«ΑΝΙΑΤΕΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΑΡΡΩΣΤΙΕΣ» (Ομιλια μακαριστου γεροντος Αθανασιου Μυτιληναιου)


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ[:Iω. 5,1-15]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου, με θέμα:
«ΑΝΙΑΤΕΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΕΣ ΑΡΡΩΣΤΙΕΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 1-5-1988],(Β195)
Είναι γνωστή, αγαπητοί μου, η ιστορία της θεραπείας του παραλυτικού στην δεξαμενή της Βηθεσδά. Είναι γνωστή, λοιπόν, η ιστορία της θεραπείας του παραλυτικού. Ήταν μια δεξαμενή. Γύρω της ευρίσκετο πολύ πλήθος ασθενούντων, διότι η αγάπη του Θεού έδιδε την θεραπείαν, έστω και περιορισμένη, σε όσους εισήρχοντο σ’ αυτήν, με την ταραχή του νερού, που εταράσσετο από την παρουσία ενός αγγέλου του Θεού. Έτσι βλέπομε καθαρά ότι η θεραπεία δεν ήτο φυσική, δηλαδή αποτέλεσμα, συνέπεια ιαματικών υδάτων, αλλά ήταν άμεση υπερφυσική ενέργεια του Θεού.
Εκεί λοιπόν, στη δεξαμενή αυτή, την «κολυμβήθρα», όπως την αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ευρίσκετο από χρόνια πολλά και ένας παράλυτος άνδρας, που εκεί περίμενε 38 ολόκληρα χρόνια, ώστε εάν εκινείτο το νερό από τον άγγελο, να εισήρχετο για να γίνει καλά. Σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ». Αισθανόμεθα, αγαπητοί μου, ίλιγγο όταν ακούμε ότι μία αρρώστια κρατούσε 38 ολόκληρα χρόνια. Και αρρώστια τι; Παράλυσις… Μπορεί, αλήθεια, να αντέξει ο άνθρωπος σε μία τόσο μακροχρονία αρρώστια, κυρίως ψυχολογικά; Έτσι βρισκόμεθα μπροστά στο φαινόμενον της ανιάτου και της μακροχρονίου ασθενείας. Είναι ένα φαινόμενο βεβαίως δυστυχέστατα μάλιστα στην εποχή μας καθόλου σπάνιο. Και υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι είναι ανίατοι και πάσχουν μακροχρόνια, είτε εκ γενετής, είτε από κάποιο ατύχημα που τους συνέβη ή από κάποια αρρώστια σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Και όλοι αυτοί μένουν ισοβίως πλέον ανάπηροι, ανίκανοι να ζήσουν, όπως ζουν και κινούνται όλοι οι άνθρωποι. Κι αυτό μπορεί, αγαπητοί μου, να συμβεί σε όλους μας. Και στους άλλους και σε μας. Σε όλους μας.
Αλλά, θα λέγαμε, αν συμβαίνει στους άλλους, δηλαδή σε κάποιον, πιθανώς, συγγενή μας, οικείο μας, γείτονά μας, γνωστό μας, φίλο μας, τότε πώς θα σταθούμε απέναντι σε έναν τέτοιον άνθρωπο; Ο οποίος είναι ανίατος. Το πρώτο που έχομε να κάνομε είναι να διατηρούμε μαζί του μία ακούραστη φιλική συντροφιά. Με μία συζήτηση που θα κάνομε μαζί του όταν βρισκόμαστε, που να μην τον κουράζει. Ούτε ακόμη, προπαντός αυτό, δεν πρέπει να στρέφομε την συζήτησή μας γύρω από το θέμα της αρρώστιας του. Αν είναι δυνατόν, να παίρνομε την σκέψη του από την κατάστασή του. Θα σας πω μία παράλληλη περίπτωση. Όταν πηγαίνομε να συλλυπηθούμε έναν άνθρωπο, κάποια οικογένεια για την απώλεια, δηλαδή διότι πέθανε κάποιος οικείος των και την κουβέντα μας, την συζήτησή μας την στρέφομε γύρω από το πρόσωπό του, του κεκοιμημένου, του πεθαμένου το πρόσωπον. Το αποτέλεσμα ξέρετε ποιο είναι; Όταν εμείς θα φύγομε, οι άνθρωποι αυτοί να έχουν αρρωστήσει. Το λέγουν πολλές φορές. «Δεν θέλομε επισκέπτας, γιατί οι επισκέπται μάς αρρωσταίνουν». Γιατί; Γιατί δεν ξέρουν πώς να κινηθούν όταν πηγαίνουν να συλλυπηθούν έναν άνθρωπο. Και ήθελα να τονίσω αυτό το σημείο· ότι με την συζήτηση θα πρέπει να παίρνομε το θέμα από εκείνο που βασανίζει απ’ το μυαλό των άλλων. Όπως από τον άρρωστο, να του πάρομε από την σκέψη, έστω όσην ώρα θα μείνομε μαζί του, να του πάρομε από την σκέψη την περίπτωση της αρρώστιας του. Να μιλήσομε για ένα σωρό άλλα πράγματα. Τότε πραγματικά θα του δώσομε έστω και λίγη ώρα μια, έτσι, όαση αναπαύσεως.
