Αυγουστίνος Καντιώτης



«Χαιρε, λουτηρ εκπλυνων συνειδησιν» (Ἀκαθ. υμν. Φ5α΄) ΥΠΑΡΧΟΥΝ αν­θρωποι ασυνειδητοι, που πνιγουν τη φωνη της συνειδησεως· Δεν απευθυνομαι σ᾽ αυτους, αλλα σε ορθο­δοξους Χριστι­ανους, που δεν εχασαν την εὐυαι­σθησια, αλλα νιωθουν τον ελεγχο & ρωτουν· Πως θα ξεπλυνουμε την ενοχη, πως θα ειρηνευσουμε τη συνειδησι, πως θα βρουμε τη γαληνη; Υπαρχει τροπος, υπαρχει μεσον;

date Απρ 15th, 2021 | filed Filed under: Xαιρετισμοι της Παναγιας

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1659
Του Μητροπολιτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

Πως θα καθαρθη η συνειδησις;

«Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν» (Ἀκάθ. ὕμν. Φ5α΄)

MANA TOY KODSMOYΑπόψε, ἀγαπητοί μου, στοὺς ναοὺς τῆς Ὀρ­θοδοξίας μας ψάλλεται ὁλόκληρος ὁ Ἀκά­θιστος ὕμνος, τὸ ἐμπνευσμένο ποιητικὸ ἀριστούργημα τοῦ Βυζαντίου ποὺ διαρκεῖ αἰῶ­νες τώρα καὶ ἀποτελεῖ ἐπανάληψι τοῦ πρώτου ἐκείνου χαιρετισμοῦ ποὺ εἶπε ὁ ἄγ­γε­λος στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο (Λουκ. 1,28)· αὐτὸν ἐπαναλαμβάνει ἐδῶ 144 φορές, κ᾽ εἶ­νε ἔκφρασι εὐ­γνωμοσύνης τῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων στὴν Παναγία, ποὺ σὲ δύσκολες στιγμὲς ἔγινε ἡ ὑ­πέρμαχος Στρατηγὸς τοῦ γένους μας.
Ἀπόψε, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐξηγή­σουμε τὸ «Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν» (Ἀκάθ. ὕμν. Φ5α΄). Ὁμιλεῖ περὶ συνειδήσεως. Δύσκολο τὸ θέμα· θὰ προσπαθήσω νὰ τὸ ἐξηγήσω μὲ ἁπλᾶ λόγια.

