Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ’ Category

Συγκρισι της προηγιασμενης Θειας λειτουργιας με τις αλλες

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 20th, 2013 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Προηγιασμενη θεια λειτουργια

Σύγκρισι τῆς προηγιασμένης μὲ τὶς ἄλλες λειτουργίες

π. ΑυγουστινοςΝΑ εὐχαριστήσουμε, ἀγαπητοί μου, τὸ Θεὸ ποὺ μᾶς ἐλέησε νὰ γεννηθοῦμε μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, τὸ περιβόλι αὐτὸ ποὺ εἶνε γεμᾶτο λουλούδια πνευματικά. Ἕνα τέτοιο λουλούδι, ποὺ μόνο μέσα στὴ γλάστρα τῆς Ὀρθοδοξίας φυτρώνει, εἶνε ἡ προηγιασμένη λειτουργία. Γι᾿ αὐτὴν θὰ μιλήσουμε.

* * *

Ἡ λειτουργία αὐτὴ διαφέρει ἀπὸ τὶς λειτουργίες τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, τοῦ μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Σὲ τί διαφέρει;
1. Τὴν πρώτη διαφορὰ τὴ λέει τὸ ὄνομά της. Ὀνομάζεται προηγιασμένη. Γιατί ὠνομάστηκε ἔτσι; Στὶς ἄλλες λειτουργίες, ποὺ είπαμε, ἐπάνω στὴν ἁγία τράπεζα εἶνε τὰ τίμια δῶρα, ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος, καὶ τὴν ἱερὰ ἐκείνη στιγμὴ ποὺ ὁ ἱερεὺς λέει «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν…», ἔρχεται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο καὶ κάνει τὸ ψωμὶ σῶμα καὶ τὸ κρασὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶνε τὸ πιὸ μεγάλο θαῦμα. Στὴν προηγιασμένη ὅμως δὲν συμβαίνει αὐτό. Τὰ ἅγια ἔχουν ἁγιασθῆ πρωτύτερα, σὲ ἄλλη λειτουργία ποὺ ἔχει κάνει προηγουμένως ὁ ἱερεύς. Φυλάσσονται στὸ ἅγιο ἀρτοφόριο καὶ ἐξάγονται τώρα· εἶνε ἤδη ἁγιασμένα, εἶνε σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ.
Γιατί τὸ ἔκανε αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία; Γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο. Ὁ 52ος (ΝΒ΄) κανὼν τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου λέει, ὅτι τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀπαγορεύεται νὰ γίνεται λειτουργία Βασιλείου καὶ Χρυσοστόμου· ἐπιτρέπεται μόνο Σάββατο καὶ Κυριακή, καθὼς καὶ τὴν ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Γιατί; Διότι ἡ λειτουργία Βασιλείου καὶ Χρυσοστόμου ἔχει ἀναστάσιμο χαρακτῆρα, ποὺ δὲν συμβιβάζεται μὲ τὸ πένθιμο κλῖμα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.
―Καὶ δὲν φτάνουν οἱ λειτουργίες τοῦ Σαββάτου καὶ τῆς Κυριακῆς; θὰ ρωτήσετε.
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ δὲν ἦταν σὰν κ᾿ ἐμᾶς ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι. Ἔνιωθαν τὴν ἀνάγκη νὰ κοινωνοῦν ὄχι μόνο τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τῆς ἑβδομάδος· καὶ Τετάρτη ποὺ εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς προδοσίας, καὶ Παρασκευή, ποὺ εἶνε ἡ ἡμέρα τῆς σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅπως ἡ μάνα καὶ πρὶν μιλήσῃ τὸ παιδί της καταλαβαίνει τί θέλει, ἔτσι καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, ἡ γλυκειὰ μάνα, ἀκούει τὰ παιδιά της τί θέλουν. Καὶ ὅπως καμμιά μάνα δὲν ὑπάρχει ποὺ τὸ παιδί της θὰ ζητήσῃ ψωμὶ καὶ θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας· ἐφ᾿ ὅσον τὰ παιδιά της ζητοῦσαν πνευματικὸ ψωμί, «τὸν οὐράνιον ἄρτον» (θ. λειτ.), ἐκτὸς Σαββάτου καὶ Κυριακῆς ποὺ γίνεται λειτουργία Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου, ὥρισε τὶς Τετάρτες καὶ Παρασκευὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἢ ἂν συμπέσῃ κι ἄλλη ἑορτή, νὰ τελῆται ἡ προηγιασμένη λειτουργία, γιὰ νὰ κοινωνοῦν συχνότερα οἱ Χριστιανοί.
2. Διαφέρει ἡ προηγιασμένη καὶ στὴν ἀκολουθία της. Ἔχει μερικὰ κατανυκτικὰ λόγια.
α΄) Πρῶτα – πρῶτα ἔχει περισσότερα ἀναγνώσματα· ἔχει ψαλμοὺς καὶ ἄλλα ἐκλεκτὰ κομμάτια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπὸ τὴ Γένεσι καὶ τὶς Παροιμίες. Κοντὰ σ᾿ αὐτὰ ὑπολογίστε καὶ τὰ ἀναγνώσματα ἀπὸ τοὺς μεγάλους προφῆτες καὶ μάλιστα τὸν Ἠσαΐα, τὸ λεγόμενο «πέμπτο εὐαγγελιστή», ποὺ ἀκοῦμε στὶς ὧρες. Συνιστῶ σὲ ὅλους ὅσοι ξέρετε γράμματα, τὶς ἡμέρες αὐτὲς νὰ διαβάζετε τὸν προφήτη Ἠσαΐα, ἔστω καὶ ἂν δὲν καταλαβαίνετε ὅλες τὶς προφητεῖες, ποὺ εἶνε «βαθειὰ νερά»· ὡρισμένα σημεῖα οὔτε οἱ μεγαλύτεροι θεολόγοι μποροῦν νὰ τὰ καταλάβουν. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ κομμάτια, ποὺ μπορεῖ καὶ ὁ ἁπλὸς Χριστιανὸς νὰ τὰ καταλάβῃ καὶ νὰ τὰ χαρῇ.
β΄) Διαφέρει ἀκόμη ἡ λειτουργία αὐτὴ στὸ κατανυκτικὸ σημεῖο ποὺ ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τὴν ὡραία πύλη κρατάει λαμπάδα ἀναμμένη καὶ θυμιατό, καὶ μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τοῦ ναοῦ λέει «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Τί νόημα ἔχουν τὰ λόγια αὐτά; Ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς. Αὐτὸς ἔκανε τὸ ὑλικὸ φῶς. Καὶ μπορεῖ σὲ μιὰ στιγμή, μὲ ὅση εὐκολία ὁ καντηλανάφτης φυσάει καὶ σβήνει ἕνα κερί, ἔτσι ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ σβήσῃ τὸν ἥλιο. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ ὑλικὸ φῶς, ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ δημιουργὸς τοῦ φωτὸς καὶ ὑπὸ πνευματικὴν ἔννοιαν. Αὐτὸς εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 8,12). Μέσα στὸ πηχτὸ σκοτάδι τῆς φοβερᾶς εἰδωλολατρίας, ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἔφθασαν σὲ σημεῖο νὰ λατρεύουν καὶ τὰ πλέον εὐτελῆ ἀντικείμενα (ζῷα καὶ πέτρες) καὶ καίγανε τὰ παιδιά τους πάνω στοὺς βωμοὺς σὰ᾿ λιβάνι, καὶ ποὺ ἀκόμα καὶ στὴν Ἀθήνα ὅπου οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας κτίσανε τὸν Παρθενῶνα, παρ᾿ ὅλη τὴ σοφία καὶ ἐπιστήμη, ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἦταν ἄγνωστος κ᾿ ἔπρεπε νά ᾿ρθῃ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ νὰ κηρύξῃ τὸν «ἄγνωστο Θεό», μέσα στὴν φοβερὰ αὐτὴ νύχτα ποὺ κανένα ἀστέρι δὲν ὑπῆρχε στὸν οὐρανό, ἦρθε τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. «Φῶς ἱλαρόν», γλυκύ, ἀθάνατο, καὶ ἔλαμψε στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ πράγματι ἕως σήμερα ἕνα φῶς, ἕνας φάρος λάμπει· ὁ Χριστός μας. Ἂς περνοῦν οἱ αἰῶνες, ἂς αὐξάνεται ἡ γνῶσι, ἂς κτίζωνται σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια· γύρω ἁπλώνονται σκοτάδια, σκοτάδια μέσ᾿ στὰ κεφάλια τῶν μεγάλων, τῶν σοφῶν καὶ φιλοσόφων τοῦ κόσμου. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς· τὸ φωνάζουν ὅλοι, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Φῶς μὲ τὴ διδασκαλία του, μὲ τὰ θαύματά του, μὲ τὴν ἀρετή του, μὲ τὰ σεπτά του πάθη, μὲ τὴν ἀνάστασί του. Ὁ Χριστὸς ὄχι μόνο ὁ διος εἶνε φῶς, ἀλλ᾿ ἔχει τὴ δύναμι καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ σκότους, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀσεβείας, νὰ τὰ κάνῃ «υἱοὺς φωτὸς καὶ υἱοὺς ἡμέρας» (Α΄ Θεσ. 5,5). «Ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8). Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἱερεὺς λέει «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».
γ΄) Ἕνα ἄλλο τρίτο σημεῖο, στὸ ὁποῖο διαφέρει ἡ λειτουργία αὐτή, εἶνε ὅταν, μετὰ τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι», ὁ ἱερεὺς ψάλλει· «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή» (Ψαλμ. 140,2). Τὰ λόγια αὐτά, ἀδελφοί μου, σημαίνουν, ὅτι στὸ ναὸ ἐρχόμαστε γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε. Τί εἶνε ἡ Ἐκκλησία; Ξοδεύουν χρήματα καὶ κάνουν πυραύλους καὶ βάσεις ἐκτοξεύσεως, γιὰ νὰ στείλουν τοὺς πυραύλους στὸ διάστημα. Ὅσο ψηλὰ ὅμως καὶ νὰ φτάσουν οἱ πύραυλοί τους, δὲ᾿ φτάνουν τὸ Θεό. Ἀληθινὴ βάσις πυραύλων γίνεται ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὅταν ψάλλει «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου…». Ἔλα, ἄνθρωπε. Καὶ ὅπως οἱ πύραυλοι ἔχουν στὸ κάτω μέρος τὴν καύσιμο ὕλη ὡς δύναμι προωθήσεως, ἔτσι κ᾿ ἐσὺ ἔλα ἐδῶ στὴν ἐκκλησία, ποὺ εἶνε μιὰ βάσις πνευματικῶν πυραύλων. Βάλε κάτω ὡς βάσι τὴν ταπείνωσι. Κάνε τὴν ταπεινὴ καρδιά σου βάσι, καὶ ἐξαπόλυσε στὸν οὐρανὸ τὴν προσευχή σου. Καὶ τότε ἡ προσευχὴ θὰ φύγῃ, θὰ περάσῃ τὰ ἄστρα καὶ τὸν ἥλιο, καὶ θὰ φτάσῃ ἐπάνω στὸν τρίτο οὐρανό, στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄπιστοι δὲν πιστεύουν· ἐμεῖς ὅμως πιστεύουμε, ὅτι ἡ προσευχὴ φθάνει ἐκεῖ.
Ἀλλ᾿ ὑπάρχει ἕνας κίνδυνος· ὅπως πύραυλοι καταστρέφονται καὶ πέφτουν, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ προσευχὲς ποὺ δὲν φτάνουν στὸ Θεό. Καὶ δὲν φτάνουν, γιατὶ ὑπάρχει κάποιο ἐμπόδιο. Ποιό εἶνε τὸ ἐμπόδιο; Εἶνε τὰ ἁμαρτήματά μας, τὰ πάθη μας, οἱ κακίες μας. Πρὸ παντὸς αὐτὸ ποὺ καταστρέφει τὴν προσευχὴ καὶ δὲν τὴν ἀφήνει ὡς θυμίαμα εὔοσμο νὰ φτάσῃ στὰ οὐράνια, εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια. Τὸ βλέπουμε αὐτὸ στὴν παραβολὴ τοῦ τελώνου καὶ φαρισαίου. Ὁ φαρισαῖος μπῆκε στὸ ναό, στάθηκε ὄρθιος σὰν κυπαρίσσι, καὶ ἄρχισε νὰ καυχέται γιὰ τὶς ἀρετές του. Προσευχήθηκε· ἡ προσευχή του ὅμως γύρισε πίσω, καὶ βαρειὰ σὰν τὸ μολύβι ἔπεσε κάτω. Ὁ τελώνης στάθηκε σὲ μιὰ γωνιά, κρύφτηκε πίσω ἀπὸ μιὰ κολώνα, καὶ χτυποῦσε τὰ στήθη του. Τὰ μάτια του γέμισαν δάκρυα, ἡ καρδιά του ἔκαιγε ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό, καὶ ἔλεγε· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13). Καὶ αὐτὴ ἡ προσευχή του ἔγινε ἕνας πνευματικὸς πύραυλος ποὺ ἔφτασε πάνω στὰ οὐράνια. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ τελώνου, μὰ δὲν ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ὑπερήφανου φαρισαίου.
Ἂς μᾶς βοηθήσῃ ὁ Θεός, ἀδελφοί μου, κάθε φορὰ ποὺ ἐρχόμεθα στὴν ἐκκλησία, νὰ λησμονοῦμε κάθε ἐγκόσμιο καὶ κάθε ματαιότητα. Ἀρκετὴ εἶνε ὅλη ἡ βδομάδα νὰ σκεπτώμεθα τὰ ἐγκόσμια. Ἂς ἐρχώμεθα στὴν ἐκκλησία καὶ ἂς κάνουμε τὴν καρδιά μας βάσι πνευματική. Οἱ ἄλλοι ἂς στέλνουν πυραύλους· ἐμεῖς ἂς στέλνουμε προσευχές, νὰ φτάνουν ἐπάνω στὰ οὐράνια. Δὲν εἶνε μῦθος, δὲν εἶνε παραμύθι, εἶνε μιὰ πραγματικότης ἡ ἁγία μας θρησκεία. Μόνο ὅποιος πιστεύει, ὅποιος ἀγαπᾷ τὸ Θεό, ὅποιος ἔκανε τὴν προσευχή του πραγματικὰ ἕνα θυμιατήρι, αὐτὸς καταλαβαίνει τί σημαίνουν τὰ λόγια «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου· ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή».

 ***

Παρουσιάζουμε αγαπητοί μου τὶς διαφορὲς ποὺ ἔχει ἡ προηγιασμένη θεία λειτουργία ἀπὸ τὶς λειτουργίες τοῦ μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Είδαμε πρῶτον, ὅτι σ᾿ αὐτὴν τὰ τίμια δῶρα εἶνε ἤδη καθαγιασμένα. Καὶ κατόπιν είδαμε ὡρισμένες διαφορὲς ποὺ παρουσιάζει ἡ ἀκολουθία της· πρῶτον ὅτι ἔχει ἀναγνώσματα ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, δεύτερον ὅτι κατ᾿ αὐτὴν λέγεται τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι», καὶ τρίτον ὅτι ψάλλεται τὸ «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου…». Συνεχίζουμε τώρα μὲ ἄλλες δύο διαφορές.

δ΄) Ἕνα ἀκόμη διαφορετικὸ σημεῖο, ἀδελφοί μου, εἶνε ὁ ὕμνος ποὺ ψάλλεται ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια. Ἐδῶ ὁ ὕμνος αὐτὸς εἶνε διαφορετικός. Καὶ ἐνῷ στὶς ἄλλες λειτουργίες γονατίζουμε σ᾿ «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν…», ἐδῶ γονατίζουμε στὴ μεγάλη είσοδο· γιατὶ εἶνε ἁγιασμένα τὰ τίμια δῶρα. Δὲν ψάλλουμε τότε «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…», ἀλλὰ ψάλλουμε· «Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σὺν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν. Ἰδοὺ γὰρ εἰσπορεύεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. Ἰδοὺ θυσία μυστικὴ τετελειωμένη δορυφορεῖται. Πίστει καὶ πόθῳ προσέλθωμεν, ἵνα μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου γενώμεθα. Ἀλληλούϊα». Εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα τραγούδια, ποὺ δὲν ὑπάρχει ἀλλοῦ, οὔτε στοὺς φράγκους οὔτε στοὺς προτεστάντες, πουθενά. Αὐτοὶ ποὺ τὸ μετέφρασαν σὲ ξένες γλῶσσες, λένε ὅτι ὁ ὕμνος αὐτὸς εἶνε θεϊκός, τραγούδι ἀγγελικό. «Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν…»! λόγια γεμᾶτα νοήματα, ποὺ δίνουν φτερὰ στὸν ἄνθρωπο ν᾿ ἀφήσῃ τὴ γῆ καὶ νὰ πετάξῃ ψηλά. Ποιό τὸ νόημά τους; Αὐτὴ τὴν ὥρα, ἀδελφοί μου, ποὺ εμεθα μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία, δὲν πατᾶμε στὴ γῆ. Ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι ἔχουν φθάσει ἀπὸ τὰ οὐράνια. Σμίξαμε ἄνθρωποι καὶ ἄγγελοι καὶ ὑποδεχόμεθα τὸν βασιλέα τῆς δόξης, ποὺ μᾶς καλεῖ μὲ πίστι καὶ πόθο νὰ κοινωνήσουμε «εἰς ζωὴν αἰώνιον».
ε΄) Τέλος ἡ λειτουργία τῶν προηγιασμένων διαφέρει ἀπὸ τὶς ἄλλες λειτουργίες καὶ σ᾿ ἕνα ἀκόμη σημεῖο. Εἶνε τὸ κοινωνικό. Ἐδῶ, ἀντὶ τοῦ «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον…», ἔχουμε ἄλλο ποὺ λέει· «Γεύσασθε καὶ δετε, ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος. Ἀλληλούϊα» (Ψαλμ. 33,9). Ἄλλα –πατήστε για τη συνέχεια Read more »

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 20th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΠΑΠΑΣ- ΠΡΟΔ. ΠΙΣΤΕΩΣΤί θὰ πῇ ἰδανικό; Μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο, καὶ στὸν πιὸ ἀτελῆ, ὑπάρχει κάποια εἰκόνα εὐτυχίας, ἕνα ὅραμα ζωῆς, ἕνας σκοπὸς πρὸς τὸν ὁποῖο συγκλίνουν ὅλες οἱ σκέψεις καὶ ἐνέργειές του· καὶ σκοπὸς εἶνε ἡ ἰδέα ἐκείνη ποὺ κυριαρχεῖ ἐπάνω σὲ ὅλες τὶς ἄλλες ἰδέες καὶ συναισθήματα καὶ ἀποτελεῖ τρόπον τινὰ τὸν κεντρικὸ ἄξονα γύρω ἀπ᾽ τὸν ὁποῖο στρέφεται ἡ ζωή του. Καὶ ὅπως ἡ ἀξία μιᾶς λεπτεπίλεπτης μηχανῆς, ἑνὸς ρολογιοῦ π.χ., ἐξαρτᾶται κυρίως ἀπὸ τὴν ἀντοχὴ τοῦ ἄξονά του, κάπως ἔτσι καὶ ἡ ἀξία τῆς ζωῆς ἐξαρτᾶται κυρίως ἀπὸ τὴν ἰδέα ἐκείνη ἡ ὁποία κυριαρχεῖ καὶ ῥυθμίζει τὴ ζωή. Καὶ ὅπως ὑπάρχουν ἄξονες ἀπὸ φτηνὸ ὑλικὸ καὶ μὲ μικρὴ ἀντοχή, ποὺ εὔκολα σπάζουν, ἀλλὰ καὶ ἄξονες ἀπὸ ἀνθεκτικὴ ὕλη, ἀδαμάντινοι, ἄθραυστοι, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ ἰδανικὰ μικρὰ καὶ μεγάλα, ἀδύνατα καὶ ἰσχυρά, εὔθραυστα καὶ ἄθραυστα, γήινα καὶ οὐράνια, θνητὰ καὶ ἀθάνατα.
Καὶ ποιά εἶνε τὰ ἰδανικά τῆς Ἑλλάδος; θὰ ρωτήσῃ κάποιος. Στὰ τρεῖς χιλιάδες χρόνια τοῦ ἐθνικοῦ της βίου παρελαύνει μπροστά μας σειρὰ πολλῶν ἰδανικῶν· Τρωϊκὸς πόλεμος, Περσικά, Μέγας Ἀλέξανδρος, Βυζάντιο καὶ ἀκρῖτες, Παλιγγενεσία, Μακεδονικὸς ἀγώνας, Βαλκανικοὶ πόλεμοι, Ἀλβανικὸ ἔπος. Πάνω ὅμως ἀπὸ τὰ ἐθνικὰ εἶνε τὰ πανανθρώπινα, καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα εἶνε τὰ θεῖα, καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια εἶνε τὰ οὐράνια καὶ ἀθάνατα. Ἀπὸ τὰ ὁμηρικὰ χρόνια μέχρι τὴ Μεγάλη Ἰδέα, ποὺ ἐδόνησε καὶ τὴ γενεὰ τῶν πατέρων μας μὲ τὸ «Πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά ᾽νε», ἀναζητοῦμε τὸ τέλειο. Ποῦ λοιπὸν καταλήγουμε;
Ἀπὸ ὅλα ὅσα προβάλλονται ὡς ἰδανικὰ γιὰ ἕνα λαό, ἐκεῖνο ποὺ ἀξίζει νὰ γίνῃ τὸ ἰδανικὸ τῆς Ἑλλάδος, ὁ πολικός της ἀστέρας, εἶνε ἡ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.
Αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία, ποὺ τόσο ὑποτιμᾶται σήμερα ἀπὸ κάποιους μορφωμένους, πιστεύω ὅτι συγκεντρώνει ὅλα τὰ γνωρίσματα τοῦ ὑψίστου ἀγαθοῦ καὶ ἀνταποκρίνεται πρὸς τὰ βαθύτερα αἰτήματα τοῦ λαοῦ μας. Αὐτὴ ἔχει τὸ ἀληθινὸ «νέκταρ καὶ τὴν ἀμβροσία». Αὐτὴ κρατάει τὸν Ἄρτο ποὺ μπορεῖ νὰ θρέψῃ καὶ νὰ χορτάσῃ τὸν ἄνθρωπο ὑλικὰ καὶ πνευματικά, σὲ ἀντίθεσι μὲ τὰ «κεράτια» (Λουκ. 15,16), μὲ τὰ ὁποῖα προσπαθοῦν ἄλλοι νὰ χορτάσουν τὴν πεινασμένη ἀνθρωπότητα. Αὐτὴ δείχνει τὸν οὐρανὸ ὡς τὴν αἰώνια πατρίδα καὶ αὐτὴ πάλι μὲ τὰ ὑπέροχα διδάγματά της γιὰ ἐλευθερία, ἀδελφότητα, ἀγάπη καὶ δικαιοσύνη μπορεῖ νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπο νὰ στήσῃ τὴν ἰδανικὴ πολιτεία. Στὴν πολιτεία αὐτὴ τὸ ἐλατήριο τῆς ἰδιοτελείας θ᾽ ἀντικατασταθῇ μὲ τὸ ἐλατήριο τῆς ἀγάπης ποὺ θυσιάζεται γιὰ τοὺς ἄλλους, μὲ πρότυπο τὸν Θεάνθρωπο, ὁ ὁποῖος «οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Ματθ. 20,28). Ζωηρὴ εἰκόνα τῆς πολιτείας αὐτῆς μᾶς ἔδωσαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί· μιᾶς πολιτείας στὴν ὁποία, ὅπως λέει ὁ ἀθάνατος Χρυσόστομος, ὁ ἰδιοτελὴς καὶ καταραμένος λόγος «αὐτὸ εἶνε δικό μου» κι «αὐτὸ εἶνε δικό σου» εἶχε καταργηθῆ καὶ ἀντικατασταθῆ μὲ τὴ φράσι «ἅπαντα κοινά» (Πράξ. 4,32). Ναί, μόνο ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία στὴν ἰδεώδη ζωὴ τῶν μοναχικῶν ἀδελφοτήτων τῶν πρώτων αἰώνων πραγματοποίησε τὸ κοινόβιο, τὸ ἑκούσιο κοινόβιο, καὶ ἐγκαθίδρυσε ἐπάνω στὴ γῆ ἀγγελικὸ πολίτευμα, αὐτὴ καὶ σήμερα, ὅπως κήρυττε καὶ ὁ ἀείμνηστος μητροπολίτης Τραπεζοῦντος καὶ κατόπιν ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος, μπορεῖ «διὰ τῆς πρὸς πάντας καὶ πάντα στρεφομένης καὶ πάντα ἐν ἑαυτῇ ἑνούσης θείας ἀγάπης νὰ συμπήξῃ μίαν σταθερὰν καὶ ἀδιάσειστον σοσιαλιστικὴν κοινωνίαν» (Ἡ κοινωνικὴ κρίσις καὶ ἡ Ἐκκλησία, «Ὀρθοδοξία» 1932, σσ. 29-37). Αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ «περιβεβλημένη τὸν ἥλιον» (Ἀπ. 12,1), ὡς πανανθρώπινο ἰδανικό, μπορεῖ νὰ συγκινήσῃ ὄχι μόνο τὸ δικό μας ἔθνος ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, καὶ νὰ νικήσῃ καὶ νὰ θριαμβεύσῃ πάνω ἀπ᾽ ὅλα τὰ λεγόμενα διεθνῆ καὶ οἰκουμενικὰ συνθήματα.
Ἀλλὰ νὰ ἐξηγούμεθα, Ἕλληνες ἀδελφοί. Ὅταν λέμε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία πρέπει νὰ γίνῃ τὸ ἰδανικὸ τοῦ ἔθνους μας, δὲν ἐννοοῦμε νὰ τὴν κάνουμε μέσο τὸ ὁποῖο νὰ χρησιμοποιήσουμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες γιὰ ἐθνικὴ καὶ πολιτικὴ ἐκμετάλλευσι καὶ νὰ καταντήσουμε ὀρθοδοξοκάπηλοι ἀνάμεσα στὰ ἔθνη, ὅπως ἔγινε δυστυχῶς στὴν τσαρικὴ ῾Ρωσία.  Ἐκεῖ οἱ πολιτικοὶ ἄρχον­τες, ἐνῷ δὲν εἶχαν καμμιά ἐσωτερικὴ σχέσι μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, παρουσιάζονταν στὸν κόσμο ὡς ὑπερασπισταὶ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ κάτω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο της ἔκρυβαν ξένους σκοπούς· ἔκρυβαν καταχθόνια σχέδια γιὰ τὴν πολιτικὴ ἐπικράτησι ἑνὸς ἀκράτου ἐθνικισμοῦ, τοῦ λεγομένου πανσλαβισμοῦ, ὁ ὁποῖος, εἰσδύοντας μὲ τοὺς πράκτορές του σὲ ὅλες τὶς τοπικὲς ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, διατάραζε τὴν εἰρηνικὴ ζωὴ τῶν ὀρθοδόξων λαῶν τῆς Ἀνατολῆς.

