Αυγουστίνος Καντιώτης



Δεν συγχωρεις; Χριστιανος δεν εισαι!

date Φεβ 29th, 2020 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου (Ματθ. 6,14-21)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Δεν συγχωρεις; Χριστιανος δεν εισαι!

«Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» (Ματθ. 6,14)

ΑΓΩΝΙΣΘΕἶνε, ἀγαπητοί μου, σήμερα Κυριακὴ τῆς Τυ­ρινῆς. Αὔ­­ριο ἀρχίζει μία νέα περίοδος στὴ ζωὴ τῆς Ἐκ­κλησίας ποὺ ὀνομάζεται Μεγάλη Τεσσαρα­κοστή. Τί εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή;
⃝ Εἶνε διάστημα 40 ἡμερῶν. Ὅσοι πιστεύουν, αἰ­σθά­νον­ται χαρὰ ποὺ ἔφτασε ὁ καιρὸς αὐ­τός. Εἶνε μία ἐξαιρετικὴ περίοδος τοῦ ἔτους.
⃝ Πιὸ ἁπλᾶ, Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε μιὰ προ­θεσμία. Ὅσοι εἶνε ἔμποροι καὶ συν­αλλάσσον­ται, καταλαβαίνουν. Εἶνε προθεσμία, ἴσως ἡ τελευταία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Μεγα­λοδύναμος, γιὰ νὰ ἐξοφλήσουμε τὰ χρέη μας. Τὸ δὲ μεγαλύτε­ρο χρέος εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας. Μεγάλη Σα­ρακοστὴ προθεσμία γιὰ ἐξόφλησι ἁμαρτιῶν.
⃝ Τί ἄλλο εἶνε ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Εἶ­νε ἀγώνας. Ἔφτασε ἡ ὥρα, ἀνοίγει τὸ στά­διο, γιὰ νὰ λάβουμε μέρος ὅλοι σὲ πνευμα­τικὸ ἀγῶνα. Ὄχι νὰ κλωτσᾶμε μπάλλες, ἀλλὰ νὰ πολεμήσουμε τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐ­χθρούς μας. Κι αὐτοὶ εἶνε· ὁ διεφθαρμένος ἑ­αυτός μας, ὁ κόσμος ποὺ μᾶς περιβάλλει μὲ τὰ θέλγητρα καὶ ὅλη τὴ γοητεία του, καὶ ὁ σατανᾶς ἢ ἑ­ωσφόρος. Καλούμεθα λοιπὸν νὰ ἀγωνιστοῦμε ἐναν­τίον αὐτῶν, νὰ νι­κήσουμε, καὶ νικηταὶ νὰ φθάσουμε στὴν Κυρι­ακὴ τῶν Βαΐων, νὰ κρατή­σουμε στὰ χέρια τὰ βάϊα, νὰ προσκυνήσουμε τὸ Χριστὸ καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Ὡσαννά, εὐλογη­μένος ὁ ἐρ­χόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Μᾶρκ. 11,9).
⃝ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τί ἄλλο εἶνε; Εἶνε μιὰ σκάλα μὲ 40 σκαλοπάτια. Τὸ πρῶτο σκα­λοπάτι εἶνε αὔριο, μὲ τὴν προσ­ευχὴ τῆς Ἐκ­κλησίας μας ποὺ λέει «Κύριε, τῶν δυνάμεων μεθ᾿ ἡμῶν γενοῦ…» (Μέγ. Ἀπόδ.), καὶ τὸ τελευταῖο σκαλο­πάτι εἶ­νε τὸ Μέγα Σάββατο ποὺ φωνάζουμε «Ἀ­νά­στα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8· Τριῴδ. Μ. Σάβ. ἑσπ.).
Μεγάλη Σαρακοστή· χαρὰ τῶν ἀγγέλων, τραῦ­μα τῶν δαιμόνων, ἀγαλλίασις τῶν ὀρθοδόξων. Τὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε ἱε­ρὰ χρέη. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ χρέη, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσουμε, θέλω νὰ ὑπενθυμίσω στὴν ἀ­γάπη σας ἕνα, ποὺ δυστυ­χῶς τὸ παρα­μελοῦμε. Ποιό εἶν᾽ αὐτό; Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἴσον – τί; ἱερὰ ἐξομολόγησις.

* * *

Ἱερὰ ἐξομολόγησις, ἀγαπητοί μου! Καταλα­βαίνετε; Πῶς νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω; Ἂν θέλῃ καν­εὶς νὰ καταλάβῃ τί εἶνε ἡ ἐξομο­λόγησις, νὰ πάῃ στὸ σπίτι του, νὰ πάρῃ τὸ συνα­­ξάρι –μὴν κοροϊδεύουμε· τὰ συναξάρια εἶ­νε γεμᾶτα σοφία, στάζουν οὐράνιο νάμα– καὶ νὰ διαβάσῃ τὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰ­γυ­­πτίας. Νὰ δῆ­τε ἐ­κεῖ πῶς ἐξωμολογήθηκε αὐτὴ ἡ ἁγία στὸν Ζωσιμᾶ τὸν πνευματικό της πατέρα καὶ εἶπε μὲ δάκρυα ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ποὺ εἶχε διαπράξει.
Ἐξομολόγησις εἶνε, ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου καὶ νὰ πῇς τὰ ἁμαρτήματά σου· νὰ τὰ πῇς μὲ εἰλικρίνεια, μὲ κατάνυξι, μὲ δάκρυα. Νὰ τὰ πῇς μὲ πίστι. Ποιά πίστι; Ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία χρειάζονται δύο σταγόνες. Ἡ μία εἶνε τὸ δάκρυ τῆς μετανοίας· κάθε δάκρυ ποὺ πέ­φτει ἀπ᾽ τὰ μά­τια τοῦ ἁμαρτωλοῦ γίνεται – τί; ἕνας Ἰ­ορδά­νης, ποὺ πλένει ὅλα τὰ ἁμαρτήμα­τά του, καὶ τὰ μεγαλύτερα ἀκόμη. Καὶ ἡ ἄλλη σταγόνα ποὺ λυτρώνει τὸν ἁμαρτωλὸ εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ στηρί­ζεται. Ὅλη ἡ ζωή μας δυὸ δάκρυα εἶνε· ἅμα δὲν τά ᾿χῃς αὐτά, τὰ ἄλλα τί νὰ τὰ κάνῃς; Ἂν πιστεύῃς στὴ θυσία – στὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ δύναμι τῆς ἐξομολογήσεως – στὸ δάκρυ τῆς μετανοίας, νά ἡ πραγματικὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία.
Νὰ ἐξομολογηθοῦμε λοιπὸν στὸν πνευματικό. Οἱ καλοὶ πνευματικοὶ εἶνε σπάνιοι καὶ γιὰ νὰ τοὺς βρῇς πρέπει νὰ ψά­ξῃς. Βρῆκες πνευματικὸ πατέρα σεβάσμιο ν᾿ ἀνοίξῃς τὴν καρδιά σου νὰ πῇς τὰ μυστικά σου; Ὁ πνευμα­τικὸς εἶ­νε ὁ ἀν­τιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ διὰ τῶν ἀποστό­λων ἡ φωνή του φτάνει στοὺς σημερινοὺς κλη­­ρι­κοὺς καὶ λέει· «Ἄν τινων ἀ­φῆτε τὰς ἁμαρτί­ας, ἀ­φίενται αὐτοῖς»· σὲ ὅσους δηλαδὴ συγχωρή­­σετε ἐσεῖς τὶς ἁμαρτίες, εἶνε συγχωρημένες (Ἰω. 20,23). Ὁ πνευματικὸς δίνει τὴ συγχώρη­σι, ἀλλὰ ἡ ῥί­ζα τῆς ἐξομολογήσεως εἶνε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Μαζὶ μὲ τὴ συγχώρησι ὁ πνευματικὸς δίνει καὶ συμβου­λὲς – ὑποδείξεις, καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὲς δίνει καὶ φάρμα­κα. Ὅπως ὁ γιατρὸς δίνει στὸν ἄρ­­ρωστο συντα­γή, τοῦ λέει τί νὰ κάνῃ, ἔτσι κι ὁ πνευματικὸς δίνει τὰ φάρμακά του ποὺ λέγον­ται ἐπιτίμια ἤ, ὅπως τὰ λέει ὁ λαός, κανόνες. Πῆγα, λέει, στὸν πνευμα­τικὸ καὶ μοῦ ἔβαλε κα­νόνα… Τί θὰ πῇ κανόνας; Φάρμακο, συνταγὴ ποὺ πρέπει νὰ ἐκτελέσῃς.
Ἀνάλογα μὲ τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια εἶνε καὶ τὰ φάρμακα, οἱ κανόνες. Ἔρχεται ἕ­νας καὶ λέει· –Παππούλη, ἔχω πάθος μὲ τὸ πιοτό. Ὁ πνευ­ματικὸς τοῦ λέει· –Ὁ κανόνας σου, παιδί μου, εἶνε νὰ μὴν ξαναπιάσῃς ποτή­ρι· θὰ κόψῃς τὸ κρασί, ὅλα τὰ οἰνοπνευματώδη. Ἔρ­χε­ται ὁ ἄλ­λος· –Ἐγώ, πάτερ, εἶ­μαι χαρτοπαίχτης. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, δὲ θὰ ξα­ναπιάσῃς τράπουλα. Ἔρ­χεται ὁ ἄλ­λος· –Ἐ­γὼ βλέπω αἰσχρὰ ἔρ­γα. –Ὁ κανόνας σου εἶνε νὰ μὴ ξαναδῇς· γιά προσπάθησε ἔτσι μέχρι τὸ Πά­σχα. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ διαβάζω αἰσχρὰ πε­ρι­οδικά. –Ὁ κανόνας σου εἶνε, σταμάτα νὰ τὰ διαβάζῃς γιὰ νὰ σοῦ ἐπιτρέψω νὰ κοινωνή­σῃς· ἂν εἶνε ἁμαρτία νὰ τρῶς κρέας τὴ Σαρα­κοστὴ καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευή, πιὸ βα­ρὺ εἶνε νὰ τρῶς σάρκες μὲ τὰ ἔντυπα αὐτά. Ὁ ἄλλος λέει· –Ἐγὼ ἀγα­πῶ τὰ λεφτά. Ἄ, ἐ­δῶ θὰ μπῇ ἄλλος κανόνας· –«Πώλησόν σου τὰ ὑ­πάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς…» (Ματθ. 19,21), νὰ τὰ δώ­σῃς ὅ­λα στοὺς φτωχούς. –Μμ δὲν μπορῶ… –Ἔ, τότε τὰ μισά. –Δὲν μπο­ρῶ. –Δῶσε τὸ ἓν τέταρ­τον. –Δὲν μπορῶ… Ἄ, τὸ ἕνα δὲ μπο­ρεῖς, τ᾽ ἄλ­λο δὲν μπορεῖς· πῶς θὰ γίνῃ λοιπόν;
Καθένας θέλει τὸν κανόνα του. Γι᾽ αὐτὸ ὁ πνευ­ματικὸς πρέπει νά ᾽νε σοφός, νὰ ξέρῃ τί φάρμα­κο θὰ δώσῃ. Σήμε­ρα τὰ πράγματα εἶνε δύσκολα. Ἐγὼ ἔπαυσα νὰ ἐξομολογῶ. Ἔρχεται μιὰ γυναί­κα ποὺ τὰ χέρια της στάζουν αἷμα, σκότωσε ἄν­θρωπο. Ποιόν; Τὸ παιδί της, τὸ σπλάχνο της! Πῆ­γε σὲ γιατροὺς ἀναξίους κ᾽ ἔκανε ἔκτρωσι, ξερρίζω­σε μέσ᾽ ἀπ᾽ τὰ σπλάχνα της τὸ ἄνθος, τὸ λου­λούδι τ᾽ οὐ­ρανοῦ. Καὶ ὁ πνευματικὸς σκέπτεται· Τί νὰ κά­νω μὲ τὴ γυναῖκα αὐτή;… Ἐγὼ εἶ­μαι ἁμαρτωλός, ὑπερβαίνει τὴ σοφία μου, ξεπερνᾷ τὴν καρδία μου, δὲ βρίσκω τί νὰ τῆς πῶ· διαβάζω τὰ βιβλία, δὲ βρίσκω κατάλληλο κανό­να γι᾽ αὐτὸ τὸ ἁ­μάρ­τημα· ἂς πάῃ αὐτὴ νὰ βρῇ κανέναν ἀσκητὴ ἀπ᾽ τὸ Ἅγιο Ὄ­ρος, ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ γονατίζουν καὶ προσ­εύ­χονται, ποὺ τρῶνε χορτάρια κ᾽ εἶνε σκελετοί, νὰ τῆς ὁρίσῃ τί κανόνα νὰ κάνῃ.
–Βαρειά, θὰ πῆτε, εἶν᾽ αὐτά· πῶς νὰ τὰ σηκώσουμε;… Ἔ, ἐγὼ νὰ σοῦ πῶ ἕναν εὔκολο κανόνα, ποὺ κι αὐτὸν ὅμως δὲν τὸν δέχονται. Ἂν πῇς σὲ μιὰ γυναῖ­κα, «Ἄντε ν᾽ ἀνοίξῃς τὴν ἐκ­κλησιὰ καὶ νὰ κά­νῃς 40 λειτουργίες», τὸ κάνει· ἂν τῆς πῇς νὰ νηστεύῃ, νὰ κάνῃ μετάνοιες, νὰ πηγαί­νῃ πρωὶ – βράδυ στὴν ἐκκλησιά, τὰ κάνει. Μὰ ἂν τῆς πῇς «–Δὲ μοῦ λές, εἶσαι μὲ καν­ένα μαλωμένη, ἔχεις ἔχθρα; τώρα ποὺ ἀρχίζει ἡ σα­ρακοστὴ πήγαινε νὰ συγχωρηθῆτε», σοῦ ἀ­παν­τᾷ· –Ὤ, ὄχι! ἔχεις τίποτ᾽ ἄλλο νὰ μοῦ πῇς, παππούλη; –Δὲν ἔχω. –Ὄχι, δὲν πάω γιὰ συγχώρησι. –Κ᾽ ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο νὰ σοῦ πῶ· σοῦ λέω, ὅτι πρέπει νὰ συγχωρηθῆτε. Τὸ λέει καθαρὰ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐὰν δώσετε συγχώρησι, θὰ πάρετε συγχώρησι· ἐ­ὰν δὲν δώσετε, δὲν θὰ λάβετε συγχώρησι» (βλ. Ματθ. 6,14-15).
–Παπᾶ, λένε, διάβασέ μου μιὰ συγ­χωρητικὴ εὐχή. Κ᾽ ἐμεῖς δὲ ρωτᾶμε· –Μὲ ποιόν εἶσαι μαλωμένος; ἄντε πρῶτα νὰ συγχωρηθῆτε καὶ με­­τὰ νὰ ᾽ρθῇς νὰ σοῦ διαβάσω τὴν εὐχή· γιατὶ ἂν εἴμαστε μέσ᾽ στὸ μῖσος, κο­ροϊδεύουμε τὸ Θεό. Ἂν πάρῃς ὅλα ὅσα γράφουν τὰ βιβλία τῆς Ἐκ­κλησίας καὶ τὰ στύψῃς, στὸ τέλος τί θὰ βγῇ; μία λέξι, ἀγάπη! Ἂν δὲν ἔχῃς ἀγάπη, τί νὰ τὰ κάνῃς τ᾽ ἄλλα; Τὸ εὐ­αγγέλιο λέει· «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν», θ᾽ ἀ­φήσῃ καὶ ὁ Θεὸς τὰ δικά σας· ἐὰν δὲν συγχωρή­σετε ἐσεῖς τοὺς ἄλλους, οὔτε «ὁ πατὴρ ὁ οὐ­ράνιος» θὰ συγχωρήσῃ ἐσᾶς (ἔ.ἀ.).
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ἔχεις μέσα σου αὐτὸ τὸ φίδι τοῦ μίσους; Ὄχι ἕνας παπᾶς, ὄχι ἑκατὸ παπᾶδες –τί λέω;–, πατρι­άρχης νὰ σοῦ διαβάσῃ εὐχή, τὰ ἁμαρτήματά σου εἶνε ἀσυγχώρητα. Πρέπει νὰ ζητήσῃς καὶ νὰ δώσῃς συγ­χώρησι μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά. Δὲν τὸ κάνεις αὐτό; δὲν εἶσαι Χριστιανός!

