Αυγουστίνος Καντιώτης



ΟΙ ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ

date Ιαν 20th, 2014 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Kυριακή Tελώνου & Φαρισαίου (B΄ Tιμ. 3,10-15)

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ

ΟΙ ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ

«Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. 3,12)

ΠΑΥΛΟΣ ΑΠ.ΣΗΜΕΡΑ ἀρχίζει τὸ Τριῴδιο, ὅπως λέει ὁ λαός μας. Τί θὰ πῇ Τριῴδιο; Τριῴδιο εἶνε μία περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους ποὺ διαρκεῖ ἑβδομήντα (70) ἡμέρες. Ἀρχίζει σήμερα καὶ τελειώνει τὸ Μέγα Σάββατο· τότε ὁ ἱερεὺς ποὺ λειτουργεῖ κρατεῖ ἕνα κάνιστρο, πανέρι, γεμᾶτο ἀπὸ φύλλα δάφνης (σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσι αὐτὰ εἶνε σύμβολα νίκης καὶ θριάμβου) καὶ ψάλλει· «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν…» (Ψαλμ. 81,8).
Σήμερα εἶνε ἡ πρώτη Κυριακὴ τοῦ Τριῳδίου, ἡ Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, καὶ μέσα ἀπ᾿ τὴν καρδιά μας πρέπει νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13). Αὐτὸ εἶνε τὸ θεμέλιο, ἡ ἀρχὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Χωρὶς συναίσθησι καὶ μετάνοια εἶνε ἀδύνατον νὰ σωθοῦμε.
Μοιάζει τὸ Τριῴδιο, γιὰ νὰ ἐκφρασθῶ συμβολικά, μὲ τὴν κλίμακα ποὺ εἶδε ὁ Ἰακώβ. Ἦταν μιὰ σκάλα, ποὺ ἄρχιζε ἀπὸ τὴ γῆ καὶ ἔφτανε μέχρι τὸν οὐρανό, καὶ ἄγγελοι ἀνέβαιναν καὶ κατέβαιναν. Καὶ τότε ἔμφοβος ὁ Ἰακὼβ εἶπε· «Οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾿ ἢ οἶκος Θεοῦ», δὲν εἶνε ἄλλο αὐτὸ παρὰ ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, «καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ» (Γέν. 28,17). Ἑβδομήντα μέρες, ἑβδομήντα σκαλοπάτια ν᾿ ἀνεβοῦμε· καὶ ἂς μᾶς κρατήσῃ ὁ Θεὸς σὲ ἀγάπη, ταπείνωσι καὶ μετάνοια.
Ἀκούσατε σήμερα καὶ τὸ εὐαγγέλιο καὶ τὸν ἀπόστολο. Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ θέλω νὰ προσέξετε ἕνα λόγο, μιὰ προφητεία, τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ποῦ βρισκόταν ὅταν τὰ ἔγραφε αὐτά; Στὶς φυλακὲς τῆς Ῥώμης. Καὶ τί λέει; Ὅτι «οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Τιμ. Β΄ 3,12). Αὐτὸ τὸ λόγο θὰ ἐρευνήσουμε.