Ἔχοντας ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ὡς ἰδανικὸ τοῦ ἔθνους τὴν Ὀρθοδοξία, ὄχι ὡς μέσο ἀλλὰ ὡς σκοπὸ πρὸς τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ συγκλίνουν ὅλες οἱ ἐνέργειές μας, πρέπει νὰ εἴμαστε ἀπέναντι στὰ ἄλλα ἔθνη εἰλικρινεῖς καὶ ἀνιδιοτελεῖς ἀπόστολοι τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανισμοῦ. Εἰλικρινεῖς καὶ ἀνιδιοτελεῖς, ὅπως ἦταν οἱ ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου, ποὺ δὲν πῆγαν στὰ ἔθνη γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ μεγαλεῖο τῆς πατρίδας τους, τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ πῆγαν γιὰ νὰ κηρύξουν «Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον» (Α΄ Κορ. 2,2) καὶ μὲ τὸ καθαρὸ καὶ ἀμιγὲς ἀπὸ κάθε ἐθνικιστικὴ ἰδέα κήρυγμα νὰ σώσουν ψυχές· διὰ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν προσέφεραν τὴν ὑψίστη ὑπηρεσία στὴν πάσχουσα ἀνθρωπότητα, μέσα στὴν ὁποία οἱ σῳζόμενοι γίνονταν ἡ ζύμη τῆς ἀναμορφώσεως καὶ ἀναπλάσεως τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Τὰ ἁμαρτωλὰ «ἐγώ», ἀτομικὰ καὶ ὁμαδικά, πρέπει, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, νὰ νικῶνται καὶ νὰ ἐξαφανίζωνται μπροστὰ στὴν Ὀρθοδοξία, καὶ αὐτὴ νὰ κυριαρχῇ στὶς σκέψεις καὶ τὶς ἐνέργειές μας. Αὐτὴ καὶ μόνη διὰ τῆς φωτεινῆς διδασκαλίας καὶ τοῦ ὑποδειγματικοῦ βίου μας νὰ προβάλλεται στὰ μάτια ὅλων πρὸς δόξαν Θεοῦ. Καὶ ὅταν τέτοιες εἶνε οἱ διαθέσεις τῆς καρδιᾶς μας ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, τότε θὰ χαιρώμαστε ὅταν καὶ ἄλλα ἔθνη κηρύττουν μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα τὴν Ὀρθοδοξία καὶ σημειώνουν μεγαλύτερη κι ἀπὸ μᾶς ἐπίδοσι στὸ κήρυγμά της. Γιατὶ ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶνε εἶδος μονοπωλίου τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς· εἶνε οἰκουμενικὴ ἰδέα καὶ ζωή, στὴν ὁποία καλοῦνται ὅλα τὰ ἔθνη νὰ συμμετάσχουν ἰσότιμα γύρω ἀπὸ τὴν κοινὴ τράπεζα τοῦ οὐρανίου Πατρός.
Στρατὸς Ὀρθοδοξίας. Στὸ μεγαλειῶδες σχέδιο τῆς Θείας Προνοίας νὰ κηρυχθῇ ἡ χριστιανικὴ πίστι σὲ ὅλο τὸν κόσμο ὅπως αὐτὴ διατηρήθηκε ἀναλλοίωτη μέσα στὴν Ὀρθοδοξία, ἡ Ἑλλάδα μπορεῖ νὰ προσφέρῃ μεγάλες ὑπηρεσίες. Ὄχι μόνο γιατὶ τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε γραμμένο στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ ἀπ᾽ αὐτὴν μεταφράστηκε σὲ χίλιες καὶ πλέον γλῶσσες καὶ διαλέκτους, ὄχι μόνο γιατὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς μεγάλους πατέρες καὶ διδασκάλους στὰ ἑλληνικὰ ἔγραψαν τὰ ἀθάνατα συγγράμματά τους, ἀλλὰ καὶ γιατὶ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος, στενοχωρούμενα ἀπὸ τὴ φτώχεια ποὺ συνοδεύει τὴν Ἑλλάδα, ἔχουν βγῆ ἀπὸ τὴν πατρίδα τους καὶ βρίσκονται σκορπισμένα καὶ στὶς πέντε ἠπείρους. Ποῦ πάνω στὴ γῆ δὲν βρίσκεται Ἕλληνας; Γύρω στὰ δύο ἑκατομμύρια εἶνε οἱ Ἕλληνες τοῦ ἐξωτερικοῦ. Συμπαγεῖς Ἑλληνικὲς κοινότητες μὲ ὡραίους ναοὺς βρίσκονται στὰ μεγαλύτερα ἀστικὰ κέντρα τοῦ νέου κόσμου. Ἕλληνες ὑπηρετοῦν στὰ ἱστορικὰ πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς. Ἕλληνες καὶ μέχρι τὴν Κορέα καὶ τὴν Ἰαπωνία καὶ τὴ Νότιο Ἀφρικὴ καὶ τὰ νησιὰ τῶν Φιλιππίνων. Ἂν στὶς καρδιὲς ὅλων αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνεζωογονεῖτο ἡ φλόγα τῆς Ὀρθοδοξίας, τότε ἡ Ὀρθοδοξία θὰ διαδιδόταν καὶ θὰ δοξαζόταν στὸν κόσμο διὰ τῶν Ἑλλήνων· καὶ ἂν δοξαζόταν, θ᾽ ἀντιδόξαζε αὐτοὺς ποὺ τὴν δόξασαν μὲ μιὰ δόξα ἄφθαρτη καὶ αἰώνια. Ποιά δόξα μεγαλύτερη ἀπ᾽ αὐτὴν θὰ μποροῦσε νὰ φιλοδοξήσῃ ἡ φυλή μας;
Ἀπὸ μακρινὲς χῶρες, στὶς ὁποῖες οἱ κάτοικοι ζοῦν «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου» (Ἠσ. 9,2 = Ματθ. 4,16. Λουκ. 1,79), ἔρχονται συγκινητικὰ μηνύματα ποὺ μᾶς προσκαλοῦν σὲ πνευματικὴ βοήθεια. Διότι καὶ μέχρι σ᾽ αὐτοὺς φτάνει ἡ φήμη τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἀλλὰ ἐδῶ εἶνε τὸ σπουδαιότατο ἐρώτημα. Εἴμαστε ἆραγε προετοιμασμένοι γιὰ μία τέτοια παγκόσμια ἀποστολή; Ἔχουμε κάνει τὴν Ὀρθοδοξία κανόνα τῆς ζωῆς μας, ἰδανικὸ τοῦ ἔθνους μας; Μποροῦμε νὰ προβάλουμε τὴν πατρίδα μας ὡς πρότυπο Ὀρθοδόξου κράτους, ἢ μήπως ἡ Ὀρθοδοξία μας ἐξαντλεῖται στὴν τήρησι μερικῶν ἐξωτερικῶν τύπων, σὲ ἑορτὲς καὶ πανηγύρια κοσμικοῦ μᾶλλον παρὰ θρησκευτικοῦ χαρακτῆρος;

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ (Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΦΥΛΑΞΙΣ ΤΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 20th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Κυριακὴ Α΄ Νηστειῶν

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Α΄. Ὁ θησαυρὸς

2. Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΛΗΣΤΑIΗ σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοί μου, πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ὀνομάζεται Κυρι­ακὴ τῆς Ὀρ­θοδοξί­ας. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ μία καὶ μόνη ἀληθινὴ Ἐκ­κλη­σία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, πανηγυρίζει τὴ νίκη καὶ τὸ θρίαμβό της κατὰ τῶν αἱρέσεων.
Ἀφ᾽ ὅ­του συνῆλθε ἡ Ἑβδόμη (Ζ΄) Οἰκουμενι­κὴ Σύν­οδος τὸ 787 μ.Χ. στὴ Νίκαια καὶ κατε­δίκασε τοὺς εἰκονομάχους, ἔγινε ἡ ἀναστήλω­σις καὶ ἐπαναφορὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων στὴ λατρεία καὶ καθιερώθηκε νὰ τελῆται λαμ­­πρὴ πανήγυρις. Ἐ­τελεῖτο στὰ χρόνια τοῦ Βυζαντίου καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ τελῆ­ται μέχρι σήμερα σὲ πολλὰ μέρη τῆς Ὀρ­θοδο­ξίας, παντοῦ ὅπου ἡ φλόγα τῆς νικηφόρου πίστεως διατηρεῖται ἀ­κμαία στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν.
Μετὰ τὴ δοξολογία τῆς ἡμέρας, στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου, ὅλος ὁ κλῆρος καὶ ὁ πιστὸς λα­ὸς κάνουν ἱερὰ λιτανεία μὲ στάσεις σὲ τέσσερα ση­­μεῖα καὶ δεήσεις γύρω ἀπὸ τὸ ναό. Βγαίνουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἐν πομ­πῇ, ὑψώνουν τὸν τίμιο σταυρὸ ὁ ὁποῖος προ­­πορεύεται, κρατοῦν στὰ χέρια τὶς ἱερὲς εἰκόνες καὶ ψάλλουν τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας·
«Τὴν ἄχραντον εἰκόνα σου προσκυνοῦμεν, Ἀγαθέ, αἰτούμενοι συγχώρησιν τῶν πταισμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός· βουλήσει γὰρ ηὐ­δό­κησας σαρκὶ ἀνελθεῖν ἐν τῷ σταυρῷ, ἵνα ῥύ­σῃ οὓς ἔπλασας ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐ­χθροῦ· ὅθεν εὐχαρίστως βοῶ­μέν σοι· Χαρᾶς ἐπλήρωσας τὰ πάντα, ὁ Σωτὴρ ἡμῶν, παραγενόμενος εἰς τὸ σῶ­σαι τὸν κόσμον».
Στὸ τέλος τῆς λιτανείας μνημονεύ­ονται τὰ ὀ­νόματα καὶ μακαρίζονται οἱ ψυχὲς ὅλων ἐκείνων τῶν ὁ­μολογητῶν καὶ ἡ­ρώων τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι μὲ σύνθημα τὸ «Ὀρθοδοξία ἢ θάνατος» ἀγωνίσθηκαν διὰ μέσου τῶν αἰ­ώνων ἐ­πάνω στὶς ἐπάλξεις τῆς Ἐκκλησίας μὲ σκοπὸ νὰ κρατήσουν ἀκεραία καὶ ἀνόθευτη τὴν πίστι, καὶ ἀναθεματίζονται οἱ ἀμετανόητοι αἱρετικοί, ποὺ κήρυξαν πλανεμένες διδασκαλίες. Αὐτὰ περιλαμβάνονται στὸ «Συνοδι­κὸν τῆς ἁγίας καὶ οἰκουμενικῆς Ζ΄ Συνόδου ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας», ποὺ βρίσκεται στὸ βιβλίο τοῦ Τριῳδίου καὶ θὰ ἦταν εὐχῆς ἔργον νὰ διαβάζεται στοὺς ναούς μας, ὅπως παλαιότερα, πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς πίστεως.
Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τελεῖται τὸ ἱερὸ μνημόσυ­νο τῶν ἀναριθμήτων ἐκείνων ἡρώων τῆς Ὀρ­θο­­δόξου πίστεως, οἱ ὁποῖοι τώρα ἀποτελοῦν φωτεινὸ νέφος ποὺ λάμπει σὰν οὐράνιο σέλας σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Μερικοὶ ἀπὸ αὐ­τοὺς εἶνε ἰδιαιτέρως γνωστοί, διότι σὲ κρίσιμες στι­γμὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας στά­θηκαν μονομάχοι τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὀρθοπραξίας· ὁ Μέγας Ἀθανάσιος κατὰ τῶν ἀρειανῶν, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος κατὰ τῶν ἠθικῶν παρεκτροπῶν, ὁ ἅγιος Κύριλλος κατὰ τῶν νεστοριανῶν, καὶ σὲ μεταγενέστερα χρόνια οἱ ἅ­γιοι Μέγας Φώτιος κατὰ τῶν λατίνων, Γρηγόριος Παλαμᾶς κατὰ τῶν βαρλααμι­τῶν καὶ Μᾶρ­κος ὁ Εὐγενικὸς κα­τὰ τοῦ πάπα. Αὐτοὺς τοὺς ἁγίους πατέρας ἀ­νευ­φημοῦμε λέγοντας·
«Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων, εὐσε­βῶν βασιλέων, ἁγιωτάτων πατριαρχῶν, ἀρ­χιερέων, διδασκάλων, μαρτύρων, ὁμολογη­τῶν, αἰωνία ἡ μνήμη».
Χάρις στοὺς ἀκούραστους καὶ ἀκατάβλητους κόπους καὶ τὶς μαρτυρικὲς θυσί­ες τῶν ἀειμνή­στων ἐκείνων ἀν­δρῶν ἔχουμε ἐμεῖς σήμερα τὸν ἀνεκτίμητο θησαυρὸ ποὺ λέγεται ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Πρὸς αὐτοὺς ἂς ἀτενίζουμε, ὥσ­τε νὰ συ­νεχίσουν νὰ μᾶς ἐμπνέουν τὸ φρόνημα καὶ οἱ ἀ­γῶνες τους, γιὰ νὰ μείνουμε κ᾽ ἐμεῖς ἀνυποχώρητοι στὶς ἠθικὲς ἀρχὲς τῆς ἁγίας ζωῆς τους καὶ στὴν ἀκρίβεια τῆς πίστεώς τους. Δι­ότι αὐτὸ εἶνε Ὀρθοδοξία, καὶ αὐτοὶ εἶνε οἱ διδάσκαλοι καὶ ὁδηγοί μας σ᾽ αὐτήν.
Γι᾽ αὐτὴ τὴν Ὀρθοδοξία καυχώμεθα ἐν Κυρίῳ οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες. Εἶνε ὁ πολύτιμος μαργαρίτης μας, ἡ ἀνεκτίμητη παρακαταθήκη μας, καὶ καλούμεθα νὰ τὴ φυλάξουμε, γιὰ νὰ μείνῃ αὐτὴ τὸ ἰδανικὸ τῆς πατρίδος μας.
Ἀλλὰ τί εἶνε αὐτὴ ἡ Ὀρθοδοξία, ὑπὲρ τῆς ὁ­ποίας ἔχυσε ποταμοὺς αἱμάτων τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων; Ἰδοὺ ἐρώτημα, ἰδοὺ ζήτημα ποὺ ἀ­ξίζει ν᾽ ἀπασχολήσῃ κάθε Ἕλληνα. Διότι ἡ Ὀρ­θοδοξία δὲν εἶνε κάτι ἀδιάφορο γιὰ τὴν Ἑλλά­δα, δὲν εἶνε μιὰ παρωνυχίδα· ἀποτελεῖ τὸ πολύτιμο διαμάντι τῆς χώρας αὐτῆς.

* * *

Ὀρθοδοξία! Ποιός ἐκκλησιαστικὸς ῥήτωρ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφωνήσῃ τὸν πανηγυρικό της ἐπαξίως; Θά ᾽πρεπε ν᾽ ἀναστηθοῦν σήμερα ἀπὸ τοὺς τάφους τους ὁ Μέγας Ἀθανάσι­ος, ὁ ἱερὸς Φώτιος καὶ ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, γιὰ νὰ σαλπίσουν μὲ τὶς ἠχηρὲς σάλπιγγές τους πρὸς ὅλο τὸ Ὀρθόδοξο ποίμνιο τὸ «Φύλακες, γρηγορεῖτε!», νὰ ἀφυπνίσουν στὰ στήθη καὶ τῶν πλέον ἀδιαφόρων ση­μερινῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων τὴν κοιμωμένη συνείδησι τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὦ μακάρια πνεύματα, πόσο βαθειὰ εἴχατε στὶς καρδιές σας τὸ βίωμα τῆς Ὀρθοδοξίας!
Αὐτὸ τὸ βίωμα, ἡ καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, βρίσκεται σ᾽ ἐκεῖνο ποὺ φωνάζει ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν καὶ κῆρυξ τοῦ χριστιανισμοῦ, ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. 2,15).
Σύμφωνα μὲ τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶνε μιὰ ἐφεύρεσι ἀνθρωπίνης διανοίας, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ τροποποι­ῆται καὶ ν᾽ ἀλλάζῃ κάθε εἰκοσιτετράωρο. Δὲν εἶνε μιὰ φιλοσοφία, ἀπὸ ᾽κεῖνες ποὺ λάμ­πουν στὸν οὐρανὸ τῆς διανοήσεως σὰν φωτεινὰ με­τέωρα σκέψεως κ᾽ ἔπειτα σβήνουν κ᾽ ἐξαφανίζονται στὸ ἔρεβος. Ὁ χριστιανισμὸς εἶνε κά­τι ἀπείρως περισσότερο, κάτι τελείως διαφορετικό. Εἶνε δύναμις ὑπερφυσική. Εἶνε ἀποκάλυψις ἑνὸς ὁλοκλήρου κόσμου ἀληθει­ῶν, στὶς ὁποῖες δὲν μποροῦσε νὰ ἀνέλθῃ μόνο του τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα μὲ τὰ φτερὰ τῆς διανοήσεως.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ἔκθαμβος ἐμ­πρὸς στὸ μεγαλεῖο ποὺ ἔλαμπε ἀπ᾽ ὅλες τὶς πλευρὲς τῆς ζωῆς τοῦ θείου Διδασκάλου, ἔ­κανε τὴν ὁμολογία «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος», ὁ Θεάνθρωπος εἶπε· «Μάκαριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷ­μα οὐ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾽ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 16,16-17). Δηλαδή· Πέτρε, σὲ μακαρίζω, διότι αὐτὸ ποὺ ὁμολογεῖς, ὅτι ἐγὼ εἶ­μαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, δὲν εἶνε κάτι ποὺ σὲ δίδαξαν ἄνθρωποι, δὲν εἶνε καρπὸς μελέτης καὶ φιλοσοφικῆς σκέψεως· εἶνε ἀποκάλυψις, ἄνωθεν φωτισμός, ποὺ σὲ κάνει νὰ βλέπῃς ὅ,τι δὲν μποροῦν νὰ δοῦν ὅλοι οἱ φιλόσοφοι τοῦ κόσμου. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴν ὁμολογία σου, τὴν πίστι ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ πίστις θὰ γίνῃ ὁ βράχος ὁ ἀ­σάλευτος, ἐπάνω στὸν ὁποῖο θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου, καὶ ἡ Ἐκκλησία μου, ἡ ὁ­ποία στηρίζεται ἐπάνω σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, θὰ μείνῃ ἀσάλευτη. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία θὰ πολεμηθῇ μὲ λύσσα ἀφάνταστη, ἀλλὰ ὅλες αἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, ποὺ θὰ ἐκβράσῃ ὁ ᾅδης γιὰ νὰ τὴ διαλύσουν, θὰ συντριβοῦν σὰν ἀφρισμένα κύματα ἐπάνω στὸ βράχο αὐτόν. Θὰ διαλυθοῦν οἱ ἀφροὶ τοῦ μίσους, θὰ κονιορτοποιηθοῦν τὰ ὅπλα τῶν ἐχθρῶν, καὶ ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ ὁποία θὰ κρατῇ τὴν ὀρθὴ πίστι γιὰ τὸ πρόσωπό μου, θὰ ὑψώσῃ νικηφόρως τὴ σημαία της στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (ἔ.ἀ. 16,18).

* * *

Καὶ ἡ ἱστορία εἴκοσι αἰώνων, ποὺ διέρρευσαν ἀπὸ τότε, ἐπαληθεύει, ἀγαπητοί μου, τὴ μεγάλη αὐτὴ προφητεία τοῦ Κυρίου. Πολέμιοι τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως παρουσιάστηκαν πολλοί, ἀναρίθμητοι, οἱ ὁποῖοι, παρ᾽ ὅλα τὰ ποι­κίλα μέσα ποὺ χρησιμοποίησαν, ἕναν ἀντικειμε­νικὸ σκοπὸ εἶχαν ὅλοι ἀπὸ κοινοῦ, τὴν ὁλοκληρωτικὴ διάλυσί της. Μὲ φωτιὰ καὶ σίδερο, μὲ φρικτὰ καὶ ἀπερίγραπτα μαρτύρια, προσπάθησαν νὰ ἐξαλείψουν τὴν πίστι τρομοκρατών­τας καὶ ἐξοντώνοντας μαζικὰ τοὺς φορεῖς αὐ­τῆς τῆς πίστεως. Ἀλλὰ δὲν κατώρθωσαν τίπο­τα. Ὅπου ἔπεφτε ἕνας, ἐκεῖ 10, 100, 200 σηκώ­νονταν γιὰ νὰ τὴν ὑπερασπίσουν.
Ἡ Ὀρ­θοδοξία ἔρριχνε καθημερινῶς τὶς ῥίζες της σ᾽ Ἀνατολὴ καὶ Δύσι. Ὑψωνόταν σὰν δέντρο πανέμορφο καὶ καρποφόρο, καὶ κάτω ἀπ᾽ τὴ σκιά του μυριάδες ψυχὲς μ᾽ ἕνα στόμα καὶ μιὰ καρδιὰ ὑμνοῦσαν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν ἐν Τριάδι Θεόν. Καὶ ὁ χριστιανισμὸς παρουσι­αζόταν ἀδιάσπαστος, ἑνωμένος μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία σὰν μάνα φιλόστοργη εἶχε συγκεντρώσει κάτω ἀπ᾽ τὰ φτερά της ὅλα τὰ παιδιά της.
Γιὰ τὴν ἔνδοξη αὐτὴ Ἐκκλησία μποροῦσε ὁ ποιητὴς νὰ πῇ· «Ἆρον κύκλῳ τοὺς ὀφθαλμούς σου, Σιών, καὶ ἴδε· ἰδοὺ γὰρ ἥ­κασί σοι θεοφεγγεῖς ὡς φωστῆρες ἐκ δυσμῶν καὶ βορρᾶ καὶ θαλάσσης καὶ ἑῴας τὰ τέκνα σου, ἐν σοὶ εὐ­λογοῦντα Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας» (καν. Πάσχ. ᾠδ. η΄).

Η ΔΙΑΦΥΛΑΞΙΣ ΤΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ

Σήμερα Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας εἴδαμε, ἀγαπητοί μου, τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας μας πού, πα­ρὰ τοὺς διωγμοὺς ποὺ δέχθηκε ἀπ᾽ τὰ πρῶ­τα βήματά της, ἐπεκτεινόταν καὶ κρατοῦ­σε ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς στὴν ἀγκάλη της.

