Αυγουστίνος Καντιώτης



ΔΙΔΑΧΑΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ (ΔΙΔΑΧΗ Γ΄)

date Αυγ 18th, 2013 | filed Filed under: AΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ

ΔΙΔΑΧΑΙ ΤΟΥ AΓIOΥ KOΣMA ΤOΥ AITΩΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ (σελ. 148-170)

ΔΙΔΑΧΗ Γ΄

AG.KOSMASΕρευνάτε τας Γραφάς

Ερευνάτε τας Γραφάς ότι εν αυταίς ευρίσκετε ζωήν αιώνιον. Ο κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αδελφοί μου, ο γλυκύτατος Δεσπότης και ποιητής των Αγγέλων και πάσης νοητής και αισθητής κτίσεως, παρακινούμενος από την ευσπλαχνίαν και πολλήν του αγαθότητα και αγάπη όπου έχει εις το γένος μας, μας εχάρισε και μας χαρίζει καθ’ εκάστην ημέραν την αυγήν και τον δοξάζομεν. Και εδιαβάσαμεν το άγιον Ευχέλαιον, και εχρίσθημεν εις βοήθειάν μας, και άμποτε ο Κύριος να μας ευσπλαχνισθή δια πρεσβειών της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και πάντων των Αγίων, να συγχωρήση τας αμαρτίας μας και να μας αξιώση της βασιλείας των ουρανών, να ευφραινώμεθα και να δοξάζομεν την Αγίαν Τριάδα. Τον παλαιόν καιρόν, χριστιανοί μου, οι άνθρωποι ήσαν καθαροί και ωμίλουν με τον Θεόν, ύστερον όμως εξέπεσαν εις αμαρτίαν και δεν ήσαν άξιοι να ομιλούν με τον Θεόν. Εφώτισε πρώτον το Άγιον Πνεύμα τους αγίους Προφήτας και μας έγραψαν την Αγίαν Γραφήν, εφώτισε δεύτερον τους αγίους Αποστόλους, εφώτισε τρίτον τους αγίους Πατέρας και μας εξήγησαν τα βιβλία της Εκκλησίας μας, δια να ηξεύρωμεν που περιπατούμεν.

Παραδείγματα αρετής εκ των Γραφών

1.  ΜΩΥΣΗΣ

Κατά τον καιρό εκείνον ήτον ένας άνθρωπος και ελέγετο Μωυσής. Αυτός από μικρόν παιδίον οπού ήτον, έλαβε δύο χαρίσματα εις την καρδίαν του, αγάπην εις τον Θεόν και εις τους αδελφούς του. Ώστε πρέπει και ημείς οι ευσεβείς χριστιανοί να έχωμεν αυτάς τας δύο αγάπας, και αυτή είνε η εντολή του Κυρίου: «Αυτή εστίν η εντολή η εμή, ίνα αγαπάτε αλλήλους καθώς ηγάπησα υμάς». Ακούετε, αδελφοί μου, τι λέγει ο Χριστός; Ότι καθώς εγώ υβρίσθηκα, εδάρθηκα, επείνασα, εδείψασα, και εσταυρώθηκα, και έχυσα το αίμα μου δια την αγάπην σας, δια να σας ελευθερώσω από τας χείρας του δαβόλου, έτσι πρέπει κι εσείς ν’αγαπάτε τον Θεόν και τους αδελφούς σας, και, αν τύχη και ανάγκη, να χύνεται και το αίμα σας δια την αγάπην του Θεού και του αδελφού σας. Η τελεία αγάπη είνε να πωλήσης όλα σου τα πράγματα και να τα δώσης ελεημοσύνην, και συ να πωληθής σκλάβος, και όσα παίρνεις να τα δίδης ελεημοσύνην. Εις την ανατολήν ήτον ένας Δεσπότης, του επήραν από την επαρχίαν του εκατόν σκλάβους, επώλησεν όλα του τα πράγματα και τους εξεσκλάβωσεν. Ένα παιδί μιας χήρας απέμεινε σκλαβωμένο. Τι κάμνει ο Δεσπότης; Ξυρίζεται και πηγαίνει και παρακαλεί τον αφέντη, οπού είχε το παιδί, να το ελευθερώση, και να κρατήση εκείνον σκλάβον, όπερ και εγένετο. Και επερνούσε μεγάλην σκληραγωγίαν, έως ότου δια την υπομονήν του τον ηξίωσεν ο Θεός και έκαμνε θαύματα. Ύστερα τον ελευθέρωσεν ο αφέντης του και πάλιν έγινε αρχιερεύς. Αυτήν την αγάπην θέλει ο Θεός να έχωμεν και ημείς. Ευρίσκεται κανένας να έχει αυτήν την αγάπην; Όχι! Μη πωλείσαι συ, πώλησον μόνον τα πράγματά σου και δος τα ελεημοσύνην. Δεν δύνασαι να το κάμης; Δόσε το ύμησι, το τρίτον, ή το τέταρτον. Δεν δύνασαι και τούτο; Μη παίρνης το ψωμί του αδελφού σου, μη τον κατατρέχης, μη τον συκοφαντής. Πώς θέλομεν να σωθώμεν, αδελφοί μου; Το ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο πικρόν. Ο Θεός είνε εύσπλαχνος, ναι! Αλλ’ είνε και δίκαιος έχει και ράβδον σιδηράν. Λοιπόν αν θέλωμεν να σωθώμεν, πρέπει να έχωμεν την αγάπην εις τον Θεόν και εις τους αδελφούς μας.
Ενήστευσεν ο Μωυσής σαράντα ημερόνυκτα και έγινεν ωσάν άγγελος. Έτσι και ημείς να νηστεύσωμεν την Τετάρτην, διότι επωλήθη ο Χριστός μας, και την Παρασκευήν, διότι εσταυρώθη. Και καθώς ο Μωυσής έμαθε γράμματα, έτσι πρέπει και ημείς να μανθάνωμεν, δια να ηξεύρωμεν τον νόμον του Θεού και αν δεν εμάθετε οι γονείς, πρέπει να μάθουν τα τέκνα σας. Δεν βλέπετε ότι αγρίωσε το Γένος μας από την αμάθειαν και εγίναμεν ωσάν θηρία; Δια τούτο σας συμβουλεύω να κάμετε σχολείον, δια να εννοήτε το άγιον Ευαγγέλιον και τα λοιπά βιβλία.
Βλέπων ο πανάγαθος Θεός την καλήν του γνώμην τον ηξίωσεν και έγινε βασιλεύς εις τους Εβραίους και εβασίλευσε τεσσαράκοντα χρόνους, τον ηξίωσε και έγινε προφήτης. Και τι θέλει να ειπή προφήτης; Να ηξεύρη τα περασμένα και τα μέλλοντα. Έτσι και ημείς, αδελφοί μου, όταν κάμωμεν καλά έργα, μας αξιώνει και ημάς, και ό,τι του ζητήσωμεν με πίστην μας το δίδει. Ει δε και κάμνομεν κακά και δεν έχομεν αγάπην και έχομεν το μίσος, τότε δεν έχομεν μέρος με τον Θεόν, αλλά με τον διάβολον εις την κόλασιν να καιώμεθα πάντοτε.

