Αυγουστίνος Καντιώτης



ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΑ

date Μαι 19th, 2014 | filed Filed under: ΕΡΜΗΝΕΙΑ Β´ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Χαρις

Β΄ πρὸς Θεσσαλονικεῖς (α, 2)

Από την ερμηνεία της Αγίας Γραφής στον κύκλο ανδρών
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

apostolos-paylosστίχ. 2. «χάρις ὑμῖν…». Τί θὰ πῇ χάρις; Ἂς ποῦμε ἕνα παράδειγμα, καὶ μὴ μὲ παρεξηγήσετε. Προσπαθῶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ νὰ μὴν ἀνήκω οὔτε στὴ βασιλεία οὔτε στὴ δικτατορία, νὰ μὴν εἶμαι οὔτε μὲ τοὺς Ἀμερικάνους οὔτε μὲ τοὺς Ῥώσσους. Εἶμαι Χριστιανός.
Ἐπὶ δικτατορίας τοῦ Μεταξᾶ διώχθηκα. Ἤμουν μεταξὺ τῶν λίγων ἱεροκηρύκων ποὺ διώχθηκαν τότε. Πρέπει ὅμως νὰ ὁμολογήσω μιὰ ἀλήθεια. Θυμᾶμαι, ὅτι τότε ἦταν καταχρεωμένοι οἱ χωρικοί μας. Ἡ ἀγροτικὴ τράπεζα, ποὺ λειτουργοῦσε γιὰ τὴν ἐξυπηρέτησι δῆθεν τῶν ἀγροτῶν, τοὺς εἶχε δέσει ὅλους. Ἄλλος πουλοῦσε τὰ βόδια του, ἄλλος τὰ πρόβατά του. Καὶ σὰ᾿ νὰ μὴν ἔφταναν τὰ χρέη ποὺ εἶχαν στὴν τράπεζα, εἶχαν καὶ στοὺς τοκογλύφους. Ἦταν φοβερὰ ἡ κατάστασις. Ὁπότε μιὰ νύχτα ἀπὸ τὸ ῥαδιόφωνο ἀνεκοίνωσε ὁ Μεταξᾶς, ὅτι χαρίζονται ὅλα τὰ χρέη τῶν ἀγροτῶν. Τὸ τί ἔγινε δὲν περιγράφεται. Ἀνέβηκαν οἱ χωρικοὶ τὴ νύχτα στὰ καμπαναριὰ καὶ χτυποῦσαν χαρούμενα τὶς καμπάνες…
Ἀλλ᾿ ὅλοι μας ἔχουμε ἕνα ἀσήκωτο χρέος πρὸς τὸ Θεό. Καὶ τὸ κακὸ εἶνε ὅτι δὲν τὸ αἰσθανόμεθα. Ἔχουμε ὅλοι ἕνα χρέος, καὶ αὐτὸ εἶνε οἱ ἁμαρτίες μας. Κάθε μέρα χρεωνόμεθα μὲ νέες ἁμαρτίες. Ἂν εἶσαι τίμιος καὶ χρωστᾷς στὸν ἄλλον 100 ἢ 200 δραχμές, προσπαθεῖς νὰ τὶς ἐπιστρέψῃς. Ἀλλὰ τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε πρὸς τὸ Θεὸ ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας ποιός θὰ μᾶς τὸ ἐξοφλήσῃ; Μόνοι μας νὰ τὸ ἐξοφλήσουμε δὲ᾿ μποροῦμε. Πῶς θ᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία; Ἕνας μόνο μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ ἐξοφλήσῃ· «ὁ αιρων τὰς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου». Λέει κάπου ὁ Ντοστογιέφσκυ· Ἂν ὑποθέσουμε, ὅτι προσπαθοῦμε μόνοι μας νὰ ἐξοφλήσουμε τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ πᾶμε καὶ ζοῦμε σ᾿ ἕνα βουνό, κάνοντας συνεχῶς κομποσχοίνια καὶ μετάνοιες, δὲ᾿ θὰ μπορέσουμε νὰ ἐξοφλήσουμε οὔτε τὴν πιὸ μικρὴ ἁμαρτία. Αὐτὰ λοιπὸν τὰ χρέη μας μᾶς τὰ ἐξώφλησε ὁ Χριστός.
