Αυγουστίνος Καντιώτης



«Αγαπας με;» (Ἰω. 21,15-18). Οσοι ειναι φιλοι του Χριστου εκδηλωνον­ται. Ἐρευνησε κ᾽ εσυ τον εαυτο σου· εχεις εκδηλωσεις αγαπης προς Εκεινον που ειναι ο Αγαπητος των αγαπητων; Τον λατρευεις στο ναο, ακους το λογο του, μελετας Γραφη, μετεχης στο Μυστικο Δειπνο;

date Ιούν 29th, 2021 | filed Filed under: εορτολογιο

Περίοδος Δ΄
Ἔτος ΛΗ΄Φλώρινα ἀριθμ. φύλλου 2389
Τῶν ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου
Τρίτη 29 Ἰουνίου 2021
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

«Aγαπας με;

«Ὅτε οὖν ἠρίστησαν, λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ἰησοῦς· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με πλεῖον τούτων;…» (Ἰω. 21,15-18)

Ιησους ΧριστοςΘυμᾶστε, ἀγαπητοί μου, τὸν Πέτρο τὴ νύ­χτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης ὅταν ὁ Κύρι­ος δικαζόταν; Στὴν αὐλὴ Ἄννα καὶ Κα­ϊάφα στεκό­ταν σὰν ἄγνωστος· ἀλλ᾽ ἀ­ναγνωρίστηκε, καὶ ἀρνήθηκε τὸν Διδάσκαλο· τρεῖς φορές! ἔπεσε, καὶ ἡ πτῶσι του ἦταν μεγάλη.

Ποιά νὰ ἦταν ἡ ψυχολογική του κατά­στασι; τί διαλογισμοὶ τὸν τάραξαν ἕως τὴν Ἀ­νάστασι; Βρῆκε παρηγοριά, ἢ ἄκουσε λόγια αὐστηρά; Δὲν λένε τὰ Εὐαγγέλια. Σίγουρα ἡ ψυ­χή του θὰ καλύφθη­κε ἀπὸ μελαγχο­λί­α. Αὐτὸς ν᾿ ἀρνηθῇ τὸν Διδά­σκαλο; Πολὺ βα­ρύ! Κινδύνευσε ν᾽ ἀ­πελπιστῇ. Ἡ θεία χάρις τὸν κράτησε. Σώ­­θηκε, γιὰ νὰ διαλαλῇ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! Ἂν ἦταν ἄλλος θὰ ψυχραινόταν, θὰ διέκοπτε κάθε δεσμό. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος δὲν ἀρ­νήθηκε τὸν Πέτρο, δὲν τὸν δι­έγραψε. Ἀπόδειξις ἐ­κεῖ­νο τὸ βλέμμα, μὲ παρά­πονο καὶ στοργή, ποὺ τοῦ ἔρριξε ἀμέσως τότε καὶ τὸν ἔκανε ν᾽ ἀ­­ναλυθῇ σὲ δάκρυα· ἀπό­δειξις κι ὅτι στὸ ἀ­ναστάσιμο μήνυμα τοῦ ἀγγέλου στὶς μυροφό­ρες γίνεται μνεία σ᾽ αὐτόν· «Ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ…» (Μᾶρκ. 16,7)· ἀπόδειξις καὶ ὁ διάλογος μετα­ξὺ Ἰησοῦ καὶ Πέτρου στὸ γιαλὸ τῆς Τιβεριάδος.

Ὁ Κύριος τὸν ρωτάει· –Σίμων γυιὲ τοῦ Ἰω­νᾶ, μὲ ἀγαπᾷς περισσότερο ἀπὸ τοὺς συμμαθητάς σου; –Ναί, Κύριε, λέει ὁ Πέτρος, σὺ γνωρίζεις ὅτι σὲ ἀγαπῶ. Ὁ Κύριος ὅμως ἐ­παναλαμβάνει δύο ἀκόμη φο­ρὲς τὴν ἐρώτησι «Ἀ­γα­πᾷς με;». Τὴν τρίτη ὁ Πέτρος, βλέπον­τας ὅ­τι ἡ ἀ­γάπη του ἀμφισβη­τεῖται, λυπήθηκε καὶ εἶ­πε· Κύριε, σὺ τὰ ξέρεις ὅλα· ξέρεις σὲ ἀγαπῶ.

Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παρατηροῦν, ὅ­τι ὁ Πέτρος μὲ τὴν τριπλῆ ὁμολογία τῆς ἀ­γάπης του στὸ Χριστὸ διώρθωσε τὴν τριπλῆ ἄρνησι καὶ ἀποκαταστάθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα.

