Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ’ Category

YΠΑΡΧΕΙ ΠΟΘΟΣ ΑΙΩΝΙΟΥ ΖΩΗΣ;

author Posted by: admin on date Αυγ 30th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΙΒ΄ Ματθαίου (Ματθ. 19,16-26)
Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

YΠΑΡΧΕΙ ΠΟΘΟΣ ΑΙΩΝΙΟΥ ΖΩΗΣ;

«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα  ἔχω ζωὴν αἰώνιον;» (Ματθ. 19,16)

συγχ.ιστΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο  εὐαγγέλιο. Ὅταν ὁ Χριστός μας  εὑρίσκετο σωματικῶς ὡς ἄνθρωπος ἐδῶ  στὴ γῆ, πολλοὶ ἔτρεχαν κοντά του·  τυφλοί, λεπροί, ἄρρωστοι ἀπὸ διάφορες  ἀσθένειες, γονεῖς μὲ ἄρρωστα παιδιά.  Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς θεραπεύσῃ. Κ᾿  ἐκεῖνος, ὠκεανὸς ἀγάπης, τοὺς χάριζε  ὅ,τι ζητοῦσαν. Νά γιατί ἔτρεχαν κοντά  του.
Καὶ σήμερα στὸ εὐαγγέλιο βλέπουμε  κάποιον νὰ τὸν παρακαλῇ. Τί ἦταν αὐτός;  κανένας τυφλὸς ἢ λεπρὸς ἢ σακάτης; Ὄχι.  Αὐτὸς ἀποτελεῖ ἐξαίρεσι. Ἦταν ὑγιής,  ὑγιέστατος. Κι ὄχι μόνο ὑγιής, ἀλλὰ καὶ  νέος στὴν ἀκμὴ τῆς ἡλικίας του. Κ᾿ ἐπὶ  πλέον πλούσιος. Εἶχε ἀκόμα καὶ ἀξίωμα.  Εἶχε δηλαδὴ καὶ ὑγεία καὶ νιᾶτα καὶ  λεπτὰ καὶ δύναμι, ὅλα ἐκεῖνα ποὺ κάνουν  τὸν ἄνθρωπο ν᾿ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸ Θεὸ  μὲ τὴ σκέψι «Δὲν ἔχω ἀνάγκη…». Γι᾿ αὐτὸ  κάτι τέτοιοι βλέπεις νὰ μὴν πατᾶνε στὴν  ἐκκλησιά.
Γιατί λοιπὸν αὐτὸς ὁ νέος ἦρθε καὶ  παρακαλοῦσε τὸ Χριστό; τί τοῦ ἔλειπε;  Κάτι λείπει στὸν ἄνθρωπο. Ὅσο καλὰ καὶ  νὰ εἶσαι, ὅσα πλούτη καὶ νὰ ἔχῃς, κάτι  λείπει. Τί ἔλειπε ἀπ᾿ αὐτόν, τί ζητοῦσε;  Ἦταν φρόνιμος νέος. Ζύγιζε καλὰ τὰ  ἀνθρώπινα πράγματα. Ἔβλεπε, ὅτι τὰ  πλούτη χάνονται, ὅτι μιὰ μέρα θὰ  γεράσῃ κι αὐτός, τὰ μαλλιά του θ᾿  ἀσπρίσουν, τὰ πόδια του θὰ τρίζουν, τὸ  σῶμα θὰ καταῤῥεύσῃ, θὰ γίνῃ μιὰ φούχτα  κόκκαλα καὶ στάχτη. Σκεπτόταν σοβαρὰ  ἐπάνω στὸ πρόβλημα τῆς ζωῆς. Εἶχε  ἀκούσει ἄλλωστε τὸ Σολομῶντα νὰ λέῃ  «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα  ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2). Πίστευε, ὅτι ἡ  ζωή μας δὲν τελειώνει στὸν τάφο, ἀλλὰ  τότε ἀκριβῶς ἀρχίζει. Αὐτὰ  συλλογιζόταν. Καὶ ἔρχεται στὸ Χριστὸ καὶ  ἐρωτᾷ μὲ ἀγωνία· Τί νὰ κάνω γιὰ νὰ  κληρονομήσω, ὄχι πλούτη καὶ ἐπίγεια  ἀγαθά, ἀλλὰ τὴν αἰώνιο ζωή;
Ἀξιοθαύμαστος ὁ νέος αὐτός. Δὲν  πλησίασε τὸ Χριστὸ ἀπὸ ὑλικὸ συμφέρον.  Ἀνώτερα ἰδανικὰ συγκινοῦσαν τὴν ψυχή  του.

* * *

Πόσοι ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς Χριστιανοὺς  ἔχουμε πόθο αἰωνίου ζωῆς; Οἱ καρδιές  μας εἶνε προσκολλημένες στὸν κόσμο! Τὸ  ξέρει ἡ Ἐκκλησία, ὅτι στὴν καθημερινὴ  ζωὴ ὁ νοῦς μας εἶνε στὰ χαμηλά· ὅτι  μοιάζουμε μὲ ἀετὸ ποὺ τοῦ ἔδεσαν στὰ  πόδια βαρύδια νὰ μὴ μπορῇ νὰ πετάξῃ·  ὅτι είμεθα σὰν πουλιὰ κολλημένα στὶς  ξόβεργες τοῦ διαβόλου. Γι᾿ αὐτὸ στὴ  θεία λειτουργία τί μᾶς λέει; Μεγάλα  λόγια, ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ  ζυγίσουμε· «Ἄνω σχῶμεν τὰς  καρδίας» (θ. λειτ.). Ἀδέρφια μου,  πλούσιοι καὶ φτωχοί, «ἄνω σχῶμεν τὰς  καρδίας». Ἀφῆστε ἐπὶ τέλους τὰ ἐπίγεια,  τὰ μάταια, τὶς μέριμνες, τὰ παιχνίδια,  τοὺς ἔρωτες…
Ἀλλὰ δυστυχῶς σήμερα, καὶ τὴν ὥρα  ἐκείνη ποὺ φωνάζει αὐτὰ ἡ Ἐκκλησία,  ἀμφιβάλλω ἂν ὑπάρχουν Χριστιανοὶ ποὺ  οἱ καρδιές τους ἀφήνουν τὰ ἐπίγεια καὶ  κάνουν φτερὰ νὰ πετάξουν κοντὰ στὸ Θεό.  Γι᾿ αὐτὸ ὁ νέος αὐτός, ποὺ ζητοῦσε πῶς νὰ  κληρονομήσῃ τὴν αἰώνιο ζωή, εἶνε  ἀξιοθαύμαστος. Σήμερα, στὰ Read more »

ΕΝΑ ΚΟΥΣΤΟΥΜΙ ΠΟΥ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ

author Posted by: admin on date Αυγ 12th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Ι΄ Ματθαίου (Ματθ. 17,14-23)

Oμιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ἄπιστοι και διεφθαρμενοι

«Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη!…» (Ματθ. 17,17)

δαιμονισμεν. ιστΟ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ κορυφαῖο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Τοῦ ἔδωσε ὅλα τὰ μέσα γιὰ νὰ εἶνε εὐτυχής· χέρια γιὰ νὰ ἐργάζεται, πόδια γιὰ νὰ τρέχῃ, πνεύμονες γιὰ ν᾿ ἀναπνέῃ, μάτια γιὰ νὰ βλέπῃ, αὐτιὰ γιὰ ν᾿ ἀκούῃ, αἰσθήσεις γιὰ νὰ ἐπικοινωνῇ, μυαλὸ γιὰ νὰ σκέπτεται, καρδιὰ γιὰ νὰ αἰσθάνεται, ἐλευθερία γιὰ νὰ ἐκλέγῃ… Ὁ ὀργανισμός του, ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἦταν μέχρι τὸ τελευταῖο κύτταρο ἕνα ἐργοστάσιο ποὺ λειτουργοῦσε ἄψογα· τέλειος, ὑγιὴς ἑκατὸ τοῖς ἑκατό. Οὔτε ἕνα μικρόβιο δὲν ὑπῆρχε, οὔτε σ᾿ αὐτὸν οὔτε στὴ φύσι. Ὁ Θεὸς τὸν ἔβαλε μέσα στὸν παράδεισο, νὰ ζήσῃ ἐκεῖ αἰωνίως, ἀθάνατος ὅπως οἱ ἄγγελοι.
Ἀλλὰ δυστυχῶς συνέβη τὸ τραγικὸ γεγονός· ὁ ἄνθρωπος παρέβη τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἁμάρτησε, κι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη εἰσῆλθε πλέον στὸν ὀργανισμό του μικρόβιο, τὸ φοβερὸ μικρόβιο τῆς ἀσθενείας. Καὶ μολονότι ἡ ἰατρικὴ ἀγωνίζεται νὰ μειώσῃ τὶς συνέπειες αὐτές, ἐν τούτοις ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ θάνατος κυριαρχοῦν καὶ τὰ νεκροταφεῖα εἶνε γεμᾶτα.
Γιατί τὰ λέω αὐτά; Διότι Read more »

ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ

author Posted by: admin on date Αυγ 11th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. 18,23-35)

ΝΑ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ

«Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν» (Ματθ. 18,35)

Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστινου Καντιώτου

 ΑΣΩΤΟΥΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ σήμερα εἶνε μία ἀπὸ τὶς ὡραῖες παραβολὲς ποὺ εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τί θὰ πῇ παραβολή; Ὅτι ἄλλα λέει κι ἄλλα ἐννοεῖ. Κάτω ἀπὸ εἰκόνες καὶ παραδείγματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς ὁ Χριστὸς διδάσκει μεγάλα μαθήματα. Τί λέει;
Ἦταν ἕνας βασιλιᾶς, ὁ πλουσιώτερος καὶ ἰσχυρότερος ὅλων τῶν βασιλέων τοῦ κόσμου. Ἐξουσίαζε τὰ πάντα. Εἶχε δούλους πολλοὺς στὰ ἀνάκτορά του. Κάθε δοῦλος εἶχε τὴ μερίδα τοῦ χρέους του· ἐχρεώνοντο γιὰ διάφορα ποσά, ποὺ τοὺς χορηγοῦσε κατὰ διαστήματα. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ πολὺ καιρὸ ὁ βασιλιᾶς ἀποφάσισε ν᾿ ἀνοίξῃ τὰ βιβλία καὶ νὰ κάνῃ λογαριασμό, νὰ δῇ τί χρωστάει ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς δούλους του.
Τότε παρουσιάστηκε μπροστά του ἕνας δοῦλος, ποὺ βρέθηκε νὰ χρωστάῃ ἕνα ὑπέρογκο ποσό, «μύρια τάλαντα» (Ματθ. 18,24), δηλαδὴ δύο δισεκατομμύρια δραχμές. Δὲν εἶχε ὅμως νὰ τὰ πληρώσῃ καὶ ἐπρόκειτο νὰ τιμωρηθῇ σκληρά. Ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ βασιλέως καὶ ὑποσχόταν· Δός μου μιὰ ἀναβολὴ καὶ θὰ ἐξοφλήσω ὅλο τὸ χρέος μου. Ὁ βασιλιᾶς τὸν λυπήθηκε κ᾿ ἔκανε κάτι ἀνώτερο· τοῦ χάρισε ὅλο τὸ χρέος! Φαντάζεστε πῶς ἔφυγε ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα.
Μόλις ὅμως βγῆκε ἔξω, βρίσκει ἕνα σύνδουλό του ποὺ χρωστοῦσε σ᾿ αὐτὸν λίγα χρήματα, «ἑκατὸν δηνάρια» (ἔ.ἀ. 18,28), ἕνα χιλιάρικο ἂς ποῦμε, τὸν ἅρπαξε ἀπ᾿ τὸ λαιμὸ καὶ τὸν ἔπνιγε φωνάζοντας· Δός μου ὅ,τι μοῦ χρωστᾷς! Ἐκεῖνος τὸν παρακαλοῦσε νὰ τοῦ δώσῃ μιὰ προθεσμία. Ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν τοῦ ἄφησε καθόλου περιθώριο, τὸν κατήγγειλε καὶ τὸν ἔκλεισε ἀμέσως στὴ φυλακή. Τὰ ἔμαθαν αὐτὰ ὅλοι οἱ συνάδελφοι καὶ μὲ λύπη πῆγαν καὶ τὰ εἶπαν στὸν κύριό τους. Ὠργισμένος τότε ὁ βασιλιᾶς Read more »

ΜΟΝΟ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ ΑΠΟ Τ’ ΑΓΡΙΑ ΚΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

author Posted by: admin on date Αυγ 9th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,22-34)

ΔΥΟ ΟΜΙΛΙΕΣ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ, ΠΟΛΥ ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

1. (ηχητικο απόσπασμα ομιλίας) Εκφωνήθηκε στη Φλώρινα στις 20-8-1978, σε μαθήτριες του λυκείου των κατασκηνώσεων
Του ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

 ΜΟΝΟ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΣΩΣΗ ΑΠΟ Τ’ ΑΓΡΙΑ ΚΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ


_

Η ΑΚΡΑΔΑΝΤΗ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ

ΘΑ ΜΑΣ ΚΡΑΤΗΣΗ ΟΡΘΙΟΥΣ ΣΤΑ ΑΓΡΙΑ ΚΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

«Καὶ λέγει αὐτῷ (ὁ Ἰησοῦς)· Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας»(Mατθ. 14,31)

2η ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου απομαγνητοφωνημένη

  Πιασε τον Σταυρο ist ΣΧΟΛΕΙΟ, ἀγαπητοί μου, σχολεῖο εἶνε ἡ Ἐκκλησία μας. Διδάσκαλος ὁ Χριστός. Μαθηταὶ ὅλοι ἐμεῖς, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Καὶ βιβλίο μας; Τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ἀνώτερο ἀπ᾿ ὅλα τὰ βιβλία τοῦ κόσμου.
Τὸ ἀκούσατε σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο; Τί λέει; Διηγεῖται ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα, ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριός μας. Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα;

