Αυγουστίνος Καντιώτης



Η συγχωρησις φαινεται ως το δυσκολωτερο, αλλα ειναι το ευκολωτερο. Ειναι φαρμακο απο το θειο φαρμακειο. Σε κανει να γινεσαι σαν το Χριστο, που ηταν καρφωμενος στο σταυρο, ματωμενος, με το αγκαθινο στεφανι & ελεγε: «Πατερ, αφες αυτοις· ου γαρ οιδασι τι ποιουσι· Πατερα, συχωρεσε τους· δεν ξερουν τι κανουν (Λουκ. 23,34). Να δωσουμε συγχωρησι ο ενας στον αλλο & τοτε θα αισθανθουμε να πνεη μεσα μας η αυρα του παραδεισου.

date Μαρ 1st, 2020 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1144

Κατανυκτικὸς ἑσπερινὸς
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Περι συγχωρησεως

ΟΛΟ τὸ ἔτος, ἀγαΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗπητοί μου, εἶνε χρόνος γιὰ πνευματικὴ καλλιέργεια. Ἰδιαιτέρως κατάλληλος ὅμως εἶνε ὁ καιρὸς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. «Ἰδού νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. 6,2).
Ἡ πνευματικὴ καλλιέργεια ἔχει κάποια ἀναλογία μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς. Ὅπως ὁ γεωργὸς καλλιεργεῖ τὸ χωράφι του, ἔτσι κι ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ καλλιεργῇ τὴν ψυχή του. Χωράφι εἶνε ἡ ψυχὴ καὶ θέλει δουλειά. Ἤμουν σ᾿ ἕνα νησί. Τὰ νησιὰ ξέρετε ἔχουν ξηρασία, δὲν ἔχουν κάμπους μὲ εὔφορη γῆ. Ἡ ἐργατικότης ὅμως τῶν νησιωτῶν εἶνε ἄφθαστη. Ἕνας γεωργὸς βρῆκε ἐκεῖ ἕνα χωράφι γεμᾶτο πέτρες καὶ ἀγκάθια. Ἐργάσθηκε σκύβοντας στὴ γῆ, τὸ καθάρισε, καὶ ὕστερα ἀπὸ 2 – 3 χρόνια ἐντατικῆς καλλιεργείας τὸ ἔκανε ἕνα ὡραῖο περιβόλι. Ἔτσι νὰ κάνουμε κ᾿ ἐμεῖς στὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας.
Στὴν ἀκολουθία τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου τοῦ «ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ» (ἑορτάζει 17 Μαρτίου) ἕνα τροπάριο τοῦ κανόνος λέει· Ἅγιε Ἀλέξιε, ἐσὺ μὲ τὰ δάκρυά σου ἐγεώργησας τὴν ψυχήν σου. «Ῥοαῖς ἱερῶν καταρδεύων πάντοτε δακρύων σου ψυχὴν ἐγεώργησας…» (ε΄ ᾠδή).
Ὁ καθένας μας λοιπὸν εἶνε ἕνας γεωργός. Κι ὅπως ὁ ἐπιμελὴς γεωργὸς καθημερινῶς ἀσχολεῖται μὲ τὸ χωράφι του ―πάντα κάτι ἔχει νὰ κάνῃ―, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς συνεχῶς νὰ ἐπιμελούμεθα τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς.
Τὸ χωράφι τῆς ψυχῆς μας ἔχει ἀγκάθια. Ποιός δὲν ἔχει ἀγκάθια; Τί ἀγκάθια; Ἁμαρτήματα, κακίες καὶ πάθη, σπορὰ ἁμαρτωλῶν προγόνων. Εἶνε ἐλαττώματα μητρικὰ καὶ πατρικά, ἐλαττώματα παππούδων καὶ προγόνων, ἐλαττώματα ποὺ ἕλκουν τὴν καταγωγὴ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα. Αὐτὰ πρέπει νὰ ξεῤῥιζωθοῦν, καὶ στὴ θέσι τους, μὲ τὴ μετάνοια, νὰ φυτέψουμε τὰ ὡραῖα ἄνθη τῶν ἀρετῶν. Χρειάζονται κόποι καὶ μόχθοι καὶ πρὸ παντὸς ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ γίνῃ ὁ χέρσος τόπος ἀμπελών, ἐλαιών, κῆπος Θεοῦ.

