλὰ ἡ θρησκεία μας δὲν εἶνε μόνο «δὲν…», δὲν εἶνε μόνο ἄρ­νησις· ἔχει καὶ κάτι ἄλλο, ἔχει καὶ κάτι ἄλλες σκάλες παραπάνω. Θέλεις λοιπὸν ν᾽ ἀνεβῇς πιὸ πάνω, νὰ πετάξῃς πιὸ ψηλά, νὰ πάρῃς φτε­ροῦγες; Τὸν κοίταξε ὁ Χριστός, τὸν ζύγισε, καὶ διεπίστωσε ὅτι στὴν καρδιά του ὑπῆρχε μιὰ ἀσθένεια· ἡ φιλαργυρία. Τὸν κάλεσε λοι­πὸν νὰ κάνῃ ἐκλογή· νὰ διαλέξῃ ἢ οὐρανὸ ἢ γῆ, νὰ διαλέξῃ ἢ χρυσὸν ἢ Χριστόν. Κι αὐτὸς μεταξὺ χρυσοῦ καὶ Χριστοῦ διάλεξε τὸν χρυσό.

* * *

Αὐτὸ εἶνε μὲ σύντομα λόγια τὸ εὐαγγέλιο σήμερα. Πόσα διδάγματα μᾶς προσφέρει! Ἐ­γὼ ἀφήνω τὰ ἄλλα θέματα. Ἀφήνω τὴν αἰωνι­ό­τητα, τὴν «αἰώνιον ζωήν», ποὺ ἔχει μεγάλη ση­­μασία. Μεγάλο πρᾶγμα ἡ αἰώνιος ζωή, μὰ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ἐνῷ φεύγουμε ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτή, ἐμεῖς εἴμαστε κολλημένοι σὰν τὰ στρείδια ἐδῶ καὶ λέμε «χρόνια πολλά». Μὰ τὰ χρόνια τὰ πολλὰ θὰ τελειώσουν. Ἀφήνω λοι­πὸν τὰ ἄλ­λα θέματα καὶ θὰ σταματήσω σὲ ἕνα μόνο.
Μοῦ ἀρέσει τὸ σημεῖο ἐκεῖνο ποὺ ὁ νέος αὐτὸς λέει· «Ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεό­τητός μου» (ἔ.ἀ. 19,20). Μ᾽ ἀρέσει ἀκόμη καὶ τὸ ἑξῆς. Κάθε ἡλικία ἔχει διαφορετικὲς δυσκολίες· λ.χ. ἡ πιὸ δύσκολη ἐντολὴ γιὰ ἕνα γέρο εἶνε ν᾽ ἀρνηθῇ τὴ φιλαργυρία, ἐνῷ γιὰ τὸ νέο ἡ δυσκολώτερη ἐντολὴ εἶνε τὸ «οὐ μοιχεύσεις». Ἐν τούτοις ὁ νέος αὐτὸς λέει στὸ Χριστὸ «Τὸ κορμί μου δὲν τὸ μόλυνα, εἶμαι καθαρὸς ὅπως μὲ γέννησε ἡ μάνα μου».
Τὸν θαυμάζω· δὲν τὸν θαυμάζετε κ᾽ ἐσεῖς;
Ἂς ἀφήσουμε τὸ νέο αὐτόν, ποὺ εἰλικρινὰ διαβεβαίωνε τὸ Χριστὸ ὅτι τήρησε τὶς θεῖες ἐντολές, καὶ ἂς ἔρθουμε στοὺς σημερινοὺς νέους, τοὺς νέους τοῦ αἰῶνος μας, ποὺ ξέρουν πολλὰ καὶ καυχῶνται γιὰ ὅσα ἔμαθαν. Ἐρωτῶ· Ποιός ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς νέους καὶ νέες μπορεῖ νὰ σταθῇ ―ὄχι μπροστὰ στὸν πνευματικὸ ἀλλὰ μπροστὰ στὸν ἴδιο τὸ Χριστό― καὶ νὰ πῇ «Κύριε, εἶμαι καθαρός»;
Ὑπῆρ­χαν χρόνια εὐλογημένα ἐπάνω στὰ φτωχά μας τοῦτα βράχια πού ᾽νε ποτισμένα μὲ αἵματα ἁ­γίων καὶ μαρτύρων, ποὺ οἱ νέοι καὶ οἱ νέες ἦ­ταν καθαροὶ σὰν τὰ κρυστάλλινα νερὰ καὶ σὰν τὰ κρίνα καὶ σὰν τ᾽ ἀγριολούλου­δα, καὶ ἔτσι ἀμόλυντοι προσέρχονταν στὴν ἐκκλησία γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου· καὶ ἡ Ἐκκλησία τοὺς στεφάνωνε μὲ τὰ στεφάνια τῆς τιμῆς καὶ τοὺς ἔδινε τὴν εὐλογία της. Καὶ ἦταν ὁ γάμος ἐκεῖ­νος τίμιος, ἀληθινὸς γάμος. Διότι ἂν δὲν εἶνε καθαροὶ καὶ οἱ δύο, ἡ ἕνωσί τους δὲν εἶνε γάμος. Ἂν ἔχῃς ἕνα ποτήρι νερὸ καθαρὸ κ᾽ ἕνα ποτήρι νερὸ ἀκάθαρτο καὶ τὰ σμίξῃς, τότε δὲ μένει κανένα καθαρό· ἔγιναν καὶ τὰ δυὸ ἀκάθαρτα. Τότε προσέρχον­­ταν καὶ οἱ δύο ἀμόλυντοι, καὶ τοὺς ἕνωναν οἱ ἄγ­γελοι. Καὶ ἔμεναν ἑνωμένοι μέχρι τὸν τάφο· οὔτε τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη δὲν τοὺς χώ­ριζε. «Κραταιὰ ὡς θάνατος ἀγάπη» (ᾎσμ. 8,6). Δὲν ὑπῆρχε τότε διαζύ­γιο· ἦταν ἄγνωστο.
