Αυγουστίνος Καντιώτης



Ἡ ἁγια μεγαλομαρτυς Ευφημια (Του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου)

date Ιούλ 11th, 2025 | filed Filed under: εορτολογιο

Τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας
Παρασκευὴ 11 Ἰουλίου 2025 (2001)
Συντάκτης (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης

Ἡ ἁγια μεγαλομαρτυς Ευφημια

π. Αυγουστινος ΚΚαὶ πάλι, ἀγαπητοί μου, ἡ ἁγία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ ἑορτὴ καὶ πανήγυ­ρι. Ἀνέτειλε στὸν πνευματικὸ ὁρίζοντα ἄστρο φωτεινό, ἡ μνήμη τῆς μεγαλομάρτυρος ἁγίας Εὐφημίας. Ἂς ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὸν βίο της.

Ποῦ γεννήθηκε, ποῦ ἐφύτρωσε τὸ λουλού­δι αὐτό; Γεννήθηκε σὲ μία πόλι τοῦ Βυζαντίου, στὴ Χαλκηδόνα, ποὺ ἦταν ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι. Ὁ Βόσπορος τὶς χώριζε· ἀπὸ τὴ μία ἀκτὴ ἡ Κωνσταντινούπολις, ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ Χαλκηδών. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς μὲ ἔνδοξο παρελθόν.

Γεννήθηκε σὲ ἐποχὴ διωγμοῦ τῆς ἁγίας μας πίστεως, ὅταν στὸ θρόνο τῆς Ῥώμης βρισκόταν ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανός (284-305 μ.Χ.), ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγριώτερα θηρία.