Ακόμη, μπορούμε να του προσφέρομε και πρέπει να του προσφέρομε, όταν πηγαίνομε να τον επισκεφθούμε, πάντοτε ένα κάτι. Έστω μικρό. Έστω πολύ μικρό σε χρηματική αξία. Ένα γλυκό. Ένα λουλούδι. Ένα τριαντάφυλλο, που το κόψαμε από τον κήπο μας. Ή ακόμη αν θέλετε, ένα χρήσιμο αντικείμενο. Ή, αν θέλετε, και ένα βιβλίο. Όχι χρυσοπανόδετο και δερματόδετο. Μικρά βιβλιαράκια. Φτηνό βιβλίο· που άμα το διαβάσει, θα του κάνει συντροφιά όσην ώρα εμείς θα λείπομε. Ακόμη μπορούμε να του διεκπεραιώσομε οποιαδήποτε υπόθεσή του εξωτερική, γραφειοκρατική, κάτι πιστοποιητικό του, ένα θέμα του. Να πάμε να ψωνίσομε στην αγορά για λογαριασμό του κ.τ.λ. Μπορούμε ακόμη να προσευχηθούμε μαζί του. Αλλά πάντοτε όμως και θα του το λέμε αυτό, ότι προσευχόμαστε πάντοτε γι’ αυτόν. Βλέπετε πόσα πράγματα μπορούμε να προσφέρομε σε έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι στο κρεβάτι κατάκοιτος. Ή στην καρέκλα και δεν σηκώνεται από εκεί, από την πολυθρόνα.
Πάντως έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, να προσπαθήσομε, ώστε την ψυχή του να μην την καταλάβει η απελπισία· που θα πρέπει με κάθε τρόπο να του τονώνουμε αυτήν την ελπίδα. Γιατί… ποιος μας λέει ότι κάποια μέρα δεν μπορεί να βρεθεί ένα φάρμακο και ο άνθρωπος αυτός να γίνει καλά; Ή αν θέλετε και ένα θαύμα του Θεού. Δεν γίνονται θαύματα πάντοτε; Αναμφισβήτητα ναι. Θα σας έλεγα ότι ο παράλυτος της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, αν είχε απογοητευθεί και δεν πήγαινε εκεί εις την κολυμβήθρα της Βηθεσδά, αναμφισβήτητα δεν θα τον συναντούσε εκεί ο Κύριος. Αλλά τον συνήντησε, γιατί πάντα είχε μιαν ελπίδα ότι κάτι μπορούσε να γίνει. Έστω κι αν αυτή η ελπίδα είχε παραταθεί 38 ολόκληρα χρόνια.
Αν, όμως, η αγάπη του Θεού και η παιδαγωγία του Θεού επιτρέψει αυτή η ανίατη και μακροχρόνια αρρώστια, μπορεί να είναι μακροχρόνια κι όχι ανίατη, μπορεί όμως να είναι φυσικά μακροχρόνια, όταν είναι ανίατη, γι’αυτό βάζω και τα δυο, αν λοιπόν μπορεί να συμβεί σε μας, τότε πώς μπορούμε εμείς να σταθούμε; Το πώς πρέπει να σταθούμε θα ‘θελα να σας το εκφράσω με μια αληθινή, κοντινή μας ιστορία.