* * *

Κάτω στὴν Ἁγία Γῆ εἶνε μιὰ λίμνη, ποὺ ὑπάρχει καὶ μέχρι σήμερα. Στὴ λίμνη αὐτὴ ταξίδευαν μιὰ νύχτα οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ μέσα σ᾿ ἕνα μικρὸ πλοῖο. Στὴν ἀρχὴ ἡ θάλασσα ἦταν γαλήνια. Ἀλλὰ κατόπιν ἄρχισε νὰ φυσάῃ ἄνεμος ὅλο καὶ πιὸ ἰσχυρός. Σηκώθηκαν κύματα, κύματα μεγάλα. Μέσα στὴ νύχτα τὰ σύννεφα εἶχαν σκεπάσει τὸν οὐρανό· οὔτε ἄστρα οὔτε φεγγάρι φαινόταν. Τὸ πλοῖο κινδύνευε. Ὅλοι φοβήθηκαν. Καὶ ὁ Χριστὸς ποῦ ἦταν; Δὲν ἦταν στὸ πλοῖο, ὅπως ἄλλες φορές. Ἦταν μακριά, πάνω σ᾿ ἕνα βουνό. Δὲν κοιμόταν· ἔκανε ἀγρυπνία. Ὅλη νύχτα κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα συνωμιλοῦσε μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Προσευχόταν γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.
Κάνω μιὰ παρέκβασι. Ὁ Χριστὸς ἔκανε ἀγρυπνία. Πόσο μᾶς ἐλέγχει αὐτό! Ἂν ποῦμε σήμερα νὰ κάνουμε μιὰ ἀγρυπνία, πόσοι θὰ ἔρθουν; Ἔδωσα κ᾿ ἐγὼ ἐντολὴ νὰ γίνωνται ἀγρυπνίες στὴν περιφέρειά μας. Στὴν πόλι μας πόσοι ἦρθαν; Γυναῖκες – ἄντρες διακόσοι καὶ καμμιὰ δεκαριὰ παιδιά. Οἱ ἄλλοι; ὕπνο, ἢ μᾶλλον τηλεόρασι. Περιμένεις ἔπειτα προκοπή;…
Ἐπανέρχομαι στὸ θέμα. Τὴ νύχτα ἐκείνη, ποὺ οἱ μαθηταὶ κινδύνευαν, ἔλειπε ὁ Χριστός. Καὶ σὰ᾿ νὰ μὴν ἔφτανε ὁ φόβος τους, ξαφνικὰ πάνω στὰ ἄγρια κύματα εδανε κάτι σὰν φάντασμα καὶ τρόμαξαν ἀκόμα περισσότερο. Σὲ λίγο ὅμως βεβαιώθηκαν ὅτι δὲν εἶνε φάντασμα· ἦταν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, καὶ περπατοῦσε πάνω στὰ νερά. «Ἐγώ εἰμι», τοὺς λέει· «μὴ φοβεῖσθε» (Ματθ. 14,27). Τότε ὁ Πέτρος λέει· Ἂν εἶσαι σύ, Κύριε, πὲς νὰ ἔρθω πρὸς ἐσένα. Καὶ εἶπε ὁ Χριστός. Ἀμέσως ὁ Πέτρος πήδησε πάνω στὰ κύματα καὶ ἄρχισε νὰ βαδίζῃ σὰ᾿ νὰ ἤτανε ξηρά, σὰ᾿ νὰ ἤτανε στερεὸς δρόμος. Καθὼς ὅμως πλησίαζε τὸ Χριστό, ἦρθε ἕνα κῦμα. Ὁ Πέτρος ἀπέσπασε τὰ μάτια του ἀπὸ τὸ Χριστό, κοίταξε τὸ κῦμα, καὶ κλονίστηκε. Ἄρχισε νὰ βυθίζεται, πήγαινε νὰ καταποντιστῇ, καὶ φώναξε δυνατά· «Κύριε, σῶσόν με» (ἔ.ἀ. στ. 30). Τότε ὁ Χριστὸς ἅπλωσε τὸ χέρι του, τὸν ἔπιασε, καὶ τοῦ εἶπε· «Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας;» (ἔ.ἀ. στ. 31). Μετὰ ἀνέβηκε κι ὁ Χριστὸς στὸ πλοῖο. Καὶ μόλις πάτησε στὸ κατάστρωμα, κόπασε ὁ ἄνεμος καὶ τὸ κῦμα ἔπεσε. Οἱ μαθηταὶ ἦταν πλέον ἀσφαλεῖς. Γονάτισαν καὶ τὸν προσκύνησαν λέγοντας· Εἶσαι ὄντως Υἱὸς τοῦ Θεοῦ!

* * *

Πολλὰ μᾶς διδάσκει τὸ θαῦμα αὐτό. Ἐγὼ ἕνα μόνο θὰ πῶ. Ὅτι κι αὐτὴ ἡ ζωὴ ποὺ ζοῦμε εἶνε σὰν μιὰ θάλασσα. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ γεννηθοῦμε μέχρις ὅτου πεθάνουμε, ὅσα χρόνια ζήσουμε, ἡ ζωὴ εἶνε σὰν ἕνα ταξίδι στὸ πέλαγος. Καὶ ὅπως ἡ θάλασσα δὲν εἶνε πάντοτε γαλήνια, ἀλλὰ συχνὰ σηκώνει κύματα καὶ καταποντίζονται πλοῖα, ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ζωή μας. Νά, πρὸ καιροῦ ἔγινε ναυάγιο στὸν Ἀτλαντικό· βυθίστηκε ὁλόκληρο πλοῖο καὶ πνίγηκαν πολλοὶ ἄνθρωποι. Ὅπως λοιπὸν στὴ θάλασσα γίνεται τρικυμία καὶ κινδυνεύουν οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι καὶ στὴ ζωή μας· ἡ ζωὴ ἔχει πολλὰ δεινά, ἔχει κύματα ἄγρια.
Ποιά εἶνε τὰ κύματα; Read more »

Τυφλοι, κουφοι, αλαλοι

author Posted by: admin on date Ιούλ 26th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου (Ματθ. 9,27-35)

Ομιλια του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστινου Καντιώτου

ΤΥΦΛΟΙ, ΚΟΥΦΟΙ, ΑΛΑΛΟΙ

    ΙΕΡΟΚ.π. Αυγουστ.ΠΟΛΛΕΣ θρησκεῖες, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουν στὸν κόσμο. Ἀλλ᾽ ἂν ῥωτήσετε ὄχι μόνο τοὺς ἀνθρώπους μὰ καὶ τὶς πέτρες ἀκόμα, θὰ φωνάξουν, ὅτι ἡ μόνη ἀ­ληθινὴ εἶνε αὐτὴ ποὺ ἵδρυσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴ διδασκαλία του καὶ τὸ τίμιο αἷμα του.
Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἕνας ἁπλὸς ἄν­θρω­πος. Εἶνε Θεός! Τὸ κηρύττει ἡ διδασκαλία του, τὰ ἀθάνατα λόγια του· τὸ βεβαιώνουν τὰ ἀμέτρητα θαύματά του, ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.

* * *

Καὶ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο μᾶς διηγεῖται δύο θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Χριστός. Τὸ ἕνα. Κα­θὼς μπῆκε σὲ μιὰ πόλι, ἄ­κουσε πίσω του φωνές. Τί ἔλεγαν· «Ἐλέησον ἡμᾶς…» (Ματθ. 9,27).
Εἶνε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ποὺ λέμε κ᾽ ἐμεῖς στὴν ἐκκλησία στὴ λατρεία μας. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ βάζει τὸ πετραχήλι ὁ παπᾶς, μέχρις ὅτου τελειώσῃ, δέκα, εἴκοσι, τριάντα καὶ περισσότε­ρες φορὲς λέμε «Κύριε, ἐλέησον». Ἀλλὰ πῶς τὸ λέμε; Τὸ δικό μας «Κύριε, ἐλέη­σον» βγαίνει ἀπὸ καρδιὰ παγωμένη· ἐνῷ τὸ «Κύριε, ἐλέ­ησον» τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου βγαίνει σὰν φωτιὰ ἀπὸ τὴν καρδιά, μὲ πίστι καὶ δάκρυα.
Ἂν πᾶτε στὴ ῾Ρωσία, τὸ «Κύριε, ἐλέησον» δὲν τὸ λέει μόνο ὁ ψάλτης. Σ᾽ ἐμᾶς τὸ λέει ὁ ψάλτης ἐνῷ ἄλλοι, ἰδίως οἱ γυναῖκες, κουβεν­τιάζουν. Θέλεις νὰ κουβεντιάσῃς; βγὲς ἔξω. Μέσα στὴν ἐκκλησία τὰ στόματα κλειστά, οἱ καρδιὲς στὸ Θεό. Τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ποὺ λέει ὁ ψάλτης, πρέπει νὰ τὸ λένε ἀπὸ τὴν καρδιά τους ὅλοι οἱ Χριστιανοί. Καὶ τότε φτάνει ἕνα «Κύριε, ἐλέησον» νὰ κάνῃ θαῦμα, ὅ­πως ἔκανε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ποὺ ἔλεγαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Ποιοί ἦταν αὐτοί, ποὺ πίσω ἀπὸ τὸ Χριστὸ φώναζαν «Ἐλέησον ἡμᾶς…»; Ἦταν δυὸ δυσ­τυχισμένοι. Τί ἦταν, φτωχοί; Μπορεῖ νά ᾽σαι φτωχὸς καὶ νά ᾽σαι εὐτυχισμένος, χαρούμενος, νά ᾽χῃς παράδεισο μέσα σου· μπορεῖ νά ᾽σαι φτωχὸς καὶ νά ᾽χῃς μιὰ καλὴ γυναῖκα καὶ καλὰ παιδιά, καὶ δὲ χρειάζεσαι τίποτα περισσότερο· μπορεῖ νά ᾽σαι φτωχὸς καὶ νὰ εἶσαι ὑ­γιής. Αὐτοὶ ἦταν δυστυχεῖς, γιατὶ δὲν εἶχαν τὴν ὑ­γειά τους, δὲν εἶχαν μάτια.
Ποιός ἀπὸ σᾶς, ἂν τοῦ δώσουν ἕνα τσουβά­λι δολλάρια ἢ μιὰ βαλίτσα λίρες, δίνει τὰ μάτια του; Κανείς. Ἄρα λοιπόν, ἐσὺ ποὺ ἔχεις τὰ μάτια, δόξαζε τὸ Θεό, εἶσαι πλούσιος. Ἅμα ἔ­χῃς τὴν ὑγειά σου, εἶσαι ἕνας πλούσιος. Ὁ Ὠ­νάσης ἦταν ὁ πιὸ πλούσιος στὸν κόσμο· τὸν πῆ­γαν στὰ καλύτερα νοσοκομεῖα, ἔφεραν τοὺς καλύτερους γιατρούς. Τί ἔλεγε· Κάντε με καλά, καὶ σᾶς δίνω ὅλα τὰ καράβια μου! Ἄ­ρα λοιπόν, ἐσὺ ποὺ ἔχεις μάτια καὶ βλέπεις, αὐ­τιὰ καὶ ἀκοῦς, καρδιὰ καὶ χτυπᾷ, ἔχεις ὑ­γεία, ἔχεις ἕνα θησαυρό.
Αὐτοὶ ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸ Χριστὸ καὶ φώναζαν «Κύριε, ἐλέησον», δῶσ᾽ μας τὸ φῶς μας, ἦταν τυφλοί. Τό ᾽παν μιὰ φορά, τό ᾽παν δυό, τό ᾽παν δέκα φορές, μὰ ὁ Χριστὸς δὲν ἀ­παντᾷ. Γιατί ἆραγε; δὲν ἀ­κούει; Ἂν ἀ­κούῃ! ῥαντὰρ εἶνε. Ἂν τὰ δικά μας ῥαν­τὰρ ἀ­κοῦνε ἀπὸ τόσο μακριά, ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ μεγάλο ῥαντὰρ ποὺ ἀκούει τὶς φω­νὲς ὅλων, ὅσο μακριὰ κι ἂν βρίσκωνται. Εἴτε στὴ σπηλιὰ εἶσαι εἴτε στὸ Βό­ρειο Πόλο εἴτε στὸ Νότιο Πόλο ἢ πάνω στὰ ἄστρα ἢ στὰ βάθη τῆς θαλάσσης ἢ τῆς γῆς, ὁ Θεὸς εἶνε ὅλο αὐτιά. Γιατί ὅμως ἐδῶ δὲν ἀ­παντᾷ; Δοκιμάζει τὴν πίστι τους.
Μπαίνει ὁ Χριστὸς σ᾽ ἕνα σπίτι, μπαίνουν κι αὐτοὶ καὶ τὸν πλησιάζουν μὲ δάκρυα. Πιστεύ­ετε, τοὺς ρωτάει, ὅτι μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ ποὺ ζητᾶτε; Κι ὅταν εἶδε ὅτι ἡ πίστι τους εἶνε βράχος, τότε ἄγγιξε μὲ τὰ ἅγιά του δάκτυλα τὰ μάτια τους καὶ οἱ τυφλοὶ εἶδαν τὸ φῶς τους. «Δόξα σοι τῷ δείξαντι τὸ φῶς…».
Τὸ δεύτερο θαῦμα. Μόλις ἔφυγαν οἱ τυφλοί, νά καὶ ἔρχεται ἕνας ποὺ ὑπὸ τὴν ἐπήρεια δαιμονίου δὲν ἄκουγε καὶ δὲ μιλοῦσε κα­θόλου· ἦταν κωφάλαλος. Ὁ Χριστὸς ἔβγαλε τὸ δαιμόνιο, καὶ ἄνοιξαν τὰ αὐτιά του καὶ ἄκουγε καὶ ἄρχισε ἡ γλῶσσα του νὰ μιλάῃ.
Αὐτὰ τὰ θαύματα ἔκανε ὁ Χριστός· θεράπευσε δυὸ τυφλοὺς καὶ ἕνα κωφάλαλο. Ὁ λα­ὸς θαύμασε τὰ πρωτάκουστα αὐτὰ σημεῖα. Δὲν πί­στεψαν ὅμως ὅλοι. Ἅμα κάποιος εἶνε προκα­τειλημμένος, χίλια θαύματα νὰ δῇ κι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς νὰ κατεβῇ στὴ γῆ, δὲ πιστεύει. Καὶ τὴν ἡμέρα ἐκείνη κάτι φίδια φαρμακερά, παιδιὰ τοῦ διαβόλου, σκοτεινοὶ καὶ ὑπερή­φανοι ἄνθρωποι, οἱ φαρισαῖοι, ὄχι μόνο δὲν πίστεψαν, ἀλλὰ ἄρχισαν νὰ διαβάλλουν τὸ Χριστὸ λέγοντας, ὅτι βγάζει τὰ δαιμόνια μὲ τὴ δύναμι τοῦ σατανᾶ! Ὑπάρχει χειρότερη βλασφημία;

* * *

―Τί μ᾽ ἐνδιαφέρουν ἐμένα αὐτά; θὰ πῇς. Ἐγώ, δόξα τῷ Θεῷ, ἔχω μάτια καὶ βλέπω, ἔχω αὐτιὰ κι ἀκούω, ἔχω γλῶσσα καὶ μιλάω…
Ἂν σ᾽ ἐνδιαφέρῃ; Πολὺ μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα! Γιατὶ ὑπάρχουν δύο εἰ­δῶν τυφλοί· τυφλοὶ σωματικῶς καὶ τυφλοὶ πνευ­ματικῶς· καὶ ὑπάρχουν κουφοὶ σωματικῶς καὶ κουφοὶ πνευματικῶς· καὶ ὑπάρχουν ἄλαλοι σωματικῶς καὶ ἄλαλοι πνευματικῶς.
Ποιοί εἶνε τυφλοὶ στὴν ψυχή; Read more »

Ψυχικως παραλυτοι

author Posted by: admin on date Ιούλ 12th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου (Ματθ. 9,1-8)
 Του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ψυχικως παραλυτοι

  αμέλειαΟ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶνε Θεός! Τὸ φωνάζει ἡ ὑπέροχη δι­δασκαλία του, τὸ φωνάζει ἡ ἁγία ζωή του, τὸ φωνάζουν πρὸ παντὸς τὰ ἀμέτρητα θαύματά του, ποὺ ἔκανε κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συν­τελείας τῶν αἰώνων. Ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα αὐτὰ διηγεῖται τὸ σημερινὸ εὐ­αγ­γέλιο. Ἀ­κούσατε τί λέει;

