Αυγουστίνος Καντιώτης



Ὁ ῥολος της Παναγιας στο σχεδιο της θειας οικονομιας (Του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου Καντιωτου)

date Δεκ 26th, 2022 | filed Filed under: εορτολογιο, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Ἑορτολόγιο

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2522

Σύναξις ὑπερ. Θεοτόκου (Ματθ. 2,13-23)
Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2022
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

 Ὁ ῥολος της Παναγιας στο σχεδιο της θειας οικονομιας

Χθὲς ἑορτή, σήμερα πάλι ἑ­ορτή. Χθὲς ἑώρταζε ὁ ἥλιος, σήμερα ἑορτάζει ἡ σελήνη.
–Μπᾶ, παράξενα πράγματα μᾶς λές. Τὸν ἥ­λιο καὶ τὸ φεγγάρι προσκυνᾶμε τώρα ἐμεῖς; Πρὸ Χριστοῦ, ναί, οἱ ἄν­θρωποι λά­τρευαν τὸν ἥ­­­λιο, τὰ ἄστρα καὶ πολλὰ ἄλλα εἴδωλα. Καὶ μέχρι σήμερα στὴν Περσία λατρεύουν τὴ φω­τιά· καὶ στὴν Ἀ­φρι­κὴ ὑπάρχουν φυλὲς ποὺ μὲ τὴν ἀνατολὴ χτυποῦν ἕνα τύμπανο καὶ πέφτουν προσ­κυνώντας τὸν ἥλιο. Μὰ τώρα ἐ­μεῖς πῶς λές ὅτι ἑορτάζουμε τὸν ἥλιο καὶ τὴ σελήνη;
Δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λέει τὸ ἀπολυτίκιο ποὺ συνε­χῶς ἀκοῦμε τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες·
ΑΝΑΠΕΣΩΝ«Ἡ Γέννησίς σου, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως·
ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες
ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο
σὲ προσκυνεῖν, τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης,
καὶ σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους Ἀνατολήν.
Κύριε, δόξα σοι».
Μὲ ἁπλᾶ λόγια·

Χριστέ, στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, προτοῦ νὰ ἔρθῃς, σκοτάδι ἦταν πάνω στὴ γῆ· τὸ σκοτάδι τῆς πλάνης, τῆς εἰδωλολατρί­ας, τῶν προλήψεων, ὅλων τῶν ὀργί­ων τοῦ ἀρ­­­χαίου κόσμου. Κι ὅπως ὅταν βγῇ ὁ ἥ­λιος τὸ σκοτάδι δι­αλύεται, ἔτσι καὶ Σὺ μὲ τὴ Γέννη­σί σου σκόρπισες τὸ σκοτάδι τῆς ἀν­θρω­πό­τητος καὶ «ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώ­σεως», γνώρισε δηλαδὴ ὁ κόσμος ἐσένα τὸν ἀ­ληθι­νὸ Θεό. Μάλιστα κι αὐτοὺς τοὺς τρεῖς μάγους, ποὺ σὲ ζητοῦ­σαν, ἀκριβῶς ἐπειδὴ λάτρευαν τ᾽ ἀστέρια, ἐσὺ ἀστέρι ἔ­στει­λες νὰ τοὺς ὁδηγή­σῃ νὰ σὲ βροῦν, κ᾽ ἔτσι ἦρθαν καὶ προσ­­­κύνησαν ἐσένα, «τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης».
Δὲν ἦταν λάθος λοιπὸν αὐτὸ ποὺ εἶπα. Ἥ­λιος εἶ­νε ὁ Χριστός, ἀλλὰ πολὺ διαφορετικὸς ἀπὸ τὸν φυσικὸ ἥλιο· ἀφοῦ δι᾽ αὐτοῦ, τοῦ Υἱ­οῦ τοῦ Θεοῦ, δη­μιουργήθηκαν ὅλα, καὶ ὁ ἥ­λιος βέβαια· «δι᾽ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο» (Σύμβ. πίστ. 2).
Θυμήθηκα τώρα κάτι σχετικὸ καὶ σᾶς τὸ λέω ὡς ἀνέκδοτο. Κάποτε σ᾽ ἕνα χωριὸ ἕνας ἡμιμα­θὴς νεα­ρὸς ἔλεγε παντοῦ μὲ ἰταμότητα· –Δὲν ὑπάρχει Θεός, ποιός τὸν εἶδε τὸ Θεό; Τότε ἕ­νας ἁπλὸς ἄνθρωπος, γέρος μὲ ἄσπρα μαλλιά, ἀγράμματος τσοπᾶνος, τοῦ λέει· –Ἔ­λα νὰ δῇς τὸ Θεό. Ἦταν μεσημέρι, Ἰούλιος μή­νας, ὁ ἥλιος ἔκαιγε τὶς πέτρες. Τὸν ἀνεβάζει σὲ μιὰ καρέκλα τοῦ καφφενείου. –Γιά κοίτα ψη­λά, τοῦ λέει, κοί­τα τὸν ἥλιο. Ποῦ νὰ κοι­τά­­ξῃ αὐτός! μπορεῖς νὰ κοιτάξῃς καὶ νὰ μὴν τυφλωθῇς; –Δὲν μπορῶ, λέει ὁ νέος. –Ἔ, λέει ὁ γέρος· ἂν δὲν μπορῇς νὰ δῇς τὸν ἥλιο, ποὺ εἶνε ἕνα δημιούργημα, ἔ­χεις τὴν ἀξίωσι νὰ δῇς τὸ Δημιουργὸ τοῦ ἥλιου; αὐτὸ εἶνε παράλογο. Ἔτσι ἀποστόμωσε τὸν ὑ­περή­φανο νεανία. Καί, ὑπογραμμίζω, δὲν ὑπάρ­χει μόνο ἕνας ἥ­­λιος· ὑπάρχουν ἑκατομμύρια ἥ­λιοι στὸ σύμ­παν. Κι ἀκόμη, ὅτι μιὰ μέρα αὐτὸς μὲν ὁ φυσικὸς ἥλιος θὰ σβήσῃ ὅπως σβήνουν τὰ καντήλια καὶ τὰ πυροτεχνήματα, ἀλλὰ ὁ Ἥ­λιος – Χριστὸς θὰ μένῃ εἰς αἰῶνας αἰώνων.
Ἐπαναλαμβάνω λοιπόν· χθὲς ἀνέτειλε «ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης», καὶ σήμερα προβάλ­­­λει ἡ σελήνη! Ὅπως στὸν οὐρανὸ τὸ λαμ­πρότερο σῶμα μετὰ τὸν ἥλιο εἶνε ἡ σελή­νη, ἔ­τσι στὸν οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας μετὰ τὸν Ἥ­λιο – Χριστὸ ἀνατέλλει σήμερα ὡς πανσέληνος μὲ τὸ γλυκύτατο φῶς της ἡ Πανα­γία μας. Σήμερα εἶνε ἡ Σύναξις τῆς ὑπερ­αγίας Θεοτόκου.