Ἡ ἐρώτησι αὐτὴ τοῦ Κυρίου στὸν Πέτρο ἀ­πευθύνεται καὶ σὲ ὅλους τοὺς μαθητάς, σὲ κάθε πιστὸ κάθε ἐποχῆς. Ἀπ᾽ τὸν οὐ­ρανὸ ἐρωτᾷ τὸν καθένα μας «Ἀγαπᾷς με;». Ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, σὲ ἀγαπῶ. Ἀπήν­τησε μὲ λόγο τότε, καὶ μὲ τὸ αἷμα του κατό­πιν. Ἐμεῖς τί ἀπαντοῦμε;.

* * *

Τὴν ἀγάπη ὡς αἴσθημα εἶνε ἀδύνατον νὰ μὴν τὴν ἔχῃ δοκιμάσει ἄνθρωπος. Εἶνε ἔμφυτη. Δίχως ἀ­­γάπη ὁ ἄνθρωπος εἶνε σὰν ψά­ρι ἔξω ἀπ᾽ τὴ θάλασσα. Ἀρέσκεται, εὐ­φραί­νεται σ­τὴν ἀγά­πη. Ἀγαπᾷ τὸν τόπο τόπο του, τὸ περι­βάλλον του, τοὺς συν­­ανθρώ­πους· γονεῖς, συγ­­γενεῖς, φί­λους, εὐερ­γέτες, δασκάλους. Ἀγαπᾷ τὴν κοινωνία, τὸ ἔθνος, τὴν πατρί­δα, τὴν ἀν­θρωπότητα.

Τέλος ἐδῶ; Ὡς κήρυκας ἔρχομαι νὰ διεκδική­σω μία θέ­σι, τὴν πρώτη στὴν καρδιά σας, γιὰ τὸ Χριστό. Σ᾽ αὐτὸν θέλω νὰ σᾶς ἑλκύσω. Αὐ­τὸν πρέπει ν᾿ ἀγαπήσουμε· γιὰ μύριους λόγους, γιὰ ἄπειρες εὐεργεσίες του. Ὅλα γύρω, ἀπ᾽ τὰ ἐλάχιστα ἕως τὰ μέγιστα, φέρουν τὴ σφρα­γῖ­δα του, σὲ ὅλα κατοπτρίζεται τὸ με­γαλεῖο του, οἱ θεῖες ἰδιότητές του· παν­σοφία, παντοδυναμία, ἀγαθότης του. «Πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν» (Ἰω. 1,3).

Ὅποιος δέχεται αὐτὴ τὴ ἀλήθεια, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Ο ΛΟΓΟΣ, διὰ τοῦ ὁποίου δημιουργή­θηκαν, ζοῦν καὶ συντηροῦν­ται ὅλα, θὰ δῇ τὸ σύμ­παν πολὺ διαφορετικά· θὰ τοῦ φανῇ σὰν ἀ­πέραν­τος ναὸς τοῦ Ὑψίστου, θὰ νιώσῃ εὐγνω­μοσύ­νη. Λέει ἕ­νας μυστικὸς συγγραφεύς· Ξεχώρισε ἀπ᾿ ὅλα τὰ κτίσματα ὅ,τι ἐκ­λεκτὸ παρα­τηρεῖς (εὐῶδες, γλυκό, ὡραῖο, δυνατό…) συγ­κέν­τρωσέ τα καὶ πολλαπλασίασέ τα, γιὰ νὰ συλ­λάβῃς μία ἀμυδρὴ ἰδέα τῆς δυνάμεως καὶ τοῦ κάλλους τοῦ Χριστοῦ, τῆς πη­γῆς κάθε ἀγαθοῦ. Αὐτὸς εἶνε τὸ κρίνο, τὸ ῥόδο, ἡ ἄμπελος, τὸ δέν­δρο, τὸ ἔαρ, ὁ ἥ­λιος, τὸ ψωμί, τὸ νερό, ὁ οἶνος, ἡ δροσιά. Ὄ­­χι ὅτι στὰ κτίσ­ματα ὑπάρχει κατα­τμη­μένη σὲ μόρια ἡ Θεότης, ὅ­πως βλάσφη­μα φρονοῦν οἱ πανθεϊσταί, ἀλλὰ γιατὶ κάθε δημιούργη­μα ἀν­τανα­κλᾷ τὴ δύναμι καὶ τὸ κάλλος του. Ὅλα σοῦ φωνάζουν· «Ἀγάπα τὸ Χριστό».