* * *

 Σὲ μιὰ πόλι τῆς ἁγίας γῆς, στὴν Καπερναούμ, ζοῦσε ἕνας νέος. Ἦταν καλά. Μὲ γερὰ χέ­ρια καὶ πόδια, ἐργαζόταν, ἔτρεχε, ἔ­νιω­θε δυνατὸς καὶ χαρούμενος. Ἀλλὰ ὁ νέος αὐτὸς ἔ­κανε κάποια ἁμαρτία ―δὲ μᾶς τὴ λέει τὸ εὐ­αγγέλιο―, κρυφὴ ἁμαρτία. Ὅπως καὶ ὅλοι μας ἔ­χουμε ἁμαρτίες κρυφές. Λίγες εἶνε φανερές· οἱ πιὸ πολλὲς ἁμαρτίες ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶνε κρυφές. Καὶ νομίζει βέβαια ὅτι δὲν τὶς ξέρει κανένας. Ὑπάρχει ὅμως ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾽ ἀ­κούει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅ­λα, καὶ ὑπάρχει ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα· εἶνε ὁ Θεός.
Ὁ Χριστός, ὡς Θεὸς ποὺ ἦταν, ἤξερε τὴν ἁ­μαρτία ποὺ εἶχε κάνει ὁ νέος αὐτὸς καὶ ἡ ὁ­ποία ὡς ἀποτέλεσμα ἔφερε τὴν ἀσθένεια. Γιατὶ πρέπει νὰ ξέρουμε, ὅτι ἡ ἁμαρτία προκαλεῖ τὴν ἀσθένεια. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἁ­μάρτανε, δὲν θὰ ὑπῆρχε ἀσθένεια καὶ ἀσθενεῖς οὔτε θάνατος· μιὰ ζωὴ παραδείσου θὰ ὑ­­πῆρχε κάτω ἐδῶ στὴ γῆ. Ἀλλ᾽ ἁμάρτησε, καὶ ἔτσι ἦρθε ἡ ἀσθένεια καὶ ὁ θάνατος.
Καὶ ὁ νέος αὐτὸς ἁμάρτησε, ὅπως εἴπαμε, καὶ γι᾽ αὐτὸ ἀσθένησε. Τί ἔπαθε. Μιὰ μέρα, Read more »

OI AΓIOI ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ

author Posted by: admin on date Ιούλ 12th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Πατέρων Δ΄ Οἰκ. Συν. (Ματθ. 5,14-19)
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου Καντιώτου

OI AΓIOI ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ

«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ματθ. 5,14)

   π. Αυγουστ. αμβΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τιμᾷ τοὺς ἁγίους πατέρας. Ἐξηγήσαμε ἄλλοτε τὴν ἔννοια ποὺ ἔχει ἡ λέξις πατήρ. Εἴπαμε, ὅτι Πατὴρ μὲ πῖ κεφαλαῖο εἶνε ἕνας, ὁ Θεός. Κατόπιν, πατέρες εἶνε ὅσοι μὲ τὸν εὐλογημένο γάμο δημιούργησαν οἰκογένεια καὶ ἔφεραν στὸν κόσμο παιδιά. Ἔπειτα πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ τροφοδοτοῦν πνευματικῶς τὸν κόσμο, ὅπως εἶνε οἱ διδάσκαλοι, καθηγηταὶ καὶ πνευματικοὶ ἡγέται τῆς ἀνθρωπότητος. Τέλος, στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα, πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ μὲ λόγους καὶ ἔργα τίμησαν, δόξασαν καὶ στερέωσαν τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, τὴν Ὀρθοδοξία.
Τέτοιων πατέρων, μὲ τὴν τελευταία ἔννοια, ἑορτάζουμε τὴ μνήμη σήμερα. Ἑορτάζουμε εἰδικώτερα τὴ μνήμη τῶν πατέρων ποὺ συγκρότησαν τὴν Τετάρτη (Δ΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 451 στὴ Χαλκηδόνα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.

* * *

Συνεκλήθη τότε Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Ποιά ἡ αἰτία; Μία αἵρεσις. Σὲ ἕνα μικρὸ τεῦχος ἀναπτύσσω «Τί εἶνε αἵρεσις» καὶ αἱρετικός. Αἱρετικὸς εἶνε ἐκεῖνος ποὺ πηγαίνει κόντρα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, διδάσκει ξένα πρὸς τὰ δόγματα καὶ τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Ξέρεις πῶς μοιάζει ὁ αἱρετικός; Εἶνε σὰν αὐτὸν ποὺ δηλητηριάζει τὸ γάλα, ποὺ νοθεύει τὸ φάρμακο, πού ἀφήνει ἀφρούρητο κάτι ποὺ τὸν ἔβαλαν νὰ φυλάξῃ, ποὺ παραχαράσσει τὸ νόμισμα, ποὺ παραποιεῖ τὸ τέλειο, ποὺ παρεκκλίνει ἀπ᾿ τὸ σωστό. Πίνετε γάλα νερωμένο; Δέχεστε φάρμακο νοθευμένο; Συναλλάσσεσθε μὲ κίβδηλα νομίσματα; Ἔ, κάτι τέτοιο εἶνε ἡ αἵρεσις. Καὶ ὅπως αὐτὸς ποὺ κάνει τέτοιες δολιοφθορὲς εἶνε ὑπόδικος καὶ καλεῖται ν᾿ ἀπολογηθῇ, ἔτσι καὶ ὁ αἱρετικὸς καλεῖται ν᾿ ἀπολογηθῇ ἐνώπιον τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Διότι αὐτὸς φαρμακώνει τὸ γάλα, κυκλοφορεῖ νόμισμα κίβδηλο, νοθεύει τὰ φάρμακα τῆς Ἐκκλησίας, ἀνακατεύοντας διδασκαλίες τῆς ἁγίας Γραφῆς μὲ δικές του.
Αἱρετικός, ἐξ αιτίας τοῦ ὁποίου συνεκλήθη ἡ Τετάρτη (Δ΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ἦτο ἕνας ποὺ ὠνομάζετο Εὐτυχής. Ἦταν μοναχός, καλόγερος, ἀρχιμανδρίτης. Εὐτυχὴς στὸ ὄνομα, ἀλλὰ δυστυχέστατος στὴν πραγματικότητα. Διότι δίδαξε πράγματα ἀντίθετα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Τί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας; Θὰ μιλήσουμε κάπως θεολογικὰ ἐδῶ, καὶ παρακαλῶ νὰ προσέξετε.
Πολλὲς εἶνε οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Ἀλλ᾿ ὅπως τὸ σπίτι ἔχει θεμέλιο κι ὅπως τὸ δέντρο ἔχει ῥίζα, ἔτσι καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας θεμελιώδης ἀλήθεια, ἐπὶ τῆς ὁποίας στηρίζεται ὅλο τὸ οἰκοδόμημά της, εἶνε μία· ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ἕνα θεανδρικὸ πρόσωπο. Τί θὰ πῇ αὐτό; Read more »

Η ΠΙΣΤΗ, ΣΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΘΕΟ, Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΔΥΝΑΜΗ

author Posted by: admin on date Ιούλ 4th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου (Ματθ. 8,5-13)
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης
π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΠΙΣΤΙΣ, Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΔΥΝΑΜΙΣ 

«Οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον» (Ματθ. 8,10)

 Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΑΝ, ἀγαπητοί μου, βρεθῆτε σὲ ἕνα κύκλο χιλίων ἀνθρώπων, διαφόρων ψυχοσυνθέσεων, διαφόρων ἐπαγγελμάτων, διαφόρων κλίσεων καὶ ῥοπῶν, καὶ τοὺς ὑποβάλετε τὸ ἐρώτημα, Ποιά εἶνε ἡ πιὸ μεγάλη δύναμι στὸν κόσμο; δὲν θὰ συμφωνήσουν, ἀλλὰ θὰ δώσουν διάφορες ἀπαντήσεις. Οἱ μέν, καὶ αὐτοὶ εἶνε οἱ περισσότεροι, θὰ φωνάξουν· Ἡ πιὸ μεγάλη δύναμι στὸν κόσμο εἶνε τὰ λεφτά! Εἶνε οἱ ἄνθρωποι ποὺ σὰν τὰ στρείδια εἶνε κολλημένοι στὸ μαῦρο βράχο τοῦ μαμωνᾶ. Πέρα ἀπὸ τὰ λεφτὰ δὲ᾿ βλέπουν τίποτε ἄλλο.
Ἄλλοι ὅμως θὰ διαφωνήσουν καὶ θὰ ποῦν, ὅτι ἡ πιὸ μεγάλη δύναμι στὸν κόσμο εἶνε τὸ ξίφος, τὸ σπαθί. Αὐτοὶ λατρεύουν τὸν Ἄρη τὸ θεὸ τοῦ πολέμου. Νομίζουν, ὅτι τὸ ξίφος εἶνε ἡ μόνη δύναμι μὲ τὴν ὁποία λύνονται τὰ προβλήματα παγκοσμίως. Νομίζουν, ὅτι τὸ ξίφος τους εἶνε σὰν τὸ ξίφος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ποὺ ἔκοψε τὸν γόρδιο δεσμό.
Οἱ μὲν βλέπουν ὡς δύναμι τὸ χρῆμα, οἱ δὲ τὸ ξίφος. Ἄλλοι νομίζουν κάτι ἄλλο. Τὸ κάλλος, λένε, ἡ ὀμορφιά, καὶ ἰδίως τὸ γυναικεῖο κάλλος, εἶνε ἡ δύναμι ποὺ συνταράσσει τὸν κόσμο ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ σέξ. Καὶ ἐννοοῦν τὰς ἡδονὰς τῆς σαρκός. Τὸ γυναικεῖο κάλλος, λένε, ἔκανε καὶ τοὺς γενναιοτέρους ἄνδρες νὰ πέσουν στὰ πόδια τῶν γυναικῶν. Αὐτὸ ἔρριξε τὸν Ἡρακλῆ στὴν ἀγκάλη τῆς Ὀμφάλης· αὐτὸ τὸν Ἀντώνιο στὰ δίχτυα τῆς Κλεοπάτρας· αὐτὸ τὸν Σαμψὼν στὰ πόδια τῆς Δαλιδᾶ.
Καὶ ἄλλοι πάλι λένε· ὄχι τὸ χρῆμα, ὄχι τὸ ξίφος, ὄχι τὸ κάλλος τῆς γυναικός, ἀλλὰ μία ἄλλη νέα δύναμις εἰσέρχεται στὰ πεπρωμένα τῆς ἀνθρωπότητος· καὶ ἡ δύναμις αὐτὴ εἶνε ἡ ἐπιστήμη. Ὅταν λένε τὴ λέξι ἐπιστήμη, λὲς καὶ γεμίζει τὸ στόμα τους μὲ γαλακτομπούρεκο ζαχαροπλαστείου. Ἡ ἐπιστήμη, σοῦ λένε, ἡ ἐπιστήμη! Καὶ μᾶς δείχνουν τὰ ἀεροπλάνα, τοὺς πυραύλους, τὰ διαστημόπλοια, τοὺς ἀστροναῦτες. Καὶ καυχῶνται καὶ λένε, ὅτι ἡ ἐπιστήμη θὰ λύσῃ τὰ παγκόσμια προβλήματα.
Δὲν τὰ ἀρνοῦμαι αὐτά. Δὲν πετῶ στὰ ἄστρα, στὴ γῆ πατῶ. Δύναμις τὸ χρῆμα, δύναμις τὸ ξίφος, δύναμις τὸ κάλλος τῶν γυναικῶν, δύναμις ἡ ἐπιστήμη. Ἀλλ᾿ ὑπεράνω γυναικῶν, ὑπεράνω χρημάτων (δολλαρίων, χρυσίου καὶ ἀργυρίου), ὑπεράνω ξίφους, ὑπεράνω ὅλων, εἶνε μία ἄλλη δύναμις. Ποιά; Ἔχετε αὐτιά; Τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο. Ποιά εἶνε ἡ δύναμις αὐτή; Ἂς γελάσουν ὅσο θέλουν οἱ ἄπιστοι, ἂς καγχάσουν ὅσο θέλουν τὰ βατράχια τοῦ βυθοῦ. Εἶνε γεγονός, ὅτι ὑπεράνω ὅλων τῶν δυνάμεων εἶνε μία δύναμις. Καὶ ἡ δύναμις αὐτὴ ὀνομάζεται πίστις. Ὤ ἡ πίστις!
Καὶ ἀπόδειξις εἶνε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἐδῶ ἐμφανίζονται δύο δυνάμεις. Καὶ βλέπουμε τὴ μία νὰ πέφτῃ μπροστὰ στὰ πόδια τῆς ἄλλης. Ἡ δύναμι μὲ δέλτα μικρὸ πέφτει μπροστὰ στὴ δύναμι μὲ δέλτα κεφαλαῖο.

* * *

Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο; Read more »

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΜΩΝΑ

author Posted by: admin on date Ιούν 29th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Γ΄ Ματθαίου (Ματθ. 6,22-33)
Toυ Μητροπολίτου  Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΜΑΜΩΝΑ

διαβ. φιλαργ. ιστΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Τί μᾶς λέει; Λέει, ὅτι δὲν πρέπει νὰ γίνουμε σκλάβοι, σκλάβοι τοῦ «μαμω­νᾶ» (Ματθ. 6,24). Μὰ ποιός εἶν᾽ αὐτὸς ὁ «μαμω­νᾶς»;

