Αυγουστίνος Καντιώτης



Η βεβηλωσι της Κυριακης – Ο Θεος, δια της φωνης του προφητου Ιε­ζεκιηλ, λεγει· «Υιε αν­θρωπου, γιατι σιωπας; γιατι δεν ελεγχεις, γιατι δεν καταγγελλεις την ανομια του λαου; Να, μπροστα στα ματια σου μιαινονται τα αγια μου & η ημερα μου βεβηλωνεται» (πρβλ. Ἰεζ. 23,36-38). O κληρικoς ν᾽ αφηση τους πολιτικους, που ειναι νεκροι πνευματικα (πρβλ. Ματθ. 8,22. Λουκ. 9,60), & ν᾽ απευθυν­θη στο λαο, για να καταλαβει την μεγαλη ζη­μια, υλικη & πνευματικη, που προξενει η καταπατησι της αργιας της Κυριακης.

date Οκτ 12th, 2019 | filed Filed under: ΑΘΕΟΦΟΒΟΙ, ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΣΤ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2230

Κυριακὴ Δ΄ Λουκ. ἢ Πατ. Ζ΄ Οἰκ. Συνόδου
13 Ὀκτωβρίου 2019 ἑσπέρας
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Η βεβηλωσι της Κυριακης

p. AugoustΘέλετε, ἀγαπητοί μου, νὰ δῆτε τὸ πνευμα­τικὸ ἐπίπεδο μιᾶς ὀρθοδόξου χώρας; Παρατηρῆστε τί κάνουν κάτοικοί της τὶς ἑορτὲς καὶ ἰδίως τὴν Κυριακή. Κάνουν σταυρό, ἐκκλη­σιάζονται, σκέπτονται τὸν οὐρανό, ὑμνοῦν τὴν ἁ­γία Τριάδα, κοινωνοῦν, μελετοῦν Γραφή, ἐπι­σκέπτονται ἀρρώστους, βοηθοῦν φτωχούς, ἀπέχουν ἀπὸ ἁμαρτίες; Ἐὰν ναί, ἡ χώρα εἶνε χριστιανική, ἔθνος εὐλογημένο, ἄγγελοι φρου­ροῦν τὰ σύνορά της. Ἐὰν ὅμως ὄχι, τότε ἡ χώ­ρα αὐτὴ εἶνε εἰ­δωλολατρική, διώχνει ἀπὸ πάνω της τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ. Ἀ­σφαλὴς δείκτης τῆς πνευματικῆς καταστάσε­ώς της εἶνε ἡ τήρησι τῆς τετάρτης ἐντολῆς τοῦ Δεκαλόγου (βλ. Ἔξ. 20,8-11. Δευτ. 5,12-15). Καὶ γεννᾶται τὸ ἐ­ρώτημα· οἱ Ἕλληνες τη­ροῦν τὴν ἐντολὴ αὐτή, ἀργοῦν ἀπὸ τὰ καθη­μερινὰ ἔργα, ἁγιάζουν τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου; Τὸ δείχνουν ὄχι τὰ λόγια ἀλλὰ τὰ ἔρ­γα τους. Καὶ νά ἕνα παράδειγμα.
Ὅταν περιώδευα ὡς ἱεροκήρυκας τὴ νότιο Εὔβοια, τὸ 1951, διαπίστωνα μετὰ λύπης, ὅτι ἡ Κυριακὴ ὡς ἡμέρα λατρείας τοῦ Κυρίου εἶχε κα­ταργηθῆ. Ἀπὸ νωρὶς τὸ πρωὶ γινόταν παζάρι, καὶ οἱ φω­νὲς ἔφταναν μέχρι τὸ ναὸ ὅπου ὁ ἱερεύς, μόνος, προσευχόταν στὸ Θεό. Τί βεβήλωσι! Κι ὅπως λέει ὁ ἱε­ρὸς Χρυσόστο­μος, μεταξὺ ἀγορᾶς καὶ πωλήσεως, ἀγοραστῶν καὶ πω­λητῶν, καιροφυλακτοῦν