Αυγουστίνος Καντιώτης



Archive for the ‘ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ’ Category

O ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 7th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Η΄ Λουκᾶ (Λουκ. 10,25-37)
10 Νοεμβρίου

O ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

«Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως» (Λουκ. 10,37)

KALOS SAMAREITHS istΔΥΟ, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, δύο εἶνε οἱ δρόμοι. Τρίτος δὲν ὑπάρχει. Ὁ ἕνας εἶνε ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ ἄλλος εἶνε ὁ δρόμος τοῦ διαβόλου. Κάθε ἄνθρωπος εἶνε ἐλεύθερος νὰ ἐκλέξῃ ἕνα ἀπὸ τοὺς δύο. Στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ μᾶς καλεῖ ἡ συνείδησί μας, ὁ ἄγραφος νόμος· μᾶς καλεῖ καὶ ὁ γραπτὸς νόμος, ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Μᾶς καλεῖ σήμερα ὁ Κύριός μας. Δὲν ἀκούσατε; «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως», πήγαινε καὶ κάνε ὅ,τι ἔκανε ἐκεῖνος (Λουκ. 10,37). Ποιός «ἐκεῖνος»; Ὁ καλὸς Σαμαρείτης. Ἀλλὰ ποιός ἆραγε κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸν καλὸ Σαμαρείτη, ποὺ προβάλλεται ὡς ὑπόδειγμα μιμήσεως;
Στὸ δρόμο ποὺ ὡδηγοῦσε ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα στὴν Ἰεριχὼ συνέβη δυστύχημα. Ἕνας φτωχὸς ὁδοιπόρος ἔπεσε στὰ χέρια λῃστῶν. Τὸν ἔγδυσαν, τὸν τραυμάτισαν καὶ τὸν ἄφησαν κατὰ γῆς μισοπεθαμένο. Ἡ κατάστασί του ἦτο τραγική. Βοήθεια! φώναζε. Νά καὶ περνάει σὲ λίγο ἕνας ἱερεύς. Καμμιά σημασία δὲν ἔδωσε μπροστὰ στὸ θέαμα τοῦ τραυματίου. Σὲ λίγο περνάει ἕνας λευΐτης. Τὸ διο. Πήγαινε νὰ βασιλέψῃ ὁ ἥλιος καὶ ὁ τραυματίας κινδύνευε νὰ πεθάνῃ. Τότε, μὲ τὰ μάτια μισοσβησμένα, βλέπει κάποιον νὰ ἔρχεται. Ἀπὸ τὴν ἐνδυμασία του κατάλαβε ὅτι εἶνε Σαμαρείτης. Αὐτὸς Ἰουδαῖος, ἐκεῖνος Σαμαρείτης, ἀλλοίμονο, εἶπε μέσα του, ἔφθασε τὸ τέλος μου. Διότι οἱ Σαμαρεῖτες ἦταν ἐχθροί τους, ὅπως γιὰ μᾶς ἦταν οἱ Τοῦρκοι. Φοβήθηκε λοιπόν, πὼς θὰ τοῦ δώσῃ τὴν τελευταία πληγή. Ἀλλ᾿ αὐτὸς ὁ Σαμαρείτης δείχνει μιὰ διαγωγὴ ποὺ κανείς δὲ᾿ φανταζόταν. Τὸν βλέπει, τὸν σπλαχνίζεται, σταματάει καὶ κατεβαίνει ἀπὸ τὸ ζῷο του. Δὲν εἶνε γιατρὸς καὶ νοσοκόμος. Ἡ ἀγάπη ὅμως εἶνε ἐφευρετική,  ἀνακαλύπτει τρόπους γιὰ νὰ ὑπηρετήσῃ τὸν ἄλλο. Ἐὰν μὲ ρωτήσετε, ποιά εἶνε ἡ καλύτερη νοσοκόμος στὸν κόσμο, θὰ σᾶς πῶ· δὲν εἶνε ἐκείνη ποὺ σπούδασε σὲ σχολές, εἶνε ἡ μάνα, ἂς εἶνε καὶ ἀγράμματη. Τὸ ἔνστικτο τῆς ἀγάπης της τὴν κάνει νὰ σχίζῃ καὶ τὴν καρδιά της γιὰ νὰ δώσῃ ζωὴ στὸ παιδί της. Τέτοια ἀγάπη εἶχε καὶ ὁ Σαμαρείτης αὐτός. Δὲν εἶχε μαζί του οὔτε ἐπιδέσμους οὔτε γάζες. Θὰ ἔσχισε τὸ πουκάμισό του  ―δὲν τὸ λέει τὸ Εὐαγγέλιο ἀλλὰ ὑπονοεῖται―, καὶ ἔδεσε τὰ τραύματά του. Ἀνοίγει τὸ ὁδοιπορικὸ σακκίδιό του καὶ βγάζει τὰ πρόχειρα ποὺ εἶχε, τὸ μπουκάλι μὲ τὸ λάδι καὶ τὸ μπουκάλι μὲ τὸ κρασί. Μὲ τὸ κρασὶ ἀπολυμαίνει τὶς πληγές, μὲ τὸ λάδι τὶς ἀλείφει καὶ τὶς ἁπαλύνει. Μετὰ τὸν σηκώνει στὸν ὦμο, τὸν ἀνεβάζει στὸ γαϊδουράκι του, καὶ τὸν ὁδηγεῖ σὲ ἕνα πανδοχεῖο, σὲ κάποιο χάνι. Ἐκεῖ ἔμεινε κοντά του ὅλη τὴ νύχτα καὶ ἄγρυπνος ἀσφαλῶς. Τὸ πρωῒ τοῦ λέει· ―Φεύγω. ―Ἄγγελέ μου, ποῦ πηγαίνεις; ―Φεύγω, ἀλλὰ σ᾿ ἀφήνω στὰ χέρια καλῶν ἀνθρώπων· κι ὅταν ἐπιστρέψω, θὰ ἐκπληρώσω τὶς ὑποχρεώσεις μου στὸν πανδοχέα.
Μὲ λίγα λόγια αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή. Κάτω ἀπὸ τὰ πρόσωπά της κρύβονται ἄλλα πρόσωπα. Κάτω ἀπὸ τὸν ὁδοιπόρο ποὺ ἔπεσε στὰ χέρια τῶν λῃστῶν κρύβεται κάθε πονεμένος ἄνθρωπος. Κάτω ἀπὸ τοὺς λῃστὰς κρύβονται οἱ κακοποιοὶ καὶ ἐγκληματίες, καὶ πρὸ παντὸς ὁ ἀρχηγός τους ὁ διάβολος. Κάτω ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ τὸ λευΐτη κρύβονται οἱ ἄσπλαχνοι ἄνθρωποι. Καὶ κάτω ἀπὸ τὸν καλὸ Σαμαρείτη ποιός κρύβεται; ὁ Ναζωραῖος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ναί, αὐτὸς ἔδειξε στὸν κόσμο τί εἶνε ἀγάπη.
Τὴ δίδαξε μὲ τὰ λόγια του. Τὴ δίδαξε μὲ τὴν παραβολὴ αὐτή. Τὴ δίδαξε μὲ τὸ διάγγελμά του, ποὺ δὲν ὑπάρχει ὡραιότερο καὶ συντομώτερο, τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰωάν. 13,34). Ἔδειξε τὴν ἀγάπη μὲ ὅλη τὴ ζωή του, πρὸ παντὸς δὲ μὲ τὰ σεπτὰ πάθη καὶ τὸ σταυρό του.
Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας ποιά εἶνε ἡ γνησία ἀγάπη; Διότι ὑπάρχει καὶ κίβδηλη ἀγάπη, ἐν ὀνόματι τῆς ὁποίας τόσα ἐγκλήματα ἔγιναν καὶ γίνονται. Ὁ Χριστὸς ὅμως πῆρε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ὕψωσε ψηλά. Ἡ ἀγάπη δὲν εἶνε ἕνα αίσθημα τυφλό, ἕνα αίσθημα ποὺ καίει, ποὺ ἀνάβει καὶ σβήνει σὰν πυροτέχνημα. Ἀγάπη δὲν εἶνε ν᾿ ἀγαπᾷς δύο – τρία πρόσωπα τῆς οἰκογενείας σου, νὰ περιορίζεσαι σ᾿ ἕνα μικρὸ κύκλο, καὶ τοὺς ἄλλους νὰ τοὺς μισῇς καὶ ἀποστρέφεσαι. Ἡ ἀγάπη σπάει τὰ φράγματα, σπάει τοὺς σατανικοὺς δεσμούς, προχωρεῖ, παίρνει φτερὰ ἀγγέλων, ἀνεβαίνει ψηλά, ἀγκαλιάζει τὸν κόσμο ὁλόκληρο, ἀγκαλιάζει ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸν ἐχθρό σου καὶ σὲ κάνει νὰ τοῦ λές· «Ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ σὲ ἀγαπῶ».
Αὐτὴ εἶνε Read more »

ΦΥΛΑΧΘΗΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Νοέ 7th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Θ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 12,16-21· 14,35)
Παραβολή ΑΦΡΟΝΟΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥ

Oμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

ΦΥΛΑΧΘΗΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑ

«…Καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου» (Λουκ. 12,18)

ΠΛΟΥΣ. ΠΛΕΟΝ

Ἁγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἁγία Τριάς, βοήθησον ἡμῖν τοῖς ἀναξίοις καὶ ἁμαρτωλοῖς δούλοις σου.

  • Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, τῆς πόλεως Κατερίνης!
    Κάποιο κήρυγμα περιμένετε ὅλοι. Αὐτὸ ὅμως τὸ ἐλεγκτικὸ κήρυγμα δὲν θὰ τὸ ἀκούσετε ἐδῶ εἰς τὸν ναόν. Ἂν θέλῃ ὁ Θεὸς θὰ τὸ ἀκούσητε ὄχι μόνον σεῖς, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ πόλις τῆς Κατερίνης καὶ ὅλη ἡ Ἑλλάς, διὰ τοῦ τύπου, θὰ τὸ ἀκούσῃ τὸ βράδυ. Τώρα ἐλεγκτικὸ κήρυγμα δὲν θὰ κάνω. Εἶνε λειτουργία, εἶνε ἱερὰ στιγμή, καὶ δὲν ἐπιτρέπεται στὸν ἱεροκήρυκα νὰ διαταράξῃ τὴν μυστικὴν γαλήνην, ἡ ὁποία πρέπει νὰ πνέῃ κατὰ τὴν ὥρα αὐτήν. Ἐπαναλαμβάνω, τὸ ἐλεγκτικὸν κήρυγμα δὲν θὰ τὸ κάνω· θὰ τὸ κάνω τὸ βράδυ στὶς 6 ἡ ὥρα, ἂν θέλῃ ὁ Θεὸς κ᾿ εἶσθε ὅλοι παρόντες, εἰς τὸν μητροπολιτικὸν ναόν. Τώρα χάριν τῆς ἀγάπης σας θὰ μοῦ ἐπιτρέψητε νὰ είπω ὀλίγας λέξεις, νὰ κάνω ἕνα μικρὸ καὶ σύντομο κήρυγμα, τὸ ὁποῖον ἡμεῖς οἱ θεολόγοι καὶ ἱεροκήρυκες ὀνομάζομεν ἐποικοδομητικόν, καὶ παρακαλῶ νὰ προσέξητε τὰ ὀλίγα φτωχά μου λόγια.

Ἠκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸν καὶ ἅγιον εὐαγγέλιον. Ὅταν δὲ λέγω ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιον δὲν ἐννοῶ ἂν τὸ ἀκούσατε μὲ τὰ ἐξωτερικά σας αὐτιά. Γιατὶ στὴν γενεὰ τὴ δική μας, μιὰ γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρας, ἀμφιβάλλω ἂν μέσα σὲ ἑκατὸ Χριστιανούς ―τί λέγω;―, ἀμφιβάλλω ἂν μέσα στοὺς χίλιους Χριστιανοὺς ἂν ὑπάρχει ἕνα ζευγάρι ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ αὐτιὰ ποὺ ζητᾶ ὁ Κύριός μας ὅταν λέγει· «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω». Ἂν είχαμε πνευματικὰ αὐτιά, ἂν είχαμε τρόπον τινὰ ἕνα ραντὰρ πνευματικό, νὰ ἀκούσωμε τὰ μηνύματα ποὺ μᾶς στέλλει ὁ οὐρανός, ἐὰν προσπαθούσαμε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ ἐφαρμόσωμεν αὐτὰ τὰ ὁποῖα μᾶς εἶπε τὸ στόμα τοῦ Κυρίου, ἡ γῆ αὐτὴ θὰ ἦταν παράδεισος. Κάθε λέξεις τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου εἶνε ἕνας ἥλιος ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο. «Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσαϊα). Ναί, ἀδελφοί. Πιστεύσατέ με, ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο στερεώτερον εἰς τὸν κόσμον, παρὰ μόνον ὁ αἰώνιος βράχος τοῦ Γολγοθᾶ. Μόνον τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ μας. Ναί. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ―θὰ ἔρθῃ ἡμέρα―, ἡ ἥλιος θὰ πέσῃ, τὰ δένδρα θὰ ξεραθοῦν, τὰ ποτάμια θὰ στερεύσουν, τὰ πάντα θὰ ἀλλοιωθοῦν. Ἀλλ᾿ ἐν μέσῳ τῆς διαρκοῦς αὐτῆς ῥοῆς τῶν ὑλικῶν πραγμάτων θὰ ὑπάρχῃ ἕνα, τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Ἂν καὶ περάσανε είκοσι αἰῶνες ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ τὰ ἄχραντα χείλη τοῦ Ἐσταυρωμένου μᾶς εἶπαν τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἐν τούτοις αὐτὰ μένουν.
Ὅποιος σήμερα προσέξῃ τὸ ἅγιον εὐαγγέλιον, θὰ δῇ μέσα σ᾿ αὐτὸ τὴν φωτογραφία τῆς ψυχῆς του, θὰ δῇ τὴν φωτογραφία τῆς κοινωνίας, θὰ δῇ τὴν φωτογραφία συμπάσης τῆς ἀνθρωπότητος. Γιά ἀκούσατε· μᾶς μεταφέρει τὸ εὐαγγέλιον σὲ μιὰ πόλι ἀρχαία.
Εἶνε νύχτα, μεσάνυχτα. Τὰ πουλιὰ κοιμοῦνται στὰ κλαδιά τους. Τὰ ἄλλα πουλάκια, τὰ ἀθῷα παιδάκια, κοιμοῦνται στὶς κούνιες των. Οἱ ἐγκληματίαι καὶ οἱ φυλακισμένοι καὶ αὐτοὶ κοιμοῦνται κουρασμένοι μέσα στὰ μπουντρούμια τῶν φυλακῶν μαζὶ μὲ τοὺς ἀθῴους. Ὅλα κοιμοῦνται. Καὶ στὶς καλύβες των, πρὸ παντός, γλυκὺς ὕπνος εἶνε τῶν κουρασμένων ἀνθρώπων. Ὅλοι κοιμοῦνται. Ἕνας δὲν κοιμᾶται. Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Τὰ μάτια του ἔχουν κοκκινίσει. Γιατί ἆραγε; Ποιός νὰ εἶνε αὐτός; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Νὰ εἶνε ἆραγε πατέρας ἢ μάνα, ποὺ τὸ παιδί του χαροπαλαίει μὲ τὸν θάνατο; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Νὰ εἶνε ἆραγε νοσοκόμος ἢ ἰατρός, ποὺ κάθεται ἐπάνω στὸ κρεβάτι τοῦ ἀρρώστου καὶ ξαγρυπνᾷ; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Νὰ εἶνε κανένας σοφὸς ἐπιστήμων, ποὺ στύβει τὸ μυαλό του ἐπάνω στὰ βιβλία; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Νὰ εἶνε ἆραγε κανένας στρατιώτης, ποὺ μὲ τὸ ὅπλο του τὴν νύχτα φυλάει εἰς τὰς ἐπάλξεις τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Νὰ εἶνε ἆραγε κανένας ἀσκητής, ποὺ τὴ νύχτα ξαγρυπνάει καὶ κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα μὲ τὸ κομποσχοίνι του κάνει προσευχές; Ἕνας ἀγρυπνεῖ. Δὲν εἶνε οὔτε μάνα οὔτε πατέρας οὔτε ἰατρὸς οὔτε στρατιώτης οὔτε σοφὸς ἐπιστήμων. Ἀλλὰ τί εἶνε;
Ὑπάρχουν δύο εἰδῶν ἀγρυπνίες. Διαλέξατε. Ὑπάρχουν ἀγρυπνίες τοῦ διαβόλου, καὶ ὑπάρχουν ἀγρυπνίες τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ δὲν ἦταν ἀγρυπνία τοῦ Θεοῦ· ἦταν ἀγρυπνία τοῦ διαβόλου. Ἀγρυπνοῦσε αὐτός. Βηματίζει μέσα στὸ σπίτι του. Βηματίζει νευρικά. Καὶ πλησιάστε νὰ ἀκούσετε τί λέγει. Ἀκούεται ἡ φωνὴ τοῦ ἄγχους, ἀκούεται ἡ φωνὴ τῆς ἀγωνίας. «Τί νὰ κάνω;» λέγει. Τί νὰ κάνῃς; Μὰ Read more »

H ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΖΩΗ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 27th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Ε΄ Λουκᾶ (Λουκ. 16,19-31)

H ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΖΩΗ

  • Αφρων πλουσΕἶπεν ὁ Κύριος· ῎Ανθρωπος τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς Πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. ᾿Εγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον ᾿Αβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν ᾿Αβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· Πάτερ ᾿Αβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπε δὲ ᾿Αβραάμ· Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ· ᾿Ερωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ ᾿Αβραάμ· ῎Εχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. ῾Ο δὲ εἶπεν· Οὐχί, πάτερ ᾿Αβραάμ, ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· Εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

ΠΟΛΛΑ, ἀγαπητοί μου, κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ φοβᾶται. Ἀλλ᾿ ἐκεῖνο ποὺ τὸν φοβίζει περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ὁ θάνατος. Καὶ μόνο ἡ λέξι θάνατος προκαλεῖ τρόμο. Ὁ θάνατος μυστήριο μεγάλο!
Ὅλοι κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον ἔχουν τὴν ἀπορία· Τί γίνεται μετὰ τὸ θάνατο; Ὑπάρχει τίποτα πέρα ἀπὸ τὸν τάφο, ἢ ἡ ζωὴ τελειώνει ἐκεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος σβήνει;…
Τὸ ἐρώτημα εἶνε σπουδαῖο. Ἐὰν πιστέψουμε, ὅτι στὸν τάφο τελειώνει ἡ ζωή, τότε ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἐλεύθερος νὰ κάνῃ ὅ,τι θέλει· νὰ ἁμαρτάνῃ, νὰ πορνεύῃ, νὰ μοιχεύῃ, νὰ διαπράττῃ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα, ἀρκεῖ μόνο νὰ διαφεύγῃ τὰ μάτια τῆς ἀστυνομίας καὶ τῆς δικαιοσύνης. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχῃ πέραν τοῦ τάφου ζωή, τότε ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ῥυθμίσῃ ἐδῶ τὴ ζωή του σύμφωνα μὲ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Στὸ ἐρώτημα τί ὑπάρχει μετὰ θάνατον ἀπάντησι μᾶς δίνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μὲ τὴν ὡραία παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου ποὺ ἀκούσατε. Τί μᾶς λέει; Read more »

TI EINΑΙ Η ΠΙΣΤΗ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 14th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΙΣΤΙΣ;

«Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε… Μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται» (Λουκ. 8,48,50)

τρυκιμ. θαλασσα ιστΤΟ ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιο. Μᾶς διηγεῖται δύο θαύματα. Τὸ ἕνα, ἡ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης, εἶνε μικρότερο· τὸ ἄλλο, ἡ ἀνάστασι τῆς νεκρᾶς κόρης, εἶνε μέγιστο. Αὐτὰ λέει τὸ εὐαγγέλιο. Καὶ θέλω νὰ προσέξουμε ἕνα πρᾶγμα. Ἂν ἡ ἄρρωστη γυναίκα θεραπεύθηκε καὶ ἂν τὸ κορίτσι ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν, τὰ δυὸ θαύματα ἔγιναν γιατὶ ἦταν στὸ μέσον ἡ πίστις. Στὴ γυναῖκα ποὺ θεραπεύθηκε ὁ Χριστὸς εἶπε· «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Καὶ στὸν πατέρα τοῦ κοριτσιοῦ εἶπε· «Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται» (ἔ.ἀ. στ. 48 καὶ 50). Ὁ Χριστὸς ὡς ὅρο τῶν θαυμάτων θέτει τὴν πίστι. Αὐτὸ δείχνει, πόσο μεγάλο πρᾶγμα εἶνε ἡ πίστις. Κι ἅμα ἀνοίξετε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὅλη τὴν ἁγία Γραφή, θὰ δῆτε ὅτι ἡ λέξι «πίστις» εἶνε πολὺ συχνή.
Ἀλλὰ θὰ ρωτήσετε· τί εἶνε αὐτὴ ἡ πίστις;

* * *

Τί εἶνε πίστις! Μερικὰ πράγματα, ἀδελφοί μου, τὰ νιώθουμε, μὰ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἐκφράσουμε. Νιώθεις π.χ. ὅτι ὑπάρχει ἀέρας, βλέπεις ὅτι κουνάει τὰ φύλλα· ἀλλὰ ποιός εἶδε τὸν ἀέρα; Αἰσθάνεσαι τὸν ἠλεκτρισμό, ἀγγίζεις τὸ σύρμα καὶ σὲ τινάζει· ἀλλὰ καλὰ – καλὰ οὔτε καὶ ἡ ἐπιστήμη μπορεῖ νὰ πῇ τί εἶνε ἠλεκτρισμός. Κάθεσαι πάνω στὸ φλούδι τῆς γῆς καὶ νιώθεις τὸ σεισμό, μὰ τὰ βαθύτερα ατια τοῦ σεισμοῦ δὲν μπόρεσε κανεὶς ἀκόμη νὰ ἐξιχνιάσῃ. Ἔχει αὐτὸς ὁ κόσμος μυστήρια. Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγάλα μυστήρια εἶνε καὶ ἡ πίστις. Τί εἶνε πίστις; εἶνε ῥεῦμα, ἀέρας, ἠλεκτρισμός, σεισμός; Εἶνε κάτι ἀνώτερο.
Τί εἶνε πίστις! Ἂν θέλῃς νὰ αἰσθανθῇς τὴν πίστι, ἄκουσε τί λέει ἡ Ἐκκλησία μας στὸ χερουβικό· «Πᾶσαν …ἀποθώμεθα μέριμναν…». Θέλεις νὰ αἰσθανθῇς τί εἶνε ἡ πίστις, νὰ δῇς τὸ οὐράνιο φῶς; Διῶξε ἀπὸ τὸ μυαλό σου κάθε σκέψι γήινη. Μὲ τὴ σκέψι σου κάνε φτερὰ καὶ πέταξε. Πέταξε πέρα ἀπ᾿ τὸ φεγγάρι, πέρα ἀπὸ τὸν ἥλιο, πέρα ἀπὸ τὰ ἄστρα, πέρα ἀπὸ τοὺς γαλαξίες. Ἀλλ᾿ ὅσο νὰ πετάξῃς, κάπου θὰ σταματήσῃς. Ἐκεῖ λοιπὸν ποὺ σταματοῦν οἱ πύραυλοι, ἡ ἀστρονομία, ἡ ἐπιστήμη, τὸ λογικό, ἐκεῖ τότε χρειάζεσαι κάτι ἄλλα φτερά, τὰ φτερὰ τῆς πίστεως. Ἡ πίστι ἔρχεται καὶ σὲ παίρνει καὶ σὲ ἀνεβάζει ψηλά, πολὺ ψηλά, κ᾿ ἐκεῖ ἀκοῦς «Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις…», ἀκοῦς τραγούδια ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων ὅπως ὁ ἅγιος Σπυρίδων, βλέπεις θρόνο πάνω στὸν ὁποῖο κάθεται αὐτὸς ὁ Θεός. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστις. Σοῦ δείχνει πράγματα, ποὺ οὔτε μὲ τὸ μάτι οὔτε μὲ τὸ μικροσκόπιο οὔτε μὲ τὰ ἄλλα ἐπιστημονικὰ μέσα μπορεῖς νὰ δῇς.
Μὲ τὴν πίστι ὁ ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται, ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ὑλικὸ αὐτὸ κόσμο, ὑπάρχει κ᾿ ἕνας ἄλλος κόσμος, ὄχι αἰσθητὸς ἀλλὰ ὑπερφυσικός, ἀόρατος, πνευματικός, ἀνώτερος κόσμος, κόσμος ἀύλων καὶ ἀθανάτων πνευμάτων. Ἀντιλαμβάνεται, ὅτι ὑπάρχει Θεὸς ποιητὴς «ὁρατῶν καὶ ἀοράτων».
Μὲ τὴν πίστι ὁ ἄνθρωπος νιώθει ἀκόμη, ὅτι ὑπάρχει Πατέρας στοργικός. Ἕνα «στρουθίον», λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ἕνα μυρμήγκι, ἕνα φύλλο ἀπὸ τὸ δέντρο δὲν πέφτει κάτω στὴ γῆ, χωρὶς τὸ θέλημά του. «Ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι» εἶνε μετρημένες (Ματθ. 10,29-30). Τί θὰ πῇ αὐτό; Ὅλες τὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας τίς γνωρίζει ὁ Κύριος.
Μὲ τὴν πίστι δεχόμεθα, ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε ἕνας ἥλιος, μία «τρισήλιος Θεότης», τρεῖς ἥλιοι ἀλλὰ ἕνας ἥλιος, Πατήρ, Υἱὸς καὶ ἅγιον Πνεῦμα. «Δόξα τῇ ἁγίᾳ καὶ ὁμοουσίῳ καὶ ζωοποιῷ καὶ ἀδιαιρέτῳ Τριάδι». «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος…». Τί μεγαλεῖα εἶνε αὐτά!
Μὲ τὴν πίστι ἐπίσης ὁμολογοῦμε, ὅτι τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε ἐδῶ στὴ γῆ. Ὄχι ἁπλῶς ὡς ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ὡς Θεάνθρωπος. Περπάτησε, βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, μάτωσε ἀπὸ ἀγκάθια, ἀπὸ καρφιά, ἀπὸ τὴν κακία τοῦ κόσμου.
Μὲ τὴν πίστι πρὸ παντὸς ὁμολογοῦμε, ὅτι στὸ Γολγοθᾶ θυσιάστηκε ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου καὶ ἔχυσε τὸ ἄσπιλον αἷμα του, καὶ τὸ αἷμα αὐτὸ ἔγινε λουτρό, μέσα στὸ ὁποῖο καθαρίζεται καὶ ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ ψυχή. «Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰωάν. 1,7).
Μὲ τὴν πίστι τέλος ὁμολογοῦμε, ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἔνδοξος, ἀνέβηκε στὰ οὐράνια, καὶ ὅτι θὰ ἔρθῃ πάλι μιὰ μέρα «κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς» (σύμβ. πίστ.).
Αὐτὰ εἶνε τὰ θεμέλια, οἱ ῥίζες τῆς ἁγίας μας πίστεως. Ἀρκεῖ ὅμως μόνο νὰ πιστεύουμε; Αὐτά, σοῦ λέει ὁ ἄλλος, τὰ παραδέχομαι· δὲν εἶμαι ἄθεος, μασόνος, χιλιαστής· ἐγὼ πιστεύω…  Δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ λέμε «πιστεύω». Τὸ «πιστεύω» νὰ τὸ δείξουμε μὲ μία συνέπεια ζωῆς, νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε μὲ ἔργα ἀγάπης.
Πιστεύεις στὴν ἁγία Τριάδα; Μὲ τὸ στόμα τὸ λές. Μὲ τὴ ζωή σου ὅμως δείχνεις, ὅτι λατρεύεις ἄλλους θεοὺς «τοῦ αἰῶνος τούτου», ποὺ εἶνε ὁ παρᾶς ἢ μαμωνᾶς, οἱ ἡδονές, τὰ εδωλα τοῦ κόσμου, αὐτὸς ὁ σατανᾶς (Β΄ Κορ. 4,4).
Πιστεύεις στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλα; Γιατί λοιπὸν στενοχωριέσαι; γιατί ἀπελπίζεσαι; γιατί φοβᾶσαι; Ὁ Θεός, ποὺ τρέφει τὰ κοράκια, θὰ θρέψῃ κ᾿ ἐσένα. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11).
Πιστεύεις ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ νίκησε τὸ θάνατο; Τότε γιατί λυπᾶσαι καὶ κλαῖς; Γιατί κάνεις ὅπως οἱ εἰδωλολάτραι «οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» ἀναστάσεως; (Α΄ Θεσ. 4,13).
Πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε ἀγάπη; Γιατί τότε ἐσὺ κρατᾷς μῖσος; Πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς συγχωρεῖ τὸν ἁμαρτωλό; Γιατί λοιπὸν κ᾿ ἐσὺ δὲν συγχωρεῖς τὸ γείτονα ἢ τὸν ἀδελφό σου;
Πιστεύεις ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε πάνω ἀπ᾿ ὅλα; Γιατί τότε τὸν περιφρονεῖς, γιατί τὸν βλαστημᾷς;
Δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει πίστις ἔμπρακτος.

* * *

Ἀγαπητοί μου! Στὰ χρόνια αὐτὰ ποὺ ζοῦμε τὰ κατηραμένα, ποὺ ὁ διάβολος ἔβαλε ὅλα τὰ δυνατά του νὰ ξερριζώσῃ μέσα ἀπὸ τὶς καρδιὲς τὴν πίστι, νὰ προσέξουμε πάρα πολύ.
Γιὰ νὰ σωθῇ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πίστι. Πίστι στὸ Θεό, πίστι στὸ Χριστό, πίστι σ᾿ αὐτὰ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἀλλὰ δὲν είμεθα σὰν τοὺς προτεστάντες, τοὺς διαμαρτυρομένους. Ὄχι. Αὐτοὶ μόνο «πίστι» φωνάζουνε. Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι λέμε· πιστεύουμε, ἀλλὰ κοντὰ στὴν πίστι ἔχουμε καὶ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. «Πίστις δι᾿ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλ. 5,6). Δὲν είμεθα οὔτε προτεστάντες οὔτε φράγκοι οὔτε χιλιασταὶ οὔτε μασόνοι οὔτε ἄθεοι. Ἐμεῖς λέμε, ὅτι ἡ πίστις σῴζει. Ποιά πίστις ὅμως; Πίστις ποὺ βεβαιώνεται ἀπὸ ἔργα (βλ. Ἰακ. 2,14-26). Τὸ δέντρο τὸ καταλαβαίνεις ἀπὸ τὸν καρπό του· ἡ λεμονιὰ φαίνεται ἀπὸ τὰ λεμόνια, ἡ μηλιὰ ἀπὸ τὰ μῆλα, ἡ ἐλιὰ ἀπὸ τὶς ἐλιές· καὶ ὁ Χριστιανὸς θὰ φανῇ ἀπὸ τὰ ἔργα του. Καὶ τὸ πουλί, γιὰ νὰ πετάξῃ, πρέπει νά ᾿χῃ γερὲς καὶ τὶς δύο φτεροῦγες του. Ἂν ὁ κυνηγὸς χτυπήσῃ τὴ μία φτερούγα του, τὸ καημένο τὸ πουλὶ πέφτει κάτω. Μὲ μιὰ φτερούγα προσπαθεῖ, χτυπιέται κάτω στὸ χῶμα, μὰ δὲν μπορεῖ νὰ πετάξῃ. Ἔτσι κάνει καὶ ὁ διάβολος. Μᾶς χτυπάει μὲ τὰ σκάγια του πότε στὴ μία καὶ πότε στὴν ἄλλη φτερούγα, πότε στὴν πίστι καὶ πότε στὰ ἔργα, πότε στὴν ὀρθοδοξία καὶ πότε στὴν ὀρθοπραξία, καὶ δὲν μποροῦμε νὰ πετάξουμε στὰ οὐράνια. Ἂς προσέξουμε νὰ ἔχουμε πίστι ὀρθόδοξο καὶ ἔργα ἀρετῆς.
Ἔρχεται ὥρα, ἐγγὺς εἶνε, ποὺ θὰ πέσῃ κόσκινο πάνω στὴ γῆ. Ὅσα λέει ἡ Ἀποκάλυψις, θὰ γίνουν. Θὰ μᾶς κοσκινίσῃ ὁ διάβολος ὅπως τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης. «Ἐμεῖς», λέγανε, «θὰ ἤμαστε κοντά σου». Καὶ ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Πέτρο· Ἀπόψε ὁ διάβολος θὰ σᾶς κοσκινίσῃ. «Ἰδού ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον…» (Λουκ. 22,31). Μὲ μικρὰ κόσκινα μᾶς ἔχει κοσκινίσει μέχρι σήμερα· ἀλλὰ θά ᾿ρθῃ τὸ πιὸ μεγάλο κόσκινο. Καὶ τότε ἀπὸ τοὺς χίλιους Χριστιανούς, ἀδελφοί μου, ἀκοῦτε; ―τὰ λένε τὰ βιβλία τοῦ Θεοῦ (βλ. Ματθ. 7,14· 22,14. Λουκ. 12,32· 13,23· 18,8. Ἀπ. 3,11· 16,9-11,21)―, ἀπὸ τοὺς χίλιους Χριστιανοὺς ἕνας ἂν θὰ μείνῃ πιστὸς στὸ Χριστό! οἱ ἐνιακόσοι ἐνενήντα ἐννιὰ δὲν θὰ πιστεύουν πλέον τίποτε. Θὰ βλαστημᾶνε, θὰ κάνουν σὰν τὰ λυσσασμένα σκυλιὰ ποὺ δὲ᾿ γνωρίζουν τὸ ἀφεντικό τους.
Ἀλλὰ ἐμεῖς, καὶ ἕνας ἂν μείνουμε, νὰ μείνουμε. Καὶ ἕνας ἂν μείνῃς στὴν κοινωνία, νὰ μείνῃς. Ὁ ἕνας θὰ νικήσῃ, αὐτὸς ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό. Καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεός, νὰ πεθάνουμε μὲ τὴν πίστι τὴν ὀρθόδοξο καὶ ἔργα μετανοίας. Κι ὅταν φθάσῃ ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας, νὰ ποῦμε· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλια του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου εκφωνήθηκε εις τον ἱερό ναὸ των Ἁγίων Ἀναργύρων Ν. Σμύρνης – Ἀθηνῶν 29-10-1961)

ΛΕΓΕΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 13th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ ΣΤ΄ τοῦ Λουκᾶ (Λουκ. 8,26-39)

Λεγεων

«Ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών» (Λουκ. 8,30)

δαιμονισμεν. ιστΟ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἐγκατέλειψε τὴν ἀφάνεια καὶ βγῆκε σὲ δημοσία δρᾶσι, δὲν ἔμεινε σ᾿ ἕνα μέρος. Πήγαινε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, ἀπὸ πόλι σὲ πόλι, ἀπὸ ἐπαρχία σὲ ἐπαρχία. Ἐπισκεπτόμενος λοιπὸν κάθε μέρος τῆς Παλαιστίνης ἔφτασε κάποτε, ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ στὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν.
Ἡ περιοχὴ τῶν Γαδαρηνῶν ἦτο ἀνατολικῶς τῆς περιφήμου λίμνης τῆς Τιβεριάδος, στὴν ὄχθη της. Κατοικεῖτο δὲ ἀπὸ ἀγροίκους Ἰουδαίους, ποὺ δὲν εἶχαν ἱερὸ καὶ ὅσιο, ἀλλὰ ὁ νοῦς τους ἦταν διαρκῶς στὴν ὕλη, κατὰ τὸ σύνθημα τῶν ὑλιστῶν «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32). Ὕλη καὶ χρῆμα. Ἦταν πολὺ φιλάργυροι. Ἡ φιλοχρηματία τους ἔφτανε μέχρι τοῦ σημείου ὥστε, ἐνῷ ὁ μωσαϊκὸς νόμος ἀπαγορεύει τὸ χοιρινὸ κρέας, αὐτοὶ νὰ τὸν καταπατοῦν. Μέχρι σήμερα οἱ Ἑβραῖοι μένουν πιστοὶ σ᾿ αὐτό, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ μωαμεθανοί (διότι καὶ τὸ Κοράνιο ἀπαγορεύει τὸ χοιρινὸ κρέας). Ἐνῷ λοιπὸν γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἀπαγορεύεται ἀπολύτως τὸ χοιρινὸ κρέας, ἐν τούτοις αὐτοὶ ἔβοσκαν κοπάδια χοίρους, γιὰ νὰ ἐμπορεύωνται τὸ κρέας καὶ νὰ κερδίζουν πουλώντας το ἀκριβά.
Ἀλλὰ ἡ καταπάτησις τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ δὲν μένει χωρὶς συνέπειες. Ὅποιος ἀναιδῶς καὶ κατὰ σύστημα καταφρονεῖ τὶς θεῖες ἐντολές, χάνει τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ βρεθῇ ἐκτεθειμένος στὴν κακία τῶν δαιμόνων. Τὰ πάθη διώχνουν ἀπὸ τὴν ψυχὴ τὸ Θεὸ καὶ φέρνουν τοὺς δαίμονας, ποὺ δὲν ἀργοῦν νὰ κάνουν κατοχή. Αὐτὴ ἡ κατάστασις ἐπικρατοῦσε στὴ χώρα ἐκείνη.
Δεῖγμα καὶ ἀντιπροσωπευτικὸς τύπος τῶν Γαδαρηνῶν ἦτο ἕνας ἀπὸ αὐτούς. Ποιός; Λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ εὑρίσκετο σὲ μιὰ ἔξαλλο κατάστασι. Τὸ μάτι του ἦταν βλοσυρό· τὸ λεξιλόγιό του ἦταν ἀκάθαρτο· ἐνδυμασία δὲν φοροῦσε, ἀλλὰ ἔσχιζε τὰ ροῦχα του καὶ περπατοῦσε γυμνός· τὴ νύχτα δὲν πήγαινε στὸ σπίτι του νὰ κοιμηθῇ, ἀλλὰ κοιμόταν στὰ μνήματα· τὸν πιάνανε, τὸν δένανε μὲ ἁλυσίδες, κι αὐτὸς εἶχε τέτοια ὑπερφυσικὴ δύναμι, ὥστε ἔσπαζε ὅλες τὶς ἁλυσίδες· ἦταν ὁ φόβος καὶ τρόμος ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς περιοχῆς ἐκείνης. Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ δαιμονιζόμενος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου.
Αὐτὸς ὅμως, ποὺ τὸν ἔτρεμε ὅλος ὁ κόσμος, τρέμει τώρα ὁ διος. Βρίσκεται ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ εἶνε ὁ νικητὴς καὶ θριαμβευτὴς τῶν δαιμόνων, καὶ τρέμει ὅπως τρέμουν τὰ φύλλα μέσα στὸ δάσος. Καὶ λέει· ―«Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου», γιατί ἦρθες ἐδῶ σ᾿ ἐμᾶς, τί θέλεις; Ὁ Χριστὸς τὸν ἐρωτᾷ· ―Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου; Κ᾿ ἐκεῖνος ἀπαντᾷ· ―«Λεγεών» (Λουκ. 8,28-30).

* * *

Τί θὰ πῇ «λεγεών»; Εἶνε λέξις ἡ ὁποία σημαίνει ἕνα στρατιωτικὸ σῶμα τοῦ ῥωμαϊκοῦ στρατοῦ· διότι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη βασίλευε, κυριαρχοῦσε σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ στὴν Παλαιστίνη ἡ Ῥωμαϊκὴ αὐτοκρατορία. Λεγεὼν λοιπὸν σημαίνει μεγάλη στρατιωτικὴ μονάδα, ὅ,τι εἶνε σήμερα ἡ μεραρχία. Ἦταν μιὰ δύναμις 6.000 ἀνδρῶν. Δηλαδὴ 6.000 δαιμόνια βοσκούσανε μέσα στὴν καρδιά του.
―Μπᾶ, δαιμόνια τώρα! θὰ πῇ κάποιος. Τί μᾶς λὲς σήμερα; στὸν αἰῶνα, ποὺ πετάξαμε στὰ φεγγάρια, νὰ ὁμιλῇς περὶ δαιμόνων;…
Εἶνε πολλοὶ ποὺ δὲν πιστεύουν στὰ δαιμόνια. Ἐν τούτοις εἶνε μύριες οἱ ἀποδείξεις ὅτι ὑπάρχουν δαίμονες. Ὑπάρχει δαιμονικὸ στοιχεῖο, ποὺ τυραννεῖ τὴν ἀνθρωπότητα, τὸν κόσμο ὁλόκληρο.
Ἐὰν κανεὶς ἀμφιβάλλῃ, δὲν ἔχει τίποτε ἄλλο νὰ κάνῃ παρὰ νὰ Read more »

Τεσσερις κατηγοριες ακροατων (ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Οκτ 1st, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Δ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,4-15)
13 Ὀκτωβρίου

Τεσσερις κατηγοριες ακροατων

«Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή…»(Λουκ. 8,10)

ΣπορεωςΚΥΡΙΑΚΗ σήμερα, ἡμέρα ἀφιερωμένη στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀκόμη δὲ ἡ σημερινὴ ἡμέρα ἔχει ὁρισθῆ ἀπὸ τὴν ἁγία μας Ἐκκλησία πρὸς τιμὴν τῶν ἁγίων πατέρων· τῶν ἱεραρχῶν ἐκείνων ποὺ συνεκρότησαν τὴν Ἑβδόμη (Ζ΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Εἶνε ἡ Σύνοδος ποὺ κατεδίκασε τοὺς εἰκονομάχους καὶ ἀνεστήλωσε τὶς εἰκόνες. Ἐὰν σήμερα ἔχουμε εἰκόνες, αὐτὸ τὸ ὀφείλουμε στοὺς ἀγῶνες ποὺ ἔκαναν οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι πατέρες τῆς Ἑβδόμης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Μέχρι σήμερα μία διαφορὰ ποὺ ἔχουμε μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶνε, ὅτι αὐτοὶ ―καὶ μάλιστα οἱ χιλιασταί― εἰκόνες δὲν προσκυνᾶνε. Εἶνε γυμνὲς οἱ «ἐκκλησίες» τους. Ἐνῷ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶνε γεμάτη εἰκόνες, ποὺ ἀποτελοῦν τὸν στολισμό της.

* * *

Σήμερα ἔχει ὁρισθῆ νὰ διαβάζεται ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο μιὰ ὡραία περικοπή. Περιέχει μία ἀπὸ τὶς παραβολὲς τοῦ Χριστοῦ. Εἶνε ἡ γνωστὴ παραβολὴ τοῦ σπορέως. Τί λέει σ᾿ αὐτὴν ὁ Χριστός;
Κάποιος γεωργὸς γέμισε τὸ δισάκκι του μὲ σπόρο καὶ πῆγε νὰ τὸν σπείρῃ. Ἕνα μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε πάνω σὲ δρόμο ποὺ ἦταν χιλιοπατημένος ἀπὸ ζῷα καὶ ἀνθρώπους· ἔμεινε ἐκεῖ στὴν ἐπιφάνεια, δὲ᾿ ρίζωσε, καὶ ἦρθαν τὰ πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὸν ἅρπαξαν. Τὸ δεύτερο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ μέρος ὅπου ἦταν πέτρες· καὶ φύτρωσε μέν, ἀλλὰ δὲν ὑπῆρχε νερὸ καὶ ἔτσι ξεράθηκαν τὰ στάχυα. Τὸ τρίτο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ  ἔδαφος ποὺ εἶχε χῶμα, ἀλλὰ χῶμα γεμᾶτο ἀγκάθια· καὶ τ᾿ ἀγκάθια μεγάλωσαν, ἔπνιξαν τὸ σπόρο, καὶ δὲν τὸν ἄφησαν ν᾿ ἀναπτυχθῇ καὶ νὰ καρποφορήσῃ. Τὸ τελευταῖο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σὲ ἔδαφος γόνιμο, καθαρό· ἐκεῖ ὁ σπόρος φύτρωσε καὶ ἀπέδωσε ἀλλοῦ μὲν τριάντα, ἀλλοῦ ἑξήντα, ἀλλοῦ δὲ ἑκατό. Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή.
Τί θὰ πῇ παραβολή; Ἄλλα λέει ὁ Χριστὸς καὶ ἄλλα ἐννοεῖ. Ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως εἶνε μιὰ εἰκόνα ἀπὸ τὸν φυσικὸ κόσμο. Ποιός εἶνε ὁ σπορεύς; Σπορεὺς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· αὐτὸς ἔφερε τὸν πνευματικὸ σπόρο ἀπὸ τὸν οὐρανό. Καὶ ὁ σπόρος εἶνε ἡ ἁγία του διδασκαλία, ποὺ δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἀνωτέρα διδασκαλία ἀπὸ αὐτήν· εἶνε σπόρος ἐκλεκτός. Καὶ ὅπως ὁ γεωργὸς φροντίζει στὸ χωράφι του νὰ σπείρῃ ἐκλεκτὸ σπόρο, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς πρέπει νὰ φροντίζουμε μέσα στὶς καρδιές μας νὰ σπέρνουμε ἐκλεκτὸ σπόρο, τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ.

* * *

Ὁ σπόρος! Τί εἶνε ὁ σπόρος; Ὁ φυσικὸς σπόρος εἶνε ἕνα μικρὸ πραγματάκι, ποὺ δὲν τοῦ δίνουμε σημασία. Καὶ ὅμως τί δύναμι ἔχει μέσα του! Φτάνει ἕνας σπόρος ν᾿ ἀποδείξῃ, ὅτι ὑπάρχει Θεός. Ἂν μπορῇ, ἂς φτειάξῃ ἡ ἐπιστήμη ἕνα σπόρο. Μέχρι σήμερα, παρ᾿ ὅλες τὶς προόδους της, δὲν τὸ κατώρθωσε. Ἀδύνατον. Τὸ σπόρο, ποὺ τὸ ῥίχνουμε μέσ᾿ στὸ χῶμα, τὸν ἔφτειαξε ὁ Θεός. Καὶ ἔχει δύναμι τεραστία. Φυτρώνει καὶ πρασινίζει ἡ γῆ.
Σπόρος λοιπόν, μὲ τὴ μεταφορικὴ ἔννοια τῆς παραβολῆς, εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Σπορεὺς εἶνε ὁ Χριστός. Σπορεῖς εἶνε καὶ οἱ κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου, σπορεῖς εἶνε καὶ οἱ ἱεράρχαι, σπορεῖς εἶνε καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, σπορεὺς εἶνε καθένας ποὺ διαδίδει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλ᾿ ὅπως ὁ σπόρος ἔπεσε σὲ διάφορα ἐδάφη, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ κηρύττουν οἱ κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου. Ἄλλοτε μὲν πέφτει ἐπάνω σὲ ἔδαφος ποὺ μοιάζει μὲ τὸν πατημένο δρόμο. Καὶ ὅπως στὸν πατημένο δρόμο εἶνε ἀδύνατον νὰ φυτρώσῃ ὁ σπόρος, ἔτσι καὶ στὶς ψυχὲς αὐτές. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ μένουν ἀδιάφοροι, τελείως ἀδιάφοροι. Καὶ ἂν ἀκόμη βρίσκωνται μέσ᾿ στὴν ἐκκλησία, δὲν τοὺς ἐνδιαφέρει τίποτε, δὲν προσέχουν τὰ ἀνεκτίμητα λόγια ποὺ σπέρνει ἡ Ἐκκλησία μας· διότι ἡ θεία λειτουργία, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θ᾿ ἀρχίσῃ μέχρι τέλους, χίλια λόγια εἶνε· χρυσᾶ λόγια, αἰώνια, σπουδαῖα λόγια. Αὐτοὶ τίποτα. Καὶ βρίσκονται μὲν ἐντὸς τῆς ἐκκλησίας σωματικῶς, ἀλλὰ ψυχικῶς δὲν εἶνε ἐκεῖ· βρίσκονται ἔξω, ταξιδεύουν πέρα μακριά. Καὶ ὅπως λέει ὁ λαός μας, ἀπὸ τὸ ἕνα αὐτὶ μπαίνει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κι ἀπὸ τὸ ἄλλο βγαίνει. Αὐτὴ εἶνε ἡ πρώτη κατηγορία ἐδάφους ποὺ ἔπεσε ὁ σπόρος· εἶνε δηλαδὴ οἱ ἀδιάφοροι Χριστιανοί.
Ἡ ἄλλη κατηγορία εἶνε Read more »

ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ Θ᾿ ΑΝΑΣΤΗΘΟΥΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 30th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

__________________

ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΕΝΑ ΑΓΓΕΛΟΥΔΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ

http://eleftheroiellines.blogspot.gr/2013/10/blog-post_1447.html

_________________________________________________________

Κυριακὴ Γ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 7,11-16)
 ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

 ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ Θ᾿ ΑΝΑΣΤΗΘΟΥΝ

Ο ΚΥΡΙΟΣΑΚΟΥΣΑΤΕ τὸ εὐαγγέλιο. Τί εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο; Ἕνα βιβλίο εἶνε. Ἀλλὰ τί βιβλίο! Λόγια θεόπνευστα, αἰώνια, ἀθάνατα. Ὁ ἥλιος καὶ τὰ ἄστρα θὰ σβήσουν, ἀλλὰ τὰ λόγια αὐτὰ θὰ μένουν αἰώνια. Γι᾿ αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιο διαβάζεται στὴν ἐκκλησία. Δὲ᾿ γίνεται λειτουργία χωρὶς Εὐαγγέλιο. Ὅπως δὲ᾿ γίνεται λειτουργία χωρὶς θεία μετάληψι, ἔτσι δὲ᾿ γίνεται λειτουργία χωρὶς Εὐαγγέλιο. Καὶ ὄχι μόνο στὴν ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε σπίτι πρέπει νὰ ὑπάρχῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὄχι τὸ κουτὶ τοῦ διαβόλου, ἡ τηλεόρασι, ποὺ τρέλλανε τὸν κόσμο. Εἶσαι Χριστιανός; πάρε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἄρχισε νὰ τὸ διαβάζῃς. Μέρα χωρὶς ψωμὶ νὰ περνάῃ, χωρὶς Εὐαγγέλιο νὰ μὴν περνάῃ. Εἶνε ἀπαραίτητο τὸ Εὐαγγέλιο πρὸς σωτηρίαν.
Τί λέει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο;