Θὰ σᾶς πῶ κ᾿ ἕνα ἄλλο παράδειγμα, ποὺ συνέβη στὸ ῥωσικὸ στρατό. Ἕνας στρατιώτης ἦταν φτωχαδάκι. Σὲ ὧρες σχόλης ἀναλογιζόταν τὶς ἀνάγκες του. Πῆρε ἕνα χαρτὶ κ᾿ ἔγραψε τὰ χρέη τῆς οἰκογενείας του. Κι ἀπὸ κάτω τὸ χαρτὶ ἔγραψε· «Ἄχ Θεέ μου, ποιός θὰ ἐξοφλήσῃ τὰ χρέη τῆς οἰκογενείας μου; Δοῦλοι γεννηθήκαμε, δοῦλοι καὶ θὰ πεθάνουμε…». Κρατώντας τὸ χαρτὶ τὸν πῆρε ὁ ὕπνος. Τὴ νύχτα ἐκείνη ἐπισκέφτηκε τὸ σύνταγμα ὁ τσάρος. Μπῆκε στοὺς θαλάμους γιὰ ἐπιθεώρησι. Πλησίασε κι αὐτὸν τὸ στρατιώτη ποὺ κοιμόταν. Εἶδε τὸ χαρτάκι στὰ χέρια του. Τὸ πῆρε καὶ τὸ διάβασε. Συγκινήθηκε ὁ τσάρος καὶ εἶπε· «Τὸν καημένο τὸ στρατιώτη, τὸν ἔχουμε ἐδῶ καὶ φυλάει τὴν πατρίδα, ἀλλ᾿ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα θὰ πάῃ ὁ κλητήρας καὶ θὰ τοῦ κατασχέσῃ τὸ σπίτι». Παίρνει τότε καὶ γράφει ἀπὸ κάτω· «Ἐξωφλήθη», ὑπογραφὴ «Ὁ τσάρος». Καὶ λέει στὸ λοχαγό· «Τὰ χρέη του θὰ τὰ ἐξοφλήσω ὅλα ἐγώ». Τὸ πρωΐ, ποὺ ξύπνησε ὁ στρατιώτης, κοιτάζει τὸ χαρτὶ καὶ διαβάζει τὸ «Ἐξωφλήθη». Ζητᾷ νὰ μάθῃ τί ἔγινε, καὶ τοῦ ἐξηγοῦν ὅτι ἦρθε τὴ νύχτα ὁ τσάρος καὶ ἐκεῖνος τὸ ἔγραψε, ὅλα τὰ χρέη τῆς οἰκογενείας σου θὰ τὰ πληρώσῃ αὐτός. Πέταξε ἀπὸ τὴ χαρά του…
Αὐτὰ τὰ καταλαβαίνουμε, τ᾿ ἄλλα δὲν τὰ καταλαβαίνουμε. Ποιά; Ὅτι ἐμεῖς είμαστε αὐτοὶ ποὺ χρωστᾶμε στὸ Θεό. Καὶ πέρασε τὴ νύχτα – τὰ μεσάνυχτα ὁ Χριστὸς καὶ ἔγραψε μὲ τὸ αἷμα του «Ἐξωφλήθη». Ἐξωφλήθησαν ὅλα τ᾿ ἁμαρτήματά σας, ὅσο μεγάλα καὶ πολλὰ καὶ ἂν εἶνε. Αὐτή εἶνε ἡ μεγάλη ἀλήθεια τοῦ Χριστιανισμοῦ. Τὰ ἄλλα, νηστεῖες, κομποσχοίνια, προσευχές, γηροκομεῖα…, δὲν μᾶς σῴζουν χωρὶς τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. «Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰωάν. 1,7). Μὲ τὸ αἷμα του ἔγραψε ὁ Χριστὸς τὴν ἐξόφλησι τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Γι᾿ αὐτὸ θὰ εἶνε ἀναπολόγητος ὁ ἁμαρτωλός. Εδατε δίπλα του στὸ σταυρὸ τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ποιόν εἶχε ὁ Χριστός; Τὸ λῃστή εἶχε. Καὶ τοῦ ἐξώφλησε τὸ χρέος λέγοντας· «Σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,43). Συγχωρεῖ καὶ ἐξοφλεῖ ὅλα μας τ᾿ ἁμαρτήματα ὁ Χριστός, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουμε.
