Αυγουστίνος Καντιώτης



«Ευχαριστω» και «Συγχωρω» (Του Μητροπολιτου Φλωρινης Αυγουστινου

date Αυγ 27th, 2022 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΘ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2499

Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου (Ματθ. 18,23-35)
28 Αὐγούστου 2022
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Ευχαριστω» και «Συγχωρω»

Ἀπὸ ὅλους, ἀγαπητοί μου, ὅσους πέρασαν ἀπὸ τὴ γῆ, ἕνας μόνο ὑπῆρξε ἀναμάρτητος, δὲν ἔσφαλε ποτέ, δὲν εἶπε ψέμα, ὁ λόγος του εἶνε ἀλήθεια· αὐτὸς εἶ­νε ὁ Κύρι­ος ἡμῶν Ἰη­σοῦς Χριστός. Γι᾽ αὐτὸ θὰ σᾶς πῶ λόγια Χριστοῦ, ποὺ θὰ ἰσχύουν αἰωνίως. Ὁ ἴδιος εἶπε· «Ὁ οὐ­ρα­νὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24, 35. Λουκ. 21,33. Μᾶρκ. 13,31).
Τί λέει λοιπὸν σήμερα τὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 18,23-35);

* * *

Εἶνε μία ἀπὸ τὶς ὡραιότερες παραβολὲς τοῦ Κυρίου μας. Ὁ­μι­λεῖ γιὰ κάποιον βασιλιᾶ ἰδεώ­δη. Φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων, ἐμπιστευόταν στοὺς ὑπηκό­­ους του χρηματικὰ πο­σὰ φιλοτιμώντας τους νὰ τὰ ἐπαυξήσουν μὲ τὴν ἐργατι­κότητά τους. Καὶ ὅταν πέρασε ἕνα λογικὸ δι­άστημα, ἦρθε ἡ ὥρα νὰ λογαριαστῇ μαζί τους. Ἄ­νοιξαν τὰ λο­γιστικὰ βιβλία καὶ τοῦ ἔφεραν μπροστά του ἕναν δανειολήπτη, ποὺ βρέθηκε χρεωμένος «μύρια τάλαντα». Δηλα­δή;
Τὸ τάλαντον στὴν ἀρχαία ἐποχὴ σήμαινε ζυγαριὰ καὶ σταθμά, ἦταν μέτρο βάρους (βλ. Λεξικ. Δ. Δημητράκου)· ζυγίζοντας ὅμως καὶ πολύτιμα μέταλλα (π.χ. ἄργυρο, χρυσό) σήμαινε καὶ ὡρισμέ­νη χρη­ματικὴ ἀξία, νόμισμα. Κάθε τά­λαντο χρυσοῦ εἶχε 6.000 ἀττικὲς δραχμές, δηλαδὴ περίπου 6.000 σημερινὲς λίρες ἢ 60.000.000 δραχμές. Τὸ «μύρια» ση­μαίνει 10.000. Ἑπομένως τὰ «μύρια τάλαν­τα» ἦταν ἕνα πάρα πολὺ μεγάλο χρηματικὸ ποσό, ποὺ ἂν τὸ μεταφέ­ρου­με σὲ σημερινὰ χρήματα ἦταν ἴσο μὲ ἑ­ξήν­τα δισεκατομμύρια (60.000.000.000) δρα­χμές [πε­ρί­που διακόσα ἑκατομμύρια εὐρώ (200.000.000 €)].