* * *

Ἀλλ᾽ ἀλλοίμονο! Μόλις κόπασαν οἱ διωγμοί, ἄλλης φύσεως ἐχθροὶ ἐπετέθησαν. Αὐτοὶ δὲν ἦταν ὅπως οἱ πρῶτοι. Αὐτοὶ εἶχαν γεννη­θῆ καὶ γαλουχηθῆ στοὺς κόλπους της, ἦταν γραμμέ­νοι στὸ μητρῷο της, μετεῖ­χαν στὶς ἱερὲς συνά­ξεις, κοινωνοῦσαν τῶν ἀχράντων μυστηρίων, δέχονταν ὅ,τι μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος δίδασκε ἡ Ὀρθοδοξία, ἦταν ἕτοιμοι καὶ νὰ μαρτυρήσουν ὑπὲρ αὐτῆς.
Ἀλλὰ ξαφνικὰ Read more »

ΠΟΘΕΝ ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 20th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Β΄ Κυριακὴ Νηστειῶν (Μᾶρκ. 2,1-12)

ΠΟΘΕΝ ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ;

π. Αυγουστινος ιστ.Θa προσπαθήσω νὰ μιλήσω σὰν πατέρας στὰ παιδιά, τὰ ἀγαπημένα παιδιὰ τοῦ Χρι­στοῦ, καὶ παρακαλῶ νὰ προσέξετε.
Ἐὰν πῇ κάποιος, ὅτι τὸ ρολόϊ ποὺ φορᾶτε στὸ χέρι σας δὲν ἔγινε ἀπὸ τεχνίτη, ἀλλὰ φύτρωσε σ᾽ ἕνα χωράφι, ποιός θὰ τὸν πιστέψῃ; Οὔτε ἕνας. Ἐὰν σᾶς πῇ ἕνας ἄλλος, ὅτι τὸ σπί­τι ποὺ κάθεστε χτίστηκε χωρὶς τεχνίτη, μόνα τους μαζεύτηκαν οἱ πέτρες, ἡ ἄμμος, τὸ τσιμέν­­το, τὸ σίδερο, καὶ ἔτσι φύτρωσε τὸ σπίτι, σὰν τὰ μανιτάρια, θὰ τὸ πιστέψετε; Ὄχι. Ἐὰν σᾶς πῇ κάποιος ἄλλος, ὅτι τὸ αὐτοκίνητό σας, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τόσα ἐξαρτήματα, ἔτσι φυτρω­σε, θὰ τὸ πιστέψετε; Ὄχι. Τὸ ρολόϊ κάποιος τό ᾽φτειαξε, τὸ σπίτι κάποιος τό ᾽χτισε, τὸ αὐτο­κίνητο κάποιος τὸ κατασκεύασε. Ὅπως λοιπὸν δὲ μπορεῖς νὰ παραδεχθῇς, ὅτι τὸ ρολόϊ ἔγινε μόνο του, τὸ σπίτι ἔγινε μόνο του καὶ τὸ αὐτοκί­νητο ἔγινε μόνο του, ἔτσι εἶνε λογικῶς ἀπαράδεκτο νὰ ποῦμε, ὅτι καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔγινε μόνος του. Ποιός τὸν ἔκανε; Φτάνει καὶ μόνο ὁ ἄνθρωπος ν᾽ ἀποδείξῃ, ὅτι ὑπάρχει Θεός.

Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Ἂν τὸν ἐξετάσουμε σωματικῶς, εἶνε τὸ πιὸ τέλειο ἐργοστάσιο. Δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἐργοστάσιο σὰν τὸ σῶμα μας. Ἐργοστάσιο εἶνε. Κι ὅπως τὸ ἐργοστάσιο θέλει καύσιμα, γιὰ ν᾽ ἀνάψουν καὶ θερμανθοῦν οἱ λέβητες καὶ νὰ κινηθοῦν οἱ μηχα­νές, ἔτσι καὶ τὸ σῶμα μας θέλει καύσιμα. Καὶ ποιά εἶνε τὰ καύσιμα ποὺ ῥίχνουμε κάθε μερα; Ἡ τροφή· τὸ νερό, τὸ ψωμί, τὸ λάχανο, τὰ ὄσπρια, τὸ κρέας, ὅλα αὐτά. Καὶ τί γίνεται· πη­γαίνουν αὐτὰ στὸ στομάχι, καὶ ἐν συνεχείᾳ γί­νονται αἷμα. Πῶς; Μυστήριο. Γι᾽ αὐτὸ βλέπεις, ὅταν ἀρρωστήσῃ κανεὶς καὶ κινδυνεύῃ, ζητοῦν νὰ γίνῃ μετάγγισις αἵματος ἀπὸ ἄλλον ἀνθρώ­πινο ὀργανισμό. Μὴ σᾶς γελάσῃ κανείς· ἡ ἐπι­στήμη μέχρι σήμερα δὲ μπόρεσε νὰ παρασκευ­άσῃ αἷμα. Πῶς οἱ διάφορες τροφὲς γίνονται αἷμα; πῶς χτυπάει ἡ καρδιά; πῶς ἀναπνεόυν οἱ πνεύμονες; πῶς λειτουργοῦν τὰ νεφρά; πῶς ἀκούει τὸ αὐτί; πῶς βλέπει τὸ μάτι;… Μυστή­ρια! Μία εἶνε ἡ ἀπάντησι· τά ᾽φτειαξε ὁ Θεός. Ἐκεῖνος ἔφτειαξε τὸν ἄνθρωπο, ὅπως λέει κι ὁ ἀπόστολος σήμερα στὴν ἀρχή (βλ. Ἑβρ. 1,10).
Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δὲν εἶνε μόνο σάρκες· στομάχι, ἔντερα, νεφρά, φλέβες, νεῦρα, ποὺ ζυγίζουν 70-80 κιλά. Δὲν εἶνε μόνο κοιλιά, ὥσ­τε νὰ λέῃ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀ­ποθνῄσκομεν» (᾽Ησ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32). Πέρα ἀπὸ τὰ κύτταρα καὶ ὅλα τὰ ὑλικὰ συστατικά, μέσα στὸν ἄνθρωπο ὑπάρχει σκέψις, μυαλό, συνεί­δησις· ὑπάρχει γλῶσσα, ὑπάρχει θρησκεία, ὑ­πάρχει Θεός. Μὴν ἀκοῦτε τί διδάσκει ἡ ἀθεΐα, ἰδίως στὰ σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια. Κλεῖστε τ᾽ αὐτιά σας. Νὰ πιστεύετε, ὅτι ὁ Θεὸς «ἐποίησε τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Γέν. 1,1) κι ὅτι τὸ μεγαλύτερο δημιούργημα, τὸ ἀριστούργημα τῆς δημιουργίας, εἶνε ὁ ἄνθρωπος.

* * *

Μὰ γιατί τὰ λὲς αὐτὰ τώρα; θὰ ρωτήσετε. Διότι τὸ εὐαγγέλιο σήμερα μιλάει γιὰ ἕναν ἄν­θρωπο ποὺ παρέλυσε. Χέρια εἶχε καὶ χέρια δὲν εἶχε, πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἦταν ἀκίνη­τος στὸ κρεβάτι, σὰ νεκρός. Βλέποντας τὸν παράλυτο αὐτόν, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς ἀσθενεῖς ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο, νὰ βογγοῦν κι ἀναστενάζουν, γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· Γιατί ὑ­πάρχει ἡ ἀσθένεια; Γιατί ὁ ἄνθρωπος καταν­τᾷ σ᾽ αὐτὰ τ᾽ ἀξιοθρήνητα χάλια; Ὁ ἕνας ἐγκε­φαλικὸ ἐπεισόδιο, ὁ ἄλλος καρδιά, ὁ ἄλλος παραλυσία, ὁ ἄλλος κάτι ἄλλο. Πῶς; Ποιά ἡ αἰτία; Ἔτσι ἔφτειαξε ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο;
Ὄχι. Ὁ ἄνθρωπος βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ ὅπως ἕνα ὁλοκαίνουργιο αὐτοκίνητο, ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ ἐργοστασιο τῆς Γερμανί­ας καὶ εἶνε τὰ πάντα ἐν τάξει, τέλεια. Ἀλλὰ τί ἔπαθε; Ὅπως τὸ αὐτοκίνητο τρέχει καὶ ξαφνι­κὰ σταματάει, γιατὶ ὑπέστη κάποια βλάβη, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος ὑπέστη βλάβη. Καὶ ποιά εἶνε ἡ βλάβη αὐτή; Ὅτι μπῆκε μέσα του ἡ ἁ­μαρτία. Πρῶτα ὁ ἄνθρωπος ἀνέπνεε καθαρὸ καὶ ἀμόλυντο ἀέρα, ἔπινε νερὸ κρυστάλλινο, ἔτρωγε χόρτα καὶ καρποὺς τῶν δέντρων, χυμοὺς φρούτων ποὺ δὲν ἦταν ῥαντισμένα μὲ φάρμακα. Ζοῦσε σ᾽ ἕνα παράδεισο. Πρὸ τῆς ἁ­μαρτίας ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νὰ ζήσῃ ὄχι ἑ­κατὸ χρόνια, ἀλλὰ αἰώνια. Τώρα σπανίως βλέπουμε ἀνθρώπους αἰωνόβιους. Ὅλα πλέον τὰ ἐμόλυνε ἡ ἁμαρτία. Ὅπως ἕνα αὐτοκίνητο, ποὺ ἔχει ζωὴ εἴκοσι χρόνια, ἅμα δὲν τὸ κυβερ­νήσῃς καλά, τὸ καταστρέφεις καὶ μετὰ τὸ πᾷς σὲ συνεργεῖα ἢ τὸ πετᾷς στὸ ῥέμα, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν πρόσεξε τὸν ἑαυτό του, μπῆκε μέσα του ἡ ἁμαρτία, κι ἀπὸ τότε ἀρχίζουν οἱ ἀ­σθένειες, παρουσιάστηκαν τὰ μικρόβια. Ἕως τότε μικρόβιο καὶ ἀσθένεια δὲν ὑπῆρχαν πάνω στὴ γῆ, γιατρὸς καὶ φάρμακα δὲν ἐχρειάζοντο. Ὁ ἄνθρωπος ἦταν ὑγιέστατος.
Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία λοιπὸν προῆλθε ἡ ἀσθένεια. Μάλιστα. Ὅπως ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ δέν­τρου βγαίνουν τὰ κλαδιὰ καὶ τὰ φύλλα, ἔτσι ἡ ἁμαρτία εἶνε ἡ ῥίζα τῆς δυστυχίας ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος, ἡ ῥίζα τῶν ἀσθενει­ῶν. Ἐὰν ἀφαιρέσῃς τὴν ἁμαρτία, ὁ ἄνθρωπος θὰ εἶνε ὑγιὴς κατὰ πάντα, ψυχὴ καὶ σῶμα.
Ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶνε ἡ ῥίζα τῶν ἀσθενειῶν, τὸ ἀποδεικνύει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Τί λέει;
Ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα παράλυτο ποὺ ζητοῦσε θεραπεία. Πῆγε σὲ γιατρούς, πῆρε φάρμακα, ἔκανε μπάνια, ὅλα τὰ μέσα χρησιμοποίησε. Ἀ­δύνατον νὰ θεραπευθῇ. Ἀθεράπευτος ἦταν. Κάπου ἄκουσε, ὅτι ὁ Χριστὸς κάνει καλὰ τὸν κόσμο. Ζήτησε νὰ τὸν δῇ. Πῶς ὅμως νὰ πάῃ; Πό­δια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Τότε τέσσερις καλοὶ ἄνθρωποι τὸν πῆραν στὰ χέρια, τὸν σήκω­σαν σὰ νεκρό, καὶ τὸν πῆγαν στὸ Χριστό. Ὅλοι τώρα περίμεναν – τί; Ὁ Χριστὸς νὰ τὸν κάνῃ καλά. Τὸν ἔκανε; Ὄχι. Πρῶτα τοῦ εἶπε· «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5).
Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Γιατί ὁ Χριστὸς θεραπεύει πρῶτα ὄχι τὸ σῶμα ἀλλὰ τὴν ψυχή; Γιὰ νὰ δείξῃ, ὅτι ὁ παράλυτος κατήντη­σε σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀθλιότητα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Εἶχε ἁμαρτήσει, εἶχε κάνει κάποια ἁμαρτία, καὶ λόγῳ τῆς ἁμαρτίας αὐτῆς (πορνεία, μοιχεία, ἢ κάτι ἄλλο), κατήντησε στὴν παραλυσία. Τὸ σημερινὸ λοιπὸν θαῦμα δείχνει, ὅτι ἡ αἰτία τῶν ἀσθενειῶν μας εἶνε ἡ ἁμαρτία.
Ὅτι αὐτὸ εἶνε ἀλήθεια τὸ ἀποδεικνύουν τὰ πράγματα. Στὴν Ἀθήνα εἶνε ἕνα μεγάλο νοσοκομεῖο μὲ πλῆθος ἀσθενεῖς. Εἶνε παράλυτοι. Καὶ δὲν εἶνε γέροι· εἶνε νέοι 18, 20, 25 χρο­νῶν, ἀπόφοιτοι λυκείων, φοιτηταί κ.τ.λ., καὶ κοντά τους βλέπεις νὰ στέκεται ἡ μάνα καὶ νὰ κλαίῃ. Οἱ νέοι αὐτοί, ποὺ μποροῦσαν νὰ πετάξουν σὰν ἀετοὶ καὶ νὰ περάσουν τὰ βουνά, καὶ νὰ πηδήσουν σὰν τὰ ἐλάφια, καὶ νὰ δουλέψουν στὰ χωράφια, τοὺς βλέπεις τώρα νὰ μὴ μποροῦν νὰ κουνήσουν τὸ χέρι τους, νὰ μὴ μποροῦν οὔτε τὸ κουτάλι νὰ πιάσουν καὶ τοὺς ταΐζει νοσοκόμος. Ἂν ρωτήσετε πῶς τὸ ἔπαθαν αὐτό, θ᾽ ἀκούσετε· Ἀνάθεμα στὰ κα­κὰ βιβλία, στὸν αἰσχρὸ κινηματογράφο, στὴν ἀθλία τηλεόρασι, στὰ ναρκωτικά, στὰ νυκτερινὰ κέντρα. Ἐκεῖ ἄκουσαν καὶ εἶδαν, ἤπιαν ποτὰ καὶ δοκίμασαν ναρκωτικά, καὶ ἔτσι σὲ κάποια στιγμὴ ἄρχισαν νὰ παραλύουν καὶ τώρα εἶνε στὸ Ἄσυλο τῶν Ἀνιάτων.
Ὅσοι κατοικοῦν στὴν ὕπαιθρο ἂς δοξάσουν τὸ Θεό, ποὺ ἔχουν καθαρὸ ἀέρα. Στὴν Ἀθήνα οἱ ἄνθρωποι βγαίνουν στὰ μπαλκόνια, κοιτάζουν τὸν οὐρανό, βλέπουν τὸ σύννεφο τῶν καυσαερίων καὶ φοβοῦνται· ὅλοι λαχταροῦν νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν πόλι καὶ νὰ βγοῦν ἔξω. Τὸ εἶπε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· θὰ ἀδειάσουν οἱ πόλεις!…

* * *

Καλά, θὰ πῆτε, μόνο στὶς πολιτεῖες εἶνε ἁ­μαρτωλοὶ οἱ ἄνθρωποι; Ὄχι βεβαίως. Ἁμαρτωλοὶ εἶνε καὶ στὴν ὕπαιθρο καὶ παντοῦ. Γι᾽ αὐτὸ ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη θεραπείας. Μὴν ἀπελπιστοῦμε. Ὁ Χριστὸς θεραπεύει καὶ σώματα καὶ ψυχές. Ὅπως λοιπὸν κοιτάζεις τὸ κορμί σου νὰ εἶνε καλά, καὶ μόλις αἰσθανθῇς τὸν ἑαυτό σου ἀδιάθετο τρέχεις στὸ γιατρό, ἔτσι ὅταν αἰσθανθῇς τὴν ψυχή σου ἀιδάθετη, νὰ ὑποφέρῃ ἀπὸ κάποιο πάθος, κάποια ἁμαρτία, τρέξε στὸν πνευματικό, στὸν ἐξομολόγο.
Τώρα τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ νὰ μὴ μεί­νῃ κανείς ἀνεξομολόγητος. Νὰ πᾶτε νὰ ἐξομολογηθῆτε. Πέσετε στὰ γόνατα, κλάψτε καὶ πέστε στὸν πνευματικό· Ἡμάρτησα, «ἥμαρτον» (Λουκ. 15,21). Καὶ θ᾽ ἀκούσετε τότε τὸ χαρμόσυνο ἐκεῖνο λόγο, ποὺ εἶπε ὁ Χριστός, ποὺ εἶνε ὠκεανὸς ἀγάπης καὶ ἐλέους· «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μᾶρκ. 2,5).
Τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες ὅλοι στὴν ἐκκλησία, στοὺς Χαιρετισμούς. Τὶς νηστεῖες νὰ τη­ρῆτε, σαρακοστές, Τετάρτες καὶ Παρασκευές. Μὴ ζῆτε σὰν τὰ ζῷα· νὰ ζῆτε σὰν ἄνθρωποι Χριστιανοί, μὲ ἀνωτέρους πόθους καὶ νοσταλγίες, εἰς τρόπον ὥστε νὰ σᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεὸς τὸ Πάσχα ― τὴ Λαμπρὴ ν᾽ ἀκούσετε κ᾽ ἐ­σεῖς τὸν ὕμνο· «Τὴν ἀνάστασιν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς· καὶ ἡ­μᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν».

†ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στον ιερό ναὸ  Γενεσίου τῆς Θεοτόκου Λεπτοκαρυῶν – Φλωρίνης 14-3-1982)

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 20th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Κυριακὴ Γ΄ Νηστειῶν (Μᾶρκ. 8,34 – 9,1)

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

«Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»(Mαρκ. 8,36-37)

______

_____

ΕΝΑ, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα προβλήματα ποὺ ἀπασχολοῦν τοὺς σοφοὺς ἀποτελεῖ τὸ ἐρώτημα· Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Εἶνε κι αὐτὸς ἁπλῶς ἕνα ζῷο μὲ κατώτερες ὀρέξεις; Ποιά ἡ ἀρχή του, ἀπὸ ποῦ προέρχεται; Ποιός ὁ σκοπὸς καὶ ὁ προορισμός του; Ποιά τὰ συστατικὰ καὶ ποιά τὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του; Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος; Στύβουν τὰ μυαλά τους οἱ σοφοί. Καὶ γιὰ ν᾿ ἀπαντήσουν ἔγραψαν καὶ γράφουν βιβλία τόσα, ποὺ γιὰ νὰ τὰ διαβάσῃς πρέπει νὰ ζήσῃς χίλια χρόνια.
Ἀλλ᾿ ἂν τὰ ζυγίσουμε ὅλα αὐτὰ τὰ βιβλία, εἶνε ἕνα ἄχυρο μπροστὰ στὰ λόγια ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Λόγια, ποὺ ἂν καθήσουμε ἔστω πέντε λεπτὰ καὶ τὰ σκεφτοῦμε σοβαρά, εἶνε ἱκανὰ νὰ κάνουν καὶ τὸν πιὸ ἁμαρτωλὸ ν᾿ ἀλλάξῃ πορεία, σήμερα Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Τὰ λόγια αὐτὰ δὲν εἶνε γραμμένα μὲ μελάνι, ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶνε αὐτὰ ποὺ ἀκούσαμε· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). Αὐτὰ τὰ λόγια δίνουν τὴ λύσι στὸ πρόβλημα ἄνθρωπος. Μᾶς λένε ποιά εἶνε ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ποιά, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ ἀξία του; Ποῦ ἔγκειται ἡ ἀξία καὶ σὲ τί συνίσταται τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου;

* * *

Ἀπὸ ἀπόψεως σωματικῆς ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπερέχει. Ὁ ὄγκος του, τὸ σωματικό του περίβλημα, εἶνε μικρό. Ἂν σταθῇ ἕνας ἄνθρωπος μπροστὰ σ᾿ ἕνα βουνὸ ὅπως οἱ Ἄλπεις ἢ τὰ Ἰμαλάϊα, ὁ ὄγκος του μπροστά τους εἶνε ἐλάχιστος. Κι ἂν πάλι συγκρίνουμε τὰ μεγάλα βουνὰ μὲ τὴ γῆ, θὰ δοῦμε ὅτι κι αὐτὰ μπροστά της εἶνε σὰν τὶς προεξοχὲς τῆς φλούδας ἑνὸς πορτοκαλιοῦ. Κι ἂν πάλι συγκρίνουμε τὴ γῆ μὲ τὰ ἄστρα καὶ τὰ πλανητικὰ συστήματα, θὰ δοῦμε ὅτι ὁ ὄγκος της εἶνε ἕνας κόκκος ἄμμου. Ἑπομένως ὁ ἄνθρωπος μέσα στὸ σύμπαν εἶνε κάτι ἀπειροελάχιστο, σχεδὸν μηδέν. Ἂν πάρῃς ἕνα νεκρὸ ποὺ μόλις ξεψύχησε καὶ τὸν πᾷς στὸ χημεῖο νὰ τὸν ἀναλύσῃς στὰ συστατικά του, θὰ δῇς ὅτι ὁ ἄνθρωπος τῶν 65 κιλῶν εἶνε· 45 κιλὰ νερό, λίπος γιὰ νὰ φτειάξῃς 7 σαπούνια, σίδερο γιὰ 1 καρφί, φώσφορο γιὰ μερικὰ κουτιὰ σπίρτα, μαγνήσιο γιὰ 1 καθαρτικό, κάρβουνο γιὰ μερικὰ μολύβια, καὶ ἀσβέστη γιὰ νὰ βάψῃς ἕνα μικρὸ δωμάτιο. Ὅλα δηλαδὴ τὰ συστατικά του ὡς σῶμα εἶνε εὐτελέστατα, μηδαμινά, δὲν ἔχουν ἀξία οὔτε μιᾶς λίρας. Καὶ ὅμως· μιὰ λίρα ἀξίζει ὁ ἄνθρωπος;
Ὦ Χριστέ! Σ᾿ εὐχαριστοῦμε, γιατὶ ἦρθες στὸν κόσμο καὶ ἔρριξες φωτοβολίδες μέσα στὸ ἔρεβος· εἶπες τὰ λόγια αὐτά, ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὰ ζυγίσῃ κανείς· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;». Ὥστε ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε στὸ σῶμα τὸ εὐτελέστατο. Ἡ ἀξία του εἶνε κάτι ἄλλο.
Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε αὐτὸ ποὺ φαίνεται. Ὄχι, ἀδελφοί μου. Ὁ ἄνθρωπος εἶνε κυρίως αὐτὸ ποὺ δὲν φαίνεται. Πίσω ἀπὸ τὸ πρόσωπό του, στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του, κρύβεται κάποιο ἀόρατο μηχάνημα. Ὁ ἄνθρωπος μέσα του εἶνε προπαντὸς σκέψις, διάνοια. Κάθεται στὸ γραφεῖο του καὶ μὲ τὸ διαβήτη μετράει τὶς ἀποστάσεις, ζυγίζει τοὺς ἡλίους, ὑπολογίζει τὴν τροχιὰ τῶν ἀστέρων· γίνεται μαθηματικός, ἀστρονόμος, μέγας ἐπιστήμων.
Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε μόνο διάνοια. Ἀλλοίμονο ἂν εἶνε μόνο διάνοια. Εἶνε καὶ καρδιά, εἶνε καὶ αίσθημα. Καὶ τὸν βλέπεις σὲ μιὰ στιγμή, ἐκεῖ ποὺ διασκεδάζει, ποὺ γλεντάει κι ἀπολαμβάνει τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς, ὅταν ὁ ταχυδρόμος τοῦ φέρῃ ἕνα γράμμα καὶ μαθαίνῃ ὅτι πέθανε ἡ μητέρα του, τί συμβαίνει; Μεταβάλλεται, ἀλλάζει· δὲν ἔχει διάθεσι νὰ μιλήσῃ πιά, κλείνεται καὶ κλαίει καὶ πενθεῖ.
Ὁ ἄνθρωπος εἶνε διάνοια, εἶνε καρδιὰ καὶ ασθημα. Προπαντὸς  ὅμως ―τὸ σπουδαιότερο ἀπ᾿ ὅλα― εἶνε θέλησις. Ὤ ἡ θέλησι τοῦ ἀνθρώπου! Τὸ ζῷο εἶνε ὑπόδουλο στὰ ἔνστικτά του. Τὸ ζῷο πεινᾶ; θὰ φάῃ. Ὁ ἄνθρωπος πεινᾷ, ἀλλὰ λέει Ἄλτ! εἶνε Μεγάλη Παρασκευή, θὰ νηστέψουμε. Τὸ ζῷο νυστάζει; θὰ κοιμηθῇ στὴν ὥρα του, μὲ τὸ ρολόι. Ὁ ἄνθρωπος λέει Ἄλτ! δὲ᾿ θὰ κοιμηθῶ· εἶμαι νοσοκόμος κι ἀπόψε θ᾿ ἀγρυπνήσω στὸ προσκέφαλο τοῦ ἀρρώστου. Τὸ ζῷο ἔχει τὸ ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει κι αὐτὸς τὸ ἔνστικτο αὐτό, ἀλλὰ λέει· Ἄλτ! ὄχι· θὰ θυσιάσω τὴ ζωή μου, ὄχι μιὰ ζωὴ ἀλλὰ χίλιες ζωές, γιὰ μεγάλα ἰδανικά. Τὴν 25η Μαρτίου ἑορτάζουμε ἕνα ἔπος, μιὰ ἀλησμόνητη σελίδα τῆς ἱστορίας τοῦ ἔθνους μας, τὸ 1821. Γιά διαβάστε τοὺς βίους τῶν ἡρώων. Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τοὺς ἠλέκτριζε; ἡ ὕλη, τὸ χρῆμα, τὰ ταπεινὰ καὶ μικρὰ συμφέροντα, τὰ ἔνστικτα, οἱ ὁρμές των; Κάτι τὸ ἀνώτερο. Ἕνας ξένος ἐπισκέφθηκε τὸν Κανάρη στὰ γεράματά του καὶ τὸν ρωτάει· ―Δὲ᾿ μοῦ λές, γερο – Κω᾿σταντῆ, πῶς κατώρθωσες ἐκείνη τὴ νύχτα νὰ κολλήσῃς τὸ πυρπολικὸ στὴ ναυαρχίδα καὶ νὰ τὴν τινάξῃς στὸν ἀέρα; Καὶ ὁ ἥρωας ἀπαντᾷ· ―Ἁπλούστατα, ἔκανα τὸ σταυρό μου καὶ εἶπα· Ἀπόψε, Κω᾿σταντῆ, θὰ πεθάνῃς γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Ὑλισταὶ καὶ ἄθεοι, σᾶς ἐρωτῶ· Τί εἶνε ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑψώνεται ἐπάνω ἀπὸ τὰ ἔνστικτα, τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ὁρμές του, καὶ νὰ φθάνῃ στὸ ὕψος τοῦ ἡρωϊσμοῦ καὶ τοῦ μαρτυρίου; Εἶνε τὰ κύτταρα, τὰ κόκκαλα, τὰ στομάχια, τὰ ἔντερα; Ὄχι, ἀδελφοί μου. Πέρα ἀπὸ αὐτὰ εἶνε ἡ ψυχὴ ἡ ἀθάνατη. Καὶ γι᾿ αὐτὴν ὁμιλεῖ ὁ Χριστὸς ὅταν λέει· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;».

