Αυγουστίνος Καντιώτης



»ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ»

date Μαι 11th, 2015 | filed Filed under: ΠΟΝΗΜΑ ΕΡΕΥΝ. Λ.Α.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Πατήστε τον τίτλο και διαβάστε το σε pdf

Του Λαζαρου Αραβανη

ΚΑΘΩΣ ΚΡΥΒΕΙ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΔΟΛΟ ΚΑΙ ΔΟΛΙΟΦΘΟΡΑ

ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ : « Δόλος μέ δόλο, καί τόκος μέ τόκο (Ἰερ. 9, 6) »

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ὁ Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος κάποτε εἶπε:

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑἜρχομαι ἐπειγόντως νά καταβάλω τήν ὀφειλή μου. Διότι, ἄν καί εἶμαι πτωχός, βιάζομαι νά ἀποσπάσω ὁπωσδήποτε τήν εὐγνωμοσύνη σας. Εἶχα δώσει ὑπόσχεση νά φανερώσω τήν ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ, καί τώρα ἔρχομαι νά τήν ἐκπληρώσω. Ἡ πρόθεσίς μου εἶναι νά ἐξοφλῶ πρῶτα τίς παλαιότερες ὀφειλές, γιά νά μή μέ πιέζουν οἱ τόκοι πού συγκεντρώνονται. Συνεργασθῆτε μαζί μου στήν καταβολή τοῦ χρέους, καί ἱκετεύσετε τό Θωμᾶ νά εὐλογήση τά χείλη μου μέ τήν ἁγία δεξιά του, μέ τήν ὁποίαν ἤγγισε τήν πλευρά του Δεσπότου, ὥστε νά νευρώση τή γλώσσα μου, γιά νά σᾶς ἐξηγήσω αὐτά πού ποθεῖτε. Καί ἐγώ, ἐνθαρρυνόμενος μέ τίς πρεσβεῖες του Ἀποστόλου καί μάρτυρος Θωμᾶ, διακηρύττω τήν ἀρχικήν ἀμφιβολία καί τήν τελικήν ὁμολογία του, ἡ ὁποία ἔγινε κρηπίς καί Θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας μας.»

Ἁγίου Ἰωάννη Χρυσόστομου.

ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΤΟΚΟΙ; ὅπου ἀναφέρει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος;

Προσέξτε πάλι τά λόγια τοῦ Ἁγίου:
Ἡ πρόθεσίς μου εἶναι νά ἐξοφλῶ πρῶτα τίς παλαιότερες ὀφειλές, γιά νά μή μέ πιέζουν οἱ τόκοι πού συγκεντρώνονται.

Ἀπάντηση (κατά τήν γνώμη μου) : Οἱ Τόκοι εἶναι οἱ ὀδύνες ὅπου συγκεντρώνονται μετά τῶν κακῶν γεννημάτων, ἐκ ἀπουσίας ὀρθόδοξου προγραμ-ματισμοῦ καί ἠθικῆς ὀφειλῆς. ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗΣ ΟΦΕΙΛΗΣ ΠΟΥ ΒΕΒΑΙΩΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ. Ἰδού λοιπόν ΤΟ ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Βεβαίως, τό παραπάνω εἶναι μία πρόταση ἑνός ἀσήμαντου πολίτη, καί θεωρῶ ὅτι ἐάν εὑρεθῆ ἕνας καί μόνον ἄνθρωπος μέσα στά πράγματα (Βουλή, Ἐκκλησία, καί ἄλλες ἰσχυρές θέσεις μέσα στήν κοινωνία μας) μέ ζῆλο πεπυρωμένο, μπορεῖ νά διορθώσει ὄχι μόνον ἕναν δῆμον, ἀλλά ὁλόκληρο τό ταλαίπωρον κράτος μας ἀπό τά κακά φίδια ὅπου μᾶς ζώσανε μέσα καί ἀπό τά κακά δάνεια-τέκνα μετά τῶν ἐχιδνῶν τόκων τους. Ἐδῶ ὡς συγγραφεύς τοῦ παρόντος πονήματος παρουσιάζω τήν σπίθαν, καί ἀφήνω νά προλογίσει τό παρόν πόνημα μου ὁ μακαριστός Αὐγουστίνος Καντιώτης. Ἐκεῖνος ὅπου μπορεῖ διά τῶν πύρινων λόγων του νά ἀνάψει τήν αληθινήν σπίθαν, νά τήν ἀνάψει σέ κάποια καρδιά ὅπου μπορεῖ νά φέρει τά πάνω-κάτω, ἐλευθερώνοντας τό Ἔθνος μας γιά ἄλλη μία φορά, ὅπως οἱ πύρινοι λόγοι τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Παπαφλέσσα καί ἄλλων ἡρώων τοῦ μαρτυρικοῦ 1821.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ

Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΤΟΥ ΕΝΟΣ

Ἀρκεῖ εἰς ἄνθρωπος ζῆλο πεπυρωμένος ὁλόκληρον διορθώσασαι δήμων» (Χρυσόστομος).

«Τί νά κάμω; Ἕνας εἶμαι! Το ρεῦμα του κακοῦ εἶναι ἰσχυρόν, παρασύρει τα πάντα καί τους πάντας. Τί  μπορεῖ νά κάμη. Ἐδῶ χρειάζονται  συνεργεῖα  ὁλόκληρα πρός ἠθικήν κάθαρσιν τῆς  Κοινωνίας. Χελιδών μία ἔαρ οὐ ποιεῖ…».  Αὐτά ἀκούει τίς σήμερον ἀπό τα στόματα  χλιαρῶν χριστιανῶν πού καί μόρφωσιν ἔχουν καί θέσεις κατέχουν καί ἱκανότητες ἔχουν διά νά δράσουν χριστιανικῶς ὑπέρ τῆς Κοινωνίας.  Παγόβουνα αὐτοί θρησκευτικη:ςἀδιαφορίας ζητοῦν νά ρίψουν χιόνι καί εἰς τάς ψυχάς ἐκείνων εἰς  τάς ὁποίας καίει ἕνας μικρός σπινθήρ  ἀπό το πῦρ ἐκεῖνο τῆς πίστεως καί τῆς δραστηριότητος πού ἤθελε ὁ Κύριος νά πυρπολῆ  ἡμέραν  καί  νύκτα τάς ψυχάς τῶν ὀπαδῶν του.

«Τί νά κάμω; Ἕ ἕνας εἶμαι …..». Ἀλλ’ ὅλως διάφορων γνώμην εἶχε ἕνας Μεγάλος Πατήρ τῆς ἐκκλησίας μας, ό ἀθάνατος Χρυσόστομος. ……Ἱερός αὐτός Πατήρ ἐπίστευε καί ἐκήρυττε ὅτι
καί ἐν  μέσω  τῆς μεγαλυτέρας   θρησκευτικῆς ἀδιαφορίας μία ψυχή, εἰς την ὁποίαν κοχλάζει το  πῦρ τῆς πίστεως εἰς τον Ἰησοῦν, δύναται νά ἀντισταθῆ εἰς τό ρεῦμα τοῦ κακοῦ, νά ἀγωνισθῆ  ὑπέρ τῆς ἀληθείας, νά θραύση τούς σιδηροῦς  κλοιούς τῆς κακίας, νά ἑλκύση καί ἄλλας  ψυχάς πρός τον οὐρανόν, καί νά στήση τήν  σημαίαν τοῦ θριάμβου τοῦ Χριστοῦ καί εἰς αὐτό  ἀκόμη τό ἰσχυρότερον φρούριο τοῦ Σατανά.
Ό μελετῶν τήν πρώτην εἰς τούς Ἀνδριάντας  ὁμιλίαν τοῦ ἱεροῦ τούτου διδασκάλουθά δακρύση  καί θά καλύψη τό πρόσωπον τοῦ ἀπό ἐντροπήν,  διότι τό πνεῦμα ἐκεῖνο το μαχητικόν  πού διέκρινε τήν ἁγίαν ἐκείνην ψυχήν, δέν ὑπάρχει σήμερον εἰς τους περισσοτέρους χριστιανούς μας.

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΝΤΙΩΤΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α!

ΑΡΘΡΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΡΘΡΟ ΘΑΡΡΩ ΟΤΙ ΕΑΝ ΔΕΝ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΜΕΘΑ ΔΙΚΑΙΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΕΣ-ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΑΣ (οἱ λεπτομέρειες τοῦ ἄρθρου μποροῦν νά τελειοποιηθοῦν ἀπό φωτισμένους εἰσαγγελεῖς, ποινικολόγους, κλπ). ΟΤΑΝ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΛΟΙΠΟΝ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΙ Η ΒΔΕΛΥΡΗ ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ (δανειστῶν καί δανειοληπτῶν- κυβερνητικοί ἰθύνοντες) ΤΟΤΕΣ ΜΟΝΟΝ ΘΑΡΡΩ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ ΣΕ ΝΙΚΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΑΣ ΣΤΗΝ
ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Δ.Ν.Τ. ΦΕΡΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ , ΩΣ ΚΑΛΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ , δίνοντας ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΧΩΡΕΣ ΣΤΗΝ ΥΦΗΛΙΟ.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος καί ἡ Ἑλληνική Φιλοσοφία.
«…μόνον τό ἔθνος τό Ἑλληνικόν ἔμεινε ὡς πρόσωπο δρῶν ἐπί τῆς παγκοσμίου σκηνῆς, καθ’ ὅλους τούς αἰῶνας, καί τοῦτο διότι ἡ ἀνθρωπότης δεῖται αἰωνίων διδασκάλων.»
(Ἁγ. Νεκταρίου, Ἱερῶν & Φιλοσοφικῶν Λογίων Θησαύρισμα)

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΡΘΡΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ (κακούργημα) Ο ΥΠΕΡΜΕΤΡΟΣ ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΚΩΝ.

Ὁ ὑπέρμετρος δανεισμός μέ τούς αὐξανόμενους τόκους στό ὁλικόν δανειζόμενο ποσόν (μέ τό παλαιότερον ἰσχύων σύστημα τῶν τόκων καί τῶν ἐπιτοκίων) σέ μία κυβέρνηση χώρας ἀπό ἄλλες κυβερνήσεις χωρῶν, διεθνεῖς ὁμοσπονδίες, διεθνεῖς
ὀργανισμούς, καί ἄλλους παρόμοιους παγκόσμιους καί ἰδιωτικούς φορεῖς ἀποτελεῖ ὕψιστη διεθνή ἐγκληματική πράξη
μετά βδελυροῦ δόλου. Ἡ ἐγκληματική δέ πράξη αὐτή λαμβάνει τήν ἀκόμα μεγαλυτέρα βαρύτητα της, ὡς ὕψιστου κακουργη-ματικοῦ χαρακτήρα, καθώς πραγματοποιεῖται χωρίς τήν ἐξόφληση τῶν τριῶν πρώτων δανείων λογικοῦ ποσοῦ˙ ἀνεξόφλητων τριῶν πρώτων δανείων ὅπου ἀποτελεῖ ἡ μή ἐξόφληση τους τήν βάση γιά τόν ἐπακόλουθο βλαπτικό
χαρακτήρα τῆς φύσεως τῶν δανείων (δανειστῶν καί δανειοληπτῶν). Τριῶν πρώτων δανείων λογικοῦ ποσοῦ (ἀπό το δανειστή) καί πραγματικῆς ἀνάγκης (ἀπό τόν δανειολήπτη) ὅπου ὅταν ἐξοφλοῦνται τά τρία δάνεια ( σέ εὔλογη χρονική στιγμήν) ἀποτελοῦν τό κατά οἰκονομίαν-μέτρον, καί τό λογικόν
χρονικόν περιθώριο μέσω τῆς ἐξαγοράς ἐργασίας μέ ἀνταμοιβή τό χρῆμα˙ σέ ἀντίθετη περίπτωση εἶναι ἔγκλημα μετά δόλου.

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΚΠΑΙΔΕΙΑ (ἀντιγράφη ἀπό τό διαδίκτυο-στό μονοτονικό)

ΔΑΝΕΙΟ : Με την ονομασία δάνειο φέρεται ειδική διμερής σύμβαση, εξ ου και ο ταυτόσημος όρος δανειακή σύμβαση, όπου κατά τη συνομολόγησή της μεταβιβάζεται για κάποιο χρονικό διάστημα η κυριότητα χρημάτων ή άλλων αντικαταστατών πραγμάτων, με την υποχρέωση της μετέπειτα επιστροφής τους.
Δανειστής: ονομάζεται, σήμερα, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκχωρεί την κυριότητα χρημάτων ή άλλων πραγμάτων. Στην αρχαία Ελλάδα ήταν αντίθετα ο αποδέκτης. Σημειώνεται ότι αποτελεί βασική έννοια του Ενοχικού και γενικότερα του Αστικού Δικαίου. Συνεπώς ο όρος δανειστής, ή πιστωτής (όροι συνώνυμοι), αναφέρεται σε κάθε ενοχική σχέση και όχι μόνο στη σύμβαση δανείου.
Δανειολήπτης, ή δανειζόμενος: ονομάζεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο εκχωρείται προσωρινά η κυριότητα χρημάτων ή πραγμάτων.
Δάνεισμα: ονομάζεται το αντικείμενο της προσωρινής εκχώρησης, χρήματα ή άλλα πράγματα, συχνά αναφέρεται και ως δάνειο.
Δανειομεσίτης: ονομάζεται ο μεσολαβητής φορέας, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που αναλαμβάνει τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη δανειακής σύμβασης.

ΑΝΑΛΥΣΗ.

ΤΟ ΚΑΚΟ ΔΑΝΕΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΚ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΔΑΝ.

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ: « ἀκούσαμε τόν προφήτη νά φονεύει τά κακά παιδιά τῶν δανεισμάτων, τούς τόκους (Ἰεζ. 22, 12), καί νά ἐξαίρει στή ζωή τή χρήση τῶν χρημάτων γιά ἐργασία.»

ΤΟΚΟΣ= Η ΚΥΟΦΟΡΗΣΗ, Η ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗ ΓΕΝΝΑ , ὅπως λέμε τήν λέξη δευτερότοκος, πρωτότοκος, ζωοτόκος, κλπ.

Ἐδῶ, στήν παροῦσα περίπτωση ὅταν ἀναφερόμεθα στή φυλή ΔΑΝ, δηλαδή ἡ φυλή ὅπου θά κυοφορηθεῖ καί θά γεννηθεῖ ὁ ἀντίχριστος, ἐννοοῦμε μία νοσηρή -πορνική γέννα, μία γέννα ὅπου θά ξεπροβάλει ὁ ἀντίχριστος, ὁ πορνοτόκος (βλέπε Ἁγία Γραφή, ὅπου ἀναφέρει ὅτι ὁ ἀντίχριστος θά γεννηθεῖ ἐκ πορνείας), τό βδέλυγμα, δηλαδή ὁ κακός καί δαιμονικός τόκος.

ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΤΟΚΟΙ ΟΠΟΥ ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΝΤΑΙ ΕΚΒΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΩΣ ΤΙΣ ΟΔΥΝΕΣ ΚΥΟΦΟΡΙΑΣ (Τόκοι) ΟΠΟΥ ΕΠΙΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΛΕΞΕΩΣ ΤΟΚΟΣ

Ἡ λέξη τοκογλύφος προέρχεται ἀπό τίς λέξεις τόκος καί γλύφος (=χάραγμα, σκάλισμα). Ἀναφέρεται περιγραφικά στή συνήθεια τῶν τοκογλύφων νά χαράσσουν μέ τήν γλυφίδα πάνω στό ξύλινο τραπέζι τούς τόκους μέ τούς ὁποίους ἐπιβάρυναν τούς πελάτες τους. Βλέπετε λοιπόν ἐδῶ ἀκόμα ἀγαπητοί ἀναγνῶστες τήν σχέση τοῦ χαράγματος (666) μέ τό χάραγμα τοῦ τοκογλύφου; Τό ἕνα ἔγκλημα ὁδηγεῖ στό ἄλλο, τό μεγαλύτερο ἔγκλημα, καί ἀπό ἐκεῖ στό βασιλέα τοῦ ἐγκλήματος , τόν ἀντίχριστο.

Ο ΑΛΟΓΟΣ ΛΟΓΟΣ = ΚΤΗΝΩΔΕΣ ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΘΗΡΙΟ, ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΦΥΣΗ ΤΟΥ.

ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ: «Εἶναι ἀργός καί πλεονεκτικός ὁ βίος ἐκείνου πού τοκίζει , δέν γνωρίζει τόν κόπο τῆς γεωργίας, τήν ἐπινοητικότητα τοῦ ἐμπορίου, καί κάθεται στό ἴδιο μέρος τρέ­φοντας θηρία στό σπίτι του.»

