ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΘΕΙΟ ΕΛΕΟΣ ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ! 2) Πoτε περναει ο Χριστος; (Κυριακη ΙΔ΄ Λουκα)
Posted by: Επίσκοπος on
Δεκ 1st, 2018 |
Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Δύο ὁμιλίες τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου. Ἡ πρώτη εἶναι σὲ pdf
ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΘΕΙΟ ΕΛΕΟΣ ΤΙΠΟΤΑ!
Κυριακὴ ΙΔ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 18,35-43)
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου
ΠΟΤΕ ΠΕΡΝΑΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ;
«Ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴῃ ταῦτα. ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται» (Λουκ. 18,36-37)
Ὄχι ἕνα, ὄχι δυό, ὄχι χίλια· ἀναρίθμητα εἶνε, ἀγαπητοί μου, τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶνε καὶ τὸ θαῦμα τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ἂς προσπαθήσουμε νὰ τὸ ἀναπαραστήσουμε.
* * *
Νοερῶς βρισκόμαστε σὲ μία πόλι τῆς Ἰουδαίας, στὴν Ἰεριχώ. Ἐκεῖ σ᾿ ἕνα σταυροδρόμι στεκόταν πάντοτε, ἀπ᾿ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ, ἕνας τυφλός. Τυφλός, ἀλλὰ καὶ ζητιάνος. Ἅπλωνε τὸ χέρι καὶ περίμενε τὴν ἐλεημοσύνη τῶν διαβατῶν. Χρόνια καθόταν ἐκεῖ. Ἕνα παιδὶ τὸν ἔφερνε τὸ πρωὶ καὶ τὸν ἔπαιρνε τὸ βράδυ, γιὰ ν᾿ ἀγοράσῃ τὸ καρβέλι του ἀπὸ τὴν ἐλεημοσύνη καὶ νὰ γυρίσῃ στὸ σπίτι. Τὸ ὄνομά του τὸ διασῴζει ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος· λεγότανε Βαρτιμαῖος (Μᾶρκ. 10,46).
Ἀλλὰ ξημέρωσε γι᾿ αὐτὸν μιὰ φορὰ ἡ μεγάλη ἡμέρα. Ἔτσι εἶνε· περνᾶνε ὧρες, μέρες, χρόνια, καὶ ξαφνικὰ παρουσιάζεται στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μιὰ στιγμή, ποὺ ἂν τὴν ἐκμεταλλευθῇ, γίνεται εὐτυχισμένος· ἂν τὴν ἀφήσῃ καὶ φύγῃ ἀπὸ τὰ χέρια του, μένει δυστυχισμένος. Ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου εἶνε ζήτημα στιγμῶν· εἶνε ἢ μοιραῖες ἢ ἀποφασιστικὲς στιγμές, εἴτε γιὰ τὴν καταστροφὴ εἴτε γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν πρόοδο ἑνὸς ἀνθρώπου ἢ ἑνὸς λαοῦ.
Μιὰ τέτοια στιγμὴ πολύτιμη παρουσιάστηκε καὶ στὸν δυστυχισμένο αὐτόν. Δὲν εἶχε μάτια, ἀλλὰ οἱ τυφλοὶ ἔχουν ἀκοή. Καὶ αὐτὸς ἄκουγε. Ἄκουσε θόρυβο μεγάλο, νὰ περνάῃ κόσμος πολύς, σὰν νὰ γινόταν συλλαλητήριο. Ἀμέσως ρώτησε· Τί συμβαίνει; Καὶ τοῦ ἀπαντοῦν –προσέξτε τὴ φράσι–· «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται» (Λουκ. 18, 37). Περνάει – ποιός; ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος. Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει δραχμὴ στὴν τσέπη του, δὲν ἔχει ὅπλο στὸ χέρι του, δὲν ἔχει στρατό, δὲν ἔχει σπίτι, δὲν ἔχει τίποτα. Περνάει ἐκεῖνος ποὺ εἶπε· «Αἱ ἀλώπεκες φωλεοὺς ἔχουσι καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ»· οἱ ἀλεποῦδες ἔχουν φωλιὲς καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ καταφύγια, ἐνῷ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἔχει ποῦ νὰ γείρῃ τὸ κεφάλι του (Ματθ. 8,20). Read more »



Be the first! 

