2.  ΝΩΕ

Τον παλαιόν καιρόν, αδελφοί μου, ο μισόκαλος διάβολος έβγαλεν όλας του τας κακίας και παρεκίνει τους ανθρώπους να υπερηφανεύονται, να φονεύωνται, να πορνεύουν, να μοιχεύουν, να κάμνουν πράγματα τα οποία δεν τα έκαμνον μήτα τα άλογα ζώα, και το χειρότερον, επροσκυνούσαν δια Θεόν τον ήλιον, άλλος την σελήνην, άλλος την θάλασσαν. Θέλων ο θεός να κάμη κατακλυσμόν να χαλάση τον κόσμον, επρόσταξε τον Νώε να κάμη ένα καράβι επάνω εις την γην, δια να τον ερωτούν οι άνθρωποι, διατί το κάμνεις; Να τους λέγει ότι ο Θεός θα χαλάση τον κόσμον, και αυτοί θα τον περιγελούν, αλλά να μη τον μέλη. Ήρχισεν ο Νώε το καράβι. Τον ερωτούσαν οι άνθρωποι: Διατί κάμνεις το καράβι; Ο Νώε τους έλεγε: Διότι ο Θεός θα χαλάσει τον κόσμον. Εκείνοι του έλεγον ότι είνε τρελλός. Τι έπαθεν ο Θεός να χαλάση τον κόσμον; Ο Νώε ετήραγε την δουλειά του, και εις τους 100 χρόνους ετελείωσε το καράβι. Τον καιρόν εκείνον οκτώ άνθρωποι ευρέθησαν καλοί: ο Νώε, η γυναίκα του, τα τρία του τέκνα και αι τρεις του νυφάδες. Θέλων ο Θεός να φυλάξει αυτούς τους οκτώ, επρόσταξε τον Νώε να πισσώση το καράβι, δια να μη έμβη μέσα βροχή και να εμβάσει μέσα όλα τα ζώα, αρσενικά και θηλυκά, καθαρά και ακάθαρτα. Και αφού εμβήκε και αυτός μέσα με την γυναίκα του, τα παιδιά του, και οι νυφάδες του, έκλεισε καλά το καράβι. Οι άνθρωποι έξω έτρωγον, έπινον, έκαμνον πραγματείας και άλλα διαβολικά έργα. Τότε ήνοιξεν ο Θεός τους καταρράκτας του ουρανού και έπιπτεν η βροχή ως ποταμός εις την γην. Εφώναζον οι άνθρωποι: Νώε, άνοιξόν μας να έμβωμεν εις το καράβι. Ο Νώε τους έλεγε: Πού ήσθε εδώ και εκατό χρόνους οπού σας έλεγον ότι ο Θεός θα χαλάσει τον κόσμον; Τώρα τι να σας κάμω; Εν τω άδη ουκ έστι μετάνοια! Και τότε επλημμύρισεν η γη, και το νερό εσκέπασεν όλα τα όρη και επνίγησαν όλοι οι άνθρωποι, εκτός του Νώε και της οικογενείας του. Και πάλιν από αυτούς εγέμισεν όλος ο τόπος καθώς λέγει ο Χριστός εις το άγιον Ευαγγέλιον. «Ώσπερ αι ημέραι του Νώε, ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου», ήγουν: Καθώς εις τον καιρόν του Νώε οι άνθρωποι δεν επίστευον, αλλά τον περιεγέλων, έως ότου ήλθεν έξαφνα η οργή του Θεού, ο κατακλυσμός, και έπνιξεν όλον τον κόσμον, ομοίως και τώρα, χριστιανοί μου, εις την Δευτέραν Παρουσίαν του Κυρίου, δεν θα πιστεύωσιν οι άνθρωποι καθώς και τότε. Τα λόγια οπού σας λέγω δεν είναι ιδικά μου, αλλά του Αγίου Πνεύματος και όστις θέλει ας πιστεύσει. Εγώ το χρέος μου το έκαμα. Έπαθα μίαν απάτην, αδελφοί μου, όταν ήμουν νέος έλεγα: Άς κάμω αμαρτίας, και όταν γηράσω κάμνω καλά και σώζομαι. Τώρα εγήρασα και αι αμαρτίαι έκαμον ρίζας και δεν ημπορώ να κάμω κανένα καλόν. Λοιπόν προσέξετε και σεις να μη πάθητε τα όμοια, αλλά τώρα οπού έχετε καιρόν κάμετε έργα καλά δια να σωθήτε.

