Αυγουστίνος Καντιώτης



ΦΡΟΥΡΑ ΛΟΓΙΣΜΩΝ (Οσοι Χριστιανοι –κ᾽ ειμαστε οι πιο πολλοι– Οσοι εχουμε συλληφθη στα διχτυα της αμαρτιας & γιναμε θυματα του σατανα, οσοι βλεπουμε την αμαρτια να συντριβει την υγεια & της ψυχης & του σωματος μας, ολοι εμεις ας σπευσουμε προς το Χριστο. Ο Χριστος, που θεραπευσε τον παραλυτο της Καπερναουμ, αυτος ο ιδι­ος μπορει να θεραπευση κ᾽ εμας απο την κα­κη ασθενεια της ψυχης)

date Ιούλ 27th, 2019 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2210

Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου (Ματθ. 9,1-8)
28 Ἰουλίου 2019
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Φρουρα λογισμων

«Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· Ἵνα τί ὑ­μεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;…» (Ματθ. 9,4)

Ἕνα θῦμα τῆς ἁμαρτίας μᾶς παρουσιΟ ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥάζει, ἀγαπητοί μου, τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, θῦμα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀξιολύπητα. Εἶνε παράλυτος· ὄχι ἁπλῶς στὸ χέρι ἢ στὸ πόδι, ἀλλὰ σὲ ὁ­λόκληρο τὸ σῶμα. Ἀκίνητος, καρφωμένος ἐ­πάνω στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου του. Ὅλοι οἱ ἄλ­λοι κινοῦνται ὅπου θέλουν, αὐτὸς ὅμως ὁ ταλαίπωρος μένει ἐκεῖ ἀκίνητος· εἶ­νε σὰν νεκρὸς ἄταφος. Ἡ ἀσθένειά του ἀνίατη, ἀθερά­πευτη. Κανένα γιατρικό, κανένας γιατρὸς δὲν μπόρεσε νὰ τὸν θεραπεύσῃ.
Ἀλλὰ νά τώρα ὁ Ἰησοῦς· ἔρχεται ἐκεῖ, στὴν πόλι τους τὴν Καπερναούμ, γιὰ νὰ διδάξῃ ὅ­πως συνήθως. Καὶ κάποιοι σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι, κινούμενοι ἀπὸ συμπάθεια καὶ ἀγάπη, σκέπτονται πῶς μποροῦν νὰ βοηθήσουν τὸν ἀ­βοήθητο αὐτὸν ἀσθενῆ. Συμφωνοῦν κι ἀναλαμβάνουν τὸν κόπο νὰ τὸν σηκώσουν στὰ χέρια καὶ τὸν φέρνουν στὸ Χριστό, ποὺ εἶ­νε ἡ μόνη ἐλπίδα κάθε ἀπελπισμένου. Χωρὶς ἀ­ναβολὴ λοιπὸν γίνεται ἡ μεταφορὰ καὶ σὲ λίγο νάτος ὁ παράλυτος ἐμπρὸς στὸν Ἰησοῦ.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὸν βλέπει τώρα. Τὸν βλέπουν βέβαια καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι· τὸν κοιτάζουν μὲ οἶ­κτο καὶ συμπόνια, ὡς ἕναν ἀσθενῆ ποὺ πά­σχει στὸ σῶμα. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν τὸν βλέπει μόνο ἔτσι, ἐξωτερικὰ ὅπως οἱ ἄλ­λοι· τὸν βλέπει καὶ ἐσωτερικά. Δὲν βλέπει μόνο τὸ παρόν, βλέπει καὶ τὸ παρελθόν του. Τὸν βλέπει βαθειά· καὶ διακρίνει ὅτι, ἐκτὸς ἀ­πὸ τὸ σῶ­μα καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ σῶμα, πάσχει ἡ ψυχή του. Ἔχει βέβαια ἀνάγκη νὰ θεραπευ­θῇ τὸ σῶμα του, ἀλλὰ προηγουμένως πρέπει νὰ θεραπευ­θῇ ἡ ψυχή του. Γι᾽ αὐτὸ τοῦ λέει· «Ἔχε θάρρος, παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁ­μαρτίες σου» (Ματθ. 9,2).
Αὐτὸ εἶνε ἡ πρώτη καὶ μεγαλύτερη βοήθεια καὶ παρηγοριὰ στὸ δυστυχισμένο παρά­λυτο. Ἐνῷ ὅμως τὰ λόγια αὐτὰ γιὰ τὸν παράλυτο εἶνε βάλσαμο, γιὰ κάποιους ἄλλους ποὺ παρευρίσκονται ἐκεῖ γίνονται σκάνδαλο.
Μεταξὺ τῶν ἀκροατῶν τοῦ Χριστοῦ τὴν ὥ­ρα ἐκείνη ἦταν καὶ κάποιοι γραμματεῖς, ποὺ δὲν εἶχαν σεβασμὸ στὸ πρόσωπό του· εἶχαν ἐχθρικὴ διάθεσι καὶ ζη­τοῦσαν ἀφορμὴ νὰ τὸν κατηγορήσουν. Τὰ λόγια αὐτὰ τοὺς προκαλοῦν ἀγανάκτησι. Τὸ συγχωρεῖν ἁμαρτίες εἶ­νε δικαίωμα μόνο τοῦ Θεοῦ· πῶς λοιπὸν αὐ­τὸς ἐδῶ ὁ Ἰησοῦς οἰκειοποιεῖται ξένο δικαίωμα;… Αὐτὰ ἄρχισαν νὰ συλλογίζωνται μέσα τους. Δὲν τολμοῦν ὡστόσο νὰ ἐκστομίσουν τίποτα, γιατὶ ξέρουν ὅτι ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ τοὺς ἀποστομώσῃ. Φοβοῦνται βέβαια καὶ τὸν ὄχλο, τὸ λαὸ ποὺ τοὺς παρακολουθεῖ· ξέρουν ὅτι ὅλοι αὐτοὶ εἶνε μὲ τὸ μέρος του καὶ τὸν σέβονται. Περισσότερο ὅμως ὑπολογίζουν τὸν ἴδιο τὸν Ἰ­η­σοῦ, ποὺ μὲ τὴ δύναμι τοῦ λόγου του μπορεῖ νὰ συντρίψῃ τὰ ἐπιχει­ρήματα ὅ­ποιου θελήσῃ νὰ τὸν ἀντιστρατευθῇ.