Πριν από μερικά χρόνια, πολύ λίγα χρόνια, πέθανε στο Άσυλο Ανιάτων των Αθηνών ένας άνθρωπος. Θα πω και το όνομά του. Ελέγετο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος. Ίσως να έχετε ακούσει τ’ όνομά του. Αυτός μάλιστα είχε πάρει στις 7 Δεκεμβρίου του 1958 και ειδικό δίπλωμα από την Ακαδημία Αθηνών, που τον είχε βραβεύσει για την ευεργετική του κοινωνική δράση. Πώς έγινε αυτό; Ακούστε να δείτε. Σε ηλικία 19 ετών έμεινε παράλυτος. Και τότε εισήχθη εις το Άσυλο Ανιάτων. Δεν ξέρω ακόμη αν λέγεται Άσυλο Ανιάτων. Αλλά είναι φοβερός τίτλος. Έτσι, όταν το παιδί αυτό των 19 ετών έμπαινε μέσα και είδε την επιγραφή απέξω «Άσυλον Ανιάτων», τον έπιασε μαύρη απελπισία: «Δηλαδή από δω δεν θα φύγω ποτέ; Μόνο πεθαμένος θα βγω από δω;». Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ήλθε αυτή η μαύρη απελπισία και κυριολεκτικά καταπλάκωσε την ψυχή του.
Η Χάρις, όμως, του Θεού τον φώτισε. Κι άρχισε να μελετάει την Αγία Γραφή. Τότε μπήκε μέσα του η ελπίδα. Παρηγορήθηκε. Και σκέφτηκε ότι υπάρχουν κι άλλοι που είναι χειρότεροι απ’ αυτόν. Όπως επί παραδείγματι, και το επεσήμανε, πολύ ορθά, οι τυφλοί. Έτσι λοιπόν, άρχισε να σκέπτεται τι μπορούσε να κάνει, για να βοηθήσει αυτός ο παράλυτος τους τυφλούς. Άρχισε να επινοεί πώς μπορούσε να κάνει μια μηχανή, που να βγάζει βιβλία στο σύστημα «Μπράιγι» (Braille) που είναι για τους τυφλούς· που διαβάζουν οι τυφλοί με την αφή. Δεν ξέρω αν έχετε δει τα βιβλία αυτά που είναι γραμμένα για τους τυφλούς. Το επέτυχε αυτό του το μηχάνημα. Μάλιστα θεωρήθηκε μοναδικό εις τον κόσμον στην επινόηση αυτή. Το προσήρμοσε στο κρεβάτι του, εννοείται του το προσήρμοσαν στο κρεβάτι κι εκεί καθισμένος στο κρεβάτι, γιατί ήταν παράλυτος από την μέση και κάτω, δεν ήταν παράλυτα τα χέρια του, άρχισε, αγαπητοί μου, να τυπώνει βιβλία για τους τυφλούς, από το Αλφαβητάρι της Α΄ Δημοτικού για μικρά τυφλά παιδιά, μέχρι βιβλία πανεπιστημιακά, θρησκευτικά, την Αγία Γραφή, τα πάντα. Τροφοδοτούσε στην Ελλάδα 10.000 τυφλούς με βιβλία.
Ενθυμούμαι κάποτε, εδώ και κάμποσα χρόνια, με είχε επισκεφθεί μία κοπέλα η οποία τελείωσε, παρακαλώ, το Λύκειο, μου φαίνεται ίσως και το Πανεπιστήμιο παρακάτω, αυτή, άμα ήταν 5-6 χρονών, με μία χειροβομβίδα εκεί έπαιζαν με την αδελφή της, εδώ στη Λάρισα έγινε αυτό, τυφλώθηκε. Έσκασε η χειροβομβίδα και τυφλώθηκε. Και της λέω εγώ: «Πώς καταφέρνεις, κοπέλα μου, και μελετάς και διαβάζεις;»(Πρώτη μαθήτρια τότε στο Λύκειο. Ήταν τελευταία τάξη). Μου λέει: «Χάρις εις τον κ. Στυλιανόπουλο». «Τι είναι», λέω, «αυτός; Γιατρός;». «Δεν ξέρετε», μου λέει, «τον κ. Στυλιανόπουλο;». Είναι αυτός περί του οποίου η ιστορία.