* * *

  Οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι ὡς πρὸς τὴν πίστι δι­ακρίνονται σὲ δυὸ κατηγορίες. Ἡ μιὰ κατηγορία εἶνε οἱ ἄπιστοι, αὐτοὶ ποὺ λένε ὅ­τι δὲν ὑ­πάρχει Θεός. Μὴ νομίσετε ὅτι εἶνε τίποτα ἐπιστήμο­νες. Οἱ πραγματικοὶ ἐπιστήμονες, ποὺ ἔ­­καναν ἀνα­καλύψεις, πιστεύουν στὸ Θεό. Αὐ­τοὶ ἐδῶ, ποὺ πιπιλίζουν τὸ ψέμα ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, εἶνε κά­τι νεαροὶ φοιτηταὶ ποὺ μὲ χίλια βάσανα πῆ­ραν ἕνα χαρτὶ κι ἀπὸ τότε ἔ­κλει­σαν τὰ βιβλία, κάθονται στὰ καφενεῖα μὲ τό ᾽να πόδι πάνω στ᾽ ἄλλο, παίζουν χαρτιά, καπνί­ζουν, ἀργολο­γοῦν κ᾽ αἰσχρολογοῦν. Αὐτοί λένε πὼς δὲν ὑ­πάρχει Θεός, καὶ προσπαθοῦν νὰ ξερριζώσουν μέσ᾽ ἀπ᾽ τὴν καρδιὰ καὶ ἄλλων τὸ εὐγενέστε­ρο ἄνθος, τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ μας. Σ᾽ ἕνα χωριὸ μιὰ γριὰ 80 χρονῶν κινδύνευε νὰ πεθάνῃ. Τό ᾽μαθε ὁ παπᾶς, κα­λὸς ποιμένας, καὶ πῆγε νὰ τὴν ἑτοιμάσῃ. ―Γιαγιά, λέει, ἦρθα νὰ ἐξομολογη­θῇς. ―Ἄ, ἐγὼ δὲν πιστεύω· δὲν ὑπάρχει Θεός. ―Μά, γριὰ γυναίκα ἐσύ, ἀ­πὸ ὥρα σὲ ὥρα φεύγεις, καὶ λὲς δὲν πιστεύω; Γιατί; Ποιός σοῦ εἶ­πε ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός; ―Ἔχω ἐγ­γο­νὸ ποὺ σπουδάζει στὸ πανεπιστή­μιο καὶ μοῦ εἶ­πε πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός… Ἄ­κουσε λοιπὸν ἡ γιαγιὰ τὸν ἄ­θεο ἐγγονό!
Ἂν συναντήσετε κανένα τέτοιο καὶ σᾶς πῇ ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, νὰ τοῦ πῆτε ἕνα λόγο· Ἐὰν μὲ πείσῃς ὅτι τὸ σπίτι ποὺ κάθεσαι χτίστη­κε μόνο του, τότε θὰ παραδεχτῶ ὅτι καὶ τὸ μεγάλο αὐτὸ σπίτι ποὺ λέγεται γῆ καὶ σύμ­παν ἔ­­γινε μόνο του. Ἡ λογικὴ λέει, ὅτι «πᾶς οἶ­κος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάν­τα κατα­­σκευ­άσας Θεός»· κάθε σπίτι χτίζεται ἀπὸ κά­ποιον, κι αὐτὸς ποὺ κατασκεύασε τὸ σύμπαν εἶ­νε ὁ Θεός (Ἑβρ. 3,4). Τὰ ὑπόλοιπα εἶνε ἀφροσύνη, παραλογισμός. «Εἶπεν ἄ­φρων ἐν καρδίᾳ αὐ­τοῦ· οὐκ ἔστι Θεός» (Ψαλμ. 13,1).
Ἡ μιὰ κατηγορία λοιπὸν εἶνε οἱ ἄ­πιστοι. Ἡ ἄλλη; Ἡ ἄλλη δὲν εἶνε ἄπιστοι. Αὐτοὶ Χριστού­γεννα – Πάσχα ἀνάβουν κερὶ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ κάνουν καμ­μιὰ προσευχή. Λένε ὅτι πιστεύουν στὸ Θεό. Ἀλλὰ δὲν πιστεύουν, ψέματα λένε. Πιστεύουν σ᾽ ἕναν ἄλλο θεό. Ποιός εἶνε ὁ θεός τους; Ὁ «μαμωνᾶς», δηλαδὴ τὸ χρῆμα, τὰ λεπτά. Αὐτὸς εἶνε ὁ θεὸς τοῦ κόσμου σήμερα.
Αὐτοὶ ποὺ λατρεύουν τὸ χρῆμα δουλεύουν σκληρά. Ὄχι γιὰ νὰ ζήσουν, γιὰ νὰ βγάλουν τὸ ψωμί τους· ἡ ἐργασία αὐτὴ εἶνε εὐλογημένη. Αὐτοὶ καταπονοῦνται, ὄχι γιατὶ δὲν ἔ­χουν, ἀλ­λὰ γιὰ νὰ κάνουν αὐτὰ ποὺ ἔχουν περισσότε­ρα. Ἔχουν 100 χιλιάδες; νὰ τὶς κά­νουν 200· ἔ­χουν 200; νὰ τὶς κάνουν 400… Εἶνε ἀχόρταγοι. Ἡ θάλασσα μπορεῖ νὰ πῇ στὰ ποτάμια «Φτάνει, δὲ θέλω τὰ νερά σας», τὸ νεκροταφεῖο μπορεῖ νὰ πῇ «Δὲν θέλω ἄλλους νεκρούς», μὰ οἱ πλεονέκτες ποὺ λα­τρεύουν τὸ μαμωνᾶ, δὲ λένε ποτέ «Μοῦ φτάνουν αὐτὰ ποὺ ἔχω, δόξα τῷ Θεῷ». Δουλεύουν καὶ τὴν Κυριακὴ τὴν ὥ­ρα ποὺ χτυποῦν οἱ καμπάνες, δουλεύουν καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευή, δουλεύουν συνεχῶς.
Καὶ μόνο δουλεύουν; Ἐπὶ πλέον ξενιτεύον­­ται, φεύγουν ἀπὸ τὴν πατρίδα. Δὲν ἐννοῶ αὐ­­τοὺς ποὺ δὲν ἔχουν κτήματα· αὐτοὶ ἀναγ­κά­ζονται νὰ φύγουν. Ἐννοῶ ἐκείνους ποὺ μποροῦν νὰ ζήσουν ἐδῶ, ἀλλὰ σκορπίζονται στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος γιὰ νὰ θησαυρίσουν, νὰ γίνουν ἑκατομμυριοῦχοι, καὶ μετὰ ἀ­­διαφοροῦν γιὰ τοὺς δικούς τους ἐδῶ. Ἦρθε μιὰ γριὰ στὴ Φλώρινα καὶ ζητοῦσε ἐλεημοσύνη. ―Ἔχεις παιδιά; τῆς λέω. ―Ἔχω. ―Πόσα; ―Τέσσερα. ―Ποῦ εἶνε; ―Τὸ ἕνα στὴν Αὐ­στρα­λία, τὸ ἄλλο στὸ Τορόντο, τὸ ἄλλο στὴ Νέα Ὑ­όρκη, τὸ ἄλλο… ―Γράμματα παίρνεις; ―Τίπο­τα. Αὐτὸς ποὺ ἔχει κατάστημα στὸ Σίδνεϋ χόρ­τασε δολλάρια, μὰ στὴ μάνα του δὲ στέλνει!…
Ἄσπλαχνοι ἄνθρωποι, δὲ δίνουν νε­ρὸ οὔτε στὸν ἄγγελό τους. Ἂν λέγωνται αὐ­τοὶ ἄνθρωποι! Αὐτοὶ ποὺ λατρεύουν τὸ μαμωνᾶ γίνον­ται σκληροί· ἡ καρδιά τους εἶνε σὰν τὴν πέτρα. Δὲν ἔχουν αἰσθήματα. Εἶνε σὰν τὸν Ἰούδα· ὅ­πως αὐτὸς πούλησε τὸ Χριστὸ γιὰ τριάκον­τα ἀργύρια, ἔτσι κι αὐτοὶ γιὰ λίγο χρῆμα εἶνε ἕ­τοιμοι νὰ πουλήσουν τὰ πάντα. Εἶνε παραδόπιστοι. Αὐτοί εἶνε οἱ λάτρες τοῦ χρήματος.
Θεός τους ὁ μαμωνᾶς· ὅ,τι τοὺς πεῖ αὐ­τός, αὐτὸ κάνουν. Τοὺς λέει ὁ μαμωνᾶς κλέψ­τε; θὰ κλέψουν. Τοὺς λέει νὰ πᾶνε στὸ δικαστή­­ριο νὰ ὁρκιστοῦν; παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Τοὺς λέει νὰ ἀδικήσουν χήρα καὶ ὀρφανό; ἀδικοῦν. Τοὺς λέει νὰ κάνουν πόλεμο; κάνουν (αὐ­τοὶ οἱ δυὸ παγκόσμι­οι πόλεμοι, ὁ πρῶτος καὶ ὁ δεύτερος, δὲν ἔγιναν γιὰ εὐγενῆ καὶ ὑψηλὰ ἰ­δανι­κά· ἔγιναν γιὰ τὰ κάρβουνα καὶ τὰ πετρέ­λαια, γιὰ τὸ χρῆμα). Τοὺς λέει ν᾽ ἁρπάξουν τὸ ψωμὶ ἀπ᾽ τὸ στόμα τοῦ φτωχοῦ; τὸ κάνουν. Ὅ­ταν ἐ­πρόκειτο ν᾽ ἀ­νοίξῃ στὰ τότε ἑλληνοσερβικὰ σύνορα ἕνα μεγάλο σουπερ-μάρκετ, χίλιοι φτωχοὶ ἄνθρωποι, ποὺ εἶχαν μικρὰ μαγαζάκια μέσα στὴ Φλώρινα, κόντεψαν νὰ βρεθοῦν στὸ δρόμο. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ μαμωνᾶ ἔ­καναν συμμορία, ποὺ λέγεται ἀνώνυμος ἑταιρεία, κι αὐτοὶ οἱ 20 – 25 ἤθελαν ν᾽ ἀρ­μέξουν ὅ­λο τὸν πλοῦτο, κι ἂς πει­νάσουν ὅλοι οἱ ἄλ­λοι. Δὲ λο­γαριάζουν τίποτα, δὲν τοὺς ἐνδιαφέ­ρει ἂν θὰ βρεθοῦν στὸ δρόμο τὰ φτωχαδάκια. Ἀ­νώνυμες πολυεθνικὲς ἑταιρεῖ­ες δὲν εἶνε τίπο­τε ἄλλο παρὰ συμμορίες τοῦ μαμωνᾶ.
Ὁ μαμωνᾶς βασιλεύει σήμερα καὶ σ᾽ αὐτὸν ἔ­χουν τὴν ἐλπίδα τους οἱ πολλοί. Λεφτά! σοῦ λένε. Ἀλλὰ μπορεῖ τὸ χρῆμα νὰ εἶνε ἡ ἐλπίδα μας; Ἤξερα δυὸ ἀνθρώπους. Ἦταν ἔμποροι, εἶχαν καταστήματα καὶ οἱ δυό, δούλευαν καὶ πήγαιναν καλά. Ἀλλὰ ἦρθε κρίσι στὸ ἐμπόριο, χρεωκόπησαν καὶ οἱ δυό, καὶ δὲν εἶχαν δραχμὴ οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος. Ὁ ἕνας, ποὺ δὲν πί­στευε στὸ Θεό, νόμισε ὅτι πέθανε ὁ θεός του – τὸ χρῆμα, ἀπελπίστηκε, πῆγε κ᾽ ἔπεσε στὸ ποτάμι καὶ πνίγηκε. Ὁ ἄλλος ὅμως, ποὺ πί­στευε στὸ Θεό, ἀπένταρος πλέον, χωρὶς κατάστημα, χωρὶς πελάτες, χωρὶς τίποτα – καὶ νὰ τὸν κυνηγοῦν οἱ τράπεζες νὰ τὸν πιάσουν, ἔκανε τὸ σταυρό του κι ἄρχισε πάλι δουλειά· καὶ ζῇ τώρα εὐτυχισμένα μὲ τὴν οἰκογένειά του.

* * *

Μεγάλο πρᾶγμα νὰ πιστεύῃ κανεὶς στὸ Θεό! Γιατὶ Read more »

Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

author Posted by: admin on date Ιούν 20th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου (Ματθ. 4,18-23)
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

«Οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ» (Ματθ. 4,20)

  1. π. Α. κρ. Αγ. Ποτηρ. ιστ  Ἡ ἑβδομάδα ποὺ μᾶς πέρασε καὶ ἡ ἑβδομάδα ποὺ μᾶς ἔρχεται, ἀγαπητοί μου, ἕως τὶς 29 τοῦ μηνός, ὅλο αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν ἑπομένη τῶν ἁγίων Πάντων καὶ φτάνει μέχρι τὶς 29 τοῦ μηνὸς αὐτοῦ, εἶνε περίοδος νηστείας. Εἶνε ἡ νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Εἶνε μία εὔκολη νηστεία, καὶ ἀλλοίμονο ἂν δὲν τὴν κάνουμε.
Νηστεία κάνουν στὸ Ἅγιον Ὄρος οἱ ἀσκηταί. Οὔτε κρέας καὶ οὔτε ψάρι δὲν τρῶνε· τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Μέσα στὶς τρύπες καὶ μέσα στὶς σπηλιὲς μένουν. Αὐτοί κάνουν νηστεία. Ἡ νηστεία αὐτὴ τῶν Ἀποστόλων εἶνε πολὺ εὔκολη, διότι τὴν περίοδο αὐτὴ τῆς νηστείας ἐπιτρέπεται νὰ φᾷς ψάρι, τὸ κρέας μόνο ἀπαγορεύεται. Δὲν ξέρω ἐσεῖς ἂν τὴν τηρῆτε.
Ἐκτὸς τῆς νηστείας αὐτῆς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἔχουμε καὶ ἄλλες νηστεῖες. Ἡ πιὸ αὐστηρὰ νηστεία, ποὺ εἶνε ζυμωμένη μὲ δάκρυα, εἶνε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ὅποιος δὲν κλαίει τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε κτῆνος, χαϊβάνι εἶνε, γιατὶ ὅλη ἡ γῆ κλαίει σαράντα μέρες μὲ τὸ Χριστό προτοῦ νὰ σταυρωθῇ. Μετὰ τὴ νηστεία τῶν Ἀποστόλων ἔχουμε τὴ νηστεία του Δεκαπενταυγούστου· δεκαπέντε μέρες νηστεύουμε πρὸς τιμὴν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καὶ μετὰ εἶνε ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων. Ἡ πιὸ ἐλαφρὰ νηστεία τοῦ ἔτους εἶνε ἡ νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων.
Εὑρισκόμεθα λοιπὸν στὴ νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, καὶ ἡ νηστεία αὐτὴ ἐθεσπίσθη γιὰ νὰ προετοιμάσῃ τοὺς Χριστιανοὺς ψυχικῶς νὰ ἑορτάσουν τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῶν Ἀποστόλων. Καὶ ἀκριβῶς γιὰ τὸν λόγον αὐτὸν καὶ τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀκούσαμε σήμερα εἶνε σχετικὸ μὲ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους. [ἡ Κυριακὴ αὐτή, ἡ Β΄ τοῦ Ματθαίου, πίπτει κατὰ κανόνα μέσα στὴ νηστεία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων\
Θὰ σᾶς ὁμιλήσω ἁπλᾶ, ὅπως πάντα, γιὰ νὰ μὲ καταλάβετε ὅλοι.