Ἀλλὰ οἱ λογισμοὶ τῶν ἀνθρώπων δὲν μένουν ἀθέατοι ἀπὸ τὸν καρδιογνώστη. Ὁ Χριστὸς ὡς Θεὸς βλέπει τί σκέψεις ἀνεβαίνουν στὸ νοῦ τῶν γραμματέων. Καὶ ξαφνικά, πρὸς κατάπληξιν ὅλων, ῥίχνει τὸν «κεραυνό» του καὶ τοὺς ἐρωτᾷ· «Ἵνα τί ὑ­μεῖς ἐνθυμεῖσθε πονη­ρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;»· γιατί ἐσεῖς σκέ­πτεστε πονηρὰ μέσα σας; (ἔ.ἀ. 9,4).
Μὰ οἱ γραμματεῖς δὲν ἔχουν ἐκδηλώσει τίποτε, δὲν ἔχουν πεῖ λέξι ἀπὸ ὅσα σκέπτον­ται· μόνο μέσα τους ἁπλῶς συλλογίζονται. Γιατί λοιπὸν ὁ Χριστὸς ξεσκεπάζει τοὺς κρυφοὺς διαλογισμοὺς τῶν καρδιῶν; Τὸ κάνει διότι θέλει νὰ διδάξῃ, ὅτι μπροστά του ὅλα εἶ­­νε φανε­ρά, καὶ γιὰ νὰ μάθουμε ὅλοι, ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ πονηροὶ λογισμοὶ εἶνε ἄξιοι τιμωρίας!