ΑΝΤΙΘΕΣΗ: ΛΟΓΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ = καί ἡ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΔΑΝΕΙΣΜΟΥ ΔΙΧΩΣ ΤΟΚΟ , ὅπου πηγάζει ἀπό τόν ἔντιμον λόγον, ἐνῶ ὁ ἄλογος δανεισμός = ἐνσαρκώνει τόν ἄδικο, τόν ἄτιμο, τόν ἐκβιαστή , καί τόν ἀνελεήμονα.

Ὁ ἄλογος δανεισμός ἀποτελεῖ ἐγκληματική πράξη εἶναι καθώς ἔχει μέσα της τόν ἱστό παγίδευσης τῆς χώρας ὅπου τό δέχεται (τό δάνειο) , καί τό ληστρικό δόλο σέ ἐκείνους ὅπου τό προσφέρουν (τό δάνειο). Ληστρικό δόλο πού χρησιμοποιοῦν α) χωρίς μέτρο δανεισμό χρήματος, καί β) ὅπου τό ἐπιδεινώνουν (τό συνολικό κεφάλαιο δανεισμοῦ ) μέ ὑψηλούς ληστρικούς καί ἀπάνθρωπους τόκους καί ἐπιτόκια. Αὐτή ἡ ἐγκληματική μέθοδος δανεισμοῦ σχηματίζει συρμό ἀνεξόφλητων χρηματικῶν ποσῶν καθιστῶντας τό δάνειο φύση ἀδύνατον ἀνεξόφλητον ἀπό τήν δανειζόμενον χώραν χωρίς νά χάση μερική ἡ ὁλική κυριαρχία τῶν φυσικῶν πόρων, καθώς καί ἄλλων κυριαρχικῶν δικαιωμάτων. Ἐθνικῶν δικαιωμάτων ὅπως ἀμυντική στρατιωτική, κοινωνική πρόνοια, διατροφική ἐπάρκεια, κλπ. Ἐθνικῶν καί φυσικῶν της δικαιωμάτων , ὅπου χωρίς ἐκεῖνα τήν καθιστοῦν χώραν ὑπό κατοχήν ξένων δυνάμεων ἐν περίοδο εἰρήνης. Ἄρα ἔχουμε μία πολεμική εἰσβολή χωρίς τά συμβατικά ὄπλα (τοῦ πολέμου), ἀλλά ὅπου δροῦν ὡς πραγματικά ὄπλα κυριαρχίας ἐπιτιθέμενου ἐχθροῦ ἐν καιρό εἰρήνης .

Αὐτή λοιπόν ἡ ἐγκληματική πανουργία δυό συμβαλλόμενων φορέων (δότης καί ἀποδεχόμενος) φαίνεται καθαρά νά συνεργάζονται ἐν πλήρη μυστικότητα καί ἄγνοια τοῦ κυρίαρχου λαοῦ, καί θεωρῆται σίγουρο νά ἐπακολουθοῦν καί ἄλλες δολοπλοκίες γιά τήν ἐπίτευξιν τοῦ βλαπτικοῦ σκοποῦ των, ὅπως δολιοφθορές καί ἄλλων ἐγκληματικῶν πράξεων. Παραδείγματα: α) δολιοφθορές τῆς κρατικῆς περιουσίας, γιά ἐπακόλουθο δάνειο, β) δολοπλοκίες δικαστικῶν ἀποφάσεων, γ) ἔγκριση εἰσαγόμενων προϊόντων καί σαμποτάζ ἐγχώριων παραγόμενων ἀγαθῶν, δ) δόλο πνευματικῶν δηλητηρίων στήν κοινωνία καί στήν κρατική Παιδεία μέ σκοπό τήν ἀπεμπλοκή ὑγειῶν διεξόδων καί λύσεων στά προβλήματα, ε) παράνομες μίζες μέσω παράνομων μεσολαβητῶν (δανειομεσίτες) , καί ἄλλα πολλά. Ὁ δανειομεσίτης ὡς ἐπάγγελμα ἤ λειτούργημα εἶναι παράνομη ἐγκληματική ἐνασχόληση, καθώς ὁ ἔχων τήν ἀνάγκην θά πρέπει νά καταφεύγει σέ ἐθνική κοινωνική ὑπηρεσία πρόνοιας καί μελέτης ἀναγκῶν γιά τούς πολίτες. Τό ἴδιο θά πρέπει να ἰσχύει καί γιά τούς προμηθευτές, μεσολαβητές, κλπ, ἀλλά καί γιά χῶρες ἔχοντας ἀνάγκη χρημάτων, ὑλικῶν ἐξοπλισμῶν, κλπ, ὅπου οὐδείς (κρατικός ἡ ἰδιωτικός φορέας) μπορεῖ νά χρηματισθεῖ μέ κίνητρο-«δικαιολογίαν» τήν μεσιτείαν.

Συνεπῶς πρόκειται περί δύο ἰσχυρῶν (δανειολήπτης καί δότης) συνεργαζόμενων φορέων ἐξουσίας (οἰκονομική , δικαστική, καί πολιτική ) ὅπου καταπατοῦν κάθε ἔννοια δικαίου , καί πού δροῦν ἀπό κοινοῦ μυστικά ἀπό τό λαό , συνήθως μέσα ἀπό μυστικιστικές σκοτεινές ἐγκλημα-τικές ὀργανώσεις μέ θρησκευτικό-σατανιστικό ὑπόβαθρο γιά τήν ἐπίτευξη του ἐγκληματικοῦ σκοποῦ των ἀπό κοινοῦ. Μία διερεύνηση τό ποιοί πολιτικοί ἀνήκουν σέ παγκόσμιες ὀικονομικοπολιτικές λέσχες σκοτεινοῦ περιεχομένου θά τό ἀποδείκνυε. Σκοπός εἶναι ἡ ὑποταγή τῶν λαῶν τῆς γῆς (ἀνεξαιρέτως φυλῆς καί Ἔθνους) ἀπό τίς ὑπερκυβερνήσεις τῆς παγκοσμιο-ποίησης ὅπου δροῦν ὡς μεγάλες ἐγκληματικές ὀργανωμένες συμμορίες γιά τήν ἕνωση των σέ μία παγκόσμια ὑπερκυβέρνηση μέ πολιτική καί θρησκευτική ἐξουσία (βλέπε: Παγκόσμια ἕνωση Ἐκκλησιῶν, κλπ) .

Ἐπειδή τό κάνω (τήν ἀτιμία) μ’ ἕνα μικρό πλοῖο μέ λένε πειρατή. Ἄν τό ἔκανα μ’ ἕναν ὁλόκληρο στόλο, θά ἤμουν αὐτοκράτορας.
ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Ἄν ἀπουσιάζει ἡ δικαιοσύνη, τί ἄλλο εἶναι ἡ πολιτική ἐξουσία, παρά ὀργανωμένη ληστεία;

Ἡ « φιλανθρωπία» δέν μπορεῖ νά εἶναι ὑποκατάστατο γιά τήν δικαιοσύνη πού δέν ἀπονεμήθηκε.

ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ: « Διότι αὐτός πού δέχεται χρήματα μέ τόν τόκο τους λαμβάνει προκαταβολή γιά πενία, καί μέ τό πρόσχημα τῆς εὐεργεσίας βά­ζεῖ τήν καταστροφή στήν οἰκία του. Ὅπως δηλαδή, ὅταν σ’ αὐτόν πού ἔχει πυρετό, καί καίεται ἀπό την ζέστη, καί διψᾶ ὑπερβολικά, καί μέ ἀγωνία ζητεῖ νερό, ἐκεῖνος δῆθεν ἀπό φιλανθρωπία τοῦ δίνει κρασί, τότε ὁ πρῶτος εὐχαριστεῖ βεβαίως γιά λίγο ἐκεῖνον πού σύρει τό ποτήρι, ὅμως ὅταν περάσει λίγη ὥρα δημιουργεῖ στόν ἀσθενή σφοδρό καί δέ­κα φορές περισσότερο πυρετό ἔτσι καί αὐτός πού δανείζει στό φτωχό χρήματα μέ τόκο δέν σταματᾶ τήν ἀνάγκη, ἀλλά ἐπιτείνει τήν συμφορά.»

ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΤΗΝ ΤΑΥΤΙΣΗ ΑΠΟΨΕΩΝ ΑΠΟ ΔΥΟ ΑΓΙΟΥΣ.

1) ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ: «Καλούν δε την αμαρτία με σεμνά ονόματα, ως φιλάνθρωπο, θηρεύοντας το άδικο κέρδος για τον εαυτόν τους, κατά μίμηση των Ελλήνων, που αποκαλούν μερικές δαίμονες που είναι μισάνθρωπες και φονικές, αντί της α­ληθινής ονομασίας, Ευμενίδες.»

2) ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ : «Η «φιλανθρωπία» δεν μπορεί να είναι υποκατάστατο για τη δικαιοσύνη που δεν απονεμήθηκε».

Πῶς παρομοιάζεται ἡ ἀπάτη τῶν τοκογλύφων.
ΚΕΙΜΕΝΑ:ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

«Ὅπως δηλαδή τά πτηνά πού θέ­λουν νά πιάσουν οἱ κυνηγοί χαίρονται ὅταν τούς ρίπτουν σπόρους, καί τους ἀρέσει καί συνηθίζουν νά πηγαίνουν σ’ ἐκεῖνα τά μέρη πού ἄφθονη γι’ αυτα­τά εἶναι ἡ τροφή, ὕστερα δέν ἀπό λίγο, ἀφοῦ πιαστοῦν μέ τίς παγίδες, πεθαίνουν ἔτσι καί αὐτοί πού παίρνουν δάνεια μέ τόκους, ἀφοῦ εὐπορήσουν γιά λίγο χρόνο, ὕστερα χάνουν καί αὐτό τό πατρικό τους σπίτι.»

(βλέπε: ΑΓΟΡΑΖΟΥΝ ΣΕ ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΤΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΤΙΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΧΡΕΟΚΟΠΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ)
ΚΕΙΜΕΝΑ:ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Αὐτά δέν τά δέχεται ὁ ἅγιος πατήρ, ἀλλά ἀπαντᾶ στή διαστροφική τους διάνοια

Πρέπει λοιπόν νά ποῦμε σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτούς: «Σύ εἶσαι ἡ ἀνάποδη γέννηση, σύ εἶσαι ἡ κακή ἀνάγκη τῶν ἀστέρων, διότι ἐάν του εἶχες ἀνακουφίσει τήν φροντίδα καί του εἶχες ἀφήσει ἕνα μέρος τοῦ χρέους του, ἕνα μέ­ρος παίρνοντας μέ ἄνεση, δέ θά ἐμισοῦσε τή βα­σανισμένη ζωή, οὔτε θά ἐγένετο δήμιος του ἑαυτοῦ του».

Πῶς θά ἀντιμετωπίσουν οἱ τοκογλύφοι τόν Κύριο;

Ἄραγε μέ ποιά μάτια στόν καιρό τῆς ἀναστάσεως­ θά ἰδεῖς αὐτόν πού ἐσκότωσες;
(Βλέπε αὐτοκτονίες χρεωμένων)

ΚΕΙΜΕΝΑ:ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

« Ἀκούσιες ὅλα μαζί νά φωνάζουν μέ μιά φωνή γιά την ἀγάπη, την φιλαν­θρωπία». Οἱ μέν ἔλεγαν «δέν θά δανείσεις μέ τόκο τον ἀδελφό σου» (Δευτ. 23, 20), οἱ δέν ἄλλοι «δέν ἔδωσε τα χρήματά του μέ τόκο» (Ψαλμ. 14, 5), οἱ ἄλλοι­ «ἐάν δανείσεις τον ἀδελφό σου, δέν θά εἶσαι καταπιεστικός» (Ἐξοδ. 22, 25).

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Λ.Α.

-ΒΛΕΠΕ ΤΗΝ ΑΡΠΑΚΤΙΚΗΝ ΤΑΣΙΝ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ : ΤΟ ΔΑΚΤΥΛΟΝ ΤΟΥ ΤΟΚΟΥ. ΟΠΩΣ ΛΕΜΕ: ΤΟ ΔΑΚΤΥΛΟΝ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ !

-ΤΟ ΔΑΚΤΥΛΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΑΚΤΥΛΑ ΤΟΥ ΤΟΚΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΦΩΣ ΑΡΠΑΚΤΙΚΑ , ΓΑΜΨΑ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΗΤΙΚΑ!

ΚΕΙΜΕΝΑ:ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Καί ε­σεῖς δέν γνωρίζετε γιά ποιόν συναθροίζετε ἤ μοχθεῖτε πολλές οἱ περιστάσεις, οἱ συκοφάντες πάμπολλοί, οἱ κακοποιοί ἐνεδρεύουν, καί ληστές ἐνοχλοῦν γῆ καί θάλασσα.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Λ.Α.

ΒΛΕΠΕ ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΗΣΤΗΡΙΟ ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΟΡΕΣ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

Ἐν καί μόνον ψέμα, μίαν συκοφαντίαν ὅταν ἀνακοινωθεῖ δημόσια ἀνεβάζει καί κατεβάζει τούς δέκτες τοῦ χρηματιστηρίου σάν νά ἐπικάθεται μαϊμού κοροϊδευτικά εἰς ζυγαριάν χοροπηδώντας.

ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΥΜΜΟΡΙΩΝ

ΑΡΙΣΤΕΡΟΙ ΔΕΞΙΟΙ

ΒΛΕΠΕ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ.

ΕΑΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΑΡΙΣΤΕΡΙΖΟΝΤΕΣ, ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΡΙΣΤΕΡΙΖΟΝΤΑ ΔΡΑ ΩΣ ΚΟΙΝΑ ΟΠΛΑ (δρεπάνι καί σφυρί) ΜΕ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΜΜΟΡΙΩΝ, δηλαδή ΜΕΤΑΞΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ «ΑΝΤΙΠΑΛΟΥ» (καπιταλισμοῦ). Ἡ δεξιά (Νέα δημοκρατία) ἔδωσε τήν σκυτάλη στήν ἀριστερά (ΣΥΡΙΖΑ), σάν νά πρόκειται γιά σκυταλοδρομία ἐξουσίας ἀπό τήν ἴδια ἀόρατη ὁμάδα (ἀλλά μέ διαφορετικά ὁρατά χρώματα).

ΤΕΛΙΚΑ ΚΕΡΔΙΣΜΕΝΟΙ ΜΟΝΟΝ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ , ΟΠΟΥ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΑΝ (βλέπε: κόμματα) ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΕΤΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΑΥΤΟ ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΜΜΟΡΙΕΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΜΜΟΡΙΕΣ

ΟΠΟΥ ΤΟΥΣ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ (ἐν ἀγνοία τους συνήθως).

Βλέπουμε λοιπόν την ἀριστερή κυβέρνηση νά προσδοκᾶ νά ἁλωνίσει (μέ τό δρεπάνι) τούς καρπούς τῶν διαπραγματεύσεων της, καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά (τήν ἀντίπαλη πλευρά) τήν τρόικα νά τίς ἁρπάζει τό δικό της τό ὅπλο (τό σφυρί) καί νά ὑποτάσσεται στήν «συμφωνία τῶν δανειστῶν μας.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΕΙΚΟΝΙΚΑ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ!!!

ΕΤΣΙ ΘΑ ΤΗΝ ΠΑΘΕΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ!
ΕΑΝ ΔΕΝ ΤΗΝ ΕΠΑΘΕ ΗΔΗ !!

ΤΕΛΟΣ (τοῦ πονήματος)

ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΤΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ).

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟΝ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ & ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ( ἀντιγράφη ἀπό το διαδίκτυο-στό μονοτονικό)

Κατά των τοκιζόντων (Αγιος Γρηγόριος επίσκοπος Νύσσης)
«Έκκλινον από του κακού και ποίησον αγαθόν» (Ψαλμ. 36, 27)

Των φιλαρέτων ανθρώπων που προαιρούνται να ζουν σύμφωνα με τον θείο Λόγο (πρβλ. Ιωάν. 1, 1) ο βίος τους έχει κανονισθεί με νόμους αγαθούς και προστάγματα, στα οποία φαίνεται καθαρά η γνώμη του νομοθέτη, που αποτείνεται γενικώς σε δύο σκοπούς: ο ένας μεν που απαγορεύει αυτά που δεν πρέπει να γίνονται, ο άλλος δε που επιβάλλει την ενέργεια των καλών. Διότι δεν είναι δυνατό διαφορετικά να κατορθωθεί βίος με καλή πολιτεία και φρόνιμος, παρά μόνον αν αποφύγει με όλη του την δύναμη την κακία και επιδιώξει την αρετή, όπως ο υιός την μητέρα του.
Αφού συναχθήκαμε λοιπόν και σήμερα για να α­κούσουμε τα προστάγματα του Θεού, ακούσαμε τον προφήτη να φονεύει τα κακά παιδιά των δανεισμάτων, τους τόκους (Ιεζ. 22, 12), και να εξαίρει στην ζωή την χρήση των χρημάτων για εργασία.
Ας δε­χθούμε προθύμως το παράγγελμα, για να μη γίνουμε η πέτρα εκείνη στην οποία κατέπεσε ο σπόρος και έμεινε ξηρός και άγονος (Λουκ. 8, 13), ούτε να λεχθούν σ’ εμάς αυτά που κάποτε ελέχθησαν στον απείθαρχο Ισραήλ: «Θα ακούσετε με τα αυτιά σας και δεν θα καταλάβετε, θα ιδείτε με τα μάτια σας και δεν θα ιδείτε» (Ησ. 6, 9).