οἱ περισσότεροι δαίμο­νες, γίνεται δι­ελ­κυστίνδα κακῶν, οἱ ἄν­θρωποι σέρνουν καὶ σέρνονται στὴν ἁμαρτία· ὅποιος προλάβῃ καὶ γελάσῃ τὸν ἄλλο. Ποιός νὰ μετρή­σῃ τὰ ψέμα­τα ποὺ λέγονται, τοὺς ὅρκους ποὺ γίνονται, τὶς ἀπάτες καὶ κλοπές; Καὶ ἡ βεβήλω­σι συνεχίζεται· μετὰ τὸ παζάρι πολλοὶ πηγαίνουν σὲ διάφορα κέντρα καὶ ταβέρνες, ὅ­που σπαταλοῦν τὰ λίγα κέρδη τους, κ᾽ ἐκεῖ μεθοῦν, αἰσχρολογοῦν, βρίζουν, βλα­στημοῦν, καὶ γυρίζουν στὰ σπίτια τους σὲ ἀ­θλία κα­τάστασι. Τί ἐξ­ευτελισμός, τί κατάπτωσι τοῦ ἀν­θρώπου, τῆς «εἰ­κόνος» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26) – καὶ πότε; τὴν Κυρι­α­­κή, τὴν ἡμέρα ποὺ ὁ Κύριος ἦρθε νὰ τὸν ὑψώσῃ μὲ τὸ σταυ­ρὸ καὶ τὴν ἀνάστασί του, νὰ τὸν κάνῃ ἄγγελο, νὰ τὸν κάνῃ θεὸ κατὰ χάριν!
Αὐτὰ καὶ ἄλλα χειρότερα συνέβαιναν τότε, ἐκεῖ καὶ ἀλλοῦ. Μήπως δὲν συμβαίνουν καὶ σή­μερα; Τὸ παζάρι ἔφαγε τὴν Κυρια­κή! Ὄ­χι στοὺς ναοὺς ἀλλὰ στὰ μαγαζιὰ τρέχουν ὅλοι. Ἡ Κυρι­ακὴ ἔχει σβή­σει. Καὶ μόνο αὐτῆς τῆς ἐν­το­λῆς ἡ καταπάτησι φτάνει γιὰ νὰ βεβαιώσῃ πόσο ἔ­χουμε ξεμακρύνει ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Κυρίου.
Σὲ τί καταφρόνησι τοῦ θείου νόμου πέ­σαμε, ἀγαπητοί μου! Ἄλλοτε, πρὶν τὸ 1821, οἱ Ἕλληνες τηροῦσαν μὲ εὐλά­βεια τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἐπὶ Βυζαντινῶν αὐτοκρατό­ρων ἡ νομο­­θεσία ἀπαγό­ρευε τὴν Κυ­ριακὴ στρα­τιωτικὲς ἀσκήσεις καὶ γυμνάσια, ἐμπορικὲς συν­­αλλαγὲς κι ἀγο­ραπωλησίες, θεατρικὲς παρα­στάσεις καὶ ἱπ­πο­δρόμια· καὶ τὰ γενέθλια τοῦ βα­σιλέως ἂν συν­έπιπταν, ἀναβάλλονταν σὲ καθη­­με­ρινή, ὥστε ἡ Κυριακὴ ν᾽ ἀνήκῃ ἐξ ὁλοκλήρου στὸν «Βασιλέα τῶν ὅλων» (θ. Λειτ. χερουβ.). Τὸ κράτος ἐξασφάλι­ζε στοὺς πολῖτες του ἀπερί­σπαστη λατρεία, ἀπηλλα­γμέ­νη ἀπὸ τύρβη, θορύβους καὶ ταραχές.
Ποῦ εἶνε σήμερα τέτοιο κράτος; ποῦ ἡ εὐσέ­βεια τῶν ἀρχόντων ἐκείνων τῶν χρόνων; Τώ­ρα οἱ ἄρχοντές μας, ἀνεξαρτήτως πολιτι­κῶν φρο­νημάτων, δὲν ἔχουν αἴσθησι τῆς ἱερότητος τῆς Κυριακῆς, ἀπουσιάζουν ἀπὸ τοὺς ναούς, κάνουν ταξίδια, μετέχουν σὲ κοσμικὰ συμπόσια, διασκεδάζουν σὲ δεξιώσεις, πρῶ­τοι αὐ­τοὶ βεβηλώνουν τὴν ἡμέρα. Ἀπὸ τέτοιους ἄρχον­τες περιμένει κανεὶς διόρθωσι τοῦ κακοῦ;