* * *

Τί λέει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο; Ὅπως σᾶς εἶπα, εἶνε σχετικὸ μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν ἁγίων ἀποστόλων.
Εἶνε κανένας «χατζῆς» ἀπὸ τὸ χωριό σας; Ὅποιος ἔχει πάει κάτω στοὺς Ἁγίους Τόπους, στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ στὸ Γολγοθᾶ, ξέρει, ὅτι ὑπάρχει μία λίμνη σὰν τῆς Μεγάλης Πρέσπας, μία λίμνη ποὺ ἔχει νερὰ καθαρά, μία λίμνη ποὺ εἶνε γεμάτη ψάρια, μία ἀπὸ τὶς πιὸ ὄμορφες λίμνες ποὺ ἔχει ὁλόκληρος ἡ Γῆ. Καὶ αὐτὴ τὴ λίμνη ὀνομάζει τὸ Εὐαγγέλιο «θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας» (Ματθ. 4,18) ἢ «τῆς Τιβεριάδος» (Ἰωάν. 6,1· 21,1)· ἐπειδὴ εἶνε πολὺ μεγάλη, οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ Ἄραβες τὴ λένε «θάλασσα». Σ᾿ αὐτὴ λοιπὸν τὴ θάλασσα πέφτουν τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ. Ξεχειλίζει ὁ Ἰορδάνης καὶ φεύγουν τὰ νερά του γοργὰ – γοργὰ στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ τρέχοντας τὰ ῥεύματά του πέφτουν σὲ μία ἄλλη λίμνη ποὺ εἶνε πολὺ κάτω, στὴ Νεκρὰ Θάλασσα. Ἀλλὰ ὅσο ὡραία εἶνε ἡ μία λίμνη, τόσο ἄσχημη καὶ κατηραμένη εἶνε ἡ ἄλλη. Ἡ μία εἶνε γεμάτη ψάρια· ἡ ἄλλη ―ὦ Θεέ μου Θεέ μου― εἶνε κόλασι, μαῦρα πίσσα τὰ νερά της. Τί ἦταν πρῶτα ἐκεῖ;
Διαβάζετε τὸ Εὐαγγέλιο, ἢ εἶνε κολλημένο τὸ αὐτάκι σας στὸ ῥαδιόφωνο γιὰ ν᾿ ἀκοῦτε τὶς ψευτιὲς τοῦ κόσμου, καὶ τὰ ματάκια σας εἶνε κολλημένα στὸ κουτὶ τοῦ δια᾿όλου γιὰ νὰ βλέπετε ὅλη νύχτα τὰ διάφορα πράγματα τοῦ κόσμου; Ἀλλοίμονό μας, ἀλλοίμονό μας! Μᾶς ἔδωσε μάτια ὁ Θεός, γιὰ νὰ βλέπουμε τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ λέμε Δόξα σοι, ὁ Θεός· μᾶς ἔδωσε αὐτιά, γιὰ ν᾿ ἀκοῦμε τὰ ὡραῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ μας· κ᾿ ἐμεῖς ἀλλοῦ ἔχουμε κολλημένα τ᾿ αὐτιὰ καὶ τὰ μάτια μας.
Λοιπὸν λέγαμε γιὰ τὴν εὐλογημένη λίμνη τῆς Τιβεριάδος, ποὺ μιλᾷ σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ γιὰ τὴν ἄλλη παρακάτω τὴ Νεκρὰ Θάλασσα, ποὺ εἶνε κατηραμένη καὶ βρίσκεται 80 – 90 χιλιόμετρα παρακάτω. Τί ἦταν πρῶτα ἐκεῖ; Ἦταν ἕνας κάμπος καὶ εἶχε στὸν κάμπο σπίτια, παλάτια, μέγαρα, πλατεῖες, δρόμους, πάρκα. Καὶ ἤτανε εὐτυχισμένοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ κατοικούσανε. Ἀλλὰ δὲν ἐσέβοντο τὸ Θεό, καὶ κάνανε τοῦ κόσμου τὶς ἁμαρτίες· πορνεῖες, μοιχεῖες, ἀκαρθασίες… Σὰν τὰ ζῷα ζούσανε. Στὸ ναό τους δὲν πηγαίνανε. Μόνο δουλειὰ καὶ λεφτὰ κοιτοῦσαν. Εἶχαν κάμπο μεγάλο μὲ σιτηρά, μὲ ἀμπέλια, μὲ δέντρα σπουδαῖα, καὶ γέμιζαν τ᾿ ἀμπάρια τους ἀπὸ σιτάρια, καλαμπόκια καὶ λάδι. Εχανε καὶ ὅλους τοὺς σπουδαίους καρπούς. Μιὰ μέρα ὅμως ―ὤ μιὰ μέρα, ποὺ θά ᾿ρθῇ καὶ σ᾿ ἐμᾶς―, μιὰ μέρα ποὺ κάθονταν διπλαπόδι στὴν πλατεῖα καὶ γελούσανε καὶ λέγανε αἰσχρὰ πράγματα· μιὰ μέρα ποὺ ὁ ἄλλος γέμιζε τὸ ἀμπάρι του· μιὰ μέρα ποὺ τὰ παιδιὰ καὶ οἱ νέοι χορεύανε· μιὰ μέρα ποὺ γινότανε γάμος ―Θεέ μου Θεέ μου!―, γέμισε πάνω ὁ οὐρανὸς ἀπὸ μαῦρα σύννεφα. Καὶ δὲν ἔπεσε βροχούλα. Ἄχ αὐτὴ ἡ βροχούλα ποὺ πέφτει, κάθε σταλαγματιὰ καὶ λίρα εἶνε! Μὰ ἐκείνη τὴν ἡμέρα τὰ μαῦρα σύννεφα ποὺ ἄστραψαν καὶ βρόντησαν δὲν ἔρριψαν νεράκι, ἀλλὰ ἔρριψαν φωτιὰ καὶ θειάφι. Λαμπάδιασε ὁ τόπος! Σταμάτησαν οἱ νέοι νὰ χορεύουν, σταμάτησε ὁ γάμος, σταμάτησαν οἱ μπακάληδες νὰ πουλοῦν καὶ ἀγοράζουν, σταμάτησαν τὰ παιδιὰ ἀπὸ τὸ σχολεῖο, σταμάτησαν τὰ πάντα, καὶ λαμπάδιασε ὁ τόπος. Κάηκαν τὰ δέντρα, κάηκαν οἱ ἀχερῶνες, κάηκαν τὰ σπίτια, κάηκαν τὰ πάντα. Κάρβουνα γινήκανε ὅλοι. Καὶ μετά; Ὦ Θεέ μου, δὲν ἔφτανε μόνο ἡ φωτιά, ἀλλὰ ἔγινε καὶ σεισμός· καὶ ἔπεσαν πεντακόσα μέτρα κάτω καὶ θάφτηκαν πέντε πολιτεῖες. Αὐτὰ εἶνε τὰ Σόδομα καὶ Γόμορρα. Κ᾿ ἐπάνω ἁπλώνεται ἡ Νεκρὰ Θάλασσα. Στὰ νερά της δὲν ζῇ τίποτα. Καὶ αὐτὸ δὲν τὸ λέει μόνο ἡ Γραφή, τὸ λέγει καὶ ἡ ἐπιστήμη. Μέσα ἐκεῖ ψαράκι δὲν ζῇ. Μαῦρα καὶ πικρὰ εἶνε τὰ νερά της. Ἀκόμη καὶ πουλὶ νὰ πετάξῃ ἀπὸ πάνω, σκάει καὶ πέφτει νεκρό.
Τὸ λέγει ὁ Χριστός.
Σόδομα καὶ Γόμορρα γινήκαμε κ᾿ ἐμεῖς, ἀδέρφια μου. Κλάψτε, γιατὶ κάποια καταστροφὴ θὰ ᾿ρθῇ στὴν ἁμαρτωλὸ γῆ. Σύννερα μαῦρα παρουσιάζονται στὸν κόσμο. Θὰ βρέξῃ πάλι. Ὄχι νεράκι, ποὺ είμεθα ἀνάξιοι νὰ τὸ πιοῦμε. Γιατὶ τὴ μπουκιὰ ἔχουμε στὸ στόμα καὶ βλαστημᾶμε τὸ Θεό. Νερὸ πίνουμε καθαρό, καὶ δὲν Τὸν εὐχαριστοῦμε. Θ᾿ ἀνοίξῃ ὁ οὐρανὸς πάλι καὶ θὰ πέσῃ φωτιά. Σόδομα καὶ Γόμορρα θὰ γίνουμε. Μόνον, μόνον ἐὰν μετανοήσουμε, θὰ σωθοῦμε. Μόνο μία μετάνοια θὰ μᾶς σώσῃ. Ἀλλὰ δυστυχῶς οὔτε οἱ παπᾶδες, οὔτε οἱ λαϊκοί, οὔτε οἱ πατριάρχαι, οὔτε βασιλιᾶδες, οὔτε πλούσιοι, οὔτε φτωχοί, οὔτε γυναῖκες, οὔτε ἄντρες, κανένας δὲν μετανοεῖ. Χτυπάει ἡ ἐκκλησία καὶ περνάει ἀπὸ τὸ χωριό σας ὁ ἐπίσκοπος, καὶ ἀνοιχτὸ εἶνε τὸ μαγαζί, καὶ τὰ παιδιά σας μὲ τὸ τσιγάρο στὸ στόμα εἶνε πρωῒ – πρωΐ…
Θεέ μου Θεέ μου, πῶς ἀλλάξαμε! Πρὸ ἑκατὸ χρόνια στὴ Σκοπιά, ποὺ ἦταν τρεῖς χιλιάδες, τσιγάρο δὲν πιάνανε. Ἁγιασμένα ἦταν τὰ μέρη. Καὶ πρωῒ – πρωῒ σηκωνόταν τὰ παλληκαράκια, οἱ νέες, τὰ παιδιά, καὶ ὅλοι πηγαίνανε στὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ λατρεύσουν τὸ Θεό. Τώρα πρωῒ – πρωῒ ξυπνᾶνε μὲ τὸ τσιγάρο στὸ στόμα καὶ λιβανίζουν τὸ διάβολο. Γιατὶ τὸ τσιγάρο, ὅπως εἶπε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, εἶνε τὸ λιβάνι τοῦ διαβόλου. Καπνίζεις; λιβανίζεις τὸν διάβολο.
Λοιπὸν Σόδομα καὶ Γόμορρα γινήκαμε. Ἀλλὰ ἔφυγα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο.
Ὄχι, δὲν ἔφυγα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Πῆρα ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ τὴν θάλασσα. Πῆγε ὁ Χριστὸς στὴ θάλασσα. Σὲ ποιά θάλασσα; Στὴ λίμνη. Ὄχι στὰ Σόδομα καὶ Γόμορρα. Πῆγε στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Ἐκεῖ κοντά, γύρω – γύρω ἀπὸ τὴ θάλασσα αὐτή, ἦταν μικρὰ σπιτάκια, ποὺ κατοικούσανε ψαρᾶδες. Ῥίχνανε τὰ δίχτυα τους καὶ πιάνανε ψάρια. Ἤτανε ὄμορφα χωριά.
Στὰ μέρη αὐτὰ πῆγε ὁ Χριστός. Τί νὰ κάνῃ; Νὰ διαλέξῃ τοὺς μαθητάς του. Νὰ διαλέξῃ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θὰ συνέχιζαν τὸ ἔργο του στὸν κόσμο. Ποιό ἔργο του; Δὲν ὑπάρχει πιὸ δύσκολο ἔργο ἀπὸ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν σᾶς ἔδειχνα ἕνα πλατάνι μεγάλο καὶ σᾶς ἔλεγα, ὅτι τὸ πλατάνι αὐτὸ θὰ τὸ ξερριζώσῃ ἕνα μικρὸ παιδάκι, δὲν θὰ γελούσατε; Τὸ πλατάνι, γιὰ νὰ τὸ ξερριζώσῃς, δὲν φτάνουν οὔτε ἑκατὸ ἄντρες. Μπουλντόζα καὶ γερανὸ καὶ φουρνέλλο θέλει, γιὰ νὰ τὸ ξερριζώσῃς. Ἔτσι ἦταν τὸ κακὸ στὸν κόσμο. Σὰν πλατάνι ῥιζωμένο βαθειὰ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἔπρεπε νὰ τὸ ξερριζώσῃ ὁ Χριστός. Νὰ ξερριζώσῃ τὴν εἰδωλολατρία καὶ νὰ φυτέψῃ τὴ νέα ἀληθινὴ πίστι.
Πῆγε ἐκεῖ ὁ Χριστός, γιὰ νὰ διαλέξῃ τοὺς συνεργάτες του. Ἄλλος, στὴ θέσι του, θὰ διάλεγε ἄλλους ἀνθρώπους. Θὰ διάλεγε πλούσιους, ποὺ ἔχουν λεφτὰ πολλά, γιατὶ μὲ τὰ λεπτὰ νομίζει ὁ κόσμος ὅτι κατορθώνει τὰ πᾶν. Ἔχεις λεπτά; σοῦ λέει ὁ ἄλλος, μπορεῖς νὰ κάνῃς τὸ πᾶν. Πόσες φορὲς τὸ ἀκούσαμε· «Ὅποιος ἔχει τὸν κάτω θεό, τὸ χαμοθεό, ἔχει καὶ τὸν ἄνω θεό». Ἂν ἦταν ἄλλος, θὰ ζητοῦσε νὰ πάρῃ κοντά του πλούσιους καὶ νὰ συμμαχήσῃ μὲ τὸ κεφάλαιο, νὰ συμμαχήσῃ μὲ τὰ πολλὰ λεφτά. Θὰ ζητοῦσε νὰ βρῇ στρατηγούς, ποὺ εἶχαν σπαθιὰ καὶ στρατιώτας. Θὰ ζητοῦσε νὰ βρῇ σοφοὺς καὶ φιλοσόφους καὶ μορφωμένους.
Μὰ δὲν τὸ ἔκανε. Δὲν ζήτησε ὁ Χριστός μας κοντά του οὔτε κανένα πλούσιο, οὔτε κανένα στρατηγὸ μὲ τὰ σπαθιά, οὔτε κανένα βασιλιᾶ μὲ τὶς κορῶνες, οὔτε κανένα σοφὸ πού ᾿ξερε τοῦ κόσμου τὰ γράμματα. Ὄχι! Γιατί; Γιατὶ ἂν ἔπαιρνε πλούσιους, θὰ λέγανε ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ξαπλώθηκε μὲ τὰ λεφτά. Ἂν ἔπαιρνε σοφοὺς καὶ φιλοσόφους καὶ ῥήτορας, θὰ λέγανε ὅτι ἡ θρησκεία μας ξάπλωσε μὲ τὴ φιλοσοσία καὶ τὴ ῥητορεία. Καὶ ἂν ἔπαιρνε σπαθιὰ μαζί του, θὰ λέγανε ὅτι κυβέρνησε τὸν κόσμο μὲ τὰ σπαθιά. Οὔτε σπαθιὰ πῆρε, οὔτε πουγκιὰ πῆρε, οὔτε φιλοσόφους πῆρε. Τί πῆρε; Νά τί μεγάλο πρᾶγμα! Τί πῆρε; Φτωχούς, ψαρᾶδες, ξυπόλητους ἀνθρώπους, ποὺ δὲν τοὺς ἔδινε κανεὶς σημασία, ποὺ ῥίχνανε τὰ δίχτυα τους ὅλη νύχτα μέσ᾿ στὴ λίμνη καὶ βγάζανε ψάρια καὶ ζούσανε τὴν οἰκογένεια.
Μά, θὰ μοῦ πῆτε, μόνο αὐτοὶ ἤτανε ἐκεῖ; Μόνο αὐτοὶ οἱ δώδεκα ψαρᾶδες ἤτανε; Δὲν ἤτανε ἄλλοι; Ἦταν καὶ ἄλλοι. Πόσοι ἄλλοι; Τοὐλάχιστον χίλιοι – δυὸ χιλιάδες ψαρᾶδες θὰ ἤτανε γύρω – γύρω στὴ λίμνη. Γιατί ὁ Χριστὸς ἀπὸ ὅλους ἐκείνους διάλεξε αὐτούς; Κουτουροῦ τοὺς πῆρε, ὅπως κουτουροῦ ξαπλώνεις τὸ χέρι σου καὶ πιάνεις τὰ χαλίκια; Ὄχι δά! Τοὺς διάλεξε ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τοὺς δυὸ χιλιάδες ψαρᾶδες, ποὺ ἦταν ἐκεῖ κοντὰ στὴ λίμνη μὲ τὰ καϊκάκια τους. Γιατί τοὺς διάλεξε; Μέσ᾿ στὰ χαλίκια αὐτοί ἦταν διαμάντια. Γιατί ἦταν διαμάντια; Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν κοιτάζει τὰ ῥοῦχα μας, δὲν κοιτάζει τὸ πορτοφόλι μας, δὲν κοιτάζει τὰ σπίτια ποὺ κατοικοῦμε, δὲν κοιτάζει τὴν ὀμορφιά μας, δὲν κοιτάζει τίποτα ἀπὸ αὐτά. Τὴν καρδιά μας ζητάει. Καὶ σὰν καρδιογνώστης, ἔβλεπε ὅτι αὐτοί, κάτω ἀπὸ τὰ ῥοῦχα τοῦ ψαρᾶ, ἦταν ψυχὲς εὐγενεῖς.
Γιατί τοὺς διάλεξε; Γιά κοιτάξτε πρῶτα – πρῶτα ποῦ τοὺς βρῆκε; Τοὺς βρῆκε στὸ καφενεῖο; Τοὺς βρῆκε στὴν ταβέρνα νὰ κρατᾶνε ποτήρια καὶ νὰ κουτσοπίνουνε; Τοὺς βρῆκε νὰ παίζουν ζάρια; Ὄχι. Ποῦ τοὺς βρῆκε; Στὴ δουλειά τοὺς βρῆκε. Ῥίχνανε τὰ δίχτυα οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ καὶ πιάνανε ψάρια. Στὴ δουλειά τοὺς βρῆκε. Τοὺς διάλεξε ἀκόμα – γιατί; Δὲν φτάνει νά᾿ σαι ἐργατικός. Ὑπάρχουν ἐργατικοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ δὲν συνεργάζονται μὲ ἄλλους. Μόνοι τους εἶνε. Ἀλλὰ αὐτοὶ οἱ ψαρᾶδες ποὺ διάλεξε ὁ Χριστός, ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Πέτρος, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος, είχανε συνεταιρισμό. Μαζί ἤτανε. Δουλεύανε μαζί. Ὁ Ἀνδρέας μὲ τὸν Πέτρο· ὁ Ἰάκωβος μὲ τὸν Ἰωάννη, εἶχαν καὶ τὸν πατέρα τους. Εὐλογημένα σπίτια, εὐλογημένα!
Παλαιότερα στὴ Σκοπιὰ τὰ ἀδέρφια δὲν χωρίζανε. Ζούσανε πατριαρχικῶς. Πῆγα σὲ ἕνα χωριὸ καὶ χάρηκε ἡ ψυχή μου. Βρῆκα ἕνα σπίτι ποὺ ἦταν Read more »