Τεράστιο ποσὸ εἶχε πάρει, καὶ τώρα ὁ βασιλιᾶς ἀπαιτοῦσε νὰ τοῦ δώσῃ λογαριασμὸ πῶς τὸ διαχειρίστηκε. Αὐτὸς ὅμως δὲν εἶ­χε τίποτα, δραχμή δὲν εἶχε νὰ δώσῃ, καὶ καταδι­κάστηκε αὐστηρά. Πέφτει προσ­κυνάει τὸ βασιλιᾶ καὶ πα­ρακαλεῖ νὰ τὸν λυπη­θῇ, νὰ τοῦ δώσῃ μιὰ προ­θεσμία, καὶ ὑ­πόσχεται νὰ ἐπιστρέψῃ τὸ χρέος. Καὶ ὁ βασι­λιᾶς, ἀντὶ νὰ δώσῃ προθεσμία, κάνει κάτι ἀν­έλπιστο· παίρνει «σφουγγάρι» καὶ τοῦ σβήνει ὅλο τὸ χρέος! Κ᾽ ἔτσι ἔφυγε ἐλεύθερος ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα ὁ δοῦλος αὐτός.
Μόλις ὅμως βγῆκε ἔξω κ᾽ ἐνῷ ἀκόμα δὲν εἶ­χε ξεραθῆ τὸ μελάνι τῆς βασιλικῆς ὑπογρα­φῆς στὸ ἔγγραφο τῆς ἀπαλλαγῆς του ἀπὸ τὸ χρέος, βλέπει αὐτὸς ἕνα σύνδουλό του ποὺ τοῦ ὤφειλε «ἑκατὸν δηνάρια», πο­σὸ δηλα­δὴ σχετικὰ πολὺ μικρό, περίπου διακόσες χιλιάδες (200.000) δραχμὲς [ἢ χίλια εὐρώ (1.000 €· βλ. Λεξικ. Κ.Δ. Κ. Σιαμάκη)]. Τὸν ἁρπάζει καὶ τὸν πιέζει στὸ λαιμὸ φωνάζοντας· –Δός μου τὰ λε­φτὰ ποὺ μοῦ χρωστᾶς! Πέφτει ὁ ἄλλος στὰ πό­δια του καὶ παρακαλεῖ· –Δός μου μιὰ προθεσμία καὶ θὰ τὰ ἐπιστρέψω (κι ἀλήθεια ἔλεγε· μποροῦσε νὰ τὰ ἐπιστρέψῃ, μικρὸ ἦ­ταν τὸ χρέος του). Τοῦ ζη­τοῦ­σε τὸ ἴδιο ποὺ εἶ­χε ζη­τήσει κι αὐτὸς προ­ηγουμένως ἀπὸ τὸ βα­­σιλιᾶ (ἂν καὶ ὑποσχόταν κάτι ἀνέφικτο· τὸ ποσὸ ἐκεῖνο ἦταν ὑπέρογ­κο). Καὶ τί ἀπαν­τᾷ τώρα αὐ­τὸς στὸν ἀδελφό του· –Καμμιά ἀ­ναβολή· τὰ λεφτὰ ἐδῶ καὶ τώρα! Καὶ πάει ὁ ἄσπλαχνος καὶ τὸν κλείνει στὴ φυλακή!
Οἱ συνάδελφοί τους λυπήθηκαν πολὺ καὶ ἀ­νέφεραν στὸ βασιλιᾶ ὅλα τὰ συμβάντα. Αὐτός, ποὺ δὲν τὸ περίμενε, ἔμεινε ἔκπληκτος καὶ τὸν καλεῖ· –Ἔλα ᾽δῶ, ἄ­σπλαχνε! Σοῦ χάρισα τέτοιο χρέος, κ᾽ ἐ­σὺ πῆγες καὶ φυλάκισες τὸν ἀ­δελφό σου γιὰ ἐλάχιστο ποσό; Ντρο­πή σου! ἀνακαλῶ τὴν ἀ­πόφασί μου. Καὶ διατάζει τοὺς φύλακες νὰ τὸν ῥίξουν στὴ φυλακὴ μέχρι νὰ ἐξοφλήσῃ τὸ χρέος του τὸ μεγάλο.