* * *

Ἀλλ᾽ ἂς μὴ ἀπελπιζώμαστε. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς πολιτικούς, ὑπάρ­χουν καὶ παράγοντες πνευματι­κοί, ποὺ μποροῦν νὰ βοηθήσουν. Ποιοί;
Τὸ ζήτημα αὐτὸ ἀ­φορᾷ κυρίως τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία μας, τὴ δι­οίκησί της. Δὲν ἐπιτρέπεται ὁ κλῆρος καὶ μάλιστα οἱ ἀρχιερεῖς νὰ ἀδιαφο­ροῦν βλέποντας τὸ λαὸ νὰ διαρρέῃ τὶς Κυρι­α­κὲς σὲ ἀγορὲς κ᾽ ἐμποροπανηγύρεις. Σ᾽ αὐτούς, στὸν καθένα προσωπικά, ἀπευθύνεται διὰ τοῦ προφήτου Ἰε­ζεκιὴλ ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ· «Υἱὲ ἀν­θρώπου, γιατί σιωπᾷς; γιατί δὲν ἐλέγχεις, γιατί δὲν καταγγέλλεις τὴν ἀνομία τοῦ λαοῦ; Νά, μπροστὰ στὰ μάτια σου μιαίνονται τὰ ἅγιά μου καὶ ἡ ἡμέρα μου βεβηλώνεται» (πρβλ. Ἰεζ. 23,36-38). Ὁ κληρικὸς θ᾽ ἀ­φήσῃ τοὺς πολιτικούς, θ᾽ ἀφήσῃ τοὺς νεκρούς (πρβλ. Ματθ. 8,22. Λουκ. 9,60), καὶ θ᾽ ἀπευθυν­θῇ στὸ λαό, γιὰ νὰ τὸν πείσῃ γιὰ τὴ μεγάλη ζη­μιά, ὑλικὴ καὶ πνευματική, ποὺ προξενεῖται ἀ­πὸ τὴν καταπάτησι τῆς ἀργίας τῆς Κυριακῆς.
Θέλεις νὰ δυστυχήσῃς καὶ νὰ πεινάσῃς; θὰ πῇ· ἕνας σίγουρος τρόπος ὑπάρχει, ν᾽ ἀνοί­γῃς Κυριακὴ τὸ μαγαζί σου καὶ νὰ δουλεύῃς! τὰ κέρδη τῆς ἡμέρας αὐτῆς δὲν εἶνε εὐλογία, εἶ­νε κατάρα, φωτιὰ ποὺ καίει. Ἱστὸν ἀράχνης ὑ­φαίνουν ὅσοι δουλεύουν τὶς Κυριακές. Ἡ ἐρ­γασία χωρὶς διακοπή, θὰ πῇ, εἶνε κακὸ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ζωή, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐπάνω τόσο στὸ νόμο τῆς ἐργασίας ὅσο καὶ στὸ νόμο τῆς ἀ­ναπαύσεως. Καὶ οἱ δύο νόμοι εἶνε ἀναγ­καῖοι. Ἄλογο ποὺ δουλεύει συνεχῶς, τσακίζεται καὶ ψοφάει πρὶν τὴν ὥρα, ἐνῷ, ἂν δουλεύῃ ἀλλὰ κα­τὰ διαστήματα ξεκουράζεται, ζῇ περισσότε­ρο καὶ ἀποδίδει πιὸ πολύ. Φυματίωσι, καρδιακὲς καὶ νευρο­λογικὲς παθήσεις εἶνε, κατὰ τὴν ἰατρική, τ᾽ ἀ­ποτελέσματα μιᾶς ἀδιάκοπης ὑπερ­εντάσεως. Ὅταν κανεὶς ζῇ ἤρεμα τὴν Κυριακή, ἔχει ὑ­γεία κι ἀνανεώνει τὶς δυνάμεις του γιὰ νὰ συ­νεχίσῃ τὴν ἐργασία του. Ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρί­ου εὐεργετεῖ σῶμα καὶ πνεῦμα, τὸν ὅλο ἄν­θρω­πο. Ἐκτὸς αὐτῶν, γιὰ νὰ ζή­σῃ κανεὶς εὐ­τυχισμένος, παραπάνω ἀπ᾽ τὴ δραστηρι­ότητα ἔχει ἀνάγκη τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου· δίχως αὐτὴν ὅ­λοι οἱ κόποι εἶνε μηδέν· ὅ­σοι ἔβαλαν πάνω ἀπ᾽ τοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ τὸ ἀν­θρώπινο συμφέρον, χάθηκαν. Χω­ρὶς τὸ Θεὸ ὁ ἄνθρωπος δὲν ζῇ. Ὑ­πόμνησις αἰωνιότητος εἶ­νε