Παρακαλώ δε αυτούς που θα με ακούσουν να μη με κατακρίνουν καθό­λου για θρασύτητα ή ανοησία΄ αν και άνδρας εκλε­κτός και ονομαστός για την φιλοσοφία του, που και ασκήθηκε σε κάθε είδος παιδείας (υπαινίσσεται εδώ τον αδελφό του Μ. Βασίλειο.

Εδώ φαίνεται η μεγάλη του ταπείνωση), και έχοντας καλή φήμη σ’ αυτήν την υπόθεση και μας άφησε τον λόγο του κατά των τοκιστών κτήμα για την ζωή, και εγώ προς την ίδια άμιλλα κατέβηκα, αφού εχρησιμοποίησα άρμα όνων ή βοδιών δίπλα σε ά­λογα στεφανωμένα. Διότι εμφανίζονται πάντοτε τα μικρά κοντά στα μεγάλα: η σελήνη, που λάμπει ό­ταν φωτίζει ο ήλιος΄ και όταν το μυριόφορτο (δηλ. πλοίο που φέρει φορτίο άνω των 10 χιλ. μέ­τρων) πλοίο πλέει και σπρώχνεται με την σφοδρότητα των ανέμων, επακολουθεί η μικρή βαρκούλα, που διαβαίνει τα ίδια βάθη΄ και ενώ πάλιν αγωνίζονται οι άνδρες με τους αθλητικούς νόμους, μετέχουν στον αγώνα στο ίδιο μέρος και τα παιδιά. Αυτή λοιπόν ας είναι η αίτηση της συγγνώμης.

Τα έργα του τοκιστή

Συ όμως, προς τον οποίον απευθύνεται ο λόγος, οποιοσδήποτε και αν είσαι, μίσησε τον τρόπο τον καπηλικό΄ σαν άνθρωπος, που είσαι, αγάπησε τους ανθρώπους και όχι τα χρήματα. Σταμάτησε την α­μαρτία μέχρις εδώ. Να ειπείς στους φιλτάτους σου τόκους τον λόγο του Ιωάννη του Βαπτιστή: «»Γεννήματα εχιδνών, φύγετε μακριά από εμένα» (Ματθ. 3, 7). Είσθε καταστροφή αυτών που σας έ­χουν και σας λαμβάνουν, τέρπετε για λίγο, αλλά ύστερα από καιρό η σκωρία σας γίνεται πικρό δηλη­τήριο στην ψυχή, φράζετε την οδό της ζωής, κλείετε τις θύρες της ουρανίου βασιλείας΄ αφού τέρψετε για λίγο την όραση και χαϊδέψετε, γίνεσθε πρόξε­νοι της αιωνίου κολάσεως». Αφού ειπείς αυτά, να αποχωρισθείς την πλεονεξία και τους τόκους, και πήγαινε με το μέρος της φιλοπτωχείας. «Και αυτός που θέλει να δανεισθεί από σένα να μη τον περι­φρονήσεις» (Ματθ. 5, 42). Εξ αιτίας της φτώχειας του σε ικετεύει και κάθεται συνέχεια στις θύρες σου, είναι άπορος και καταφεύγει στον πλούτο σου, για να γίνεις της ανάγκης του βοηθός. Συ ό­μως κάνεις το αντίθετο, συ ο σύμμαχος γίνεσαι ε­χθρός, δηλαδή δεν τον βοηθείς, ώστε να ελευθερω­θεί από την ανάγκη που τον πιέζει, και σε σένα να εξοφλήσει το δάνειο, αλλά διασπείρεις κακά σ’ αυ­τόν που βρίσκεται σε δυσχέρεια, γυμνώνοντας περισσότερο τον γυμνό, ξανατραυματίζεις τον τραυματισμένο, επισυνάπτοντας φροντίδες στις φροντί­δες, και λύπες στις λύπες. Διότι αυτός που δέχεται χρήματα με τον τόκο τους λαμβάνει προκαταβολή για πενία, και με το πρόσχημα της ευεργεσίας βά­ζει την καταστροφή στην οικία του. Οπως δηλαδή, όταν σ’ αυτόν που έχει πυρετό, και καίεται από την ζέστη, και διψά υπερβολικά, και με αγωνία ζητεί νερό, εκείνος δήθεν από φιλανθρωπία του δίνει κρασί, τότε ο πρώτος ευχαριστεί βεβαίως για λίγο εκείνον που σύρει το ποτήρι, όμως όταν περάσει λίγη ώρα δημιουργεί στον ασθενή σφοδρό και δέ­κα φορές περισσότερο πυρετό΄ έτσι και αυτός που δανείζει στον φτωχό χρήματα με τόκο δεν σταματά την ανάγκη, αλλά επιτείνει την συμφορά.
Ο χαρακτηρισμός του τοκιστή. Το ωραιότερο κείμενο

Μη ζήσεις λοιπόν φιλάνθρωπο βίο με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας, ούτε να γίνεις ιατρός δολοφόνος, που έχεις βέβαια εξ αιτίας του πλούτου σου το πρόσχημα της σωτηρίας, όπως εκείνος εξ αιτίας της επιστήμης του, μεταχειριζόμενος με την προαίρεσή σου την α­πώλεια εκείνου που σε εμπιστεύθηκε.
Είναι αργός και πλεονεκτικός ο βίος εκείνου που τοκίζει΄ δεν γνωρίζει τον κόπο της γεωργίας, την επινοητικότη­τα του εμπορίου, και κάθεται στο ίδιο μέρος τρέ­φοντας θηρία στο σπίτι του. Άροτρο έχει την πέν­να, χωράφι το χαρτί, σπόρο το μελάνι, βροχή τον χρόνο, που του αυξάνει χωρίς να γίνεται αντιληπτό την επικαρπία των χρημάτων, και δρεπάνι του εί­ναι η απαίτησή του. Αλώνι του είναι το σπίτι, στο οποίο λεπτύνει τις περιουσίες των θλιβομένων΄ όλα τα βλέπει σαν δικά του. Εύχεται στους ανθρώπους ανάγκες και συμφορές, για να πάνε αναγκαστικά σ’ αυτόν. Μισεί αυτούς που αρκούνται στα εισοδήμα­τά τους, και θεωρεί αυτούς που δεν έχουν δανεισθεί εχθρούς. Κάθεται πολύ χρόνο στα δικαστήρια, για να βρει αυτόν που πιέζουν οι απαιτητές, και ακολουθεί τους εισπράκτορες των φόρων όπως οι γύ­πες τις παρατάξεις του στρατού και τους πολέμους. Περιφέρει το πορτοφόλι του, και δεικνύει στους πνιγομένους το δόλωμα που θα τους πιάσει, ώστε εξ αιτίας της ανάγκης τους να καταπιούν αυτό με το στόμα ανοικτό μαζί με το αγκίστρι των τόκων. Καθημερινώς μετρά το κέρδος του και δεν χορταί­νει η επιθυμία του. Στενοχωρείται με το χρυσάφι που έχει στην οικία του, διότι κείτεται αργό και ά­πρακτο. Μιμείται τους γεωργούς, που σπείρουν ευ­θύς από τους σωρούς του θερισμού΄ έλαβε, έδωσε. Δεν δίνει άνεση στον ταλαίπωρο χρυσό, άλλα τον μεταφέρει από χέρια σε χέρια. Βλέπεις λοιπόν τον πλούσιο να είναι με πολύ χρυσάφι, πολλές φορές χωρίς να έχει ούτε ένα νόμισμα στο σπίτι του, αλ­λά οι ελπίδες του είναι στα χαρτιά, στις ομολογίες η κατάσταση, χωρίς να έχει τίποτα και όλα τα κα­τέχει, περιερχόμενος στην ζωή αντιθέτως προς το αποστολικό γράμμα (Ματθ. 5, 42, Λουκ. 6, 30), δί­δοντας τα πάντα σ’ αυτούς που του ζητούν όχι από φιλάνθρωπη διάθεση, αλλά από φιλάργυρο τρόπο. Διότι προτιμά την πρόσκαιρη στέρηση, για να επα­νέλθει σαν δούλος κατάκοπος ο χρυσός, αφού ερ­γασθεί με τους μισθούς του. Βλέπεις πως η ελπίδα του μέλλοντος αδειάζει την οικία, και κάνει τον πο­λύχρυσο πρόσκαιρα ακτήμονα;
Στους υλόφρονες είναι πιο αξιόπιστο το χαρτί από το Ευαγγέλιο

Και ποιά είναι η αιτία αυτού του πράγματος; Η γραφή στο χαρτί, το ομόλογο αυτού που βρέθηκε στην ανάγκη: «Θα τα δώσω με την εργασία, θα τα πληρώσω μα­ζί με τον τόκο». Επειτα, παρακαλώ, ο μεν χρεώ­στης, ενώ είναι άπορος εξ αιτίας του χαρτιού, είναι αξιόπιστος, ο δε Θεός, ενώ είναι πλούσιος και υπό­σχεται, δεν γίνεται πιστευτός. «Δώσε και εγώ θα σου το επιστρέψω» (Λουκ. 6, 38)΄ το φωνάζει αφού το έγραψε στα Ευαγγέλια, σε δημόσιο συμφωνητι­κό της οικουμένης, το οποίον έγραψαν οι τέσσαρες Ευαγγελιστές, αντί ένας συμβολαιογράφος, του ο­ποίου (συμφωνητικού) μάρτυρες είμαστε όλοι οι χριστιανοί από τα χρόνια της σωτηρίας.
Ιδιοκτήτης των πάντων είναι ο Θεός

Εχεις υ­ποθήκη τον Παράδεισο, ενέχυρο αξιόπιστο. Εάν όμως και εδώ ζητείς, όλος ο κόσμος είναι κτήμα του ευγνώμονος χρεώστη σου. Εξέτασε με σοφία την ευπορία εκείνου που ζητεί την εργασία, και θα βρεις τον πλούτο. Κάθε χώρα χρυ­σοφόρος είναι κτήμα του χρεώστη σου, κάθε μέταλλο -ασήμι και χαλκός και τα άλλα υλικά- εί­ναι μέρος της κυριαρχίας εκείνου. Ατένισε τον με­γάλο ουρανό, μελέτησε την άπειρη θάλασσα, ερεύ­νησε το πλάτος της γης, μέτρησε τα ζώα που τρέ­φονται επάνω της. Τα πάντα είναι δούλοι και κτή­ματα εκείνου που συ καταφρονείς ως άπορο. Βάλε μυαλό, άνθρωπε, να μη καθυβρίζεις τον Θεό, ούτε να τον θεωρείς ατιμώτερο από τους τραπεζίτες, που, όταν σου εγγυηθούν, χωρίς αμφιβολία τους πι­στεύεις. Δώσε σε εγγυητή που δεν πεθαίνει, πίστευσε σε ένα συμφωνητικό που δεν κλέβεται, ούτε σχί­ζεται. Να μη ερωτήσεις τι εργασία κάνει, αλλά δώσε την ευεργεσία χωρίς δόλο (Παροιμ. 19, 17), και θα ιδείς τον Θεό να σου αποδίδει την χάρη με προσθή­κη.
Ο Θεός χαρίζει πολλαπλασίως τα αγαθά του στους πιστούς

Αν όμως ο λόγος ξενίζει την ακοή σου ως παράδοξος, έχω πρόχειρη την μαρτυρία ότι ο Θε­ός σ’ αυτούς που ευσεβώς δαπανούν και ευεργετούν αποδίδει την αμοιβή πολλαπλασίως. Διότι όταν ο Πέτρος τον ερώτησε και του είπε΄ «ιδού ε­μείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε΄ τί ά­ραγε να δοθεί για μας ως αμοιβή;», «Αλήθεια σας λέγω», του λέγει, «ο καθένας που άφησε οικίες ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή τέκνα ή αγρούς, θα λάβει εκατό φορές περισσότε­ρα, και αιώνιο ζωή θα κληρονομήσει» (Ματθ. 19, 27 και 29).

Βλέπεις την γενναιοδωρία; Βλέπεις την αγαθότητα; Ο υπερβολικά αναίσχυντος δανειστής κουράζεται, για να διπλασιάσει το κεφάλαιό του, ο Θεός όμως εκουσίως δίδει το εκατονταπλάσιο σ’ αυτόν που δεν στενοχωρεί τον αδελφό του.
Πίστευσε λοιπόν στον Θεό, που σε συμβουλεύει, και θα λάβεις τόκους όχι αμαρτωλούς. Γιατί με αμαρτωλές μέριμνες λειώνεις τον εαυτόν σου μετρώντας τις ημέρες, τους μήνες αριθμώντας, το κεφάλαιο σκεπτό­μενος, ονειροπολώντας τις αυξήσεις, φοβούμενος την προθεσμία, μήπως έλθει άκαρπη, όπως το θέ­ρος χτυπημένο από το χαλάζι;
Το άγχος και η αγωνία του τοκιστή

Παρατηρεί με προσοχή ο δανειστής του χρεώστη τις πράξεις, τις απουσίες, τις κινήσεις, τα ταξίδια, τις εμ­πορίες. Και αν έλθει κάποια δυσά­ρεστη είδηση, ότι ο δείνα έπεσε στα χέρια των λη­στών, ή από κάποια περίσταση η ευπορία του έγινε φτώχεια, κάθεται με δεμένα τα χέρια, στενάζει συνεχώς, συχνά κρυφοκλαίει, ξεδιπλώνει το χρεωστι­κό, θρηνεί τον χρυσό μέσα στα γράμματα, βγάζον­τας το συμβόλαιο σαν το ρούχο του παιδιού του που επέθανε΄ και από εκείνο το γεγονός ο πόνος γί­νεται εντονότερος. Κι αν το δάνειο είναι ναυτικό, κάθεται στους αιγιαλούς, ενδιαφέρεται για τις κινή­σεις των ανέμων, συνεχώς ερωτά εκείνους που φθά­νουν μήπως ακούσθηκε κάπου για ναυάγιο, μήπως κάπου πλέοντας εκινδύνευσαν. Θλίβεται η ψυχή του όταν ιδεί την θάλασσα να αγριεύει, βλέπει ό­νειρα, βλέπει φαντάσματα η ψυχή του από τα υπό­λοιπα της καθημερινής φροντίδος. Προς αυτόν λοι­πόν πρέπει να πούμε: «Σταμάτησε, άνθρωπε, από την επικίνδυνη μέριμνα, σταμάτησε από την προσ­δοκία που σε λειώνει, μη καταστρέψεις το κεφά­λαιο επιζητώντας τόκους για τον εαυτόν σου. Ζη­τείς από τον φτωχό εισοδήματα και αυξήσεις του πλούτου σου κάνοντας κάτι παρόμοιο όπως εάν ή­θελε κανείς από χωράφι που από την ξηρασία και τον καύσωνα εξεράθηκε να πάρει θημωνιές σιτα­ριού, ή πλήθος σταφυλιών από αμπέλι μετά την χαλαζόπτωση, ή να γεννηθούν παιδιά από στείρα κοι­λιά, ή γάλα από γυναίκες που δεν εγέννησαν». Κανείς δεν επιχειρεί τα παρά φύσιν και αδύνατα, διότι με το να μην κατορθώνει τίποτε γίνεται και καταγέλαστος.
Τα αδύνατα στους ανθρώπους είναι δυνατά στον Θεό

Μόνος παντοδύναμος είναι ο Θεός, ο οποίος από τα αδύνατα ευρίσκει τις διεξόδους και δημιουργεί αυτά που είναι πάνω από την ελπίδα και προσδοκία, τώρα μεν διατάσσοντας η πέτρα να βγάλει νερό, έπειτα δε βρέχοντας από τον ουρανό άρτο ασυνήθιστο και παράδοξο, και πάλιν γλυκαίνοντας το πικρό νερό της Μερράν με την επαφή του ξύλου (Εξόδ. 17, 16΄ 16, 15΄ 15, 25), και πάλιν κάνοντας γόνιμη την κοιλιά της Ελισάβετ (Λουκ. 1, 5-25), και δίνοντας τον Σαμουήλ στην Αννα, και στην Μαρία τον πρωτότοκο (και μονογενή) «εν παρθε­νία» (Λουκ. 1, 26-38 και 2, 7). Αυτά είναι έργα μό­νον του παντοδύναμου χεριού.
Το δάνειο είναι ευπρόσωπη αίτηση ελεημοσύνης

Εσύ όμως από τον χαλκό και τον χρυσό, που είναι άγονες ύλες, να μη ζητείς τόκο, μήτε να εκ­βιάζεις τους πτωχούς και να συμπεριφέρεσαι όπως οι πλούσιοι, μήτε να δίνεις παραπάνω σ’ αυτόν που ζητεί το δάνειο. Ή, λοιπόν, δεν γνωρίζεις ότι η ανάγκη δανείου είναι ευπρόσωπη αίτηση  ελεημοσύνης;
Γι’ αυτό και ο (Μωσαϊκός) νόμος, δη­λαδή το εισαγωγικό γράμμα της πίστεως, παντού α­παγορεύει τον τόκο: «εάν δανείσεις χρήματα στον αδελφό σου, δεν θα είσαι καταπιεστικός» (Εξόδ. 22, 24).