Ἡ ὑψίστη εὐεργεσία τοῦ Χριστοῦ. Κι ἂν τώρα ῥίξῃς τὸ βλέμμα σου στὸ πνευματ­ικὸ σύμ­παν, νέες ἀφορμὲς θαυμασμοῦ κ᾽ εὐγνωμο­σύνης θὰ βρῇς! Καὶ ποιό εἶνε τὸ πνευματικὸ σύμ­παν; Σὺ ὁ ἴδιος, ἄνθρωπε. Ἐ­ρεύνησε τὸν ἑαυτό σου στὸ βαθύτερο εἶναι του. Θὰ δῇς ὅτι ἡ ψυχή, ἀδιάφθορη ὅπως βγῆκε ἀπ᾽ τὰ χέρια τοῦ θείου Καλλιτέχνου, πετάει σὲ ὕψη, ἀγγίζει τὰ κράσπε­­δα τῆς θείας μεγαλωσύνης· ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια, ἂν δὲν προσέξῃ, τσακίζεται, πέφτει σὲ χάη, καταν­τᾷ στὸν ᾅδη. Ποιός μπορεῖ νὰ τὴ βγάλῃ ἀπὸ ᾽κεῖ; Μόνο ὁ Χριστός. Αὐτὸς ἀγάπησε τόσο τὸν ἄν­θρωπο, ὥστε κατέβηκε ἕως τὴ φάτνη καὶ τὸν ᾅδη· διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως ἅρ­παξε τὴν ψυχή, τὴν ἀνύψω­σε, χάρισε στὸν ἄν­θρωπο ἀνεκτίμητα δῶρα. Κολυμπᾶμε κυριολεκτικὰ μέσα στὶς εὐεργεσίες του.

Ἕναν ἱεραπόστολο, ποὺ κήρυττε θερμὰ τὸ Χριστό, κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀγρίους τὸν ρώτησε· –Γιατί ἀγαπᾷς τόσο τὸ Χριστό; Ὁ ἱεραπόστολος ἔσκυψε στὴ γῆ, χάραξε κύκλο, ἔκλεισε τὴν περιφέρειά του μὲ ξερὰ ξύλα, ἔβαλε φω­τιά, κι ὅταν σχηματίστηκε πύρινος κλοιός, πῆ­ρε ἕ­να σκουλήκι καὶ τό ᾽ρριξε στὴ μέση. Αὐτὸ πήγαινε ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ νὰ βρῇ διέξοδο, μὰ δὲν εὕ­ρισκε. Θὰ καιγόταν. Τότε αὐτὸς ἔσκυψε, τὸ πῆ­ρε καὶ τό ᾽βαλε στὸν κόρφο του. Τὸ σκουλήκι σώθηκε. –Κατάλαβες; εἶπε στὸν ἰθαγενῆ. Ἡ φωτιὰ εἶνε ἡ ἁμαρτία, τὸ σκουλήκι εἶμαι ἐγὼ ποὺ κινδύνευα, καὶ ὁ Χριστὸς εἶνε ἐκεῖνος ποὺ μὲ ἔσωσε καὶ μὲ ἀσφάλισε. Πῶς νὰ μὴν τὸν ἀγαπῶ;

Εὐγνωμονοῦμε; Ἐμπρὸς στὸ σταυρὸ ὁ ἁ­μαρτωλὸς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ συγ­­κινηθῇ βαθειά. Ὁ ἄπιστος δὲν καταλαβαίνει· γήινος ὅπως εἶνε, εὐγνωμονεῖ μὲν τὸ συνάνθρωπό του γιὰ ἕνα ποτήρι νερὸ ἢ μιὰ φιάλη αἷμα, δὲν εὐγνωμονεῖ ὅμως τὸ Θεάνθρωπο ποὺ ἄνοιξε τὶς φλέβες του στὸ σταυρὸ καὶ τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

Ὁ πιστὸς αἰσθάνεται, ὅτι ἡ ὑψίστη εὐεργεσία τοῦ Χριστοῦ σ᾽ αὐτὸν εἶνε ἡ προσ­φορὰ τοῦ τιμίου του αἵματος. Ὅσο μελετᾷ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, τόσο θαυμάζει τὴν ἀγάπη του, κυριεύεται ἀπὸ εὐγνωμοσύνη. Πῶς νὰ τὴν ἐκ­­φρά­σῃ; Γράφει ὁ Παπίνι· «Ὅλα τὰ δάκρυά μας δὲν φτάνουν νὰ ἐξαγοράσουν μιὰ σταλα­γματιὰ ἀπ᾿ ἐκεῖνες ποὺ ἔπεσαν κόκκινες καὶ βαρειὲς στὸν τόπο τοῦ κρανίου».

Τὴν εὐγνωμοσύνη στὸ Σωτῆρα Χριστὸ ἐκ­φράζει τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἀκολουθίας τῶν ἀ­χράντων παθῶν· «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κα­τά­ρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· …Σωτὴρ ἡ­μῶν, δόξα σοι». Καθὼς καὶ τὸ «Ὕμνος ἅπας ἡτ­τᾶ­ται συνεκτείνεσθαι σπεύδων τῷ πλή­θει τῶν πολ­λῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰ­σαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ᾠδὰς ἂν προσφέρω­μέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐ­δὲν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν…» (Ἀκάθ. ὕμν.Υ).