* * *

Ἀδελφοί μου, θὰ τελειώσω μὲ μιὰ εἰκόνα.
Θέλετε, λέει κάποιος, νὰ δῆτε τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς; Φτειάξτε μὲ τὴ φαντασία σας μιὰ ζυγαριά, ζυγαριὰ μεγάλη, γιατὶ δὲν πρόκειται νὰ ζυγίσουμε μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα. Καὶ τὴ ζυγαριὰ αὐτὴ νὰ τὴν κρεμάσετε ἀπὸ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, νὰ τὴν κρατᾶνε στὰ χέρια τους ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι. Καὶ στὸν ἕνα δίσκο τῆς ζυγαριᾶς βάλτε ὅ,τι πανάκριβο ὑπάρχει στὸν κόσμο. Ἐλᾶτε, σεῖς οἱ γυναῖκες, καὶ φέρτε ὅλα τὰ σκουλαρήκια, τὰ χρυσαφικά, τὰ τιμαλφῆ ποὺ ἔχετε. Κ᾿ ἐσεῖς οἱ τραπεζῖτες, οἱ φιλάργυροι Ἰοῦδες, ἀνοῖξτε τὰ χρηματοκιβώτιά σας καὶ φέρτε ὅλα τὰ χρήματα καὶ στοιβάξτε τα στὸν διο δίσκο. Κ᾿ ἐσεῖς ἐργατικοὶ ἄνθρωποι – τὸ προλετάριο, σκάψτε βαθειὰ στὰ σπλάχνα τῆς γῆς καὶ βγάλτε ἀπὸ μέσα ὅλο τὸ χρυσάφι καὶ τὸ ἀσήμι, καὶ βάλτε τα κι αὐτὰ ἐκεῖ. Κ᾿ ἐσεῖς ναῦτες – ναυτικοί, μὲ τὰ σκάφανδρά σας βυθισθῆτε στὰ βάθη τῶν ὠκεανῶν καὶ πάρτε ἀπὸ ᾿κεῖ τοὺς ἀμυθήτους θησαυροὺς ποὺ κρύβονται. Κ᾿ ἐσεῖς ἀεροπόροι – ἀστροναῦτες, πετάξτε μὲ τὰ διαστημόπλοιά σας στὰ ὕψη τοῦ διαστήματος καὶ πάρτε ἀπ᾿ ὅλους τοὺς πλανῆτες, ἀπ᾿ τὸ φεγγάρι καὶ τὰ ἄστρα, ὅ,τι ἔχει ὅλο τὸ σύμπαν. Καὶ ὅλα αὐτὰ βάλτε τα στὸν διο δίσκο. Κι ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τί νὰ βάλετε; Μιὰ ψυχή. Τίνος; Τὴν ψυχὴ ἑνὸς βασιλιᾶ; Ὄχι. Τὴν ψυχὴ ἑνὸς στρατηγοῦ; Ὄχι. Τὴν ψυχὴ ἑνὸς μεγάλου ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ γράφουν οἱ ἐφημερίδες; Ὄχι. Νὰ βάλετε τὴν ψυχὴ ἑνὸς ταπεινοῦ ἀνθρώπου, ἑνὸς φτωχοῦ καὶ ἀσημάντου. Ἔ λοιπόν, μόλις ἡ ψυχὴ ἀγγίξῃ μὲ τὴ φτερούγα της τὸ δίσκο, ἀμέσως ἡ ζυγαριὰ θὰ κλίνῃ πρὸς τὸ μέρος της! Ὦ ψυχή, ὦ θησαυρὲ ἀνεκτίμητε! «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;».
Ἀγαπητοί μου! Λένε, ὅτι ὁ βασιλιᾶς τῆς Μακεδονίας Φίλιππος, πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, εἶχε μιὰ σπουδαία συνήθεια. Τετρακόσα χρόνια πρὸ Χριστοῦ αὐτός, εἶχε διατάξει ἕνα στρατιώτη του καὶ κάθε πρωῒ στεκόταν μπροστά του κλαρῖνο καὶ τοῦ ἔκανε μία ὑπενθύμισι. Τοῦ εἶπε· Κάθε πρωΐ, μόλις ἀνατείλῃ ὁ ἥλιος, θὰ κτυπᾷς στὸ δωμάτιό μου, θὰ χαιρετᾷς καὶ θὰ μοῦ λές· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνητὸς εἶ»· Φίλιππε, θυμήσου ὅτι εἶσαι θνητός, ὅτι μιὰ μέρα θὰ πεθάνῃς.
Κ᾿ ἐγὼ τώρα, ὡς στρατιώτης ὄχι τοῦ Φιλίππου ἀλλὰ τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ, παρουσιάζομαι ἐνώπιον ὅλων σας, ἐν ὄψει τῆς ἡμέρας τῆς κρίσεως, καὶ σᾶς εἰδοποιῶ· Ἔχετε ψυχὴ ἀθάνατη! Τὴν ψυχὴ αὐτὴ φυλάξτε την μὲ κάθε θυσία. Καὶ μὴ ξεχνᾶτε ποτέ στὴ ζωή σας τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας ποὺ εἶνε γραμμένα μὲ τὸ αἷμα Του· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36-37). Ἐὰν μὲ ἀκούσετε, καλῶς· ἐὰν δὲν μὲ ἀκούσετε, σεῖς θὰ εἶστε ὑπεύθυνοι. Ἡ εὐθύνη θὰ εἶνε δική σας καὶ μόνο δική σας.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγίου Κωνσταντίνου Κολωνοῦ – Ἀθηνῶν 20-3-1960)

«ΜH AΠΟΣΤΡΕΨΗΣ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΟΥ…»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 11th, 2013 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

«ΜH AΠΟΣΤΡΕΨΗΣ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΟΥ…»

«Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι· ταχὺ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καὶ λύτρωσαι αὐτήν»
(Ψαλμ. 68,18-19)

ΚYRIOS ΙHSOS ΧRISTOSΑΚΟΥΣΑΤΕ τὰ λόγια αὐτά, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί. Εἶνε τὸ προκείμενο τοῦ κατανυκτικοῦ ἑσπερινοῦ. Ὅσοι πᾶτε τακτικὰ στὸν ἑσπερινὸ θὰ γνωρίζετε, ὅτι μετὰ τὸ «Φῶς ἱλαρόν…» λέγεται τὸ προκείμενο, ποὺ ἀλλάζει κάθε φορά. Ἄλλο εἶνε τὸ προκείμενο τῆς Δευτέρας, ἄλλο τῆς Τρίτης, ἄλλο τῆς Τετάρτης, ἄλλο τῆς Πέμπτης, ἄλλο τῆς Παρασκευῆς, ἄλλο τοῦ Σαββάτου, καὶ ἄλλο τῆς Κυριακῆς. Τὸ προκείμενο τῆς Κυριακῆς εἶνε «Ἰδού δὴ εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ δοῦλοι Κυρίου» (Ψαλμ. 133,1).
Τὸ προκείμενο ὅμως τῆς Κυριακῆς ἀλλάζει τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, μὲ τὴν είσοδο στὸ στάδιο τῶν ἡρωϊκῶν ἀγώνων τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς, ἀλλὰ καὶ τὴν Β΄ καὶ τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τὸ βράδι στὸν ἑσπερινὸ ψάλλεται ἕνα ἄλλο προκείμενο, τόσο κατανυκτικὸ ποὺ φέρνει δάκρυα στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ τὸ αἰσθάνονται. Τὸ κατανυκτικὸ αὐτὸ προκείμενο λέει· «Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι· ταχὺ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καὶ λύτρωσαι αὐτήν» (Ψαλμ. 68,18-19).
Ἕνας σοφός, ὅταν τὸ ἄκουσε αὐτὸ νὰ ψάλλεται, ἔπεσε προσκυνώντας κάτω στὴ γῆ καὶ ἔλεγε· Ἀληθινὰ αὐτὸς ποὺ συνέθεσε τὰ λόγια αὐτὰ εἶνε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὰ τὰ λόγια θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἐξηγήσουμε.

Ὁ Δαυῒδ ὑπέφερε πολλά, ἀλλὰ μία συμφορὰ θεωροῦσε μεγαλύτερη. Τὸν μισοῦσαν οἱ ἐχθροί του. Τὸ παιδί του ἐπαναστάτησε καὶ τὸν κατεδίωκε. Συμφορὲς εἶνε αὐτές. Ἀλλὰ ἡ πιὸ μεγάλη συμφορὰ ἦταν νὰ τὸν ἐγκαταλείψῃ ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτὸ λέει ὁ Δαυΐδ· Κύριε, μὴ μ᾿ ἐγκαταλείπεις! Ἂς μ᾿ ἐγκατέλειψε ἡ γυναίκα, ἂς μ᾿ ἐγκατέλειψαν τὰ παιδιά, ἂς ἔμεινα μόνος στὸν κόσμο· ἐσύ, Κύριε, μὴ μ᾿ ἐγκαταλείψῃς. Κοίταξέ με. Τὴν ὥρα τῆς θλίψεως καὶ τοῦ πόνου μεῖνε κοντά μου. «Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου…».
Γιὰ νὰ καταλάβετε τὸ στίχο αὐτό, τὸν τόσο κατανυκτικό, θὰ σᾶς ἀναφέρω δύο – τρία παραδείγματα καὶ θὰ τελειώσω τὸ λόγο. Read more »

ΕΠΑΝΟΔΟ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 10th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

ΕΠΑΝΟΔΟ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ (ΕΛΛΑΣ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ)

Διὰ πίστεως…ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ. παρεμβολὰς ἔκλειναν ἀλλοτρίων (Ἐβρ. 11,34)

Οἱ ἡμέρες, οἱ μῆνες, τὰ ἔτη, οἱ αἰῶνες, ἀγαπητοί μου φεύγουν μὲ ταχύτητα ἀστραπῆς, φεύγουν και δὲν π. Αυγ. αγ. Νικολα.ἐπιστρέφουν, ὅπως τὰ ὁρμητικὰ ῥεύματα τῶν ποταμῶν, ποὺ δὲν ἐπιστρέφουν πλέον στὶς πηγές τους. Πῶς περνοῦν τὸν χρόνο τους οἱ ἄνθρωποι και ποιά τὰ ἔργα των; Ἕνας Ὅμηρος γιὰ τοὺς περισσοτέρους ἀπ᾽ αὐτοὺς θὰ ἔλεγε, ὅτι ἡ γῆ ἀναστενάζει γιὰ τὸ ἄχρηστο βάρος των. Οἱ ἄνθρωποι «ἄχθη ἀρούρης»[ποὺ σημαίνεια: βάρος της γης. Μικρά, ἀσήμαντα, μηδαμινὰ τὰ ἔργα των. Οἱ περισσότεροι ζοῦν μὲ τὸ πρόγραμμα μιᾶς ὑλιστικῆς ἀπολαυστικῆς ζωῆς τῶν αἰσθήσεων, μὲ τὸ γνωστὸ ἐπικούρειο πρόγραμμα· «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν». Ἀλλὰ εὐλογητὸς ὁ Θεός! Κατὰ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου συμβαίνουν καὶ κάποια ἐξαιρετικὰ καὶ σπάνια γεγονότα, ποὺ ταράσουν τὸν βοῦρκο τῆς ὑλιστικῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, ξυπνοῦν τὰ πνεύματα ἀπὸ τὸ λήθαργο, κεντοῦν τις συνειδήσεις, ἐπηρεάζουν τη ζωή τῶν ἀτόμων, τῶν λαῶν, καὶ τῶν ἐθνῶν, γεγονότα ποὺ θεωροῦνται ὡς σταθμοὶ καὶ ἀφετηρίες γιὰ τὴν ἔναρξη νέου τρόπου ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Γιὰ ἐμᾶς τοὺς νεώτερους Ἕλληνες γεγονὸς ἐξαιρετικῆς σημασίας γιὰ τὴν ζωή τοῦ ἔθνους εἶνε ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1821, ποὺ ἡ ἐπέτειος ὡρίσθηκε να συνεορτάζεται μὲ τὴν μεγάλη θρησκευτικὴ ἑορτή, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ εἰς τοὺς ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας ψάλλεται· «Εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην· αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν». Κατὰ τὴν σεπτὴν αὐτὴν ἡμέρα καὶ τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων εὐαγγελίζεται τὸ μήνυμα τῆς πολιτικῆς του ἐλευθερίας.

Ἡ ἐπανάστασις τοῦ 1821 ὄχι μόνον ὑπὸ Ἑλλήνων ἱστορικῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ξένων συγγραφέων ἐχαρακτηρίσθηκε ὡς τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς τοῦ περασμένου αἰῶνος, ποὺ ἡ εὐργετικὴ  του ἐπίδρασι ἦτο τόσο μεγάλη, ὥστε ξεπέρασε τὰ ὁρια τῆς Ἑλλάδος καὶ ἐξαπλώθη σαν μια λάμψι, ὡς μία ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἀκτινοβολία καὶ ἐφώτισε τὰ Βαλκάνια, τὴν Ἀνατολή, τὴν Εὐρώπη καὶ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.

Ἐπάνοδος στὴν Πίστι. Ἀγαπητοί μου! Τὰ παραδείγματα ἀειμνήστων ἀνδρῶν, τῶν ἡρῴων τοῦ 1821, εἶνε δείγματα τῆς πίστεώς των· μιᾶς πίστεως ἡ ὁποία, θερμὴ ὡς «κόκκος σινάπεως» κατὰ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου, εἶχε τὴ δύναμι νὰ μετακινῇ βουνὰ ἀπὸ ἐμπόδια (Ματθ. 17,20. βλ. καὶ Λουκ. 17,6), νὰ θαυματουργῇ καὶ νὰ προκαλῇ τὸν παγκόσμιο θαυμασμό.
Ἔκτοτε διέρρευσαν δύο περίπου αἰῶνες. Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἡ πίστις, ὄχι ὁποιαδήποτε πίστις ἀλλὰ ἡ Ὀρθόδοξος πίστις, ἡ ὁποία σὰν ἥλιος θέρμαινε καὶ ζωογονοῦσε τὰ τέκνα ἐκεῖνα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ πίστις αὐτὴ διατηρεῖται σήμερα μέσα στὴν ἐλεύθερη πατρίδα στὴ ζέσι καὶ τὴ θερμότητα ποὺ εἶχε κατὰ τὴν ἡρωικὴ ἐκείνη ἐποχή, ὅπως καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτήν, τὴν ἐποχὴ τῆς Τουρκοκρατίας; Μερικοί, ποὺ κρίνουν ἐπιπόλαια τὴ θρησκευτική μας ζωή, ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ πίστι στὶς ἡμέρες μας ἀκμάζει· καὶ μύριες ἀποδείξεις, λένε, ἀποτελοῦν τὰ θρησκευτικὰ περιοδικά, τὰ βιβλία, οἱ χιλιάδες νέοι καὶ νέες ποὺ συγκλονίζονται κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὰ χριστιανικὰ ἰδεώδη…
Ἐμεῖς, χωρὶς νὰ εἴμαστε ἀπαισιόδοξοι, διαφωνοῦμε μὲ τὴν κρίσι αὐτὴ καὶ λέμε, ὅτι τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα σήμερα στὴν πατρίδα μας περνάει κρίσι ἄνευ προηγουμένου. Τὰ αἴτια; Δὲν εἶνε τοῦ παρόντος ἡ λεπτομερὴς ἔρευνα τοῦ προβλήματος αὐτοῦ. Ἕνα μόνο ἐδῶ τονίζουμε· ὅτι ἡ πίστις τῶν μὲν λεγομένων θρησκευτικῶν ἀτόμων εἶνε χλιαρὴ ὅσο ποτέ ἄλλοτε, τῶν δὲ ὑπολοίπων οἱ συνειδήσεις κυμαίνονται μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Θρησκευτικὴ κοινωνία μὲ ὅλο τὸ βάθος τῆς ἐννοίας στὴν Ἑλλάδα δὲν ὑπάρχει. Αἰσχροὶ βλάσφημοι τῶν θείων, στελέχη μασονικῶν στοῶν, κράχτες ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας, ἀλειτούργητοι ἐκλέγονται ὡς βουλευταὶ μὲ τὶς ψήφους τῶν ὀρθοδόξων, γιὰ νὰ πλήξουν μὲ τὸ ἐγχειρίδιο τῆς ἐξουσίας τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Ποῦ εἶνε σήμερα τὸ ἀγωνιστικὸ πνεῦμα τῶν ὀρθοδόξων τῶν παλαιοτέρων χρόνων, ποὺ ἔκαναν καὶ κυβερνῆτες ἀδιάφορους νὰ σκέπτωνται σοβαρὰ ἐπάνω στὰ προβλήματα τῆς πίστεως; Ἀλλοίμονο! Ἡ χλιαρότης καὶ ἡ ἀδιαφορία τῆς μεγάλης πλειοψηφίας τοῦ λαοῦ μας εἶνε τόσο μεγάλη, ὥστε, ἂν δὲν ληφθοῦν γενναῖα καὶ ῥιζοσπαστικὰ μέτρα γιὰ τὴν ἀναζωπύρωσι τῆς ἱερῆς φλόγας, τὸ ὄνομα τῆς Ὀρθοδοξίας στὶς ἡμέρες μας θὰ γίνῃ ὄνομα κενό, ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι θὰ καταντήσουν ἄνθη ἄοσμα καὶ ἄχρωμα, ποὺ δὲν θὰ μπορῇ ἕνας ξένος ἐπισκέπτης νὰ διακρίνῃ ἂν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἀνήκουν στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, μιὰ Ἐκκλησία ποὺ ἄλλοτε ἐπὶ Τουρκοκαρτίας συγκροτοῦσε γνησία θρησκευτικὴ κοινωνία, ἀληθινὸ «βασίλειον ἱεράτευμα» (Ἔξ. 19,6 = Α΄ Πέτρ. 2,9), καὶ μὲ τὸ ἄδολο γάλα τῆς Ὀρθοδοξίας γαλούχησε κ᾽ ἐξέθρεψε γενεὲς γενεῶν ἡρώων καὶ μαρτύρων.
Ἐὰν –μὲ ἀναζωπύρωσι τοῦ χαρίσματος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ποὺ φέρουμε μέσα μας– δὲν συντελεσθῇ ἀφύπνισι τῶν συνειδήσεών μας, ὑπάρχει φόβος μιὰ μέρα οἱ Ἕλληνες νὰ εἶνε καὶ παπικοὶ καὶ προτεστάντες καὶ χιλιασταὶ καὶ ὀπαδοὶ ποικίλων αἱρέσεων καὶ δοξασιῶν, καὶ μόνο ὀρθόδοξοι νὰ μὴν εἶνε· ὑπάρχει φόβος ἡ λυχνία τῆς Ὀρθοδοξίας νὰ μετακινηθῇ ἀπὸ τὸν τόπο μας καὶ νὰ πάῃ στὰ βάθη τῆς Ἀφρικῆς καὶ τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς. Καὶ τότε σκοτάδι θὰ καλύψῃ τὴν ἀγαπητή μας πατρίδα. Τότε οἱ λόγοι, ποὺ εἶπε παλαιότερα ἀπὸ τὸ βῆμα τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων ὁ ἀείμνηστος βουλευτὴς τῶν Ἰονίων νήσων Ἰακωβᾶτος, θ᾽ ἀποδειχθοῦν προφητικοί· «Ἅμα δύσῃ ἐν Ἑλλάδι ὁ ἥλιος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄλλο τι δὲν [ἀπο]μένομεν εἰμὴ ἀγέλη περιγραφομένη ἐν τῷ ψαλμῷ τῷ λέγοντι· “Ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ. σκύμνοι ὠρυόμενοι τοῦ ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς” (Ψαλμ. 103,20-21). Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, ἂν ἀπογυμνωθοῦμε ἀπ᾽ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀπομένουμε μιὰ ἀγέλη κτηνῶν, ποὺ ἡ φροντίδα τους πλέον δὲν θὰ εἶνε παρὰ γιὰ τὸ «ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς».

Ὦ ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Ἡ Ὀρθοδοξία, νά ἡ ὄντως ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ, ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἐθνική μας Μεγάλη ἰδέα. Ἰδέα καθαρμένη ἀπὸ φθαρτὰ στοιχεῖα, ὑψηλή, καθολική, αἰωνία, ποὺ εἶνε προωρισμένη νὰ βασιλεύσῃ. Αὐτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας ἂς γίνουμε ταπεινοὶ ὑπηρέτες, φρουροί, ἀγωνισταὶ καὶ στρατιῶτες, γιὰ νὰ συμβασιλεύσουμε δι᾽ αὐτῆς ὄντως καὶ ἐμεῖς. Σύνθημά μας ἂς εἶνε οἱ ἑξῆς ἐμπνευσμένοι λόγοι ἑνὸς ἥρωος τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ σοφοῦ Ἰωσὴφ Βρυεννίου· «Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία· οὐ ψευσόμεθά σοι, πατροπαράδοτον σέβας· οὐκ ἀφιστάμεθά σου, μῆτερ εὐσέβεια· ἐν σοὶ ἐγεννήθημεν, ἐν σοὶ ζῶμεν, καὶ ἐν σοὶ κοιμηθησόμεθα· εἰ δὲ καλέσοι καιρός, καὶ μυριάκις ὑπὲρ σοῦ τεθνηξόμεθα».
Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες! Ἑορτάζοντας καὶ πανηγυρίζοντας τὴν ἐπέτειο τῆς ἐθνικῆς μας ἑορτῆς, ἕνα εἶνε τὸ ἄριστο μνημόσυνο ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε· νὰ ἐπανέλθουμε τὸ συντομώτερο στὴν πίστι τῶν πατέρων μας καὶ νὰ τὴ ζήσουμε μὲ συνέπεια σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ἀτομικῆς καὶ ἐθνικῆς μας ζωῆς.

(ἀπὸ τὸ βιβλίο Ἐθνικὰ προβλήματα, Τὸ ἰδανικὸν τοῦ ἔθνους, Ἀθῆναι 1961, σσ. 328-329, μτγλ.)