* * *

Οἱ ἁ­μαρ­τίες, ἀγαπητοί μου, δὲν γίνονται μό­νο ἐν ἔργῳ καὶ ἐν λόγῳ, γίνονται καὶ ἐν διανοίᾳ, κι αὐτὲς οἱ ἐν διανοίᾳ ἁμαρτίες συμβαίνει νὰ εἶ­νε οἱ πιὸ πολλές. Δὲν ἁ­μαρτάνουμε μόνο μὲ πονηρὰ ἔργα ποὺ φαίνον­ται καὶ μὲ κακὰ λόγια ποὺ ἀκούγονται· ἁ­μαρτάνουμε καὶ μὲ σιωπηρὲς σκέψεις, μὲ ἀθέατους λογισμούς, μὲ βουβὰ αἰσθήματα καὶ μὲ ἄλλες ἀ­διόρατες κινήσεις τῆς ψυχῆς.
–Μὰ τί εἶνε, θὰ μοῦ πῇς, ἕνας πονηρὸς λογισμός; τί κίνδυνο ἔχει μιὰ κακὴ σκέψι;
Πρὶν ἀπαν­τήσω στὴν ἀπορία σου σ᾽ ἐρωτῶ κ᾽ ἐγώ· Καὶ τί εἶνε μιὰ μικρὴ σπίθα; Ἕνα ἀνεπαίσθητο πρᾶγμα. Καὶ ὅμως ἀπὸ μιὰ σπίθα ἔ­χει συμβῆ πολλὲς φορὲς νὰ καῇ ὁλόκληρο δά­­σος ἢ σπίτι. Ἢ τί εἶνε ἕνα σπυράκι ποὺ παρου­σιάζεται στὸ πρόσωπο ἢ ἀλλοῦ στὸ σῶμα; ἕνα ἀ­κίνδυνο πραγματάκι. Καὶ ὅμως αὐτὸ μπορεῖ νὰ φέρῃ μεγάλη ἀναστάτωσι στὴν ὑγεία ἢ καὶ τὸ θάνατο. Τί εἶνε καὶ ἕνας μικρὸς σπόρος; Καὶ ὅμως ἀπὸ αὐτὸν βγαίνει ἕνας πλάτανος, ἕνα μεγάλο δέντρο μὲ φύλλα καὶ κλαδιά.
Πιστεύω λοιπὸν νὰ καταλαβαίνῃς, γιατί ὁ Κύ­ριος δίνει τόση σημασία στοὺς λογισμούς. Διότι ὁ κακὸς λογισμός, ἡ πονηρὴ σκέ­ψι, εἶνε σπόρος ἁμαρτίας. Μία τέτοια σκέψι, ἂν «πιά­σῃ» στὴν καρδιά, μπορεῖ νὰ φέρῃ μεγάλη συμ­φορά. Ἔτσι δὲν ἔγιναν ὅλα τὰ ἐγκλήματα; ξεκίνησαν ἀπὸ μία σκέψι ἁπλῆ καὶ κατέληξαν σὲ ἕνα φοβερὸ κακούργημα. Σὲ προσέβαλε π.χ. κάποιος; Ἀμέσως ὁ σατανᾶς ῥίχνει στὸ νοῦ σου τὶς πρῶτες νύξεις· Γιατί νὰ μοῦ μιλήσῃ ἔτσι; καὶ τί εἶν᾽ αὐ­τός; ἄ, δὲν πρέπει νὰ τὸν ἀ­φήσω· θὰ τοῦ δείξω ἐγώ!… Ἢ βλέπεις ἕνα θέαμα ἄσεμνο στὸ δρό­μο. Ἔρχεται καὶ σοῦ σπέρ­νει τὸ ζι­ζάνιο· Κοίτα τί ὡραῖο πρόσωπο!… Ἄλλοτε πάλι ἔρχεται καὶ σοῦ ἀφήνει τὸ σπόρο τῆς ἀ­­πιστίας· Μὰ ἆραγε ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός; ἡ Ἐκ­κλησία εἶνε θεϊκὸ καθίδρυμα; αὐτὰ ποὺ λένε οἱ κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου εἶνε ἀληθινά;… Κι ἀρχίζει ὁ σάλος τῆς ὀλιγοπιστίας.
Μεγάλη προσοχή, ἀδελφοί μου, στὶς πρῶ­τες προσβολὲς τοῦ κακοῦ. Οἱ λογισμοὶ εἶνε οἱ πρῶτες ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ. Ζητάει νὰ μᾶς διασπάσῃ τὸ μέτωπο, νὰ εἰσβάλῃ στὴν ψυχή. Πρέπει μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ ν᾽ ἀποκρούουμε τὶς σκέψεις ἀμέσως, μὲ τὴν πρώτη προσβολή. Ἂν τὶς ἀφήσουμε, θὰ φυτρώσουν, θ᾽ ἀναπτυχθοῦν, κ᾽ ἐμεῖς τότε θὰ δοκιμάσουμε τοὺς πικροὺς καρποὺς τῆς ἁμαρτίας.
Αὐτὸ ἔπαθε καὶ ὁ ἀσθενὴς αὐτός. Πῶς κατήντησε παράλυτος; Κάποτε ἦταν κι αὐτὸς τελείως ὑγιής, χαρὰ Θεοῦ γιὰ τοὺς δικούς του· ἔτρεχε, ἐργαζόταν, εἶχε ὑγεία, ἀκμαῖ­ες δυ­νάμεις. Μιὰ μέρα πέρασε ἀπ᾽ τὸ νοῦ του ἐπικίνδυνος λογισμός· Εἶμαι νέος, ἂς χαρῶ τὸν κόσμο καὶ τὰ νειᾶτα μου, ἂς διασκεδάσω, ἂς δοκιμάσω τὴ γλυκειὰ ζωή… Δὲν πρόσεξε, δὲν ἀν­­τιστάθηκε, δὲν ἀπέκρουσε τὴν προσβολή. Φιλοξένησε τὸ λογισμὸ χωρὶς ἐπιφύλα­ξι. Ἄρχισε νὰ «κουβεντιάζῃ» μὲ τὸν πειρασμὸ ὅπως ἡ Εὔα τότε στὸν παράδεισο. Ὑ­ποχώρησε καὶ ἄρ­χισε σκέψεις ποὺ τὸν συγ­κλόνισαν. Παραδόθηκε σὲ εἰκόνες τῆς φαν­τασίας ποὺ τὸν ξεσήκωσαν. Δὲν πολέμησε τὸ κακό, ἀλλὰ ἔκανε συγκατάθεσι σ᾽ αὐτό. Τὸ δέχτηκε στὸ νοῦ, ἄρ­χισε νὰ τὸ ἐπιθυμῇ, νὰ τὸ σχεδιάζῃ, νὰ τὸ ἐ­­πι­­διώκῃ. Ἔτσι κάποια μέρα οἱ πρῶτοι ἐκεῖ­νοι κακοὶ λογισμοὶ ἔ­φτασαν νὰ γίνουν ἔργο, πρᾶ­ξις. Ἐν συνεχείᾳ ἔπεσε πιὰ μὲ τὰ μοῦτρα στὴν ἁμαρτία· σὲ ἀ­περισκεψίες, καταχρήσεις, τρέλ­λες. Τὸ ἀ­ποτέλεσμα ἦταν θλιβερό· ἀφοῦ ἔ­χα­σε τὴν ὑ­γεία τῆς ψυχῆς, ἔχασε καὶ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος· ἔτσι κατήντησε παράλυτος.
Καὶ ἀσφαλῶς θὰ ἔμενε στὴν κατάστασι αὐ­τή, ἂν δὲν πήγαινε στὸ Χριστὸ ποὺ τὸν ἔσωσε. Βρῆκε διπλῆ θεραπεία, ψυχῆς καὶ σώματος.