* * *

Ἀφ᾽ ὅτου ἔγινε ὁ κόσμος, ἀδελφοί μου, μέχρι σήμερα ἐπάνω στὸ φλούδι τῆς γῆς γεννή­θηκαν δισεκατομμύρια γυναῖ­κες. Ἄλλες διέπρε­ψαν γιὰ τὸ κάλλος τους, ἄλλες γιὰ τὴν καταγω­γή σους, ἄλλες λόγῳ τῶν συζύγων ἢ τῶν τέκνων τους κ.τ.λ.. Ὅλων ὅμως τὰ ὀνόμα­τα ἔσβησαν σὰν τὰ πυροτεχνήματα· ἕνα μόνο μένει καὶ θ᾽ ἀ­κούγεται αἰωνίως σ᾽ ἀνατολὴ καὶ δύσι, βορρᾶ καὶ νότο· τὸ ὄνομα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Τί ἦταν ἡ Παναγία; Μία φτωχὴ κόρη. Φτωχὴ σὲ ὑ­λικὰ πλούτη, μὰ πλούσια σὲ ἄλλο θησαυ­­ρό. Τί θησαυρό; Θὰ σᾶς τὸ πῶ μ᾽ ἕνα παράδειγμα.
Μὲ ἐπισκέφθηκε ἕνα φτωχαδάκι. –Πῶς περ­νᾷς; ρωτῶ. –Κα­λά, μοῦ λέ­ει, εἶ­μαι πλούσι­ος. –Μὰ ἐγὼ σὲ ξέρω, σκουπίζεις δρόμους στὸ δῆ­μο Ἀθη­ναίων· τί πλούσιος μοῦ λές; σοῦ ᾿πεσε κανένα λαχεῖο; –Ἔχω στὸ σπίτι ἕνα θησαυ­ρό. –Ποιόν; –Τὴ γυναῖκα μου!… Κ᾽ ἔτσι εἶ­νε. Τί νὰ τὰ κά­νῃ ὁ ἄλ­λος τὰ ἑκατομμύριά του, ὅταν ἔχῃ μιὰ γυναῖκα «γλωσσώδη» (Παρ. 21,19) ἢ ὑπερ­ήφανη ἢ φαύλη καὶ ἄπιστη ποὺ τὸν ἀτιμά­ζει; Χαρὰ σὲ ὅποιον βρῆκε ἁγία γυναῖκα· αὐτὸς βρῆκε θησαυρό (βλ. ἔ.ἀ. 31,10). Ἡ γυναικεία ἀρετὴ εἶ­νε θησαυ­ρός. Κι ὅπως ἔλεγαν οἱ πρόγονοί μας, «πᾶς ὅ τ’ ἐπὶ γῆς καὶ ὑπὸ γῆς χρυ­σὸς ἀρετῆς οὐκ ἀν­τάξιος» (Πλάτ., Νόμ. 5,728Α· παρὰ Μιχ. Ἰατροῦ, Πόθεν καὶ διατί σ. 70). Παραπάνω ἀπ᾽ τὰ λεφτὰ εἶνε ἡ ἀρετή.
Ἡ Παναγία εἶνε ἡ ὄντως ἐνάρετη. Εἶχε πρῶ­τα – πρῶτα ταπείνωσι. Ὤ ἡ τα­πείνωσις! Ὁ ἅγι­ος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔλεγε· «Ὅταν ἰδοῦ­μέν τινα ταπεινόν, τὸν βλέπομεν ὡς ἄγγελον, μᾶς φαίνεται ν᾽ ἀνοίξωμεν τὴν καρδίαν μας νὰ τὸν βάλωμεν μέσα· καὶ ὅταν ἰδοῦμέν τινα ὑ­περήφανον, τὸν βλέπομεν ὡς τὸν διάβολον, γυρίζομεν τὸ πρόσωπόν μας εἰς ἄλλο μέρος νὰ μὴ τὸν βλέπωμεν» (ἡμ. βιβλ. Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ἀθῆναι 201331, σ. 117).
Ἡ Παναγία εἶχε ἀκόμα τὴν παρθενία στὸν ἀ­πόλυτο βαθμό. Ἁγνή, παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, παρθένος ἐν τῷ τόκῳ, παρθένος μετὰ τὸν τόκον· εἶνε ἡ μόνη «Ἀειπάρθενος». Σὲ ὅ­σους ἀποροῦν, πῶς εἶνε δυνατὸν νὰ γεννήσῃ παιδὶ καὶ νὰ μείνῃ παρθένος, ἀπαντῶ μ᾽ ἕνα πα­ράδειγμα. Ὅπως ὁ ἥλιος περνάει τὸ τζάμι χω­ρὶς νὰ τὸ σπάῃ, ἔτσι ὁ νοητὸς Ἥλιος, ὁ Κύρι­ος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, πέρασε μέσα ἀπὸ τὰ πάναγνα σπλάχνα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ δὲν κατέστρεψε τὴν παρθενία της.