Τὸ πολεμικὸ ᾆσμα τῶν ἀγωνιστῶν ἦτο

  • Γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν Πίστι τὴν ἁγία
    καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερία
    γι αὐτὰ τὰ δύο πολεμῶ
    κι᾽ ἂν δὲν τ’ ἀποκτήσω
    τί μ’ ὠφελεῖ νὰ ζήσω;

Ἡ σημαία των ὁ τίμιος σταυρός. ὰ …μήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

ΥΠΝΟΒΑΤΕΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 10th, 2013 | filed Filed under: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου

ΥΠΝΟΒΑΤΕΣ

Ἀδελφοί, «ὥρα ἡμᾶς ἤδη ἐξ ὕπνου ἐγερθῆναι» (῾Ρωμ. 13,11)
π. Αυγ.istἈρχίζω τὸ κήρυγμα μὲ ἕνα παράδειγμα. Σᾶς ἐρωτῶ· ἔχετε δεῖ ποτέ σας ὑπνοβάτη; Εἶνε κάτι φοβερό. Ὁ ὑπνοβάτης σηκώνεται τὴ νύχτα καί, ἐνῷ κοιμᾶται, ἀνοίγει τὴν πόρτα, βγαίνει ἔξω καὶ περπατάει! Κι ἂν βοηθήσῃ ὁ Θεὸς καὶ δὲν πέσῃ σὲ κανένα πηγάδι ἢ ἀπὸ καμμιὰ ταράτσα, θὰ ἐπιστρέψῃ πάλι στὸ κρεβάτι του. Τὸ πρωί, ὅταν ξυπνήσῃ καὶ τὸν ρωτοῦν τί ἔγινε τὴ νύχτα, δὲ θυμᾶται τίποτε. Αὐτὸς εἶνε ὁ ὑπνοβάτης. Ἕνα φαινόμενο, ποὺ καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ καλὰ -καλὰ νὰ τὸ ἐξηγήσῃ.
Ὁ ὑπνοβάτης εἶνε ἕνα παράδειγμα· εἶνε εἰκόνα μιᾶς ἄλλης καταστάσεως γιὰ τὴν ὁποία μιλάει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Φωνάζει καὶ μᾶς λέει, ὅτι πρέπει νὰ ξυπνήσουμε ἀπὸ τὸν ὕπνο (βλ. Ῥωμ. 13,11) . Ποιόν ὕπνο; Δὲν πρόκειται γιὰ τὸν φυσικὸ ὕπνο. Αὐτὸς εἶνε ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἀνάπαυσις τοῦ σώματος, ἀνανέωσις τῶν δυνάμεων, φάρμακο ζωῆς, ὑγεία καὶ εὐλογία· ὅπως ἀντιθέτως ἡ ἀϋπνία εἶνε μιὰ τιμωρία, μιὰ μάστιγα. Ὥστε ὅταν λέῃ ἐδῶ ὁ ἀπόστολος, ὅτι πρέπει νὰ ξυπνήσουμε, ἐννοεῖ ἀπὸ κάποιον ἄλλο ὕπνο, ὕπνο σὰν τοῦ ὑπνοβάτου, ὕπνο ἐπικίνδυνο καὶ θανατηφόρο, ὕπνο κατηραμένο. 
Εἶνε ὁ ὕπνος ποὺ ἔλεγε κι ὁ Δαυΐδ· Βοήθησέ με, Θεέ μου· «φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον, μήποτε εἴπῃ ὁ ἐχθρός μου· Ἴσχυσα πρὸς αὐτόν»(Ψαλμ. 12,4-5). Καὶ ὁ ὕπνος αὐτός, ἀδελφοί μου, εἶνε ὁ ὕπνος ποὺ φέρνει στὴν ὕπαρξί μας ἡ ἁμαρτία· κάθε ἁμαρτία. Θέλετε παραδείγματα; Νά μία συγκεκριμένη ἁμαρτία, ποὺ τὴν ἀναφέρει σήμερα ὁ ἀπόστολος. Εἶνε ἡ μέθη (βλ.Ῥωμ. 13,13). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μεθύσῃ, ζαλίζεται, χάνει τὶς αἰσθήσεις του, δὲν κυριαρχεῖ πλέον στὸν ἑαυτό του.
Ὁ μέθυσος δὲν ἔχει φρένο. Ἀνοίγει τὸ στόμα του, μὰ τὰ λόγια του εἶνε ἀνοησίες, ἀστειολογίες, αἰσχρολογίες καὶ ὕβρεις, ποὺ ἐκτοξεύει ἐναντίον τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου. Τὰ λόγια του ἀκόμα εἶνε ἐκμυστηρεύσεις· τὰ πιὸ σοβαρὰ μυστικὰ τῆς ζωῆς του, ποὺ δὲν τὰ λέει οὔτε στὴ γυναῖκα του οὔτε στὸν πνευματικό του, τὰ λέει τότε μπροστὰ σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους, καὶ γίνεται καταγέλαστος. Ἀκόμη χειρότερα, τὴν ὥρα τῆς μέθης κυριαρχεῖ ὁ σατανᾶς καὶ ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ μεθύσου βγαίνουν φρικτὲς βλασφημίες τῶν θείων. Κ᾿ ἐπειδὴ στὸ θολωμένο μυαλό του δὲν κυριαρχεῖ πλέον ἡ λογική, ὁδηγεῖται καὶ σὲ ἄλλες ἁμαρτίες, ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος. Ἡ μέθη ἔχει γειτόνισσα τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία καὶ τὴν ἀκαθαρσία (ἔ.ἀ. 13,13). Βάκχος καὶ Ἀφροδίτη γειτονεύουν, ὅπως λέει καὶ ἡ μυθολογία. Ἄλλος γείτονας τῆς μέθης εἶνε ὁ θυμός, καὶ ἄλλος ἀκόμη χειρότερος ὁ φόνος. Διότι ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ἀλκοὸλ καὶ ὁ πιὸ ἥσυχος ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαπράξῃ φρικτὰ ἐγκλήματα. Ὁ ἔνδοξος Μέγας Ἀλέξανδρος σὲ συμπόσιο, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ ἀλκοὸλ ἐφόνευσε – ποιόν; Read more »

ΤΟ «ΚΛΙΜΑ» ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Μαρ 10th, 2013 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Καθαρὰ Δευτέρα βράδυ

ΤΟ «ΚΛΙΜΑ» ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ πρώτη ­μέρα τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ὀνομάζεται Κα­θαρὰ Δευτέρα καὶ μᾶς εἰσάγει στὸ πνευματικὸ κλίμα τῆς πνευματικῆς αὐ­τῆς περιόδου. Ποιά εἶνε τὰ χαρακτηριστι­κὰ γνωρίσματα τοῦ «κλίματος» αὐτοῦ;

* * *

p. Augoystinos Ag. Nik. ist.Εἶνε πρῶτα – πρῶτα ἡ μνήμη τοῦ θανάτου. Αὐτὸ μᾶς ὑπενθύμισε σήμερα πολλὲς φορὲς ἡ Ἐκ­κλησία μας καὶ μάλιστα μὲ τὸ κοντάκιο τοῦ Μεγάλου Κανόνος «Ψυχή μου ψυχή μου, …τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλ­λεις θορυβεῖ­σθαι». Τὸ τέλος πλησιάζει. Δυσάρεστο πρᾶ­γμα. Ἂν ὑπάρχῃ κά­τι ποὺ τρο­μάζει τὸν ἄνθρωπο, αὐ­τὸ εἶνε ὁ θάνατος, ἡ ὥ­ρα τοῦ θανάτου. Ὅλοι προσπαθοῦμε νὰ τὸ διώχνουμε ἀπὸ τὴ σκέψι μας. Εἶ­νε ὅμως γεγονός. Μήπως ἆραγε καὶ ἡ ἁγία αὐ­­τὴ καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶνε ἡ τελευ­ταία τοῦ βίου μας; Καὶ οἱ ἀρ­χαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν· «ὅρος φιλοσοφί­ας μνήμη θα­νά­του»· ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ὁδηγεῖ σὲ ἀνώτε­ρες σκέψεις. Ὁ δὲ εἰδωλολάτρης βασιλεὺς Φίλιππος, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀ­λεξάν­δρου, εἶχε διατάξει ἕνα στρατιώτη νὰ παρουσιάζεται κάθε πρωῒ μπροστά του καὶ νὰ τοῦ ὑ­πενθυμίζῃ· «Φίλιππε, μέμνησο ὅτι θνη­τὸς εἶ»· Φίλιππε, νὰ θυμᾶσαι ὅτι εἶσαι θνητός. Ἂν λοι­πὸν αὐτὸ τὸ ἔκανε ἐκεῖνος, ποὺ ἔζησε 400 χρόνια πρὸ Χριστοῦ, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς; Αὐ­τὸ λέει καὶ ὁ ποιητὴς τοῦ Με­­γάλου Κανό­νος, ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης.
Τί ἄλλο εἶνε ἡ Μεγάλη Σαρακοστή; Εἶνε μνήμη τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου. Ὅπως ξέ­ρουμε, ὁ Χριστὸς ὕστερα ἀπὸ τὴ βάπτισί του πέρασε τὸν Ἰορδάνη ποταμό, πῆγε στὴν ἔρημο, ἔμεινε ἐκεῖ μόνος σαράντα μέρες καὶ πά­λεψε στῆθος μὲ στῆθος μὲ τὸ διάβολο. Πῶς τώρα τόλμησε ὁ διάβολος νὰ πειράξῃ τὸ Χριστό; Οἱ πατέρες λένε, ὅτι ὁ διάβολος ἔβλεπε τὸν ἄνθρωπο Χριστό, ἀλλὰ δὲ μποροῦσε νὰ φανταστῇ ὅτι μέσα του κρύβεται ἡ θεότης. Αὐτὸ λέει καὶ ὁ κατηχητικὸς λόγος τοῦ ἱ. Χρυ­σο­στόμου, ποὺ θ’ ἀκούσουμε τὸ Πάσχα· Ὁ ᾅ­δης «ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐδεσμεύθη· …ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέ­τυχεν»· πῆρε ἕνα σῶ­μα καὶ δὲν κατάλαβε ὅτι πίσω ἀπὸ αὐτὸ εἶνε ἡ θε­ότης. Εἶνε ὅπως τὸ ψάρι, ποὺ βλέπει τὸ δόλω­μα, ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνει ὅτι πίσω ἀπ’ αὐτὸ ὁ ψαρᾶς ἔ­χει τὸ ἀγ­κίστρι. Δόλωμα ἦταν τὸ ἀν­θρώπινο σῶμα, ποὺ εἶχε ὁ Χριστός, καὶ ἀγκί­στρι ἡ θεότης. Ἔ­τσι νίκησε ὁ Χριστὸς στὴν ἔ­ρημο. Ὁ σατα­νᾶς ἔφυγε, ἀλλὰ «ἄχρι καιροῦ» (Λουκ. 4,13). Ἐ­πανῆλ­θε πάλι καὶ ἔκανε τὴν τελευταία ἔφοδό του γιὰ νὰ κλονίσῃ τὸ Χριστὸ – πότε; Τὶς ἡμέρες τῶν παθῶν, τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ἀφοῦ λοι­πὸν ὁ διάβολος πείραξε τὸ Χριστό, θὰ πειρά­ξῃ κ’ ἐμᾶς. Ἀλλὰ μὴ πτοηθοῦμε. Ἔχουμε τὴν προστασία τοῦ Χριστοῦ. Νὰ δείξουμε ὑπομο­νὴ καὶ ν’ ἀγωνιστοῦμε μὲ τὰ πνευματι­κὰ ὅ­πλα, ποὺ μᾶς δίνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, τὴ νηστεία δηλαδὴ καὶ τὴν προσευχή, γιὰ τὰ ὁ­ποῖα θὰ ποῦμε ἐν συνεχείᾳ. Read more »

«Eν τω κοσμω θλιψιν εξετε, αλλα θαρσειτε εγω νενικηκα τον κοσμο»

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Φεβ 7th, 2013 | filed Filed under: OMIΛΙΑ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ, ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

AMYNTAIO 1976

THN MEΓAΛH ΠAPAΣKEYH

«Eν τω κοσμω θλιψιν εξετε,

αλλα θαρσειτε εγω νενικηκα τον κοσμο»

Ακρα ταπειν.Tο χωρίο αυτό ευσεβές εκκλησίασμα είναι παρμένο από το πρώτο Eυαγγέλιο που ακούσατε σήμερα. Eίναι οι αποχαιρετιστήριες λέξεις που είπε ο Kύριος, όταν τελείωσε ο Mυστικός Δείπνος. O τόνος της φωνής του είναι μελαγχολικός. Ύστερα από εμένα θα δοκιμάσετε πολλές θλίψεις στον κόσμο αυτό, αλλά μη φοβάστε εγώ ενίκησα τον κόσμο.
Πράγματι αν κάποιος από τα εκατομμύρια και δυσεκατομμύρια των ανθρώπων, που έζησαν και ζουν στον πλανήτη αυτό πόνεσε πολύ και μπορεί να ονομασθεί άνθρωπος του πόνου και των θλίψεων, είναι ο  Yιός της Παρθένου. Eίναι ο Eσταυρωμένος μας Kύριος. Aλλά λέει, θαρσείτε εγώ ενίκησα τον κόσμο.
H ζωή του Θεανθρώπου, από την ημέρα που γεννήθηκε ως άνθρωπος στον κόσμο μέχρι τη στιγμή που είπε το τετέλεσται στο Σταυρό, ήταν ζυμωμένη με το δάκρυ, με τον πόνο, με την θλίψη.
Pίξτε αγαπητοί μου ένα βλέμμα στον Eσταυρωμένο. Όταν ήρθε στον κόσμο, δεν υπήρχε τόπος για να γεννηθεί. Σ’ ένα βρωμερό και ακάθαρτο σπήλαιο τον τοποθέτησε η Aγία του Mητέρα. Mέσα στην φάτνη των αλόγων.
Nήπιο τον κατεδίωξε ο Hρώδης και έφυγε πρόσφυγας στην Aίγυπτο.
Έζησε ως ο πτωχότερος των ανθρώπων. Περιφρονείτο από τις ανώτερες τάξεις της κοινωνίας. Eθεωρήτο ως γιός του τέκτονος ο «γράμματα μη μεμαθηκός»
Hβρίσθη, διεβλήθη, εσυκοφαντήθη όσο κανένας άνθρωπος στον κόσμο. Aυτός που ήτο αμόλυντος και είπε «τις ελέγξη με περί αμαρτίας», ονομάσθη φίλος των αμαρτωλών και τελωνών. Aυτός που αγάπησε τον λαό όσο ουδείς άλλος και αγκάλιασε τους πονεμένους και περιφρονημένους και πεφορτισμένους, ονομάσθη λαοπλάνος, δημεγέρτης δημαγωγός, απατεών, αγύρτης.
Aυτός που ήτο Bασιλεύς των αγγέλων και αρχαγγέλων ονομάσθη από τα Iουδαϊκά καθάρματα τους γραμματείς και φαρισαίους, Θεέ μου συγχώρεσέ μου, σατανάς και Bεελζεβούλ. Aυτός που η διάνοια του ήτο ήλιος, που φωτίζει τον κόσμο, ονομάσθη από τους εχθρούς του τρελλός.
Kανένας άνθρωπος δεν εσυκοφαντήθη και διεβλήθη όσον ο Xριστός. Mπορείτε να φαντασθείτε ποιά θλίψη δοκίμαζε ο Xριστός όταν άκουε τα ψεύδη, τις διαβολές, τις συκοφαντίες, τις διαστρεβλώσεις εκ μέρους των εχθρών του;
Δεν ήταν όμως μόνο αυτές οι θλίψεις που εδοκίμασε ο Xριστός, υπήρχαν και χειρότερες και αυτές προέρχονται από τον κύκλο των μαθητών του. Ω, οι μαθητές του, δεν τον καταλάβαιναν καθόλου. Άλλα έλεγε ο Xριστός και άλλα αυτοί εννοούσαν. O νους τους χαμηλός, η σκέψη τους ευτελής, τα αιτήματα τους γήϊνα, γι’ αυτό ο Xριστός τους είπε: «Oυκ είδατε τι αίτείσθε».
 O ένας τον πούλησε για 30 αργύρια. O άλλος ο πιο φλογερός ο Πέτρος τον αρνήθηκε, μπροστά σε μια υπηρέτρια με όρκο «Oυκ οίδα τον άνθρωπο». Όλοι έφυγαν σαν λαγοί και εκρύβησαν και έμεινε μόνος, μονότατος επάνω στο βράχο του Γολγοθά ο Yιός της Παρθένου.
«Eν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο».
O Xριστός έπαθε, όχι «εξ ιδίων αμαρτημάτων, όχι εξ ιδίων εγκλημάτων, τ’ ομολόγησε ο εκπρόσωπος της δικαιοσύνης της Pώμης ο Πιλάτος ότι είναι αθώος και ουδέν ευρίσκει εν αυτώ άτοπον. Έπαθε για τα δικά μας αμαρτήματα.
Oκτώ αιώνες νωρίτερα είπε ο Hσαϊας: «Oύτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται, ημείς λογισώμεθα αυτό εν πόνω εν πληγή και κακώση».
O Iωάννης ο Πρόδρομος όταν έδειξε τον Xριστό είπε: «Oύτος εστι ο αμνός του Θεού ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου.
Έπαθε για μας ο Xριστός. Προσέφερε το Tίμιο του αίμα στο Γολγοθά, ως «λίτρον της ανθρωπότητος.
H θυσία του είναι μοναδική, αγγίζει τ’ άστρα του ουρανού.
Γιατί σας φαίνετε παράξενο αδελφοί μου, όταν και μεις υποφέρουμε. O κόσμος έβαλε φωτιά στο χλωρό ξύλο, όπως είπε ο ίδιος, που δύσκολα καίγεται. Tι περιμένουμε να κάνει εμάς, που είμαστε ξερά κλαδιά και δένδρα άκαρπα; Που δεν έχουμε ζωτικότητα και καιγόμαστε αμέσως;
«Eι εν τω χλωρώ ταύτα εποίησαν τι εν τω ξηρώ;».
O κόσμος που έκαψε το χλωρό θα κάψει και τα ξηρά κλαδιά, θα κάψει τους αμαρτωλούς.
Yπέφερε ο Xριστός και έγινε υπόδειγμα υπομονής σ’ όλους τους υιούς των ανθρώπων. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην περάσει μικρές ή μεγάλες θλίψεις. O πολύαθλος Iώβ λέγει. Tα πουλιά γεννήθηκαν για να πετούν και ο άνθρωπος γεννήθηκε για τον πόνο και το δάκρυ. O 20ος αιώνας που ζούμε είναι αιώνας της θλίψεως και της πίκρας της μεγάλης.
Ω σεις, όσοι ευρίσκεσθε εδώ και μ’ ακούτε, που έχετε κάποιο κρυφό μυστικό, κάποια κρυφή πληγή, είτε από τους οικείους σας, είτε από τους ξένους, παρατηρείστε τον Eσταυρωμένο το πρότυπο της υπομονής και πάρετε θάρρος.
«Eν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο».
Ω ορφανά πονεμένα, που δεν έχετε πατέρα και μητέρα, δέστε τον Eσταυρωμένο που σας φωνάζει από το Σταυρό.
Oρφανά μου έχετε θάρρος, μην κλονίζεστε.
Ω χήρες, που ίπιατε το πικρό ποτήρι της χηρείας «εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο».
Φτωχοί οικογενειάρχες, που αγωνίζεστε από το πρωΐ μέχρι το βράδυ για να βγάλετε ένα καρβέλι ψωμί, έχετε θάρρος, ο Eσταυρωμένος σας χαιρετά.
 Ω σεις, μητέρες, ω σεις γυναίκες που σας εγκατέλειψε ο σύζυγος και μείνατε μόνες στον κόσμο έχετε θάρρος.
Ω σεις ασθενείς που βογγάτε πάνω στο κρεββάτι και είναι για σας το κρεββάτι ο σταυρός του Γολγοθά, θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο».
Aδελφοί μας Kύπριοι που τις ημέρες αυτές ζείτε κάτω από σκηνές και είστε πρόσφυγες, όπως ο Xριστός στην Aίγυπτο και έχετε θλίψη για τις αδικίες που σας έκανε ο κόσμος. Aκούσατε τα λόγια του Xριστού που σήμερα Mεγάλη Παρασκευή σας απευθύνει.«Eν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον».
Tα λόγια αυτά τ’ απευθύνει σ’ όλους τους πονεμένους, όλων των αιώνων, αλλά κατ’ εξοχήν τ’ απευθύνει στα εκλεκτά του παιδιά. Δεν υπάρχουν μόνο τα παιδιά της νύχτας, δεν υπάρχουν μόνο οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, δεν υπάρχουν μόνο οι βλάσφημοι και τα καθάρματα της κοινωνίας, υπάρχουν και τα εκλεκτά παιδιά του Eσταυρωμένου, τα εκλεκτά παιδιά του φωτός. Προς τις γυναίκες τους άνδρες και τα παίδια που πιστεύουν ακράδαντα στον Iησού απευθύνομαι και λέγω.
Eκλεκτά παιδιά του Eσταυρωμένου, φάλαγξ  ιερά και αγία, ανδρών, μυροφόρων γυναικών και παιδίων που τόλματε στον 20ο αιώνα να κάνετε τον σταυρό σας. Φθάσαμε σε σημείο που ντρέπονται να κάνουν τον σταυρό τους.
O Xριστός δεν ντράπηκε γυμνός να σταυρωθεί στο Γολγοθά και εμείς ντρεπόμαστε να κάνουμε το σημείο του σταυρού. Eσείς εκλεκτά παιδιά του Eσταυρωμένου που τολμάτε να ομιλείτε για το Xριστό και ν’ αντιστέκεστε στο ρεύμα της αμαρτίας και πάτε κόντρα με τις αισχρές επιθυμίες του κόσμου, προς εσάς κατ’ εξοχήν απεθύνεται ο λόγος του Kυρίου και λέγει «Eν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο.
Θα υποφέρετε, θα σταυρωθείτε από τον κόσμο αυτό αλλ’ έχετε θάρρος. H τελική νίκη, χαίρετε και αγαλλιάσθε δεν ανήκει στους πονηρούς, στους διεφθαρμένους και υλιστάς. H νίκη είναι του Eσταυρωμένου. «Θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον»
Όσο ποιο κοντά είστε στον Eσταυρωμένο, όσο περισσότερο προσπαθείτε να ζείτε κατά Xριστό, να εφαρμόζετε τις άχραντες ιδέες του, να μοιάζετε τον Eσταυρωμένο τόσο περισσότερο θα θλίβεσθε εις τον κόσμο αυτό.
Kοντά στον Eσταυρωμένο θα υψωθεί και ο δικός σας Σταυρός, με ένα πλήθος άλλων σταυρών, αλλά «θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο».H νίκη θα είναι δική μας.
Aπό τα δάκρυα θα βγει κάτι μεγάλο και υψηλό. Eίπε κάποιος: Όποιος δεν έκλαυσε και δεν έβρεξε το προσκέφαλό του με τα δάκρυα, δεν εγνώρισε τον Θεό.
Πρέπει να κλαύσωμε, να πονέσουμε, να διέλθουμε από το καμίνι των θλίψεων, για να καθαριστούμε. Kαι όπως ο χρυσός καθαρίζετε με την φωτιά, έτσι και οι εκλεκτές ψυχές λάμπουν με τις θλίψεις.
Tο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο του κόσμου λέγει ένας νεώτερος φιλόσοφος είναι το πανεπιστήμιο του πόνου και των θλίψεων. Mόνον όσοι περάσαν απ’ αυτό το καμίνι, όσοι κοιμήθηκαν στις φυλακές, όσοι συκοφαντήθηκαν στον κόσμο αυτό, όσοι υπέστηκαν τα πλήγματα του κόσμου και έκλαυσαν, μόνο αυτοί εγνώρισαν το βάθος της ανθρώπινης ζωής και ο Xριστός είναι το υποδειγμά τους. Aυτόν ατενίζουν, απ’ Aυτόν αντλούν υπομονή και δύναμη και από τις θλίψεις περιμένουν να βγει κάτι καλό. Περιμένουν από το πικρο να βγει γλυκύ.
H Eπιστήμη κατόρθωσε από το φάρμακο της κόμπρας να βγάλει φάρμακο σωτήριο και η επιστήμη του Σταυρού γνωρίζει από τις θλίψεις να εξάγει το φάρμακο της σωτηρίας, να εξάγει από το πικρό γλυκύ.
Θαρσείτε λοιπόν παιδιά των θλίψεων των μεγάλων. Δεν είμεθα ορφανοί, έχουμε μαζί μας τον Xριστό. Mαζί του θα προχωρήσουμε βήμα προς βήμα την κλίμακα του Γολγοθά, για να φθάσουμε στο ύψος που μας καλεί Eκείνος. O Xριστός ατενίζει από τα ύψη του Σταυρού όλους τους πονεμένους της γης και λέγει. Έλληνες εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμο.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΡΟ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Απρ 13th, 2012 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

______

_____

ΠΡΟ ΤΟΥ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΥ

(Εκ του Κεκραγαρίου του ιερού Αυγουστίνου)

«Τι έκανες ω Ιησού μου γλυκύτατε, δια να υποφέρης τοιαύτην καταδίκην; Ποίον είναι το ανόμημα σου; Ποία η ενοχή σου; Ποία η αιτία του θανάτου σου;

Εις τα ερωτήματα αυτά που γεννά η θέα του μαρτυρίκου σου Σταυρού, μία είναι υπό το φως της Γραφής η ορθή απάντηση· Εγώ είμαι, Κύριε, εγώ η αιτία των πόνων σου, ο υπεύθυνος της σφαγής σου. Εγώ η αφορμή του θανάτου σου και το έγκλημα της τιμωρίας σου. Ώ κρίματος ξένου και παραδόξου! Ώ διατάξεως μυστηρίου αδιερμηνεύτου!