* * *

Αὐτό, ἀδελφοί μου, ἂς κάνουμε κ᾽ ἐμεῖς.
Ἂν μεταξύ μας ὑπάρχουν –πρᾶγμα ἀπίθανο– Χριστιανοὶ ποὺ δὲν τοὺς ἔχει κυριεύσει ἡ ἁμαρτία, ἂς ἀγρυπνοῦν κάθε στιγμὴ φρουρών­τας ὁ καθένας τὴν ψυχή του. Ἂς ἀποδιώ­χνουν μακριά τους κάθε σκέψι πονηρή, κάθε εἰκόνα ἄσεμνη, κάθε ἐπιθυμία ἀκάθαρτη, παρα­καλώντας τὸν Κύριο ν᾽ ἀπομακρύνῃ ἀπ᾽ αὐ­τοὺς «πᾶσαν φαντασίαν άπρεπῆ καὶ ἐπιθυμί­αν βλαβεράν» (Μέγ. Ἀπόδ., εὐχ. Μ. Βασιλείου). Ἂς ἔχουν πάν­τα ὑπ᾽ ὄψιν τους, ὅτι ὁ Κύριος βλέπει ὄχι μόνο τὶς πράξεις, τὰ ἐξωτερικὰ ἔργα, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ἀκόμη ποὺ σκεπτόμεθα καὶ βουλευόμεθα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας.
Ὅσοι ὅμως Χριστιανοὶ –κ᾽ εἴμαστε οἱ πιὸ πολλοί– ἔχουμε συλληφθῆ σὲ δίχτυα τῆς ἁ­μαρτίας, ὅσοι εἴχαμε τὸ ἀτύχημα νὰ γίνουμε θύματα τοῦ σατανᾶ, ὅσοι βλέπουμε ὅτι ἡ ἁ­μαρτία συντρίβει τὴν ὑγεία καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας, ὅλοι ἐμεῖς ἂς σπεύσουμε πρὸς τὸ Χριστό. Ὁ Χριστός, ποὺ θεράπευσε τὸν παράλυτο τῆς Καπερναούμ, αὐτὸς ὁ ἴδι­ος μπορεῖ νὰ θεραπεύσῃ κ᾽ ἐμᾶς ἀπὸ τὴν κα­κὴ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς.
Ἂς γονατίσουμε μπροστά του κι ἂς τὸν παρακαλέσουμε θερμά. Καὶ τότε θ᾽ ἀκούσουμε καὶ ἐμεῖς τὴ γλυκειὰ φωνή του νὰ μᾶς λέῃ· «Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» καὶ «Ἆρόν σου τὴν κλίνην και ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου» ὑγιής (Ματθ. 9,2,6), δοξάζων τὸν Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν 1-8-1937.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.