Η δουλεία του Γένους

Τριακοσίους χρόνους μετά την Ανάστασιν του Χριστού μας έστειλεν ο Θεός τον άγιον Κωνσταντίνον και εστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν και το είχαν χριστιανοί το βασίλειον 1150 χρόνους. Ύστερον το εσήκωσεν ο Θεός από τους χριστιανούς και έφερε τον Τούρκον και του το έδωσε δια ιδικόν μας καλόν, και το έχει ο Τούρκος 320 χρόνους. Και διατί έφερεν ο Θεός τον Τούρκον και δεν έφερεν άλλο γένος; Δια ιδικόν μας συμφέρον, διότι τα άλλα έθνη θα μας έβλαπτον εις την πίστιν, ο δε Τούρκος άσπρα άμα του δώσεις κάμνεις ό,τι θέλεις.

Ο χρυσούς κανών

Θέλων ο Κύριος να μας φυλάξη από την κατάκρισιν μας εχάρισεν ένα λόγον, τον οποίον αν φυλάξωμεν θα σωθώμεν. Ποίος είναι ο λόγος ούτος; «Ό συ μισείς, ετέρω μη ποιήσης», δηλαδή: Εκείνο, το οποίον δεν θέλεις να σου κάμη άλλος, μη το κάμνεις και συ εις άλλον. Καθώς δεν θέλεις να σε κλέψουν, να σε συκοφαντήσουν, να σε υβρίσουν οι άλλοι, έτσι και συ να μη κλέπτης, να μη φονεύεις τους άλλους.

Το σημείον του Σταυρού

Τώρα σας συμβουλεύω να κάμετε από ένα κομβολόγι μικροί και μεγάλοι και να το κρατήτε με το αριστερό χέρι, και με το δεξιό να κάμνετε τον σταυρόν σας και να λέγετε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος, δια της Θεοτόκου και πάντων των Αγίων ελέησόν με τον αμαρτωλόν και ανάξιον δούλον σου. Ο πανάγαθος Θεός μας εχάρισε τον τίμιον Σταυρόν με τον οποίον να ευλογώμεν, και τα Άχραντα Μυστήρια. Με τον σταυρόν να ανοίγωμεν τον παράδεισον, με τον σταυρόν να διώκωμεν τους δαίμονας αλλά πρέπει να έχωμεν το χέρι μας καθαρόν από αμαρτίας, και τότε κατακαίεται ο διάβολος και φεύγει. Όθεν αδελφοί μου, ή τρώγετε ή πίνετε ή δουλεύετε, να μη σας λείπει αυτός ο λόγος και ο σταυρός και καλόν και άγιον είναι να προσεύχεσθε πάντοτε την αυγήν, το βράδυ και τα μεσάνυκτα.
Ακούσατε, αδελφοί μου, πως πρέπει να γίνεται ο σταυρός και τι σημαίνει. Πρώτον όπως η Αγία Τριάς δοξάζεται εις τον ουρανόν από τους Αγγέλους, ούτω και συ να σμίγεις τα τρία σου δάκτυλα της δεξιάς χειρός και μη δυνάμενος να αναβής εις τον ουρανόν να προσκυνήσεις, βάνεις την χειρά σου εις την κεφαλήν σου (διότι η κεφαλή σημαίνει τον ουρανόν) και λέγεις: Καθώς οι Άγγελοι δοξάζουσι την Αγίαν Τριάδα εις τον ουρανόν, έτσι και εγώ ως δούλος δοξάζω και προσκυνώ την Αγίαν Τριάδα και καθώς τα δάκτυλα είναι τρία, είναι ξεχωριστά, είναι και μαζί, έτσι και η Αγία Τριάς είναι τρία πρόσωπα, αλλ’ εις Θεός. Κατεβάζων το χέρι σου εις κοιλίαν σου να λέγεις: Σε προσκυνώ και Σε λατρεύω, Κύριέ μου, ότι κατεδέχθης και εσαρκώθης εις την κοιλίαν της Θεοτόκου δια τας αμαρτίας μας. Το βάζεις πάλιν εις τον δεξιόν σου ώμον και λέγεις: Σε παρακαλώ, Θεέ μου να με συγχωρήσης και να με βάλης εις τα δεξιά σου με τους δικαίους. Βάνοντάς το πάλιν εις τον αριστερόν ώμον λέγεις: Σε παρακαλώ Κύριέ μου, μη με βάλης εις τα αριστερά με τους αμαρτωλούς. Έπειτα κύπτωντας κάτω εις την γην: Σε δοξάζω, Θεέ μου, Σε προσκυνώ και Σε λατρεύω, ότι καθώς εβάλθηκες εις τον τάφον, έτσι να βαλθώ κι εγώ. Και όταν σηκώνεσαι ορθός, φανερώνει την ανάστασιν και λέγεις: Σε δοξάζω και Σε προσκυνώ, Κύριέ μου, ότι ανέστης εκ νεκρών δια να μας χαρίσης ζωήν αιώνιον. Αυτό σημαίνει ο Σταυρός:

Η δύναμις του Σταυρού

Να είπωμεν και ένα παράδειγμα, να ιδήτε την δύναμην του Σταυρού.
Εις την Αίγυπτον ήτον ένας βασιλεύς ασεβής, είχε και ένα Εβραίον βεζίρην, όστις έπειτα έγινε Τούρκος. Εις την Αλεξάνδρειαν ήτον ένας Πατριάρχης, το όνομα Ιωακείμ, άγιος άνθρωπος και σοφός. Ακούων ο βασιελεύς ότι ήτο άγιος άνθρωπος ο Πατριάρχης, τον ηγάπα πολύ. Λέγει ο Εβραίος του βασιλέως: Κάτι πολλήν αγάπην έχεις εις τον Πατριάρχην. Του λέγει ο βασιλεύς: Ο Πατριάρχης είνε καλός άνθρωπος. Του λέγει ο Εβραίος: Κράξε, βασιλεύ, τον Πατριάρχην να έλθη να διαλεχθώμεν μαζί, και να ιδής οπού θα μείνη αναπολόγητος. Έκραξεν ο βασιλεύς τον Πατριάρχην να έλθη. Λέγει του ο Εβραίος: Εγώ θέλω, Πατριάρχη, να διαλεχθώμεν μερικά περί πίστεως. –Με τον ορισμόν σου. Έτοιμος είμαι δια την πίστιν μου να χύσω και το αίμα μου. Και κάμνων αρχήν ο Πατριάρχης να φιλονείκη με τον εβραίον, με έν τρόπον επιδέξιον πάντοτε τον ενίκα τον Εβραίον. Λέγει ο Εβραίος του Πατριάρχη: Διατί να φιλονεικώμεν; Ακούω οπού λέγει ο Χριστός εις το Ευαγγέλιον ότι, όστις έχει πίστιν ως κόκκον συνάπεως, μεταφέρει ένα βουνό από ένα μέρος εις άλλο. –Μάλιστα, του λέγει ο Πατριάρχης. Λέγει του ο Εβραίος: Λοιπόν, αν είσαι άξιος, πρόσταξε και συ να γίνη, και τότε να πιστεύσω. Τότε εζήτησεν ο Πατριάρχης τρεις ημέρας διορίαν, και λέγει του βασιλέως: Έτοιμος είμαι δια το πρόσταγμα οπού είπομεν. Ήτο εκεί ένα βουνό τρείς ώρας μακράν. Λέγει ο Εβραίος του Πατριάρχη να σηκώση εκείνο το βουνό. Τότε πιάνει ο Πατριάρχης και θυμιάζει εκείνο το βουνό, και κάμνει τον σταυρόν του τρεις φοράς λέγων και το όνομα του Κυρίου ημών ιησού Χριστού. Είτα λέγει: Σε προστάζω εσέ, βουνό, να σηκωθής να έλθης εις την Αίγυπτον. Και ω του θύματος! Ευθύς εσηκώθη το βουνόν και έγινεν εις τρια, εις τύπον της Αγίας Τριάδος, και εκίνησε και ήρχετο. Φωνάζει ο βασιλεύς: Πατριάρχη, βοήθησέ μας, διότι εχαθκαμεν. Και κάμνων δέησιν πάλιν ο Πατριάρχης, εστάθη το βουνόν εις εξ μίλια μακράν από την πόλιν. Αλλ’ ο Εβραίος δεν επίστευε και λέγει του βασιλέως: Ο Χριστός λέγει και άλλο, ότι όποιος έχει πίστιν, αν πίη θανάσιμον φαρμάκι, δεν αποθνήσκει. Λοιπόν, ειπέ του Πατριάρχη να του κάμω ένα φαρμάκι να το πίη, καιθ αν δεν αποθάνη, να πιστεύσωμεν και ημείς. Να ηξεύρης και τούτο, βασιλεύ, ότι οι χριστιανοί έχουν τον σταυρόνμ κάμνοντές τον τα διαλύουν όλα, και το πικρό το κάμνουν γλυκό. Κάμνει λοιπόν ο Εβραίος το φαρμάκι ίνα άμα το εγγίξει εις το στώμα του ο Πατριάρχης αποθάνη. Το πηγαίνει εις τον βασιλέακαι του λέγει; Πρόσταξε τον Πατριάρχην να το πίη και να μη κάμη τον σταυρόν του. Κράζει ο βασιελύς τον Πατριάρχην και τον προστάζει να πίη το φαρμάκι ως ήθελεν ο Εβραίος. Καλά, λέγει ο Πατριάρχης, μου έδωσες, βασιλεύ, τούτο το ποτήρι, μα δεν μου είπες πόθεν να το πίω, και κάμνων το δεξιόν του χέρι ως να ευλογή εις τύπον, ερωτά πόθεν να το πίη, εδώθεν ή εκείθεν, και το σταυρώνει. Αμή εκείνος δεν το κατάλαβε, λέγει του ο Εβραίος: Πίε το όθεν θέλεις. Και πίνοντάς το ο Πατριάρχης έμεινε υγιής. Λέγει τότε του βασιλέως: Εγώ έπια όλο το φαρμάκι, ο δε Εβραίος να ξεπλύνη το ποτήρι με ολίγο νερό και να το πίη. Και αν δεν πάθη τίποτε, να πιστέυσωμεν και ημείς εις την πίστιν του. Δεν ήθελεν ο Εβραίος να το πίη, εβίασεν όμως ο βασιλεύς και ω του θαύματος: έσκασεν ευθύς και απέθανεν. Εκαταλάβατε, αδελφοί μου; Όστις έχει πίστιν εις τον Χριστόν μας και είνε καθρός δεν παθέν κανένα κακόν.