* * *

Πολλὰ εἶνε τ᾿ ἀγκάθια. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶνε φοβερό. Εἶνε τὸ μῖσος καὶ ἡ ἐκδίκησι. «Αὐτός», λέμε, «ἐκδικεῖται σὰν τὴν καμήλα». Ἡ καμήλα, ἂν τὴν πειράξῃς, δὲν τὸ ξεχνάει ἔστω κι ἂν περάσουν χρόνια. Τὸ ἀγκάθι τοῦ μίσους καλούμεθα νὰ ξεῤῥιζώσουμε ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας τώρα τὴ Μεγάλη Σαρακοστή, καὶ ἀντ᾿ αὐτοῦ νὰ φυτέψουμε τὸ θεῖο φυτὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ μας.
Πῶς ξεῤῥιζώνεται τὸ ἀγκάθι αὐτό; Ξεῤῥιζώνεται μὲ ―μιὰ λέξι ποὺ δυστυχῶς δὲν τὴν ἀγαποῦμε―, μὲ τὴ συγχώρησι. Ὁ ἄθεος κόσμος, ποὺ σφίγγει τὴ γροθιὰ γιὰ ἐκδίκησι, χλευάζει τὴ συγχώρησι. Ἀπαιτεῖ «ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος» (Λευϊτ. 24,20). Οἱ Χριστιανοὶ ὅμως ὑψώνουμε τὸ λάβαρο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καὶ λέμε· πρέπει σήμερα νὰ δώσουμε καὶ νὰ λάβουμε συγχώρησι.
Συγχώρησις. Τὸ ἀκούσαμε καὶ τὸ πρωῒ στὸ εὐαγγέλιο. Ἐρωτᾷ ὁ Κύριος· Θέλεις νὰ συγχωρηθοῦν τ᾿ ἁμαρτήματά σου; (καὶ ποιός δὲ᾿ θέλει;). Ναί, δίνει ὁ Θεὸς τὴ συγχώρησι, ἀλλὰ ὑπὸ ἕνα ὅρο. Ποιόν ὅρο; Νὰ συγχωρήσῃς κ᾿ ἐσύ. Τὸ λέει καθαρὰ τὸ εὐαγγέλιο· «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. 6,14-15). Συγχωρεῖς; θὰ συγχωρηθῇς· δὲ᾿ συγχωρεῖς; δὲ᾿ συγχωρεῖσαι.
Αὐτὸ ἄλλωστε εἶνε συμφέρον μας. Γιατὶ ἂν συγκρίνουμε αὐτὰ ποὺ μᾶς ἔχουν κάνει οἱ ἄλλοι, εἶνε πολὺ μικρὰ μπροστὰ στὶς ἁμαρτίες ποὺ ἐμεῖς κάνουμε καθημερινῶς καὶ λυποῦμε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Αὐτὸ λέει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων (Ματθ. 18,23-35). Ὑπόθεσε, ὅτι κάποιος σοῦ ὀφείλει 1.000 δραχμές, κ᾿ ἐσὺ πάλι ὀφείλεις σὲ κάποιον ἄλλον 1.000 λίρες. Καὶ σοῦ λέει αὐτὸς ποὺ τοῦ ὀφείλεις τὶς 1.000 λίρες· ―Θὰ σοῦ χαρίσω τὶς 1.000 λίρες, ἐὰν κ᾿ ἐσὺ μοῦ κάνῃς κάτι. ―Τί, κύριε; ―Νὰ χαρίσῃς κ᾿ ἐσὺ τὶς 1.000 δραχμὲς στὸν ἄλλο. Ποιός εἶν᾿ ἐκεῖνος ποὺ δὲ᾿ θὰ δεχθῇ αὐτὴ τὴ συμφωνία; Εἶνε συμφέρουσα.
Συμφέρουσα ἡ συμφωνία. Προσοχὴ ὅμως, διότι μᾶς δεσμεύει καὶ μὲ μία ὑπόσχεσι. Ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος στὴ μητρόπολι, ποὺ εἶχε μ᾿ ἕναν ἄλλο διαφορὲς κ᾿ ἦταν μαλωμένοι δέκα χρόνια. Τοὺς ἔφερα σὲ συνάντησι μέσα στὸ γραφεῖο. Ὁ ἕνας, μόλις εἶδε τὸν ἄλλο, ἤθελε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴν ἄλλη πόρτα. Τὸν συγκράτησα· ―Κάθησε, τοῦ λέω. ―Ὄχι! δὲ᾿ μπορῶ νὰ τὸν βλέπω. ―Τί σοῦ ᾿κανε; Ἀνέφερε κάτι, καὶ κατέληξε· ―Δὲν τὸν συγχωρῶ, δὲν τὸν συγχωρῶ! Λέω· ―Γιά πὲς τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Ἄρχισε· ―«Πάτερ ἡμῶν…». Ὅταν ἔφτασε στὸ σημεῖο «…καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. 6,12) τὸν διέκοψα· ―Τί λέμε ἐδῶ; μπορεῖς νὰ μοῦ πῇς; Ἐδῶ δίνεις ὑπόσχεσι, ὅτι θὰ συγχωρῇς κ᾿ ἐσύ. ―Ἄ, λέει, αὐτὸ δὲ᾿ μοῦ τό ᾿χε ἐξηγήσει κανείς…
