Αυγουστίνος Καντιώτης



Επιστροφη στο σπιτι του πατερα

date Φεβ 27th, 2021 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2355

Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου (Λουκ. 15,11-32)
28 Φεβρουαρίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Επιστροφη στο σπιτι του πατερα

επιστροφη ασωτουἈκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Εἶνε μία παραβολή, ἡ ὡραιότε­­ρη ἀπὸ ὅσες εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Εἶνε ἡ ἱστορία ἑνὸς φαινομενικὰ ἀ­γνώ­στου νέου, ποὺ ἔφυγε ἀπ᾽ τὸν πατέρα του καὶ ὕ­στε­ρα ἀπὸ καιρὸ γύρισε κοντά του· ἀλλὰ κάτω ἀπὸ τὴν ἱστορία του εἶνε κρυμμένη ἡ ἱστορία τοῦ κάθε ἀνθρώπου· ἡ παραβολὴ αὐ­τὴ εἶ­νε ἡ φωτογραφία μας. Σήμερα ἑορτάζουμε ὅ­λοι· γιατὶ λίγο ἢ πολὺ ὅλοι μοιά­ζουμε μὲ τὸν ἄ­σωτο υἱό. Ἂς δοῦμε τώρα τὴν παραβολή.

* * *

Ὁ νέος αὐτὸς ἦταν παιδὶ ἑνὸς καλοῦ πατέ­ρα. Μέσα στὸ σπίτι του τὰ εἶχε ὅλα, τίποτε δὲν τοῦ ἔλειπε. Κι ὅμως αὐτὸς δὲν ἔμενε εὐ­χαρι­στημένος. Ἔνιωθε τὸ σπίτι σὰν φυ­λακή, κλου­βὶ ἀπ᾽ τὸ ὁποῖο ἤθελε νὰ βγῇ ἔξω, νὰ πετά­ξῃ. Καὶ μιὰ μέ­ρα, χωρὶς εὐχὴ τοῦ πατέρα, ἔφυγε.

Μεγάλο πρᾶγμα ἡ πατρικὴ εὐλογία· ὅποιος τὴν ἔχει, «χῶμα πιάνει – μάλαμα γίνεται»· δι­α­φορετικά, μάλαμα θὰ πιάνῃ – φίδια καὶ σκορ­πιοὶ θὰ γίνωνται. Μύρια παραδεί­γματα δείχνουν ὅτι «Εὐλογία πατρὸς στηρίζει οἴκους τέκνων, κατάρα δὲ μητρὸς ἐκριζοῖ θεμέλια» (Σ. Σειρ. 3,9).
Ἔφυγε ὁ νέος ἀπὸ τὸ πατρικό. Καὶ ποῦ πῆ­γε; Στὰ ξένα. Κ᾽ ἐκεῖ τί ἔκανε· ἔμπλεξε. Ἄχ αὐ­τὴ ἡ ξενιτειά! εἶνε ἐπικίν­δυνη. Γι᾽ αὐτὸ συμβουλεύω, μείνετε στὸν τόπο σας· τὸ ψωμάκι ποὺ τρῶτε ἐδῶ μὲ κρεμμύ­δι, εἶνε εὐλογημένο· τὸ ψω­μὶ στὰ ξένα, κι ἂν εἶνε μὲ βούτυρο, εἶνε φαρμάκι. Πολλοὶ ποὺ ξενιτεύονται, συχνὰ ἔχουν τὴν ἐξέλιξι ποὺ εἶχε ὁ νέος αὐτός.
Στὰ ξένα, δηλαδή, ἔμπλεξε μὲ γυναῖκες τῆς νύχτας καὶ φίλους τῆς κακιᾶς ὥρας. Γλέντια, ξενύχτια, μεθύσια, χοροί. Στὸ τέλος ἔφαγε ὅ­λη τὴν περιουσία του, δὲν τοῦ ᾽μεινε δραχμή. Τὸν ἔ­πιασε πεῖνα μεγάλη. Ἀναγκάστηκε νὰ γί­­νῃ βοσκός· ἔβοσκε ὄχι πρόβατα καὶ γίδια ἀλ­λὰ γουρούνια. Καὶ τ᾽ ἀφεν­τικό του ἦταν τό­σο σκληρό, ποὺ δὲν τοῦ ᾽δινε οὔτ᾽ ἕνα κομμάτι ψωμί, κι αὐτὸς περίμενε χορτάσῃ ἀπὸ τὰ ξυλοκέρατα τῶν χοίρων, τὰ χαρούπια – ποὺ φάγαμε κ᾽ ἐμεῖς στὰ χρόνια τῆς κατοχῆς.
Τότε πιὰ θυμήθηκε τὸ πατρικό του, καὶ εἶ­πε· Τί ἔκανα! πρέπει νὰ γυρίσω στὸν πατέ­ρα μου. Καὶ ξεκινάει. Ἔφυγε ντυμέ­νος στὰ χρυσα­φικά· τώρα γυρίζει μ᾽ ἕνα ῥαβδὶ ζητιάνος, κου­ρελῆς, ἀδύνατος, σκελετός, ξυπόλητος, ψειρια­σμένος, ἐλεεινὸς – τρισάθλιος, ἀγνώριστος.
Ὁ πατέρας, ποὺ πάντα τὸν περίμενε, τὸν εἶ­δε ἀπὸ μακριά. Τὸν γνώρισε καὶ τρέχει νὰ τὸν προϋπαντήσῃ. Ὁ νέος πέφτει στὰ πόδια του καὶ λέει· Πατέρα, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ λέγωμαι παιδί σου· σὲ λύπησα, σὲ πίκρανα… Κλαῖνε κ᾽ οἱ δυό. Ὁ πατέρας τὸν ἀγκαλιάζει, τὸν φι­λάει καὶ τὸν φέρνει στὸ ἀρχοντικό. Τὸν πλέ­νει, τὸν καθαρίζει, τὸν ντύνει λαμπρὴ στολή, τοῦ φορά­ει δαχτυλίδι στὸ χέρι καὶ παπούτσια στὰ πό­δια. Ἑτοιμάζει τραπέζι πλούσιο σφάζοντας τὸ καλύτερο μοσχάρι. Ἀνάβει φῶτα, καλεῖ τὰ ὄργανα· καὶ τὴ νύχτα τὸ σπίτι του εἶχε χαρά, γιατὶ βρῆκε τὸ πρόβατο ποὺ εἶχε χάσει.
Αὐτὸ εἶνε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἀλλά, ὅ­πως εἶπα, πίσω ἀπὸ τὸν ἄσωτο υἱὸ εἶνε κρυμμένη ἡ ἱστορία κάθε ἀνθρώπου. Μόνο ὅποιος νομίζει πὼς εἶνε ἀναμάρτητος, αὐτὸς δὲν μοιά­ζει μὲ τὸν ἄσωτο, ἀλλὰ μοιάζει μὲ τὸν πρεσβύ­τερο υἱό, ποὺ καυχόταν πὼς εἶνε ἐν τάξει.