Με καθαράς χείρας το σημείον του σταυρού

Θέλετε ν’ ακούσετε κι άλλο δια τον σταυρόν, πως δεν ενεργεί, όταν είναι μολυσμένο το χέρι από αμαρτίας; Ήτον ένας άνθρωπος ονομαζόμενος Ιουλιανός αναγνώστης, όστις εσπούδασε γράμματα με τον Μέγαν Βασίλειον, ο οποίος ηθέλησε να γίνει βασιλεύς. Πηγαίνει λοιπόν και ευρίσκει ένα μάγον Εβραίον και του λέγει: Είσαι καλός να με κάμης βασιλέα και να σε κάμω βεζίρη; Του λέγει ο μάγος: Αρνήσου τον Χριστόν και εγώ να σε κάμω. Λέγει του ο Ιουλιανός: Τον αρνούμαι. Τότε κάμνει ένα γράμμα ο μάγος και του λέγει: Πάρε τούτο το χαρτί και πήγαινε εις ένα μνήμα ελληνικό και ρίψε το υψηλά και θα έλθουν δαίμονες και ό,τι σου κάμνουν μη φοβηθής και να μη κάμης τον σταυρόν σου, διότι θα φύγουν. Επήγεν ο Ιουλιανός εις το μνήμα και ρίχνοντας το χαρτί ήλθαν οι δαίμονες. Αυτός φοβηθείς και κάμνοντας τον σταυρόν του έφυγον οι δαίμονες. Πηγαίνει ευθύς εις τον μάγον και του λέγει τα γενόμενα. Τότε του λέγει ο μάγος: Πήγαινε να σφάξεις ένα παιδί και να μου φέρεις την καρδιά του. Επήγε και έσφαξε το παιδί και του έφερε την καρδιά. Τότε κράζει πάλιν τους δαίμονας ο μάγος. Αυτός πάλιν από τον φόβον του έκαμε τον σταυρόν αλλ’ οι δαίμονες δεν εφοβήθησαν, διότι ήτο μολυσμένος από τον φόνον. Έτσι έκαμε το θέλημά του και εβασίλευσε δύο χρόνους και επήγεν εις την κόλασιν να καίεται πάντοτε. Πρέπει και ημείς να είμεθα καθαροί από αμαρτίας, και τότε φεύγει ο διάβολος.
Το Γένος έχει ανάγκην αξίων ιερέων

Ήθελα, χριστιανοί μου, να είμαι πάντοτε μαζί σας, να σας λέγω πότε το ένα, πότε το άλλο, μα τι να σας κάμω, οπού είναι χιλιάδες χώρες, οπού δεν ήκουσαν λόγον Θεού ποτέ και με περιμένουν. Δια τούτο σας παρακαλώ, άγιοι ιερείς, και σας παραγγέλλω να φροντίσητε δια τους κοσμικούς πώς να σωθώσι και εκείνοι και σεις. Ομοίως πάλιν οι κοσμικοί να τιμάτε τους ιερείς σας, και αν τύχει ένας ιερεύς και ένας βασιλεύς, τον ιερέα να προτιμήσεις και αν τύχει ένας ιερεύς και ένας άγγελος, τον ιερέα να προτιμήσεις, διότι ο ιερεύς είναι ανώτερος από τους Αγγέλους. Ο δε ιερεύς οπού θέλει το καλόν του, να διαβάσει τον Νόμον, να καταλάβει το χρέος του. Δια τους αγίους ιερείς δεν έχω να σας πω τίποτε. Εγώ έχω χρέος όταν απαντήσω ιερέα να σκύψω να του φιλήσω τα χέρια και να τον παρακαλέσω να παρακαλεί τον Θεόν δια τας αμαρτίας μου. Διότι όλος ο κόσμος να παρακαλέσει τον Θεόν δεν δύνανται να τελειώσουν τα Άχραντα Μυστήρια, και ένας ιερεύς, έστω και αμαρτωλός, δύναται με την χάριν του Αγίου Πνεύματος να τα τελειώσει.
Λέγω μόνον ότι όστις θέλει να γίνει ιερεύς, πρέπει να είναι καθαρός ως άγγελος, να ηξεύρει γράμματα να εξηγεί το άγιον Ευαγγέλιον. Και όταν γίνει 30 χρονών και τον παρακαλέσουν οι κοσμικοί και ο Δεσπότης, τότε να γίνεται ιερεύς, χωρίς να δώσει χρήματα. Και να κατοικεί πλησίον εις την εκκλησίαν, όποιαν ώραν τον ζητήσουν οι κοσμικοί να τον ευρίσκουν. Να στοχάζεται ποίος είναι μαλωμένος με την γυναίκα του, ποίος αδελφός με τον αδελφόν του, ποίος γείτονας με τον γείτονά του, να τους φέρει εις αγάπην, και να θυσιάζεται δια το ποίμνιόν του. Και όταν λειτουργεί και τελειώνει το Ευαγγέλιον να το εξηγεί εις τους χριστιανούς, τι παραγγέλλει ο Χριστός να κάμνουν. Και να στοχάζεται ότι οι φούντες, οπού είναι εις το επιτραχήλι, σημαίνουν τας ψυχάς των χριστιανών και αν χαθή μία ψυχή, έχει να δώσει λόγον εν ημέρα κρίσεως. Και να στοχάζεται ότι το φαιλόνι οπού φορεί και δεν έχει μανίκια, φανερώνει πως ο ιερεύς δεν πρέπει να έχει χέρια να ανακατώνεται εις τα κοσμικά πράγματα, αλλά να έχει πάντοτε τον νούν του εις τον ουρανόν. Και όταν μαζεύει το φαιλόνιον και γίνεται ωσάν δύο πτέρυγες, φανερώνει πως αν κάμνει καλά έργα, ωσάν άγγελος θα πετάξει να υπάγει εις τον παράδεισον. Αν δε είναι ανάξιος, αγράμματος, μολυσμένος με αμαρτίας, και δίδει γρόσια, και βάνει μεσίτας να γίνει ιερεύς, τότε με αυτά αγοράζει την κόλασιν και όταν λέγει το Ευαγγέλιον, και λέγει τόσα ψέμματα, αλλοίμονον εις εκείνον τον ιερέα.

