Αυγουστίνος Καντιώτης



ΝΟΘΟΣ ΕΞΙΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ (Του ιερεως Ιωαννου Νικολοπουλου) 2) Για τους ψηφοζητιανους που μας προσβαλλουν 3) 21 Σεπτεμβριου του 1957- Γραμμενο στην εφημεριδα της Ἄρτας «Ἐλευθερος Λογος», ἀπο τον Ἰατρο Κωνσταντινο Κοντογιαννη (1912-1979), χειρουργο & γενικο διευθυντη του Νοσοκομειου του Μοναχου την περιοδο 1954-1961.

ΝΟΘΟΣ ΕΞΙΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Του ιερέως Ιωάννου Νικολόπουλου
από Καλαμαριά Θεσσαλονίκης

Πατηστε τον τίτλο και διαβαστε το άρθρο

50751235unled5

Για τους ψηφοζητιανους που μας προσβαλλουν

Αυτά συμβαίνουν στην Θράκη μας

Κώστας Καραΐσκος

50751235unled5

21 Σεπτεμβριου του 1957

 Ἰατρος Κωνσταντινος Κοντογιαννης

Τὸ ἀκόλουθο κείμενο δημοσιεύτηκε τὴν 21 Σεπτεμβρίου τοῦ 1957 στὴν ἐφημερίδα τῆς Ἄρτας «Ἐλεύθερος Λόγος» ἀπὸ τὸν Ἀρτινό Ἰατρὸ Κωνσταντῖνο Κοντογιάννη (19121979), χειροῦργο καὶ γενικὸ διευθυντὴ τοῦ Νοσοκομείου τοῦ Μονάχου τὴν περίοδο 19541961.

«Γεννήθηκα καὶ μεγάλωσα στὴν Ἄρτα, δίπλα σ’ ἀνθρώπους φτωχοὺς ἀλλὰ ἔντιμους, ποὺ στερήθηκαν πολλὰ γιὰ νὰ μοῦ δώσουν μιὰ καλύτερη ζωή. Μεγαλώνοντας μὲ ψωμὶ κι ἁλάτι, κόπιασαν γιὰ νὰ ἔχει τὸ μοναχοπαίδι τους μόρφωση καὶ ἀξία στὴν κοινωνία. Ὁ πατέρας μου δούλευε γιὰ τὸ μεροκάματο ἀπ’ τὰ χαράματα ὡς τὸ σούρουπο στὸν κάμπο τῆς Ἄρτας, καὶ τὸν θυμᾶμαι νὰ γυρίζει στὰ σκοτάδια, τσακισμένος ἀπὸ τὴν κούραση ἀλλὰ πάντα μὲ τὸ χαμόγελο, σὰν νὰ ἤξερε ὅτι ὁ μόχθος ὁ δικὸς του ἦταν ἡ δικιὰ μου ἡ λευτεριά. Πηγαίναμε κάθε Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία, ἐγὼ ὁ πατέρας μου καὶ ἡ μάνα μου.

Ὅταν ἡ μητέρα μου πέθανε, ὁ πατέρας μου συνέχισε νὰ μὲ πηγαίνει καὶ νὰ ἀκοῦμε τὴν λειτουργία τοῦ παπᾶΓιάννη, γιατὶ ὅπως μοῦ ἔλεγε πάντα «ὁ Θεὸς ἔχει κοντὰ του τὴ μάνα σου, γιατὶ ἐμεῖς προσευχόμαστε κι ἀνάβουμε ἕνα κεράκι γιὰ τὴν ψυχὴ της». Πάντα γελαστός, ἀκόμα καὶ στὰ δύσκολα, μοῦ ἔδινε κουράγιο γιὰ νὰ προχωρήσω καὶ νὰ μορφωθῶ.
Μὲ θυμᾶμαι πιὸ μεγάλο νὰ ξενυχτάω στὸ φῶς τὸ καντηλιοῦ, ἀνάμεσα στὰ βιβλία, καὶ τὸ πρωὶ νὰ πηγαίνω μὲ τὸν πατέρα μου γιὰ δουλειὰ στὰ χωράφια.

Ὅταν πῆγα στὴν Ἰατρικὴ Σχολή, ἤξερα ὅτι τὰ χρώσταγα ὅλα στὴν οἰκογένειὰ μου. Ὁ πατέρας μου δὲ πρόλαβε νὰ μὲ δεῖ γιατρό, πέθανε ἕνα χρόνο πρὶν τελειώσω τὶς σπουδὲς μου, ἀλλὰ ὁρκίστηκα νὰ προσεύχομαι στὸ Θεὸ κάθε βράδυ, καὶ γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴ μάνα μου.

Ὁ καιρὸς πέρασε καὶ δὲν ξαναγύρισα στὴν Ἄρτα, ἀλλὰ ἔμεινα στὴν Ἀθήνα ποὺ οἱ εὐκαιρίες γιὰ τὴ δουλειὰ μου ἦταν πιὸ πολλές. Ἔκανα περιουσία καὶ παντρεύτηκα τὴν Εὐδοξία, κόρη ἑνὸς πλούσιου ἐμπόρου.
Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν τὴν εἶχε εὐλογήσει μὲ ὅλα τὰ δῶρα του καὶ παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειες καὶ τὶς προσευχὲς μας, δὲ καταφέραμε ποτὲ νὰ κάνουμε ἕνα γιό, ποὺ ἦταν καὶ ἡ εὐχὴ τοῦ πατέρα μου.

Ὅταν ξεκίνησε ὁ πόλεμος μὲ τὸν Μουσολίνι, μὲ στρατολόγησαν γιὰ νὰ προσφέρω τὶς γνώσεις μου στοὺς πολεμιστὲς μας ποὺ ἀντιστεκόταν στὸν Ἰταλὸ δικτάτορα καὶ μὲ ἔστειλαν γιὰ μιὰ περίοδο σὲ μία μονάδα κοντὰ στὸ Δυρράχιο. Ἔνοιωθα περήφανος στὴν ἀρχή, ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ πράγματα ποὺ ἀντίκρυσαν τὰ μάτια μου μὲ εἶχαν κάνει νὰ χάσω τὸν
ὕπνο μου. Κάποιοι μοῦ ἔλεγαν πὼς τὰ βράδια ἔκλαιγα ἀλλὰ δὲ θυμόμουν ποτὲ τίποτα τὸ πρωί…..

Πατηστε τον τιτλο και διαβαστε την συνέχεια σελιδοποιημένο

 

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.