Αυγουστίνος Καντιώτης



Αποστολος Ανδρεας ο Πρωτοκλητος – ΠΩΣ ΠΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΟ ΔΙΧΤΥ Ο ΨΑΡΑΣ! 2) Καθε αποστολος και μια αποδειξις. «Ευρηκαμε τον Μεσσιαν» (Ἰω. 1,42)

date Νοέ 29th, 2018 | filed Filed under: εορτολογιο

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

ΠΩΣ ΠΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΟ ΔΙΧΤΥ Ο ΨΑΡΑΣ!862c570e406e

Ἀπ. Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου (Ἰω. 1,35-52)
30 Νοεμβρίου 2018
Τοῦ π. Αὐγουστῖνος Καπλάνογλου

Καθε αποστολος και μια αποδειξις

«Ευρηκαμεν τον Μεσσιαν» (Ἰω. 1,42)

Σήμερα, Αποστολος Ανδρεαςἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ καὶ πανήγυρις. Ἑορτάζει ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀποστόλους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ· ἑορτάζει ὁ Ἀνδρέας, ὁ ὁποῖος ἐπονομάζεται Πρωτόκλητος, διότι εἶνε ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς μαθητὰς ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος στὸ ἀποστολικὸ ἔργο, στὴν ἀποστολικὴ περιπέτεια.
Τί τὸν εἵλκυσε, τί τὸν τράβηξε; Ὁ Ἰησοῦς! Τί ἦταν ὁ Ἰησοῦς; Πλούσιος; Ἂν ψάχναμε τὶς τσέπες του, δὲν θὰ βρίσκαμε μία δραχμή. Μήπως ἦταν ἰσχυρὸς κατὰ κόσμον; Δὲν ἔ­πιασε ποτέ οὔτε μικρὸ ξίφος. Τί ἦταν λοιπὸν ἐκεῖνο ποὺ εἵλ­κυσε τὸν Ἀνδρέα; Μία μυστηριώδης δύναμις, αὐτὴ ποὺ ἐξ­ακολουθεῖ νὰ ἑλ­κύῃ καὶ τώρα τὶς εὐγενικὲς ψυ­χὲς κοντά του.
Ἑλκύσθη­κε ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὄχι ἁπλῶς ἑλκύσθηκε, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴ στι­γμὴ ποὺ συναντήθηκε μαζί του, ἄναψε μέσα του φωτιά, πόθος φλογερὸς νὰ μεταδώσῃ καὶ σὲ ἄλλους τὴν εἴδησι ὅτι τὸ πρόβλημα λύθη­κε! Διότι τὸ δυσκολώτερο πρόβλημα δὲν εἶνε στὴν ἄλγεβρα ἢ στὰ ἀνώτερα μαθηματικὰ ἢ στοὺς θεμελιώδεις νόμους τῆς φυσικῆς, γιὰ τὰ ὁποῖα στύβουν τὰ μυαλά τους τὰ παιδιὰ στὸ σχολεῖο. Τὸ ὕψιστο πρόβλη­μα εἶνε νὰ βροῦ­με ποιός ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς, γιὰ ποιό σκοπὸ ἤρ­θαμε σ᾽ αὐτὸ τὸν πλανήτη. Καὶ ποιά λοι­πὸν εἶνε ἡ ἀπάντησι; Ἡ λύσι δὲν βρίσκεται οὔτε στὸ χρῆμα, οὔτε στὶς ἡδονές, οὔτε στὴ δόξα· ἡ λύσι τοῦ προβλήματος τῆς ζωῆς βρίσκεται μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γι᾽ αὐτό, ὅπως ὁ ἀρχαῖος μαθηματικὸς Ἀρχι­μήδης δοκίμασε μεγάλη χαρὰ ὅταν μετὰ ἀπὸ ἐξαντλητικὴ μελέτη κατώρθωσε νὰ λύσῃ τὸ πρόβλημά του καὶ περιχαρὴς φώναζε «Εὕρηκα! εὕρηκα!», τέτοια καὶ πολὺ μεγαλύτερη χα­ρὰ αἰσθάνθηκε μετὰ τὴ συνάντησι ὁ Ἀνδρέας ὁ ψαρᾶς καὶ εἶπε· «Εὑρήκαμεν…» (Ἰω. 1,42). Τί βρή­κατε; Τὸ θησαυρό, τὴ λύσι· βρή­καμε Ἐκεῖνον ποὺ εἶνε ἡ σωτηρία μας, Ἐκεῖνον ποὺ ἀποτελεῖ τὴ γέφυρα ποὺ μᾶς ἀνεβάζει ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό.