Έτσι, αγαπητοί μου, στάθηκε τόσο μεγάλος και ευεργετικός αυτός ο άνθρωπος. Ήρθε η Ακαδημία των Αθηνών, όπως σας είπα, να τον βραβεύσει γι’ αυτήν του την προσφορά την κοινωνική. Αυτός που προσέφερε τις υπηρεσίες του τόσο ευεργετικά εις τους ανίατα τυφλούς. Ξέχασα να σας πω ότι έκανε και φροντιστήριο στους τυφλούς εκείνους, οι οποίοι είχαν τυφλωθεί- μεγάλης ηλικίας άνθρωποι, από ένα ατύχημα, από οποιαδήποτε άλλη αιτία, που ήξεραν βέβαια, γράμματα, αλλά τώρα δεν μπορούσαν να διαβάζουν. Κι έτσι τους έκανε ειδικό φροντιστήριο αυτός, για να μάθουν έτσι να διαβάζουν. Ποιος; Αυτός ο ανίατα παράλυτος.
Αυτή η ιστορία είναι νομίζω μια πολύ εύγλωττη απάντησις. Τι έκανε πρώτα πρώτα, είπαμε; Πήρε ελπίδα από τον Θεό. Το μεγάλο εφόδιο. Πήρε ελπίδα από τον Θεό. Έκρινε κατόπιν ότι κάποιοι άλλοι είναι σε χειρότερη κατάσταση απ’ αυτόν. Είναι αυτό που λέμε, αλλά δεν το συνειδητοποιούμε: «Μη χειρότερα». Αυτό θα πει «Μη χειρότερα». «Τι κάνεις;». «Μη χειρότερα». Δηλαδή «είθε να μην πάω χειρότερα». Αυτό θα πει το «μη χειρότερα». Κατόπιν, τι έκανε; Ενεργοποίησε τις δυνάμεις του, αυτές που είχε, ξεπέρασε τον εαυτόν του, ξεπέρασε και την αναπηρία του. Μεγάλο πράγμα αυτό. Δεν μεμψιμοιρούσε. Μελετούσε την Αγία Γραφή και ήταν πνευματικός άνθρωπος. Δεν μεμψιμοιρούσε. Δεν βαρυγκωμούσε κατά του Θεού. Είχε πολλή υπομονή. Με τον τρόπον αυτόν, είδαμε καθαρά, πώς ακριβώς εβοήθησε και τον εαυτόν του, ξεπερνώντας τον εαυτόν του, διότι είχε με κάτι να ασχολείται, δεν είχε την προσοχή του στο πάθημά του. Αλλά είχε με κάτι να ασχολείται. Και ξεπέρασε και το σκοτάδι της απελπισίας.
Αλλά, αγαπητοί μου, όπως βλέπετε, στην μακροχρόνια ή την ανίατη αρρώστια, υπάρχει πάντοτε ένα θεολογικόν βάθος. Ένα θεολογικό βάθος πολύ σπουδαίο. Αν ερωτήσομε, τι είναι η αρρώστια, το κλειδί της απαντήσεως βλέπομε μας το δίνει στην ίδια περικοπή την ευαγγελική, μας την δίδει ο Κύριος. Όταν τον έκανε καλά αυτόν τον άνθρωπον και τον συνήντησε κατόπιν στον ναόν ο Κύριος, ύστερα από κάποιες μέρες, του λέγει ο Κύριος: «Ἲδε(:Δες) ὑγιὴς γέγονας(:έγινες υγιής)· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται (: Μην ξαναμαρτήσεις, για να μη σου γίνει κάτι χειρότερο)». Α, ώστε λοιπόν, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μία σχέσις ανάμεσα στην ασθένεια και στην αμαρτία. Γι’αυτό σημειώνει η Σοφία Σειράχ: «Ἀπόστησον πλημμέλειαν –δηλαδή «μην κάνεις αμαρτίες· στάσου μακριά από τις αμαρτίες»- καὶ εὔθυνον χεῖρας, καὶ ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας καθάρισον καρδίαν». Πρόσεξε. Να είσαι μακριά από την αμαρτία. Γιατί; «Ὁ ἁμαρτάνων – λέει η Σοφία Σειράχ στο 38 κεφάλαιο, στίχος 15- ἔναντι τοῦ ποιήσαντος αὐτὸν ἐμπέσοι εἰς χεῖρας ἰατροῦ». Γιατί «αυτός που αμαρτάνει θα πέσει στα χέρια του γιατρού». Θα έπρεπε να υπάρχουν πινακίδες, δεν ξέρω, στα νοσοκομεία μ’ αυτήν την επιγραφήν. «Ὁ ἁμαρτάνων ἔναντι τοῦ ποιήσαντος αὐτόν (:έναντι του Δημιουργού του) ἐμπέσοι εἰς χεῖρας ἰατροῦ». «Θα πέσει στα χέρια του γιατρού». Δεν νηστεύεις κατά Θεόν; Θα νηστεύσεις κάποια μέρα κατά ιατρόν. Κ.ο.κ.