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΓΑΠΗ

author Posted by: admin on date Ιούν 14th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Τῶν ἁγίων Πάντων

ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

Η ΑΓΑΠΗ

«Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10,37)

   KYRIE TΩN DYNAM.ist  Θέλω, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, θέλω σήμερα νὰ σᾶς εὐλογήσω, ἀλλὰ θέλω καὶ νὰ σᾶς διδάξω. Μὰ τί νὰ σᾶς διδάξω; Νὰ σᾶς πῶ δικά μου λόγια; Τί ἀξία ἔχουν τὰ λόγια ἑνὸς ἀνθρώπου; Ἀέρας εἶνε καὶ φεύγουν. Τὰ λόγια καὶ τοῦ πιὸ σοφοῦ ἀνθρώπου σφάλλουν.
Θεωρεῖται ἄλλος πιὸ σοφὸς ἀπὸ τὸν Σωκράτη, ποὺ ἐγέννησε ἡ ἀρχαία πατρίδα μας; Ὁ Σωκράτης ἐθεωρεῖτο ὁ πιὸ σοφός. Καὶ ὅμως κι αὐτός, ὁ πιὸ σοφός, ἔκανε σφάλματα στὴ ζωή του.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σφάλλουν, ὅλοι ἁμαρτάνουν. Ἕνας δὲν ἔκανε λάθος ποτέ. Μέσα στὰ ἑκατομμύρια καὶ δισεκατομμύρια ἀνθρώπων, ἕνας δὲν ἁμάρτησε ποτέ. Καὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὅπως λέει ἡ Ἐκκλησία μας, «εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν».
Ἕναν ἀφέντη ἔχει τὸ σύμπαν, ἕναν ἀφέντη ἔχουμε κ᾿ ἐμεῖς. Ἕναν ἀφέντη καὶ ἕνα βασιλιᾶ ἔχουμε, ποὺ στέκεται πάνω ἀπ᾿ ὅλους καὶ ἀπ᾿ ὅλα. Καὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ» (Ψαλμ. 94,6), Χριστῷ τῷ βασιλεῖ τῶν αἰώνων.
Συνεπῶς, ἐγὼ σήμερα, δὲν θὰ πῶ δικά μου λόγια. Θὰ πάρω τὰ λόγια ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ θὰ πῶ καὶ θὰ ἐρμηνεύσω τὰ λόγια τὰ δικά του.
Καλότυχος αὐτὸς ποὺ ἔχει τὰ αὐτιά του ἀνοιχτά. Γιατὶ πολλοὶ εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ τὰ ἔχουν βουλωμένα καὶ δὲν θέλουν νὰ ἀκούσουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ.
Λέει μιὰ προφητεία, ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια κατηραμένα, ποὺ μέσα στοὺς χίλιους ἕνας θ᾿ ἀνοίγῃ τὰ αὐτιά του, γιὰ ν᾿ ἀκούσῃ τὸ Θεό. Οἱ ἄλλοι θὰ τὰ κλείνουν, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ.
Εὐτυχισμένα τ᾿ αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ ἄκουσαν καὶ ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Τὰ ἄκουσαν μικρὰ παιδιά, τὰ ἄκουσαν γυναῖκες καὶ ἄνδρες, τὰ ἄκουσαν πτωχοὶ καὶ πλούσιοι, στρατιῶται καὶ βασιλεῖς, ἀγράμματοι καὶ σοφοί. Τὰ ἄκουσαν βοσκοὶ καὶ ἐργάται. Τὰ ἄκουσαν ἁμαρτωλοὶ καὶ δίκαιοι.
Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τ᾿ ἄκουσαν ἄλλοι ἦταν σὰν τὸ σφουγγάρι ποὺ ρουφάει τὸ νερό, καὶ ἄλλοι ὅπως τὸ ξύλο ποὺ δὲν τραβᾷ τίποτε.
Ἔτσι εἶνε καὶ οἱ ἄνθρωποι. Ἔρχονται ἐδῶ (στὴν ἐκκλησία), καὶ ἄλλοι εἶνε ξύλα καὶ ἄλλοι σφουγγάρια.
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ρουφοῦν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ὅπως τὸ παιδάκι ποὺ θηλάζει ἀπὸ τὸ μαστὸ τῆς μάνας του, σὰν τὸ ἀρνάκι ποὺ θηλάζει στὸ μαστὸ τῆς προβατίνας, σὰν τὸ μοσχαράκι ποὺ ρουφάει τὸ γάλα της ἀγελάδος. Ἔτσι καὶ ἐδῶ στὴν ἐκκλησία, ἔρχονται καὶ ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ.
Ὤ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ! Εἶνε γάλα καθαρό. Εἶνε κρυστάλλινο νερό. Εἶνε χρυσάφι καὶ διαμάντι. Ἔχουν ἄπειρη ἀξία. Εὐτυχισμένοι ὅσοι στὸν αἰῶνα αὐτόν, τῆς διαφθορᾶς, τῆς ἀπιστίας, τῆς πλάνης τοῦ σατανᾶ, ἔχουν τ᾿ αὐτιά τους ἀνοιχτὰ γιὰ νὰ ἀκοῦνε τὰ λόγια τοῦ Κυρίου.

* * *

Ἕνα λόγο τοῦ Χριστοῦ θὰ ἑρμηνεύσω. Μιὰ λέξι. Τί λέγει ὁ Χριστός;
Νὰ πάρῃς τὰ Εὐαγγέλια, τοὺς Ἀποστόλους, τὰ ἄλλα ἱερὰ βιβλία, ὅλα λένε μιὰ λέξι· καὶ δὲν εμεθα ἄξιοι νὰ τὴν ποῦμε, γιατὶ εμαστε ἁμαρτωλοί. Μιὰ λέξι, ποὺ δὲν τὴ νιώσαμε ἀκόμα. Ἂν νιώσουμε τὴ λέξι αὐτή, ποὺ εἶπε ὁ Χριστός, καὶ τὴν ἐφαρμόσουμε στὴ ζωή μας, ὁ κόσμος θὰ γίνῃ τρισευτυχισμένος.
Ποιά εἶνε ἡ λέξις αὐτή; Μόνο τὰ μικρὰ παιδάκια, τὰ ἀθῷα, ποὺ εἶνε σὰν τοὺς ἀγγέλους, μποροῦν νὰ ποῦν τὴ λέξι αὐτή. Καὶ αὐτὴ εἶνε ἡ λέξις ἀγάπη.
«Ἀγαπᾶτε», καὶ ὄχι μισεῖτε, εἶπε ὁ Χριστός (Ματθ. 5,44). Ξερριζῶστε μέσα ἀπὸ τὶς ψυχές σας τὸ μῖσος, ποὺ εἶνε σὰν τὸ ἀγκάθι ποὺ ἀγκυλώνει τὶς ψυχές.
Ἀγαπῆστε τὸ Θεό. Ἀγαπῆστε καὶ «τὸν πλησίον» ὡς ἑαυτόν (Ματθ. 22,39).
Εἶσαι παιδί; Ὕστερα ἀπὸ τὸ Θεὸ ποιόν πρέπει ν᾿ ἀγαπᾷς; Τὸν πατέρα σου καὶ τὴ μητέρα σου. Γιατὶ ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα εἶνε σὰν μικροὶ θεοὶ ἐπὶ τῆς γῆς. «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται, καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἔξ. 20,12).
Θέλεις νὰ προοδεύσῃς; Θέλεις νὰ περνᾷς ποτάμια καὶ νὰ μὴν κινδυνεύῃς; Θέλεις νὰ πᾷς μακριὰ καὶ νὰ μὴν πάθῃς τίποτε; Θέλεις νὰ πιάνῃς χῶμα καὶ νὰ γίνεται μάλαμα; Ἀγάπα τὴ μάνα σου ποὺ σὲ γέννησε, ἀγάπα τὸν πατέρα σου. Πάρε τὴν εὐχή τους καὶ διάβαινε τὸ θάνατο. Δὲν τοὺς ἀγαπᾷς; εἶσαι θεριό, καὶ κάτι χειρότερο.
Μιὰ μέρα ἦρθε στὴ μητρόπολι κάποιος ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ μὲ συναντήσῃ καὶ μοῦ εἶπε· Read more »

Ποιός ἔχει τὸ ἀθάνατο νερό;

author Posted by: admin on date Ιούν 7th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Πεντηκοστῆς (Ἰω. 7,37-52· 8,12)

ΠOIOΣ ΕΧΕΙ ΤΟ ΑΘΑΝΑΤΟ ΝΕΡΟ;

«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»

 Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

  Ο ΚΥΡΙΟΣη πηγηΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Στὴν ἀρχὴ ὁμιλεῖ γιὰ κάποια ἑβραϊκὴ ἑορτή, τὴν ἑορτὴ τῆς σκηνοπηγίας.
Τί ἦταν ἡ ἑορτὴ τῆς σκηνοπηγίας; Ὅπως γνωρίζουμε, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν σκλάβοι τετρακόσα χρόνια στοὺς Αἰγυπτίους, κάτω ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν φαραώ. Τέλος ὁ Θεὸς τοὺς ἐλέησε, ἐλευθερώθηκαν διὰ τοῦ Μωϋσέως, καὶ ἐπέστρεψαν στὴ γῆ τὴν «ῥέουσαν μέλι καὶ γάλα» (Ἔξ. 3,8,17 κ.ἀ.). Ἀλλ᾿ ὣς ὅτου νὰ ἐπιστρέψουν περιπλανήθηκαν σαράντα χρόνια στὴν ἔρημο. Μέσα στὴν ἔρημο δὲν εἶχαν μόνιμες ἐγκαταστάσεις καὶ σπίτια· ζοῦσαν σὰν στρατιῶτες καὶ ἔμεναν κάτω ἀπὸ σκηνές. Σαράντα χρόνια σπίτι δὲν ἔχτισαν. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ γεγονὸς τῆς ἱστορίας τους ἑώρταζαν οἱ Ἑβραῖοι τὴν ἡμέρα τῆς σκηνοπηγίας. Ὀχτὼ ἡμέρες διαρκοῦσε αὐτὴ ἡ ἑορτή. Ἡ πιὸ ἐπίσημη ἡμέρα ἦταν ἡ τελευταία. Τὴν ὀγδόη ἡμέρα ὁ ἀρχιερεύς, ντυμένος τὰ ἀρχιερατικά του ἄμφια, πήγαινε στὴν περίφημη πηγὴ τοῦ Σιλωὰμ καὶ μ᾿ ἕνα χρυσὸ κανάτι ἔπαιρνε νερὸ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ μ᾿ αὐτὸ ῥάντιζε τὸ θυσιαστήριο καὶ τὸ ναό, ἐνῷ οἱ σάλπιγγες σάλπιζαν νικητήρια σαλπίσματα καὶ ὁ λαὸς ἔψαλλε τὸ «Ἀλληλούϊα».
Αὐτὴ λοιπὸν τὴν ἡμέρα, ποὺ ἐτελοῦντο αὐτά, ὁ Χριστὸς «ἔκραξε», φώναξε μὲ ὅλη τὴ δύναμί του (Ἰωάν. 7,37). Ἂς τ᾿ ἀκούσουν αὐτὸ μερικοί, ποὺ δυσανασχετοῦν ὅταν καμμιὰ φορὰ ὁ ἀρχιερεὺς ἢ ὁ ἱεροκῆρυξ φωνάζῃ. Ἐδῶ λέει, ὅτι ὁ Χριστὸς «ἔκραξε»· ὄχι ἁπλῶς εἶπε, ἀλλὰ φώναξε μὲ ὅλη τὴ δύναμί του. Κ᾿ εἶνε ἀνάγκη πολλὲς φορές, ὡς ἄνθρωποι μὲ εὐθύνη μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ κράζουμε κ᾿ ἐμεῖς, ὅπως ἡ ὄρνιθα ὅταν δῇ τὸ γεράκι νὰ πετάῃ καὶ νιώθῃ πὼς κινδυνεύουν τὰ παιδιά της.
Ἔκραξε ὁ Ἰησοῦς δυνατά. Καὶ τί εἶπε; Λόγια ἀθάνατα· «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω» (ἔ.ἀ.)· ὅποιος διψᾷ, νά ᾿ρχεται σ᾿ ἐμένα νὰ πιῇ νερό. Τί ἆραγε νὰ σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ἂς τὰ δοῦμε κάπως ἀναλυτικώτερα.