* * *

Ὁ Χριστὸς δὲν ἔμενε σ᾿ ἕνα τόπο. Μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του πήγαινε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ κι ἀπὸ πόλι σὲ πόλι, καὶ δίδασκε τὰ οὐράνια λόγια του. Βαδίζοντας λοιπὸν μὲ τὰ πόδια ἔφτασαν καὶ σὲ μιὰ ὡραία πόλι, τὴ Ναΐν, ποὺ τὰ ἐρείπιά της ὑπάρχουν μέχρι σήμερα. Τὴν ὥρα ἐκείνη ἔβγαινε μιὰ κηδεία. Κόσμος πολὺς συνώδευε τὸ νεκρό. Ποιός ὁ νεκρός; Ἦταν κανένας γέρος ἀσπρομάλλης, ποὺ σὰν ὥριμος καρπὸς πέφτει ἀπὸ τὸ δέντρο; Ὄχι. Ἦταν νέος, στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας του, καὶ μάλιστα μονάκριβο παιδὶ μιᾶς χήρας. Δὲν εἶχαν περάσει πολλὰ χρόνια ποὺ ἡ γυναίκα αὐτὴ ἡ πονεμένη συνώδευσε στὸν τάφο τὸν ἄντρα της, καὶ τώρα δοκίμαζε τὸ πικρότερο ποτήρι· συνώδευε ἐκεῖ καὶ τὸ μονάκριβο παιδί της.
Καὶ τώρα νά ὁ Χριστός. Ὁ θάνατος συναντᾶται μὲ τὴ ζωή. Καὶ ὁ θάνατος φοβήθηκε τὴ ζωή. Ποιός εἶνε ἡ ζωή; Ὁ Χριστός μας!
Πλησίασε τὴ συνοδεία καὶ λέει στὴ χήρα· «Μὴ κλαῖε» (Λουκ. 7,13)· δὲν ἁρμόζουν τὰ δάκρυα. Μετὰ ἀπευθύνθηκε στὸ νεκρό, στὸ φέρετρο, καὶ εἶπε ἕνα λόγο· «Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι» (ἔ.ἀ. 7,14), σήκω ἐπάνω. Καὶ ὁ νεκρὸς ἀναστήθηκε!
Τί δύναμι ἔχει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ! Τὰ δικά μας λόγια δὲν ἔχουν δύναμι· ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶνε παντοδύναμος, ὁμιλεῖ ὁ Θεός. Ἐκεῖνος κατὰ τὴ δημιουργία εἶπε, καὶ ἔγιναν τὰ πάντα· τὰ ἀμέτρητα ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, ὁ ἥλιος, τὸ φεγγάρι, οἱ γαλαξίες, ἡ γῆ, ἡ θάλασσα, οἱ κάμποι, τὰ βουνά, ἡ χλόη, τὰ δέντρα, τὰ δάση, τὰ ζῷα, τὰ ψάρια, τὰ πουλιά· ὅλα εἶνε δημιουργήματά του· «αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν» (Ψαλμ. 148,5). Ὁ λόγος του ἦταν ἔργο. Τελευταῖο ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τὸν ἔπλασε ἀθάνατο, νὰ μὴ πεθαίνῃ ποτέ, ὑπὸ τὸν ὅρο ὅτι θὰ ὑπακούῃ στὴν θεία ἐντολή του. Δυστυχῶς ὅμως ὁ πρῶτος ἄνθρωπος δὲν ὑπήκουσε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μπῆκε στὸν κόσμο ἡ ἁμαρτία, καὶ μαζὶ μὲ τὴν ἁμαρτία ὁ θάνατος ποὺ θερίζει τὴν ἀνθρωπότητα. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ θὰ ζήσῃ καὶ δὲν θὰ πεθάνῃ. Ὁ θάνατος εἶνε πλέον ἀναπόφευκτος.
Ἀλλὰ ὁ θάνατος εἶνε μεγάλος διδάσκαλος. Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· Σᾶς πέθανε ἄνθρωπος; Μὴ τὸν θάβετε ἀμέσως. Πηγαίνετε κοντά του, μαζευτῆτε γύρω του, διανυκτερεῦστε δίπλα του. Ὅσα θὰ σᾶς διδάξῃ ἕνας νεκρός, δὲ᾿ σᾶς διδάσκουν χιλιάδες ἱεροκήρυκες. Ἐπισκεφθῆτε τὸ νεκροταφεῖο. Ἄκρα σιωπὴ βασιλεύει· στοὺς τάφους δὲν ἀκοῦς πλέον καμμιά ὁμιλία. Ποῦ εἶνε τὰ κάλλη καὶ ἡ ὀμορφάδα; ποῦ τὰ πλούτη καὶ οἱ θησαυροί; ποῦ οἱ δόξες καὶ οἱ ἀπολαύσεις; Ὅλα μηδέν. Ποιός τὸ λέει αὐτό; Ὁ βασιλιᾶς Σολομῶν, ποὺ καὶ λεφτὰ καὶ δόξες καὶ ἀπολαύσεις, τὰ πάντα εἶχε. Καὶ τὸν ἐρώτησαν· ―Τί κατάλαβες ὅσο ἔζησες; Καὶ ἀπήντησε· ―«Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2). «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα…» (νεκρ. ἀκολ.).
Τετρακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ ζοῦσε στὴ Μακεδονία μας ὁ βασιλεὺς Φίλιππος, πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου. Αὐτός, μολονότι πρὸ Χριστοῦ, εἶχε ὁρίσει ἕνα στρατιώτη κάθε πρωῒ ἀντὶ γιὰ καλημέρα νὰ τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, ἐνθυμοῦ ὅτι θνητὸς εἶ», νὰ θυμᾶσαι πὼς θὰ πεθάνῃς. Καὶ μὲ τὴ σκέψι αὐτὴ ὁ Φίλιππος ἀπέφυγε πολλὲς ἀδικίες καὶ ἁμαρτήματα.
Κ᾿ ἐμεῖς λοιπὸν νὰ σκεπτώμαστε τὸ θάνατο. Νὰ γνωρίζουμε ὅμως, ὅτι τὸ θάνατο τὸ νίκησε ἡ ζωή· ἡ δὲ ζωὴ εἶνε ὁ Χριστός. Τὸ είδαμε αὐτὸ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, ὅταν εἶπε «Νεανίσκε, ἐγέρθητι» κι ὁ νέος ἀναστήθηκε.

* * *

Αὐτὸ ποὺ ἔγινε μὲ τὸ νεανίσκο, ποὺ θαύμασαν ὅλοι καὶ ἔλεγαν ὅτι «προφήτης μέγας ἐγήγερται ἐν ἡμῖν» ( Λουκ. 7,16), δὲν τὸ ἔκανε μόνο μιὰ φορὰ ὁ Χριστός. Ἀνέστησε καὶ τὸ κορίτσι τοῦ Ἰαείρου, πῆγε καὶ στὸν τάφο τοῦ φίλου του Λαζάρου καὶ εἶπε «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰωάν. 11,43). Ὅσο λοιπὸν βέβαιοι εμαστε ὅτι ἀνέστησε αὐτούς, τόσο βέβαιοι νὰ εμαστε ὅτι θ᾿ ἀναστήσῃ κ᾿ ἐμᾶς. Ἡ γενεά μας βέβαια δὲν πιστεύει. ―Κόλασι; σοῦ λέει, παράδεισος; ἄσ᾿ τα αὐτά, εἶνε παραμύθια· «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13· Α΄ Κορ. 15,32). Ἐμεῖς ὅμως πιστεύουμε στὸ Χριστὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιό του καὶ ὁμολογοῦμε· «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» (Σύμβ. πίστ.). Λέμε λοιπόν, ὅτι τὸ «ἐγέρθητι» θ᾿ ἀκουστῇ καὶ πάνω στὸν τάφο τοῦ πατέρα μας, στὸν τάφο τῆς μητέρας μας, στοὺς τάφους τῶν συγγενῶν μας, στοὺς τάφους ὅλων. Μιὰ μέρα στὰ νεκροταφεῖα ―ναί, νὰ εἶστε ἀκραδάντως πεπεισμένοι―, ἀγγελικὴ σάλπιγξ θὰ σαλπίσῃ· Νεκροί, ἀναστηθῆτε! Τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ μᾶς; πέντε πράγματα.
1. Μετὰ τὴν ἀνάστασι μᾶς περιμένει κρίσις. «Ὤ ποία ὥρα τότε καὶ ἡμέρα φοβερά!» (αν. Κυρ. Ἀπόκρ.)! Τρομερὰ ἡμέρα καὶ ὥρα τότε, ὅταν θὰ παρουσιαστῇ ὁ καθένας μας ἐκεῖ. Θὰ δώσουμε λόγο. Μὴν τὸ λησμονοῦμε.
2. Θὰ προηγηθῇ ὁ θάνατος. Ἀλλ᾿ ἀγνοοῦμε τὴν ὥρα του. Πότε ἔρχεται; πρωΐ, βράδυ, μεσάνυχτα; στὸ δρόμο, στὸ αὐτοκίνητο, στὸ ἀεροπλάνο; Ἔρχεται ὅταν εἶσαι μικρὸς στὴν κούνια, ὅταν μεγαλώσῃς καὶ πᾷς σχολεῖο, στὸ γυμνάσιο ἢ στὸ λύκειο, ἢ ὅταν πᾷς στρατιώτης; Ἔρχεται στὸ χωράφι, τὴν ὥρα ποὺ ἁλωνίζεις, ποὺ ἀρμέγεις τὴν ἀγελάδα;… Ἄγνωστη ἡ ὥρα τοῦ θανάτου. Γι᾿ αὐτὸ νά ᾿μαστε πάντα ἕτοιμοι.
3. Ἀφοῦ ὑπάρχει ἀνάστασις, μὴν κλαῖμε γιὰ τὸ θάνατο. Τὰ κλάματα δὲν εἶνε δεῖγμα πίστεως. Δὲ᾿ μπορεῖς βέβαια νὰ μὴ λυπηθῇς γιὰ τὸ νεκρό· ἀλλ᾿ ὄχι νὰ θρηνῇς ἀπαρηγόρητα. Μερικοὶ στὸ πένθος τους δὲν πατοῦν στὴν ἐκκλησία. Αὐτὸ εἶνε δαιμονικό. Διότι ἂν κάποιος μπορῇ τότε νὰ παρηγορήσῃ καὶ νὰ σφογγίσῃ τὰ δάκρυά μας, εἶνε μόνο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε «ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος» (ἀπολυτ. ἤχ. β΄). Ἔλα λοιπὸν στὴν ἐκκλησία, ν᾿ ἀκούσῃς τὸ Χριστὸ νὰ σοῦ λέῃ «Μὴ κλαῖε».
4. Νὰ μὴν κλαῖμε γιὰ τὸ θάνατο, νὰ κλαῖμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες. Ἁμάρτησες ὡς ἄνθρωπος; κλάψε. Ποιός μετὰ τὸ βάπτισμα ἔμεινε καθαρός; Κανείς. Τί θὰ γίνῃ λοιπόν; Ἕνας ἅγιος ―ὄχι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς Αὐγουστῖνος― λέει, ὅτι πρέπει νὰ κλάψῃς τόσο πολύ, ὥστε νὰ γεμίσῃς ἄλλη μιὰ κολυμβήθρα μὲ τὰ δάκρυά σου! Κλάψε, γιὰ ν᾿ ἀνακτήσῃς τὴν καθαρότητα ποὺ εἶχες μετὰ τὸ βάπτισμα. Τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας λάμπουν σὰν διαμάντια. Κάθε δάκρυ γίνεται Ἰορδάνης, μέσα στὸν ὁποῖο πλένεται καὶ καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος.
5. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως νὰ μετανοοῦμε μόνο· πρέπει καὶ νὰ ἐξομολογούμεθα. Μερικοὶ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία εἶπαν, ὅτι τὰ μετὰ τὸ βάπτισμα ἁμαρτήματα δὲ᾿ συγχωροῦνται· ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία, μὲ τοπικὲς καὶ οἰκουμενικὲς Συνόδους, εἶπε, ὅτι συγχωροῦνται. Τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως εἶνε ἕνα δεύτερο βάπτισμα. Ὅπως παιδὶ χωρὶς βάπτισμα δὲν εἶνε Χριστιανός, ἔτσι καὶ ἄνθρωπος χωρὶς ἐξομολόγησι δὲν εἶνε Χριστιανός.

 * * *

Ὅταν ἤμουν ἱεροκῆρυξ στὴν Ἀθήνα, πέθαινε στὸ νοσοκομεῖο μιὰ γριὰ 90 χρονῶν. ―Θέλω, εἶπε, νὰ ᾿ρθῇ ὁ Αὐγουστῖνος νὰ ἐξομολογηθῶ… Ἐγὼ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ δὲν ἐξομολογῶ, ἀλλ᾿ αὐτὴ τὴ φορὰ πῆγα. Τὴ βρῆκα στὸ κρεβάτι, παραμονὴ τοῦ θανάτου, καὶ ἔκλαιγε γοερῶς. Σπόγγιζε τὰ δάκρυά της καὶ ἔλεγε· ―Ἄχ, πάτερ μου, κάρβουνο ἔχω μέσ᾿ στὴν καρδιά μου· δὲ᾿ μ᾿ ἀφήνει νὰ ἡσυχάσω. ―Ποιό εἶν᾿ τὸ κάρβουνο; ―Νά· ὅταν ἤμουν 25 χρονῶν κ᾿ ἔμεινα ἔγκυος, ὁ ἄντρας μου μὲ πῆγε καὶ κάναμε ἔκτρωσι. Δὲν ἀντέχω τὶς τύψεις…
Καὶ μετὰ σοῦ λένε μερικοί· Δὲν ἔχω κάνει τίποτα· τί νὰ ἐξομολογηθῶ;… Είμαστε ἁμαρτωλοί. Ἂς τὸ ὁμολογοῦμε, γιὰ νὰ λάβουμε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ ἔγραφε· «Ἐξωμολογήθηκα, καὶ παράδεισος φύτρωσε στὴν καρδιά μου!». Ἐὰν δὲν ἐξομολογηθοῦμε, τότε οὐαὶ κι ἀλλοίμονο.
Εθε ὁ Θεὸς τὰ λίγα φτωχὰ λόγια, ποὺ σᾶς εἶπα, νὰ τὰ φυτέψῃ βαθειὰ στὴν καρδιά σας· καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων καὶ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ πάντας ἡμᾶς· ἀμήν.