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε λόγια. Ὅποιος πιστεύει, τὰ αἰσθάνεται. Διότι, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις, ἔχουμε καὶ μιὰ ἄλλη αἴ­σθησι. Ἂν ἔ­χῃς μόνο πέντε αἰσθήσεις, δὲν δι­α­φέρεις ἀπὸ τὰ ζῷα· αὐτὲς τὶς αἰσθήσεις ἔ­χουν κι αὐτά, ὡρισμένα μάλιστα καὶ σὲ ἀνώτερο βαθμό· ὁ ἀετὸς λόγου χάριν ἔχει ὅρασι πολὺ πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ἐκτὸς ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις πρέπει νὰ ἔχῃ καὶ τὴν ἕκτη αἴσθησι, μὲ τὴν ὁ­ποία μπορεῖ νὰ ἐπικοινωνῇ μὲ τὸν οὐράνιο κόσμο· ἡ δὲ ἕκτη αἴσθησις εἶνε ἡ πίστις.
Ὁ Ἀνδρέας λοιπὸν συνέλαβε τὸ νόημα τῆς ζωῆς, καὶ τότε φώναξε «Εὑρήκαμεν…». Ἀλλὰ ὁ καλὸς ἄνθρωπος, ὅταν βρίσκῃ θησαυρό, δὲν τὸν κρύ­βει γιὰ τὸν ἑαυτό του· τὸ λέει καὶ στοὺς συγγενεῖς, νὰ χαροῦν κι αὐτοί. Ἕνας συγχωριανός μου, λοχίας μὲ παράσημο ἀνδρείας, μοῦ ἔλεγε, ὅτι σὲ κάποια μάχη οἱ στρατιῶτες ἦ­ταν διψασμένοι καὶ δὲν ὑπῆρχε οὔτε σταγόνα νερό· τότε ἕνας στρατιώτης ἀ­νακάλυψε μία πήγη, καὶ τόση ἦταν ἡ χαρά του, ὥστε δὲν ἤπιε ὁ ἴδιος, ἀλλὰ φώναξε· Βρῆκα νερό, τρέξτε νὰ πιῆτε!… Κι ἀφοῦ ἤπιαν ὅλοι, τελευταῖος ἤπιε ἐκεῖνος. Ἔτσι καὶ ὁ Ἀνδρέας· ὅταν βρῆκε τὴν πηγή, τὴν πηγὴ τὴ δροσερὴ καὶ κρυστάλλινη, ποὺ ῥέει ὕδωρ ζωῆς αἰωνίου, φώναξε στὸν ἀ­δελφό του τὸν Πέτρο· «Βρήκαμε τὸ Μεσσία», ἐκεῖνον ποὺ περίμεναν οἱ αἰῶνες καὶ λα­χταροῦν οἱ καρδιές μας, ἐκεῖνον ποὺ εἶνε τὸ Ἄλ­φα καὶ τὸ Ὠμέγα, ὁ Βασιλεὺς τοῦ κόσμου.
Θ᾽ ἀναφέρω ἕνα ἀκόμα στιγμιότυπο, ποὺ μᾶς συγκινεῖ καὶ ὡς Ἕλληνες· γιατὶ ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας εἶνε ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συνέδεσε τὴν ἱστορική μας φυλὴ μὲ τὸν Κύριον ἡ­μῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Οἱ Ἕλληνες –ἀνέκαθεν φιλοπερίεργο γένος καὶ φιλοσοφίᾳ φερόμενοι–, ζητώντας τὰ ἀνώτερα, ἔμαθαν στὴν Ἀ­θή­να, ὅτι κάτω στὴν Παλαιστίνη παρουσιάστη­κε κάποιος, ποὺ τὰ λόγια του εἶνε ἀνώτερα ἀ­π᾽ αὐτὰ ποὺ ἄκουγαν στὴν Πνύκα, κάποιος ἀ­νώτερος ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέ­λη. Ἀναχώρησαν λοιπὸν ἀπὸ τὸ Κλεινὸν ἄ­στυ, ἔ­φτασαν στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ ἀναζήτησαν τὸν Ἰησοῦ. Πῶς τώρα νὰ τὸν συναντήσουν; Πλησί­ασαν τὸν Ἀνδρέα καὶ τοῦ λένε· Σοῦ ζητοῦ­με μία χάρι· ἤρθαμε ἀπὸ τὴ μακρινή μας χώρα καὶ θέλουμε νὰ δοῦμε τὸν Ἰησοῦ. Ὁ Ἀν­δρέας τοὺς παίρνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τοὺς ὁ­δηγεῖ στὸ Χριστό. Καὶ ὁ Χριστός, ὅταν εἶδε τοὺς Ἕλληνες –εἶνε ἱστορικὰ γεγονότα αὐτά, ποὺ δυσ­τυ­χῶς τὰ λησμονοῦμε–, χάρηκε καὶ εἶπε κάτι ποὺ ἀποτελεῖ αἰώνιο τίτλο τιμῆς γιὰ τὸ γένος μας. Εἶπε· «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου»· τώρα, ποὺ βλέπω τοὺς Ἕλλη­νες νὰ ἔρχωνται σ᾽ ἐμένα, τώρα ἀρχίζει ἡ δόξα μου (Ἰω. 12,23). Διότι αὐτὴ ἦταν ἡ ἀρχὴ τῆς γνωριμίας τοῦ εἰ­δωλολατρικοῦ κόσμου μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Καὶ πρά­γματι, ἀδελφοί μου –δὲν τὸ λέμε ἀ­πὸ πατριωτικὸ ἐγωισμό, ἀλλὰ στηριζόμενοι στὶς ἱ­στορικὲς πηγές–, κανένα ἄλλο ἔθνος δὲν προσ­­έφερε τόσες ὑπηρεσίες στὸν Χριστι­ανισμὸ καὶ τὸν πολιτισμὸ ὅσες ἡ μικρή μας πατρίδα. Ἡ Ἑλλάδα ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὴ γλῶσσα της, στὴν ὁποία γράφτηκαν τὰ βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης· ἔδωσε τὸ πνεῦμα της, μὲ τὸ ὁποῖο εἶχαν ἐκπαιδευθῆ οἱ μεγάλοι πατέ­ρες καὶ διδάσκαλοί της· ἔδωσε καὶ τὸ αἷμα της, μὲ τὸ ὁποῖο βεβαίωσαν τὴν πίστι οἱ ἅ­γιοι μάρτυρές της. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος εἶπε «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου».
Ἔκτοτε ὁ Ἀνδρέας ἐπιθύμησε νὰ γνωρίσῃ τὴν Ἑλλάδα. Καὶ ὅταν πλέον ὁ Χριστὸς ἀνελή­φθη ἐν δόξῃ στοὺς οὐρανούς, ὁ Ἀνδρέας ξεκίνησε κι αὐτὸς τὴν μεγάλη περιπέτεια ἐκ­τελώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἰησοῦ «Πορευθέν­τες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐ­αγ­γέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15). Ποιά μέρη ἐπισκέφθηκε κατὰ τὴν παράδοσι· τὴ Μικρὰ Ἀσία (Ἔφεσο, Βιθυνία, Προποντίδα, Χαλκηδόνα), τὸν Πόντο (Σινώπη, Τραπεζοῦντα κ.τ.λ., ὅλα τὰ εὐλογημένα αὐτὰ μέρη τῆς πατρίδος), τὸ Βυζάντιο, τὴ Μαύρη Θάλασσα ὅπου κινδύνεψε νὰ πνιγῇ στὰ κύματα τοῦ Εὐξείνου Πόντου, τὴν Κριμαία, τὴν Ὀδησσὸ καὶ τὴν Κολχίδα, τὴν Σκυθία (ὅλη ἡ Νότιος ῾Ρωσία ὀνομάζεται Σκυθία, γι᾿ αὐτὸ οἱ ῾Ρῶσοι ἐξακολουθοῦν νὰ ἔ­χουν μεγάλη τιμὴ στὸν ἅγιο Ἀνδρέα καὶ στὸ Ἅγιο Ὄρος ὑπάρχει ἡ μεγάλη ῥωσικὴ Σκήτη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου), καὶ ἀπὸ ᾽κεῖ πέρασε τὸ Δούναβι καὶ κατέβηκε στὴ Μακεδονία, τὴ Θρᾴ­κη, τὴν Ἤπειρο, τὴ Θεσσαλία, τὴν Ἀχαΐα.