Συνεπώς η ασθένεια βλέπομε ότι αποτελεί ταυτόχρονα ένα μέσον τιμωρίας, αλλά τιμωρίας παιδαγωγικής, προς επανόρθωσιν. Αλλά, ερωτάει ένας ερμηνευτής, ο Θεοφύλακτος: «Ἀλλὰ πάντα τὰ νοσήματα ἐξ ἁμαρτημάτων;(:Όλα τα νοσήματα, οι αρρώστιες, όλες είναι από τα αμαρτήματα;). Οὐ πάντα μὲν ἀλλὰ τὰ πλείονα (: «Όχι όλα», λέγει, «αλλά τα πιο πολλά»). Τὰ μὲν γὰρ δι’ ἁμαρτήματα, ὣσπερ ἐπὶ τοῦ παραλύτου τούτου (:Υπάρχουν εκείνα που γίνονται από τα αμαρτήματα, όπως είναι στην σημερινή ευαγγελική περικοπή του παραλύτου), τὰ δὲ δι’ εὐδοκίμησιν καὶ ἀνάρρησιν ὣσπερ ἐπὶ τοῦ Ἰώβ, ἵνα δειχθῇ ἡ ἀρετὴ αὐτοῦ (:Υπάρχουν όμως και αρρώστιες οι οποίες δεν είναι γιατί υπάρχουν αμαρτήματα)». «Και παράδειγμα,» λέει ο Θεοφύλακτος, «είναι ο Ιώβ, ο οποίος δεν είχε αμαρτίες, εννοείται δεν υπάρχει αναμάρτητος, αλλά δεν είχε αμαρτίες να φθάσει να είναι ανίατα άρρωστος, δεν είχε βαριές αμαρτίες…». Γι’αυτό ακριβώς τον λόγο, αγαπητοί μου, του έδωσε ο Θεός αυτή… έδωσε άδεια εις τον διάβολον, για ευδοκίμησιν αρετής περισσοτέρας.
Ύστερα, θυμηθείτε, από τον ίδιον τον λόγο του Κυρίου, όταν εκείνος ο τυφλός, τον οποίον θεράπευσε ο Κύριος, είναι η μεθεπομένη ευαγγελική περικοπή, τον ερωτούν οι μαθηταί: «Κύριε, ποιος αμάρτησε; -εκ γενετής τυφλό-. Οι γονείς του ή αυτός;». Τότε θα έλεγε κανείς, πότε πρόλαβε να αμαρτήσει, αφού ήταν εκ γενετής; Είναι μία άλλη ιστορία. Ελάτε την μεθεπομένη Κυριακή να την ακούσετε. Θα σας την πω. Εν τοιαύτη περιπτώσει, ο Κύριος απήντησε: «Ούτε αυτός, ούτε οι γονείς του». Αλλά αυτή η τύφλωση ήταν για την δόξα του Θεού.