Αὐτὴν τὴν Ἀειπάρθενο τιμᾷ σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Εἶνε ἀνεπανάληπτος ὁ ῥόλος της στὸ πάνσοφο σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομί­ας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους· οὔ­­τε ὑπῆρξε στὸ παρελθὸν οὔτε θὰ ὑπάρξῃ στὸ μέλλον ἄλλο πρόσωπο ποὺ θὰ τοῦ ἐμπιστευ­θῇ ὁ Θεὸς τέτοια ἀποστολή· μία καὶ μόνη φο­ρὰ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, μία καὶ μοναδική. Ἡ Παναγία συν­έβαλε σ᾽ αὐτὸ ἑκου­σίως καὶ ἐ­λευθέρως. Προσ­έφερε δὲ γι᾽ αὐτὸ ὄχι κάτι δικό της, π.χ. κάποιο ἀντικείμενο ποὺ τῆς ἀ­νῆ­κε, ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό της. Συν­ήργησε μὲ τὸ Θεὸ συνειδητά.
Ὁ Θεὸς τὴν ἀ­γάπησε, διότι Τὸν εἵλκυσε τὸ κάλλος τῆς ψυ­­χῆς της· καὶ αὐτὴ ἐπίσης ἑλκύσθηκε ἀπὸ τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του, Τὸν πόθησε, δόθηκε σ᾽ αὐτόν· τὸν νυμφεύθηκε, ἔγινε Νύμφη Του, γι᾽ αὐτὸ λέμε «Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε»!
Ποιός ἦταν ὁ σκοπὸς τοῦ σχεδίου τοῦ Ὑψίστου; Ὕψιστος· νὰ ἑνωθῇ ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἄν­θρωπο, ὁ Ἄκτιστος μὲ τὸ κτιστὸ λογικὸ πλάσμα του. Καὶ ποῦ ἔγινε αὐτὴ ἡ ἕνωσις; Μέσα στὴν παρθενικὴ μήτρα τῆς Μαριάμ, τῆς πανά­γνου Κόρης τῆς Ναζαρέτ. Καὶ πῶς συντελέσθηκε τὸ ὑπερφυὲς τοῦτο μυστήριο; Ὄχι βεβαια μὲ τὸν πεζὸ τρόπο ποὺ γεννώμεθα ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ὄχι δηλαδὴ ἐκ σπέρματος ἀν­δρός, ἀλλὰ μὲ τὸν ἄρρητο τρόπο ποὺ γνωρίζει μόνο ὁ Θεὸς καὶ ποὺ ἁρμόζει σ᾽ αὐ­τὴ τὴ μονα­δικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη γέννησι· ἡ Παρθένος Μαρία δηλαδὴ συνέλαβε καὶ κυοφόρησε τὸν Υἱ­ὸν τοῦ Θεοῦ «ἐκ Πνεύματος ἁγίου» (Σύμβ. πίστ. 3).
Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας λένε, ὅτι ὁ Θεὸς περίμενε αἰῶνες ὁλοκλήρους νὰ φτάσῃ «τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλ. 4,4) καὶ νὰ ἔλθῃ στὴ ζωὴ τὸ μοναδικὸ αὐτὸ Πλάσμα, νὰ γεννηθῇ ­πά­νω στὴ γῆ ἡ Γυναίκα ποὺ μόνο αὐτὴ μποροῦ­σε νὰ γίνῃ ἡ Μητέρα Του.
Ἰδοὺ λοιπόν, ἀγαπη­τοί μου, ἡ συμβολὴ τῆς Παναγίας στὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας μας· ἔγινε ἡ σκάλα μὲ τὴν ὁ­ποία ὁ Θεὸς κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ· κ᾽ ἐν συνεχείᾳ ἔγινε ἡ γέφυρα ποὺ μετα­φέρει τοὺς σῳζομένους ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. «Χαῖρε, κλῖ­μαξ ἐπουράνιε, δι᾽ ἧς κατέβη ὁ Θεός· χαῖρε, γέφυ­ρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν» (Ἀκάθ. ὕμν. Γ3α΄).