* * *

  Ὁ Χριστὸς παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ νερό. Τί εἶνε τὸ νερό; Δωρεὰ μεγάλη τοῦ Θεοῦ, στοιχεῖο ἀπαραίτητο, ἀπὸ τὰ ἀναγκαιότερα τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς. Χωρὶς ψωμὶ μπορεῖς νὰ ζήσῃς πολλὲς μέρες, χωρὶς νερὸ δὲ᾿ μπορεῖς· καὶ οἱ μεγαλύτεροι ἀσκηταὶ πίνουν νερό. Τὸ νερὸ πλένει, καθαρίζει, ποτίζει τὴ γῆ· καὶ ἀλλοῦ γίνεται τριαντάφυλλο, ἀλλοῦ κρίνο, ἀλλοῦ βασιλικός, ἀλλοῦ στάχυ, ἀλλοῦ δέντρο πελώριο. Στὸ φεγγάρι δὲν ὑπάρχει σταλαγματιά νερό· ξεραΐλα, ὅπως στὴ Σαχάρα. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Ἀμερικᾶνος ἀστροναύτης ποὺ πῆγε ἐκεῖ εἶπε· Ἄχ, πότε νὰ κατεβῶ στὴ γῆ, ν᾿ ἀνοίξω τὴν κάνουλα τοῦ σπιτιοῦ μου νὰ πιῶ νερό!… Ἀχάριστοι εμαστε. Τὸ πουλάκι πίνει νερὸ στὴ βρύση ἢ στὸ ποταμάκι καὶ ὑψώνει τὸ κεφάλι του, σὰ νὰ λέῃ· Σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, γιὰ τὸ νερό. Ὁ ἄνθρωπος;… Ἀλλὰ πρέπει νὰ στερέψουν οἱ πηγές, γιὰ νὰ δοῦμε τὴν ἀξία του. Καὶ θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ θὰ γίνῃ αὐτό· τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ τρέχῃ σὰν τρελλὸς στὰ βουνὰ καὶ στὰ σπήλαια καὶ θὰ γλείφῃ τὰ βράχια γιὰ νὰ δροσιστῇ.
Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ φυσικὸ νερὸ ὑπάρχει κ᾿ ἕνα ἄλλο νερό. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουν λίγοι, μέσ᾿ στοὺς χίλιους ἕνας· οἱ ἄλλοι τὸ ἀγνοοῦν. Ποιό εἶνε τὸ νερὸ αὐτό; Ὁ ἄνθρωπος διψάει. Περισσότερο ὅμως ἀπὸ τὸ σῶμα διψάει ἡ ψυχή του, ἡ ψυχή μας. Τί διψάει; Ἔχει ἕνα βαθὺ πόθο ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅπου καὶ ἂν κατοικῇ (είτε στὸ Βόρειο Πόλο είτε στὸ Νότιο Πόλο είτε στὴν Κίνα καὶ τὴν Ἰαπωνία είτε στὰ νησιὰ τοῦ ἀρχιπελάγους) κι ὅ,τι χρῶμα ἂν ἔχῃ (είτε μαῦρος είτε κίτρινος είτε ἄσπρος), ὅποιας γλώσσης καὶ καταστάσεως καὶ ἐποχῆς καὶ ἂν εἶνε. Ἕνα πόθο ἔχει ὁ ἄνθρωπος· ζητάει τὴν εὐτυχία, κυνηγᾷ τὴν εὐτυχία, διψᾷ τὴν εὐτυχία.
Καὶ ὡς πρὸς μὲν τὸν πόθο τῆς εὐτυχίας, ὅλοι συμφωνοῦν. Ὡς πρὸς τὸ μέσον ὅμως, ποιό δηλαδὴ εἶνε ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο εὐτυχισμένο, διαφωνοῦν. Ἄλλοι φωνάζουν· Εὐτυχισμένος εἶνε ὅποιος ἔχει λεφτά. Ἄλλοι λένε· Εὐτυχισμένος ὅποιος κατώρθωσε ν᾿ ἀνεβῇ σὲ μεγάλα ἀξιώματα καὶ ἔχει δόξα. Ἄλλοι κρατοῦν ταμπέλλα ποὺ γράφει· Εὐτυχισμένος εἶνε ὅποιος ἀπολαμβάνει ἡδονὲς καὶ διασκεδάσεις. Ἄλλοι φωνάζουν· Εὐτυχία χαρίζει ἡ ἐπιστήμη, ἡ γνῶσις. Καὶ ἄλλοι φωνάζουν ἄλλα πράγματα. Τί ἔχουμε ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ὡς πρὸς τὸν πλοῦτο· τὸ χρῆμα εἶνε χρήσιμο στὴ ζωή, ἔρχονται ὅμως περιπτώσεις ποὺ ἀποδεικνύεται ἀνίσχυρο. Πεθαίνει λ.χ. ἄνθρωπος στὸ σπίτι, ἡ μάνα, ὁ πατέρας…· κλαίει ὁ φτωχός, κλαίει καὶ ὁ πλούσιος. Ὅλοι κλαῖνε. Ἡ μόνη διαφορὰ εἶνε, ὅτι ὁ μὲν φτωχὸς δὲν ἔχει μαντήλι νὰ σκουπίσῃ τὰ δάκρυά του, ἐνῷ ὁ πλούσιος σκουπίζει τὰ δάκρυά του μὲ μαντήλι μεταξωτό· ἀλλὰ τὰ δάκρυα, ετε πέφτουν στὴ γῆ ετε τὰ σκουπίζεις μὲ μεταξωτὸ μαντήλι, δάκρυα εἶνε, πίκρα ἔχουν. Ὅποιος μάλιστα ζητάει νὰ σβήσῃ τὴ δίψα τῆς εὐτυχίας στὰ πλούτη, εἶνε σὰ νὰ πίνῃ νερὸ ἀπὸ τὴ θάλασσα. Οἱ δὲ στατιστικὲς δείχνουν, ὅτι αὐτοὶ ποὺ αὐτοκτονοῦν περισσότερο εἶνε ὄχι οἱ φτωχοί, ἀλλὰ οἱ ἑκατομμυριοῦχοι. Ἀπατηλὸς ὁ πλοῦτος. Μήπως ὅμως ὑπάρχει εὐτυχία πραγματικὴ στὴ δόξα καὶ στὰ ἀξιώματα; Οὔτε ἐδῶ. Οἱ θρόνοι ἔχουν ἀγκάθια καὶ κεντοῦν. Κι ὅσο ὑψηλότερα ἀνεβαίνει κανείς, τόσο περισσότερο τὸν ζώνουν οἱ ἔγνοιες. Μήπως ἡ εὐτυχία βρίσκεται στὶς ἡδονὲς καὶ στοὺς ἔρωτες; Ὅποιος νομίζει ἔτσι, ἂς ἐπισκεφθῇ νοσοκομεῖα, κλινικές, φρενοκομεῖα, ἄσυλα ἀνιάτων, καὶ θὰ δῇ ἐκεῖ νέους νὰ εἶνε τώρα χτυπημένοι ἢ καὶ παράλυτοι ἀπὸ ἀπολαύσεις ποὺ κατέστρεψαν τὴν ὑγεία τους. Ὡς πρὸς τὴ γνῶσι, ματαία ἐπίσης ἡ ἐλπίδα· ἕνα πρόβλημα λύνει ἡ ἐπιστήμη, καὶ ἑκατὸ ἀναφύονται ποὺ ζητοῦν λύσι. Καὶ ἂν τέλος ὑποθέσουμε, ὅτι κάποιος συγκεντρώνει ὅλα αὐτὰ μαζί, καὶ εἶνε καὶ πλούσιος καὶ ἔνδοξος καὶ τρυφηλὸς καὶ ἐπιστήμων καὶ σοφός, αὐτὸς ἂς ρωτήσῃ τὸν Σολομῶντα, ποὺ τὰ δοκίμασε ὅλα. Ποιό εἶνε τὸ συμπέρασμά του; «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).
Λοιπὸν ποῦ ὑπάρχει ἡ εὐτυχία; Εἶνε καταδικασμένος ὁ ἄνθρωπος αἰωνίως νὰ διψᾷ, σὰν τὸν μυθικὸ Τάνταλο πού, ἐνῷ ἦταν μέσ᾿ στὴ λίμνη, ὅταν ἅπλωνε τὰ χέρια του τὸ νερὸ ἔφευγε μακριὰ κ᾿ ἦταν πάντοτε διψασμένος; Τάνταλοι λοιπὸν αἰώνιοι θὰ εμεθα καὶ θὰ ζοῦμε ἐν «γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» (Ψαλμ. 62,2);
Ὑπάρχει νερό· ὑπάρχει μυστικὴ πηγή, ποὺ μπορεῖ νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸν κάθε ἄνθρωπο. Ἄχ, δὲν τὸ καταλάβαμε· καὶ νὰ τὸ πῶ, θὰ χασμουρηθῆτε· ὁ νοῦς μας εἶνε στὴ γῆ. Ἡ πηγὴ μὲ τὸ ἀθάνατο νερό, ποὺ ποτίζει, δροσίζει, ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἱκανοποιεῖ τὴ δίψα του, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὸ εἶπε ὁ διος καθαρά· «Εͺτις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν», ἐγὼ ἔχω «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν» (Ματθ. 16,24· Ἰωάν. 4,11). «Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω». Ἀθάνατο νερὸ εἶνε ἡ διδασκαλία του, τὰ θαύματά του, ἡ ζωή του, τὰ μυστήριά του, ἡ Ἐκκλησία του, ἡ χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
«Ἐάν τις διψᾷ…». Κανείς δὲν σὲ πιέζει. Ἐλεύθερος εἶσαι νὰ πλησιάσῃς τὸν ποταμὸ τῆς χάριτος, νὰ πιῇς νερὸ ἀθάνατο καὶ ν᾿ ἀναπαυθῇ ἡ καρδιά σου. Κάποτε ἕνας ὁδοιπόρος βάδιζε Read more »

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ

author Posted by: admin on date Μαι 31st, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Πατέρων Α΄ Οἰκ. Συνόδου  (Ἰω. 17,1-13)

ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ

«Ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰωάν. 17,11)

            Kατασκην. π. Αυγουστ...Η σημερινὴ ἡμέρα, ἀγαπητοί μου, ὀνομάζεται «ἑβδόμη Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα». Τί σημαίνει Κυριακή; Ὅπως δηλώνει τὸ ὄνομα, ἀνήκει στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ποὺ δημιούργησε καὶ συντηρεῖ καὶ προνοεῖ γιὰ ὅλα. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ τιμοῦμε τὴν ἡμέρα αὐτή· νὰ ἐκκλησιαζώμεθα, νὰ δοξολογοῦμε, νὰ εὐχαριστοῦμε, καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο. Εἶνε ἀπαραίτητος ὁ ἐκκλησιασμός.
Ἀλλὰ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται εἰδικῶς Κυριακὴ τῶν πατέρων. Γιὰ ποιό λόγο; Πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σὲ κανονικὸ ἐκκλησιαστικὸ γάμο καὶ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιά. Παραπάνω ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς αὐτοὺς πατέρες εἶνε οἱ πνευματικοὶ πατέρες, δηλαδὴ οἱ διδάσκαλοι, οἱ καθηγηταί, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱεροκήρυκες, καὶ προπαντὸς οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ μὲ τὸ λόγο τους ἀναγεννοῦν ψυχές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γεννᾷ πνευματικὰ τέκνα, ποὺ ἔχουν πνευματικὸ πατέρα τὸν κήρυκα, τὸν κληρικό. Γι᾿ αὐτὸ οἱ πνευματικοὶ πατέρες πρέπει νὰ τυγχάνουν τιμῆς καὶ σεβασμοῦ περισσότερο ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς πατέρας.
Σήμερα συγκεκριμένως ἑορτάζουν οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ πατέρες ποὺ συνεκρότησαν τὸ 325 μ.Χ. τὴν Α΄ (πρώτη) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη παρουσιάστηκε λύκος φοβερός, ὁ Ἄρειος, ποὺ ἐδίδασκε ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας. Θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Αὐτὸ τὸ ἠρνεῖτο ὁ Ἄρειος. Γι᾿ αὐτὸ συνῆλθαν ἐκεῖ ἐπὶ βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου οἱ πατέρες. Νὰ τοὺς παρουσιάσουμε ἕναν – ἕνα; Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος· μεταξὺ αὐτῶν ἦταν ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὁ θαυματουργός, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας… Ἀλλὰ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους ἦταν ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Αὐτοὶ λοιπόν, ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, κατεδίκασαν τὴ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου καὶ συνέταξαν τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, τὸ «Πιστεύω», ποὺ ἀκούγεται κάθε φορὰ ποὺ γίνεται θεία λειτουργία.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἂς ἔλθουμε τώρα νὰ ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζεται σήμερα. Ὄχι ἕνα ἀλλὰ ἑκατὸ κηρύγματα νὰ κάνουμε, δὲ᾿ θὰ μπορέσουμε νὰ ἐξαντλήσουμε τὸ περιεχόμενό του. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ περιέχει τὴ θαυμασία προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ. Πότε τὴν ἔκανε ὁ Κύριος; Τὴν τελευταία νύχτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, νύχτα ποτισμένη μὲ δάκρυα, τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Τότε ἐτέλεσε τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ κάλεσε τοὺς μαθητὰς νὰ κοινωνήσουν τὰ ἄχραντα μυστήρια. Μετὰ τοὺς ἀπηύθυνε μία μεγάλη σπουδαιοτάτη ὁμιλία. Καὶ τέλος τί ἔκανε; προσευχήθηκε. Προτοῦ ν᾿ ἀναχωρήσῃ γιὰ τὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου θὰ τὸν συνελάμβαναν οἱ Ἰουδαῖοι, ὁ Κύριος προσευχήθηκε στὸν οὐράνιο Πατέρα. Προσευχήθηκε πρῶτα γιὰ τὸν ἑαυτό του, προσευχήθηκε ἔπειτα γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀφήνουμε τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ σταθοῦμε στὰ λόγια ποὺ εἶπε γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ ὅλους τοὺς Χριστιανούς.