Φοβερά προφητεία

Τον παλαιόν καιρόν οι άνθρωποι, όταν ήθελον να παιδεύσουν κανένα άνθρωπον, έκανον όρκον και έλεγον, να δώσει ο Θεός να τον βάλει με τους ιερείς του 18ου αιώνος. Δια τούτο, αδελφοί μου, είναι δύσκολον την σήμερον να σωθούν πατριάρχαι, αρχιερείς, ιερείς κ.λ.π. Δια τούτο σας συμβουλεύω, άγιοι ιερείς, τώρα που έχετε καιρόν, μετανοήσατε, ίνα σωθήτε.

Κοινωνικά καθήκοντα

Οι προεστοί οπού είσθε εις τα χωρία, αν θέλετε να σωθήτε, πρέπει να αγαπάτε όλους τους χριστιανούς καθώς και τα παιδιά σας, και να ρίχνετε τα χρέη κατά δύναμιν εκάστου, και να μη κάμνετε φιλοπροσωπείαν. Ομοίως και σεις οι κατώτεροι να τιμάτε τους μεγαλυτέρους σας. Οι άνδρες ν’ αγαπάτε τας γυναίκας σας και αν η γυναίκα σου είναι κακή και την υπομένεις και την συμβουλεύεις, έχεις μισθόν από τον Θεόν. Ομοίως και αι γυναίκες να αγαπάτε και να υποτάσσεσθε εις τους άνδρας, διότι με την υπομονήν και υπακοήν εις το καλόν έχετε μισθόν εις την ψυχήν σας. Και αν έχει και κανένα σφάλμα, να το παραβλέπετε, διότι ο άνδρας έχει περισσοτέρας φροντίδας από την γυναίκα. Λοιπόν πρέπει αμφότεροι ν’ αγαπάτε αλλήλους. Ομοίως και τα τέκνα να τιμάτε και να σέβεσθε τους γονείς σας, διότι όστις δεν τιμά και δεν υπακούει τους γονείς του εις το καλόν, κολάζεται.

Υπεράνω όλων η αγάπη του Θεού

Πάλιν, έτυχεν οι γονείς σου και ηρνήθησαν τον Χριστόν, και σε παρακινούν και σε να τον αρνηθής; Τότε να μην ακούσεις, και έχεις μισθόν από τον Θεόν, καθώς έκαμεν ο Αβραάμ, οπού τον έστειλεν ο πατήρ του Θάρα, ο ειδωλολάτρης, να φέρει ένα πρόβατον να θυσιάσει εις τα είδωλα, και εις τον δρόμον οπού επήγαινεν ο Αβραάμ εσκέφθη με τον νουν του, ότι τούτος ο κόσμος, οπού στέκει πάντοτε καινούργιος, τάχα δεν έχει αφέντη; Και διατί ο πατέρας μου να προσκυνά τα είδωλα, κωφά και αναίσθητα, και να μη προσκυνά τον αληθή Θεόν οπού εποίησε τον ουρανόν, την γην κ.λ.π.; και ευθύς ήκουσε φωνής ουρανόθεν: Καλή είνε η γνώμη σου και πήγαινε εις την γην της επαγγελίας και κάθησε εκεί έως να σου είπω τι να κάμης, διότι αν υπάγης οπίσω εις τον πατέρα σου να του ειπής αυτά οπού εστοχάσθης, θα σε θανατώση, αλλά φεύγα. Έτσι επήγεν ο Αβραάμ και τον έκαμεν ο Θεός υπέρπλουτον ωσάν βασιλέα. Και ηυλόγησεν ο Θεός το σπέρμα του και έγιναν ωσάν τα άστρα του ουρανού. Είχε και 318 δούλους, τους οποίους είχεν ωσάν αδελφούς του. Βλέπετε, αδελφοί μου, όστις έχει τον νουν του εις τον Θεόν, πως ο Θεός τον αξιώνει και περνά και εδώ καλά και πηγαίνει εις τον παράδεισον. Και όταν τα τέκνα σας θέλουν να γίνουν καλόγηροι, μη τα εμποδίζετε, αλλά να χαίρετε διότι ακολουθούν τον καλόν δρόμον. Όταν όμως τα βλέπης εις τον κακόν δρόμον, να τα εμποδίζης.