Ὁ Διοκλητια­νὸς ὑπέγραψε διάταγμα· Θάνατος στοὺς Χριστιανούς! Τὸ διάταγμα αὐτὸ ἔφτασε καὶ στὴ Χαλκηδόνα καὶ ἔγινε γνωστό. Τότε οἱ Χριστι­ανοὶ ἀναγκάστηκαν ν᾿ ἀφήσουν τὰ σπίτια τους καὶ νὰ κρυφτοῦν μέσα στὶς χαράδρες.
Μεταξὺ τῶν πρώτων συλλήψεων ποὺ ἔγιναν ἦταν καὶ ἡ σύλληψι τῆς ἁγίας Εὐφημίας. Διότι ἡ ἁγία δὲν ἦταν μία ἁπλῆ φυσιογνωμία· εἶχε ἐξελιχθῆ σὲ δάσκαλο τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἐπηρέαζε ψυχές. Κρατοῦσε στὰ χέρια της τὴν ἁγία Γραφή· ἀπὸ ᾿κεῖ ἀντλοῦσε τὴ διδασκαλία της, καὶ γύρω της εἶχε σχηματισθῆ ἕ­νας κύκλος εὐσεβῶν ψυχῶν.
Συνελήφθη λοιπὸν ἡ ἁγία Εὐφημία καὶ μαζί της συνελήφθη ὅλος ὁ κύκλος τῶν μαθη­τῶν της, ποὺ ἦταν 49 ἄνθρωποι. Ἀντιπρόσωπος τῆς ῥωμαϊκῆς ἐξουσίας στὴ Χαλκηδόνα, σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος σὰν τὸ Διοκλητιανό, ἦταν ὁ ἀνθύπατος Πρίσκος. Μπροστὰ στὸν Πρίσκο, στοὺς Ῥωμαίους στρατιῶτες καὶ στὸ τεράστιο ἄγαλμα τοῦ Ἄρεως στάθηκαν οἱ 49 μαθηταὶ καὶ μαθήτριες καὶ ἡ ἴδια ἡ ἁγία Εὐφημία. Τῆς ἔδωσαν προθεσμία 40 ἡμερῶν, γιὰ ν᾿ ἀρνηθῇ τὸ Χριστό. Κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ τοὺς ἔκλεισαν ὅλους στὴ φυλακή. Μετὰ ὁ Πρίσκος τοὺς ἔβγαλε καὶ τοὺς ἔδωσε θυμιατήρια γιὰ νὰ θυμιάσουν τὸ ἄγαλμα τοῦ ψεύτικου θεοῦ. Κα­νένας ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνες τὶς ψυχὲς δὲν δέχθηκε νὰ θυμιατίσῃ τὸν δαίμονα τῶν ψευδῶν θεῶν. Τότε ὁ ἀνθύπατος διέταξε νὰ κλείσουν τοὺς μαθητὰς καὶ τὶς μαθήτριες σὲ ἰδιαίτερη φυλακή, γιὰ νὰ λάβουν μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες τὸν στέφανο τοῦ μαρτυρίου, ἡ δὲ κατηχήτρια καὶ διδασκάλισσά τους ἁγία Εὐφημία ὡδηγήθηκε ἐνώπιόν του καὶ ὑποβλήθηκε σὲ ἰδιαίτερη ἐξέτασι.
Κατόπιν ἄρχισε τὸ μαρτύριο. Κέντησαν τὸ κορμί της μὲ βελόνες (γι᾿ αὐτὸ παλαιότερα στὴν Κωνσταντινούπολι τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς της μοίραζαν βελόνες· γιὰ νὰ θυμοῦνται τὸ μαρτύριο τῆς ἁγίας Εὐφημίας). Ἔπειτα πῆραν καρφιὰ μεγάλα, σὰν σοῦβλες, καὶ τὰ ἔμπηξαν βαθύτερα στὸ σῶμα της. Τὴν ἔρριξαν σὲ μιὰ μεγάλη τεχνητὴ δεξαμενὴ μὲ καρχαρίες καὶ σκυλόψαρα, ποὺ ἁλίευσαν ἀπὸ τὸ Βόσπορο. Ἡ ἁγία ἔκανε τὸ σταυρό της, καὶ κανένα ἀπὸ τὰ ἄγρια ἐκεῖνα κήτη δὲν τὴν ἄγγιξε. Προκάλε­σε ἔκπληξι πῶς κατώρθωσε νὰ διασωθῇ.
Μερικοὶ θὰ ποῦν· Τί παραμύθια μᾶς διηγεῖ­ται τώρα ὁ ἱεροκήρυκας;… Φτάσαμε δυσ­τυ­χῶς, ἀγαπητοί μου, σὲ ἐποχὴ οἱ ἱεροκήρυκες νὰ μὴ τολμοῦν νὰ διαβάσουν καὶ νὰ διηγηθοῦν τοὺς βίους τῶν ἁγίων. Ἐμεῖς ὅμως πιστεύ­ουμε, ὅτι τὰ συναξάρια τῶν ἁγίων μας εἶνε γεμᾶτα ἀλήθεια καὶ φῶς.