Αμαρτάνει ο παραβάτης και κολάζεται ο δίκαιος! Πλημμελεί ο πταίστης και μαστιγώνεται ο αθώος! Προσκρούει ο άνομος και ο όσιος κατακρίνεται! Εκείνο που έπρεπε να πάθει ο φαύλος άνθρωπος, το υποφέρει ο χρηστός! Κακουργεί ο δούλος και πληρώνει την τιμωρία ο Κύριος! Πταίει ο άνθρωπος και διά το πταίσμά του υποφέρει ο Θεάνθρωπος! ΏΥιέ του Θεού! Πόσον πολύ η ταπείνωσίς σου επεξετάθη! Πόσον η φλογερά σου αγάπη εθερμάνθη και έγινε ουρανομήκης! Πόσον επλεόνασε το έλεοσ σου! Πόσον εμεγαλύνθη η αγαθότητά σου! Η μητρική στοργή φαίνεται ως μηδέν εμπρός εις την άπειρον στοργήν, με την οποίαν μας περιβάλλεις! Εις ποίον βάθος αγάπης επροχώρησαν οι ιδικοί σοι οικτιρμοί!

Εγώ ηνόμησα και συ εκάθησες εις το εδώλιον του κατηγορουμένου. Εγώ έκαμα το πονηρόν και συ κατεδικάσθης. Εγώ ημάρτησα και συ εμαστιγώθης με το φραγγέλλιο. Εγώ υπερηφανεύθην και συ εταπείνωθεις. Εγώ παρήκουσα εις τας εντολάς του Πλάστου και συ δια της ιδικής σου τελείας υπακοής εις το θέλημα του ουτου ουρανίου Πατρός εξώφλησας το αμάρτημα της ιδικής μου παρακοής. Εγώ ενικήθην υπό την λαιμαργίαν μου και συ επείνασας…

Τι λοιπόν, ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου, τι θα σου ανταποδώσω δια την άπειρον ευεργεσίαν σου; Οσονδήποτε και εάν ερευνήσω την καρδίαν μου, δεν θα εύρω κάτι ισάξιον της αγάπης σου με το οποίον να δυνηθώ να εξοφλήσω το χρέοσ των τόσων προς εμέ τον αμαρτωλόν χαρίτων σου. Μένω εκστατικός προ του μεγέθους της αγάπης σου. Δεν υπάρχει εις ολόκληρον την κτίσιν αντίβαρον της θυσίας σου.

Αλλ’ ας μη απελπίζωμαι! Υπάρχει, ω Υιέ του Θεού, κάτι και εις εμέ, με το οποίον θα δυνηθώ κάπως να ανταποκριθώ εις την τόσην σου αγάπην! Ζητώ την βοήθειάν σου! Επισκεψαί με δια να αισθανθεί η ψυχή μου το μεγαλείο της χάριτός σου, και η σκληρά μου ως γρανίτης καρδία θραυσθεί και αναλυθεί εις δάκρυα μετανοίας και κατανύξεως, και τότε εις τον βωμό της αγάπης σου να προσφέρω ολοκαύτωμα τον εαυτό μου. Οπως συ εσταυρώθεις, θα σταυρώσω και εγώ τον εαυτό μου, τον αμαρτωλό εαυτό μου, τα πάθη μου και τας κακάς επιθυμίας. Ιδού, Κύριε, θέλω να πολεμήσω, να νικήσω τους ορατούς και αοράτους και αοράτους εχθρούς της ψυχής μου που με ενοχλούν ημέρα και νύκτα! Ενδυνάμωσον τον εσωτερικόν μου άνθρωπον! Όπλισόν με με τα μυστικά όπλα της χάριτός του Σταυρού σου. Και τότε, και αν ακόμη το ξίφος της πλέον ωμής βίας του σατανά εμπηχθεί μέσα εις την καρδίαν μου, η αγάπη μου προς σε τον Σωτήρά μου θα είναι τόσον μεγάλη, ώστε δεν θα ολιγοψυχήσω εμπρός εις τους τρομερούς μου πόνους. Έτσι μόνον ενωμένος μαζί σου, είμαι ικανός να τολμήσω και τας μεγαλυτέρας πράξεις ηρωϊσμού, ηρωισμού που κέντρο θα έχει τον Σταυρόν σου. Θα αρχίσω να υποφέρω δια σε, όπως και συ υπέφερες δι’ εμέ. Ιδού ο μοναδικός τρόπος της λυτρώσεως μου, η ουράνιος εξυγίανσις της υπάρξεώς μου.

Ω Κύριε! Χύσε εις τα τραύματά μου το θεϊκό σου βάλσαμον. Το δηλητήριο, με το οποίο με επότισε η έχινδνα της αμαρτίας και διεσκόρπισεν ολόκληρο τον ψυχικόν μου οργανισμό θα το αποβάλω δια να αποκατασταθεί η πλήρης ψυχική μου ευρωστία. Εάν γευθώ, έστω και ολίγο το θεϊκό νέκταρ που ρέει από τας πληγάς σου, είναι αρκετόν να καταφρονήσω πλέον όλας τας ηδονάς του κόσμου, να υπερπηδήσω όλα τα σατανικά εμπόδια.

Σε παρακαλώ! Τίποτε να μη είναι δι’ εμέ γλυκύ εφ’ όσον συ απουσιάζεις. Διότι μόνον η ιδική σου παρουσία εις πάντα τόπον και χρόνον είναι εκείνο που δίδει το ιδιαίτερον θέλγητρον εις την επίγειον ζωήν μου. Ό,τι ποθείς, θέλω να ποθώ και εγώ. Και ό,τι αποστρέφεσαι, θέλω και εγώ ν’ αποστρέφωμαι, να το θεωρώ βδέλυγμα, έστω και εάν το βδέλυγμα αυτό ο κόσμος το προσφέρει μέσα εις χρυσά κύπελλα. Συ είσαι η χαρά μου, η δόξα μου, η ευτυχία μου…»

(Βιβλίο π. Αυγουστίνου Καντιώτου «ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΟΛΓΟΘΑ», σελ. 243-245)

***

«Δεύτε, λαοί, υμνήσωμεν και προσκυνήσωμεν Χριστόν, δοξάζοντες αυτού την εκ νεκρών ανάστασιν ότι αυτός εστίν ο Θεός ημών, ο εκ της πλάνης του εχθρού τον κόσμον λυτρωσάμενος».

(Από τα στιχηρά του εσπερινού του Μ. Σαββάτου)

Θα ελθη ημερα δικαιοσυνης;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Απρ 3rd, 2012 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Μεγάλη Τρίτη

Θα ελθη ημερα δικαιοσυνης;

«Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9β΄)

ΧΘΕΣ, ἀγαπητοί μου, μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ μιλήσουμε ἐπάνω στὸν πρῶτο στίχο τοῦ προφήτου Ἠσαΐου «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦ­μά μου…» (Ἠσ. 26,9α΄). Πιστεύω τώρα νὰ εἶστε προθυμότεροι στὴν προσ­ευχή. Ὅπως λέει κ᾽ ἕνας πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, «μνημονευ­τέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον»· ἡ προσ­ευχὴ εἶνε πιὸ ἀναγκαία κι ἀπ᾽ τὴν ἀναπνοή. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶπε· «Ἀδια­λείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. 5,17).
Ἀπόψε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ θὰ ἑρμηνεύσουμε τὸ δεύτερο στίχο τοῦ ἀλληλούια, ὁ ὁποῖος λέει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9β΄).

* * *

Ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀγαπητοί μου, δὲν ἔ­ζησε μακριὰ ἀ­πὸ τὴν κοινωνία, σὲ κάποιο μονα­στήρι. Ἔμενε μέ­­­σα στὸν κόσμο. Συμβίωνε μὲ μία γενεὰ εἰδωλολατρική, γεμάτη πλάνες καὶ ἁμαρτίες, σὲ μιὰ κοινωνία ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ ἀδικία ἀπ᾽ τὰ ἀνάκτορα μέχρι τὶς καλύβες. Ὅπως τὰ λιοντάρια κατασπα­ράζουν τὶς ἀντιλόπες, ἔτσι καὶ οἱ κακοὶ ἄρχον­τες κατέτρωγαν τοὺς φτωχούς. Τὰ ἔ­βλεπε αὐτὰ ὁ Ἠ­σαΐας καί, εὐαίσθητη ψυ­χή, αἰσθανόταν λύπη.
Ἀλλ᾽ ὡς προφήτης ἔβλεπε μακριά. Ἔβλεπε, ὅτι μετὰ 800 χρόνια θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ ἡ ἀ­­δικία θὰ κορυφωθῇ καὶ τότε θὰ γίνῃ τὸ μεγαλύ­τερο ἀδίκημα ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ αὐτὸ εἶνε ὅτι, ὅταν ἦρθε ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖ­ος, ἐκεῖ­νος ποὺ «ἀνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐ­δὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Ἠσ. 53,7-9· Α΄ Πέτρ. 2,22), ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν ἀθῷος, αὐτὸς δικά­στηκε καὶ κα­ταδι­κά­στηκε σὲ θάνατο φρικτό. Μὲ τὴ δίκη ἐ­κείνη «ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη» (Ἠσ. 53,8), τὸ δίκαιό του χάθηκε, ἔχασε τὸ δίκιο του ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου.
Δικασταὶ τοῦ Χριστοῦ ἦταν οἱ φαρισαῖοι, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς. Ποιοί ἦταν αὐ­τοί; Ἐφαίνοντο μὲν δίκαιοι καὶ ἐνάρετοι, ἀλ­λὰ στὸ βάθος ἦταν πλήρεις κακίας καὶ ἀδικί­ας. Ἔδειχναν πὼς ἐφαρμόζουν μερικὲς εὔ­κο­­­λες ἐντολές, ἀλλ᾽ ἄφηναν «τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν» (Ματθ. 23,23). Καταπατοῦσαν τὸ δίκαιο. Ἀ­δι­κοῦ­σαν χῆρες καὶ ὀρφανά, ἦταν ἄδικοι κριταί. Ἕ­ως ὅτου διέπραξαν καὶ τὸ μέγιστο τῶν ἐγκλημάτων· κατεδίκασαν τὸ Χριστό. Ἂς ἔ­πλυνε ὁ Πιλᾶτος τὰ χέρια του λέγοντας «Ἀ­θῷ­ός εἰμι ἀ­πὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου» (ἔ.ἀ. 27,24). Αὐτοὶ τὸν δίκασαν παρανό­μως, κατὰ παράβα­σιν τοῦ ἑβραϊκοῦ ἀλλὰ καὶ τοῦ ῥωμα­ϊκοῦ δικαίου· δὲν τηρήθηκαν οἱ διατάξεις. Σ᾽ αὐτοὺς λοιπὸν τοὺς δικαστὰς ἀπευθύνεται προφητι­κῶς ὁ Ἠσαΐας καὶ λέει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς».
Ἀλλ᾽ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Ἠσαΐας δὲν ἴσχυε μόνο τότε· ἰσχύει πάντα, καὶ κατ᾽ ἐξοχὴν στὴν ἐ­ποχή μας. Διότι ἡ ἐποχή μας καυχήθηκε, ὅτι εἶνε ὁ αἰὼν τῶν φώτων· καὶ ὅμως ἀπεδείχθη αἰ­ὼν σκότους. Ὠνομάστηκε ἐποχὴ τῆς προόδου καὶ χλεύασε ὡς καθυστε­ρημένους ἐ­κείνους ποὺ πηγαίνουν στὴν ἐκκλη­σία κι ἀνάβουν κερὶ καὶ προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα· καὶ ὅ­μως ἡ δῆθεν πρόοδος αὐτὴ ὡδήγησε σὲ ἐκφυλισμό. Γιατί; Δι­ότι ἔλειψε ἡ ἀγάπη καὶ ἡ δικαιοσύνη.
Ἡ δικαιοσύνη εἶνε ἀναγκαία. Ἀ­φαί­ρεσε τὴ δικαιοσύνη, καὶ ἡ κοινωνία γίνεται ζούγκλα. Ὅ­πως καὶ ἔγινε σήμερα. Ἡ δικαιοσύ­νη εἶνε μία ἀπὸ τὰς τέσσερις μεγάλας ἀρε­τὲς ποὺ ἐγ­­­­κωμίαζαν οἱ πρόγονοί μας (οἱ ἄλ­λες τρεῖς εἶ­νε ἡ φρόνησις δηλαδὴ ἡ σοφία, ἡ ἀνδρεία, καὶ ἡ σωφροσύνη (Πλάτ., Νόμ. 979c, Πολ. 427e). Γι᾽ αὐτό, ἀπὸ τόσο νωρίς, ὁ Ἠσαΐας φωνάζει· «Δικαιοσύ­­­νην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς».

* * *

Ἀναστενάζει, ἀγαπητοί μου, ὁ πλανήτης μας ἀπὸ τὶς ἀδικίες. Παντοῦ συναντοῦμε ἀδικίες.
⃝ Στὶς συναλλαγὲς ὑπάρχει ζυγὸς δικαιοσύνης; Ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἔλεγε, ὅτι μεταξὺ πωλητῶν καὶ ἀγοραστῶν ὑπάρχει μία σατανικὴ ἅμιλλα ἀδικίας. Καὶ σήμερα σιωπηρῶς ἐπικρατεῖ τὸ «Ἅρ­παξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς». Δὲν τὸ ὁμολογοῦν ἀπὸ ντροπή, ἐν τούτοις αὐ­τὸς εἶνε ὁ κανών. Ἀδικία στὸ ἐμπόριο, στὴν ἀ­γορά, σὲ ὅλη τὴν οἰκονομικὴ κίνησι.
⃝ Στὴν διοικητικὴ ἱεραρχία ὑπάρχει δικαιοσύ­νη; Ἀναστενάζουν οἱ ὑπάλληλοι, χύνουν δάκρυα – στὴν Ἐκκλησία καταφεύγουν νὰ ποῦν τὸν πόνο τους. Δὲν ἔχουμε κράτος δικαίου. Δὲν ὑπάρχει ἀξιοκρατία στὶς προαγωγές. Ὁ τεμπέλης καὶ ἀνάξιος προάγεται, ἀρκεῖ νὰ εἶ­νε γραμμένος στὸ κόμμα· ὁ τίμιος καὶ εὐσυνείδητος καὶ ἐργατικὸς παραγκωνίζεται.
⃝ Στὴν ἐργασία καὶ τὴν ἰδιοκτησία ὑπάρχει δικαιοσύ­νη; Ὁ ἐργαζόμενος δὲν ἀμείβεται, δὲν ἀσφαλίζεται, δὲν συνταξιοδοτεῖται πρεπόν­τως. Φορολογεῖται δυσβάστακτα καὶ δυσανάλογα. Τοῦ παίρνουν τὸν ἱδρῶ­τα, τὴν περιουσία του. Καὶ μόνο τοῦ ἐργάτου; Τὸ κράτος κατ᾽ ἐ­πανάληψιν ἅπλωσε χέρι καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκόμη περιουσία. Τὸ ἀδηφάγο θηρίο τῆς ἀδικί­ας δὲν ἱκανοποιεῖ­ται· ἀπογυμνώνει καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ κάθε περιουσιακὸ στοιχεῖο, νὰ μὴ μπορῇ πλέον νὰ κάνῃ κανένα ἔργο.
⃝ Στὴν οἰκογένεια ὑπάρχει δικαιοσύνη; Ἂν ὑ­πῆρχε δικαιοσύνη, θὰ ὑπῆρχε ἁρμονία. Ἀδικία δυσ­τυχῶς κ᾽ ἐδῶ. Ἀδικεῖ ὁ ἄντρας τὴ γυναῖ­κα· τὴ μεταχειρίζεται σὰν ζῷο. Ἀδικεῖ ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα· τὸν βρίζει χυδαῖα. Δὲν ὑποφέ­­ρω τὴ γλῶσσα της, ἔλεγε κάποιος· προτιμότερο νὰ μὲ πυροβολοῦσε στὸ στῆθος… Ἀ­δι­κοῦν ἔπειτα οἱ γονεῖς τὰ παιδιά· παρ᾽ ὅλη τὴν ἀγάπη ποὺ ἔχουν, τὴν ὥρα τῆς ὀργῆς καὶ τοῦ θυμοῦ τὰ ἀδικοῦν. Στὴν Πτολεμαΐδα ἕνας πατέρας ἐπέπληξε δριμύτατα καὶ χτύπησε τὸ παιδί του, κι αὐτὸ (26 ἐτῶν) πῆρε καραμπίνα καὶ αὐτοκτόνησε. Ἀδικοῦν ὅμως καὶ τὰ παιδιὰ τοὺς γονεῖς, ποὺ κοπιάζουν γι᾽ αὐτά. Γνωρίζω στὴν Ἀθήνα πατέρα, ποὺ ἔπαθε ἔμφραγμα ἀπὸ τὴ διαγωγὴ τοῦ παιδιοῦ του, καὶ γνωρίζω θυγατέρες ποὺ πικραίνουν τὶς μητέρες των.
⃝ Στὰ δικαστήρια τοὐλάχιστον, ὅπου οἱ ἄνθρω­ποι καταφεύγουν γιὰ νὰ δικαιωθοῦν, βρίσκουν τὸ δίκαιο; Δὲν ἀρνοῦμαι, ὅτι οἱ δικασταί μας ἔ­χουν τὴ διάθεσι νὰ ἀπονείμουν δικαιοσύνη. Δὲν μποροῦν ὅμως. Γιατί; Διότι ἔρχονται ψευ­δομάρτυρες, ποὺ παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἀθῳώνουν μὲν τὸν Βαραββᾶ καταδικάζουν δὲ τὸν Ἰησοῦν. Κάποιος παρωμοίασε τὴ δικαιο­σύνη μὲ ἀραχνόπανο, ποὺ πιάνει τὰ μυγάκια ἀλλ᾽ ὄχι καὶ τὶς σφῆκες· μικροὶ ἐγκληματίες τι­μωροῦνται, οἱ μεγάλοι μένουν ἀτιμώρητοι.
⃝ Θέλετε νὰ πᾶμε καὶ πιὸ πέρα; Ἀδικία ὑπάρχει καὶ στὶς διεθνεῖς σχέσεις καὶ τοὺς ὀργανι­σμούς. Ὤ ἐκεῖ πλέον! Ἔφτειαξαν τὸν Ο.Η.Ε., ἄλλους διεθνεῖς συνδέσμους καὶ δικαστήρια, γιὰ νὰ ἐπιλύωνται οἱ ὑποθέσεις· καὶ ὅ­μως τὰ μεγάλα ἔθνη ἀδικοῦν τὰ μικρά, καὶ ἰδιαιτέρως τὴν πατρίδα μας. Παράδειγμα ἡ Κύπρος. Σέβονται ἐκεῖ τὸ δίκαιο; Ὁ Ἀτίλλας κατέλαβε τὸ ἓν τρίτον τῆς νήσου· πέρασαν τόσα χρόνια, ἡ Ἑλλὰς κατ᾽ ἐπανάληψιν προσέφυγε στὸ συμβούλιο τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν, ζήτησε τὸ δίκαιό της· κ᾽ ἐνῷ ἡ ὑπόθεσις μποροῦσε νὰ λυ­θῇ μέσα σὲ λίγα λεπτά, αὐτοὶ παίζουν ὅπως ἡ γάτα μὲ τὸ ποντίκι. Δὲν ἔχουν δικαιοσύνη.

* * *

Ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Ἠσαΐα ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους καὶ λέει· Ἄνθρωποι, «δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς».
Γονεῖς, μὴ τιμωρεῖτε ἄσπλαχνα τὰ παιδιά.
Παιδιά, ὄχι ἀχάριστοι στοὺς γονεῖς σας.
Διδάσκαλοι, μὴ βάζετε τὸ ἄριστα στὸ παιδὶ τοῦ βιομήχανου, καὶ ἀδικεῖτε τὸ φτωχόπαιδο.
Ἀξιωματικοί, σταθῆτε ἴσοι ἀπέναντι ὅλων τῶν στρατιωτῶν ὅποια καταγωγὴ κι ἂν ἔχουν.
Προϊστάμενοι, ἀμείψατε τὸν ὑπάλ­ληλό σας κατ᾽ ἀξίαν, χω­ρὶς κομματικὰ κριτήρια.
Δικασταί, σεῖς πρὸ παντός, κρατῆστε ἐπὶ τῆς ἕδρας καλὰ τὸν ζυγό· ἀποδῶστε δικαιοσύνη.
Βουλευταί, μὴ γίνεσθε ἀνδρείκελα στὶς ἐπι­ταγὲς τοῦ κόμματος. Τὸ κόμμα δὲν εἶνε θεός. Ψηφίζετε κατὰ συνείδησιν. Μὴ θάψετε τὴν ἱ­στορική μας αὐτὴ πατρίδα. Μὴ γίνετε «ὁδηγοὶ τυφλοὶ τυφλῶν» (Ματθ. 23,16· βλ. καὶ 15,14), καὶ καὶ φθάσῃ τὸ ἔθνος στὴν καταστροφή.
Κ᾽ ἐσύ, πρωθυπουργέ· κ᾽ ἐσεῖς, ὑ­πουργοί· κ᾽ ἐσύ, πρόεδρε τῆς δημοκρατίας, προσέξτε! «Δι­καιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦν­τες ἐπὶ τῆς γῆς».
Χρυσᾶ – ἀθάνατα λόγια ψάλλει, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκ­κλησία μας, ποὺ ἀγγίζουν τὴ ζωή μας. Εὐ­χαριστούμεθα ν᾽ ἀκοῦμε ὄμορφα ψαλσίμα­τα. Ἀλλ᾽ ὅπως εἴπαμε, ἡ μουσικὴ εἶνε τὸ τσῶφλι· τὴν ἀξία ἔχει ὁ καρπός. Καὶ καρπός, ποὺ μένει, εἶνε ἡ ἐφαρμογὴ τῆς δικαιοσύνης στὴ ζωή μας.
Ἀδικία ὑπῆρχε, ὑπάρχει καὶ θὰ ὑπάρχῃ. Ὁ μεγάλος Ἄγγλος ἱστορικὸς Τόυνμπη θέτει τὸ ἐρώτημα· Θὰ ἐκλείψῃ ποτὲ ἡ ἀδικία ἐπὶ τῆς γῆς; Καὶ ἀπήντησε ὁ ἴδιος· Στὴν παροῦσα φάσι, ὅσο τὸ κακὸ βασιλεύει στὴν καρδιά, ὅσο ὁ ἄνθρωπος βαρύνεται μὲ τὸ προπατορικὸ ἁ­μάρτημα, τὸ κακὸ ἁπλῶς περιορίζεται.
Θὰ ἔρθῃ ὅμως ἡμέρα, ναὶ θὰ ἔρθῃ, ποὺ ἡ δικαιοσύνη θὰ ἐπικρατήσῃ πλήρως. Πότε; Ὅταν βασιλεύσῃ ὁ Χριστός, ὁ βασιλεὺς τῆς δικαιοσύ­νης (Ἑβρ. 7,2)· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάν­τας τοὺς αἰ­ῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ἱ. ν. Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 13-4-1987 βράδυ)

MEΓΑΛH EBΔOMAΔA

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Απρ 3rd, 2012 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Κυριακὴ Βαΐων