Ευλάβεια εις την Παναγίαν Θεοτόκον

Να έχετε ευλάβειαν εις όλους τους Αγίους της Εκκλησίας, και περισσότερον εις την Δέσποιναν Μαρίαν, διότι όλοι οι Άγιοι είνε δούλοι του Χριστού, η δε Θεοτόκος είνε Βασίλισσα του ουρανού και της γης, ήτις παρακαλεί τον εύσπλαγχνον Χριστόν δια τας αμαρτίας μας. Δια τούτο πρέπει και ημείς να τιμώμεν την Δέσποινάν μας με νηστείας και ελεημοσύνας.
Ένας άνθρωπος ονομαζόμενος Ιωάννης ενικήθη και έγινε κλέπτης, έγινε και καπετάνιος εις 100 κλέπτας αλλά είχε πολλήν ευλάβειαν εις την Θεοτόκον και κάθε πρωί και εσπέρας έλεγε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Θέλων ο πανάγαθος Θεός να τον σώσει δια την ευλάβειαν οπού είχεν εις την Θεοτόκον, έστειλεν ένα άγιον ασκητήν, τον οποίον άμα είδον οι κλέπται τον έπιασαν. Τους λέγει ο ασκητής: Σας παρακαλώ, να με υπάγετε εις τον καπετάνιον σας, διότι έχω να σας ειπώ λόγον δια το καλόν σας. Τον υπήγαν εις τον καπετάνιον και του λέγει: Κράξε μου όλα τα παλληκάρια να έλθουν να σας ειπώ ένα λόγον. Τους κράζει ο καπετάνιος και ήλθαν. Λέγει ο ασκητής: Δεν έχεις άλλον; Έχω, λέγει, ένα μάγειρον. Λέγει του ο ασκητής: Κράξε τον να έλθη. Και άμα ήλθε, δεν ηδύνατο να ιδή τον ασκητήν ο μάγειρας, αλλ’ εγύριζε το πρόσωπόν του εις άλλο μέρος. Τότε λέγει ο ασκητής εις τον μάγειρον: Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού σε προστάζω να με ειπής ποίος είσαι και τις σε έστειλε και τι κάμνεις εδώ που κάθεσαι; Απεκρίθη ο μάγειρας και λέγει: Εγώ είμαι ψεύτης και πάντοτε το ψεύδος λαλώ, αλλά τώρα, επειδή με έδεσες με το όνομα του Χριστού, δεν ημπορώ παρά να ειπώ την αλήθειαν. Εγώ λοιπόν είμαι διάβολος, και με έστειλεν ο μεγαλύτερός μου να δουλεύω τούτον τον καπετάνιον και να τον φυλάγω να τον ευρώ καμμίαν ημέραν οπού να μη διαβάζει τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, να τον βάλω εις την κόλασιν. Και έχω τώρα 14 χρόνους οπού τον φυλάγω, και δεν εύρον καμμίαν ημέραν οπού να μη διαβάζει το «Άγγελος πρωτοστάτης». Τότε λέγει ο ασκητής: Σε προστάζω εις το όνομα της Αγίας Τριάδος να γίνεις άφαντος και πλέον να μη πειράξεις τους χριστιανούς. Και ευθύς έγινεν άφαντος ο διάβολος ωσάν καπνός. Τότε εδίδαξεν ο ασκητής τους κλέπτας και άλλοι έγιναν καλόγηροι και άλλοι υπανδρεύθηκαν και έκαμαν καλά έργα και εσώθησαν. Δια τούτο σας συμβουλεύω όλους, άνδρες και γυναίκαες, να μάθετε το «Άγγελος προστάτης», να το λέγετε εις την προσευχήν σας. Και αν θέλετε, πάρετε το «Αμαρτωλών σωτηρία», όπου έχει 70 θαύματα της θεοτόκου, από τας οποίας είπα ένα δια να καταλάβετε.

