Αυγουστίνος Καντιώτης



«Hκουσαν οι ποιμενες…» (Ακαθ. υμνος Η)

date Φεβ 25th, 2010 | filed Filed under: ΟΜΙΛΙΕΣ (απομαγν.)

Β΄ Στάσις Χαιρετισμῶν

Αυτι, ακοη, υπακοη

«Ἤκουσαν οἱ ποιμένες…» (Ἀκάθ. ὕμν. Η)

ΠΟΙΜΑΝΕΣΑΠΟΨΕ, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Τί εἶ­ναι ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος; Ἕνα τραγούδι. Τραγούδια ὑπάρχουν πολλά· τραγούδια τοῦ Θεοῦ, τραγούδια τοῦ διαβόλου. Ποιά εἶνε τοῦ διαβόλου; Αὐτὰ ποὺ ἀκούγον­ται στὰ νυκτερινὰ κέντρα, τὰ ὁποῖα δυστυ­χῶς τ᾽ ἀφήνουν καὶ λειτουργοῦν γιὰ νὰ σαπί­σῃ ἡ νέα γενεά, τὰ παιδιά μας. Ἀ­ναστενάζω γι᾽ αὐτό. Ὅ­σοι εἶστε γο­νεῖς, μὴν ἀφήνετε τὰ παιδιά σας νὰ γυρίζουν τὴ νύ­χτα. Βράδυασε; σὰν τὰ πουλάκια νὰ γυρίζουν στὸ σπίτι.
Ἐγὼ ὅμως τώρα θέλω νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τραγούδια ποὺ φωτίζουν τὸ μυαλό, θερμαίνουν τὴν καρδιά, σὲ ἀ­νεβάζουν στὰ οὐράνια. Ἕνα τέτοιο τραγούδι εἶνε ὁ Ἀ­κά­θιστος ὕμνος, τὸ τραγούδι τῆς Παναγιᾶς. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ γυ­ναῖκες δὲν ἤξεραν ἄλλα τραγούδια, κοσμι­κὰ – ἐρωτικά. Τραγουδοῦσαν ὅλες τὸ «τραγού­δι τῆς Παναγιᾶς» – ἔτσι τὸ λέγανε. Τώρα, πέστε μου, ὑ­πάρ­χει κορίτσι ποὺ νὰ ξέρῃ ἀπ᾽ ἔξω τοὺς Χαιρετισμούς;… Ἀφήσαμε τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὰ τραγούδια τοῦ διαβόλου.
Τί εἶναι ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος; Μὲ ἁπλᾶ λόγια, εἶναι μιὰ ὡ­ραία πολυκατοικία, ποὺ ἔχει τέσσερα διαμερίσματα (τὶς τέσσερις στάσεις)· κάθε διαμέρι­­σμα ἔχει ἕξι δωμάτια (τοὺς ἕξι οἴκους ἢ στρο­φές)· καὶ κάθε δωμάτιο ἔχει δώδεκα πα­ράθυρα (τὰ δώδεκα «χαῖ­ρε»), δηλαδὴ συνολι­κῶς ἑκατὸν σαραν­τατέσ­σερα παράθυρα – «χαῖ­ρε». Τὸ σπίτι αὐτὸ τό ᾽χτι­σαν μὲ θεϊκὰ ὑλικὰ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, καὶ μένει ἀθάνατο. Οἱ στροφές, εἴ­παμε, λέγονται καὶ οἶκοι, καὶ εἶ­νε τόσες ὅσα καὶ τὰ γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου. Πόσα γράμματα ἔχει τὸ ἀλφάβητο; Εἰκοσιτέσ­σερα. Ἀπ’ ὅλες τὶς στροφὲς θὰ ἑρμηνεύσουμε μόνο μία, αὐτὴν ποὺ ἀρχίζει ἀ­πὸ τὸ γράμμα Η (ἦτα), κι ἀπ’ αὐτὴν κυρί­ως τὶς δύο πρῶτες λέξεις· «Ἤκουσαν οἱ ποιμένες».