Ώστε, λοιπόν, υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν είναι αμαρτίες; Αγαπητοί μου, εμφανέστατα να γνωρίζομε άνθρωπο που έκανε αμαρτίες, μην πούμε ποτέ: «Δες, τον τιμωρεί ο Θεός για τις αμαρτίες του». Μην το πούμε· μήπως φύγει απ’ αυτόν η αρρώστια κι έρθει σε μας. Μην το πούμε. Αλλά να λέμε: «Να ελεήσει ο Θεός. Να παιδαγωγεί δια της ασθενείας ο Θεός. Το γιατί και το πώς, τα σχέδια του Θεού δεν μπορούμε εμείς να τα αποκρυπτογραφούμε. Είναι για μας άγνωστα».
Γι’ αυτόν τον λόγο θα πρέπει, αφού είναι ο σκοπός παιδαγωγικός, να μάθομε αυτήν την παιδαγωγία του Θεού, όταν μας έρχεται μία αρρώστια, να ανιχνεύομε, όσο μπορούμε, τα σχέδια του Θεού και να καταλήγομε στο τέλος στην δοξολογία του Θεού. Να μην λέμε δηλαδή «Και τι έπαθα και τι με βρήκε», αλλά να λέμε: «Δόξα τῷ Θεῷ». Αν δείτε κάποιον άνθρωπο και είναι στο κρεβάτι και είναι… και είναι… και είναι και δεν έχει προοπτική να σηκωθεί και τον ακούτε να λέγει: «Δόξα τῷ Θεῷ», αυτός ο άνθρωπος ωρίμασε, αυτός ο άνθρωπος έφθασε, είναι σπουδαίο.
Ακόμη, είναι χαρακτηριστικόν ότι αυτός ο παράλυτος άνθρωπος ήτο ένας κάποιος άνθρωπος. Αλήθεια, πώς τον έλεγαν; Δεν είχε σημασία να γραφεί το όνομά του. Ένας άνθρωπος. Το λέει έτσι ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ἦν δὲ τὶς ἄνθρωπος». Κάποιος άνθρωπος. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ο κάθε άνθρωπος, ο οποιοσδήποτε, ο ανώνυμος για μας, είναι όμως επώνυμος για τον Θεό. Ο Θεός ξέρει τον καθένα μας. Ο Χριστός πήγε, ας μου επιτραπεί η ανθρώπινη έκφρασις, πήγε συστημένα γι’ αυτόν. Γιατί; Γιατί τον εγνώριζε. Από πού; Δεν ήτο Θεός; Τον εγνώριζε. Μη λέει λοιπόν κανένας: «Ο Θεός δεν με γνωρίζει, με ξέχασε». Λέει λίγο πιο κάτω, θα το ιδούμε: «Καὶ γνοὺς –Ποιος; Ο Ιησούς- ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει …(:ότι έχει πολύν καιρό)»– τι έκανε; Τον επεσκέφθη. Πού το ήξερε ο Χριστός; Μα αυτό θέλω να σας πω, αγαπητοί μου, ότι ο Θεός ούτε αγνοεί, ούτε λησμονεί. Μη λοιπόν λέμε: «Με ξέχασε ο Θεός». Ή εκείνη η βλάσφημη φράση: «Δεν υπάρχει Θεός. Γιατί αν υπήρχε γιατί με έχει – προσέξτε, δεύτερη βλασφημία τώρα– και βασανίζομαι;». Ο Θεός βασανίζει τον άνθρωπο; Και τι είναι ο Θεός; Βασανιστής είναι ο Θεός;
«Τοῦτον ἰδὼν ὁ ᾿Ιησοῦς κατακείμενον –λέει ο επόμενος στίχος-, καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». «Αφού τον είδε», λέει, «ο Ιησούς να είναι πλαγιασμένος, κατακείμενος, και γνωρίζοντας ότι είναι πολύς ο καιρός που πάσχει από την αρρώστια του, του λέγει: ’’Θέλεις να γίνεις υγιής;’’». Ο Ιησούς είδε τον παράλυτον «κατακείμενον». Τι θα πει «κατακείμενος»; Θα πει ότι είχε πάρει οριζοντία θέση το σώμα του. Πλαγιασμένος. Δεν είναι βεβαίως το πλάγιασμα που κάνομε όταν θέλομε να κοιμηθούμε. Αλλά ήταν το πλάγιασμα εκείνο το αφύσικο, εκείνο το διαφορετικό. Γιατί δεν μπορεί ο άνθρωπος να πάρει διαφορετική στάση, δεν μπορεί να σηκωθεί. Είναι σαν να του ΄λεγε τώρα ο Κύριος, όταν τον είδε κατακείμενον: «Εγώ, ο Δημιουργός σου, σε κατασκεύασα όρθιον. Τώρα εσύ πώς μένεις κατακείμενος, οριζοντιωμένος; Ποιος σε έριξε χάμω; Εγώ σε κατασκεύασα όρθιον». Αντιλαμβάνεσθε, αγαπητοί μου, ότι η περίπτωσις είναι ένα σύμβολο της πεπτωκυίας εικόνος του Θεού, της πεσμένης εικόνος του Θεού. Ο πεσμένος άνθρωπος. Η πεσμένη ανθρωπότητα. Εξάλλου αυτό είλκυσε τον Υιόν του Θεού· η πεσμένη ανθρωπότητα. Αυτό είλκυσε τον Υιόν του Θεού να έλθει ανάμεσά μας για να μας ανορθώσει.