Εμεθα θεομπαῖχτες, θ᾿ ἀνοίξῃ ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ. Δὲ᾿ νιώθουμε τί δέσμευσι ἔχουμε κάθε φορὰ ποὺ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν». Ἄχ! Ἐγὼ θέλω νὰ γίνῃ μιὰ ἐπανάστασι· νὰ γίνῃ ζῶσα ἡ Ἐκκλησία, νὰ τὴν αἰσθανώμεθα. Κάθε λόγος ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ ψάλτη, τοῦ παπᾶ ἢ τοῦ διάκου, νὰ λέγεται μὲ συναίσθησι. Τώρα δίνουμε ὑπόσχεσι καὶ ἀποδεικνυόμεθα ψευδόμενοι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
Λένε γιὰ ἕναν ἄθεο ὅτι τοῦ ᾿δωσε κάποιος ἕνα Εὐαγγέλιο καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸ διαβάσῃ. Τὸ πῆρε ἐκεῖνος, τὸ διάβασε καὶ τὸ ξαναδιάβασε. Ὕστερα ἀπὸ ἕνα μῆνα τὸν ρωτάει ὁ πιστός· ―Τί κατάλαβες; ἀπ᾿ ὅσα διάβασες τί σοῦ ἄρεσε; ―Παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα, λέει, μοῦ ἄρεσε ἐκεῖνο ποὺ λέει νὰ συγχωρῇ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο· ἡ συγχώρησις εἶνε τὸ ἀνώτερο ἀπ᾿ ὅλα.
Πράγματι ἡ συγχώρησις εἶνε θεῖο πρᾶγμα. Σὲ κάνει νὰ γίνεσαι σὰν τὸ Χριστό. Ἦταν καρφωμένος στὸ σταυρό, ματωμένος, μὲ τὸ ἀγκάθινο στεφάνι, μὲ τὴ χολὴ καὶ τὸ ὄξος στὰ χείλη, μὲ τὴν πικρία στὴν καρδιά. Καὶ τί ἔλεγε; κατάρες; Ὄχι! «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οιδασι τί ποιοῦσι· Πατέρα, συχώρεσέ τους· δὲν ξέρουν τί κάνουν (Λουκ. 23,34). Καὶ μόνο αὐτὸς ὁ λόγος φτάνει γιὰ νὰ δείξῃ τὸ ὕψος τοῦ Χριστοῦ.
Τέτοιοι πρέπει νὰ εμαστε. Εἶσαι Χριστιανός; Μὴ μοῦ λές, ―Θρησκεύω, ἐκκλησιάζομαι… Ἂν ἔχῃς μῖσος καὶ ἐκδίκησι, τὸ φοβερὸ αὐτὸ ἀγκάθι, δὲ᾿ σῴζεσαι. Ὄχι παπᾶς, ὄχι δεσπότης, ἀλλὰ καὶ πατριάρχης νὰ σοῦ διαβάσῃ εὐχή, δὲν πιάνει. Ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ πιάνει ὑπὸ τὸν ὅρο νὰ συγχωρήσῃς κ᾿ ἐσύ.
Σᾶς παρακαλῶ, ἀγαπητοί μου, αὐτὰ ποὺ επαμε νὰ γίνουν πρᾶξις· δηλαδὴ νὰ συγχωρήσουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Καὶ συγκεκριμένα· νὰ συγχωρήσουμε οἱ γονεῖς τὰ παιδιά τους, οἱ διδάσκαλοι τοὺς μαθητάς τους, οἱ ἱερεῖς τοὺς ἐνορίτας τους, οἱ ἐπίσκοποι τὸν κλῆρο καὶ τὸ λαό τους, οἱ ἄντρες τὶς γυναῖκες τους, οἱ γυναῖκες τοὺς ἄντρες τους, καὶ ―τὸ πιὸ δύσκολο― οἱ πεθερὲς τὶς νύφες τους. Ἦρθαν στὴ μητρόπολι μιὰ νύφη μὲ τὴν πεθερά της· εἶχαν μιὰ διαφορὰ κι οὔτε μιλοῦσαν ἡ μία στὴν ἄλλη. Προσπάθησα νὰ τὶς συμφιλιώσω. Εἶπα πολλά. Στὸ τέλος, ἡ καημένη ἡ νύφη κλονίστηκε, ἔσκυψε, ἔκανε μετάνοια στὴν πεθερὰ καὶ τῆς λέει· ―Συχώρεσέ με. ―Δὲ᾿ σὲ συγχωρῶ· πεθαίνω μὰ δὲ᾿ σὲ συγχωρῶ… Θηρίο, σατανᾶς ὁλόκληρος μέσα της. Εἶδα κ᾿ ἔπαθα νὰ μπορέσω νὰ τὴ συμφιλιώσω. Μιὰ ἄλλη πάλι πῆγε στὸν πνευματικὸ καὶ τοῦ εἶπε· Ἐμένα βάλε με κανόνα ὅ,τι θέ᾿ς· νὰ νηστέψω, ν᾿ ἀνοίξω ᾿ξωκκλήσια, νὰ κάνω σαρανταλείτουργα, ν᾿ ἀνάψω λαμπάδες, ν᾿ ἀφιερώσω εἰκόνες, νὰ πάω σὲ προσκυνήματα…, ὅ,τι νά ᾿νε· ἀλλὰ μὴ μοῦ λὲς γιὰ συχώρεσι. Δὲ᾿ συχωρῶ…

