Αυγουστίνος Καντιώτης



Μεγαλη Παρασκευη βραδυ – Φως στον κατω κοσμο «Ὤ χαρας ἐκεινης, ὤ πολλης ἡδονης, Ἰησου, ἧς τους ἐν αδη πεπληρωκας, ἐν πυθμεσι φως ἀστραψας ζοφεροις!» – Ὁμιλια του Μητροπολιτου Φλωρινης π. Αυγουστινου Καντιωτου

date Απρ 14th, 2023 | filed Filed under: ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΙΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 871(2)

Μεγάλη Παρασκευὴ βράδυ
14 Ἀπριλίου 2023 (2002)
Ὁμιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Φως στον κατω κοσμο

«Ὤ χαρᾶς ἐκείνης, ὤ πολλῆς ἡδονῆς, Ἰησοῦ, ἧς τοὺς ἐν ᾅδῃ πεπλήρωκας, ἐν πυθμέσι φῶς ἀστράψας ζοφεροῖς!» (Α΄ στάσις ἐγκωμίων)

AntimὉ Ἐπιτάφιος Θρῆνος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕ­να ἀριστούργημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως. Εἶνε μία ὡραία ἀνθοδέσμη ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας στὸν ἐσταυρωμένο Βασιλέα τοῦ κόσμου.
Στὸ Ἅγιο Ὄρος ἀπόψε οἱ μοναχοὶ κάθον­ται μέχρι τὶς 2 ἡ ὥρα μετὰ τὰ μεσάνυχτα καὶ ψάλλουν ὅλα τὰ Ἐγκώμια. Ἐδῶ στὸν κόσμο ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς φιλάνθρωπη μάνα, διάλεξε καὶ ψάλλει μόνο 99 ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ μὴν κουράζωνται οἱ Χριστιανοί.
Ἔχω συνήθεια κάθε χρόνο, πρὶν ἀρχίσουν νὰ ψάλλωνται τὰ ἐγκώμια, νὰ ἑρμηνεύω ἕνα ἀ­πὸ αὐτά. Σήμερα θὰ προσπαθήσω, μὲ λίγα ἁ­πλᾶ λόγια, νὰ σᾶς μιλήσω ἐπάνω στὸ ἐγκώμιο τοῦ Ἐπιταφίου θρήνου ποὺ λέει·
«Ὤ χαρᾶς ἐκείνης, ὤ πολλῆς ἡδονῆς,
Ἰησοῦ, ἧς τοὺς ἐν ᾅδῃ πεπλήρωκας,
ἐν πυθμέσι φῶς ἀστράψας ζοφεροῖς!» (Α΄ στ.).
Δηλαδή· Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, πόσο μεγάλη ἦταν ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐχαρίστησι, μὲ τὴν ὁποία γέμισες τὶς ψυχὲς τῶν νεκρῶν στὸν ᾅδη, ὅταν ἄστραψε τὸ φῶς σου κάτω ἐ­κεῖ στὰ σκοτεινὰ βάθη του!