* * *

Ἀλλὰ ποιός, ἀγαπητοί μου, μπορεῖ νὰ καυχηθῇ, ὅτι δὲν εἶνε ἁμαρτωλός, δηλαδὴ ἄσωτος υἱός; Ἡ ἁμαρτία εἶνε σὰν τὸ μικρόβιο, ποὺ μπαίνει στὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἁμαρτάνουμε μὲ τὸ σῶμα, μὲ κάθε μέλος.
Μὲ τὰ χέρια· ποὺ μᾶς τά ᾽δωσε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ κάνουμε ὄχι τὸ κακό (ὅρκους, κλοπές, φόνους…), ἀλλὰ ἔργα πίστεως καὶ ἀγάπης.
Μὲ τὰ πόδια· ποὺ μᾶς τά ᾽δωσε γιὰ νὰ τρέ­­χουμε ὄχι στὴ φθορὰ ἀλλὰ στὴν ἐκκλησιὰ κι ὅπου ἀλλοῦ καλεῖ ἡ ἀνάγκη τοῦ πλησίον.
Μὲ τὰ μάτια· μᾶς τά ᾽δωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ θαυμάζουμε τὸ πανόραμα τῆς δημιουργίας του καὶ νὰ τὸν δοξάζουμε, κ᾽ ἐμεῖς κλεισμένοι στὰ σκοτεινά, μὲ μάτια πεταγμένα ἔξω ἀπ᾽ τὶς κόγ­χες, χάφτουμε ἀπ᾽ τὶς ὀθόνες αἴσχη καὶ αἵματα, ποὺ ἀνάβουν τὸ πῦρ τῆς κολάσεως.
Μὲ τὰ αὐτιά· ποὺ τὰ βουλώσαμε νὰ μὴν ἀ­κοῦνε Εὐαγγέλιο, φωνὴ τῆς μάνας, τοῦ πατέ­ρα, τοῦ δασκάλου, τοῦ παπᾶ, τῆς πατρίδος, ἀλ­λὰ τὰ τεντώνουμε στὰ σατανικὰ μηνύματα.
Μὲ τὸ μυαλό. Πές μου τί σκέπτεσαι, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι. Σκέπτεσαι τὸ Θεό, τὸν οὐρανό, τὴν Παναγία, τοὺς ἁγίους, τὸ φτωχό; τότε εἶ­σαι ἅ­γιος. Σκέπτεσαι τὴν ἁμαρτία, τὸ βόρβορο, τὴ λάσπη, τὴν ἀτιμία; τότε εἶσαι ἄσωτος.
Ἁμαρτάνουμε ὅμως ὄχι μόνο μὲ τὸ σῶμα ἀλ­λὰ καὶ μὲ τὸ πνεῦμα (καρδιά, νοῦ, φαν­­τασία). Ἀντὶ ν᾽ ἀγαποῦμε ὅ,τι ἀγαθό, ἀγαποῦ­με ὅ,τι φαῦλο. Ἁμαρτάνουμε κάθε στιγμή, μέρα – νύχτα, καὶ σὲ κάθε τόπο· στὸ δρό­­μο καὶ στὸ δωμάτιο, σὲ πόλι καὶ σὲ ὕ­παιθρο, στὰ ἐμπορικὰ καὶ στὸ χρημα­τιστήριο, σὲ λέσχες καὶ σὲ καζῖνα, σὲ ἰ­ατρεῖα καὶ σὲ δικα­στήρια, σὲ σχολὲς καὶ σὲ γήπεδα, στὸ στρα­τὸ καὶ στὰ νυχτερινὰ κέντρα, σὲ ἄλση καὶ σὲ δάση, σὲ αὐτοκίνητα καὶ τραῖ­να, σὲ πλοῖα κι ἀεροπλάνα…· ἁμαρτάνουμε ἀ­κόμα –ὦ Θεέ μου– καὶ μέσα στὴν ἐκκλησία!