* * *

Χθὲς ὁ νοητὸς Ἥλιος, σήμερα ἡ ὡραιοτάτη Πανσέληνος. Γεννᾶται ὅμως τὸ ἐρώτημα· τι­μᾶται ἡ Παναγία σήμερα; Ἄλλοτε ἄκουγαν τὸ ὄνομά της κ᾽ ἔκλαιγαν. Ὁ ζευγολάτης κι ὁ τσο­πᾶνος, ὁ ψαρᾶς κι ὁ ναύτης, ὁ ἄρρωστος κι ὁ φυλακισμένος, ὁ στρατιώτης κι ὁ ἐργάτης, ἡ μάνα καὶ ἡ κόρη, ὅλοι ἔλεγαν «Παναγιά μου!». Οἱ Ἕλληνες τὴν εἶδαν καὶ στὴν Κορυτσὰ καὶ στὸ Μοράβα. Ξεχνοῦσαν τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα τους, καὶ θυμόντουσαν Ἐκείνην.
Ἐτιμᾶτο τότε ἡ Παναγία. Σήμερα ὅμως πολ­λοὶ ὄχι μόνο δὲν τὴν τιμοῦν ἀλλὰ καὶ τὴν ἀτιμάζουν. Δὲν εἶνε μόνο οἱ χιλιασταί· εἶνε καὶ κά­ποιοι «χριστιανοί». Γι᾽ αὐτοὺς ὁ ἅγιος Κοσμᾶς λέει· «Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίσῃ, νὰ φονεύ­σῃ τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀ­δελ­φόν μου, καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγά­λῃ, ἔχω χρέος ὡσὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ δὲ νὰ ὑβρίσῃ τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγίαν μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω» (ἔ.ἀ. σ. 185). Καμμιά γυναίκα, καὶ ἡ πιὸ διεφθαρμένη, δὲν ὑβρίζεται ἔτσι.
Γι᾽ αὐτὸ σᾶς παρακαλῶ, ἐσεῖς νὰ κλείσετε αὐτὰ τὰ στόματα. Ὅπως δὲν ἐπιτρέπεις σὲ κανένα νὰ βρίζῃ τὴ μάνα σου, πολὺ περισσότε­ρο τὴν Πανσέληνο ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα.
Εὔχομαι νὰ ξερριζωθοῦν καὶ τὰ τελευταῖα ἴχνη τῆς βλασφημίας, ὥστε μὲ μιὰ καρδιὰ νὰ ὑ­μνοῦμε Ἰησοῦν Χριστὸν εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν! Ὁ Κύριος ταῖς πρεσβεί­αις τῆς Θεοτόκου ἂς ἐλεήσῃ ὅλους μας.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Ἀμυνταίου τὴν Παρασκευὴ 26-12-1975 τὸ πρωί. Καταγραφή, ἀναπλήρωσις καὶ σύντμησις 24-10-2022.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.