* * *

Ὅλοι ἔχουμε ἀ­κούσει περὶ συνειδήσεως, ποὺ εἶνε ἕνα μυστηριῶδες φαινόμενο. Ἡ συνείδησις, ὅπως λένε οἱ εἰδικοί, εἶνε δύο εἰ­δῶν· ψυχολογικὴ καὶ ἠθική.
Τί θὰ πῇ ψυχολογικὴ συνείδησι. Εἶνε ἡ ἰδέα – ἡ σαφὴς γνῶσις ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος μέσῳ τῶν αἰσθήσεών του ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν γιὰ τὸν κόσμο ποὺ τὸν περιβάλλει, καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου γιὰ τὸν ἴ­διο τὸν ἑ­αυτό του. Διὰ μέσου τοῦ νοῦ – τῆς σκέ­ψεώς μας ἔχουμε γνῶσι ὅτι ἐ­μεῖς ὑ­πάρχουμε κι ὅτι ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς εἶνε μοναδικὸς καὶ ἀν­επα­νά­ληπτος. Προσέξτε το αὐτό· πάνω στὸν πλανήτη αὐτὸν εἶσαι σὺ καὶ ὄχι ἄλλος, εἶσαι αὐτὸς καὶ δὲν εἶ­σαι ἄλλος· εἶσαι ὁ Ἀν­δρέας, εἶσαι ὁ Κώστας, εἶσαι ὁ Δημήτρης· εἶ­σαι ἡ Βαρ­βάρα, εἶσαι ἡ Κατερίνα, εἶσαι ἡ Εἰ­ρήνη. Διὰ τῆς συνειδήσεως αὐτῆς λαμβάνουμε γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ μας. Αὐτὸ ὀνομάζεται αὐ­τογνωσία. Καὶ αὐ­το­γνωσία ἔχουν οἱ ἄν­θρωποι. Ἐπισκέφθηκα στὸ νοσοκομεῖο «Εὐ­αγ­γελισμὸς» ἕνα πρόσω­πο πολὺ προσφιλὲς σ᾽ ἐμένα, ἀλλὰ τὸν βρῆ­κα στὸ τέλος· ἦ­ταν σὲ κῶμα πλέον καὶ μόνο ἀνέπνεε· τοῦ μιλοῦσα – τοῦ φώναζα δυνατά, δὲν καταλάβαινε. Μοῦ λέει ὁ γιατρός· Ἔ­χασε τὴν συνειδητότητα, τὴν ἐπαφὴ μὲ τὸ πε­ριβάλλον. Ἐνῷ ὁ ὑγι­ὴς ἄνθρωπος, μὲ μιὰ καρ­φίτσα νὰ τὸν κεν­τήσῃς, αἰσθάνεται, ἔχει αἴ­σθησι. Αὐτὸ λοιπὸν λέγεται συνείδησις ψυχο­λογι­κῶς· ἡ ἐπίγνωσις ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου τοῦ κόσμου γύρω μας.
Ἀλλὰ ἐγὼ δὲν θὰ σᾶς πῶ γιὰ τὴ συνείδησι μὲ ψυχολογικὴ ἔννοια· θὰ πῶ λίγα λόγια γιὰ τὴ συνείδησι μὲ ἔννοια ἠθική. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτὴ συνείδησις εἶνε ἡ μυστικὴ ἱκανότης ποὺ ἔχει κάθε ἄνθρωπος, ἄντρας γυναίκα ἢ παιδί, ὁπουδήποτε καὶ ἂν κατοικῇ, σὲ ὁποιαδήποτε ἐποχὴ καὶ ἂν ζῇ, σὲ ὅποια τάξι καὶ ἐπίπεδο καὶ ἂν ἀνήκῃ, ἡ ἱκανότης μὲ τὴν ὁποία διακρίνει ποιό εἶνε καλὸ καὶ ποιό εἶνε κακό. Καὶ ὁ πιὸ ἀ­γράμματος νὰ εἶσαι ―δὲν εἶνε ἀνάγκη νὰ πᾷς σὲ σχολεῖα ἢ κατηχητικὰ ἢ θεολογικὲς σχολές― μέσα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου ἀκοῦς μιὰ φωνή· Αὐτὸ εἶνε καλό – νὰ τὸ κάνῃς! αὐτὸ εἶνε κακό – νὰ μὴν τὸ κάνῃς! Καὶ τὴν ἀκοῦς ἰ­σχυρά. Γίνεται πάλη, φοβερὴ πάλη, μέσ᾽ στὴν ψυχή· Νὰ τὸ κάνω; – νὰ μὴν τὸ κάνω;… Τέλος ὑποχω­ρεῖς καὶ κάνεις τὴν ἁμαρτία. Πρὸς στι­γμὴν αἰσθάνεσαι μιὰ γλύκα. Καὶ μετὰ τὴ στιγμι­αία αὐτὴ ἡδονή, τὸ «κεράτιον» αὐτό – γιὰ νὰ θυμη­θοῦμε τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου (Λουκ. 15,16), ὤ τί καμίνι ἔχεις μέσα σου! Φωνάζει καὶ ὠρύεται ἡ συνείδησι καὶ σὲ κατηγορεῖ. Ἐὰν ὅμως δὲν ὑποκύψῃς ἀλλὰ πῇς ἕνα ὄχι καὶ δὲν ἀ­φή­σῃς τὸ κακὸ νὰ κυριαρχήσῃ ἐπάνω σου ἀλλὰ κρατήσῃς τὸν ἑαυτό σου ἁγνὸ καὶ καθαρό, τό­τε αἰσθάνεσαι στὴν ψυχή σου μεγάλη χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι, ἀκοῦς φωνὲς ἀγγέλων καὶ ἀρ­χαγγέλων, νιώθεις εὐτυχισμένος, ἔστω κι ἂν κάθεσαι σὲ μιὰ καλύβα, ἔστω κι ἂν εἶσαι στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου.
Μεγάλο πρᾶγμα ἡ συνείδησις. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε· «ἔχω ἀγαθὴ συνείδησι» (βλ. Πράξ. 23,1· 24,16. Β΄ Τιμ. 1,3. Ἑβρ. 13,8). Οἱ ἅγιοι εἶχαν ἀγαθὴ συνείδησι· τὴν ἀπέκτησαν μὲ κόπο καὶ μόχθο καὶ διὰ τοῦ αἵματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Σᾶς κέντησε σκορπιός; Ἐμένα μὲ κέντησε. Ἂν σᾶς κεντήσῃ, ὁ πόνος εἶνε φοβερός. Ἀλ­λὰ προτιμότερο νὰ σὲ κεντήσῃ σκορπιός, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, παρὰ νὰ σὲ κεν­τήσῃ ἡ συνείδησι. Γιὰ νὰ δῆτε τί φοβερὸ πρᾶγμα εἶ­νε οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως, ἀναφέρω δύο παραδεί­γματα. Τὸ ἕνα εἶνε ὁ Κάιν, ὁ γυιὸς τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, ποὺ φθόνησε τόσο πολὺ τὸν ἀ­θῷο ἀδελφό του τὸν Ἄβελ, ὥστε στὸν ἔ­βγαλε στὸν κάμπο, μακριὰ ἀπὸ ἀνθρώπινο μάτι, κ᾽ ἐ­κεῖ τὸν σκότωσε· καὶ μετὰ ἦταν δυστυχισμένος, ἔτρεμε σὰν τὰ φύλλα στὸ δάσος καὶ ἄ­κουγε φωνή· «Κάιν Κάιν, ποῦ εἶνε ὁ ἀδελφός σου;» (βλ. Γέν. 4,12-14,9). Ἡ τιμωρία του ἦταν νὰ ἐλέγχε­ται ἀπὸ αὐτὴ τὴ φωνὴ ὣς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Τὸ ἄλλο παράδειγμα τὸ ἀναφέρει ὁ Ἠλί­ας Μη­νιάτης. Στὰ χρόνια τοῦ Βυζαντίου, λέει, ὁ βα­σιλεὺς Κώνστας εἶχε ἕνα καλὸ ἀδελφό. Τὸν ὑ­πωψιάστηκε ὅμως ὅτι θέλει νὰ τοῦ ἁρπάξῃ τὸ θρόνο καὶ τὸν σκότωσε, ὅπως ὁ Ἡρῴ­δης τὰ νή­πια. Ἡσύχασε; Κάθε ἄλλο. Πήγαινε νὰ κοιμη­­θῇ καὶ ἔβλεπε τρομακτικὸ ὅραμα, τὸν ἀδελφό του νὰ κρατάῃ ποτήρι γεμᾶτο αἷμα ποὺ ἄχνιζε καὶ νὰ τοῦ λέῃ· Ἀδελφέ, «πίε τὸ αἷμα τοῦ ἀ­δελφοῦ σου», πιὲς τὸ αἷμα τοῦ ἀδερφοῦ σου!
Ἡ συνείδησις εἶνε φωνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἕνας μεγάλος Γερμανὸς φιλόσοφος εἶπε· Δύο πρά­γματα μὲ πείθουν ὅτι ὑπάρχει Θεός· τὸ ἕνα εἶ­νε τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ («Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ…» – Ψαλμ. 18,2) καὶ τὸ ἄλλο ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως. Ποιός φύτεψε στὰ στήθη ὅλων τῶν ἀνθρώπων τὴ συνείδησι; Μία ἡ ἀπάντησις· ὁ Θεός.