Ποιός μπορεῖ νὰ μετρήσῃ τ᾽ ἁμαρτήματά μας; Γι᾽ αὐτὸ στὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς ἀκοῦ­με· «Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη …τίς ἐξιχνι­ά­σει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;» (δοξ. αἴν. Μ. Τετ.). Ὅποιος λέει πὼς δὲν εἶνε ἁμαρτωλός, ἀγνοεῖ τὸν ἑ­αυτό του, τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ὅλες οἱ γενεὲς στὴν ἀνθρωπότητα ἔχουν ἁμαρτήσει· ἀλλὰ ἐγὼ πιστεύω, ὅτι ποτέ ἄλλοτε ὁ κόσμος δὲν ἁμάρτησε τόσο ὅσο σήμερα. Ἁμαρτάνουμε πολύ. Αὐτὸ φαίνεται ἰδίως ἀπὸ ὡρισμέ­νες φρικτὲς πληγὲς τῆς ζωῆς μας.
Βλασφημία. Παλαιότερα στὸν τόπο μας οὔτε ἕνας δὲν βλαστημοῦσε τὸ Θεό. Τώρα; Ἀ­κόμα καὶ τὰ βυζανιάρικα στὶς ἀγκαλιές, μαζὶ μὲ τὸ γάλα ποὺ πίνουν, ἔμαθαν τὴ βλαστήμια.
Διαζύγιο. Παλαιότερα στὴ χώρα μας τὸ δι­αζύγιο ἦταν ἄγνωστο. Ἔψαξα στὰ ἀρχεῖα τῆς μητροπόλεως, διαζύγιο δὲν ὑπῆρχε. Μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χώριζε τὸ ἀντρόγυνο. Τώρα; Ντρέπομαι πού ᾽μαι ἐπίσκοπος. Τετρακόσες αἰτήσεις διαζυγίου! ἔρχονται κάθε μέρα δικηγόροι. Φάμπρικα τοῦ σατανᾶ. Τὸ δήλω­σα· ὅσο εἶμαι ἐπίσκοπος, διαζύγιο δὲν δίνω.
Ἀποφυγὴ τεκνογονίας καὶ ἐκτρώσεις. Παλαιὰ ἐρχόσουν στὴ Μακεδονία κ᾽ ἔβλεπες οἰ­κογένειες πατριαρχικές. Τώρα δὲν ὑπάρχουν. Ποιά εἶνε ἡ πατριαρχικὴ οἰκογένεια; Τὸ ἀντρό­γυνο μετὰ τὰ στέφανα τεκνογονοῦσε φυσι­ολο­γι­κά, δὲν ὑπῆρχε ἡ μόδα τοῦ διαβόλου ν᾽ ἀ­ποφεύγουν τὴ γέννησι· ἔκαναν 5, 6, 7 κι 8 παιδιά. Τὰ παιδιὰ αὐτὰ ζοῦ­σαν ἀγαπημένα. Παντρεύονταν, καὶ οἱ νύφες ἀγαπιόνταν σὰν ἀδερφές. Ἔμεναν μαζὶ πεθερός, πεθερά, παιδιά, νύφες κ᾽ ἐγγόνια. Βρῆκα κάποτε στὰ μέρη τοῦ Κιλκὶς καὶ στὴ Νάουσα τέτοιες οἰ­κο­γένειες καὶ δάκρυ­­σα. Στὸ τραπέζι κάθον­ταν 55 ἄτομα· ὁ ἀσπρομάλλης παπποῦς, δίπλα του ἡ Μακεδόνισσα γιαγιὰ σὰν τὴν Παναγιά, γύρω τὰ παιδιά του 10 λεβέντες καὶ 10 νυφάδες, κι ὅλα τὰ ἐγγόνια· οἱ μανάδες κρατοῦ­σαν τὰ μικρά τους κ᾽ ἦταν ὅλοι μιὰ χαρὰ Χριστοῦ. Σήμερα; Ἡ οἰκογένεια διαλύθηκε· ἐκτρώσεις, πορνεία, μοιχεία, διαζύγια καὶ λοιπὴ ἀκαθαρσία σείει τὸ ἔθνος μας.
Ἐγκληματικότης. Πρῶτα δίσταζαν νὰ πιάσουν μαχαίρι νὰ σφάξουν κόκορα· σήμερα κό­βει ὁ ἄλλος τὸ συνάνθρωπο σὰν νά ᾽νε πράσο. Χάθηκε ὄχι ἡ ἀγάπη μὰ κι αὐτὴ ἡ ἀνθρωπιά.
Γι᾽ αὐτὸ εἶπα, ὅτι καμμία ἄλλη ἐποχὴ δὲν ἁ­μάρτησε τόσο πολὺ ὅσο ἡ δική μας.