Μετὰ ἀπὸ τὴ λίμνη μὲ τὰ κήτη, ἄναψαν φωτιὰ σ᾿ ἕνα καμίνι καὶ τὴν ἔβαλαν μέσα. Ὅταν ὑψώθηκαν οἱ φλόγες, δύο στρατιῶτες, ποὺ ἦ­ταν κοντά, εἶδαν δύο νέους, δύο ἀγγέλους, ποὺ ἔδιωχναν δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ τὶς φλόγες· σχημάτιζαν προστατευτικὴ ἀσπίδα καὶ ἐμπόδιζαν τὶς φλόγες νὰ καύσουν τὸ κορμὶ τῆς ἁ­γί­ας. Ἔκθαμβοι οἱ στρατιῶτες ὁμολογοῦν, ὅ­τι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη πιστεύουν κι αὐτοὶ στὸ Χριστό, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο δέχονται τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Οὔτε βελόνες οὔτε καρφιὰ [καρχαρίες] οὔ­τε φωτιὰ στάθηκαν ἱκανὰ νὰ κάμψουν τὴν ἁ­γία ψυχή της. Τότε ἀποφασίσθηκε νὰ τὴ φέρουν στὸ ἀμφιθέατρο καὶ ν᾿ ἀφήσουν ἐναν­τίον της πεινασμένα θηρία, τέσσερα λιοντάρια καὶ τρεῖς ἀρκοῦδες. Εἶχαν μαζευτῆ ἐκεῖ ὅλοι οἱ εἰδωλολάτρες μαζὶ μὲ τὸν ἔπαρχο, τοὺς στρατηγοὺς καὶ ἀξιωματικούς. Περίμεναν νὰ δοῦν τὴ νεαρὴ κόρη νὰ κατασπαράσσεται. Εἶδαν ὅμως τὰ ἄγρια θηρία νὰ ἐξαπολύωνται ἀπὸ τὰ σιδερένια κλουβιά, κι αὐτὴ νὰ βαδίζῃ ἀτρόμητη!
Ποιά δύναμι ἔδινε αὐτὸ τὸ θάρρος σὲ μία νεαρὴ κόρη, ὄχι μεγαλύτερη ἀπὸ 20 ἐτῶν ποὺ δὲν εἶχε γνωρίσει τὴ σκληρότητα τῆς ζωῆς; Στὴν καρδιὰ τῆς ἁγίας Εὐφημίας ὑπῆρχε κάτι ἀνεκτίμητο· ὑπῆρχε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. «Ἠγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47) τὸ Χριστό. Καὶ ἡ ἀγάπη αὐτή, ἡ «κραταιὰ ὡς θάνατος» ὅπως λέει τὸ ᾎσμα ᾀσμάτων (ᾎσμ. 8,6), ἦταν ἡ μεγάλη της δύναμι. Εἶνε ὁ θεῖος ἔρωτας πρὸς τὸ Χριστό, ποὺ ἐξαϋλώνει τὸν ἄνθρωπο, τοῦ δίνει φτερά, τὸν κάνει ἄγγελο καὶ ἀρχάγγελο. Ἀγάπησε πολὺ τὸ Χριστὸ ἡ ἁγία Εὐφημία. Ἀκούσατε τὸ ὡραῖο δοξαστικὸ τῶν αἴνων; Μιλάει σὲ μιὰ γλῶσσα ἐρωτικὴ ἡ ἁγία καὶ λέει στὸ Χριστό· «…Τέτρωμαι τῆς σῆς ἀγάπης ἐγώ» (ἔ.ἀ. 5,8). Εἶχε δεχθῆ τὸ βέλος τῆς ἀγάπης, καιγόταν ἀ­πὸ τὴν ἀγάπη στὸ Χριστό.
Ἰδού, ἀγαπητοί μου, τὸ μυστικὸ τοῦ ἡρωισμοῦ, νά τὸ ἐλατήριο τῆς ἡρωικῆς αὐτῆς ὑ­πάρξεως· ἡ ἀγάπη! Ἡ τρυφερή, ἡ μεγάλη καὶ ἀπέραντη ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό.
Ὡδηγήθηκε λοιπὸν ἡ ἁγία Εὐφημία στὸ ἀμ­φιθέατρο μὲ τὰ θηρία. Ἔτσι ἔφτασε ἡ ὥρα, ὅ­πως τὴν εἶχε ὁρίσει ἡ θεία πρόνοια, καὶ ἀπὸ ἕ­να ἁπλὸ πλῆγμα, ἕνα μικρὸ δάγκωμα, ἡ ψυχή της ἀποσπάσθηκε ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ σὰν λευκὸ περιστέρι φτερούγισε στὸν οὐράνιο κόσμο.