* * *

Ἡ συγχώρησις φαίνεται ὡς τὸ δυσκολώτερο, ἀλλὰ εἶνε τὸ εὐκολώτερο. Καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ ὥρισε τὰ πάντα μὲ σοφία, μᾶς καλεῖ ἀπόψε ν᾿ ἀνοίξουμε τὶς καρδιές μας καὶ νὰ δώσουμε συγχώρησι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Κι ὅταν συγχωρήσουμε, τότε θὰ αἰσθανθοῦμε νὰ πνέῃ μέσα μας ἡ αὔρα τοῦ παραδείσου. Τότε δὲν θὰ λέμε ψέματα στὸ «Πάτερ ἡμῶν».
Ἀκούω ὅμως ἀντιῤῥήσεις, ποὺ ὑποβάλλει ὁ σατανᾶς· «Αὐτὸ εἶνε ὑπερβολικό…». Δὲν εἶνε ὑπερβολικό· εἶνε θεϊκό. Εἶνε φάρμακο ἀπὸ τὸ θεῖο φαρμακεῖο. Ἡ περίοδος αὐτὴ εἶνε περίοδος ἐντατικῆς θεραπείας. Ὅπως ἕνα σοβαρὰ ἄῤῥωστο τὸν βάζουν σὲ θάλαμο ἐντατικῆς παρακολουθήσεως, ἔτσι κ᾿ ἐμᾶς, ψυχικῶς ἀσθενεῖς, τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἡ Ἐκκλησία μᾶς βάζει σὲ ἐντατικὴ θεραπεία. Ἰατρός μας εἶνε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος τώρα ἐντείνει τὴ φροντίδα. Γι᾿ αὐτὸ κ᾿ ἐσεῖς νὰ συχνάζετε πυκνότερα τώρα στὴν ἐκκλησία, καὶ θὰ χαίρω νὰ σᾶς βλέπω ἐδῶ πάντοτε πρόθυμους καὶ ἀγαπημένους ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν· ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 16-3-1986 τὸ βράδυ.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.