Πόθος παρθενίας

Ήτο μια κόρη ονομαζόμανη Μαρία. Ο πατήρ της ήτο χριστιανός και εζήτει να την υπανδρεύση, εκείνη δεν ήθελε, θέλουσα να φυλάξη παρθενίαν. Την έβαλεν εις ένα μοναστήριον γυναικείον και την παρέδωκε της ηγουμένης να την έχει ως παιδί της. Και αφού απέθανεν ο πατήρ της, έγινεν άλλος αφέντης εις την χώραν εκείνην, όστις εβγήκε μιαν ημέραν και υπήγεν εις το μοναστήριον όπου ήτο η Μαρία. Και ευθύς οπού την είδεν οπού την είδεν ετρώθη η καρδία του έρωτα σατανικόν, και γυρίζοντας εις το σπίτι του έστειλε γράμματα εις την ηγουμένην και της έλεγεν: Αμέσως να μου στείλης την Μαρίαμ, διότι την είδον και με είδε, με ηγάπησε και την αγάπησα. Διαβάζει η ηγουμένη το γράμμα, κράζει την Μαρίαν και της λέγει: Παιδί μου, τι καλόν είδες εις τον πασάν και τον εκοίταξες με αγάπην; Κοίταξε τι μου γράφει εδώ. Λέγει η Μαρία: Εγλω δεν ηξεύρω τίποτε τον εκοίταξα με άλλον σκοπόν και είπα: Άρα, Θεέ μου, ταύτην δόξαν οπού έχεο τούτος εδώ ο πασάς, θα την έχει και εις τον άλλον κόσμον; Και αυτός με κοίταξε με διαβολικόν σκοπόν. Εγώ αν ήθελα υπανδρειάν, με υπάνδρευε ο πατέρας μου και έπαιρνα χριστιανόν. Τότε γράφει η ηγουμένη εις τον πασάν: Καλύτερα σου στέλνω το κεφάλι μου παρά την Μαρίαν. Στέλνει πάλιν ο πασάς και λέγει της ηγουμένης: Ή να ου στείλης την Μαρίαν, ή έρχομαι και την παίρνω μόνος μου και καίω το μοναστήρι. Το ήκουσεν η Μαρία και λέγει της ηγουμένης: Όταν έλθουν οι απεστασμένοι, στείλε τους εις το κελίν μου και εγώ αποκρίνομαι. Ήλθον οι απεσταλμένοι εις το κελίον της Μαρίας, και τους ηρώτησε τι θέλουν. Της είπαν εκείνοι: Μας έστειλεν ο πασάς να σε πάρωμεν, διότι είδε τα μάτια σου και τα ωρέχθηκε. Τους είπε να περιμένουν να υπάγη εις την εκκλησίαν. Τότε παίρνει ένα μαχαίρι και ένα πιάτο, και πηγαίνει εις τον Ιησούν Χριστόν εμπρός και λέγει: Κύριέ μου, μου έδωκες τα μάτια τα αισθητά δια να πηγαίνω εις τον καλόν δρόμον, και εγώ να πηγαίνω με το θέλημά μου εις τον κακόν δεν είνε πρέπον. Και επειδή αυτά τα αισθητά θα μου βγάλουν τα νοητά, ιδού οπού βγάνω δια την αγάπην σου, δια να φύγω από το βόρβορον της αμαρτίας. Και ευθύς βάζει το μαχαίρι μέσα εις το μάτι της και το βγάνει εις το πιάτο. Επήγεν εμπρός και εις την Παναγίαν και βγάζει και το άλλο της μάτι και τα βάνει μαζί. Τότε τα στέλλει του πασά και αφού τα είδεν ο πασάς, εγύρισεν ευθύς ο σατανικός έρως εις κατάνυξιν και σηκώνεται ευθύς και πηγαίνει εις το μοαναστήριον, και παρακαλεί τας καλογραίας να υπάγουν να κάμουν δέησιν εις τον Θεόν, να ιατρευθή η Μαρία. Πηγαίνουν πάραυτα όλαι μαζί με τον πασάν και πίπτουσαι κατά γης παρεκάλουν τον Κύριον και την Θεοτόκον να δώση το φως της Μαρίας. Εφάνη η Θεοτόκος τότε ως αστραπή εις την Μαρίαν και της λέγει: Χαίρε, Μαρία! Επειδή επροτίμησες να βγάλης τα μάτια σου δια την αγάπην του Υιού και την ιδικήν μου, ιδού παλιν έχε τα μάτια σου και πλέον πειρασμός να μη σου συμβή. Βλέποντας δε το θαύμα οι παρόντες εχάρησαν πολύ και εδόξασαν τον Θεόν και την Παναγίαν. Έπειτα ο πασάς αφιέρωσε πολύ χρυσίον εις το μοναστήρι και επήρε συγχώρησιν από τας καλογραίας και ανεχώρησε και έκαμε καλά και εσώθη.
Ακούετε , αδελφοί μου, τι έκαμεν η Μαρία με την δύναμιν της Παναγίας; Δια τούτο πρέπει και ημείς να τιμώμεν την Παναγίαν Θεοτόκον με έργα καλά.

Ο Άγιος τρέμει το σκάνδαλον

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αδελφοί μου, αν΄λαμεσα εις τα καλά, τα οποία μας διδάσκει εις το ιερόν Ευαγγέλιον, μας λέγει και τούτον τον λόγον, ότι αλλοίμονον εις εκείνον τον άνθρωπον οπού σκανδαλίζει τον αδελφόν του και δεν ζητήση συγχώρησιν πρωτού να δύση ο ήλιος, διότι κολάζεται. Τώρα είνε δυνατόν και εγώ οπού ήλθα εδώ να μη εσκανδάλισα τινά από λόγου σας; Λοιπόν με άλλον τρόπον δεν δυνάμεθα παρά με τον εξής. Σας παρακαλώ να ειπήτε η ευγενία σας τρεις φοράς: Συγχώρησόν μας και ο Θεός συγχωρήσοι σε. Τώρα, αν θέλετε να χαρή ο Χριστός, να χαρή η Παναγία μας Θεοτόκος και πάντες οι Άγιοι, να πικρανθή ο διάβολος, ο εχθρός μας, τώρα οπού είσθε εδώ μαζεμένοι, να ηπείτε μεταξύ σας τρεις φοράς: Συγχωρείτε μας, αδελφοί, και ο Θεός συγχωρήσοι σας.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.