* * *

Προέβλεπε ὁ Χριστός. Τί προέβλεπε; Προέβλεπε, ὅτι ὁ σατανᾶς θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε. Θὰ τὴν πολεμήσῃ μὲ λύσσα, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτουν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις του. Τὸ δὲ ἰσχυρότερο μέσο ἢ ὅπλο, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ προσπαθήσῃ νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία, εἶνε – ποιό; Ἡ διαίρεσις. Θὰ ἐνσπείρῃ ζιζάνια, θὰ ψυχράνῃ τὶς καρδιὲς τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν θ᾿ ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, θὰ ἀλληλομισοῦνται, καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διαιρεθῇ σὲ διάφορες φατρίες καὶ κόμματα καὶ ὑποδιαιρέσεις. Αὐτὸ προέβλεπε ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ παρακαλεῖ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Παρακαλεῖ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ παρακαλῶ, λέει, οὐράνιε Πατέρα, οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἶνε ἕνα, ἑνωμένοι μὲ τὴ ῥίζα καὶ μεταξύ τους ὅπως οἱ κληματόβεργες στὸ ἀμπέλι. Τὸ ατημα «ἵνα ὦσιν ἕν» τὸ ἐπαναλαμβάνει πέντε φορές (βλ. Ἰωάν. 17,12,21-23). Τόσο μεγάλη σπουδαιότητα ἀποδίδει ὁ Χριστὸς στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Θέλεις νὰ δῇς τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Δὲς μιὰ οἰκογένεια δεμένη, ποὺ ἡ γυναίκα σέβεται καὶ ὑπακούει στὸν ἄντρα, ὁ ἄντρας ἀγαπάει τὴ γυναῖκα, τὰ παιδιὰ ἀκοῦνε τοὺς γονεῖς· μιὰ τέτοια οἰκογένεια εἶνε παράδεισος – δυστυχῶς σπάνιο πρᾶγμα πλέον. Πόσο συγκινήθηκα ὅταν κάποιος μοῦ εἶπε· «Ζήσαμε πενήντα χρόνια μὲ τὴ γυναῖκα μου, καὶ κακὸ λόγο δὲν ἀλλάξαμε»! Ἡ σημερινὴ γενεὰ μεταξὺ τῶν ἄλλων κακῶν ἔχει καὶ τὴ διάλυσι τῆς οἰκογενείας· πορνεία, μοιχεία, διαζύγιο ἀκοῦς συχνά· διαπληκτισμοὶ φτάνουν κάθε μέρα στὴ μητρόπολι. Στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν εὐλογημένη χώρα, μέσ᾿ στὰ ἑκατὸ χρόνια δὲν ἀκουγόταν οὔτε ἕνα διαζύγιο. Τώρα ἡ οἰκογένεια εἶνε διαλυμένη. Δεῖξτε μου μιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ εἶνε ἑνωμένη σφιχτά, ποὺ ὁ ἄντρας νὰ γνώρισε μόνο μιὰ γυναῖκα στὸν κόσμο καὶ ἡ γυναίκα νὰ γνώρισε μόνο ἕναν ἄντρα – σπάνιο φαινόμενο πλέον· στὴν γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἡ ἑνότης διεσπάσθη.
Θέλετε νὰ δῆτε τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Ῥίξτε ἕνα βλέμμα σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ οἱ κάτοικοι λόγῳ τῶν κομματικῶν διαφορῶν ἔχουν διαιρεθῆ. Εἶνε τρομερό. Μαθαίνω, ὅτι σὲ μικρὰ καὶ μεγάλα χωριά, ἀλλὰ καὶ παντοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἐχθροὶ ἐξ αἰτίας τῶν πολιτικῶν διαφορῶν. Ἐνῷ εἶνε πατριῶτες, ἐνῷ εἶνε Χριστιανοί, ἐνῷ εἶνε βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, ψυχραίνονται μεταξύ τους σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ δὲ᾿ λένε καλημέρα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· λὲς καὶ ὁ ἄλλος εἶνε Τοῦρκος, λὲς κ᾿ εἶνε ἀλλόφυλος. Αὐτὰ καὶ μεταξὺ συγγενῶν ἀκόμη. Οἱ ὀπαδοὶ κάθε κόμματος ἔχουν τὸ δικό τους καφενεῖο· στὸ ἕνα καφενεῖο πᾶνε οἱ μέν, στὸ ἄλλο πηγαίνουν οἱ ἄλλοι. Θεέ μου, τί διαίρεσις εἶν᾿ αὐτή!
Θέλεις νὰ δῇς ἀκόμη πιὸ πολὺ τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Διάβασε τὴν ἱστορία μας. Μικρὸ εἶνε τὸ ἔθνος μας. Ἀλλ᾿ ὅταν ἦταν ἑνωμένο, ὤ τότε νικούσαμε τοὺς ἐχθρούς. Οἱ γονεῖς μας, ἡ παλαιὰ γενεὰ ποὺ ἦταν τότε νέα παιδιά, ὅταν στρατεύθηκαν μᾶς ἄφηναν καὶ ἔφευγαν γιὰ τὸ μέτωπο. «Παναγιὰ μαζί σας», τοὺς ἔλεγαν οἱ μητέρες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Κ᾿ ἔφευγαν, κ᾿ ἔφευγαν. Καὶ ἑνωμένοι προχώρησαν, ἔφτασαν στὴ Λάρισσα. Καὶ προχώρησαν, πέρασαν τὸν Ὄλυμπο, καὶ σὰν ἀετοὶ τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη. Καὶ προχώρησαν, ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια. Ἦταν τότε ὅλοι ἑνωμένοι, δὲν ὑπῆρχαν κόμματα, δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις. Ἑνωμένο τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔφτασε μέχρι τὴν Τσατάλτζα, ἔξω ἀπ᾿ τὴν Κωνσταντινούπολι. Σὲ λίγο θὰ μπαίναμε στὴν Πόλι καὶ θὰ λειτουργούσαμε στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ἀλλά, ἀλλά… Κ᾿ ἐνῷ οἱ Ἕλληνες εἶχαν φτάσει μέχρι τὸ Σαγγάριο καὶ ἄδειαζε ὁ Κεμὰλ τὴν Ἄγκυρα καὶ ἔφευγε πέρα ἀπ᾿ τὸ Ἰκόνιο, καὶ προμηνύετο θρίαμβος καὶ νίκη μεγάλη…, τί μᾶς ἔφαγε, τί μᾶς διέλυσε; Ἡ διχόνοια. Ἐδιχάσθη τὸ ἔθνος. Αἰτία τῆς νίκης τῶν Τούρκων ἦταν ἡ τρομερά μας διχόνοια. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λέει ὁ Κεμάλ. Ὅταν στὴν Ἄγκυρα τὸν χειροκροτοῦσαν, αὐτὸς τοὺς εἶπε· Τί μὲ χειροκροτᾶτε; δὲ᾿ νικήσαμε ἐμεῖς τοὺς Ἕλληνες· οἱ Ἕλληνες νικήθηκαν μόνοι τους, μὲ τὴ διαίρεσί τους… Ἔτσι ἦρθε ἡ μικρασιατικὴ καταστροφή, ἡ μεγάλη καταστροφή, ἀπὸ τὴ διαίρεσι.

* * *

Ἀδελφοί μου! Ὁ σατανᾶς διαιρεῖ, ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Κ᾿ ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα. Ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Καὶ Χριστὸς σον Ἐκκλησία. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει. Καὶ ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα. Πενήντα χρόνια δουλεύω στὴν Ἐκκλησία, πολλοὺς διωγμοὺς καὶ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες ὑπέστην, ἀλλὰ σὲ κόμματα δὲν ἀνήκω. Ἡ Ἐκκλησία μένει πάνω ἀπὸ τὰ κόμματα. Ἡ Ἐκκλησία μας, ὅπως εἶπα πολλὲς φορὲς καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω, εἶνε σὰν τὴν κλῶσσα. Ἡ κλῶσσα ἀγαπάει ὅλα τὰ πουλιά της· ἄλλα πουλιά της εἶνε ἄσπρα, ἄλλα εἶνε κόκκινα, ἄλλα εἶνε γαλάζια, ἄλλα εἶνε κίτρινα, ἄλλα εἶνε μαῦρα· ἐκείνη τ᾿ ἀγαπάει ὅλα, ὁποιοδήποτε χρῶμα καὶ ἂν ἔχουν. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀγαπάει ὅλα τὰ παιδιά της καὶ δὲν ἀναμιγνύεται στὰ κομματικά. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει νὰ λέμε· Ἀνήκουμε στὴν πατρίδα, στὴ γλυκειά μας πατρίδα. Καὶ πάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀνήκουμε στὸ Χριστό· «ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν». Ἐκεῖ ν᾿ ἀνήκουμε καὶ ἕνα μόνο νὰ ἐπιδιώκουμε· νὰ εμαστε ἑνωμένοι, ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Κοιμήσεως Θεοτόκου Κομνηνῶν – Ἑορδαίας 22-5-1988)

ΓΙΑΤΙ ΥΠΟΦΕΡΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΥΤΟ;

author Posted by: admin on date Μαι 23rd, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ τοῦ Τυφλοῦ (Ἰωάν. 9,1-38)

ΓIATI ΠΑΣΧΟΥΜΕ;

«Ῥαββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ;» (Ἰωάν. 9,2)

 

  ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ..ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε Κυριακή. Εἶνε ἡ ἕκτη Κυριακὴ ἀπὸ τὸ Πάσχα.
Ἀκούσατε τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα θαῦμα. Μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ ἄνοιξαν καὶ εἶδε τὸ φῶς του.
Θέλω νὰ προσέξουμε ἕνα σημεῖο. Ποιό; Ὅταν οἱ μαθηταὶ εἶδαν τὸν τυφλό, τὸν λυπήθηκαν καὶ ρώτησαν· Δάσκαλε, γιατί αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος νὰ γεννηθῇ τυφλός; ἔκανε ὁ ίδιος ἁμαρτίες, ἢ ἔκαναν οἱ γονεῖς του; (Ἰωάν. 9,2).
Αὐτὸ τὸ «γιατί;» θὰ ἐξηγήσουμε. Διότι καὶ σήμερα ὑπάρχει στὸν κόσμο αὐτὸ τὸ «γιατί;». Καὶ σήμερα ὑπάρχουν δυστυχισμένοι· ἔρχονται συμφορές, ἀρρώστιες καὶ θάνατος· καὶ σήμερα ὑπάρχει φτώχεια καὶ συκοφαντία, διαβολές, διωγμοὶ καὶ τόσα ἄλλα κακά. Καὶ πῶς τ᾿ ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι; Ἡ ψυχὴ ἀρχίζει ν᾿ ἀγανακτῇ καὶ νὰ λέῃ· Θεέ μου, γιατί; Ἐγὼ λοιπὸν εἶμαι ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς στὸν κόσμο; Γιατί σ᾿ ἐμένα τόσα κακὰ καὶ τόσες συμφορές;… Τί μᾶς ἀπαντᾷ τὸ Εὐαγγέλιο;
Τὰ κακὰ ποὺ μᾶς βρίσκουν, χωρίζονται σὲ τρεῖς κατηγορίες. Ἄλλα προέρχονται ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας. Ἄλλα προέρχονται ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ιδιους. Καὶ ἄλλα τέλος τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Θὰ τὸ κάνω λιανὰ αὐτό.

* * *

Εἶπα, ὅτι μερικὰ δυστυχήματα προέρχονται ἀπὸ τοὺς γονεῖς. Μὰ πῶς;
Περιοδεύοντας ὡς ἱεροκήρυκας μπῆκα σ᾿ ἕνα χωριό. Μόλις ἔφθασα βλέπω ἕνα παλληκαράκι 17 χρονῶν, ἐκεῖ ποὺ στεκόταν ὄρθιο καὶ ἄκουγε, ἔπεσε κάτω καὶ ἔβγαζε ἀπὸ τὸ στόμα του ἀφρούς. Τὰ μάτια καὶ τὸ πρόσωπό του ἀγρίεψαν. Σπαρταροῦσε ὅπως τὸ ψάρι ὅταν τὸ βγάλῃς ἀπὸ τὸ νερό. Πῆγα κοντά του. Ἦρθαν κι ἄλλοι. Τοῦ ῥίξαμε νερό, τοῦ κάναμε ἀέρα, καὶ σηκώθηκε. Θέλησα νὰ μάθω, τί συμβαίνει. Ῥώτησα τὸν παπᾶ καὶ ἔμαθα, ὅτι ὁ πατέρας του ἦταν ἀλκοολικός, καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ παιδὶ ἔγινε ἐπιληπτικό.
Πατέρα, παντρεύτηκες γιὰ νὰ γλεντᾷς. Ἔτσι νομίζεις εἶνε ἡ ζωή; Ὅταν πίνῃς, τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννήσῃς θὰ γίνῃ ἐπιληπτικὸ καὶ θὰ τὸ βλέπῃς καὶ θὰ καίγεσαι. Αὐτὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα.
Πολλὰ παιδιὰ εἶνε σακατεμένα, κι αὐτὸ ὀφείλεται στοὺς πατεράδες. Κάτι ἄλλοι πῆγαν στὸ στρατό, ἢ ταξίδεψαν στὸ ἐξωτερικό, ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ ᾿κεῖ, σμίξανε μὲ γυναῖκες καὶ κόλλησαν ἀπὸ ᾿κεῖ ἀσθένειες ποὺ ντρέπομαι νὰ πῶ. Καὶ μετὰ αὐτοὶ μὲ τὶς ἀσθένειες παντρεύτηκαν ἀθῷες Ἑλληνίδες κόρες.
Βρὲ πατέρα, ποῦ παντρεύεις τὸ κορίτσι σου μὲ ἕναν τέτοιο σάπιο ἄνδρα; Ἀπὸ τέτοιο πατέρα θὰ γεννηθοῦν παιδιὰ ποὺ θὰ εἶνε ἄλλα τυφλά, ἄλλα κουτσά, ἄλλα τρελλά, ἀλλὰ ἀνισόρροπα. Δὲ᾿ σοῦ φταῖνε τίποτα αὐτὰ τὰ παιδιά. Δὲ᾿ σοῦ φταίει τίποτα ἡ κοινωνία νὰ γίνῃς βάρος της.
Ἑπομένως δὲν φταίει ὁ Θεὸς γιατὶ τὰ παιδιὰ εἶνε σακάτικα. Φταίει ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα, ποὺ ζοῦν ἔξω ἀπὸ τὸ Θεό.

* * *

Ἄλλα λοιπὸν κακὰ εἶνε ἀπὸ τοὺς πατεράδες. Τὸ λέει· Ἁμαρτίαι «πατέρων ἐπὶ τέκνα, ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς» (Ἔξ. 20,5). Ἄλλα ὅμως προέρχονται ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ παιδιά.
Δὲν φταίει ἡ μάνα κι ὁ πατέρας. Φτωχὸς χωριάτης ὁ πατέρας, ἀλλὰ γερός. Δὲν πῆγε μὲ γυναῖκες, δὲν κάθεται στὶς ταβέρνες, δὲν γνωρίζει τίποτε ἀπὸ τὰ πονηρά. Καὶ τὸ παιδί, ποὺ γεννήθηκε ἀπ᾿ αὐτόν, πῆρε μιὰ πολὺ μεγάλη κληρονομιά. Πῆρε γερὸ κορμί. Μικρὸ πρᾶγμα εἶνε ἡ ὑγεία;
Ἕνας πλούσιος στὴ Νέα Ὑόρκη, ποὺ μποροῦσε ν᾿ ἀγοράσῃ ὄχι μιὰ φορὰ ἀλλὰ ἑπτὰ φορὲς τὴν Ἑλλάδα, αὐτὸς εἶπε· Read more »

ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΔΙΨΟΥΝ Κ’ ΕΜΕΙΣ ΑΔΡΑΝΟΥΜΕ;

author Posted by: admin on date Μαι 17th, 2014 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος (Ἰωάν. 4,5-42)

ΟΙ ΨΥΧΕΣ ΔΙΨΟΥΝ Κ’ ΕΜΕΙΣ ΑΔΡΑΝΟΥΜΕ;

«…Ὃς δ᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα»(Ἰωάν. 4,14)

Tου Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

π. Αυγ. ομιλΟ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε αὐτάρκης. Ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο μέχρι τὴ στιγμὴ ποὺ ἀφήνει τὴν ὑστάτη του πνοή, χρειάζεται γιὰ νὰ ζήσῃ ὡρισμένα πράγματα. Πολλὰ ἀπ᾿ αὐτὰ εἶνε χρήσιμα καὶ κάνουν τὴ ζωή του εὐχάριστη, ὅπως εἶνε λ.χ. ἕνα καλὸ σπίτι, ἕνα ὑγιεινὸ ροῦχο, ἕνα μέσο μεταφορᾶς. Ὡρισμένα ὅμως δὲν εἶνε ἁπλῶς χρήσιμα, εἶνε κυριολεκτικῶς ἀπαραίτητα· χωρὶς αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἀπαραίτητα εἶνε καὶ τὸ νερό. Χωρὶς νερὸ ὁ ἄνθρωπος δὲν ζῇ. Ἡ δίψα εἶνε ἀνάγκη ἐπιτακτική. Καὶ αὐτὸς ὁ Θεάνθρωπος ἀκόμα, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, αἰσθανόταν τὴν ἀνάγκη αὐτή.
Ἀλλὰ δὲν ἔχει ἀνάγκες μόνο τὸ σῶμα· ἀνάγκες ἔχει καὶ ἡ ψυχή. Ἔχει ἐφέσεις, ἐπιθυμίες, πόθους, λαχτάρες. Ἑλκύεται ἀπὸ ἀξίες, ὀνειρεύεται ὕψη, ἀναζητεῖ τὴν εἰρήνη καὶ τὴ γαλήνη, ποθεῖ τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἀνάπαυσι… Καὶ ἂν αὐτὰ ἀναζητῇ ἡ ψυχὴ τῶν ἀνθρώπων, ἡ ψυχὴ τοῦ Θεανθρώπου τί ἐπιθυμεῖ ἆραγε;
Τὴν ἀπάντησι στὸ ἐρώτημα αὐτὸ δίδει ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Σαμαρείτιδος. Read more »