«Καὶ γνοὺς», λέγει, «ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει». «Και εγνώριζε ότι είχε πολύν καιρό εκεί κατακείμενος». Ποιος είναι αυτός ο χρόνος; Βέβαια, πώς το εγνώριζε, η θεία φύσις πληροφορεί την ανθρωπίνη φύση. Υπερφυσικά το εγνώριζε ο Χριστός. Είναι ο χρόνος της ανθρωπότητος ο προ Χριστού. Αυτός είναι ο πολύς χρόνος· που είναι ο άνθρωπος πεσμένος. Ο προ Χριστού χρόνος. Για την ανθρωπότητα ολόκληρη. Είναι ο χρόνος εκείνος που μετέβαλε την ανθρωπότητα σε παράλυση. Λίγο ακόμη, όπως είπε κάποιος σοφός και η ανθρωπότητα θα ήταν ένα πτώμα. Θα ήταν νεκρή. Επέλεξε, λοιπόν, ο Υιός του Θεού τον κατάλληλο χρόνο για να σαρκωθεί. Είναι εκείνο που γράφει στους Κολοσσαείς ο Απόστολος Παύλος: «Ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου (:το γέμισμα, το πλήρωμα, αυτό το γέμισμα, τώρα ήρθε ο χρόνος) ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολαύωμεν». «Για να πάρομε την υιοθεσία από τον Θεό».
Και όταν τον είδε ο Ιησούς κατακείμενον, τι έγινε; «Λέγει αὐτῷ(:Του λέγει)». Ναι, με την ενανθρώπησή Του ο Θεός ανοίγει διάλογον με τον άνθρωπο, διαλέγεται με τον άνθρωπο. Δεν καπνίζει πλέον το Σινά, ούτε πυρπολείται με την παρουσία του Θεού. Δεν ακούν πλέον οι άνθρωποι την φωνήν του Θεού από το Σινά και να αισθάνονται ότι θα πεθάνουν από τον φόβο τους. Η φωνή του Θεού γίνεται ανθρώπινη, γίνεται πολύ ανθρώπινη. Και τι λέγει τώρα ανοίγοντας διάλογο; «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;». «Θέλεις να γίνεις υγιής;». Φθάνει Αυτός ο Θεός να ερωτά τον άνθρωπο αν θα ήθελε να ξαναγίνει όρθιος, να γίνει υγιής, ολόκληρος υγιής.