* * *

Τὸ ἐγκώμιο αὐτὸ ἀνήκει στὴν Α΄ στάσι καὶ μιλάει γιὰ τὸν κάτω κόσμο. Ὁ τσομπᾶνος, ὁ χωρικός, ἡ ἁπλοϊκὴ γυναίκα πιστεύουν, ὅτι ὑπάρχει ὁ κάτω κόσμος. Αὐτοὶ εἶνε πιὸ σοφοὶ ἀπὸ τοὺς δῆθεν ἐπιστήμονες, ποὺ ἀρνοῦνται τὰ πάντα. Τοῦτος ὁ κόσμος ποὺ ζοῦμε, λέγεται ἄνω· ὁ ἄλλος ποὺ θὰ πᾶμε, λέγεται κάτω. Ἡ Ἐκκλησία μας τὸν κάτω κόσμο τὸν ὀνομάζει «ᾅδην», οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τὸν ὠνόμαζαν «τάρταρον». Ὅσοι διαβάζουν, θὰ ξέρουν ὅτι ἡ ἀρχαία μυθολογία ἔλεγε, ὅτι ὡρισμένοι, ὅπως ὁ Διόνυσος, ὁ Ὀρφεὺς καὶ ὁ Ἡρακλῆς, τόλμησαν νὰ κατεβοῦν στὸν ᾅδη. Ἀλλὰ οἱ διηγήσεις αὐτὲς εἶνε μῦθοι. Ἐδῶ στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶνε ἡ πραγματικότης. Στὸν κάτω κόσμο εἶνε οἱ ψυχὲς ὅλων τῶν κεκοιμημένων. Αὐτὸ σὲ μερικοὺς φαίνεται παρα­μύθι καὶ ρωτοῦν· Ὑπάρχει κάτω κόσμος;
Ἐμένα ρωτᾶτε; Ἀνοῖξτε τὴ Γραφή. ῾Ρωτῆ­στε τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου, τοὺς τάφους τῶν προγόνων, τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ, καὶ θὰ μάθετε ὅτι, ὅσο βέβαιο εἶνε ὅτι ὑπάρχει αὐ­τὸς ὁ κόσμος, ὁ ἥλιος, τὰ ἀστέρια, οἱ θάλασσες, οἱ ὠκεανοί, ἡ γῆ αὐτὴ ποὺ πατοῦμε ποὺ βλέπουμε ποὺ ζοῦμε ποὺ ἀναπνέουμε, ἄλλο τόσο βέβαιο καὶ ἀκόμη βεβαιότερο εἶνε ὅτι ὑπάρχει καὶ ὁ ἄλλος κόσμος. Δὲν εἴμαστε ὑλισταὶ καὶ ἄθεοι νὰ νομίζουμε, ὅτι ὁ τάφος εἶνε τὸ τέλος τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως.
Τὸ ἐγκώμιο ποὺ ἑρμηνεύουμε μιλάει γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ πέθαναν πρὸ Χριστοῦ, ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι ἐκεῖνοι ἔφυγαν μὲ τὴ λαχτάρα νὰ δοῦν τὸ πρόσωπό του, μὰ δὲν ἀξιώθηκαν. Ἡ Ἐκκλη­σία μας διδάσκει, ὅτι ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, κατέβηκε στὸν κάτω κόσμο. Καὶ ὁ ᾅδης, ὁ τάρτα­­ρος, ὁ χάρος –ὅπως θέλετε ὀνομάστε τον–, ποὺ ἦταν τρομερὸς καὶ ἀπαίσιος, καὶ ἔσυρε στὸ ἅρμα του ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μικροὺς – μεγάλους, στρατηγούς, βασιλιᾶδες καὶ αὐ­τοκράτορες, στενοχωρήθηκε, ταράχτη­κε, «ἐπι­κράνθη» (Ἠσ. 14,9). Διότι ὁ Χριστὸς ἔσπασε τὶς πύλες του, τὶς χάλκινες καὶ σιδερένιες, καὶ μπῆ­κε ἐκεῖ νικητὴς καὶ θριαμβευτής.
Τότε μέσα στὸ σκοτάδι ἐκεῖνο ἔλαμψε ὁ Ἥ­λιος. Καὶ τὸν εἶδαν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐπὶ αἰ­ῶνες καὶ χιλιετίες ἦταν πεθαμένοι. Τὸν εἶδε ὁ Ἀδάμ, ἡ Εὔα, ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ, ὁ Μωυσῆς, ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ Δαυΐδ, ὁ Σολομῶν… Τὸν εἶδαν οἱ προφῆτες, ἰδιαιτέρως ὁ Ἠσαΐας. Τὸν εἶδαν ἀκόμη οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης… Τὸν εἶδαν γενεὲς γενεῶν καὶ χάρηκαν χαρὰ μεγάλη. Αὐτὸ ἀκριβῶς περιγράφει σήμερα τὸ ὡραῖο αὐτὸ ἐγκώμιο.