† Ἐπίσκοπος Aὐγουστινος

((Ομιλια του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
εκφωνήθηκε εις τον ἱερό ναὸ της Kοιμήσεως Θεοτόκου Mεσοχωρίου – Φλωρίνης 6-10-1991)

Ο ΧΡΥΣΟΥΣ ΚΑΝΩΝ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 23rd, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Β΄ Λουκᾶ (Λουκ. 6,31-36)
29 Σεπτεμβρίου

Ο ΧΡΥΣΟΥΣ ΚΑΝΩΝ

«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31)

Ο π. Αυγ. ευλογει ιστΟ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνα ἔξοχο δημιούργημα. Πλάστηκε «κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26). Εἶνε θρησκευτικὸ ὄν, ἔχει δηλαδὴ ἔμφυτη τὴ ῥοπὴ πρὸς τὸ Θεό. Ἀλλ᾿ εἶνε καὶ κοινωνικὸ ὄν. Δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ μόνος του, ὅπως ὁ Ροβινσὼν τοῦ ἀγγλικοῦ μυθιστορήματος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε αὐτάρκης· ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴ βοήθεια τῶν ἄλλων. Ζῇ σὲ κύκλους ποικίλων σχέσεων· μικρὸς ζῇ μέσα στὴν οἰκογένεια, ὅπου δημιουργοῦνται σχέσεις παιδιῶν μὲ τοὺς γονεῖς καὶ γονέων μὲ τὰ παιδιά. Ὡς μαθητὴς συζῇ στὸ σχολεῖο μὲ τοὺς συμμαθητάς του. Ὡς στρατιώτης συζῇ μὲ στρατιῶτες καὶ ἀξιωματικούς. Ὡς μέλος τῆς κοινωνίας συζῇ μέσα σ᾿ ἕνα εὐρύτερο κύκλο. Ἔτσι τά ᾿φτειαξε ὁ Θεός.
Ποιές ὅμως πρέπει νὰ εἶνε οἱ σχέσεις τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου πρὸς τὸν ἄλλο; ποιές οἱ σχέσεις τῶν διαφόρων μικρῶν ἢ μεγάλων ὁμάδων ἢ τῶν ἐθνῶν ἀναμεταξύ τους; Μέγα τὸ πρόβλημα. Πῶς θὰ λυθῇ; Πῶς θὰ ὑπάρχῃ ἁρμονία στὸ σπίτι, ἁρμονία στὸ σχολεῖο, ἁρμονία στὸ στρατῶνα, ἁρμονία στὴν κοινωνία, ἁρμονία στὰ ἔθνη καὶ στὴν ἀνθρωπότητα; Ῥίξτε ἕνα βλέμμα στὸν οὐρανό· ἀναρίθμητα δισεκατομμύρια εἶνε τὰ ἄστρα. Καὶ ὅλα κινοῦνται ἁρμονικῶς καὶ μὲ πειθαρχία. Ὅπως λοιπὸν ἐκεῖ ἡ ὑπακοὴ στὸν φυσικὸ νόμο τῆς παγκοσμίου ἕλξεως δημιουργεῖ τάξι στὸ σύμπαν, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἡ ὑπακοὴ στὸν ἠθικὸ νόμο θὰ φέρῃ εἰρήνη καὶ εὐτυχία. Ποιός εἶνε ὁ νόμος αὐτός; Τὸν διατύπωσε ὁ Χριστός. Ὄχι μὲ πολλὰ λόγια σὰν τοὺς ῥήτορες καὶ φιλοσόφους. Μέσα σὲ λίγες λέξεις συμπύκνωσε τὴν θεία σοφία. Τί λέει· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31).
Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε μία σύντομη ἀνάλυσι τοῦ νόμου αὐτοῦ, ποὺ γιὰ τὴν ἀξία του ὠνομάστηκε «χρυσοῦς κανών». Read more »

Πως πρεπει να ζουμε;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 22nd, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΟΥΜΕ;

«Εἶπεν ὁ Κύριος· Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31)

π. Αυγουστ. αμβΥΠΑΡΧΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ κατηγοροῦν συνεχῶς. Καὶ τί λένε; Μία ἀπὸ τὶς κατηγορίες εἶνε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀνταποκρίνεται στὶς ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν, εἶνε ξένη στὶς ταλαιπωρίες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου· ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὴν πέραν τοῦ τάφου ζωὴ καὶ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν παροῦσα· ὅτι μὲ τὰ κηρύγματα περὶ παραδείσου καὶ κολάσεως στρέφει τὸ νοῦ στὸ μεταφυσικὸ κόσμο καὶ ὑπνωτίζει τὸ λαό, ποὺ πέφτει θῦμα διαφόρων ἐκμεταλλευτῶν. Τί ἔχουμε ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἀπαντοῦμε. Ἡ Ἐκκλησία δὲ θὰ παύσῃ νὰ κηρύττῃ, ὅτι πέραν τοῦ τάφου ὑπάρχει ζωή, αἰώνιος ζωή, κι ὅτι ἡ παροῦσα ζωὴ ἐν συγκρίσει μὲ τὴν αἰωνιότητα εἶνε μία σταγόνα τοῦ ὠκεανοῦ. Ἀλλ᾿ ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία δείχνει τὸν οὐρανὸ καὶ λέει ὅτι ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶνε ἡ αἰωνιότης, ἐν τούτοις δὲν παύει νὰ ἐνδιαφέρεται καὶ γιὰ τὴν παροῦσα ζωή. Κηρύττει, ὅτι κανείς δὲν μπορεῖ νὰ εἰσέλθῃ στὴν αἰώνιο ζωή, ἂν δὲν ζήσῃ ἐδῶ, τὰ λίγα αὐτὰ χρόνια ποὺ τοῦ ὥρισε ὁ Μεγαλοδύναμος, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του τὸ ἅγιο. Ἡ ἐπίγειος ζωὴ δίνει τὸ εἰσιτήριο γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Γι᾿ αὐτὸ ἡ πίστις μας κηρύττει τὴν ἀξία τῆς παρούσης ζωῆς.
Ζῇς σὰν κτῆνος; τότε εἶνε κλειστὲς οἱ πύλες τοῦ παραδείσου· ὅπως λέει κάπου ὁ ποιητὴς Δάντης, δὲν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν ἐκεῖ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν βορβορώδη τὴν ψυχή. Ἕνα χοῖρο δὲν τὸν βάζεις στὸ σαλόνι, καὶ στὸ παλάτι τοῦ Θεοῦ, τὸ σαλόνι τῆς αἰωνιότητος, δὲ μπορεῖ νὰ εἰσέλθῃ μία ψυχὴ κτηνώδης καὶ ἀκάθαρτη. Πρέπει νὰ ζῇς σὰν ἄνθρωπος. «Ἀλήθεια, χαριτωμένο πλάσμα ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶνε ἄνθρωπος», ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας (Μένανδρος). Τὰ πόδια σου θὰ πατοῦν ἐδῶ στὴ γῆ, ἀλλὰ τὰ μάτια σου νὰ τά ᾿χῃς στραμμένα στὸν οὐρανό. Νὰ ζῇς ἀνεβαίνοντας διαρκῶς τὴν κλίμακα τῆς τελειοποιήσεως, τῆς θεώσεως, ὥστε νὰ γίνῃς υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Θεὸς κατὰ χάριν.
Ἡ πίστι μας λοιπὸν δὲν περιφρονεῖ τὴν ἐπίγειο ζωή. Γιὰ μᾶς ἡ ζωὴ αὐτὴ εἶνε βάθρο τῆς αἰωνιότητος. Ἀπόδειξις ὅτι ὁ Χριστὸς δίνει μεγάλη σημασία στὴν ἐπίγειο ζωή, στὸ πῶς θὰ ζήσουμε, εἶνε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Τί λέει;

* * *

Τὸ εὐαγγέλιο θεσπίζει ἕνα νόμο, ποὺ ῥυθμίζει τὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Εἶνε νόμος ἄριστος. Δὲ μοιάζει μὲ τοὺς ἐλλιπεῖς νόμους τῶν κοινοβουλίων τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ μοιάζουν μὲ φάμπρικες. Ὅπως ὁ φοῦρνος βγάζει καρβέλια, ἔτσι τὰ κοινοβούλια τῶν κρατῶν βγάζουν νόμους. Ἀφ᾿ ὅτου ἐμεῖς γίναμε ἐλεύθερο κράτος, ἔχουμε βγάλει ―γιά μετρῆστε― 20.000 νόμους! ὑπὸ συνταγματικὴν βασιλείαν, ὑπὸ δημοκρατίαν, ὑπὸ δικτατορίαν, ὑπὸ ὀχλοκρατίαν… Χιλιάδες νόμοι, μὲ ἄρθρα, μὲ παραγράφους, μὲ διατάξεις. Νόμοι στρυφνοί, ποὺ σπᾶνε τὰ κεφάλια τους νομικοὶ καὶ ἀρεοπαγῖτες γιὰ νὰ τοὺς δώσουν κάποια ἑρμηνεία.
Νόμοι ἀτελεῖς. Ἀλλὰ ὁ νόμος τοῦ Κυρίου; Τέλειος. Καὶ ἁπλός· μόνο δώδεκα λέξεις! Καὶ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ ζυγίσουμε τὴν ἀξία τους. Εἶνε ὁ νόμος ποὺ λύνει ὅλα τὰ προβλήματα. Ἀκοῦστε τὶς δώδεκα λέξεις του· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31). Ὦ ἄνθρωποι, λέει, ὅπως θέλετε νὰ συμπεριφέρωνται οἱ ἄλλοι σ᾿ ἐσᾶς, ἔτσι νὰ συμπεριφέρεστε κ᾿ ἐσεῖς σ᾿ αὐτούς. Ὑπάρχει νόμος ἁπλούστερος καὶ εὐκολώτερος; Τὸν καταλαβαίνουν καὶ οἱ πιὸ ἀγράμματοι.
Ἂν καὶ εἶνε τόσο εὐκολονόητος, ἀναφέρω μερικὰ παραδείγματα, ποὺ δείχνουν ἀξία του. Read more »

Κυριακη μετα την Υψωσιν (Μαρκ. 8,34–9,1)

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 10th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

 Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὕψωσιν (Μᾶρκ. 8,34–9,1)

Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

 

Η ΥΨΙΣΤΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

«Τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,37)

π. Αυγουστ. αμβΟ ΑΝΘΡΩΠΟΣ! Εἶνε θέμα, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἀπησχόλησε θεολόγους, φιλοσόφους, ποιητάς, λογοτέχνας, ζωγράφους, ἰατρούς, βιολόγους, χημικούς. Γιὰ τὸν ἄνθρωπο δημιουργήθηκε πολιτισμός, ἀναπτύχθηκαν ἐπιστῆμες, κτίσθηκαν οἰκισμοί, ἱδρύθηκαν πόλεις· γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔγιναν πόλεμοι ποὺ συνετάραξαν τὴν ὑφήλιο. «Πολλὰ τὰ ἐκπληκτικὰ καὶ φοβερά, μὰ τίποτε φοβερώτερο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο», ἔψαλλε ὁ Σοφοκλῆς (Ἀντιγ. 332-333).

Ποιά, λοιπόν, ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου;

* * *

«Χαριτωμένο πλάσμα ἀλήθεια ὁ ἄνθρωπος», ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας (Μένανδρος), «ὅταν εἶνε ἄνθρωπος». Αὐτὸς ὁ λόγος μαζὶ μ᾿ ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ παράλυτος τοῦ Εὐαγγελίου «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» (Ἰωάν. 5,7), δικαιώνουν τὸν Διογένη, ποὺ χαρακτηρίστηκε ὡς τρελλὸς ὅταν, μέρα μεσημέρι καὶ μέσα σὲ πλῆθος κόσμου, μὲ τὸ φανάρι ἀναμμένο φώναζε· «Ἄνθρωπον ζητῶ». Δὲν ἔζησε ὁ δυστυχὴς Διογένης ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Πιλάτου, γιὰ νὰ τὸν ἀκούσῃ νὰ λέῃ «Ἴδε ὁ ἄνθρωπος» (Ἰωάν. 19,5) καὶ νὰ δείχνῃ σὲ ὅλους τὸν Θεάνθρωπο Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.

Πολλοὶ ὅμως δὲν ἄκουσαν οὔτε τὸν Πιλᾶτο· στράφηκαν ἀλλοῦ νὰ βροῦν τὸν ἄνθρωπο. Εἶπαν πὼς βρῆκαν νὰ κατάγεται ἀπὸ τὰ ἄλογα κτήνη καὶ διεκήρυξαν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἐξευγενισμένο παιδὶ τοῦ πιθήκου. Ἀρνήθηκαν δηλαδὴ κάθε πνευματικὴ ἀξία καὶ ἀνωτερότητα στὸν ἑαυτό τους. Σ᾿ αὐτοὺς ὁ Σωκράτης θὰ ἔλεγε· «Γνῶθι σαυτόν», μάθε τὸν ἑαυτό σου.

Ὁ Πασκὰλ εἶπε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε μαζὶ «μεγαλεῖο καὶ ἀθλιότης». Ὁ Καρρὲλ ἔγραψε βιβλίο μὲ τίτλο «Ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸς ὁ ἄγνωστος», κ᾿ ἕνας ἄλλος «Ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ τὸ κτῆνος». Ὁ μέγας ὅμως πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας μας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ἔλεγε, Read more »

ΠΩΣ ΘΑ ΕΡΘΗ Η ΕΥΛΟΓΙΑ;

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Σεπ 9th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Α΄ Λουκᾶ (Λουκ. 5,1-11)

ΠΩΣ ΘΑ ΕΡΘΗ Η ΕΥΛΟΓΙΑ;

συγχ.ιστΗ ίδια φωνή, ἀγαπητοί μου, ἀκούγεται καὶ πάλι. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶνε καὶ σήμερα κατηγορούμενος. Νεώτεροι γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ἀπευθύνουν σφοδρὸ κατηγορητήριο. Καὶ τί λένε; Ὅτι ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἐμπόδιο γιὰ τὸ σημερινὸ πολιτισμό, ὅτι ὑπνωτίζει τὸ λαό, ὅτι μὲ τὶς ὑποσχέσεις γιὰ αἰώνιο ζωὴ παραλύει τὸ δυναμισμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ προοδεύσῃ. Εἶνε ἐμπόδιο, λένε, ἡ θρησκεία γιὰ τὴν πρόοδο καὶ τὴν εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτὴ εἶνε ἡ κατηγορία. Τί ἔχουμε ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Εἶνε ἀλήθεια ―δὲν τὸ ἀρνούμεθα―, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας διδάσκει καὶ θὰ διδάσκῃ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε ὅπως τὰ ζῷα. Εἶνε ἡ κορυφὴ τῆς δημιουργίας. Ἔχει θεία προέλευσι. Πλάστηκε γιὰ τὰ μεγάλα καὶ ὑψηλά. Αὐτὰ ὑπενθυμίζει ἡ Ἐκκλησία. Σὲ κάθε θεία λειτουργία δείχνει μὲ τὸν ἱερέα τὰ ἄστρα καὶ λέει· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας». Ἡ ζωή μας δὲν τελειώνει στὸν τάφο μὲ τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀθανασία.
Ἀλλ᾿ ἐνῷ ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία διδάσκουν, ὅτι ὁ οὐρανὸς εἶνε τὸ τέρμα τῶν εὐγενῶν ἐπιδιώξεων τοῦ ἀνθρώπου, ἐν τούτοις δὲν ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν ἐπίγειο ζωή, ὅπως νομίζουν μερικοί. Πῶς εἶνε δυνατὸν νὰ ἀδιαφορήσουν; Ὁ Χριστὸς δὲν ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο δισύνθετο, ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, ἀπὸ ὕλη καὶ πνεῦμα; Γνωρίζει λοιπὸν περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκες πνευματικὲς ἀλλὰ καὶ ὑλικές, ἀνάγκες τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ τοῦ σώματος. Καὶ ὅπως φροντίζει ὁ Κύριος γιὰ τὶς πνευματικές μας ἀνάγκες, φροντίζει καὶ γιὰ τὶς σωματικές. Τὸ εἶπε ὁ ίδιος· Ποιός πατέρας, λέει, ὅταν τὸ παιδί του ζητήσῃ ψωμί, θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα; καὶ ὑπάρχει πατέρας, ποὺ θὰ ζητήσῃ τὸ παιδὶ ψάρι καὶ θὰ τοῦ δώσῃ φίδι; Δὲν ὑπάρχει τέτοιος πατέρας. Ἂν λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εἶνε ἀτελής, δείχνῃ ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ παιδιοῦ του, πολὺ περισσότερο ὁ Πατὴρ ὁ οὐράνιος (βλ. Ματθ. 7,9-11· Λουκ. 11,11-13).
Δὲν εἶνε δυνατὸν ὁ τέλειος Θεὸς ν᾿ ἀδιαφορήσῃ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἂν ἀδιαφοροῦσε, τότε δὲν θὰ δημιουργοῦσε τὴν ὕλη, τὸν ὑλικὸ κόσμο. Διότι ὅλα τὰ ὑλικὰ στοιχεῖα, στὰ ὁποῖα στηρίζεται ὁ τεχνικὸς πολιτισμός, ὅλες οἱ πρῶτες ὗλες, τίνος δημιουργήματα εἶνε; Τοῦ Θεοῦ. Λόγου χάριν τὸ νερό, ἡ φωτιά, τὰ δέντρα, τὰ βότανα τῆς γῆς, τὰ λουλούδια, τὰ ζῷα, τὰ πουλιά, τὰ ψάρια τῆς θαλάσσης, ἡ χλόη, ὅλα αὐτὰ τὰ ὑλικὰ πράγματα. Δὲ᾿ μᾶς ἔρριξε ὁ Θεὸς ἐπάνω σ᾿ ἕνα πλανήτη ξηρό, ὅπως εἶνε ἡ σελήνη, ἀλλὰ μᾶς ἔβαλε ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχουν ὅλα τ᾿ ἀγαθά, γιὰ νὰ ζοῦμε καὶ νὰ εὐφραινώμεθα. Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀπολαμβάνουμε εἶνε τοῦ Θεοῦ. Πῶς λοιπὸν λέμε, ὅτι ἀδιαφορεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο;
Θὰ μοῦ πῆτε· Αὐτὰ εἶνε θεωρητικά…
Θέλετε λοιπόν, ἀδελφοί μου, μιὰ ζωντανὴ ἀπόδειξι ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς ὑλικές μας ἀνάγκες ἀλλ᾿ ἐνδιαφέρεται; Ἰδού τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Εἶνε μιὰ ἀπάντησι ἀκριβῶς στὴν κατηγορία αὐτή.

* * *

Ὁ Χριστὸς διδάσκει. Ποῦ διδάσκει, Read more »

Ἀγοράστε ἀσύρματο!

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 10th, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

KYPIAKH Θ΄ TOY MATΘAIOY

 ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ

AΓΟΡΑΣΑΤΕ ΑΣΥΡΜΑΤΟ!

«Καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με» (Ματθ. 14,30)

ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝΓΙΑ ἕνα θαῦμα μᾶς μιλᾷ σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο. Γιὰ ἕνα θαῦμα, ποὺ διαφέρει ἀπὸ τὰ ἄλλα. Τὰ ἄλλα θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς ἔγιναν στὴν ξηρά, ἐνῷ τὸ θαῦμα αὐτὸ τὸ ἔκανε στὴν ἀφρισμένη θάλασσα.

Ἦταν ἡλιοβασίλεμα. Οἱ μαθηταὶ μπῆκαν σ᾿ ἕνα ἁλιευτικὸ πλοῖο μόνοι τους. Ἡ θάλασσα ἦταν ἤρεμη. Σύννεφο δὲν ὑπῆρχε, ἀέρας δὲν φυσοῦσε. Τὸ ταξίδι ἦταν εὐχάριστο. Ἀλλὰ ὑπάρχει πιὸ ἄστατο πρᾶγμα ἀπὸ τὴ θάλασσα; Κάποια στιγμή, ἐνῷ ταξίδευαν καὶ πλησίαζαν μεσάνυχτα, ἄλλαξε ὁ καιρός. Φύσηξε ἀέρας. Ὁ ἀέρας δυνάμωσε, ἔγινε θύελλα. Σηκώθηκαν τεράστια κύματα, καὶ τὸ πλοιάριο ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα κινδύνευε νὰ καταποντισθῇ. Καὶ δὲν φτάνει αὐτό· ξαφνικὰ βλέπουν κάτι νὰ κινῆται, κάτι νὰ σαλεύῃ, νὰ προχωρῇ σιωπηλό, καὶ νὰ ἔρχεται πρὸς τὸ μέρος τους. Οἱ μαθηταὶ φοβήθηκαν. Φάντασμα! φώναξαν. Μὰ δὲν ὑπάρχουν φαντάσματα.

Ὅταν ἡ σκιὰ πλησίασε ἀκόμα περισσότερο, τότε ἄκουσαν τὴ γλυκειὰ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ· «Ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε» (Ματθ. 14,27). Ἦταν ὁ διος ὁ Χριστός, ποὺ περπατοῦσε πάνω στὰ ἄγρια κύματα. Μὰ πῶς; θὰ πῆτε. Δὲν ὑπάρχει «πῶς;». Ὅπου θέλει ὁ Θεός, «νικᾶται φύσεως τάξις».

Δὲν περπάτησε ὅμως, ἀγαπητοί μου, ἐπάνω στὰ κύματα μόνο ὁ Χριστός. Ἔδωσε τὴ δύναμί του ὥστε καὶ ὁ Πέτρος ὁ μαθητής του νὰ περπατήσῃ ἐπάνω στὰ ἀφρισμένα κύματα. Κι ὄχι μόνο αὐτό. Ὅταν ὁ Πέτρος ἄρχισε νὰ βουλιάζῃ, φώναξε· «Κύριε, σῶσόν με» (ἔ.ἀ. 14,30). Καὶ ὁ Χριστὸς τὸν ἅρπαξε ἀπ᾿ τὸ χέρι, τὸν ἀνέσυρε ἀπ᾿ τὰ νερά, καὶ τοῦ λέει· «Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας;» (ἔ.ἀ. 14,31). Μετὰ πλησίασε κι ἀνέβηκε στὸ πλοιάριο ὁ Χριστός. Καὶ μόλις τὰ ἅγιά του πόδια πάτησαν στὸ κατάστρωμα, σὰν μὲ μαχαίρι κόπηκε ἡ ἄγρια θαλασσοταραχή. Ἔγινε γαλήνη μεγάλη. Ὅσοι ἤτανε μέσα στὸ πλοῖο, πέσανε στὰ γόνατα καὶ τοῦ εἶπαν· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ», Εἶσαι πράγματι Θεός (ἔ.ἀ. 14,33).

* * *

Τὸ θαῦμα αὐτὸ μᾶς ἐνδιαφέρει ὅλους. Ὅπως οἱ μαθηταὶ τὴ νύχτα ἐκείνη κινδύνευαν μέσα στὴ θάλασσα, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, κι ὅταν ἀκόμα δὲν είμαστε στὴ θάλασσα καὶ στὰ πελάγη, κινδυνεύουμε. Γιατὶ ἡ ζωή μας εἶνε μιὰ θάλασσα, μιὰ ἄστατη καὶ ἀφρισμένη θάλασσα.

Ὁ ἄνθρωπος, ἀπ᾿ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ πέσῃ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του μέχρις ὅτου πάῃ στὴν ἄλλη μάνα, τὴ γῆ· ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ γεννηθῇ μέχρις ὅτου κλείσῃ τὰ μάτια του στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο, ἡ ζωή του ὅλη εἶνε συνυφασμένη μὲ τὸν κίνδυνο. Ἀπ᾿ ὅλες τὶς μεριὲς κινδυνεύει. Κινδυνεύουν τὰ μικρὰ παιδιὰ μέσα στὶς κούνιες. Κινδυνεύουν οἱ ἀσπρομάλληδες γέροντες. Κινδυνεύουν οἱ γυναῖκες. Κινδυνεύουν οἱ ἄνδρες. Κινδυνεύουν οἱ φτωχοὶ καὶ μικροί. Κινδυνεύουν οἱ μεγάλοι καὶ τρανοί. Ὅσο πιὸ ψηλὰ ἀνεβαίνεις κι ὅσο πιὸ πολλὰ ἀξιώματα ἀποκτᾷς, τόσο περισσότερο κινδυνεύεις.

Μὴ πῇς· Ἄ, ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχει κίνδυνος, γι᾿ αὐτὸ θὰ πάρω τὸ ἀεροπλάνο καὶ θὰ πάω μακριά, νὰ κρυφτῶ… Μὴ πιστέψῃς, ὅτι μπορεῖς νὰ βρῇς κάπου ἀσφάλεια. Πολλὲς φορὲς ἐκεῖ ποὺ νομίζεις ὅτι ὑπάρχει ἀσφάλεια, ἐκεῖ παραμονεύει ὁ κίνδυνος. Πόσες φορὲς ναυτικοί, ποὺ γλύτωσαν ἀπὸ ἄγριες θάλασσες, πνιγήκανε μέσα σὲ λιμάνια, σὲ μιὰ κουταλιὰ νερό. Παντοῦ παραμονεύει ὁ κίνδυνος.

Κινδυνεύει ὁ ἄνθρωπος σωματικῶς. Κινδυνεύει ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες. Ὁ ἀτμοσφαιρικὸς ἀέρας εἶνε γεμᾶτος μικρόβια, ἀναρίθμητα μικρόβια. Ἀγωνίζεται ἡ ἐπιστήμη, γιὰ νὰ τὰ νικήσῃ. Ξαγρυπνᾷ, γιὰ νὰ βρῇ τὰ φάρμακα. Ἀλλὰ μ Read more »

ΤΟ ΦΟΒΕΡΟΤΕΡΟ ΒΑΡΟΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 3rd, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Kυριακη ΣT΄ Mατθαίου (Mατθ. 9,1-8)

ΤΟ ΦΟΒΕΡΟΤΕΡΟ ΒΑΡΟΣ

«Eίπε τω παραλυτικώ· Θάρσει, τέκνον· αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου»(Mατθ. 9,2)

 

παραλ.AKOYΣATE, αγαπητοί μου, το ιερό Eυαγγέλιο. Hθελα, αν μπορούσα, το δίδαγμά του να το φυτέψω μέσα σας όπως ο γεωργός φυτεύει το σπόρο στή γη. Kαι αν αυτό το ένιωθε ο κόσμος όλος, θα άλλαζε όψι της γης.
Mα ποιό είνε αυτό το δίδαγμα; Πριν φθάσουμε σ’ αυτό, θα σας κάνω ένα ερώτημα.

* * *

Aπ’ όλα τα δυστυχήματα ποιό θεωρείτε πιο μεγάλο; Aπ’ την απάντησι, ποf θa δώσετε, θα σας ζυγίσω και θα καταλάβω αν είστε Xριστιανοί. Σύμφωνα με το λόγο του Θεού, την αγία Γραφή, το φοβερώτερο δυστύχημα είνε η αμαρτία.
Hταν κάποτε εποχή, που οι άνθρωποι εφοβούντο και την πιο μικρή αμαρτία. Oι μάνες έλεγαν στα παιδιά· Mην το κάνεις αυτό, είνε αμαρτία! K’ εκείνα τρέμανε. Tότε η γη ήταν γεμάτη αγγέλους. Tώρα κανένας φόβος για την αμαρτία. Yποτιμούν τον κίνδυνο από αυτήν.
Eί­μαστε στα χρόνια που λέει το βιβλίο του Iώβ, ότι ο άνθρωπος θα βρίσκεται σε αναισθησία. Oπως πίνει κανείς ένα ποτήρι κρύο νερό τώρα το καλοκαίρι, έτσι σήμερα κάνει την πιο φοβερη αμαρτία. H αδικία, τα διαζύγια, οι εκτρώσεις, η ασέβεια, η βλασφημία είνε σαν το κρύο νερό του διαβόλου (βλ. Iωβ 15,16). Δεν εινε τίποτε, λένε, η αμαρτία… Σε τέτοια εποχή ζούμε.
Kαί όμως η αμαρτία είνε το φοβερώτερο κακό απ’ όλα· κι απ’ τον καρκίνο, κι απ’ την πυρκαγιά, κι απ’ το σεισμό, κι απ’ το φαρμάκι της κόμπρας… Αν’ ανοίγανε τα μάτια μας και να βλέπαμε!
Θα πουν μερικοί, ότι τα λέω υπερβολικά. Oχι. Δεν σας είπα ούτε το ένα χιλιοστό της πραγματικότητος. Nά ‘χα καιρό, θα σας ανέλυα πόσα και ποιά κακά φέρνει η αμαρτία. Πρώτα – πρώτα χτυπάει το κορμί του ανθρώπου. Oι γιατροί τώρα άρχισαν να το καταλαβαίνουν και να το παραδέχωνται αυτό. Kάτι, που απο πολύ παλιά το λέει ο Παρακλητικός κανόνας· «Aπό των πολλών μου αμαρτιών ασθενεί το σώμα, ασθενεί μου και η ψυχή…».
Ω η αμαρτία! Eίνε δύναμι καταστροφής, διαφθοράς και αποσυνθέσεως. Aποσυνθέτει όχι μόνο και τον πιο γερό άνθρώπινο οργανισμό, που μια μέρα θα πάη κι αυτός στον τάφο, αλλά καταστρέφει κάτι μεγαλύτερο και πολύ πιο πολύτιμο. Kαταστρέφει την ψυχή.
H αμαρτία θολώνει το μυαλό του ανθρώπου, χτυπάει το συναίσθημα, μολύνει την καρδιά, παίρνει ψαλίδι και κόβει τα νεύρα της ψυχής· το δε νεύρο της ψυχής είνε η θέλησις.
Mε άρρωστη τη θέλησι, ο άνθρωπος μοιάζει σαν τον παραλυτικό, που μένει ακίνητος. Bλέπει το καλό μπροστά του, και δεν μπορεί να το κάνη. Xτυπά η καμπάνα, κι αυτός δεν έρχεται στην εκκλησία. Aλλος πάλι, ενώ χτυπά η πρώτη καμπάνα, χτυπά και η δεύτερη και η τρίτη καμπάνα, έρχεται εκεί κατά το τέλος της θείας λειτουργίας.
Oσοι από σας έχετε την καλή συνήθεια να έρχεστε νωρίς στην εκκλησία, να είστε ευλογημένοι. Oταν έρχεστε νωρίς, ακούτε και τον Eξάψαλμο, τα έξι λουλούδια του ουρανού, που είνε ένα μεγαλείο.
Πολλά βιβλία διάβασα, αλλά σαν τον Eξάψαλμο δεν είδα. Mακάρι να είχα χρόνο να τον ερμηνεύσω. Ξέρετε τί νοήματα κρύβει; Mη μου μιλάτε γιa άλλους ποιητάς, γιa Πίνδαρο, Eυριπίδη και τους άλλους. Πέστε μου για το Δαυΐδ· γι’ αυτη την ουράνια κιθάρα, γι’ αυτό το βιολί, γι’ αυτό το αηδόνι της Eκκλησίας.
Λέει κάπου λοιπόν στον Eξάψαλμο· «Oυκ έστιν ειρήνη εν τοις οστέοις μου από προσώπου των αμαρτιών μου. …ωσεί φορτίον βαρύ εβαρύνθησαν απ’ εμέ» (Ψαλμ. 37,4-5). Tί θα πει αυτό; Read more »

1. Ο Θεος φροντιζει για μας 2. ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΙΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 2nd, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Κυριακὴ Η΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,14-22)

 

Ο Θεος φροντιζει για μας

«Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν» (Ματθ. 14,20)

Ο π. Αυγ. ευλογει ιστΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Τί εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο; Εἶνε ἕνα βιβλίο· εἶνε τὸ ὡραιότερο βιβλίο ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο. Ἐὰν ὅλοι μας, μικροὶ καὶ μεγά­λοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἐγγράμματοι καὶ ἀ­γράμματοι, ἐπιστήμονες καὶ ἐργάτες, ὅλοι ἐν γένει, ἐφαρμόζαμε ὅσα λέει τὸ Εὐαγγέλιο, αὐτὴ ἡ γῆ θὰ ἦταν παράδεισος· ἐνῷ τώρα, ποὺ παραβαίνουμε ὅλοι τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυ­ρίου, ἡ γῆ, ὁ πλανήτης αὐτός, κινδυνεύει νὰ γίνῃ κόλασις.

* * *

Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα; Διηγεῖται ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα, τὰ μεγάλα καὶ ἀναρίθμητα θαύματα, ποὺ ἔ­κανε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο αὐτόν. Μετρᾷς τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ; μετρᾷς τὰ φύλλα τῶν δέντρων; μετρᾷς τὶς στα­γόνες τῶν ὠκεανῶν; Ἄλλο τόσο μπορεῖς νὰ μετρήσῃς τὰ θαύματα, ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συν­τελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύ­ριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός.
Ποιό τὸ θαῦμα; Ὅταν κάποτε ὁ Χριστός μας κουράστηκε ―διότι ἦ­ταν καὶ τέλειος ἄν­θρωπος καὶ ἔφερε ὅλα τὰ γνωρίσματα τῆς ἀν­­­θρω­πίνης φύσεως πλὴν τῆς ἁμαρτίας―, αἰ­σθάνθηκε τὴν ἀνάγκη ἀναπαύσεως. Βγῆκε λοι­πὸν στὴν ἔρημο γιὰ ν᾿ ἀναπαυθῇ λίγο ἀπὸ τοὺς κό­πους καὶ τοὺς μόχθους τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Αὐτὸ τὸ πληροφορήθηκε ὁ κόσμος, ὁ ὁποῖος τὸν ζητοῦσε. Καί, παρὰ τὴν ἀπόστασι, βά­δισαν χιλιόμετρα καὶ πῆγαν νὰ τὸν βροῦν. Τὸν βρῆκαν πράγματι. Καὶ ὁ Χριστός, ὅταν τοὺς εἶδε ἐκεῖ στὴν ἔρημο, τοὺς σπλαχνίστη­κε καὶ θεράπευσε ὅλους τοὺς ἀρρώστους ποὺ τοῦ εἶχαν φέρει.
Καὶ μετά; Ἄρχισε νὰ τοὺς δι­δάσκῃ. Ἦ­ταν τόσο γλυκειὰ ἡ διδασκα­λία του, ὥστε οἱ ὧ­ρες περνοῦσαν κι αὐτοὶ δὲν χόρταιναν νὰ ἀ­κοῦ­νε. Ἔγινε μεσημέρι, πέρασε τὸ μεσημέ­ρι, κόν­­­τευε νὰ βασιλέψῃ ὁ ἥλιος, κ’ ἐκεῖνοι ἄ­κουγαν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Οἱ μαθηταὶ πλησίασαν τὸν Κύριο καὶ τοῦ εἶπαν· Ὁ τόπος εἶνε ἔρημος καὶ ἡ ὥρα πέρασε κιόλας· ἀπόλυσε τὸν κόσμο, νὰ πᾶνε νὰ ψωνίσουν κάτι γιὰ φαγητό. Ὁ Χριστὸς ὅμως φρόντισε καὶ ἐξ­ασφάλισε ὁ ἴδιος φαγητὸ γιὰ ὅλους αὐ­τούς. Τί ἔκανε; Πῆ­ρε στὰ ἅγια χέρια του πέντε ψωμιὰ καὶ δυὸ ψά­ρια, ποὺ βρέθηκαν ἐκεῖ, προσευχήθηκε, τὰ εὐλόγησε, καὶ μετὰ τὰ ἔδωσε στοὺς μαθητάς, καὶ οἱ μαθηταὶ στὸν κόσμο. Καὶ ἔφαγαν καὶ χόρτασαν, κατὰ θαυμαστὸ τρό­πο, ὅλοι αὐτοί, πέντε χιλιάδες ἄντρες – ἐ­κτὸς ἀπὸ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, ποὺ κατ’ ἀναλογία θὰ ἦταν διπλάσιες καὶ τριπλάσιες. Μιὰ ὁλόκληρη πό­λις ἐτράφη μὲ τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψά­ρια!
Ἔτσι ἔδειξε τὴν ἀγάπη του ὁ Χριστός.