* * *

Ποιός δὲν αἰσθάνθηκε τοὺς ἐλέγχους τῆς συνειδήσεως; Ἕνας μόνο εἶνε ἀναμάρτητος· «εἷς ἅγιος, εἷς Κύρι­ος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δό­ξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.). Ὅλοι οἱ ἄν­θρωποι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν προσωποποιήσει τὴ συνείδησι· φαν­­τάζονταν τὶς τύψεις ὡς τιμω­ρη­τικὲς θεότητες, τὶς Ἐρινύες ποὺ λένε οἱ τρα­γικοί· πίστευαν ὅ­τι κάθε φορὰ ποὺ ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος κάτι ἄγριες γυναῖκες τὸν κυνηγοῦν ἀπηνῶς καὶ δὲ βρίσκει ἡσυχία. Γιὰ τὶς τύψεις ὁμιλεῖ καὶ ὁ Ἄγγλος ποιη­τὴς Σαίξπηρ. Λέει, ὅτι κάποιος δι­έπραξε φόνο κι ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ θύματος λέρωσε τὸ δάχτυλό του· καὶ αἰ­σθάνθηκε τόση ἐνοχή, ποὺ τό ᾽πλενε τό ᾽πλενε τό ᾽πλενε… Καὶ λέει ὁ Σαίξπηρ· Κι ἂν πλύνῃς τὸ κορμὶ ἀκόμη καὶ μὲ τὰ νερὰ τοῦ Τάμεσι (εἶ­νε ὁ μεγάλος ποταμὸς ποὺ διασχίζει τὸ Λονδῖ­νο), δὲν θὰ ἐξαλείψῃς τὴν ἐνοχὴ ἀπ᾽ τὴν ψυχή. Καὶ ὁ Πιλᾶ­τος πλύθηκε καὶ εἶπε «Ἀ­θῷός εἰμι ἀ­πὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τού­του» (Ματθ. 27,24), ἀλλὰ μέσα του αἰσθα­νόταν τόση ἐνοχὴ ποὺ τελικὰ αὐτοκτόνησε.
Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καὶ ἄν­θρωποι ἀ­συνείδητοι, ποὺ πνίγουν τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως· δὲν ἀπευθύνομαι σ᾽ αὐ­τούς, ἀπευθύνομαι σὲ ὀρθο­δόξους Χριστι­ανούς, ποὺ δὲν ἔχασαν τὴν εὐ­αι­σθησία, ἀλλὰ νιώθουν τὸν ἔλεγχο καὶ ρωτοῦν· Πῶς θὰ ξεπλύνουμε τὴν ἐνοχή, πῶς θὰ εἰρηνεύσουμε τὴ συνείδησι, πῶς θὰ βροῦμε τὴ γαλήνη; Ὑπάρχει τρόπος, ὑπάρχει μέσον;