Προφητεια του Ησαϊου

ΑΡΧΙΖΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, οἱ ἀκολουθίες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος. Ἀπόψε τὸ βράδυ, ἐνῷ κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ γίνεται ἡ ἀκολουθία τοῦ ἑ­σπερινοῦ, ἐν τού­τοις τε­λεῖται ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου. Μπορεῖ λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία νὰ κάνῃ τέτοιες ἀλ­λαγές. Δὲν ἔχει σημασία κυρίως τὸ πότε ἑορτάζου­με, ἀλλὰ τὸ πῶς ἑορτάζουμε. Ἔτσι ἀπόψε ψάλ­λεται ὁ ὄρθρος τῆς ἑπομένης ἡμέρας, τῆς ἁ­γίας καὶ Μεγάλης Δευτέρας.
Ἡ ἀκολουθία τοῦ ὄρθρου εἶνε ὑπέροχη, συγ­κινητική. Ἀρχίζει, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, μὲ τὸν ἑξάψαλμο, ποὺ εἶ­νε μία συλλογὴ ἕξι ψαλμῶν τοῦ Δαυῒδ ἀπὸ τὸ Ψαλτήρι. Εἶνε οἱ ψαλμοὶ 3, 37, 62, 87, 102 καὶ 142. Τὸ ἄκουσμα τῶν ψαλμῶν αὐτῶν δημιουργεῖ κατάνυξι καὶ φέρνει δάκρυα στὰ μάτια. Γι᾽ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐρχώμεθα νωρὶς στὸ ναὸ καὶ νὰ παρακολουθοῦμε τὸν ἑξάψαλμο μὲ σιωπή, μεγάλη προσο­χὴ καὶ δέος. Στὰ θεόπνευστα λόγια τῶν ψαλμῶν αὐτῶν βλέπουμε, ὅτι τὸ μόνο καταφύ­­γιο καὶ ἡ ἀληθινὴ παρηγορία τοῦ ταλαιπώρου ἀν­θρώπου στὴ θλῖψι του, ὅταν ὅλοι τὸν περι­φρονοῦν καὶ τὸν ἐγκαταλείπουν ἢ τὸν κα­τατρέχουν καὶ τὸν πληγώνουν, εἶνε ὁ Θεός.
Τὶς ἡμέρες αὐτὲς μετὰ τὸν ἑξάψαλμο, ἀντὶ ν᾽ ἀκουστῇ τὸ «Θεὸς Κύρι­ος καὶ ἐπέφανεν ἡ­μῖν…» ποὺ λέγεται συνήθως, ἀ­κοῦμε νὰ ψάλλεται τὸ ἀλληλούϊα τριπλὸ καὶ τέσσερις φορές. Τὸ ἀλληλούϊα εἶνε χαρακτηριστικὸ τῆς πενθί­μου περιόδου τῆς νηστείας. Τί σημαίνει «ἀλ­ληλούϊα»; Εἶνε ἑβραϊκὴ λέξις· στὴν ἑλ­ληνι­κὴ σημαίνει «αἰνεῖτε τὸν Κύρι­ον». Μὲ ἄλλα λόγια· ἂν ἀγαπᾷς τὸν Κύριο, κάνε τὴν καρδιά σου κι­θάρα καὶ βιολί, νὰ παί­ζῃ μέρα – νύχτα καὶ νὰ λέῃ «Αἰνεῖτε τὸν Θε­όν» (Ψαλμ. 150,1). Τότε ἡ ὑ­μνῳδία σου θὰ εἶνε λατρεία λογική· δι­αφορε­τικά, θὰ εἶσαι «χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον» (Α΄ Κορ. 13,1). Ἔχει μεγάλη σημα­σία ποιόν ἀγαπᾷ καὶ ποιόν ὑμνεῖ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλληλούϊα ψάλλει τὸ σύμ­­παν ὁλόκληρο· ὁ οὐρανός, ὁ ἥλιος, ἡ σε­λήνη, τὰ ἄ­στρα, ἡ γῆ, τὰ ὄρη, οἱ πεδιάδες, οἱ ποταμοί, τὰ δέν­τρα, τὰ ἄνθη, τὸ χορτάρι. Ἀλ­ληλούϊα ψάλλουν στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ οἱ ἄγ­γελοι, οἱ ἀρχάγγελοι, οἱ ψυχὲς τῶν δικαίων, ὅλη ἡ θρι­αμβεύουσα ἐκκλησία· κρατοῦν κιθά­ρες καὶ τὸν ὑμνοῦν. Ἑπομένως καὶ ἡ ἐπὶ τῆς γῆς στρατευομένη ἐκ­κλησία ἂς ψάλλῃ μαζί τους, ἂς δοξά­ζῃ τὸ Θεὸ καὶ ἂς ἐπαναλαμβάνῃ «Ἀλ­ληλού­ϊα, ἀλ­ληλούϊα, ἀλ­λη­λούϊα», «Αἰνεῖτε τὸν Κύρι­ον».
Ἂν εἶστε φιλακόλουθοι καὶ προσεκτικοί, θὰ παρατηρήσετε ὅτι κάθε φορὰ ποὺ ψάλλεται τὸ τρι­πλὸ ἀλληλούϊα δὲν λέγεται μόνο του· προηγεῖ­ται κάποιος στίχος. Τέσσερις φο­­ρὲς ψάλλεται τὸ ἀλληλούϊα, τέσσερις στίχοι ἀ­κούγονται. Ὁ πρῶτος στίχος λέει· «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α΄). Ὁ δεύτερος στίχος λέει· «Δικαιοσύ­νην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,9β΄). Ὁ τρίτος στίχος λέει· «Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀ­­παίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔ­δεται» (ἔ.ἀ. 26,11β΄). Καὶ ὁ τέταρτος στίχος λέει· «Πρόσ­θες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐ­τοῖς) κα­κὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,15).
Ἀπὸ ποῦ εἶνε παρμένοι οἱ στίχοι αὐτοὶ ποὺ προηγοῦνται τοῦ ἀλληλούϊα; ποιός τὰ εἶπε τὰ λόγια αὐτά; Τὰ εἶπε ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα πνεύματα τῆς ἀνθρωπότητος, ἕνας προφήτης, ἕνας ἀ­πὸ τοὺς μεγάλους προφῆτες τῆς παλαιᾶς δι­αθήκης, ὁ Ἠσα­ΐας. Ὁ προφή­της Ἠ­σαΐας ἔζησε 800 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Ὅποιος θέ­λει, ἂς ἀνοίξῃ τὸ βιβλίο του στὸ εἰ­κοστὸ ἕκτο (ΚΣΤ΄ = 26ο) κεφά­λαιο, κ᾽ ἐκεῖ θὰ βρῇ τὰ λόγια αὐτὰ τῶν στίχων τοῦ ἀλληλούϊα. Εἶνε λόγια ποὺ δυσκολευόμεθα τώρα νὰ τὰ κατα­λάβουμε.
Οἱ στίχοι αὐτοὶ εἶνε ἀπὸ μία ποιη­τικὴ προσ­ευχὴ τοῦ Ἠσαΐου. Στὸ κεφάλαιο αὐτὸ τῆς προ­φητείας τοῦ Ἠσαΐου βρίσκεται ἡ πέμ­πτη ᾠδή. Καὶ πρέπει στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ποῦμε, ὅτι οἱ ᾠ­δὲς ποὺ ἔχει καθιερώσει στὴ λατρεία της ἡ Ἐκκλησία μας εἶ­νε ἐννέα. Τί εἶνε αὐτὲς οἱ ἐν­νέα ᾠδές; Εἶνε ἔμμετρες, δηλαδὴ ποιητικές, προσευχές, τὶς ὁποῖες συν­έλεξε ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀ­πὸ τὰ θεόπνευστα βιβλία ὅλης τῆς ἁ­γίας Γραφῆς, Παλαι­­ᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης. Τὶς ἐννέα αὐτὲς βιβλικὲς ᾠδὲς τὶς ἔχει ἑρμηνεύσει ὅλες, μὲ τὴ σοφία καὶ τὴ φιλοπονία του, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σὲ ἕνα ὡραιότατο βιβλίο, ποὺ σᾶς συνιστῶ νὰ τὸ διαβάσε­τε· λέγεται «Κῆπος χαρίτων». Ἐκεῖ ὑπάρχει καὶ ἡ ἑρμηνεία τῶν τεσσάρων αὐτῶν στίχων τοῦ ἀλληλούϊα.
Ἐπειδὴ ὑπάρχει δυσκολία στὴν κατανόησί τους, θὰ προσπαθήσουμε ἐν συνεχείᾳ, σὲ μία μικρὰ σειρὰ ὁμιλι­ῶν, νὰ ἐξηγήσουμε, ὅσο μπο­ροῦ­με, τοὺς στίχους αὐτούς, ἀφιερώνοντας μία ὁμιλία γιὰ τὸν καθένα.
Δὲν ἀρκεῖ ἁπλῶς νὰ τ᾽ ἀκοῦμε τὰ λόγια αὐ­τά· πρέπει καὶ νὰ τὰ ἐννοοῦμε, νὰ τὰ νιώθουμε στὴν καρδιά μας, καὶ πιὸ πολὺ νὰ τὰ ἐφαρμό­ζουμε. Ἅμα τ᾽ ἀκοῦμε ἁ­πλῶς νὰ ψάλλωνται τέρπεται μόνο ἡ ἀκοή. Ὡ­ραῖα εἶνε τὰ ψαλσίμα­τα, κανείς δὲν ἀμφιβάλ­λει· ἀλλὰ χωρὶς νὰ ἐννοοῦμε – νὰ καταλαβαίνουμε τὰ λόγια τους καὶ χωρὶς νὰ τὰ ἐφαρμόζουμε ξέρεις τί καταν­τοῦν; Τσῶφλια. Ὅπως ὁ καρπός· ἔχει τσῶφλι, ἀλλὰ τὸ περιεχόμενο εἶν᾽ ἐκεῖνο ποὺ τρώγεται. Χρήσιμα εἶνε βέβαια καὶ τὰ τσῶφλια, γιατὶ προστατεύουν τὸν καρπό, ἀλλ᾽ ἕως ἐκεῖ. Ἐὰν δὲ σπά­σῃς τὸ καρύδι καὶ δὲ βρῇς τὴν ψίχα, δὲν τρῶς τίποτα. Καρπὸς εἶ­νε τὰ θεῖα νοήματα, τσῶφλι – περίβλημα εἶνε ἡ μουσική, τὸ ἄ­κου­­σμα τῆς μελῳδίας. Ἢ ―γιὰ νὰ ποῦμε αὐ­τὸ ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 21,18-22)― ἡ μουσι­κὴ εἶνε σὰν τὰ φύλλα τῆς συκιᾶς. Ὡ­ραῖα εἶνε τὰ φύλλα, ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τὰ φύλλα εἶνε ὁ καρπός. Ὁ Χριστὸς ἔψαχνε στὰ κλαδιὰ τῆς συκιᾶς νὰ βρῇ σῦκα· βρῆκε φύλλα, μόνο φύλλα· καρπὸ τίποτα. Καὶ ὠργισμένος εἶπε· «Μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰ­ῶνα» (ἔ.ἀ. 21,19). Μὴν εἴμαστε λοιπὸν κ᾽ ἐ­μεῖς σὰν τὴν ἄκαρπο συκῆ· μόνο φύλλα, μόνο λόγια, μόνο ψαλσίματα. Νὰ δώσουμε καὶ καρπό· κατανό­ησι, συμμετοχὴ μὲ τὴν καρδιά, ἐφαρμογὴ στὴν πρᾶξι. Γι᾽ αὐτὸ λέω, ὅτι αὐτοὶ οἱ στί­χοι, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ὡραῖα τροπά­ρια ποὺ ψάλλονται, ἔχουν ἀνάγκη ἑρμηνείας. Καὶ αὐ­τὸ θὰ τολμήσω ὁ γέρων ἐγὼ ἐπίσκοπος.

* * *

Ὁ Ἠσαΐας ἔζησε σὲ ἐποχὴ ποὺ βασίλευε φο­βερὸ σκοτάδι εἰδωλολατρίας, πλάνης καὶ ἁμαρτίας. Τότε λοιπὸν εἶδε – προφήτευσε καὶ εἶπε· Μιὰ μέρα τὸ σκοτάδι θὰ σβήσῃ· μέσα στὴ βαθειὰ νύχτα τῆς εἰδωλολατρίας θ᾽ ἀνατείλῃ λαμ­πρὸς ἥλιος.
Δὲν ἐννοεῖ τὸν φυσικὸ ἥλιο. Ὁ ἥλιος αὐ­τός, ποὺ βλέπουμε, εἶνε μία σκιὰ μπροστὰ σ᾽ ἕναν ἄλλο ἥλιο. Ὅπως τὸ ὑλικὸ στερέωμα ἔ­χει ἕναν ἥλιο ποὺ τὸ φωτίζει, ἔτσι τὸ πνευμα­τικὸ στερέωμα, ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶνε ἕ­νας ἄλλος οὐρανός, ἔχει τὸν δικό του ἥ­λιο· καὶ ὁ ἥλιος αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χρι­στός. Αὐτὸς φωτίζει, θερμαίνει καὶ ζωογο­νεῖ κάθε κτίσμα, κάθε λογικὴ ὕπαρξι, κάθε ἀν­θρώ­πινη ψυχή. Θὰ σβήσῃ λοιπὸν τὸ σκοτάδι καὶ θὰ ἔρθῃ τὸ φῶς· αὐτὸ προφήτευε ὁ Ἠσα­ΐας.
Καὶ δὲν εἶπε μόνο αὐτό· εἶπε καὶ πολλὰ ἄλ­λα, ποὺ ὅλα ἐκπληρώθηκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἐκείνη ἡ ὑπέροχη προφητεία ποὺ ἀκούγεται τὴ Μεγάλη Παρασκευή, ποὺ δείχνει τὸν πάσχοντα Χριστὸ καὶ λέει· «Οὗτος (ὁ Χριστὸς) τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἐλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει» (Ἠσ. 53,4).
Τί θαῦμα κι αὐτό! Ἡ προφητεία εἶνε ἕ­να θαῦμα. Ἂν θέλετε νὰ τὸ καταλάβετε κα­λύτερα, φανταστῆτε νὰ σηκωθῇ σήμερα κά­ποιος καὶ νὰ πῇ, ὅτι μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια θὰ ἐμ­φανισθῇ ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θὰ εἶ­νε «αὐτὸς κι αὐτός», νὰ περιγράψῃ δηλαδὴ μὲ ἀ­κρίβεια τὰ χαρακτηριστικά του γνωρίσμα­τα, καὶ ὄντως μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια τὰ λόγια του νὰ πραγματοποιηθοῦν μὲ κάθε λεπτο­μέ­ρεια. Ἢ φαν­ταστῆτε κάποιος νὰ εἶχε πε­ριγρά­ψει τὴ μορφὴ καὶ τὸ χαρακτῆρα καὶ τὸ ἔρ­γο λ.χ. τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου – πότε; ἑ­κατὸ χρόνια προτοῦ νὰ ἐμφανιστῇ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος. Ἀδύνατον αὐτὸ τὸ πρᾶγμα γιὰ τὴν ἀνθρώπινη διάνοια. Μόνο ἕνας ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἕνας προφήτης, φωτιζόμε­νος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, μπορεῖ νὰ πῇ τέτοια λόγια καὶ νὰ κάνῃ τέτοιες προβλέψεις. Γι᾽ αὐ­τὸ ἡ θεόπνευστος προφητεία εἶνε θαῦμα.
Περιέγραψε λοιπὸν ὁ Ἠσαΐας τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν μὲ ὅλες τὶς λεπτομέρειες, ἀπὸ τὴ γέν­νησί του μέχρι τὰ σεπτά του πάθη. Καὶ ὅποιος τὰ μαζέψῃ αὐτὰ ὅλα, θὰ φτειάξῃ ἕνα ἄλλο Εὐ­αγγέλιο. Ἔχουμε τέσσερα Εὐαγγέλια; αὐ­τὸ εἶνε τὸ κατὰ Ἠσαΐαν Εὐαγγέλιον. Γι᾽ αὐτὸ τὸν Ἠσαΐα τὸν εἶπαν καὶ πέμπτον εὐαγγελιστή.

* * *

Ὦ Θεέ μου, τί θαύματα ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ δὲν τὰ γνωρίζουμε! Γι᾽ αὐτὸ τὶς ἡμέρες αὐτὲς θὰ προσπαθήσουμε ν᾽ ἀναλύσουμε τοὺς προφητικοὺς αὐτοὺς στίχους.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Α΄ μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στὸ ιερό ναὸ του ῾Αγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 12-4-1987

 

Μεγάλη Δευτέρα  βράδυ

Ορθριζουμε προς το Φως;

«Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α΄)

 

Ο ΠΡΩΤΟΣ ἀπὸ τοὺς τέσσερις στίχους, ποὺ συνοδεύουν τὸ ἀλληλούϊα στὴν ἀρχὴ τῆς ἀκολου­θί­ας τοῦ Νυμφίου τὰ βράδια τῆς Μεγάλης Ἑ­βδομάδος, λέει· «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α΄).
Τί θὰ πῇ αὐτό; Εἶνε λόγια τοῦ προφήτου Ἠ­σαΐα. Μποροῦμε ἆραγε νὰ τὰ ἐπαναλάβουμε κ᾽ ἐμεῖς; Γιατί τὰ εἶπε ὁ Ἠσαΐας; Δὲν εἶνε ἕ­νας ἁπλὸς λόγος· εἶνε μία πραγματικότης, ποὺ ὁ προφήτης τὴ ζῇ. Θεέ μου, λέει, σὲ ἀγαπῶ. Σὲ ἀ­γαπῶ τόσο, ὥστε σὲ θυμᾶμαι ὄχι μόνο τὴν ἡ­μέρα, ἀλλὰ καὶ τὴ νύχτα. Πάω νὰ κοιμη­θῶ, καὶ ξυπνῶ νωρίς. Σηκώνομαι ἀπ᾽ τὸ κρεβά­τι πολὺ πρὶν ἀνατείλῃ ὁ ἥλιος, καὶ ἡ καρδιά μου εἶ­νε σ᾽ ἐσένα, σὲ λατρεύω καὶ σὲ δοξάζω.την συνέχεια εδώ Read more »

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΚΑΟΥΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Απρ 3rd, 2012 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Μεγάλη Τετάρτη

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΚΑΟΥΝ

«Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται» (Ἠσ. 26,11β΄)

ΕΡΜΗΝΕΥΣΑΜΕ, ἀγαπητοί μου, τοὺς δύο πρώτους στίχους τοῦ ἀλληλούια. Ἂς δοῦ­με τώρα τὸν τρίτο στίχο, ὁ ὁποῖος λέει· «Ζῆ­λος λή­ψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται» (Ἠσ. 26,11β΄). Δύσ­κο­λος στίχος· θὰ τὸν ἑρμηνεύσουμε πρακτικῶς.

* * *

Ὁμιλεῖ γιὰ ζῆλο. Ὁ ζῆλος, ὡραία λέξις τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, ἔχει δύο ἔννοι­ες· ὑπάρχει ζῆ­λος μὲ καλὴ καὶ ζῆλος μὲ κακὴ ἔννοια.
Μὲ καλὴ ἔννοια, ζῆλος εἶνε ἡ εὐγενὴς ἅ­μιλ­λα, ποὺ παρακινεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἰδίως τὸ νέο νὰ μιμηθῇ καλὰ πρότυπα, ὅ,τι ὑπέρο­χο βλέπει. Ὅποιος ἔχει καλὸ ζῆλο, προσπαθεῖ νὰ φθάσῃ καὶ νὰ ξεπεράσῃ τὰ πρότυπά του. Ἡ εὐγενὴς ἅμιλλα εἶνε ἐλατήριο μεγάλων πράξεων. Οἱ νέοι τῆς ἀρχαίας Σπάρτης σὲ ἡμέρες ἑορτῶν ἔλεγαν πρὸς τοὺς μεγαλυτέρους των στὴν πλατεῖα τῆς πόλεως· «Ἁμὲς δὲ γ᾽ ἐσόμεθα πολλῷ κάρρονες», ἐμεῖς θὰ γίνουμε πολὺ καλύτεροι ἀπὸ σᾶς.
Μὲ κακὴ ἔννοια ζῆλος εἶνε ἡ ζηλοτυπία. Εἶ­νε τὸ αἴσθημα ἐκεῖνο ποὺ συχνὰ σὰν ἀγκάθι φυτρώνει στὶς σχέσεις τοῦ ἀνδρογύνου. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ τὸν ἄνδρα ἀπὸ ζηλοτυπία γυναικὸς ἢ τὴ γυναῖκα ἀπὸ ζηλοτυπία ἀν­δρός. Ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, τρώει τὴν καρδιὰ ὅπως ἡ σκουριὰ τὸ σίδερο, ὅπως τὸ σκουλήκι τὸ ξύ­λο. Ζήλεια εἶχε ὁ Κάϊν· φθονοῦσε τὸν ἀδελφό του τὸν Ἄβελ καὶ γι᾽ αὐτό τὸν ἐφόνευσε.
Ἐδῶ, στὸ στίχο αὐτὸ τοῦ Ἠσαΐα, ἡ λέξι ζῆ­λος εἶνε μὲ κακὴ ἔννοια. «Ζῆλος λήψεται λα­­ὸν ἀπαίδευτον». Κακὸς ζῆλος, βρασμὸς ψυχῆς, θὰ πιάσῃ τὸ λαὸ ποὺ δὲν παιδαγωγήθηκε μὲ τὸ νό­μο τοῦ Κυρίου. Ὁμιλεῖ γιὰ ζῆλο ὄχι ἑνὸς ἀν­θρώπου ἀλλὰ ἑνὸς ὁλοκλήρου λαοῦ. Ποιός εἶ­νε ὁ λαὸς αὐτός; Ὁ Ἰουδαϊκ­ός. Αὐτὸς κατε­λήφθη ἀπὸ κακὸ ζῆ­λο ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐμφανίσθηκε ὁ Χριστὸς ὡς ῥαββί, ὡς δι­δάσκαλος, στὴν ἀρχὴ τὸν πίστεψαν. Τὸν ἀ­κολούθησαν ὅλοι μὲ ἐνθουσιασμό. Ὡμολογοῦσαν τὰ θαύματά του. Βάδιζαν χιλιόμετρα, γιὰ νὰ τὸν βροῦν. Κρέμονταν ἀπὸ τὰ χείλη του (Λουκ. 19,48), αἰσθάνοντο ὑπερτάτη ἡδονὴ νὰ τὸν ἀκοῦνε, καὶ ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐ­λάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰωάν. 7,46), ποτέ δὲ μίλησε κανεὶς ὅπως αὐτός. Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων σὰν λαοθάλασσα τὸν ὑ­ποδέχθηκαν μὲ πρωτοφανεῖς ἐκδηλώσεις καὶ ζητωκραυγὲς «ὡσαννά» (Ματθ. 21,9 κ.ἀ.). Ποτέ βα­σιλιᾶς δὲν ἔγινε ἀντικείμενο θερμοτέρας ὑπο­δοχῆς. Τὰ «ὡσαννὰ» ὅμως κράτησαν μόλις 4 ἡμέρες. Μετὰ ἔσβησαν. Οἱ καρδιὲς πάγω­σαν, διεστράφησαν. Ἀντὶ «ὡσαννά», ὁ ἴδιος αὐτὸς λαός, τὸ πρωὶ τῆς Παρασκευῆς κάτω ἀπ᾽ τὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου φώναζαν· «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21· Ἰωάν. 19,6).
Πῶς μετεβλήθη ὁ λαὸς αὐτός; μεσολάβησαν δαίμονες; Κάτι χειρότερο. Ὑπάρχουν περιπτώσεις, ὅπως λέει ὁ Τζοβάννι Παπίνι στὸ ἔργο του Ἱστορία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁ ἄνθρωπος κάνει κακὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ διάβολο. Ὁ ἐμπαθής, ὁ φθονερός, ὁ φιλήδονος, ὁ φιλό­­δοξος, ὁ ἀλαζὼν ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ βλά­ψῃ περισσότερο κι ἀπὸ μία λεγεῶνα δαιμόνων. Ποιοί λοιπὸν μεσολάβησαν; Ὄχι βέβαια οἱ ἀ­γράμματοι ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας. Μεσολάβησαν οἱ γραμματισμένοι, ἡ ἐλὶτ τῆς κοι­νω­νίας, οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Αὐτοὶ φθόνησαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τοὺς κατέλαβε κακὸς ζῆ­λος καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν διαβάλλουν. Καὶ τί δὲν εἶπαν ἐ­ναντίον του! Αὐτὸν ἀκοῦτε, αὐτὸν ἀκο­λουθεῖτε; Εἶνε «φάγος», «οἰνοπότης», «φίλος τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν», αὐτὸς εἶνε «Βεελ­ζεβούλ» (Ματθ. 11,19· 10,25. Λουκ. 7,34). Τὸν ἀρχηγὸ τῶν ἀγγέλων ἀπεκάλεσαν ἀρχηγὸ τῶν δαιμόν­ων· τὸ φῶς ἀπεκάλεσαν σκότος!
Καὶ ὁ λαός; Ἀντὶ νὰ κλείσῃ τὰ αὐτιά του σ᾽ αὐτοὺς τοὺς δημαγωγούς, τοὺς ἄκουσε καὶ μέ­σα του ἡ φυσιογνωμία τοῦ Χριστοῦ ὑποβα­θμίστηκε, ἐκμηδενίστηκε. Παρασυρόμενος ἔ­τσι ἀπὸ τοὺς ἡγέτες του, διέπραξε τὸ μεγαλύ­τερο ἔγκλημα τῶν αἰώνων· σταύρωσε τὸ Χριστό.