Ἁμαρτωλοὶ τῆς γῆς, χαρῆτε! Ὁ Χριστὸς ὑπέγραψε καὶ γιὰ σᾶς τὸ διάταγμα τῆς συγχωρήσεως. Αὐτὸ εἶνε ζήτημα πίστεως, καὶ γιὰ νὰ τὸ νιώσῃς πρέπει νὰ καταλάβῃς τί θὰ πῇ ἁμαρτία.
Ἀλλὰ χάρις δὲν εἶνε μόνο ἡ ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν, δὲν εἶνε μόνο ἡ συγχώρησι, δὲν εἶνε μόνο ὅτι μᾶς χαρίζονται τὰ χρέη· χάρις εἶνε καὶ κάτι ἄλλο. Εἶνε μιὰ οὐράνια δύναμι. Ἐσεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, λέει, χαρῆτε, γιατὶ σᾶς συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες. «Ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι σας». Καὶ μαζὶ μὲ τὴ χάρι μᾶς δίνεται καὶ ἡ δύναμι γιὰ νὰ κάνουμε τὸ καλό.
Λέει κάποιος φιλόσοφος· Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ἔχουμε μπροστά μας ἕναν παράλυτο. Ἂν τοῦ ποῦμε, Ἐμπρὸς τροχάδην, στόπ, στροφὴ πρὸς τὰ δεξιά, στροφὴ πρὸς τ᾿ ἀριστερά, θὰ σοῦ πῇ· Δὲ μ᾿ ἀφήνεις ἥσυχο στὸν πόνο μου, μὲ κοροϊδεύεις; Δός μου τὴν ὑγεία σου, γιὰ νὰ τρέξω.
Παράλυτοι εμεθα ὅλοι. Ὡραῖα τὰ ἠθικὰ παραγγέλματα τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους. Ἀλλὰ εἶνε παραγγέλματα γυμναστῶν σὲ παραλύτους ἀνθρώπους· Ἐμπρός, μάρς. Τί νὰ τὰ κάνω ἐγὼ αὐτά; Μοῦ λές, Κάνε τὸ καλό. Πῶς νὰ τὸ κάνω; Δὲ᾿ μπορῶ. Δός μου τὴ δύναμι, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ κάνω τὸ καλό.
Ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἔνοχος καὶ ἀδύνατος. Καὶ αὐτὸ λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν του. Νά ἀπὸ ποῦ δημιουργεῖται τὸ λεγόμενο ἄγχος. Τὸ ἄγχος δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἁμαρτία, τὸ ἁμαρτωλὸ συνειδός, ποὺ οἱ ἐπιστήμονες τὸ λένε ὑποσυνείδητο. Τὸ ὑποσυνείδητο κατ᾿ ἀρχὰς εἶνε τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Ἀλλὰ τοῦ ἄλλαξαν ὄνομα. Ἂν πῇς ὑποσυνείδητο, τὸ δέχονται· ἂν πῇς προπατορικὸ ἁμάρτημα, δὲ δίνουν σημασία.
Ἡ χάρις λοιπὸν εἶνε ἀφ᾿ ἑνὸς ἡ ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ ὑπερφυσικὴ δύναμι γιὰ νὰ μπορέσῃ ὁ ἄνθρωπος νὰ κάνῃ τὸ καλό.
Τί ἄλλο εἶνε ἡ χάρις; Ὅ,τι καὶ νὰ ποῦμε εἶνε θεωρία. Θέλεις νὰ αἰσθανθῇς τὴ χάρι; Προσπάθησε νὰ κάνῃς μιὰ καλὴ ἐξομολόγησι, καὶ τότε θὰ τὴν αἰσθανθῇς. Νὰ πᾷς σ᾿ ἕνα καλὸ πνευματικὸ πατέρα, νὰ γονατίσῃς καὶ νὰ πῇς μὲ εἰλικρίνεια καὶ μὲ μετάνοια ὅλες τὶς ἁμαρτίες σου, καὶ τότε θ᾿ ἀκούσῃς τὸ «Τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Ματθ. 9,2). Καὶ τότε θὰ καταλάβῃς τί θὰ πῇ χάρις.