* * *

Ἡ Ὀρθοδοξία, ἀδελφοί μου, εἶνε δεντρί. Καὶ τὸ δεντρὶ αὐτὸ θέλει πότισμα. Καὶ πότισμα εἶνε τὰ αἵματα τῶν μαρτύρων. Εἴδαμε σήμερα, τί αἵματα χύθηκαν γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία.
Τὰ αἵματα αὐτὰ χύθηκαν παντοῦ. Ἀλλ᾿ ἐὰν μὲ ρωτήσετε, ποιά χώρα προσέφερε τὰ περισσότερα αἵματα, θὰ σᾶς πῶ· ἡ Μικρὰ Ἀσία! Χωρὶς ὑπερβολὴ κάθε σπιθαμὴ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἶνε ποτισμένη μὲ αἵματα καὶ δάκρυα.
Ὦ Μικρὰ Ἀσία, χώρα ἁγίων καὶ μαρτύρων, χώρα ἡρωισμοῦ, λίκνο τῆς πίστεώς μας! Ἀπὸ ποῦ ν᾿ ἀρχίσουμε; Ἡ Σμύρνη ἔδωσε τὸν ἅγιο Πολύκαρπο, ἡ Σεβάστεια – ἡ λίμνη τῆς Σεβαστεί­ας τοὺς 40 Μάρτυρες, ἡ Νικομήδεια τὸν ἅ­γιο Παντελεήμονα, ἡ Χαλκηδόνα τὴν ἁγία Εὐφημία, ἡ Καισάρεια καυχᾶται γιὰ τὸν Βασίλειό της, ἡ Ναζιανζὸς γιὰ τὸν Γρηγόριο, ἡ Νύσ­σα γιὰ τὸν ἄλλο Γρηγόριο… Ὅλη ἡ γῆ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἶνε γεμάτη ὀστᾶ ἁγίων καὶ μαρ­τύρων. Τὸ τελευταίο αἷμα, ποὺ ἀχνίζει ἐπάνω στὴν ἁγία αὐτὴ γῆ, εἶνε τὸ αἷμα τοῦ ἐθνομάρ­τυρος Χρυσοστόμου, ποὺ ἔβαψε τὰ καλντερίμια τῆς ἀλησμόνητης Σμύρνης.
Μεταξὺ τῶν πόλεων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας διακρινόταν ἡ Χαλκηδώνα, ποὺ ἦταν ἡ τρίτη πόλις τοῦ Βυζαντίου. Ἐκεῖ ἦταν ὁ ναὸς καὶ τὸ λείψανο τῆς ἁγίας Εὐφημίας. Ἡ Χαλκηδώνα ἦταν ἡ πόλις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, κάστρο τοῦ Χριστοῦ. Ἐναντίον τοῦ κάστρου αὐ­τοῦ ἔπεσε ὁ Χοσρόης – οἱ Πέρσσες· ἐναντίον του ἔπεσαν οἱ Φράγκοι· ἐναντίον του ἔπεσε ὁ Μωάμεθ. Τὸ ἔρριξαν τὸ κάστρο. Ἔβαλαν φωτιὰ στὸ ναὸ τῆς ἁγίας Εὐφημίας. Πῆραν τὰ λιθάρια τοῦ ναοῦ οἱ χοτζάδες κ᾿ ἔκαναν τζαμιά, γιὰ νὰ φωνάζουν τὸν ψεύτικο θεό τους. Δὲν ὑ­πάρχει τώρα ἐκεῖ ὁ ναὸς τῆς ἁγίας Εὐφημίας, δὲν ὑπάρχει τὸ λείψανό της. Καὶ ἡ ἁγία ἔγινε πρόσφυγας, μαζὶ μὲ τὸ λαό μας.
Τὸ λείψανό της ἅγια χέρια καλογέρων καὶ Χριστιανῶν τὸ πῆραν μέσα ἀπὸ τὶς φλόγες, μέσα ἀπὸ τὴν καταστροφή, καὶ τὸ ἔφεραν μὲ τοὺς πρώτους πρόσφυγες. Πῆραν τὸ λείψανό της καὶ τὸ μετέφεραν στὴ Λῆμνο. Ἀπὸ ᾿κεῖ στὸ Ἅγιο Ὄρος. Ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὄρος πῆγε στὴ Σηλυβρία. Καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ στὴ Χίο. Κι ἀφοῦ περιπλανήθηκε τὸ ἅγιο λείψανό της δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ καὶ ἄγγελοι Κυρίου τὸ φύλαξαν, τώρα ἀναπαύεται μέσα στὸν πατριαρχικὸ ναὸ τῆς Κωνσταντινουπόλεως· εἶνε καύχημα καὶ κειμήλιο τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Ἄχ, πατεράδες καὶ μανάδες, ποὺ δὲν ἀνοίγετε τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας νὰ διαβάσετε στὰ παιδιά σας τοὺς βίους τῶν ἁγίων, νὰ τοὺς πῆτε ποιούς ἁγίους καὶ ποιούς μάρτυρες ἔ­χουμε! Ἔχετε εὐθύνη, καὶ μάλιστα ὅσοι κατά­γεστε ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία. Δὲν ξέρω τί κάνουν τὰ ἄλλα ἔθνη, δὲν μὲ πειράζει· ἐμεῖς ὅμως ἐ­δῶ πρέπει νὰ μείνουμε καὶ νὰ πεθάνουμε Ὀρθόδοξοι.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Μέρος ἀπομαγνητοφωνημένης ἑσπερινῆς ὁμιλίας. Πρώτη ἐκφώνησι ἱ. ναὸς Ἁγ. Εὐφημίας Νέας Χαλκηδόνος – Ἀθηνῶν 10-7-1960. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 16-9-2001, ἐπανέκδοσις 17-6-2025.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.