Ποιός ἀπὸ τοὺς νέους σήμε­ρα μπορεῖ νὰ πῇ μπροστὰ στὸ Χριστό, ὅτι «Ἐ­γὼ μέχρι τὴν ὥρα τοῦ γάμου φύλαξα τὸν ἑαυ­τό μου καθαρὸ ἀ­πὸ τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία κι ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀκατονόμαστα πάθη»;
Νὰ σᾶς διηγηθῶ κάτι; Σὰν στρατιωτικὸς ἱερεύς, στὰ φοβερὰ χρόνια τῆς πατρίδος, περι­ώδευα τὰ φυλάκια. Πῆγα καὶ σ᾽ ἕνα φυλάκιο, ὅ­που μπροστὰ – πίσω ἦταν γεμᾶτο ἐχθροὺς καὶ τὰ παιδιὰ ἦταν περίφοβα, γιατὶ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περίμεναν τὴ μάχη. Μάζεψα τὸ λόχο, καμμιὰ ἑ­κατοστὴ παιδιά, μπουκέτο ἀπ᾽ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, καὶ τοὺς δίδαξα τὰ λόγια τοῦ Χρι­στοῦ. Τοὺς εἶπα νὰ θυμηθοῦν τὴ μάνα τους, τὴν οἰκογένειά τους. Πέρασαν μπροστὰ ἀπὸ τὰ μάτια τους οἱ γονεῖς, οἱ πρόγονοι, ἡ ἱστορία τῆς φυλῆς. Συγ­κινήθηκαν, συγκινήθηκα κ᾽ ἐγώ· κορόμηλο ἔπε­φταν τὰ δάκρυα στὴ γῆ. Γιατὶ δὲν ἤξεραν ἂν τὴν ἄλλη μέρα θὰ ζοῦν (καὶ πράγματι πολλοὶ πέθαναν ἐκεῖ κι ἄ­φησαν τὰ κόκκαλά τους στὰ ψηλὰ βουνά, γιὰ νὰ ζοῦμε ἐμεῖς σήμερα μέσ᾽ στὴν ἀτιμία καὶ τὴ διαφθορά). Σὲ μιὰ στιγμὴ τοὺς λέω· ―Βρὲ παιδιά, θέλετε νὰ ἐπιστρέψετε στὰ σπίτια σας, νὰ δῆτε τὴ μάνα σας καὶ τὸν πατέρα σας, νὰ κάνετε οἰκογένειες; θέλετε νὰ μὴ σᾶς ἀγγίζουν οἱ σφαῖρες; ―Θέλουμε, πάτερ. ―Εὔ­κολο εἶνε. Πάνω στὰ βράχια αὐτά, πάνω στὸ ῥά­σο στὸ πετραχήλι καὶ στὸν τίμιο σταυρό, ἐλᾶτε νὰ κάνετε ἕναν ὅρκο. Δὲ σᾶς ζητῶ πολλά, δύο πράγματα μόνο· νὰ φυλάξετε τὴ γλῶσσα σας ἀ­πὸ τὴ βλαστήμια καὶ τὸ κορμί σας ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία… Καὶ ἔκανα ἔρευνα σὲ ὅλο τὸ λόχο. Ὡς πρὸς τὴ βλαστήμια, δὲν ὑ­πῆρχε οὔτε ἕνας καθαρός. Ὡς πρὸς τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία, ἕνας μόνο δὲν εἶχε μολύνει τὸ κορμί του, κι αὐτὸν οἱ ἄλλοι τὸν ἔλεγαν βλᾶκα! Ἰ­δού ποῦ καταντήσαμε. Γι᾽ αὐτὸ σᾶς εἶ­πα ὅτι θαυμάζω τὸ νέο τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Θὰ πῆτε· Κατηγορεῖς τοὺς νέους; Τὸ πιὸ με­γάλο βάρος δὲν τὸ ῥίπτω στοὺς νέους· τὸ μεγαλύτερο μερίδιο εὐθύνης τὸ ἔχουμε ἐμεῖς οἱ μεγάλοι. Φταῖνε οἱ νέοι καὶ οἱ νέες; φταίει ὅ­λη ἡ κοινωνία. Ὅταν ὁ νέος ἀνοίγῃ ἐφημερίδα καὶ βλέπῃ φωτογραφίες αἰσχρότατες, ποὺ παλαιότερα δὲν τὶς ἔβλεπες πουθενά, καὶ ὅ­μως κανείς δὲν ἐπεμβαίνῃ, οὔτε ἀστυνομία οὔτε εἰσαγγελία· ὅταν ὁ νέος καὶ ἡ νέα ἀνοίγουν τὸ ῥαδιόφωνο κι ἀκοῦνε τραγούδια ποὺ τοὺς βυθίζουν στὴ διαφθορά· ὅταν οἱ νέοι καὶ οἱ νέες βλέπουν αἰσχρότατα θεάματα· ὅταν ἀκόμα καὶ γιατροί ―πόσες φορὲς δὲν ἦρ­θα σὲ διαμάχη μαζί τους ὡς στρατιωτικὸς ἱερεύς!