ἡ Κυριακή. «Σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός» (Ψαλμ. 45,10). Τέλος ὁ κληρικὸς θὰ διαβάσῃ εἰς ἐπήκοον ὅλου τοῦ λαοῦ τὶς Ἀποστο­λικὲς Διαταγές (P.G. 1,1021Α-Β) καὶ τοὺς νόμους τῶν ἁγίων Συνόδων μὲ τοὺς ὁ­ποίους κυβερνᾶται ἡ Ἐκκλησία· τὸν ΚΘ΄ (29ο) κανόνα τῆς ἐν Λαοδι­κείᾳ, τὸν ΞΑ΄ (Ο΄) (61ο) τῆς ἐν Καρθαγένῃ, καὶ τὸν Π΄ (80ό) τῆς Πενθέκτης. Θ᾽ ἀναφέρῃ παρα­δείγματα τιμωρίας ἀθετούν­των τὴν ἀργία, θὰ καλέσῃ τὸ λαὸ νὰ γυρίσῃ στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Κι ὁ λαὸς –τὸ πιστεύω– θ᾽ ἀ­κούσῃ τὴ φωνή του. Ἔτσι ἐργάσθηκα ὡς ἱερο­κήρυκας· τύπωσα, διένειμα καὶ τοιχοκόλλησα σχετικὲς πινακίδες, ἄρχισα συστηματικὸ κήρυ­γμα, καὶ πλῆθος πιστῶν δήλωναν τὴν ἐπιθυμία νὰ τηρήσουν τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς.
Ἡ δύναμι τῆς Ἐκκλησίας εἶνε μεγάλη. Ἂν ὅ­λοι οἱ ἐπίσκοποι τὴ συνειδητοποιοῦσαν καὶ τὴ χρησιμοποιοῦσαν, θὰ ἔκαναν θαύματα. Ὁ ἅγι­ος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς κατάφερε στὴν Ἤπειρο νὰ πείσῃ τοὺς Χριστιανοὺς νὰ μεταφέρουν τὰ παζάρια ἀπὸ τὴν Κυριακὴ στὸ Σάββατο πρὸς με­γάλη λύπη τῶν Ἑβραίων, ποὺ ἤθελαν νὰ γίνων­ται τὰ παζάρια Κυριακή, γιὰ νὰ μαγαρίζωνται οἱ Χριστιανοί. Μόνο ἄνθρωποι μὲ ἑβραϊκὴ καὶ μα­σονικὴ σκέψι θέλουν νὰ γίνωνται τὰ παζάρια Κυριακή. Αὐτοί, κατὰ τὸν ψαλμῳδό, ἔχουν κατα­­χθόνιο πρόγραμμα· «Ἐλᾶτε νὰ καταργήσου­με τὶς ἑορτὲς τοῦ Θεοῦ» (Ψαλμ. 73,8). Ἡ Κυριακή, ὡς ἡ­μέρα θριάμβου τοῦ ἀναστάντος Κυρίου κατὰ τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων, τοὺς δαιμονίζει. Ἂς γίνῃ λοιπὸν ἡ ἡμέρα Κυρίου λαχανοπάζαρο, «οἶκος ἐμπορίου» (Ἰω. 2,16), «σπήλαιον λῃστῶν» (Ἰερ. 7,11 = Ματθ. 21,13. Λουκ. 19,46), ἡμέρα ἐγκλήματος καὶ ἀτιμίας!
Ἱερεῖς καὶ ἐπίσκοποι, πρὸς τί ὑπάρχουμε, ἂν γίνωνται μπροστά μας τέτοια αἴσχη τὴν Κυ­ρι­ακή; πρὸς τί τὰ ἐγκόλπια, οἱ μισθοί, τ᾽ αὐτοκί­νη­τα; Ἕνας ἱερομόναχος Κοσμᾶς θὰ μᾶς δικάσῃ.
Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ θριαμβεύσῃ. Ἀρκεῖ μὲ ζωντανὸ παράδειγμα τῶν ποιμένων νὰ φωτίσῃ καὶ νὰ θερμάνῃ τὸ λαὸ γιὰ ἱεροὺς ἀγῶ­νες. Ἕνας φλογερὸς ἐπίσκοπος θὰ κάνῃ τὸ ῥά­σο του σημαία πνευματικοῦ συναγερμοῦ καὶ ἐν Χριστῷ ἐπαναστάσεως. Καὶ ἂν συναντήσῃ ἀντι­δράσεις, ἂς διενεργήσῃ δημοψήφισμα στὴν περιφέρειά του. Καὶ μετὰ ἂς πῇ στοὺς πολιτικούς· 15.000 λένε ὄχι παζάρι τὴν Κυριακή, καὶ 500 μόνο τὸ θέλουν· δὲν μποροῦν οἱ 500 νὰ θίγουν τὸ θρησκευτικὸ αἴσθημα τῶν πολλῶν.