Θέλει ακόμη με τον τρόπον αυτόν να δείξει τον σεβασμό του Θεού προς την ελευθερία που έδωσε στον άνθρωπο. Μπορεί να μη θέλεις να γίνεις υγιής. Διότι ίσως… η ερώτησις… μα, ερώτησις; Ερώτησις είναι αυτή; «Θέλεις να γίνεις καλά;». Ναι. Γιατί υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν θέλουν να γίνουν καλά. Μα ένα πολύ απλό. Θέλεις να μην έχεις καρκίνο, να μην πάθεις καρκίνο. Τουλάχιστον σε μία περίπτωση. Σε μία περίπτωση. Μάλιστα η πρώτη. Μην καπνίζεις. Μα εσύ καπνίζεις. Άρα δεν θέλεις να μην πάθεις καρκίνο. Άρα δεν είναι άστοχη η ερώτησις: «Θέλεις να γίνεις καλά;». Λυπούμαι, δεν έχω χρόνο να σας δείξω, αγαπούν πολλοί άνθρωποι την κατάσταση που βρίσκονται και δεν θέλουν να γίνουν καλά. Περίεργο; Αλλά είναι πραγματικό, είναι αληθινό. Ωστόσο, είναι εδώ η ελευθερία που ο Θεός δίνει στον άνθρωπο και τον ερωτά: «Θέλεις να γίνεις καλά; Δεν θα σε κάνω με το ζόρι καλά».
Θέλει ακόμη να του δείξει ο Κύριος ότι εκτός από την κολυμβήθρα, είναι και ο Ιησούς που θεραπεύει. Όχι μόνο η κολυμβήθρα. Ή μάλλον, θα λέγαμε, κυριολεκτικά ο Ιησούς είναι Εκείνος που θεραπεύει και μόνον Αυτός είναι Εκείνος που θεραπεύει. Η κολυμβήθρα; Ήταν μία «σκιά». Τώρα ο Ιησούς έρχεται, ετοιμάζει μια νέα κολυμβήθρα, που είναι το χριστιανικό βάπτισμα, που μας δίνει την ολοκληρίαν και μας δίνει και την υιοθεσίαν.
Αγαπητοί μου, όλα αυτά που μας διηγείται σήμερα η ευαγγελική περικοπή και όσα αναφέρουν θαύματα του Χριστού στα Ευαγγέλια, με μια συνοπτική φράση ο Απόστολος Πέτρος μας είπε πώς ο Κύριος… μας είπε πώς πέρασε ο Κύριος την επίγεια ζωή Του. Πώς την πέρασε; Είναι στο βιβλίο των Πράξεων 10,38: «Διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος». «Πέρασε την ζωήν Του ευεργετώντας και θεραπεύοντας».
Θέλει όμως ο Χριστός μια βασική προϋπόθεση. Η ανθρωπότητα από την στιγμή που γνώρισε τον Χριστόν, δεν πρέπει πια να αμαρτάνει. Οι λαοί, δυστυχώς οι χριστιανικοί λαοί, δεν πρέπει να αμαρτάνουν. Γιατί εγνώρισαν τον Χριστό. Γι’αυτό η αποστασία, η απομάκρυνσή μας από τον Χριστό, είναι βαρύτατο αμάρτημα. Κι εκείνο που είπε ο Χριστός, «ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται (: να μη σου γίνει κάτι χειρότερο)», δεν είναι τι άλλο, τι λέτε, το χειρότερο; Παρά η παραδοχή του Αντιχρίστου. Υπάρχει χειρότερο απ’ αυτό; Όταν αφήνεις τον Χριστό και παραδέχεσαι τον Αντίχριστον; Το ίδιο ισχύει, αγαπητοί μου, και για τον κάθε άνθρωπο προσωπικά. Ο καθένας μας μπορεί να υπήρξε, βραχυχρόνια ή μακροχρόνια, ένας παράλυτος της αμαρτίας· της αμαρτίας παράλυτος. Τώρα που γίνεται υγιής και γνωρίζει πλέον τον Χριστόν, ας προσέξει, γιατί τότε γίνονται, όπως λέει ο ίδιος ο Κύριος στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον «τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων». «Τα τελευταία του είναι πιο χειρότερα από τα πρώτα του».
Αγαπητοί μου, όποιος είναι αληθινά κατά Χριστόν έξυπνος, θέλομε να είμεθα έξυπνοι, όποιος λοιπόν είναι κατά Χριστόν έξυπνος, αληθινά έξυπνος άνθρωπος, θα γεμίσει την ψυχή του με τον φόβο του Θεού. Έναν φόβο να μην χάσει ποτέ τον Χριστόν, για να μην χάσει ποτέ τον εαυτόν του.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
- Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
- https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_395.mp3
Add A Comment
You must be logged in to post a comment.