* * *

Αὐτὴ τὴν ἀγάπη ὁ Κύριος τὴ δείχνει μέχρι σήμερα. Ἀλλὰ ἐμεῖς δυστυχῶς δὲν ἔχουμε μάτια νὰ τὴ δοῦμε καὶ αὐτιὰ ν᾿ ἀ­κούσουμε τὰ θεϊκά του λόγια. Ὁ Χριστὸς μᾶς ἀγαπᾷ καὶ φρον­τίζει γιὰ μᾶς. Ὁ Χριστὸς ἔ­χει ὅ­λο τὸ ἐν­δι­αφέρον του στραμμένο στὸν ἄν­θρω­πο, ποὺ εἶ­νε τὸ ἀριστούρ­γη­μα τῆς θεί­ας δημιουργίας. Μυριάδες εἶνε τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος εἶνε τὸ ἄριστο δημιούργημα.
Τοῦ ἔδωσε – καὶ τί δὲν τοῦ ἔ­δωσε! μάτια, γιὰ νὰ βλέπῃ· αὐτιά, γιὰ ν᾿ ἀ­κούῃ· γλῶσσα, γιὰ νὰ μιλάῃ· χέρια, γιὰ νὰ ἐρ­γάζεται· πόδια, γιὰ νὰ τρέχῃ· μυαλὸ γιὰ νὰ σκέ­πτεται, νὰ συλλογίζεται καὶ νὰ κρίνῃ· τὸν προίκισε μὲ κάθε χάρισμα. Καὶ ἐπειδὴ προνοεῖ γιὰ τὶς ἀνάγκες του, τοῦ ἔδωσε ἀκόμα ὅ­λα τ᾿ ἀγαθὰ τῆς γῆς· τοῦ ἔδωσε νερὸ καθαρὸ καὶ κρυστάλλινο, νὰ πίνῃ καὶ νὰ καθαρίζεται· τοῦ ἔδωσε ἀέρα, ν᾿ ἀναπνέῃ· τοῦ ἔδωσε ἀκό­μη φῶς δωρεάν· ὁ ἥλιος εἶνε μιὰ μεγάλη Δ.Ε.Η.. Χθὲς ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ φτωχιὰ γυναίκα καὶ ἔκλαιγε. —Γιατί κλαῖς; τὴ ρωτάω. —Μοῦ κόψανε τὸ ῥεῦ­μα, λέει· ἡ Δ.Ε.Η. μοῦ ᾿κοψε τὸ φῶς, κ’ εἶμαι στὸ σκοτάδι… Ἀλλὰ ὁ ἥλιος φωτίζει ὅλους. Ὁ Θεὸς «τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. 5,45). Ἑκατομμύρια – δισεκατομμύρια κιλοβὰτ παράγει ὁ ἥλιος καὶ τὰ παρέχει δωρεάν! Δωρεὰν ὁ ἥλιος, δωρεὰν ὁ ἀέρας, δωρεὰν τὸ νερό, ὅλα δωρεάν. Ὁ Θεὸς δὲ μᾶς ἔῤῥριξε πάνω σ᾿ ἕνα γυμνὸ πλανήτη, ὅπως εἶνε ἡ  σελήνη. Αὐτοὶ ποὺ πῆγαν στὸ φεγγάρι δὲ βρῆκαν ἐκεῖ οὔτε νερό, οὔτε ἀέρα, οὔτε δέντρα, οὔτε ζῷα. Ἔρημο, παν­τέ­ρη­μο τὸ τοπίο, ξεραΰλα παν­τοῦ. Κι ὁ ἀστροναύτης ποὺ ἐπῆγε ἐκεῖ εἶπε· —Θεέ μου, πότε νὰ κατεβῶ στὴ γῆ, ν᾿ ἀνοίξω τὴν κάνουλα τοῦ σπιτιοῦ μου, νὰ πιῶ νερὸ νὰ δροσιστῶ!…
Ὅλα μᾶς τὰ ᾿δωσε ὁ Θεός. Δυστυχῶς ὅ­μως ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἀχάριστος. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ ἄνθρωποι εἶχαν αἴσθημα εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Θεό. Δὲν κάθονταν στὸ τραπέζι νὰ φᾶνε, ἐὰν δὲν ἔκαναν τὴν προσ­ευχή τους· καὶ δὲ σηκώνονταν ἀπὸ τὸ τρα­πέζι, ἐὰν δὲν δόξαζαν καὶ δὲν εὐχαριστοῦσαν τὸ Θεό. Εἶχαν πάντα στὰ χείλη τὸ εὐχαριστῶ. Τώρα; Τώρα κλάψτε, κλάψτε… Πῶς μᾶς ἀνέ­χεται ὁ Θεός! πῶς δὲν πέφτουν πάνω μας τὰ ἄστρα, πῶς τὰ ποτάμια δὲν πλημμυρίζουν νὰ φτάσουν μέχρι πάνω στὶς κορυφὲς τῶν ὀρέ­ων, πῶς ἡ γῆ δὲν σείεται ἐκ θεμελίων, πῶς δὲν ἀνοίγει χάσματα νὰ μᾶς καταπιῇ!… Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε. Μεγάλη ἀχαριστία! Τὴ μπου­κιὰ ἔχουμε στὸ στόμα, καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημᾶμε. Ἀγνωμοσύνη. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια οἱ εὐσεβεῖς ἄνθρωποι προτοῦ νὰ πιοῦν ἕνα ποτήρι νερὸ ἔκαναν τὸ σταυρό τους, εὐχαριστοῦσαν τὸ Θεό· ἢ πήγαιναν στὴν πηγὴ νὰ πιοῦν νερό, καὶ προτοῦ νὰ πιοῦν τὸ σταύρωναν. Ποιός τὸ κάνει σήμερα; Δὲν ἐκτιμοῦμε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ τὰ στερηθοῦμε γιὰ νὰ τὰ ἐκτιμήσουμε.
Λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ περι­ώδευσε ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον τὴν πατρίδα μας, ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια φοβερά, χρόνια κα­τηραμένα, καὶ θὰ μᾶς βροῦν μεγάλες τιμωρίες γιὰ τὰ φοβερὰ ἐγκλήματά μας. Πολλὰ πράγματα θὰ γίνουν στὸν κόσμο. Μεταξὺ τῶν ἄλλων θὰ στερέψουν οἱ πηγές. Ἕνα ποτήρι νερὸ θά ᾿χῃ μιὰ λίρα! τὸ εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Καὶ ἔρχεται ἡ ὥρα αὐτή· στερεύουν τὰ ποτάμια. Τὰ στέρεψε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων. Λέει ἐπίσης, ὅτι καὶ τὸ ἀλεύρι καὶ τὸ ψωμὶ θὰ λιγοστέψουν «Μιὰ φούχτα ἀλεύρι, μιὰ χούφτα χρυσάφι», εἶπε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Ἐκεῖ θὰ καταλήξουμε. Γιατί; Διότι φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό· φύγαμε ἀπὸ τὶς ἐντολές του, φύγαμε ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ.
Δέκα χιλιάδες χωριὰ ἔχει ἡ πατρίδα μας. Δῶστε μου, ἀγαπητοί μου, δῶστε μου ἕνα χωριό, ποὺ ὅλοι οἱ κάτοικοι, γυναῖκες καὶ ἄν­τρες, νὰ ἐφαρμόζουν τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο· δῶ­σ­τε μου ἕνα χωριό, στὸ ὁποῖο νὰ μὴν ὑ­πάρχῃ ἔγκλημα καὶ ἀτιμία καὶ ἐκμετάλλευσις, καὶ τὸ χωριὸ αὐτὸ θὰ εἶνε παράδεισος, καὶ ἂς εἶνε φτωχό, καὶ ἂς μὴν ἔχῃ τηλεοράσεις, καὶ ἂς μὴν ἔχῃ ἄλλα μέσα ἐπικοινωνίας, ῥαδιόφωνα, τηλέφωνα καὶ ῥαδιοφωνικοὺς σταθμούς. Ὅ­ποιος εἶνε κοντὰ στὸ Χριστὸ εἶνε πλούσιος, καὶ ὅποιος εἶνε μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστὸ εἶνε φτωχὸς καὶ πάμπτωχος. Κοντὰ στὸ Χριστὸ παράδεισος εἶνε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ Χριστό κόλασις εἶνε.
Τὰ πιστεύετε αὐτά; Ἐὰν τὰ πιστεύετε, τότε θὰ εἶστε πρόθυμοι νὰ ἐκκλησιάζεσθε. Εἴδατε τί ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου; Βάδισαν χιλιόμετρα γιὰ νὰ πᾶνε νὰ βροῦν τὸ Χριστό. Ἀλλὰ ἐσεῖς δὲν χρειάζεται νὰ βαδίσετε χιλιόμετρα. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἐδῶ, κοντά σας, ἀνάμεσα στὰ σπίτια σας. Ὁ ναὸς βρίσκεται δίπλα σας. Ἐδῶ τελεῖται τὸ μυστή­ριο τῶν μυστηρίων, ἡ θεία λειτουργία. Ἐδῶ βρίσκεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς καλεῖ νὰ κοινωνήσουμε τῶν ἀχράντων μυστηρίων.

* * *

Ὦ Θεέ μου, δῶσε φωτισμὸ σὲ ὅλους μας. Σκέπασε τὴν πατρίδα μας τὴν Ἑλ­λάδα. Εἴμεθα ἐδῶ στὰ σύνορα· λίγα χιλιόμετρα μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸ κράτος τῶν Σκοπί­ων. Τί θὰ μᾶς προστατεύσῃ καὶ θὰ μᾶς ἀσφαλίσῃ; Σὲ παρακαλοῦμε, ἀξίωσέ μας νὰ ἐκτελοῦμε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, διδά­σκαλοι καὶ μαθηταί, ἀξιωματικοὶ καὶ στρατι­ῶται, ὅλοι ἐν γένει, τὸ ἅγιο θέλημά σου. Δός μας μιὰ Ἑλλάδα, ποὺ ὅλος ὁ λαός της νὰ ἐ­φαρμόζῃ τὸ Εὐαγγέλιο· μιὰ Ἑλλάδα, στὴν ὁ­ποία νὰ μὴν ὑπάρχῃ διαζύγιο, νὰ μὴν ὑπάρ­χουν ἀντρόγυνα χωρισμένα· μιὰ Ἑλλάδα ποὺ τὰ παιδιὰ νὰ ἀκοῦνε τοὺς γονεῖς· μιὰ Ἑλλάδα ποὺ νὰ μὴν ὑπάρχῃ μοιχεία καὶ πορνεία· μιὰ Ἑλλάδα, ἡ ὁποία νὰ ἔχῃ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Καὶ τότε ἡ πατρίδα μας θὰ εἶνε μεγάλη καὶ ἰσχυρά, πρὸς δόξαν τοῦ Κυ­ρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· ὅν, παῖδες Ἑλλή­νων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Στὸ τέλος τῆς ὁμιλίας ὁ π. Αὐγουστῖνος λέει λίγα λόγια στὸν πολύτεκνο ιερέα π. Συμεών Πανόπουλο, που του έδωσε το οφίκιο του οικονόμου·

  • Ἀπὸ τὴ μητρόπολι φέραμε χάριν τῶν κατοίκων Εὐαγγέλια γιὰ ὅλους. Περὶ Εὐαγγελίου δὲν σᾶς ὡμίλησα πρίν; Τὸ εὐαγγέλιο εἶνε τὸ πᾶν. Ἐφαρμόσαμε τὸ Εὐαγγέλιο; ἡ Ἑλλὰς θὰ εἶνε μία εὐτυχεστάτη χώρα τοῦ κόσμου· δὲν ἐφαρμόσαμε τὸ Εὐαγγέλιο; «οὐαὶ ἡμῖν». Λοιπὸν τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ δὲν τὸ διαβάζουμε δυστυχῶς – στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τὸ εὐαγγέλιο διαβάζανε οἱ Χριστιανοὶ πρωΐ – μεσημέρι – βράδυ. Λοιπὸν θὰ σᾶς δώσω 30 Εὐαγγέλια, καὶ ἂν χρειαστῇ περισσότερα. Θὰ μοιράσῃς σὲ κάθε οἰκογένεια· αὔριο θὰ σᾶς δώσω σὲ κάθε οἰκογένεια. Ἐπὶ τῇ ἐπισκέψει τοῦ ἐπισκόπου καὶ τῇ τιμῇ, τὴν ὁποῖα σοῦ κάναμε, θὰ μοιράσῃς στοὺς Χριστιανούς σου ὅλους, στὶς οἰκογένειες, ἀπὸ ἕνα Εὐαγγέλιο. Καὶ μόνον ἂν ὑπάρχουν ἄθεοι καὶ ἄπιστοι, σ᾿ αὐτοὺς δὲν θὰ δώσῃς Εὐαγγέλιο. Δὲν πιστεύω στὸ χωριό, στὸ μικρὸ ἐδῶ, τὸ ἡρωϊκὸ χωριό, νὰ ὑπάρχουν ἄπιστοι καὶ ἄθεοι. Ἐπίσης στὰ κορίτσια ἐδῶ, στὶς κατηχήτριες.
    Ὅλοι μαζί, μιὰ ψυχή, ἕνας λαός, ἕνας λαός!… ἡνωμένος μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς, μέχρι θανάτου, ἐμεῖς ποὺ ὑπηρετήσαμε τὴν πατρίδα στὰς σκληρὰς ἡμέρας πολέμου, ἐμεῖς ποὺ περιωδεύσαμε τὰ μέρη αὐτὰ σὲ ἡμέρες ὀδυνῶν καὶ μεγάλων συμφορῶν, ἐμεῖς πιστεύουμε ἀκραδάντως, ὅτι ἐδῶ ἡ Μακεδονία μας, ἡ Μακεδονία μας θὰ παραμείνῃ ἑλληνική]· ἦτο, εἶνε καὶ θὰ μείνῃ πάντα ἑλληνική, πρὸς δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλια του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
εκφωνήθηκε εις τον ἱερό ναὸ του Ἁγ. Νικολάου Κρατεροῦ – Φλωρίνης 9-8-1992)

 862c570e406e

Κυριακὴ Η΄ Ματθαίου (Ματθ. 14,14-22)

ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΙΣ

Καὶ πάλι, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε κυριακάτικο ἐκκλησιασμό, θεία λειτουργία καὶ ὁμιλία. Τόσο στὶς πόλεις ὅσο καὶ στὰ χωριὰ ἡ καμ­πάνα χτυπᾷ καὶ καλεῖ, οἱ πολλοὶ ὅμως ἀδιαφοροῦν καὶ ἀμελοῦν τὸ ἱερὸ καθῆκον νὰ δώσουν τὸ παρών. Στὶς πόλεις, ὅπου οἱ ἐνορίες εἶνε πο­λυάνθρωπες, ἡ εἰκόνα τοῦ ἐκκλησιάσματος ἐξαπατᾷ· νομίζει κανεὶς ὅτι ἡ προσέλευσις εἶ­νε ἱκανοποιητική. Στὰ χωριὰ ὅμως τὰ πράγμα­τα εἶνε δυσκολώτερα, ἡ ἀποχὴ φαίνεται.
Ὅσοι κατοικοῦν στὶς πόλεις, ἰδίως οἱ νέοι καὶ τὰ παιδιά, πρέπει νὰ γνωρίζουν, ὅτι πολλὰ μικρὰ καὶ ὀλιγάνθρωπα σήμερα χωριὰ τῆς ἀγαπητῆς μας πατρίδος εἶνε ἀρχαῖα, ἱστορι­κὰ καὶ ἔνδοξα. Δὲν ἦταν ὅπως εἶνε σήμερα. Πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια εἶ­χαν ἀρκετοὺς κατοί­κους. Ἀλλὰ λόγῳ διαφόρων ἱστορικῶν καὶ γεωγραφικῶν συνθηκῶν, ἐκεῖνοι σκόρπισαν σὰν τὰ πουλιὰ στὸ ἐξωτερικό, στὴν Ἀμερικὴ στὸν Καναδᾶ στὴ Γερμανία στὴν Αὐστραλία, καὶ τώρα ἔμειναν στὰ χωριὰ πολὺ λίγοι.
Αὐτοὶ οἱ λίγοι ἄνθρωποι στάθηκαν ἥρωες σὲ ἡμέρες δύσκολες, ἡμέρες ποὺ ἡ πατρίδα μας δοκιμαζόταν σκλη­ρά· πολέμησαν καὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ νὰ εἴμαστε σήμερα ἐμεῖς ἐ­λεύ­θεροι. Ἥρωες ἐν καιρῷ πολέμου, εἶνε ἀ­κόμα ἥ­ρωες καὶ ἐν καιρῷ εἰρήνης. Γιατὶ ὅλοι αὐτοί, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, σηκώνονται ἀπ᾽ τὸ πρωὶ καὶ ἐργάζονται· καλλιεργοῦν τὴ γῆ καὶ ζυμώνουν τὸ χῶμα μὲ τὸν τίμιο ἱ­δρῶτα τους. Ἀπὸ ᾽κεῖ τρέφεται ὁ κόσμος ὅ­λος, ἀπὸ τὴ γῆ. Ἂν οἱ χωρικοί μας σταματήσουν νὰ δουλεύουν, ὅλοι θὰ πεινάσουμε καὶ θὰ δυσ­τυχήσουμε.
Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐγὼ κάθε Κυριακὴ κατὰ κανόνα δὲν μένω στὴν πόλι καὶ στὰ μεγάλα ἀστικὰ κέν­τρα τῆς περιφερείας μου· βρί­σκομαι στὰ χωριά, καὶ στὰ μικρότερα ἀκόμη, κ᾽ ἐ­κεῖ κηρύττω καὶ εὐλογῶ τὸ λαό. Θεωρῶ χρέος μου νὰ ἐπισκέπτωμαι τοὺς ἀνθρώπους αὐ­τούς. Χαίρω περισσότερο ὅταν βρίσκωμαι μεταξὺ τῶν ἁπλοϊκῶν καὶ συχνὰ ἐγκαταλελειμμένων κατοίκων τῆς ὑπαίθρου.
Ἀλλὰ γιατί τὰ λέω αὐτά; Read more »

H ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

author Posted by: Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης on date Αυγ 2nd, 2013 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Kυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου (Ματθ. 9,27-35)

H ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ…» (Ματθ. 9,27)

αμελειαΖΟΥΜΕ σὲ μιὰ ἐποχὴ ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας. Οἱ περισσότεροι μπορῶ νὰ πῶ δὲν πιστεύουν. Μέσα στοὺς ἑκατὸ ἀνθρώπους, ζήτημα σήμερα ἂν ἕνας πιστεύῃ εἰλικρινὰ στὸ Θεό. Οἱ ἄλλοι εἶνε ἀδιάφοροι, ἄπιστοι καὶ ἄθεοι.
Μοῦ ἔλεγε ἔνας παπᾶς μὲ δάκρυα, ὅτι εἶνε σαράντα χρόνια σ᾿ ἕνα χωριὸ μὲ πεντακόσες ψυχές. Καλὸς παπᾶς, δὲν ἔδωσε ποτέ ἀφορμὴ σκανδάλου. Χτυπᾷ τὴν καμπάνα κάθε Κυριακή, τοὺς προσκαλεῖ, πηγαίνει στὰ σπίτια τους. Καὶ ὅμως, ἂν πᾷς στὴν ἐκκλησιά, δὲ᾿ βρίσκεις παραπάνω ἀπὸ πέντε ἄντρες καὶ δέκα γυναῖκες· καὶ πολλὲς φορὲς τὸ καλοκαίρι δὲν ὑπάρχει οὔτε παιδὶ νὰ κρατήσῃ λαμπάδα. Ποῦ εἶνε; Δὲν ἐκκλησιάζονται.
Καὶ αὐτό, κατ᾿ ἀναλογίαν, γίνεται σχεδὸν παντοῦ. Κι ὅταν ὁ παπᾶς τοὺς λέει, Γιατί δὲν ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία; ἀπαντοῦν· Τί νὰ κάνω στὴν ἐκκλησία;… Πηγαίνει στὸ καφενεῖο, πηγαίνει στὴν ταβέρνα, πηγαίνει στὰ γήπεδα, πηγαίνει ἐκδρομές, πηγαίνει παντοῦ, ἀλλὰ πόδια νὰ πάῃ στὴν ἐκκλησιὰ δὲν ἔχει. Καὶ μὲ αὐθάδεια λέει, Τί νὰ κάνω στὴν ἐκκλησία;…
Ἂν ὑπάρχῃ ὅμως ἕνα μέρος ποὺ εἶνε πιὸ ἀναγκαῖο ἀπὸ ὅλα νὰ πάῃ κανείς, αὐτὸ εἶνε ὁ ναὸς τοῦ Ὑψίστου. Ἐδῶ μέσα θὰ ᾿ρθῇς· ἐδῶ θὰ βαπτισθῇς, ἐδῶ θὰ στεφανωθῇς, ἐδῶ ὁ παπᾶς γιὰ τελευταία φορὰ θὰ πῇ «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμὸν δῶμεν, ἀδελφοί, τῷ θανόντι…». Ἐδῶ εἶνε τὰ ἅγια καὶ τὰ ἱερά· ἐδῶ εἶνε οἱ ἅγιες εἰκόνες, ἐδῶ εἶνε οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἀρχάγγελοι, ἐδῶ εἶνε τὰ μυστήρια τῶν μυστηρίων, ἐδῶ ἀκούγεται τὸ Εὐαγγέλιο, τὰ πάγχρυσα λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ἐδῶ μέσα ὅλοι μας, σὰν μιὰ οἰκογένεια, φωνάζουμε καὶ παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ καὶ λέμε «Κύριε, ἐλέησον». Καὶ αὐτὸ τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ποὺ μπορεῖ νὰ τὸ πῇ καὶ ὁ γέρος ὁ ἀσπρομάλλης καὶ ὁ ἀγράμματος καὶ ἀστοιχείωτος κ᾿ ἕνα μικρὸ παιδάκι ποὺ κρατάει στὴν ἀγκαλιά της ἡ μάνα, αὐτὸ τὸ «Κύριε, ἐλέησον» κάνει θαύματα.
Ναί, θαύματα κάνει. Ποιός μᾶς τὸ λέει; Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο.

* * *

Ὁ Χριστός, λέει, πῆγε σὲ μιὰ πόλι. Χιλιάδες κόσμος μαζεύτηκε, πατεῖς με – πατῶ σε. Πῆγαν ἀπὸ μιὰ περιέργεια, γιὰ νὰ δοῦνε ποιός εἶν᾿ αὐτὸς ποὺ κάνει θαύματα. Ἤθελαν νὰ δοῦνε τὸ Χριστό. Ἄλλοι ἀνέβηκαν στὶς στέγες, ἄλλοι στὰ δέντρα καὶ ὅπου ἀλλοῦ μποροῦσαν.
Ξαφνικά, μέσα στὸν κόσμο, ἀκούστηκαν φωνὲς ποὺ ἔλεγαν «Κύριε, ἐλέησον»· «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ» (Ματθ. 9,27). Ποιός φωνάζει; Κανένας πλούσιος; Ὁ πλούσιος πρέπει νὰ χάσῃ τὰ χρήματα, νὰ χρεωκοπήσῃ, νὰ γίνῃ ζητιάνος, καὶ τότε θὰ πῇ τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Κανένας δυνατὸς ποὺ ἔχει ἀξιώματα; Οὔτε αὐτοὶ φωνάζουν. Πρέπει νὰ πέσουν ἀπὸ τὰ ἀξιώματά τους, καὶ τότε θὰ φωνάξουν «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Κανένας ὑγιής, ποὺ δὲν αἰσθάνεται κανένα πόνο; Μπᾶ· ὅταν ἔχῃς γερὰ τὰ κόκκαλα καὶ τὰ πνευμόνια καὶ τὴν καρδιά, Θεὸ δὲ᾿ ζητᾷς. Ὅταν πέσῃς στὸ κρεβάτι καὶ σὲ πάρουν μέσα στὸ χειρουργεῖο καὶ εἶνε ἕτοιμο τὸ μαχαίρι τοῦ γιατροῦ νὰ σὲ κάνῃ κομμάτια, τότε φωνάζεις «Κύριε, ἐλέησον». Ποιός φωνάζει; Οἱ χιλιάδες ἐκεῖνες τοῦ κόσμου, ἄντρες γυναῖκες παιδιά; Μόνο μιὰ φωνὴ ἀκούγεται σπαρακτική. Ποιός φωνάζει; Δύο φτωχοί, δυστυχισμένοι καὶ τυφλοὶ ἄνθρωποι. Δὲν βλέπανε καθόλου. Καὶ μόλις ἀκούσανε ὅτι μπαίνει ὁ Χριστὸς μέσα στὴν πόλι, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν ποῦ εἶνε, ἄρχισαν μὲ τὰ στόματά τους νὰ φωνάζουν «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυΐδ». Καὶ τὸ φώναζαν διαρκῶς.
Ὁ Χριστὸς βάδιζε καὶ ἔκανε πὼς δὲν ἀκούει. Φθάνει καὶ μπαίνει σ᾿ ἕνα σπίτι. Σταματήσανε ἆραγε τότε οἱ τυφλοί; Ὄχι. Συνέχισαν ἀπ᾿ ἔξω, σὰν σκυλιά, νὰ φωνάζουν· «Κύριε, ἐλέησον». Ὁ Χριστὸς δοκίμαζε τὴν πίστι τους. Ἅμα εἶδε τὴ μεγάλη ὑπομονή τους, τοὺς λέει· «Πιστεύετε, ὅτι μπορῶ νὰ σᾶς κάνω καλά;». «Ναί, Κύριε», ἀκούστηκε μέχρι τὰ ἄστρα ἡ φωνή τους (Ματθ. 9,28).
Τότε ὁ Χριστὸς ―ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς πιστεύουμε― τί ἔκανε; Ἅπλωσε τὰ ἅγιά του χέρια ἐπάνω στὰ σβησμένα τους μάτια· καὶ ἀμέσως, ὅπως ἄλλοτε ἄναψε τὸν ἥλιο καὶ τὰ ἄστρα, ἔτσι τὴ στιγμὴ ἐκείνη δυὸ ζευγάρια μάτια ἄνοιξαν, οἱ δύο ἄνθρωποι εἶδαν τὸ φῶς τους καὶ λέγανε χίλια εὐχαριστῶ. Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη πήγαιναν παντοῦ καὶ διαλαλοῦσαν, ὅτι ὁ Χριστὸς τοὺς ἔκανε καλά.
Βλέπετε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, τί κάνει τὸ «Κύριε, ἐλέησον»; Τὸ φώναξαν οἱ τυφλοί, τὸ ἄκουσε ὁ Χριστός, τοὺς ἐσπλαχνίσθη καὶ τοὺς ἔκανε καλά.

* * *

―Μὰ ποῦ εἶνε ὁ Χριστός; θὰ μοῦ πῆτε.
Ποῦ εἶνε ὁ Χριστός; Ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός, μέσα στὴν ἐκκλησία! Τὴν ὥρα ποὺ ἀκούγεται τὸ εὐαγγέλιο, τὴν ὥρα ποὺ βγαίνουν τὰ ἅγια, τὴν ὥρα ποὺ κρατάει ὁ παπᾶς τὸ δισκοπότηρο, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνᾷς, ἐκεῖ εἶνε ὁ Χριστός. Ναί, αὐτή εἶνε ἡ πίστις μας. Κάθε ψίχουλο καὶ κάθε σταλαγματιὰ ἀπὸ τὸ ἅγιο δισκοπότηρο εἶνε ὁ Χριστός μας. Τὸ πιστεύεις; Ἔλα στὴν ἐκκλησιὰ καὶ φώναξε τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
Στὴ θεία λειτουργία τὸ λέμε πολλὲς φορές. Ἀπὸ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία…» μέχρι τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…» πάνω ἀπὸ πενήντα φορὲς λέμε τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ἀλλὰ πῶς τὸ λέμε; Δὲν ὑπάρχει κατάνυξις καὶ προσοχή.
Τὸ λέγανε καὶ πρὶν διακόσα χρόνια, μὰ τὴν ὥρα ποὺ τὸ λέγανε κλαίγανε. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ἡ χήρα. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε τὸ ὀρφανό, «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ σκλαβωμένος Ἕλληνας. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ τσομπάνος. «Κύριε, ἐλέησον», ἔλεγε ὁ χωριάτης. «Κύριε, ἐλέησον», τὸ ἔλεγαν ὅλοι. Ἀλλὰ τὴν ὥρα ποὺ τὸ λέγανε, τὸ πίστευαν ἀκραδάντως. Τώρα δὲν πιστεύουμε.
Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔφτανε τὸ «Κύριε, ἐλέησον» νὰ κάνῃ θαῦμα. Ἔπεφτε λ.χ. ἀκρίδα στὸν κάμπο τῆς Θεσσαλίας καὶ δὲν ἔμενε τίποτε. Καὶ πήγαιναν στὰ Μετέωρα, παίρνανε τὰ ἅγια λείψανα στὰ χέρια τους στὴν Καλαμπάκα καὶ στὰ Τρίκαλα (εχανε ἀγάπη καὶ ὁμόνοια μεταξύ τους, νηστεύανε τρεῖς μέρες, δὲν σμίγανε τὰ ἀντρόγυνα), καὶ κάνανε λιτανεία καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ φωνάζανε «Κύριε, ἐλέησον»· ἔ, δὲν περνοῦσε μέρα, καὶ ἕνας ἄνεμος ἔπαιρνε τὶς ἀκρίδες καὶ τὶς ἔρριχνε μέσα στὸν Πηνειὸ ποταμὸ καὶ δὲν ἔμενε οὔτε μία. Νά τί κάνει τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ὅταν κανεὶς πιστεύῃ πραγματικά.
Ἀλλοῦ πάλι ἔπεφτε χολέρα καὶ θέριζε τοὺς ἀνθρώπους. Ἑκατό, διακόσοι νεκροί· δὲν προλαβαίνανε ν᾿ ἀνοίγουν τάφους. Καὶ πάλι νηστεύανε, κάνανε λιτανεία μὲ τὰ ἅγια λείψανα τοῦ ἁγίου Νικάνορος καὶ ἄλλων ἁγίων, καὶ βγαίνανε ἔξω στοὺς κάμπους καὶ στὰ βουνὰ καὶ παρακαλούσανε τὸ Θεό, καὶ ἡ χολέρα κοβότανε μὲ τὸ μαχαίρι.
Καὶ ἀλλοῦ πάλι, ποὺ εἶχε ἀνομβρία καὶ δὲν ἔπεφτε σταλαγματιὰ καὶ ἡ γῆ ἤτανε σὰν τὸ κεραμίδι, ἔβγαιναν πάλι ἔξω μὲ τὶς εἰκόνες καὶ τὰ λείψανα καὶ παρακαλοῦσαν. «Κύριε, ἐλέησον» λέγανε μὲ τὴν καρδιά τους, καὶ ὁ οὐρανὸς ἔβρεχε καὶ μούσκευε τὸ χῶμα.
Καὶ ἀλλοῦ, ποὺ γινόταν σεισμός, γονατίζανε καὶ προσευχότανε. «Κύριε, ἐλέησον» λέγανε, καὶ σταματοῦσε ὁ σεισμός.
Δὲν εἶνε παραμύθια αὐτά· τὰ θυμοῦνται οἱ μεγαλύτεροι. Ζωντανὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας· ἀρκεῖ μόνο νὰ ἔχουμε δυνατὴ πίστι.
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τί δύναμι ἔχει ἡ προσευχή, τὸ «Κύριε, ἐλέησον»;
Ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός μας. Καὶ ὅπως ἐρώτησε τοὺς δύο τυφλούς, ἐρωτᾷ κ᾿ ἐμένα, ἐρωτᾶ κ᾿ ἐσᾶς, ἐρωτᾷ ὅλους ἀνεξαιρέτως καὶ λέει· «Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι;». Ἂς ἀπαντήσῃ ὁ λαός μας, ἂς ἀπαντήσουμε κ᾿ ἐμεῖς; Ἂν ποῦμε μὲ τὴν καρδιά μας «Ναί, Κύριε», τότε τὰ ἄστρα θὰ κατεβοῦν στὴ γῆ. Τότε θὰ δοῦμε θαύματα μεγάλα.
Ἂς παρακαλέσουμε τὸ Χριστό μας, νὰ μᾶς δώσῃ πίστι. Πίστι, ἀδέρφια μου, χρειαζόμεθα· πίστι σὰν ἐκείνη ποὺ εχανε οἱ δύο τυφλοί. Νὰ μᾶς δώσῃ πίστι, ὅπως εχανε οἱ πρόγονοί μας. Καὶ ὅταν ἔχουμε πίστι στὴν καρδιά, τότε φτάνει ἕνα «Κύριε, ἐλέησον» γιὰ νὰ γίνῃ τὸ θαῦμα. Τότε κ᾿ ἐδῶ στὴ γῆ θὰ ζήσουμε καλὰ καὶ εὐλογημένα, καὶ ὅταν κλείσουμε τὰ μάτια στὸ μάταιο αὐτὸ κόσμο, φτερὰ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων θὰ μᾶς πᾶνε στὰ οὐράνια σκηνώματα. Καὶ ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγγέλους, θὰ ὑμνοῦμε αἰωνίως τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸν καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα εἰς αἰῶνας αἰώνων.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ὁσίου Ναοὺμ Ἀρμενοχωρίου – Φλωρίνης 25-7-1971)