* * *

Τί σημαίνει αὐτὸς ὁ λόγος; Λέει ὅτι, ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν χριστιανικά, θὰ διωχθοῦν. Ἀπόδειξις ὅτι ὁ λόγος αὐτὸς εἶνε ἀληθινός, εἶνε ἐν πρώτοις ὁ Κύριός μας. Αὐτὸς εἶνε ὁ πρῶτος ποὺ ἐδιώχθη. Νήπιο ἦταν καὶ ἔφυγε στὴν Αγυπτο ὅταν ὁ Ἡρῴδης θέλησε νὰ τὸν θανατώσῃ. Καὶ φτωχὸς ἔζησε, ὅσο κανείς ἄλλος ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων πάνω στὸν πλανήτη μας. Ἦταν τόσο φτωχός, ὥστε εἶπε· «Οἱ ἀλεποῦδες ἔχουν φωλιὲς καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ καταφύγια», ἀλλὰ «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Λουκ. 9,58). Ἔκανε θαύματα, πρωτοφανῆ. Ἔζησε ζωὴ ἁγία καὶ ἀναμάρτητη· εἶνε ὁ μόνος ποὺ εἶπε· «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰωάν. 8,46). Δίδαξε τὴν ὡραιοτέρα διδασκαλία, λόγια αἰώνια καὶ ἀθάνατα. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι», ὅπως εἶπε (Ματθ. 24,35)· ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, ἀλλὰ τὰ λόγια μου θὰ μείνουν αἰώνια. Καὶ ὅμως ὁ Χριστὸς ἐδιώχθη. Ἐδιώχθη ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους. Καὶ ἐδικάσθη καὶ κατεδικάσθη εἰς θάνατον. Καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ὁ ὄχλος κάτω ἀπὸ τὸ πραιτώριο, σὰν λυσσασμένα σκυλιά, φώναζαν στὸν Πιλᾶτο· «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21).
Ἐδιώχθη ὁ Χριστός. Ἐδιώχθησαν ἀκόμα οἱ ἀπόστολοι· καὶ εἶχαν ὅλοι σχεδὸν μαρτυρικὸ θάνατο. Ἐδιώχθησαν οἱ διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Χρυσόστομος καὶ ὁ Βασίλειος καὶ ἄλλοι. Ἐδιώχθησαν οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων ἐπὶ τριακόσια χρόνια – τόσο ἐβάσταξαν οἱ διωγμοί, καὶ τελείωσαν μὲ τὸν Μέγα Κω᾿σταντῖνο. Ἐδιώχθησαν ἐπίσης οἱ Χριστιανοὶ στὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, καὶ ἔχουμε τότε τοὺς νεομάρτυρες.
Διωγμοὶ ἔγιναν ἀκόμα καὶ στὶς ἡμέρες μας. Ἡ ἐποχή μας εἶνε ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ ἀπὸ κάθε ἄλλη. Ἂν μαζέψουμε τὸ αἷμα ποὺ ἐχύθη σὲ δύο παγκοσμίους πολέμους, θὰ φτειάξουμε μιὰ λίμνη ἀπέραντη. Σφαγὴ μεγάλη ἔγινε. Στὴ Ῥωσία ὁ χριστιανισμὸς διώχθηκε ἐπὶ 75 χρόνια. Οἱ ἐκκλησίες ἔκλεισαν· ἔγιναν μαγαζιά, κινηματογράφοι, ἀποθῆκες. Οἱ ἱερεῖς ἐσφάγησαν ἢ τοὺς ἔστειλαν στὴν ἐξορία. Ἔκλεισαν στὰ ψυχιατρεῖα τοὺς καλύτερους Ῥώσους Χριστιανούς. Δὲν τολμοῦσε κανεὶς οὔτε τὸ σταυρό του νὰ κάνῃ. Τώρα βέβαια οἱ διῶκται νικήθηκαν. Σήμερα, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, χτυποῦν καὶ στὴ Ῥωσία οἱ καμπάνες, καὶ οἱ Ῥῶσοι δοξάζουν καὶ εὐλογοῦν τὸ Θεό, καὶ τὸν λατρεύουν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους, λέγοντας ὅπως ὁ Τελώνης «Ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Ἂν πᾶτε στὶς ῥωσικὲς ἐκκλησίες στὴ Μόσχα, θὰ τοὺς δῆτε ὅλους νὰ στέκωνται μὲ προσοχή· κι ὅταν βγαίνουν τὰ ἅγια, γονατίζουν ὅλοι καὶ ψάλλουν. Πέρασαν ὅμως ἀπὸ μεγάλο διωγμό.
Στὴν πατρίδα μας δὲν ὑπάρχει σήμερα τέτοιος διωγμός, φανερός. Ὑπάρχει διωγμὸς ἔμμεσος, κρυφός. Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ διωγμός; Νά, λόγου χάριν αὐτὸ ποὺ γίνεται στὰ σχολεῖα· δὲ᾿ λέω σὲ ὅλα, σὲ ἀρκετὰ πάντως. Ὑπάρχουν ὑλισταὶ δάσκαλοι καὶ καθηγηταὶ πού, ἐπηρεασμένοι ἀπὸ ἀθεϊστικὲς ἰδέες, δὲν ἀνέχονται τὰ παιδιὰ οὔτε τὸ σταυρό τους νὰ κάνουν ―φοβερὸ πρᾶγμα!―, καὶ διδάσκουν ἄθεα πράγματα λέγοντας ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸν χιμπαντζῆ. Στὸ σπίτι ἐπίσης μερικὲς φορὲς τὰ παιδιὰ δὲν τολμοῦν νὰ δείξουν ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν Ἐκκλησία· ὑπάρχουν σπίτια ἄθεα, ποὺ οἱ γονεῖς ἐμποδίζουν τὰ παιδιά τους νὰ ἐκκλησιαστοῦν, νὰ ἐξομολογηθοῦν, νὰ πᾶνε στὸ κατηχητικὸ σχολεῖο. Ἄλλοτε κάθε σπίτι ἤτανε μιὰ ἐκκλησία· τώρα τὰ πράγματα ἔχουν ἀλλάξει.
Πρὸ ἐτῶν στὴ Μητρόπολι ἦρθε τὴ νύχτα κάποια νεαρὰ γυναίκα καὶ ἔκλαιγε γοερῶς. ―Ἔμεινα ἔγκυος, λέει, κι ὁ ἄντρας μοῦ φωνάζει νὰ ῥίξω τὸ παιδί, νὰ κάνω ἔκτρωσι. «Σοῦ δίνω τρεῖς μέρες προθεσμία», μοῦ δήλωσε· «Ἄν δὲ᾿ ῥίξῃς τὸ παιδί, δὲ᾿ σὲ θέλω· θὰ σὲ διώξω». Τί νὰ κάνω;… Τῆς ἀπήντησα· ―Ἄκουσε· πιστεύεις στὸ Θεό; θέλεις νὰ ζῇς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο; ―Ναί. ―Λοιπόν, τήρησε τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς ἄντρα μπορεῖς νὰ ζήσῃς, χωρὶς Θεὸ δὲ᾿ μπορεῖς!… Μὲ ἄκουσε ἡ γυναίκα. Ἔμεινε ἀνυποχώρητη στὶς ἀπειλὲς τοῦ ἀντρός. Στάθηκε πιστὴ καὶ ἀποφασισμένη· καὶ γέννησε ἕνα χαριτωμένο ἀγοράκι, ποὺ ἦταν ἔπειτα πρῶτος μαθητὴς στὸ γυμνάσιο.
Ὁ Παῦλος προφήτευε· «Οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν… διωχθήσονται». Καὶ πράγματι διώκονται σήμερα οἱ Χριστιανοὶ ποὺ θέλουν νὰ ζήσουν μὲ εὐσέβεια. Θέλεις νὰ τὸ δῇς; Τόλμησε, ὅταν ταξιδεύῃς, ν᾿ ἀνοίξῃς μέσα στὸ λεωφορεῖο ἢ στὸ σιδηρόδρομο τὸ Εὐαγγέλιο. Μόλις σὲ δῇ ὁ ἄλλος, θὰ σὲ εἰρωνευθῇ. Τὸ λέει κι ὁ Μέγας Ἀντώνιος· «Θὰ ἔρθουν χρόνια τέτοια, ποὺ θὰ λένε, ὅτι ὅποιος διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο τρελλάθηκε».