Ὅπως στὸν ἠλεκτρισμό· βλέπουμε τὶς ἐνέργειές του καὶ τὶς ἐκδηλώσεις του, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε τί εἶνε ὁ ἠλεκτρισμός. Ἂν ρωτήσουμε ὄχι αὐτοὺς τοὺς μικροὺς ἐπιστήμονες, ποὺ τάχατες κάτι ξέρουν, ἀλλὰ καὶ τοὺς μεγαλυτέρους φυσικούς, ετε Ῥώσους ετε Ἀμερικάνους, δὲ᾿ μποροῦν νὰ μᾶς ἀπαντήσουν. Περιγράφουν τὸν ἠλεκτρισμό, ἀλλὰ τὴν οὐσία του δὲν τὴν ξέρουν.
Τὸ ίδιο γίνεται καὶ μὲ τὸ μαγνητισμό. Βλέπουμε τὶς ἐνέργειές του, ἀλλὰ τί εἶνε μαγνητισμὸς δὲ᾿ μποροῦμε νὰ ποῦμε. Τὰ αἰσθανόμεθα αὐτά, περιγράφουμε τὶς ἐνέργειές τους, ὅμως δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἐξηγήσουμε, γιατὶ δὲν ξέρουμε τὴν οὐσία τους.
Ἔτσι, κατὰ κάποιο τρόπο, εἶνε καὶ ἡ χάρις. Ἕνα εἶδος ἠλεκτρισμοῦ, ἕνα εἶδος μαγνητισμοῦ, ποὺ εἰσχωρεῖ μέσα στὸ ἀνθρώπινο εἶναι καὶ κάνει θαύματα μεγάλα.
«Χάρις ὑμῖν…». Νὰ εἶνε μαζί σας ἡ χάρις, ἡ ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν, ἡ δύναμι τοῦ Θεοῦ ποὺ κάνει θαύματα μεγάλα. Διότι «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. 15,5). Χωρὶς τὸ Χριστὸ δὲ᾿ μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε ἀπολύτως.
Ἂν μποροῦσε νὰ σωθῇ ὁ ἄνθρωπος μόνος του, δὲ᾿ θὰ κατέβαινε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Ἂν μποροῦσε νὰ τὸν σώσῃ ἡ τέχνη του, ἡ φιλοσοφία του καὶ διάφορα ἄλλα δικά του μέσα, δὲν θὰ κατέβαινε ὁ Χριστός. Γιὰ νὰ ᾿ρθῇ ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲ᾿ μποροῦσε νὰ σωθῇ μόνος του, μὲ τὶς δικές του δυνάμεις, καὶ εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ μιὰ ὑπερφυσικὴ δύναμι, γιὰ νὰ τὸν σηκώσῃ ἀπὸ κάτω ποὺ ἦταν πεσμένος.
Λέει ἕνας ποιητής· Ὁ ἄνθρωπος εἶχε κατρακυλήσει ἀπὸ μεγάλα ὕψη… Ὅπως αὐτοὶ ποὺ ἀνεβαίνουν στὶς Ἄλπεις, ἂν ἀρχίσουν νὰ κατρακυλοῦν ἀπὸ τὰ ὕψη, προσπαθοῦν νὰ κρατηθοῦν ἀπὸ τοὺς θάμνους, ἀλλὰ οἱ θάμνοι ξερριζώνονται καὶ πᾶνε πρὸς τὰ κάτω. Σῴζονται καὶ σηκώνονται, μόνο ἂν ἔρθῃ κάποια δύναμι ἀπὸ πάνω.
Ἔτσι εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Ἔχει πέσει βαθειά, μέσα στὸ χάος. Καὶ ἔρχεται τὸ χέρι τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ἀνεβάζει πρὸς τὰ ἐπάνω. Ἡ χάρις εἶνε ζήτημα πίστεως, ὄχι ζήτημα θεωρίας καὶ φιλολογίας.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.