Και η χάρη του Ευαγγελίου, που πλεονάζει την πηγή της αγαθότητας, νομοθετεί την διαγραφή των οφειλών΄ εδώ γίνεται ελεήμων και λέγει: «και αν δανείζετε σε αυτούς που ελπίζετε να πάρετε πί­σω τα δανεισθέντα» (Λουκ. 6, 34)΄ και αλλού στην παραβολή τιμωρώντας πικρά τον σκληρό δούλο, ο οποίος δεν ελυπήθηκε τον σύνδουλό του, που τον επροσκύνησε, ούτε του εχάρισε το μηδαμινό χρέος των εκατό δηναρίων, αυτός όμως έλαβε την συγχώ­ρηση για τα μύρια τάλαντα (Ματθ. 18, 23-35).
Ο δε Σωτήρας μας και ο διδάσκαλος της ευσεβείας και προσευχής, τύπο απλό εισηγούμενος στους μαθη­τές του, ένα και μοναδικό έβαλε στα λόγια της ικε­σίας, τούτο δε μάλιστα πρέπει και είναι αρκετό πρώτα να παρακαλέσουμε τον Θεό: «και άφησέ μας τις οφειλές μας, καθώς και εμείς αφήσαμε στους ο­φειλέτες μας» (Ματθ. 6, 12). Πώς λοιπόν θα προσευχηθείς συ, ο τοκοφλύφος; Με ποιά συνείδηση θα ζητήσεις από τον Θεό αγαθό αίτημα συ, που πάντοτε παίρνεις και δεν έμαθες να δίνεις; Ή δεν γνωρίζεις ότι η προσευχή σου είναι υπόμνηση της μισανθρωπίας σου; Τι πράγμα εσυγχώρησες και ζητείς συγγνώμη;
Ελεημοσύνη δεν θεωρείται αυτή που προέρχεται από τις συμφορές των αδικουμένων

Ποιόν ελέησες, και καλείς τον ελεήμονα; Κι αν όμως κά­ποτε δώσεις ελεημοσύνη, από πού την δίνεις; Δεν την δίνεις από την πικρή σου και μισάνθρωπο φορολογία; Δεν είναι γεμάτη από τα δάκρυα και τους στεναγμούς των ξένων συμφορών;

Εάν εγνώριζε ο πτωχός από που του δίνεις την ελεημοσύνη, δεν θα εδέχετο, διότι θα ήτο σαν να επρόκειτο να γευθεί σάρκες αδελφικές και αίμα των δικών του, και θα σου έλε­γε ένα λόγο γεμάτο από συνετή παρρησία: «Μη με θρέψεις, άνθρωπε, από αδελφικά δάκρυα, μη δώσεις άρτο στον πτωχό που γίνεται από τον στεναγμό των συμπτωχών μου. Να το επιστρέψεις προς τον όμοιό μου αυτό που άδικα επήρες, και εγώ θα ομο­λογήσω την χάρη».
«Εάν δεν υπήρ­χε το πλήθος των τοκιστών, δεν θα υπήρχε το πλήθος των πεινασμένων». Το ωραιότερο κείμενο

Τί ωφελείς όταν κάνεις πολ­λούς πτωχούς, και ικανοποιείς έναν; Εάν δεν υπήρ­χε το πλήθος των τοκιστών, δεν θα υπήρχε το πλή­θος των πεινασμένων. Διάλυσε την συμμορία σου, και όλοι θα αποκτήσουμε την αυτάρκεια. Ολοι κατηγορούν τους τοκιστές, και δεν θεραπεύεται το κακό α­πό τον νόμο, τους προφήτες και τους Ευαγγελιστές. Οπως λοιπόν λέγει ο θεσπέσιος Αμώς: «ακούσατε, σεις που συντρίβετε το πρωΐ τον πτωχό και καταδυ­ναστεύετε τους πτωχούς επάνω στην γη, εσείς που λέγετε πότε θα περάσει ο μήνας, και να κάνουμε νέα συναλλαγή» (Αμώς 8, 4 εξ). Διότι ούτε οι πατέ­ρες τόσον χαίρονται όταν γεννώνται τα παιδιά τους, όσον χαίρονται οι τοκιστές όταν συμπληρώ­νονται οι μήνες.
Ειρωνεία του αγίου κατά των τοκιστών

Καλούν δε την αμαρτία με σεμνά ονόματα, ως φιλάνθρωπο, θηρεύοντας το άδικο κέρδος για τον εαυτόν τους, κατά μίμηση των Ελλήνων, που αποκαλούν μερικές δαίμονες που είναι μισάνθρωπες και φονικές, αντί της α­ληθινής ονομασίας, Ευμενίδες. Είναι φιλάνθρωπος βέβαια! Διότι η καταβολή του τόκου δεν καταστρέ­φει οικίες, δαπανώντας τα πλούτη, κάνοντας τους εύπορους να ζουν χειρότερα από τους δούλους, που τέρπει για λίγο στην αρχή, οδηγώντας την κατοπι­νή ζωή σε πικρία!..

Πως παρομοιάζεται η απάτη των τοκογλύφων

Οπως δηλαδή τα πτηνά που θέ­λουν να πιάσουν οι κυνηγοί χαίρονται όταν τους ρίπτουν σπόρους, και τους αρέσει και συνηθίζουν να πηγαίνουν σ’ εκείνα τα μέρη που άφθονη γι’ αυ­τά είναι η τροφή, ύστερα δε από λίγο, αφού πιασθούν με τις παγίδες, πεθαίνουν΄ έτσι και αυτοί που παίρνουν δάνεια με τόκους, αφού ευπορήσουν για λίγο χρόνο, ύστερα χάνουν και αυτό το πατρικό τους σπίτι.
Και η ευσπλαγχνία εντοπίζεται από τις ψυχές των μιαρών και φιλαργύρων, και βλέποντας την ιδία οικία του οφειλέτη τους να ε­κτίθεται προς πώληση δεν συγκινούνται, αλλά βιά­ζουν περισσότερο την πώληση, ώστε, αφού λάβουν το ταχύτερο τα χρήματά τους, άλλον ταλαίπωρο να δεσμεύσουν με τον δανεισμό τους, όπως με τους σπουδαίους και άπληστους κυνηγούς, οι οποίοι, αφού κυκλώσουν με τα δίκτυά τους μια κοιλάδα, και αφού συλλάβουν όλα τα ζώα που ζουν εκεί, μεταφέ­ρουν τους πασσάλους στο γειτονικό φαράγγι, και απ’ αυτό σε άλλο, και μέχρι τόσο, έως ότου τα όρη κενωθούν από τα θηράματα. Με ποιους λοιπόν ο­φθαλμούς συ, ο τέτοιος άνθρωπος (παλιάνθρωπος), κοιτάζεις στον ουρανό; Και πώς ζητείς άφεση α­μαρτίας; Ή ίσως από αναισθησία και τούτο λέγεις προσευχόμενος, αυτό που εδίδαξε ο Σωτήρας, «συγχώρησέ μας τα οφειλήματά μας, καθώς και ημείς εσυγχωρήσαμεν τους οφειλέτες μας» (Ματθ. 6, 12);

Που καταλήγουν τα θύματα των τοκογλύφων

Ω, πόσοι εξ αιτίας του τόκου εκρεμάσθησαν και επνίγησαν στα ποτάμια και έκριναν τον θάνατο ελα­φρότερο από τον δανειστή, και άφησαν παιδιά ορ­φανά με κακή μητρυιά την πενία! Και οι καλοί τοκογλύφοι ούτε τότε λυπούνται το έρημο το σπίτι, αλλά σύρουν στους κληρονό­μους το σχοινί της θηλειάς, και απαιτούν χρήματα απ’ αυτούς που ζουν από τους εράνους.

Οι τοκογλύφοι μεταθέτουν την ευθύνη τους στην ειμαρμένη

Και όταν υ­βρίζονται, όπως είναι φυσικό, για τον θάνατο του χρεώστη τους και κάποιοι για να τους λυγίσουν υ­πενθυμίζουν την θηλειά, ούτε κρύβονται από εντροπή για το δράμα, ούτε συγκινούνται στην ψυχή, και από σκληρή διάθεση λέγουν λόγια αναιδή: Και είναι τούτο το αδίκημα των ιδικών μας ηθών, εάν ο κακότυχος και αχάριστος εκείνος, επειδή έτυχε να έχει μια ανάποδη γέννηση κάτω από την ανάγκη της ειμαρμένης (μοίρας) οδηγήθηκε σε βίαιο θάνατο; Αλήθεια, φιλοσοφούν και οι τοκογλύφοι, και γίνον­ται μαθητές των μάγων Αιγυπτίων όταν βρεθούν στην ανάγκη να απολογηθούν για τις βρώμικες πράξεις τους και τους φόνους.

Αυτά δεν τα δέχεται ο άγιος πατήρ, αλλά απαντά στην διαστροφική τους διάνοια

Πρέπει λοιπόν να πούμε σ’ έναν απ’ αυτούς: «Συ είσαι η ανάποδη γέννηση, συ είσαι η κακή ανάγκη των αστέρων, διότι εάν του είχες ανακουφίσει την φροντίδα και του είχες αφήσει ένα μέρος του χρέους του, ένα μέ­ρος παίρνοντας με άνεση, δεν θα εμισούσε την βα­σανισμένη ζωή, ούτε θα εγένετο δήμιος του εαυτού του».

Πώς θα αντιμετωπίσουν οι τοκογλύφοι τον Κύριο;

Αραγε με ποιά μάτια στον καιρό της αναστά­σεως θα ιδείς αυτόν που εσκότωσες; Διότι και οι δύο θα έλθετε εμπρός στο βήμα του Χριστού, όπου δεν ψηφίζονται οι τόκοι, αλλά οι βίοι κρίνονται. Και τί θα απαντήσεις όταν θα κατηγορείσαι στον αδέκαστο κριτή, ό­ταν σου λέγει: «Είχες τον νόμο, τους προφήτες, τα ευαγγελικά παραγγέλματα. Ακουες όλα μαζί να φωνάζουν με μια φωνή για την αγάπη, την φιλαν­θρωπία». Οι μεν έλεγαν΄ «δεν θα δανείσεις με τόκο τον αδελφό σου» (Δευτ. 23, 20), οι δε άλλοι΄ «δεν έ­δωσε τα χρήματά του με τόκο» (Ψαλμ. 14, 5), οι άλ­λοι΄ «εάν δανείσεις τον αδελφό σου, δεν θα είσαι καταπιεστικός» (Εξόδ. 22, 25).
Και ο Ματθαίος με παραβολές έλεγε δυνατά απαγγέλλοντας τον δεσπο­τικό λόγο: «»Δούλε πονηρέ, όλη την οφειλή εκείνη σου την εχάρισα, επειδή με παρακάλεσες΄ δεν έ­πρεπε και συ να ελεήσεις τον σύνδουλό σου, όπως και εγώ σε ελέησα;».
Και αφού οργίσθηκε ο κύ­ριος, τον παρέδωσε στους βασανιστές, έως ότου ε­πιστρέψει όλη την οφειλή του» (Ματθ. 18, 32-34). Τότε θα σε καταλάβει η ανώφελη μεταμέλεια (αυτή είναι η κόλαση, να μη μπορεί να μετανοήσει κανείς, λόγω της υπερηφανείας. Απεναντίας η ταπείνωση με την μετάνοια είναι ο Παράδεισος) και βαρύς στεναγμός και κόλαση ανηλεής. Καθόλου δεν θα σε βοηθήσει το χρυσάφι, ούτε το ασήμι θα σε προστατεύσει, και η είσπραξη των τόκων είναι πικρότερη από την χολή. Αυτά δεν είναι λόγια που φοβίζουν, αλλά πράγματα αληθινά, που διαβεβαιώ­νουν το δικαστήριο προτού το δοκιμάσουμε, και εί­ναι καλό να τα διαφυλάξει ο φρόνιμος και όποιος προνοεί για το μέλλον.

Το πάθημα ενός τοκογλύφου

Και για να ωφελήσω κάτι τους ακροατές μου μεταξύ των κριμάτων του Θεού, αφού σας διηγηθώ κάτι που συνέβη στα δικά μας χρόνια, ακούσατε τον λόγο, και ίσως πολλοί την υπόθεση ως γνωστή θα την καταλάβετε.
Ήταν  κάποιος  άνδρας  σ’ αυτή την πόλη (δεν θα πω το όνομά του, επιφυλασσόμενος, για να μη γελοιοποιή­σω ονομαστικώς τον νεκρό), που είχε τέχνη τα δανείσματα και το εισόδημα από τους μιαρούς τό­κους. Επειδή είχε καταληφθεί από το πάθος της φι­λαργυρίας, ήταν τσιγκούνης και για τις δικές του ανάγκες (διότι τέτοιοι είναι οι φιλάργυροι), δεν παρέθετε τραπέζι απαραίτητο, ένα ρούχο συνέχεια, χωρίς να αλλάζει ρούχο (σπανίως) ή ανάλογα με την ανάγκη του, χωρίς να παρέχει στα παιδιά του την αναγκαία διατροφή΄ το λουτρό δεν το επεσκέπτετο, από τον φόβο του εισιτηρίου και των τριών οβολών, και επινοούσε κάθε τρόπο από που να πληθύνει το ποσό των χρημάτων΄ ούτε όμως ενόμιζε κανέναν αξιόπιστον φύλακα του ταμείου του, ούτε το τέκνο του, ούτε τον δούλο του, ούτε τον τρα­πεζίτη, ούτε το κλειδί, ούτε και την σφραγίδα, και το χρυσάφι το έβαζε στις τρύπες των τοίχων, και ε­παλείφοντας αυτά απέξω με τον πηλό είχε τον θη­σαυρό του άγνωστο σε όλους, αλλάζοντας τόπους από τόπους και τοίχους από τοίχους, και εσοφιζόταν με μεγάλη επινοητικότητα να διαφεύγει την προσοχή όλων.

Εφυγε από την ζωή ξαφνικά, χω­ρίς να αποκαλύψει σε κανέναν που ο χρυσός είχε ταφεί. Ετάφη λοιπόν και εκείνος, κερδίζοντας μό­νον την απόκρυψη του χρυσού, τα δε παιδιά του με την ελπίδα ότι θα είναι οι λαμπρότεροι στην πόλη από πλούτο, ερευνούσαν παντού, ερωτούσε ο ένας τον άλλο, ανέκριναν τους δούλους, έσκαβαν τα εδάφη των οικιών, τους τοίχους ετρυπούσαν, τα σπίτια των γειτόνων και των γνωρίμων εξέταζαν με λεπτο­μέρεια, και αφού κάθε λίθο, όπως λέγει ο λόγος, εκίνησαν, δεν ευρήκαν ούτε οβολό, ακόμη δε διά­γουν ζωή χωρίς οικογένεια, ανέστιοι, φτωχοί, δί­νοντας πολλές κατάρες καθημερινώς στην ανοησία του πατέρα. Ο μέν λοιπόν φίλος σας και σύντροφος, τοκιστές, τέτοιος είναι. Αφού κατέστρεψε την ζωή του επάξια με τον τρόπο του ως ανεμοσκορπιστής χρη­ματιστής, εμόχθησε με πόνους και με πείνα, και εμάζευσε κληρονομιά για τον εαυτόν μεν την αιώνια κόλαση, για τους δικούς του δε την φτώχεια. Και ε­σείς δεν γνωρίζετε για ποιόν συναθροίζετε ή μο­χθείτε΄ πολλές οι περιστάσεις, οι συκοφάντες πάμ­πολλοι, οι κακοποιοί ενεδρεύουν, και ληστές ενο­χλούν γη και θάλασσα.