Ὦ ἅγιε ἀπόστολε Ἀνδρέα, ποιός νὰ διηγη­θῇ τὴν πορεία σου καὶ τὰ θαύματά σου! Ἀπὸ χώρα σὲ χώρα, ἀπὸ πολιτεία σὲ πολιτεία, ὀρ­γώνοντας ὅλο τὸν ἑλληνικὸ χῶρο, ἔφτασε τέλος στὴν Πάτρα. Ἐκεῖ πλέον ἔχυσε τὸ αἷμα του καὶ μαρτύρησε. Σταυρώθηκε ἀνάποδα, μὲ τὸ κεφάλι ὄχι πρὸς τὰ ἐπάνω ὅπως ὁ Κύριος, ἀλ­λὰ πρὸς τὰ κάτω. Τὸν κάρφωσε στὸ σταυρὸ ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης καὶ ἔμεινε ἐκεῖ ἐπὶ ἕνα τριήμερο, ἀναπέμποντας προσευχὲς καὶ δεήσεις ὑπὲρ ὅλου τοῦ κόσμου.
Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ Πρωτόκλητος Ἀνδρέας, ὁ ἀδελφὸς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου.
* * *
Αὐτά, ἀγαπητοί μου, μὲ λίγα λόγια. Μερικοὶ ἀνόητοι, ποὺ ξέρουν μόνο νὰ παίζουν πρέφα στὰ καφφενεῖα καὶ ποτέ δὲν ἄνοιξαν τὶς ἅγιες Γραφὲς οὔτε ἔσκυψαν νὰ μελετήσουν βαθύτερα τὸ μυστήριο τῆς χριστιανικῆς πίστεως, θεωροῦν τὸν χριστιανισμὸ ὡς κάτι εὐκαταφρόνητο καὶ λένε· Ἐμεῖς εἴμαστε μορφωμένοι, εἴμαστε ἐπιστήμονες· θέλουμε ἀποδείξεις, θέλουμε ντοκουμέντα.
Ἐφ᾽ ὅσον θέλετε ἀποδείξεις, ἰδοὺ λοιπὸν οἱ ἀποδείξεις. Γεμᾶτος ἀποδείξεις εἶνε ὁλόκληρος ὁ χριστιανισμός. Ἀποδείξεις εἶνε οἱ ἀπόστολοι. Κάθε ἀπόστολος ἀποτελεῖ καὶ μία τρανὴ ἀπόδειξι τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας εἶνε ἀπόδειξις. Διότι ἐρωτῶ· Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ πῆρε αὐ­τὸ τὸν ψαρᾶ ἀπὸ τὴν ὄχθη τῆς Τιβεριάδος καὶ τὸν ἀνέδειξε οἰκουμενικὸ διδάσκαλο; Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τὸν εἵλκυσε κοντὰ στὸ Χριστό; τὸ χρῆμα; ἡ δόξα; τὸ μεγαλεῖο; Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἔκανε νὰ ἐγκαταλείψῃ πατέρα, μητέρα, πατρίδα, τὰ πάντα, καὶ νὰ πέσῃ στὴ μεγάλη περιπέτεια τοῦ Εὐαγγελίου; Τί ἦταν ἐ­κεῖνο ποὺ ἔκανε τὴ γλῶσσα ἑνὸς ψαρᾶ πύρινη, γλῶσσα ῥήτορος καὶ φιλοσόφου; Τί ἦταν ἐ­κεῖνο ποὺ τὸν ἀ­νέδειξε θαυματουργό; Τί ἦ­ταν τέλος ἐκεῖνο ποὺ τὸν δυνάμωσε, τὸν ἔ­κανε νὰ δώσῃ τὸ αἷμα του καὶ ν᾽ ἀντέ­ξῃ στὸ μαρ­τύ­ριο ποὺ τὸν περίμενε στὴν Πάτρα; Μία ἡ ἀ­πάντησις· ὅτι ὁ Χριστὸς ζῇ! Ναί, ζῇ! εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀθέων.
Δὲν ὑπάρχει, ἀδελφοί μου, δὲν ὑπάρχει ἄλ­λη ἐλπίδα. Ἂν ὁ κόσμος σωθῇ ἀ­πὸ τὴ λαίλαπα, ἂν σωθοῦ­με ἀπὸ τὸν Ἁρμαγεδῶ­να (Ἀπ. 16,17) ποὺ ἔρ­­χεται πάνω στὴ γῆ, ἂν σωθοῦμε ἀπὸ τὸν τρί­το παγκόσμιο πόλεμο, θὰ σωθοῦμε μόνο μὲ τὴν ἐλπίδα. Ἡ δὲ ἐλπὶς τῶν πάντων εἶνε Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Ναζωραῖος· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ν. Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴ Δευτέρα 30-11-1970

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.