* * *

Πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι λοιπόν. Ἔχοντας ὑπ᾿ ὄψιν τὸν προφητικὸ αὐτὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου «Οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν… διωχθήσονται», ἂς μείνουμε κ᾿ ἐμεῖς σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι. Τὸ εἶπα καὶ ἄλλοτε· κι ἂν ἀκόμα ὑποθέσουμε ὅτι μέσ᾿ στὸ σπίτι σου δὲν πιστεύει κανένας ἄλλος, ἐσὺ νὰ πιστεύῃς. Κι ἂν ἀκόμα ὅλη ἡ πόλις ἢ τὸ χωριό σου γονατίσῃ στὰ εδωλα καὶ ἀρνηθῇ τὸ Χριστό, ἐσὺ νὰ πιστεύῃς. Κι ἂν ἀκόμα ὅλη ἡ χώρα σου ἐγκαταλείψῃ τὴ χριστιανικὴ πίστι καὶ τὴν Ἐκκλησία, ἐσὺ νὰ πιστεύῃς στὸ Χριστό, ὅπως δίδαξαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ οἱ πατέρες, οἱ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς Σύνοδοι. Κι ἂν ἀκόμα σ᾿ ὁλόκληρο στὸν πλανήτη δὲν ὑπάρχῃ κανένας ἄλλος ὀρθόδοξος Χριστιανὸς καὶ μείνῃς ὁλομόναχος, ἐσὺ νὰ πιστεύῃς. Μεῖνε ἑδραῖος καὶ ἀμετακίνητος. Στὸ τέλος θὰ νικήσῃ ὁ Χριστός. Δὲ᾿ θὰ νικήσῃ ὁ ἀντίχριστος, δὲ᾿ θὰ νικήσουν οἱ ἄθεοι καὶ οἱ ἄπιστοι· θὰ νικήσῃ ἐκεῖνος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἕνας διώκτης τοῦ χριστιανισμοῦ, ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, τὴν ὥρα ποὺ πέθαινε στὸ πεδίο τῆς μάχης, ὡμολόγησε καὶ εἶπε· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε μὲ νίκησες. Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἀήττητος.
Ὅλοι λοιπόν, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, κοντὰ στὸ Χριστό. Καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ σατανᾶ καὶ τὶς σατανικὲς διασκεδάσεις, ὅπως εἶνε τὶς ἡμέρες αὐτὲς τὰ καρναβάλια. Εὐλογημένος ὅποιος ὑπακούει στὴ βουλὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐγκαταλείπει τὶς εἰδωλολατρικὲς αὐτὲς τελετές. Ἐνῷ δυστυχισμένος ὅποιος συμμετέχει στὰ καρναβάλια, ὅπου ξοδεύονται ἑκατομμύρια γιὰ τὸ διάβολο, γιὰ γλέντια καὶ διασκεδάσεις. Τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες ἂς εμεθα πιὸ προσεκτικοί. Γιατὶ ἔρχεται θύελλα στὸν κόσμο, κι ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ· νὰ φυλάῃ μικροὺς καὶ μεγάλους, ὅλο τὸ λαό του. Θὰ εἶνε τραγικό, ἐνῷ πρέπει νὰ εμεθα σὲ προσευχὴ καὶ σὲ δέησι, ἐμεῖς νὰ γλεντοκοποῦμε.
Ὁ Θεὸς ἂς γίνῃ ἵλεως, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίων Κωνσταντίνου & Ἑλένης Ἀμυνταίου 7-2-1993)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.