Η σκληρότητα και η αμετανοησία των τοκογλύφων

Προσέχετε, μήπως και τις αμαρτίες κερδίσετε, και τον χρυσό δεν κρατήσετε. «Ενοχλητικός μας είναι αυτός», λέγουν (γιατί γνωρίζω τους γογγυσμούς μέσα στα δόντια σας), «και συνεχώς υποστηρίζοντας αυτά από το βήμα κάνει κακό σ’ αυτούς που ευεργετούνται και έχουν ανάγκη. Ιδού λοιπόν δεν δίνουμε πλέον δανεικά, και πώς θα ζήσουν αυτοί που βρίσκονται σε ανάγ­κη;».Οι λόγοι τους είναι άξιοι των πραγμάτων, αρμόζοντας η αντίρρηση στους σκοτισμένους από το σκότος των χρημάτων΄ διότι ούτε το κριτήριο της διανοίας έχουν ισχυρό, ώστε να εννοούν τα λεγόμε­να, και να ακούουν τα αντίθετα από τις συμβουλές αυτών που τους νουθετούν. Ετσι υπογογγύζοντας απειλούν να κλείσουν την θύρα σ’ αυτούς που έ­χουν ανάγκη, καθώς εγώ τάχα λέγω ότι δεν πρέπει να δανείζουν.

Να δίνουμε δωρεάν και να δανείζουμε χωρίς τόκο

Εγώ δε διακηρύττω και παραγγέλλω κατά πρώτον βέβαια το να δίνουν δωρεάν. Επειτα προτρέπω και το να δανείζουν (διότι το δάνεισμα είναι δεύτερο είδος δωρεάς), και να κάνουν τούτο όχι με τόκους ούτε με αυξήσεις (Λουκ. 6, 35), αλ­λά καθώς ο θειος λόγος παραγγέλλει σε μας΄ διότι είναι επίσης ένοχος τιμωρίας και αυτός που δεν δα­νείζει και αυτός που δίνει με τόκο, επειδή στον μεν έναν αποδίδεται η μισανθρωπία, στον δε άλλον η εμπορία. Αυτοί δε που πηγαίνουν στο αντίθετο ά­κρο υπόσχονται ότι θα σταματήσουν παντελώς να δίδουν. Είναι δε αυτό αισχρή εναντίωση, μανιώδης φιλονεικία προς το δίκαιο, μάχη και πόλεμος κατά του Θεού. Διότι, «ή δεν θα δώσω», λέγει, «ή δανεί­ζοντας θα κάνω συναλλαγή με τόκο». Λοιπόν προς μεν τους τοκογλύφους αρκετά ο λόγος αγωνίσθηκε, και ικανοποιητικώς αναλύθηκε, όπως στα δικαστήρια, και είθε να τους δώσει ο Θε­ός μετάνοια΄ προς αυτούς που απερίσκεπτα δανεί­ζονται και πιάνονται ριψοκίνδυνα στα αγκίστρια των τόκων δεν θα κάνω κανέναν λόγο, κρίνοντας ό­τι τους αρκεί η συμβουλή, την οποία ο θεσπέσιος πατέρας Βασίλειος διατύπωσε σοφά στο σύγγραμμά του, λέγοντας περισσότερα σ’ αυτούς που απερί­σκεπτα δανείζονται, παρά σ’ αυτούς που δανείζουν πλεονεκτικώς.

ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΜΑΣ. ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ (στό μονοτονικό)

To σπέρμα τού Όφεως
Μία από τις πρώτες προφητείες τής Αγίας Γραφής, αναφέρεται στην έχθρα που θα είχε ο Σατανάς και το ΄΄σπέρμα΄΄ του, με την Εκκλησία και το ΄΄σπέρμα΄΄ της. Πρόκειται για τα λόγια που είπε ο Θεός στον ΄΄όφη΄΄, (το Διάβολο σύμφωνα με την Αποκάλυψη 20/κ΄ 2), μετά την αμαρτία τών πρωτοπλάστων: ΄΄Και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και τής γυναικός, και αναμέσον τού σπέρματός σου, και τού σπέρματος αυτής. Αυτό, θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού΄΄. (Γένεσις 3/γ΄ 15).
Όπως ακριβώς η Εκκλησία θα είχε σπέρμα, έτσι και ο Όφης (ο Διάβολος), θα είχε κι αυτός το δικό του σπέρμα, σε συνεχή πάλη κατά τής Εκκλησίας. Και όπως η Εκκλησία τού Ισραήλ θα γεννούσε τον Χριστό, έτσι και ο Όφις, θα έφερνε σε ύπαρξη τον Αντίχριστο.
Ο απόστολος Παύλος, μας δίνει το κλειδί για να το κατανοήσουμε αυτό, καθώς μας εξηγεί ότι οι προφητείες που μιλούσαν για κάποιο ΄΄σπέρμα΄΄, μιλούσαν κυρίως για τον Ιησού Χριστό, ενώ όλοι οι υπόλοιποι που θα αναφέρονταν ως ΄΄σπέρμα τού Αβραάμ΄΄, θα γίνονταν σπέρμα του κατ’ επέκτασιν, λόγω τής πίστεώς τους στον Ιησού Χριστό: ΄΄τω δε Αβραάμ ερρέθησαν αι επαγγελίαι και τω σπέρματι αυτού. ου λέγει: «και τοις σπέμασιν» ως επί πολλών, αλλ’ ως επ’ ενός: «και τω σπέρματί σου», ος εστιν Χριστός …πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού. Ει δε υμείς Χριστού, άρα τού Αβραάμ σπέρμα εστε…΄΄ (Γαλάτας 3/γ΄ 16,28,29).
Περί τού Ιησού Χριστού μιλάει η Αγία Γραφή στον ενικό για ένα σπέρμα, και παρ’ όλα αυτά πολλοί είναι αυτοί που γίνονται σπέρμα τού Αβραάμ, ενδυόμενοι το Χριστό. Κατά τον ίδιο τρόπο, όταν η Αγία Γραφή μιλάει στη Γένεση για το ΄΄σπέρμα τού Όφεως΄΄, μιλάει στον Ενικό, ΄΄ως περί ενός σπέρματος΄΄, ο οποίος είναι ο Αντίχριστος, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Και κατά τον ίδιο τρόπο, όπως αυτοί που έχουν το ΄΄Πνεύμα τού Χριστού΄΄ γίνονται ΄΄σπέρμα τού Αβραάμ΄΄, αυτοί που έχουν το πνεύμα τού Αντιχρίστου, γίνονται ΄΄σπέρμα τού Όφεως΄΄. Οι μεν ντύνονται το Χριστό, οι δε τον Αντίχριστο. (Ρωμαίους 8/η΄ 9. Εφεσίους 2/β΄ 2).
Επίσης, κατά τον ίδιο τρόπο που οι Χριστιανοί προσπαθούν να ομοιάσουν στο Χριστό, έτσι και τα σπέρματα τού Όφεως, μοιάζουν με τον Δράκοντα, τον Σατανά. ΄Ετσι, στην Αποκάλυψη 12/ιβ΄ 3, και 13/ιγ΄ 1, παρατηρούμε ότι ο Δράκων – Σατανάς, έχει όμοια χαρακτηριστικά με το Θηρίο – Αντίχριστο. Έχουν (προφητικά) 7 κεφάλια και 10 κέρατα.

Δαν: Όφις, Δράκων και Λέων
Ο Ησαϊας, αφού στην αρχή τού 14/ιδ΄ κεφαλαίου μας μιλάει για τον Αντίχριστο ως ομοίωση τού Σατανά, λέει στο 29: ΄΄Μη χαίρε Παλαιστίνη πάσα διότι συνετρίφθει η ράβδος τού πατάξαντός σε. Επειδή εκ τής ρίζης τού όφεως, θέλει εξέλθει βασιλίσκος, και ο καρπός αυτού, φλογερός πετώμενος όφις΄΄.
΄΄Φίδι΄΄ όμως, αναφέρεται από τον Ιακώβ προφητικά και η φυλή τού Δαν, συνδέοντάς την με διάφορες άλλες προφητείες: Με το ότι από τη φυλή αυτή θα εξέλθει ηγέτης, (΄΄κριτής΄΄), με το΄΄δάγκωμα τής φτέρνας΄΄, κάτι που είχε προειδοποιήσει ο Θεός στην Εδέμ, με την πτώση τού ΄΄αναβάτη΄΄ ΄΄προς τα οπίσω΄΄, δηλαδή το αντίθετο τής ευθείας οδού, και τέλος με την΄΄αναμονή τής ελεύσεως τού Κυρίου για σωτηρία΄΄.
Γένεση 49/μθ΄ 16,17: ΄΄Ο Δαν θα κρίνει τον λαό του ως μία από τις φυλές Ισραήλ. Θα είναι όφις επί τής οδού, ασπίς επί τής τρίβου, δάκνων τας πτέρνας τού ίππου, ώστε ο ιππεύς αυτού θέλει πίπτει εις τα οπίσω. Την σωτηρίαν σου περιέμεινα Κύριε΄΄.
Και ο Ιερεμίας όμως συνδέει το σπέρμα τού Όφεως με τη φυλή τού Δαν, κατά τον καιρό τού Αντιχρίστου, που θα υπόσχεται ΄΄ειρήνη και ασφάλεια΄΄. Εδώ δείχνει συγκεκαλυμένα και διφορούμενα την προέλευση τού Αντιχρίστου, χρησιμοποιώντας μάλιστα τις ίδιες λέξεις με την προφητεία τού Ησαϊα 14/ιδ΄ 29 που είδαμε πιο πάνω, για ΄΄ όφεις, βασιλίσκους΄΄.
Ιερεμίας 8/η΄ 15 – 17: ΄΄Επροσμείναμεν ειρήνην, αλλ’ ουδέν αγαθόν. Καιρόν θεραπείας, αλλ’ ιδού ταραχή. Το φρύαγμα τών ίππων αυτού, ηκούσθει από Δαν. Πάσα η γη εσείσθει από τού ήχου τού χρεμετισμού τών ρωμαλαίων (ίππων) αυτού. Διότι ήλθον, και κατέφαγον την γην, και το πλήρωμα αυτής. Την πόλιν, και τους κατοικούντας εν αυτή. Διότι, ιδού εγώ εξαποστέλλω προς εσάς όφεις, βασιλίσκους, οίτινες δεν θέλουσι γοητεύεσθαι, αλλά θέλουσι σας δαγκάνει, λέγει Κύριος΄΄.
Ας δούμε όμως και την προφητεία τού Ησαϊα 30/λ΄ 6, σύμφωνα με τη μετάφραση τών Εβδομήκοντα, (Ο΄): ΄΄…Εν τη θλίψει και τη στενοχωρία, λέων και σκύμνος λέοντος εκείθεν, και ασπίδες και έκγονα ασπίδων πετομένων, οι έφερον επί όνων και καμήλων τον πλούτον αυτών προς έθνος, ο ουκ ωφελήσει αυτούς΄΄.
Εδώ, μιλώντας για τον καιρό τής ΄΄μεγάλης θλίψεως΄΄ τού καιρού τού Αντιχρίστου, ο προφήτης συνδέει τα ΄΄φίδια΄΄ και τα σπέρματά τους τα ΄΄έκγονα ασπίδων΄΄ με τον ΄΄λέοντα΄΄ και το΄΄σκύμνο λέοντος΄΄, το σπέρμα του.
Αυτή η σύνδεση τών φιδιών με τα λιοντάρια, δεν είναι τυχαία. Πρόκειται για παραπομπή σε μια άλλη προφητεία για τη φυλή τού Δαν. Βρίσκεται στο Δευτερονόμιο 33/λγ΄ 22: ΄΄Ο Δαν σκύμνος λέοντος. Θέλει πηδήσει από Βασάν΄΄.
Γιατί όμως αναφέρεται ως λιοντάρι; Ας θυμηθούμε τα λόγια τής Αγίας Γραφής στο Α΄ Πέτρου 5/ε΄ 8, ότι ο Σατανάς, ΄΄ως λιοντάρι ζητά ποιον να καταπιεί΄΄. Ομοίως και το σπέρμα του, ο Αντίχριστος από τη φυλή τού Δαν, θα είναι όμοιος με αυτόν.
Υπάρχει όμως και άλλος λόγος που ο Αντίχριστος παρομοιάζεται με λιοντάρι. Θα μιμηθεί τον Ιησού Χριστό, και θα παρουσιαστεί ως ο υποσχεμένος Μεσσίας. Έτσι, αναφέρεται ως ΄΄λέων΄΄,όπως ο Ιησούς Χριστός, αναφέρεται ως ΄΄λέων από τη φυλή τού Ιούδα΄΄, στην προφητεία τού Ιακώβ, στη Γένεση 49/μθ΄ 9: ΄΄Σκύμνος λέοντος είναι ο Ιούδας. Εκ τού θηρεύματος υιέ μου ανέβης. Ανεπεσών εκοιμήθη ως λέων, και ως σκύμνος λέοντος…΄΄ (Δες και Αποκάλυψη 5/ε΄ 5).
Μια άλλη προφητεία που συνδέει τον ΄΄Λέοντα΄΄ με τον ΄΄Δράκοντα΄΄, είναι τού Ιεζεκιήλ 32/λβ΄ 2. Εκεί, ο Αντίχριστος εξεικονίζεται από τον Φαραώ: ΄΄…Ομοιώθης με σκύμνον λέοντος τών εθνών, και είσαι ως δράκων εν ταις θάλασσαις. Και εφώρμησας εις τους ποταμούς σου, και ετάραττες τα ύδατα με τους πόδας σου, και κατεπάτεις τους ποταμούς αυτών΄΄. Αν και εμφανίζεται ως ΄΄σκύμνος λέοντος΄΄, είναι ΄΄δράκων΄΄, όμοιος με τον πατέρα του τον ΄΄δράκοντα, το διάβολο΄΄. (Αποκάλυψη 20/κ΄ 2).
Ομοίως προφητεύει ο Ιεζεκιήλ και στο 29/κθ΄ 3 – 5: ΄΄…Ιδού εγώ…εναντίον σου Φαραώ βασιλεύ Αιγύπτου, μεγάλε δράκων, κοιτώμενε εν μέσω τών ποταμών αυτού…΄΄
Και ο Ησαϊας 27/κζ΄ 1, λέει: ΄΄…θέλει παιδεύσει ο Κύριος δια τής μαχαίρας αυτού τής σκληράς και μεγάλης και δυνατής, τον Λευιάθαν, τον σκολιόν όφιν, και θέλει αποκτείνει τον δράκοντα τον εν τη θαλάσση΄΄.
Ας δούμε και το χωρίο Ψαλμοί 74/οδ΄ 13,14: ΄΄Συ διεχώρησας δια τής δυνάμεώς σου την θάλασσαν. Συ συνέτριψας τας κεφαλάς τών Δρακόντων εν τοις ύδασι. Συ συνέτριψας τας κεφαλάς τού Λευιάθαν΄΄. Εδώ είναι ενδιαφέρον να θυμηθούμε, ότι στην Αποκάλυψη ο Δράκων και το Θηρίο, εμφανίζεται με πολλά κεφάλια!