* * *

«Ἤκουσαν». Ἄκουσαν. Ποιοί καὶ τί ἄκουσαν; Πρὶν ὅμως ἀπὸ αὐτὰ ἂς δοῦμε κάτι ἄλλο.
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει πάνω του πολλὰ ὄργανα. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ θαυμαστὰ εἶνε τὸ αὐτί. Ἐπάνω στὸ Βίτσι ἡ ἐπιστήμη ἔχει φτειάξει ἕνα μεγάλο τεχνητὸ αὐτί. Πῶς τὸ λέ­νε; Ραντάρ. Εἶ­νε τεντωμένο κι ἀκούει ἀπὸ μακριὰ ἂν πετάῃ ἐχθρικὸ ἀεροπλάνο, εἰδοποιεῖ καὶ λέει‧ Φυλα­χτῆτε! Αὐτὸς εἶνε ὁ προορισμός του. Φανταστῆτε λοιπόν, ν’ ἀνεβῇ κάποιος στὸ βουνό, νὰ δῇ αὐ­τὸ τὸ μηχάνημα, καὶ νὰ πῇ· Ἄ, δὲν εἶνε τίποτα αὐτό, ἔτσι φύτρωσε μόνο του! Τὸ λέει καν­εὶς αὐτό; Ὄχι βέβαια. Δὲ μοῦ λὲς τώρα· ἐ­σὺ ἔχεις ἐπάνω στὸ κεφάλι σου δυὸ ραντάρ, τὰ αὐτιά· ποιό εἶνε πιὸ τέλειο, τὸ ραντὰρ τοῦ Βιτσίου ἢ τὸ αὐτὶ τοῦ ἀνθρώπου; Τὸ αὐτὶ τοῦ ἀνθρώπου ἀσφαλῶς. Μπορεῖ νὰ πῇ κανείς, ὅ­τι τὸ αὐτὶ ἔγινε μόνο του; Ἂν λοιπὸν συναν­τήσετε κανένα ἡμιμαθῆ ποὺ λέει πὼς δὲν ὑ­πάρχει Θεός, νὰ τοῦ πῆτε· Ἐ­ὰν μὲ πείσῃς ὅτι τὸ ραντὰρ φύτρωσε μόνο του, τότε κ’ ἐγὼ θὰ πιστέψω ὅτι καὶ τὸ αὐτί μας τό ᾽κανε ἡ τύχη. Φτάνει ἕνα αὐτὶ ν᾽ ἀποδείξῃ ὅτι ὑπάρχει Θεός.
Θαυμάζουμε τὸ ραντάρ. Ἀλλὰ τί εἶνε τὸ ρα­ν­τάρ; Ἕνα αὐτὶ μηχανικό. Δὲ συγκρίνεται μὲ τὸ φυσικὸ αὐτί. Γι’ αὐτὸ νὰ παρακαλοῦμε ὁ Θεὸς νὰ δίνῃ ὑ­γεία. Γιατὶ καμμιὰ φορὰ χα­λᾶ­νε καὶ τ’ αὐτιά, καὶ δὲ γιατρεύ­ονται· χρει­ά­ζον­ται ἀκουστικά. Μεγάλο πρᾶ­γμα ἡ ἀ­κοή. Ὅσοι τὴν ἔχουμε ἂς εὐχαριστοῦ­με τὸ Θεό.
Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς τὴν ἀκοή, γιὰ ν’ ἀκοῦμε τὶς φωνὲς τῶν ἄλλων ἀλλὰ καὶ τοὺς δι­αφόρους ἤχους στὴ φύσι. Ἐν συγκρίσει βέβαια μὲ τὸν ἄνθρωπο μερικὰ ζῷα ἔχουν ἀκοὴ ἀνώτερη, ἔ­χουν τὴν αἴσθησι αὐτὴ πολὺ πιὸ ἀνεπτυ­γμένη. Ὁ σκύλος λ.χ. ἀκούει καὶ τὸ παραμικρό. Ἔχει τ᾽ αὐτί του κάτω στὴ γῆ κ’ εἶνε ὁ πρῶτος ποὺ καταλαβαίνει πὼς θὰ γίνῃ σεισμός. Ὅταν ἀ­κούσετε τὴ νύχτα νὰ γαυγίζουν ὅλα τὰ σκυλιά, κάτι συμβαίνει. Στὴν Ἀ­καρνανία, ποὺ ἔ­γινε σεισμός, μία ὥρα πρὶν τὴν δόνησι ὅλα τὰ σκυλιὰ γαυγίζανε.
Μᾶς ἔδωσε λοιπὸν ὁ Θεὸς τὴν ἀκοή. Γιατί μᾶς τὴν ἔδωσε; Γιατί, παιδί μου, σοῦ ᾽δωσε ὁ Θεὸς δύο ὡραῖα αὐτάκια, ἕν᾽ ἀπὸ δῶ κ’ ἕν᾽ ἀπὸ κεῖ; Γιὰ ν᾽ ἀκοῦς τοὺς γονεῖς. Τοὺς ἀκοῦς; Ἂν σὲ φωνάζουν κ’ ἐσὺ δὲν πηγαίνῃς, τ᾽ αὐ­τιὰ θέλουν κόψιμο. Ἔ­δωσε ὁ Θεὸς αὐτιὰ στὰ παιδιά, ν᾽ ἀκοῦνε τὸ δάσκαλό τους. Ἔδωσε αὐ­­τιὰ σ’ ἐσᾶς τὶς γυναῖκες, ν᾽ ἀκοῦτε τὸν ἄν­τρα σας, ποὺ σηκώνεται πρωὶ καὶ πάει στὴ δουλειὰ καὶ μερικὲς φορὲς κινδυνεύει. Νὰ τὸν ἀκοῦτε σὲ ὅλα. Μόνο ἂν σᾶς πῇ νὰ κάνετε κάτι κακό (νὰ κλέψετε, νὰ πῆτε ψέματα, νὰ ἀτιμάσετε, νὰ πᾶτε νὰ πουλήσετε τὸ κορμί σας), τότε μὴν τὸν ἀκούσετε. Σὲ ὅλα τ’ ἄλλα πρέπει νὰ τὸν ἀ­κούσετε. Ἦρθε κάποιος ἀπὸ τὴν Πρέσπα καὶ μοῦ ἔλεγε· Ἔχω μαρτύριο μὲ τὴ γυναῖκα μου· τὴ συμβουλεύω, δὲ μ᾽ ἀ­κούει· ἄλφα λέω ἐγώ – βῆ­τα αὐτή, βῆτα λέω ἐ­γώ – γάμμα αὐτή…
Ν᾽ ἀ­κοῦτε λοιπόν, γυναῖ­κες, τὸν ἄντρα σας. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι ν’ ἀ­κοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ· μᾶς ἔδωσε τὴν ἀ­κοή, γιὰ νὰ εἴμαστε κάθε Κυριακὴ στὴν ἐκ­κλη­σιὰ καὶ ν᾽ ἀκοῦμε τὸν ἱερέα, τὸν ποι­μένα μας. Ὅπως ὁ ἄρρωστος ἀκούει τὸ γιατρὸ κι ὁ στρατιώτης τὸν ἀξιωματικό, ἔ­τσι κ’ ἐ­μεῖς ν᾽ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ.
Ἀκοῦμε ἆραγε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ; Μιὰ προ­φητεία τῆς Και­νῆς Διαθήκης λέει, ὅτι θὰ ᾽ρθοῦν χρόνια κατηραμένα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ φράξουν τ’ αὐτιά τους μὲ βου­λοκέρι νὰ μὴν ἀκοῦ­νε τὰ λόγια του Θεοῦ καὶ θὰ τ᾽ ἀνοίξουν ν᾽ ἀ­κοῦνε τὰ λόγια τοῦ διαβόλου (βλ. Β΄ Τιμ. 4,3-4). Δὲ βλέπετε τί γίνεται κάθε νύχτα μὲ τὴν τηλε­όρασι; Ἔχουμε τὴ χειρότερη τηλεόρασι· κάνει μεγάλη ζημιὰ σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους. Μοῦ ᾽λεγε ἕνας γυμνασιάρχης ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη· Διαλύθηκε τὸ σχολεῖο. Εἴχαμε ἕνα μα­θη­τὴ ἀριστοῦχο σὲ ὅλα τὰ μαθήματα, ὁ ὁποῖ­ος ὅμως ξαφνικὰ ἄρχισε νὰ πέφτῃ. Περίεργο πρᾶγμα. Τί ἔπαθε τὸ παιδί; Πηγαίνω στὸ σπίτι. Ρωτῶ τὸν πατέρα. Τί βλέπω; Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ πατέρας ἔβαλε μέσ᾽ στὸ σπίτι τὸ κατηραμένο αὐτὸ κουτί, τὸ παιδὶ πλέον δὲ μαθαίνει γράμματα… Στὴ Νέα Ὑόρκη καὶ στὸ Σικάγο σηκώθηκαν μεγάλοι ἐπιστήμονες καὶ τί λένε· Πε­τάξτε τὶς τηλεοράσεις!… Πρὶν διακόσα χρό­νια πέρασε ἀπὸ τὴν πατρίδα μας ἕνας ἅγιος καὶ προφήτης, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, καὶ τί εἶ­πε; Ὅτι ὁ διάβολος θὰ βρῇ ἕνα κουτὶ καὶ μ’ αὐ­τὸ θὰ τρελλάνῃ τὴν ἀν­θρωπότητα. Προφήτευσε τί κακὸ θὰ κάνῃ ἡ τηλεόρασι. Γι’ αὐτὸ σᾶς προοτρέπω· Κλεῖ­στε τὶς τηλεοράσεις, βγάλτε τὸ διάβολο μέσ᾽ ἀπ’ τὸ σπίτι σας!