* * *

Ὑπάρχει, ἀγαπητοί μου. Ἕνα μᾶς καθαρίζει. Ποιό; «Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α΄ Ἰω. 1,7). Ἂν ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε μόνος του ν᾽ ἀπαλλάξῃ τὴ συνείδησι ἀπὸ τὸ ῥύπο, δὲν θὰ ἐρχόταν ὁ Χριστός. Μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ καθαρι­στοῦμε. Καὶ ἑκατὸ χρόνια νὰ ἀσκητεύῃς στὸ Ἅ­γιο Ὄρος μὲ κομποσχοίνια καὶ μετάνοι­ες, δὲν ἐξαλείφεις οὔτε τὴν πιὸ μικρὴ ἁ­μαρτία. Δὲν ὑποτιμοῦμε τὴν ἀξία τῶν μέσων αὐτῶν, ποὺ καλλιεργοῦν τὴ μετάνοια καὶ ἑλκύουν τὴ θεία χάρι, ἀλ­λὰ κηρύττοντας ἁγνὸ τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ λέμε, ὅτι ἡ κάθαρσις καὶ λύτρωσίς μας ἔγινε μὲ τὸ τίμιο αἷμα τοῦ «ἀ­μώ­μου καὶ ἀσπίλου ἀμνοῦ – Χριστοῦ» (Α΄ Πέτρ. 1,19).
Ὤ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐνανθρώ­πησε καὶ σταυρώθηκε καὶ σήκωσε στοὺς ὤμους του «τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29) καὶ ἔγινε «κα­τάρα» καὶ «ἁμαρτία» (βλ. Γαλ. 3,13. Β΄ Κορ. 5,21) γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσῃ! «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες» (Ματθ. 26,27). Μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸ σταυρό, γίνεται Ἰορδάνης ποταμὸς καὶ πλένει ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας.
Τὴν θεμελιώδη αὐτὴ ἀλήθεια ἔχει ὑπ᾽ ὄψιν ὁ ποιητὴς τοῦ Ἀκαθίστου ὅταν λέῃ στὴν Παν­αγία «Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν». Διότι ἐκείνη ἔγινε τὸ ὄργανο γιὰ νὰ συντελεσθῇ ἡ λύτρωσίς μας, ἐκείνη βοήθησε νὰ καθαρθῇ ἡ συνείδησί μας ἀπὸ τὴν ἀκαθαρσία.
Γι᾽ αὐτό, ὅπως φροντίζουμε τὴν καθαριότη­­τα τοῦ σπιτιοῦ καὶ τῶν ἐνδυμάτων μας, ἔτσι ἂς σπεύσουμε στὸν λουτῆρα τῆς μετανοίας. Στὸ πλυντήριο τὰ ἄπλυτά μας! Ὅλοι νὰ ἐξομολογηθοῦμε. Καὶ τότε θὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς στὴν Παν­αγία· «Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν».
Εἴθε, ἀγαπητοί μου, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑ­περαγίας Θεοτόκου, νὰ ἑτοιμασθοῦμε γιὰ τὸ Πάσχα καὶ νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς· «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐ­ρανοῖς, καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν» (Κυρ. Πάσχα)· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 14-4-1989

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.