―, γιὰ ν᾽ αὐξήσουν τὴν πελατεία τους, ἐνῷ γνωρίζουν ὅτι ἡ ἁγνότης εἶνε ὑγεία, συμβουλεύουν τὸ νέο «Μὴν ἀκοῦς τὸν παπᾶ, νὰ πᾷς στὶς γυναῖκες»· ὅταν πρὶν μερικὰ χρόνια ἡ διαφθορὰ ἀποδοκιμαζόταν, ἐνῷ τώρα ἐπιδο­­κιμάζεται καὶ χειροκροτῆται, τί θὰ γίνῃ αὐτὴ ἡ νεολαία; Θὰ γίνῃ σὰν αὐτοὺς ποὺ θαυμάζει.
Συχωρᾶτε με, μὰ δὲν μπορῶ νὰ συνεχίσω, βρίσκομαι σὲ ἐκνευρισμό. Κατήντησε ἡ πορνεία καὶ ἡ μοιχεία σὰν τὸ παγωτό. Δὲν εἶνε ἁ­μαρτία, σοῦ λένε. Ἀλλ᾽ ὅποιος ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ πορνεία καὶ ἡ μοιχεία δὲν εἶνε κάτι κακό, ἂς ἀναλογισθῇ τί ἑορτάζουμε στὶς 29 Αὐγούστου, ἡμέρα αὐστηρᾶς νηστείας. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἐκκλη­σία μᾶς δείχνει ἕνα πιάτο ποὺ ἀχνίζει καὶ μέσ᾽ στὸ πιάτο ἕνα κεφάλι ποὺ κολυμπάει στὸ αἷμα. Εἶνε τὸ κεφάλι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρό­μου. Τί ἔγκλημα ἔκανες, ἅγιε Ἰωάννη, καὶ σὲ ἀποκεφάλισαν; Ἀνέβηκα στὰ ἀνάκτορα, βρῆκα ἕνα βασιλιᾶ καὶ μιὰ βασίλισσα ποὺ ἐ­μοιχεύοντο καὶ τοὺς ἤλεγξα μὲ τὸ «Οὐκ ἔξεστί σοι…» (Μᾶρκ. 6,18). Ἅγιε Ἰωάννη, ἔλα πάλι στὴν κοινωνία μας καὶ φώναξε «Οὐκ ἔξεστιν ὑμῖν πορνεύειν καὶ μοιχεύειν!».

* * *

Ἄμποτε, ἀγαπητοί μου, τὰ λόγια αὐτά, ποὺ εἶπα ἐδῶ μὲ πόνο, νὰ φέρουν κάποιο ἀποτέλεσμα. Εἴθε νὰ πάρουμε γομμολάστιχα καὶ νὰ σβήσουμε τὴν πορνεία καὶ τὴ μοιχεία καὶ νὰ γίνῃ ἡ Ἑλλὰς καὶ πάλιν καθαρά. Κι ὅταν γίνῃ καθαρά, τότε εὐλογία Κυρίου! Διότι εἶπε ὁ Κύριος· «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5,8).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἰωάννου Ν. Μαδύτου – Ἀθῆναι τὴν 28-8-1960. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 30-8-2009.
Τὴν ὁμιλία αὐτὴ μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε χωρὶς περικοπὲς στὸ cd 12β΄Α τῆς σειρᾶς «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ» (πληροφορίες στὸ τηλέφωνο 23850-28868)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.