* * *

Ὁ λαός, ἀδελφοί μου, ὅταν δὲν ἔχῃ ἀξίους ἡγέτας (πολιτικούς, θρησκευτικούς, στρατιωτικούς κ.λπ.), ἐκφυλί­ζε­ται, παρασύρεται. Παύει πλέον νὰ εἶνε λαός· γίνεται ὄχλος. Καὶ ὁ ὄχλος μπορεῖ νὰ διαπράξῃ καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγ­κλήματα. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ λαὸς πέσῃ σὲ δημα­γωγούς. Ἂν ἀνοίξουμε τὴν ἱστορία τοῦ γέ­νους μας, θὰ δοῦμε ὅτι, ὅσο κακὸ μᾶς ἔκαναν οἱ δημαγωγοί, δὲν μᾶς ἔκαναν οἱ ἐχθροί.
⃝ Μεγάλος δημαγω­γὸς στὴν ἀρχαία Ἀθήνα ἦ­ταν ὁ Ἀλκιβιάδης. Ἀ­νάστημα ἐντυπωσιακό, ὡραῖος σὰν τὸν Ἄ­δω­νι, μὲ λάμψι δυνάμεως καὶ ἀλκῆς, εὐφυὴς καὶ ῥήτορας. Τί νὰ τὰ κά­νῃς ὅμως αὐτά; Ἦτο ἀλαζὼν καὶ ὑπερήφανος. Καὶ ὅ,τι ἔχτισε ὁ Περικλῆς, τὸ κατέ­στρε­ψε αὐτὸς σὲ λίγες ὧρες. Τὸ νὰ δημιουργήσῃς εἶνε δύσκολο, αἰῶνες χρειάζονται· τὸ νὰ καταστρέψῃς εἶνε εὔκολο. Παρέσυρε τοὺς Ἀθηναίους σὲ μία ἄφρονα ἐκστρατεία στὴ Σικε­λία, ἐκεῖ ποὺ δὲν εἶχαν καμμιά δουλειά. Ματαίως φώναζε ὁ Νικίας, οἱ φρόνιμοι στρατηγοὶ καὶ οἱ σύμμαχοι, ὅτι θὰ γίνῃ καταστροφή. Τίποτε αὐτός. Καὶ ἐκεῖ στὴ Σικελία ἐτάφη τὸ ἄνθος τοῦ Ἀθηναϊκοῦ λαοῦ. Αὐτὰ κάνουν τὰ συνθήματα τῶν δημαγωγῶν. Ὁ λαὸς αὐτὸς δὲν εἶνε πλέον φρόνιμος· εἶνε «λαὸς ἀπαίδευτος».
⃝ Θέλετε ἕνα νεώτερο παράδειγμα; Ἤμουν μικρὸς καὶ ἔζησα τὰ δραματικὰ γεγονότα. Εἶ­δα τοὺς γονεῖς μου, τοὺς συγγενεῖς καὶ φίλους νὰ ἐκστρα­τεύουν, ν᾽ ἀδειάζῃ τὸ χωριό μας (μεγάλο χωριό), καὶ μόνο στὴ μάχη τοῦ Κιλκὶς χάσαμε 20 παιδιά. Ἔφθασε τότε ἡ πατρίδα μας στὰ πρόθυρα τῆς Κωνσταν­τι­νουπόλεως· ὁ Πλαστήρας ἀπ᾽ τὸ Καλὲ-Γκρό­το ἔβλεπε μὲ τὰ κιάλια τὴν Ἄγκυρα. Πῶς ἐν συνεχείᾳ ἡττηθήκαμε; Δημαγωγοὶ κατέστρεψαν τὸ ὄνειρο.
⃝ Κ᾽ ἕνα παράδειγμα τῶν ἡμερῶν μας. Ὁ λα­ός μας εἶνε εὐγενής· γνώρισμά του εἶνε ἡ ἀ­γάπη πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Κάποιοι ὅμως ἔῥ­­­­ῤι­­ξαν τὸ σύνθημα «Γκρεμίστε τὴν Ἐκκλησία!». Καὶ γιὰ νὰ τὸ πετύχουν, ἄρχισαν νὰ διαβάλλουν τὸ κῦ­ρος τοῦ κλήρου, ἐκμεταλ­λευ­όμενοι ὡρισμέ­να ἐλαττώματα καὶ ἁμαρτήματά του. Δὲν τὰ ἀρ­νοῦμαι, πρῶτος ἐγὼ τὰ ἔχω ἐλέγξει. Ἀλ­λὰ σὲ ποιό κλάδο δὲν ὑπάρχουν καὶ προδόται; Δώ­δε­κα ἦταν οἱ ἀπόστολοι καὶ ἕνας ἦταν προ­δότης· θὰ κρίνουμε τὸ Χριστὸ ἀπὸ αὐτό; Καὶ θὰ κρίνουμε τὸν κλῆρο μας, διότι μέσα σὲ χιλιά­δες παπᾶδες ὑπάρχουν καὶ μερικοὶ ποὺ λη­σμόνησαν τὴν ἀποστολή τους; Οἱ συκο­φάνται λοι­πὸν μὲ ὅλα τὰ μέσα (περιοδικά, ἐφημερίδες, ῥαδιόφωνο, τηλεόρασι, θεατρικὲς πα­ρα­στά­σεις, κινηματογραφικὰ ἔργα, δωρεὰν εἰ­σι­τή­ρια κ.λπ.) προ­­σπάθησαν νὰ διακωμῳδήσουν τὸ ῥάσο, νὰ κλονίσουν τὴν ἐμπιστοσύνη. Καὶ ὁ λαὸς ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζεται. Ἀπὸ τέτοιες κατηγορίες εἶμαι κ᾽ ἐγὼ κατάφορτος· ἀλλὰ θε­ωρῶ τὶς ὕβρεις ὡς παράσημα. Μποροῦν ὅ­μως ὅλοι νὰ τὸ ἀνεχθοῦν αὐτό; Γι᾽ αὐτὸ πολὺ δύσκολα ἕνας νέος ἀποφασίζει σήμερα νὰ γίνῃ κληρικός. Ἐὰν ἤμεθα λαϊκοί, θὰ μᾶς ὑπολείπτοντο· τώρα ποὺ φοροῦμε τὸ ῥάσο, μᾶς μισοῦν. Δὲν μισοῦν βέβαια ἐμᾶς· μισοῦν τὸν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖο, τοῦ ὁποίου τὴν εἰκόνα παρὰ τὴν ἀναξιότητά μας πε­ριφέρουμε στὸν κόσμο. «Τὸν ὀνειδισμὸν αὐ­τοῦ φέρομεν», ὅ­πως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ἑβρ. 13,13). Καὶ ὁ Χριστὸς μακάρισε – ποιούς; Τί εἶπε· «Μακάριοί ἐστε ὅταν ὀ­νειδίσωσιν ὑμᾶς …καὶ εἴ­πωσι πᾶν ῥῆμα καθ᾽ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκα ἐμοῦ» καὶ τοῦ εὐαγγελίου μου (Ματθ. 5,11).

* * *

Παράσημα, ἀγαπητοί μου, θεωροῦμε τὶς ὕ­βρεις καὶ χαιρόμεθα γι᾽ αὐτά. Θρηνοῦμε ὅ­μως γι᾽ αὐτοὺς ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία. Διότι πῶς τελειώνει ὁ στίχος τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐα· «…καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται»· φωτιά, λέει, θὰ καταφάγῃ τώρα «τοὺς ὑπεναντίους», τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ. Αὐ­τοὺς ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἴδιο τὸν Ἐσταυρωμένο, φωτιὰ θὰ πέσῃ καὶ θὰ τοὺς κάψῃ. Τὸ λέει ὁ προφήτης.
Παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ μετανοήσουν οἱ ἐκ­κλησιομάχοι, νὰ γίνουν πάλι παιδιὰ τῆς Ἐκ­κλησίας, καὶ νὰ τιμοῦν τὸν κλῆρο ποὺ προσέφερε τόσες θυσίες. Κλαίω κι ἀναστενάζω γι᾽ αὐ­­τούς. Δὲν τοὺς μισῶ. Κάθε βράδυ προσ­εύχομαι καὶ παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ τοὺς φωτίσῃ νὰ μετανοή­σουν, ὅσο ὑπάρχει καιρός, καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας.
Τελειώνω μὲ ἕνα λόγο ποὺ εἶπε ὁ ἀείμνηστος πρωθυπουργὸς Γεώργι­ος Παπανδρέου, ποὺ ἦτο υἱὸς ἱερέως. Εἶπε κάποτε στοὺς ὑ­πουργούς του· Μὴν πειράζετε τὸν κλῆρο· τὸ ῥάσο εἶνε κάρβουνο ἀναμμένο καὶ θὰ σᾶς κά­ψῃ. Θὰ ἔπρεπε νὰ σηκωθῇ ἀπὸ τὸν τάφο νὰ τὸ ξαναπῇ σὲ ὅσους τολμοῦν νὰ θεομαχοῦν.
Ταῦτα λέγω, ταῦτα κηρύττω, ταῦτα ὁμολο­γῶ. Ὁ δὲ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν νὰ φωτίσῃ ὅλους νὰ μετανοήσουμε, ν᾽ ἀγαπήσουμε τὴν Ἐκκλησία μας, τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν ἐσταυ­ρωμένον· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Aπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στὸ ιερό ναὸ του Παντελεήμονος Φλωρίνης 14-4-1987 βράδυ)

Διαδικτυακή πρόσκληση και εκστρατεία για την

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΙΚΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ 2012 ΒΡΑΔΥ

http://www.tideon.org/index.php?option=com_content&view=article&id=2896:-2012-&catid=1:ethnikimnimi&Itemid=481

______

TO TEΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Απρ 3rd, 2012 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Μεγάλη Πέμπτη

TO TEΛΟΣ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΩΝ

«Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (᾿Ησ. 26,15)

ΕΡΜΗΝΕΥΟΥΜΕ, ἀγαπητοί μου, πρακτι­κῶς τοὺς τέσσερις περίφημους στίχους ποὺ συνοδεύουν τὸ ἀλληλούια στὴν ἀρχὴ τοῦ ὄρ­θρου, ἀμέσως μετὰ τὸν ἑξάψαλμο. Εἶνε λόγια τοῦ προφήτου Ἠσαΐου καὶ ψάλλονται στὶς ἀ­κολουθίες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομά­δος τὶς τρεῖς – τέσσερις πρῶτες μέρες. Ὁ πρῶ­τος στίχος, ὅπως ἀκούσαμε, εἶνε· «᾿Εκ νυ­κτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θε­ός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. 26,9α´), καὶ σημαίνει· Χριστιανέ, νὰ προσεύχεσαι συχνότερα ἀπ᾿ ὅ,τι μέχρι σήμερα, ἡ προσ­ευχὴ νὰ εἶνε γιὰ σένα ἱερὸ καθῆκον. Ὁ δεύ­τε­ρος στίχος λέει· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐν­οικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,9β´), δηλαδή· Χριστιανέ, πρόσεξε στὶς σχέσεις σου μὲ τοὺς ἄλλους νὰ μὴν ἀδικήσῃς κανένα, διότι αὐτὸς ποὺ λ.χ. μοιράζεται μὲ ἕνα κλέφτη τὰ κλεμμέ­να καὶ ἀδικεῖ, αὐτὸς «μισεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυ­χήν» (Παροιμ. 29,24). Ὁ τρίτος στίχος ―χθὲς τὸν ἑρ­μη­νεύσαμε― λέει· «Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀ­παί­δευ­τον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔ­δεται» (Ἠσ. 26,11β΄)· καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ εἴπαμε ὅτι, ἀλ­λοίμονο στὸ λαὸ ποὺ ἔπεσε σὲ χέρια δημαγω­­γῶν ποὺ κατορθώνουν ν᾽ ἀνεβοῦν στὴν ἐξ­ουσία, διότι μὲ τὰ συνθήματα τέτοιων ἀπατε­ώνων τὰ ἔθνη διαφθείρονται· ὁ λαὸς παύει πλέον νὰ εἶνε συνειδητοποιημένος, γί­νεται ῥομπότ, δοῦλος, ἀνδρείκελο, καταντᾷ ὄχλος· καὶ ὁ ὄχλος, ὅπως διδάσκει ἡ ἱστορία, μπορεῖ νὰ διαπράξῃ καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγ­κλήματα ἐν ὀνόματι τῶν ὡραιοτέρων ἰδεῶν.
Ἀπόψε τελειώνουμε ἑρμηνεύοντας τὸν τελευταῖο στίχο· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες (αὐτοῖς) κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς» (ἔ.ἀ. 26,15). Τιμώρησέ τους, δηλαδή, Κύριε, τοὺς μεγάλους καὶ ἰσχυροὺς τῆς γῆς, τιμώρησέ τους. Τί λέει ἐδῶ ὁ προφήτης; Ὁμιλεῖ περὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶνε στὴν ἐξουσία.

* * *

Ποιός εἶνε, γενικά, ὁ κακὸς ἄνθρωπος; Δὲν εἶνε ἐκεῖνος ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἀπὸ συναρπα­­γὴ τοῦ διαβόλου διαπράττει κάποιο ἁμάρτημα, καὶ κατόπιν μετανοεῖ καὶ χύνει δάκρυα καὶ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Κακὸς εἶνε αὐτὸς ποὺ ἡ κακία – ἡ ἁμαρτία ἔχει διαποτίσει ὅλο τὸν ψυχικό του κόσμο καὶ ἔχει διαφθαρῆ μέ­χρι τὰ κύτταρά του. Ἡ κακία σ᾽ αὐτὸν ἔχει προχω­ρήσει βαθειὰ στὸν ἐσωτερικό του κό­σμο καὶ τοῦ ἔγινε δευτέρα φύσις. Σκέπτεται συνεχῶς τὸ κακό. Τὴ νύχτα ὕπνος δὲν τὸν πιάνει· δι­αλογίζεται καὶ σχεδιάζει τί κακὸ θὰ κάνῃ τὸ πρωῒ ποὺ θὰ σηκωθῇ. Ἡ σκέψι του εἶνε προσηλω­μέ­νη στὸ κακό. Ὅπως εἶπα καὶ ἄλλοτε, πές μου τί σκέπτεσαι τὴ νύχτα, νὰ σοῦ πῶ τί εἶσαι.
Τέτοιοι κακοὶ ἦταν λ.χ. ὁ ᾿Ιούδας, ὅπως τὸν περιγράφουν τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Ἑ­βδο­μάδος. Εἶχε εἰσχωρήσει μέσα του ἡ κακία – ἡ φιλαργυρία. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἐπιθυμία χρή­ματος· εἶχε «λύσσα φιλαργυρίας» (Μ. Πέμ., β´ ἀ­πόστ. αἴν.). Κακοὶ ἦταν οἱ ψευδομάρτυρες. Κα­κὸς ἦταν καὶ ὁ λαὸς πού, ἐνῷ εὐεργετήθηκε τόσο ἀπὸ τὸ Ναζωραῖο, ὠρύετο «Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21). Πρὸ πάν­των ὅ­μως κακοὶ ἦταν οἱ «ἔνδοξοι τῆς γῆς», οἱ θρησκευτικοὶ καὶ πολιτικοὶ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς· ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας ποὺ δίκασαν τὸ Χριστό, καθὼς καὶ ὁ Πιλᾶτος πού, μολονό­τι ἔνιψε τὰς χεῖρας του καὶ εἶπε «᾿Αθῷός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵ­ματος τοῦ δικαίου τούτου» (Ματθ. 27,24), ἐν τούτοις ὑπέγραψε τὴν θανάτωσί του.
Ποιό ἦταν ἆραγε τὸ τέλος ὅλων αὐτῶν; ᾿Εμέ­να ρω­τᾶτε; Τὸ γράφει ἡ ἱστορία. Οἰκτρό. Ποιό ἦταν τὸ τέ­λος τοῦ ᾿Ιούδα; μιὰ ἀγχόνη! Ἀπελπισμέ­νος ἀπὸ τὴν ἐνοχή, πῆγε καὶ κρεμάστηκε, αὐ­τοκτόνησε. Οἱ ἀρχιερεῖς Ἄννας καὶ Καϊ­ά­φας εἶχαν κι αὐτοὶ κακὸ τέλος· ἦρθαν οἱ ῾Ρω­μαῖοι, ἀνέσκαψαν τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, ἀλέτρι πέρασε ἐ­κεῖ ποὺ ἦταν τὰ μέγαρά τους καὶ τὰ δικαστήριά τους. Καὶ ὁ Πόντιος Πιλᾶτος ἄσχημο τέ­λος εἶχε· ἔχασε τὴ θέσι του, ἔ­φυγε μακριά (μιὰ παράδοσις λέει, ὅτι ἔφτασε ἐξόριστος στὴν Ἑλβετία), κ᾽ ἐκεῖ ἀπελπισμέ­νος αὐ­τοκτόνησε πέφτοντας ἀπὸ ψηλὰ στὰ νερὰ μιᾶς λίμνης. Ὁ λαὸς τέλος, ποὺ φώναζε «Σταύ­ρωσον αὐτὸν» καὶ «Τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν» (Ματθ. 27,25), πλήρωσε μὲ τὸ ἴδιο νόμισμα. Ὅπως λέει ὁ ἱ­στορικὸς ᾿Ι­ώσηπος, τὸ 70 μ.Χ. ἔφτασαν οἱ λεγεῶ­νες τῆς ῾Ρώμης, πολιόρκησαν καὶ κατέλαβαν τὰ ᾿Ιερο­σόλυμα. Δὲν ἄφησαν «λίθον ἐπὶ λίθον» (ἔ.ἀ. 24,2), καὶ ἄρχισαν νὰ σταυρώνουν συνεχῶς ᾿Ιουδαί­ους. Τόσο πολλοὺς σταύρωσαν, ὥστε ἐξαν­τλήθηκαν τὰ ξύλα, δὲν ὑπῆρχαν πλέον ἄλ­λα δέντρα στὸ δάσος γιὰ νὰ κάνουν σταυρούς.
Τί σημαίνουν αὐτά; Ὅτι τέτοιο τέλος θὰ ἔ­χουν καὶ ὅλοι οἱ διῶκτες τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι καταδιώκουν τὴν πίστι τοῦ Εὐαγγελίου.

* * *

Καὶ σήμερα παρουσιάζονται τέτοιοι ἰσχυροὶ ἐκκλησιομάχοι, ὅπως λέγαμε χθὲς καὶ προ­χθές. Εἶνε κακοί, ἔχουν κακία μέσα τους. Δὲν εἶνε ἁπλῶς ἁ­μαρτωλοί. Ὁ ἁμαρτωλὸς μετανοεῖ. Ὁ κακὸς ἔχει τὴν ἐμμονὴ τοῦ διαβόλου καὶ δὲν μετανοεῖ. Μισεῖ ὅ,τι ὡραῖο, ὅ,τι ὑψηλό, ὅ,τι μέ­γα· μισεῖ τὴν πίστι – τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τὸν στενοχωρεῖ ἡ παρουσία της. Δὲ θέ­λει νὰ βλέπῃ παπᾶ· ἅμα δῇ ῥάσο στὸ δρό­μο, τὸν πιάνει δαιμόνιο. Εἶνε κι αὐτὸ μία ἀπό­δειξις ὅτι ἡ θρησκεία μας εἶνε ἀληθινή. Δὲν τοὺς βλέπετε πῶς κάνουν; ἀσχημονοῦν, βλαστημοῦν, καταριῶνται, ἀφρίζουν. Νὰ μὴ δοῦν ἱερέα μπροστά τους· τὸ θεωροῦν ὡς κακὸ συναπάντημα. Στενοχωροῦνται ν᾿ ἀκοῦν κήρυ­γμα· βουλώνουν τ᾿ αὐτιά τους. Ἐνοχλοῦνται ὅ­­ταν χτυπᾷ ἡ καμπάνα· πότε νὰ σταματήσῃ! λένε. Στὴ Φλώρινα ὡρισμένους τοὺς πειράζει ἀκόμα κι ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ στήσουμε στὸ ὕψωμα 1.020 καὶ φωταγωγεῖ­ται τὴ νύχτα· τρίζουν τὰ δόντια καὶ θέλουν νὰ τὸν γκρεμίσουν μὲ δυναμίτη· ἄλλο σύμβολο θέλουν αὐτοὶ νὰ στήσουν ἐκεῖ.
Εἶνε ἀνάγκη νὰ ὑπενθυμίσουμε, ποιό θὰ εἶ­νε τὸ τέλος τῶν ἐκκλησιομάχων; Θὰ εἶνε τὸ ἴ­διο μὲ τὸ τέλος ὅλων τῶν διωκτῶν. Πολλοὺς δι­ώκτας ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος ἂν ἤθελα ν᾿ ἀναφέρω παραδεί­γματα τέτοιων ἀνθρώπων, «ἐνδόξων τῆς γῆς», ποὺ ἀ­­πὸ τὰ ὕψιστα ἀξιώματα ποὺ κατεῖχαν πολέ­μησαν τὸν χριστιανισμὸ καὶ εἶχαν κακὸ τέλος. Σὲ καθεμιὰ ἀπὸ τὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἐφαρμόστηκε τὸ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς». Ἕνα μόνο χαρακτηριστικὸ παράδειγμα θ᾽ ἀ­ναφέ­ρω ἀπ᾽ τὰ πολλά. Εἶνε ὁ ᾿Ιουλιανὸς ὁ Παρα­βά­της. Αὐτὸς μίσησε πολὺ τὴ χριστιανικὴ πίστι. Ἐνῷ ἀνατράφηκε ὡς Χριστιανὸς καὶ στὴν ἀρχὴ φαινόταν πρᾷος καὶ ἥσυχος, ἐνῷ ἦ­ταν φίλος καὶ συμμαθητὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὴν ᾿Α­θήνα, κατόπιν ὡς βασιλεὺς ἔ­δει­ξε ἄλ­λη στάσι. Μίσησε τὸ χριστιανισμό, ἀρ­­­νή­θηκε τὸ Χριστὸ σὰν ἄλλος ᾿Ιούδας, καὶ κατε­δί­ωξε τὴν ᾿Εκκλησία. Ἔλαβε αὐστη­ρὰ μέ­τρα ἐ­ναντίον της μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἐξουδετερώσῃ καὶ νὰ ἐπαναφέρῃ τὴν εἰδωλολατρία. Ἀλλὰ τὸ τέλος του ποιό ἦταν! Νόμιζε ὅτι θὰ ξεῤῥιζώσῃ τὸν χριστιανισμό. Δὲν ξεῤῥιζώθηκε ὅμως ὁ χρι­στιανισμός· αὐτός ξεῤῥιζώθηκε. Πολεμώντας ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν στὰ βάθη τῆς Περσίας, ἐκεῖ τραυματίσθη­κε θανάσιμα. Τὸν χτύπησε στὸ στῆθος ἕνα βέ­λος, καὶ τὸ τραῦ­μα ἦταν θα­νατηφόρο. Πεσμένος κάτω στὸ χῶ­μα τῆς γῆς, ἔβαλε τὴ φούχτα του κάτω ἀπ᾽ τὴν πληγή, τὴ γέμισε μὲ τὸ αἷμα ποὺ ἔτρεχε, καὶ μετὰ τὸ σκόρ­πισε στὸν ἀέρα λέγοντας· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε», Ναζωραῖε, μὲ νί­κη­σες! «Πρόσθες αὐ­τοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδό­ξοις τῆς γῆς».

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί μου· ὁ Ναζωραῖ­ος εἶνε ἀήττητος. Καὶ τὸ δίδαγμα ποιό εἶνε· μὴ πτοού­μεθα.
Ἂς λυσσοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πί­στεώς μας, οἱ ἰ­σχυροὶ τῆς ἡμέρας· ἂς πολεμοῦν τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἂς μηχανεύων­ται ὅ,τι θέλουν, ἂς προσπαθοῦν ὅσο μποροῦν. Ἂς χρησιμοποι­­ήσουν ὅλες τὶς μηχανές, ἂς ἐ­φαρμόσουν ὅλα τὰ σατανικὰ σχέδια πρὸς ἐξ­όντωσιν τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν θὰ τὸ ἐπιτύχουν. Προσωρινῶς θὰ σημειώ­σουν μερικὲς ἐπιτυχί­ες, θὰ ἔχουν ὡρισμένες νίκες· θὰ φανῇ ὅτι κατέβαλαν καὶ ἀποδυνάμωσαν τὸν χρι­στιανισμό. Πάλι ὅμως θὰ τὸν βροῦν μπροστά τους. Γιατί; Διότι ἡ πίστις μας – ἡ ᾿Εκκλη­σία μας δὲν εἶνε ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, δὲν εἶνε κάτι ποὺ τὸ δημιούργησε ἄνθρωπος. Ἡ ᾿Εκκλησία μας εἶνε δέντρο ἀθάνατο, ποὺ τὸ φύ­τευσε μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου, αὐ­τὸς ὁ Θεός, ἡ ἁγία Τριάς. Κ᾽ ἕνα τέτοιο δέντρο δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ξεῤῥι­ζώσῃ κανείς. Ὅλοι οἱ δαίμονες τῆς κολάσεως νὰ μαζευτοῦν, δὲ θὰ μπορέσουν νὰ τὸ κλονίσουν. Τὰ τσεκούρια τους θὰ σπάσουν καὶ οἱ ἴδιοι θὰ συντριβοῦν. Καὶ θὰ βρίσκῃ πάντοτε ἐ­φαρμογὴ ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ προφήτου Ἠσαΐα· «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσ­­­θες αὐ­τοῖς κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς».

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 15-4-1987 βράδυ)