Περίοδος Γ΄- Ἔτος ΙΣΤ΄
Ἀριθμ. φύλλου 677
Μεγάλη Παρασκευὴ
17 Ἀπριλίου 2020 (1999)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Το αντιδοτο του πονου
«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16,33)

Τὰ λόγια αὐτά, ἀδελφοί μου, εἶνε οἱ ἀποχαιρετιστήριες λέξεις τοῦ Χριστοῦ στὸ τέλος τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου. Ὁ τόνος τῆς φωνῆς του μελαγχολικός· Ὕστερα ἀπὸ ᾽μένα θὰ δοκιμάσετε θλίψεις σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο, ἀλλὰ θάρρος!
Πράγματι, ἂν κάποιος πόνεσε πολὺ καὶ μπορῇ νὰ ὀνομασθῇ ἄνθρωπος τοῦ πόνου, εἶνε ὁ ἐσταυρωμένος Υἱὸς τῆς Παρθένου. Δὲν νικήθηκε ὅμως ἀπ᾽ τὸν πόνο καὶ τὴ θλῖψι. «Θαρσεῖτε», λέει, «ἐγὼ νίκησα τὸν κόσμο» (Ἰω. 16,33).
* * *
Ἡ ζωὴ τοῦ Θεανθρώπου, ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος σ᾿ ἕνα σταῦλο μέχρι ποὺ εἶπε τὸ «Τετέλεσται» στὸ σταυρό (Ἰω. 19,30), ἦταν ζυμωμένη μὲ τὸ δάκρυ, τὸν πόνο, τὴ θλῖψι.
Ἕνα βλέμμα στὴ ζωή του. Ἐκεῖ στὸ βρώμικο σπήλαιο ἡ ἁγία του Μητέρα τὸν τοποθέτησε στὴ φάτνη τῶν ἀλόγων. Νήπιο καταδιώχθηκε ἀπ᾽ τὸν Ἡρώδη κ᾽ ἔφυγε πρόσφυγας στὴν Αἴγυπτο. Ἔζησε σὰν ὁ φτωχότερος ἄνθρωπος. Οἱ ἀνώτερες τάξεις τὸν περιφρονοῦσαν. Τὸν θεωροῦσαν ὡς τὸν «υἱὸν τοῦ τέκτονος», τοῦ μαραγκοῦ (Ματθ. 13,55). Ὑβρίστηκε καὶ διαβλήθηκε ὅσο κανείς ἄλλος. Αὐτός, ποὺ ἦταν ἀμόλυντος καὶ εἶπε «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46), ὠνομάστηκε «φίλος τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν» (Ματθ. 11,19). Αὐτός, ποὺ ἀγάπησε τὸ λαὸ ὅσο κανένας ἄλλος καὶ ἀγκάλιασε τοὺς πονεμένους καὶ περιφρονημένους, ὠνομάστηκε λαοπλάνος, δημαγωγός, ἀπατεώνας, ἀγύρτης. Αὐτός, ὁ Βασιλεὺς τῶν ἀγγέλων, ἀπὸ τοὺς φαρισαίους ὠνομάστηκε –Θεέ μου, συγχώρεσέ με– δαιμονισμένος (βλ. Ματθ. 11,18. Λουκ. 7,33). Αὐτόν, ποὺ ἡ διάνοιά του ἦταν ἥλιος φωτίζων τὸν κόσμο, οἱ ἐχθροί του τὸν εἶπαν τρελλό (βλ. Ἰω. 10,20). Κανένας δὲν συκοφαντήθηκε ὅσο ὁ αὐτός. Μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε λοιπόν, τί θλῖψι δοκίμαζε ὅταν ἄκουγε τὰ ψέματα, τὶς διαβολές, τὶς συκοφαντίες, τὶς διαστρεβλώσεις!…
Δὲν ἦταν ὅμως μόνο αὐτὲς οἱ θλίψεις του· ὑπῆρχαν καὶ χειρότερες. Καὶ αὐτὲς προέρχονταν ἀπὸ τὸν κύκλο τῶν μαθητῶν του. Ὤ αὐτοί! Δὲν τὸν καταλάβαιναν καθόλου· ἄλλα ἔλεγε ἐκεῖνος, ἄλλα ἐννοοῦσαν αὐτοί. Ὁ νοῦς τους χαμηλά, ἡ σκέψι τους πεζή, τὰ αἰτήματά τους γήινα. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς εἶπε· «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε» (ἔ.ἀ. 20,22). Ὁ ἕνας τὸν πούλησε γιὰ 30 ἀργύρια, ὁ ἄλλος (ὁ Πέτρος) τὸν ἀρνήθηκε μπροστὰ σὲ μιὰ ὑπηρέτρια καὶ μὲ ὅρκο, «Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον» (ἔ.ἀ. 26,74). Τέλος τὴν ὥρα τοῦ πάθους ἔφυγαν ὅλοι κ᾽ ἔμεινε μόνος, μονώτατος, ἐκεῖ στὸ Γολγοθᾶ, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου.
* * *
Ὁ Χριστὸς ἔπαθε ὄχι γιὰ δικά του ἁμαρτήματα. Τὸ ὡμολόγησε κι ὁ Πιλᾶτος, ὅτι εἶνε ἀθῷος καὶ «οὐδεμίαν αἰτίαν εὑρίσκει ἐν αὐτῷ» (Ἰω. 18,38). Ὁ Χριστὸς ἔπαθε γιὰ τὰ δικά μας ἁμαρτήματα. Read more »