* * *

Τὰ παζάρια τῆς Κυ­ριακῆς, ἀγαπητοί μου, σὲ ἐ­παρχίες καὶ οἱ λαϊκὲς ἀγορὲς σὲ συν­οικίες σπρώχνουν τὸ λαὸ σὲ ἀθεΐα. Ἀποτελοῦν βεβήλωσι τῆς ἁγίας ἡμέρας. Ἂς ἐξεγερθοῦν λοιπὸν ὅ­λοι κατὰ τῆς βεβηλώσεως. Ἂς ἡγηθοῦν ἐ­πίσκοποι καὶ ἱερεῖς. Καὶ ἂν αὐτοὶ ἀδιαφορήσουν, τότε οἱ πιστοὶ μὴ ἀδιαφορήσουν· καὶ ἕ­νας ἀ­κόμη πιστὸς πολλὰ μπορεῖ νὰ κατορθώσῃ.
Ἐμπρός, ἀδελφοί, ἂς σηκωθοῦμε. Σαλπίζουν οἱ οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι, ἐπιτάσσουν οἱ και­ροί. Ἐγγίζει ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου. Τί περιμένου­με; νὰ δοῦμε τὴ θάλασσα νὰ κοκκινίζῃ, τὴν ξη­ρὰ νὰ σείεται καὶ τὸν οὐρανὸ νὰ ῥίχνῃ φωτιά;
Μία Κυριακή, ἡμέρα ἀναπαύσεως, καλωσύνης, λατρείας, ἡμέρα ἁγία, ἡμέρα φωτὸς ἀνεσπέρου ἂς ἀνατείλῃ. Μόνο τότε θὰ εἴμαστε λαὸς περιούσιος, γιὰ τὸν ὁποῖο θὰ ἔχῃ ἐ­φαρμο­γὴ τὸ «Μακάριον τὸ ἔθνος ποὺ Θεός του εἶνε ὁ Κύριος» (Ψαλμ. 32,12). Αὐτὸν θὰ ἔχη βοηθὸ σὲ ἡ­μέρες θλίψεως. Καὶ ἔρχεται «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου…» (Ματθ. 24,21).

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Περιληπτικὴ μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα ἄρθρου, ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Χριστιανικὴ Σπίθα» (φ. 133/Αὔγ. 1952)
καὶ ἀναδημοσιεύθηκε στὸ βιβλίο «Σημεῖα τῶν καιρῶν» (Ἀθῆναι 1953, σσ. 177-188)῎

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.