* * *

Αὐτὴ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ σημερινὴ παραβολὴ τοῦ Κυρίου. Ποιόν εἰκονίζει ὁ βασιλιᾶς; ποιόν ὁ πρῶτος δοῦλος ποὺ χρωστοῦ­σε τὰ μύρια τάλαντα; καὶ ποιόν ὁ δεύτερος δοῦ­λος ποὺ χρωστοῦσε τὰ ἑκατὸ δηνάρια;
⃟ Ὁ βασιλιᾶς εἰκονίζει ἐκεῖνον ποὺ «νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» ἐξ­ουσι­άζει τὰ σύμπαντα μὲ ὅλους τοὺς ἀστερισμοὺς καὶ γαλαξίες των· «τὸν βασιλέα τῶν βασιλευ­­όντων καὶ κύριον τῶν κυριευόντων» (Α΄ Τιμ. 6,15), τὸν Κύρι­ον ἡ­μῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ποὺ «τῆς βασιλεί­ας αὐ­τοῦ οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1, 33 & Σύμβ. πίστ. 7). Δικά του εἶνε ὅλα, ὅ,τι φανταστῆτε· τίποτα δὲν ἔχουμε ἐμεῖς. Δηλαδή· τὰ μάτια σας, τὰ αὐ­τιά, οἱ πνεύμονες, ἡ καρδιά, κάθε κύττα­ρο ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια τοῦ σώματός σας, ὅλα τοῦ Θεοῦ εἶνε. «Τοῦ Κυρίου (εἶ­νε) ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐ­τῆς» (Ψαλμ. 23,1)· τὰ βουνά, οἱ κάμ­ποι, τὰ δέντρα, οἱ καρποί, τὸ ψωμί, τὸ νερό, τὰ ποτάμια, οἱ θάλασ­σες, οἱ ὠκεανοί, ὅλα τοῦ Θε­οῦ εἶνε. –Μά, θὰ πῇς, ἐγώ σπέρνω τὴ γῆ καὶ βγαί­νει ψωμί! Καὶ τὸ ψωμὶ τοῦ Θεοῦ εἶνε. Ἂς μὴ βρέξῃ ὁ Θεός, καὶ βλέπουμε τί θὰ κάνουν καὶ τὰ γεωργικὰ μη­­χανήματα καὶ οἱ γεω­πόνοι καὶ ὅλα τὰ μέσα· στερεύουν τότε καὶ μεγάλα ποτάμια, βλέπεις παιδιὰ νὰ παίζουν μέσα στὴν κοίτη τους. Ἐὰν δὲν βρέξῃ ὁ Θεός, θὰ πεινάσῃς τρομερά· καὶ τότε, ὅπως εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, «μιὰ φού­χτα ἀλεύρι» θὰ κοστίζῃ «μιὰ φούχτα χρυσάφι». Τί νὰ τὰ κάνῃς τότε, ἂν λείψῃ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τὰ δολλάρια, τὶς λίρες, τὰ ῥούβλια; Κι αὐτὴ ἡ βροχούλα ποὺ πέφτει λίρες εἶνε.
Ἀπέναντι σὲ ὅλα αὐτὰ ἐμεῖς τί κάνουμε; Ἕ­να εὐχαριστῶ περιμένει ὁ Θεὸς ν᾽ ἀκούσῃ ἀπὸ τὸ στόμα μας. Δὲν τὸ λέμε· οὔτε ἐρχόμα­στε στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ποῦμε «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία», ἁγία Τριάς –ἔτσι ἀρχίζει ἡ θεία Λειτουργία–· Πάτερ Υἱὲ καὶ Πνεῦμα ἅγιο, σ᾽ εὐ­χαριστοῦμε γιὰ ὅλα τὰ δῶρα σου, «τὰ μύρια τάλαντα» μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς πλούτισες. Ἐμεῖς, ἀντὶ γιὰ εὐχαριστῶ, ἀνοίγουμε τὰ βρωμερά μας στόματα καὶ βλαστημοῦμε τὰ θεῖα. Ὤ ἀχαριστία! εἴμαστε σὰν λυσσασμένα σκυλιὰ ποὺ δὲν γνωρίζουν τ᾽ ἀφεντικό τους καὶ τὸ δαγκώνουν.
Καὶ μόνο βλαστήμια; Ἁμαρτάνουμε συνε­χῶς μὲ ὅλα τὰ μέλη μας· μάτια αὐτιά, χέρια, πόδια, καρδιά, μυαλό, γλῶσσα. Ποιός θὰ μετρήσῃ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι; Εἶνε ἀμέτρητες. Ὅσο ἀμέτρητα εἶνε τὰ δῶρα τοῦ Κυρίου, τόσο ἀμέτρητες εἶ­νε καὶ οἱ ἁμαρτίες μας. Ἀλλ᾽ ὅσο ἀμέτρητες εἶ­νε οἱ ἁμαρτίες μας, τόσο κι ἀκόμη πιὸ ἀμέτρητες καὶ ἄπειρες εἶνε οἱ συγχωρήσεις, τὸ ἄ­πειρο ἔλεος, ἡ χάρις, γιὰ τὰ μύρια ἁμαρτήματά μας· νά τὰ «μύρια τάλαντα» ποὺ ὀφείλουμε.
