Αυγουστίνος Καντιώτης



Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΘΑ ΚΑΤΑΝΤΗΣΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΤΩΧΗ ΣΥΓΓΕΝΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΚΑΙ ΣΑΝ ΟΔΟΣΤΡΩΤΗΡΑΣ ΘΑ ΠΑΡΑΣΥΡΗ ΚΑΙ ΘΑ ΙΣΩΠΕΔΩΣΗ ΤΑ ΠΑΝΤΑ· ΕΘΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ, ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ, ΗΘΙΚΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΙΔΕΩΔΗ

ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ – ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ

 ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ε.Ο.Κ.

 Ἁγόρευσις τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου πρὸς τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο, στὴν Συνεδρία στὶς 6.10.1989, βλεπ. «ΣΥΝΟΔΙΚΑ»

ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Ὡς δὲ παρετηρήθη καὶ ὑπὸ ἄλλων ἐχόντων γνῶσιν τῆς ἐθνικῆς μας οἰκονομίας, ἀπὸ τοῦ ἔτους 1992, ὅτε θὰ γίνη ἡ πλήρης σύνδεσις τῆς Ἑλλάδος μὲ τὴν Ε.Ο.Κ., λόγω ἐλλείψεως ἀνταγωνιστικότητος αὐτῆς πρὸς τὰ μεγάλα καὶ πανίσχυρα κράτη – μέλη τῆς Ε.Ο.Κ. καὶ τῆς ἱδρύσεως καὶ λειτουργίας ἐν Ἑλλάδι πολυεθνικῶν ἑταιρειῶν, ἡ ὑπάρχουσα οἰκονομικὴ ἰκμὰς θὰ ἀπορροφηθῆ καὶ οἱ Ἕλληνες θὰ καταντήσουν τότε οἱ «πτωχοὶ συγγενεῖς», οἱ ὁποῖοι θὰ ζοῦν ὡς ὑπάλληλοι εἰς τὰ διάφορα τουριστικὰ κέντρα, ὅπου θὰ συρρέουν τὰ ἑκατομμύρια τῶν ξένων.
Διὰ τοῦτο ὀρθῶς ἐχαρακτηρίσθη ἡ Ε.Ο.Κ. ὡς «λεόντειος ἑταιρεία», ἡ ὁποία ὑπενθυμίζει γνωστὸν μῦθον τοῦ Αἰσώπου, συμφώνως πρὸς τὸν ὁποῖον μικρά τινα ζῶα (ὡς ὁ ὄνος, ὁ κύων, ἡ ἀλώπηξ κ.λπ.) ἐξῆλθον εἰς κυνήγιον μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν λέοντα. Ἀλλὰ τὸ πλούσιον θήραμα ἐκ τοῦ κυνηγίου δὲν ἐμοιράσθη δικαίως, διότι ὁ λέων ἠξίωσε νὰ λάβη τὴν μεγάλην καὶ πλουσίαν, τὴν πρώτην, τὴν λεόντειον μερίδα, τὰ δὲ λοιπὰ ζῶα ἐλάχιστα, μηδαμινά τινα ὑπολείμματα.
Ἀλλʼ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ προσέξη ἐν προκειμένω ἡ Ἐκκλησία, εἶνε αἱ ἐπιπτώσεις ἐκ τῆς προσδέσεως τῆς χώρας μας εἰς τὸ τεράστιον συγκρότημα τῆς Ε.Ο.Κ. Διότι ἡ Ε.Ο.Κ., ἀποβλέπουσα εἰς τὴν δημιουργίαν νέου τρόπου ζωῆς διʼ ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ μέλη – κράτη αὐτῆς, ῥυθμιζομένου ὄχι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου, τὰς ὁποίας κηρύττει ἡ Ὀρθοδοξία ἀλλʼ ἀπὸ τὴν ὑλιστικὴν θεωρίαν μιᾶς καταναλωτικῆς κοινωνίας, ἐξελίσσεται εἰς ἕνα μεγαθήριον ἐξ ἐκείνων, τὰ ὁποῖα εἶδεν ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εἰς τὴν Ἀποκάλυψίν του ἐν Πάτμω, ἀναδυόμενον ἐκ τῆς θαλάσσης τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν, καὶ δὴ ἐκ τῆς φιλαργυρίας, ἐκ τῆς λατρείας τοῦ μαμμωνᾶ. Οὕτω ἡ Ε.Ο.Κ., ἔχουσα ὡς σύμβολόν της τὸ 666, θὰ ἐπιβάλη εἰς τοὺς ἀνήκοντας εἰς αὐτὴν νὰ ἔχουν μίαν γνώμην, τὴ γνώμην τού θηρίου, καὶ θὰ εἶνε ἀδύνατον νὰ ζήσουν οὗτοι ἄνευ τῆς συμμορφώσεώς των πρὸς τὰς ἐπιταγάς της (βλ. Ἀποκ. 17,13˙ 17).