Η αποστασία τής φυλής Δαν
Από τα παραπάνω λοιπόν, φαίνεται ότι σε όλη την ιστορία τού λαού τού Θεού, υπήρχε μία μάχη μεταξύ του λαού τού Θεού, και τού λαού τού Σατανά, οι οποίοι παρομοιάζονται με ΄΄όφεις΄΄, ή΄΄δράκοντες΄΄. Αυτοί οι άνθρωποι, όπως ο Φαραώ ή άλλοι εκάστοτε εχθροί τού τότε πιστού Ισραήλ, χρησιμοποιήθηκαν στις προφητείες τής Αγίας Γραφής, ως προσκιάσεις τού πραγματικού Αντιχρίστου, τού κατ’ εξοχήν ΄΄σπέρματος τού Όφεως΄΄, που θα προέλθει από τη φυλή Δαν.
Προφανώς, αυτός είναι και ο λόγος που η φυλη Δαν δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ τών σεσωσμένων φυλών τού Ισραήλ, στην Αποκάλυψη 7/ζ΄ 1 – 8. Εκεί, περιγράφεται το υπόλοιπο τών πιστών Ισραηλιτών τής εποχής τού Αντιχρίστου, που αριθμείται συμβολικά σε 144.000. Ο λόγος που παραλείπεται αυτή η φυλή, είναι προφανώς, ότι θα ακολουθήσουν εξ’ ολοκλήρου τον΄΄συμπατριώτη΄΄ τους Αντίχριστο, με αποτέλεσμα να μην αφήσουν επαρκές ΄΄υπόλοιπο΄΄ σεσωσμένων, όπως οι άλλες φυλές. Έτσι, δεν θεωρούνται ως ΄΄αληθώς Ισραηλίτες΄΄, αλλά αντί για σπέρμα τού Αβραάμ, θεωρούνται σπέρμα ΄΄τού διαβόλου΄΄. (Ρωμαίους 2/β΄ 29. Αποκάλυψις 3/γ΄ 9. Ιωάννης 8/η΄ 39 – 44).
Η πτώση τής φυλής τού Δαν, φαίνεται σε μία εσχατολογική προφητεία, στο Αμώς 8/η΄ 14: ΄΄οι ομνύοντες εις την αμαρτίαν τής Σαμαρείας, και οι λέγοντες: «Ζει ο Θεός σου Δαν»… θέλουσι πέσει, και δεν θέλουσι σηκωθεί πλέον΄΄.
Γιατί άραγε; Προφανώς επειδή ο Δαν τής προφητείας αυτής, δε λατρεύει τον αληθινό Θεό, αλλά έναν ψεύτικο, τον Αντίχριστο. Και είναι σημαντικό, ότι δεν αναφέρεται άλλη φυλή (ως φυλή) να συμμετέχει σ’ αυτή την πλάνη. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι ο Αντίχριστος θα αξιώσει να λατρεύεται ως Θεός. (Β΄ Θεσσαλονικείς 2/β΄ 4). Αυτόν θα δεχθεί η φυλή του στο σύνολό της, και δεν θα μείνει απ’ αυτήν υπόλοιπο.
Αλλά ως τότε, πολλοί πρόδρομοι τού Αντιχρίστου θα φανούν. ΄΄Παιδιά, τελευταία ώρα είναι. Και καθώς ακούσατε, ότι ο Αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί αντίχριστοι υπάρχουν… Αυτός είναι ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον Γιό και τον Πατέρα. Όποιος αρνείται τον Γιό, δεν έχει ούτε τον Πατέρα… Όποιος γεννήθηκε από τον Θεό, αμαρτία δεν κάνει, επειδή το σπέρμα του μένει σ’ αυτόν, και δεν μπορεί να αμαρτάνει, επειδή γεννήθηκε από το Θεό. Έτσι γνωρίζονται τα παιδιά τού Θεού και τα παιδιά τού Διαβόλου. Όποιος δεν ζει με δικαιοσύνη, δεν είναι από το Θεό. Ούτε όποιος δεν αγαπά τον αδελφό του΄΄. (Α΄ Ιωάννου 2/β΄ 18,22,23. 3/γ΄ 9,10).
N. M.

Ο τόκος κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, Καθηγητή Γεωργίου Μαντζαρίδη

Ο τόκος κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας

Η οικονομική ζωή του ανθρώπου κατέχει ουσιαστική θέση στην ορθόδοξη διδασκαλία. Και αυτό είναι φυσικό, εφόσον η οικονομία συνδέεται άμεσα με την κοινωνική και την ηθική ζωή του ανθρώπου. Ήδη η Καινή Διαθήκη περιέχει συχνές αναφορές σε θέματα οικονομικών σχέσεων και συναλλαγών των πιστών, όπως είναι η αλληλοβοήθεια, ο δανεισμός, η δημιουργία και μετάδοση του πλούτου ή ο τοκισμός.  Αλλά και η πατερική γραμματεία, όπως και η πρακτική ζωή της Εκκλησίας, παρέχουν πλούσιο υλικό για τα θέματα αυτά.