⃟ Εἴδατε λοιπὸν ποιός εἶνε ὁ ὀφειλέτης τῶν «μυρίων ταλάντων»· ἐμεῖς εἴμαστε, ὁ κάθε ἄν­θρωπος, ποὺ ὀφείλει τόσα στὸ Θεὸ γιὰ τὰ δῶ­ρα, τὴν ἀ­γάπη καὶ τὸ ἔλεός του. Καὶ πρέπει νὰ μεριμνήσῃ γιὰ κάθε ἁμαρτία του. Τὸ περι­μένει ὁ Κύριος, δὲν μένει ἀδιάφορος. Γιατὶ ὑ­πάρχει, ναί, ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾽ ἀκούει ὅλα, κ᾽ ἕνα χέρι ποὺ τὰ γρά­φει ὅλα· καὶ ἂν δὲν φροντίσουμε, θὰ τὰ πληρώσουμε ὅ­λα μὲ τόκο καὶ ἐπιτόκιο. Ὁ Κύριος μακρο­θυμεῖ, μᾶς περιμένει. Μποροῦσε νὰ μᾶς ἔχῃ τιμωρήσει σκληρὰ καὶ μὲ πολλοὺς τρόπους, μὲ σεισμὸ ἢ πλημμύρα, νὰ κάνῃ τὴ Γῆ πυ­ρίκαυστη – κάρβουνο ἢ παγωμένη – Βόρειο Πόλο. Ἀλλὰ μακροθυμεῖ. Τί περιμένει; Νὰ τοῦ ποῦμε· Μετανοοῦμε, συχώρε­σέ μας! Ἕνα «Εὐ­χαριστῶ», ἕνα «Μνήσθητί μου, Κύριε» (βλ. Λουκ. 17,17-18· 23,42) περιμένει. Τὸ λέμε; Καὶ κάτι ἀκόμα.
⃟ Ἕτοιμος εἶνε νὰ μᾶς συγχωρήσῃ ὁ Θεὸς γιὰ τ᾽ ἁμαρτήματά μας, ὅσο πολλὰ καὶ μεγάλα κι ἂν εἶνε, ὑπὸ ἕναν ὅρο· ποιόν; Κάτι πολὺ εὔκολο. Ἂν κάποιος ἀπὸ μᾶς χρωστοῦσε σὲ ἕναν ἄλλο ἕνα ἑκατομμύριο λίρες κ᾽ ἐκεῖνος τοῦ ἔλεγε, «Θὰ σοῦ χαρίσω ὅλο τὸ χρέος σου, ἐὰν κ᾽ ἐσὺ χαρίσῃς στὸ γείτονά σου μία λίρα ποὺ σοῦ χρωστάει», ποιός δὲν θὰ τὸ δεχόταν αὐτό, χαρίζοντας μιὰ λίρα νὰ ξεχρεωθῇ ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο λίρες; Αὐτὸ μᾶς λέει ὁ Χριστὸς σήμερα· Σὲ συγχωρῶ ἐγώ, ἀρκεῖ κ᾽ ἐσὺ νὰ πῇς στὸ διπλανό σου ὅτι τὸν συγχωρεῖς. Εἶνε δύσκολο αὐτό; Καὶ ὅμως δύσκολα συγχωροῦμε. Ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ γερόντισσα καὶ ἔλεγε παράπονα γιὰ τὴ νύφη της. Εἶπε, εἶπε, εἶπε. –Γριὰ γυναῖκα εἶσαι, τῆς λέω, μεγά­λη πιά, μεθαύριο πεθαίνεις, συχώρεσέ την! –Νὰ τὴ συγχωρήσω; Ποτέ, ποτέ… Ὤ τί κακία ὑπάρχει στὸν κόσμο! Ὁ Θεὸς συγχωρεῖ τ᾽ ἁ­μαρτήματά μας, καὶ τὰ πιὸ μεγάλα, ἐμεῖς δὲν εἴμαστε διατεθειμένοι νὰ συγχωρήσουμε τὸν ἀδελφό μας οὔτε στὸ πιὸ μικρὸ φταίξιμό του σ᾽ ἐμᾶς. Γιατὶ τὸ δικό του χρέος εἶνε μικρότε­ρο ἀπ᾽ τὸ δικό μας. Αὐτὸν εἰκονίζει ὁ δεύτερος δοῦλος, ποὺ ὤφειλε «ἑκατὸν δηνάρια».
* * *
Δυὸ λέξεις, ἀγαπητοί μου, δυὸ ῥήματα, κάνουν τὸν ἄνθρωπο. Τὶς λές; εἶσαι ἄνθρωπος.
Τὸ ἕνα εἶνε «Εὐχαριστῶ». Δὲν ἀκούγεται οὔ­τε πρὸς τὸν Θεό, οὔτε πρὸς τὸν γονέα, οὔ­τε στὸν εὐεργέτη. Οἱ καρδιὲς ἔγιναν πέτρινες.
Τὸ ἄλλο εἶνε «Συγχωρῶ». Ἔχει μεγάλη σημα­σία αὐτό. Στὸ σπίτι, ἂν ἡ πεθερὰ δὲν συχω­ρέσῃ τὴ νύφη, ἡ ζωὴ θά ᾽νε δύσκολη. Στὸν κό­σμο ἂν οἱ Ἀμερικᾶνοι δὲν συχωρέσουν τοὺς ῾Ρώσους καὶ οἱ ῾Ρῶσοι τοὺς Ἀμερικάνους, θά χουμε τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.
Δὲν ὑπάρχει ὡραιότερο πρᾶγμα ἀπὸ τὴν ἀ­γάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη εἶνε ὅπου εἶνε ὁ Χριστός. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ὁ παράδεισος· ὅ­που λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶνε ἡ κόλασι.
Εὔχομαι στὴν καρδιὰ καὶ στὸ στόμα νά ᾽χετε ἕτοιμες τὶς λέξεις «εὐχαριστῶ» – «συγχωρῶ».

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου Καρυῶν – Πρεσπῶν τὴν 18-8-1985, μὲ νέο τώρα τίτλο. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 21-7-202

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.