Ἡ φοβερὴ ἔκπληξι. Ἀπορεῖ κανεὶς πῶς ὑ­πάρχουν ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἀ­γαποῦν τὸ Χριστό, ἀλλὰ καὶ τὸν ὑβρίζουν. Θὰ εἶνε ἔτσι ὣς τὸ τέλος; Εἴθε πρὶν ἀπέλθουν, νὰ μετανοήσουν. Γιατὶ στὸ μέλλον­τα κόσμο θὰ ἐκπληρωθῇ ὁ λόγος «Ὄψον­ται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ἰω. 19,37).

Μόνο χυδαῖες ψυχὲς μένουν πω­ρωμένες. Ἀλλ᾿ ὅποιος μισεῖ τὸν Ἰησοῦ, θ᾿ ἀ­γαπήσῃ τὸν διάβολο, αὐτὸς θὰ θρονιαστῇ στὴν καρδιά του, καὶ μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθῇ ὁ λόγος τοῦ Κυρίου· «Καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐ­γεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος» (Ματθ. 26,24). Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἐκ­σφενδονίζει ἀ­νάθεμα· «Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. μαρὰν ἀθᾶ» (Α΄ Κορ. 16,22).

Ὅσοι εἶνε φίλοι τοῦ Χριστοῦ ἐκδηλώνον­ται. Ἡ ἀγάπη ἐξωτερικεύεται μὲ πολλοὺς τρό­πους. Ἐρεύνησε κ᾽ ἐσὺ τὸν ἑαυτό σου· ἔχεις ἐκδηλώσεις ἀγάπης πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ εἶνε ὁ Ἀγαπητὸς τῶν ἀγαπητῶν; Τὸν λατρεύεις στὸ ναό, ἀκοῦς τὸ λόγο του, μελετᾷς Γραφή, μετέχῃς στὸ Μυστικὸ Δείπνο; Εὐφραίνεσαι ὅταν ἐπαινῆται, λυπᾶσαι διαμαρτύρεσαι ὅταν τὸν βλαστημοῦν; Ἀγαπᾷς ὅ,­τι θέλει, καὶ μισεῖς ὅ,τι δὲν θέλει; Κάνεις φίλους γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ ἐ­χθροὺς γιὰ τὸν Ἰησοῦ; Ποῦ τρέχουν οἱ λογισμοί σου; Τὸν σκέπτεσαι ἢ μεριμνᾷς γιὰ ματαιότητες; Σὲ θέλγει; μιλᾷς μαζί του μὲ νοερὰ προσ­ευχὴ καὶ «στε­ναγμοὺς ἀ­λαλήτους» (῾Ρωμ. 8,26); Θλίβεσαι γιὰ τοὺς ἀπίστους; Ποθεῖς νὰ «κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιο «πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15); Εἶσαι ἕτοιμος γιὰ θυσίες, νὰ δι­ακόψῃς φιλίες, συγγενικοὺς δεσμούς, νὰ καταστρέψῃς τὸ μέλλον σου, νὰ πεθάνῃς ἄ­σημος, παραγ­κω­νισμένος, καὶ τὸ αἷμά σου νὰ χύσῃς γιὰ τὸ Χριστὸ ὅπως τὸ ἔχυσε Ἐ­κεῖ­νος γιὰ σένα; Ζῇς μὲ τὴν προσδοκία τῆς Δευτέρας Παρου­σίας; Κράζεις κ᾽ ἐσὺ «Σέ, Νυμφίε μου, ποθῶ…»; καὶ «Ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ»; (Ἀπ. 22,20).

* * *

Ἀδελφέ! Ὁ Χριστὸς εἶπε· «Ἐὰν ἀ­γαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰω. 14,15). Χλιαρὴ σήμερα ἡ ἀγάπη σ᾽ αὐτόν, φωτιὰ γιὰ τὰ ἐν κό­σμῳ· ἔρωτας σαρκός, δόξης, χρήματος.

Χριστέ! Σὺ μᾶς ἀγάπησες μὲ ἀγάπη δίχως ὅ­ρια. Ἐμεῖς;… Σύντριψε εἴδωλα, σβῆσε ἐπίγειους ἔρωτες, φλέξε καρδιὲς μὲ τὴν ἀγάπη τῶν ἐκλεκτῶν σου. Ἀξίωσε κ᾽ ἐμᾶς στὸ ἐρώτημά σου «Ἀγαπᾷς με;» ν᾽ ἀπαντοῦμε· «Κύριε, σὺ πάν­τα οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε» (Ἰω. 21,17).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνο

Περιληπτικὴ μεταφορὰ μὲ μεταγλώττισι στὴν ὁμιλουμένη σήμερα κεφαλαίου τοῦ βιβλίου «Ἀκολούθει μοι», Ἀθῆναι (1965) 19893, σσ. 347-362. 12-5-2021.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.