* * *

Τί συμπεράσματα βγάζουμε; Ὅτι ἡ ζωὴ δὲν τελειώνει στὸν τάφο. Τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη δὲν βάζει τελεία καὶ παῦλα στὴν ὕπαρξι. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε μόνο σῶμα, στομάχι, κοιλιά, ἔντερα, πεπτικὸς σωλήνας ἀεὶ πληρούμενος καὶ ἐκκενούμενος. Ἐμεῖς οἱ Χριστι­ανοὶ δὲν ἔχουμε σύνθημα τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32). Γι᾿ αὐτὸ τὸ δικό μας Πάσχα δὲν εἶνε ὑλικό, Πάσχα φαγητῶν καὶ γλυκυσμάτων, Πάσχα γαστρονομικό. Εἶνε Πάσχα πνευματικό.
Ὁ θάνατος δὲν μᾶς τρομάζει. Εἶνε γέφυρα, ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό. Ὅ­πως στὰ ποτάμια ὑπάρχουν γέφυρες γιὰ νὰ περνοῦν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴ μία ὄχθη στὴν ἄλλη, καὶ ὅλοι οἱ μεγάλοι ποταμοὶ (Δούναβις, Σηκουάνας, Ἀξιός, Ἁλιάκμων κ.λπ.) ἔχουν μεγάλες γέφυρες, ἔτσι εἶνε καὶ ὁ θάνατος· εἶνε ἕνα γεφύρι, ποὺ περνοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ βρεθοῦν ἀπὸ τὴ μία ὄχθη στὴν ἄλλη. Ἡ μία ὄχθη εἶνε ἡ παροῦσα ζωή, καὶ ἡ ἄλλη εἶνε ἡ αἰώνια. Μὲ τὸ θάνατο πηγαίνουμε «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰω. 5,24).
Σήμερα εἶνε ἡ ἡμέρα τῶν νεκρῶν. Τὰ παλιὰ χρόνια τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὅλοι πήγαιναν στοὺς τάφους καὶ ἄφηναν λουλούδια. Σήμερα ἑορτάζουν οἱ νεκροί. Σήμερα χαρὰ καὶ ἀγαλλίασις στοὺς τάφους, γιατὶ ὁ Χριστὸς κατέβηκε στὸν ᾅδη καὶ γέμισε μὲ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη τὶς ψυχές, ἀνέστησε τοὺς νεκρούς.
Μετὰ τὰ ἐγκώμια καὶ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐ­πιταφίου θ᾿ ἀκούσετε καὶ μία προφητεία ἀπὸ τὸ 37ο κεφάλαιο τοῦ Ἰεζεκιήλ (στίχ. 1-14). Ἔ­χει μεγάλη σημασία. Λάμπει ἡ εἰκόνα της. Κήρυγμα ἀναστάσεως κάνει. Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μετέφερε τὸν Ἰεζεκιὴλ σὲ μία ἀπέραντη πεδιάδα, σ᾿ ἕνα πεδίο σκληρῆς μάχης, ὅπου ἔπεσαν νικροὶ μυριάδες ἄνθρωποι καὶ τὰ κόκκαλά τους εἶχαν κάνει βουνό. Καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο τὸν ἐρωτᾷ· –Τί λές, ἄνθρωπε, τὰ κόκκαλα αὐτὰ μποροῦν ν᾽ ἀναστηθοῦν; Κοντοστάθηκε ὁ Ἰεζεκιήλ. Καὶ τότε τοῦ λέει· –Κήρυξε σ᾿ αὐτὰ τὰ γυμνὰ κόκκαλα, καὶ θ᾿ ἀναστηθοῦν. Κι ὅταν ὁ προφήτης κήρυξε, τὰ κόκκαλα ζωντάνεψαν. Ἀναστήθηκαν ὅλοι, ἔγινε μία ἀπέραντη στρατιά. Αὐτὴ τὴ λαμπρὴ εἰκόνα παριστάνει ἡ προφητεία.
Γιὰ μᾶς τοὺς Ἕλληνες ἡ προφητεία αὐτὴ ἔχει καὶ ἐθνικὴ σημασία. Ἀπ᾿ αὐτὴν ἐμπνεύστηκε ὁ ἐθνικός μας ποιητής, ὁ Διονύσιος Σολω­μός, καὶ ἔγραψε τὸν ἐθνικό μας ὕμνο «Ἀπ᾿ τὰ κόκκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά…». Αὐτὴ τὴν προφητεία διάβασε καὶ σ᾿ ἕνα ἐξωκκλήσι τῶν Ἀθηνῶν, στὴν Ἑκάλη τὸ 1918, ὁ τότε πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος Ἐλευθέριος Βενιζέλος. Τέτοια μέρα, Μεγάλη Παρασκευή, τὴ διάβασε ὡς ἀναγνώστης· καὶ ἔκλαιγε. Κι ὅταν τὸν ρώτησαν –Γιατί, κύριε πρόεδρε, κλαῖς; ἀπήντησε· –Βλέπω στὴν προφητεία αὐτὴ τὸ ὅραμα τῆς νέας Ἑλλάδος, βλέπω τὴν Ἑλλάδα ἀναστημένη, «Ἀπ᾿ τὰ κόκκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά…». Τὸ εἶ­πε ἐκεῖνος, ποὺ πῆρε τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴ Μελούνα καὶ τὴν ἔφτασε μέχρι τὴν Ἄγκυρα καὶ τὴ Σόφια.