Ειδικότερα στην συνήθεια του τοκισμού αναφέρεται και ο ίδιος ο Χριστός στην γνωστή παραβολή των ταλάντων, χωρίς να φαίνεται ότι την καταδικάζει. Ο ίδιος όμως συστήνει στους πιστούς να δανείζουν όχι μόνο χωρίς τόκο, χωρίς δηλαδή την απαίτηση καταβολής μισθώματος για το ποσό που δάνεισαν, αλλά και χωρίς καν να περιμένουν την επιστροφή των δανεικών: «Καί εάν δανείζητε παρ’ών ελπίζεται απολαβείν, ποία υμίν χάρις εστί; Καί γάρ οι αμαρτωλοί αμαρτωλοίς δανείζουσιν ίνα απολάβωσι τα ίσα. Πλήν… δανείζετε μηδέν απελπίζοντες, καί έσται ο μισθός υμών πολύς, καί έσεσθε υιοί υψίστου».
Τον χωρίς τόκο δανεισμό απαιτούσε και η Παλαιά Διαθήκη, αλλά τον περιόριζε στους Ισραηλίτες: «Εάν γένηται εν σοί ενδεής εκ των αδελφών σου εν μιά των πόλεών σου… ου μή συσφίγξης τήν χειρά σου από του αδελφού σου του επιδεομένου. Ανοίγων ανοίξεις τας χείρας σου αυτώ και δάνειον δανιείς αυτώ όσον επιδέεται». Ο Ισραηλίτης δεν επιτρέπεται να δανείζει χρήματα ή οτιδήποτε άλλο με τόκο στον αδελφό του αλλά μόνο στον ξένο. Η αγάπη που έδειξε ο Θεός προς τον λαό του πρέπει να αντανακλάται και στις σχέσεις των πιστών μεταξύ τους.
Ενώ όμως η Παλαιά Διαθήκη, που περιόριζε την αγάπη στις σχέσεις των Εβραίων μεταξύ τους, περιόριζε και την απαγόρευση λήψεως τόκου στο πλαίσιο του λαού αυτού, η Καινή Διαθήκη, που επεκτείνει την αγάπη των Χριστιανών και προς τους εχθρούς, επεκτείνει και την απαγόρευση λήψεως τόκου από όλους γενικώς. Στο θέμα λοιπόν του τόκου η Παλαιά Διαθήκη διαφοροποιεί την ενδοηθική από την εξωηθική, ενώ η Καινή Διαθήκη καταργεί κάθε τέτοια διαφοροποίηση. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί συνάρτηση του τρόπου θεωρήσεως της αγάπης στις δύο περιοχές.
Βάση και προοπτική της χριστιανικής ζωής είναι η ανιδιοτελής αγάπη προς όλους. Βέβαια η αγάπη είναι έμφυτη στον άνθρωπο. Αυτή όμως περιορίζεται από το αίσθημα της ατομικής και της ομαδικής αυτοσυντηρήσεως, φαλκιδεύεται και γίνεται ιδιοτελής. Έτσι, εκτός από την αγάπη που πηγάζει από την φυσική συμπάθεια και τις συγγενικές σχέσεις , υπάρχει και η καθαρώς ιδιοτελής αγάπη που κατευθύνεται από το συμφέρον. Η τελευταία αυτή αγάπη διέπει τις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων και δεν έχει κάποια ιδιαίτερη αξία από την σκοπιά της χριστιανικής διδασκαλίας. Οι αμαρτωλοί δανείζουν στους ομοίους τους, για να πάρουν πίσω τα δανεικά τους.
Ο απεριόριστος και χωρίς την προσδοκία της ανταποδόσεως δανεισμός που διδάσκει ο Χριστός συμβαδίζει με την διδασκαλία του για απεριόριστη αγάπη που συμπεριλαμβάνει και τους εχθρούς, δηλαδή με την καθαρώς ανιδιοτελή αγάπη. Αυτή όμως, ενώ αποτελεί την βάση και την προοπτική της χριστιανικής ζωής, δεν διέπει την ζωή όλων των πιστών. Αρκετοί ίσως την επιδιώκουν, αλλά λίγοι την κατορθώνουν. Αυτό σημαίνει ότι και οι ευαγγελικές θέσεις για τον δανεισμό και  τον τόκο συχνά δεν τηρούνται ούτε βέβαια επιβάλλονται θεσμικά στην κοινωνική ζωή.
Ήδη στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ο Πλούταρχος συνέταξε ειδικές πραγματείες Περί του μη δανείζεσθαι. Χαρακτηριστική είναι και η ρήση του Μενάνδρου, «τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί». Όσοι δανείζονταν και δεν μπορούσαν να επιστρέψουν το δάνειο, γίνονταν δούλοι των δανειστών τους, ή αν είχαν στην εξουσία τους δούλους, επέστρεφαν αντί για χρήματα δούλους. Από την άλλη πάλι πλευρά ο τοκιστής, ενώ θα έπρεπε να συμπαρασταθεί στον φτωχό, με τον τοκισμό πολλαπλασιάζει την ένδειά του. Και όπως οι γεωργοί εύχονται να βρέχει, για να πολλαπλασιάζονται τα σπέρματά τους, έτσι και οι τοκιστές επιζητούν ανθρώπινες ένδειες και απορίες, για να αυξήσουν τα χρήματά τους.
Στην ορθόδοξη παράδοση εκτός  από τις σαφείς διακηρύξεις της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας υπάρχουν και κανονικές απαγορεύσεις τοκισμού ιδιαίτερα για τους ποιμένες της Εκκλησίας. Ο δέκατος έβδομος Κανόνας της πρώτης Οικουμενικής Συνόδου επιβάλλει την καθαίρεση στους κληρικούς που τοκίζουν. Ο τεσσαρακοστός τέταρτος Αποστολικός Κανόνας για την ίδια συμπεριφορά των κληρικών γράφει: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος τόκους απαιτών τούς δανειζομένους ή παυσάσθω ή καθαιρείσθω». Τα ίδια ορίζει και ο δέκατος Κανόνας της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Και άλλοι όμως ιεροί Κανόνες τοπικών Συνόδων απαγορεύουν τον τοκισμό στους κληρικούς, προσθέτοντας μάλιστα ότι αυτός είναι επιλήψιμος και για τους λαϊκούς, γιατί υπαγορεύεται από την μητέρα όλων των κακών, την απληστία.
Εξάλλου ο τοκισμός αποτελεί κώλυμα για την προσέλευση στην ιεροσύνη . Σύμφωνα με τον κανόνα του Μ. Βασιλείου, όποιος παίρνει τόκους δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός στην ιεροσύνη, παρά μόνο αν δεχθεί να μοιράσει το άδικο κέρδος του στους φτωχούς και να απαλλαγεί εφεξής από την νόσο της φιλοχρηματίας. Η πλεονεξία, που είναι ουσιαστικά μια μορφή ειδωλολατρίας, αποξενώνει τον άνθρωπο από τον Θεό και από τον πλησίον. Αυτό σημαίνει ότι είναι ασυμβίβαστη με την χριστιανική ιδιότητα.
Η πατερική παράδοση καυτηριάζει με σφοδρότητα τον τόκο και αποτρέπει από αυτόν όχι μόνο τους δανειοδότες αλλά και τους δανειολήπτες. Ορισμένοι μάλιστα Πατέρες της Εκκλησίας αφιέρωσαν ιδιαίτερες ομιλίες και έγραψαν επιστολές για το θέμα αυτό. Έτσι ο Μ. Βασίλειος αφορμώμενος από τον δέκατο τέταρτο ψαλμό της Παλαιάς Διαθήκης, όπου σκιαγραφείται ο θεοσεβής και δίκαιος άνθρωπος, αναπτύσσει ομιλία κατά τοκιζόντων. Ο δίκαιος άνθρωπος, λέει ο ψαλμωδός, δεν τοκίζει τα χρήματά του. Αλλά και όποιος δανείζεται με τόκο δεν ενεργεί συνετά, γιατί διακυβεύει την ελευθερία του, δεσμεύεται να καταβάλει τόκους, που όταν δεν μπορεί να τους εξοφλήσει επωμίζεται μόνος του ισόβια δουλειά. Ο Χριστιανός πρέπει να αντιμετωπίζει με αγάπη και ανοικτή καρδιά όσους του ζητούν δανεικά. Παράλληλα όμως οφείλει να διακρίνει τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων, γιατί πολλοί τις υπερβάλλουν και ζητούν δανεικά για να ζήσουν με τρυφηλότητα. Στους τελευταίους αυτούς δεν είναι σωστό να παρουσιάζεται κανείς γενναιόδωρος, γιατί τους βοηθάει στο κακό. Η γενναιοδωρία χρειάζεται για όσους υποφέρουν πραγματικά.
Οι τόκοι, επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος, είναι απάνθρωποι και αφύσικοι. Είναι απάνθρωποι, γιατί εμπορεύονται την ανθρώπινη δυστυχία. Είναι όμως και αφύσικοι, γιατί πουθενά στην φύση δεν υπάρχει το αντίστοιχό τους. Τα σπέρματα φυτρώνουν και αποδίδουν προσόδους με τον χρόνο. Και τα ζώα ωριμάζουν και αποδίδουν με τον χρόνο. Ο τόκος όμως αποδίδει από την πρώτη ημέρα. Τα ζώα που γεννοβολούν γρήγορα παύουν και γρήγορα να γεννούν. Τα χρήματα όμως, μολονότι αρχίζουν γρήγορα να περισσεύουν, μπορούν να έχουν ατελείωτα περισσεύματα. Καθετί που αυξάνεται , σταματάει την άυξησή του, όταν φτάσει στο φυσικό μέγεθος. Το χρήμα όμως των τοκιστών αυξάνει απεριόριστα με την πάροδο του χρόνου. Τα ζώα κληροδοτούν στους απογόνους τους την γονιμότητα και παύουν να γεννούν. Από τα χρήματα όμως των δανειστών και τα νεώτερα γεννούν και τα παλαιότερα νεάζουν. Ο τόκος λοιπόν είναι ένα αλλόκοτο θηρίο.
Όταν κάποτε έπεσε πείνα και ξηρασία στον τόπο του, ο Μ. Βασίλειος τόνισε την ανάγκη μετανοίας των πιστών, αναφέροντας ως κύριο αμάρτημα τον τόκο. «Εξάλειψον», λέει, «βαρυτάτων τόκων ομολογίαν, ίνα τέκη τά συνήθει η γή». Και προσθέτει:  Όταν ο χαλκός και ο χρυσός και τα άγονα (χρήματα) γεννούν «παρά φύσιν», η γή που γεννάει «κατά φύσιν» γίνεται στείρα και καταδικάζεται σε ακαρπία πρός τιμωρία αυτών που την κατοικούν. Σήμερα λέγεται από πολλούς ότι η ακατάσχετη κερδοσκοπία των ισχυρών καταστρέφει το περιβάλλον και η φύση μας εκδίδεται, αν και αυτό δεν κυριολεκτείται για την απρόσωπη φύση.
Οι επισημάνσεις του Μ. Βασιλείου που σημειώσαμε αποκτούν ιδιαίτερη επικαιρότητα στην εποχή μας, που κατευθύνεται από το πιο «αλλόκοτο θηρίο» της χρηματοοικονομίας. Η οικονομία αυτονομήθηκε. Το χρήμα δεν αντιμετωπίζεται από τους κερδοσκόπους ως μέσο παραγωγής αγαθών ή προσφοράς υπηρεσιών, αλλά θεωρείται ως αγαθό καθεαυτό. Γίνεται δηλαδή αυτοσκοπός, και συσσωρεύεται, χωρίς καν να εισάγεται στην πραγματική οικονομία. Δεδομένου μάλιστα ότι αυτό «πλαστικοποιείται» και «εξαϋλώνεται», μπορεί να συνάγεται ευκολότερα και να μετακινείται απεριόριστα. Το νεκρό αυτό χρήμα παράγει χρήματα, όπως η εργασία, και μάλιστα πολύ γρηγορότερα, πολύ ευκολότερα και πολύ περισσότερα από αυτήν. Έτσι διαμορφώνεται μία τερατώδης άκαρπη οικονομία, που φαλκιδεύει την πραγματική οικονομία, δημιουργεί στρεβλώσεις, παραμορφώνει την φυσική της πορεία και την κατευθύνει σε αδιέξοδο, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζει την εργασία και ευτελίζει τους εργαζόμενους.
Η αυστηρή κριτική του Μ. Βασιλείου δεν απευθύνεται μόνο προς τους τοκίζοντες χρήματα, αλλά και προς τους καταφεύγοντες στον τοκισμό. Όταν οι τελευταίοι παίρνουν τα χρήματα, χαίρονται και αλλάζουν τον τρόπο ζωής τους. Όταν όμως αυτά εξαντλούνται και η παρέλευση του χρόνου αυξάνει τους τόκους, τότε χάνουν την γαλήνη τους και αρχίζουν να βλέπουν εφιάλτες στον ύπνο τους. Βέβαια υπάρχουν και περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο άνθρωπος αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες και χρειάζεται επείγουσα ενίσχυση. Τότε λέει ο Μ. Βασίλειος, ας πουλήσει έστω και όλο το βιός του, όχι όμως την ελευθερία του. Μη δέχεσαι, λέει, να σε πολιορκεί δανειστής. Μην ανέχεσαι να αναζητείσαι και να εξετάζεσαι ως θήραμα. Μπορεί να είσαι φτωχός, είσαι όμως ελεύθερος. Όταν δανειστείς, ενώ δεν θα πλουτίσεις, θα χάσεις την ελευθερία σου. Και προσθέτει επιγραμματικά: Πλούσιος είσαι, μη δανείζεσαι. Φτωχός είσαι, μη δανείζεσαι. Αν είσαι πλούσιος, δεν χρειάζεσαι δάνειο. Αν είσαι φτωχός, δεν θα εξοφλήσεις το δάνειο. Σε ένα διαφέρουμε οι φτωχοί από τους πλούσιους, στην αφροντισιά.
Το νεώτερο κοινωνικό κράτος προέβλεπε παροχές δανείου με ευνοϊκούς όρους, που βοηθούσαν τους δανειζόμενους να καλύψουν οικιστικές και άλλες ανάγκες, για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Αυτό λειτούργησε ως ένα βαθμό με σχετική επιτυχία. Η προβολή όμως των κοινωνικών στόχων δεν ήταν δυνατό να καλύψει τις κερδοσκοπικές διαθέσεις, που τελικά γιγαντώθηκαν και εκμηδένισαν τους κοινωνικούς στόχους. Ο αλόγιστος μάλιστα δανεισμός, ο οποίος προωθήθηκε από το ίδιο το κράτος και τις τράπεζες, έφερε τελικά πολλούς σε αδυναμία καλύψεως των υποχρεώσεών τους και σε απόγνωση. Έτσι πολλοί που δανείστηκαν και ήταν πτωχοί ή πτώχευσαν, έγιναν θύματα των πλουσίων. Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή που απευθύνει προς τους πλουσίους της εποχής του ο Μ. Βασίλειος: Ακούστε, λέει, οι πλούσιοι, τι συμβουλή δίνουμε εμείς στους φτωχούς εξαιτίας της αναλγησίας και της ανθρωπιά σας, τους συμβουλεύουμε να προτιμήσουν να δεινοπαθήσουν, παρά να δεχθούν τις συμφορές των τόκων.
Δριμύς στο θέμα των τόκων παρουσιάζεται και ο αδελφός του Μ. Βασιλείου Γρηγόριος ο Νύσσης. Κατά τον επίσκοπο Νύσσης ο τόκος ταυτίζεται με την ληστεία. Αναφερόμενος και αυτός στο αφύσικο του τόκου, χρησιμοποιεί την πρωταρχική σημασία του όρου (τόκος γεννά, γέννημα) και κάνει λόγο για «πικρούς γάμους» και «πονηρή συζυγία», που αγνοεί η φύση και καινοτομεί η «νόσος των φιλοχρήματων». Μόνο τα έμψυχα, που διακρίνονται σε αρσενικά και θηλυκά, γεννούν, δηλαδή δημιουργούν τόκο. Ο αφύσικος «τόκος» των χρημάτων προκύπτει από την πλεονεξία, την ανομία και την μισανθρωπία.
Σε ομιλία του Κατά τοκιζόντων περιγράφει με καυστικότητα το έργο και τις διαθέσεις του τοκιστή: «Αργός και πλεονεκτικός βίος ο του τοκίζοντος, ουκ οίδε πόνον γεωργίας, ούκ επίνοιαν εμπορίας», κάθεται στο σπίτι του και περιμένει να φυτρώσουν τα πάντα χωρίς να κοπιάσει. Αλέτρι του είναι η γραφίδα, χωράφι το χαρτί, σπόρος η μελάνη, και βροχή ο χρόνος που αυξάνει κρυφά τις προσόδους του. Εύχεται να βρουν τους ανθρώπους ανάγκες και συμφορές, για να αναγκαστούν να έρθουν σε αυτόν. Περιφέρει το βαλάντιό του και το παρουσιάζει ως δόλωμα σε αυτούς που πνίγονται, ώστε να ανοίξουν πλατιά το στόμα τους και να καταπιούν μαζί του και το αγκίστρι του τόκου.
Αντιπαρατάσσοντας ο αγ. Γρηγόριος το έργο του τοκιστού προς τον κόπο της γεωργίας και την εφευρετικότητα της εμπορίας αναγνωρίζει προφανώς την θετική συμβολή των γεωργών και των εμπόρων στην κοινωνική ζωή. Τα επαγγέλματα του γεωργού και του εμπόρου, που ελεύθερα μπορούν να ασκούν οι πιστοί, έχουν την δική τους μεθοδολογία και προοπτική. Αλλά και ο νόμιμος πλούτος, που προκύπτει συνήθως από την άσκησή τους δεν κατακρίνεται, όταν χρησιμοποιείται σωστά. Όπως επισημαίνει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στο έργο του, Τις ο σωζόμενος πλούσιος, τα χρήματα είναι όργανα «προς χρήσιν αγαθήν τοις ειδόσι». Κατακριτέα είναι η κακή χρήση τους. Αντιθέτως όμως η καλή χρήση τους εξυπηρετεί την κοινωνική ζωή. Και θέτει επιγραμματικά το ερώτημα: «Τίς αν κοινωνια καταλείποιτο παρά ανθρώποις, ει μηδείς έχει μηδέν;». Η κοινωνική σπουδαιότητα του χρήματος, που επισημαίνεται συχνά στην πατερική παράδοση, αγνοήθηκε σχεδόν εντελώς στην σύγχρονη οικονομική επιστήμη.
Αξίζει εξάλλου να επισημανθεί εδώ ο τονισμός της μεταβλητής του χρόνου. Τα ποσά που προσφέρει ο τοκιστής ως δάνεια αποκτώνται με χρόνο που δαπανήθηκε στο παρελθόν. Έχοντας αυτός εξασφαλίσει κάποια κεφάλαια κατά την προηγούμενη περίοδο της ζωής του (ή της ζωή κάποιων προγόνων ή συγγενών του) και εκμεταλλευόμενος την βεβαιότητα του παρόντος έναντι της αβεβαιότητας του μέλλοντος, μπορεί να κινείται κερδοσκοπικά. Και ενώ παραμένει αργός και ξένος προς κάθε δημιουργική εργασία, «πλεονεκτεί» και αυξάνει τα κεφάλαιά του με τους τόκους που απαιτεί από τους δανειολήπτες του. Με τον τρόπο αυτόν αποκτά την ευχέρεια να ζει παρασιτικά. Το φαινόμενο αυτό μεγεθύνεται ασύλληπτα με τις σύγχρονες αγορές, που κερδοσκοπούν με μεθοδευμένες οικονομικές αξιολογήσεις, προβλέψεις και παρεμβάσεις σε παγκόσμια κλίμακα. Έτσι κατορθώνουν να συσσωρεύουν τεράστια χρηματικά ποσά σε ελάχιστο χρόνο.
Ο θείος νόμος, παρατηρεί ο άγιος Γρηγόριος, απαγορεύει παντελώς τον τόκο. Πώς θα πει ο τοκιστής, «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών», όταν πάντοτε παίρνει και ποτέ δεν δίνει; Οι πολοί τοκιστές δημιουργούν πολλούς πένητες. Αν διαλυθεί η φατρία των τοκιστών, όλοι θα έχουν αυτάρκεια. Οι τοκιστές είναι ανάλγητοι. Ενώ βλέπουν ότι πολλοί δανειολήπτες φτάνουν ως την αυτοχειρία, θεωρώντας τον θάνατο ελαφρότερο από τον δανειστή τους, και αφήνουν παιδιά ορφανά με κακή μητριά την πενία, αυτοί και τότε ακόμα δεν λυπούνται το έρημο σπίτι τους και τους πενόμενους κληρονόμους τους.
Όπως τέλος ο Μ. Βασίλειος, έτσι και ο αδελφός του ο Γρηγόριος δεν απευθύνει τον έλεγχό του μόνο προς του τοκιστές, αλλά και σε αυτούς που δανείζονται, ή όπως χαρακτηριστικά λέει, «προς τους τοις αγκίστροις των τόκων ριψοκινδύνως εαυτούς περιπείροντας (σουβλιζόμενους)». Η προσφυγή στο δάνειο είναι ένας εύσχημος τρόπος επαιτείας. Δεν κάνει όμως ιδιαίτερο λόγο γι’ αυτούς, επειδή θεωρεί αρκετά όσα τους απηύθυνε ο αδελφός του στο δικό του έργο.
Τον απάνθρωπο και αρπακτικό χαρακτήρα του τοκισμού υπογραμμίζει και ο ιερός Χρυσόστομος. Χαρακτηρίζει τους τοκιστές εμπόρους των αλλότριων συμφορών και εκμεταλλευτές της δυστυχίας των συνανθρώπων τους. Με πρόσχημα την φιλανθρωπία ξεσηκώνουν τους φτωχούς για να τους βοηθήσουν και τους οδηγούν σε βαθύτερο βάραθρο. Είναι απαράδεκτη η καπηλεία της φιλανθρωπίας. Γνωρίζω, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, ότι πολλοί δυσφορούν για τα λόγια μου. Αλλά, αν σιγήσω και δεν ενοχλήσω, το κακό επιτείνεται. Γιατί είναι φοβερό και χρειάζεται μεγάλη θεραπεία το νόσημα αυτό που χτύπησε και την Εκκλησία. Οι Χριστιανοί που κλήθηκαν να μην θησαυρίσουν ούτε από τους δίκαιους κόπους τους, κερδίζουν με τους τόκους από την πενία των άλλων. Δεν επιτρέπεται να περιχαρακώνονται στους κοσμικούς νόμους που επιτρέπουν τον τόκο. Τα χρήματα υπάρχουν για να εξαλείφουν την φτώχεια και όχι να την επαυξάνουν.
Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς συνδέει τον τόκο με την αιτία όλων των κακών, την φιλαργυρία. Σε ομιλία που αναλύει τον χρυσό κανόνα της χριστιανικής ηθικής αναφέρεται εκτενώς και στο ζήτημα του τόκου. Παραπέμποντας μάλιστα σε ψαλμό της Παλαιάς Διαθήκης, όπου αποδοκιμάζεται η άνομη και άδικη πόλη στην οποία ασκείται ο τοκισμός, επισημαίνει τις κοινωνικές διαστάσεις του φαινομένου. Ο τοκιστής, λέει, δεν μολύνει μόνο την ψυχή του, αλλά και ολόκληρη την πόλη του προσάπτοντας σε αυτήν το έγκλημα της μισανθρωπίας. Αυτό συμβαίνει γιατί, ενώ είναι πολίτης που απέκτησε από αυτήν όσα έχει δεν τα χρησιμοποιεί προς όφελός της δεν θέλει να δανείζει σε αυτούς  που δεν έχουν, ενώ σε αυτούς που έχουν λίγα δανείζει με τόκο, ώστε με αυτόν τον τρόπο να αφαιρέσει και την μικρή περιουσία τους.
Ο τοκιστής με την σπουδή του δεν πλουτίζει τόσο σε χρήματα, όσο σε αμαρτίες. Καταστρέφει και την ζωή του δανειζόμενου και την δική του ψυχή. Οι τόκοι είναι  «γεννήματα εχιδνών», που εμφωλεύουν στους κόλπους των φιλάργυρων και προμηνύουν ότι δεν θα ξεφύγουν τους ακοίμητους σκώληκες του «μέλλοντος αιώνος». Αλλά και αν θα έλεγε κάποιος ότι, εφόσον δεν επιτρέπεται να πάρω τόκο, θα κρατήσω ο ίδιος τα χρήματα που μου περισσεύουν και δεν θα δώσω δανεικά σε άλλους που χρειάζονται, βρίσκεται στην ίδια κατάσταση.
Δύο αναλυτικές πραγματείες για τον τόκο συνέταξε ο σύγχρονος του Παλαμά άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Η εκτενέστερη από αυτές έχει τον τίτλο, Λόγος κατά τοκιζόντων, ενώ η συντομότερη απευθύνεται ως επιστολή. Τη ευσεβεστάτη Αυγούστη, περί τόκου. Στην πρώτη πραγματεία του ανατρέπει τους ισχυρισμούς εκείνων που υποστήριζαν ότι δεν είναι απαραίτητο να τηρείται ο νόμος που καταργεί τον τόκο. Κατά την άποψη αυτών όσοι τον τηρούν είναι αξιέπαινοι, αλλά όσοι θέλουν μπορούν να τον παραλάβουν. Ο Καβάσιλας όμως αντιτείνει ότι κανένας νόμος δεν θεσπίστηκε για να τον παραβαίνουν όσοι θέλουν. Ο θείος νόμος, παρατηρεί, καταδικάζει τον τοκισμό ως έγκλημα και πρέπει να τηρείται. Αν οι Εβραίοι από τους οποίους ο Θεός ζητούσε λιγότερα πράγματα, τηρούσαν την απαγόρευση του τόκου, πολύ περισσότερο οι Χριστιανοί, που πρέπει να τους ξεπερνούν στην δικαιοσύνη, οφείλουν να τηρούν την απαγόρευση αυτήν. Ορισμένοι θεωρούσαν τον έντοκο τοκισμό ως ελεημοσύνη και ισχυρίζονταν ότι ευεργετούσαν τους δανειζόμενους με την πράξη τους. Προς αυτούς απαντά ο συγγραφέας ότι είναι ντροπή να χαρακτηρίζουν ως ελεημοσύνη μία αισχρή πράξη. Αυξάνουν τα χρήματά τους και ισχυρίζονται ότι ελεούν. Προσφέρουν δάνεια, για να καρπωθούν ξένους κόπους. Και καυτηριάζοντας το θράσος για την καπήλευση της έννοιας της ελεημοσύνης θέτει το ερώτημα προς όποιον προβάλλει αυτόν τον ισχυρισμό: «Ουκ αισχύνει τω πάντων αισχίστω πράγματι το κάλλιστον ονομάτων περιτιθείς»; Τα λόγια αυτά δεν είναι λιγότερο επίκαιρα στην εποχή μας.  Στο κακώς θεωρούμενο ως θεοκρατικό Βυζάντιο, επισημαίνει ο Καβάσιλας τα δύο επίπεδα  ζωής ή, όπως ο ίδιος γράφει, το «διττόν» του ανθρώπινου βίου και των νόμων. Η τήρηση των ανθρώπινων νόμων δεν συνεπάγεται και δικαίωση εγκόσμιας ζωής των ανθρώπων, χωρίς να ασχολούνται με την μεταθανάτια. Γι’ αυτό άλλωστε τίποτε δεν εμποδίζει όσους ήταν άμεμπτοι στην κοσμική ζωή τους, να απέλθουν στην αιώνια γεμάτοι με μύρια κακά. Και μολονότι δοξάστηκαν εδώ για την δικαιοσύνη και την επιείκειά τους, να καταδικαστούν και να συγκαταριθμηθούν  εκεί με τους πιο πονηρούς.
Στον ισχυρισμό των τοκιστών ότι ο τόκος δεν είναι άδικος, γιατί τον επιτρέπει ο αυτοκρατορικός νόμος, ο Καβάσιλας απαντά ότι οι πιστοί πρέπει να πειθαρχούν στον νόμο του Θεού και όχι στους νόμους των ανθρώπων. Άλλωστε και ο ανθρώπινος νόμος εμποδίζει την υπέρβαση του επιτοκίου, όχι όμως και την ελάττωση ή την πλήρη υποχώρησή του. Σε όσους τέλους νομίζουν ότι θα είναι ανένοχοι, αν διατηρήσουν τα χρήματά τους και αποφύγουν να τα τοκίσουν αντιτείνει ότι σφάλουν ούτε όποιος τοκίζει, ούτε όποιος δεν τοκίζει και αρνείται να δανείσει, ενώ μπορεί είναι ανένοχος. Στην δεύτερη περίπτωση, όπως σημειώνει ο Καβάσιλας, πλήττεται η κοινωνική φύση του ανθρώπινου γένους, αδικείται η κοινωνία και επικρατεί η απανθρωπιά. Τα χρήματα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την κοινωνική ωφέλεια των ανθρώπων.
Με το δεύτερο και συντομότερο έργο του, που απευθύνεται στην Αυγούστα Άννα της Σαβοί̈ας, μητέρα του ανήλικου Ιωάννου Ε΄Παλαιολόγου, ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας την παρακαλεί να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζινό, για να επαναφέρει τον νόμο που είχε εκδώσει σχετικά με τον νόμο τόκο ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος μετά από τον εμφύλιο πόλεμο. Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν, όλοι όσοι καταστράφηκαν κατά τον εμφύλιο πόλεμο και έχασαν τα υπάρχοντά τους δεν υπόκεινται στον νόμο των τόκων και δεν επιτρέπεται να κατασχεθούν από τους δανειστές τα φτωχικά αντικείμενα που τους απέμειναν. Αξίζει να σημειωθεί ότι και σήμερα αρχίζει να αναγνωρίζεται σε κρατικές νομοθεσίες η πτώχευση ιδιωτών και όχι μόνο εμπόρων.
Μένοντας ο συγγραφέας ξένος προς κάθε θεοκρατική αντίληψη και σταθερός στην θέση του για τον διττό χαρακτήρα της ανθρώπινης ζωής και την διάκριση του θείου από τον ανθρώπινο νόμο, προβαίνει και σε ανάλογες πρακτικές διευκρινίσεις. Η επαναφορά του ευεργετικού νόμου δεν θα ανατρέψει την περαιτέρω  λειτουργία των δανεισμών ούτε θα βλάψει την πολιτεία, γιατί δεν θα καταλύσει εντελώς τον νόμο των τόκων ούτε θα χρειαστεί να καταβάλουν στους δανειστές μόνο τα κεφάλαια όλοι, αλλά μόνο εκείνοι που δεν καταστράφηκαν από τις συμφορές. Πώς όμως δεν είναι απάνθρωπη και αφύσικη η εφαρμογή των ισχυόντων νόμων, λέει ο Καβάσιλας; Στην περίπτωση αυτήν οι δανειστές θα δικαιώνονται από τα δικαστήρια και τους νόμους καταπνίγοντας τους ανθρώπους. Και η αποκορύφωση της συμφοράς θα είναι ότι οι δανειστές θα νομίζουν ότι έχουν το δίκαιο με το μέρος τους.
Η φιλανθρωπική θέση του Καβάσιλα και η σαφής διάκριση του θείου από τον ανθρώπινο νόμο, όπως και η ευεργετική επίδραση που μπορεί να ασκεί ο πρώτος στον δεύτερο, χωρίς οποιεσδήποτε θεοκρατικές αναζητήσει, υποδηλώνουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί η Εκκλησία να παρεμβαίνει και να επιδρά διαχρονικά στην κοινωνική πραγματικότητα, χωρίς να κινδυνεύει να χαρακτηρίζεται ως φονταμενταλιστική. Η ορθόδοξη θεολογία δεν αυτονομεί την  κοινωνική ζωή των πιστών, όπως η προταστεντική. Η υπεύθυνη και με πνεύμα αγάπης και αλληλεγγύης διαχείριση του πλούτου εναρμονίζεται με την παράδοση της Ορθοδοξίας και τον κοινοβιακό χαρακτήρα της. Παραταύτα δεν παύει να υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα τοποθετήσεως και συμπεριφοράς για το κάθε πρόσωπο.
Με την μετάβαση στην νεωτερικότητα και ήδη στην μετανεωτερικότητα δεν άλλαξαν μόνο τα δεδομένα της οικονομίας και της τεχνικής, αλλά και η δομή της ανθρώπινης σκέψεως και συνειδήσεως. Το νεωτερικό πνεύμα, που αποτυπώθηκε στις καινοτομίες της τεχνικής, της οικονομίας, της κοινωνικής ζωής και του πολιτισμού γενικότερα, γαλούχησε έναν νέο τύπο ανθρώπου˙ τον άνθρωπο που θωρακίζεται στον εαυτό του, επικεντρώνεται στην όσο το δυνατό πληρέστερη ικανοποίηση των αναγκών και επιθυμιών του, ενώ ταυτόχρονα απομακρύνεται από τον πλησίον και το περιβάλλον του και αδιαφορεί για τις υποχρεώσεις και την ευθύνη του απέναντί τους. Οι άλλοι γίνονται αλλότριοι και ανταγωνιστές, ενώ το περιβάλλον μετατρέπεται σε πεδίο διαμάχης και αλόγιστης εκμεταλλεύσεως.
Βέβαια και ο ανταγωνισμός δεν παύει να έχει την θετική του πλευρά στην οικονομική ζωή. Συντελεί στην ανάληψη τολμηρών πρωτοβουλιών για την οικονομικότερη δημιουργία και προώθηση αγαθών και υπηρεσιών, όπως και στην βελτίωση των εκάστοτε δεδομένων. Παραταύτα το ανταγωνιστικό πνεύμα συνδυαζόμενο με τον άκρατο ατομοκεντρισμό του σύγχρονου ανθρώπου παράγει πικρούς καρπούς. Η φυσική συμπάθεια και ο ευγενής συναγωνισμός αλλοτριώνονται, ενώ ταυτόχρονα φαλκιδεύεται η συνοχή της κοινωνίας και υποθάλπεται η αντιζηλία και ο φθόνος μεταξύ των μελών της.
Το ανταγωνιστικό πνεύμα ευνοεί την ανάπτυξη των μέσων αλληλοεξοντώσεως προς όφελος των οικονομικών και εξουσιαστικών συμφερόντων. Έτσι η οικονομία συντονίζεται με την αρνητική αυτή κατεύθυνση, συμπαρασύροντας μαζί της και την πολιτική. Τελικά η οικονομία μεταμορφώνεται σε «εμπαθή λογισμό», που διαπνέει την κοινωνία και τους κοινωνικούς θεσμούς. Στις περιπτώσεις αυτές οι δυστυχίες των λαών χρησιμοποιούνται συνήθως ως ευκαιρίες πλουτισμού των ισχυρών , που όχι μόνο παραθεωρούν τις ανάγκες των αδυνάτων και των φτωχών, αλλά και μεθοδεύουν την εξαθλίωση και την πληρέστερη υποδούλωσή τους. «Ευεργετούν» τους φτωχούς με δάνεια, όταν έχουν την βεβαιότητα ότι θα τους καταστήσουν υποχείριους, για να ενισχύσουν την εξουσία και τα βαλάντιά τους.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό ο τοκισμός επιβλήθηκε και παγκοσμιοποιήθηκε με τα τραπεζικά συστήματα και τις λεγόμενες «αγορές», που λειτουργούν ως αυτονομημένα μορφώματα, τελικά δηλαδή ως ωραιοποιημένα καρκινώματα του παγκόσμιου οργανισμού, και ικανοποιούν του κερδοσκοπικούς στόχους τους μέσα από την διαλυόμενη σάρκα του. Έτσι η απάνθρωπη εκμετάλλευση των ανθρώπων ενεργοποιείται και επεκτείνεται ταυτόχρονα σε μικροοικονομικό και σε μακροοικονομικό επίπεδο. Η εργασία υποδουλώνεται στην απρόσωπη κερδοσκοπία. Πρόσωπα ή και ολόκληροι λαοί απογυμνώνονται από τα κοινωνικά και τα λοιπά συμβατικά στηρίγματά τους, αριθμοποιούνται και περιθωριοποιούνται. Και όλα αυτά συντελούνται μέσα σε ένα «νόμιμο» σκηνικό , όπου όλα συντελούν, ώστε οι προσωπικές σχέσεις να αμβλύνονται και να αφανίζονται, συμπαρασύροντας μαζί τους και την συναίσθηση της προσωπικής υπευθυνότητας.
Με την αποθέωση του καταναλωτισμού και της «κοινωνίας της αφθονίας» εξοστρακίστηκε το πνεύμα της αυτάρκειας και καλλιεργήθηκε το πάθος της πλεονεξίας.  Ο άνθρωπος έπαυσε να επιθυμεί όσα χρειάζεται, και πίστεψε ότι χρειάζεται όσα επιθυμεί. Και επειδή η ανθρώπινη επιθυμία είναι ακόρεστη και επιπλέον υποδαυλίζεται διαρκώς από τις κερδοσκοπικές διαφημίσεις και του κοινωνικούς ανταγωνισμούς, η «κοινωνία της αφθονίας» -που κατά λέξη σημαίνει «κοινωνία χωρίς φθόνο»- μεταλλάσσεται νομοτελειακά σε «κοινωνία του φθόνου», ενώ ο φθόνος καθίσταται ταυτόχρονα μοχλός κοινωνικής διακρίσεως και αναδείξεως.
Η αυτάρκεια που προβάλλεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας ειρηνεύει τον άνθρωπο που ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες και δημιουργεί πνεύμα πραγματικής αφθονίας. Το πνεύμα αυτό διατηρεί ειρηνικές τις διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων. Αντιθέτως το πνεύμα της «κοινωνίας της αφθονίας» τις υποσκάπτει, γιατί καλλιεργεί στον άνθρωπο τον φθόνο για την στέρηση πραμάτων που έχουν οι άλλοι, έστω και αν αυτά είναι περιττά και ανταποκρίνονται μόνο δε πλασματικές ή φανταστικές ανάγκες τους. Αλλά και η πραγματική οικονομία που συνδέεται με την παραγωγή και την εργασία έχει περιθωριοποιηθεί και επισκιασθεί από την χρηματοοικονομία, την λεγόμενη δημιουργική λογιστική και το πλαστικό χρήμα.
Στην παγίδα των δανεισμών, που στήθηκε με την «κοινωνία της αφθονίας», εξωθήθηκαν και παγιδεύτηκαν κατά την τελευταία περίοδο από κερδοσκόπους και κερδοσκοπικούς οργανισμούς αμέτρητοι ιδιώτες. Αλλά και ολόκληρες κυβερνήσεις, εμπνεόμενες είτε από πνεύμα τυχοδιωκτικού καπιταλισμού είτε από πνεύμα καιροσκοπικού σοσιαλισμού, παρέσυραν τις χώρες τους, με χαρακτηριστικό εκπρόσωπο την Ελλάδα, σε οικονομική χρεωκοπία
Τελικά η παγκοσμιοποίηση της εποχής μας όχι μόνο δεν συνέβαλε στην ανοικοδόμηση μιας πανανθρώπινης κοινωνίας, αλλά και συνετέλεσε στον ευρύτερο κατακερματισμό και την βαθύτερη αλλοτρίωσή της, γιατί προσέβαλε τον πυρήνα της, το ανθρώπινο πρόσωπο. Όταν αφανίζεται το πρόσωπο, αφανίζεται η οικογένεια, αφανίζεται η κοινωνία και μαζί της κάθε ηθική και κοινωνική αξία. Όλα γίνονται απρόσωπα, αυτόνομα και ανεύθυνα. Για καταστάσεις ή πράγματα που όλοι είναι συνυπεύθυνοι, κανείς δεν αναλαμβάνει ευθύνη για όσα γίνονται μέσα στο σύστημα και κανείς δεν μετανοεί. Η ηθική αποσπάται από το πρόσωπο και συνδέεται με τις πρακτικές του συστήματος. Ακόμα περισσότερο, θεωρείται δούλη του συστήματος. Όπως εύστοχα επισημάνθηκε, «στα σκάνδαλα του τέλους του 20ου αιώνα και των αρχών του 21ου δεν βρέθηκαν τυχαίες ανηθικότητες ατόμων που λάθεψαν και μπορούν να μετανοήσουν, αλλά ηθικές διαστροφές που, εάν δεν είχαν αποκαλυφθεί, θα συνεχίζονταν, διότι δεν άφηναν αισθήματα ενοχής: Είναι η κατάσταση που καλείται ψυχοπάθεια και που πιστεύεται ότι δύσκολά θεραπεύεται». Έτσι οι θέσεις των Πατέρων της Εκκλησίας για τον τόκο, μολονότι φαίνονται να έρχονται από κάποιον κόσμο πολύ διαφορετικό από τον δικό μας, γίνονται ιδιαίτερα επίκαιρες σήμερα.
Η πατερική παράδοση δεν λαμβάνει υπόψη και δεν ερμηνεύει την συμπεριφορά των δανειστών και των δανειζομένων με τα σημερινά δεδομένα και στην σημερινή δομή και εξέλιξη των πραγμάτων. Όπως π.χ. με την ανάπτυξη της χρηματοοικονομίας προέκυψε η μεταβλητή του πληθωρισμού, που νομιμοποιεί την κάλυψη της χρηματικής απαξίας, την οποία προκαλεί στο δανειζόμενο κεφάλαιο η πάροδος του χρόνου. Επιπλέον η παγκοσμιοποίηση, η διαμόρφωση των σύγχρονων αγορών , η εξαΰλωση του χρήματος δημιούργησαν νέες καταστάσεις, που επιβάλλουν μια σύγχρονη προσέγγιση και αξιοποίηση του πατερικού πνεύματος. Η πραγματική οικονομία, που έχει άμεση σχέση με την εργασία και την παραγωγή, βραχυκυκλώθηκε από σωρεία μη παραγωγικών δραστηριοτήτων, που την επιβαρύνουν και την παραμορφώνουν. Οι επαναστατικές αλλαγές των τελευταίων ιδίως δεκαετιών κατέστησαν το φαινόμενο αυτό εξαιρετικά περίπλοκο, ενώ η υποκρισία των ισχυρών επινόησε νομιμοφανείς μεθοδεύσεις κερδοσκοπίας και εκμεταλλεύσεως των ισχυρών. Η διεύρυνση όμως και η ανάλυση όλων αυτών ανάγονται στην αρμοδιότητα των ειδικών στα χρηματοοικονομικά.
Είναι ιδιαίτερα ευχάριστο ότι οι σύγχρονοι οικονομολόγοι άρχισαν να συμπεριλαμβάνουν στο επιστημονικό τους ενδιαφέρον και την κοινωνική διάσταση του χρήματος. Εξάλλου του πνεύμα της αλληλεγγύης, που αναδύεται δειλά μέσα από τα ερείπια της χρεωκοπίας, αποτελεί το πιο ελπιδοφόρο σημείο των καιρών. Αν το πνεύμα αυτό κατορθώσει να σπάσει και το σκληρό κέλυφος της άκαρδης και απάνθρωπης οικονομίας, τότε υπάρχει ελπίδα για βελτίωση της καταστάσεως, αλλά και ευρύτερα της ποιότητας της ανθρώπινης ζωής. Αυτό όμως φαίνεται για το εγγύς τουλάχιστον μέλλον πολύ θαμπό. Άλλωστε και διαχρονικά η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν αναγνωρίζει την θεία δικαιοσύνη. Όπως εύστοχα επισημάνθηκε, «επί της γης η θεία δικαιοσύνη είναι καρφωμένη στον σταυρό». Αλλά και όσο οι άνθρωποι αγνοούν την σταυρωμένη δικαιοσύνη και ενεργούν αποκλειστικά σύμφωνα με την ανθρώπινη δικαιοσύνη, δεν θα παύσουν να αδικούν.

