Κυριακὴ τῶν Βαΐων
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Γιατι κλαιει o Χριστoς;
«Καὶ ὡς ἤγγισεν, ἰδὼν τὴν πόλιν ἔκλαυσεν ἐπ᾽ αὐτῇ» (Λουκ. 19,41)

Ὁ ἀπόστολος, τὸ εὐαγγέλιο, ὅλα τὰ τροπάρια, ἀγαπητοί μου, μᾶς φωνάζουν σήμερα· Ἔρχεται! Ποιός ἔρχεται; Ἐὰν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μᾶς φώτιζε νὰ νιώσουμε ποιός ἔρχεται, τότε στὰ μυστικὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας θ᾽ ἀκούγαμε τὸ σάλπισμα τῶν ἀγγέλων ποὺ λέει σὲ ὅλους· Ἐξέλθετε πρὸς προϋπάντησιν τοῦ Χριστοῦ! Μικροὶ καὶ μεγάλοι, γυναῖκες καὶ ἄντρες, φτωχοὶ καὶ πλούσιοι, ἐξέλθετε ἅπαντες γιὰ νὰ λάβετε μέρος στὴν ὑποδοχή του.
Ἡ ὑποδοχὴ αὐτὴ ἔγινε σήμερα στὴν πόλι τῶν Ἰεροσολύμων, τὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ. Ποιά γλῶσσα μπορεῖ νὰ τὴν περιγράψῃ!
* * *
Πολλὲς ὑποδοχές, ἀγαπητοί μου, ἔχουν γίνει καὶ γίνονται. Καὶ ἡ πρωτεύουσα τῆς Ἑλλάδος λ.χ., ἡ Ἀθήνα, τὸ 1913 ἔζησε μιὰ τέτοια ἡμέρα. Ἦταν Ἰούλιος. Τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος γύριζαν νικηταί. Ὕστερα ἀπὸ ἀγῶνες ὀκτὼ μηνῶν, ὁ Ἑλληνικὸς στρατὸς ἐπέστρεφε δαφνοστεφὴς μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν ἔνδοξο βασιλέα ἀπὸ τοὺς βαλκανικοὺς πολέμους. Οἱ καμπάνες χτυποῦσαν, οἱ σάλπιγγες ἠχοῦσαν, οἱ σημαῖες ἀνέμιζαν, ὅλα τὰ μάτια δάκρυζαν. Τέτοιος ἦταν ὁ ἐνθουσιασμός, ὥστε ἔπεφταν καὶ φιλοῦσαν τὰ πόδια τοῦ ἀλόγου τοῦ βασιλέως!
Μὰ γιατί τὰ λὲς αὐτά; θὰ πῆτε. Τὰ λέω ὡς παράδειγμα. Ἡ ὑποδοχὴ ἐκείνη εἶνε μιὰ σκιά, ποὺ μπορεῖ κάπως νὰ ζωντανέψῃ μπροστά μας τὴ σημερινὴ ὑποδοχή, τὴν ὑποδοχὴ ποὺ ἑτοίμασε ὄχι πλέον ὁ λαὸς τῶν Ἀθηνῶν σ᾽ ἕναν ἐπίγειο βασιλιᾶ ἀλλὰ ὁ λαὸς τῶν Ἰεροσολύμων στὸν βασιλέα Χριστὸ ὡς τὸν μεγαλύτερο νικητή.
Πολλοὺς νικητὰς ἀναφέρει ἡ ἱστορία. Οἱ ἄλλοι νικηταὶ πρέπει νὰ γράφωνται μὲ νῦ μικρό· αὐτὸς γράφεται μὲ νῦ κεφαλαῖο, Νικητής. Διότι οἱ ἄλλοι νίκησαν ἀνθρώπους. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς, ποὺ σήμερα ὑποδέχονται τὰ Ἰεροσόλυμα μὲ ἔξαλλο ἐνθουσιασμό, εἶνε ὁ μοναδικὸς νικητής. Νίκησε ἐκεῖνον ποὺ κανένας ἄλλος δὲν μπόρεσε νὰ νικήσῃ· νίκησε τὸ μεγαλύτερο ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ θάνατο. Σὰν χθὲς πῆγε στὰ μνήματα καὶ εἶπε «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. 11,44), καὶ ὁ Λάζαρος αὐτοστιγμεὶ ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν. Αὐτὸ ἦταν τὸ μεγαλύτερο θαῦμα ποὺ ἔκανε ἡ δύναμίς του.
Ἡ εἴδησι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου διαδόθηκε ἀστραπιαίως καὶ ἐξέπληξε ὅλους, μικροὺς καὶ μεγάλους. Γι᾽ αὐτὸ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἔγινε κάτι πρωτοφανές. Ὑπολογίζουν οἱ ἱστορικοί, ὅτι πάνω ἀπὸ ἕνα ἑκατομμύριο ἄνθρωποι ἦταν συγκεντρωμένοι ἐκεῖνες τὶς μέρες στὴν ἁγία πόλι γιὰ νὰ ἑορτάσουν τὸ πάσχα. Μόλις λοιπὸν ἄκουσαν ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ὁ θριαμβευτὴς καὶ νικητὴς τοῦ θανάτου, βγῆκαν ὅλοι ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν. Τέτοια ἦταν ἡ χαρά τους, ὥστε ἔβγαζαν τὰ ῥοῦχα τους καὶ τὰ ἔστρωναν κάτω νὰ γίνουν τάπητας νὰ πατήσουν τὰ ἅγιά του πόδια, ἀνέβαιναν στὰ δέντρα καὶ ἔκοβαν κλαδιὰ καὶ βάια. Κι ὅταν πλέον τὸν ἀντίκρυσαν πάνω στὸ γαϊδουράκι, σείοντας τὰ βάια ξέσπασαν σὲ οὐρανομήκεις ζητωκραυγὲς «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ» (ἔ.ἀ. 12,13). Read more »