Ἡ Ε.Ο.Κ., ὡς φοβερὸς ὁδοστρωτήρ, θὰ παρασύρη περαιτέρω καὶ θὰ ἰσοπεδώσει τὰ πάντα, ἤτοι ἐθνικὴν γλῶσσαν, παραδόσεις, ἠθικὰ καὶ θρησκευτικὰ ἰδεώδη καὶ ὅ,τι ἄλλο ἐξωραΐζει τὴν ἀνθρωπίνην ζωὴν καὶ δίδει ποιότητα εἰς αὐτήν. Τὸν κίνδυνον τοῦτον ἐπεσήμαναν πολλοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ νῦν πρωθυπουργὸς τῆς Ἀγγλίας Θάτσερ, ἡ ὁποία ἐδήλωσεν ἐσχάτως, ὅτι δὲν πρέπει νὰ δημιουργηθῆ ἕνα εὐρωπαϊκὸν ὑπερκράτος, τὸ ὁποῖον θὰ ἀσκῆ μίαν νέαν κυριαρχίαν ἀπὸ τὰς Βρυξέλλας. Ἰδοὺ τὶ χαρακτηριστικῶς εἶπε μεταξὺ ἄλλων˙ «Βέβαια θέλουμε νὰ δοῦμε τὴν Εὐρώπη πιὸ ἐνωμένη καὶ μὲ μιὰ μεγαλύτερη αἴσθησα τῶν κοινῶν στόχων. Ἀλλὰ αὐτὸ πρέπει νὰ γίνη μὲ ἕνα τρόπο, ὁ ὁποῖος θὰ διαφυλάσση τὶς διαφορετικὲς παραδόσεις, τὶς κοινοβουλευτικὲς ἐξουσίες καὶ τὴν αἴσθηση τῆς ἐθνικῆς ὑπερηφάνειας γιὰ κάθε μιὰ χώρα. Γιατὶ αὐτοὶ οἱ ἐπὶ μέρους παράγοντες ὑπῆρξαν ἡ πηγὴ τῆς ζωτικότητος τῆς Εὐρώπης διὰ μέσου τῶν αἰώνων» (βλ. ἐφημερίδα «Μακεδονία» φ. τῆς 22 – 9 – 1988). Εἰς τὴν χοάνην λοιπὸν αὐτὴν τῆς Ε.Ο.Κ. κινδυνεύει ἡ Ἑλλὰς νὰ χάση τὴν ταυτότητά της ὡς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς χώρας.
Δὲν ἀρνούμεθα ὅτι ἐκ τῆς μέχρι τοῦδε συνδέσεώς μας μὲ τὴν Ε.Ο.Κ., ἡ ὁποία σύνδεσις δὲν ἔχει λάβει εἰσέτι πλήρη χαρακτῆρα, ἡ Ἑλλὰς εἶχε καὶ οἰκονομικὰ ὀφέλη. Μεγάλα χρηματικὰ ποσὰ ἔχουν διατεθῆ ὑπὲρ τῶν λεγομένων ἐκπολιτιστικῶν ἔργων καὶ ἐκδηλώσεων. Ἀσφαλῶς δὲ ἡ Ἐκκλησία, καὶ ἀνθρωπίνως κρινομένη εἶνε μέγας ἐκπολιτιστικὸς παράγων διὰ τὸν λαόν μας, ἡ ὁποία ὡς μήτηρ τρέφει κυρίως πνευματικῶς τὸν ἄνθρωπον καὶ δίδει νόημα εἰς τὴν ζωήν του. Ἐκ τῶν πιστώσεων λοιπὸν τούτων ἡ ἐλληνικὴ κυβέρνησις θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε χοτηγήσει ἕνα χρηματικὸν ποσόν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ὑπὲρ τῶν φιλανθρωπικῶν καὶ κοινωνικῶν αὐτῆς ἔργων. Δυστυχῶς ὄχι μόνον δὲν διετέθη ἔστω καὶ μικρὸν χρηματικὸν ποσόν, ἀλλʼ ὅταν πρὸ ἔτους καὶ πλέον ἡ Ε.Ο.Κ. αὐθορμήτως διέθεσε μεγάλην ποσότητα σίτου, ἵνα ὑπὸ τὴν εὐθύνην τῆς Ἐκκλησίας διατεθῆ αὕτη μεταξὺ τῶν ἀπόρων, ἡ κυβέρνησις ἀντέδρασε προκλητικῶς καὶ τελικῶς ἡ ποσότης τοῦ σίτου δὲν ἐδόθη. Παρʼ ὅτι δὲ διὰ τὴν ἐνέργειαν αὐτὴν τῆς κυβερνήσεως δὲν διεμαρτυρήθημεν τότε ἐντόνως, ὡς θὰ ἔδει, ἐν τούτοις ὀφείλομεν τώρα νὰ σκεφθώμεν κατὰ ποῖον τρόπον ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀντιμετωπίζει καθημερινῶς πλῆθος περιπτώσεων πτωχῶν καὶ ἀπόρων, δὲν θὰ στερηθῆ τῆς ἔξωθεν βοηθείας, ἐξ οἱασδήποτε πλευρᾶς προερχομένης, ἐφʼ ὅσον, ἐννοεῖται, αὕτη προσφέρεται ἄνευ ὅρου ἤ ὑποχρεώσεώς τινος εἰς τὸν τομέα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἠθικῆς. Διότι ὑπὸ ὄρους καὶ εἰς βάρος τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε νοητὸν νὰ δεχθῆ οὔτε ὀβολόν. Προτιμότερον νὰ παραμείνομεν πένητες ἐν Χριστῶ, ἀλλὰ διατηροῦντες τὸν ἀτίμητον θησαυρὸν τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς μας, παρὰ νὰ γίνωμεν πλούσιοι μὲ τὸν διάβολον, ἔστω καὶ ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς δοθοῦν ὅλα τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.