Πηγή: Καθηγήτη Γεωργίου Μαντζαρίδη, Περιοδίκο Σύναξη

Αγίου Βασιλείου.

«Λέγεται «τόκος» γιατί γεννάει πολλά. Λέγεται έτσι λόγω γονιμότητας του κακού. Διότι από πού αλλού θα έπαιρνε αυτό το όνομα; Μήπως λέγεται για τις πίκρες  και τις λύπες, που προξενεί στις ψυχές των δανειοληπτών. Διότι, όπως παρουσιάζεται ο πόνος σ’ εκείνη που πρόκειται να γεννήσει, έτσι παρουσιάζεται κι η προθεσμία στον χρεοφειλέτη. Τόκος πάνω στον τόκο είναι τέκνο πονηρών γονέων. Αυτά ας θεωρούνται ως γεννήματα εχιδνών, τα (γεννήματα) των τόκων.

Λέγουν ότι οι έχιδνες γεννώνται, αφού καταφάγουν την κοιλιά της μητέρας τους. Κι τόκοι σταματούν να γεννούν αφού φάνε τα σπίτια των οφειλετών. Τα σπέρματα με τον καιρό φυτρώνουν, και τα ζώα με το χρόνο γεννιούνται. Ο τόκος σήμερα γεννιέται και σήμερα αρχίζει να γεννά. Όσα από τα ζώα γεννούν γρήγορα, γρήγορα παύουν και να γεννούν. Τα χρήματα, όμως, γρήγορα αρχίζουν και πολλαπλασιάζονται κι έχουν ατελείωτη αύξηση. Το καθένα από τα ζώα, που αυξάνει, όταν φθάσει στο κανονικό του μέγεθος, σταματά ν’ αναπτύσσεται. Τα χρήματα όμως των πλεονεκτών αυξάνουν συνεχώς με την πάροδο του χρόνου. Τα ζώα παύουν να γεννούν, όταν τα παιδιά τους μπορούν να γεννούν. Τα χρήματα όμως, των δανειστών και τα νέα γεννούν και τα παλαιά γίνονται νέα. Εσύ να μη λάβεις πείρα αυτού του παράδοξου θηρίου.»

Μ. Βασιλείου, Ομιλία στους Ψαλμούς

ΤΕΛΟΣ (ἡ ἀντιγραφή ἀπό τό διαδίκτυο)

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.