* * *

Καὶ τί ἔ­πρεπε νὰ γίνῃ; Νὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεός. Κ᾽ ἔχει πολλοὺς τρόπους· τὸ δακτυλά­κι του νὰ κουνήσῃ ὁ Χριστός, γίναμε κάρβου­νο. Καὶ ὅμως δὲν μᾶς καίει μὲ φωτιά, δὲν μᾶς πνίγει μὲ νερό, δὲν μᾶς καταστρέφει μὲ σεισμό, ἀλλὰ –δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου– περιμέ­νει. Τί πε­ριμένει; Κι ἀπὸ τοὺς δεσποτάδες, κι ἀπὸ τοὺς παπᾶδες, κι ἀπὸ τὰ μοναστή­ρια, κι ἀ­­­πὸ τοὺς βασιλιᾶδες καὶ μεγά­λους, κι ἀπὸ τοὺς μικροὺς καὶ φτωχούς, κι ἀπὸ τὶς γυναῖ­κες κι ἀπὸ τὰ παιδιά, περιμένει – τί; Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ ἄσωτος· νὰ ποῦμε τὸ «Ἥμαρτον». Δυσ­τυ­χῶς δὲν τὸ λέμε, δὲν ἀλλάζουμε. Καὶ δὲν θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς γιατὶ ἁμαρτάνου­με, ὄχι· θὰ μᾶς δικάσῃ γιατὶ δὲν μετανοοῦμε. Τὸ ἁ­μαρτά­νειν εἶνε ἀνθρώπινο, τὸ ἐμμένειν ἐν τῇ πλάνῃ καὶ τῇ ἁμαρτίᾳ εἶνε σατανικό.
Περιμένει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς τὸ «Ἥμαρτον» κι ὄχι μόνο δὲν τὸ λέμε καὶ δὲν κλαῖμε, ἀλλὰ τέτοια ἅγια μέρα, ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας φωνάζει καὶ καλεῖ νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ κλάψου­με, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ σπίτι τοῦ οὐρανίου Πατέρα μας· ν᾽ ἀνοίξουμε τὴ Γραφὴ νὰ τὴ μελε­­τήσουμε, νὰ νηστέψουμε, νὰ προσευχηθοῦ­με, νὰ κάνουμε ὁμολογία καὶ ἐλεημο­σύνη, δὲν ἀ­φήνου­με τὴν κραιπάλη τῆς διεφθαρμέ­νης Δύσεως.
Ὄχι καμπαρὲ κ᾽ ἐκφυλισμός. Δὲν εἴ­μαστε οὔτε Λονδῖνο, οὔτε Μό­σχα, οὔτε Νέα Ὑ­όρκη· εἴμαστε Μακεδονία, Ἑλλάδα, καὶ θέλουμε νὰ ζήσουμε σὰν ὀρθόδοξοι Χριστιανοί.Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Πολυποτάμου – Φλωρίνης τὴν 18-2-1968. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 12-1-2021.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Πολυποτάμου – Φλωρίνης τὴν 18-2-1968. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 12-1-2021.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.