Αὐτὰ σχετικὰ μὲ τὸ «Ἤκουσαν». Παρακάτω τί λέει· «Ἤ­κουσαν οἱ ποιμένες». Δὲν ὑπάρχει δηλαδὴ μόνο παρακοή, ὑπάρχει καὶ ὑπακοή. Δὲν εἶναι μόνο αὐτοὶ ποὺ κωφεύουν καὶ παρακού­ουν, εἶναι κ’ ἐκεῖ­νοι ποὺ ἀ­κούουν καὶ ὑπακούουν στὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτοὶ εἶναι οἱ ποιμένες, οἱ τσοπάνηδες. Μιὰ νύχτα τοῦ χειμώνα ἔξω ἀπὸ τὴ Βηθλεὲμ φύλαγαν τὰ πρόβατά τους. Αἴ­φνης τὰ μεσάνυχτα —δὲν εἶ­ναι ψέμα— τοὺς ἐ­­πι­σκέφθηκε ἄγ­γελος Κυρίου, ἔλαμψε γύρω φῶς, καὶ τοὺς εἶπε ὅτι γεννήθη­κε ὁ Χριστός· συγχρόνως πλῆθος ἄγγελοι ὑ­μνοῦσαν τὸ Θεὸ καὶ ἔλεγαν· «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Μά, θὰ πῆτε, δὲν ὑπῆρχαν τότε ἄλλοι νὰ πάρουν τὸ μήνυμα αὐτό; Ὑπῆρχαν. Σὲ ἀπόστασι λίγων χιλιομέτρων, μέσα στὰ Ἰεροσόλυμα, ἦταν τὸ παλάτι ὅπου ζοῦσε ὁ βασι­λιᾶς, καὶ πιὸ πέρα ἦ­ταν πολλοὶ ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς καὶ φαρισαῖοι καὶ γραμματεῖς ποὺ κρατοῦσαν βιβλία κ’ ἔκαναν τὸ σοφό. Κανείς ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ἄκουσε τὸν ὕμνο τῶν ἀγ­γέλων· τὸν ἄκουσαν μόνο οἱ τσοπάνηδες. Τί μεγαλεῖο ἡ θρησκεία μας! Ἄρ­χισε ἀπὸ τοὺς τσοπάνηδες καὶ τοὺς ψαρᾶδες καὶ τοὺς ἐργάτες.
Καὶ τώρα ἐρωτῶ‧ Γιατί τὸ μήνυμα τοῦ εὐαγ­γελίου τὸ ἄκουσαν αὐτοὶ καὶ ὄχι οἱ ἄλλοι; Ἔ­χει μεγάλη σημασία αὐτό. Ὅσοι κατέ­χουν ἐξ­ουσία καὶ πλούτη καὶ μόρφω­σι, τοὺς πειράζει ὁ διάβολος κ’ ἔχουν ὑπερηφάνεια κ’ ἐγωϊσμό· νομίζουν πὼς πιάσανε τὰ ἄστρα. Οἱ τσοπάνηδες ἦταν ἄκακοι, ἁπλοῖ, καθαροὶ ἄνθρωποι, εἶ­χαν ταπείνωσι· καὶ στοὺς ταπεινοὺς ἀναπαύεται καὶ ἐμφανίζεται ὁ Θεὸς καὶ αὐτοὺς εὐλογεῖ. Προφητεύω· θὰ πέσῃ πεῖνα, πεῖνα μεγάλη, αὐτοὶ ποὺ μαζεύτηκαν στὶς πόλεις, κ’ ἔ­χουν μισθό, καὶ δὲν τοὺς φτάνουν τὰ λεφτά, καὶ ζητᾶνε αὐξήσεις, καὶ κάνουν ἀπεργίες, θὰ πεινάσουν. Ὅσα χρήματα καὶ νὰ ἔχῃ τὸ κράτος, θὰ τελειώσουν· κι ὁ Ὅλυμπος νά ᾽τανε χρυσάφι, θὰ τὸν τρώγαμε. Σὲ ἄλλες χῶρες οἱ φοιτηταὶ ἐργάζονται, δὲν κάνουν ἔρωτα στὸ δρόμο ὅπως οἱ δικοί μας. Ἔ λοιπόν, θὰ πέσῃ πεῖνα. Καὶ θὰ σβήσουν ὅλα τὰ χιλιάδες ἐπαγγέλματα. Τὰ πιὸ εὐλογημένα, ποὺ θὰ μείνουν, ποιά εἶνε· ὁ γεωργός, ὁ βοσκός, καὶ ὁ ψαρᾶς.

* * *

Ἂς ὑπακούσουμε, ἀγαπητοί μου, στὸ Χριστό· ἂς ὑποταχθοῦμε στὸ θέλημά του· ἂς ζήσουμε κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ τότε, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, νὰ τύχουμε τῆς οὐρανίου χαρᾶς μετὰ τῶν ταπεινῶν ποιμέ­νων καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Σπυρίδωνος Ἀχλάδας – Φλωρίνης τὴν 19-3-1976

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.