* * *

Βλέπετε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, τὰ λόγια τῆς ἁγίας Γραφῆς, ποὺ ἐμεῖς τ᾿ ἀκοῦμε μὲ τόση ἀνορεξία καὶ ἀδιαφορία, πόση δύναμι ἔ­χουν; Δυστυχῶς δὲν ἔχουμε συνηθίσει ἀπὸ παιδιὰ νὰ παρακολουθοῦμε μὲ προσοχὴ τὰ θε­σπέσια αὐτὰ ἀναγνώσματα, ποὺ συγκίνησαν καὶ συγκινοῦν χιλιάδες ψυχές.
Ἂς ἀκούσουμε λοιπὸν ἀπόψε τὴν προφητεία. Ὅ­σοι εἶστε μορφωμένοι καὶ διανοούμενοι, μπορεῖτε νὰ τὴν κατανοήσετε περισσότε­ρο. Καὶ ἂς δοξάσουμε τὸ Θεό, ποὺ μᾶς ἀξίωσε σὲ ἐλεύθερη πατρίδα νὰ ἑορτάζουμε τὴν ἁ­γία καὶ Μεγάλη Παρασκευὴ καὶ νὰ ψάλλουμε τὸν Ἐπιτάφιο Θρῆνο.
Ἀπόψε σᾶς παρακαλῶ ὄχι γέλια καὶ καγχασμοί, ὄχι συζητήσεις ἐπὶ διαφόρων ἄλλων πραγμάτων. Ἀπόψε ὁ νοῦς μας νὰ εἶνε στὸ μεγάλο μας Νεκρό! Καὶ κοντὰ στὸ μεγάλο Νεκρό, νὰ θυμηθοῦμε καὶ τοὺς ἄλλους νεκρούς μας. Οἱ ἀρχαῖοι Χριστιανοὶ καὶ οἱ πρόγονοί μας στὴ Μακεδονία, στὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ στὸν Πόντο ξυπνοῦσαν τὰ μεσάνυχτα, γονάτιζαν, προσεύχονταν καὶ ἔκλαιγαν γιὰ τοὺς νεκρούς των. Καὶ ποιός ἀπὸ μᾶς δὲν ἔχει κάποιο νεκρό; τὴ μάνα, τὸν πατέρα, τ᾿ ἀδέρφια, τοὺς μάρτυρες, τοὺς ἥρωες, τοὺς ὁμολογητάς… Δὲν εἶνε Χριστιανός, δὲν εἶνε οὔτε ἄν­θρωπος, ἐκεῖνος ποὺ ξεχνᾷ τοὺς νεκρούς του. Ἂς θυμηθοῦμε κ᾿ ἐμεῖς σήμερα Μεγάλη Παρασκευὴ ὅλους τοὺς νεκροὺς ὅλων τῶν αἰώνων καὶ τῶν ἐποχῶν, ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔπεσαν ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος. Ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν Μ. Παρασκευὴ βράδυ στὸν ἐπιτάφιο 4-4-1980. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 3-5-2002, ἐπανέκδοσις 19-3-2023.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.