* * *

Ἀδελφοί μου, ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἔχει μιὰ προ­­φητεία. –Θά ᾽ρθουν χρόνια κατηραμένα. –Πῶς θὰ τὸ καταλάβουμε; –Ὅταν, λέει, οἱ ἄνθρωποι θὰ βλέπουν κά­ποιον νὰ κρατάῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θὰ λένε πὼς τρελλάθηκε, ἔφτασε τὸ τέλος. Καὶ σήμερα, ἂν π.χ. στὸ ἀεροπλάνο δοῦν μιὰ κο­πέλλα νὰ διαβά­ζῃ Εὐαγγέλιο, οἱ πολλοὶ τί λένε; Δὲν εἶνε καλὰ στὰ μυαλά της… Ἐκεῖ φτάσαμε.
Ἂς φύγουμε πιὰ ἀπ᾽ τὴ βρωμιά. Για­τὶ –νὰ τὸ θυμᾶστε–, θὰ πέσῃ «σκούπα ἠλεκτρική», θὰ καθαρίσῃ ὁ Θεὸς τὴ βρωμιὰ ὁ­πωσδήποτε, θὰ τὴν καθαρίσῃ ἐν πυρὶ φοβε­ρῷ! Προθεσμία μᾶς ἔδωσε νὰ ἐξ­­οφλήσουμε χρέη, νὰ σβήσου­με ἁμαρ­τήματα. Αὐτὴ τὴ σαρακοστὴ ἂς κά­νουμε φτερὰ ἀγγελικὰ νὰ πετάξουμε ψηλά.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Ν. Ἰωνίας – Ἀθηνῶν τὴν 28-2-1960

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.